
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
13 Μαΐου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C. P. A. από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό
και τώρα στην Αγία Νάπα
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Ραφαέλλα Καλογήρου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Λόρα Βελίκοβα (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση
Ο Αιτητής είναι παρών (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 29/06/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 16/07/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στον Αιτητή καθεστώς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.) και στις 25/10/2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 03/06/2024 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (Ο.Ε.Ε.Α. – αγγλ. E.U.A.A.), ο οποίος στις 27/06/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Ακολούθως, στις 29/06/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Στις 16/07/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή. Στις 13/08/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής, δια της δικηγόρου του, προβάλει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με την Γραπτή Αγόρευση. Η συνήγορος της Αιτήτριας δια της αγόρευσης προβάλλει, ως λόγους ακύρωσης, την έλλειψη δέουσας έρευνας, την συνδρομή πλάνης περί τα πράγματα κατά την λήψη της απόφασης και την έλλειψη επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας. Κατά την ακροαματική διαδικασία η συνήγορος του Αιτητή ανέφερε ότι αποσύρει τον λόγο ακύρωσης που αφορά στην πλάνη περί τα πράγματα και κατά λοιπά προωθεί τους υπόλοιπους ισχυρισμούς που προβάλλονται στη Γραπτή Αγόρευσή της, ήτοι την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Οι Καθ' ων η αίτηση υποβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).
Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή, αυτός είναι ενήλικας από την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.). Στην αίτησή του για διεθνή προστασία ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε την πόλη καταγωγής του εξαιτίας του μεγαλύτερου αδερφού του ο οποίος θέλει να τον σκοτώσει αλλά και εξαιτίας της ομάδας των Kuluna, οι οποίοι του επιτέθηκαν επειδή υπερασπίστηκε την μητέρα του (ερ. 1 δ.φ.).
Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Aιτητής δήλωσε ότι έχει κονγκολέζικη καταγωγή, προερχόμενος από την πόλη Kinshasa, η οποία αποτελεί τόσο τόπο γέννησης όσο και τελευταίας συνήθους διαμονή του (ερ. 49 δ.φ.). Περαιτέρω, ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε χριστιανός καθολικός (ερ. 52 δ.φ.), και ως προς την εθνοτική του καταγωγή «Kongo» (ερ. 49 δ.φ.). Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε πως έχει ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην χώρα καταγωγής του και ακολούθως σπούδασε για ένα χρόνο σε πανεπιστήμιο της Kinshasa, ενώ σε σχέση με το επαγγελματικό του προφίλ δήλωσε άνεργος (ερ. 48 δ.φ.). Περαιτέρω, αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Επίσης, δεν έχει αδέρφια (βιολογικά) και οι γονείς του έχουν χωρίσει. Η μητέρα του απεβίωσε το 2023 (βλ. και ερ. 40 δ.φ.) και με τον πατέρα του, o οποίος ζει στην Kinshasa, δεν διατηρεί επικοινωνία. Η μόνη επαφή που διαθέτει είναι ένας φίλος του από την Kinshasa (ερ. 47-48 δ.φ.).
Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης προέβαλε ότι έφυγε λόγω σοβαρών οικογενειακών διενέξεων, απειλών κατά της ζωής του και εκδηλώσεων βίας, που προήλθαν από το ευρύτερο οικογενειακό του περιβάλλον. Συγκεκριμένα, η μητέρα του ήταν η δεύτερη σύζυγος του πατέρα του και η σχέση της με την πρώτη σύζυγο και την οικογένειά της ήταν έντονα προβληματική. Συγκεκριμένα, ο μεγαλύτερος (ετεροθαλής) αδελφός του από την πρώτη σύζυγο του πατέρα του απειλούσε επανειλημμένα τη μητέρα του Αιτητή, η οποία δεν είχε γονείς ή άλλους συγγενείς, και ο Αιτητής ήταν το μοναδικό της παιδί. Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν, σε μια έντονη λογομαχία, ο Αιτητής παρενέβη για να υπερασπιστεί τη μητέρα του. Ο άντρας αυτός, εξαγριωμένος, έσπασε ένα γυάλινο μπουκάλι και τραυμάτισε σοβαρά τον Αιτητή στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα εκείνος να χάσει τις αισθήσεις του. Κατόπιν, ο δράστης διέφυγε και ο Αιτητής διακομίστηκε στο νοσοκομείο από έναν γείτονα. Παρά την επίθεση, ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του δεν προσέφερε καμία στήριξη, καθότι δεν αναγνώριζε τον Αιτητή ως γιο του και αρνούνταν να πιστέψει τις αφηγήσεις του. Επιπλέον, ο μεγαλύτερος ετεροθαλής αδελφός του Αιτητή τον απείλησε με θάνατο. Υπό αυτές τις συνθήκες και με σοβαρό κίνδυνο για τη ζωή του, η μητέρα του αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια για να βοηθήσει τον Αιτητή να φύγει από τη χώρα. Ο Αιτητής δήλωσε πως αιτείται διεθνή προστασία στη Δημοκρατία της Κύπρου, καθώς δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του λόγω του φόβου για τη ζωή και τη σωματική του ακεραιότητα, εξαιτίας ενδοοικογενειακής βίας, απόρριψης από τον πατέρα του και άμεσων απειλών θανάτου προς το πρόσωπό του από την οικογένεια της πρώτης συζύγου του πατέρα του (ερ. 46 δ.φ.).
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στον Αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του. Εξήγησε ότι η μητέρα του ήταν η δεύτερη σύζυγος του πατέρα του και από τότε που τον γέννησε, αντιμετώπιζε εχθρική συμπεριφορά και απειλές από την οικογένεια της πρώτης συζύγου του πατέρα του. Όπως ανέφερε ο Αιτητής, η πρώτη σύζυγος του πατέρα του ήταν ζηλότυπη, δεν αποδεχόταν τη μητέρα του Αιτητή στην οικογένεια και έβαζε τον γιο της –τον οποίο ο Αιτητής αποκαλεί "μεγάλο αδελφό"– να τους εκφοβίζει και να τους απειλεί. Ο Αιτητής ανέφερε ότι η εχθρική σχέση ξεκίνησε από τη γέννησή του και συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Η μητέρα του δεχόταν συνεχώς προσβολές και τη μεταχειρίζονταν σαν να ήταν «άχρηστη». Παρόλο που ενημέρωνε τον πατέρα του για την κατάσταση, εκείνος αρνιόταν να την υποστηρίξει και τελικά αποκήρυξε τον Αιτητή, λέγοντας ότι δεν είναι γιος του. Περαιτέρω, περιέγραψε ένα περιστατικό βίας που έλαβε χώρα στις 12 Σεπτεμβρίου 2021, στην κοινότητα Bandal της Κινσάσα, όταν ο γιος της πρώτης συζύγου του πατέρα του μπήκε στο σπίτι τους για να κλέψει χρήματα από τη μητέρα του. Όταν ο Αιτητής παρενέβη, ο δράστης έσπρωξε τη μητέρα του, τον απείλησε και, τελικά, έσπασε ένα μπουκάλι και τον τραυμάτισε στο πρόσωπο. Κατόπιν, ο Αιτητής έχασε τις αισθήσεις του και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Asiza από έναν γείτονα. Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση και πήρε εξιτήριο την επόμενη μέρα με οδηγίες να επιστρέφει για τις απαραίτητες ενέσεις. Μάλιστα ισχυρίζεται πως φέρει ακόμα εμφανή ουλή στο αριστερό του μάγουλο από το περιστατικό. Η μητέρα του ανέφερε το συμβάν στην τοπική αστυνομία, αλλά οι αρχές δεν έλαβαν καμία δράση. Ο Αιτητής εξήγησε ότι ο δράστης δεν φοβάται την αστυνομία, καθώς έχει εγκληματικό παρελθόν και διασυνδέσεις. Ο Αιτητής και η μητέρα του δεν προχώρησαν σε νομικές ενέργειες λόγω φόβου. Επίσης, διευκρίνισε ότι δεν ζήτησε προσωπικά προστασία από τις αρχές επειδή το είχε ήδη κάνει η μητέρα του για λογαριασμό του. Δήλωσε ότι η μητέρα του αποφάσισε να τον βοηθήσει να φύγει από τη χώρα μετά από αυτήν την επίθεση, καθώς πίστευε ότι κινδύνευε σοβαρά η ζωή του και οι αρχές δεν ήταν πρόθυμες να παρέμβουν. Η απόρριψη του πατέρα του επίσης συνέβαλε στη λήψη αυτής της απόφασης. Τέλος, κατέληξε ότι, σχεδόν τρία χρόνια μετά το συμβάν, εξακολουθεί να φοβάται για τη ζωή του εάν επιστρέψει στη ΛΔΚ, καθώς οι απειλές παραμένουν και η μητέρα του –το μόνο του στήριγμα– πλέον δεν ζει (ερ. 41-45 δ.φ.).
Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής δύο (2) ουσιωδών ισχυρισμών:
(1) Προσωπικά στοιχεία και προφίλ του Αιτητή
(2) Στις 12 Σεπτεμβρίου 2021 ο Αιτητής δέχτηκε επίθεση και τραυματίστηκε ενόσω υπερασπιζόταν την μητέρα του από μια υποκινούμενη από μίσος απειλή με δράστη τον μεγαλύτερο γιο της πρώτης γυναίκας του πατέρα του.
Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο του, το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό σχετικά με το περιστατικό της 12ης Σεπτεμβρίου 2021, κατά το οποίο φέρεται να δέχθηκε επίθεση και να τραυματίστηκε από τον μεγαλύτερο ετεροθαλή αδελφό του υπερασπιζόμενος τη μητέρα του, ο λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν τεκμηριώνεται ούτε η εσωτερική ούτε η εξωτερική αξιοπιστία. Όσον αφορά στην εσωτερική αξιοπιστία, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ασαφείς, αντιφατικές και χωρίς επαρκείς λεπτομέρειες. Αν και ανέφερε ότι ο ετεροθαλής αδελφός του τον τραυμάτισε με σπασμένο μπουκάλι μετά από καβγά, δεν κατάφερε να εξηγήσει με σαφήνεια πώς εξελίχθηκαν οι απειλές κατά της μητέρας του, ποια ήταν τα συγκεκριμένα αίτια του καβγά, ούτε πώς ακριβώς διατυπώθηκαν οι απειλές. Πιο συγκεκριμένα, παρόλο που του ζητήθηκε επανειλημμένα να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ο ετεροθαλής αδελφός του απείλησε τη μητέρα του, ο Αιτητής δήλωσε με αόριστο και μη λεπτομερή τρόπο ότι ο ετεροθαλής αδελφός του εστάλη από τη δική του μητέρα για να απειλήσει τη μητέρα του (Αιτητή) «επειδή εκείνη ζήλευε τη μητέρα του, η οποία εργαζόταν και είχε τη δική της επιχείρηση». Ωστόσο, δεδομένου ότι ο Αιτητής δήλωσε πως η απειλές προϋπήρχαν ήδη από όταν γεννήθηκε ο Αιτητής, του ζητήθηκε να εξηγήσει τι συνέβη στο παρελθόν και ο αδελφός του ξεκίνησε να απειλεί τη μητέρα του, αλλά ο Αιτητής περιορίστηκε στο να απαντήσει ότι «η μητέρα του μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο και η πρώτη σύζυγος του πατέρα του την εξύβριζε». Δεδομένου ότι ο Αιτητής υποστήριξε ότι ήταν παρών όταν η μητέρα του δέχθηκε τις απειλές από τον ετεροθαλή αδελφό του, οι Καθ’ ων έκριναν ότι αναμενόταν να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την απειλή που δέχθηκε η μητέρα του και να παράσχει συγκεκριμένες εξηγήσεις για τα πιθανά κίνητρα της υποτιθέμενης απειλής. Ωστόσο, δεν ανταποκρίθηκε στην ανωτέρω προσδοκία, καθώς η αφήγησή του παρουσιάστηκε με αόριστο και όχι επαρκώς λεπτομερή τρόπο. Επίσης, παρουσίασε αντικρουόμενες πληροφορίες σχετικά με τη σχέση και το διαζύγιο των γονιών του, λέγοντας αρχικά ότι χώρισαν δύο χρόνια μετά την έναρξη της σχέσης τους, και στη συνέχεια ότι χώρισαν το 2015 όταν ο ίδιος ήταν 25 ετών — δηλώσεις που δεν συμβαδίζουν. Παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις, ο Αιτητής δεν κατάφερε να δώσει συνεκτικές ή εξατομικευμένες εξηγήσεις για τη φύση των απειλών, την οικογενειακή σύγκρουση ή τα κίνητρα του ετεροθαλή αδελφού του. Όταν ρωτήθηκε για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον αδελφό του, περιορίστηκε να τον χαρακτηρίσει ως «κακό άτομο» και «εγκληματία», χωρίς να δώσει πληροφορίες για την εργασία του, τις διασυνδέσεις του ή πράξεις που θα υποστήριζαν τον ισχυρισμό ότι αποτελούσε απειλή. Επιπλέον, δεν κατάφερε να εξηγήσει γιατί ο ετεροθαλής αδελφός του θα ήθελε ακόμα να του κάνει κακό μετά από τόσα χρόνια και μετά τον θάνατο της μητέρας του, η οποία κατά τους ισχυρισμούς ήταν ο λόγος της αρχικής σύγκρουσης. Η απάντηση του Αιτητή, ότι ο αδελφός του είναι ακόμα ζηλόφθονος, θεωρήθηκε υπερβολικά γενική και ανεπαρκής. Όσον αφορά στην εξωτερική αξιοπιστία, δεν προσκομίστηκε κανένα αποδεικτικό στοιχείο προς υποστήριξη των ισχυρισμών του Αιτητή. Δεν παρουσιάστηκε ιατρική βεβαίωση για τον τραυματισμό, ούτε κάποια αναφορά στην αστυνομία, παρότι φέρεται να έγινε καταγγελία από τη μητέρα του, και δεν εντοπίστηκαν εξωτερικές πηγές που να επαληθεύουν τα γεγονότα ή τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Kinshasa. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί στην Kinshasa.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.
Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Λ.Δ.Κ. δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Kinshasa, περιοχή στην οποία ο Αιτητής αναμένεται να επιστρέψει, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:
Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.
Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[1]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ. υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την Kinshasa, πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC[2], μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Γενεύης, η κατάσταση στην Kinshasa, την πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό, δεν κατατάσσεται ως ένοπλη σύγκρουση σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Το RULAC παρακολουθεί και κατατάσσει τις ένοπλες συγκρούσεις με βάση αυστηρά νομικά κριτήρια και δεν αναφέρει την Κινσάσα ως περιοχή που βιώνει τέτοια σύγκρουση.
Πρόσφατες πηγές πληροφόρησης καταγράφουν πως η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ. του Κονγκό με παραπάνω από 120 ένοπλες ομάδες να είναι ακόμη ενεργές στις ανατολικές επαρχίες (Ituri, North Kivu, South Kivu, Tanganyika)[3], και με περιστατικά ανασφάλειας και διακοινοτικής βίας να συνεχίζουν να λαμβάνουν χώρα στην δυτική επαρχία Mai-Ndombe και μεταξύ των κοινοτήτων στην ανατολική περιοχή Katanga[4]. Παρόλο που οι μεγάλης κλίμακας ένοπλες συγκρούσεις εντοπίζονται κυρίως στο ανατολικό τμήμα της χώρας, στις αγροτικές περιοχές της ευρύτερης επαρχίας Kinshasa (χωρίς να πλήττεται η πόλη της Κινσάσα) καταγράφηκε η παρουσία της νεοσύστατης ένοπλης παραστρατιωτικής ομάδας (militia) Mobondo (που απαρτίζεται από μέλη της κοινότητας Yaka) η οποία δραστηριοποιείται κυρίως στα δυτικά της χώρας στο πλαίσιο των διακοινοτικών συγκρούσεων επί της γης μεταξύ των κοινοτήτων Yaka και Teke που ξέσπασαν στην περιοχή Kwamouth (Mai-Ndombe) το 2022 και σταδιακά εξαπλώθηκαν και σε άλλες περιοχές της χώρας[5]. Στην επαρχία της Kinshasa βάσει των δεδομένων της πλατφόρμας ACLED καταγράφηκαν 5 περιστατικά στη διάρκεια ενός έτους (06/04/2024 - 04/04/2025) με φορέα δράσης την παραστρατιωτική ομάδα Mobondo. Τα περιστατικά αυτά κωδικοποιήθηκαν ως εξής: 5 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (8 θάνατοι) και 2 μάχες (12 θάνατοι) [6].
Για λόγους πληρότητας της έρευνας, θα παρατεθούν τα πιο πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που σημειώθηκαν στην Κινσάσα κατά το τελευταίο έτος. Με βάση, συνεπώς, τα όσα ανευρέθηκαν στο ACLED, κατά το διάστημα 04/05/2024 – 02/05/2025 σημειώθηκαν στην Κινσάσα 92 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 240 απώλειες. Εξ’ αυτών, 13 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων (19 απώλειες), 19 ως εξεγέρσεις (203 απώλειες), 6 ως μάχες (18 απώλειες) και 54 ως διαμαρτυρίες (0 απώλειες).[7] Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της επαρχίας Κινσάσα υπολογίζεται ότι κατά το 2020 ανερχόταν σε 14.565.700 κατοίκους.[8]
Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Kinshasa δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους.
Δεδομένων των πιο πάνω, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.
Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στην Kinshasa ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).
Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις.
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025).
[2] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[3] Al Jazeera, Five key issues at stake in the DR Congo's crucial election, 11 December 2023, https://www.aljazeera.com/news/2023/12/11/five-key-issues-at-stake-in-the-dr-congos-crucial-election ; HRW, World Report 2023 - Democratic Republic of Congo, 12 January 2023, https://www.hrw.org/world-report/2023/country-chapters/democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[4] HRW - Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Democratic Republic of Congo, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103189.html, HRW - Human Rights Watch (Author): DR Congo: Second Term Should Focus on Rights, 6 March 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2105320.html , International Crisis Group's Crisis Watch, Conflict in focus, DRC, January 2024, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/february-alerts-and-january-trends-2024#democratic-republic-of-congo UN Security Council (Author): Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2023/990], 30 December 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[5] New Humanitarian (The), Conflict in western DRC simmers unnoticed amid rebel gains in the East, 12 February 2024, https://www.thenewhumanitarian.org/news-feature/2024/02/12/conflict-western-drc-democratic-republic-of-the-congo-amid-rebel-gains-east ; Africa News, Kinshasa conflict: one soldier and four militiamen killed, 12/05/2023, https://www.africanews.com/2023/05/12/kinshasa-conflict-one-soldier-and-four-militiamen-killed// (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[6] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/#1714654904371-01f34ad7-b1ac (βλ. Πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 06/04/2024 - 04/04/2025 Past Year of ACLED Data, Event Category: Political Violence (Battles, Explosions/ Remote Violence, Violence against Civilians, Excessive force against protesters and Mob Violence), Region of Interest: Africa, Country of Interest: Democratic Republic of Congo, Admin1 Unit of Interest: Kinshasa, Actor: Mobondo militia) ( ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[7], ΑCLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/, Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 04/05/2024 – 02/05/2025 past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – DRC – Kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[8] City Population, Democratic Republic of the Congo: Regions, Major cities and Towns – Population Statistics, Maps, Charts, Weather and Wed Information- Kinshasa, διαθέσιμο σε: https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο