
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 3628/2023
10 Ιουνίου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
C.E.A.
Αιτητή
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.....................................................
Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου
Γεωργία Καρατσιόλη για Νίκο Α. Λοΐζου & Χρίστο Γ. Χριστούδια, Δικηγόρο για τον αιτητή
Μελίνα Βασιλείου για Λώρα Βελίκοβα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 13/08/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και στις 08/08/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές. Αυθημερόν, ο αιτητής παρέλαβε τη Βεβαίωση Υποβολής Αίτησης Διεθνούς Προστασίας (Confirmation of Submission of an Application for International Protection).
Στις 11/08/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού εξέτασε την Έκθεση - Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 13/08/2023.
Στις 04/09/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή προς τον αιτητή, στην οποία συμπεριέλαβε την απόφασή της για απόρριψη του αίτηματός του και την Έκθεση - Εισήγηση, η οποία και παραλήφθηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή αυθημερόν. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της προαναφερόμενης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις και παρουσίαση φακέλου, απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσαν μέσω της Γραπτής τους Αγόρευσης και δήλωσε πως προωθεί το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Κατά συνέπεια οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, εισηγείται ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών του που θεμελιώνουν το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Κατά συνέπεια, εισηγείται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Προχωρώ να εξετάσω κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ορθά απέρριψε το αίτημα του αιτητή για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας και αν εξέδωσε δεόντως αιτιολογημένη απόφαση.
Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του γιατί λάμβανε απειλές από ανταγωνιστή του εργοδότη του που δραστηριοποιούνταν στον τομέα πώλησης ακινήτων, λόγω θεμάτων που αντιμετώπιζαν μεταξύ τους τα εν λόγω πρόσωπα (ερυθρά 1-3, του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο αιτητής δήλωσε πως γεννήθηκε στο Port Harcourt της πολιτείας Rivers της Νιγηρίας, που συνιστά τον τελευταίο τόπο διαμονής του, καθώς εκεί διέμενε μαζί με τους γονείς του προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 34 x1-x2, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, δήλωσε ότι ενόσω σπούδαζε, ζούσε για διάσημα τεσσάρων ετών στην πόλη Aba της πολιτείας Abia της Νιγηρίας (ερυθρό 34 x3, του διοικητικού φακέλου). Είναι Χριστιανός στο θρήσκευμα και η εθνοτική του καταγωγή είναι Igbo (ερυθρό 36 x3, του διοικητικού φακέλου). Ομιλεί Αγγλικά και Igbo (ερυθρό 33 x1, του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση, ο αιτητής δήλωσε πως δεν είναι παντρεμένος και έχει ένα τέκνο (ερυθρά 34 x4 και 36 x2, του διοικητικού φακέλου). Οι γονείς του ζουν στην πολιτεία Rivers και έχει και αδέλφια (ερυθρά 33 x9 και 34 x4, του διοικητικού φακέλου).
Ως προς το μορφωτικό του υπόβαθρο, ο αιτητής ανέφερε ότι κατέχει δίπλωμα στην πληροφορική («Computer Science») από το Abia State Polytechnic (ερυθρό 33 x2, του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το επαγγελματικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι διαθέτει εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του και κατά την περίοδο 2013 μέχρι 2020, εργαζόταν στον τομέα πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας (ερυθρό 33 x4-x6, του διοικητικού φακέλου).
Ο αιτητής περί τις 18/09/2021 εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής του και ταξίδεψε αεροπορικώς χρησιμοποιώντας το διαβατήριο του, χωρίς να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία κατά την έξοδό του από τη χώρα του και κατά το ταξίδι του και με φοιτητική ιδιότητα μετέβη στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, από όπου και εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές περί τις 28/07/2022 (ερυθρά 32, 34 και 36 x4-x6, του διοικητικού φακέλου). Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, σπούδαζε για διάστημα 10 μηνών σε πανεπιστήμιο στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και μετέπειτα αποφάσισε να εισέλθει στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές κατόπιν συμβουλής που έλαβε από κάποιο πρόσωπο, προκειμένου να αιτηθεί διεθνούς προστασίας και να αναζητήσει εργασία (ερυθρό 34 x5-x7, του διοικητικού φακέλου).
Στα πλαίσια της ελεύθερης αφήγησής του, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της ανασφάλειας στο εργασιακό του περιβάλλον εξαιτίας εδαφικών διαφορών που είχε ο εργοδότης του με διάφορα πρόσωπα. Ενόψει τούτου του γεγονότος, πολλά πρόσωπα από την κοινότητά του δεν επιθυμούσαν να συνεργάζονται επαγγελματικά με τον αιτητή και πολλά από τα ακίνητα που πωλούσε ο εργοδότης του δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν, καθώς άλλα πρόσωπα που είχαν διαφορές με τον εργοδότη του, στρέφονταν εναντίον των αγοραστών. Ακόμα και όταν ζητείτο η παρέμβαση της αστυνομίας, καλούνταν να θέσουν τα εδαφικά ζητήματα που αντιμετώπιζαν στους αρχηγούς της κοινότητας (ερυθρό 32 x1, του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο υποβολής διευκρινιστικών ερωτήσεων, δήλωσε ότι ορισμένα πρόσωπα είχαν κακή εντύπωση για τον ίδιο, πλην όμως διαβεβαίωσε ότι δεν είχε συμβεί ποτέ στον ίδιο οτιδήποτε και ούτε είχε υποστεί οποιαδήποτε βλάβη εξαιτίας αυτής της κατάστασης (ερυθρά 31 x1 και x3, 32 x2 και x5, του διοικητικού φακέλου). Όπως δήλωσε, υπήρχαν πρόσωπα που σχεδίαζαν να προβούν σε πράξεις εναντίον του, ωστόσο δεν είχε επαφή μαζί τους και ο Θεός πάντα τον προστάτευε και ως εκ τούτου, επιβεβαίωσε ότι ζούσε με ασφάλεια (ερυθρό 31 x1 και x3, του διοικητικού φακέλου).
Ένιωθε ανασφάλεια λόγω της εργασίας του, καθώς κάθε φορά που μετέβαινε για να ελέγξει κάποιο ακίνητο αισθανόταν ότι κάποιος ήθελε να του επιτεθεί και αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του για να νιώθει πιο άνετα (ερυθρό 31 x2, του διοικητικού φακέλου). Όταν κλήθηκε να αναφέρει για ποιο λόγο δεν προσπάθησε να αναζητήσει άλλη εργασία λόγω της ανασφάλειας που ένιωθε στον τομέα της πώλησης ακινήτων, ο αιτητής δήλωσε ότι προσπάθησε να αναζητήσει άλλη εργασία αλλά δεν κατέστη εφικτό (ερυθρό 31 x5, του διοικητικού φακέλου).
Μετά το θάνατο του εργοδότη του, που έλαβε χώρα στις 24/04/2019 συνέχισε μέχρι το 2020 να εργάζεται στον ίδιο τομέα και μετέπειτα μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2021 που εγκατέλειψε τη χώρα του, ασχολείτο με άλλου είδους εργασίες (ερυθρά 31 και 33 x6-x8, του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να σχολιάσει, για ποιο λόγο δεν είχε μετακομίσει σε κάποια άλλη περιοχή και αντ’ αυτού επέλεξε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής δήλωσε ότι προσπάθησε ανεπιτυχώς να βρει εργασία στις πολιτείες Delta και Lagos και πέραν τούτου ήταν πιο οικονομική επιλογή να ταξιδέψει στην Κυπριακή Δημοκρατία από το να μεταβεί για να ζήσει σε κάποια άλλη περιοχή στη χώρα καταγωγής του, καθώς δεν είχε χώρο για να διαμείνει (ερυθρό 31 x4, του διοικητικού φακέλου). Καταληκτικά, ερωτηθείς ποιες θεωρεί ότι θα είναι οι συνέπειες σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής δήλωσε ότι επιθυμεί να αναπτύξει πρώτα ένα επιχειρηματικό πλάνο και τότε θα είναι σε θέση να επιστρέψει στη χώρα του (ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου).
Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών, η αρμόδια λειτουργός σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά την ταυτότητα του αιτητή, το προφίλ του και τη χώρα καταγωγής του, ο οποίος έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Ομοίως αποδεκτός έγινε και ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του αιτητή αναφορικά με το γεγονός ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω ανασφάλειας που ένιωθε στο εργασιακό του περιβάλλον, καθώς κρίθηκε από την αρμόδια λειτουργό ότι στοιχειοθετείται η εσωτερική αξιοπιστία στα λεγόμενά του. Όπως καταγράφεται στην Έκθεση-Εισήγηση, σύμφωνα με τις δηλώσεις του αιτητή, υπήρχαν κάποια πρόσωπα που είχαν διαφορές με τον εργοδότη του και ως εκ τούτου, δεν επιθυμούσαν να έχουν επαγγελματική συνεργασία με τον αιτητή. Επιβεβαίωσε ότι δεν είχε υποστεί οτιδήποτε συνεπεία τούτων, δεν κατόρθωσε να εξεύρει νέα εργασία στη χώρα καταγωγής του παρά την προσπάθειά που κατέβαλε προς τούτο και αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του για να αισθάνεται πιο άνετα.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, κρίθηκε από την αρμόδια λειτουργό ότι οι δηλώσεις του αιτητή αποτελούσαν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και ότι δεν υπήρχαν εύλογοι λόγοι ως προς την περαιτέρω ανάλυσή τους μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Αφού συνεκτιμήθηκαν τα δεδομένα που πλαισίωναν τον εν λόγω ισχυρισμό και τα ευρήματα της αρμόδιας λειτουργού επί τούτου, ο εν λόγω ισχυρισμός έτυχε αποδοχής.
Στη βάση των ουσιωδών ισχυρισμών του αιτητή που έγιναν αποδεκτοί και των προσωπικών του στοιχείων με βάση το προφίλ του, η αρμόδια λειτουργός προχώρησε σε αξιολόγηση του κινδύνου που ο αιτητής ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Ως προς την πιθανότητα ο αιτητής να υποστεί σοβαρή βλάβη επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής του, κατόπιν παράθεσης και αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή, αλλά και στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του στην πολιτεία Rivers της Νιγηρίας και λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι δεν διαπιστώθηκε ο αιτητής να είχε υποστεί στη χώρα καταγωγής του δίωξη ή σοβαρή βλάβη, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή που έγινε αποδεκτός, σημειώνεται από την αρμόδια λειτουργό στην Έκθεση-Εισήγηση ότι από τις δηλώσεις του αιτητή απουσιάζει το στοιχείο του φορέα δίωξης από το αίτημά του σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου, καθότι με βάση έρευνα που διεξήγαγε η αρμόδια λειτουργός διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση στην πολιτεία Rivers της Νιγηρίας, στην οποία βρίσκεται ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή και στην οποία αναμένεται να επιστρέψει, δεν χαρακτηρίζεται από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύγκρουση και ως εκ τούτου, δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης, εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. Εξετάζοντας την ουσία της παρούσας υπόθεσης, θα πρέπει να αναφερθεί πως από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου έγιναν αποδεκτοί και οι δύο ουσιώδεις ισχυρισμοί που αφορούν τον αιτητή. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός που αφορά την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του αιτητή και ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αναφορικά με το γεγονός ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω ανασφάλειας που ένιωθε στο εργασιακό του περιβάλλον.
Κατά συνέπεια, οι εν λόγω ισχυρισμοί γίνονται αποδεκτοί, λαμβάνοντας υπόψη τόσο το αφήγημα του αιτητή, όσο και την αρχή της απαγόρευσης της χειροτερεύσεως της θέσης του αιτητή, βάσει της οποίας το Δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερεύσει τη θέση του. Η αρχή τη μη χειροτέρευσης της θέσεως του αιτητή αναγνωρίζεται, τόσο από τη νομολογία όσο και από τη βιβλιογραφία (βλ. Cyprus Cement Co. v. Republic (1980) 3 C.L.R 69, 76, υποθ.αρ. 11/2003, Ανδρέας Δημοσθένους v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 13/2/2004, Δαγτόγλου «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Έκτη έκδοση, σελίδες 638,639) και στόχο έχει ο αιτητής να μην διατρέχει τον κίνδυνο να βρεθεί σε χειρότερη θέση ή να τροποποιηθεί το μέρος της απόφασης που επιβεβαιώνει τις δηλώσεις του και συμβάλλει θετικά στην εικόνα της αξιοπιστίας του.
Δεν θα επαναλάβω λεπτομέρειες που αφορούν τους ισχυρισμούς του αιτητή, εφόσον αυτοί έγιναν αποδεκτοί στο σύνολό τους. Προχωρώ ακολούθως στην αξιολόγηση κινδύνου που ενδεχομένως θα αντιμετωπίσει ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην περιοχή καταγωγής του και στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του (Port Harcourt, πολιτεία Rivers), λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς, όπως αυτοί προβλήθηκαν εκ μέρους του αιτητή.
Λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς που προκύπτουν από το αφήγημα του αιτητή, διαπιστώνω ότι ο λόγος που τον ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του ήταν η ανασφάλεια που βίωνε στο εργασιακό του περιβάλλον η οποία συνδεόταν με την επαγγελματική του δραστηριοποίηση στον τομέα της πώλησης ακινήτων κατά την περίοδο 2013-2020 εξαιτίας των διαφορών του τότε εργοδότη του που έχει αποβιώσει πλέον και οι οποίες είχαν αντίκτυπο στις δικές του επαγγελματικές δραστηριότητες. Η ανασφάλεια στην οποία αναφέρθηκε ότι ένιωθε, δεν προκύπτει να σχετίζεται με συγκεκριμένη πράξη, απειλή ή επιβλαβή πράξη εναντίον του, αλλά αντιθέτως αναγόταν σε ένα γενικότερο αίσθημα ανασφάλειας εξαιτίας των θεμάτων του αποβιώσαντος εργοδότη του με άλλα πρόσωπα που είχαν γενικά κακή αντίληψη για τον ίδιο και του προκαλούσαν το αίσθημα ότι βρισκόταν γενικά σε κίνδυνο, με αποτέλεσμα να επηρεάζονταν και οι δικές του επαγγελματικές δραστηριότητες.
Από τα λεγόμενά του προκύπτει ξεκάθαρα ότι δεν έχει υποστεί οτιδήποτε το μεγάλο χρονικό διάστημα που ασκούσε την εν λόγω εργασία του, αλλά ούτε και μετέπειτα αφότου σταμάτησε να ασχολείται με αυτήν και εξακολουθούσε να διαμένει στην ίδια περιοχή στη χώρα καταγωγής του. Παρατηρώ ότι πουθενά κατά τη διάρκεια της διοικητικής αλλά και της παρούσας διαδικασίας ο αιτητής δεν εξέφρασε κάποιο ισχυρισμό που να συνοδεύεται από κάποια πράξη παρελθούσας δίωξης εναντίον του που να συνδέεται με τον πυρήνα του αιτήματός του. Από τις πληροφορίες που παρέθεσε ο αιτητής δεν φαίνεται να προκύπτει ουδεμία ένδειξη, στοιχείο και/ή πληροφορία υφιστάμενης, συνεχόμενης, αληθούς, πραγματικής και έμπρακτης στοχοποίησης του αιτητή από οποιονδήποτε φορέα δίωξης στη χώρα καταγωγής του για συγκεκριμένο λόγο εναντίον του ή που θα αποτελούσαν ενδείξεις κινδύνου του σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του περί τα τέσσερα έτη αργότερα.
Ως δήλωσε, το 2020 είχε σταματήσει την εργασία του στον τομέα της πώλησης ακινήτων και μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα του προσπάθησε να εξεύρει νέα εργασία χωρίς επιτυχία. Όπως ανέφερε, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του, καθώς η μετεγκατάσταση του σε κάποια άλλη περιοχή θα ήταν πιο κοστοβόρα από το να ταξιδέψει στην Κυπριακή Δημοκρατία. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την δήλωση του ότι αφότου αναπτύξει ένα επιχειρηματικό πλάνο για τον ίδιο, τότε θα είναι σε θέση να επιστρέψει στη χώρα του, υποδηλώνει ότι και οικονομικής φύσεως λόγοι τον ώθησαν να λάβει την απόφαση του να εγκαταλείψει τη χώρα του, ενόψει της αδυναμίας του να εξεύρει εργασία στη χώρα καταγωγής του.
Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής […]».
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).
Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης στο σύνολό της, κρίνω ότι δεν υπάρχει κάποιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Κατά συνέπεια, προκύπτει πως ορθά αποφασίστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που στοιχειοθετούν δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχω αναλύσει ανωτέρω, ορθά κρίθηκε από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ότι δεν στοιχειοθετούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6(Ι)/2000, για να παρασχεθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Η αρμόδια λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί ότι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του βρίσκεται στην πολιτεία Rivers της Νιγηρίας, διεξήγαγε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω τοποθεσία, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά το διάστημα από τις 30/05/2024 έως τις 30/05/2025 στην πολιτεία Rivers, καταγράφηκαν 141 περιστατικά ασφαλείας και 72 θάνατοι, εκ των οποίων 56 διαμαρτυρίες (1 απώλεια ανθρώπινων ζωών), 12 εξεγέρσεις (1 απώλεια ανθρώπινων ζωών), 26 μάχες (48 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 36 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (22 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 11 περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών). Συγκεκριμένα στην περιοχή Port Harcourt που βρίσκεται στην πολιτεία Rivers της Νιγηρίας και η οποία συνιστά την περιοχή καταγωγής και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, την ίδια περίοδο αναφοράς, καταγράφηκαν 38 περιστατικά ασφαλείας και 4 θάνατοι, εκ των οποίων 25 διαμαρτυρίες (1 απώλεια ανθρώπινων ζωών), 3 εξεγέρσεις (1 απώλεια ανθρώπινων ζωών), 3 μάχες (1 απώλεια ανθρώπινων ζωών), 5 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (1 απώλεια ανθρώπινων ζωών) και 2 περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών).[1] Ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Rivers ανέρχεται σε 7,476,800 και της περιοχής Port Harcourt σε 2,120,000 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2022.[2]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή όπου αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι νεαρός άνδρας, υγιής, με ικανοποιητικό μορφωτικό υπόβαθρο, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 145/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.
Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα. Από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου, μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την προσβαλλόμενη απόφαση και ούτως ή άλλως διαφαίνεται η αιτιολογία της απόφασης και από το κείμενό της (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνύδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97). Από όσα έχω επεξηγήσει ανωτέρω προκύπτει ότι, το αρμόδιο όργανο έλαβε δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση. Συνεπώς, ο ισχυρισμός των ευπαίδευτων συνηγόρων του αιτητή περί έλλειψης δέουσας αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, απορρίπτεται στο σύνολό του.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αποφασίζοντος οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 30/05/2024 – 30/05/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Rivers, Location: Port Harcourt]
[2] City Population https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (Nigeria – Rivers State & Port Harcourt)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο