I.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 5788/2022, 22/9/2025
print
Τίτλος:
I.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 5788/2022, 22/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ. 5788/2022

 

22 Σεπτεμβρίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

I.O.

 Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της

Υπηρεσίας Ασύλου

 

  Καθ’ ων η αίτηση

 …………………….

 

Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου

 

Γεωργία Κωνσταντινίδου για Μάριο Παπαλοΐζου, Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Άρτεμις Πάλλη για Νικόλα Ιερωνυμίδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ’ ων η αίτηση

 

[Παρούσα η κα Όλγα Γεωργιάδη για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και  αντίστροφα.]

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 01/09/2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 05/04/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 13/05/2021 παρέλαβε Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).

 

Στις 22/08/2022 πραγματοποιήθηκε προφορική συνέντευξη του αιτητή, από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη του αιτήματος του αιτητή. Την 01/09/2022, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης. Την ίδια μέρα, την 01/09/2022 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή, στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή, η οποία αυθημερόν παραλήφθηκε από τον αιτητή. Στις 13/09/2022, ο αιτητής καταχώρισε στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου αυτοπροσώπως, ενώ στη συνέχεια διόρισε δικηγόρο.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή με την Γραπτή του Αγόρευση προωθεί  λόγους ακύρωσης της επίδικης πράξης. Αρχικά, πρόβαλε παραβίαση της ορθής και/ή νόμιμης διαδικασίας ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι δεν δόθηκε στον αιτητή η δυνατότητα επικοινωνίας με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ή με οργανώσεις που παρέχουν νομική αρωγή, ενώ δεν του δόθηκε το δικαίωμα εκπροσώπησης από δικηγόρο κατά την προσωπική του συνέντευξη. Επιπρόσθετα, εισηγείται πως το αρμόδιο όργανο δεν άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια με κλήση σε συμπληρωματική συνέντευξη, καθώς προέκυψαν αμφιβολίες αναφορικά με τους λόγους δίωξης που πρόβαλε ο αιτητής, με αποτέλεσμα το δικαίωμα σε προηγούμενη ακρόαση να παραβιαστεί.

 

Ως δεύτερος λόγος ακύρωσης προωθείται η έλλειψη δέουσας έρευνας. Είναι η θέση του αιτητή ότι οι καθ’ ων η αίτηση απέτυχαν να διεξάγουν πλήρη και ορθή έρευνα αναφορικά με το σεξουαλικό του προσανατολισμό, καθώς στη Νιγηρία η ομοφυλοφιλία αποτελεί ποινικό αδίκημα και τιμωρείται και ως εκ τούτου, ο αιτητής δύναται να ενταχθεί σε ειδική κατηγορία ανθρώπων η οποία θεωρείται ευάλωτη και χρήζει προστασίας. Τέλος, το τρίτο νομικό ζήτημα το οποίο εγείρει μέσα από τη Γραπτή του Αγόρευση ο αιτητής, αφορά το κατά πόσον οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν ορθά κατά την απόρριψη του αιτήματος του ώστε να του παρασχεθεί καθεστώς πρόσφυγα και/ή συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των προνοιών του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000.   

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής του Αγόρευσης, υποστηρίζει πως οι λόγοι ακυρώσεως ως προβάλλονται δια της καταχωρηθείσας προσφυγής του δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανώτατου Δικαστηρίου του 1962, ο οποίος θέτει υποχρέωση σε κάθε διάδικο, διά των εγγράφων προτάσεων του, να εκθέτει τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και συγχρόνως να τα αιτιολογεί πλήρως. Ως περαιτέρω προβάλλουν, καμία κακοπιστία δεν προκύπτει από την πλευρά των καθ’ ων η αίτηση ως προς τη διεξαγωγή της νενομισμένης διαδικασίας και της λήψης απόφασης, καθώς ο αιτητής ενημερώθηκε πλήρως για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του, σε γλώσσα κατανοητή από τον ίδιο. Είναι η θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι ο αιτητής δεν κατάφερε ούτε κατά το στάδιο της υποβολής και εξέτασης του αιτήματος του από τους καθ’ ων η αίτηση, ούτε κατά το στάδιο της παρούσας διαδικασίας να αποσείσει το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του και δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για φυλετικούς, θρησκευτικούς λόγους, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή αντιλήψεων όπως προβλέπεται στο άρθρο 3(1) του Νόμου. Συνεπώς, δεν προέκυψε οποιαδήποτε παρανομία στο συλλογισμό των καθ’ ων η αίτηση ως προς τη μη παραχώρηση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή της συμπληρωματικής προστασίας, ως τα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000 προνοούν.  

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Ενόψει των ανωτέρω, προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθεί ο αιτητής περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, δηλαδή τον δεύτερο και τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό. Προς επίτευξη τούτου, είναι χρήσιμο να αναφερθούν όλοι οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του προκειμένου να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο ακολούθησε την ορθή διαδικασία για να καταλήξει στην προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Ο αιτητής κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού καθώς προσδιορίζει τον εαυτό του ως ομοφυλόφιλο από την παιδική του ηλικία. Ως υποστήριξε, τους τελευταίους πέντε (5) μήνες (από τη χρονική στιγμή υποβολής της αίτησης) ο σύντροφός του συνελήφθη και σκοτώθηκε μέσω απαγχονισμού λόγω ερωτικής πράξης με άλλον άντρα και στη Νιγηρία αυτό αποτελεί έγκλημα. Ο ίδιος κατέστη καταζητούμενο άτομο και καθώς η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο εγκατέλειψε τη χώρα (ερυθρό 1, του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος της Νιγηρίας με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής την πολιτεία Abia (Abia State) (ερυθρό 33/1Χ και 2Χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε χριστιανός (ερυθρό 35, του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 32/3Χ του διοικητικού φακέλου) και ότι ομιλεί Αγγλικά (ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου). Ως προς την εργασιακή του πείρα, δήλωσε ότι εργαζόταν σε εστιατόριο για 5-6 χρόνια (ερυθρό 31/2Χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το οικογενειακό του υπόβαθρο δήλωσε ότι οι γονείς του απεβίωσαν, ο πατέρας του το 1991 και η μητέρα του το 2014 και δήλωσε ότι είναι μοναχοπαίδι (ερυθρό 33/3Χ και 4Χ του διοικητικού φακέλου).      

 

Ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης πρόβαλε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό (ως ομοφυλόφιλο άτομο) και την απαγόρευση της ομοφυλοφιλίας στη χώρα του. Ως υποστήριξε, γείτονας του τον ανέφερε στον αρχηγό νεολαίας (youth leader), και άτομα πήγαν στο σπίτι του όπου βρισκόταν με το σύντροφο του. Καθότι παρέμεινε στο σπίτι με κλειδωμένη την πόρτα τα εν λόγω άτομα υπέθεσαν ότι βρισκόταν στο σπίτι του συντρόφου του∙ έτσι πήγαν στο συγκεκριμένο σπίτι όπου χτύπησαν και εγκατέλειψαν τον σύντροφο του. Τον βρήκαν οι γονείς του, ωστόσο, πριν προλάβουν να τον πάρουν στο νοσοκομείο απεβίωσε. Εξαιτίας αυτού, πήγε στο θείο του, όπου τον ενημέρωσε τι συνέβη και τον βοήθησε να εγκαταλείψει την χώρα (ερυθρό 30/1Χ, 2Χ, και 3Χ του διοικητικού φακέλου).    

 

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του. Σε ερωτήσεις αναφορικά με τη συνειδητοποίηση και αναγνώριση του σεξουαλικού του προσανατολισμού, ο αιτητής ανέφερε ότι το αντιλήφθηκε όταν άρχισε να έχει αισθήματα για τον σύντροφο του, ενώ δεν είχε πλέον αισθήματα για το γυναικείο φύλο (ερυθρό 27/3Χ, 5Χ και 6Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να περιγράψει τα συναισθήματα που του προκάλεσε αυτή η συνειδητοποίηση, ο αιτητής δήλωσε ότι ένιωθε καλά (ερυθρά 27/9Χ και 26/2Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Σε ερωτήσεις αναφορικά με την αποδοχή και τις αλλαγές που επέφερε στον ίδιο και στην καθημερινότητα του αυτό, ο αιτητής ανέφερε ότι άλλαξαν οι σκέψεις και οι κινήσεις του και ότι δεν πλησιάζει άτομα που δεν ανήκουν στον ίδιο σεξουαλικό προσανατολισμό με τον ίδιο (ερυθρό 26/3Χ και 5Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να περιγράψει τις συνθήκες διαβίωσης ενός ομοφυλόφιλου ατόμου στη Νιγηρία, ο αιτητής δήλωσε ότι είναι εφιάλτης, καθώς δεν γνωρίζει τι μπορεί να συμβεί και αν ο κόσμος τον ανακαλύψει θα τον καταστρέψει (ερυθρό 24/1Χ και 2Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Σε ερωτήσεις αναφορικά με τις σχέσεις του, ο αιτητής δήλωσε ότι γνώρισε την πρώτη του σχέση στο σχολείο (ερυθρό 30/8Χ του διοικητικού φακέλου), σε ηλικία 16-17 ετών (ερυθρό 20/9Χ του διοικητικού φακέλου). Ως υποστήριξε, δεν το έκρυβε, ο κόσμος και η μητέρα του γνώριζαν για την σχέση του (ερυθρό 29/2Χ και 5Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να σχολιάσει αυτή την άνεση ως προς τη γνωστοποίηση της σχέσης του, καθώς στη Νιγηρία η ομοφυλοφιλία είναι παράνομη, ο αιτητής δήλωσε ότι δεν φοβόταν καθώς ο ίδιος και ο σύντροφος του σχεδίαζαν να εγκαταλείψουν τη χώρα, ενώ δήλωσε πως έχασε οποιαδήποτε αισθήματα προς τις γυναίκες (ερυθρό 29/3Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείς, ακολούθως, να παραθέσει πληροφορίες αναφορικά με το περιστατικό ξυλοδαρμού και θανάτου του συντρόφου του, ο αιτητής ανέφερε ότι ανακάλυψαν τη σεξουαλική τους ταυτότητα (ερυθρό 29/7Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Σε ερωτήσεις αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε, ο αιτητής υποστήριξε ότι η γείτονας, την οποία κατηγορούσε για το θάνατο της μητέρας του, χρησιμοποίησε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ως πρόσχημα και τον έψαχναν για να τον χτυπήσουν (ερυθρό 29/13Χ του διοικητικού φακέλου). Ως ισχυρίστηκε, τον απείλησαν ότι όπου και αν βρίσκεται θα πρέπει να προστατεύσει τη ζωή του γιατί  όπου τον βρουν θα τον πυροβολήσουν ή θα τον λιθοβολήσουν (ερυθρό 29/10Χ του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής ανέφερε ότι τον απείλησε ο αρχηγός νεολαίας (ερυθρό 28/7Χ του διοικητικού φακέλου). Ως περαιτέρω υποστήριξε, απειλήθηκε ότι ακόμα και στο θείο του να αναζητήσει προστασία δεν θα τον καλύψει και θα τον βρουν, ενώ στη συνέχεια πήγαν με την αστυνομία στο σπίτι του θείου του, ο οποίος τους ανέφερε ότι δεν βρισκόταν εκεί και έφυγαν (ερυθρό 28/8Χ του διοικητικού φακέλου).

 

Τέλος, σε ερωτήσεις αναφορικά με τις επιπτώσεις έκφρασης της ομοφυλοφιλίας στη Νιγηρία, ο αιτητής ανέφερε ότι αν αποκαλυφθεί η σεξουαλική του ταυτότητα, η ποινή είναι απαγχονισμός (ερυθρό 24/3Χ και 4Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείς εκ νέου να σχολιάσει την προηγούμενη του δήλωση, ότι δεν ένιωθε φόβο να εκφράζει δημόσια το σεξουαλικό του προσανατολισμό, παρά τις δηλώσεις του ότι η ποινή είναι θάνατος, ο αιτητής επανέλαβε ότι στην αρχή δεν ήταν εύκολο (ερυθρό 23, του διοικητικού φακέλου).   

 

Στη βάση του πιο πάνω αφηγήματος, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε ο αιτητής, διέκρινε στην Έκθεση-Εισήγησή του τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως: (1) υπήκοος Νιγηρίας με περιοχή καταγωγής και διαμονής την πόλη Aba της κοινότητας Umule της πολιτείας Abia, (2) σεξουαλικός προσανατολισμός του αιτητή ως ομοφυλόφιλο άτομο και (3) ισχυριζόμενη δίωξη του αιτητή από την κοινότητα νέων (community youth) λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού ως ομοφυλόφιλος.  Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ισχυρισμό καθώς οι δηλώσεις του αιτητή κρίθηκαν επαρκείς σε πληροφορίες και συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από το πρωτότυπο διαβατήριο το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Αντιθέτως, οι δεύτερος και τρίτος ουσιώδεις ισχυρισμοί δεν έγιναν αποδεκτοί καθώς ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματός του, ενώ οι δηλώσεις του χαρακτηρίζονταν από ασάφειες, ασυνέπεια, αντιφάσεις και επιπολαιότητα.  Ειδικότερα, ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο λειτουργός κατά την συνέντευξη καθώς και αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του υπό κρίση ισχυρισμού έκανε χρήση του μοντέλου DSSH (Difference, Shame, Stigma and Harm) και έκρινε κατόπιν ανάλυσης των κριτηρίων του ανωτέρω μοντέλου σε συνάρτηση με τις δηλώσεις του αιτητή ότι οι απαιτήσεις των ανωτέρω στοιχείων δεν πληρούνται.

 

Συγκεκριμένα, ως προς το στοιχείο της διαφορετικότητας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν διαφαίνεται να υπάρχει συναίσθηση της διαφορετικότητας, ενώ οι δηλώσεις του αναφορικά με το προσωπικό του βίωμα ως προς τη σεξουαλικότητα του χαρακτηρίζονται από ασάφειες, αοριστίες και έλλειψη ευλογοφάνειας. Ειδικότερα, σε ερώτηση σχετικά με το πότε ξεκίνησε να αντιλαμβάνεται και να συνειδητοποιεί τον ομοφυλοφιλικό του προσανατολισμό, ο αιτητής με αοριστία και ασάφεια ανέφερε όταν δεν είχε πλέον αισθήματα για τις γυναίκες ενώ ένιωθε σεξουαλική διέγερση όταν έβλεπε το σύντροφο του. Σε συνεχείς διευκρινιστικές ερωτήσεις που αφορούσαν την προσωπική του αντίληψη και συνειδητοποίηση της σεξουαλικότητας του, ο αιτητής απαντούσε γενικόλογα και με υπεκφυγές (ερυθρό 26/4Χ του διοικητικού φακέλου).  

 

Ως προς τα στοιχεία της ντροπής και του στίγματος κρίθηκε πως ο αιτητής δεν επέδειξε αισθήματα ντροπής, απομόνωσης ή δυσκολίας λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Επισημαίνεται ότι σε σχετικές ερωτήσεις, ο αιτητής ανέφερε ότι τα ομοφυλόφιλα άτομα στη χώρα του δολοφονούνται, ωστόσο, ο ίδιος δεν εξέφρασε φόβο εκδήλωσης της σεξουαλικότητάς του. Επιπρόσθετα, παρατηρήθηκε έλλειψη ευλογοφάνειας και αντιφατικότητα στις δηλώσεις του, καθώς ενώ ανέφερε ότι η ζωή για ένα ομοφυλόφιλο άτομο στη Νιγηρία είναι εφιάλτης, ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι δεν έκρυψε ποτέ τη σεξουαλικότητα και τη σχέση με το σύντροφο του, ενώ θα ήταν λογικά αναμενόμενο να προστάτευε την ιδιωτικότητα του ως προς το σεξουαλικό του προσανατολισμό.

 

Τέλος, ως προς το στοιχείο της βλάβης, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν είχε πλήρη αντίληψη της επικρατούσας κατάστασης στη χώρα του ως προς την κοινωνική και κρατική στάση για τα ομοφυλόφιλα άτομα. Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του ως προς την προσωπική βλάβη χαρακτηρίζονται από αντιφάσεις και έλλειψη ευλογοφάνειας. Ειδικότερα, παρατηρείται ασυνέπεια στις δηλώσεις του αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε, καθώς ενώ ανέφερε ότι δέχθηκε απειλές από το 2015 που σκοτώθηκε ο σύντροφος του, ο ίδιος εγκατέλειψε τη χώρα του το 2021. Κληθείς να σχολιάσει τη συγκεκριμένη διαπίστωση αναίρεσε προηγούμενες δηλώσεις του προβάλλοντας ότι ο σύντροφος του σκοτώθηκε το 2020.

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του συγκεκριμένου ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι τα όσα ο αιτητής ανέφερε στη συνέντευξη αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνα στην οποία προέβη, επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη ομοφοβικής βίας, καθώς και αναφορές σε εκτεταμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ατόμων της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ στη Νιγηρία. Επιπρόσθετα, επιβεβαιώθηκε η ποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα του 1916, στα πλαίσια της νομικής πράξης Same Sex Marriage Proactive Act (SSMPA) του 2014 όπου προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως και 14 χρόνια. Ειδικότερα, η εθνική νομοθεσία επιβάλλει αυστηρές ποινές για: (1) σεξουαλική συμπεριφορά μεταξύ ομοφυλοφίλων, (2) για δημόσια επίδειξη ερωτικής σχέσης του ιδίου φύλου, (3) για άτομα που ζουν μαζί, είτε επίσημα παντρεμένοι είτε όχι και (4) για συμμετοχή ή υποστήριξη διαφόρων οργανώσεων.

 

Έχοντας ενώπιον του όλες τις ανωτέρω πληροφορίες, ο λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής δεν επέδειξε συναισθήματα και εμπειρίες διαφορετικότητας, στίγματος ή ντροπής, χαρακτηριστικά συναισθήματα που δύναται να βιώσει ένα άτομο μέλος της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ στη Νιγηρία. Η αρχική αντίληψη και συνειδητοποίηση του σεξουαλικού του προσανατολισμού εκφράστηκε με επιπολαιότητα, ενώ δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τη συναισθηματική, ψυχολογική και πνευματική κατάσταση στην οποία βρισκόταν παρά τις ευκαιρίες που του δόθηκαν. Επιπλέον, από τις δηλώσεις του δεν εκδηλώθηκαν συναισθήματα, σκέψεις και προβληματισμοί αναφορικά με αισθήματα στιγματισμού και ντροπής, ενώ δεν στοιχειοθετήθηκε ούτε το στοιχείο της βλάβης. Συνεπώς, ο συγκεκριμένος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.

 

Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεδομένου ότι η γενεσιουργός αιτία της ισχυριζόμενης δίωξης είναι ο σεξουαλικός προσανατολισμός του αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος δεν έγινε αποδεκτός, τότε δεν δύναται να γίνει αποδεκτή ούτε η ισχυριζόμενη δίωξη του. Επιπρόσθετα, γίνεται αναφορά στις ασάφειες και στις αντιφάσεις οι οποίες πλήττουν περαιτέρω την αξιοπιστία του αιτητή. Ειδικότερα, ενώ ο ίδιος δήλωσε ότι όλοι γνώριζαν για τη σεξουαλικότητα του καθώς και για τη σχέση που διατηρούσε, υποστήριξε ότι η κοινότητα νέων (youth community) επιτέθηκε στον αιτητή και το σύντροφο του κατόπιν καταγγελίας γειτόνισσας την οποία κατηγόρησε για το θάνατο της μητέρας του.

 

Συνεπώς, παραμένει ασαφής ο λόγος που δέχθηκαν επίθεση, καθώς σύμφωνα με τις δηλώσεις του υπήρχε δημόσια έκφραση της σεξουαλικότητας του. Επιπλέον, παρατηρείται χρονική ασάφεια ως προς την έναρξη των απειλών εναντίον του, καθώς ενώ αρχικά πρόβαλε ότι άρχισαν το 2015 με το θάνατο του συντρόφου του, στη συνέχεια ανέφερε ότι ο σύντροφος του δολοφονήθηκε το 2020. Τέλος, εντοπίστηκε ουσιώδης αντίφαση ανάμεσα στα λεγόμενα του και στα όσα ο ίδιος κατέγραψε στην αίτηση διεθνούς προστασίας που συμπλήρωσε. Υπενθυμίζεται ότι στην αίτηση κατέγραψε ότι ο σύντροφος του συνελήφθη ενώ βρισκόταν με άλλο άντρα και τον σκότωσαν δια απαγχονισμού. Κληθείς να σχολιάσει τη συγκεκριμένη αντίφαση απάντησε με ασάφεια και αοριστία.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι τα όσα ο αιτητής ανέφερε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Ως εκ τούτου, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.    

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ισχυρισμό και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, και κατόπιν αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία και συγκεκριμένα στην πολιτεία Abia, περιοχή στην οποία αναμένεται να επιστρέψει, έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, κατέληξε πως δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμοδίως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου από τη συνήγορό του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση.  Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του αιτητή, δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό, εφόσον προκύπτει πως ορθά έγινε αποδεκτός.  

 

Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό του αιτητή περί του ότι είναι ομοφυλόφιλος, προτού προχωρήσω στην αξιολόγηση του θα πρέπει να επισημανθούν τα ακόλουθα:  Σύμφωνα με το εγχειρίδιο της EUAA «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση (2018), αναφέρεται ότι (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«Όσον αφορά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας, οι αιτήσεις που βασίζονται σε γενετήσιο προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολες στον χειρισμό, επειδή οι λόγοι της αίτησης συνδέονται με ευαίσθητες και προσωπικές πτυχές της ιδιωτικής ζωής. Οι αιτούντες ενδέχεται να νιώθουν στιγματισμένοι, να ντρέπονται και/ή να αρνούνται την πραγματικότητα· ενδέχεται επίσης να έχουν υποστεί απόρριψη και/ή κακομεταχείριση από την οικογένεια και/ή την κοινότητά τους. Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να καθιστούν δύσκολη για τους αιτούντες την αποκάλυψη των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών με σαφή και συνεκτικό τρόπο και, ως εκ τούτου, τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάζουν μπορεί να γνωστοποιούνται με καθυστέρηση, να είναι ελλιπή και να περιέχουν ανακολουθίες.

 

Ένα από τα μοντέλα που αναφέρονται στη βιβλιογραφία, το μοντέλο DSSH υπ' αριθ. 2 [Difference, Stigma, Shame, Harm (Διαφορά, Στίγμα, Ντροπή, Βλάβη)], βασίζεται στην αντίληψη ότι υπάρχουν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία τα οποία είναι πιθανό να είναι κοινά σε άτομα που αναγνωρίζουν ένα φύλο ή μια σεξουαλική ταυτότητα που δεν συνάδει με τις ετεροκανονικές κοινωνίες στις οποίες ζουν (όπου ο κανόνας είναι η ταύτιση του βιολογικού και του κοινωνικού φύλου και η ετεροφυλοφιλία). Το μοντέλο προτείνει μια διαρθρωμένη μεθοδολογία για την αξιολόγηση αιτήσεων, η οποία βασίζεται στο φύλο και στη σεξουαλική ταυτότητα [...]

 

Η έννοια της βλάβης στο μοντέλο αυτό αναδεικνύει επίσης διαδικαστικούς παράγοντες οι οποίοι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε σχέση με άτομα τα οποία ενδέχεται να μην μπόρεσαν να μιλήσουν ποτέ ανοικτά σε κανέναν για την ταυτότητά τους, για τα οποία η ταυτότητά τους υπήρξε πηγή στίγματος και δυνητικής βλάβης, και τα οποία ενδέχεται να μη γνωρίζουν τα δικαιώματά τους όσον αφορά τον γενετήσιο προσανατολισμό και/ή την ταυτότητα φύλου στο πλαίσιο της αίτησης ασύλου. Όπως αναφέρεται στην έκθεση Beyond proof: Η ύπαρξη ή μη ορισμένων στερεοτυπικών συμπεριφορών ή εμφανίσεων δεν θα πρέπει να αποτελεί βάση για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο αιτών έχει ή δεν έχει ορισμένο γενετήσιο προσανατολισμό και/ή ορισμένη ταυτότητα φύλου. Δεν υπάρχουν καθολικά χαρακτηριστικά ή ιδιότητες που τυποποιούν τα άτομα ΛΟΑΔΜ (λεσβίες, ομοφυλόφιλοι, αμφιφυλόφιλα, διεμφυλικά και μεσοφυλικά άτομα), όπως δεν υπάρχουν και για τα ετεροφυλόφιλα άτομα. Οι εμπειρίες της ζωής τους μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, ακόμη και αν προέρχονται από την ίδια χώρα.[1]

 

Η εφαρμογή του ανωτέρω μεθοδολογικού εργαλείου (DSSH) έχει δεχθεί κριτική ειδικά όταν δεν χρησιμοποιείται ορθά με αποτέλεσμα να ενισχύονται τα στερεότυπα. Το εν λόγω μεθοδολογικό εργαλείο χρησιμοποιείται από διάφορες χώρες, κράτη-μέλη, την EUAA καθώς και από την UNHCR και τον ΔΟΜ στο υλικό κατάρτισης τους για τις αιτήσεις που βασίζονται στον γενετήσιο προσανατολισμό και στην ταυτότητα φύλου.[2] Επισημαίνεται, ωστόσο, πως ο τρόπος που βιώνει κάθε πρόσωπο τον σεξουαλικό του προσανατολισμό είναι  υποκειμενικός και εξαρτάται από την προσωπική ιστορία του ατόμου, τον πολιτισμό και την κοινωνικοοικονομική του κατάσταση.[3]

 

Παραθέτω επίσης σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην απόφαση της υπόθεσης υπ'αριθμόν C-148/13 - C-150/13, ABC. ημερομηνίας 2/12/14, όπου αποφασίστηκαν τα πιο κάτω (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«61. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 4, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2004/83 επιβάλλει στις αρμόδιες αρχές την υποχρέωση να προβαίνουν στην αξιολόγησή τους συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτούντος και ότι το άρθρο 13, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2005/85 απαιτεί από τις ίδιες αυτές αρχές να διεξάγουν τη συνέντευξη συνεκτιμώντας τις προσωπικές ή γενικές συνθήκες που περιβάλλουν την αίτηση ασύλου.

 

62. Μολονότι η υποβολή ερωτήσεων που αφορούν στερεοτυπικές αντιλήψεις ενδέχεται να συνιστά χρήσιμο στοιχείο στη διάθεση των αρμόδιων αρχών προκειμένου να προβούν στη σχετική αξιολόγηση, εντούτοις η εκτίμηση των αιτήσεων για την παροχή του καθεστώτος πρόσφυγα η οποία στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο σε στερεοτυπικές αντιλήψεις συνδεόμενες με τους ομοφυλόφιλους δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των διατάξεων που μνημονεύονται στην προηγούμενη σκέψη, στο μέτρο που δεν παρέχει στις εν λόγω αρχές τη δυνατότητα να λάβουν υπόψη την ατομική κατάσταση του οικείου αιτούντος άσυλο.»

 

Το μοντέλο DSSH, αν και παρέχει μία οργανωμένη μέθοδο ανάλυσης, δεν μπορεί να αντανακλά πάντα με ακρίβεια τα βιώματα του κάθε αιτητή, ιδιαίτερα αν δεν λαμβάνει υπόψη τη διαφορετικότητα του πολιτισμικού και κοινωνικού υποβάθρου και τις προσωπικές τους εμπειρίες.  Γι' αυτό το λόγο μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο αξιολόγησης αλλά δεν πρέπει να αποτελεί τη μοναδική βάση για την εξέταση ενός αιτήματος.  Η αξιοπιστία ενός ατόμου που προβάλλει ισχυρισμούς για το σεξουαλικό προσανατολισμό πρέπει να κρίνεται με ευρύτερα αποδεκτά κριτήρια, καθώς δεν υπάρχει ένας καθολικός τρόπος για να προσδιοριστεί η ΛΟΑΤΚΙ ταυτότητα.  Έτσι η ύπαρξη ή η έλλειψη συγκεκριμένων χαρακτηριστικών ή εμπειριών που συχνά συνδέονται με τη σεξουαλική ταυτότητα, δεν μπορεί να θεωρείται καθοριστικός παράγοντας στην εκτίμηση του σεξουαλικού προσανατολισμού κάποιου.  Επομένως, κάθε περίπτωση αξιολογείται με βάση τα ατομικά δεδομένα και τις ιδιαίτερες συνθήκες του αιτητή χρησιμοποιώντας βεβαίως τους κοινώς αποδεκτούς δείκτες αξιοπιστίας.

 

Παρατηρώ πως ο αρμόδιος λειτουργός ακολούθησε τα τρία στάδια διερεύνησης του μοντέλου «DSSH», και αξιολόγησε ορθά τα κριτήρια του ανωτέρω μοντέλου στη βάσει των δηλώσεων του αιτητή, έχοντας θέσει στον αιτητή επαρκή αριθμό ερωτήσεων (τόσο ανοικτού, όσο και κλειστού τύπου) και δίνοντάς του τη δυνατότητα να αναπτύξει τις εμπειρίες, τα συναισθήματα και τα βιώματα του καθώς και να αποσαφηνίσει περαιτέρω τους ισχυρισμούς του. Παρόλο που δεν αναμένεται από τον αιτητή να υπεισέλθει σε πολύ προσωπικές και ευαίσθητες πληροφορίες, τα όσα παρέθεσε σχετικά με τον υπό κρίση ισχυρισμό του ορθώς κρίθηκαν ότι παρουσιάστηκαν με επιπολαιότητα, ασυνέπεια και αοριστία. Από την αφήγηση του εξέλειπαν βασικές πληροφορίες από τις οποίες θα προέκυπτε ο βιωματικός και προσωπικός χαρακτήρας αναφορικά με την αναγνώριση, συνειδητοποίηση και αποδοχή της σεξουαλικότητας του. Τουναντίον, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει την εσωτερική διεργασία, και την συναισθηματική και ψυχολογική πορεία που διεξήλθε ως προς τον αυτοπροσδιορισμό του και την οικειοποίηση της σεξουαλικής του ταυτότητας. Ως διαπιστώνω, οι δηλώσεις του επικεντρώθηκαν σε στερεοτυπικές επικρατούσες αντιλήψεις ως προς την σωματική έλξη, χωρίς να δίνει σαφή απάντηση επί της ουσίας των ερωτημάτων που αφορούσαν τα προσωπικά του βιώματα ως προς την διαφορετικότητα.    

 

Ακολούθως, θα συμφωνήσω με την ανάλυση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό. Ειδικότερα, ως ορθώς επισημαίνεται στην Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, δεδομένου ότι η γενεσιουργός αιτία της ισχυριζόμενης δίωξης του Αιτητή είναι ο σεξουαλικός του προσανατολισμός, ισχυρισμός ο οποίος δεν έγινε αποδεκτός,  συνεπώς δεν δύναται να γίνει δεκτή ούτε η ισχυριζόμενη δίωξή του λόγω αυτού. Ως ορθώς εντόπισε ο αρμόδιος λειτουργός, οι δηλώσεις του αιτητή χαρακτηρίζονται από ασάφειες και αντιφάσεις. Ιδιαίτερα σημαντική, κρίνεται η αντιφατική θέση που προβάλει μέσω των δηλώσεων του, καθώς αρχικά δήλωσε ότι η σεξουαλική ταυτότητα του ήταν ευρέως γνωστή, όπως και η σχέση του με τον σύντροφο του, ενώ στη συνέχεια κληθείς να αναφέρει πως ένιωθε ως ομοφυλόφιλο άτομο στη χώρα του, αποκρίθηκε ότι ήταν εφιάλτης (ερυθρό 24/1Χ του διοικητικού φακέλου). Η συγκεκριμένη τοποθέτηση δημιουργεί ευλόγως ερωτήματα ως προς την άνεση και την ευκολία με την οποία ένα άτομο εκφράζει ανοιχτά τη σεξουαλικότητα του, σε μια χώρα στην οποία πέρα από τις κοινωνικές αντιλήψεις, η συγκεκριμένη ενέργεια ποινικοποιείται. Σημειώνεται, ότι μέσα από τις δηλώσεις του αιτητή δεν προκύπτουν οποιεσδήποτε ενέργειες του να προστατεύσει την ιδιωτικότητα του, λαμβανομένου υπόψη του εθνικού νομοθετικού πλαισίου και της ιδιαιτέρως προσωπικής πτυχής του συγκεκριμένου ισχυρισμού.

 

Στα πλαίσια αξιολόγησης της εξωτερικής αξιοπιστίας των ανωτέρω ισχυρισμών, και της άρρηκτης διασύνδεσης τους, προχώρησα σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης με τα ακόλουθα ευρήματα:  Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση (2025) του Υπουργείου Εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου (UK Home Office), «η σεξουαλική συνεύρεση μεταξύ ανδρών ποινικοποιείται και τιμωρείται με φυλάκιση έως και 14 ετών. Ο ισλαμικός νόμος/σαρία (sharia), ο οποίος είναι σε ισχύ για τον μουσουλμανικό πληθυσμό 12 βόρειων πολιτειών, ποινικοποιεί τις σεξουαλικές πράξεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου τόσο μεταξύ ανδρών όσο και μεταξύ γυναικών. Η μέγιστη ποινή και στις 12 πολιτείες για τους άνδρες είναι ο θάνατος. Οι ποινές για τις γυναίκες (lesbianism) περιλαμβάνουν θάνατο, μαστίγωμα και φυλάκιση».[4]  

 

Η ανωτέρω πληροφορία επιβεβαιώνεται και από έκθεση (2023) του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ (U.S. Department of State), όπου σύμφωνα με αυτήν «ο νόμος ποινικοποιεί τον γάμο μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, τις σχέσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, τη συμμετοχή σε ομάδες για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων και τη δημόσια επίδειξη «ερωτικής τρυφερότητας» μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Στις 12 πολιτείες της χώρας στις οποίες εφαρμόζεται ο ισλαμικός νόμος/σαρία (sharia) πέρα από ποινή φυλάκισης όσοι συλλαμβάνονται για ομοφυλοφιλική συμπεριφορά κινδυνεύουν να καταδικαστούν και σε θανατική ποινή δια λιθοβολισμού».[5]

 

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με επισκόπηση (2023) του διεθνούς συνδέσμου ILGA   (International Lesbian, Gay, Bisexual, Trans and Intersex Association, ILGA) το ποινικό δίκαιο στη Νιγηρία βασίζεται σε μια σειρά από ποικίλα νομικά πλαίσια. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι το πολιτειακό, ομοσπονδιακό και εθιμικό ή θρησκευτικό δίκαιο έχουν ποικίλους ρόλους, η ποινικοποίηση των συναινετικών σεξουαλικών πράξεων μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου αποτελεί κοινή προσέγγιση.[6] Όμως παρά την ποινικοποίηση σε εθνικό επίπεδο και την πιθανότητα εκτέλεσης ατόμων από τα δικαστήρια του ισλαμικού νόμου/σαρία (sharia), σύμφωνα με την ανωτέρω έκθεση, οι θανατικές ποινές έχουν εφαρμοστεί σε σπάνιες περιπτώσεις.[7]

 

Εν κατακλείδι, στην έκθεση (2023) του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ (U.S. Department of State), γίνεται αναφορά σε βία, απειλές (συμπεριλαμβανομένου του εκβιασμού) και παρενόχληση με βάση τον πραγματικό ή τον υποτιθέμενο σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα ή την έκφραση φύλου, από άτομα της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ+. Επιπλέον, γίνεται αναφορά σε διακριτική μεταχείριση στον τομέα της απασχόλησης, τη στέγαση και την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη με βάση τον πραγματικό ή τον υποτιθέμενο σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα ή την έκφραση φύλου τους. Τέλος, ο νόμος δεν επιτρέπει δραστηριότητες οι οποίες στηρίζουν ή προωθούν τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.[8]

 

Από τις πιο πάνω πληροφορίες συνάγεται το συμπέρασμα ότι τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα στη Νιγηρία αντιμετωπίζουν διακρίσεις, περιορισμούς στη στέγαση και στην εργασία, κοινωνική και κρατική βία, στιγματισμό, αυθαίρετες συλλήψεις και δυσανάλογες ποινές σε περίπτωση καταδίκης. Εντούτοις, η θεμελίωση της εξωτερικής αξιοπιστίας δεν αρκεί από μόνη της για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του αιτητή περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού αφ' ης στιγμής η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του σε έναν τόσο προσωπικό ισχυρισμό, δεν έχει προηγουμένως θεμελιωθεί.  Συνεπώς, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Ως προς τον τρίτο ισχυρισμό του αιτητή περί της δίωξης του από την κοινότητα νέων λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού θα συμφωνήσω με την κατάληξη των Καθ' ων η αίτηση περί του ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει την ισχυριζόμενη βλάβη που υπέστη λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού με επαρκή, πειστικό και συνεπή τρόπο ως ευλόγως θα αναμενόταν λαμβάνοντας υπόψη το μορφωτικό επίπεδο του αιτητή καθώς και το  ότι ο αιτητής εξιστόρησε προσωπικές βιωματικές εμπειρίες του. Επισημαίνεται και η ουσιώδης αντίφαση αναφορικά με το θάνατο του συντρόφου του, όπου στην αίτηση διεθνούς προστασίας που συμπλήρωσε πρόβαλε το θάνατο του συντρόφου του δια απαγχονισμού από το κράτος (ερυθρό 1, του διοικητικού φακέλου), ενώ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης πρόβαλε θάνατο λόγω ξυλοδαρμού από τον αρχηγό της νεολαίας (ερυθρό 30/2Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να αποσαφηνίσει την εν λόγω αντίφαση, ο αιτητής λακωνικά αποκρίθηκε ότι είχε διάφορους συντρόφους (ερυθρό 28/6Χ του διοικητικού φακέλου).  Όπως έχω αναφέρει ανωτέρω, εφόσον δεν έγινε αποδεκτός ο ισχυρισμός για το σεξουαλικό προσανατολισμό του αιτητή, δεν μπορεί να γίνει δεκτή και η δίωξή του εξαιτίας αυτού.  Πρόσθετα, είναι ζήτημα προσωπικό για το οποίο δεν μπορούμε  να αντλήσουμε πληροφόρηση από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.  Κατά συνέπεια, ούτε ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός γίνεται αποδεκτός εφόσον ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε ούτε την εσωτερική αξιοπιστία του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού.

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (βλ. παραγράφους 37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Επισημαίνεται ότι δυνάμει του άρθρου 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου ο αιτητής φέρει το βάρος να τεκμηριώσει την αίτηση του καταβάλλοντας προς τούτο πραγματική προσπάθεια και υποβάλλοντας όλα τα συναφή στοιχεία που έχει στη διάθεση του. Στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω εκ της ανωτέρω ανάλυσης ότι ο αιτητής δεν κατάφερε σε κανένα στάδιο της διαδικασίας να τεκμηριώσει με αξιοπιστία τους προβληθέντες ισχυρισμούς που θα τον ενέτασσαν στον ορισμό του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Πρόσθετα, ορθά κρίθηκε από τον δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Υπό το φως των εν λόγω δεδομένων στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, θα διεξάγω έρευνα για σκοπούς πληρότητας σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας  στην πολιτεία Abia που συνιστά τον τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, και όπου αναμένεται να επιστρέψει.

 

Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας σύμφωνα με το διαδραστικό χάρτη του RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και Ισλαμικού Κράτους (Islamic State in West Africa Province/ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη διεθνής ένοπλη σύγκρουση μεταξύ του Ισλαμικού Κράτους (ISWAP) και της Boko Haram. Από το 2014, η πολυεθνική ομάδα που δημιουργήθηκε (Multinational Joint Task Force) – η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, τον Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία – έχει παρέμβει προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[9]

 

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την έκθεση (2024) της EUAA για τη Νιγηρία, «Το 2023, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο για τη Νιγηρία (Nigeria Watch), η κυριότερη μορφή βίας και θανάτων στη χώρα ήταν η εγκληματική δραστηριότητα, την οποία ακολουθούσαν τα πολιτικά και θρησκευτικά ζητήματα, και τα τροχαία ατυχήματα. Οι εγκληματικές δραστηριότητες περιλάμβαναν τις δραστηριότητες ομάδων cult (cultism), τις αγροτικές ληστείες, τις απαγωγές, και τις συγκρούσεις αγροτών/κτηνοτρόφων∙ οι βορειοκεντρικές και βορειοδυτικές περιοχές (North-Central and North-West regions) παρουσιάζονται ως οι πιο επηρεασμένες. Το Αφρικανικό Κέντρο Εποικοδομητικής Επίλυσης Συγκρούσεων (African Center for the Constructive Resolution of Disputes, ACCORD) διευκρίνισε ότι οι αγροτικές κοινότητες «έχουν γίνει ανασφαλείς και αμφισβητούμενοι χώροι, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από περιορισμένη κρατική παρουσία, ανεπαρκείς υποδομές και λιγοστούς πόρους». Οι αγροτικές περιοχές έχουν γίνει κόμβοι εγκληματικών δραστηριοτήτων και βίαιων συγκρούσεων στη Νιγηρία, και συγκεκριμένα στο βόρειο τμήμα της χώρας, όπου η τρομοκρατία, οι ληστείες, οι εξεγέρσεις, και οι απαγωγές βρίσκονταν σε αύξηση».[10]

 

Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τα περιστατικά πολιτικής βίας σε παγκόσμια κλίμακα, στην πολιτεία Abia, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 17/09/2025), καταγράφηκαν 51 περιστατικά πολιτικής βίας (“political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 76 θάνατοι.[11] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Abia το 2022 εκτιμάται ότι ανερχόταν στα 4,143,000 κατοίκους.[12]

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης και δεν διαφαίνεται ότι ο αιτητής διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, υγιής, με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο, πλήρως ικανός προς εργασία και χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

  

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για δέουσα έρευνα. 

 

Οι Καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.  Κατά συνέπεια, οι δεύτερος και τρίτος νομικοί ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους.

 

Ο αιτητής στα πλαίσια του πρώτου λόγου ακυρώσεως πρόβαλε παραβίαση της ορθής και/ή νόμιμης διαδικασίας ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι δεν δόθηκε στον αιτητή η δυνατότητα επικοινωνίας με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ή με οργανώσεις που παρέχουν νομική αρωγή, ενώ δεν του δόθηκε το δικαίωμα εκπροσώπησης από δικηγόρο κατά την προσωπική του συνέντευξη. Επιπρόσθετα, εισηγείται πως το αρμόδιο όργανο δεν άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια με κλήση σε συμπληρωματική συνέντευξη, καθώς προέκυψαν αμφιβολίες αναφορικά με τους λόγους δίωξης που πρόβαλε ο αιτητής, με αποτέλεσμα το δικαίωμα σε προηγούμενη ακρόαση να παραβιαστεί.  Η συνήγορος των καθ’ων η αίτηση στα πλαίσια της γραπτής της αγόρευσης αντιτείνει ότι όλα έγιναν ορθά και νόμιμα και εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να επικυρωθεί από το Δικαστήριο.

 

Έλαβα υπόψη μου όλους τους ισχυρισμούς που τέθηκαν ενώπιον μου όπως επίσης και τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο διοικητικό φάκελο.  Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, η Υπηρεσία Ασύλου κάλεσε σε συνέντευξη τον αιτητή κατά τη διάρκεια της οποίας είχε την ευκαιρία να προβάλει τους ισχυρισμούς του για να υποστηρίξει το αίτημά του.  Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, δεν προκύπτει η υποχρέωση του αρμόδιου οργάνου για κλήση του αιτητή σε συμπληρωματική συνέντευξη.  Το άρθρο 43 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν.158(Ι)/1999, καθορίζει πως το δικαίωμα ακροάσεως παρέχεται, εκτός από τις περιπτώσεις τις οποίες ο Νόμος προβλέπει ρητά και σε πρόσωπο που θα επηρεαστεί δυσμενώς από την έκδοση απόφασης, η οποία είναι πειθαρχικής φύσης ή αποτελεί κύρωση (βλ. Παπακοκκίνου κ.α. v Δημοκρατίας (2002) 3ΑΑΔ 510 και υπόθεση αρ. 1624/15, K.K.Hv Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερομηνίας 29/7/19 (απόφαση Διοικητικού Δικαστηρίου)). 

 

Στην παρούσα περίπτωση, η απόφαση για χορήγηση του καθεστώτος πρόσφυγα και/ή συμπληρωματικής προστασίας μετά από εξέταση του αιτήματος του αιτητή, δεν αποτελεί δυσμενές μέτρο ή πειθαρχική κύρωση ή τιμωρία για να υπάρχει ανάγκη να ακουστεί εκ νέου ο αιτητής.  Πρόσθετα δεν προκύπτει να δημιουργήθηκε οποιοδήποτε πρόβλημα στη διαδικασία επειδή ο αιτητής δεν επικοινώνησε με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ή με δικηγόρο κατά την προσωπική του συνέντευξη.  Ο ισχυρισμός αυτός προβάλλεται κατά γενικό και αόριστο τρόπο και δεν διακρίνεται από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου να παρεμποδίστηκε με οποιοδήποτε τρόπο ο αιτητής, κατά την εξιστόρηση του αφηγήματός του. Εν πάση περιπτώσει, ο αιτητής είχε την ευχέρεια να παρουσιάσει το αίτημά του ή/ και να τεκμηριώσει τους ουσιώδης ισχυρισμούς του, ακόμα και σε αυτή τη διαδικασία, εφόσον το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, έχει δικαιοδοσία να ελέγξει κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή και/ή οποιαδήποτε στοιχεία ο αιτητής ήθελε προσκομίσει ενώπιον του με το κατάλληλο δικονομικό διάβημα, πράγμα βεβαίως που δεν έπραξε. 

 

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, η συνήγορος του αιτητή υιοθέτησε το περιεχόμενο της Γραπτής της Αγόρευσης και πρόβαλε ότι επειδή το αίτημα του αιτητή αφορά ισχυρισμό περί σεξουαλικού προσανατολισμού θα έπρεπε να εξεταστεί με γνώμονα το Πρωτόκολλο 9.  Η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση υποστήριξε ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του αιτητή έχει τηρηθεί η διαδικασία εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση και δεν εντοπίζεται οποιοδήποτε σφάλμα στη διαδικασία που ακολουθήθηκε.  Αξιολογώντας τις εκατέρωθεν θέσεις και ισχυρισμούς, κρίνω ότι οι νεοπροβληθέντες ισχυρισμοί εκ μέρους του αιτητή δεν δύναται να γίνουν αποδεκτοί καθώς εκφράζονται για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου και δεν περιλαμβάνονται στη Γραπτή του Αγόρευση.  Ούτως ή άλλως, δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε παραβίαση στη διαδικασία που ακολουθήθηκε και δεν προβάλλεται κάτι συγκεκριμένο το οποίο να προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκαν ενώπιον μου.

 

Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του  δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την ΚΔΠ 145/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική  μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι  απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή. 

 

 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] EUAA, Δικαστική ανάλυση, Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, Έκδοση 2018, σελ. 204-206, EASO-Evidence-and-Credibility-Assessment-JA-EL.pdf  

[2] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System, Judicial analysis, Second edition, σελ.265, σημείωση 870, February 2023, Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf

[3] Ibid, , σελ.266

[4] UK Home Office, UK Visas and Immigration, Guidance, Country Policy and Information Note: Sexual Orientation, Gender Identity and Expression, and Sex Characteristics, Nigeria, 30 June 2025 (Updated), https://www.gov.uk/government/publications/nigeria-country-policy-and-information-notes/country-policy-and-information-note-sexual-orientation-gender-identity-and-expression-and-sex-characteristics-nigeria-june-2025-accessible

[5] USDOS - US Department of State, 2023 Country Reports on Human Rights Practices: Nigeria, https://www.ecoi.net/en/document/2107771.html

[6] ILGA, Our Identities Under Arrest, A Global Overview on the Enforcement of Laws Criminalising Consensual Same-Sex Sexual Acts Between Adults and Diverse Gender Expressions, 2023, σελ. 97, Our_Identities_Under_Arrest_2023_SOGI.pdf  

[7] Ibid, σελ. 98

[8] USDOS - US Department of State, 2023 Country Reports on Human Rights Practices: Nigeria, https://www.ecoi.net/en/document/2107771.html

 

[9] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 02.03.2023  https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria

[10] EUAA, Nigeria – Country Focus, July 2024, σελ. 19, 2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf

[11] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Nigeria, Abia)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο