S.D.H ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 2465/24, 10/11/2025
print
Τίτλος:
S.D.H ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 2465/24, 10/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπoθ. Αρ.: 2465/24

10 Νοεμβρίου 2025

[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

S.D.H

Αιτητής

-και-

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω

Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Χρ. Παφίτη (κα), για Έλ. Μυριάνθους, Δικηγόρος για τον Αιτητή

Ελ. Ιωάννου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 13/06/2024 σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε, και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερημένη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο ‘Α’ στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικος, υπήκοος της Δημοκρατίας της Λιβερίας και κάτοχος διαβατηρίου, ο οποίος εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 14/03/2021 και μέσω Τουρκίας μετέβη στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου όπου διέμεινε για σκοπούς εκπαίδευσης για περίοδο περί τα δύο χρόνια. Ακολούθως εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές όπου στις 23/01/2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας.

 

Στις 21/05/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και την 22/05/2024 αρμόδιος λειτουργός συνέταξε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή. Αυθημερόν, συγκεκριμένος λειτουργός, δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, κατόπιν εξέτασης της εισηγητικής έκθεσης αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή, αποφασίζοντας παράλληλα την επιστροφή του στην Λιβερία.

 

Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 13/06/2024, μαζί με την αιτιολογία αυτής, παραλήφθηκε δια χειρός από τον Αιτητή την ίδια ημέρα.

 

Εμπρόθεσμα, ο Αιτητής καταχώρισε την με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Προς ακύρωση της υπό εξέταση απόφασης, η ευπαίδευτη συνήγορος του Αιτητή ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση συνιστά προϊόν πλάνης περί τα πράγματα, έχει ληφθεί χωρίς να προηγηθεί έρευνα ενώ στερείται αιτιολογίας. Αποτελεί θέση της πως ο Αιτητής στοιχειοθέτησε δικαιολογημένο φόβο δίωξης αποσείοντας το βάρος απόδειξης που τον βαρύνει. Πέραν των πιο πάνω, η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση μέσω της δικής τους αγόρευσης, ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και των Κανονισμών και των αρχών του Διοικητικού Δικαίου, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

 

Ενώπιον του Δικαστηρίου κατά τις διευκρινήσεις, η κ. Παφίτη εγκατέλειψε όλους τους προβαλλόμενους στην αγόρευση της ισχυρισμούς, εμμένοντας μόνο στην προώθηση της θέσης της περί μη διεξαγωγής της δέουσας έρευνας από πλευράς των Καθ’ ων η αίτηση, χωρίς παρόλα αυτά να συγκεκριμενοποιήσει τις θέσεις της.

 

Έχω μελετήσει με μεγάλη προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων και δεδομένου ότι το Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018 κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του/της Αιτητή/τριας, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που ο Αιτητής προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ’ ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εξετάζοντας παράλληλα τον προβαλλόμενο από τον Αιτητή ισχυρισμούς προς ακύρωσης της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Κατά την αίτησή του για τη χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη μόρφωση και ποιότητα ζωής. Ο πατέρας του δεν είχε την οικονομική σταθερότητα με αποτέλεσμα ο θείος του, ο οποίος είναι μουσουλμάνος εν αντιθέσει με τον ίδιο και την οικογένειά του, να του δανείσει χρήματα προκειμένου να μπορέσει να σπουδάσει. Ωστόσο, ως ισχυρίζεται ο Αιτητής, ο θείος του του ζήτησε να ασπασθεί το ισλάμ ως προϋπόθεση για να συνεχίσει να τον στηρίζει οικονομικά. Ο Αιτητής αρνήθηκε και ως αποτέλεσμα εξαναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του και να εγκαταλείψει τη χώρα.

 

Στα πλαίσια της προσωπικής του συνέντευξης, ο Αιτητής κατ΄ επανάληψη δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του με σκοπό να συνεχίσει τις σπουδές του. Προς τούτο μετέβη στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, έχοντας άδεια φοίτησης ωστόσο λόγω οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπισε αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του. Δήλωσε πως εξ αρχής ήταν πρόθεσή του να σπουδάσει στο εξωτερικό εξού και αποτάθηκε για έκδοση διαβατηρίου. Ερωτηθείς σχετικά ο Αιτητής, ανάφερε πως ενημερώθηκε για την διαδικασία ασύλου από ένα γνωστό του ενόσω διέμενε στα κατεχόμενα και πως δεν ήταν πρόθεσή του να αιτηθεί άσυλο εξερχόμενος της χώρας του. Πέραν των πιο πάνω, ο Αιτητής κλήθηκε από τον αρμόδιο λειτουργό όπως συγκεκριμενοποιήσει τα όσα ανέφερε σχετικά με τον θείο του κατά την υποβολή της αίτησής του, με αυτόν να εμμένει στην θέση του πως ο λόγος που ήρθε στη Κύπρο ήταν για σπουδές (ερυθρό 25 στη διοικητικό φάκελο)[1] και κανένας άλλος, δηλώνοντας πως δεν του συνέβη οτιδήποτε στη χώρα του. Τέλος ερωτηθείς σχετικά με τις συνέπειες επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής απάντησε πως δεν έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του και πως είναι το όνειρό του να σπουδάσει. Σε περίπτωση επιστροφής του δεν θα υλοποιήσει το όνειρό του και δεν θα αποκτήσει τη ζωή που επιθυμεί. 

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διέκρινε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: έναν αναφορικά με την ταυτότητα/ προσωπικά στοιχεία και προφίλ του Αιτητή και έναν δεύτερο αναφορικά με λόγους εκπαιδευτικού περιεχομένου, ισχυρισμοί οι οποίοι κρίθηκαν αξιόπιστοι από τους Καθ’ ων η αίτηση

 

Προχωρώντας σε αξιολόγηση κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση πως από τα λεγόμενα του Αιτητή δεν προκύπτουν στοιχεία δίωξής του. Πρόκειται για ενήλικα άνδρα, μορφωμένο, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και χωρίς την οποιαδήποτε παρελθούσα δίωξη. Λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη τη γενική κατάσταση στη Λιβερία, διαπιστώθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι στη Λιβερία δεν υπάρχουν ένοπλες συγκρούσεις ή γενικευμένη βία, ενώ το κράτος εγγυάται βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας θρησκείας και πρόσβασης στην εκπαίδευση. Τούτων λεχθέντων οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι δεν υφίστανται εύλογοι λόγοι να πιστεύεται πως σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, και δη στο Bushrod Island, ο Αιτητής θα αντιμετωπίζει δίωξη ή πραγματκό κίνδυνο σοβαρής βλάβη. Ως εκ τούτου δεν δύναται να παραχωρηθεί στον Αιτητή προσφυγικό καθεστώς, καθώς δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης για κάποιον από τους περιοριστικά αναφερόμενους λόγους του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Ακολούθως, κατέληξαν ότι δεν δύναται να παραχωρηθεί στον Αιτητή ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας όπως προνοείται στο άρθρο 19 (1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση ορθά απέρριψαν την αίτηση του Αιτητή εφόσον είναι ξεκάθαρο από τα ενώπιον μου στοιχεία και δεδομένα πως αυτός δεν απέδειξε λόγο δίωξης σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρο 3 του Νόμου περί Προσφύγων.

 

Για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.

 

Το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον Αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία. Ο Αιτητής έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη του, ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομικής διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του Αιτητή, οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός. Επί τούτου η συνήγορος του Αιτητή ισχυρίζεται ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση στα πλαίσια εξέτασης της αίτησής του, δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα.

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. 2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.

 

Μελετώντας το διοικητικό φάκελο, διαπιστώνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση, λαμβανομένης υπόψη και της κατ’ επανάληψη δήλωσης του Αιτητή περί εγκατάλειψης της χώρας του για εκπαιδευτικούς λόγους δεν θα μπορούσαν να οδηγηθούν σε άλλο συμπέρασμα πέραν της απόρριψης της αίτησής του.

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Παρατηρώ ότι οι Καθ’ ων η αίτηση προέβησαν σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, σύμφωνα με την οποία η Λιβερία δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Το Δικαστήριο προέβη σε επικαιροποιημένη έρευνα σε επίκαιρες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή και δη τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του ,εκ της οποίας δεν ανέκυψαν πληροφορίες εκ των οποίων προκύπτει ότι το νησί Bushrod Island πλήττεται από οιαδήποτε εσωτερική ή εξωτερική σύγκρουση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) καθώς η διεξαχθείσα έρευνα ανέδειξε ότι από το 2003, χρόνο κατά τον οποίο έληξε ο εμφύλιος πόλεμος στη Λιβερία, η χώρα βρίσκεται σε πορεία ανάκαμψης[2].  Οι ανωτέρω πληροφορίες επιβεβαιώνονται και από πληροφορίες του portal Rule of Law in Armed Conflict (RULAC), πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα κρίνοντας με κριτήρια διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, το οποίο δεν συμπεριλαμβάνει τη Λιβερία στις χώρες επί των οποίων εξελίσσεται κάποια ένοπλη σύγκρουση[3].

 

Ως εκ τούτου και δεδομένου ότι στη Λιβερία και δη το νησί Bushrod Island δεν εξελίσσεται κάποια σύγκρουση υπό την έννοια του άρθρου 19(2)(γ), το Δικαστήριο κρίνει ότι, εκ των πραγμάτων παρέλκει η διερεύνηση των περιστατικών ασφαλείας στην εν λόγω χώρα, προκειμένου να διαπιστωθεί η πλήρωσή των λοιπών προϋποθέσεών του υπό εξέταση άρθρου.

 

Στην βάση όλων των πιο πάνω, ο ισχυρισμός του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας απορρίπτεται. Οι λόγοι που είχε προβάλει ο Αιτητής ενώπιον των Καθ' ων η αίτηση, εξετάστηκαν επαρκώς υπό το φως των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του Περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.000 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Α. AΓΡΟΤΗ, Δ. ΔΔΔΠ



[1] “CO: Sir at your application for international protection you mention also that you had some problems with your uncle. Now you told me only that you came to study. Can you explain me?

IC: No. The reason i came to Cyprus is to study”

 

[2] Βλ. ενδεικτικά Jessica Vapnek, Alfred Fofie, and Peter Boaz, Resolving Disputes and Improving Security in Post-Conflict Settings: An Example from Liberia, 83 Arbitration 288, 2017, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://repository.uchastings.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=2633&context=faculty_scholarship

[3] https://www.rulac.org/browse/map, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/11/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο