
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
27 Μαΐου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
E. M. B. από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό ,(ARC ….),(F.…..)(Διευθ…)
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Ραφαέλα Μαλεκκίδου για Ελισάβετ Κονοσίδου (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Ραφαέλα Χαραλάμπους (κα), για Αιγ. Κίτσιου, Δικηγόροι για τους Καθ' ων η αίτηση
Η Αιτήτρια είναι παρούσα (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)
ΑΠΟΦΑΣΗ
Η Αιτήτρια αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 30/09/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 16/10/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, η Αιτήτρια είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.) και στις 28/04/2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 02/09/2024 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (Ο.Ε.Ε.Α. – αγγλ. E.U.A.A.), ο οποίος στις 25/09/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα της Αιτήτριας. Ακολούθως, στις 30/09/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της. Στις 16/10/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος της Αιτήτριας επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στην Αιτήτρια. Στις 07/11/2024 η Αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η Αιτήτρια, δια της δικηγόρου της, προβάλει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με τη Γραπτή Αγόρευση. Κατά τη Γραπτή της Αγόρευση, η συνήγορος της Αιτήτριας προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη χωρίς δέουσα έρευνα, υπό καθεστώς πλάνης περί τα πράγματα, είναι προϊόν μιας πρόχειρης και ελλιπούς συνέντευξής και, τέλος, ότι είναι αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη.
Οι Καθ΄ ων η Αίτηση αντιτείνουν δια της ένστασης τους ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Κατά συνέπεια, εισηγούνται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Σημειώνεται πως η ένταση της συνηγόρου της Αιτήτριας να καταχωρηθεί η γραπτή αγόρευση των Καθ΄ων η αίτηση εκπρόθεσμα έγινε δεκτή από το Δικαστήριο
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.».
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56.».
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).
Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο της Αιτήτριας, αυτή είναι ενήλικας από την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.).
Κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησής της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ήρθε στην Κυπριακή Δημοκρατία ζητώντας προστασία, αφού υπέστη βιασμό και βασανιστήρια στη χώρα καταγωγής της από έναν φίλο του πατέρα της. Περιέγραψε τον δράστη ως έναν πολύ ισχυρό και με μεγάλη επιρροή άνδρα, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη την αναζήτηση δικαιοσύνης ή προστασίας από τις τοπικές αρχές. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν ο άνδρας προσπάθησε να τη σκοτώσει, στέλνοντας εγκληματίες εναντίον της. Φοβούμενη για τη ζωή της και χωρίς να έχει ασφαλείς εναλλακτικές, η Αιτήτρια αποφάσισε να φύγει και να αναζητήσει ασφάλεια στο εξωτερικό (ερ. 20 δ.φ. σε μετάφραση).
Κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι έχει κονγκολέζικη καταγωγή, γεννηθείσα στην πόλη Kinshasa, η οποία αποτελεί και τόπο τελευταίας συνήθους διαμονή της (ερ. 64 δ.φ.). Περαιτέρω, ως προς τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις δήλωσε Χριστιανή Πεντηκοστιανή και ως προς την εθνοτική της καταγωγή Mumbala (ερ. 66 δ.φ.) Αναφορικά με το μορφωτικό της επίπεδο, δήλωσε πως έχει λάβει δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην χώρα καταγωγής της (ερ. 66 δ.φ.), ενώ σε σχέση με το επαγγελματικό της προφίλ δήλωσε άνεργη καθώς μέχρι τον θάνατο των γονιών του συντηρούνταν από τους τελευταίους, ενώ αργότερα την φροντίδα της ανέλαβε ένας φίλος του πατέρα της (ερ. 64-65 δ.φ.). Περαιτέρω, αναφορικά με την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε άγαμη και άτεκνη (ερ 65-66 δ.φ.). Όσον αφορά στην οικογένειά της η Αιτήτρια ανέφερε ότι έχει δύο αδέρφια τα οποία βρίσκονται στην Κύπρο ως αιτητές ασύλου και από συγγενείς στην χώρα καταγωγή της διαθέτει θείους και θείες στο χωριό Malu (ερ. 65 δ.φ.).
Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης δήλωσε ότι ο φίλος του πατέρα της άρχισε να την χρησιμοποιεί και να την εκμεταλλεύεται σεξουαλικά αναγκάζοντάς την να κοιμάται με άλλους άνδρες χωρίς τη συγκατάθεσή της και χωρίς να της δίνει χρήματα. Περιέγραψε ότι η κακοποίηση κλιμακώθηκε όταν έμεινε έγκυος στο παιδί του. Τότε εκείνος κανόνισε να γίνει έκτρωση στο σπίτι από έναν γιατρό που έφερε ο ίδιος, χωρίς τη συγκατάθεσή της. Μετά την έκτρωση, η Αιτήτρια δήλωσε πως ένιωθε σωματικό πόνο. Μόλις λίγες μέρες αργότερα, παρά την κατάστασή της, ο φίλος του πατέρα της προσπάθησε να την αναγκάσει να κοιμηθεί με έναν άλλο άνδρα. Όταν εκείνη αρνήθηκε, διαφώνησαν και εκείνος έριξε ζεστό νερό στο δεξί της πόδι, προκαλώντας ορατά εγκαύματα και ουλές, τα οποία έδειξε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Αυτό το περιστατικό συνέβη τον Οκτώβριο του 2021 και σηματοδότησε ένα σημείο καμπής για εκείνη. Συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε πλέον να αντέξει την κακοποίηση και πήρε την απόφαση να φύγει από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στις 28 Φεβρουαρίου 2022. Όταν ρωτήθηκε τι πίστευε ότι θα συνέβαινε αν επέστρεφε στη χώρα της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ο άντρας αυτός θα την έβρισκε και θα την εκμεταλλευόταν ξανά. (ερ. 62 δ.φ.)
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής της. Αρχικά η Αιτήτρια κλήθηκε να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για τον θάνατο των γονιών της. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι οι γονείς της σκοτώθηκαν σε τροχαίο δυστύχημα κοντά στο Bandundu, όταν το αυτοκίνητό τους έπεσε σε ποτάμι. Τα σώματα ανέφερε ότι δεν βρέθηκαν ποτέ λόγω του βάθους και του σκοτεινού νερού. Μετά το πένθος, ο φίλος του πατέρα της της πρότεινε να μείνουν μαζί του, αυτή και τα αδέρφια της, και εκείνη συμφώνησε. Ανέφερε ότι οι οι αρχές δεν ενημερώθηκαν, καθώς, όπως διευκρίνισε, στη ΛΔ του Κονγκό δεν συνηθίζεται να δηλώνονται τέτοια περιστατικά όταν δεν υπάρχουν σώματα. Για τον ίδιο λόγο ισχυρίστηκε πως δεν εκδόθηκε και ληξιαρχική πράξη θανάτου (ερ. 60-62 δ.φ.).
Κατόπιν, της ζητήθηκε να περιγράψει την διαμονή της στο σπίτι του φίλου του πατέρα της. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι μετά τον θάνατο των γονιών της, εκείνη και τα αδέλφια της μετακόμισαν στο σπίτι του στενού φίλου του πατέρα τους, Bienvenue Kamba, στα τέλη Ιανουαρίου 2021. Εκείνη την περίοδο, η Αιτήτρια ήταν 27 ετών και τόσο η ίδια όσο και τα αδέλφια της δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να βιοπορισθούν. Περιέγραψε τον κ. Kamba ως κάποιον που γνώριζε η οικογένεια από τότε που ήταν παιδί, καθώς επισκεπτόταν συχνά το σπίτι και βοηθούσε περιστασιακά, όπως με την παροχή σχολικών ειδών. Το σπίτι του ήταν μεγάλο και παρείχε σε εκείνη και στα αδέλφια της ξεχωριστά δωμάτια, τρόφιμα και τα απαραίτητα για την καθημερινότητά τους. Αρχικά, η ζωή εκεί κυλούσε φυσιολογικά και η σχέση τους διέπονταν από αμοιβαίο σεβασμό και υποστήριξη. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, η κατάσταση άλλαξε. Τον Μάιο του 2021, ο άντρας αυτός πήγε στο δωμάτιό της όπου της και την ανάγκασε σε ερωτική επαφή λέγοντάς της να μην μιλήσει και να μην φοβάται. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι την ανάγκαζε σε ακούσια επαφή μαζί του περίπου 3-4 φορές την εβδομάδα μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022. Δήλωσε ότι επειδή ντράπηκε ομολόγησε στην αδερφή της για το περιστατικό και ότι αρχικά σκέφτηκε να τον καταγγείλει, αλλά αργότερα αποφάσισε να το πει στη φίλη της μητέρας της. Ο λόγος που συνέχιζε να ζει στο σπίτι μαζί του ήταν επειδή δεν είχε που να πάει (ερ. 57-60 δ.φ.).
Αναφορικά με την σεξουαλική εκμετάλλευσή της, η Αιτήτρια δήλωσε πως τον Ιούνιο του 2021, ο άντρας αυτός άρχισε να φέρνει άλλους άντρες στο σπίτι για να συνευρεθούν μαζί της, υποχρεώνοντας την να μην μιλήσει. Η κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι τον Ιανουάριο του 2022. Διευκρίνισε ότι τα αδέλφια της είχαν τα δικά τους υπνοδωμάτια και ποτέ δεν την ρώτησαν για ποιόν λόγο έρχονταν οι άνδρες στο σπίτι, δείχνοντάς της εμπιστοσύνη αφού ήταν η μεγαλύτερη. Περιέγραψε ότι την πρώτη φορά που ένας άνδρας ήρθε στο δωμάτιό της για σεξουαλική επαφή, ήταν αγχωμένη και έκλαιγε. Η Αιτήτρια κατάλαβε ότι ο φίλος του πατέρας της την «πουλούσε» και έπαιρνε χρήματα από τους άντρες αυτούς, αλλά η ίδια ποτέ δεν είδε ή δέχτηκε χρήματα, αλλά ισχυρίστηκε πως οι άντρες σε αντάλλαγμα εφοδίαζαν το σπίτι με ψώνια. Η τελευταία φορά δήλωσε πως ήταν τον Ιανουάριο του 2022. Περαιτέρω, εξήγησε ότι ενώ αρχικά της επιτρεπόταν να βγαίνει έξω, αργότερα της απαγορεύτηκε όταν ο φίλος του πατέρα της άρχισε να φέρνει άντρες. Επίσης, είπε στα αδέρφια του ότι δεν είχαν το δικαίωμα να βγαίνουν έξω. Η Αιτήτρια έμεινε στο σπίτι για περίπου ένα χρόνο. Δήλωσε ότι δεν σκέφτηκε να καταγγείλει τον άντρα στην αστυνομία, καθώς δεν θα έκαναν τίποτα λόγω της επιρροής του, οι δε θείοι της που ζούσαν στο χωριό δεν είχαν επαφή με την Αιτήτρια. Η Αιτήτρια μπόρεσε να φύγει από το σπίτι τρεις φορές τον Οκτώβριο του 2021 και έτσι συνάντησε τη φίλη της μητέρας της, η οποία της έδωσε χρήματα και έναν αριθμό τηλεφώνου, και της υποσχέθηκε να την βοηθήσει μέσω της εκκλησίας για να φύγει από την χώρα (ερ. 53-57 δ.φ.).
Η Αιτήτρια ανέφερε ότι ο άνδρας που τη φιλοξενούσε ονομαζόταν Bienvenue Kamba, όπως αναγραφόταν στα έγγραφα ταυτότητάς του. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι ήξερε πολύ λίγα για τον άνδρα πριν μετακομίσει στο σπίτι του, μόνο ότι ασχολούνταν με επιχειρήσεις σχετικές με διαμάντια. Σχετικά με την τοποθεσία του σπιτιού, ανέφερε ότι βρισκόταν στη Ngaliema, συγκεκριμένα στην περιοχή Binza. Όταν ρωτήθηκε πώς έμαθε ο άνδρας για τον θάνατο των γονιών της, δεδομένου ότι η Αιτήτρια δεν ενημέρωσε την αστυνομία και δεν είχε στενούς συγγενείς στην Κινσάσα, εξήγησε ότι η είδηση διαδόθηκε γρήγορα στη γειτονιά της Massina, όπου έμενε η οικογένεια εκείνη την περίοδο. Πρόσθεσε ότι ο άνδρας είχε ένα πρακτορείο ανάμεσα στη Massina και τη Djili, με την ονομασία Cartier 1, και επισκεπτόταν την περιοχή καθημερινά. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν γνωρίζει ακριβώς πώς έμαθε τα νέα, αλλά απλώς εμφανίστηκε το βράδυ (ερ. 52-53 δ.φ.).
Εν συνεχεία, αναφορικά με την αποβολή της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι κατάλαβε πως ήταν έγκυος στα τέλη Οκτωβρίου, όταν άρχισε να αισθάνεται πολύ κουρασμένη, δεν είχε όρεξη και ένιωθε γενικά άσχημα. Ενημέρωσε τον άνδρα με τον οποίο έμενε για την κατάστασή της και τότε ήρθε ένας γιατρός που της έκανε εξετάσεις αίματος. Ο άνδρας της είπε ότι ο γιατρός θα επέστρεφε για να την θεραπεύσει, όμως κανείς δεν ήρθε κατά τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο. Εκείνη την περίοδο δεν είχε έμμηνο ρύση. Τελικά, ανέφερε ότι ο γιατρός ήρθε στο σπίτι, της έκανε ενέσεις και προχώρησε σε άμβλωση. Μετά ένιωθε πολύ νυσταγμένη, ο γιατρός την ενημέρωσε ότι θα έχει αιμορραγία και της έδωσε κάποια χάπια (ερ. 52 δ.φ.).
Τέλος, η Αιτήτρια ανέφερε ότι και η αδελφή της της μίλησε για τη δική της κατάσταση αποκαλύπτοντάς της ότι περνούσε τα ίδια, δηλαδή ότι ο φίλος του πατέρα τους είχε σεξουαλικές σχέσεις και μαζί της και μάλιστα ότι την επισκέπτονταν και άλλοι άνδρες. Η Αιτήτρια την παρότρυνε να παραμείνει ήρεμη, λέγοντάς της ότι θα έβρισκαν τρόπο να ξεφύγουν. Έτσι, τον Φεβρουάριο του 2022 έφυγαν από το σπίτι και πήγαν σε μια εκκλησία που βρίσκεται στη Lemba. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι από τη στιγμή που έφυγαν από το σπίτι, ο συγκεκριμένος άνδρας δεν την ενόχλησε ξανά προσωπικά. Όταν ρωτήθηκε πώς κατάφεραν να φύγουν παρ’ όλο που υπήρχε φύλακας, εξήγησε ότι τον πλήρωσε και μερικές φορές κατάφερναν να τον πείσουν να τις αφήσει να βγουν (ερ. 50-51 δ.φ.).
Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης της Αιτήτριας και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής τριών (3) ουσιωδών ισχυρισμών:
(1) Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ της Αιτήτριας
(2) Οι γονείς της Αιτήτριας απεβίωσαν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στις 01/01/2021.
(3) Η Αιτήτρια και τα αδέλφια της φιλοξενούνταν σε φίλο του πατέρα τους, ο οποίος κακοποιούσε σεξουαλικά την Αιτήτρια και την αδελφή της για ένα χρόνο και τις εκμεταλλευόταν σεξουαλικά.
Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της Αιτήτριας εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο της, το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, ήτοι τον θάνατο των γονιών της Αιτήτριας, οι Καθ’ ων τον απέρριψαν ως αναξιόπιστο, εξαιτίας της αδυναμίας της να παράσχει συγκεκριμένες και επαληθεύσιμες πληροφορίες. Ειδικότερα, αναφέρθηκε αόριστα στην τοποθεσία του δυστυχήματος, λέγοντας ότι συνέβη «κοντά στο Bandundu» δίπλα σε ένα μικρό ποτάμι, χωρίς να μπορεί να κατονομάσει το ακριβές σημείο. Ανέφερε ότι έλαβε την είδηση από εμπόρους της αγοράς που βρίσκονταν σε άλλο αυτοκίνητο πίσω από αυτό των γονιών της, αλλά δεν ήταν σε θέση να τους ταυτοποιήσει ή να εξηγήσει πόσο αξιόπιστες ήταν οι πληροφορίες τους. Παρά τη σοβαρότητα του περιστατικού, δεν έκανε καμία προσπάθεια να διασταυρώσει την πληροφορία ή να επικοινωνήσει με τις αρχές, υποστηρίζοντας απλώς ότι «στη ΛΔΚ είναι άχρηστο» να το κάνει, χωρίς να δώσει τεκμηριωμένη εξήγηση. Επιβεβαίωσε επίσης ότι δεν εκδόθηκαν πιστοποιητικά θανάτου και ότι δεν πραγματοποιήθηκε κηδεία, επειδή τα σώματα δεν βρέθηκαν, χωρίς να εξηγήσει γιατί δεν έγινε καμία προσπάθεια για έρευνα. Ο ισχυρισμός της ότι τέτοια δυστυχήματα δεν ερευνώνται στην περιοχή ήταν γενικός και αόριστος, καθώς δεν μπορούσε να προσδιορίσει με σαφήνεια για ποια περιοχή μιλούσε. Δεδομένου ότι ήταν 25 ετών εκείνη την περίοδο, η παθητική της στάση και η έλλειψη πρωτοβουλίας ενισχύουν την αμφισβήτηση της αξιοπιστίας της. Συνολικά, η κατάθεσή της χαρακτηρίζεται από έλλειψη λεπτομερειών, ασυνέπειες και αδυναμία υποστήριξης βασικών γεγονότων, γεγονός που, σύμφωνα με του Καθ’ ων, υπονομεύει σημαντικά την εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών της.
Ομοίως, και ο τρίτος ισχυρισμός, απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος. Η Αιτήτρια είπε ότι μετά τον θάνατο των γονιών της, ένας πλούσιος φίλος του πατέρα της της πρότεινε να μετακομίσει μαζί με τα δύο αδέρφια της στο σπίτι του, γιατί χρειαζόταν κάποιος να τους φροντίσει καθώς δεν μπορούσαν να νοικιάσουν σπίτι. Επανειλημμένα ανέφερε ότι κανένας από αυτούς δεν εργαζόταν, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με άλλη δήλωσή της όπου ανέφερε ότι δούλευε στα πλαίσια της εκπαίδευσής της σε ξενοδοχεία και έπαιρνε αμοιβή, αλλά υποστήριξε ότι ήταν υποαμειβόμενη. Η Αιτήτρια είπε ότι γνώριζε τον άνδρα από όταν ήταν μικρή, αλλά δεν μπόρεσε να δώσει λεπτομέρειες για εκείνον. Τον περιέγραψε ως περίπου 50 χρονών και ότι ασχολούταν με το εμπόριο διαμαντιών, ενώ σε άλλο σημείο ανέφερε ότι είχε επίσης ξενοδοχεία και πρακτορεία, δείχνοντας ασυνέπεια στα λεγόμενά της. Περιέγραψε τον άνδρα αυτόν ως κάποιον με επιρροή που θα μπορούσε να τους βοηθήσει, αλλά όταν τη ρώτησαν τι είδους βοήθεια θα μπορούσε να προσφέρει, απάντησε ότι αυτό βασιζόταν μόνο στην εικόνα που είχε γι’ αυτόν και παραδέχτηκε ότι ποτέ δεν του ζήτησε πραγματικά βοήθεια, ισχυρισμός που αξιολογήθηκε επίσης ως ασυνεπής. Περαιτέρω, όταν τη ρώτησαν για τις σκέψεις και τα συναισθήματά της κατά τη διάρκεια του ενός έτους που κακοποιούνταν σεξουαλικά από τον άνδρα αυτόν, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης φοράς που εκείνος έφερε έναν άλλο άνδρα να κοιμηθεί μαζί της, δεν μπόρεσε να δώσει αναλυτικές απαντήσεις και ανέφερε μόνο μία φίλη της μητέρας της που γνώρισε δέκα μήνες μετά τη μετακόμισή της στο σπίτι του άνδρα. Επίσης, όταν τη ρώτησαν για τους άνδρες που εκείνος έφερνε για να την εκμεταλλεύονται σεξουαλικά, έδωσε μόνο ασαφείς περιγραφές όπως το ύψος ή το βάρος τους χωρίς συγκεκριμένες πληροφορίες. Επιπρόσθετα, όσον αφορά στο προφίλ του άνδρα και την επιρροή που υποτίθεται ότι είχε, η Αιτήτρια δεν έδωσε συγκεκριμένες πληροφορίες και βασίστηκε μόνο σε υποθέσεις. Όταν τη ρώτησαν γιατί δεν τον κατήγγειλε παρόλο που είχε πρόσβαση σε τηλέφωνο και μπορούσε να βγει από το σπίτι κάποιες φορές, είπε ότι ήταν άνδρας με επιρροή, χωρίς όμως να μπορεί να στηρίξει τον ισχυρισμό της. Επίσης, οι δηλώσεις της σχετικά με το πόσο συχνά μπορούσε να βγαίνει ήταν αντιφατικές, καθώς αρχικά είπε ότι μπορούσε να βγαίνει, αλλά στη συνέχεια παραδέχτηκε ότι έβγαινε μόνο τη μέρα των γενεθλίων της και άλλες δύο φορές αφού έπεισε τον φύλακα. Συνολικά, είναι θέση των Καθ’ ων ότι η Αιτήτρια δεν μπόρεσε να δώσει συγκεκριμένες ή εμπειρικές πληροφορίες κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της και έδωσε κυρίως γενικές και ασυνεπείς απαντήσεις. Παρότι εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν το ανησυχητικά υψηλό φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας στην ΛΔΚ, εντούτοις λόγω του ότι η εσωτερική αξιοπιστία δεν θεμελιώθηκε, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στην πόλη Kinshasa. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν η Αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί στην Kinshasa.
Αξιολογώντας περαιτέρω το προσωπικό της προφίλ σε συνδυασμό με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της, οι Καθ’ ων εκτίμησαν πως η Αιτήτρια είναι μια σχετικά καλά εκπαιδευμένη γυναίκα που δεν ζούσε σε αγροτική περιοχή ούτε σε περιοχή που πλήττεται από εσωτερική σύγκρουση. Επιπλέον, δεδομένου ότι διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο στο Κινσάσα, συγκεκριμένα τη φίλη της μητέρας της που χρηματοδότησε το ταξίδι της, και λαμβάνοντας υπόψη ότι ο θάνατος των γονιών της δεν έχει θεωρηθεί αξιόπιστος, είναι λογικό να αναμένεται ότι θα είχε δίκτυο υποστήριξης στην Κινσάσα. Επίσης, δεν υπάρχουν ορατοί δείκτες ή άλλα στοιχεία που να τεκμηριώνουν ότι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ικανότητά της να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Συνεπώς, καθίσταται σαφές ότι δεν υπάρχει εύλογο επίπεδο πιθανότητας ότι, σε περίπτωση επιστροφής της στην Κινσάσα, θα αντιμετωπίσει μεταχείριση που θα μπορούσε να συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό της δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.
Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο η Αιτήτρια δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη Λ.Δ.Κ. δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας της λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Kinshasa, περιοχή στην οποία η Αιτήτρια αναμένεται να επιστρέψει, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:
Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας. Ομοίως, συντάσσομαι και με την αποδοχή του δεύτερου και τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, για τους λόγους που εκτέθηκαν στην επίδικη.
Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.
Για την πληρότητα της έρευνας το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σχετικά με το φαινόμενο της έμφυλης βίας στην Λ.Δ.Κ.
H πρόσφατη έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για την κατάσταση ανθρωπίνων δικαιωμάτων το έτος 2022 στη ΛΔΚ, που δημοσιεύτηκε στις 20 Μαρτίου 2023 σημειώνει τα κάτωθι:
«Ο νόμος για τη σεξουαλική βία ποινικοποιεί τον βιασμό όλων των προσώπων, αλλά ο νόμος δεν εφαρμόζεται συχνά. Ο βιασμός και άλλες μορφές βίας λόγω φύλου ήταν ευρέως διαδεδομένες σε όλη τη χώρα, ακόμη και σε περιοχές χωρίς ένοπλες συγκρούσεις. Οι επιζώντες σπάνια ανέφεραν κάτι τέτοιο για πολιτιστικούς και κοινωνικούς λόγους και οι δράστες σπάνια τιμωρήθηκαν. Ο βιασμός ήταν επίσης κοινός και χρησιμοποιήθηκε ως τακτική σε περιοχές ένοπλων συγκρούσεων. Ο νομικός ορισμός του βιασμού δεν περιλαμβάνει βιασμό συζύγου ή βιασμό από στενό σύντροφο. Απαγορεύει επίσης τους εξωδικαστικούς συμβιβασμούς (για παράδειγμα, ένα συνηθισμένο πρόστιμο που καταβάλλει ο δράστης στην οικογένεια της επιζήσασας), αλλά τέτοιες πρακτικές εξακολουθούν να συμβαίνουν. Τόσο οι διεθνείς οργανισμοί όσο και οι τοπικές ΜΚΟ ανέφεραν ότι οι γυναίκες που επιζούσαν βιασμό αναγκάζονταν μερικές φορές να πληρώσουν πρόστιμο για να επιστρέψουν στις οικογένειές τους και να αποκτήσουν πρόσβαση στα παιδιά τους. Οι σύζυγοι συχνά χώριζαν τις συζύγους που έπεφταν θύματα βιασμού. Ο νόμος απαγορεύει επίσης τον καταναγκαστικό γάμο, αλλά συνεχίζει να συμβαίνει. Ο νόμος επιτρέπει στις επιζήσασες σεξουαλικής βίας να παραιτηθούν από την εμφάνιση στο δικαστήριο και επιτρέπει τις κλειστές ακροάσεις για την προστασία του απορρήτου. Η ελάχιστη ποινή που προβλέπεται για την καταδίκη για βιασμό είναι μια ποινή φυλάκισης πέντε ετών, και τα δικαστήρια μερικές φορές επιβάλλουν τέτοιες ποινές σε καταδίκες για βιασμό, στις σπάνιες περιπτώσεις που τα εγκλήματα εκδικάζονται. Ορισμένες διώξεις έγιναν για βιασμό και άλλα είδη σεξουαλικής βίας».[1]
Στην ίδια έκθεση αναφέρονται τα εξής: «Οι γυναίκες θύματα βιασμού αναφέρουν ότι στιγματίζονται κοινωνικά, καθώς θεωρούνται ακατάλληλες για γάμο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι σύζυγοι εγκαταλείπουν τις γυναίκες που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής επίθεσης, ενώ άλλες γυναίκες αναγκάζονται από τις οικογένειές τους να παντρευτούν τους βιαστές τους ή να δεχτούν χρήματα ή αντικείμενα από αυτούς, αντί να τους καταγγείλουν στις αρχές. Το 2017, τα Ηνωμένα Έθνη εξέφρασαν ανησυχίες για την «επιμονή των κοινωνικοπολιτισμικών παραδόσεων που συνηγορούν στην ενδοοικογενειακή βία και για την απουσία νομικού πλαισίου για την πρόληψη και τιμωρία τέτοιας βίας, συμπεριλαμβανομένου και του συζυγικού βιασμού. Ένας αριθμός διεθνών οργανισμών, διεθνών και τοπικών ΜΚΟ βρίσκονται στην ΛΔΚ παρέχοντας ανθρωπιστικές υπηρεσίες και προσφέροντας υποστήριξη στους επιζώντες της σεξουαλικής και της έμφυλης βίας, καθώς και της σεξουαλικής βία που σχετίζεται με συγκρούσεις»[2].
Αναφορά της Υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών για τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία (UNFPA), σημειώνει ότι η έμφυλη βία (Gender Based Violence – GBV) εξακολουθεί να καθιστά ευάλωτες τις γυναίκες και τα κορίτσια που διαβιούν στη Λ.Δ.Κ..[3] Οι μορφές έμφυλης βίας που καταγράφονται στη Λ.Δ.Κ. περιλαμβάνουν το βιασμό, τη σεξουαλική δουλεία, την εμπορία ανθρώπων (trafficking), τον αναγκαστικό γάμο, τον γάμο ανηλίκων, την ενδοοικογενειακή βία και τη σεξουαλική εκμετάλλευση και κατάχρηση.[4] Όπως σημειώνεται στην ως άνω αναφορά, η κατάχρηση εξουσίας και οι έμφυλες ανισότητες επιτείνουν την ευαλωτότητα των γυναικών και κοριτσιών στη Λ.Δ.Κ. απέναντι σε αυτές τις μορφές έμφυλης βίας.[5] Η σεξουαλική βία είναι η μορφή έμφυλης βίας που αναφέρεται με τη μεγαλύτερη συχνότητα αλλά πολλές είναι οι επιζήσασες που φοβούνται να καταγγείλουν το βιασμό τους ή τη σε βάρος τους βία εξαιτίας του στίγματος και του φόβου να υποστούν αντίποινα από τους θύτες.[6] Παρότι η κυβέρνηση της χώρας έχει δεσμευτεί για την αντιμετώπιση του φαινομένου, οι υπηρεσίες για την πρόληψη αλλά και για την αποκατάσταση των θυμάτων εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς και υποχρηματοδοτούμενες.[7]
Αν και στη βάση των πληροφορίων που παρέχουν εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνεται ότι εντοπίζονται περιστατικά έμφυλης βίας, η ίδια δεν κατάφερε να αποδείξει με επαρκή και πειστικό τρόπο τη δική της προσωπική που επικαλείται.
Εξαιτίας της ασάφειας, των αντιφάσεων και της έλλειψης λεπτομερειών στις δηλώσεις της για το τι ακριβώς της συνέβη, το γεγονός ότι δεν προσέφυγε στις αρχές για να προστατευτεί, το αίτημά του δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό στο σύνολό του ως βάσιμο.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η Αιτήτρια δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό της Αιτήτριας και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία της δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[8]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ. υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτήν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης της για διεθνή προστασία.
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς η Αιτήτρια δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Όσον αφορά στην αντιμετώπιση των εσωτερικά εκτοπισθέντων στη ΛΔΚ, σύμφωνα με την έκθεση της χώρας του 2023 από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ (USDOS), η κυβέρνηση «βοήθησε στην ασφαλή, εθελοντική επιστροφή πρώην Κονγκολέζων προσφύγων και διευκόλυνε τις διαδικασίες μετανάστευσης» και «οι κυβερνητικές αρχές δεν αντιμετώπισαν τους πρόσφυγες διαφορετικά από τους πολίτες»[9]. Το USDOS προσέθεσε ότι η κυβέρνηση «δεν ήταν σε θέση να προστατεύσει ή να βοηθήσει επαρκώς τους εσωτερικά εκτοπισθέντες με συνέπεια, αλλά γενικά επέτρεψε στις εσωτερικές και διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις να βοηθήσουν»[10]. Όσον αφορά την ένταξη στην Kinshasa, σύμφωνα με έκθεση του 2022 για τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στην πόλη από την Δανέζικη Υπηρεσία Μετανάστευσης (DIS), και επικαλούμενη τον καθηγητή Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου της Kinshasa, José Bazonz, «είναι συχνά πιο δύσκολο για ανθρώπους από την ανατολική ΛΔΚ να εγκατασταθούν και να ενταχθούν στην Kinshasa, επειδή έχουν ελάχιστους ή καθόλου συγγενείς στην πόλη και συχνά δεν μιλούν Lingala, τη “lingua franca”, ή ακόμα και γαλλικά»[11]. Η ίδια πηγή επιβεβαίωσε ότι «είναι ευκολότερο για ένα άτομο από τη δυτική περιοχή να ενταχθεί, επειδή μπορεί πιο εύκολα να προσανατολιστεί όταν αντιμετωπίζει προβλήματα αβεβαιότητας (έλλειψη ασφάλειας)»[12].
Όσον αφορά την αντιμετώπιση των επαναπατρισθέντων στη ΛΔΚ, έκθεση του Σεπτεμβρίου 2022 από την Cedoca, τη μονάδα έρευνας Πληροφοριών Χώρας Καταγωγής (COI) του Γενικού Επιτρόπου για τους Πρόσφυγες και τους Ανιθαγενείς του Βελγίου (CGRS), ανέφερε ότι άτομα των οποίων η αίτηση ασύλου έχει απορριφθεί και επιστρέφουν στη ΛΔΚ δεν αντιμετωπίζουν πλέον προβλήματα κατά την άφιξή τους από τις εθνικές αρχές, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές[13].
Ως προς την πρόσβαση στην απασχόληση, σύμφωνα με τον Καθηγητή José Bazonz, όπως αναφέρεται στην έκθεση του 2022 της Δανέζικης Υπηρεσίας Μετανάστευσης, «σε επίπεδο κοινότητας, υπάρχει επίσης μια άλλη μορφή αλληλεγγύης, δηλαδή τα ‘mutuals’ (αλληλοβοηθητικά ταμεία/ταμεία αλληλεγγύης)»[14]. Στην Kinshasa, τα ταμεία αλληλεγγύης βοηθούν άτομα που έχουν ανάγκη και ανθρώπους που έρχονται από μακριά. Η πηγή έδωσε το παράδειγμα ενός ταμείου αλληλεγγύης στην Kinshasa που βοήθησε εκτοπισμένους νέους από την περιοχή Kasai, μετά τη σύγκρουση Kamwina Nsapu, μέσω οικονομικών συνεισφορών[15].
Επιπλέον, η ίδια πηγή προσέθεσε ότι «τα ταμεία αλληλεγγύης, μέλη δηλαδή της κοινότητας καταγωγής, μπορούν να κινητοποιηθούν για να βοηθήσουν ένα μέλος που ζει στην πόλη και αντιμετωπίζει προβλήματα πόρων ή διατρέχει κίνδυνο ζωής»[16]. Ακόμη, τα ταμεία αλληλεγγύης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην παροχή κοινωνικής βοήθειας στα μέλη τους· λειτουργούν με βάση τακτικές ή και περιστασιακές εισφορές των μελών και υπάρχει ποικιλία υποστήριξης που προσφέρεται: από ανεπίσημη οικονομική ενίσχυση έως στήριξη για εύρεση εργασίας ή επαγγελματική ένταξη[17].
Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός της Αιτήτριας αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την Kinshasa, πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC[18], μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Γενεύης, η κατάσταση στην Kinshasa, την πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό, δεν κατατάσσεται ως ένοπλη σύγκρουση σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Το RULAC παρακολουθεί και κατατάσσει τις ένοπλες συγκρούσεις με βάση αυστηρά νομικά κριτήρια και δεν αναφέρει την Κινσάσα ως περιοχή που βιώνει τέτοια σύγκρουση.
Πρόσφατες πηγές πληροφόρησης καταγράφουν πως η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ. του Κονγκό με παραπάνω από 120 ένοπλες ομάδες να είναι ακόμη ενεργές στις ανατολικές επαρχίες (Ituri, North Kivu, South Kivu, Tanganyika)[19], και με περιστατικά ανασφάλειας και διακοινοτικής βίας να συνεχίζουν να λαμβάνουν χώρα στην δυτική επαρχία Mai-Ndombe και μεταξύ των κοινοτήτων στην ανατολική περιοχή Katanga[20]. Παρόλο που οι μεγάλης κλίμακας ένοπλες συγκρούσεις εντοπίζονται κυρίως στο ανατολικό τμήμα της χώρας, στις αγροτικές περιοχές της ευρύτερης επαρχίας Kinshasa (χωρίς να πλήττεται η πόλη της Κινσάσα) καταγράφηκε η παρουσία της νεοσύστατης ένοπλης παραστρατιωτικής ομάδας (militia) Mobondo (που απαρτίζεται από μέλη της κοινότητας Yaka) η οποία δραστηριοποιείται κυρίως στα δυτικά της χώρας στο πλαίσιο των διακοινοτικών συγκρούσεων επί της γης μεταξύ των κοινοτήτων Yaka και Teke που ξέσπασαν στην περιοχή Kwamouth (Mai-Ndombe) το 2022 και σταδιακά εξαπλώθηκαν και σε άλλες περιοχές της χώρας[21]. Στην επαρχία της Kinshasa βάσει των δεδομένων της πλατφόρμας ACLED καταγράφηκαν 5 περιστατικά στη διάρκεια ενός έτους (06/04/2024 - 04/04/2025) με φορέα δράσης την παραστρατιωτική ομάδα Mobondo. Τα περιστατικά αυτά κωδικοποιήθηκαν ως εξής: 5 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (8 θάνατοι) και 2 μάχες (12 θάνατοι) [22].
Για λόγους πληρότητας της έρευνας, θα παρατεθούν τα πιο πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που σημειώθηκαν στην Κινσάσα κατά το τελευταίο έτος. Με βάση, συνεπώς, τα όσα ανευρέθηκαν στο ACLED, κατά το διάστημα 06/04/2024 – 04/04/2025 σημειώθηκαν στην Κινσάσα 30 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 240 απώλειες. Εξ’ αυτών, τα 13 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων (20 απώλειες), τα 9 ως εξεγέρσεις (202 απώλειες), τα 6 ως μάχες (18 απώλειες) και τα 2 ως διαμαρτυρίες (0 απώλειες).[23]
Σημειώνεται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συγκεκριμένων περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 02/09/2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Κινσάσα εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων. [24]
Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της επαρχίας Κινσάσα υπολογίζεται ότι κατά το 2020 ανερχόταν σε 14.565.700 κατοίκους.[25]
Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Kinshasa δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους.
Δεδομένων των πιο πάνω, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι η Αιτήτρια θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής της.
Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στην περιοχή συνήθους διαμονής της, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας της και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία της στη χώρα καταγωγής της.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτή είναι γυναίκα νεαρής ηλικίας, υγιής, πλήρως ικανή προς εργασία και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της, τόσο στην Kinshasa όσο και και στο χωριό Malu (λίγο έξω από την Κινσάσα) όπου διαμένει ευρύ δίκτυο συγγενών της. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτή θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της.
Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή της στην Kinshasa η Αιτήτρια θα έλθει αντιμέτωπη με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας της, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).
Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στην Αιτήτρια σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις.
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] USDOS – US Department of State: 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[2] Όπ. π., σελ. 7
[3] UNFPA DRC, Gender Based Violence in the Democratic Republic of the Congo : Key Facts and Priorities of humanitarian actors, 2019: https://www.humanitarianresponse.info/sites/www.humanitarianresponse.info/files/documents/files/endsgbvoslo_advocacy_note_may2019.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[4] Ό.π..
[5] Ό.π..
[6] Ό.π..
[7] Ό.π..
[8] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025).
[9] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices – Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 28-29 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[10] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices – Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 30 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[11] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[12] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf, p. 47 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[13] Belgium, Cedoca, COI Focus, République Démocratique du Congo : Le traitement réservé par les autorités nationales à leurs ressortissants de retour dans le pays, 27 September 2022, https://www.cgra.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_rdc._le_traitement_reserve_par_les_autorites_nationales_20220927_0.pdf , p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[14] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf , p. 48 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[15] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf , p. 48 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[16] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf , p. 48 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[17] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf , p. 48 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[18] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[19] Al Jazeera, Five key issues at stake in the DR Congo's crucial election, 11 December 2023, https://www.aljazeera.com/news/2023/12/11/five-key-issues-at-stake-in-the-dr-congos-crucial-election ; HRW, World Report 2023 - Democratic Republic of Congo, 12 January 2023, https://www.hrw.org/world-report/2023/country-chapters/democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[20] HRW - Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Democratic Republic of Congo, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103189.html, HRW - Human Rights Watch (Author): DR Congo: Second Term Should Focus on Rights, 6 March 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2105320.html , International Crisis Group's Crisis Watch, Conflict in focus, DRC, January 2024, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/february-alerts-and-january-trends-2024#democratic-republic-of-congo UN Security Council (Author): Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2023/990], 30 December 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[21] New Humanitarian (The), Conflict in western DRC simmers unnoticed amid rebel gains in the East, 12 February 2024, https://www.thenewhumanitarian.org/news-feature/2024/02/12/conflict-western-drc-democratic-republic-of-the-congo-amid-rebel-gains-east ; Africa News, Kinshasa conflict: one soldier and four militiamen killed, 12/05/2023, https://www.africanews.com/2023/05/12/kinshasa-conflict-one-soldier-and-four-militiamen-killed// (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[22] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/#1714654904371-01f34ad7-b1ac (βλ. Πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: Past Year of ACLED Data, Event Category: Political Violence (Battles, Explosions/ Remote Violence, Violence against Civilians, Excessive force against protesters and Mob Violence), Region of Interest: Africa, Country of Interest: Democratic Republic of Congo, Admin1 Unit of Interest: Kinshasa, Actor: Mobondo militia) ( ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[23], ΑCLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/, Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 06/04/2024 – 04/04/2025 past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – DRC – Kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[24] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[25] City Population, Democratic Republic of the Congo: Regions, Major cities and Towns – Population Statistics, Maps, Charts, Weather and Wed Information- Kinshasa, διαθέσιμο σε: https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο