E.C.T.L. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 211/2023, 24/11/2025
print
Τίτλος:
E.C.T.L. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 211/2023, 24/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

 

  Υπόθεση αρ. 211/2023

 

24 Νοεμβρίου 2025

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

E.C.T.L.

Αιτητής

Και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ’ ων η αίτηση

 

Α. Δημητρίου (κος) για Μούσουλος, Κανέλλα & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόροι για Αιτητή

 

Λ. Γιάγκου (κα) Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την προσφυγή του ο Αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 03/12/2022 η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 22/12/2022 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης, αντισυνταγματικής και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου (εφεξής «Δ.Φ.») που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινίσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο Αιτητής είναι ενήλικας υπήκοος της Λ.Δ.Κ και στις 02/11/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

Στις 25/11/2022 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO και νυν EUAA, στο εξής αναφερόμενη ως «EASO»). Στις 29/11/2022, ο λειτουργός της EASO ετοίμασε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του Αιτητή. Στις 01/11/2022, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος διεθνούς προστασίας του αιτητή.

Στις 22/12/2022 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον Αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματός του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 22/12/2022, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου σε γλώσσα την οποία κατανοεί.

Στη συνέχεια, ο Αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή.

Οι συνήγοροι του Αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής τους αγόρευσης, προώθησαν διάφορους λόγους ακύρωσης προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψαν κατά το στάδιο των διευκρινίσεων και διατήρησαν μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας. Ενόψει των δηλώσεων του ευπαίδευτου συνηγόρου του Αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τον λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα των Καθ’ ων η αίτηση αποσύρονται και απορρίπτονται.

 

Δια της γραπτής τους αγόρευσης, οι Καθ’ ων η αίτηση υποβάλλουν ότι η  προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή και νόμιμη, σύμφωνη με τις διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και των Κανονισμών, είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ’ ων η αίτηση, κατ’ εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου, και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα, αφού αξιολογήθηκαν όλα τα σχετικά γεγονότα και στοιχεία της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη.

Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του Αιτητή, ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του Αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.

Ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του γιατί καταζητούνταν από την αστυνομία επειδή ήταν οδηγός της συζύγου του Αστυνομικού Διευθυντή, η οποία πιάστηκε σε πράξης μοιχείας με τον γυναικολόγο της. Η σύζυγος του Αστυνομικού Διευθυντή και ο γυναικολόγος της συνελήφθησαν, ενώ ο Αιτητής έτρεξε αφήνοντας τα κλειδιά πάνω στο αυτοκίνητό του και αποφάσισε να φύγει από τη χώρα ( ερυθρό 1 και μετάφραση αυτού ερυθρό 21 του Δ.Φ.).

Στο πλαίσιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Lukula, όπου και έζησε μέχρι τα 13 του έτη, όταν και μετακόμισε στην Kinshasa, όπου διέμεινε μέχρι την αναχώρησή του από τη χώρα. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών. Η σύζυγος του, ο γιος και η κόρη του βρίσκονται στην Kinshasa. Στην Kinshasa διαμένουν επίσης δυο αδερφές του και ένας αδερφός του, ενώ μία αδερφή του έχει άδεια διαμονής και βρίσκεται στη Γαλλία. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο ο Αιτητής δήλωσε απόφοιτος του Πανεπιστημίου της Kinshasa με αντικείμενο σπουδών στις πολιτικές επιστήμες. Στη ΛΔΚ εργάστηκε ο οδηγός και τα τελευταία 4,5 χρόνια ήταν ο προσωπικός οδηγός της συζύγου του Αστυνομικού Διευθυντή.

Κληθείς να εξηγήσει τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι καταζητούνταν από την αστυνομία ως αυτόπτης μάρτυρας πράξεων μοιχείας μεταξύ της συζύγου του Αστυνομικού Διευθυντή, της οποίας ήταν ο προσωπικός της οδηγός, και του γυναικολόγου της. Ο Αιτητής αναφέρει ότι εργαζόταν 4,5 χρόνια ως προσωπικός οδηγός της συζύγου του Αστυνομικού Διευθυντή αλλά δεν γνώριζε για την σχέση της με τον γυναικολόγο της. Όταν την μετέφερε στο ιατρείο του ήταν μαζί τους και ο σωματοφύλακάς τους, ο οποίος έμενε να την περιμένει στο αυτοκίνητο, ενώ ο Αιτητής έφευγε και του άφηνε τα κλειδιά του αυτοκινήτου, μέχρι να τελειώσει η ιατρική επίσκεψη και να επιστρέψουν. Μία μέρα τον Μάϊο του 2022, αφότου ο Αιτητής μετέφερε την σύζυγο του Αστυνομικού Διευθυντή στο ιατρείο, έφυγε να πάει να πιει ένα χυμό, και κάποια στιγμή είδε αστυνομικούς να έχουν συλλάβει την σύζυγο του Αστυνομικού Διευθυντή, τον γυναικολόγο της και τον σωματοφύλακα, μπήκαν στο αυτοκίνητο και έφυγαν. Ο Αιτητής έμαθε από άτομα που συνομιλούσε στο μέρος που ήπιε τον χυμό για την σχέση της συζύγου του Αστυνομικού Διευθυντή με τον γυναικολόγο της και έτρεξε να κρυφτεί στο σπίτι ενός φίλου του γιατί αναζητούσαν και τον ίδιο. Ερωτηθείς για ποιο λόγο αναζητούσε και τον ίδιο η Αστυνομία, ο Αιτητής απάντησε ότι τον αναζητούσαν ως μάρτυρα των πράξεων μοιχείας. Δήλωσε ότι κάθε βδομάδα πήγαινε η Αστυνομία να τον αναζητήσει σπίτι του, όπως τον ενημέρωνε η σύζυγός του, η οποία περί τον Ιούλιο του 2022 αναγκάστηκε να φύγει από το σπίτι για την δική της προσωπική ασφάλεια και των παιδιών τους. Έκτοτε ο φίλος του πήγαινε στην περιοχή και μάθαινε ότι εξακολουθούσαν να πηγαίνουν σπίτι του να τον αναζητούν. Ερωτηθείς αν του συνέβη κάτι από τον Μάϊο του 2022 που έλαβε χώρα το περιστατικό έως τον Οκτώβριο του 2022 που έφυγε από τη χώρα, ο Αιτητής απάντησε ότι η Αστυνομία τον αναζητούσε και αυτός κρυβόταν στο σπίτι του φίλου του. Ερωτηθείς πως κατάφερε να φύγει από την χώρα εφόσον τον καταζητούσε η Αστυνομία, ο Αιτητής απάντησε ότι ο φίλος του έκανε τις απαραίτητες επικοινωνίες με άτομα του αεροδρομίου και μετά τον ενημέρωσε ότι μπορεί να φύγει. Ερωτηθείς αν θα μπορούσε να επιστρέψει στη ΛΔΚ και να μείνει σε άλλο μέρος, ο Αιτητής απάντησε ότι η Αστυνομία μπορεί να τον εντοπίσει παντού μέσα στη χώρα.

Ο λειτουργός της EASO αξιολόγησε όσα ο Αιτητής δήλωσε στην συνέντευξη του και διέκρινε τους εξής ουσιώδεις ισχυρισμούς: Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά την ιθαγένεια, τον τόπο καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή  και έγινε δεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού.

Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τον ισχυρισμό ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ήταν σε κίνδυνο να δολοφονηθεί ή να συλληφθεί από την Αστυνομία, γιατί θεωρούνταν ότι γνώριζε ότι η σύζυγος του Αστυνομικού Διευθυντή, για την οποία εργαζόταν ως προσωπικός οδηγός, διατηρούσε ερωτική σχέση με τον γυναικολόγο της. Ο ισχυρισμός δεν έγινε δεκτός. Υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή χαρακτηρίζονται από ασάφεια, καθώς επίσης και από έλλειψη επαρκών λεπτομερειών, συνέπειας και λογικής συνοχής. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει βασικές λεπτομέρειες για τον Αστυνομικό Διευθυντή για τον οποίον εργαζόταν 4,5 χρόνια, όπως το όνομά του, τον ρόλο του στην Αστυνομία. Επιπλέον παρόλο που 4,5 χρόνια ήταν προσωπικός οδηγός της συζύγου του Αστυνομικού Διευθυντή, δεν γνώριζε πολλές λεπτομέρειες για την σχέση της με τον γυναικολόγο της. Περαιτέρω δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει επαρκώς γιατί η Αστυνομία καταζητούσε τον ίδιο, λέγοντας ότι θα τον συλλάμβαναν ως μάρτυρα αλλά ούτε και για ποιο λόγο φοβάται ότι θα τον συλλάβουν ή θα τον δολοφονήσουν. Αρνητική ως προς την αξιοπιστία του κρίθηκε και η δήλωσή του ότι κατάφερε να φύγει από τη χώρα χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα, απαντώντας γενικά ότι ο φίλος του, στον οποίο κρυβόταν όλο αυτό το διάστημα, έκανε όλους του διακανονισμούς στο αεροδρόμιο. Κατά την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες βάσει των οποίων η πολυγαμία είναι παράνομη στη ΛΔΚ αλλά η εν λόγω πρακτική εφαρμόζεται σε κάποιο ποσοστό στην Αφρική. Εντούτοις, παρότι υπάρχουν τέτοιες πηγές όπου επιβεβαιώνουν ότι στη ΛΔΚ υπάρχουν πολυγαμικά νοικοκυριά, καμία εξωτερική πηγή δεν ανευρέθηκε όπου αποδεικνύει ότι ο αιτητής στοχοποιήθηκε προσωπικά από την αστυνομία επειδή θεωρήθηκε ότι γνώριζε την εξωσυζυγική σχέση της γυναίκας του εργοδότη του. Ενόψει τούτου, η εξωτερική αξιοπιστία δεν θεμελιώθηκε.  Επιπρόσθετα, ως αναφέρεται, οι ισχυρισμοί του αιτητή ότι βρίσκεται σε κίνδυνο να σκοτωθεί ή να συλληφθεί από την αστυνομία καθότι γνώριζε ότι είχε εξωσυζυγική σχέση ο σύζυγος του αστυνομικού διευθυντή, όπου εργαζόταν ο ίδιος ως οδηγός, με τον γυναικολόγο της, ήταν ασυνεπείς και μη λεπτομερείς, και έτσι έκρινε ότι ο ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας.     

Αξιολογώντας ακολούθως τον κίνδυνο που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του και προχωρώντας στη νομική ανάλυση στη βάση του μοναδικού ισχυρισμού που έγινε αποδεκτός, ήτοι των στοιχείων του προσωπικού προφίλ και της χώρας καταγωγής του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί της προϋποθέσεις χορήγησης προσφυγικού καθεστώς, αφού δεν στοιχειοθετήθηκε ευλόγως βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Δημοκρατία του Κογκό, συνδεόμενος με την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική του γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο άρθρο 10 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου.

Περαιτέρω, και όσον αφορά την πιθανή εκχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας προς τον Αιτητή, ο λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπό του, καθότι δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν υπέρ του ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη ΛΔΚ  και συγκεκριμένα στην Κινσάσα, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, δυνάμει του άρθρου 15(α) και της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2) (α) του περί Προσφύγων Νόμου), ούτε κίνδυνο να αντιμετωπίσει βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, δυνάμει του άρθρου 15 (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19 (2) (β) του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και κίνδυνο σοβαρής βλάβης ως άμαχος, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας στα πλαίσια εσωτερικής ή εξωτερικής σύγκρουσης, δυνάμει του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του αιτητή.

 

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του Αιτητή.

 

Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και διαμονής και το προφίλ του Αιτητή δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό, εφόσον προκύπτει πως ορθά έγινε αποδεκτός από τους Καθ’ ων η αίτηση.  

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, ήτοι ότι ο Αιτητής ήταν σε κίνδυνο να δολοφονηθεί ή να συλληφθεί από την Αστυνομία, γιατί θεωρούνταν ότι γνώριζε ότι η σύζυγος του Αστυνομικού Διευθυντή, για την οποία εργαζόταν ως προσωπικός οδηγός, διατηρούσε ερωτική σχέση με τον γυναικολόγο της, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει επαρκώς τον ισχυρισμό αυτό. Παρά τις ευκαιρίες που του δόθηκαν, έτσι ώστε να μπορεί να γίνει αποδεκτή η αξιοπιστία του, ο Αιτητής έδωσε γενικόλογες, ασαφείς και μη ευλογοφανείς απαντήσεις σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν, χωρίς να παραθέτει λεπτομέρειες για τα περιστατικά που αφηγήθηκε. Οι ανεπαρκείς και ασαφείς απαντήσεις του Αιτητή δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικής φύσης γεγονότα. Θα συμφωνήσω με την αξιολόγηση στην οποία έχει προβεί ο αρμόδιος λειτουργός ως καταγράφεται στην έκθεση – εισήγηση και με τα σημεία που εντόπισε περί του να καταλήξει σε εύρημα περί της μη αξιοπιστίας του αιτητή,  και επομένως παρέλκει η όποια επανάληψη τους.

 

Στη βάση των ανωτέρω συμπερασμάτων, διαπιστώνω ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο Αιτητής δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό επί του οποίου θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξής του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σε περίπτωση επιστροφής του στην Λ.Δ.Κ, ο οποίος θα ενέπιπτε στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του Αιτητή, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Συνακόλουθα, ελλείψει οιασδήποτε πραγματικής, προσωπικής και υφιστάμενης απειλής εις βάρος του, δεν προκύπτουν στοιχεία εκ των οποίων θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι σε περίπτωση επιστροφής της στην Λ.Δ.Κ, o Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, προκειμένου να κριθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπό του, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του Περί προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, δεν ανέκυψε οιοσδήποτε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας εις βάρος του Αιτητή, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, δυνάμει του άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του Περί Προσφύγων Νόμου.

Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του και δη στην πόλη της Kinshasa, θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης προς εξέταση της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί στην Kinshasa, περιοχή η οποία αποτελεί τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή στη ΛΔΚ και προορισμός επί του οποίου ευλόγως αναμένεται να εγκατασταθεί ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής. 

Σύμφωνα με το RULAC[1] η ΛΔΚ εμπλέκεται σε διάφορες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στο έδαφός της εναντίον διαφόρων μη κρατικών ένοπλων ομάδων. Μια ειρηνευτική επιχείρηση των Ηνωμένων Εθνών, η UN Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo (MONUSCO), υποστηρίζει τις ένοπλες δυνάμεις του Κονγκό (FARDC). Η Ρουάντα έχει παρέμβει στη ΛΔΚ προς υποστήριξη της ένοπλης ομάδας M23. Επιπλέον, η Κένυα έχει αναπτύξει ειρηνευτικά στρατεύματα στη ΛΔΚ προκειμένου να πολεμήσουν στη Goma[2].

Η σύγκρουση μεταξύ των κοινοτήτων Teke και Yaka[3], η οποία ξεκίνησε το 2022 λόγω μιας εδαφικής διαμάχης, «προκάλεσε επιδείνωση» της ανθρωπιστικής κατάστασης και της κατάστασης ασφαλείας σε πολλές επαρχίες κοντά στην πρωτεύουσα Kinshasa.[4] Η σύγκρουση έφτασε επίσης στην ίδια την Kinshasa.[5]

Σύμφωνα με το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στην περιοχή Kwamouth και στη δημοτική κοινότητα Maluku της Kinshasa, η σύγκρουση οδήγησε στην καταστροφή των μισών χωριών, όπου «εκατοντάδες σχολεία και ιατρικά κέντρα καταστράφηκαν ή αναγκάστηκαν να κλείσουν». Αναφέρθηκαν σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής βίας, των απαγωγών για λύτρα και των βασανιστηρίων.[6]

Η Διεθνής Αμνηστία (Amnesty International – AI) ανέφερε το 2022 ότι «οι διοικητικές αρχές στην Kinshasa απαγόρευσαν παράνομα και συστηματικά όλες τις διαδηλώσεις που θεωρούνταν επικριτικές προς τον Πρόεδρο Tshisekedi ή την κυβέρνησή του».[7]

Για παράδειγμα, στις 20 Μαΐου 2023, οι δυνάμεις ασφαλείας «έριξαν δακρυγόνα και συγκρούστηκαν στους δρόμους της πρωτεύουσας Kinshasa με αντικυβερνητικούς διαδηλωτές» που διαμαρτύρονταν για την αύξηση του κόστους ζωής, την ανασφάλεια και τις παρατυπίες στην εγγραφή ψηφοφόρων.[8] Σύμφωνα με το International Crisis Group, οι δυνάμεις ασφαλείας αντέδρασαν με βία, που είχε ως αποτέλεσμα «δεκάδες τραυματισμούς», σύμφωνα με την αντιπολίτευση.[9] Τον Δεκέμβριο του 2023, 11 πολίτες φέρεται να τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια σύγκρουσης μεταξύ της αστυνομίας και διαδηλωτών της αντιπολίτευσης στην Kinshasa.[10]

Στην ετήσια έκθεση του 2025 του Human Rights Watch για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για το έτος 2024 στη Λ.Δ.Κ., σε σχέση με τις ένοπλες συγκρούσεις στην ανατολική πλευρά της χώρας,  αναφέρεται ότι εκεί δραστηριοποιούνται πάνω από 100 ένοπλες ομάδες, κυρίως στις περιοχές Ituri, North Kivu, και South Kivu.[11] Σε έκθεση της UNHCR που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2025, αναφέρεται ότι μετά από συνεχιζόμενη επιδείνωση της ασφάλειας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρωπιστικής κατάστασης στις περιοχές North Kivu, South Kivu και Ituri από τον Νοέμβριο του 2022, η ένοπλη βία στις ανατολικές επαρχίες της Λ.Δ.Κ. κλιμακώθηκε τον Ιανουάριο του 2025.[12]

 

Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 14/11/2025), στην επαρχία Kinshasa της Λ.Δ.Κ, καταγράφηκαν 43 περιστατικά πολιτικής βίας (“Political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 55 θάνατοι.[13]

Σημειώνεται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συγκεκριμένων περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 02/09/2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Κινσάσα εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων. [14]

Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της επαρχίας Κινσάσα υπολογίζεται ότι κατά το 2020 ανερχόταν σε 14.565.700 κατοίκους, ενώ ο πληθυσμός της πόλης Κινσάσα σύμφωνα με εκτιμήσεις για το 2025 ανέρχεται σε 17,778,500 κατοίκους.[15] Εκ των ανωτέρω πληροφοριών καθίσταται σαφές ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι στην Κinshasa επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων στα πλαίσια οιασδήποτε εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης. Συνεπώς, δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για κάποιον πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά από συνθήκες οι οποίες εμπίπτουν στις πρόνοιες του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Κατά συνέπεια, η πόλη της Kinshasa, και την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του αιτητή, βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του ως παρατέθηκε ανωτέρω, παρότι χαρακτηρίζεται γενικά από αστάθεια και υψηλή εγκληματικότητα,  εντούτοις, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ[16]. Λαμβάνοντας υπόψιν και την απουσία των επιβαρυντικών περιστάσεων από το προφίλ του αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην Kinshasa.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα τόσο τη νομιμότητα όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του  αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

 Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] To RULAC (Rule of Law in Armed Conflicts) είναι μια διαδικτυακή πύλη της Ακαδημίας της Γενεύης που καταγράφει και αναλύει ένοπλες συγκρούσεις παγκοσμίως, προσδιορίζοντας τα εμπλεκόμενα μέρη και το εφαρμοστέο διεθνές δίκαιο.https://www.rulac.org/

[3] UN Security Council, Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo, 30 December 2023, https://digitallibrary.un.org/record/4032027?v=pdf, paras. 7-14

[4] Reuters, Ethnic conflict kills 11 people in western Congo, 31 January 2024, https://www.reuters.com/world/africa/ethnic-conflict-kills-11-people-western-congo-2024-01-31/; UN Security Council, Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo, 30 December 2023, https://digitallibrary.un.org/record/4032027?v=pdf, para. 7

[5] New Humanitarian (The), Conflict in western DRC simmers unnoticed amid rebel gains in the East, 12 February 2024, https://www.thenewhumanitarian.org/news-feature/2024/02/12/conflict-western-drc-democratic-republic-of-the-congo-amid-rebel-gains-east

[6] UN Security Council, Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo, 30 December 2023, https://digitallibrary.un.org/record/4032027?v=pdf, para. 9

[7] AI, Amnesty International Report 2022/23; The State of the World's Human Rights; Democratic Republic of The Congo 2022, 27 March 2023, https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/

[8] Reuters, DR Congo security forces clash with anti-govt protesters in Kinshasa, 25 May 2023, https://www.france24.com/en/africa/20230520-dr-congo-security-forces-clash-with-anti-govt-protesters-in-kinshasa

[9] International Crisis Group, Tracking Conflicts Worldwide - Democratic Republic of Congo, May 2023, https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/july-alerts-and-june-trends-2023

[10] BBC News, DR Congo elections: Fayulu's supporters clash with police in Kinshasa, 27 December 2023, https://www.bbc.com/news/world-africa-67826862; Africanews, Opposition protesters clash with police in Kinshasa after partial results released, 28 December 2023, https://www.africanews.com/2023/12/28/opposition-protesters-clash-with-police-in-kinshasa-after-partial-results-released/; France 24, DR Congo police disperse banned protest by the opposition, 27 December 2023, https://www.france24.com/en/africa/20231227-dr-congo-police-disperse-banned-protest-by-the-opposition

[11] HRW - Human Rights Watch, 'World Report 2025 - Democratic Republic of Congo' (16 January 2025)
διαθέσιμο σε 
https://www.ecoi.net/en/document/2120071.html

[12] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees, 'UNHCR Position on Returns to North Kivu, South Kivu and Ituri in the Democratic Republic of the Congo - Update IV' (March 2025) 2-3, διαθέσιμο σε 
https://www.ecoi.net/en/file/local/2122583/unhcr_position_on_returns_to_the_drc_-_march_2025_final.pdf

 

[13] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Democratic Republic of Congo, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 24/11/2025)

 

[14] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence

 

[15] City Population, Congo (Dem. Rep.), Kinshasa [Table], https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 24/11/2025); World Population Review, DR Congo – Kinshasa, https://worldpopulationreview.com/cities/dr-congo/kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 24/11/2025)

 

[16] Βλ.  C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides και στην C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali  v Staatssecretaris van Justitie


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο