ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπoθ. Αρ.:1285/22
03 Νοεμβρίου 2025
[ Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ν. S. A.
Αιτητής
-και-
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
-------------------
Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά
Αίγλη Κίτσιου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 11/02/2022, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε.
Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο "Α" στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:
Ο Αιτητής είναι υπήκοος Ιράν, κάτοχος διαβατηρίου εκδοθέν από τις αρχές της χώρας καταγωγής του, ο οποίος εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του τον Μάριο 2019 και μέσω Τουρκίας μετέβη στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου από όπου στη συνέχεια διήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυριακή Δημοκρατία περιοχές. Στις 22/03/2019 υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας.
Στις 19/11/2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο - Ε.Υ.Υ.Α (πλέον Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο) και στη συνεχεία, στις 24/11/2021, αρμόδιος λειτουργός συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή. Στις 17/12/2021 συγκεκριμένος λειτουργός δεόντως εξουσιοδοτημένος, από τον Υπουργό Εσωτερικών, να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, εγκρίνοντας την εισήγηση, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή.
Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου μαζί με την αιτιολογία αυτής, η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 11/02/2022 παραλήφθηκε δια χειρός από τον Αιτητή στις 03/03/2022.
Εμπρόθεσμα ο Αιτητής, χωρίς εκπροσώπηση δικηγόρου, καταχώρησε με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή κατά της απορριπτικής απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση, προβάλλοντας πραγματικούς ισχυρισμούς για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και όχι νομικά επιχειρήματα. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής ισχυρίζεται πως δεν μπορεί να επιστρέψει στην χώρα του επειδή έλαβε μέρος σε μια διαδήλωση κατά της κυβέρνησης και σε περίπτωση επιστροφής του θα κινδυνεύσει με θάνατο.
Με τη γραπτή του αγόρευση ο Αιτητής δήλωσε πως το 2012 συλλήφθηκε στην αγορά της Τεχεράνης και αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση ωστόσο κάθε 2 με 3 μήνες τον δίκαζαν στο Δικαστήριο. Ισχυρίστηκε πως δύο φορές τον φυλάκισαν, προσθέτοντας πως στις αρχές του 2018 αποφυλακίστηκε και προσπάθησε να εγκαταλείψει την χώρα. Επιπλέον ο Αιτητής ισχυρίζεται πως παρόλο που ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση στην χώρα του, οι συνθήκες ήταν αποπνικτικές με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να εγκαταλείψει αρχικά ο ίδιος την χώρα και στη συνέχεια η σύζυγος και τα ανήλικα παιδιά τους, οι οποίοι ήρθα στην Κύπρο σε κατοπινό στάδιο, ώστε ως οικογένεια να είναι ασφαλείς. Κατά την διαμονή τους στην Κύπρο, ο υιός του πηγαίνει σχολείο και μαθαίνει την ελληνική γλώσσα. Τέλος, δήλωσε πως επιθυμεί να του δοθεί η δυνατότητα να εργαστεί για να καλύψει τα έξοδα της οικογένειας του και να μορφώσει τα παιδιά του.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση, με την δική της αγόρευση υπεραμύνεται της νομιμότητας και της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Αποτελεί θέση της πως η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στο αρμόδιο όργανο, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και στοιχεία της υπόθεσης και υποστηρίζοντας την επάρκεια της αιτιολογίας αυτής.
Κατά τις διευκρινίσεις ενώπιον του Δικαστηρίου, ο Αιτητής δήλωσε πως έχει κάποια νέα στοιχεία που επιθυμεί να προσκομίσει, εντούτοις δεν τα είχε μαζί του, αλλά ούτε ήταν σε θέση να συγκεκριμενοποιήσει αυτά. Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υιοθέτησαν τον περιεχόμενο της γραπτής τους αγόρευσης και επεσήμαναν πως η διεθνής προστασία δεν μπορεί να αποτελέσει προστασία από την άσκηση ποινικής δίωξης κατά ενός προσώπου παραπέμποντας σε σχετική απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας στην υπ’ αριθμό 1396/23 προσφυγή. Τούτων λεχθέντων το Δικαστήριο επεφύλαξε την απόφασή του.
Σημειώνω για σκοπούς πληρότητας της διαδικασίας, πως εκκρεμούσης της έκδοσης απόφασης στην υπό εξέταση υπόθεση, η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση υπέβαλαν αίτημα για επανάνοιγμα της υπόθεσης, με σκοπό την υποβολή αίτησης για συνεκδίαση της παρούσας προσφυγής με την υπ’ αριθμό 5666/22 προσφυγή, εφόσον διαπιστώθηκε πως εκκρεμούσε ενώπιον Δικαστηρίου υπό άλλη σύνθεση, προσφυγή της συζύγου και των ανήλικων τέκνων του Αιτητή. Το αίτημα για επανάνοιγμα εγκρίθηκε και ακολούθησε στις 11/04/2023 αίτηση για συνεκδίκαση, όπου με την σύμφωνο γνώμη των Αιτητών εκδόθηκε Διάταγμα συνεκδίκασης. Σε κατοπινό στάδιο, και αφού συμπληρώθηκαν οι αγορεύσεις των μερών, το Δικαστήριο έκρινε ορθό και σκόπιμο όπως ακούσει τους Αιτητές (τόσο τον Αιτητή στην παρούσα όσο και τους Αιτητές στη συνεκδικαζόμενη προσφυγή, ήτοι σύζυγο και υιό του Αιτητή ο οποίος εν τω μεταξύ είχε ενηλικιωθεί) υποβάλλοντας τους ερωτήσεις σχετικά με τον πυρήνα του κοινού τους πλέον αιτήματός για διεθνή προστασία. Η υπόθεση αναβλήθηκε αρκετές φορές προς τούτο και εν τέλει στις 09/04/2025 διαπιστώθηκε για πρώτη φορά πως οι Αιτητές στην προσφυγή 5666/22 επέστρεψαν στη χώρα καταγωγής τους, το Ιράν, εφόσον κατά τον Αιτητή, αυτοί δεν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα. Η κ. Κίτσιου για τους Καθ’ ων η αίτηση δήλωσε άγνοια ζητώντας χρόνο να το διερευνήσει. Επανερχόμενη η κ. Κίτσιου δήλωσε στο Δικαστήριο πως όντως οι Αιτητές εντάχθηκαν στο πρόγραμμα οικειοθελούς αναχώρησης λαμβάνοντας έκαστος εξ αυτών σχετικό χρηματικό ποσό, ωστόσο ουδείς ενημέρωσε το Δικαστήριο για αυτήν την εξέλιξη και παραμένει άγνωστο πως αναχώρησαν από τη χώρα μας εκκρεμούσης της προσφυγής τους. Σε κάθε περίπτωση, οι προσφυγές αποσυνέδθηκαν με αποτέλεσμα να παραμένει προς εκδίκαση μόνο η προσφυγή του Αιτητή.
Δεδομένου ότι το Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018 κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που αυτός προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας.
Κατά την καταγραφή της αίτησης του, ο Αιτητής περιορίστηκε να δηλώσει πως αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του λόγω προβλημάτων που αντιμετωπίζει στη χώρα καταγωγής του και πως θα τα αναλύσει αργότερα με λεπτομέρειες.
Κατά την συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου δήλωσε, στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησης του, αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, πως στις 3 Οκτωβρίου 2012 ενώ είχε μεταβεί για να αγοράσει κάποια είδη για την επιχείρηση του στην κεντρική αγορά της Τεχεράνης, λάμβανε χώρα διαδήλωση σχετικά με την υποτίμηση του νομίσματος της χώρας. Μετά από πέντε με έξι ημέρες, τρεις άνδρες της υπηρεσίας πληροφοριών, με πολιτικά ρούχα, τον πλησίασαν στο σούπερ-μάρκετ και του ζήτησαν να τους ακολουθήσει. Κρατήθηκε για ένα μήνα σε ένα κτίριο το οποίο δεν γνώριζε. Συνέχισε πως για περίπου 10 με 15 ημέρες τον ανέκριναν σχετικά με την ανωτέρω διαδήλωση αλλά και για το αν είχε συμμετοχή σε κάποιο πολιτικό κόμμα. Όταν αφέθηκε ελεύθερος του είπαν πως κάθε ημέρα πρέπει να παρουσιάζεται στο αστυνομικό τμήμα και να υπογράφει δήλωση παρουσίας στη χώρα. Μετά από 45 ημέρες ο Αιτητής πήγε να ανανεώσει την άδεια της επιχείρησης του, εντούτοις αρνήθηκαν την ανανέωση επειδή εκκρεμούσε υπόθεση εναντίον του. Ο Αιτητής επέστρεψε στην επιχείρηση του όμως συνεχώς δέχονταν ενοχλήσεις που δεν του επέτρεπαν να έχει μια φυσιολογική ζωή. Επεξήγησε πως κάποιες φορές έκλειναν την επιχείρηση του με το πρόσχημα ότι πουλούσε ακατάλληλα γυναικεία ενδύματα. Στις 18 Νοεμβρίου 2014 αιτήθηκε εκ νέου να ανοίξουν την επιχείρηση του, αυτοί αρνήθηκαν και μάλιστα τον συνέλαβαν και τον έβαλαν στην φυλακή. Πρόσθεσε πως κρατήθηκε για 6 μήνες και μια ημέρα στην φυλακή Evin. Ισχυρίστηκε πως κάθε μέρα τρεις με τέσσερις φορές την ημέρα ανακρίνονταν σχετικά με την παρουσία του στην διαδήλωση του 2012 καθώς και σε σχέση με τις πολιτικές του δραστηριότητες. Μετά από έξι μήνες στη φυλακή παραπέμφθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου Behshti και αφότου έδωσε κάποια χαρτιά ως εγγύηση αφέθηκε ελεύθερος το 2015. Εν συνεχεία, δήλωσε πως η υπόθεση του, παρόλο που αφέθηκε ελεύθερος, εκκρεμούσε και πως έλαβαν χώρα τρεις δίκες, δύο το 2016 και μια το 2017. Συνέχισε πως τον Απρίλιο του 2018 φυλακίστηκε εκ νέου. Μετά από 7 μήνες αφέθηκε ελεύθερος αφότου ο πατέρας του πλήρωσε 99 εκατομμύρια rial, λαμβάνοντας πίσω «το χαρτί της εγγύησης». Περαιτέρω, δήλωσε πως και μετά την απελευθέρωση του το 2018 οι οχλήσεις συνεχίστηκαν με αποτέλεσμα να κλείσει την επιχείρηση του και να αλλάξει εργασία. Ανέφερε περαιτέρω πως την 1η Μαρτίου του 2019, ενώ ο ίδιος στέκονταν με τον υιό του στο δρόμο κοντά στο πάρκο του σπιτιού τους ένα αμάξι πέρασε και τους έριξε κάτι που έμοιαζε με οξύ. Ο Αιτητής κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία και κατά την διαμονή του στην Κύπρο ισχυρίστηκε πως του έστειλαν να πάει στο αστυνομικό τμήμα για να δώσει περισσότερες πληροφορίες. Κατά δήλωσή του αυτό το περιστατικό τον ώθησε να εκκινήσει τις διαδικασίες για να εγκαταλείψει την χώρα. Ερωτηθείς εάν υπήρξε κάποια εξέλιξη από την έξοδο του από την χώρα σχετικά με τα ανωτέρω περιστατικά δήλωσε πως συνεχίζουν να καλούν τον πατέρα του και να ρωτούν για τον Αιτητή.
Ερωτηθείς σχετικά με το τι πιστεύει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του δήλωσε πως φοβάται ότι θα συλληφθεί και πως ένιωθε μεγάλο στρες κατά την διαμονή του στην χώρα εξαιτίας όσων πέρασε.
Κληθείς να αναφερθεί περαιτέρω για την διαδήλωση στην οποία ήταν κατά τύχη παρών στις 03 Οκτωβρίου 2012, ο Αιτητής δήλωσε πως ο ίδιος δεν συμμετείχε στην εν λόγω διαδήλωση απλά στέκονταν εκεί και κοιτούσε. Αναφέρθηκε στο χρόνο και στον τόπο όπου έλαβε χώρα η διαδήλωση και στο λόγο για τον οποίο έγινε. Δήλωσε ότι έμεινε εκεί για δύο με τρεις ώρες και μετά επέστρεψε πίσω καθώς και ότι οι διαδηλωτές ήταν αμέτρητοι. Περαιτέρω τέθηκαν σε αυτόν διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με τις συνθήκες σύλληψης του την πρώτη φορά, τον τρόπο με τον οποίο τον προσέγγισαν τρεις άνδρες της υπηρεσίας πληροφοριών καθώς επίσης κλήθηκε να περιγράψει τα άτομα που τον συνέλαβαν και την μεταφορά του στο κτίριο που κρατήθηκε για περίπου ένα μήνα. Κληθείς να περιγράψει τι του είπαν κατά την ανάκριση δήλωσε πως τον ρώτησαν για την παρουσία του στην διαδήλωση, για το εάν έχει συμμετοχή σε κάποιο κόμμα και για το εάν δουλεύει για κάποιο κόμμα ή άτομο και πως του έδειξαν μια φωτογραφία στην οποία απεικονίζονταν ο ίδιος κατά τη διαδήλωση. Συνέχισε πως κάθε φορά υποβάλλονταν στις ίδιες ερωτήσεις και πως δεν γνωρίζει πως κατάφεραν να τον ταυτοποιήσουν ενώ υπήρχαν τόσα άτομα στην διαδήλωση. Επεξήγησε σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες αφέθηκε ελεύθερος πως σε αυτό συνέβαλε ο πατέρας του και πως άφησαν ως εγγύηση τους τίτλους ιδιοκτησίας της οικίας της θείας του. Αναφορικά με τις οχλήσεις στο μαγαζί του, δήλωσε πως δεν γνωρίζει από ποιους προέρχονταν και πως προσπαθούσαν να του κλείσουν το μαγαζί του. Ως προς την σύλληψη του στις 18 Μαρτίου 2014 ισχυρίστηκε πως συνελήφθη έξω από το μαγαζί του. Δήλωσε, ακόμη, πως ο λόγος για τον οποίο συνελήφθη ήταν εξαιτίας της διαδήλωσης του 2012. Δεν γνωρίζει για ποιο λόγο είχε στοχοποιηθεί τόσο έντονα από τις αρχές. Όταν εξέτισε την ποινή των έξι μηνών και μιας ημέρας αφέθηκε ελεύθερος και μετά η υπόθεση του παραπέμφθηκε στο Δικαστήριο. Επεξήγησε ότι δεν του επετράπη να έχει δικηγόρο ενώ ο πατέρας του ήθελε να διορίσει κάποιον συνήγορο. Ο Αιτητής απάντησε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με τις τρεις δίκες στις οποίες ως δήλωσε παραπέμφθηκε. Δήλωσε πως και στις δύο δίκες οι ερωτήσεις που του τέθηκαν αφορούσαν την ανωτέρω διαδήλωση και πως στην τελευταία δίκη του επέβαλαν ως ποινή την καταβολή των 99 εκατομμυρίων ριαλ εξαιτίας της συμμετοχής του στην ανωτέρω διαδήλωση. Επεξήγησε πως το 2018 φυλακίστηκε για δεύτερη φορά στις φυλακές Evin επειδή δεν κατέβαλε το ανωτέρω ποσό που του επιβλήθηκε. Όταν ο πατέρας του βρήκε τα χρήματα και κατέβαλε το ποσό αφέθηκε ελεύθερος. Κληθείς να αποκριθεί πως κατάφερε να εγκαταλείψει την χώρα με διαβατήριο και visa ενώ ως δήλωσε η υπόθεση του εκκρεμούσε, ο Αιτητής ανέφερε πως πήγε στην Τουρκία και γύρισε πίσω ώστε να βεβαιωθεί ότι δεν ήταν σε λίστα απαγόρευσης εξόδου από την χώρα.
Προς επίρρωση των ισχυρισμών του ο Αιτητής παρουσίασε προς την Υπηρεσία Ασύλου, διάφορα έγγραφα, όπως i) αντίγραφο διαβατηρίου του ίδιου, της συζύγου του, και του τέκνου του, ii) Αντίγραφο ιρανικής ταυτότητας του ιδίου, της συζύγου και του τέκνου τους, iii) Αντίγραφο της άδειας της επιχείρησης του στο Ιράν, iv) Αντίγραφο του ασφαλιστηρίου της επιχείρησης του, v) Αντίγραφο κάρτας που αναφέρει πως ο Αιτητής συμμετείχε σε έκθεση ενδυμάτων στο Ιράν, vi) Αντίγραφο εγγράφου που καταγράφει πως ο Αιτητής είναι ειδικός στα ενδύματα/ρούχα,vii) Αντίγραφο της άδειας του καταστήματος του, viii) Αντίγραφο εγγράφου το οποίο αναφέρει πως ο Αιτητής καταδικάστηκε στο Ιράν, ix) Αντίγραφο εγγράφου το οποίο αναφέρει πως ο Αιτητής πήγαινε κάθε μέρα και υπέγραφε στο αστυνομικό τμήμα, x) Αντίγραφο εγγράφου το οποίο βεβαιώνει πως ο Αιτητής ήταν στην φυλακή Evin, xi) Αντίγραφο εγγράφου που βεβαιώνει ότι εκκρεμεί εναντίον του νομική υπόθεση στο Ιράν, xii) Αντίγραφο δικαστικού εγγράφου που αναφέρει πως ο Αιτητής απελευθερώθηκε από τη φυλακή το 2018, xii) Αντίγραφο της καταγγελίας που υπέβαλε στην αστυνομία σχετικά με το περιστατικό όπου κάποιοι έριξαν κάτι σε αυτόν και xiii) Αντίγραφο εγγράφου το οποίο βεβαιώνει ότι ο Αιτητής κλήθηκε να μεταβεί στο αστυνομικό τμήμα ώστε να αναπτύξει περαιτέρω το ως άνω περιστατικό.
Τέλος, του τέθηκαν ερωτήσεις σχετικά με τα έγγραφα που προσκόμισε. Ειδικότερα κλήθηκε να αναφέρει πως απέκτησε τα έγγραφα που πιστοποιούν ότι εκκρεμεί υπόθεση εναντίον του, με τον ίδιο να δηλώνει πως το ένα το πήρε ο ίδιος όταν πήγε στην αστυνομία, και το άλλο του το έστειλαν με ταχυδρομείο. Επεξήγησε ότι η σύζυγός του συγκέντρωσε όλα τα έγγραφα και τα έφερε μαζί της ερχόμενη στην Κύπρο. Ερωτηθείς πως απέκτησε το έγγραφο απόλυσης του από την φυλακή Evin, δήλωσε πως όταν βγήκε από την φυλακή του το έδωσαν. Στην συνέχεια δήλωσε πως το έγγραφο ότι έχει καταδικαστεί στο Ιράν το πήρε ο ίδιος από την αστυνομία.
Οι Καθ’ ων η αίτηση διήκριναν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: έναν αναφορικά με τα στοιχεία ταυτότητας και την χώρα καταγωγής του και έναν δεύτερο αναφορικά με το ότι ο αιτητής συνελήφθη και στοχοποιήθηκε από τις ιρανικές μυστικές υπηρεσίες καθώς τυχαία ήταν παρών σε μια διαδήλωση.
Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή, αυτός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος. Ειδικότερα κρίθηκε πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με λεπτομέρεια, σαφήνεια και συνεκτικότητα την παρουσία του στην επίμαχη διαδήλωση, τα άτομα/πλήθος που ήταν στην εν λόγω διαδήλωση καθώς και περιγράψει τον περιβάλλοντα χώρο και τι ακριβώς είδε κατά την παρουσία του εκεί. Εξίσου ως αόριστες κρίθηκαν οι δηλώσεις του όταν κλήθηκε να περιγράψει πως τον προσέγγισαν τα άτομα των μυστικών υπηρεσιών ούτε όμως κατάφερε να δώσει μια λεπτομερή περιγραφή των ανωτέρω προσώπων αλλά και του σήματος που του επέδειξαν προκειμένου να τους ακολουθήσει. Περαιτέρω, κρίθηκαν ως γενικόλογες οι δηλώσεις του σχετικά με τις συνθήκες ανάκρισης του και το περιεχόμενο αυτών. Επιπλέον κρίθηκε πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει τον λόγο τον οποίο ο ίδιος συγκεκριμένα ανακρίθηκε τόσο επίμονα από την στιγμή που δεν ήταν πολιτικά ενεργός στο Ιράν με δεδομένο ότι βρέθηκε τυχαία στην διαδήλωση. Επισημάνθηκε πως όταν κλήθηκε να αναφέρει πως ταυτοποιήθηκε από τις αρχές ενώ οι διαδηλωτές ήταν αμέτρητοι, δήλωσε αόριστα πως δεν γνωρίζει. Αναφορικά με τις οχλήσεις που δήλωσε ότι δεχόταν στο μαγαζί του μετά την απελευθέρωση και ανάκριση του, κρίθηκε πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να συγκεκριμενοποιήσει τις ανωτέρω οχλήσεις ως προς το είδος, περιεχόμενο και τρόπο που προσεγγίστηκε καθώς και να προσδιορίσει την ταυτότητα των ανθρώπων από τους οποίους δεχόταν ενοχλήσεις. Επιπρόσθετα, ως γενικόλογα αξιολογήθηκαν όσα ο Αιτητής δήλωσε σε σχέση με τις δύο φορές που φυλακίστηκε. Κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση πως ο Αιτητής δεν μπορούσε να περιγράψει το περιεχόμενο των ανακρίσεων κατά την φυλάκιση του τον Μάρτιο του 2014, ισχυριζόμενος πως του έθεταν συνεχώς τις ίδιες ερωτήσεις αλλά ούτε ήταν σε θέση να περιγράψει με επάρκεια πληροφοριών το κελί όπου κρατήθηκε αλλά και την καθημερινότητα του στην φυλακή. Εξίσου γενικόλογες υπήρξαν και οι περιγραφές του ως προς τις συνθήκες σύλληψης αλλά και φυλάκισης του κατά την δεύτερη φορά που κρατήθηκε στην φυλακή. Επισημάνθηκε δε, πως ο Αιτητής δεν μπορούσε να τεκμηριώσει το κίνητρο πίσω από τις συλλήψεις του ενώ ερωτήθηκε πολλές φορές σχετικά με αυτό. Έλλειψη συνεκτικότητας και πληροφοριών παρουσιάζουν οι δηλώσεις του σε σχέση με τις νομικές διαδικασίες εναντίον του καθώς και όσα δήλωσε αναφορικά με τις δίκες στις οποίες κατ΄ισχυρισμό παρουσιάστηκε. Κατά τους Καθ’ων η αίτηση, ο Αιτητής μπορούσε να θυμηθεί τα έτη που αυτές οι δίκες έλαβαν χώρα, ωστόσο δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με ακρίβεια τι συνέβη σε αυτές, επαναλαμβάνοντας ότι του έθεταν τις ίδιες ερωτήσεις αναφορικά με την παρουσία του στην διαδήλωση του 2012 και πως στο τέλος του επιβλήθηκε να καταβάλλει το ποσό των 99 εκατομ. ριάλ λόγω της παρουσίας του στην ανωτέρω διαδήλωση. Περαιτέρω, οι Καθ΄ων η αίτηση έκριναν πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να παραθέσει συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τον ισχυρισμό του πως μετά την απελευθέρωση του το 2018 οι οχλήσεις έγιναν πιο σκληρές. Ως προς την αφήγηση του σε σχέση με το περιστατικό στο πάρκο όπου άγνωστοι άνδρες έριξαν κάποιου είδους οξύ στον ίδιο και τον υιό του αξιολογήθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ως αόριστη, εφόσον ο Αιτητής δεν μπορούσε να εισφέρει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες του ανωτέρω περιστατικού καθώς και να επεξηγήσει με πειστικότητα και σαφήνεια την συσχέτιση του ως άνω περιστατικού με τα προβλήματα που αντιμετώπιζε με τις αρχές της χώρας.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του υπό κρίση ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση ανέτρεξαν σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την διαδήλωση της 3ης Οκτωβρίου 2012 αναφορικά με την υποτίμηση του νομίσματος της χώρας, οι οποίες βρίσκουν έρεισμα στις δηλώσεις του Αιτητή. Επιπρόσθετα, αξιολόγησαν το πλήθος εγγράφων που ο Αιτητής προσκόμισε προς επίρρωση των ισχυρισμών του, τα οποία εκ πρώτης όψεως συμφωνούν με τις δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τις συλλήψεις του, την καταδίκη του καθώς και την δικαστική διαδικασία εναντίον του. Εντούτοις, εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, οι οποίες παρατίθενται αναφέρουν πως είναι διαδεδομένη ως πρακτική η παραποίηση εγγράφων στο Ιράν. Επίσης, ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις αναφορικά με τον τρόπο υπό τον οποίο περιήλθαν στην κατοχή του τα ανωτέρω έγγραφα, ενώ όταν η ως άνω αντίφαση στα λεγόμενα του υπεδείχθη σε αυτόν δεν ήταν σε θέση να παραθέσει μια πειστική και επαρκής επεξήγηση. Επισημάνθηκε, ακόμη, πως όταν ο Αιτητής κλήθηκε να τοποθετηθεί σε σχέση με το πως γίνεται να εκκρεμεί υπόθεση εναντίον του (όπως αναφέρει ένα από τα έγγραφα που προσκόμισε) αφού κατέβαλε το ποσό που του επιβλήθηκε (ως ποινή για την παρουσία του στην διαδήλωση) και εξέτισε κάποιους μήνες φυλάκισης, δεν κατάφερε να αποκριθεί με σαφήνεια, ισχυριζόμενος πως δεν γνωρίζει. Ως εκ τούτου, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν πως παρόλο που οι εξωτερικές πηγές και τα προσκομισθέντα έγγραφα επιβεβαιώνουν τις δηλώσεις του, εντούτοις ο Αιτητής δεν κατάφερε να θεμελιώσει με συγκεκριμένο και συνεκτικό τρόπο τον ισχυρισμό του περί στοχοποίησης και σύλληψης του από τις υπηρεσίες πληροφοριών του Ιράν ώστε να προκύπτει ο βιωματικός χαρακτήρας αυτού.
Προχωρώντας στην περαιτέρω εξέταση της αίτησης του Αιτητή, στη βάση του ισχυρισμού που έγινε αποδεκτός, οι Καθ’ ων η αίτηση παρέθεσαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Ιράν, από τις οποίες προκύπτει πως στο Ιράν δεν λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, καταλήγοντας πως βάσει των στοιχείων του προφίλ του Αιτητή και των ανωτέρω πηγών πληροφόρησης δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να θεωρείται πως σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του θα κινδυνεύσει να υποστεί μεταχείριση που ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη.
Υπό το φως των ανωτέρω και προχωρώντας στη νομική ανάλυση, κρίθηκε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή σε ένα από τους πέντε λόγους που προβλέπονται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου απορρίφθηκε η πιθανότητα εκχώρησης προσφυγικού καθεστώτος. Επιπλέον, κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην Τεχεράνη, δεν θα κινδυνεύσει με θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), ούτε ενδέχεται να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία δυνάμει του άρθρου 19 (2) (β) καθώς και ούτε προέκυψαν στοιχεία που να δικαιολογούν την υπαγωγή του στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000.
Στη βάση της πιο πάνω ανάλυσης, το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία απορρίφθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής». Είναι καθόλα κατανοητό, ότι για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.
Περαιτέρω το άρθρο 18(5) του ίδιου Νόμου προνοεί ότι «εναπόκειται στον αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία. Ο/Η αιτητής/τρια έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του/της αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη του/της ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομική διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του/της προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του/της. Ο/Η αιτητής/τρια οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του/της για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του/της αιτητή/τριας, οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός.
Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2013) 3 Α.Α.Δ. 120, Α. Παπουτέ ν. Χρ. Κασάπη και Κυπριακής Δημοκρατίας, Συν. Αναθ. Έφεση 112/15 και 131/15 ημερομηνίας 13/07/2022). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.
Από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, προκύπτει ότι οι Καθ' ων η αίτηση προέβησαν σε έρευνα όλων των ενώπιων τους ουσιωδών στοιχείων και δεδομένων. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε στην εισηγητική του έκθεση τα γεγονότα της υπόθεσης, τους ισχυρισμούς που προέβαλε ο Αιτητής κατά τη συνέντευξή του, καθώς και σε αντιστοίχιση των αποδεκτών ισχυρισμών με πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, επεξηγώντας τους λόγους αποδοχής ή απόρριψης κάθε ισχυρισμού χωριστά αλλά και τον λόγο για τον οποίο εν τέλει απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία.
Στο πλαίσιο ελέγχου της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, με βάση όλα τα ενώπιον μου στοιχεία και κυρίως το πρακτικό της διενεργηθείσας συνέντευξης και της εισηγητικής έκθεσης, κρίνω ορθή την κατάληξη της αξιολόγησης των Καθ’ ων η αίτηση βάσει των δηλώσεων που ο Αιτητής προέβαλε κατά την προφορική του συνέντευξη, αρχικά ως προς τον ουσιώδη ισχυρισμό που αφορά τα στοιχεία του προσωπικού του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τόπο συνήθους διαμονής του.
Εξετάζοντας το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο οποίος και απορρίφθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση, διαπιστώνω ότι πράγματι οι δηλώσεις του Αιτητή δεν παρέχουν τις απαιτούμενες λεπτομέρειες ώστε να καταστήσουν το αφήγημά του βιωματικό. Ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή διαπιστώνω, σε συμφωνία με τους Καθ’ ων η αίτηση πως το αφήγημα του Αιτητή παρουσιάζει σημαντικές ασάφειες και αντιφάσεις. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με επάρκεια και συνοχή τα πραγματικά περιστατικά της παρουσίας του στη διαδήλωση της 3ης Οκτωβρίου 2012, τις συνθήκες σύλληψής του, την ταυτότητα και τον τρόπο δράσης των φερόμενων ως πρακτόρων που τον προσέγγισαν, ούτε τις συνθήκες ανάκρισης και κράτησής του. Παράλληλα, διαπιστώνω ότι αυτός υπέπεσε σε αντιφάσεις σχετικά με τον τρόπο απόκτησης και το περιεχόμενο των εγγράφων που προσκόμισε προς απόδειξη των ισχυρισμών του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και βρίσκονται εντός του διοικητικού φακέλου, ενώ δεν μπόρεσε να εξηγήσει με σαφήνεια πώς εκκρεμεί υπόθεση εναντίον του, παρότι είχε καταβάλει την επιβληθείσα χρηματική ποινή και εκτίσει ποινή φυλάκισης. Επιπλέον, οι δηλώσεις του αναφορικά με μεταγενέστερες οχλήσεις και το περιστατικό επίθεσης με οξύ κρίνονται από το Δικαστήριο ως αόριστες και μη επαρκώς συνδεδεμένες με ενδεχόμενη στοχοποίηση του από τις Ιρανικές αρχές. Ως εκ τούτου, διαπιστώνω έλλειψη συνεκτικότητας και βιωματικού χαρακτήρα στην αφήγησή του, με αποτέλεσμα οι ισχυρισμοί του να μην δύνανται να θεωρηθούν αξιόπιστοι ούτε από το Δικαστήριο.
Παρά την εκτενή έρευνα των Καθ’ ων η αίτηση σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, προς εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, το Δικαστήριο προέβη σε δική του έρευνα αναφορικά με την διαδήλωση σε σχέση με την υποτίμηση του νομίσματος της χώρας, στην οποία αναφέρθηκε ο Αιτητής, σε μεγάλη αγορά της Τεχεράνης, το έτος 2012, στην οποία δεν συμμετείχε απλά έτυχε να βρίσκεται εκεί, αλλά και αναφορικά με την φυλακή Evin όπου κατ’ ισχυρισμό φυλακίστηκε ο Αιτητής. Από την εν λόγω έρευνα προκύπτουν τα ακόλουθα σχετικά.
Σε δημοσίευμα του BBC αναφέρεται πως «στην Τεχεράνη οι Δυνάμεις καταστολής συγκρούστηκαν με διαδηλωτές λόγω της απότομης πτώσης του ριάλ. Η αστυνομία έκανε χρήση δακρυγόνων, ενώ διαδηλωτές έβαλαν φωτιά σε ελαστικά και κάδους. Πολλοί συνελήφθησαν, ενώ δεκάδες συγκεντρώθηκαν έξω από την Κεντρική Τράπεζα, ζητώντας την παραίτηση του διοικητή. Έμποροι από το Μεγάλο Παζάρι έκλεισαν τα καταστήματά τους σε ένδειξη συμπαράστασης»[1].
Άρθρο του Guardian, με ημερομηνία δημοσίευσης στις 04 Οκτωβρίου 2012, αναφέρει πως εκατοντάδες διαδηλωτές στην πρωτεύουσα της Τεχεράνης συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις ασφαλείας στις 03 Οκτωβρίου κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων στην πρωτεύουσα ενάντια στην υποτίμηση του νομίσματος της χώρας. Η αστυνομία χρησιμοποίησε γκλομπ και δακρυγόνα και για να διασκορπίσει το πλήθος. Μια ημέρα πριν ο Πρόεδρος Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ απηύθυνε έκκληση στην αγορά για ηρεμία, όμως την επόμενη ημέρα, το Μεγάλο Παζάρι – η καρδιά της οικονομίας της Τεχεράνης – προχώρησε σε απεργία, με διάφορες επιχειρήσεις να κλείνουν και τους ιδιοκτήτες τους να συγκεντρώνονται σε διάσπαρτες ομάδες, φωνάζοντας συνθήματα κατά της κυβέρνησης[2].
Άλλη πηγή (άρθρο στο Al Jazeera) επιβεβαιώνει πως η αστυνομία έκανε χρήση δακρυγόνων την Τετάρτη, 3 Οκτωβρίου προκειμένου να διαλύσει τους διαδηλωτές, μεταξύ των οποίων ήταν και έμποροί συναλλάγματος. Σύμφωνα με μαρτυρίες που επικαλείται το ανωτέρω άρθρο εκατοντάδες δυνάμεις ασφαλείας κατέκλεισαν στην περιοχή της πρωτεύουσας όπου συγκεντρώνονται τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος Ferdowsi, προβαίνοντας σε συλλήψεις παράνομων εμπόρων συναλλάγματος και διατάσσοντας γραφεία και άλλα καταστήματα να κλείσουν. Πραγματοποιήθηκαν αρκετές συλλήψεις, είτε από ένστολους αστυνομικούς είτε από άνδρες της ασφάλειας με πολιτικά. Το ανωτέρω άρθρο σημειώνει πως διαμαρτυρία πραγματοποιήθηκε και στο ιστορικό Μεγάλο Παζάρι της Τεχεράνης – ένα σύμπλεγμα καταστημάτων ζωτικής σημασίας για την πόλη – αλλά κατεστάλη γρήγορα από την αστυνομία[3].
Έτερες πηγές αναφέρουν πως καταστηματάρχες έκλεισαν τα μαγαζιά τους στο Μεγάλο Παζάρι προς υποστήριξη των εμπόρων συναλλάγματος[4]. Άρθρο του Los Angeles Times επαναλαμβάνει πως η αστυνομία, φορώντας μαύρο εξοπλισμό αντιμετώπισης ταραχών, έκανε χρήση δακρυγόνων και κινήθηκε για να διαλύσει τους διαδηλωτές, αφού εκείνοι συγκεντρώθηκαν και διαμαρτυρήθηκαν αρχικά έξω από το κεντρικό παζάρι της πρωτεύουσας και στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς το κοινοβούλιο. Πολλές επιχειρήσεις και καταστήματα έκλεισαν, οδηγώντας ουσιαστικά σε παράλυση της τεράστιας αγοράς. Το ανωτέρω άρθρο συνεχίζει πως περίπου 500 ιδιοκτήτες καταστημάτων ένδυσης και άλλων επιχειρήσεων συμμετείχαν στην πορεία, εκφράζοντας την οργή τους για την αδυναμία τους να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους. Επίσης, σημειώνεται πως οι διαδηλωτές βάδισαν για περίπου ένα μίλι μέχρι την διασταύρωση με την ονομασία Istanbul Intersection, κοντά στις τουρκικές και βρετανικές πρεσβείες. Εκεί, η αστυνομία έκανε έφοδο σε καταστήματα και σε ανταλλακτήρια συναλλάγματος, στο πλαίσιο καταστολής των παράνομων πωλητών. Οι διαδηλώσεις έλαβαν χώρα αυθόρμητα όπως αναφέρει το άρθρο εξαιτίας της γενικευμένης απογοήτευσης που επικρατούσε.[5]
Τέλος, ανωτέρω αναφερόμενο δημοσίευμα του BBC επικαλείται μαρτυρία του αρχηγού της ένωσης της Μεγάλης Αγοράς της Τεχεράνης σύμφωνα με την οποία η διαδήλωση ξεκίνησε έξω από την αγορά από μικρό αριθμό ομάδων και στην συνέχεια μεγάλωσε. Άλλη πηγή που επικαλείται το ανωτέρω άρθρο αναφέρει πως η περιοχή Sabze Maydon μέσα στην αγορά έκλεισε και πως κάποια μαγαζιά καταστράφηκαν. Εκατοντάδες αστυνομικοί συγκεντρώθηκαν και συνέλαβαν παράνομους πωλητές συναλλάγματος ενώ ανώτερος αξιωματικός της αστυνομίας δήλωσε πως ένας μικρός αριθμός διαδηλωτών συγκεντρώθηκε έξω από την αγορα Bazaar, όμως η αγορά δεν έκλεισε.[6]
Από τα ανωτέρω προκύπτουν συλλήψεις διαδηλωτών και οργανωμένες συλλήψεις εμπόρων συναλλάγματος. Επίσης από τις πληροφορίες συνάγεται πως οι διαδηλώσεις κατεστάλησαν από την αστυνομία με χρήση δακρυγόνων και γκλομπ.
Σύμφωνα με τις πιο πάνω πληροφορίες δεν προέκυψαν συλλήψεις απλών παρατηρητών όπως η περίπτωση του Αιτητή, ούτε ο Αιτητής πρόκειται για έμπορος συναλλάγματος. Δεν παραγνωρίζω άλλωστε δήλωση του Αιτητή ότι ο ίδιος παρέμεινε στο χώρο της διαδήλωσης για κάποια χρονική στιγμή και ακολούθως αποχώρησε χωρίς να προηγηθεί οτιδήποτε που να στοχοποιεί τον ίδιο προσωπικά εξαιτίας της παραμονής του στο μέρος. Τα όσα κατ’ ισχυρισμό ακολούθησαν της διαδήλωσης, κρίνω πως δεν αποτελούν λογική συνέπεια της απλής παραμονής του στο χώρο της διαδήλωσης.
Αναφορικά με την φυλακή Evin, το Δικαστήριο εντόπισε την αναφερόμενη φυλακή η οποία βάσει πληροφοριών προορίζεται για πολιτικά κρατούμενους όπως και για αλλοδαπούς και για όσους έχουν διπλή υπηκοότητα[7] και έχουν κατηγορηθεί για προπαγάνδα και κατασκοπεία[8]. Άρθρο του Al Jazeera αναφέρει πως «για χρόνια η φυλακή Evin έχει επικριθεί για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και είναι στη μαύρη λίστα τόσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για την Ευρώπη»[9].
Άλλες πηγές της περιόδου όπου κρατήθηκε ο Αιτητής αναφέρουν υπερπληθυσμό στην ανωτέρω φυλακή, κακές συνθήκες υγιεινής και διατροφής και αδυναμία πρόσβασης σε ιατρική περίθαλψη[10]. Για παράδειγμα ένας καθηγητής, που κρατήθηκε στο Τμήμα 8 (Section 8) της ανωτέρω φυλακής μίλησε στην Διεθνή Αμνηστία για κακές συνθήκες υγιεινής, ότι μοιράζονταν το κελί του με 28 άτομα ενώ υπήρχαν 20 κρεβάτια, και μόνο 5 τουαλέτες για 200 κρατούμενους[11]. Άλλες μαρτυρίες που επικαλείται έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας του 2017 αναφέρουν ένα ζευγάρι ακτιβιστών που συνελήφθη το Σεπτέμβριο του 2014, ο σύζυγος μεταφέρθηκε στο Τμήμα 2Α της φυλακής Evin η οποία διοικείται από την Επαναστατική φρουρά και αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση στις 14 Μαρτίου 2015. Κατά την διάρκεια της κράτησης του δήλωσε πως δέχθηκε συστηματικό ξυλοδαρμό και σεξουαλικό εξευτελισμό[12]. Επίσης στην ανωτέρω έκθεση περιλαμβάνονται μαρτυρίες ακτιβιστών υπέρ της κατάργησης της θανατικής ποινής οι οποίοι κρατήθηκαν σε διάφορα τμήματα της ανωτέρω φυλακής και περιγράφουν τις συνθήκες κράτησης τους, αναφέροντας πολύωρες ανακρίσεις σε καθημερινό επίπεδο έχοντας δεμένα τα μάτια τους, μη πρόσβαση σε δικηγόρο[13] και σε επικοινωνία με την οικογένειας τους, απειλές κατά την ανάκριση και αυθαίρετη σύλληψη[14].
Τέλος, πρόσφατες πληροφορίες αναφέρουν πως στην διάρκεια του 2021 μια ομάδα χάκερς διέρρευσε ένα βίντεο το οποίο έδειχνε «φύλακες να ξυλοκοπούν κρατούμενους, απόπειρες αυτοκτονίας χωρίς την επέμβαση των σωφρονιστικών υπαλλήλων και αδυνατισμένους κρατούμενους που σέρνονται από τα χέρια τους και αφήνονται στα κλιμακοστάσια»[15].
Αντίθετα στις πιο πάνω πληροφορίες ο Αιτητής περιορίστηκε να αναφερθεί σε φυλάκισή του στην εν λόγω φυλακή ωστόσο ουδέν εκ των πιο πάνω ιδιαίτερα χαρακτηριστικών δεν ανέφερε όπως θα αναμένετο από άτομο το οποίο εξέτεινε ποινή φυλάκισης στις φυλακές Evin.
Αξιολογώντας τα ενώπιον μου έγγραφα τα οποία ο Αιτητής παρουσίασε προς ενίσχυση των ισχυρισμών του το Δικαστήριο κρίνει ορθή την διεξαχθείσα από τους Καθ’ ων η αίτηση έρευνα. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για υποστηρικτικά έγγραφα και όχι καθοριστικά στοιχεία για την αίτηση διεθνούς προστασίας, ελλείψει δε εσωτερικής αξιοπιστίας, η σημασία τους μειώνεται έτι περαιτέρω.
Πέραν τούτου από έρευνα του Δικαστηρίου αναφορικά με πλαστογράφηση ιρανικών δικαστικών εγγράφων σε σχετική έκθεση του Immigration and Refugee Board of Canada (IRB) από το 2020, σημειώνεται πως «είναι σχετικά εύκολη η πλαστογράφηση δικαστικών εγγράφων στο Ιράν». Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, τα έγγραφα του ιρανικού δικαστηρίου δεν περιέχουν άλλα χαρακτηριστικά ασφαλείας εκτός από τις σφραγίδες.[16]
Επιπλέον το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πληροφορίες ως προς τις απαιτούμενες άδειες εξόδου από τη χώρα. Η έκθεση DFAT του Απριλίου 2020 ανέφερε ότι απαιτούνται άδειες εξόδου για ορισμένες κατηγορίες πολιτών, σημειώνοντας ότι απαιτείται άδεια εξόδου για ταξίδια στο εξωτερικό για Ιρανούς που εργάζονται σε τομείς που θεωρούνται ευαίσθητοι (π.χ. υπάλληλοι του Ιρανικού Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας) για όσους σπουδάζουν στο εξωτερικό (είτε με κρατικές υποτροφίες είτε με ιδιωτική χρηματοδότηση) καθώς και για όλους τους άνδρες ηλικίας 18-30 ετών που δεν έχουν ολοκληρώσει ακόμη τη στρατιωτική τους θητεία (κυρίως όσους έχουν αναβάλει τη στρατιωτική τους θητεία για να πραγματοποιήσουν σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης). [17] Ωστόσο, η έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ του 2020, σημειώνει ότι απαιτείται άδεια εξόδου για ταξίδια στο εξωτερικό από όλους τους πολίτες.[18]
Ως προς την επιβολή απαγόρευσης εξόδου, μια κοινή έκθεση του Danish Refugee Council (DRC) και της Danish Immigration Service (DIS), βασισμένη σε συνεντεύξεις στην Τεχεράνη και το Λονδίνο που διεξήχθησαν τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 2017 (έκθεση 2017 DRC και DIS), ανέφερε ότι οι ταξιδιωτικές απαγορεύσεις δεν εκδίδονται αυτόματα μετά από αστική ή ποινική καταδίκη, αλλά ότι οι υποθέσεις που αφορούν χρέη, την εθνική ασφάλεια και πολιτικές υποθέσεις, καθώς και περιπτώσεις όπου «δεν υπάρχει πρόσβαση στον κατηγορούμενο» θα οδηγήσουν σε απαγόρευση ταξιδιού. Η αυτόματη απαγόρευση ταξιδιού ισχύει για άτομα που καταδικάστηκαν ερήμην σε «σοβαρές ποινικές υποθέσεις».[19]
Μια κοινή έκθεση για τις ποινικές διαδικασίες του Ιράν βασισμένη σε μια σειρά πηγών, με ημερομηνία Δεκεμβρίου 2021, από το Landinfo (το Κέντρο Πληροφοριών της Νορβηγία για την Χώρα Προέλευσης), το Γραφείο του Γενικού Επιτρόπου για τους Πρόσφυγες και τους Απάτριδες (CGRS – Βέλγιο) και την Ελβετική Κρατική Γραμματεία Μετανάστευσης (SEM), σημείωσε ότι «Εντός ποινικού πλαισίου, οι δικαστικές και κυβερνητικές αρχές μπορούν να εκδώσουν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις για τα ακόλουθα πρόσωπα:
α) για κατηγορούμενους κατά τη διαδικασία έρευνας ή δίκης
β) για καταδικασθέντες που δεν έχει παρουσιαστεί για την εκτέλεση της ποινής ή δεν έχει εκτίσει πλήρως την ποινή του
γ) για φορολογικούς οφειλέτες και άλλους οφειλέτες, συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών».[20]
Η ίδια ως άνω πηγή σημειώνει ότι το γραφείο του εισαγγελέα διαθέτει μια βάση δεδομένων που συνδέεται με τις συνοριακές αρχές με άτομα στον κατάλογο ταξιδιωτικών απαγόρευσης, προσθέτοντας ότι, σύμφωνα με μια πηγή «… όταν οι δικαστές εκδίδουν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις, αυτές λαμβάνονται από άλλες αρχές χωρίς καθυστερήσεις/σε πραγματικό χρόνο. Επιπλέον, η νόμιμη έξοδος από τη χώρα όταν έχει εκδοθεί ταξιδιωτική απαγόρευση είναι σχεδόν αδύνατη. Σύμφωνα με την πηγή, η ασφάλεια στα σύνορα είναι πολύ αυστηρή. Επιπλέον, τα σύνορα ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από τον στρατό. Ταυτόχρονα, θα ήταν πολύ δαπανηρό να κανονιστεί μια παράνομη αναχώρηση, καθώς θα απαιτούσε υψηλό βαθμό συνενοχής».[21]
Σύμφωνα με την ως άνω πηγή «Μια ταξιδιωτική απαγόρευση (qarār-e mamnū'īyat-e khorūj az keshvar ή απλά qarār-e man'-e khorūj) απαγορεύει σε ένα άτομο να φύγει από τη χώρα. Στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, μόνο οι δικαστικές αρχές (Εισαγγελίες και δικαστήρια) μπορούν να εκδώσουν απαγόρευση ταξιδιού. Οι αρχές επιβολής του νόμου, αντίθετα, δεν έχουν αυτή την εξουσία. Ωστόσο, οι κυβερνητικές αρχές, όπως οι φορολογικές αρχές ή τα κτηματολογικά γραφεία, ακόμη και οι τράπεζες μπορούν να ζητήσουν από τις δικαστικές αρχές να εκδώσουν απαγόρευση ταξιδιού. Οι δικαστικές αρχές μπορούν να εκδώσουν απαγόρευση ταξιδιού σε διάφορα στάδια μιας ποινικής διαδικασίας. Σύμφωνα με τα άρθρα 188 & 247 ΚΠΔ, η Εισαγγελία μπορεί να εκδώσει απαγόρευση ταξιδιού σε κατηγορούμενο είτε εάν δεν έχει πρόσβαση σε αυτόν είτε επιπρόσθετα με ρύθμιση εγγύησης. Σύμφωνα με το άρθρο 292 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας του Ιράν, οι δικαστικές αρχές πρέπει να ενημερώσουν τον γενικό εισαγγελέα για την έκδοση απαγόρευσης ταξιδιού, ώστε να μπορεί να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές, ιδιαίτερα την αστυνομία διαβατηρίων και τις δυνάμεις συνοριακού ελέγχου. Οι τράπεζες πρέπει να ρωτήσουν τον Γενικό Εισαγγελέα μέσω αιτήματος προς την Κεντρική Τράπεζα του Ιράν. […] Η αστυνομία διαβατηρίων είναι ουσιαστικά υπεύθυνη για την εφαρμογή των ταξιδιωτικών απαγορεύσεων. Παρόλο που δεν έχουν τη νομική εξουσία να διατάξουν απαγόρευση ταξιδιού, οι δυνάμεις ασφαλείας στην πράξη θα μπορούσαν απλώς να κατασχέσουν το διαβατήριο ενός ατόμου και έτσι να το εμποδίσουν να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Λέγεται ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών διατηρούν τις δικές τους λίστες με άτομα που δεν επιτρέπεται να εγκαταλείψουν τη χώρα, ανεξάρτητα από τις λίστες που έχουν εγκριθεί από τη δικαιοσύνη»[22].
Αναφορικά με τα πρόσφατα γεγονότα στο Ιράν, έκθεση του Νοεμβρίου 2022 του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rihts Watch) οι ιρανικές αρχές έχουν συλλάβει περισσότερους από 15.000 διαδηλωτές, κρατώντας χιλιάδες από αυτούς σε υπερπλήρεις φυλακές και στερώντας τους το δικαίωμά τους για δίκαιη δίκη. Αυτά περιλαμβάνουν εκατοντάδες υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακτιβιστές, δημοσιογράφους και δικηγόρους που συνελήφθησαν για την ειρηνική διαμαρτυρία ή την υποστήριξή τους στις διαδηλώσεις. Οι αρχές κατέσχεσαν επίσης διαβατήρια και εξέδωσαν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις σε δεκάδες δημόσια πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων ηθοποιών και αθλητών.[23]
Στην προκειμένη περίπτωση ο Αιτητής κατά δήλωσή του αναχώρησε από τη χώρα καταγωγής του νόμιμα κάνοντας χρήση του διαβατηρίου του χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα, παρά την κατ’ ισχυρισμό νομική διαδικασία εναντίον του.
Τούτων λεχθέντων το Δικαστήριο κρίνει τον ισχυρισμό του Αιτητή περί σύλληψης και στοχοποίησης του από τις Ιρανικές μυστικές υπηρεσίες ένεκα της τυχαίας παρουσία του σε διαδήλωση αναξιόπιστο και ως εκ τούτου απορρίπτεται.
Έχοντας αναφέρει όλα τα πιο πάνω, κρίνω στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, που αφορά τα στοιχεία της ταυτότητας και τη χώρα καταγωγής του, ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη Τεχεράνη, τόπο συνήθους διαμονής του, δε συντρέχουν στοιχεία πραγματικής, υφιστάμενης και τρέχουσας απειλής εναντίον του από οποιοδήποτε φορέα, κρατικό ή μη. Ως εκ τούτο ο φόβος του Αιτητή που απορρέει από το σύνολο των δηλώσεων του κρίνεται ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος. Άλλωστε όπως λέχθηκε και πιο πάνω, η σύζυγος και τα παιδιά του Αιτητή, ήδη αναχώρησαν από την Κύπρο και επέστρεψαν στο Ιράν, έχοντας ενταχθεί στο πρόγραμμα οικειοθελούς αναχώρησης, με τον Αιτητή να έχει δηλώσει ενώπιον του Δικαστηρίου ότι δεν αντιμετωπίζουν οιοδήποτε πρόβλημα.
Ως εκ τούτου, από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου και από την ανωτέρω αξιολόγηση κινδύνου, προκύπτει ότι αυτός δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. όπως αυτή ερμηνεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000.
Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.
Εξετάζοντας πλήρως την υπόθεση, διαπιστώνω ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6(Ι)/2000 για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1) του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Μushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τόσο κατά τη διοικητική, όσο και κατά την παρούσα διαδικασία δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν στο ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Τεχεράνη ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου.
Σε σχέση δε με το άρθρο 19(2)(γ) του ανωτέρω Νόμου, ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakit?, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 και 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».
Από έρευνα του Δικαστηρίου, αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Τεχεράνη εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέρουν πως το Ιράν δε βρίσκεται σε κατάσταση διεθνούς ή μη διεθνούς ένοπλης σύρραξης.[24]
Ως προς τα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα που αφορούν με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στην πόλη της Τεχεράνης, η βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) κατέγραψε κατά το τελευταίο έτος στην εν λόγω περιοχή 741 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία επέφεραν 275 απώλειες[25], με τον πληθυσμό της πόλης να ανέρχεται, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2025, σε περίπου 9.729.740 κατοίκους[26].
Τούτων λεχθέντων το Δικαστήριο κρίνει ότι στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή η κατάσταση ασφαλείας καταγράφεται ως σταθερή κατά συνέπεια παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας», όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ.
Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του ως πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου.
Λαμβάνεται υπόψιν και το γεγονός ότι ούτε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ο Αιτητής κατόρθωσε να αντικρούσει τα ευρήματα περί αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του από τους Καθ' ων η αίτηση, ούτε όμως προέβαλε οποιονδήποτε στοιχειοθετημένο ισχυρισμό σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία.
Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη.
Με βάση όλα τα πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €600 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Α. AΓΡΟΤΗ, Δ. ΔΔΔΠ
[1] BBC, Iran police clash with protesters over currency crisis, 03/10/2012, https://www.bbc.com/news/world-middle-east-19812482
[2] Iran currency crisis sparks Tehran street clashes, 4 October 2012 http://www.guardian.co.uk/world/2012/oct/03/iran-currency-crisis-tehran-clashes
[4] MEED, Protests in Iran amid record currency slide, 04.10.2012, https://www.meed.com/protests-in-iran-amid-record-currency-slide/ , Times, The Revolt of the Bazaar: Will Angry Merchants Change Iran?, 04.10.2012, https://world.time.com/2012/10/04/the-revolt-of-the-bazaar-will-angry-merchants-change-iran/
[5] Los Angeles Times, Iran police, demonstrators clash in Tehran protests, 03/10/2012, https://www.latimes.com/world/la-xpm-2012-oct-03-la-fg-iran-economy-protests-20121004-story.html
[6] BBC, Iran police clash with protesters over currency crisis, 03/10/2012, https://www.bbc.com/news/world-middle-east-19812482 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/10/2025)
[7] AP News, Leaked footage shows grim conditions in Iran’s Evin Prison, 23 August 2021, https://apnews.com/article/technology-health-religion-iran-prisons-01dfade61d7a706d630bf83d30d8cb02 ; Al Jazeera, Iran confirms leaked footage of harsh conditions in Evin Prison, 24 August 2021, https://www.aljazeera.com/news/2021/8/24/iran-confirms-leaked-footage-of-harsh-conditions-in-evin-prison
[8] Al Jazeera, Iran confirms leaked footage of harsh conditions in Evin Prison, 24 August 2021, https://www.aljazeera.com/news/2021/8/24/iran-confirms-leaked-footage-of-harsh-conditions-in-evin-prison(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/10/2025)
[9] Al Jazeera, Iran confirms leaked footage of harsh conditions in Evin Prison, 24 August 2021, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/10/2025)https://www.aljazeera.com/news/2021/8/24/iran-confirms-leaked-footage-of-harsh-conditions-in-evin-prison
[10] US State Department, 2014 Country Report on Human Rights practices- Iran, 25 June 2015,
http://www.state.gov/j/drl/rls/hrrpt/humanrightsreport/index.htm?year=2014&dlid=236598 Human Rights Watch, Iran: Free Women Activists, 7 March 2014 https://www.hrw.org/news/2014/03/07/iran-free-women-activists (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/10/2025)
[11] Amnesty International ‘Death of trade unionist must trigger action to tackle appalling prison
conditions’ 25 September 2015 https://www.amnesty.org/download/.../MDE1325082015ENGLISH.pdf
[12] Amnesty International: Caught in a web of repression: Iran's human rights defenders under attack [MDE 13/6446/2017], 2 August 2017 https://www.ecoi.net/en/file/local/1406147/1226_1503300488_mde1364462017english.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/10/2025)
[13] RSF - Reporters Sans Fronti?res: Hengameh Shahidi, detained woman journalist, has stopped eating, could die, 11 May 2017 https://www.ecoi.net/en/file/local/1400311/471250_en.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/10/2025)
[14] Amnesty International: Caught in a web of repression: Iran's human rights defenders under attack [MDE 13/6446/2017], 2 August 2017
https://www.ecoi.net/en/file/local/1406147/1226_1503300488_mde1364462017english.pdf σελ. 21-26, 30, 38. (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/10/2025)
[15] Center for Human Rights in Iran, Hacked Iranian Prison Footage Provides Limited Glimpse of Right of Abuses, 27 August 2021, https://iranhumanrights.org/2021/08/hacked-iranian-prison-footage-provides-limited-glimpse-of-right-of-abuses/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/10/2025)
[16] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada: Iran: Court summonses and arrest warrants, including issuance procedures; description of the documents, including security features; whether copies can be obtained from outside the country or by a third party; prevalence of fraudulent court documents (2017-March 2020) [IRN200131.E], 13 March 2020
[17] DFAT, ‘Country Information Report Iran’ (paragraph 5.22), 14 April 2020 https://www.ecoi.net/en/document/2029778.html
[18] USSD, ‘2020 Country Reports on Human Rights Practices: Iran’ (section 2d), 30 March 2021, https://www.state.gov/reports/2020-country-reports-on-human-rights-practices/iran/
[19] DRC/DIS, ‘Judicial issues’ (page 8), February 2018 https://www.ecoi.net/en/document/1438731.html
[20] Landinfo and others, ‘Iran; Criminal procedures and documents’ (page 71), December 2021, https://www.ecoi.net/en/document/2064888.html
[21] Όπ. Π.
[22] Όπ. Π. σελ. 70-71.
[23] HRW – Human Rights Watch: Iran: Brute Force Used in Crackdown on Dissent, 12 January 2023
[24] Βλ. σχετικά Rule of Law in Armed Conflict (RULAC), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/map# (ημερομηνία πρόσβασης 13/02/2025]
[25] Accled, Iran, View Country Profile, reference period: past year , Tehran, διαθέσιμο σε www.acleddata.com/platform/explorer, (ημερ. πρόσβασης 02.11.2025)
[26]https://worldpopulationreview.com/cities/iran/tehran, (ημερ. πρόσβασης 02.11.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο