
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 2156/24
12 Iουνίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ε. L. B.
Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως
Ε. Χατζηγιάννη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.4.2024, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για διεθνή προστασία καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος) και με την οποία αποφασίστηκε η επιστροφή του στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: ΛΔΚ).
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης του Αιτητή έχουν ως ακολούθως: ο Αιτητής κατάγεται από τη ΛΔΚ. Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του στις 10.2.2023 και περί την 1.3.2023 εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία. Περί τις 13.03.2023 υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας. Στις 8.1.2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (EUAA – πρώην EASO), ο οποίος στις 18.4.2024 υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης του Αιτητή και επιστροφή στη χώρα του. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 30.04.2024. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 20.5.2024. Η εν λόγω απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας, ο Αιτητής στρέφεται κατά της αρνητικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, προβάλλοντας ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα του αιτήματός του και του ότι δε μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του επειδή κινδυνεύει η ζωή του.
3. Στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, ο Αιτητής αναφέρει ότι αιτήθηκε άσυλο διότι στη χώρα καταγωγής του κινδυνεύει η ζωή του από την οικογένεια του πατέρα του. Ειδικότερα, ο Αιτητής καταγράφει ότι ο πατέρας του τον αγαπούσε πολύ με αποτέλεσμα να έχει (ο Αιτητής) πρόσβαση στα μυστικά του, κάτι που γνώριζε όλος ο κόσμος. Ο πατέρας του, ο οποίος ήταν στρατιωτικός, το 2020 μετατέθηκε στη Goma, παίρνοντας μαζί του τον Αιτητή. Μια ημέρα, ο πατέρας του μετέβη στην περιοχή Rwere, ωστόσο ουδέποτε επέστρεψε από εκεί. Ο Αιτητής δήλωσε ότι πήγε στη στρατιωτική βάση που εργαζόταν ο πατέρας του και πληροφορήθηκε ότι σκοτώθηκε στη μάχη. Ακολούθως ο Αιτητής προέβαλε ότι ο πατέρας του τον είχε συμβουλέψει, όσο βρισκόταν εν ζωή, ότι αν μια μέρα δεν επιστρέψει από τη μάχη, θα πρέπει ο Αιτητής να πάρει την τσάντα που βρίσκεται κάτω από τα ρούχα και να επιστρέψει στην Kinshasa προκειμένου να φοιτήσει στο πανεπιστήμιο. Όταν λοιπόν ο Αιτητής επέστρεψε στην Kinshasa, ένας φίλος του πατέρα του ενημέρωσε την πατρική οικογένεια του Αιτητή ότι η τσάντα που κατείχε ο Αιτητής περιείχε ένα σεβαστό ποσό. Ακολούθως, η οικογένεια του πατέρα του άρχισε να κατηγορεί τον Αιτητή ότι πήρε τα χρήματα του αδελφού τους. Αν και ο Αιτητής τους επιβεβαίωνε ότι το ποσό που περιείχε η τσάντα ανερχόταν στα 5.000 δολάρια, η οικογένεια του πατέρα του ισχυριζόταν ότι το ποσό ανερχόταν στα 50.000 δολάρια. Στη συνέχεια, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατά τη διάρκεια της κηδείας του πατέρα του άρχισε να δέχεται απειλές, καθώς τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του τον απειλούσαν λέγοντάς του «θα δεις τι θα πάθεις μετά την κηδεία», ενώ στη συνέχεια τον αναζητούσαν στην οικία της μητέρας του προκειμένου να τον χτυπήσουν. Έτσι ο Αιτητής και η μητέρα του διέφυγαν σε μια εκκλησία στην περιοχή Mont Ngafula. Τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του τον εντόπισαν ωστόσο και εκεί, με αποτέλεσμα να διαφύγει στην περιοχή Kimpese. Οι δράστες ξυλοκόπησαν τη μητέρα του και την απείλησαν πως αν βρουν τον Αιτητή, θα τον σκοτώσουν. Ο Αιτητής δήλωσε ότι ήταν δύσκολη η κατάσταση με αποτέλεσμα να διαφύγει εκ νέου στην περιοχή Maluku, όπου τον εντόπισαν και πάλι. Τότε ο Αιτητής ξεκίνησε της διαδικασίες προκειμένου να ταξιδέψει στη Δημοκρατία τον Ιανουάριο του 2023, η δε μητέρα του απεβίωσε το 2022.
4. Από την πλευρά τους οι Καθ΄ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης πράξης. Ειδικότερα, προωθούν, μέσω της γραπτής τους αγόρευσης, ότι με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής δεν στοιχειοθέτησε οποιοδήποτε βάσιμο φόβο δίωξής τους ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Περαιτέρω, ισχυρίζονται πως οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός τους, στερούνται συνέπειας, λεπτομέρειας, ακρίβειας, αληθοφάνειας. Παραπέμπουν σε συγκεκριμένα αποσπάσματα της έκθεσης, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης, από όπου προκύπτει το συμπέρασμα περί αναξιοπιστίας του τέταρτου ουσιώδους ισχυρισμού τους περί δίωξης του Αιτητή από την οικογένεια του πατέρα του. Αλλά ούτε και η κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, στην οποία δεν υφίσταται οποιαδήποτε ένοπλη σύρραξη, εγείρει ενδεχόμενο υπαγωγής του σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Τo νομικό πλαίσιο
5. Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Re-cueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξε-ως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».
6. Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
7. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
8. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις υπαγωγής προσώπου στην έννοια του ορισμού του πρόσφυγα.
9. Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών
16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-
(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙
[.]
(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».
10. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου αναγνωρίζεται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
11. Επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας.
12. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C 277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).
13. Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνονται τα εξής: Κατά την καταγραφή της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή έλαβε απειλές θανάτου από τα ξαδέρφια του πατέρα του εξαιτίας των χρημάτων τα οποία ο τελευταίος του έδωσε (βλ. ερ. 1 διοικητικού φακέλου).
14. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης και σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε, μεγάλωσε και έζησε στην Kinshasa, ωστόσο το διάστημα 2020 μέχρι το 2021 διέμεινε στην Goma με τον πατέρα του. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε άγαμος και άτεκνος, ενώ σε σχέση με την πατρική του οικογένεια δήλωσε ότι αμφότεροι οι γονείς του απεβίωσαν, ο μεν πατέρας του το 2020, η δε μητέρα του το 2022. Εξήγησε ωστόσο ότι διαθέτει δύο ανήλικες αδερφές οι οποίες εξακολουθούν να διαμένουν στην Kinshasa με την οικογένεια της μητέρας του. Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, ο Αιτητής δήλωσε ότι αποφοίτησε από το σχολείο και έλαβε αντίστοιχο δίπλωμα, ενώ αποσαφήνισε ότι ουδέποτε εργάστηκε στη χώρα καταγωγής του (βλ. ερ. 46 - 43 διοικητικού φακέλου).
15. Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά το σκέλος της ελεύθερης αφήγησής του δήλωσε ότι το 2020 ο πατέρας του μετατέθηκε στην πόλη Goma και τον πήρε μαζί του. Ο πατέρας του συνήθιζε να εργάζεται στην περιοχή Rwere, αφήνοντας συνήθως μόνο του τον Αιτητή για μερικές ημέρες. Μία ημέρα ωστόσο ο πατέρας του δεν επέστρεψε και ο Αιτητής έμαθε ότι σκοτώθηκε. Όσο βρισκόταν εν ζωή, ο πατέρας του του είχε υποδείξει ότι σε περίπτωση που εκείνος σκοτωθεί, θα πρέπει ο Αιτητής να πάρει μια τσάντα που βρίσκεται σε σημείο που του υπέδειξε και να επιστρέψει στην Kinshasa προκειμένου να σπουδάσει. Έτσι ο Αιτητής πήρε την εν λόγω τσάντα, η οποία περιείχε 5.000 δολάρια, και επέστρεψε στην Kinshasa με τη βοήθεια ενός φίλου του αποβιώσαντος πλέον πατέρα του. Το εν λόγω πρόσωπο ωστόσο ενημέρωσε την οικογένεια του πατέρα του ότι ο τελευταίος είχε αφήσει ένα μεγάλο ποσό στον Αιτητή, με αποτέλεσμα ο Αιτητής να αρχίσει να δέχεται από εκείνους απειλές, επικαλούμενος ότι το ποσό που του άφησε ο πατέρας του ήταν 5.000 δολάρια. Η οικογένεια του πατέρα του πίστευε ότι ο πατέρας του του άφησε 50.000 δολάρια. Όταν ο Αιτητής έφτασε στο αεροδρόμιο της Kinshasa από τη Goma, τον περισυνέλλεξε η μητέρα του, η οποία πήρε την εν λόγω τσάντα, ο δε Αιτητής πήγε στην κηδεία του πατέρα του. Κατά τη διάρκεια της κηδείας του πατέρα του, τα μέλη της οικογένειας του τελευταίου του έλεγαν να επιστρέψει τα χρήματα και τον απείλησαν ότι «θα δει τι θα πάθει», μετά την κηδεία του πατέρα του. Μετά το τέλος της κηδείας, ο Αιτητής δήλωσε ότι τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του έγιναν βίαια και εκείνος διέφυγε στην οικία της μητέρας του, πλην όμως συνέχισε να δέχεται απειλές, με αποτέλεσμα να διαφύγουν με τη μητέρα του σε μια εκκλησία στην περιοχή Monga Fula. Αν και ο Αιτητής συνήθιζε να κοιμάται στην εκκλησία, ένα βράδυ το οποίο δεν κοιμήθηκε εκεί, τα μέλη της οικογένειας του πατέρα τους προκάλεσαν μεγάλες ζημιές στην εκκλησία, ξυλοκοπώντας τη μητέρα του αλλά και τον πάστορα. Τότε ο Αιτητής διέφυγε στην πόλη Kimpese της ΛΔΚ, όπου μετά από δύο μήνες τον συνέλαβε η αστυνομία και τον ενημέρωσε ότι τον αναζητεί η οικογένειά του επειδή τους έκλεψε. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι καθώς ένα αστυνομικός ήταν αδερφός ενός φίλου του και γνώριζε την ιστορία του, ενημέρωσε τον διοικητή της αστυνομίας ότι ο Αιτητής είναι αθώος και ως εκ τούτου ο Αιτητής αφέθηκε ελεύθερος. Ακολούθως ο Αιτητής επέστρεψε στην οικία του φίλου που τον φιλοξενούσε, εκείνος όμως του ζήτησε να φύγει λόγω του ότι του δημιουργούσε προβλήματα. Έτσι ο Αιτητής επέστρεψε στην Kinshasa, σκεπτόμενος να εγκαταλείψει τη ΛΔΚ, χωρίς ωστόσο να έχει αποφασίσει τον προορισμό του, καθώς είχε ήδη εκδοθεί το Διαβατήριό του. Στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο ο Αιτητής δήλωσε ότι άρχισε να δέχεται απειλές στο Facebook και δια τηλεφώνου. Τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του τον εκφόβιζαν λέγοντάς του ότι γνωρίζουν που βρίσκεται και εκείνος αναγκάστηκε να τους καταγγείλει στην αστυνομία, η οποία ωστόσο δεν προέβη σε κάποια ενέργεια. Ακολούθως ο Αιτητής επέστρεψε στην εκκλησία που αρχικά διέμενε. Τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του, τον εντόπισαν εκ νέου και προέβησαν για δεύτερη φορά σε βανδαλισμούς, ο δε Αιτητής, αν και παρόν, κατάφερε να διαφύγει. Χρησιμοποιώντας εν τέλει τα χρήματα που του άφησε ο πατέρας του ο Αιτητής, με τη βοήθεια του πάστορα, ξεκίνησε την έκδοση των εγγράφων που χρειαζόταν προκειμένου να ταξιδέψει τον Ιανουάριο του 2022, το δε Φεβρουάριο του ιδίου έτος απεβίωσε η μητέρα του και εκείνος ταξίδεψε με προορισμό τη Δημοκρατία (βλ. ερ 39 2Χ, 38 1Χ διοικητικού φακέλου).
16. Κληθείς να αποσαφηνίσει για ποιο λόγο αποφάσισε να εγκαταλείψει τη ΛΔΚ τη συγκριμένη χρονική στιγμή, ο Αιτητής επικαλέστηκε το θάνατο της μητέρας του και την ανασφάλεια που ο ίδιος αισθανόταν.
17. Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα τον σκοτώσει η οικογένεια του πατέρα του.
18. Κατά τη διερεύνηση του ανωτέρω αφηγήματος, ο Αιτητής υποβλήθηκε αρχικά σε ερωτήσεις αναφορικά με τον πατέρα του και δήλωσε άγνοια ως προς το βαθμό που εκείνος έφερε. Προέβαλε ωστόσο ότι ο πατέρας του πηγαινοερχόταν στην περιοχή Rwere προκειμένου να πολεμήσει εναντίον των ανταρτών. Ζητηθείς να προσδιορίσει πως έμαθε ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε, ο Αιτητής δήλωσε ότι πήγε στην στρατιωτική βάση της πόλης Goma και αφού έδωσε τα στοιχεία του, τον ενημέρωσαν ότι ο πατέρας του είχε αποβιώσει. Προσέθεσε επίσης ότι στην πόλη Goma εγκαταστάθηκαν αρχές του 2020 και ότι ο πατέρας του απεβίωσε το Μάιο του ίδιου έτους, στη δε πόλη Goma έλαβε χώρα και η κηδεία του. Ως προς την ονομασία της βάσης επί της οποίας αποτάθηκε προκειμένου να ζητήσει πληροφορίες για τον πατέρα του, ο Αιτητής επέδειξε άγνοια, επικαλούμενος ότι ο πατέρας του δεν του αποκάλυπτε πληροφορίες αναφορικά με το επάγγελμά του. Έτσι ο Αιτητής ρώτησε και έμαθε που βρισκόταν η στρατιωτική βάση.
19. Ζητηθείς να προσδιορίσει χρονικά πότε επέστρεψε στην Kinshasa, o Αιτητής δήλωσε ότι επέστρεψε αρχές του 2022 αφού παρέμεινε στην Goma για ένα χρόνο. Κληθείς να περιγράψει πως κατάφερε να επιβιώσει στη Goma για ένα χρόνο, ο Αιτητής αποκρίθηκε ότι τους πρώτους έξι μήνες τον συντηρούσε ο πατέρας του, μετά το θάνατό του όμως έκανε ότι πρέπει για να επιβιώσει καθώς εργαζόταν περιστασιακά.
20. Προχωρώντας στο στάδιο διερεύνησης των δηλώσεων του Αιτητή γύρω από τις απειλές που φέρεται να δέχτηκε από τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του, ζητήθηκε αρχικά από τον Αιτητή να εξηγήσει τις δηλώσεις του περί των απειλών που δέχτηκε κατά τη διάρκεια της κηδείας του πατέρα του. Εκείνος σχολίασε ότι αρχικά πίστευε πως επρόκειτο για παιχνίδι, κατά τη διάρκεια όμως της κηδείας, η οποία έλαβε χώρα στην οικία της οικογένειας του πατέρα του, οι θείοι του προσπάθησαν να τον χτυπήσουν με μία μανσέτα. Ζητηθείς να προσδιορίσει ποιο ήταν το άτομο που προσπάθησε να τον χτυπήσει, ο Αιτητής αποκρίθηκε ότι του επιτέθηκαν όλοι του οι θείοι, οι οποίοι ήταν έξι. Προέβαλε μάλιστα ότι του ζήτησαν να επιστρέψει τα χρήματα του πατέρα του, εκείνος όμως απάντησε πως δεν τα έχει στην κατοχή του, ενώ τον προστάτευσαν τα άτομα της γειτονιάς και φίλοι, τα οποία είχαν παρασταθεί στην κηδεία του πατέρα του. Κληθείς να περιγράψει τη στιγμή κατά την οποία οι γείτονες/φίλοι είδαν τους θείους του να πλησιάζουν με μανσέτες, ο Αιτητής δήλωσε ότι ενώ καθόταν με τους φίλους του κάποιος του πέταξε μία πέτρα και μετά είδε ένα άτομο να τον πλησιάζει απειλητικά με ένα ραβδί. Οι φίλοι του όμως παρεμπόδισαν την επίθεση και τα μέλη της πατρικής του οικογένειας άρχισαν να απειλούν τον Αιτητή ότι «θα δει τι θα πάθει μετά το τέλος του πένθους». Ο Αιτητής ακολούθως διέφυγε στην οικία της μητέρας του.
21. Ως προς την επίθεση στην εκκλησία της περιοχής Monga Fula, ο Αιτητής επανέλαβε ότι ο ίδιος απουσίαζε, πλην όμως η μητέρα του του μετέφερε ότι είχαν πάει πολλοί θείοι του εκεί και προέβησαν σε βανδαλισμούς. Τότε μάλιστα ο Αιτητής δήλωσε ότι η μητέρα του αρρώστησε. Ερωτηθείς αν γνωρίζει κάποια άλλη σχετική πληροφορία, ο Αιτητής προέβαλε ότι ο ίδιος απουσίαζε και η μητέρα του, η οποία είχε σοκαριστεί, απλά του ζήτησε να φύγει μακριά. Στη συνέχεια ο Αιτητής, χωρίς να είναι σίγουρος, δήλωσε ότι η εν λόγω επίθεση έλαβε χώρα το Μάρτιο του 2021. Ζητηθείς να εξηγήσει που βρισκόταν ο ίδιος κατά τη διάρκεια της επίθεσης, ο Αιτητής δήλωσε ότι δε μπορεί να παραθέσει πληροφορίες επειδή εκείνη τη στιγμή ήταν νέος στην περιοχή και επισκεπτόταν διάφορα μέρη.
22. Κληθείς να παραθέσει περαιτέρω στοιχεία ως προς την επίθεση που φέρεται να δέχτηκε η οικία της μητέρας του μετά την κηδεία του πατέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι το Φεβρουάριο του 2021, μόλις έφτασε στην οικία της μητέρας του αντίκρισε το εξαγριωμένο πλήθος και τους θείους του, οι οποίοι είχαν κατορθώσει να εισέλθουν εντός της οικίας, αναζητώντας την τσάντα με τα χρήματα, τον χτύπησαν, τον χαστούκισαν, πλην όμως εκείνος πήδηξε πάνω από το φράχτη και κατάφερε να διαφύγει. Ως προς την αντίδραση της μητέρας του κατά τη διάρκεια της εν λόγω επίθεσης, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν μπορούσε να κάνει πολλά πράγμα, αν και φώναζε ότι ο Αιτητής δεν έχει τα χρήματα που αναζητούν. Στη συνέχεια ο Αιτητής δήλωσε ότι διέφυγε στην οικία ενός φίλου του και το απόγευμα επέστρεψε στην οικία της μητέρας του, με την οποία διέφυγαν σε εκκλησία της περιοχής Monga Fula. Προσέθεσε μάλιστα ότι κατήγγειλαν με τη μητέρα του το περιστατικό, πλην όμως η αστυνομία αποκρίθηκε πως δε διαθέτει επαρκές προσωπικό. Ερωτηθείς εάν προέβη στην καταγγελία γραπτώς, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, επικαλούμενος ότι έπρεπε να πληρώσει.
23. Ακολούθως ο Αιτητής προέβαλε ότι παρέμεινε στην εκκλησία μέχρι τον Απρίλιο του 2021, χρόνο κατά τον οποίο διέφυγε στην οικία ενός φίλου του στην περιοχή Kimpese. Η μητέρα του ωστόσο παράμεινε στην εκκλησία της περιοχής Monga Fula.
24. Ως προς τη φερόμενη σύλληψή του στην περιοχή Kimpese, ο Αιτητής δήλωσε ότι τον Αύγουστο του 2021, ενώ προχωρούσε στο δρόμο τον πλησίασαν αστυνομικοί και του ζήτησαν να τους ακολουθήσει στο αστυνομικό τμήμα. Εκεί κρατήθηκε για ένα βράδυ, ωστόσο ένας αστυνομικός ήταν αδερφός του ατόμου/φίλου που τον φιλοξενούσε. Το εν λόγω πρόσωπο επιβεβαίωσε ότι ο Αιτητής δεν είναι κλέφτης και ο διοικητής στα αστυνομίας διέταξε όπως ο Αιτητής αφεθεί ελεύθερος. Ζητηθείς να αποσαφηνίσει τους λόγους της σύλληψής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι στο αστυνομικό τμήμα τον ενημέρωσαν ότι η οικογένειά του τον κατηγόρησε ότι έκλεψε τα χρήματα. Ερωτηθείς εάν είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εις βάρος του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Κληθείς να σχολιάσει το ότι συνελήφθη χωρίς να έχει εκδοθεί εναντίον του ένταλμα σύλληψης, ο Αιτητής δεν προέβη σε κάποιο σχόλιο. Ως προς τη διαδικασία αποφυλάκισής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο διοικητής ζήτησε την απελευθέρωσή του, ο ίδιος μάλιστα ουδέν έγγραφο υπέγραψε κατά τη διάρκεια της σύλληψης και απελευθέρωσής του.
25. Κατά τη διερεύνηση των δηλώσεων του Αιτητή γύρω από τις τηλεφωνικές και διαδικτυακές απειλές που δέχτηκε, ο Αιτητής προέβαλε ότι δεχόταν κλήσεις κατά τη διάρκεια των οποίων τον απειλούσαν να δώσει τα χρήματα αλλιώς θα σκοτώσουν τη μητέρα του καθώς και απειλές μέσω Facebook. Στη συνέχεια αποτάθηκε στην αστυνομία, η οποία δεν έκανε τίποτα και ακολούθως έλαβε χώρα και η δεύτερη επίθεση στην εκκλησία Monga Fula.
26. Σε σχέση με την δεύτερη επίθεση, ο Αιτητής δήλωσε ότι έλαβε χώρα το Σεπτέμβριο του 2021, χρόνο κατά τον οποίο επέστρεψε στην Kinshasa. Περιγράφοντας την εν λόγω επίθεση, ο Αιτητής δήλωσε ότι εισέβαλαν οι θείοι του, τον χτύπησαν, του ζητούσαν τα χρήματα και τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν. Σε μια στιγμή όμως το άτομο που τον κρατούσε τον άφησε και ο ίδιος διέφυγε από την εκκλησία και άρχισε να τρέχει. Ακολούθως έκανε auto-stop και κατάφερε να φτάσει στην περιοχή Μaluku.
27. Κληθείς να παραθέσει περαιτέρω στοιχεία αναφορικά με την ανωτέρω επίθεση, ο Αιτητής δήλωσε ότι είπε όσα είχε να πει και προσέθεσε ότι στην εκκλησία του επιτέθηκαν πολλά άτομα. Ακολούθως ζητήθηκε από τον Αιτητή να προσδιορίσει το λόγο για τον οποίο κατά τη διάρκεια του συνόλου των επιθέσεων εις βάρος του συμμετείχε πλήθος κόσμου και εκείνος αποκρίθηκε ότι είδε πολλά πρόσωπα τα οποία δε γνώριζε.
28. Αναφορικά με το θάνατο της μητέρας του, ο Αιτητής δήλωσε ότι εκείνη δεν άντεξε τη στεναχώρια και επειδή είχε υψηλή πίεση, εν τέλει απεβίωσε στις 15.10.2022.
29. Ζητηθείς να επιβεβαιώσει ότι από τη δεύτερη επίθεση στην εκκλησία το Σεπτέμβριο του 2021, μέχρι τη στιγμή που εγκατέλειψε τη ΛΔΚ τον Αύγουστο του 2023, ουδεμία βλάβη αντιμετώπισε από την οικογένεια του πατέρα του, ο Αιτητής απάντησε καταφατικά.
30. Ζητηθείς τέλος να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο η οικογένεια του πατέρα του πίστευε ότι ο πατέρας του του άφησε 50.000 και όχι 5.000 δολάρια, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο φίλος του πατέρα του τους ενημέρωσε πως ο πατέρας του του άφησε πολλά λεφτά. Ως προς το λόγο που οι συγγενείς του πατέρα του θέλαν να του πάρουν τα χρήματα, ο Αιτητής δήλωσε ότι θεωρούσαν ότι ανήκουν σε εκείνους λόγω του ότι ο πατέρας του ήταν αδερφός τους. Ζητηθείς να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο κατηγορήθηκε για κλοπή δεδομένου ότι τα εν λόγω χρήματα του τα άφησε ο πατέρας του για να σπουδάσει, ο Αιτητής προέβαλε ότι στην Αφρική υπάρχει μία παράδοση σύμφωνα με την οποία η κληρονομιά πηγαίνει στα αδέρφια του νεκρού και όχι στους γιους του.
31. Κληθείς τέλος να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο πιστεύει ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa θα κινδυνεύσει από τα ξαδέρφια του πατέρα του, παρά το ότι μεταξύ Σεπτεμβρίου 2021 και Αυγούστου 2023 δεν υπέστη κάποια βλάβη, ο Αιτητής επικαλέστηκε όσα συνέβησαν, το θάνατο της μητέρας του, την απραξία της αστυνομίας, το ότι θα είναι μόνος του και ότι τα χρήματα τελειώνουν.
32. Αξιολογώντας τις δηλώσεις του Αιτητή, ο Προϊστάμενος διέκρινε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. O πρώτος αφορά στις δηλώσεις του Αιτητή γύρω από τα στοιχεία του προσωπικού του προφίλ, τη χώρα καταγωγής της και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του και ο δεύτερος ισχυρισμός συνίσται στις δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι δεχόταν απειλές από την οικογένεια του πατέρα του εξαιτίας των χρημάτων που ο τελευταίος του άφησε πριν το θάνατό του.
33. Ο πρώτος ισχυρισμός του Αιτητή έγινε δεκτός, αφού οι σχετικές του δηλώσεις κρίθηκαν μεν ως σαφείς και λεπτομερείς, επιβεβαιώθηκαν δε από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης.
34. Ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή έτυχε απόρριψης. Αναλυτικά, κατά την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομερείς περιγραφές της επίθεσης την οποία δήλωσε ότι δέχτηκε κατά τη διάρκεια της κηδείας του πατέρα του, αφού ζητηθείς να αφηγηθεί τι συνέβη, ο Αιτητής δήλωσε χωρίς νοηματική συνοχή ότι στη αρχή πίστευε ότι επρόκειτο για αστείο, στη συνέχεια όμως προσπάθησαν να τον χτυπήσουν με ένα αντικείμενο. Σημειώνουν δε οι Καθ’ ων η αίτηση ότι αν και δόθηκε κατ’ επανάληψη η δυνατότητα στον Αιτητή να παράσχει περαιτέρω πληροφορίες και/ή περιγραφές της ανωτέρω επίθεσης, εκείνος δεν κατέστησε σαφές μέσω των απαντήσεών του ποιος και πως τον πλησίασε αλλά ούτε και να αποσαφηνίσει το περιεχόμενο των απειλών που δέχτηκε. Αντιθέτως, όχι μόνο προέβαλε κατ’ εξακολούθηση ότι του επιτέθηκαν όλοι μαζί οι θείοι του (βλ. ερ. 36 4Χ διοικητικού φακέλου) αλλά όταν του δόθηκε η δυνατότητα να εξηγήσει τι αντικείμενα εκείνοι κρατούσαν κατά τη διάρκεια της επίθεσης, ο Αιτητής απάντησε «μανσέτες, μπαστούνια του baseball και κάτι άλλες ράβδους που ονομάζονται Liboka» (μετάφραση του Δικαστηρίου). Ως προς το περιεχόμενο των συνομιλιών με τους θείους του κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση επίθεσης, οι δηλώσεις του Αιτητή περί απειλών ότι θα τον σκοτώσουν εάν δε τους δώσει τα χρήματα και οι δικές του απαντήσεις περί του ότι δεν κατέχει τα χρήματα, κρίθηκαν ως ελλιπείς και αόριστες (βλ. ερ. 35 1Χ διοικητικού φακέλου). Όταν ζητήθηκε εκ νέου από τον Αιτητή να περιγράψει τη στιγμή κατά την οποία δέχτηκε την επίθεση, εκείνος απάντησε ασαφώς και χωρίς περιγραφική λεπτομέρεια κατά τον αρμόδιο λειτουργό, ότι εκεί που καθόταν με τους φίλους του κάποιος του πέταξε μία πέτρα και στη συνέχεια είδε ανθρώπους που κρατούσαν διάφορα αντικείμενα να τον πλησιάζουν απειλητικά. Μετά την παρέμβαση των φίλων του κατάφερε ωστόσο να διαφύγει αν και οι θείοι του τον απείλησαν ότι «θα δει τι θα πάθει μετά την περίοδο του πένθους» (βλ. ερ. 35 3Χ-4Χ διοικητικού φακέλου). Εν κατακλείδι, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει τις δηλώσεις του γύρω από τον τρόπο που έλαβε χώρα η εν λόγω επίθεση, να εξηγήσει με σαφήνεια ποιος και πως του επιτέθηκε, τι κρατούσε στα χέρια του το εν λόγω πρόσωπο, καθώς και να περιγράψει λεπτομερώς τον τρόπο δια του οποίου κατάφερε να διαφύγει της επίθεσης.
35. Αναφορικά με την επίθεση που φέρεται να δέχτηκε η μητρική του οικία μετά την κηδεία του πατέρα του το Φεβρουάριο του 2021, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν επίσης ως ανεπαρκείς και στερούμενες περιγραφικής λεπτομέρειας, αφού ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποτυπώσει τι ακριβώς έγινε εκεί και ποια ακριβώς πρόσωπα εισήλθαν εντός της οικίας της μητέρας του (βλ. ερ. 34 3Χ διοικητικού φακέλου). Όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να παραθέσει περαιτέρω πληροφορίες και /ή στοιχεία, εκείνος προέβαλε επιφανειακά ότι εισήλθαν από τον κήπο, τον χτύπησαν και καθώς έψαχναν την τσάντα με τα χρήματα ε-κείνος βρήκε την ευκαιρία να διαφύγει (βλ. ερ. 34 4Χ διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με την αντίδραση της μητέρας του, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν και πάλι γενικόλογες αφού εκείνος υπέβαλε αόριστα ότι ήταν σοκαρισμένη και τον συνεβούλεψε να φύγει μακριά, στη δε συνέχεια διέφυγαν από κοινού σε εκκλησία της περιοχής Monga Fula (βλ. ερ. 33 1Χ διοικητικού φακέλου).
36. Ως προς την καταγγελία του ανωτέρω περιστατικού στην αστυνομία, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως επιφανειακές και στερούμενες συνοχής, καθώς εκείνος δήλωσε ότι οι αστυνομικοί του απάντησαν ότι βρίσκονταν μόνο οι δυο τους στο τμήμα και έτσι δε μπορούσαν να φύγουν για να πάνε στην οικία της μητέρας του (βλ. ερ. 33 1Χ διοικητικού φακέλου). Στη συνέχεια ωστόσο, ο Αιτητής δήλωσε αντιφατικά, κατά τον αρμόδιο λειτουργό, ότι δεν προέβη σε γραπτή καταγγελία διότι έπρεπε να πληρώσει και δεν διέθετε χρήματα (βλ. ερ. 33 1Χ διοικητικού φακέλου). Καταλήγουν εν τέλει οι Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν παρέθεσε συγκεκριμένες και σαφείς πληροφορίες αναφορικά με την καταγγελία στην οποία δήλωσε ότι προέβη.
37. Η επίθεση των θείων του Αιτητή στην εκκλησία επί της οποίας διέμενε στην περιοχή Monga Fula, κρίθηκε από τον αρμόδιο λειτουργό ως μια ακόμη σαφής και αόριστη αναφορά του Αιτητή, καθώς ο Αιτητής αρχικά απέδωσε την αδυναμία του να παράσχει λεπτομέρειες στην απουσία του κατά την εξέλιξη του περιστατικού, πλην όμως στη συνέχεια προέβαλε και πάλι επιφανειακά και γενικόλογα ότι, σύμφωνα πάντα με αυτά που του μετέφερε η μητέρα του, επρόκειτο για πολλά άτομα τα οποία εισήλθαν στην εκκλησία, άρχισαν να ρωτούν τη μητέρα του που βρίσκεται ο Αιτητής και όταν εκείνη αποκρίθηκε ότι δε γνωρίζει, οι εισβολείς προχώρησαν σε βανδαλισμούς της εκκλησίας βλ. ερ. 33 2Χ διοικητικού φακέλου). Ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε περαιτέρω αντιφάσεις μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή, καθώς αρχικά ο Αιτητής δήλωσε μεν ότι το βράδυ της εν λόγω επίθεσης έλειπε επειδή κοιμήθηκε κάπου αλλού, στη συνέχεια ωστόσο δήλωσε ότι τη στιγμή της επίθεσης έλειπε από την εκκλησία επισκεπτόμενος, ως νέος κάτοικος, τις περιοχές της γειτονιάς. Όταν μάλιστα δόθηκε η δυνατότητα στον Αιτητή να σχολιάσει την εν λόγω αντίφαση, εκείνος επανέλαβε, ανεπαρκώς, ότι είχε βγει έξω καθώς η επίθεση έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της ημέρας (βλ. ερ. 32 2Χ διοικητικός φάκελος).
38. Αναφορικά με τις συνθήκες σύλληψής του τον Αύγουστο του 2021 στην περιοχή Kimpese, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως ασαφείς και επιφανειακές, αφού ο Αιτητής δήλωσε ότι εκεί που περπατούσε στο δρόμο τον πλησίασαν οι αστυνομικοί και του είπαν να τους ακολουθήσει στο αστυνομικό τμήμα (βλ. ερ. 31 1Χ διοικητικού φακέλου). Αν και οι δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι παρέμεινε στο αστυνομικό τμήμα για ένα βράδυ και στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος κρίθηκαν ως νοηματικά συνεκτικές, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποτυπώσει υπό ποιες συνθήκες έλαβε χώρα η σύλληψή του και ποιες πληροφορίες του μεταφέρθηκαν κατά τη στιγμή εκείνη, ειδικότερα ως προς την ενδεχόμενη ύπαρξη εντάλματος σύλληψης εις βάρος του, την αποφυλάκισή του, την υπογραφή πιθανών εγγράφων και πάνω από όλα το λόγο για τον οποίο συνελήφθη στην πόλη Kimpese για ένα αδίκημα με οικογενειακό υπόβαθρο που κατηγορήθηκε ότι διέπραξε στην Kinshasa (βλ. ερ. 31 3Χ, 4Χ διοικητικού φακέλου).
39. Στη συνέχεια, αξιολογήθηκε ότι οι αναφορές του Αιτητή σε δεύτερη επίθεση στην εκκλησία που διέμενε στην περιοχή Monga Fula παρουσιάζονται ασαφείς, στερούμενες περιγραφικής λεπτομέρειας, αφού ο Αιτητής δήλωσε σχετικώς ότι τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του εισέβαλαν στην εκκλησία, η κατάσταση περιπλέχθηκε, τον έπιασαν και τον ξυλοκόπησαν ρωτώντας τον που είναι η τσάντα με τα χρήματα και ότι σε μια στιγμή το άτομο που τον κρατούσε τον άφησε και εκείνος βρήκε την ευκαιρία να τρέξει έξω από την εκκλησία (βλ. ερ. 30 4Χ διοικητικού φακέλου). Εκ νέου κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσαφηνίσει ποιοι βρίσκονταν παρόντες κατά τη διάρκειά της επίθεσης, τι του είπαν και κυρίως τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε και πάλι να διαφύγει από τόσα άτομα (βλ. ερ. 29 1Χ, 2Χ διοικητικού φακέλου).
40. Σημειώνουν τέλος οι Καθ’ ων η αίτηση ότι, το γεγονός ότι ο Αιτητής διέμεινε από το Σεπτέμβριο του 2021 μέχρι τον Αύγουστο του 2023 στην Kinshasa χωρίς να του προκαλέσουν κάποια ζημία τα ξαδέρφια του πατέρα του, αποτελεί ισχυρή ένδειξη αναξιοπιστίας των υπό εξέταση περιστατικών.
41. Καταληκτικά, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ασαφείς, στερούμενες συνοχής και περιγραφικής λεπτομέρειας με αποτέλεσμα ο υπό εξέταση ισχυρισμός να κριθεί ως μη αξιόπιστος.
42. Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινεότι λόγω της προσωπικής/υποκειμενικής τους φύσης, τα υπό εξέταση περιστατικά δε δύνανται να διασταυρωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και ως εκ τούτου αποτελούν το μοναδικό προς αξιολόγηση στοιχείο.
43. Καταληκτικά, λόγω του ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
44. Κατά την αξιολόγηση του κινδύνου που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του, ήτοι των στοιχείων του προσωπικού του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και την περιοχή τελευταίας συνήθους διαμονής του, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτουν λόγοι εκ των οποίων μπορεί να πιθανολογηθεί ότι κατά την επιστροφή του στην Kinshasa, o Αιτητής θα κινδυνεύσει από την οικογένεια του θείου του, όπως ο ίδιος δήλωσε, αφού ο συνδεόμενος με τον εν λόγω φόβο ισχυρισμός κρίθηκε ως μη αξιόπιστος.
45. Στη συνέχεια ο αρμόδιος λειτουργός εξέτασε την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη ΛΔΚ και δη στην Kinshasa και κατέληξε στο ότι δεν ανακύπτουν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι κατά την επιστροφή του στη ΛΔΚ, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πράξεις δίωξης και/ή θα αντιμετωπίσει κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη.
46. Κατά τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στις πρόνοιες του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου για αναγνώρισή του ως πρόσφυγα καθώς δεν προέκυψε ότι κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του και δη τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, θα κινδυνέψει από επαπειλούμενες πράξεις δίωξης για έναν από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο και τη συνθήκη της Γενεύης για τους Πρόσφυγες του 1951.
47. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και ως προς την συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων (α), (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου και την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
48. Αφού ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο ότι η ενδεχόμενη επιστροφή του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του δεν αντίκεται στην αρχή της μη – επαναπροώθησης και το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το αίτημά του απορρίφθηκε δια της προσβαλλόμενης απόφασης.
49. Κατά το στάδιο της ενώπιον του Δικαστηρίου ακροαματικής διαδικασίας στις 4.6.2025, υποβλήθηκαν στον Αιτητή περαιτέρω διευκρινιστικές ερωτήσεις από το παρόν Δικαστήριο στις οποίες δήλωσε ότι οι δύο ανήλικες αδερφές του (10 και 5 ετών αντίστοιχα) ζούνε στην Kinshasa με ένα θείο του καθώς αμφότεροι οι γονείς του απεβίωσαν, ο δε πατέρας απεβίωσε του στις 22.05.2020 κατά τη διάρκεια της μάχης πλησίον της πόλης Goma. Στη συνέχεια ο ίδιος, η μητέρα του και οι ανήλικες αδερφές του επέστρεψαν στην Kinshasa. Αναφορικά με την στρατιωτική ιδιότητα του πατέρα του, ο Αιτητής ρωτήθηκε εάν γνωρίζει σε ποιο μέτωπο πολεμούσε ο πατέρας του στην πόλη Goma και εκείνος απάντησε ότι πολεμούσε με την αντιπολίτευση. Ζητηθείς να αποσαφηνίσει ποια ακριβώς ήταν η δουλειά του πατέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ήταν στρατιώτης. Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής επανέλαβε ότι οι πατρικοί του θείοι ήθελαν να τους παραδώσει τα χρήματα που του άφησε ο πατέρας του για να συνεχίσει τις σπουδές του με αποτέλεσμα να τον απειλήσουν ότι θα τον σκοτώσουν. Ερωτηθείς πότε δέχτηκε τις εν λόγω απειλές, ο Αιτητής απάντησε ότι άρχισε να τις δέχεται όταν επέστρεψε στην Kinshasa μετά το πένθος του πατέρα του. Ακολούθως προσέθεσε ότι τον απείλησαν στο χώρο που έγινε η κηδεία του πατέρα του το Φεβρουάριο του 2021 στην Kinshasa. Ερωτηθείς που διαμένουν οι εν λόγω θείοι του σήμερα, ο Αιτητής δήλωσε ότι εξακολουθούν να διαμένουν στην Kinshasa. Κληθείς να σχολιάσει το γεγονός ότι για δύο χρόνια πριν εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, δεν αντιμετώπισε κάποια φυσική απειλή από τους πατρικούς του θείους, ο Αιτητής δήλωσε ότι δέχτηκε πολλές απειλές επειδή ο «κολλητός» φίλος του πατέρα του τούς είχε ενημερώσει ότι ο πατέρας του του είχε αφήσει χρήματα. Εξήγησε μάλιστα ότι το εν λόγω ποσό ανέρχετο στα 5.000 δολάρια τα οποία χρησιμοποίησε για να έρθει στη Δημοκρατία. Ερωτηθείς γιατί πιστεύει ότι μετά από 5 χρόνια θα ασχοληθούν οι θείοι του μαζί του, ο Αιτητής αποκρίθηκε ότι αυτοί πίστευαν ότι το ποσό ανέρχετο στα 50.000 δολάρια.
50. Κληθείς να περιγράψει τις απειλές που δέχτηκε, ο Αιτητής δήλωσε ότι κάποιες φορές τον βρήκαν εκεί που ήταν και τον απείλησαν, επικαλούμενος ότι τον εντόπισαν στην οικία της μητέρας του στην Kinshasa. Ως προς το επάγγελμα των πατρικών του θείων, ο Αιτητής επέδειξε άγνοια και εξήγησε ότι οι δύο νεότερες αδερφές του εξακολουθούν να διαμένουν με ένα θείο τους.
51. Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν κατήγγειλε τους θείους του στην αστυνομία, ο Αιτητής δήλωσε ότι το έπραξε χωρίς όμως αποτέλεσμα καθώς την ημέρα που κατήγγειλε το περιστατικό, στον αστυνομικό σταθμό βρισκόταν μόνο δύο αστυνομικοί και του απάντησαν ότι δε μπορούν να φύγουν από εκεί. Στη συνέχεια ο Αιτητής δήλωσε ότι περί τα τέλη 2022 αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του μετά την επίθεση που έλαβε χώρα στην εκκλησία όπου τον συμβούλεψαν. Κληθείς να εξηγήσει πως τα ξαδέρφια του πατέρα του γνώριζαν ότι βρισκόταν στην εκκλησία, ο Αιτητής επέδειξε και πάλι άγνοια.
52. Κληθείς ακολούθως να σχολιάσει το λόγο για τον οποίο ο πατέρας του, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, απεβίωσε μεν τον Μάιο του 2020, πλην όμως η κηδεία του έλαβε χώρα το Φεβρουάριο του 2021, ο Αιτητής προέβαλε ότι δεν είχε σωστή πληροφορία. Ζητηθείς να αποσαφηνίσει, ο Αιτητής αποκρίθηκε «μας είπαν ότι εξαφανίστηκε και μετά μου είπε ο αρχηγός του ότι πέθανε αλλά δεν βρήκανε τη σορό του». Αναφορικά με τη μητέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι απεβίωσε στις 15.10.2022. Κληθείς να εξηγήσει ενώπιον του Δικαστηρίου το λόγο για τον οποίο αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του δύο χρόνια από την τελευταία φορά που τον απείλησε η οικογένεια του πατέρα του, ο Αιτητής απάντησε ότι πήγε στην εκκλησία για να βρει καταφύγιο χωρίς να γνωρίζει οιαδήποτε πληροφορία για τη Δημοκρατία, προβάλλοντας ότι τα μέλη της οικογένειας του πατέρα του την βανδάλισαν περί το Μάρτιο του 2021 (ερ. 32) και έτσι αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Κληθείς να αποσαφηνίσει εκ νέου πως η οικογένεια του πατέρα του έμαθε ότι κρυβόταν στην εκκλησία, ο Αιτητής επέδειξε άγνοια. Ερωτηθείς για ποιο λόγο μετά το θάνατο του πατέρα του, ο ίδιος και η οικογένειά του επέστρεψαν στην Kinshasa όπου διέμεναν οι φερόμενοι ως φορείς δίωξής του, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν τον απείλησαν στη Goma, αλλά στην Kinshasa. Στη συνέχεια προέβαλε ότι δε μπορούσαν να μείνουν στη Goma λόγω του ότι διέμενε εκεί ένας εκ των πατρικών του θείων, ο οποίος ήταν επίσης στρατιωτικός.
53. Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιον μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, αρχικά συντάσσομαι με τη διάκριση των ουσιωδών ισχυρισμών και τα επιμέρους ευρήματα των Καθ' ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του Αιτητή ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμού που αφορά τα προσωπικά του στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του εκεί.
55. Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, το Δικαστήριο κρίνει μεν ότι τα υπό εξέταση περιστατικά εμπίπτουν στη σφαίρα της απολύτου προσωπικής/υποκειμενικής φύσης και οικογενειακής ζωής του Αιτητή, ωστόσο προχώρησε σε σχετική έρευνα και ανευρέθησαν οι ακόλουθες σχετικές πληροφορίες.
56. Έκθεση της Global Wills το Δεκέμβριο του 2024 η οποία φέρει την ονομασία «Σχεδιασμός Κληρονομιάς στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό», αναφέρει ότι η κληρονομιά στη ΛΔΚ ακολουθεί μια δομημένη προσέγγιση όπου οι υποχρεωτικοί κληρονόμοι περιλαμβάνουν τους συζύγους, τα παιδιά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τους γονείς. Οι εθιμικοί νόμοι ενδέχεται να διαφέρουν ανά περιοχή και εθνοτική ομάδα, επηρεάζοντας τον τρόπο κατανομής της περιουσίας, ειδικά όσον αφορά την ιδιοκτησία γης. Η αναγκαστική κληρονομιά συχνά επιβάλλεται, πράγμα που σημαίνει ότι ένα σημαντικό μέρος μιας περιουσίας πρέπει να διατεθεί σε άμεσα μέλη της οικογένειας[1]. Η ίδια έκθεση αναφέρει ότι στη ΛΔΚ, η οικογένεια παίζει κεντρικό ρόλο και η κληρονομιά συχνά θεωρείται ως ένας τρόπος συνέχισης της οικογενειακής κληρονομιάς. Αυτή η πολιτισμική έμφαση στην οικογένεια συχνά σημαίνει ότι η περιουσία διατηρείται εντός της οικογένειας και σε πολλές περιοχές, οι άνδρες κληρονόμοι έχουν προτεραιότητα έναντι των γυναικών κληρονόμων λόγω εθιμικών πρακτικών. Αυτές οι πολιτισμικές πτυχές μπορούν μερικές φορές να οδηγήσουν σε διαφορές εάν δεν υπάρχει νομικά δεσμευτική διαθήκη[2].
57. Η δε έκθεση του Social Institutions & Gender Index για τη ΛΔΚ το έτος 2019, αναφέρει ότι ο Οικογενειακός Κώδικας ορίζει ότι οι κόρες και οι γιοι έχουν τα ίδια δικαιώματα στην κληρονομιά γης (Άρθρα 758-761, 1987). Ομοίως, ο νόμος διασφαλίζει ότι οι επιζώντες σύζυγοι, γυναίκες και άνδρες, έχουν εξίσου το δικαίωμα στην κληρονομιά. Επιπλέον, ο Κώδικας απαγορεύει την αποποίηση και επιβάλλει πρόστιμα σε όσους την διαπράττουν (Νόμος 16-008, Άρθρο 545). Η ίδια έκθεση ωστόσο, επικαλούμενη προγενέστερες εκθέσεις του Υπουργείου Εξωτερικών των Η.Π.Α., επιβεβαιώνει ότι είναι σύνηθες για την οικογένεια του αποθανόντος συζύγου να παίρνει όλα τα οικιακά αντικείμενα, αφήνοντας τη χήρα και τα παιδιά της χωρίς τίποτα. Αυτές οι πρακτικές ενισχύονται από την ισχυρή πίστη και τον φόβο της μαγείας και των αντιποίνων εναντίον των χηρών που διαμαρτύρονται, την έλλειψη γνώσης των γυναικών για τα κληρονομικά τους δικαιώματα και τους υποκείμενους κοινωνικούς και πολιτιστικούς κανόνες που κάνουν διακρίσεις εις βάρος των γυναικών[3]. Στη βάση των ανωτέρω, πηγών και δεδομένου ότι ο πατέρας του Αιτητή είχε άρρενα κληρονόμο δεν επιβεβαιώνεται ούτε από εξωτερικές πηγές η αξίωση των θείων του επί της πατρικής περιουσίας.
58. Στη βάση όλων των ανωτέρω στοιχείων, το Δικαστήριο καταλήγει ότι ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή δεν δύναται να γίνει αποδεκτός.
59. Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου που ο Αιτητής ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη ΛΔΚ και δη στην Kinshasa, παρατηρώ αρχικά ότι κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, σε σχετικώς υποβληθείσα ερώτηση, ο Αιτητής απάντησε ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, φοβάται ότι θα τον σκοτώσει η οικογένεια του πατέρα του. Δεδομένου όμως ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή ο οποίος συνδέεται με τον εκπεφρασμένο φόβο του έχει ήδη απορριφθεί από το παρόν Δικαστήριο ως μη αξιόπιστος, ο εκπεφρασμένος φόβος του Αιτητή κρίνεται ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.
60. Σε σχέση με τον μη εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή ο οποίος δύναται να συνδέεται με τα στοιχεία του προσωπικού του προφίλ, παρατηρώ ότι ο Αιτητής αποτελεί ένα νεαρό, υγιή, αρτιμελή άνδρα, ικανό προς εργασία, ενώ στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του, ουδέν άλλο στοιχείο ανακύπτει εκ του οποίου θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι κατά την επιστροφή του στην Kinshasa, θα αντιμετωπίσει οιοδήποτε κίνδυνο.
61. Δεδομένου ότι ο Αιτητής είναι Χριστιανός, το Δικαστήριο εντόπισε την έκθεση του State Department του 2023 για τη ΛΔΚ, η οποία αναφέρει ότι το σύνταγμα της χώρας προβλέπει την ελευθερία της θρησκείας και απαγορεύει διακρίσεις λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων, ενώ η Βάση Δεδομένων Παγκόσμιας Θρησκείας υπολόγισε ότι το 95,1 % πληθυσμού της ΛΔΚ ήταν χριστιανοί, το 1,5 % ήταν μουσουλμάνοι και το 2,5 % δεν είχε καμία θρησκευτική πεποίθηση[4]. Στη βάση των εν λόγω πληροφορίων, το Δικαστήριο δεν κρίνει ότι συντρέχει κάποιος κίνδυνος και/ή απειλή για τον Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa, που να συνδέεται με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.
62. Σε σχέση δε με την κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ, εξωτερικές πηγές αναφέρουν ότι η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ.Κ., καθώς υπάρχουν ένοπλες ομάδες και η διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στην ανατολική ΛΔΚ που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων[5].
63. Σε σχέση με την πόλη Kinshasa ωστόσο, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας αλλά και της χώρας καταγωγής, δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν είτε τη δραστηριοποίηση ενόπλων φορέων, αφού, από τις ανωτέρω παρατεθείσες πληροφορίες, προκύπτει ότι οι μη κρατικοί ένοπλοι φορείς δραστηριοποιούνται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ[6]. Σύμφωνα άλλωστε και με την ενημέρωση του ACLED, που συντάχθηκε από το Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation (ACCORD), αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στη Λ.Δ.Κ. το τελευταίο τρίμηνο του 2021, προκύπτει ότι μόνο οι επαρχίες Ιturi, North Kivu και South Kivu στα ανατολικά της χώρας βρίσκονται υπό τεταμένο καθεστώς ένοπλης βίας[7].
64. Αναλύοντας τα κατωτέρω ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Kinshasa, οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το σχετικά ασφαλές της περιοχής. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 01.06.2024 έως 30.05.2025, σημειώθηκαν στην εν λόγω επαρχία 27 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 234 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 12 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (17 θάνατοι), 9 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (203 θάνατοι), 2 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος), ενώ καταγράφηκαν 4 περιστατικά μαχών ή εκρήξεων (14 θάνατοι) ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας[8]. Σημειώνεται ωστόσο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανωτέρω περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 02.09.2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Κινσάσα εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων[9]. Ο δε συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σήμερα σε περίπου 16.316.000 κατοίκους[10].
65. Στη βάση των ανωτέρω λοιπόν στοιχείων, το Δικαστήριο καταλήγει ότι δεν ανακύπτουν στοιχεία, εκ των οποίων μπορεί να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι κατά την επιστροφή στου στην Kinshasa, o Αιτητής θα κινδυνεύσει λόγω της επικρατούσας εκεί κατάστασης ασφαλείας.
66. Καταληκτικά, ο φόβος του Αιτητή κρίνεται ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος στο σύνολό του.
67. Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, καταλήγω βάσει όλων των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.
68. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
69. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση ή του Δικαστηρίου τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.
70. Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, δηλαδή την πόλη Kinshasa, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].
71. Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».
72. Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, με βάση τις ανωτέρω πηγές δεν προκύπτει να λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη.
73. Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπ' όψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
74. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
75. Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».
76. Επί τη βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην πόλη της Kinshasa, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, o Αιτητής θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας υπό την έννοια του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
77. Παράλληλα, ο Αιτητής δεν προβάλλει και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει οτιδήποτε που να συναρτάται με την επικείμενη επιστροφή του σε συνάρτηση με την αρχή της μη επαναπροώθησης, το οποίο δεν εξετάστηκε ήδη ανωτέρω.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Global Wills, Estate Planning in the Democratic Republic of the Congo: Securing Your Legacy, December 2024, διαθέσιμο σε https://learning-center.wills.com/estate-planning-democratic-republic-congo/, (ημ. πρόσβ. 10/06/2025).
[2] Όπ. π.
[3] Social Institutions & Gender Index, DRC, 2019, διαθέσιμο σε https://gcbhr.org/backoffice/resources/KHub/oecd-development-center-social-institutions-and-gender-index-drc-facts-2019.pdf, (ημ. πρόσβ. 10/06/2025)
[4] State Department, DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2023
INTERNATIONAL RELIGIOUS FREEDOM REPORT, διαθέσιμο σε https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499-CONGO-DEM-REP-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf, (ημ. πρόσβ. 28/02/2025).
[5] Gov.uk, Foreign travel advice Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/democratic-republic-of-the-congo/safety-and-security, [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]
[6] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/, καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση:https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf, και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]
[7] ACLED, Democratic Republic of Congo, Fourth Quarter 2021: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 30 Μαΐου 2022, https://www.ecoi.net/en/file/local/2074522/2021q4DemocraticRepublicofCongo_en.pdf [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]
[8] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 06/10/2022 - 06/10/2023, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Kinshasa] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]
[9] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/06/2025)
[10] Macrotrends.net, Kinshasa, Republic of Congo Metro Area Population 1950-2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population, [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο