I.R.Ν. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 6197/2021, 27/10/2025
print
Τίτλος:
I.R.Ν. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 6197/2021, 27/10/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 6197/2021

27 Οκτωβρίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

I.R.Ν. από Καμερούν

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ν. Χαραλαμπίδου (κα) για Νικολέττα Χαραλαμπίδου ΔΕΠΕ, Δικηγόρος για τον Αιτητή

Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 14/09/21 η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να του αναγνωρίζεται προσφυγικό καθεστώς ή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και/ή ότι σε περίπτωση επιστροφής του παραβιάζονται τα Άρθρα 2 & 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και/ή ζητά απόφαση με την οποία να ακυρώνεται η συναφής απόφαση επιστροφής και/ή οποιαδήποτε άλλη θεραπεία κρίνεται εύλογη και κατάλληλη υπό τις περιστάσεις.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 08/10/18. Στις 19/05/21 πραγματοποιήθηκε συνέντευξή και έκθεση/εισήγηση στις 13/08/21, ακολούθησε απορριπτική απόφαση επί του αιτήματος ασύλου στις 03/09/21 που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης γίνεται περιγραφή γεγονότων, προσωπικών περιστάσεων και/ή των λόγων που κατ΄ ισχυρισμό οδήγησαν τον Αιτητή να εγκαταλείψει την χώρα του. Δεν έγινε, όπως υποστήριξε η συνήγορος του, ολοκληρωμένη αξιολόγηση των υπαρχουσών πληροφοριών που αφορούν την χώρα καταγωγής/περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή, ότι η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, ότι η έρευνα από την αρμόδια αρχή δεν διενεργήθηκε σύμφωνα με τον Νόμο, την Οδηγία ΕΕ, τα σχετικά καθοδηγητικά εγχειρίδια, την νομολογία και επίσημες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν εσφαλμένης αξιολόγησης και παραβίασης των υποχρεώσεων των Καθ΄ ων η αίτηση, μη δέουσας και επαρκούς έρευνας, η δε απόφαση επιστροφής είναι παράνομη και παραβιάζει την αρχή της μη επαναπροώθησης. Επισήμανε ότι ο Αιτητής δικαιούται καθεστώς πρόσφυγα στη βάση των προσωπικών του περιστάσεων (δίωξης του από τις αρχές της χώρας του και/ή λόγω εθνοτικής/πολιτικής ταυτότητας/πεποιθήσεων (βάση και εξωτερικών πηγών πληροφόρησης όπου γίνεται παραπομπή) και/ή λόγω στοχοποίησης της μητέρας του (λόγω της πολιτικής της δράσης). Υποστηρίζει ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψαν να καθορίσουν ως ουσιώδη όλα τα πραγματικά περιστατικά που ανέφερε ο Αιτητής και, παρότι αποδέχθηκαν ότι πρόκειται για αγγλόφωνο, δεν εξέτασαν το ότι αντιμετωπίζει φόβο δίωξης για λόγους φυλής (εθνοτική μειονότητα) αλλά και πολιτικούς, λόγω της ηθικής και οικονομικής υποστήριξης που παρείχε η μητέρα του στους αγγλόφωνους. Αναφορικά με την απόρριψη του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, είναι η θέση της ότι η αρμόδια αρχή παρέπεμψε σε μία μόνο πηγή πληροφόρησης κατά την εξέταση της εξωτερικής του αξιοπιστίας, ενώ για τους λόγους που βρέθηκε εσωτερικά μη αξιόπιστος, προβάλλεται πως ο ίδιος δήλωσε ότι είναι ο μεγαλύτερος αδερφός του που γνωρίζει λεπτομέρειες και ο οποίος βρισκόταν επίσης στην Δημοκρατία. Ανέφερε ότι εμπίπτει, τουλάχιστον, στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας λόγω των προσωπικών του περιστάσεων σε συνδυασμό με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα του. Ούτε αξιολογήθηκε επαρκώς κατά πόσο με την επιστροφή του θα αντιμετωπίσει σοβαρό κίνδυνο βλάβης στη χώρα καταγωγής παραπέμποντας σε σχετική νομολογία και διάφορες πηγές πληροφόρησης και/ή ότι με την απόφαση επιστροφής παραβιάζονται τα Άρθρα 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και/ή ότι κινδυνεύει σε περίπτωση επιστροφής του να υποστεί βασανιστήρια, απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση. Είναι, επίσης, η θέση της ότι εσφαλμένα οι Καθ’ ων δεν συνένωσαν τα αιτήματά του Αιτητή με τον αδελφό του για διεθνή προστασία και δεν τα εξέτασαν από κοινού, ενώ περαιτέρω επισημαίνει πως δε λήφθηκε υπόψη το γεγονός ότι η συνέντευξη έλαβε χώρα 3 χρόνια μετά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας.

 

Πεπλανημένα οι Καθ΄ ων η αίτηση αποφάσισαν την επιστροφή του στη βάση των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου ΚΕΦ.105 και/ή ότι η απόφαση επιστροφής εκδόθηκε από αναρμόδιο πρόσωπο και/ή ότι η απόφαση επιστροφής πάσχει λόγω ανεπαρκούς αιτιολόγησης και έλλειψης δέουσας έρευνας και/ή ότι το δικαίωμα παραμονής του διατηρείται και/ή ότι η απόφαση επιστροφής εκδόθηκε με πλάνη περί τον Νόμο καθότι δεν ενημερώθηκε για τα μέσα που έχει στη διάθεση του, την προθεσμία και το αρμόδιο δικαστήριο, ήτοι παραβιάστηκε η πρόσβαση του σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο. Στην Απαντητική Αγόρευση, η συνήγορος του Αιτητή επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς της Γραπτής Αγόρευσης. Σημειώνεται ότι στα πλαίσια της δικαστικής διαδικασίας και μετά από άδεια του Δικαστηρίου προσκομίστηκαν έγγραφα και/ή στοιχεία από τον Αιτητή για αξιολόγηση τους (θα καταγραφούν/αναλυθούν κατωτέρω στο μέρος της κατάληξης).

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απαντούν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση, και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Υποδεικνύουν ενδελεχώς δηλώσεις του Αιτητή βάση των οποίων κρίθηκε αναξιόπιστος και υποστηρίζουν ότι οι λόγοι που επικαλείται η συνήγορος του δεν αιτιολογούνται επαρκώς κατά παράβαση της νομολογίας και των διαδικαστικών κανονισμών και θα πρέπει να απορριφθούν. Δεν κατάφερε ο Αιτητής να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο δίωξης, ούτε απέδειξε ότι μπορεί να υπαχθεί στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Αρχικά παρατηρείται πως μεγάλο μέρος της Γραπτής Αγόρευσης του Αιτητή μέσω της δικηγόρου του σε αρκετά σημεία αναλώνεται μόνο στην επανάληψη διατάξεων Νόμου, Οδηγίας ΕΕ, κανόνων δικαίου και παραπομπές σε κατευθυντήριες γραμμές και/ή εγχειρίδια χωρίς να γίνεται επακριβής υπαγωγή τους σε πραγματικά γεγονότα και νομικά δεδομένα της υπόθεσης με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Με βάση τους σχετικούς διαδικαστικούς κανονισμούς και πάγια νομολογία επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτούντα όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. Ούτε επιτρέπεται η εισαγωγή εντελώς νέων λόγων ακύρωσης μέσω Αγορεύσεων πέραν εκείνων που έχουν καταγραφεί στην αίτηση. Αντικείμενο της διαδικασίας καθορίζεται στη δικογραφία η οποία αποτελεί το δικονομικό μέσο για την έκθεση και προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων. Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται ότι έχουν εγκαταλειφθεί (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019), και των λεχθέντων στις Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924, βλέπε επίσης Υπόθ. Αρ. 107/2017, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος και ειδικά την Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 61/2022, LOUISE GARCIA NYEMB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερ.30/10/24 αναφορικά με τους δικονομικά παραδεκτούς λόγους ακύρωσης). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.

 

Ανεξάρτητα, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση μόνο των λόγων ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης. Η εξέταση της ουσίας της αίτησης ασύλου του Αιτητή, των στοιχείων του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»), των πηγών πληροφόρησης σε σχέση με την χώρα καταγωγής και της έγγραφης μαρτυρίας που προσκομίστηκε από τον Αιτητή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τους λόγους ακύρωσης μη δέουσας έρευνας, αιτιολογίας και πλάνης σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς για μη παροχή σε αυτόν του καθεστώτος πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας και/ή της θεραπείας που ζητείται από το Δικαστήριο για παραχώρηση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας και/ή άπτονται ζητημάτων ουσίας της αίτησης τα οποία το Δικαστήριο εξετάζει συνδυαστικά και/ή στην ολότητα τους.

 

Κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι γεννηθείς στις 28/11/2000 στο Pamol Lobe Estate της Νοτιοδυτικής Περιοχής του Καμερούν, είναι άγαμος και μητρική του γλώσσα είναι τα αγγλικά. Δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και μετέβη αεροπορικώς στην Τουρκία, ενώ αφίχθη παράτυπα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων από την Δημοκρατία περιοχών στις 07/10/18.

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ισχυρίστηκε ότι ήταν εξαιτίας της ανασφάλειας που επικρατεί εκεί με θανάτους και καταστροφές ολόκληρων χωριών και σπιτιών. Ο ίδιος συγκεκριμένα, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το χωριό του όταν έκανε επιδρομή σε αυτό ο στρατός, καίγοντας ολοσχερώς σπίτια και σκοτώνοντας κόσμο. Ο Αιτητής πρόσθεσε ότι δεν ήταν ασφαλής ούτε στις δασικές περιοχές (bushes) όπου κρύβονταν (ερυθρό 6-4 ΔΦ).

 

Κατά τη συνέντευξη επαναβεβαίωσε προσωπικά στοιχεία ότι γεννήθηκε στο Pamolο, Lobe Estate της Νοτιοδυτικής Περιοχής του Καμερούν, στο χωριό Bekora όπου και διέμενε έως την ηλικία των 5 ετών, στη συνέχεια μετέβη στο Chiko όπου και παρέμεινε περί τα 4 έτη (με την οικογένεια από την πλευρά του πατέρα του ερυθρό 36 ΔΦ). Ακολούθως, μετέβη στη Yaounde όπου φοίτησε σε σχολή ποδοσφαίρου. Όπως δήλωσε, όταν ξέσπασε η κρίση επέστρεψε στο χωριό του για διάστημα περί των 2 μηνών προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 40 ΔΦ). Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε άγαμος, ο πατέρας του έχει αποβιώσει και η μητέρα του εξακολουθεί να διαμένει στο χωριό καταγωγής του, το Bekora. Έχει επίσης έναν μεγαλύτερο αδερφό, με τον οποίο εγκατέλειψαν από κοινού την χώρα καταγωγής τους και έφθασαν μαζί στην Δημοκρατία, ενώ κατά τον χρόνο διεξαγωγής της συνέντευξης, ήταν και εκείνος αιτητής ασύλου (ερυθρό 41 ΔΦ). Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα του, υποστήριξε πως ήταν εξαιτίας της πολιτικής αστάθειας και της διαμάχης μεταξύ των γαλλόφωνων και των αγγλόφωνων, εξαιτίας της οποίας ο στρατός του Καμερούν επιτέθηκε στο χωριό του καίγοντας σπίτια και σκοτώνοντας κόσμο (ερυθρό 38 ΔΦ). Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του λειτουργού, απάντησε ότι ο στρατός έκανε επιδρομή στο χωριό του περί τις 15/09/18 και έκαψε και την πατρική του οικία, ενώ ο ίδιος βρισκόταν ήδη στις θαμνώδεις περιοχές (bushes) όπου και κρύβονταν περί τις 2 εβδομάδες. Ερωτηθείς αν του συνέβη οποιοδήποτε άλλο περιστατικό που τον στοχοποίησε προσωπικά, απάντησε αρνητικά και δήλωσε πως έχει τραυματιστεί συναισθηματικά από αυτή την εμπειρία (ερυθρό 36 ΔΦ). Σε ερώτηση του λειτουργού ως προς το εάν θα μπορούσε να μετεγκατασταθεί στην Yaoundé, απάντησε αρνητικά υποστηρίζοντας ότι δε θα είναι ασφαλής εκεί καθώς δεν έχει οποιοδήποτε μέλος της οικογένειάς του εφόσον όλοι επέστρεψαν στο χωριό του όταν ξέσπασε η κρίση και οι αγγλόφωνοι που διαμένουν εκεί υφίστανται κακομεταχείριση (ερυθρό 35 ΔΦ). Κατά την ανάγνωση των πρακτικών της συνέντευξης προς επιβεβαίωση (readback), ο Αιτητής πρόσθεσε πως στοχοποιήθηκε η οικογένειά του λόγω της υποστήριξης που παρείχε η μητέρα του, οικονομικά και ηθικά, στους αγγλόφωνους μαχητές. Δε γνώριζε περισσότερες λεπτομέρειες καθώς, όπως δήλωσε, όταν επέστρεψε στο χωριό του από την Yaoundé, ο αδερφός του τού είπε πως θα πρέπει να κρυφτούν επειδή αποτελούν στόχο λόγω αυτής της υποστήριξης (ερυθρό 34 ΔΦ).

 

Ο λειτουργός στο πλαίσιο της έκθεσης-εισήγησής του εντόπισε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, κάνοντας αποδεκτούς ως αξιόπιστους τους δύο εξ αυτών, αναφορικά με την ταυτότητα, χώρα/χωριό καταγωγής/τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, καθώς και το ότι εγκατέλειψε τη χώρα του το 2018 εξαιτίας των συνεχιζόμενων συγκρούσεων στη χώρα του. Απέρριψε ωστόσο τον τρίτο ισχυρισμό του Αιτητή αναφορικά με το ότι αυτός επηρεάστηκε προσωπικά από την συνεχιζόμενη κρίση στο Καμερούν καθώς η οικογένειά του στοχοποιήθηκε από τον στρατό του Καμερούν και το σπίτι του κάηκε ολοσχερώς. Κρίθηκε πως δεν ήταν σε θέση να αναπτύξει τον ισχυρισμό του και να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες. Ειδικότερα σημειώθηκε ότι:

- Όταν του ζητήθηκε να περιγράψει λεπτομερώς την υποστήριξη που παρείχε η μητέρα του στους αγγόφωνους μαχητές, εκείνος αποκρίθηκε «μόνο αυτό γνωρίζω, δε γνωρίζω τίποτα περισσότερο» (σε ελεύθερη μετάφραση από «Thats all I know, I dont know any other thing», ερυθρό 34/2Χ ΔΦ)

- Όταν ερωτήθηκε πώς επηρεάστηκε η μητέρα του από αυτή την κατάσταση, απάντησε ότι δε γνωρίζει να της έχει συμβεί οτιδήποτε.

- Ερωτηθείς πότε ξεκίνησε η μητέρα του να παρέχει υποστήριξη στους αυτονομιστές μαχητές και πόσο συχνά το έπραττε αυτό, απάντησε ότι δε γνωρίζει.

- Δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες καταστράφηκε η οικία του και κληθείς να περιγράψει την ημέρα εκείνη, απάντησε ότι δε θυμάται τίποτα γιατί όλοι έτρεχαν να σωθούν.

- Όταν ερωτήθηκε πόσο καιρό παρέμεινε στο χωριό, αρχικά απάντησε «όχι για πολύ. Ούτε καν ένα έτος. Μερικούς μήνες», ενώ κατά την ανάγνωση των πρακτικών προς επαλήθευση, δήλωσε πως παρέμεινε έναν με δύο μήνες το πολύ.

- Απάντησε με αοριστία στην ερώτηση για την ακριβή τοποθεσία της οικίας του στο χωριό, αποφεύγοντας να δώσει συγκεκριμένη απάντηση και  υποστηρίζοντας πως στην πραγματικότητα, δεν πέρασε πολύ χρόνο στο χωριό του και ήταν πολύ μικρός σε ηλικία.

 

Κατά την αξιολόγηση του κινδύνου, ο λειτουργός συνοψίζει ότι ο Αιτητής είναι αγγλόφωνος υπήκοος Καμερούν, ο οποίος εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του το 2018 εξαιτίας των συνεχιζόμενων συγκρούσεων και παραπέμπει σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής του Αιτητή, η οποία βρίσκεται στην Νοτιοδυτική Περιοχή του Καμερούν. Επομένως, ο ισχυρισμός για μη καταγραφή/παράθεση και αξιολόγηση εξωτερικών πηγών πληροφόρησης σε σχέση με την χώρα καταγωγής δεν ευσταθεί. Εμφανώς από το φάκελο και την έκθεση/εισήγηση υπάρχουν τα αναγκαία στοιχεία που αφορούν την δυσμενή κατάσταση ασφαλείας που υπάρχει στον τόπο καταγωγής/γέννησης του Αιτητή, γι’ αυτό τον λόγο διαπιστώνεται ότι υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας να υποστεί μεταχείριση που συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν (ερυθρό 74 ΔΦ). Όμως, ορθώς ο λειτουργός και κατά συνέπεια η αρμόδια αρχή θεώρησε ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή την πόλη Yaoundé (ερυθρό 78 ΔΦ), όπως προκύπτει και από τις ίδιες τις δηλώσεις του. Στο χωριό Bekora, όπως δήλωσε ο Αιτητής, επέστρεψε και διέμεινε περίπου μόνο ένα με δύο μήνες πριν εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ιδιαίτερα σε περίοδο ένοπλων ταραχών. Η δήλωση του ότι ο ίδιος θεωρεί ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του το χωρίο του δεν συνάδει με τα υπόλοιπα στοιχεία της αίτησης του καθότι: (α) έζησε σε αυτό σε πολύ μικρή ηλικία, (β) δεν γνώριζε επαρκείς λεπτομέρειες για το χωριό του, (γ) στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του βρισκόταν στην πόλη Yaoundé που δεν μαστίζεται από ένοπλές ταραχές και/ή δεν υπάρχει έκρυθμη κατάσταση όπως οι Νοτιοδυτικές περιοχές του Καμερούν, (δ) επέστρεψε δε στο χωριό του για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα επουσιώδους σημασίας για να αποκτήσει τέτοιους δεσμούς που να καθιστούν αδύνατη την επιστροφή του στη πόλη Yaoundé.

 

Από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή και των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων, διαπιστώνω ότι δε θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του περί του ότι στοχοποιήθηκε από τις αρχές του Καμερούν με αποτέλεσμα να πυρποληθεί  η οικογενειακή του οικία. Η εν λόγω κατάληξη διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[1], επιβεβαιώνοντας τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα του εμπεριέχει δηλώσεις που δεν θεωρούνται συνεπείς και ευλογοφανείς, ενώ εντοπίζονται σωρεία ελλείψεων των δηλώσεων του κατά την συνέντευξη, κατά τρόπο που να κρίνεται ότι οι ισχυρισμοί του περί στοχοποίησης του να μην αντικατοπτρίζουν βιωματικές συνθήκες, αφού ο Αιτητής απέτυχε δε να παρέχει αναγκαίες και/ή ικανοποιητικές πληροφορίες και οι απαντήσεις που έδωσε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν, χωρίς να θεμελιώνεται η  εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του.

 

Αναφορικά τώρα με τον ισχυρισμό που προέκυψε στα πλαίσια της ενώπιόν μου διαδικασίας, διακρίνω ότι ο Αιτητής διατείνεται  ότι η μητέρα του συνελήφθη από τις αρχές του Καμερούν, κρατήθηκε, ξυλοκοπήθηκε και εν τέλει υπέκυψε στα τραύματά της στις 14/09/21, λόγω του ότι συνεργαζόταν με τους ένοπλους αποσχιστές. Ακολούθως ο Αιτητής προσθέτει ότι λόγω της βοήθειας που παρείχε η μητέρα του στους αποσχιστές, τόσο ο ίδιος όσο και ο αδερφός του καταζητούνται από τις αρχές του Καμερούν από το 2018. Παράλληλα, επί ενίσχυσης της εξωτερικής του αξιοπιστίας ο Αιτητής καταχώρησε δια της συνηγόρου του μέσω ένορκης δήλωσης, τα ακόλουθα έγγραφα:

 

(α) Τεκμήριο 1: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό Ένορκης δήλωσης του δικηγόρου του αδερφού του Αιτητή στο Καμερούν, ημερομηνίας 11/10/21, δια της οποίας ο εκδότης του εγγράφου αναφέρει ότι η μητέρα του Αιτητή συνελήφθη από τις ένοπλες δυνάμεις του Καμερούν στις 29/08/21, ακολούθως τέθηκε υπό κράτηση κατά τη διάρκεια της οποίας έπεσε θύμα απάνθρωπης μεταχείρισης και ξυλοδαρμού, και εν τέλει απεβίωσε στις 14/09/21.

(β) Τεκμήριο 2: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό πιστοποιητικού θανάτου της μητέρας του Αιτητή, το οποίο απέστειλε ο προαναφερθείς δικηγόρος, εκδοθέν στις 05/10/21, το οποίο βεβαιώνει ότι η μητέρα του Αιτητή απεβίωσε στις 14/09/21.

(γ) Τεκμήριο 3: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό Ιατρικής Βεβαίωσης του Νοσοκομείου της Buea, ημερομηνίας έκδοσης 29/09/21, υπογεγραμμένη από ιατρό του νοσοκομείου, η οποία βεβαιώνει ότι ο η μητέρα του Αιτητή απεβίωσε στις 14/09/21 κατόπιν ξυλοδαρμού.

(δ) Τεκμήριο 4: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό εντάλματος αναζήτησης που εκκρεμεί από το 2018 εναντίον πολλών προσώπων, ανάμεσά τους καταγράφεται και το όνομα του Αιτητή, ο αδερφός του και η μητέρα τους, με την κατηγορία ότι συμμετείχαν σε κίνημα που δρούσε κατά της κυβέρνησης του Καμερούν και το οποίο φέρεται να εξασφάλισε ο δικηγόρος τους από την αστυνομία της Yaounde.

(ε) Τεκμήριο 5: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό εφημερίδας του Καμερούν, στο οποίο αναγράφεται η σύλληψη, τα βασανιστήρια και ο θάνατός της της μητέρας του Αιτητή, καθώς επίσης ότι ο ίδιος και ο αδερφός του θεωρούνται «αγγλόφωνοι αποσχιστές» και θα αντιμετωπίσουν την θανατική ποινή σε περίπτωση που συλληφθούν. Το εν λόγω τεκμήριο φέρεται να απέστειλε φίλος του αδερφού του.

(στ) Τεκμήριο 6: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό της εισαγωγικής σελίδας, στην εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης (Facebook), της οργάνωσης «Oroko Pillars», ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο που παρέχει στήριξη σε άτομα που προέρχονται από τις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και αναζητούν άσυλο.

(ζ) Τεκμήριο 7: Αντίγραφο Επιστολής ημερομηνίας 28/07/21 του ανωτέρω οργανισμού (“Oroko Pillars”) προς την Υπηρεσία Ασύλου της Δημοκρατίας, στην οποία επεξηγείται ιστορικά η κρίση στο Καμερούν και οι παραβιάσεις των δικαιωμάτων των αγγλόφωνων, στηρίζοντας το αίτημα του Αιτητή και του αδερφού του. Ο Αιτητής σημειώνει πως η εν λόγω επιστολή είχε αποσταλεί απευθείας στην Υπηρεσία Ασύλου μετά το πέρας της συνέντευξης του Αιτητή, ωστόσο, εξ όσων γνωρίζει, δε βρίσκεται εντός του διοικητικού φακέλου.

 

Επί των πιο πάνω εγγράφων, κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου αντεξέταση από τους Καθ΄ ων η αίτηση στις 18/06/24, σε ερώτηση για το πότε ο Αιτητής έλαβε τα εν λόγω έγγραφα, δήλωσε ότι τα έλαβε μετά την απόρριψη του αιτήματός του. Ως προς το πρόσωπο που του έστειλε τα υπό εξέταση έγγραφα, πρόβαλε ότι, όταν συνέβησαν τα περιγραφόμενα περιστατικά, ενημερώθηκε ο ίδιος μέσω whats app από ένα φίλο του ότι η μητέρα του είχε συλληφθεί και στη συνέχεια ενημέρωσε τον μεγαλύτερο αδερφό του, ο οποίος επικοινώνησε με το δικηγόρο ο οποίος προέβη σε έρευνα αναφορικά με τη μητέρα τους. Ως προς τον τρόπο που περιήλθαν στην κατοχή του τα εν λόγω έγγραφα, απάντησε ότι πιστεύει ότι τα έλαβε ο αδερφός του μέσω διαδικτύου. Ζητηθείς να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο έλαβε ο αδερφός του τα προσκομισθέντα έγγραφα, απάντησε ότι μίλησε με τον αδερφό του και εκείνος έκανε όλα όσα έπρεπε, τονίζοντας ότι όταν συνέβησαν τα υπό εξέταση περιστατικά, εκείνος ήταν 17 χρονών. Κληθείς να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο περιήλθε στη γνώση του ο θάνατος της μητέρας του, δήλωσε ότι έλαβε ένα μήνυμα από το φίλο του μέσω What’s app. Ως προς τη διάρκεια της έρευνας του δικηγόρου που προσέλαβε ο αδερφός του, επέδειξε άγνοια. Ως προς το προσκομισθέν ένταλμα αναζήτησής του από τις αρχές του 2018, ο Αιτητής δήλωσε ότι βρίσκεται σε ισχύ. Κληθείς να αποσαφηνίσει τις δηλώσεις του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν πιστεύει ότι αν η κυβέρνηση θα ανακαλέσει το ένταλμα γιατί η μητέρα του εργαζόταν με τους αποσχιστές. Ερωτηθείς εάν συνελήφθη κάποιο από τα αναφερόμενα στο ένταλμα πρόσωπα, ο Αιτητής επέδειξε άγνοια. Ως προς το εάν έλαβε κάποια βοήθεια από την «Oroko Pillars»  o Αιτητής απάντησε ότι έλαβε τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε στην Υπηρεσία Ασύλου. Ερωτηθείς εάν ο εν λόγω οργανισμός θα μπορούσε να τον βοηθήσει με κάποιο άλλο τρόπο, ο Αιτητής επέδειξε άγνοια. Δια της συμπληρωματικής απαντητικής της αγόρευσης, η συνήγορός του Αιτητή προωθεί ότι η μητέρα του συνελήφθη από τις αρχές του Καμερούν, κρατήθηκε, ξυλοκοπήθηκε και εν τέλει απεβίωσε στις 14/09/2021, λόγω δε της στοχοποίησής της, έχουν πλέον στοχοποιηθεί τόσο ο Αιτητής όσο και ο αδερφός του, πλην όμως το ένταλμα αναζήτησης που ο Αιτητής προσκόμισε, βρίσκεται σε ισχύ από το 2018 μέχρι και σήμερα.

 

Προτού το Δικαστήριο προχωρήσει σε αξιολόγηση των προσκομισθέντων εγγράφων του Αιτητή σε συνάρτηση με τα όσα έχουν λεχθεί κατά την συνέντευξη κρίνεται εκ προοιμίου ότι οι δηλώσεις και οι απαντήσεις του κατά την αντεξέταση από τους Καθ΄ ων η αίτηση σε σχέση με τον τρόπο εξασφάλισης τους δεν ήτο ικανοποιητικές, ήτο ελλιπείς και κρίνονται μη ευλογοφανείς. Κρίνονται ως μη αληθοφανείς οι δηλώσεις του ότι ενημερώθηκε ο ίδιος μέσω whats app από (γενικά) ένα φίλο του  ενώ στην ένορκη του δήλωση καταγράφεται ότι ενημερώθηκε από συμπολίτες του - ότι η μητέρα του είχε συλληφθεί και στη συνέχεια αυτός ενημέρωσε τον μεγαλύτερο αδερφό του, ο οποίος μετά επικοινώνησε με το δικηγόρο ο οποίος προέβη σε έρευνα αναφορικά με τη μητέρα τους. Από τις απαντήσεις του και/ή τις δηλώσεις του προκύπτει ότι ο Αιτητής προσπάθησε να θεμελιώσει την εσωτερική του αναξιοπιστία στηριζόμενος αποκλειστικά στο περιεχόμενο των προσκομισθέντων εγγράφων. Ούτε η εικόνα που παρουσίασε κατά την διάρκεια αντεξέτασης του έπεισε το Δικαστήριο για την ειλικρίνεια και την εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του, καθότι οι απαντήσεις του ήταν σύντομες, ελλιπείς, χωρίς επαρκείς λεπτομέρειες. Ούτε έδωσε την εντύπωση στο Δικαστήριο ότι πρόκειται για πρόσωπο που βίωσε περιστατικά δίωξης ή σοβαρής βλάβης.

 

Αρχικά, ως προς την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή περί του ότι η μητέρα του συνεργαζόταν για τους ένοπλους μαχητές, καθίσταται σαφές από τις απαντήσεις του κατά την συνέντευξη ότι δεν γνώριζε οτιδήποτε σε σχέση με την υποστήριξη της μητέρας του προς του μαχητές (ερυθρό 34/2Χ ΔΦ). Συνεπώς, εφόσον κρίθηκε καθόλα ελλιπής στις δηλώσεις του, δεν μπορεί να θεμελιώσει εσωτερική αξιοπιστία στηριζόμενος μόνο σε έγγραφα που αποτελούν μόνο ενισχυτικά στοιχεία του αιτήματος διεθνούς προστασίας. Ως προς τις δηλώσεις του περί του η μητέρα του ότι συνελήφθη και δολοφονήθηκε στις 14/09/21 από τις αρχές του Καμερούν, ομοίως, αποτελεί καινοφανή ισχυρισμό οποίος με τον τρόπο που έχει παρουσιάστει από τον Αιτητή και το μέσο που το έχει πληροφορηθεί εγείρει σοβαρές αμφιβολίες ως προς την αληθοφάνεια του ως καταγράφεται ανωτέρω. Ανεπαρκής κρίνεται και στις δηλώσεις του κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία ως προς το ότι καταζητείται από τις αρχές του Καμερούν και εκκρεμεί εις βάρος του ένταλμα αναζήτησης από το 2018 – δεδομένης και της πιο κάτω αξιολόγησης που αφορά το σχετικό έγγραφο που τον καθιστά και εξωτερικά αναξιόπιστο (βλέπε κατωτέρω ανάλυση).Ως εκ των ανωτέρω, καταλήγω ότι η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή, επί ισχυρισμών και δηλώσεων που συνδέονται μεταξύ τους και αφορούν προσωπική στοχοποίηση της οικογένειας και του ιδίου του Αιτητή λόγω υποστήριξης σε αποσχισθέντες μαχητές δεν τεκμηριώνεται λόγω ανεπάρκειας πληροφοριών, λεπτομέρειας και συνοχής.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των πιο πάνω ισχυρισμών και δηλώσεων σε συνάρτηση με τα έγγραφα που κατατέθηκαν το Δικαστήριο, στα πλαίσια των εξουσιών του[2], προβαίνει σε αξιολόγηση τους (με βάση τη νομολογία και τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο) τόσο σε συνάρτηση με τα ευρήματα της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού όσο και το περιεχόμενο/συμβατότητας τους με τις δηλώσεις του Αιτητή κατά την συνέντευξη και την αντεξέταση. Λαμβάνονται, επίσης, δεόντως υπόψη (α) η συνάφειά τους με το αίτημα ασύλου, (β) η ύπαρξη του τύπου εγγράφων σύμφωνα με τις γενικές πληροφορίες της χώρας καταγωγής, (γ) ακρίβεια/λεπτομέρειες των εγγράφων, (δ)  εάν αποτελούν άμεση μαρτυρία ενός ουσιώδους πραγματικού περιστατικού, (ε) τον τύπο/τυποποιημένη μορφή ως προς την αξιολόγηση της γνησιότητάς/αυθεντικότητας τους, (στ) τη φύση των εγγράφων - πρωτότυπη μορφή ή αντίγραφο, και (ζ) τον συντάκτη τους[3]. Η αξιολόγηση της ενισχυτικής αξίας των εγγράφων που ο Αιτητής προσκόμισε, αρχικά θα πρέπει να αναφερθεί ότι στο σχετικό εγχειρίδιο της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.106-108, αναφέρονται τα εξής σε σχέση με τη γνησιότητα και την αξιολόγηση της ενισχυτικής τους αξίας:

 

«Το ιρλανδικό Court of Appeal έχει αποφανθεί ότι οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων δεν υπέχουν γενική υποχρέωση διερεύνησης της γνησιότητας των εγγράφων. Αναφέρει τα εξής:

«[…] ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων δεν υποχρεούται κατά γενικό κανόνα να διενεργήσει ο ίδιος έρευνες για να πιστοποιήσει τη γνησιότητα ενός εγγράφου το οποίο επικαλείται αιτών διεθνή προστασία, παρότι ενδέχεται να συντρέχουν ειδικές περιστάσεις υπό τις οποίες αυτό να είναι όντως αναγκαίο. Παρότι προκύπτει σαφώς από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Singh κατά Βελγίου [ΕΔΔΑ, ημ.02/10/12, προσφυγή αρ.33210/11] ότι τα συμβαλλόμενα κράτη ενδέχεται να υπέχουν τέτοιου είδους υποχρέωση σε συγκεκριμένες υποθέσεις στις οποίες η γνησιότητα των εγγράφων είναι κρίσιμης σημασίας και οι συνέπειες για τους προσφεύγοντες είναι δυνητικά σοβαρές, δεν υφίσταται, ωστόσο, σχετικός γενικός κανόνας (319)".

[….]

Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι' αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.

Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.

[…]

Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης. Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες».

 

Μετά από έρευνα του Δικαστηρίου εντοπίστηκαν πληροφορίες οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι άμαχοι έχουν κατηγορηθεί για διασυνδέσεις με αυτονομιστές και αυτό φέρεται να οδήγησε σε αντίποινα από τις κυβερνητικές δυνάμεις.[4] Τον 2ο/2024, το R2P περιέγραψε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν διαπράξει «εξωδικαστικούς φόνους και εκτεταμένη σεξουαλική και έμφυλη βία, έκαψαν αγγλόφωνα χωριά και υπέβαλαν άτομα ύποπτα για δεσμούς με αυτονομιστές σε αυθαίρετη κράτηση, βασανιστήρια και κακομεταχείριση» κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης.[5] Σε έκθεση που καλύπτει τον 07ο-09ο/2023, σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές του Καμερούν από το Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Δημοκρατία στην Αφρική (CHRDA) επιβεβαίωσε ότι οι κρατικές δυνάμεις του Καμερούν έχουν «αυξήσει την καταστολή» σε «οιονδήποτε ύποπτο για διασυνδέσεις με αυτονομιστές», γεγονός που οδήγησε σε «καταχρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των εξωδικαστικών φόνων, στοχευμένων εκτελέσεων, αυθαίρετων συλλήψεων, κρατήσεων, εμπρησμό, καταστροφή περιουσίας».[6] Η δε ομάδα έρευνας για τις συγκρούσεις του Καμερούν στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης ανέφερε τον 6ο/2023 ότι η κράτηση μελών της οικογένειας φερόμενων αυτονομιστών μαχητών, συγκεκριμένα συζύγων, είχε γίνει «ανησυχητική τάση»: «το υποτιθέμενο «έγκλημα»  για το οποίο κατηγορούνται αυτά τα μέλη της οικογένειας είναι η συγγένεια με κάποιον ύποπτο» κατηγορία που δεν ερείδεται στο Νόμο.[7] Συνεπώς, στη βάση των ανωτέρω δηλώσεων, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις του Αιτητή περί στοχοποίησης μελών οικογενείας αγγλόφωνων καμερουνέζων βρίσκουν έρεισμα σε διαθέσιμες πληροφορίες, αυτό, όμως, δεν αρκεί από μόνο του για να τεκμηριωθεί αίτημα διεθνούς προστασίας.

 

Προχωρώντας και σε αξιολόγηση της ενισχυτικής αξίας των προσκομισθέντων εγγράφων που αφορά τα Τεκμήρια 1-3 καταλήγω στα εξής συμπεράσματα:

(α) Τεκμήριο 1: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό Ένορκης Δήλωσης του δικηγόρου του αδερφού του Αιτητή στο Καμερούν, ημερομηνίας 11/10/21, δια της οποίας ο εκδότης του εγγράφου αναφέρει ότι η μητέρα του Αιτητή συνελήφθη από τις ένοπλες δυνάμεις του Καμερούν στις 29/08/21, ακολούθως τέθηκε υπό κράτηση κατά τη διάρκεια της οποίας έπεσε θύμα απάνθρωπης μεταχείρισης και ξυλοδαρμού, και εν τέλει απεβίωσε στις 14/09/21. Το περιεχόμενο της κατ΄ ισχυρισμό Ένορκης Δήλωσης δεν μπορεί να ενισχύσει την εσωτερική κριθείσα αναξιοπιστία του Αιτητή αφού αυτός στηρίχθηκε αποκλειστικά σε αυτή για να θεμελιώσει τον ισχυρισμό του. Η αυθεντικότητα/γνησιότητα αυτής δεν είναι εφικτό να εξακριβωθεί μέσω του συντάκτη της, το περιεχόμενο της και μόνο δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για τεκμηρίωση των ισχυρισμών του Αιτητή οι οποίοι έχουν κριθεί ως εσωτερικά αναξιόπιστοι.

(β) Τεκμήριο 2: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό πιστοποιητικού θανάτου της μητέρας του Αιτητή, το οποίο απέστειλε ο προαναφερθείς δικηγόρος, εκδοθέν στις 05/10/21. Χωρίς βέβαια να μπορεί να αξιολογηθεί η αυθεντικότητα του δεν προσφέρει οτιδήποτε αναφορικά με τις συνθήκες θανάτου του εν λόγω προσώπου (παρά μόνο ότι εκδόθηκε σύμφωνα με “Medical Death Attestation”),  χωρίς να καταγράφεται ημερομηνία θανάτου και/ή ούτε εάν συνδέεται με τις δηλώσεις δίωξης ή σοβαρής βλάβης και/ή στοχοποίησης του Αιτητή οι οποίες παρέμειναν και/ή κρίθηκαν ως εσωτερικά αναξιόπιστες. 

(γ) Τεκμήριο 3: Αντίγραφο κατ΄ ισχυρισμό Ιατρικής Βεβαίωσης του Νοσοκομείου της Buea, ημερομηνίας έκδοσης 29/09/21, υπογεγραμμένη από ιατρό του νοσοκομείου, η οποία βεβαιώνει ότι η μητέρα του Αιτητή απεβίωσε στις 14/09/21 κατόπιν ξυλοδαρμού. Ενώ εντοπίζεται ως Νοσηλευτήριο[8] τα στοιχεία επικοινωνίας που αναγράφονται στην επιστολή δεν επαληθεύονται καθότι εντοπίζεται άλλος αριθμός, δεν μπορεί να εξακριβωθεί από τις υφιστάμενες πληροφορίες εάν το πρόσωπο που υπογράφει όντως είναι ιατρός και/ή εάν είναι υπαρκτό πρόσωπο, και οι σύνδεσμοι www.minsante.gov.cm και www.cm-minsante-drh.com που αναγράφονται στο τέλος του κατ΄ ισχυρισμό πιστοποιητικού είναι απενεργοποιημένοι και/ή δεν εντοπίζονται. Επομένως, τα όποια συμπεράσματα του Δικαστηρίου καθίστανται επισφαλή για αποδοχή του περιεχομένου του.

 

Προχωρώντας, τώρα, σε αξιολόγηση της ενισχυτικής αξίας των προσκομισθέντων εγγράφων που αφορά τα Τεκμήρια 6-7 πέραν της μη επαρκούς επεξήγησης από τον Αιτητή μέσω της ένορκής του δήλωσης για το πως ενισχύονται οι ισχυρισμοί του το Δικαστήριο εντόπισε το προφίλ ονόματι «Oroko Pilars» στη σελίδα κοινωνικής δικτύωσης «Facebook», ως το Τεκμήριο 6, ωστόσο, δεν ανευρέθη οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία σχετικά με τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό «Oroko Pillars», ως το Τεκμήριο 7 επί της ένορκης δήλωσης του Αιτητή. Έγινε σχετική αναζήτηση της ιστοσελίδας www.orokopillars.org, η οποία δεν ανευρέθη, στη δε μηχανή αναζήτησης google, δεν εμφανίστηκε κανένα σχετικό αποτέλεσμα. Η διεύθυνση που καταγράφεται στην επιστολή που φέρεται να έχει αποστείλει ο εν λόγω οργανισμός και προκύπτει από το Τεκμήριο 7, εμφανίζεται στον χάρτη σε απροσδιόριστη τοποθεσία στην περιοχή Leeds του Ηνωμένου Βασιλείου[9]. Επομένως, τα όποια συμπεράσματα του Δικαστηρίου καθίστανται επισφαλή για αποδοχή του περιεχομένου τους.   

Ως προς το φερόμενο ένταλμα αναζήτησης του Αιτητή, Τεκμήριο 5 - «Ειδοποίησης για Έρευνα με Ένταλμα» καταρχάς το κείμενο εντάλματος ως η μετάφραση του δεν έχει συνοχή ως προς το λεκτικό και/ή περιγραφή αυτού. Επίσης, το Δικαστήριο προχώρησε σε σχετική έρευνα εκ της οποίας εντόπισε τους γενικούς κανόνες που ισχύουν για τα εντάλματα συλλήψεως στο Καμερούν.  Σύμφωνα, με τον κώδικα Ποινικής Δικονομίας του Καμερούν Νόμος 2005/007 της 27ης Ιουλίου 2005 προβλέπεται:

«Άρθρο 18-(1) Το ένταλμα σύλληψης είναι η εντολή που δίνεται σε αξιωματικό της δικαστικής αστυνομίας να αναζητήσει κατηγορούμενο ή καταδικασθέντα και να τον παραπέμψει ενώπιον μιας από τις δικαστικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 12.

(2) Όταν ο κατηγορούμενος ή ο καταδικασθείς βρίσκεται σε φυγή, ο ανακριτής ή το πρωτοβάθμιο δικαστήριο μπορεί να εκδώσει ένταλμα σύλληψης εναντίον του, εάν το εν λόγω αδίκημα τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή.

(3) Όταν ο κατηγορούμενος ή ο καταδικασθείς διαμένει εκτός της εθνικής επικράτειας και δεν συμμορφώνεται με την κλήση του δικαστηρίου, ο ανακριτής ή το πρωτοβάθμιο μπορεί να επιδικάσει το ένταλμα σύλληψης εάν το αδίκημα τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή τουλάχιστον έξι (6) μηνών ή σε περίπτωση καταδίκης για την ίδια ποινή. Όποιος συλλαμβάνεται δυνάμει εντάλματος σύλληψης παραπέμπεται χωρίς καθυστέρηση ενώπιον του ανακριτή ή του προέδρου του δικαστηρίου που το εξέδωσε.[10]

 

Άρθρο 19 (1) Ο συλληφθείς βάσει εντάλματος σύλληψης οδηγείται χωρίς καθυστέρηση ενώπιον του ανακριτή ή του προέδρου του δικαστηρίου που το εξέδωσε, ο οποίος μπορεί με ένα έγγραφο (‘mainlevée’) να αφεθεί ελεύθερος, εάν (σ.σ. το πρόσωπο αυτό) παρέχει μία από τις εγγυήσεις που προβλέπονται στο αρ. 246 (g).

(2) (α) Σε αντίθετη περίπτωση, οδηγείται αμέσως στη φυλακή που αναγράφεται στο ένταλμα, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

β) Εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την κράτηση του προσώπου αυτού, θα οδηγηθεί για ανάκριση στον ανακριτή ή, κατά περίπτωση, στην επόμενη συνεδρίαση (σ.σ. θα οδηγηθεί ενώπιον)  του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα σύλληψης.

(3) Ο ανακριτής ή το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αποφασίζει για την κράτηση υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 221 και 222.

(4) Εάν το πρόσωπο συλληφθεί εκτός της κατά τόπον αρμοδιότητας του ανακριτή ή του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα, οδηγείται αμέσως ενώπιον του Εισαγγελέα του τόπου σύλληψης, ο οποίος ενημερώνει αμέσως τον ανακριτή ή τον πρόεδρο του δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα για την σύλληψη και ζητά τη μεταφορά του συλληφθέντα.[11]»

 

Το δε Άρθρο 12 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που παραπέμπει στο Άρθρο 18, οι εκδούσες αρχές των ενταλμάτων σύλληψης είναι οι εξής:

«Αρ. 12 […] (2) Ο Ανακριτής μπορεί να εκδώσει κλήτευση, κλητήριο θέσπισμα, ένταλμα έρευνας, ένταλμα σύλληψης, προσωρινό ένταλμα κράτησης και ένταλμα εξαγωγής.

(3) Το πρωτόδικο δικαστήριο μπορεί να εκδώσει κλήτευση, κλητήριο θέσπισμα, ένταλμα έρευνας, ένταλμα σύλληψης, προσωρινό ένταλμα κράτησης, ένταλμα φυλάκισης και ένταλμα εξαγωγής.[12]»

 

Το Μέρος II του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας του Καμερούν, με τίτλο «Δικαστικές διαδικασίες», περιέχει διατάξεις σχετικά με τους διαφορετικούς τύπους εγγράφων που συνιστούν «δικαστικές διαδικασίες». Το Άρθρο 11 έχει ως εξής:

«(1) Η δικαστική διαδικασία μπορεί να περιλαμβάνει ένα έγγραφο με το οποίο ένας δικαστής ή ένα δικαστήριο διατάσσει είτε: - την εμφάνιση ή την προσκόμιση ενός ατόμου ενώπιόν τους· ή - την κράτηση υπόπτου, κατηγορουμένου ή  μάρτυρα που είναι ύποπτος για παρακώληση της αναζήτησης αποδεικτικών στοιχείων· ή - την φυλάκιση ενός καταδικασθέντος· ή - την έρευνα αντικειμένων που είτε χρησιμοποιήθηκαν είτε προμηθεύτηκαν για τη διάπραξη αδικήματος.

(2) Τα ακόλουθα αποτελούν δικαστικές διαδικασίες: κλήτευση, ένταλμα εκ της έδρας, ένταλμα κράτησης, […], ένταλμα έρευνας, ένταλμα σύλληψης και φυλάκιση».[13]

 

Σύμφωνα με το Camerlex.com, την πιο μεγάλη βάση δικαστικών δεδομένων του Καμερούν, η οποία λειτουργεί σε εθελοντική βάση, τα εντάλματα σύλληψης εκδίδονται ως περιγράφονται στα Άρθρα 18-19 του κώδικα Ποινικής Δικονομίας και επιπροσθέτως, αναφέρεται ότι:

«Εάν το άτομο για το οποίο έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης δεν μπορεί να βρεθεί μετά από προσεκτική έρευνα, αντίγραφο του εν λόγω εντάλματος κοινοποιείται στην τελευταία γνωστή κατοικία του ή στον αρχηγό του χωριού ή της περιφέρειας. Συντάσσεται έκθεση των διαδικασιών που εκτελέστηκαν και αποστέλλεται στον συντάκτη της εντολής. Ο αξιωματικός της δικαστικής αστυνομίας που είναι επιφορτισμένος με την εκτέλεση του εντάλματος σύλληψης έχει την έκθεσή του επικυρωμένη από το πρωτότυπο του εντάλματος υπογεγραμμένη είτε από τον προϊστάμενο της διοικητικής περιφέρειας, τον δήμαρχο είτε από τον προϊστάμενο του χωριού ή της περιφέρειας του τόπου κατοικίας ή τελευταία γνωστή κατοικία, και αφήνει ένα αντίγραφο για δημοσίευση[14]

 

Σύμφωνα με έκθεση 9ος/2022 του γερμανικού Γραφείου AA - Federal Foreign Office, δεν υπάρχει κεντρικό μητρώο για εντάλματα σύλληψης στο Καμερούν. Οι άνθρωποι που βρίσκονται στο στόχαστρο τοπικών αρχών μπορούν να διαφύγουν μετακομίζοντας στην πρωτεύουσα ή σε απομακρυσμένα μέρη του Καμερούν. Οι αρχές ασφαλείας μπορούν να αναζητήσουν άτομα σε εθνικό επίπεδο, αλλά αυτό συνήθως δεν συμβαίνει.[15] Σε δε παλαιότερη έκθεση του 2008 από την γερμανική SFH – Schweizerische Flüchtlingshilfe αναφορικά με την αξιολόγηση της αυθεντικότητας ενός εντάλματος σύλληψης, σημειώνεται ως προς την πρόσβαση στα εντάλματα σύλληψης ότι με βάση πληροφορίες από τον Akere Muna, πρώην πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Καμερούν και νυν προέδρου του τμήματος Διεθνούς Διαφάνειας του Καμερούν, οι άνθρωποι κατά των οποίων εκδίδεται ένταλμα σύλληψης ή ένταλμα έρευνας, δεν λαμβάνουν ούτε το πρωτότυπο έγγραφο ούτε αντίγραφό του. Το ένταλμα σύλληψης εμφανίζεται μόνο από την αστυνομία. Όποιος αποφυλακιστεί, ωστόσο, λαμβάνει μια αρχική επιβεβαίωση αποφυλάκισης. Ο νέος κώδικας ποινικής δικονομίας του Καμερούν, ο οποίος ψηφίστηκε τον 6ο/2005 και ισχύει από τον 1ο/2007, ορίζει επίσης ότι πρέπει να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης αλλά να μην παραδοθεί.[16] Εξάλλου, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές, στο Καμερούν κυκλοφορούν ευρέως πλαστά έγγραφα (ταυτότητες, διπλώματα, ποινικά, δικαστικά έγγραφα κ.λπ.)[17]. Στη βάση λοιπόν των ανωτέρω πληροφοριών, το Δικαστήριο κρίνει ότι το εν λόγω έγγραφο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό και/ή δεν ενισχύει την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή καθότι δεν περιέχει αναγκαίες πληροφορίες και εξωτερικά γνωρίσματα, βρίσκεται σε αντίφαση με αριθμό εξωτερικών πηγών για τον τρόπο εξασφάλισης του – σε συνάρτηση βέβαια και την εσωτερική του αναξιοπιστία η οποία δεν τεκμηριώνεται μέσω των ελλιπών δηλώσεων του.

 

Ως προς το Τεκμήριο 4, το οποίο αντίγραφο δημοσιεύματος στην Εφημερίδα του Καμερούν Sun, το Δικαστήριο εντόπισε τον εν λόγω άρθρο στο διαδίκτυο[18]. Σημειώνεται, όμως, ότι οι εγειρόμενοι κατά τη διάρκεια της ενώπιόν μου διαδικασίας ισχυρισμοί του Αιτητή γύρω από το θάνατο της μητέρας του και την από 2018 έκδοση εντάλματος αναζήτησής του εις βάρος του, βασίζονται αποκλειστικά στην παρουσία των προσκομισθέντων πιο πάνω εγγράφων (που δεν έγιναν αποδεκτά ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων) και χωρίς ο Αιτητής να είναι σε θέση να παραθέσει ικανοποιητικές, επαρκείς και στοιχειωδώς παραπέμπουσες σε βιωματικές συνθήκες περιγραφές αναφορικά με τα περιστατικά τα οποία επικαλείται. Σύμφωνα δε με πληροφορίες που δημοσίευσε η  Διεύθυνση Έρευνας του Συμβουλίου Μετανάστευσης και Προσφύγων του Καναδά κατόπιν σχετικής έρευνας, επιβεβαιώνονται οι πληροφορίες περί Καμερουνέζων δημοσιογράφων οι οποίοι έχουν παραποιήσει άρθρα εφημερίδων προκειμένου να υποστηρίξουν τους ισχυρισμούς προσφύγων που έχουν υποβάλει Καμερουνέζοι στο εξωτερικό. Η Global Integrity σημείωσε ότι οι δημοσιογράφοι ασκούν «ψεύτικη δημοσιογραφία» στο Καμερούν, για να βοηθήσουν τους Καμερουνέζους αιτούντες άσυλο στο εξωτερικό. Οι δε εκδότες εφημερίδων δωροδοκούνται από συγγενείς αιτούντων άσυλο για να δημοσιεύσουν άρθρα που «κανονικά» δεν θα πληρούσαν τα βασικά δημοσιογραφικά πρότυπα, όπως ιστορίες για «διώξεις ακτιβιστών» οι οποίες περιλαμβάνουν το όνομα που υποδεικνύεται από το άτομο που πληρώνει τη δωροδοκία. Η Global Integrity αναφέρει ότι οι αιτούντες άσυλο υποβάλλουν ψευδείς ειδήσεις ως αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη των αιτημάτων τους για πολιτικό άσυλο, ενώ προσθέτει ότι οι συγγραφείς αυτών των άρθρων, που επικεντρώνονται σε αιτούντες άσυλο, δεν έχουν καμία εκπαίδευση και είναι ιδιοκτήτες μικρών εφημερίδων, στις οποίες δημοσιεύουν άρθρα έναντι αμοιβής. Η ίδια πηγή αναφέρει ότι «η ποινική συκοφαντική δυσφήμιση χρησιμοποιείται για να επιτεθεί σε δημοσιογράφους που κάνουν λάθη, αλλά, παραδόξως, όχι σε εκείνους που έχουν κολλήσει στη δημοσίευση ιστοριών ασύλου», και «οι εισαγγελείς εστιάζουν το ενδιαφέρον τους σε επικριτές κυβερνητικών αξιωματούχων και βαρόνων εξουσίας». Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο της Quotidien Mutations, η κυβέρνηση δεν ασχολείται με το ζήτημα των ψευδών άρθρων ειδήσεων, ειδικά επειδή δεν υποβάλλονται ποτέ καταγγελίες εναντίον αυτού του είδους των εφημερίδων[19]. Ένα τηλεγράφημα από την πρεσβεία των ΗΠΑ στο Καμερούν συνόψιζε την κατάσταση του ασύλου, αναφέροντας «προκατασκευασμένες αξιώσεις δίωξης» και πρόσθετε ότι στο Καμερούν πωλούνται, συν τις άλλοις, κάρτες μέλους σε «παράνομες» οργανώσεις, άρθρα εφημερίδων, επιστολές από μη δανειοδοτημένα άτομα, πλαστά έγγραφα σχετικά με τη «σύλληψη» ενός πολιτικού κρατουμένου υπογεγραμμένα από πραγματικούς αστυνομικούς, φωτογραφίες υποτιθέμενων πολιτικών κρατουμένων σε κελιά φυλακών με πραγματικούς αστυνομικούς παρόντες, και δικηγόρους και δικαστικούς επιμελητές που συντάσσουν ένορκες βεβαιώσεις ισχυριζόμενες γεγονότα που δεν έχουν ποτέ συμβεί, όπως η πυρπόληση σπιτιών από υποτιθέμενους κυβερνητικούς πράκτορες. Η Πρεσβεία των Η.Π.Α. έχει εντοπίσει άμεσα στοιχεία για όλες αυτές τις ιδιοτελείς δραστηριότητες και πιστεύει ότι οι εν λόγω ενέργειες  είναι δόλιες[20]. Τα αποτελέσματα άλλωστε παλαιότερης αποστολής ανεύρεσης γεγονότων (fact finding mission) της Δανικής Υπηρεσίας Μετανάστευσης, επιβεβαίωσε ότι πλαστογράφηση εγγράφων είναι ένα ιδιαίτερα διαδεδομένο φαινόμενο στο Καμερούν, καθώς γνήσια αντίγραφα πιστοποιητικών γέννησης, ταυτοτήτων, πιστοποιητικά γάμου, εντάλματα σύλληψης και πιστοποιητικά αποφυλάκισης μπορούσαν να αγοραστούν στο δρόμο στο Καμερούν, καθώς η πώληση διαφόρων κενών αντίστοιχων εγγράφων πωλούντο ανοιχτά στην αγορά μπροστά από το ταχυδρομείο της Douala. Σε σχέση με τα άρθρα των εφημερίδων, έρευνα αναφέρει ότι υπήρξαν περιπτώσεις ορισμένων εφημερίδων που τύπωναν ψευδή άρθρα εφημερίδων έναντι χρημάτων. Τέτοια άρθρα συνήθως τυπώνονταν όταν η επίσημη έκδοση της εφημερίδας είχε ήδη τυπωθεί και διανεμηθεί. Η εφημερίδα άλλαζε στη συνέχεια μία σελίδα και έβαζε ένα ψευδές άρθρο αντί για το πρωτότυπο. Αυτά τα ψευδή άρθρα συνήθως περιέγραφαν κάποιον ως καταζητούμενο από τις αρχές λόγω των πολιτικών του δραστηριοτήτων. Τα αιτήματα για την εκτύπωση τέτοιων άρθρων εφημερίδων προέρχονταν από άτομα που σχεδίαζαν να ζητήσουν άσυλο στο εξωτερικό και που ήθελαν να είναι σε θέση να προσκομίσουν έγγραφα που να αποδεικνύουν ότι θα είχαν προβλήματα με τις αρχές εάν επέστρεφαν στο Καμερούν. Οι συντάκτες επιβεβαίωσαν ότι τους ζητήθηκε να δημοσιεύσουν ψευδή άρθρα από άτομα που σκόπευαν να τα χρησιμοποιήσουν για την υποστήριξη αιτήσεων ασύλου[21]. Στη βάση λοιπόν των ανωτέρω πληροφοριών, το Δικαστήριο κρίνει ότι το εν λόγω δημοσίευμα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό και/ή δεν ενισχύει την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή καθότι εξωτερικές πηγές δεικνύουν και/ή οδηγούν σε αμφισβήτηση της αλήθειας του περιεχομένου του δημοσιεύματος, δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η εγκυρότητα του και γενικά ο Αιτητής κρίθηκε εσωτερικά αναξιόπιστος και/ή δεν μπορεί μέσω αυτού του εγγράφου να ανατραπεί η συνολική αναξιοπιστία του Αιτητή.

 

Καθώς η αξιολόγηση αίτησης διεθνούς προστασίας πρέπει να βασίζεται στο σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων[22], μετά από συνολική εξέταση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανέφερε κατά την συνέντευξη, τα όσα ανέφερε κατά την αντεξέταση του κατά την δικαστική διαδικασία, σε συνάρτηση με τα πιο πάνω έγγραφα/στοιχεία κρίνεται ότι το αίτημα του δεν τεκμηριώνεται. Δεν θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών) διότι τα έγγραφα/τεκμήρια που προσκομίστηκαν εκτός της μειωμένης αποδεικτικής τους αξίας, εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες ως προς την αυθεντικότητα/ γνησιότητα και/ή εγκυρότητα τους, ούτε δε μπορούν ως έχει αξιολογηθεί ανωτέρω να ανατρέψουν την γενική εικόνα εσωτερικής αναξιοπιστίας του Αιτητή.  Τα γεγονότα της περίπτωσης του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις του Αιτητή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2022, (Ν.6(Ι)/2000). Ο Αιτητής απέτυχε να καταδείξει τότε αλλά και κατά την δικαστική διαδικασία ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του, υπάρχει κίνδυνος δίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων. Ούτε έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε οι διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα υποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση στοχεύει ειδικά όλους Αγγλόφωνους για σύλληψη, παρενόχληση ή άλλες σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποκλειστικά και μόνο επειδή προέρχονται από τις εν λόγω περιοχές του Καμερούν ή/και είναι Αγγλόφωνοι[23], ως ο ισχυρισμός της συνηγόρου του Αιτητή.

 

Ούτε θεωρώ ότι η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας ως οι πρόνοιες του Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000). Όπως προκύπτει και από την έκθεση/εισήγηση του λειτουργού, παρόλο που δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του, έγινε αξιολόγηση και για τους σκοπούς παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, αφού κρίθηκε αναξιόπιστος σε σχέση με τους ισχυρισμούς του. Ειδικά δε, ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει σχετικής νομολογίας του ΔΕΕ και των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, επιβεβαιώνεται ότι στη χώρα του Αιτητή παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων, αλλά ο ίδιος δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής (ως άμαχος) κατά την επιστροφή του, λόγω της παρουσίας του και μόνο στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει. Από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας προκύπτει ότι η κατάσταση στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας χαρακτηρίζεται από παρατεταμένη ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων του Καμερούν, των ένοπλων αυτονομιστών και πολιτοφυλακών[24].  Επιβεβαιώνεται δε, ότι παρόλο που γενικά στη χώρα υπάρχει έκρυθμη κατάσταση ασφαλείας και σε συγκεκριμένες περιοχές λαμβάνουν χώρα αυξημένα περιστατικά ασφαλείας, στον τόπο συνήθους/τελευταίας διαμονής του Αιτητή αυτά είναι πολύ χαμηλά και ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του εκεί τον εκθέτει σε προσωπικό πραγματικό κίνδυνο βλάβης. Η εν λόγω εικόνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στη Yaounde (όπου το Δικαστήριο θεωρεί ότι ο Αιτητής αναμένεται να επιστρέψει) επιβεβαιώνεται και από ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα από της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Εvent Data Project), η οποία κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους, στην ευρύτερη κεντρική περιφέρεια του Καμερούν, επί της οποίας βρίσκεται η πόλη Yaounde, καταγράφεται μόλις ένα περιστατικό ασφαλείας, μία διαμαρτυρία συγκεκριμένα, η οποία ωστόσο δεν επέφερε κάποια απώλεια[25]. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός αποκλειστικά της πόλης Yaounde, ανέρχεται, σύμφωνα με μετρήσεις του 2025, στουw περίπου 4.854.260 κατοίκους[26]. Συνεπώς, προχωρώντας σε επαναξιολόγηση του κινδύνου που ενδεχομένως ο Αιτητής να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και στον τόπο συνήθους διαμονής του, κρίνεται ότι δεν θα υποβληθεί προσωπικά σε μεταχείριση ισοδυναμούσα με δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Προσαρμόζοντας δε την περίπτωση του Αιτητή υπό την έννοια «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (ως διατυπώθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji C-465/07[27], σκέψεις 39 και 43, καθώς και στην υπόθεση Diakité C-285/12[28], σκέψεις 30 και 31), λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ, το αίτημα του Αιτητή που δεν τεκμηριώθηκε (και/ή κρίθηκε αναξιόπιστος) δεν εγείρονται στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι μπορεί να τύχει συμπληρωματικής προστασίας (υπόθεση Elgafaji C-465/07, σκέψη 39, και υπόθεση Diakité C-285/12, σκέψη 31), καθότι αποτελεί υγιή ενήλικα, χωρίς εξαρτώμενα άτομα, αρτιμελή και χωρίς ενδείξεις ευαλωτότητας, με δυνατότητα να εργαστεί, ο οποίος έχει ήδη φοιτήσει σε σχολείο στην Yaoundé και διέμεινε εκεί για περίπου 8 χρόνια πριν εγκαταλείψει το Καμερούν. Ως εκ τούτου, οι σχετικοί ισχυρισμοί του συνηγόρου του Αιτητή για τους κινδύνους που τυχόν θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του λόγω των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης δεν ευσταθούν.

 

Απορρίπτονται επίσης και οι ισχυρισμοί επί της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης ασύλου του Αιτητή, αφού αυτή διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις διατάξεις του Άρθρου 13, 13Α και 18 περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000), αλλά και με βάση τα κριτήρια και/ή προϋποθέσεις που τηρούνται κατά την εξέταση αίτησης ασύλου. Ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από την λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά τη συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης καθότι διενεργήθηκαν εκτενείς ερωτήσεις, τόσο κλειστού όσο και ανοικτού τύπου όπως επίσης και διευκρινιστικές για να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί στα βιώματα και τις εμπειρίες του, ωστόσο, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με τις απαντήσεις του επαρκώς το αίτημα του. Δεν γίνονται αποδεκτοί ούτε οι γενικοί ισχυρισμοί ότι η απόφαση επιστροφής παραβιάζει την αρχή της μη επαναπροώθησης και/ή των διατάξεων των Άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ. Από τα πιο πάνω στοιχεία της υπόθεσης του Αιτητή εκτιμήθηκε και μετά από αναθεωρημένο έλεγχο του Δικαστηρίου ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής και δη στην πόλη Yaoundé, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, δεν θα αντιμετωπίσει οιαδήποτε μορφής δίωξη, θανατική ποινή, βασανιστήρια ή  άλλη απάνθρωπη ή  εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία. Δεν υποδεικνύονται άλλοι αποδεκτοί ισχυρισμοί που να συναρτώνται με την αρχή της μη επαναπροώθησης, οι οποίοι χρήζουν περαιτέρω εξέτασης εκτός των πλαισίων που αφορούν το αίτημα χορήγησης καθεστώτος πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας. 

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1600 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                         

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/09.

[2]  Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023, (Ν. 73(I)/2018)

[3] EASO, Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.14-15

[4] AI, Joint Declaration: Cameroon's Universal Periodic Review provides an Opportunity to call on the Cameroon Authorities to protect Human Rights in the Anglophone Regions, 13 November 2023, https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2023/11/AFR1774082023ENGLISH.pdf , σελ. 1, R2P, Cameroon, 29 February 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/

[5] R2P, Cameroon, 29 February 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/

[6] 9 CHRDA, The Human Rights Situation Of The North West, South West And Far North Regions Of Cameroon For The Third Quarter (July-September) Of 2023 (Summary Report), 9 December 2023,  https://www.chrda.org/wp-content/uploads/2023/12/THIRD-QUARTER-REPORT-FINAL-COPY.pdf  σελ.27-28

[7] University of Oxford, Cameroon Conflict Human Rights Report 2022/23 - From January 2021 to April 2023, 15 June 2023, https://ohrh.law.ox.ac.uk/wp-content/uploads/2023/06/Cameroon-Conflict-Human-Rights-Report-2022_23.pdf , σελ. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/10/2025)

[8]https://www.google.com/maps/place/REGIONAL+HOSPITAL+BUEA/@4.2448604,8.7078035,8.94z/data=!4m23!1m16!4m15!1m6!1m2!1s0x1061336b5c222f9f:0xe3990a98de8ae174!2sREGIONAL+HOSPITAL+BUEA,+46XP%2BCRV,+Buea,+Cameroon!2m2!1d9.237033!2d4.1486135!1m6!1m2!1s0x10675aaaaaaaaaab:0x7bf2bb3a29164c8b!2sBekora+Barombi,+Aboa,+Cameroon!2m2!1d9.0128926!2d4.8334305!3e0!3m5!1s0x1061336b5c222f9f:0xe3990a98de8ae174!8m2!3d4.1486135!4d9.237033!16s%2Fg%2F11h1m50gcs?authuser=0&entry=ttu&g_ep=EgoyMDI1MTAyMC4wIKXMDSoASAFQAw%3D%3D

[10] Journal Officiel de la République du Cameroun portant Code de Procédure αPénale N°2005/007 27 Juillet 2005, https://www.ilo.org/dyn/natlex/docs/ELECTRONIC/71813/89563/F-236841017/CMR-71813.pdf, (πρόσβ. 20/10/2025).

[11] Έditions JuriAfrica, CODE DE PROCÉDURE PÉNAL AU CAMEROUN, Loi N°2005/007 du 27 Juillet 2005 portant Code de Procédure Pénale, https://www.juriafrica.com/lex/art-19-code-procedure-penal-cameroun-21277.htmn, (πρόσβ. 20/10/2025).

[12] Journal Officiel de la République du Cameroun portant Code de Procédure Pénale N°2005/007 27 Juillet 2005, https://www.ilo.org/dyn/natlex/docs/ELECTRONIC/71813/89563/F-236841017/CMR-71813.pdf (πρόσβ. 20/10/2025).

[13] Cameroon: Criminal Procedure Code, Law N°2005 of 27 July 2005, Part II, Section 11, in UNODC, https://sherloc.unodc.org/cld/uploads/res/document/criminal-procedre-code_html/Cameroon_Criminal_Procedure_Code_2005.pdf (πρόσβ. 20/10/2025).

[14] Camerlex.com, Le mandat d’arret, 26 Décembre 2010, https://www.camerlex.com/le-mandat-d-arret-160/ (πρόσβ. 20/10/2025).

[15] AA - Federal Foreign Office (Germany) (Author): Bericht über die asyl- und abschiebungsrelevante Lage in Kamerun (Stand: September 2022), 22 September 2022 https://media.frag-den-staat.de/files/foi/758362/2022-09-02-lagebericht-asyl-kamerun-ocr.pdf, (πρόσβ. 20/10/2025).

[16] SFH – Schweizerische Flüchtlingshilfe (Author): Überprüfung der Echtheit eines Haftbefehls, 25 September 2008
https://www.ecoi.net/en/file/local/1002649/1504_1228301698_haftbefehl.pdf , (πρόσβ. 20/10/2025).

[18] https://thesunnewspaper.cm/arm-conflict-in-nwsw-families-bleed-over-fate-of-relatives/, (πρόσβ. 20/10/2025).

[19] IRBC, Cameroon: Corruption of journalists; the falsification of newspaper articles for the purpose of refugee claims, 2012, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/de/dokument/1276100.html, (20/10/2025).

[20] American Embassy, Υaoundé, cable to Secretary of State, Washington, DC; Homeland Security Center, Washington, DC; American Embassy, Berlin; AmericanEmbassy, London; American Embassy, Paris, April 2007, Subject: Cameroon—Asylum adjudication challenges (20/10/2025).

[21] The Danish Immigration Service, Fact-finding mission to Cameroon, 2001, https://us.dk/media/stxlaa2p/factfindingmissiontocameroon2001.pdf, (20/10/2025).

[22] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), απόφαση της 24ης Ιουλίου 2009, IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, σκέψη 11, αρχή 4: «Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας πρέπει να γίνεται με βάση την πλήρη εικόνα που διαμορφώνεται από το σύνολο των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων και πληροφοριών, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους».

[23] Country Policy and Information Note Cameroon: Anglophones, έκδοση 2.0, Δεκέμβριος 2020

[24] Amnesty International: With or against us: “People of the North-West region of Cameroon caught between the army, armed separatists and militias”,07/23, επίσης https://timbuktu-institute.org/index.php/toutes-l-actualites/item/1254-cameroon-between-political-negotiations-and-security-challenges, (20/10/2025)

[25] ACLED Explorer, Cameroon, Past Year, https://acleddata.com/platform/explorer, (20/10/2025)

[27]Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/09 C-465/07, MekiElgafaji και NoorElgafaji κατά StaatssecretarisvanJustitie

[28]Απόφαση του ΔΕΕ της 30/01/14 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο