S.O.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 416/25, 17/6/2025
print
Τίτλος:
S.O.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 416/25, 17/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: 416/25

 

17 Iουνίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

S.O.O.

Αιτήτριας

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

Κ. Κουππαρή  (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

Ε. Παραδεισιώτη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 31.1.2025, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Η Αιτήτρια κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (εφεξής «ΛΔΚ») και περί στις 7.10.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 23.01.2025, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 29.01.2025, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 31.1.2025. Η εν λόγω απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 12.2.2025, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου ακροαματική διαδικασία, η Αιτήτρια, δια της συνηγόρου της, περιόρισε τους ισχυρισμούς προωθώντας μόνο τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας και ότι λανθασμένως κρίθηκε ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ειδικότερα, υποβλήθηκε ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν προχώρησαν σε ορθή αξιολόγηση του αιτήματός της για διεθνή προστασία καθώς λανθασμένως, ως υποβάλλει, κρίθηκε αναξιόπιστη ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό της περί δίωξής της από τη μητριά της. Προωθείται παράλληλα, ότι αν και η Αιτήτρια δήλωσε ότι φέρει σοβαρό τραύμα στο πόδι της λόγω αυτοκινητιστικού ατυχήματος, κατά παράβαση των άρθρων 3 και 9, ουδέποτε παραπέμφθηκε σε ψυχολόγο ή άλλο γιατρό.

 

3.             Ως προς την ουσία της υπόθεσης, η συνήγορος της Αιτήτριας προωθεί ότι η τελευταία ανήκει στην ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα των γυναικών που έχουν υποβληθεί σε κακομεταχείριση στη χώρα καταγωγής τους και ως εκ τούτου, είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπίσει, σε περίπτωση επιστροφής της εκεί, αντίστοιχη μεταχείριση λόγω της ευαλωτότητας της. Υποστηρίζεται εξάλλου ότι η Αιτήτρια διατρέχει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης επειδή την έχει ήδη κακοποιήσει η μητριά της και επειδή αποτελεί ευάλωτο πρόσωπο λόγω του τραυματισμού της. Προσθέτει μάλιστα, ότι η θεία της την θεωρούσε μάγισσα και ήθελε να της κάνει κακό. Ως προς τις επαπειλούμενες πράξεις δίωξης, η συνήγορος της Αιτήτριας προωθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη ΛΔΚ, θα κινδυνεύσει η ασφάλειά της, υπάρχει ενδεχόμενο σύλληψης, ενώ ενδέχεται να κινδυνεύσει ακόμα και η ίδια της η ζωή. Ως φορέας δίωξης της Αιτήτριας, η συνήγορός της υποδεικνύει τη μητριά της επειδή τη θεωρεί μάγισσα, ενώ ακολούθως προωθεί ότι οι αρχές της ΛΔΚ δεν είναι σε θέση να της παρέχουν προστασία.

 

4.             Υποδεικνύοντας ως φορέα δίωξής τη μητριά της, η Αιτήτρια υποστηρίζει ότι θα πρέπει να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου ή κατ’ ελάχιστον να της χορηγηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 9 του περί Προσφύγων Νόμου. 

 

5.             Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης πράξης και, αντιτείνουν ότι η επίδικη πράξη αποτελεί προϊόν δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Παραπέμπουν στους ισχυρισμούς της Αιτήτριας κατά τη διοικητική διαδικασία και στην αξιολόγησή τους, επισημαίνοντας ότι ορθώς αυτή κρίθηκε αναξιόπιστη ως προς τον πυρήνα του αιτήματός της αφού δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος της απόδειξης που της αναλογεί. Τέλος, υποστηρίζουν ότι οι περιστάσεις της Αιτήτριας και δη το προσωπικό της προφίλ,  σε συνάρτηση με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της, δεν δικαιολογούν την υπαγωγή της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

Το νομικό πλαίσιο

6.             Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

7.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

8.             Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν».

9.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

10.          Στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του περί Προσφύγων νόμου, ο όρος «Προϊστάμενος» ορίζεται ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου):

«Προϊστάμενος» σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·»

11.          Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

 

12.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου αναγνωρίζεται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Κατάληξη

13.          Ως προς τον προωθούμενο λόγο προσφυγής περί έλλειψης δέουσας έρευνας λόγω λανθασμένης εφαρμογής των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Η Αιτήτρια αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή της στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, η Αιτήτρια εκπροσωπούμενη και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς της και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

14.          Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

15.          Εν προκειμένω, η Αιτήτρια στο έντυπο της αίτησής της για διεθνή προστασία ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της επειδή  η μητριά της την απειλούσε  και ήθελε να τη σκοτώσει. Ειδικότερα, μετά το θάνατο του πατέρα της, η μητριά της δεν ήθελε να τη φροντίζει και την κατηγορούσε για το θάνατό του πατέρα της λόγω του ότι ήταν παιδί – μάγισσα, πληροφορία την οποία μάλιστα η μητριά της διέδωσε. Στη συνέχεια την έδιωξε από το σπίτι και η οικογένεια του πατέρα της αρνήθηκε να τη φροντίσει. Προσθέτει τέλος, ότι έπεσε θύμα ενός ατυχήματος, κατά τη διάρκεια του οποίου έσπασε το πόδι της (βλ. ερ. 1 και 24 του διοικητικού φακέλου, στο εξής «δ.φ.»).

 

16.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής της, η Αιτήτρια επιβεβαίωσε ότι κατάγεται από τη ΛΔΚ και εξήγησε ότι γεννήθηκε στις 15.6.2000 (ηλικίας 25 ετών σήμερα), μεγάλωσε και έζησε αποκλειστικά στην Kinshasa. Προσδιόρισε ότι πριν εγκαταλείψει τη ΛΔΚ τη φιλοξενούσε ένας φίλος του αποβιώσαντος πατέρα της. Αναφορικά με την πατρική της οικογένεια, η Αιτήτρια δήλωσε ότι η μεν μητέρα της την εγκατέλειψε σε μικρή ηλικία και έκτοτε αγνοεί την τύχη της, ο δε πατέρας της απεβίωσε το 2020 επειδή τον χτύπησε η μητριά της. Διαθέτει μία αδερφή και ένα αδερφό των οποίων την τύχη αγνοεί επειδή τους πήρε μαζί της η μητέρα της. Η Αιτήτρια δήλωσε άγαμη και άτεκνη. Αναφορικά με το μορφωτικό της επίπεδο, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2020. Ως προς την εργασιακή της πείρα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ουδέποτε εργάστηκε στη χώρα καταγωγής της, πλην όμως εργάζεται ως υπάλληλος εστιατορίου στη Δημοκρατία. Ερωτηθείσα εάν διαθέτει κάποιο γνωστό στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι στην Kinshasa βρίσκεται ο φίλος του πατέρα της (βλ. ερ. 50 – 52 του δ.φ.).

 

17.          Αναφορικά με την κατάσταση της υγείας της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι το 2020, νοσηλεύτηκε για 1,5 χρόνο, καθώς ενεπλάκη σε ατύχημα στην Kinshasa με αποτέλεσμα να σπάσει το πόδι της και να της τοποθετήσουν μεταλλικές λάμες. Εξήγησε ότι υποβλήθηκε σε εγχείρηση και στη συνέχεια ξεκίνησε φυσικοθεραπείες. Κληθείσα να περιγράψει την κατάσταση του ποδιού της κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής της προφορικής της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ότι πλέον δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα πλην του ότι την πονούσε λόγω του ότι εργαζόταν υπερωρίες και στεκόταν για πολλές ώρες όρθια. Ερωτηθείσα εάν κάνει φυσικοθεραπείες στη Δημοκρατία, η Αιτήτρια αποκρίθηκε ότι δεν προλαβαίνει γιατί εργάζεται. Ως προς το κόστος των νοσηλειών της στη ΛΔΚ, η Αιτήτρια δήλωσε ότι το κάλυψε ένας ιερέας (βλ. ερ. 49 2Χ – 10Χ του δ.φ.).

 

18.          Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη ΛΔΚ επειδή ήθελε να τη σκοτώσει η μητριά της.  Ερωτηθείσα εάν θέλει να αναφέρει κάποια άλλη σχετική πληροφορία, η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά. Κληθείσα να περιγράψει ποιο ήταν το περιστατικό το οποίο την οδήγησε να λάβει την απόφαση να εγκαταλείψει τη ΛΔΚ τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είδε τι έκανε η μητριά της στον πατέρα της και κατάλαβε ότι θα μπορούσε να συμβεί το ίδιο και σε εκείνη (βλ. ερ. 47  1Χτου δ.φ.).

 

19.          Κληθείσα να παραθέσει, δια ανοιχτού τύπου ερώτηση, κάποια στοιχεία και/ή πληροφορίες αναφορικά με τη μητριά της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι η πρώτη πήγαινε στην εκκλησία και στη συνέχεια προσέθεσε ότι ήταν η σύντροφος του πατέρα της. Ερωτηθείσα εάν η εν λόγω γυναίκα είχε τελέσει γάμο με τον πατέρα της, η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά. Ως προς το χρόνο κατά τον οποίο η εν λόγω γυναίκα άρχισε να διαμένει στην πατρική της οικία, η Αιτήτρια προέβαλε ότι η ίδια ήταν τότε περίπου 19 ετών. Ζητηθείσα να περιγράψει τη σχέση του πατέρα της και την, όπως η ίδια την κατονόμασε, «L», η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας της έλειπε πολλές ώρες επειδή εργαζόταν και όταν επέστρεφε από την εργασία του, η «L» του έλεγε ότι η Αιτήτρια είναι μάγισσα. Κληθείσα να προσδιορίσει πότε η μητριά της άρχισε να την κατηγορεί ότι είναι μάγισσα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι μία ημέρα επέστρεψε ο πατέρας της από την εργασία του και η μητριά της τής είχε κόψει τα μαλλιά επειδή την κατηγορούσε ότι είναι μάγισσα. Ως προς το χρόνο κατά τον οποίο έλαβε χώρα το εν λόγω περιστατικό, η Αιτήτρια δήλωσε ότι συνέβη το 2019. Προσέθεσε μάλιστα ότι αν και αρχικά ο πατέρας της θύμωσε, στη συνέχεια επέστρεψε κανονικά στην εργασία του και καθησύχασε την Αιτήτρια ότι δεν ήταν μάγισσα (βλ. ερ. 46 3Χ – 14Χ, 45 1Χ – 3Χ του δ.φ.).

 

20.          Κληθείσα στη συνέχεια, δια ανοιχτού τύπου ερώτηση, να στοιχειοθετήσει τις δηλώσεις της περί του ότι η μητριά της ήθελε να τη σκοτώσει, η Αιτήτρια δήλωσε ότι όταν ο πατέρας της έπεσε κάτω, εκείνη μπήκε στο δωμάτιο και τον είδε να φωνάζει «με σκότωσε, με σκότωσε». Τότε έφυγε από το σπίτι, τη χτύπησε αυτοκίνητο και έκτοτε δεν την έχει ξαναδεί (βλ. ερ. 45 - 4Χ του δ.φ.). Αποκριθείσα σε αντίστοιχο ερώτημα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είδε για τελευταία φορά τη μητριά της την ημέρα που σκότωσε τον πατέρα της (βλ. ερ. 45 - 5Χ -6Χ του δ.φ.). Ως προς την αντιμετώπισή της από τη μητριά της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι της έκαιγε τα ρούχα, χωρίς ωστόσο να έχει κάποιο άλλο στοιχείο και/ή πληροφορία να προσθέσει. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι δε γνωρίζει που βρίσκεται σήμερα η μητριά της (βλ. ερ. 45 - 7Χ – 9Χ του δ.φ.).

 

21.          Ζητηθείσα να περιγράψει τα μέτρα που έλαβε πριν αποφασίσει να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι έφυγε χωρίς να κάνει τίποτα, επειδή η αστυνομία δε λειτουργεί σωστά στη ΛΔΚ (βλ. ερ. 45 – 7Χ-8Χ &11Χ-12Χ του δ.φ.).

 

22.          Όταν της ζητήθηκε να αναφέρει εάν από την ημέρα που αντιμετώπισε το ανωτέρω πρόβλημα με τη μητριά της (2020) μέχρι να εγκαταλείψει τη ΛΔΚ (2022) αντιμετώπισε κάποιο άλλο πρόβλημα από εκείνην, η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά (βλ. ερ. 45 - 13Χτου δ.φ.). Κληθείσα να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής αφού τα δύο τελευταία χρόνια διαμονής της εκεί, 2020-2022, δεν αντιμετώπισε κανένα άλλο πρόβλημα, η Αιτήτρια απάντησε ότι έφυγε γιατί κινδύνευε η ζωή της (βλ. ερ. 44 - 2Χ-3Χ του δ.φ.).

 

23.          Κληθείσα να αποσαφηνίσει τις αντιφάσεις που προέκυψαν, αρχικά ζητήθηκε από την Αιτήτρια να σχολιάσει το γεγονός ότι κατά την καταγραφή της αίτησής της δήλωσε ότι ο πατέρας της παντρεύτηκε εκ νέου, ενώ κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης δήλωσε ότι η «L» ήταν σύντροφός του πατέρα της χωρίς να έχουν παντρευτεί, η Αιτήτρια αρνήθηκε ότι το είπε (βλ. ερ. 44 - 4Χ του δ.φ.).

 

24.          Στη συνέχεια ζητήθηκε από την Αιτήτρια να σχολιάσει το γεγονός ότι κατά την καταγραφή της αίτησής της δήλωσε ότι μετά το θάνατο του πατέρα της η μητριά της αρνήθηκε να τη φροντίζει, χωρίς να έχει αναφερθεί ωστόσο σε  δολοφονία του πατέρα της από τη μητριά της και η Αιτήτρια απάντησε ότι όταν συνέβη αυτό, κανείς δε γνώριζε (βλ. ερ. 44 - 5Χ του δ.φ.).

 

25.          Όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να σχολιάσει το γεγονός ότι κατά την καταγραφή της αίτησής της δήλωσε ότι η μητριά της την κατηγόρησε για το θάνατο του πατέρα της, πλην όμως εκείνη κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης δήλωσε ότι η «L» δολοφόνησε τον πατέρα της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν μπορούσε να γράψει πολλά  (βλ. ερ. 44 - 6Χ του δ.φ.).

 

26.          Στη συνέχεια ζητήθηκε από την Αιτήτρια να σχολιάσει το γεγονός ότι κατά την καταγραφή της αίτησής της δήλωσε ότι μετά το θάνατο του πατέρα της η μητριά της την έδιωξε από το σπίτι, πλην όμως  κατά τη συνέντευξή της δήλωσε ότι έφυγε επειδή η μητριά της φέρεται να σκότωσε τον πατέρα της. Η Αιτήτρια απάντησε ότι ισχύει η τελευταία της δήλωση (βλ. ερ. 44 - 5Χ του δ.φ.).

 

27.          Ζητηθείσα να σχολιάσει την απουσία αναφοράς στην πατρική της οικογένεια κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης, σε αντίθεση με την καταγραφή του αιτήματός της, η Αιτήτρια ανέφερε πως δεν έχει να δηλώσει κάτι (βλ. ερ. 44 - 8Χ του δ.φ.).

 

28.          Επομένως, ζητήθηκε από την Αιτήτρια να σχολιάσει το γεγονός ότι κατά την αξιολόγηση της ευαλωτότητας της δήλωσε ότι μία ημέρα μάλωσε με τη μητριά της για τις δουλειές του σπιτιού και εγκατέλειψε την οικία της, ενώ κατά της συνέντευξή της αναφέρθηκε σε δολοφονία του πατέρα της. Η Αιτήτρια απάντησε ότι δεν έφυγε γιατί μαγείρευε και καθάριζε (βλ. ερ. 43 - 1Χ του δ.φ.).

 

29.          Κληθείσα, τέλος, να εξηγήσει τι φοβάται ότι θα της συμβεί σε περίπτωση επιστροφής της στη ΛΔΚ, η Αιτήτρια απάντησε ότι δε θα επιστρέψει εκεί γιατί θέλει να παραμείνει στην Ευρώπη (βλ. ερ. 43 - 6Χ-7Χ του δ.φ.).

 

30.          Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις της Αιτήτριας, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς.: Ο πρώτος αφορά τα προσωπικά στοιχεία, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και ο δεύτερος ισχυρισμός συνίσταται στις δηλώσεις της περί του ότι η μητριά της ήθελε να τη σκοτώσει.

 

31.          Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς οι δηλώσεις της Αιτήτριας κρίθηκαν ως ευλογοφανείς και συνεκτικές, σε αρμονία με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης.

 

32.          Ο δεύτερος ωστόσο ισχυρισμός απορρίφθηκε. Ειδικότερα, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν πως η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματος της, χαρακτηρίζοντας τις δηλώσεις της ως αντιφατικές, αόριστες, ασαφείς και στερούμενες περιγραφικής λεπτομέρειας. Ειδικότερα, ως προς την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων της Αιτήτριας, κρίθηκε πως η πρώτη δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες ως προς τη φερόμενη μητριά της, αναφέροντας αόριστα μόνο ότι πήγαινε εκκλησία, ότι τη λέγανε «L» και ότι δεν εργαζόταν (βλ. ερ. 46 - 3Χ του δ.φ.). Το δε γεγονός ότι η  Αιτήτρια δεν είχε με την εν λόγω γυναίκα καμία επαφή από το 2020 μέχρι το 2022 (βλ. ερ. 45 - 5Χ-6Χ του δ.φ.), κρίθηκε ότι αποδυναμώνει τον πυρήνα του υπό εξέταση ισχυρισμού. Ομοίως, κληθείσα να αποσαφηνίσει γιατί φοβάται την εν λόγω γυναίκα, δεδομένου ότι από το 2020 μέχρι το 2022 δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα από εκείνη, η Αιτήτρια προέβαλε αόριστα και ασαφώς ότι κινδυνεύει η ζωή της (βλ. ερ. 44 - 2Χ-3Χ του δ.φ.).

 

33.          Στη συνέχεια αξιολογήθηκε ότι η Αιτήτρια υπέπεσε σε πλήθος αντιφάσεων ανάμεσα στην υποβολή του αιτήματός της, την αξιολόγηση της ευαλωτότητας της και την προφορική της συνέντευξη, στις οποίες όμως, όταν της δόθηκε κατ’ επανάληψη η δυνατότητα, δεν ήταν ικανή να προβάλει σαφείς και ικανοποιητικές εξηγήσεις (βλ. ερ. 50 6Χ, ερ. 24 και 1, 44 6Χ, 47 1Χ -6Χ, ερ. 24 και 1, 44 8Χ, ερ. 21, ερ. 50 6Χ -12Χ, ερ. 43 2Χ διοικητικού φακέλου).

 

34.          Ως μη ευλογοφανείς, τέλος, κρίθηκαν οι δηλώσεις της Αιτήτριας περί του ότι δεν έλαβε κανένα μέτρο προκειμένου να προστατευτεί από τη μητριά της, αφού εκείνη προέβαλε επιφανειακά ότι δεν έκανε τίποτα γιατί η αστυνομία στη ΛΔΚ δε λειτουργεί σωστά (βλ. ερ. 45 - 11Χ του δ.φ.). Θα αναμενόταν από την Αιτήτρια, σύμφωνα με το σκεπτικό των Καθ’ ων η αίτηση, να προβεί σε κάποια ενέργεια προστασίας της καθώς ο φερόμενος ως φορέας δίωξής της ήταν η μητριά της.

 

35.          Στη βάση όλων των ανωτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δε θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό.

 

36.          Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων της Αιτήτριας, οι Καθ’ ων έκριναν ότι οι δηλώσεις της Αιτήτριας αποτελούν το μοναδικό προς εξέταση τεκμήριο και δεν προκύπτουν λόγοι περαιτέρω έρευνας. Καταληκτικά, ο υπό εξέταση ισχυρισμός έτυχε απόρριψης.

 

37.          Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, βάσει του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού της Αιτήτριας, οι Καθ’ ων η αίτηση επισημαίνουν ότι η Αιτήτρια διέμενε στην Kinshasa σε ένα φίλο του πατέρα της, ότι διατηρεί εκεί φιλικό δίκτυο και ότι αν και δεν εργάστηκε στη ΛΔΚ, εργάστηκε στη Δημοκρατία και απέκτησε εργασιακή εμπειρία. Σε σχέση με την κατάσταση της υγείας της, οι Καθ’ ων η αίτηση παρατηρούν ότι στη χώρα καταγωγής της έλαβε την απαραίτητη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη χωρίς να λάβει αντίστοιχη περίθαλψη στην Δημοκρατία, αφού επικαλέστηκε το φόρτο εργασίας της. Καταληκτικά, οι Καθ΄ων η αίτηση κρίνουν ότι σε περίπτωση επιστροφής της στην Kinshasa, η Αιτήτρια διαθέτει ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο, έχει πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και δεν μπορεί να γίνει δεκτό, λόγω της αναξιοπιστίας της, ότι δε διατηρεί εκεί συγγενείς. Ως προς την οικονομική της επιβίωση στην Kinshasa, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι λόγω του γενικού της προφίλ αλλά και της στοιχειώδους εκπαίδευσης που έλαβε, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ευλόγως αναμένεται από την Αιτήτρια να εξασφαλίσει ένα επαρκές επίπεδο διαβίωσης. Σε σχέση με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο της τελευταίας συνήθους διαμονής της, ήτοι την Kinshasa, οι Καθ΄ων η αίτηση έκριναν ότι δεν μπορεί να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι  σε περίπτωση επιστροφής της εκεί, η Αιτήτρια θα αντιμετωπίσει οιοδήποτε κίνδυνο, καθώς οι συγκρούσεις που πλήττουν τη ΛΔΚ εντοπίζονται στα ανατολικά της χώρας και όχι στην Kinshasa. Για όλους τους ανωτέρω λόγους, ο φόβος της Αιτήτριας κρίθηκε ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος στο σύνολό του.

 

38.          Κατά τη νομική ανάλυση σχετικά με τις προϋποθέσεις παραχώρησης προσφυγικού καθεστώτος ή, άλλως, συμπληρωματικής προστασίας, οι Καθ΄ων η αίτηση έκριναν ότι η Αιτήτρια δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο λόγο δίωξης  αλλά ούτε και κίνδυνο σοβαρής βλάβης δυνάμει των άρθρων 3 και 9 του περί Προσφύγων Νόμου, αντίστοιχα.

 

39.          Στο πλαίσιο  της ενώπιον του Δικαστηρίου ακροαματικής διαδικασίας, η Αιτήτρια δια της συνηγόρου έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι η ίδια αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας για τα οποία δεν παραπέμφθηκε σε γιατρό. Κληθείσα να εξηγήσει τον τρόπο κατά τον οποίο η κατάσταση της υγείας της Αιτήτριας δύναται να επηρεάζει την υπαγωγή της σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, η συνήγορός της προώθησε ότι η Αιτήτρια κατηγορήθηκε από τη μητριά της ότι είναι μάγισσα και ως εκ τούτου, κατά την επιστροφή της εκεί θα αντιμετωπίσει εκ νέου αντίστοιχες κατηγορίες.

 

40.          Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιον μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ' ων η αίτηση περί αποδοχής του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού της Αιτήτριας για τους ίδιους λόγους που εξαντλητικώς καταγράφονται στην έκθεση, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

41.          Ως προς την αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού της Αιτήτριας ότι η μητριά της ήθελε να τη δολοφονήσει παρατηρούνται τα εξής ως προς την εσωτερική της αξιοπιστία. Καταρχάς, η Αιτήτρια κατά την καταγραφή της αίτησής της δεν συνέδεσε χρονικά το συμβάν του ατυχήματος, με την ημέρα θανάτου του πατέρα της. Αντίθετα, ανέφερε ότι μετά το θάνατο του πατέρα της, η μητριά της δεν την στήριζε (εννοώντας για σκοπούς διαβίωσης) και ότι διέδωσε ότι είναι μάγισσα, η οποία προκάλεσε το θάνατο του πατέρα της (βλ. ερ. 24 του δ.φ.). Ομοίως, στο έντυπο καταγραφής της αξιολόγησης της ευαλωτότητας της Αιτήτριας, η ίδια δήλωσε ότι η μητριά της την κακομεταχειριζόταν και ότι την κατηγορούσε ως υπαίτια του θανάτου του πατέρα της. Μια μέρα, μετά από ένα διαπληκτισμό, η Αιτήτρια διέφυγε από το σπίτι για να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση και τότε είχε ένα ατύχημα. Αντίθετα, κατά το στάδιο της συνέντευξής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι η τελευταία φορά που αντίκρισε τη μητριά της ήταν την ημέρα του θανάτου του πατέρα της όπου βλέποντας τον πατέρα της πεσμένο να φωνάζει «με σκότωσε με σκότωσε», έσπευσε να διαφύγει με αποτέλεσμα να την χτυπήσει ένα αυτοκίνητο (βλ. ερ. 50 του δ.φ.). Η προφανής διαφοροποίηση του αφηγήματός της ως προς τη χρονική διαδοχή των γεγονότων, ήτοι του χρόνου του ατυχήματος σε σχέση με το χρόνο θανάτου του πατέρα της, αποτελεί σημαντική αντίφαση. Παρατηρείται συναφώς ότι η Αιτήτρια δεν παρείχε ικανοποιητική εξήγηση όταν της υποβλήθηκε η ανωτέρω αντίφαση (βλ. ερ. 43 του δ.φ.). Περαιτέρω, καίτοι το ζήτημα αυτό άπτεται και της αξιολόγησης κινδύνου, εντούτοις το γεγονός ότι η Αιτήτρια παρέμεινε για το σημαντικό διάστημα των δύο ετών στη χώρα καταγωγής της, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε επαφή ή επικοινωνία ή άλλη ένδειξη περί αναζήτησής της από τη μητριά της, αποτελεί σημαντική ένδειξη ότι η μητριά της δεν την αναζητεί προκειμένου να τη βλάψει, ως ο υπό εξέταση ισχυρισμός της. Μη καταλυτικής σημασίας αλλά αξιοσημείωτη είναι η αναφορά της Αιτήτριας κατά την καταγραφή της αίτησής της ότι ο πατέρας της ξαναπαντρεύτηκε (βλ. ερ. 24 του δ.φ.), ενώ κατά τη συνέντευξή της ο πατέρας της δεν είχε παντρευτεί το εν λόγω πρόσωπο αλλά ήταν απλώς η σύντροφος του (βλ. ερ. 46 του δ.φ.). Εξάλλου όταν της υποβλήθηκε το ανοικτής φύσεως ερώτημα να μιλήσει για τη μητριά της, η Αιτήτρια αρκέστηκε απλώς να απαντήσει ότι πήγαινε στην εκκλησία. Περαιτέρω, όπως επεσήμαναν οι Καθ’ ων η αίτηση κατά την καταγραφή της αίτησής της η Αιτήτρια ανέφερε ότι η μητριά της την κατηγορούσε για το θάνατο του πατέρα της, ενώ κατά τη συνέντευξη η Αιτήτρια δήλωσε ότι ο θάνατος του πατέρα της επήλθε από φονικό πλήγμα της ίδιας της μητριάς της. Όλες οι ανωτέρω αντιφάσεις υποβλήθηκαν στην Αιτήτρια με την τελευταία να μην είναι σε θέση να δώσει ικανοποιητικές εξηγήσεις (βλ. ερ. 44 του δ.φ.).

 

42.          Ο εν λόγω ισχυρισμός λόγω της υποκειμενικής φύσης του και της περιορισμένης κλίμακάς του δεν κρίνεται εύλογο να εξεταστεί περαιτέρω, ως προς την εξωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας. Ούτε εξάλλου η Αιτήτρια προσκόμισε οποιαδήποτε συναφή μαρτυρία.

 

43.          Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμη η αναφορά της Αιτήτριας περί του ότι οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να την παραπέμψουν σε ιατρική εξέταση. Επισημαίνεται ότι δυνάμει άρθρου 15 του περί Προσφύγων Νόμου, όταν ο αρμόδιος λειτουργός κρίνει σκόπιμο για την αξιολόγηση της αίτησης για διεθνή προστασία, και με την επιφύλαξη της συγκατάθεσης του αιτητή, παραπέμπει τον αιτητή για εξέταση σε ιατρό ή/και ψυχολόγο, όσον αφορά- (α) Ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν∙ και (β) συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας. «(α) ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν∙ και (β) συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας». Δυνάμει δε του εδαφίου (8) του άρθρου 15 του περί Προσφύγων Νόμου όταν δεν διενεργείται ιατρική ή/και ψυχολογική εξέταση σύμφωνα με το εδάφιο (1) του ιδίου άρθρου, οι αιτητές δικαιούνται με δική τους πρωτοβουλία και δικά τους έξοδα να μεριμνήσουν για την ιατρική ή/και ψυχολογική τους εξέταση όσον αφορά ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρές βλάβες, που υπέστησαν κατά το παρελθόν. Επιπλέον, η Αιτήτρια θα μπορούσε να λάβει τα δέοντα δικονομικά μέσα προς περαιτέρω τεκμηρίωση και εξειδίκευση των ισχυρισμών της. Παρατηρείται συναφώς ότι, η Αιτήτρια δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία περί της κατάστασης της υγείας της ή και αναφορικά με τα κατ' ισχυρισμό συμπτώματα/ενδείξεις που αυτή φέρει. Πολλώ δε μάλλον δεν εξηγεί πώς το κατ’ ισχυρισμό πρόβλημα που αντιμετωπίζει επιδρά στην εξέταση της αίτησής της για διεθνή προστασία. Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι κατά το στάδιο της συνέντευξης ερωτηθείσα η Αιτήτρια αναφορικά με την υγεία της αποκρίθηκε ότι δεν αντιμετωπίζει κατά το παρόν στάδιο οποιοδήποτε πρόβλημα με την υγεία της (βλ. ερ. 53 - 9Χ του δ.φ.). Σε ακόλουθο στάδιο της συνέντευξής της, όταν η Αιτήτρια αναφέρθηκε στο πρόβλημα που αντιμετώπισε με το πόδι της συνεπεία του ατυχήματος, δήλωσε ότι έλαβε συγκεκριμένη θεραπεία και αγωγή ούσα στη χώρα της και ότι στο παρόν στάδιο είναι καλά σε σχέση με το πόδι της, αν και όταν εργάζεται πολύ ένεκα της ορθοστασίας αισθάνεται ενόχληση. Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω αναφορές, κρίνεται ως εύλογη η μη παραπομπή της σε περαιτέρω ιατρικές εξετάσεις κατά το χρόνο της συνέντευξης, καθώς σύμφωνα με τις αναφορές της ίδιας αυτή δεν αντιμετώπιζε κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα με την υγεία της. Αλλά και στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, όπου η Αιτήτρια δια της συνηγόρου της επαναφέρει το εν λόγω ζήτημα, παρατηρείται ότι δεν προβάλλονται συγκεκριμένοι ισχυρισμοί που να δικαιολογούσαν την περαιτέρω παραπομπή της από το παρόν Δικαστήριο, για τους σκοπούς αξιολόγησης της αίτησης της για διεθνή προστασία, σε περαιτέρω ιατρικές εξετάσεις [βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk]. Επισημαίνεται δε η δικονομική ευχέρεια που διαθέτει η Αιτήτρια να προσκομίσει οποιοδήποτε σχετικό ιατρικό έγγραφο και να εξηγήσει πώς αυτό συναρτάται με την υπαγωγή της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, ενέργεια στην οποία δεν προέβη. Σημειώνεται τέλος, ότι δεδομένης της θιγείσας αξιοπιστίας της ως προς την κατ’ ισχυρισμό δίωξη της από τη μητριά της, ακόμα και εάν ήθελε διαφανεί ότι η Αιτήτρια είχε όντως υποβληθεί σε επεμβατική θεραπεία στο πόδι, καθώς δε θα προέκυπταν οι συνθήκες του τραυματισμού της, το δεδομένο αυτό δεν αρκούσε προκειμένου να τεκμηριωθεί η αξιοπιστία της ως προς την κατ’ ισχυρισμό δίωξή της.

 

44.          Ως έτερος ισχυρισμός της Αιτήτριας αποτελεί και η δήλωσή της ότι η μητριά της την κατηγορούσε για μαγεία. Ωστόσο, η Αιτήτρια δεν ανέφερε οτιδήποτε συγκεκριμένο κατά τη συνέντευξή της ως προς αυτή την παράμετρο των δηλώσεών της, πέραν του ότι γενικά κατηγορείτο από τη μητριά της ότι είναι μάγισσα. Η Αιτήτρια παραμένει γενικόλογη ως προς τις συναφείς αναφορές της. Ακόμα και στη βάση των γενικόλογων αυτών αναφορών δεν φαίνεται η κατηγορία αυτή που κατ’ ισχυρισμό της πρόσαψε η μητριά της να είχε οποιοδήποτε σαφή αντίκτυπο στην ίδια ή να προέκυψε κάποιος κίνδυνος για την ίδια ένεκα αυτού. Δεν προκύπτει σε κάθε περίπτωση να αποτέλεσε έναυσμα για οποιαδήποτε ενέργεια εναντίον της Αιτήτριας από τρίτους. Αντίθετα, ακόμα και εάν η ίδια  η μητριά της την κατηγορούσε ως μάγισσα στον πατέρα της, ο ίδιος αρνούμενος ήρθε σε διαμάχη με τη μητριά της. Ο δε ισχυρισμός συνδέεται και εν μέρει με τον ανωτέρω απορριφθέντα δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, αφού κατά τη συναφή αναφορά της κατά την καταγραφή της αίτησής της η κατηγορία αυτή αποτέλεσε σύμφωνα με την ίδια την αφορμή της κακομεταχείρισης και μετέπειτα δίωξής της από τη μητριά της. Η Αιτήτρια δε, παρέμεινε στη χώρα της επί δύο έτη, μετά τη διακοπή της επικοινωνίας με την μητριά της, χωρίς να αντιμετωπίσει το οτιδήποτε ένεκα των κατηγοριών αυτών της μητριάς της.

 

45.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων της Αιτήτριας, κατόπιν σχετικής έρευνας του Δικαστηρίου εντοπίστηκαν εξωτερικές πηγές, όπως ο Ο.Η.Ε. εν προκειμένω, οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι η μαγεία και οι δοξασίες γύρω από αυτήν διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική και πολιτισμική ζωή πολλών κοινοτήτων. Η πίστη στη μαγεία είναι βαθιά ριζωμένη σε παραδοσιακές αφρικανικές κοσμοθεωρίες και συχνά επηρεάζει την καθημερινή ζωή, τις κοινωνικές σχέσεις και ακόμη και το δικαστικό σύστημα.[1]  Σύμφωνα άλλωστε με  έρευνα της GALLUP το 2010, το 76% του πληθυσμού της ΛΔΚ πιστεύει στη μαγεία, ποσοστό υψηλότερο από τον μέσο όρο της υποσαχάριας Αφρικής (55%). Η OMCT επισημαίνει ότι το παραδοσιακό εθιμικό δίκαιο της ΛΔΚ συνδέει τις γυναίκες με «ανεξέλεγκτες δυνάμεις από τον μη ανθρώπινο κόσμο». Ιστορικά, οι χήρες και οι ανύπαντρες γυναίκες, ιδιαίτερα σε αγροτικές περιοχές, κατηγορούνταν ως μάγισσες και απομονώνονταν από τις κοινότητες. Ωστόσο, από τη δεκαετία του 1990, παρατηρείται μετατόπιση των κατηγοριών προς τα παιδιά, κυρίως στις μεγάλες πόλεις.[2]

 

46.          Η έκθεση της EUAA του 2019 αναφορικά με τις γυναίκες που κατηγορούνται για μαγεία στη ΛΔΚ, αναφέρει:  «Συγκρούσεις για χρήματα, διαφορές που σχετίζονται με τη γη και ο φθόνος για την περιουσία των γειτόνων αποτελούν συνηθισμένες αιτίες που μπορεί να κλιμακωθούν και να οδηγήσουν σε τέτοιες κατηγορίες. Οι γυναίκες που εργάζονται σε ορυχεία, σύμφωνα με έναν τοπικό υπουργό της επαρχίας Κατάνγκα, κινδύνευαν να θεωρηθούν μάγισσες. Μία έκθεση του 2014 από την οργάνωση Freedom from Torture περιγράφει την περίπτωση μιας λεσβίας γυναίκας που υπέστη βασανιστήρια και κακοποίηση τόσο από τις αρχές όσο και από την κοινότητά της, η οποία την κατηγόρησε για μαγεία και για τον θάνατο μελών της οικογένειάς της. Άλλη περίπτωση που αναφέρθηκε το 2019 στο Mugunga αφορά μια γυναίκα που σκοτώθηκε λόγω οικονομικής διαμάχης με τον πεθερό της, ο οποίος την κατηγόρησε για μαγεία και δηλητηρίαση του συζύγου της. Το περιστατικό οδήγησε στον θάνατο έξι ατόμων, χωρίς καμία παρέμβαση από τις τοπικές αρχές, παρά την παρουσία των ένοπλων δυνάμεων στην περιοχή. Επιπλέον, έκθεση του Rift Valley Institute αναφέρει ότι δολοφονίες που σχετίζονται με κατηγορίες για μαγεία στο ανατολικό Κονγκό συνδέονται συχνά με οικογενειακές συγκρούσεις και στοχεύουν κυρίως γυναίκες. Σύμφωνα με την οργάνωση Femme au Fone, οι κατηγορίες συχνά επιβεβαιώνονται από άτομα που ισχυρίζονται ότι συμβουλεύονται πνεύματα. Στην επαρχία του Νότιου Κίβου, εφαρμόζεται το λεγόμενο «τεστ μαγείας» σε γυναίκες ύποπτες για μαγεία. Tο 2013, μία 62χρονη γυναίκα στο Νότιο Κίβου κινδύνευσε να λιντσαριστεί από όχλο λόγω κατηγοριών για μαγεία. Το περιστατικό επιλύθηκε μέσω baraza, ενός τοπικού συστήματος διαμεσολάβησης που στοχεύει στην αποτροπή βίαιων συγκρούσεων χωρίς κυβερνητική παρέμβαση».[3]

 

47.          Αναφορικά με την κρατική προστασία σε περίπτωση κατηγορίας περί άσκησης μαγείας, το άρθρο 78 του Ποινικού Κώδικα στη ΛΔΚ ορίζει τα εξής: «Όποιος, κάνοντας κατάχρηση των δεισιδαιμονικών πεποιθήσεων ανθρώπων, καταλογίζει σε ένα άτομο, χωρίς καμία βάση, μια πραγματική ή φανταστική πράξη ή γεγονός, γνωρίζοντας ότι αυτός ο καταλογισμός θα υποκινούσε άλλους στο να διαπράξουν αδίκημα, θα θεωρείται συνεργός στο αδίκημα που προκλήθηκε με αυτό τον τρόπο».[4]

 

48.          Άρθρο του Africa News τον Αύγουστο του 2024, επιβεβαιώνει ότι στη ΛΔΚ υπάρχουν χιλιάδες παιδιά καταδικασμένα από τις οικογένειές τους σε ξυλοδαρμό μέχρι θανάτου ή σε καύση , αντιμετωπίζοντας κατηγορίες περί μαγείας. Ακόμα και αν ένα παιδί είναι πεισματάρικο, αυτό μπορεί να αποδοθεί σε μαγεία σε αυτό το μέρος της Αφρικής. Στην Ek’abana, μια οργάνωση που παρέχει στέγη σε εγκαταλελειμμένα παιδιά στο Μπουκάβου, οι αριθμοί αυξάνονται μέρα με τη μέρα καθώς όλο και περισσότερα παιδιά είναι γνωστά ως παιδιά-μάγισσες - παρατημένα στο έλεος των Καλών Σαμαρειτών, τα οποία είναι, ως επί το πλείστον, ορφανά και κάτω των 18 ετών.[5]

 

49.          Η δε έκθεση του Research Gate τον Ιανουάριο του 2020, αναφέρει ότι στη ΛΔΚ οι κατηγορίες παιδιών ως μάγισσες πολλαπλασιάζονται και ακμάζουν ακόμα και σε πολλά σύγχρονα, αστικά και χριστιανικά περιβάλλοντα και λαμβάνουν νέες μορφές. Μια δραματική αλλαγή αφορά το ποιος κατηγορείται, με τα παιδιά πλέον συχνά να είναι οι κύριοι ύποπτοι όταν συμβαίνουν ατυχίες. Μία άλλη δραματική αλλαγή σχετίζεται με το ποιος συμβουλεύεται όταν υπάρχουν υποψίες για μάγισσες. Αντί για μη χριστιανούς μάντεις ή παραδοσιακούς θεραπευτές, πολλοί τώρα συμβουλεύονται χριστιανούς πάστορες και προφήτες για βοήθεια στην αναγνώριση μαγισσών και την αντιμετώπισή τους.[6]

 

50.          Ανευρέθη επίσης, έκθεση του Πανεπιστημίου Andrews τον Ιανουάριο του 2020, η οποία επιβεβαιώνει τα άτομα που συχνά κατηγορούνται για μαγεία στην Αφρική, δέχονται τις εν λόγω κατηγορίες λόγω κάποιων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών όπως η γήρανση, η κακή υγεία, τα κόκκινα ή κίτρινα μάτια, το ζαρωμένο δέρμα, τα δόντια που λείπουν, η σκυφτή στάση ή ο μεγάλος πλούτος. Τα παιδιά που είναι πιθανό να κατηγορηθούν για μαγεία είναι τα ορφανά που ζουν με θετούς γονείς ή εκτεταμένη οικογένεια η οποία αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες, παιδιά με οποιαδήποτε σωματική αναπηρία ή ανωμαλία (π.χ. αυτισμό, σύνδρομο Down, πρησμένη κοιλιά, κόκκινα μάτια), τα δίδυμα (που σχετίζονται με το απόκρυφο ή την οργή των θεών), τα παιδιά των οποίων η γέννηση θεωρείται ανώμαλη (πρόωρα παιδιά, αδέξια θέση κατά τον τοκετό) και παιδιά με αλμπινισμό.[7]

 

51.          Συμπερασματικά, ναι μεν οι δηλώσεις της Αιτήτριας βρίσκουν έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες στο μέτρο που αναγνωρίζεται το ότι πλήθος παιδιών/κοριτσιών και γυναικών κατηγορούνται ως μάγισσες στη ΛΔΚ, πλην όμως λόγω της αδυναμίας της Αιτήτριας να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων της περί του ότι η ίδια προσωπικά κατηγορήθηκε για μαγεία από τη μητριά της στη χώρα καταγωγής της και ότι διώχθηκε ένεκα αυτής της κατηγορίας, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του.  

 

52.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού της Αιτήτριας, το Δικαστήριο συντάσσεται με τους Καθ΄ων η αίτηση ως προς το ότι ο φόβος της Αιτήτριας που συνδέεται με το πρόσωπο της μητριάς της κρίνεται αβάσιμος και μη δικαιολογημένος λόγω του ότι ο συνδεόμενος ισχυρισμός κρίθηκε από το παρόν Δικαστήριο ως μη αξιόπιστος.

 

53.          Προχωρώντας τώρα στην ανάλυση του προσωπικού προφίλ της Αιτήτριας αυτή αποτελεί γυναίκα γεννηθείσα το 2000, μη συζευγμένη διαθέτουσα, ωστόσο, κοινωνικό υποστηρικτικό δίκτυο (ο φίλος του πατέρα της, φιλικά πρόσωπα με τα οποία διατηρεί επικοινωνία, βλ. ερ. 49 και 48 του δ.φ.) στη χώρα καταγωγής της αλλά και υποστήριξη όπως προκύπτει από τις αναφορές της από την τοπική εκκλησία. Να σημειωθεί ότι κατά τις δηλώσεις της Αιτήτριας αυτή έλαβε επαρκή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στη χώρα της δεδομένο, από το οποίο προκύπτει και η δυνατότητα πρόσβασής της σε δομές υγείας σε αντικειμενικό και υποκειμενικό επίπεδο. Πρόκειται για άτομο μορφωμένο, το οποίο καίτοι δεν εργάστηκε στη χώρα της, εντούτοις εργάστηκε στη Δημοκρατία και απέκτησε πλέον εργασιακή πείρα, ενώ το πρόβλημα υγείας το οποίο κατ’ ισχυρισμό αντιμετωπίζει δεν φαίνεται να αποτελεί παράγοντα παρεμπόδισης της πρόσβασής της σε εργασία.

 

54.          Γενικότερα από τις πηγές που παρατίθενται στη συνέχεια προκύπτει η δυσχερής θέση των γυναικών στη ΛΔΚ. Ειδικότερα, το Δικαστήριο εντόπισε COI query της E.U.A.A. που δημοσιεύτηκε στις 2 Σεπτεμβρίου του 2024, το οποίο αναφέρει σχετικά με τον ρόλο την γυναίκας στην κοινωνία της ΛΔΚ ότι παρά τη συνταγματική απαγόρευση των διακρίσεων κατά των γυναικών, οι γυναίκες αντιμετώπισαν διακρίσεις σε όλες τις πτυχές της ζωής τους.[8] Η έκθεση Bertelsmann Stiftung για τη ΛΔΚ, που καλύπτει την περίοδο από 1 Φεβρουαρίου 2021 έως 31 Ιανουαρίου 2023, σημείωσε ότι η χώρα «χαρακτηρίζεται από μια βαθιά ενσωματωμένη πατριαρχική κουλτούρα που περιλαμβάνει νόμους και παραδοσιακά έθιμα που συμβάλλουν στις διακρίσεις κατά των γυναικών». Επιπλέον, παρόλο που είναι παράνομο, οι γυναίκες και τα κορίτσια υφίστανται διακρίσεις σε όλα τα επίπεδα. Επίσης, πλήττονται δυσανάλογα από τη φτώχεια και αντιμετωπίζουν τακτικά σεξουαλική βία.[9] Ομοίως, και η έκθεση του Freedom House το 2024 επιβεβαιώνει τα ανωτέρω πως «οι γυναίκες στη ΛΔΚ βιώνουν διακριτική μεταχείριση σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής τους».[10]

 

55.          Ως προς την μεταχείριση των μόνων/ανύπαντρων γυναικών χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο επισημαίνεται ότι στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό, η ιδέα της παραδοσιακής αφοσίωσης στην οικογένεια, τη γενεαλογία και τους άλλους κοινωνικούς δεσμούς επιβιώνει.[11] Επιπλέον, η ως άνω επικληθείσα πηγή αναφέρει πως «η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι μια πατρογονική κοινωνία, που σημαίνει ότι οι γενιές συνδέονται μέσω του πατέρα μίας οικογένειας»[12].

 

56.          Πηγή της έρευνας του Immigration and Refugee Board (IRB Canada) υποδεικνύει ότι στην Kinshasa η ύπαρξη ανδρικού υποστηρικτικού δικτύου συνιστά σύμβολο ασφάλειας και σεβασμού, ενώ μία γυναίκα χωρίς ανδρική υποστήριξη συχνά εκτίθεται σε απαξιωτική μεταχείριση και ενδεχομένως να υποβληθεί σε λεκτική ή σεξουαλική παρενόχληση.[13]

 

57.          Στο πλαίσιο της ΛΔΚ αυτό σημαίνει περαιτέρω ότι μία γυναίκα στη ΛΔΚ ορίζεται πάντα μόνο σε σχέση με έναν άνδρα συγγενή. Ως εκ τούτου, γυναίκες που απομακρύνονται από αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο θεώρησης της οικογένειας εκλαμβάνονται αρνητικά από την κοινωνία και ενίοτε από τη ίδια τους την οικογένεια.

 

58.          Αναφορικά με την πρόσβαση των μόνων γυναικών στην στέγαση, η ανωτέρω έκθεση του Danish Immigration Service (DIS) του 2022 επικαλούμενη μαρτυρία εκπροσώπου από μία ΜΚΟ (Afia Mama) με έδρα την ΛΔΚ  αναφέρει πως  «οι γυναίκες δεν έχουν πόρους για να τύχουν πρόσβασης σε στέγαση και, ειδικότερα, οι γυναίκες χωρίς ακαδημαϊκά προσόντα». Η ίδια έκθεση συνεχίζει πως για αυτές τις γυναίκες οι επιλογές στέγασης περιορίζονται στο να διαβιώσουν σε οικογενειακά σπίτια, με πολλούς ανθρώπους να μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο ή σε προσωρινά καταφύγια ή παράγκες και ότι ορισμένες ανύπαντρες/μόνες γυναίκες  θα μπορούσαν να υποβληθούν σε σεξουαλική εκμετάλλευση, εμπορία, να καταφύγουν και στην πορνεία στην περίπτωση που δεν δύνανται να εξεύρουν στέγη  ή δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά το ενοίκιο. Επίσης, έτερη μαρτυρία που επικαλείται η ανωτέρω έκθεση αναφέρει πως «πολλοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν έναν νεοαφιχθέντα να ενσωματωθεί στην Kinshasa, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσικών δεξιοτήτων (Γαλλικά, Λινγκάλα), των καλών σχέσεων με τα μέλη της οικογένειας στην περιοχή διαμονής και η σύνδεση με την εκκλησία και ως εκ τούτου ένα άτομο χωρίς κοινωνικό δίκτυο θα αντιμετωπίσει πολλά εμπόδια κατά την μετάβαση και διαμονή του στην Kinshasa συμπεριλαμβανομένης και της εύρεσής διαμονής».[14]

 

59.          Υπό το φως των ανωτέρω δεδομένων αλλά και του προσωπικού προφίλ της Αιτήτριας προκύπτει ότι ναι μεν ότι οι γυναίκες στην Kinshasa αντιμετωπίζουν δυσκολίες και προκλήσεις, εντούτοις λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω περιστάσεις της Αιτήτριας, η οποία πριν εγκαταλείψει τη χώρα της είχε λάβει συνδρομή και βοήθεια από άτομα ανήκοντα στον κοινωνικό της περίγυρο, είναι μορφωμένη και ικανή προς εργασίας, ούσα εξοικειωμένη με τον τόπο στον οποία θα επιστρέψει δεν κρίνεται ότι υφίσταται ευλόγως κίνδυνος για την ίδια, σε περίπτωση επιστροφής της στην Kinshasa.

 

60.          Σημειώνεται ότι αναφορικά με την κατάσταση της υγείας της Αιτήτριας, από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει εκείνη να πάσχει από κάποια ασθένεια και/ή αναπηρία η οποία θα επέτεινε την πιθανότητα να κινδυνεύσει σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, η δε κατάσταση του ποδιού της, όπως η ίδια δήλωσε, είναι καλή και της επέτρεψε μάλιστα να εργαστεί ως υπάλληλος εστιατορίου. Επαναλαμβάνεται άλλωστε ότι κανένα σχετικό έγγραφο αναφορικά με την κατάσταση της υγείας δεν προκσομίσθηκε από την Αιτήτρια στο πλαίσιο της διοικητικής αλλά και της παρούσας διαδικασίας, με αποτέλεσμα οι ισχυρισμοί περί του ότι αποτελεί άτομο με αναπηρία και άτομο αυξημένης ευαλωτότητας κρίνονται εντελώς ανεδαφικές και αόριστες. Το εν λόγω συμπέρασμα ενδυναμώνεται και από την έκθεση ευαλωτότητας της Αιτήτριας, σύμφωνα με την οποία η πιθανότητα κινδύνου της ασφάλειάς της είναι χαμηλή (βλ. ερ. 23 του δ.φ.). Ούτως ή άλλως, ο ισχυρισμός γύρω από την υγεία της Αιτήτριας προωθείται από τη συνήγορό της ασαφώς, χωρίς να έχει η τελευταία στοιχειοθετήσει τον τρόπο με τον οποίο η κατάσταση της υγείας της Αιτήτριας θεμελιώνει λόγους παροχής διεθνούς προστασίας προς το πρόσωπό της.

 

61.          Σε σχέση δε με κατάσταση ασφαλείας, εξωτερικές πηγές που παρατίθενται στην συνέχεια αναφέρουν ότι ναι μεν η χώρα καταγωγής της Αιτήτριας πλήττεται από ένοπλες συγκρούσεις, ωστόσο αυτές εστιάζονται αποκλειστικά στις Ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ και όχι κοντά στην πρωτεύουσα Kinshasa, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.

 

62.          Συγκεκριμένα, σε σχέση δε με την κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ, εξωτερικές πηγές αναφέρουν ότι η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ.Κ., καθώς υπάρχουν ένοπλες ομάδες και η διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης, συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στην ανατολική ΛΔΚ που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων.[15]  

 

63.          Σε σχέση με την πόλη Kinshasa ωστόσο, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας αλλά και της χώρας καταγωγής, δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν είτε τη δραστηριοποίηση ενόπλων φορέων, αφού, από τις ανωτέρω παρατεθείσες πληροφορίες, προκύπτει  ότι οι μη κρατικοί ένοπλοι φορείς δραστηριοποιούνται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ.[16] Σύμφωνα άλλωστε και με την ενημέρωση του ACLED, που συντάχθηκε από το Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation (ACCORD), αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στη Λ.Δ.Κ. το τελευταίο τρίμηνο του 2021, προκύπτει ότι μόνο οι επαρχίες Ιturi, North Kivu και South Kivu στα ανατολικά της χώρας βρίσκονται υπό τεταμένο καθεστώς ένοπλης βίας.[17]

 

64.          Αναλύοντας τα κατωτέρω ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Kinshasa, οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το σχετικά ασφαλές της περιοχής. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 01.06.2024 έως 30.05.2025, σημειώθηκαν στην εν λόγω επαρχία 27 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 234 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 12 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (17 θάνατοι), 9 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (203 θάνατοι), 2 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος), καταγράφηκαν, επίσης, 4 περιστατικά μαχών ή εκρήξεων (14 θάνατοι), ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας.[18]

 

65.          Σημειώνεται, ωστόσο, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανωτέρω περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 2.9.2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Kinshasa εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων.[19]

 

66.          Ο  συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σήμερα σε  περίπου 16.316.000 κατοίκους.[20]

 

67.          Στη βάση όλων των ανωτέρω, ο φόβος της Αιτήτριας κρίνεται ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος στο σύνολό του καθώς από τα ενώπιόν μου στοιχεία και την ανωτέρω ανάλυση δεν προκύπτει κάποιος ευλόγως πιθανολογούμενος κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της.

 

68.          Προχωρώντας στη νομική ανάλυση και την εξέταση του ενδεχομένου υπαγωγής της Αιτήτριας στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου επισημαίνονται τα εξής. Προκειμένου να εξεταστεί το ενδεχόμενο υπαγωγής ενός αιτούντος στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου θα πρέπει να συντρέχουν τα ακόλουθα συστατικά στοιχεία: βάσιμος φόβος δίωξης, η δίωξη να συναρτάται με τουλάχιστον ένα από τους λόγους δίωξης που προβλέπονται στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο της Σύμβασης της Γενεύης και του αντίστοιχου άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, να εντοπίζεται φορέας δίωξης και να μην δύναται ο αιτών να απολαύσει την προστασία του κράτους καταγωγής ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής.

 

69.          Εν προκειμένω, στη βάση της αξιολόγησης κινδύνου που προηγήθηκε το Δικαστήριο κρίνει ότι ελλείψει παρελθούσας δίωξης και διαφαινόμενου φορέα δίωξής της Αιτήτριας σε περίπτωση που αυτή επιστρέψει στην Kinshasa, δεν προκύπτουν λόγοι υπαγωγής της στην προστατευτική διάταξη του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

70.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς εκείνη δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

71.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό της Αιτήτριας δεν προκύπτει ότι, ενόψει των προσωπικών της περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32], ήτοι ότι διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της [βλ. άρθρο 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου]. Παρατηρείται ότι η Αιτήτρια, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση τέτοια πραγματικά περιστατικά που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

 

72.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι εκείνη, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας της και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 43].

 

73.          Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, «[αναγνωρίζεται] καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

 

 

74.          Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, με βάση τις ανωτέρω πηγές δεν προκύπτει να λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.

 

75.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε σχετική απόφασή του ότι συνιστούν «[.] μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

76.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (στο εξής: το ΕΔΑΔ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΑΔ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011, σκέψη 241) αξιολόγησε ως κατάλληλα, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τα κριτήρια αναφορικά με τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, εάν οι συγκρούσεις είναι τοπικές ή εκτεταμένες, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

77.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «[.] ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009, σκέψη 35). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση (σκέψη 39) διευκρίνισε ότι «[.] όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

 

78.          Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα δεν διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην Kinshasa, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε η Αιτήτρια λόγω της παρουσίας της και μόνο εκεί να έρθει αντιμέτωπη με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ούτε προκύπτει από το προσωπικό προφίλ και τις περιστάσεις της ότι εμπλέκεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με τα όσα διαδραματίζονται στα πλαίσια των ενόπλων συγκρούσεων που καταγράφονται συγκεκριμένα στις προαναφερθείσες περιοχές της ΛΔΚ (ήτοι επαρχίες North Kivu, South Kivu, Ituri και Kasai). Επομένως, ούτε συντρέχει περίπτωση υπαγωγής της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] UN, DRC – WITCHCRAFT, June 2013, διαθέσιμο σε https://media.un.org/unifeed/en/asset/u130/u130627d, (ημ. πρόσβ. 12/06/2025).

[2] The guardian - Witchcraft claims against children in Congo DRC reflect curse of poverty, January2013, διαθέσιμο σε https://www.theguardian.com/global-development/2013/jan/24/witchcraft-children-congo-drc-poverty, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15.6.2025)

 

[3] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.)-COI Query- Current information on the situation of widows and single women accused of causing death of their husbands through witchcraft in Kinshasa, 

www.ecoi.net/en/file/local/2019932/2019_11_11_EASO_COI_+QUERY_DRC_Women_accused_witchcraft_Q27.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025)

[4] DRC, Penal Code, 2004, art. 78, [informal translation by EASO], http://www.leganet.cd/Legislation/JO/2004/JO.30.11.2004.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025)

[5] Africa News, The agony of Congo's 'child witches', 13.08.2024, διαθέσιμο σε https://www.africanews.com/2018/03/16/the-agony-of-congo-s-child-witches//, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16.5.2025)

[6] Research Gate, Christian Pastors and Alleged Child Witches in Kinshasa, DRC, January 2020, διαθέσιμο σε https://www.researchgate.net/publication/338958125_Christian_Pastors_and_Alleged_Child_Witches_in_Kinshasa_DRC, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025).

[7] Andrews University, Witchcraft Accusations: A Challenge for Families, Communities,

and Churches in Africa, January 2020, διαθέσιμο σε https://digitalcommons.andrews.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=2294&context=pubs, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025).

[8] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Democratic Republic of the Congo ; Situation of women without a support network in South Kivu [Q60-2024], 2 September 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2114588/2024_09_EUAA_COI_Query_Response_Q60_DRC_Women_without_support_network_South_Kivu.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025)

[9] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf , p. 23; Freedom House, Freedom in the World 2024: Democratic Republic of the Congo, 2024, https://freedomhouse.org/country/democratic-republic-congo/freedom-world/2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025)

[10] Freedom House: Freedom in the World 2024 - Democratic Republic of the Congo, 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2108034.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025)

[11] Danish Immigration Service-DIS, 'Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 12 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025)

[12] Ο.π.

[13] IRB, 'Democratic Republic of Congo: Ability to resettle in Kinshasa, particularly for women without male support, including access to housing, jobs and public services (2016-August 2019) (2019), υπό 3, διαθέσιμο σε https://irb.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458089&pls=1, EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Situation of women without a support network in Kinshasa [Q28-2023], 25 August 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2096524/2023_08_EUAA_COI_Query_Response_Q28_DRC_Situation_of_women_without_network.pdf  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025]

[14] Danish Immigration Service-DIS, 'Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 12 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf & EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Situation of women without a support network in Kinshasa [Q28-2023], 25 August 2023 https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_08_EUAA_COI_Query_Response_Q28_DRC_Situation_of_women_without_network.pdf  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.6.2025) 

 

[15] Gov.uk, Foreign travel advice Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/democratic-republic-of-the-congo/safety-and-security, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025]

[16] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνσηhttps://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th,  UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνσηhttps://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/,  καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνσηhttps://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση:https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo,   UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνσηhttps://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνσηhttps://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdfκαι CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνσηhttps://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[17] ACLED, Democratic Republic of Congo, Fourth Quarter 2021: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 30 Μαΐου 2022,  https://www.ecoi.net/en/file/local/2074522/2021q4DemocraticRepublicofCongo_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[18] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 1.6.2024 – 30.5.2025, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Kinshasa]

https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[19] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[20] Macrotrends.net, Kinshasa, Republic of Congo Metro Area Population 1950-2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο