Μ.Μ.D κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 3495/2023, 28/11/2025
print
Τίτλος:
Μ.Μ.D κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 3495/2023, 28/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Υπoθ. Αρ.: 3495/2023 

 

28 Νοεμβρίου 2025 

[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ.] 

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

Μεταξύ: 

  1. Μ.Μ.D

..2. N.N.M  

Αιτητές

-και- 

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου 

Καθ' ων η Αίτηση 

 

Οι Αιτητές εμφανίζονται αυτοπροσώπως.

Σ. Πιτσιλλίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η Αίτηση.  

[Παρών ο κος.Κ.Σφέτσος για πιστή μετάφραση από ελληνικά σε Lingala και αντίστροφα]

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ Δ. ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, οι Αιτητές προσβάλλουν την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 26/09/2023 σύμφωνα με την οποία το αίτημά τους για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε.

 

Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση αλλά και από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, που αποτελούν τεκμήρια Α και Β στην παρούσα διαδικασία[1], τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:

 

Οι Αιτητές 1 και 2 είναι σύζυγοι, υπήκοοι της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (εφεξής «Λ.Δ.Κ.»), αμφότεροι κάτοχοι διαβατηρίου με ημερομηνία έκδοσης 22/09/2021, οι οποίοι εγκατέλειψαν τη χώρα καταγωγής τους στις 26/11/2021, μεταβαίνοντας αεροπορικώς δια μέσω Αιθιοπίας και Τουρκίας στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, απ' όπου στη συνέχεια, εισήλθαν παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Στις 03/02/2022 και 04/02/2022 αντίστοιχα οι Αιτητές υπέβαλαν αίτηση διεθνούς προστασίας.

 

Στις 09/01/2023, 10/01/2023 και 18/01/2023 η Αιτήτρια 2 κλήθηκε να παραστεί σε προγραμματισμένη συνέντευξη για τις 07/02/2023, χωρίς ωστόσο ανταπόκριση με αποτέλεσμα την έκδοση απορριπτικής απόφασης λόγω σιωπηρής απόσυρσης. Στις 19/05/2023, η Αιτήτρια υπέβαλε αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου της σχετικά με το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας το οποίο εγκρίθηκε στις 25/05/2023. 

 

Στις 25/05/2023 και 01/06/2023 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις των Αιτητών 1 και 2 αντίστοιχα, από αρμόδιο λειτουργό, παρέχοντάς τους δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Στις 09/08/2023, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία εισηγείται την απόρριψη του αιτήματος των Αιτητών και στις 22/08/2023, συγκεκριμένος λειτουργός δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης των Αιτητών, αποφασίζοντας παράλληλα και την επιστροφή τους στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό.

 

Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου μαζί με την αιτιολογία αυτής, η οποία περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 26/09/2023, παραλήφθηκε από τους Αιτητές αυθημερόν και ακολούθησε η εμπρόθεσμη υποβολή της παρούσας προσφυγής.

 

Μέσω της αίτησης ακυρώσεως τους, οι Αιτητές προωθούν πραγματικούς ισχυρισμούς για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης. Ο Αιτητής 1 (εφεξής «Αιτητής») προωθεί ότι ανήκει σε ένα πολιτικό κόμμα ονόματι “ECIDE”, του Προέδρου “Martin Fayuly”, το οποίο δεν μπορεί να κυβερνήσει εξαιτίας ενός πραξικοπήματος από άλλο κόμμα. Ο Αιτητής πρόσθεσε ότι το εν λόγω κόμμα τον φυλάκισε, δέχθηκε σωματική βία και αναγκάστηκε μαζί με την σύζυγο του να εγκαταλείψουν τη χώρα τους διότι και η σύζυγος του, Αιτήτρια 2 (εφεξής «Αιτήτρια» δέχθηκε επίθεση και κινδυνεύει η ζωή τους.

 

Με τη γραπτή του αγόρευση, ο Αιτητής υποστηρίζει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της συμμετοχής του σε μια ειρηνική πορεία που διοργανώθηκε στις 02/09/2013, όπου σκοτώθηκαν πάνω από τέσσερα άτομα από στρατιώτες του Προέδρου Kabila και είναι καταδικασμένος σε θάνατο, απόφαση που θα εκτελεστεί από το Δικαστήριο της Gombe. Κατέγραψε ότι μετά την άφιξη του στη Δημοκρατία, η σύζυγος του υποφέρει από διαβήτη, με αποτέλεσμα να γεννήσει πρόωρα και το ανήλικο τέκνο τους παρουσίασε καρδιακά προβλήματα. Πρόσθεσε ότι το ανήλικο τέκνο τους θα υποβληθεί σε δυο επεμβάσεις βουβωνοκήλης, η αναπνοή του δεν είναι καλή και πρέπει να εξετάζεται από ιατρό κάθε μήνα. Τέλος, ισχυρίζεται ότι η κατάσταση στη χώρα του δεν είναι καλή, επικρατεί δικτατορικό καθεστώς και ο Πρόεδρος θέλει να πωλήσει ένα μέρος της χώρας σε επαναστατικές ομάδες. Επί της αγόρευσης του Αιτητή επισυνάπτεται δέσμη εγγράφων.

 

Ο Αιτητής κατά την παρούσα διαδικασία προσκόμισε δέσμη εγγράφων, τα οποία αποτελούν ιατρικά πιστοποιητικά σχετικά με τη σύζυγο του και το ανήλικο τέκνο τους. Επανέλαβε την κατάσταση υγείας της συζύγου του και του τέκνου τους προσθέτοντας πως δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του λόγω του περιστατικού που πραγματοποιήθηκε το 2013, όπου τον συνέλαβαν, φυλακίστηκε και κατάφερε να διαφύγει διότι τον καταδίκασαν εις θάνατο.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, μέσω της δικής τους αγόρευσης, ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή και νόμιμη, σύμφωνη με τις διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και των Κανονισμών, είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ' ων η αίτηση, κατ' εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα, αφού αξιολογήθηκαν όλα τα σχετικά γεγονότα και στοιχεία της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη, καλούν τέλος το Δικαστήριο όπως απορρίψει την προσφυγή των Αιτητών.

    

Δεδομένου ότι το Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 11 του Περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018 κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος των Αιτητών, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που αυτοί προέβαλαν σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός τους, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας.


Κατά την υποβολή αιτήσεως διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του διότι συνελήφθη στις 10/01/2008, φυλακίστηκε για 9 έτη και δραπέτευσε στις 18/06/2017, κατόπιν επίθεσης στη φυλακή, όπου πολλοί κρατούμενοι απέδρασαν. Όταν αφέθηκε ελεύθερος η κατάσταση στη χώρα είχε χειροτερεύσει, δεν υπήρχαν εργασίες, η οικονομική κατάσταση δεν ήταν καλή, η κυβέρνηση ήταν διεφθαρμένη και δεν ήταν ασφαλές να παραμείνει.  


Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, ο Αιτητής ανέφερε ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του την πόλη
Kinshasa διευκρινίζοντας πως μετά την δραπέτευση του από τις φυλακές, από τις 17/05/2017 διέμενε στη Brazzaville. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό του επίπεδο δήλωσε ότι είναι απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εργαζόταν δε ως μηχανικός αυτοκινήτων την περίοδο 1993 έως 2/09/2013. Ως προς το θρήσκευμα του δήλωσε χριστιανός ορθόδοξος, ανήκει στην εθνοτική ομάδα Bawumbu, ομιλεί Lingala και γαλλικά. Είναι έγγαμος με την Αιτήτρια και έχουν αποκτήσει τέσσερα τέκνα. Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι οι γονείς του απεβίωσαν και έχει 9 αδέλφια, οι οποίοι διαμένουν στη Λ.Δ.Κ. και δεν διατηρεί επικοινωνία μαζί τους.

 

Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι η ζωή του απειλείται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του. Ειδικότερα, δήλωσε πως ήταν πρόεδρος του συλλόγου Ajehu, Association of the youth Humbu και στις εκλογές του 2006 η ομάδα του εκπροσωπήθηκε από τον Jean Pierre Memba ο οποίος δεν εξελέγη και έχασε τις εκλογές από τον Kabila, ο οποίος κατάγεται από τη Ρουάντα. Στις 05/08/2006 οργανώθηκε μια διαδήλωση κατά των αποτελεσμάτων των εκλογών, η οποία θα έφθανε έξω από την επιτροπή των εκλογικών αποτελεσμάτων CENI, κατά τη διάρκεια της οποίας επενέβη η αστυνομία και συνελήφθη. Ισχυρίστηκε ότι παρέμεινε στη φυλακή από το 2006 έως το 2010, όταν του δόθηκε αμνηστία και αποφυλακίστηκε. Μετά την αποφυλάκιση του δήλωσε ότι συνέχισε να αγωνίζεται ώστε η χώρα να ηγείται από υπήκοο της Λ.Δ.Κ. Το 2013, ο πρόεδρος Kabila, προσπάθησε να τροποποιήσει το Σύνταγμα προκειμένου να επανεκλεγεί, ωστόσο ήταν αντίθετοι και διαμαρτυρήθηκαν. Στις 02/12/2013, πραγματοποιήθηκε η διαδήλωση, η αστυνομία επενέβη, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 4 άτομα και να τραυματιστούν αρκετοί και στη προσπάθεια τους να διαφύγουν τους συνέλαβαν. Ο Αιτητής ανέφερε ότι παρέμεινε στη φυλακή μέχρι την 17/05/2017, όταν στρατιώτες του Mwanda Nseni, ο οποίος συνελήφθη και μεταφέρθηκε στις φυλακές, επιτέθηκαν στη φυλακή και δραπέτευσαν. Ακολούθως, μετέβη στη Brazzaville, διότι δεν ήταν ασφαλές να παραμείνει στη χώρα και τον αναζητούσαν στη Kinshasa. Πρόσθεσε ότι τον αναζητούσαν στην οικία του, προσπάθησαν να βιάσουν τη σύζυγο του αλλά κατάφερε να διαφύγει και να ζητήσει βοήθεια από την εκκλησία. Ο Αιτητής δήλωσε πως ενημερώθηκε από τον δικηγόρο του ότι υπήρχε ένταλμα αναζήτησης εναντίον του και με τη βοήθεια του δικηγόρου και της συζύγου του επέστρεψε στη Kinshasa, διαφεύγοντας από την χώρα στις 26/11/2021. Ερωτηθείς τι πιστεύει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του δήλωσε ότι θα τον σκοτώσει η κυβέρνηση, προσθέτοντας ότι η καταδίκη του ήταν θάνατος, διότι τους θεώρησαν υπεύθυνους για τον θάνατο τεσσάρων ατόμων.

 

Ως προς τον σύλλογο Ajehu, Association of the youth Humbu, δήλωσε ότι ιδρύθηκε το 1997 από τον Libilimo Nselekila  και ότι η ομάδα μάχεται με ειρηνικό τρόπο κατά του Προέδρου, κατά της διαφθοράς και επεδίωκε η χώρα να διοικείται από έναν πρόεδρο με καταγωγή από την χώρα. Ο Αιτητής δήλωσε πως ίδιος ήταν ο πρόεδρος της νεολαίας, και πως εξελέγη κατόπιν εκλογών στις οποίες συμμετείχαν πάνω 5000 άτομα από όλες τις κοινότητες της Kinshasa. Ερωτηθείς σχετικά με τα καθήκοντα του δήλωσε πως ο ρόλος του ήταν να δείχνει με ποιον τρόπο οργανώνεται μια διαδήλωση και επελέγη σε αυτή τη θέση επειδή ήταν έξυπνος και σοφός.  Η οργάνωση αυτή δήλωσε πως είχε πάνω από 5000 μέλη και πως πολλά μέλη αυτής έχουν συλληφθεί. Πρόσθεσε πως ο αρχηγός της οργάνωσης/συλλόγου ήταν ο Libilimo Nselekila και αργότερα ο ίδιος. Δήλωσε πως ο ίδιος ως πρόεδρος της ομάδας έδινε οδηγίες για το πως οργανώνονται διαδηλώσεις και πως οι δυο διαδηλώσεις που έλαβαν χώρα το 2006 και 2013, οργανώθηκαν από τον ίδιο.  

 

Αναφορικά με την διαδήλωση το 2006, δήλωσε πως στις εκλογές του 2006 ο υποψήφιος τους δεν εξελέγη και αποφάσισαν με άλλες ομάδες/ενώσεις να οργανώσουν μια διαδήλωση κατά των αποτελεσμάτων των εκλογών. Μήνυμα της διαδήλωσης ήταν η αλήθεια των εκλογών, το οποίο μεταδόθηκε σε μέσα επικοινωνίας και κατά τη διάρκεια της διαμαρτυρίας με αφίσες και πινακίδες. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η διαδήλωση κατεστάλη από την αστυνομία και ο ίδιος μαζί με άλλα τρία άτομα από την ομάδα του συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στο γραφείο του εισαγγελέα. Πρόσθεσε ότι συνελήφθησαν και άλλα άτομα από άλλες ομάδες που συμμετείχαν. Ο Αιτητής συνελήφθη διότι ήταν ο πρόεδρος της ομάδας του και ήταν αυτοί που διοργάνωσαν την διαμαρτυρία. Παρέμειναν για δύο ημέρες στα κρατητήρια και στη συνεχεία μεταφέρθηκαν στη φυλακή Makala, όπου παρέμεινε μέχρι το 2010. Ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν πραγματοποιήθηκε δίκη, διότι ήταν παράνομη η σύλληψη και δεν καταδικάστηκαν. Ως προς την απελευθέρωση του το 2010, δήλωσε πως ο νέος υπουργός δικαιοσύνης, ονόματι Kabange Luzolo Bambi, διέταξε την απελευθέρωση όλων όσων είχαν φυλακισθεί χωρίς δίκη και έτσι τόσο ο ίδιος όσο και τα άλλα μέλη της ομάδας του αφέθηκαν ελεύθεροι. Δήλωσε ότι δεν δέχθηκε κάποια ενόχληση μετά την έξοδο του από την φυλακή και πως συνέχισε την πολιτική του δράση κατά του προέδρου Kabila.

 

Αναφορικά με τη διαδήλωση το 2013, ο Αιτητής δήλωσε πως έστειλε μήνυμα σε όλες τις κοινότητες για να συναντηθούν στο «Cite Verte» και από εκεί να κατευθυνθούν προς την εκλογική επιτροπή CENI, στις 02/09/2013, προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για την απόφαση του πρόεδρου Kabila να τροποποιήσει το Σύνταγμα για να επανεκλεγεί. Στην διαδήλωση συμμετείχαν πολλά άτομα και οι δυνάμεις ασφαλείας επενέβησαν με σκοπό να διαλύσουν την διαδήλωση, χρησιμοποιώντας όπλα και τέσσερα άτομα σκοτώθηκαν από τα πυρά. Ο ίδιος μαζί με άλλα 9 άτομα της ομάδας του συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στο στρατιωτικό δικαστήριο, όπου και καταδικάστηκαν σε θάνατο καθώς κρίθηκαν υπεύθυνοι για τη διοργάνωση της διαδήλωσης και για τον θάνατο των τεσσάρων ατόμων. Ο Αιτητής παρέμεινε στην φυλακή από το 2013 έως το 2017. Ως προς τη απόδραση του, δήλωσε ότι στις 17/05/2017 στρατιώτες του Mwanda Nseni επιτέθηκαν στην φυλακή Makala με σκοπό να απελευθερώσουν τον ηγέτη τους, πάνω από 5000 άτομα δραπέτευσαν εκείνη την ημέρα και ο ίδιος μαζί με τους υποστηρικτές της ομάδας του άδραξαν την ευκαιρία να διαφύγουν, χωρίς να συναντήσουν κάποια αντίσταση από τους φύλακες και ακολούθως μετέβησαν για να είναι ασφαλείς στην Brazzaville.

 

Ο Αιτητής ανέφερε ότι τον Αύγουστο του 2017 έλαβε κλήση από τον δικηγόρο του πως είχε εκδοθεί ένταλμα αναζήτησης/σύλληψης εναντίον του από τις αρχές της χώρας. Το ένταλμα εκδόθηκε, ως ισχυρίστηκε, τον Ιούλιο του 2017 από τον αρχηγό της αστυνομίας, πρόκειται για αντίγραφο και το έλαβε από τον δικηγόρο του. Μετά από την διαφυγή του στην Brazzaville, στρατιώτες του Kabila συνέχισαν να τον αναζητούν, μετέβησαν στην οικία του, λεηλάτησαν και βίασαν την σύζυγό του και άφησαν μήνυμα στον αρχηγό της γειτονίας πως εάν τον εντοπίσουν θα τον σκοτώσουν. Η σύζυγός του, με τα τέκνα τους διέφυγαν στην εκκλησία. Δήλωσε πως κατά καιρούς πήγαιναν προκειμένου να ελέγξουν εάν είχε επιστρέψει. Στη Brazzaville παρέμεινε για 4 έτη, χωρίς να αντιμετωπίσει οιονδήποτε πρόβλημα και το 2019 ενημερώθηκε από τον δικηγόρο του πως η Interpol στη Kinshasa κάλεσε το τμήμα Interpol στην Brazzaville και τους είπαν πως αναζητούν τον Αιτητή, χωρίς ωστόσο να υπάρξει ενόχληση από τις αρχές. Ερωτηθείς για ποιο λόγο εγκατέλειψε την Brazzaville, δήλωσε πως πληροφορήθηκε από τον δικηγόρο του ότι δεν προσφέρουν διεθνή προστασία σε όσους βρίσκονται υπό απειλή και να αναζητήσει μια χώρα όπου θα μπορεί να λάβει προστασία. Κατάφερε, ανέφερε να διαφύγει νόμιμα ενώ εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης εναντίον του εφόσον στην χώρα του υπάρχει διαφθορά και ο ίδιος μεταμφιέστηκε σε Μουσουλμάνο προκειμένου να μην γίνει αντιληπτός από τις αρχές στο αεροδρόμιο. Ερωτηθείς εάν μπορεί να εγκατασταθεί σε άλλη πόλη στη χώρα καταγωγής του απάντησε αρνητικά, δηλώνοντας ότι θα τον σκοτώσουν. Επισημάνθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό αντιφάσεις μεταξύ των όσων κατέγραψε κατά την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας και των αναφορών του κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του, με τον Αιτητή να δηλώνει ότι κατά την υποβολή της αίτησης, του ανέφεραν να μην δώσει πολλές λεπτομέρειες και ως προς τις ημερομηνίες σύλληψης του δήλωσε ότι συνελήφθη στις 05/08/2006 και 02/09/2013.

 

Η Αιτήτρια 2, κατά την υποβολή αιτήσεως διεθνούς προστασίας, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της λόγω των προβλημάτων με τις αρχές που αντιμετώπιζε ο σύζυγος της, ο οποίος φυλακίστηκε για ένα διάστημα. Πρόσθεσε ότι φοβόταν ότι θα την βασάνιζαν ή θα την συλλάμβαναν διότι η κυβέρνηση ήθελε να φυλακίσει εκ νέου τον σύζυγο της.  

 

Κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ότι τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής της είναι η πόλη Kinshasa. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό της επίπεδο δήλωσε ότι φοίτησε για 11 έτη, χωρίς ωστόσο να ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της, εργαζόταν δε ως κομμώτρια από το 2009 έως το 2021. Ως προς το θρήσκευμα της δήλωσε χριστιανή καθολική, ανήκει στην εθνοτική ομάδα Bandundu, ομιλεί Lingala, Kikongo και γαλλικά. Είναι έγγαμη με τον Αιτητή και έχουν αποκτήσει τέσσερα τέκνα, τα οποία βρίσκονται στη Kinshasa, υπο την προστασία της εκκλησίας. Ως προς την πατρική της οικογένεια, δήλωσε ότι ο πατέρας της απεβίωσε, η μητέρα της διαμένει σε χωριό στο Bandundu, οι τρεις αδελφοί της διαμένουν στην Αγκόλα και η αδελφή της στο Lubumbashi. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι πάσχει από διαβήτη και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή. Σημειώνεται ότι οι Αιτητές, κατά τη παραμονή τους στη Κυπριακή Δημοκρατία, απέκτησαν ένα ανήλικο υιό, γεννηθέντα στις 20/02/2024.

 

Αναφορικά με τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της δήλωσε πως δεν ήταν ασφαλής εξαιτίας των απειλών που δεχόταν ο σύζυγός της για την ζωή του από τους πολιτικούς του κόμματος του Kabila επειδή διαδήλωνε εναντίον του. Ισχυρίστηκε ότι ο σύζυγός της ήταν μέλος της ομάδας Ajevu, οργάνωσε το 2006 μια διαμαρτυρία εναντίον της ηγεσίας του Kabila, συνελήφθη μαζί με άλλα τρία άτομα και μεταφέρθηκαν στις φυλακές Makala. Αποφυλακίστηκε το 2010 μετά από παρέμβαση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Το 2012 παντρεύτηκαν και ο σύζυγος της συμμετείχε  σε άλλη διαμαρτυρία όπου 4 άτομα σκοτώθηκαν, συνέλαβαν 10 άτομα μεταξύ των οποίων ο σύζυγος της, δικάστηκαν και τους επιβλήθηκε η ποινή του θανάτου. Το 2013, στρατιώτες πήγαν στην οικία της, λεηλάτησαν, την βίασαν και φοβούμενη ζήτησε βοήθεια από την εκκλησία. Η Αιτήτρια ανέφερε πως επισκεπτόταν τον σύζυγο της στη φυλακή και το 2017, μετά από ένα περιστατικό, κρατούμενοι κατάφεραν να αποδράσουν, μαζί και ο σύζυγος της, ο οποίος μετέβη στη Brazzaville, η ίδια δεν είχε επικοινωνία μαζί του αλλά μάθαινε τα νέα του από τον δικηγόρο τους. Όταν ο σύζυγος της ενημερώθηκε πως οι αρχές της Kinshasa ζήτησαν από τις αρχές της Brazzaville να αναζητήσουν τα άτομα που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο, άρχισε να επικοινωνεί με τον δικηγόρο του προκειμένου να αποχωρήσουν από τη χώρα. Η Αιτήτρια πώλησε, το 2021, ακίνητη περιουσία για να εξεύρει χρήματα, προέβη στη διαδικασία έκδοσης διαβατηρίου του Αιτητή και ακολούθως ο δικηγόρος τους διευθέτησε το ταξίδι αναχώρησης τους. Η Αιτήτρια πρόσθεσε ότι το 2013 μετά το περιστατικού βιασμού της, ο δικηγόρος την πήγε στο νοσοκομείο και ακολούθως προχώρησαν σε καταγγελία στο Δικαστήριο. Ερωτηθείσα τι πιστεύει ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα της, δήλωσε ότι ο σύζυγος της θα σκοτωθεί και πως θα είναι ξανά θύμα βιασμού.

 

Ως προς τη συμμετοχή του συζύγου της στην ομάδα Ajevu, δήλωσε ότι ήταν μια ομάδα νέων, οι οποίοι ήταν εναντίον του Kabila, ο σύζυγος της ήταν μεταξύ αυτών που ίδρυσαν τη νεολαία και πως έλαβε το αξίωμα του προέδρου από το άτομο που ίδρυσε την ομάδα. Ερωτηθείσα για τον ρόλο και τα καθήκοντα του συζύγου της δήλωσε πως δεν γνωρίζει λεπτομέρειες καθώς δεν ρωτούσε τον σύζυγό της και δεν συμμετείχε σε εκείνη την ομάδα. Το μόνο που είχε ακούσει από τον σύζυγό της ήταν ότι η ομάδα αυτή επεδίωκε ο πρόεδρος της χώρας να είναι ένα άτομο με καταγωγή από την ΛΔΚ και όχι ένας ξένος.

 

Επανέλαβε ότι ο σύζυγός της συνελήφθη στην διαδήλωση το 2006 μαζί με άλλα 3 άτομα, χτυπήθηκε από τους στρατιώτες, χωρίς να δικασθεί μεταφέρθηκε στην φυλακή όπου κρατήθηκε μέχρι το 2010 και απελευθερώθηκε όταν ο νέος Υπουργός δικαιοσύνης αποφάσισε να αφήσει ελεύθερους όσους δεν είχαν δικασθεί, μεταξύ αυτών και ο σύζυγός της. Κατά τη διάρκεια της διαμαρτυρίας το 2013, στην οποία συμμετείχε και ο σύζυγος της, σκοτώθηκαν τέσσερα άτομα, οι αρχές συνέλαβαν τον Αιτητή και 9 άτομα, οι οποίοι καταδικάστηκαν σε θάνατο και εν συνεχεία μεταφέρθηκαν στην φυλακή Makala. Η Αιτήτρια δήλωσε πως το 2017 άνδρες του Nseni επιτέθηκαν στην φυλακή Makala με αποτέλεσμα ο σύζυγός της να καταφέρει να αποδράσει μαζί με άλλους συγκρατούμενους του.

 

Αναφορικά με το περιστατικό βιασμού της, δήλωσε ότι το 2013 στρατιώτες εισήλθαν στην οικία τους, την βίασαν και λεηλάτησαν την οικία και μαζί με τα τέκνα της μετέβησαν στην εκκλησία, εξήγησε τα προβλήματα της σε μια καλόγρια η οποία διευθύνει μια ΜΚΟ και της παρασχέθηκε δωμάτιο για να διαμείνει μαζί με τα τέκνα της. Ακολούθως, μετέβη στο νοσοκομείο με τον δικηγόρο τους, και με πιστοποιητικό που εξέδωσε ιατρός προχώρησαν σε καταγγελία στο Δικαστήριο, υπόθεση που ως δήλωσε εκκρεμεί.  Επισημάνθηκε από τον λειτουργό η αντίφαση μεταξύ των αναφορών του συζύγου της, ήτοι ότι ήταν θύμα βιασμού το έτος 2017, ενώ η ίδια δήλωσε το 2013, με την Αιτήτρια να δηλώνει πως αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα από το 2006.  Ερωτηθείσα τον λόγο που της επιτέθηκαν οι στρατιώτες, υπέθεσε πως σχετίζεται με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο σύζυγός της. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι από το 2012/2013 δεν αντιμετώπισε κάποιο άλλο πρόβλημα και την περίοδο 2017-2021 εργαζόταν ως κομμώτρια.

 

Ερωτηθείσα για ποιο λόγο ο σύζυγός της αποφάσισε το 2021 να εγκαταλείψουν την χώρα, ισχυρίστηκε πως όταν πληροφορήθηκε ότι η κυβέρνηση αναζητεί τα δέκα άτομα που καταδίκασαν σε θάνατο, θεώρησε ότι θα στείλουν άτομα να τον κυνηγήσουν στην Brazzaville και σε συνδυασμό με τη δυσκολία εξεύρεσης εργασίας αποφάσισε να εγκαταλείψουν την χώρα. Κληθείσα να εξηγήσει πως ο σύζυγός της κατάφερε να εγκαταλείψει νόμιμα την χώρα, δήλωσε ότι η χώρα είναι διεφθαρμένη, εάν πληρώσεις δεν υπάρχει πρόβλημα και πως ο σύζυγός της μεταμφιέστηκε σε μουσουλμάνο και παρέμεινε στο αυτοκίνητο μέχρι ο δικηγόρος του να τα κανονίσει όλα δωροδοκώντας υψηλόβαθμο υπάλληλο στο γραφείο μετανάστευσης.

 

Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός, στην εισηγητική του έκθεση διέκρινε τους ακόλουθους πέντε (5) ουσιώδεις ισχυρισμούς:

1.    Προσωπικά στοιχεία και χώρα καταγωγής των Αιτητών.

2.    Οι Αιτητές ισχυρίστηκαν ότι ο Αιτητής ήταν μέλος και Πρόεδρος της ομάδας νέων Humbu (association of youth Humbu) από το 1997, η οποία οργάνωνε διαδηλώσεις εναντίον του Προέδρου, ο οποίος ήταν αλλοδαπός.

3.    O Αιτητής ισχυρίστηκε ότι οργάνωσε την διαδήλωση του Αυγούστου 2006, στην οποία συνελήφθη και φυλακίστηκε έως το 2010.

4.     Ο Αιτητής οργάνωσε το 2013 μια διαδήλωση κατά την οποία συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο και πως το 2017 απέδρασε από την φυλακή και μετέβη στην  Brazzaville.

5.    Οι Αιτητές ισχυρίστηκαν ότι η Αιτήτρια ήταν θύμα βιασμού το 2017, από τις δυνάμεις ασφαλείας του Kabila.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση των ανωτέρω ισχυρισμών, ο αρμόδιος λειτουργός έκανε δεκτό τον ισχυρισμό των Αιτητών σχετικά με την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής τους καθώς οι δηλώσεις τους κρίθηκαν σαφείς και συνεκτικές, και επιπλέον προσκόμισαν διαβατήρια από τη χώρα καταγωγής τους.

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με την ομάδα στην οποία άνηκε και οι δηλώσεις του σχετικά με το πως εξελέγη πρόεδρος, τον ρόλο του καθώς και στις δραστηριότητες του εντός της ομάδας, χαρακτηρίστηκαν γενικόλογες, ενώ αναμένονταν να μπορεί να αναφερθεί με περαιτέρω λεπτομέρειες καθότι  δήλωσε ότι ήταν μέλος της ανωτέρω ομάδας από το 1997. Ούτε η Αιτήτρια ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά την ομάδα στην οποία ήταν ο Αιτητής Πρόεδρος, παρέχοντας γενικές πληροφορίες για τους στόχους της ομάδας, τις δραστηριότητες του συζύγου της, τον ρόλο του στην οργάνωση, ενώ αποκρίθηκε γενικόλογα πως το μόνο που γνωρίζει είναι πως το όνομα της ομάδας είναι Ajevu και δεν γνωρίζει τα καθήκοντα και τον ρόλο του συζύγου της καθώς η ίδια δεν ήταν μέλος της ομάδας, δεν ρωτούσε τον σύζυγό της για την οργάνωση, ούτε συμμετείχε στις συναντήσεις τους. Ως προς τον ιδρυτή της ομάδας, η Αιτήτρια δήλωσε διαφορετικό όνομα από τον Αιτητή και κληθείσα να διευκρινίσει, απάντησε με γενικό και ασυνάρτητο τρόπο ότι είναι το ίδιο όνομα. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός ανέτρεξε σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά την ανωτέρω οργάνωση Association of youth Humbu, αλλά δεν κατέστη δυνατός ο εντοπισμός πληροφοριών σχετικά με την εν λόγω οργάνωση και τον πρόεδρο αυτής, ως εκ τούτου, ενόψει και της μη θεμελιωθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας του ανωτέρω ισχυρισμού, ο ως άνω ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολο του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του τρίτου ισχυρισμού, ο οποίος αφορά την οργάνωση από τον Αιτητή διαδήλωσης τον Αύγουστο του 2006, στην οποία συνελήφθη και φυλακίστηκε έως το 2010, οι δηλώσεις του κρίθηκαν γενικές, ασαφείς και χωρίς λεπτομέρειες. Ειδικότερα, κρίθηκε πως ο Αιτητής  δεν ήταν σε θέση να παρέχει πληροφορίες για το πως οργάνωσε τη διαμαρτυρία, απαντώντας γενικά ότι κινητοποίησαν τις κοινότητες και κληθείς να περιγράψει τον ρόλο του στη διαμαρτυρία απάντησε και πάλι γενικά ότι ήταν επικεφαλής μιας ομάδας ατόμων. Ερωτηθείς τον λόγο που συνελήφθησαν τέσσερα άτομα, ισχυρίστηκε ότι τραγουδούσαν και έλεγαν συνθήματα.  Ασυνεπής κρίθηκε η αναφορά του ως προς την ημερομηνία της διαμαρτυρίας, καθώς στην αίτηση διεθνούς προστασίας κατέγραψε ότι διαμαρτυρήθηκε το 2008, ενώ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του δήλωσε το 2006 και κληθείς να εξηγήσει απάντησε ότι συνελήφθη το 2006. Επιπλέον, οι δηλώσεις του ως προς το πως συνελήφθη, τον λόγο της σύλληψης του αλλά και το γεγονός ότι φυλακίστηκε χωρίς να δικαστεί, ήταν γενικές χωρίς να παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες. Ούτε ήταν σε θέση να τεκμηριώσει με επάρκεια τον λόγο για τον οποίο ο δικηγόρος του δεν επενέβη και δεν προέβη σε οιανδήποτε προσπάθεια για να τον απελευθερώσει, ενώ ασυνάρτητες ήταν οι δηλώσεις του ως προς την αποφυλάκιση του από τη φυλακή.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, παρατέθηκαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τις εκλογές το 2006, επιβεβαιώνοντας τις συγκρούσεις μεταξύ πολιτών και αρχών, όχι ωστόσο στις ημερομηνίες που υπέδειξε ο Αιτητής. Επιπλέον, δεν ανευρέθηκαν πληροφορίες για τον Luzolo Bambi και την αμνηστία που απένειμε σε κρατούμενους της φυλακής Makala το 2010, καταλήγοντας ότι ελλείψει εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, ο ανωτέρω ισχυρισμός απορρίπτεται.  

 

Αναφορικά με τον τέταρτο ισχυρισμό του Αιτητή, ότι το 2013 οργάνωσε μια διαδήλωση κατά την οποία συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο και το 2017 απέδρασε από την φυλακή και μετέβη στην Brazzaville, αυτός δεν έγινε αποδεκτός. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το πώς οργάνωσε την εν λόγω διαμαρτυρία, τον ρόλο του και κληθείς να εξηγήσει πως όλοι γνώριζαν ότι ο ίδιος οργάνωσε την ανωτέρω διαδήλωση, αποκρίθηκε αόριστα πως η αστυνομία τον γνωρίζει από το 2006 και πως όλοι οι αστυνομικοί στην Kinshasa τον γνωρίζουν. Περαιτέρω, δεν κατάφερε να περιγράψει με επαρκή τρόπο την σύλληψη του από την αστυνομία κατά την διάρκεια της διαδήλωσης, τον λόγο της σύλληψης του και την παραπομπή του σε στρατιωτικό δικαστήριο, ενώ υπήρξε αντιφατικός ως προς τον χρόνο κατά τον οποίο αφέθηκε ελεύθερος την πρώτη φορά. Εξίσου γενικές κρίθηκαν οι περιγραφές του ως προς τον τρόπο υπό τον οποίο απέδρασε από την φυλακή Makala το 2017 ενώ χωρίς συνοχή παρουσιάζονται οι δηλώσεις του περί του ότι οι άνδρες του Μwanda Nsemi κρατούσαν μαγικά ρόπαλα κατά την επίθεση τους στην φυλακή τα οποία μετατρέπονταν σε όπλα και πως ο Μwanda Nsemi είναι ένας μυστηριώδης άνδρας που ασκεί μαγεία.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε το αντίγραφο του εντάλματος σύλληψης που ο Αιτητής προσκόμισε προς υποστήριξη των ισχυρισμών του, του οποίου το περιεχόμενο ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια, ούτε ήταν σε θέση να διευκρινίσει πως αυτό περιήλθε στην κατοχή του δικηγόρου του αλλά ούτε και να επεξηγήσει για ποιο λόγο δεν είναι ευκρινείς οι σφραγίδες και οι υπογραφές στο εν λόγω έγγραφο. Επίσης παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σύμφωνα με τις οποίες επιβεβαιώνεται πως τον Μάιο του 2017 η φυλακή Makala δέχθηκε επίθεση κατά την οποία περισσότεροι από 4000 κρατούμενοι διέφυγαν, εντούτοις ο ισχυρισμός απορρίφθηκε καθότι δεν στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.

 

Αναφορικά με τον πέμπτο ισχυρισμό, ότι η Αιτήτρια ήταν θύμα βιασμού το 2017, από δυνάμεις ασφαλείας του Kabila, απορρίφθηκε λόγω ασαφειών, έλλειψης λεπτομερειών  και γενικότητας. Ο Αιτητής ήταν ασυνεπής σχετικά με τον βιασμό της συζύγου του, καθώς αρχικά ισχυρίστηκε ότι οι αστυνομικές δυνάμεις προσπάθησαν να τη βιάσουν και εκείνη κατάφερε να δραπετεύσει, ενώ κατά την υποβολή διευκρινιστικών ερωτήσεων ισχυρίστηκε ότι ήταν θύμα βιασμού. Ασυνέπεια παρατηρήθηκε στο χρονικό πλαίσιο του περιστατικού, καθώς η Αιτήτρια δήλωσε ότι υπέστη θύμα βιασμού το 2013. Δεν ήταν σε θέση να τοποθετηθεί πως γνώριζε ότι οι αστυνομικές δυνάμεις του Kabila ήταν τα άτομα που επιτέθηκαν στην Αιτήτρια, και ότι ήταν υπήκοοι Ρουάντα. Χωρίς συνοχή κρίθηκαν οι δηλώσεις του σχετικά με τον εάν οι άνδρες αυτοί ενόχλησαν ξανά την σύζυγό του στην οικία τους μετά το περιστατικό αποκρινόμενος θετικά, ενώ είχε δηλώσει ότι η σύζυγος του κατέφυγε στην εκκλησία για προστασία και δεν έμενε πλέον στην οικία τους. Ερωτηθείς εάν μίλησε με τη σύζυγο του για το περιστατικό απάντησε αρνητικά διότι διέμενε στη Brazzaville. Η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες και ήταν ασυνεπής. Ανέφερε ότι το περιστατικό συνέβη το 2013, ενώ ο σύζυγος της το 2017 και κληθείσα να σχολιάσει την αντίφαση δεν ήταν σε θέση να παρέχει συγκεκριμένη απάντηση, ισχυριζόμενη ότι το 2006 είχε ψυχικά προβλήματα. Δεν ήταν σε θέση να παραθέσει πληροφορίες σχετικά με το περιστατικό στην οικία τους, ούτε πόσα άτομα εισήλθαν στην οικία της και δεν κατάφερε να διασαφηνίσει την σύνδεση της επίθεσης με τον σύζυγο της. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, παρατέθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό πληροφορίες από πηγές πληροφόρησης σχετικά την σεξουαλική βία στην χώρα καταγωγής των Αιτητών, ενόψει όμως της γενικότητας και ασυνέπειας που παρουσιάζουν οι δηλώσεις των Αιτητών, ο ανωτέρω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

 

Προχωρώντας σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των αποδεκτών ισχυρισμών, ήτοι των προσωπικών στοιχείων των Αιτητών, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι, επί τη βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές αναφορικά με τη χώρα καταγωγής των Αιτητών, δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα ότι σε περίπτωση επιστροφής τους στην χώρα καταγωγής τους, και συγκεκριμένα στη Kinshasa, της Λ.Δ.Κ, θα αντιμετωπίσουν δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο βλάβης.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση ο λειτουργός έκρινε ότι από τα στοιχεία και το προφίλ των Αιτητών, τις δηλώσεις τους και την ανάλυση κινδύνου δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξής τους σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής του στο πλαίσιο του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, προσθέτοντας ότι δεν προέκυψε κίνδυνος σοβαρής βλάβης ούτε στο πλαίσιο του άρθρου 19 (1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου, σε περίπτωση επιστροφής των Αιτητών στη χώρα καταγωγής τους. Σε σχέση δε με τις προϋποθέσεις ένταξης των Αιτητών στο άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, κρίθηκε ότι δεν θα αντιμετωπίσουν πραγματικό κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής λόγω αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς και εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, αφού η χώρα καταγωγής τους και συγκεκριμένα η Kinshasa, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής». Είναι καθόλα κατανοητό, ότι για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.

 

Περαιτέρω το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον Αιτητή  να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία.   Ο/Η Αιτητής/τρια έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του/της αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομική διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του/της προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του/της. Ο/Η Αιτητής/τρια οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημα για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του/της Αιτητή/τρια, οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών των Αιτητών, το Δικαστήριο μελετώντας το σύνολο του διοικητικού φακέλου, αποδέχεται τον ισχυρισμό των Αιτητών σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία, τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής καθώς δεν προέκυψαν περί του αντιθέτου στοιχεία και σύμφωνα με την έκθεση/εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, οι δηλώσεις των Αιτητών επιβεβαιώθηκαν και/ή εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές.

 

Ομοίως, κρίνω ορθή την κατάληξη της αξιολόγησης του αρμόδιου λειτουργού όσον αφορά τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής ήταν μέλος και Πρόεδρος του συλλόγου Ajehu, Association of the Υouth Humbu. Από το αφήγημα του Αιτητή προκύπτει ότι περιορίστηκε σε γενικόλογες πληροφορίες αναφορικά με τον σκοπό της ομάδας, τη δράση, τον δικό του ρόλο, τα καθήκοντα και τις δραστηριότητες του. Παρατηρώ, ότι αν και ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι στον εν λόγω σύλλογο είναι πρόεδρος από το 1997 (ερυθρό 45 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α), οι περιγραφές του ως προς την εμπλοκή του στον σύλλογο δεν συνηγορούν σε προσωπικά βιωματικά του δεδομένα. Ομοίως, ούτε η Αιτήτρια ήταν σε θέση να παράσχει πληροφορίες για τον σύλλογο αλλά και για τη συμμετοχή του συζύγου της, ενώ αντίφαση παρατηρήθηκε μεταξύ των δηλώσεων τους ως προς τον τρόπο εκλογής του Αιτητή στον σύλλογο. Περαιτέρω, δεν διαφεύγει της προσοχής μου, ότι ο Αιτητής επί της αίτησης ακυρώσεως του προβάλλει ότι ανήκει στο πολιτικό κόμμα ECIDE, ισχυρισμός που πρώτη φορά προβάλλεται και δεν αναπτύσσεται περαιτέρω από τον ίδιο στη συνέχεια της ενώπιον μου διαδικασίας. Προχωρώντας στην εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, κρίνεται ορθή η διαπίστωση εκ του αρμόδιου λειτουργού, ως προς τον μη εντοπισμό του συλλόγου Association of youth Humbu και του ιδρυτή Libilimo Nselekila. Σε συμπληρωματική διαδικτυακή αναζήτηση του Δικαστηρίου δεν κατέστη δυνατή η εξεύρεση οποιασδήποτε πληροφορίας σχετικά με τον αναφερόμενο σύλλογο αλλά και τον ιδρυτή του.

 

Ως προς τον τρίτο και τέταρτο ισχυρισμό, ήτοι την συμμετοχή του Αιτητή στις διαδηλώσεις του 2006 και 2013 αντίστοιχα, τις οποίες ο ίδιος οργάνωσε και κατέληξαν σε σύλληψη του, η ανάλυση του λειτουργού, κρίνεται επαρκής και ορθή. Διαπιστώνω ότι πράγματι οι δηλώσεις του Αιτητή στερούνταν επαρκών πληροφοριών και οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις που του τέθηκαν χαρακτηρίζονταν από ασάφειες και γενικολογίες. Οι αναφορές του σε σχέση με τις δυο διαμαρτυρίες (05/08/2006 και 02/09/2013) στις οποίες ο Αιτητής είχε συντονιστικό ρόλο, κρίνονται ως γενικές και αόριστες, ενώ οι δηλώσεις του ότι με την σοφία και την εξυπνάδα του και την μετάδοση της διεξαγωγής των διαμαρτυριών μέσω των κοινοτήτων δεν κρίνονται εύλογες. Συγκρίνοντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του και όσων κατέγραφε στην αίτησή του (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α) εντοπίζεται αντίφαση. Συγκεκριμένα, στην αίτηση κατέγραψε πως συνελήφθη στις 10/01/2008, παρέμεινε στη φυλακή για 9 έτη και διέφυγε στις 18/07/2017, ενώ κατά τη συνέντευξη εντελώς διαφορετικά χρονικά πλαίσια. Κληθείς να περιγράψει πιο συγκεκριμένα και με λεπτομέρεια τις διαμαρτυρίες, τις οποίες ηγήθηκε, ο Αιτητής ανέφερε, και στις δυο διαμαρτυρίες, ότι ήταν ο ηγέτης μιας ομάδας ατόμων και κρατούσαν αφίσες (ερυθρό 45 και 41 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α). Παρατηρώ ότι στις δηλώσεις του Αιτητή δεν παρουσιάζονται ιστορικές πληροφορίες αναφορικά με τις διαμαρτυρίες ως θα αναμένετο από άτομο το οποίο είχε ενεργή ανάμειξη σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας όπως ο Αιτητής. Περαιτέρω διαπιστώνω ότι από τις δηλώσεις και αναφορές του Αιτητή ελλείπει το βιωματικό στοιχείο, η προσωπική εμπειρία, η παραστατικότητα και η αμεσότητα, στοιχεία που συνιστούν καταλυτικό ρόλο στην αξιολόγηση του αφηγήματος του εκάστοτε Αιτητή. Οι δηλώσεις της Αιτήτριας αναφορικά με την συμμετοχή του συζύγου της στις διαδηλώσεις το 2006 και 2013, κρίνονται αόριστες καθότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να αναφέρει για ποιο λόγο διοργανώθηκαν οι εν λόγω διαμαρτυρίες, οι οποίες οδήγησαν στην σύλληψη του συζύγου της.

 

Ως προς τις συνθήκες σύλληψης του Αιτητή στη διαδήλωση που έλαβε χώρα στις 05/08/2006, παρατηρώ ότι δεν παρέθεσε επαρκείς και σαφείς πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες συνελήφθη ο ίδιος και άλλα τρία μέλη της ομάδας του αλλά και να τεκμηριώσει πως οι αρχές γνώριζαν ότι ο ίδιος ήταν ο πρόεδρος του συλλόγου και οργανωτής της διαδήλωσης. Ενώ οι αναφορές του ως προς την αποφυλάκιση του το έτος 2010, λόγω αμνηστίας από τον τότε νεοδιορισθέντα Υπουργό Δικαιοσύνης στερούνται πειστικότητας.  Το ίδιο ασαφείς και αόριστες ήταν οι δηλώσεις του αναφορικά με τη σύλληψη του κατά τη διάρκεια της συμμετοχής του στη διαμαρτυρία ημερομηνίας 02/09/2013 και τις συνθήκες υπό τις οποίες συνελήφθη μαζί με άλλα εννέα άτομα της ομάδας του, ισχυριζόμενος ότι η αστυνομία χρησιμοποίησε αέριο και πυρά και τους συνέλαβαν. Κατά την πρώτη διαμαρτυρία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι φυλακίστηκε χωρίς τη διεξαγωγή δίκης, στη δεύτερη διαμαρτυρία δήλωσε ότι παραπέμφθηκε σε στρατιωτικό δικαστήριο, όπου ο στρατιωτικός δικαστής τον αναγνώρισε από τη πρώτη φορά, δηλώνοντας του πως «αυτή τη φορά θα πεθάνεις στη φυλακή» (ερυθρό 40 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α). Όσον αφορά την απόδραση του στις 17/05/2017, λόγω επίθεσης των υποστηρικτών του Nsemi στη φυλακή, ως ισχυρίστηκε πάνω από 5000 κρατούμενοι μεταξύ των οποίων και ο ίδιος, χαρακτηρίζονται ως γενικές και χωρίς παραστατικότητα. Έλλειψη ευλογοφάνειας παρουσιάζουν οι αναφορές του περί άσκησης μαγείας από τους υποστηρικτές του Nsemi που επιτέθηκαν στην φυλακή. Επιπλέον, παρατηρείται ότι κατά την ελεύθερη αφήγηση του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η δεύτερη διαμαρτυρία πραγματοποιήθηκε στις 02/12/2013 (ερυθρό 49 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α), ενώ κατά την υποβολή των διευκρινιστικών ερωτήσεων δήλωσε ότι ήταν στις 02/09/2013 (ερυθρά 46, 41 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α). Βάσει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις των Αιτητών δεν είναι ικανές να θεμελιώσουν την εσωτερική αξιοπιστία των ανωτέρω ισχυρισμών.

 

Προς υποστήριξη του αιτήματος του, ο Αιτητής υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου αντίγραφο εντάλματος αναζήτησης του από τις αρχές της χώρας καταγωγής του (ερυθρό 31 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α). Το Δικαστήριο θα προχωρήσει στην αξιολόγηση του εγγράφου στη βάση της συνάφειας του με το αίτημα ασύλου, εφόσον τα έγγραφα πρέπει να εξετάζονται από κοινού με άλλα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται για να τεκμηριώσουν το συγκεκριμένο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό καθώς και με άλλα στοιχεία της αξιολόγησης της αξιοπιστίας.[2] 

 

Από το εν λόγω έγγραφο, παρατηρώ ότι οι σφραγίδες και υπογραφές είναι δυσανάγνωστες, στοιχείο που αποδυναμώνει την αξιοπιστία του. Ερωτηθείς πως απέκτησε το εν λόγω έγγραφο ισχυρίστηκε ότι του απεστάλη από τον δικηγόρο του μέσω τηλεφώνου και ότι ο δικηγόρος του έλαβε γνώση επί τούτου διότι ασχολείται με τις αστυνομικές δυνάμεις (ερυθρό 37 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α). Περαιτέρω, παρατηρώ πως στο περιεχόμενο του εγγράφου γίνεται αναφορά ότι η εισβολή των υποστηρικτών του  Nsemi συνέβη στις 23/05/2017, ενώ ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι πραγματοποιήθηκε στις 17/05/2017. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κρίνει το εν λόγω έγγραφο, μηδενικής αξίας.

 

Επί της γραπτής αγόρευσης του, ο Αιτητής προσκόμισε μεταξύ άλλων νέο ένταλμα αναζήτησης του ημερομηνίας 25/07/2023, χωρίς ωστόσο να προωθήσει οιονδήποτε ισχυρισμό επί τούτου στην γραπτή του αγόρευση. Επί του δεύτερου εντάλματος αναζήτησης, υπάρχουν αναφορές περί υποστήριξης του  Fayulu Madidi Martin καθώς και συμμετοχής του Αιτητή σε διαμαρτυρία που πραγματοποιήθηκε στις 20/05/2022 στη Kinshasa, ισχυρισμοί που προβάλλονται πρώτη φορά. Πέραν όμως τούτου δεν διαφεύγει της προσοχής μου πως ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 26/11/2021 και έκτοτε δεν ταξίδεψε στη χώρα του (ερυθρό 50 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Α), στοιχείο το οποίο μειώνει σημαντικά την αξιοπιστία των δηλώσεων του αλλά και την αυθεντικότητα του εγγράφου που σε κάθε περίπτωση δεν γίνεται αποδεκτό.

 

Μηδενικής επίσης αξίας κρίνονται και τα αντίγραφα φωτογραφιών και δημοσιευμάτων που περιέχονται επί της γραπτής αγόρευσης του, εφόσον από αυτές δε δύναται, να γίνει οποιοσδήποτε άμεσος συσχετισμός των εν λόγω εικόνων με τους ισχυρισμούς του Αιτητή.

 

Εν κατακλείδι, επισημαίνεται ότι η αξιολόγηση των εγγράφων γίνεται πάντα σε συνάρτηση με τις δηλώσεις και τους ισχυρισμούς των Αιτητών. Η σημασία των εγγράφων καταδεικνύεται στην ενίσχυση των λεγομένων του Αιτητή, η παρουσία τους από μόνη της δεν είναι δυνατή για να τεκμηριώσει τη θέση του. Στην προκείμενη περίπτωση, λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας, οι εν λόγω ισχυρισμοί απορρίπτονται.

 

Σε κάθε περίπτωση, κρίνω ορθή την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών των Αιτητών, ως παρατέθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση. Πέραν των όσων επισημάνθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα, αναφορικά με τη συμμετοχή του Αιτητή στη δεύτερη διαμαρτυρία, ημερομηνίας 2/09/2013, εναντίον της ψήφισης από τον πρόεδρο Kabila τροποποίησης του Συντάγματος, ώστε να του επιτραπεί η επανεκλογή για τρίτη φορά. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Kabila ανακηρύχθηκε δυο φορές νικητής μετά τις εκλογές του 2006 και του 2011, με το σύνταγμα της χώρας να επιτρέπει στον πρόεδρο να υπηρετήσει μόνο δύο συνεχόμενες θητείες.

 

Η κυβέρνηση Kabila τον Ιανουάριο 2015, προσπάθησε να αλλάξει τον εκλογικό νόμο για να επιτρέψει την παράταση της θητείας του, χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων του Κονγκό για να διαμαρτυρηθούν, περιλαμβανομένης της Kinshasa.[3]

 

Οι δηλώσεις του Αιτητή, ήτοι ότι η θητεία του Προέδρου Kabila πλησίαζε στο τέλος της, καθότι είχε ολοκληρώσει δυο θητείες και προσπάθησε να τροποποιήσει το σύνταγμα προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία, με αποτέλεσμα να προβούν σε διαμαρτυρία στις 02/09/2013, δεν βρίσκονται σε συνοχή, καθώς τοποθετούνται δυο έτη πριν την προσπάθεια τροποποίησης του Συντάγματος, με βάσει τις ανωτέρω πληροφορίες και ως εκ τούτου δεν γίνονται αποδεκτοί.

 

Αναφορικά με τον πέμπτο ισχυρισμό, ήτοι ότι η Αιτήτρια ήταν θύμα βιασμού από τις δυνάμεις ασφαλείας του Kabila, αρχικά παρατηρώ ότι η ανάλυση του λειτουργού είναι επαρκής και ορθή. Η αντίφαση που παρατηρείται στις δηλώσεις των Αιτήτων, αναφορικά με το πότε συνέβη το περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης της Αιτήτριας, ο Αιτητής τοποθετεί το περιστατικό το 2017 μετά από την απόδραση του και η Αιτήτρια το 2013, αποτελεί ουσιώδης σημασίας που πλήττει την αξιοπιστία τους. Περαιτέρω, η Αιτήτρια δήλωσε ασαφώς ότι τη βίασαν στο δωμάτιο όπου βρίσκονταν τα τέκνα της, φορούσαν στρατιωτικές στολές, δεν γνωρίζει πόσα άτομα ήταν διότι ήταν βράδυ. Κληθείσα άλλωστε να περιγράψει τι συνέβη μετά το περιστατικό κατά το οποίο δήλωσε ότι βιάστηκε, η Αιτήτρια δήλωσε ότι μετέβη στην εκκλησία ζητώντας βοήθεια, προσθέτοντας ότι ο δικηγόρος τους την πήγε στο νοσοκομείο και στη συνέχεια προχώρησαν σε καταγγελία ενώπιον Δικαστηρίου, χωρίς να είναι σε θέση να τοποθετηθεί για το περιεχόμενο και εναντίον ποιων καταχωρήθηκε η υπόθεση.  Τέλος, η Αιτήτρια δεν μπόρεσε να συνδέσει το περιστατικό του φερόμενου βιασμού της με τον σύζυγο της, υποθέτοντας ότι σχετίζεται μαζί του (ερυθρό 59 του διοικητικού φακέλου – Τεκμ. Β). Βάσει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις της Αιτήτριας δεν είναι ικανές να θεμελιώσουν την εσωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού.


Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων της Αιτήτριας, το Δικαστήριο προχώρησε σε σχετική έρευνα εκ της οποίας εντοπίστηκε ότι ο νόμος για τη σεξουαλική βία ποινικοποιεί τον βιασμό, ωστόσο ο νόμος συχνά δεν εφαρμόζεται. Διεθνείς οργανισμοί και τοπικές ΜΚΟ αναφέρουν ότι οι γυναίκες που επέζησαν από βιασμό αναγκάζονται μερικές φορές να πληρώσουν πρόστιμο για να επιστρέψουν στις οικογένειές τους και να αποκτήσουν πρόσβαση στα παιδιά τους. Οι γυναίκες που επέζησαν βιασμού ή σεξουαλικής επίθεσης συχνά στιγματίζονται ή απορρίπτονται από τις κοινότητές τους. Οι περισσότερες επιζήσασες βιασμού δεν ακολουθούν την επίσημη νομική οδό λόγω ανεπαρκών πόρων, έλλειψης εμπιστοσύνης στο δικαστικό σύστημα, οικογενειακής πίεσης και φόβου ότι ενδέχεται να υποβληθούν σε ταπείνωση, αντίποινα ή και τα δύο.[4]

 

Σε σχέση με τις γυναίκες που έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση, παρατηρήσεις της Επιτροπής για την Εξάλειψη των Διακρίσεων κατά των Γυναικών επισημαίνουν την ύπαρξη στίγματος[5], ενώ άρθρο του Αυγούστου του 2023 του Τομέα Πληθυσμού του Ο.Η.Ε. (UN Population Fund), τονίζει ότι οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι περισσότερες από 1 εκατομμύριο γυναίκες το 2023 κινδύνευσαν από βία λόγω φύλου, ιδιαίτερα σεξουαλική βία, στη ΛΔΚ.[6] Σε άρθρο του UN Women του 2023 καταγράφεται πως το «52% των γυναικών στη ΛΔΚ είναι επιζήσασες ενδοοικογενειακής βίας και το 39% των γυναικών στη χώρα έχουν απειληθεί ή έχουν υποστεί βλάβη».[7]

 

Αν και οι αναφορές περί σεξουαλικής βίας της Αιτήτριας βρίσκουν έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις της δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικά περιστατικά για τους λόγους που αναλύθηκαν στα πλαίσια της αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού. Ως εκ τούτου, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος.

 

Από το ιστορικό των Αιτητών, όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου και από την ανωτέρω αξιολόγηση των ισχυρισμών τους, προκύπτει ότι ορθά και μετά από δέουσα έρευνα κρίθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ότι δε στοιχειοθέτησαν κανέναν ισχυρισμό που να εμπίπτουν στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. Τα όσα ανέφεραν δεν θα μπορούσαν να τους εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα, όπως αυτή ερμηνεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Εξετάζοντας πλήρως την υπόθεση, διαπιστώνω ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 για να παρασχεθεί στους Αιτητές το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστούν σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα τους.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1) του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Αξιολογώντας τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας και συγκεκριμένα το γεγονός ότι είναι διαβητική, ισχυρισμό που επικαλέστηκε και ενώπιον του Δικαστηρίου προσκομίζοντας πρόσφατη ιατρική βεβαίωση, ημερομηνίας 31/01/2025, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την πρόσβαση και τη διαθεσιμότητα σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

 

Σύμφωνα με έκθεση της EUAA, οι θεραπείες για τον διαβήτη διατίθενται σε κέντρα υγείας και επαρχιακά νοσοκομεία, περιλαμβάνουν συμβουλές για τον τρόπο ζωής, παρακολούθηση παραγόντων κινδύνου και χορήγηση φαρμάκων όπως η ινσουλίνη. Εξειδικευμένες υπηρεσίες, όπως συμβουλές από εκπαιδευμένους ειδικούς ή εξειδικευμένες χειρουργικές επεμβάσεις, παρέχονται σχεδόν αποκλειστικά στην Kinshasa, όπου ανευρίσκονται δημόσια και ιδιωτικά νοσοκομεία. Ωστόσο, η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη στη ΛΔΚ είναι πολύ περιορισμένη, ιδίως όσον αφορά την εξειδικευμένη περίθαλψη. Παράγοντες που συμβάλλουν στη χαμηλή κάλυψη της υγειονομικής περίθαλψης περιλαμβάνουν την ανεπαρκή διαθεσιμότητα διαγνωστικών και θεραπευτικών παρεμβάσεων στις υγειονομικές εγκαταστάσεις. Λόγω της ανεπαρκούς διαθεσιμότητας διαγνωστικών και θεραπευτικών πόρων, οι ασθενείς υποχρεούνται να μεταβαίνουν σε νοσοκομειακές μονάδες της επαρχίας, όπου οι διαγνωστικοί και θεραπευτικοί πόροι είναι πιο εύκολα διαθέσιμοι. Άλλοι παράγοντες που περιορίζουν την πρόσβαση στη θεραπεία περιλαμβάνουν το κόστος της περίθαλψης και την έλλειψη προσιτών μέσων μεταφοράς. Αναφορικά με το κόστος της θεραπείας που διατίθεται στην χώρα, δεν υπάρχουν προγράμματα οικονομικής ενίσχυσης για την αντιμετώπιση του διαβήτη, οι πολίτες καλύπτουν μόνοι τους το κόστος της θεραπείας και της φαρμακευτικής αγωγής με αποτέλεσμα, η θεραπεία πέραν της πρωτοβάθμιας συμβουλευτικής να μην είναι οικονομικά διαθέσιμη για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Το κόστος της νοσηλείας είναι πιο ακριβό στα ιδιωτικά νοσοκομεία σε σύγκριση με τα δημόσια ιδρύματα.[8]

 

Παρά τις ανωτέρω ανεπάρκειες που αντιμετωπίζει το σύστημα υγείας στη Λ.Δ.Κ, υπάρχει διαθέσιμη θεραπεία και πρόσβαση στο σύστημα υγείας της χώρας ασθενών με διαβήτη και μάλιστα, στην Kinshasa, περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, όπου διατίθενται τα φάρμακα που ήδη λαμβάνει η Αιτήτρια (ινσουλίνη-ενέσεις, Metformin, Vildagliptin) και εξειδικευμένες ιατρικές υπηρεσίες σε δημόσια νοσοκομεία της περιοχής.[9]

 

Ως προς την κατάσταση υγείας του ανήλικου τέκνου των Αιτητών, ο οποίος διαγνώστηκε με βουβωνοκήλη, υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση περί τον Απρίλιο του 2024 και σύμφωνα με την τελευταία ιατρική βεβαίωση ημερομηνίας 30/12/2024, την οποία προσκόμισαν οι Αιτητές κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ο θεράπων ιατρός κατέληξε στο συμπέρασμά ότι το καρδιαγγειακό σύστημα του ανηλίκου είναι φυσιολογικό και δεν απαιτείται περαιτέρω παρακολούθηση.

 

Με βάση τα ανωτέρω ευρήματα προκύπτει ότι το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει η Αιτήτρια για το οποίο θα μπορέσει να λάβει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στη χώρα της, δε συνιστά κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη λόγω απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 19(2)(β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Προς εξέταση της πιθανότητας πλήρωσης των προνοιών του άρθρου 19(2)(γ), περί κινδύνου των Αιτητών λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, μετά από έρευνα του Δικαστηρίου ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι το έτος 2023 οι συνεχιζόμενες ένοπλες συγκρούσεις στη Λ.Δ.Κ. συνέχισαν να επηρεάζουν σοβαρά τους αμάχους και η κυβέρνηση του προέδρου Félix Tshisekedi σημείωσε μικρή πρόοδο στις συστημικές μεταρρυθμίσεις που υποσχέθηκε προκειμένου να σπάσει τους κύκλους της βίας, της κακοποίησης, της διαφθοράς και της ατιμωρησίας που μαστίζουν τη χώρα εδώ και δεκαετίες.[10] Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024, οι αρχές έλαβαν σκληρά μέτρα κατά μελών της αντιπολίτευσης, ακτιβιστών της κοινωνίας των πολιτών, κριτικών και δημοσιογράφων.[11] H συνεχιζόμενη ένοπλη σύγκρουση και οι επιθέσεις σε αμάχους εξακολουθούν να υφίστανται στην ΛΔΚ για το έτος 2024, σύμφωνα με πιο πρόσφατη έκθεση αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας, μεταξύ ενόπλων και κυβερνητικών δυνάμεων.[12]

 

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC η ΛΔΚ εμπλέκεται σε διάφορες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στο έδαφός της εναντίον κάποιων μη κρατικών ένοπλων ομάδων. Μία ειρηνευτική επιχείρηση των Ηνωμένων Εθνών, η Αποστολή Σταθεροποίησης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (MONUSCO), υποστηρίζει τις ένοπλες δυνάμεις του Κονγκό (FARDC), ενώ η Ρουάντα έχει παρέμβει για την υποστήριξη της ομάδας M23. Επιπλέον, η Κένυα έχει αναπτύξει ειρηνευτικά στρατεύματα στη ΛΔΚ προκειμένου να πολεμήσουν στη Goma.[13]

 

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το τελευταίο έτος καταγράφηκαν στην πολιτεία Kinshasa, 37 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 41 ανθρώπινες ζωές.[14]  Τα εν λόγω στοιχεία, εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμό της εν λόγω πολιτείας για το έτος 2025, ο οποίος ανέρχετο σε 17.778.500 κάτοικοι[15], καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ

 

Τούτων λεχθέντων το Δικαστήριο κρίνει ότι στον τόπο συνήθους διαμονής των Αιτητών η κατάσταση ασφαλείας καταγράφεται ως σταθερή κατά συνέπεια παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων των Αιτητών για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας», όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ.

 

Κρίνω, υπό τις περιστάσεις και στη βάση του συνόλου των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, ότι το αίτημα των Αιτητών εξετάστηκε πλήρως η δε απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη. Οι Αιτητές δεν κατάφεραν να τεκμηριώσουν σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός τους για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου. 

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη.

 

Με βάση όλα τα πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €500 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον των Αιτητών. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

A.   AΓΡΟΤΗ, Δ. ΔΔΔΠ



[1] Τεκμήριο Α αφορά τον Αιτητή 1 και Τεκμήριο Β αφορά την Αιτήτρια 2

[2] Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.14-15, διαθέσιμο στο: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/PG_Evidence_Assessment_-_EL.pdf

[3] HRW,Joseph Kabila Forever: The dangers of an extended presidency in the Democratic Republic of the Congo, 28 July 2015, https://www.hrw.org/news/2015/07/28/joseph-kabila-forever-dangers-extended-presidency-democratic-republic-congo , HRW, DR Congo: Deadly Crackdown on Protests Halt Unlawful Shootings, Arrests, 24 January 24 2015,  https://www.hrw.org/news/2015/01/24/dr-congo-deadly-crackdown-protests [Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[4] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.ecoi.net/en/document/2107668.html [Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[5] CEDAW, 'Concluding observations on the eighth periodic report of the Democratic Republic of the Congo', CEDAW/C/COD/CO/8,(2019),8 διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/file/local/2014966/N1923692.pdf [Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[6] UNPF, "Sometimes she was desperate": How survivors of sexual violence in the Democratic Republic of the Congo are healing with the help of UNFPA's frontline workers, August 2023, διαθέσιμο σε https://www.unfpa.org/news/%E2%80%9Csometimes-she-was-desperate%E2%80%9D-how-survivors-sexual-violence-democratic-republic-congo-are[Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[7] UN Women, DRC: Bringing women's civil society organizations together, 10 July 2023, https://africa.unwomen.org/en/stories/nouvelle/2023/07/rdc-rassemblant-les-organisations-feminines-de-la-societe-civile[Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[8] EASO, MedCOI Report - Democratic Republic of Congo (DRC), August 2021, σελ.46-49[Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[9] Βλ. ενδεικτικά EUAA MedCOI, AVA 19252 [source: International SOS], 23 April 2025, EUAA MedCOI, AVA 17771 [source: International SOS], 07 February 2024, EUAA MedCOI, AVA 17790 [source: International SOS], 09 February 2024[Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

 

[11] Human Rights Watch, "World Report 2025 - Democratic Republic of Congo - Events of 2024", διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/democratic-republic-congo [Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[12]Amnesty International: Democratic Republic of the Congo 2024, 29 April 2025, https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/ [Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[13] RULAC The Rule of Law in Armed Conflict Project, Democratic Republic of Congo - map, last updated on 14/2/2023, https://www.rulac.org/browse/map [Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]

[14] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Democratic Republic of the Congo, Kinshasa, Events/Fatalities, Political Violence (violence against civilians, explosions/remote violence, riots, battles, protests), Past Year (last update 10/10/2025), διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer [Ημερομηνία  πρόσβασης 20/10/2025]

[15] World Population Review, Cites: DR Congo: Kinshasa, https://worldpopulationreview.com/cities/dr-congo/kinshasa [Ημερομηνία πρόσβασης 20/10/2025]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο