P. F. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 430/22, 10/11/2025
print
Τίτλος:
P. F. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 430/22, 10/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ. 430/22

 

                                                 10 Νοεμβρίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ: 

 

                                                            P. F.

 

 

Αιτητή

 -και-

 

 

  Κυπριακής Δημοκρατίας,

 μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

 

 

                                                                                             Καθ' ων η αίτηση.

 

 .......................................

 

 

Γεώργιος Βασιλόπουλος, Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Άντρια Δημητριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 23/11/2021, η οποία του κοινοποιήθηκε στις 10/01/2022 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος Ιράν και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 22/08/2018 αφού εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 22/08/2018, ο αιτητής παρέλαβε τη Βεβαίωση υποβολής αιτήματος Διεθνούς Προστασίας από το Επαρχιακό Γραφείο Αλλοδαπών Λάρνακας.

 

Στις 28/09/2021 και στις 11/10/2021, ο αρμόδιος λειτουργός της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο πραγματοποίησε συνέντευξη στον αιτητή.  Στις 22/10/2021, ο αρμόδιος λειτουργός της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο ετοίμασε έκθεση και εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή.  Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου υιoθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του αιτητή στις 23/11/2021.

 

Στις 10/01/2022, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή στις 10/01/2022.  Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας αμφισβητώντας την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Στις 05/06/2024, ο συνήγορος του αιτητή καταχώρησε αίτηση, με την οποία ζητούσε ουσιαστικά την χορήγηση άδειας από το Δικαστήριο για προσαγωγή μαρτυρίας. Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του ιδίου του αιτητή, ο οποίος επιθυμεί προς ενίσχυση του ισχυρισμού του περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού να προσκομίσει ένορκη δήλωση του συντρόφου του, Ιρανού υπηκόου με τον οποίο διατηρεί σχέση τα τελευταία δύο έτη. Πρόσθεσε πως η συγκεκριμένη ένορκη δήλωση αφορά γεγονότα τα οποία έλαβαν χώρα μετά την συνέντευξή του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου στις 28/09/2021 και ο λόγος που δεν προβλήθηκε η εν λόγω αίτηση νωρίτερα ήταν οι ενδοιασμοί του συντρόφου του, καθότι η δική του αίτηση ήταν ακόμα υπό εξέταση και φοβόταν πως η οποιαδήποτε εμπλοκή του σε άλλη διαδικασία του Δικαστηρίου θα επηρέαζε αρνητικά το αποτέλεσμα αυτής.

 

Με την προτεινόμενη ένορκη δήλωση του αιτητή, ο τελευταίος ισχυρίζεται πέραν των ανωτέρω, πως στο Ιράν η ομοφυλοφιλία τιμωρείται με θάνατο σύμφωνα με τα άρθρα 108-112, πως ο λόγος που καταχωρήθηκε τώρα η υπό κρίση αίτηση ήταν ότι εκκρεμούσε αρχικά ενώπιον του Δικαστηρίου άλλη, προγενέστερη αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας με ημερομηνία 18/11/2022 καθώς και ότι ο σύντροφός του έλαβε προσφυγικό καθεστώς λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού την 28/03/2023 και ως αναφέρθηκε, θεωρούσε πως η ανάμειξη του σε άλλη διαδικασία θα επηρέαζε την έκβαση της υπόθεσης του.  Επισυνάπτεται ακόμη ένορκη δήλωση του συντρόφου του, ο οποίος επαναλαμβάνει ότι έχει λάβει καθεστώς πρόσφυγα ένεκα του σεξουαλικού του προσανατολισμού και πως διατηρεί σχέση με τον αιτητή για τον οποίο ισχυρίζεται πως όσα έχει υποστηρίξει σε σχέση με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό είναι αλήθεια. Τέλος, υποστήριξε πως στο Ιράν η ομοφυλοφιλία τιμωρείται με θάνατο και πως στην Κύπρο μπορούν να ζήσουν ελεύθερα.

 

Η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, η οποία χειριζόταν την υπόθεση κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης δεν υπέβαλε ένσταση στην αίτηση και εκδόθηκε από το Δικαστήριο διάταγμα ημερομηνίας 02/07/2024 με το οποίο επιτρέπετο η καταχώρηση της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας.  Σε μεταγενέστερο χρόνο η δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση η οποία εκπροσωπεί μέχρι σήμερα τον Γενικό Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας δήλωσε πως δεν επιθυμούσε να υποβάλει οποιοδήποτε ερώτημα στον ενόρκως δηλούντα.  Ενεργοποιώντας τον Κανονισμό 12 του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, υπέβαλα ερωτήματα στον ενόρκως δηλούντα και στον αιτητή που ήταν ενώπιόν μου προς διευκρίνιση κάποιων ζητημάτων που έκρινα αναγκαία.

 

O αιτητής δια της γραπτής αγόρευσης του συνηγόρου του, βάλλει κατά της προσβαλλόμενης απόφασης για τους πιο κάτω λόγους: 1) Έλλειψη δέουσας έρευνας, απουσία επαρκούς αιτιολογίας, πλάνης περί τα πράγματα και πλάνης περί το νόμο, παράλειψη εξέτασης από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου των προϋποθέσεων παροχής καθεστώτος διεθνούς προστασίας και 2) παράλειψη εξέτασης από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου των προϋποθέσεων παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση κατά τη γραπτή της αγόρευση βάλλει κατά της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του αιτητή ότι έχει υποστεί δίωξη εξαιτίας της ομοφυλοφιλίας του, όπως και του ισχυρισμού του περί μεταστροφής στο Χριστιανισμό. Ιδίως ως προς τον ισχυρισμό που ο αιτητής ανέπτυξε κατά τη γραπτή του αγόρευση, περί απειλών από την κυβέρνηση σε περίπτωση επιστροφής του, παραπέμπουν στις δηλώσεις του αιτητή κατά το στάδιο της συνέντευξης, από τις οποίες κρίνουν ότι δεν προκύπτει γνώση άλλων προσώπων για το ζήτημα που τον απασχολεί πέραν της οικογένειας του αιτητή σχετικά με τη σχέση του και τον σεξουαλικό του προσανατολισμό.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018, Ν.73(Ι)/2018, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 (2) και (3) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018, οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου της νομιμότητας και ορθότητας της πράξης.

 

Είναι χρήσιμο να παρατεθούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε εντός των αρμοδιοτήτων της, όπως αυτές οι αρμοδιότητες καθορίζονται από τη σχετική νομοθεσία και έχουν επεξηγηθεί από τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου, Διοικητικού και Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχω ενώπιόν μου, ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας κοινωνικών και θρησκευτικών προβλημάτων.  Κατά τη συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, ο αιτητής δήλωσε αναφορικά με το προσωπικό του προφίλ πως είναι υπήκοος Ιράν γεννηθείς στις 09/03/1992 στην Τεχεράνη. Είναι άγαμος και άτεκνος. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, έχει λάβει δίπλωμα ηλεκτρονικού από το Ali High school στην περιοχή Islamshahr-MossiAbad. Εργαζόταν σε εταιρεία τηλεπικοινωνιών και παράλληλα πουλούσε αθλητικά παπούτσια ως πλανόδιος πωλητής στο δρόμο. Ως προς την πατρική του οικογένεια δήλωσε πως αυτή αποτελείται από τους γονείς του και τον αδελφό του, οι οποίοι διαμένουν στην Τεχεράνη. Δεν έχει επικοινωνία μαζί τους από τότε που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του.  Όπως ανέφερε, εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του νόμιμα από το αεροδρόμιο της Τεχεράνης.

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του που διενεργήθηκε στην Υπηρεσία Ασύλου, ο αιτητής ανέφερε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας των απειλών που δέχθηκε από τον πατέρα του λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού και προκειμένου να ζήσει ελεύθερος κατά τον τρόπο που επιθυμεί. Ως προς τις συνέπειες τυχόν επιστροφής του, αποκρίθηκε ότι ενδεχομένως ο πατέρας του να τον ανακαλύψει και να τον δολοφονήσει.

 

Συγκεκριμένα, ο αιτητής ανέφερε πως δέχθηκε απειλές θανάτου από τον πατέρα του, όταν ο τελευταίος έμαθε για την σεξουαλική σχέση που διατηρούσε ο αιτητής με άτομο του ιδίου φύλου (ερυθρό 37, του διοικητικού φακέλου). Πρόσθεσε ότι έχει ασπασθεί τον Χριστιανισμό και πως έχει βαφτισθεί το 2018 στη Λεμεσό.  Ως προς τα προβλήματα που προέκυψαν λόγω της σχέσης που είχε με άτομο του ιδίου φύλου, ο αιτητής ανέφερε ότι τον Αύγουστο του 2018 ο αδελφός του εντόπισε στην κάμερα που του είχε δανείσει δύο φωτογραφίες στις οποίες απεικονίζονταν γυμνοί ο ίδιος μαζί με τον φίλο του, Navid στην πατρική του οικία το 2016. Ο αδελφός του έδειξε τις φωτογραφίες στον πατέρα τους, ο οποίος εξοργίστηκε καθότι επρόκειτο για έναν αυστηρά θρησκευόμενο άνδρα. Στη συνέχεια, τόσο ο πατέρας όσο και ο αδελφός του τον χτύπησαν, με τον πατέρα του να τον απειλεί ότι θα τον σκοτώσει.

 

Ο αιτητής δήλωσε πως η μητέρα του εξαιτίας της έντασης λιποθύμησε και τότε ο αιτητής βρήκε ευκαιρία να διαφύγει της πατρικής οικίας.  Πρόσθεσε πως μετά το περιστατικό στην πατρική του οικία επέστρεψε στο διαμέρισμα όπου νοίκιαζε τους τελευταίους έξι μήνες χωρίς να το γνωρίζει η οικογένειά του σε διαφορετική γειτονιά της Τεχεράνης. Δήλωσε πως ο αδελφός και ο πατέρας του τον κάλεσαν πολλές φορές στο τηλέφωνο, αλλά ο ίδιος έκλεισε το κινητό του τηλέφωνο για να τους αποφύγει. Πρόσθεσε ότι τον κάλεσε ένας εξάδελφός του από την πατρική του πλευρά στο κινητό τηλέφωνο που χρησιμοποιούσε για την εργασία του και του μετέφερε τις απειλές θανάτου του πατέρα του και πως έγινε γνωστή στους συγγενείς τους η σχέση του με το Navid. Κληθείς να αποκριθεί με ποιον τρόπο έμαθαν οι συγγενείς του για την ομοφυλοφιλική σχέση που είχε συνάψει δήλωσε πως εικάζει ότι θα το είπε ο πατέρας του ή η μητέρα του στην προσπάθεια τους να τον εντοπίσουν. 

 

Σε διευκρινιστική ερώτηση που του τέθηκε σχετικά με το τι συνέβη με τον φίλο του Navid, δήλωσε πως πληροφορήθηκε από τον φίλο του που βρίσκεται στην Τουρκία ότι ο πατέρας του πήγε στο σπίτι του και τα αδέλφια του τον χτύπησαν όταν τους είπε για την σχέση τους.  Ερωτηθείς πως έμαθε ο πατέρας του την διεύθυνση του φίλου του, δήλωσε πως του την έδωσε ένας άλλος φίλος του που διατηρεί εστιατόριο κοντά στην πατρική του οικία και γνώριζε πόσο κοντινοί φίλοι είναι ο ίδιος με το Navid.  Ερωτηθείς τι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του δήλωσε πως η ζωή του θα τεθεί σε κίνδυνο και πως εάν γνώριζε ότι δεν θα υπήρχαν προβλήματα θα επέστρεφε καθότι εκεί είχε μια καλή ζωή οικονομικά. Πρόσθεσε ότι ο πατέρας του δεν θα τον αποδεχτεί καθότι για αυτόν το μόνο που έχει σημασία είναι η θρησκεία και το Ισλάμ. Επιπρόσθετα, ανέφερε πως σε περίπτωση που διαμείνει σε άλλη περιοχή εντός της χώρας καταγωγής του, ότι φοβάται μήπως ο πατέρας του τον εντοπίσει και τον πάει στο δικαστήριο ή στην αστυνομία. Όταν τέθηκαν στον αιτητή διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με τη σχέση του με τον Navid, αποκρίθηκε πως μοιράζονταν βαθιά συναισθήματα μεταξύ τους και ανέφερε πως δεν διατηρεί πλέον επικοινωνία με το Navid επειδή φοβάται μήπως μάθουν που βρίσκεται. Η σχέση τους δήλωσε πως έληξε μετά το περιστατικό της επίθεσης εναντίον του από τα μέλη της οικογένειάς του στην πατρική του οικία το 2018.

 

Επίσης, τέθηκαν στον αιτητή ερωτήσεις σχετικά με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό.  Ερωτηθείς σε σχέση με το πως αυτοπροσδιορίζεται, δήλωσε πως δεν γνωρίζει εάν είναι σίγουρα ομοφυλόφιλος, και πως μπορεί στο μέλλον να βιώσει ερωτικά συναισθήματα και για γυναίκες. Ερωτηθείς πότε διαπίστωσε την έλξη του για άτομα του ιδίου φύλου, δήλωσε πως πριν την στρατιωτική του θητεία δεν γνώριζε πως είχε τέτοια συναισθήματα για τους άνδρες. Ωστόσο κατά την περίοδο που υπηρετούσε στον στρατό γνώρισε τo Navid, και τότε συνειδητοποίησε την έλξη του για τον εν λόγω άνδρα. Όπως ανέφερε, αυτός έκανε το πρώτο βήμα σε σχέση με τον σύντροφό του και πως αντιλήφθηκε ότι και ο φίλος του ελκύεται από τον ίδιο από τα έντονα συναισθήματα που είχε και από ότι ο Navid ήταν δεκτικός όταν τον αγκάλιαζε ή τον ασπαζόταν.

 

Αναφορικά με την σχέση τους, ο αιτητής δήλωσε ότι ήταν κρυφή και πως συναντιόντουσαν κάθε δεύτερη μέρα, άλλες φορές στο σπίτι του και άλλες φορές τον έπαιρνε από το σπίτι του και έβγαιναν έξω. Ερωτηθείς σχετικά με το εάν είχε αποκαλύψει την σεξουαλική του ταυτότητα σε άλλα άτομα στην χώρα καταγωγής του αποκρίθηκε αρνητικά. Δήλωσε πως η ζωή του δεν άλλαξε κατά την διαπίστωση του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Πρόσθεσε πως στην χώρα του ένιωθε ντροπή εξαιτίας των συναισθημάτων του και πως φοβόταν να μιλήσει για αυτό ανοιχτά. Ερωτηθείς εάν ένιωσε ποτέ ερωτική έλξη για γυναίκες, δήλωσε πως κατά την διάρκεια της σχέσης του με το Navid δεν είχε τέτοια συναισθήματα για τις γυναίκες, όμως πριν είχε ερωτικές σχέσεις με γυναίκες χωρίς εντούτοις να έχει αισθήματα για αυτές. Κληθείς να αναπτύξει τα βήματα σχετικά με την αυτό-αποδοχή του σεξουαλικού του προσανατολισμού, αναφέρθηκε στη σχέση του με το Navid και με ποιο τρόπο αυτή μετατράπηκε σε ερωτική σχέση.

 

Όπως ανέφερε είχε πολύ δυνατά συναισθήματα για το Navid και πως δεν τον ενδιέφερε ούτε ο νόμος, ούτε το Ισλάμ επειδή ένιωθε τόσο έντονα για αυτόν.  Δήλωσε πως δεν γνωρίζει κάποια οργάνωση που να υποστηρίζει τις σεξουαλικές μειονότητες στο Ιράν. Ερωτηθείς σχετικά με την ποινική μεταχείριση της ομοφυλοφιλίας στη χώρα δήλωσε πως εάν οι αρχές εντοπίσουν τέτοιους είδους σχέση, αυτό το αποκαλούν «Lawat crime» και θα σε καταδικάσουν σε λιθοβολισμό ή εκτέλεση.  Όταν του ζητήθηκε να αναφέρει τι φοβάται ότι θα του συμβεί από την οικογένειά του και την κοινωνία, επανέλαβε πως ο πατέρας του τον έχει απειλήσει πως θα τον σκοτώσει ή θα τον καταδώσει στην αστυνομία και ως προς του κινδύνους σε κοινωνικό επίπεδο, δήλωσε πως δεν θα έχει πρόσβαση σε εργασία, ούτε στο δημόσιο τομέα και αναφέρθηκε σε ένα ομοφυλόφιλο άτομο που του απαγορεύθηκε η πρόσβαση στην εκκλησία. Επιβεβαίωσε πως ο Navid ήταν η πρώτη και η μόνη ερωτική σχέση που είχε με άτομο του ίδιου φύλου.  Όπως ανέφερε, στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει συνάψει κάποια ερωτική σχέση.

 

Επίσης τέθηκαν διευκρινιστικές ερωτήσεις στον αιτητή σχετικά με την μεταστροφή του στον Χριστιανισμό (ερυθρά 33, 32 της από το πρακτικό της από  28/09/2021 συνέντευξης και ερυθρά 77, 58 της από 11/10/2021 συνέντευξής του). Ειδικότερα δήλωσε πως προέρχεται από ένα αυστηρά θρησκευόμενο σπίτι, πως ο ίδιος ήταν ενάντια στο καθεστώς και στο Ισλάμ και πως τοποθετεί την εναντίωση του στο Ισλάμ στους κανόνες και τον τρόπο ζωής που επιβάλλει η ανωτέρω θρησκεία. Πρόσθεσε πως ασπάστηκε άλλη θρησκεία εξαιτίας της συμπεριφοράς του πατέρα του και της αυστηρής προσήλωσης του στον Μουσουλμανισμό. Για τον ίδιο η βάφτιση σηματοδοτούσε την συγχώρεση όλων των αμαρτιών του. Δήλωσε ότι βαφτίστηκε στην θάλασσα το 2018 στη Λεμεσό μαζί με άλλους δύο άνδρες. Πρόσθεσε ότι πήγαινε σε μια εκκλησία στην Λεμεσό και πως έχει πάει και σε Ιρανική προτεσταντική εκκλησία. Ερωτηθείς για ποιο λόγο αποφάσισε να ακολουθήσει τον Χριστιανισμό δήλωσε πως δεν γνώριζε τίποτα για την ανωτέρω θρησκεία, απλά μια μέρα βρήκε έναν άνδρα από το Ιράν με τον οποίο έγιναν φίλοι και ο οποίος του είπε για την Ορθοδοξία και έτσι βαφτίστηκε ως Χριστιανός ορθόδοξος, όμως στη συνέχεια οι άνθρωποι γύρω του, του είπαν πως ο προτεσταντισμός είναι καλύτερος και έτσι αποφάσισε να ασπαστεί αυτό το δόγμα.

 

Λαμβάνοντας υπόψη το πιο πάνω αφήγημα του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε έκθεση/εισήγηση επί του αιτήματος που υπέβαλε ο αιτητής.  Στην εισηγητική έκθεση ο αρμόδιος λειτουργός διέκρινε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς: 1. τα στοιχεία ταυτότητας, τη χώρα καταγωγής και το προφίλ του αιτητή, 2. αναφορικά με το ότι η ζωή του αιτητή κινδυνεύει από τον πατέρα του εξαιτίας της ομοφυλοφιλικής σχέσης που διατηρούσε και 3. σε σχέση με το ότι ο αιτητής έχει προσηλυτισθεί στον Χριστιανισμό. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος.  Τουναντίον ο δεύτερος ισχυρισμός απορρίφθηκε ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστος.  Ειδικότερα, ο λειτουργός κάνοντας χρήση του μεθοδολογικού μοντέλου DSSH (DifferenceShame, Stigma and Harm) έκρινε κατόπιν ανάλυσης των κριτηρίων του ανωτέρω μοντέλου σε συνάρτηση με τις δηλώσεις και αποκρίσεις του αιτητή ότι οι απαιτήσεις των ανωτέρω στοιχείων δεν πληρούνται.   

 

Αναφορικά με το στοιχείο της διαφορετικότητας ο λειτουργός έκρινε πως ο αιτητής παρόλο που ως δήλωσε διαπίστωσε το ότι έλκεται και έχει συναισθήματα για άτομο του ιδίου φύλου κατά την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας, δεν ήταν σε θέση να περιγράψει την διαδικασία συνειδητοποίησης της σεξουαλικότητας του και ούτε ήταν σε θέση να αναφερθεί σε προσωπικές πληροφορίες σχετικά με το πως ένιωσε κατά την συνειδητοποίηση της σεξουαλικής του ταυτότητας και τι σήμαινε για αυτόν αυτή η διαπίστωση.  Ως προς το στοιχείο του στίγματος, οι αποκρίσεις του αιτητή όταν κλήθηκε να προσδιορίσει εμπειρίες στίγματος κρίθηκαν ως γενικόλογες και μη επαρκείς συγκεκριμένων πληροφοριών. Κατά τον λειτουργό θα αναμένετο ευλόγως από τον αιτητή να είναι σε θέση να αναφερθεί στα συναισθήματα του (π.χ. χαρά, φόβος, ντροπή) κατά την στιγμή της συνειδητοποίησης, αλλά και στη σύναψη της πρώτης του ερωτικής σχέσης με έναν άλλο άνδρα.  Αναφορικά με το στοιχείο της ντροπής, κρίθηκε πως από τις δηλώσεις του αιτητή εξέλειπε το στοιχείο της βιωματικότητας και πως πέραν από το να αναφέρει γενικόλογα κάποια γεγονότα, δεν ήταν σε θέση να παραθέσει προσωπικές εμπειρίες. Κατά τον λειτουργό, το ότι κάποιος δεν επιλέγει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό δεν σημαίνει ότι η προσωπική αποδοχή είναι εύκολη διεργασία, ιδιαίτερα στην περίπτωση του αιτητή που μεγάλωσε σε μια συντηρητική κοινωνία με συγκεκριμένες προσδοκίες.

 

Ως προς το στοιχείο της βλάβης, ο λειτουργός έκρινε ως μη επαρκείς και γενικόλογες τις αποκρίσεις του αιτητή σχετικά με τον ισχυρισμό του περί του ότι ο πατέρας και ο αδελφός του ξεκίνησαν να τον χτυπούν όταν ανακάλυψαν τις φωτογραφίες του ιδίου και του φίλου του. Ούτε ήταν σε θέση να παραθέσει λεπτομέρειες σε σχέση με τα συναισθήματά του εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν μπορούσε να συναντήσει το Navid. Κατά τον λειτουργό θα αναμένονταν, ευλόγως, από τον αιτητή να επικοινωνήσει με τον φίλο του μετά το περιστατικό με τον πατέρα και τον αδελφό του στην πατρική του οικία. Περαιτέρω, κρίθηκε πως ο αιτητής δεν μπορούσε να παραθέσει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με το πως εξελίχθηκαν τα πράγματα μετά το περιστατικό στην πατρική του οικία το 2018.

 

Τέλος, κρίθηκαν ως ασυνεπείς οι δηλώσεις του αιτητή καθότι σε ένα σημείο της συνέντευξης του ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε το Ιράν για να είναι ελεύθερος να ζήσει την σεξουαλικότητα του και σε άλλο σημείο ισχυρίστηκε πως στην Κύπρο δεν προσπάθησε να έρθει σε επαφή με την ΛΟΑΤ κοινότητα επειδή δεν μιλάει την ελληνική γλώσσα. Επίσης, κρίθηκε πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να επεξηγήσει την αλυσίδα των γεγονότων που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει το Ιράν. Τέλος, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αιτητής δεν έχει καμία επαφή με τους συγγενείς ή την οικογένειά του, δεν κρίνεται εύλογο η οικογένεια του να τον αναζητεί για να τον εκτελέσει και σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του θα μπορούσε να ζήσει σε άλλη περιοχή χωρίς κανείς να το μάθει.  Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό κρίση ισχυρισμού, ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του αιτητή σχετικά με την μεταχείριση της ομοφυλοφιλίας στην χώρα. Ενόψει όμως της μη θεμελιωθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας του υπό κρίση ισχυρισμού, αυτός δεν έγινε αποδεκτός στο σύνολό του.

 

Ομοίως, και ο τρίτος ισχυρισμός του αιτητή περί της μεταστροφής του στον Χριστιανισμό δεν έγινε αποδεκτός.  Ειδικότερα, κρίθηκε από τον λειτουργό πως θα αναμένονταν από τον αιτητή να είναι σε θέση να επεξηγήσει με επάρκεια και σαφήνεια τους λόγους για τους οποίους ήθελε να προσηλυτιστεί σε μια νέα θρησκεία ενώ μέχρι τότε δεν ήταν ιδιαίτερα θρησκευόμενος. Ούτε μπορούσε ο αιτητής να περιγράψει την εσωτερική διεργασία καθώς και τα κίνητρα μεταστροφής του στον Χριστιανισμό αλλά και την μετέπειτα μεταστροφή του στον προτεσταντισμό. Κατά τον λειτουργό, ο αιτητής δεν μπορούσε να επεξηγήσει πως ένα μη θρησκευόμενο πρόσωπο αποφάσισε να προσηλυτισθεί σε άλλη θρησκεία.

 

Επισημάνθηκε από το λειτουργό πως ο αιτητής δήλωσε πως άκουσε από άτομα που ήταν τριγύρω του ότι ο Προτεσταντισμός είναι καλύτερη θρησκεία, πως πήγε να ενταχθεί στους προτεστάντες χωρίς να βαφτιστεί καθότι χρειαζόταν περισσότερες πληροφορίες για αυτό. Επιπρόσθετα, ανέφερε πως επισκεπτόταν μια ιρανική εκκλησία. Πέραν των πιο πάνω, ο αιτητής δήλωσε πως δεν προσεύχεται, διαβάζει μόνο τη Βίβλο και πως επισκεπτόταν την εκκλησία.  Κατά τον λειτουργό η γνώση του περιεχομένου της Βίβλου είναι μέρος της εξοικείωσης ενός αιτητή με μια νέα θρησκεία, αλλά δεν επαρκεί για να τεκμηριώσει την πραγματική μεταστροφή. Πρόσθεσε πως ούτε η βάφτιση επαρκεί για να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία ενός ισχυρισμού περί μεταστροφής καταλήγοντας πως η νέα θρησκεία δεν αποτελεί για τον αιτητή σημαντικό/αναπόσπαστο τμήμα της ζωής και της προσωπικότητας του ώστε να μην αναμένεται από τον ίδιο να την αποκηρύξει προκειμένου να αποφύγει τη δίωξη κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό κρίση ισχυρισμού, ο λειτουργός ανέφερε πως το πιστοποιητικό βάφτισης του αιτητή δεν επαρκεί για να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού. Πρόσθεσε πως ένας τέτοιος ισχυρισμός λόγω της προσωπικής του φύσης δεν μπορεί να διασταυρωθεί από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από την χώρα καταγωγής του αιτητή. Επίσης, παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τις συνθήκες που επικρατούν για τους μεταστραφέντες στο Ιράν καταλήγοντας πως παρόλο που οι πληροφορίες συμφωνούν εν μέρει με το ισχυριζόμενο κίνητρο του αιτητή περί της απογοήτευσης του προς το Ισλάμ, οι δηλώσεις του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο για την θεμελίωση της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του. Εν προκειμένω κρίθηκε ότι αυτή δεν πληρούται και ως εκ τούτου ο ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός στο σύνολο του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Ιράν ότι δεν στοιχειοθετείται κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης στη βάση του πρώτου και του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού (την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του αιτητή).  Ως προς τους ισχυρισμούς που δεν έγιναν αποδεκτοί, έκρινε σε σχέση με τον δεύτερο ισχυρισμό πως ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει πως ο πατέρας του έχει την ικανότητα και τα μέσα να τον εντοπίσει και να τον αναζητήσει. Επίσης, κατά τον λειτουργό δεν είναι εύλογο ο αιτητής κατά την διαμονή του στην Κύπρο να μην επικοινωνήσει με τους φίλους ή τη μητέρα του ώστε να μάθει για την εξέλιξη της υπόθεσης του. Αναφορικά με τον τρίτο απορριφθέντα ισχυρισμό περί της μεταστροφής του στο Χριστιανισμό κρίθηκε πως λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις του αιτητή, καθώς και τις πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του δεν μπορεί να συναχθεί πως ο αιτητής κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει  δίωξη ή σοβαρή βλάβη επειδή έχει βαφτιστεί κατά την διαμονή του στην Κύπρο.

 

Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων, ο αρμόδιος λειτουργός, έκρινε ότι στη βάση των προβαλλόμενων δηλώσεων του, ο αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, εφόσον δεν διαπιστώθηκε φόβος δίωξης του με βάση την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική άποψη, σύμφωνα με το άρθρο 3Δ(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, δυνάμει του άρθρου 19, εδάφια (1) και (2) (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000. Ως προς το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, ο εν λόγω λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη ότι στο Ιράν δεν υφίσταται διεθνής ή ένοπλη σύρραξη κατέληξε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στον τελευταίο τόπο διαμονής του στη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής δεν θα είναι σε κίνδυνο να αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή ως άμαχος πολίτης. Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την έκθεση/εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και προχώρησε στην απόρριψη του αιτήματος του αιτητή.

 

Έχω μελετήσει όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου και όλους τους ισχυρισμούς που πρόβαλε τόσο ο αιτητής, όσο και η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, όπως επίσης και όλα όσα τέθηκαν με την ένορκη δήλωση του αιτητή και του συντρόφου του αιτητή.  Στα πλαίσια εφαρμογής του άρθρου 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο, Ν. 73 (Ι)/2018 δυνάμει του οποίου το Δικαστήριο προβαίνει σε έλεγχο νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως την απόφαση.  Θα προχωρήσω στην αξιολόγηση των ενώπιον μου δεδομένων ως προς την αίτηση του αιτητή για διεθνή προστασία, προκειμένου να εξετάσω και τον προβαλλόμενο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό σε σχέση με τον τόπο καταγωγής και τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή ο οποίος ορθά έγινε αποδεκτός, δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ εφόσον ούτως ή άλλως δεν αμφισβητήθηκε.

 

Σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί του ότι η ζωή του αιτητή κινδυνεύει από τον πατέρα του εξαιτίας της ομοφυλοφιλικής σχέσης που διατηρούσε, θα πρέπει να αναφέρω πως έχω διεξέλθει με μεγάλη προσοχή το αφήγημα του αιτητή, τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, καθώς και τη συνολική εικόνα του αιτητή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας και κρίνω ότι ο αιτητής είναι αξιόπιστος στις δηλώσεις του και ότι οι ισχυρισμοί του παρουσιάζουν εσωτερική συνέπεια και λογική συνοχή, ως προς τον ισχυρισμό του ότι είναι ομοφυλόφιλος.

 

Ο αιτητής υποστήριξε ότι η σεξουαλική του ταυτότητα αποκαλύφθηκε στο οικογενειακό του περιβάλλον το 2018, όταν ο αδελφός του εντόπισε φωτογραφίες του ιδίου με τον σύντροφό του, Navid. Το γεγονός αυτό προκάλεσε βίαιη αντίδραση του πατέρα και του αδελφού του, οι οποίοι τον χτύπησαν και τον απείλησαν με θάνατο. Ο αιτητής διέφυγε της πατρικής οικίας και αφού κρύφτηκε για ένα διάστημα, εγκατέλειψε τη χώρα.  Το αφήγημα του ενισχύεται από την ένορκη δήλωση του συντρόφου του, ο οποίος επιβεβαιώνει ότι διατηρεί με τον αιτητή σταθερή συναισθηματική και ερωτική σχέση από το 2022, περιγράφοντας τη συμβίωσή τους και την κοινή τους ζωή στην Κύπρο.

 

Αντίθετα με τα συμπεράσματα της Υπηρεσίας Ασύλου θα πρέπει να αναφέρω πως ο αιτητής, ανέπτυξε με σαφήνεια και συνέπεια την πορεία συνειδητοποίησης της σεξουαλικής του ταυτότητας, τις προσωπικές του εμπειρίες και τα συναισθήματά του κατά το στάδιο αυτό, επιδεικνύοντας γνήσιο και βιωματικό χαρακτήρα στις απαντήσεις του. Η περιγραφή των γεγονότων, των εσωτερικών διεργασιών και των συναισθημάτων που βίωσε, αποπνέει αυθεντικότητα και είναι συνεπής με τα χαρακτηριστικά που το μεθοδολογικό μοντέλο DSSH (Difference, Shame, Stigma and Harm) προϋποθέτει, το οποίο μάλιστα εφάρμοσε η Υπηρεσία Ασύλου.

 

Η εφαρμογή του ανωτέρω μεθοδολογικού εργαλείου (DSSH) έχει δεχθεί κριτική ειδικά όταν δεν χρησιμοποιείται ορθά με αποτέλεσμα να ενισχύονται τα στερεότυπα. Το εν λόγω μεθοδολογικό εργαλείο χρησιμοποιείται από διάφορες χώρες, κράτη-μέλη, την EUAA καθώς και από την UNHCR και τον ΔΟΜ στο υλικό κατάρτισης τους για τις αιτήσεις που βασίζονται στον γενετήσιο προσανατολισμό και στην ταυτότητα φύλου.[1] Επισημαίνεται, ωστόσο, πως ο τρόπος που βιώνει κάθε πρόσωπο τον σεξουαλικό του προσανατολισμό είναι  υποκειμενικός και εξαρτάται από την προσωπική ιστορία του ατόμου, τον πολιτισμό και την κοινωνικοοικονομική του κατάσταση.[2]

 

Παραθέτω σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην απόφαση της υπόθεσης υπ' αριθμόν C-148/13 - C-150/13, ABC. ημερομηνίας 2/12/14, όπου αποφασίστηκαν τα πιο κάτω (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«61. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 4, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2004/83 επιβάλλει στις αρμόδιες αρχές την υποχρέωση να προβαίνουν στην αξιολόγησή τους συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτούντος και ότι το άρθρο 13, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2005/85 απαιτεί από τις ίδιες αυτές αρχές να διεξάγουν τη συνέντευξη συνεκτιμώντας τις προσωπικές ή γενικές συνθήκες που περιβάλλουν την αίτηση ασύλου.

 

62. Μολονότι η υποβολή ερωτήσεων που αφορούν στερεοτυπικές αντιλήψεις ενδέχεται να συνιστά χρήσιμο στοιχείο στη διάθεση των αρμόδιων αρχών προκειμένου να προβούν στη σχετική αξιολόγηση, εντούτοις η εκτίμηση των αιτήσεων για την παροχή του καθεστώτος πρόσφυγα η οποία στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο σε στερεοτυπικές αντιλήψεις συνδεόμενες με τους ομοφυλόφιλους δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των διατάξεων που μνημονεύονται στην προηγούμενη σκέψη, στο μέτρο που δεν παρέχει στις εν λόγω αρχές τη δυνατότητα να λάβουν υπόψη την ατομική κατάσταση του οικείου αιτούντος άσυλο.»

 

Το μοντέλο DSSH, αν και παρέχει μία οργανωμένη μέθοδο ανάλυσης, δεν μπορεί να αντανακλά πάντα με ακρίβεια τα βιώματα του κάθε αιτητή, ιδιαίτερα αν δεν λαμβάνει υπόψη τη διαφορετικότητα του πολιτισμικού και κοινωνικού υποβάθρου και τις προσωπικές τους εμπειρίες.  Γι' αυτό το λόγο μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο αξιολόγησης, αλλά δεν πρέπει να αποτελεί τη μοναδική βάση για την εξέταση ενός αιτήματος.  Η αξιοπιστία ενός ατόμου που προβάλλει ισχυρισμούς για το σεξουαλικό προσανατολισμό πρέπει να κρίνεται με ευρύτερα αποδεκτά κριτήρια, καθώς δεν υπάρχει ένας καθολικός τρόπος για να προσδιοριστεί η ΛΟΑΤΚΙ ταυτότητα.  Έτσι η ύπαρξη ή η έλλειψη συγκεκριμένων χαρακτηριστικών ή εμπειριών που συχνά συνδέονται με τη σεξουαλική ταυτότητα, δεν μπορεί να θεωρείται καθοριστικός παράγοντας στην εκτίμηση του σεξουαλικού προσανατολισμού κάποιου.  Επομένως, κάθε περίπτωση αξιολογείται με βάση τα ατομικά δεδομένα και τις ιδιαίτερες συνθήκες του αιτητή χρησιμοποιώντας βεβαίως τους κοινώς αποδεκτούς δείκτες αξιοπιστίας.

 

Επανεξετάζοντας τα πραγματικά δεδομένα και την ένορκη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μου καταλήγω σε διαφορετικό συμπέρασμα από την κατάληξη του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου.  Είναι δεδομένο βέβαια και πρέπει να αναφερθεί πως δεν αναμένεται από τον αιτητή να υπεισέλθει σε πολύ προσωπικές και ευαίσθητες πληροφορίες. Ως προς το στοιχείο της διαφορετικότητας (Difference), από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως ο αιτητής περιέγραψε με ειλικρίνεια τη διαδικασία αναγνώρισης του σεξουαλικού του προσανατολισμού κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας, καθώς και τη σύγχυση και συναισθηματική ένταση που τον συνόδευσαν. Οι δηλώσεις του παρουσιάζουν εσωτερική συνοχή και συνάδουν με τη φυσιολογική ψυχολογική πορεία ενός ατόμου που ανακαλύπτει τη σεξουαλικότητά του σε συντηρητικό κοινωνικό πλαίσιο, όπως είναι το πλαίσιο στο οποίο μεγάλωσε, με ένα πατέρα καθαρά/βαθιά θρησκευόμενο και σε ένα καθεστώς, όπου η κοινωνική πραγματικότητα στο Ιράν, δεν είναι ανεκτική ως προς τα ομοφυλόφιλα άτομα.

 

Ως προς το στοιχείο του στίγματος (Stigma), διακρίνω πως ο αιτητής αναφέρθηκε με σαφήνεια στις κοινωνικές πιέσεις και στον φόβο αποκάλυψης της ταυτότητάς του. Οι περιγραφές του για τις αντιδράσεις του περιβάλλοντός του, τη συμπεριφορά των συγγενών και τις κοινωνικές προκαταλήψεις στο Ιράν, είναι συγκεκριμένες, συνεπείς και σύμφωνες με τις διεθνώς γνωστές κοινωνικές συνθήκες στη χώρα καταγωγής του, όπως διαφαίνεται από τις πληροφορίες στις οποίες παρέπεμψε ο αρμόδιος λειτουργός και στις οποίες θα παραπέμψω κατά την εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού.  Επιπρόσθετα, ο αιτητής ανέφερε πως μετά την αιφνίδια αποκάλυψη του σεξουαλικού του προσανατολισμού δεν ανέφερε σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στη χώρα του το γεγονός αυτό.

 

Σε σχέση με το στοιχείο της ντροπής (Shame), έχω πειστεί από τα αφήγημα του αιτητή πως εξέφρασε αυθεντικά και με σαφήνεια τα συναισθήματα ενοχής, φόβου και ντροπής που βίωσε, αναφερόμενος σε προσωπικά βιώματα και όχι σε γενικόλογες τοποθετήσεις. Η μαρτυρία του αποδίδει μια εσωτερική πάλη και ψυχική διεργασία που είναι απολύτως συμβατή με την κοινωνική πραγματικότητα του Ιράν.  Σε σχέση τώρα με το στοιχείο της βλάβης (Harm), οι ισχυρισμοί του αιτητή περί κακοποίησης από τον πατέρα και τον αδελφό του κρίνονται πλήρως τεκμηριωμένοι και συμβατοί με το υπόλοιπο αφήγημα. Η περιγραφή των περιστατικών, των συναισθημάτων και των επακόλουθων ενεργειών του αιτητή (φυγή από την οικία, διακοπή επικοινωνίας, εγκατάλειψη της χώρας) έχει συνοχή, είναι χρονικά εύλογη και απαλλαγμένη αντιφάσεων.

 

Στις 05/06/2024 ο συνήγορος του αιτητή καταχώρησε αίτηση για χορήγηση άδειας προσαγωγής μαρτυρίας, υποστηριζόμενη από ένορκη δήλωση του ιδίου και του συντρόφου του, Ιρανού υπηκόου, ο οποίος όπως αναφέρθηκε έχει ήδη λάβει προσφυγικό καθεστώς λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Θεωρώ πως η εν λόγω μαρτυρία είναι ουσιώδης και αξιόπιστη, καθώς ενισχύεται με αντικειμενικό τρόπο ο ισχυρισμός του αιτητή για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και τη φύση της σχέσης τους. Ο λόγος καθυστέρησης της κατάθεσης της ενόρκου δήλωσης (ο φόβος του συντρόφου του λόγω εκκρεμούς διαδικασίας) είναι εύλογος και πειστικός και ούτως ή άλλως η όποια καθυστέρηση δεν έχει σημασία, εφόσον του αιτήματος προσαγωγής μαρτυρίας δεν ακολούθησε ένσταση από τη συνήγορο της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία χειριζόταν τότε την υπόθεση.

 

Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ενώπιον του Δικαστηρίου είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω άμεσα τη συμπεριφορά και στάση τόσο του αιτητή, όσο και του συντρόφου του και να σχηματίσω προσωπική κρίση ως προς την αξιοπιστία τους. Ο αιτητής, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, επέδειξε σοβαρότητα, αυτοσυγκράτηση και σεμνότητα. Η στάση του ήταν συνεσταλμένη και επιφυλακτική, χωρίς υπερβολές ή απόπειρες δραματοποίησης των γεγονότων.  Οι απαντήσεις του ήταν συνεπείς, μετρημένες και ευθυγραμμισμένες με το περιεχόμενο της ενόρκου δήλωσής του. Η συνολική του παρουσία ενίσχυσε την εντύπωση ενός ατόμου που βιώνει εσωτερικά τα γεγονότα που περιγράφει και δεν επιδιώκει εντυπωσιασμό ή υπερβολή.

 

Αντιθέτως, ο σύντροφός του, αποτέλεσε πιο εκδηλωτική και έντονη προσωπικότητα, με προθυμία να εκφράζεται εκτενώς και να περιγράφει τη σχέση τους με μεγαλύτερη άνεση.  Σημειώνω ότι σε ορισμένα σημεία υπήρξε επιφανειακή γνώση του συντρόφου του σε σχέση με τα προσωπικά και οικογενειακά ζητήματα του αιτητή, τα οποία ο ίδιος δήλωσε ότι «δεν γνωρίζει σε βάθος».  Η στάση αυτή του συντρόφου του δεν θα μπορούσε βέβαια να μειώσει την αξιοπιστία του αιτητή.  Η διαφοροποίηση αυτή, δεν αναιρεί την ουσία της μαρτυρίας του συντρόφου του αναφορικά με την ύπαρξη και γνησιότητα της μεταξύ τους σχέσης, ούτε και την εσωτερική συνέπεια του αιτητή.

 

Αντιθέτως, η αντίθεση των χαρακτήρων και των εκφραστικών τρόπων ενισχύει την εντύπωση ότι και τα δύο πρόσωπα κατέθεσαν με φυσικότητα και αυθεντικότητα, χωρίς να έχουν προετοιμαστεί ή ενορχηστρωθεί για να παρουσιάσουν μια ταυτόσημη εικόνα. Αξιολογώντας τη συνολική τους παρουσία, καταλήγω ότι η ήπια, μετρημένη και συγκρατημένη στάση του αιτητή είναι απολύτως συμβατή με το προφίλ ενός ατόμου που έχει βιώσει φόβο, τραύμα και κοινωνική καταπίεση λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Η εν λόγω στάση ενισχύει την αξιοπιστία και πειστικότητα των ισχυρισμών του.  Από τα πιο πάνω δεδομένα καταλήγω πως ο αιτητής τεκμηρίωσε την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του.

 

Προκειμένου να επιβεβαιώσω την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή ανέτρεξα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του. Αναφορικά με τις συνθήκες που επικρατούν για τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα στο Ιράν διαφαίνεται πως το νομικό σύστημα στο Ιράν ποινικοποιεί τις ομοφυλοφιλικές πράξεις βάσει των ισλαμικών εγκλημάτων hadd (πράξεις που θεωρούνται σοβαρές παραβάσεις της θρησκευτικής νομοθεσίας)[3]. Σύμφωνα με τον Ιρανικό Ποινικό Κώδικα, οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ ανδρών ορίζονται ως livat και μεταξύ γυναικών ως mosahaqa[4]. Οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις στο Ιράν τιμωρούνται με ποινή θανάτου, βάσει ενός αυστηρού νομικού πλαισίου που προβλέπει σκληρές κυρώσεις ακόμη και για συναινετικές πράξεις μεταξύ ενηλίκων[5].

 

Σχετικά με την κρατική μεταχείριση της ΛΟΑΤ κοινότητας, οι ιρανικές αρχές απευθύνονται στα ΛΟΑΤ άτομα με υποτιμητικούς όρους όπως «άρρωστοι» και «αποκλίνοντες»[6]. Η ομοφυλοφιλία αναφέρεται υποτιμητικά ως «hamjensbazi» (παρεκκλίνουσα συμπεριφορά, «faggotry») από την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, ενώ οι αρχές χρησιμοποιούν ολοένα και περισσότερο ρητορική μίσους εναντίον των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων[7]. Σύμφωνα με έκθεση του Freedom House η οποία καλύπτει το έτος 2024 αναφέρεται πως «τα ΛΟΑΤ άτομα αντιμετωπίζουν παρενόχληση και διακρίσεις, αν και το πρόβλημα δεν καταγράφεται επαρκώς λόγω της ποινικοποίησης και της κρυφής φύσης αυτής της κοινότητας στο Ιράν»[8]. Η έκθεση επιβεβαιώνει πως ο Ποινικός Κώδικας της χώρας ποινικοποιεί κάθε σεξουαλική σχέση εκτός του παραδοσιακού γάμου, και το Ιράν είναι ανάμεσα στις λίγες χώρες όπου τα άτομα μπορούν να καταδικαστούν σε θάνατο για συναινετικές ομοφυλοφιλικές πράξεις[9].

 

Επίσης, σύμφωνα με έκθεση του USDOS, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Ιράν το 2023, επαναλαμβάνεται πως ο νόμος ποινικοποιεί τη σεξουαλική δραστηριότητα του ιδίου φύλου (συναινετική ή μη), η οποία τιμωρείται με θάνατο, μαστίγωμα ή μικρότερη ποινή. Δεν υπήρχαν καταγραφές κατά τη διάρκεια του έτους σχετικά με εφαρμογή των ανωτέρω ποινών. Ακτιβιστές υπέρ των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ εξέφρασαν ανησυχία ότι η κυβέρνηση διώκει ποινικά ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα με το πρόσχημα πιο σοβαρών – και ενδεχομένως αβάσιμων – κατηγοριών, όπως ο βιασμός ή αιμομιξία.[…] Το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την καταδίκη και τις θανατικές ποινές των Zahra Seddiqi Hamedani και Elham Choubdarκ, ενεργών μελών της LGBTQI+ κοινότητας, και οι δύο αφέθηκαν ελεύθερες με εγγύηση τον Μάρτιο. Τον Σεπτέμβριο του 2022, δικαστήριο τις είχε καταδικάσει σε θάνατο, αφού τις έκρινε ένοχες για «διαφθορά επί της γης» και εμπορία ανθρώπων[10].

 

Οι δυνάμεις ασφαλείας παρενόχλησαν, συνέλαβαν και κρατούσαν άτομα που υποπτεύονταν ή θεωρούσαν ότι ήταν LGBTQI+. Τα άτομα LGBTQI+ δέχονταν συχνά βία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι δυνάμεις ασφαλείας έκαναν επιδρομές σε σπίτια και παρακολουθούσαν ιστοσελίδες στο διαδίκτυο για πληροφορίες σχετικά με άτομα LGBTQI+. Περαιτέρω, ο νόμος δεν απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή έκφρασης φύλου ή χαρακτηριστικών φύλου κατατάσσοντας τους ομοφυλόφιλους άνδρες και τις τρανς γυναίκες ως πάσχοντες από ψυχικές διαταραχές. Παρόλο που η κυβέρνηση δεν συλλέγει επίσημα δεδομένα σχετικά με τις διακρίσεις σε βάρος των LGBTQI+ ατόμων, οι ΜΚΟ αναφέρουν ότι τα μέλη της κοινότητας LGBTQI+ αντιμετωπίζουν εκτεταμένες διακρίσεις στην εκπαίδευση, την απασχόληση, την υγειονομική περίθαλψη, την προσωπική ασφάλεια και τις οικογένειές τους[11].

 

Έλαβα υπόψη μου όλες τις πιο πάνω πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, όπως αυτές προκύπτουν από έγκυρες και διεθνώς αναγνωρισμένες πηγές πληροφόρησης.  Από το σύνολο των ανωτέρω δεδομένων προκύπτει ότι στο Ιράν τα άτομα που ανήκουν στην ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα αντιμετωπίζουν συστημικές διακρίσεις, κοινωνικό στιγματισμό και αυστηρές ποινικές κυρώσεις, ενώ οι πράξεις ομοφυλοφιλίας τιμωρούνται με σοβαρές ποινές. Οι αναφορές αυτές επιβεβαιώνουν ένα περιβάλλον θεσμικής εχθρότητας και κοινωνικής απομόνωσης, όπου η ελεύθερη έκφραση σεξουαλικού προσανατολισμού είναι πρακτικά αδύνατη και συνοδεύεται από σοβαρούς κινδύνους για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα του ατόμου.

 

Οι ισχυρισμοί του αιτητή περί κακομεταχείρισης, οικογενειακής βίας και φόβου δίωξης είναι απολύτως συμβατοί με τις διαπιστώσεις των διεθνών οργανισμών για την κατάσταση των ομοφυλόφιλων ανδρών στο Ιράν. Η αφήγηση του αιτητή συνάδει πλήρως με το γενικό πλαίσιο που περιγράφεται στις πηγές αυτές, και ως εκ τούτου κρίνεται ότι είναι εξωτερικά αξιόπιστη και πειστική.  Η αντιστοίχιση των προσωπικών εμπειριών του αιτητή με τα ανεξάρτητα και αντικειμενικά δεδομένα της χώρας καταγωγής του ενισχύει την αυθεντικότητα του αφηγήματος του και καθιστά τους ισχυρισμούς του αντικειμενικά αποδεκτούς. Ως εκ τούτου, διαφαίνεται πως ο αιτητής περιέγραψε πραγματικές περιστάσεις συμβατές με τις επικρατούσες κοινωνικές και νομικές συνθήκες στο Ιράν.

 

Συνεπώς, ο αιτητής κρίνεται όχι μόνο εσωτερικά αξιόπιστος, αλλά και εξωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του και κατά συνέπεια ο προβαλλόμενος ισχυρισμός είναι αποδεκτός, καθότι η προσωπική του εμπειρία εναρμονίζεται με τα διεθνώς αναγνωρισμένα στοιχεία που αντικατοπτρίζουν τη σκληρή και επικίνδυνη πραγματικότητα για τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα στο Ιράν. Η κρίση περί αξιοπιστίας του αιτητή συνιστά κρίσιμο στοιχείο κάθε διαδικασίας ασύλου. Η αξιοπιστία δεν ελέγχεται μόνο επί τη βάσει της λεπτομέρειας ή της μνήμης, αλλά επί της συνέπειας, της εσωτερικής λογικής και της ψυχολογικής πειστικότητας των δηλώσεων του αιτητή. Έχοντας εξετάσει προσεκτικά το περιεχόμενο των απαντήσεων του αιτητή ενώπιον της Υπηρεσίας αλλά και στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, κρίνω ότι ο αιτητής παρουσίασε εσωτερικά συνεπή και εξωτερικά επαληθεύσιμη αφήγηση.

 

Μετά από προσεκτική μελέτη των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, σε σχέση με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό αναφορικά με τη μεταστροφή του στον χριστιανισμό θα συμφωνήσω με τα ευρήματα της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι ο αιτητής δεν είναι αξιόπιστος στις δηλώσεις του.  Από το περιεχόμενο των δηλώσεων του αιτητή προκύπτει ότι, αν και αναφέρθηκε γενικώς στη διαδικασία βάφτισής του και στην επαφή του με ιρανική εκκλησία στη Λεμεσό, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με σαφήνεια και συνέπεια τους λόγους που τον οδήγησαν να αποστασιοποιηθεί από το Ισλάμ και να ασπασθεί τον Χριστιανισμό.

 

Οι αναφορές του ως προς τα εσωτερικά του κίνητρα, τις προσωπικές του πεποιθήσεις και τη σημασία της νέας του πίστης ήταν περιορισμένες, επιφανειακές και στερούμενες βιωματικού βάθους. Η έλλειψη συγκεκριμένων περιγραφών για την πνευματική του διαδρομή, σε συνδυασμό με τη δηλωθείσα μεταγενέστερη ενασχόληση του με τον Προτεσταντισμό χωρίς σαφές θεολογικό ή προσωπικό υπόβαθρο, δεν επιτρέπουν στο Δικαστήριο να καταλήξει ότι πρόκειται για ουσιαστική και γνήσια μεταστροφή.  Επιπρόσθετα, θα πρέπει να αναφερθεί πως αν και η κατοχή πιστοποιητικού βάπτισης αποτελεί στοιχείο που μπορεί να ληφθεί υπόψη, δεν αρκεί από μόνη της για να αποδείξει την ύπαρξη εσωτερικής μεταβολής πίστης, δεδομένου ότι τέτοιου είδους πράξεις είναι δυνατό να λάβουν χώρα και για λόγους άσχετους με την πραγματική πεποίθηση του προσώπου.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του λαμβάνω υπόψη μου, πως στο Ιράν οι μεταστραφέντες στον Χριστιανισμό ενδέχεται να υποστούν κοινωνικές διακρίσεις ή περιορισμούς.  Με βάση έγκυρη πηγή πληροφόρησης, όσοι προέρχονται από Μουσουλμάνους γονείς και αποφάσισαν να μεταστραφούν στον χριστιανισμό, θεωρούνται αποστάτες και δύναται να τους επιβληθούν αυστηρές ποινές στη βάση του Συντάγματος και του Ποινικού Κώδικα. Η μόνη αποδεκτή μεταστροφή θρησκείας είναι από άλλη θρησκεία στο Ισλάμ, όπως επιβεβαιώνει πλήθος πηγών.[12] Σύμφωνα με έκθεση της LandInfo του 2017 οι μεταστραφέντες στον χριστιανισμό, όχι μόνο δεν μπορούν να εγγραφούν και να έχουν τα ίδια δικαιώματα με αναγνωρισμένα μέλη των χριστιανικών κοινοτήτων αλλά ουσιαστικά η οποιαδήποτε άσκηση της θρησκευτικής τους πίστης αποτελεί παράνομη πράξη που δύναται  να τιμωρηθεί ακόμα και με την θανατική ποινή ή να έχει συνέπειες επί των πολιτικών τους δικαιωμάτων.[13] Τον Ιανουάριο 2022, το κοινοβούλιο τροποποίησε τον ποινικό κώδικα προκειμένου να ποινικοποιήσει την προσβολή «θεϊκών θρησκειών ή ισλαμικών σχολών σκέψης» και τη διάπραξη «οποιασδήποτε αποκλίνουσας εκπαιδευτικής ή προσηλυτιστικής δραστηριότητας που έρχεται σε αντίθεση ή παρεμβαίνει στον ιερό νόμο του Ισλάμ» με ποινή φυλάκισης έως 5 έτη και/ή πρόστιμο.[14] Μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) δήλωσαν ότι αυτές οι νέες διατάξεις θέτουν τις θρησκευτικές μειονότητες σε μεγαλύτερο κίνδυνο δίωξης. Ο νόμος απαγορεύει πλέον ρητώς[15] στους μουσουλμάνους πολίτες να αλλάξουν ή να απαρνηθούν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.[16]

 

Ωστόσο, η ύπαρξη γενικών συνθηκών κινδύνου δεν αρκεί από μόνη της για να καταστήσει αξιόπιστο έναν ατομικό ισχυρισμό, εάν δεν προκύπτει σαφής σύνδεση ανάμεσα στα γεγονότα και στο συγκεκριμένο πρόσωπο.  Όπως ανέφερα, ούτε το πιστοποιητικό βάφτισης είναι αρκετό για να τεκμηριώσει τον προβαλλόμενο ισχυρισμό.  Κατά συνέπεια, εφόσον δεν τεκμηρίωσε την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του ο αιτητής, ο σχετικός ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Θα προχωρήσω στη συνέχεια σε αξιολόγηση κινδύνου, προκειμένου να διαπιστώσω εάν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεδειγμένους ισχυρισμούς και στοιχεία, υπό το φως όλων των σχετικών γεγονότων που αφορούν το αίτημά του.  Λαμβάνω βεβαίως υπόψη μου πως οι ισχυρισμοί του αιτητή σε σχέση με τα στοιχεία της ταυτότητας του αιτητή, η χώρα καταγωγής και το προφίλ του όπως επίσης και οι ισχυρισμοί του σε σχέση με το ότι η ζωή του κινδυνεύει από τον πατέρα του εξαιτίας της ομοφυλοφιλικής σχέσης που διατηρούσε έγιναν αποδεκτοί.  Οφείλει να λάβει χώρα ανασκόπηση των περιστάσεων οι οποίες επικρατούν στη χώρα καταγωγής του καθώς και της συμπεριφοράς των φορέων δίωξης.[17] Προς διαπίστωση του βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξης, θα πρέπει να διερευνηθεί εάν «οι στοιχειοθετημένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή, ώστε ο ενδιαφερόμενος να φοβείται βασίμως, λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης καταστάσεώς του, ότι αποτελεί πράγματι αντικείμενο πράξεων δίωξης.» (ΔΕΕ, Υ, Ζ, C-71/11 και 99/11, ημερομηνίας 05/09/2011, παρ.76)

 

Σε σχέση με την αξιολόγηση κινδύνου, όπως επισημαίνεται στο Εγχειρίδιο του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, «αν και μία απλή ή απομακρυσμένη πιθανότητα δίωξης δε θα αρκούσε», ο αιτητής δε χρειάζεται να καταδείξει ότι είναι περισσότερο πιθανή παρά το αντίθετο η δίωξή του.[18] Στο σύγγραμμα των Hathaway J.C. και Foster M., αναφέρεται πως «δε χρειάζεται να είναι πεπεισμένος ότι υπάρχει ξεκάθαρος κίνδυνος, ο φόβος είναι βάσιμος και δικαιολογημένος (wellfounded), ακόμα και αν οι πιθανότητες της βλάβης είναι 'μικρές αλλά διακριτές'»[19]

 

Με βάση τους αποδεκτούς ισχυρισμούς του αιτητή, δηλαδή τον τόπο καταγωγής και διαμονής του, αλλά και τον ισχυρισμό αναφορικά με το ότι η ζωή του αιτητή κινδυνεύει από τον πατέρα του εξαιτίας της ομοφυλοφιλικής σχέσης που διατηρούσε, είναι χρήσιμο να παρατεθεί το νομικό πλαίσιο που αφορά τα ομοφυλόφιλα άτομα αλλά και την αντιμετώπιση που έχουν από το κράτος.  Πληροφορίες σε σχέση με το ζήτημα αυτό έχω παραθέσει πιο πάνω αλλά κρίνω αναγκαίο να παρατεθούν επιπρόσθετες πληροφορίες για να διαφανεί πως αντιμετωπίζεται το ζήτημα αυτό στη χώρα καταγωγής του αιτητή.  Ο Ισλαμικός Ποινικός Κώδικας της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν ποινικοποιεί τις συναινετικές σεξουαλικές πράξεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, με ποινές που κυμαίνονται από μαστίγωση έως τη θανατική ποινή. Το Άρθρο 237 του Ποινικού Κώδικα ποινικοποιεί επίσης τις «ομοφυλοφιλικές πράξεις ενός άνδρα [ή γυναίκας], σε περιπτώσεις άλλες από livat» όπως είναι τα ερωτικά φιλιά και τα αγγίγματα που γίνονται από επιθυμία, με ποινή που κυμαίνεται από 31 έως 74 μαστιγώσεις[20].

 

Επιπρόσθετα, θα πρέπει να αναφερθεί πως σε καταχώριση του Human Dignity Trust[21] για το Ιράν, σταχυολογούνται οι εξής περιπτώσεις εφαρμογής της νομοθεσίας που ποινικοποιεί την ομοφυλοφιλία:

«2022: Τον Φεβρουάριο, αναφέρθηκε ότι δύο άνδρες εκτελέστηκαν, αφού είχαν καταδικαστεί για σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου έξι χρόνια νωρίτερα.

2021: Τον Ιούλιο, δύο άνδρες εκτελέστηκαν με την κατηγορία της «σοδομίας».

2017: Τον Απρίλιο, 30 άνδρες συνελήφθησαν σε συγκέντρωση στο κεντρικό Ιράν, μεταφέρθηκαν στη φυλακή Dastgerd και κατηγορήθηκαν για σοδομία από τοπικό δικαστήριο.

2016: Τον Ιούλιο, ο 17χρονος Hassan Afshar απαγχονίστηκε, αφού καταδικάστηκε για βιασμό άλλου εφήβου, παρά το γεγονός ότι επανειλημμένα υποστήριζε πως η σεξουαλική πράξη ήταν συναινετική.

2014: Έκθεση αποκάλυψε ότι από το 2007 και μετά έχουν σημειωθεί πολλαπλές κρατικά οργανωμένες επιδρομές σε ιδιωτικά πάρτι, με μαζικές συλλήψεις και κρατήσεις υπό την υποψία σεξουαλικών πράξεων μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Μετά τις συλλήψεις, οι κρατούμενοι αναγκάζονταν να αποκαλύψουν τα ονόματα άλλων ΛΟΑΤ ατόμων.  Τον Αύγουστο, δύο άνδρες εκτελέστηκαν δι’ απαγχονισμού για συναινετική ομοφυλοφιλική σχέση.

 

Επιπρόσθετα, είναι χρήσιμο να αναφερθεί πως το Υπουργείο Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας καταγράφει ότι βάσει τοπικών πηγών οι νεότεροι Ιρανοί, ιδιαίτερα στα περισσότερο προοδευτικά μέρη των μεγάλων πόλεων, είναι περισσότερο ανεκτικοί. Σημειώνεται ωστόσο σοβαρή διάκριση εναντίον των ομοφυλόφιλων από μέλη της οικογένειας, συναδέλφους στην εργασία, θρησκευτικά πρόσωπα, επικεφαλής στα σχολεία και στις κοινότητες. Αναφέρεται ακόμα ως κοινός ο εξοστρακισμός από την οικογένεια, ιδίως σε περιπτώσεις συντηρητικών οικογενειών.[22] Άρθρο δημοσιευθέν στο CNN του Μαϊου του 2021 αναφέρει ότι η ευρύτερη οικογένεια ομοφυλόφιλου προσώπου φέρεται να τον δολοφόνησε αφού πληροφορήθηκε το σεξουαλικό του προσανατολισμό.[23]

 

Επιπρόσθετα, έρευνα του Iranian Lesbian and Transgender Network, 6Rang, που δημοσιεύτηκε στην έκθεση ‘«Είναι μεγάλη τιμή να παραβιάζεις τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων»: Επίσημη ρητορική μίσους κατά των ΛΟΑΤ ατόμων στο Ιράν’ (2017)[24] και στην έκθεση που υπέβαλε προς την Ανεξάρτητη Διεθνή Αποστολή Τεκμηρίωσης Γεγονότων για την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν (2025)[25], επιβεβαιώνει την εκτεταμένη παρουσία ρητορικής μίσους από Ιρανούς αξιωματούχους —συμπεριλαμβανομένου του Ανώτατου Ηγέτη και του Προέδρου, καθώς και από μέσα ενημέρωσης, που βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής της κρατικής εξουσίας. Συχνά, σε επίσημες πλατφόρμες, περιγράφουν τους ομοφυλόφιλους και την ομοφυλοφιλία ως «κατώτερους από τα ζώα», «αγριότητα», «υπανθρώπους», «διεφθαρμένους», «άρρωστους», «δυτικό φαινόμενο» και «σιωνιστική δραστηριότητα»[26].

 

Σύμφωνα με έκθεση του Iranian Lesbian and Transgender Network, 6rang, (2025) για πολλά ΛΟΑΤΚΙ άτομα η διαφυγή από το Ιράν δεν σημαίνει και διαφυγή από την κυβέρνηση του. Ειδικότερα, περίπου οι μισοί συμμετέχοντες σε έρευνα ανέφεραν ότι συνέχισαν να δέχονται απειλές από το ιρανικό κράτος, ακόμη και στην εξορία. Οι ιρανικές αρχές παρακολουθούν ενεργά, εκφοβίζουν και διαδίδουν ψευδείς πληροφορίες σχετικά με ΛΟΑΤ ακτιβιστές στο εξωτερικό[27].  Επιπλέον, σύμφωνα με έκθεση του Iranian Lesbian and Transgender Network, 6rang, (2025)[28] η ποινικοποίηση των σχέσεων μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου και της έκφρασης φύλου που δεν συμμορφώνεται με τα έμφυλα κανονιστικά πρότυπα, σε συνδυασμό με την ευρέως διαδεδομένη ρητορική μίσους, αποκλείει ουσιαστικά τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ από τη νομική προστασία απέναντι σε βία που βασίζεται στον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα, την έκφραση ή τα χαρακτηριστικά φύλου (SOGIESC).

 

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η υποβολή επίσημης καταγγελίας απαιτεί από τα θύματα να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους, γεγονός που όχι μόνο τα εκθέτει σε περαιτέρω κίνδυνο, αλλά μπορεί επίσης να οδηγήσει στη δική τους ποινικοποίηση. Ως αποτέλεσμα, οι δράστες, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα των πράξεών τους, απολαμβάνουν απόλυτη ατιμωρησία.  Η 6rang παρατήρησε στην έκθεσή της ότι πέρα από το νομικό πλαίσιο, η ενδοοικογενειακή και κοινωνική βία λειτουργούν ως ισχυροί παράγοντες εξαναγκαστικής μετακίνησης. Συγκεκριμένα, η 6Rang διαπίστωσε μέσω της έρευνας που πραγματοποίησε ότι το 77% των ερωτηθέντων είχε υποστεί βία, συχνά από τα ίδια τους τα μέλη της οικογένειας. Πολλοί ανέφεραν ότι υπήρξαν θύματα εξαναγκαστικής “θεραπείας μεταστροφής”, βίας συνδεόμενης με ζητήματα «τιμής» και εξαναγκαστικών γάμων[29].

 

Έκθεση του Freedom House η οποία καλύπτει το έτος 2024 αναφέρει πως «τα ΛΟΑΤ άτομα αντιμετωπίζουν παρενόχληση και διακρίσεις, αν και το πρόβλημα δεν καταγράφεται επαρκώς λόγω της ποινικοποίησης και της κρυφής φύσης αυτής της κοινότητας στο Ιράν»[30]. Επιβεβαιώνει πως ο Ποινικός Κώδικας της χώρας ποινικοποιεί κάθε σεξουαλική σχέση εκτός του παραδοσιακού γάμου και το Ιράν είναι ανάμεσα στις λίγες χώρες όπου τα άτομα μπορούν να καταδικαστούν σε θάνατο για συναινετικές ομοφυλοφιλικές πράξεις[31].

 

Στην περιοδική έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για την Κατάσταση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Ιράν το 2024 καταγράφεται ότι τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα υπέστησαν συστηματικές διακρίσεις και βία. Οι συναινετικές σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου παρέμειναν ποινικοποιημένες, με ποινές που κυμαίνονται από μαστίγωση έως και θανατική καταδίκη. Οι «θεραπείες μεταστροφής» που υποστηρίζονται από το κράτος, οι οποίες συνιστούν βασανιστήριο ή άλλη μορφή κακομεταχείρισης, παρέμειναν διαδεδομένες, περιλαμβανομένων και περιπτώσεων σε βάρος παιδιών. Τα άτομα που δεν συμμορφώνονται με τους έμφυλους ρόλους, υπέστησαν ποινικοποίηση και αποκλεισμό από την εκπαίδευση και την απασχόληση[32].

 

Προχωρώ να εξετάσω στο κατά πόσο ο αιτητής, εμπίπτει στον ορισμό του δικαιούχου διεθνούς προστασίας στα πλαίσια του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν, 6 (Ι)/2000.  Για σκοπούς υπαγωγής του σε καθεστώς πρόσφυγα θα πρέπει να εντοπιστεί βάσιμος φόβος δίωξης ο οποίος να συνδέεται με ένα από τους λόγους που προβλέπεται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 και να προκύπτει ο φορέας δίωξης από τον οποίο δεν θα μπορούν οι αρχές της χώρας καταγωγής του να τον προστατέψουν ή λόγω του φόβου να μην είναι πρόθυμος να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής.  Όπως προκύπτει από την ανωτέρω ανάλυση οι ουσιώδεις ισχυρισμοί που έγιναν αποδεκτοί είναι οι πιο κάτω: ο τόπος καταγωγής και τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή και ο ισχυρισμός περί του ότι η ζωή του αιτητή κινδυνεύει από τον πατέρα του εξαιτίας της ομοφυλοφιλικής σχέσης που διατηρούσε.

 

Στο άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 καθορίζεται πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ’ αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5.»

 

Στον πρακτικό οδηγό της EASO για την αναγνώριση προσώπων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας αναφέρεται πως στο πλαίσιο εξέτασης αιτήματος διεθνούς προστασίας, η έννοια του «βάσιμου φόβου» μπορεί να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει δύο πτυχές, οι οποίες θεωρούνται συχνά το «υποκειμενικό» και το «αντικειμενικό» στοιχείο της έννοιας. Ο υποκειμενικός φόβος πρέπει να τεκμηριώνεται αντικειμενικά, προκειμένου να θεωρηθεί «βάσιμος».

 

Προκειμένου να αξιολογηθεί η νομική προϋπόθεση του «βάσιμου», θα πρέπει η αξιολόγηση να επικεντρώνεται στο κατά πόσον ένας τέτοιος φόβος είναι βάσιμος κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης επί της αίτησης διεθνούς προστασίας, δηλαδή ο βάσιμος φόβος του αιτητή πρέπει να είναι τρέχων. Οι περιστάσεις που οδήγησαν ένα πρόσωπο να εγκαταλείψει τη χώρα του μπορεί να αλλάξουν ή να παύσουν να υφίστανται με την πάροδο του χρόνου ή αντιστρόφως, να εμφανιστούν μετά την αναχώρησή του.

 

Επιπρόσθετα, ο «βάσιμος φόβος» στηρίζεται στην εκτίμηση του κινδύνου, η οποία είναι μελλοντοστραφής. Λόγω των εγγενών δυσκολιών που εμφανίζει η πρόγνωση του τι θα συμβεί εάν ο αιτητής επιστρέψει στη χώρα του, ο κίνδυνος υποκειμενικής εκτίμησης εν προκειμένω είναι υψηλός. Είναι, συνεπώς, εξαιρετικά σημαντικό η αξιολόγηση του βάσιμου φόβου να πραγματοποιείται με βάση μια αντικειμενική μεθοδολογία, η οποία αποφεύγει τις εικασίες.  Σύμφωνα με την απόφασή του, το ΔΕΕ τόνισε τον μελλοντοστραφή χαρακτήρα του βάσιμου φόβου στην υπόθεση υπ' αριθμόν C-71/11 and C-99/11 Bundesrepublik Deutschland v Y and Z, και αναφέρεται πως εάν ο αιτητής υποβλήθηκε ήδη σε δίωξη ή άμεση απειλή δίωξης, τότε, το γεγονός αυτό αποτελεί αφ' εαυτού «σοβαρή ένδειξη ότι είναι βάσιμος ο φόβος».

 

Σε σχέση με τον βάσιμο φόβο δίωξης, σχετικές είναι οι σκέψεις 72 και 73 στην απόφαση για τις Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις C – 199 / 12 έως C - 201/12 X κ.λπ., Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 7ης Νοεμβρίου 2013, Minister voor Immigratie en Asiel κατά X και Y και Z κατά Minister voor Immigratie en Asiel (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστήριο):

 

«72 Όσον αφορά τη συγκράτηση που φέρεται ότι πρέπει να επιδείξει το συγκεκριμένο πρόσωπο, στο σύστημα της οδηγίας, οι αρμόδιες αρχές, όταν αξιολογούν αν ένας αιτών έχει βάσιμο φόβο διώξεως, εξετάζουν αν οι αποδεδειγμένες περιστάσεις συνιστούν ή όχι τέτοια απειλή ώστε το πρόσωπο αυτό εύλογα να φοβάται, όσον αφορά την ατομική του κατάσταση, ότι όντως θα αποτελέσει το αντικείμενο πράξεων διώξεως (βλ., στο ίδιο πνεύμα, προαναφερθείσα απόφαση Y και Z, σκέψη 76).

73 Η εν λόγω αξιολόγηση του μεγέθους του κινδύνου, η οποία σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να γίνεται με προσοχή και σύνεση (απόφαση της 2ας Μαρτίου 2010, C-175/08, C-176/08, C-178/08 και C-179/08, Salahadin Abdulla κ.λπ., Συλλογή 2010, σ. I-1493, σκέψη 90), στηρίζεται μόνο σε συγκεκριμένη αξιολόγηση των γεγονότων και περιστάσεων σύμφωνα με τους κανόνες που περιλαμβάνονται ειδικά στο άρθρο 4 της οδηγίας (προαναφερθείσα απόφαση Y και Z, σκέψη 77).»

 

Κατά την εφαρμογή του πιο πάνω αναφερθέντος νομικού πλαισίου, παρατηρώ ότι, σε συνάρτηση με τις εξατομικευμένες περιστάσεις του αιτητή ως ομοφυλόφιλο άτομο, είναι δεδομένο πως σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του καθίσταται ο φόβος του αντικειμενικός. Συνεπώς, παρομοίως με τις πιο πάνω υποθέσεις, κρίνω ότι ικανοποιείται το στοιχείο της βασιμότητας του φόβου δίωξης στο αίτημα διεθνούς προστασίας του αιτητή, υπό τις προσωπικές του περιστάσεις τις οποίες έθεσε ενώπιον μου.

 

Παράλληλα, ο περί Προσφύγων Νόμος, μεταφέροντας στην εθνική έννομη τάξη το αντίστοιχο άρθρο 9(α) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας αναφέρει τα εξής στο άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«Πράξεις δίωξης

3Γ.-(1) Οι πράξεις δίωξης κατά την έννοια του άρθρου 1Α της Σύμβασης πρέπει:

(α) να είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ή

[…]

 

(στ) πράξεις που στοχεύουν το φύλο ή τα παιδιά.

(3) Σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 3, απαιτείται να υπάρχει συσχετισμός μεταξύ των λόγων που αναφέρονται στο άρθρο 3 Δ και της πράξης δίωξης κατά την έννοια του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου ή της έλλειψης προστασίας κατά των πράξεων αυτών.»

 

Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω οι σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να συνιστούν δίωξη, όπως επίσης και μεροληπτικές ενέργειες ή σχετικές απειλές συνιστούν δίωξη, ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης, λαμβανομένου υπόψη του υποκειμενικού στοιχείου για το οποίο έγινε λόγος προηγουμένως. Εν προκειμένω, οι βλάβες με τις οποίες κινδυνεύει εύλογα να βρεθεί αντιμέτωπος ο αιτητής συνιστούν άνευ ετέρου δίωξη. Με βάση τα ανωτέρω διαπιστώνω ότι οι βλάβες αυτές, μαζί με την απειλή βλάβης της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας, αποτελούν συνδυαστικά σώρευση διαφόρων μέτρων, συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία είναι αρκούντως σοβαρά λόγω της φύσης τους, καθότι περιλαμβάνουν πράξεις σωματικής βίας, στηρίζονται σε εφαρμογή νομοθετικών διατάξεων, αλλά και ευρέως αποδεκτές πρακτικές οι οποίες τον αφορούν και θα τον επηρεάσουν σε περίπτωση επιστροφής του, λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού.

 

Υπό το φως των ανωτέρω νομοθετικών διατάξεων, συμπεραίνω ότι οι βλάβες αυτές συνιστούν παρατεταμένες σοβαρές και διαρκείς παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων του και εμπίπτουν στην έννοια της δίωξης. Συγκεκριμένα, θίγονται σειρά προστατευόμενων χωρίς εξαίρεση δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα στη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα, το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να μην υφίσταται απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, καθώς και άλλων δικαιωμάτων, των οποίων η παραβίαση υπό προϋποθέσεις, που συντρέχουν εν προκειμένω, οδηγούν σε συνέπειες ουσιωδώς επιζήμιου χαρακτήρα.

 

Σχετικά δε με τους λόγους δίωξης, το άρθρο 3Δ, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 καθορίζει την έννοια της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ως κατωτέρω (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«3Δ.-(1) Κατά την αξιολόγηση των λόγων της δίωξης, η Υπηρεσία Ασύλου λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα [Σ.Σ.: βλ. Υποσημείωση αρ. 37(2) του Ν. 105(Ι)/2016]:

[…]

) Η ομάδα θεωρείται ως ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα όταν, μεταξύ άλλων:

(i) τα μέλη της ομάδας αυτής έχουν κοινά εγγενή χαρακτηριστικά ή κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί ή έχουν από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση, ώστε ένα πρόσωπο να μην πρέπει να αναγκάζεται να τις αποκηρύξει και

(ii) η ομάδα έχει ιδιαίτερη ταυτότητα στην οικεία χώρα, διότι γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική ομάδα από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο.

Ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα μπορεί να περιλαμβάνει ομάδα που βασίζεται στο κοινό χαρακτηριστικό του γενετήσιου προσανατολισμού. Ο γενετήσιος προσανατολισμός δεν μπορεί να νοηθεί ότι περιλαμβάνει πράξεις που θεωρούνται αξιόποινες κατά το κυπριακό δίκαιο. Λαμβάνονται δεόντως υπόψη πτυχές συνδεόμενες με το φύλο, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας του φύλου, κατά τον καθορισμό της ιδιότητας μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ή τον προσδιορισμό χαρακτηριστικού αυτής της ομάδας.»

 

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από την απόφαση C 621/21, καθόρισε στις  Συνεκδικασθείσες Υποθέσεις C – 199 / 12 έως C - 201/12 X κ.λπ., Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 7ης Νοεμβρίου 2013, Minister voor Immigratie en Asiel κατά X και Y και Z κατά Minister voor Immigratie en Asiel, τις δύο σωρευτικές προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να πληρούνται για να κριθεί ότι πρόσωπο μπορεί να ενταχθεί σε «ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα» και συγκεκριμένα ανέφερε τα πιο κάτω (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«45 Κατά τον ορισμό αυτόν, μια ομάδα θεωρείται «ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα» όταν πληρούνται ειδικά δύο σωρευτικές προϋποθέσεις. Αφενός, τα μέλη της ομάδας πρέπει να έχουν κοινά εγγενή χαρακτηριστικά ή κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί, ή ακόμη να έχουν από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ώστε ένα πρόσωπο να μην πρέπει να αναγκάζεται να τα αποκηρύξει. Αφετέρου, η ομάδα αυτή πρέπει να έχει ιδιαίτερη ταυτότητα στην περί ης πρόκειται τρίτη χώρα επειδή από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική ομάδα.

 

46. Όσον αφορά την πρώτη από τις εν λόγω προϋποθέσεις, δεν αμφισβητείται ότι ο γενετήσιος προσανατολισμός ενός προσώπου αποτελεί τόσο θεμελιώδους σημασίας χαρακτηριστικό της ταυτότητάς του ώστε το πρόσωπο αυτό να μην πρέπει να αναγκάζεται να τον αποκηρύξει. Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δ΄, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας, από το οποίο προκύπτει ότι, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής, ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα δύναται να είναι μια ομάδα της οποίας τα μέλη έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό έναν γενετήσιο προσανατολισμό.

 

47. Η δεύτερη προϋπόθεση απαιτεί όπως, στη συγκεκριμένη χώρα καταγωγής, η ομάδα της οποίας τα μέλη έχουν τον ίδιο γενετήσιο προσανατολισμό έχει ιδιαίτερη ταυτότητα, επειδή από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο η ομάδα αυτή γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική.

 

48. Εν προκειμένω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η ύπαρξη ποινικής νομοθεσίας όπως οι επίμαχες σε κάθε μία από τις υποθέσεις των κύριων δικών, η οποία αφορά ειδικά τους ομοφυλόφιλους, καθιστά δυνατή τη διαπίστωση ότι τα πρόσωπα αυτά αποτελούν χωριστή ομάδα η οποία από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική.

 

49. Κατά συνέπεια, στο πρώτο ερώτημα σε κάθε μία από τις υποθέσεις των κύριων δικών πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δ΄, της οδηγίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η ύπαρξη ποινικής νομοθεσίας όπως οι επίμαχες σε κάθε μία από τις υποθέσεις των κύριων δικών, η οποία αφορά ειδικά τους ομοφυλόφιλους, καθιστά δυνατή τη διαπίστωση ότι τα πρόσωπα αυτά πρέπει να θεωρηθούν ως αποτελούντα ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα.»

 

Κατά την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα είναι (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου) «η ένωση προσώπων που συνδέονται με ένα κοινό χαρακτηριστικό, άλλο από το φόβο δίωξης, ή που αντιμετωπίζονται ως ομάδα από την κοινωνία. Το χαρακτηριστικό είναι συχνά έμφυτο, αναλλοίωτο ή θεμελιώδες για την ταυτότητα, τη συνείδηση ή την άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μελών της»[33].

 

Σύμφωνα δε με την αιτιολογική σκέψη 30 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ «για τους σκοπούς του καθορισμού της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη θέματα που απορρέουν από το φύλο του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας του φύλου και του γενετήσιου προσανατολισμού, τα οποία μπορεί να σχετίζονται με ορισμένες νομικές παραδόσεις και έθιμα, που οδηγούν επί παραδείγματι σε ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων, υποχρεωτική στείρωση ή υποχρεωτική αποβολή, στον βαθμό που έχουν σχέση με τον βάσιμο φόβο του αιτούντος για δίωξη σε βάρος του.»

 

Στο εγχειρίδιο της EUAAEuropean Union Agency For Asylum «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας» (Δικαστική Ανάλυση, δεύτερη έκδοση, Ιανουάριος 2023), στις σελίδες 122, 123 αναφέρονται τα πιο κάτω (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

 

«Επιπλέον η ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) αναγνωρίζει ρητά ότι ο γενετήσιος προσανατολισμός μπορεί να αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό μιας κοινωνικής ομάδας.  Το ΔΕΕ έχει δεχτεί ότι:

«ο γενετήσιος προσανατολισμός ενός προσώπου αποτελεί τόσο θεμελιώδους σημασίας χαρακτηριστικό της ταυτότητάς του ώστε το πρόσωπο αυτό να μην πρέπει να αναγκάζεται να τον αποκηρύξει.

[…]

διαπιστώνεται ότι το να απαιτηθεί μέλη κοινωνικής ομάδας που έχουν τον ίδιο γενετήσιο προσανατολισμό να αποκρύψουν τον προσανατολισμό αυτόν αντίκειται σε αυτή ταύτη την αναγνώριση ενός χαρακτηριστικού τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ώστε να μην πρέπει να αναγκάζονται οι ενδιαφερόμενοι να το αποκηρύξουν».

 

Η ταυτότητα ή η συμπεριφορά ενός προσώπου μπορεί να προκαλέσει διώξεις, αλλά τα άτομα δεν πρέπει να υποχρεούνται να αποδεχθούν κανένα περιορισμό στη συμπεριφορά τους (βλέπε περαιτέρω ανάλυση του ζητήματος της απόκρυψης στην ενότητα 1.5.5 ανωτέρω).  Η μόνη εξαίρεση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο δ), είναι όταν η αίτηση αφορά πράξεις θεωρούμενες αξιόποινες κατά το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών.  Η εν λόγω διάταξη έχει ερμηνευτεί στενά αλλά, όπως αποφάνθηκε το ΔΕΕ στις υποθέσεις Χ,Υ και Ζ, ακριβώς όπως το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) προστατεύει τη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα σε σχέση με τη θρησκεία, «στο γράμμα του εν λόγω άρθρου 10, παράγραφος 1 στοιχείο δ’, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης είχε τη βούληση να αποκλείσει από το πεδίο εφαρμογής της διατάξεως αυτής ορισμένα άλλα είδη πράξεων ή εξωτερικεύσεων που συνδέονται με τον γενετήσιο προσανατολισμό».

 

Όπως επισήμανε το Ανώτατο Δικαστήριο (Supreme Court) του Ηνωμένου Βασιλείου στην υπόθεση HJ (Iran), «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ομοφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες μπορούν να θεωρηθούν ως ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα για τον σκοπό αυτό».  Η ύπαρξη ιδιαίτερων κοινωνικών ομάδων λόγω γενετήσιου προσανατολισμού έχει αναγνωριστεί για αιτούντες από ορισμένες χώρες στις οποίες η ομοφυλοφιλία είναι αξιόποινη πράξη ή στις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν εις βάρος τους νόμοι περί προσβολής της δημόσιας αιδούς.  Παραδείγματα είναι μεταξύ άλλων οι αιτούντες από το Καμερούν, την Τζαμάικα, τον Λίβανο, το Μαλί, το Μαρόκο, τη Νιγηρία, το Πακιστάν, τη Σενεγάλη και τη Σιέρα Λεόνε.  Κοινωνικές ομάδες έχουν αναγνωριστεί επίσης σε περιπτώσεις αιτούντων από χώρες καταγωγής όπου δεν προβλέπονται ποινικές κυρώσεις βάσει νόμου, αλλά όπου η κοινωνία είναι έντονα ομοφοβική και οι αρχές δεν είναι πρόθυμες ή δεν είναι σε θέση να παράσχουν προστασία.  Αυτό συνέβη, για παράδειγμα, στην περίπτωση των ομοφυλόφιλων αιτούντων από την Αρμενία και το Καζακστάν.  Ομοίως, άτομα που αντιμετωπίζουν διώξεις επειδή θεωρούνται ομοφυλόφιλοι ή λεσβίες έχουν επίσης αναγνωριστεί ως ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα.”

 

Διαφαίνεται από την πιο πάνω ανάλυση πως οι ομοφυλόφιλοι άνδρες στο Ιράν αποτελούν ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. Ακολούθως, θα προχωρήσω να εξετάσω την ύπαρξη φορέα δίωξης. Σε σχέση με τον ορισμό του φορέα δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Α του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 καθορίζονται τα πιο κάτω:

 

«(α) το κράτος,

 

(β) ομάδες ή οργανώσεις που ελέγχουν το κράτος ή ουσιώδες μέρος του εδάφους του κράτους,

 

(γ) μη κρατικοί φορείς, εάν μπορεί να καταδειχθεί ότι οι φορείς που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β), περιλαμβανομένων των διεθνών οργανισμών, δεν είναι σε θέση ή δεν επιθυμούν να παράσχουν προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, όπως ορίζεται στο άρθρο 3Β.»

 

Ως φορείς δίωξης υπό την έννοια της Σύμβασης για το καθεστώς των προσφύγων μπορεί να είναι είτε κρατικές αρχές είτε ιδιώτες, αν οι κρατικές αρχές ανέχονται ή αρνούνται ή αποδεικνύονται αδύναμες να παρέχουν αποτελεσματική προστασία.[34] Εν προκειμένω, στην υπό εξέταση περίπτωση οι φορείς δίωξης είναι τόσο κρατικοί όσο και μη κρατικοί όπως προκύπτει από τις ως άνω διαθέσιμες πληροφορίες.  Συνεπώς, έχοντας αξιολογήσει τις πιο πάνω πηγές, κρίνω ότι το κράτος στην χώρα καταγωγής του αιτητή δεν παρέχει αποτελεσματική και μη προσωρινή προστασία στα ομοφυλόφιλα άτομα, ούτε μπορεί να παρέχει οποιαδήποτε προστασία για τους σκοπούς του άρθρου 3Β του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Από τη στιγμή που το κράτος διαφαίνεται πως είναι ένας εκ των φορέων δίωξης του αιτητή, εύλογα κρίνεται πως δε μπορεί να θεωρηθεί φορέας προστασίας.  Κατά συνέπεια στο Ιράν  ο αιτητής δεν θα έχει τη δυνατότητα να έχει προστασία από τις πράξεις δίωξης στις οποίες αναμένεται να εκτεθεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Η ανωτέρω κατάληξη δεν είναι αρκετή για να χορηγηθεί το καθεστώς πρόσφυγα στον αιτητή.  Θα πρέπει να εξεταστεί με βάση τα συγκεκριμένα γεγονότα, ότι η εσωτερική μετεγκατάσταση δεν είναι εύλογη.

 

Συνεπώς, σημαντική είναι η ανάλυση του άρθρου 12Γ του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 και η υπαγωγή των προσωπικών περιστάσεων του αιτητή στο εν λόγω άρθρο, το οποίο προβλέπει ότι:

 

«12Γ.-(1) Κατά τη λήψη απόφασης επί της αίτησης, ο Προϊστάμενος δύναται να αποφασίσει ότι ο αιτητής δεν χρήζει διεθνούς προστασίας, εάν σε τμήμα της χώρας ιθαγένειάς του-

(i)    δεν υπάρχει βάσιμος φόβος ότι θα υποστεί δίωξη ή ότι διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ή

(ii)   έχει πρόσβαση σε προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής

(iii)βλάβης, όπως η εν λόγω προστασία ορίζεται στο άρθρο 3Β,

και ο αιτητής μπορεί νόμιμα και με ασφάλεια να ταξιδέψει και να γίνει δεκτός σε εκείνο το τμήμα της χώρας και μπορεί εύλογα να αναμένεται να εγκατασταθεί εκεί.»

(2) [Καταργήθηκε].

(3) Εξετάζοντας εάν ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί δίωξη ή ότι διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ή έχει πρόσβαση σε προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης σε τμήμα της χώρας καταγωγής σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος, κατά τη λήψη απόφασης επί της αίτησης, λαμβάνει υπόψη τις γενικές περιστάσεις που επικρατούν στο εν λόγω τμήμα της χώρας και τις προσωπικές περιστάσεις, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) και το εδάφιο (3) του άρθρου 16, καθώς και τα εδάφια (3), (4) και (5) του άρθρου 18.  Για το σκοπό αυτό, λαμβάνονται υπόψη ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες από σχετικές πηγές, όπως την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο

 

Στην προκειμένη περίπτωση ο φορέας δίωξης είναι και το κράτος και επομένως ο φόβος δίωξη που αντιμετωπίζει ο αιτητής εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια του Ιράν. Συνεπώς, δεν υφίσταται πραγματική δυνατότητα ασφαλούς και βιώσιμης εσωτερικής μετεγκατάστασης του αιτητή εντός του Ιράν.

 

Η υπόθεση M.I. κατά Ελβετίας, αριθ. 56390/21 ημερομηνίας 12/11/2024 αναφέρεται στον τρόπο αξιολόγησης των αιτημάτων ατόμων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, ενισχύοντας την ήδη καθιερωμένη νομολογία.  Το ΕΔΑΔ υπενθύμισε ότι "ο σεξουαλικός προσανατολισμός ενός ατόμου αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της ταυτότητάς του, και κανείς δεν θα πρέπει να αναγκάζεται να τον αποκρύψει προκειμένου να αποφύγει τη δίωξη". Το Δικαστήριο διαφώνησε με την εκτίμηση των ελβετικών αρχών ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός του αιτητή δεν θα αποκαλυφθεί στο Ιράν, εφόσον ο αιτητής διατηρούσε διακριτική στάση στην προσωπική του ζωή.  Τόνισε ότι οι ομοφυλοφιλικές πράξεις είναι ποινικοποιημένες στο Ιράν και ότι οι ιρανικές αρχές δεν θα ήταν πρόθυμες να παρέχουν στον αιτητή αποτελεσματική προστασία.  Το ΕΔΔΑ στην απόφαση αυτή τόνισε πως σύμφωνα με διεθνής αναφορές, ότι η κατάσταση των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ στο Ιράν είναι προβληματική λόγω του μίσους που καλλιεργείται τόσο από κρατικούς φορείς, όσο και από μή κρατικούς φορείς.

 

Εν κατακλείδι, ο αιτητής έχει αποδείξει την εσωτερική αξιοπιστία του σε σχέση με τους ισχυρισμούς του ότι είναι ομοφυλόφιλο άτομο, ο οποίος έχει υποστεί σωματική βία από τον αδελφό του και από τον πατέρα του και κατά συνέπεια δεν υπάρχει διαθέσιμο υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του και σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα του διατρέχει κίνδυνο δίωξης εναντίον του εξαιτίας των ανωτέρω. Είναι ξεκάθαρο από τις πιο πάνω πληροφορίες πως τα ομοφυλόφιλα άτομα διώκονται τόσο από το κράτος όσο και από την οικογένειά τους και την κοινωνία.  Κατά συνέπεια, ο αιτητής ανήκει στην ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα των ομοφυλόφιλων ατόμων τα οποία υφίστανται σωρεία παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων τόσο από το κράτος όσο και από την κοινωνία στη χώρα καταγωγής του.  Από τα ανωτέρω δεδομένα κρίνω ότι πληρούνται τα χαρακτηριστικά της δίωξης, ότι είναι υπαρκτός ο βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης λόγω συμμετοχής του αιτητή σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα.  Από την πιο πάνω ανάλυση προκύπτει πως ο αιτητής θεωρείται μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας και στην περίπτωσή του συντρέχουν οι προϋποθέσεις αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω αποδεκτά γεγονότα σε αντιστοίχιση με τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, ως προς την αξιολόγηση του κινδύνου, συναρτάται πως στο πρόσωπο του αιτητή συγκεντρώνονται τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία στοιχειοθετώντας πως ο αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή για έναν από τους λόγους που περιγράφονται στο άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000.  Από τα στοιχεία που έχω εξετάσει, διαφαίνεται πως ο αιτητής δικαιούται να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας καθώς στο πρόσωπό του συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται δυνάμει του άρθρου 146(4)(δ) του Συντάγματος και του άρθρου 11(3)(β) του Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, Ν. 73(Ι)/2018, με έξοδα όπως υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων η αίτηση. Κρίνω ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του αιτητή ως πρόσφυγα και δια ταύτα χορηγείται στον αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα.

 

 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 



[1] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System, Judicial analysis, Second edition, σελ.265, σημείωση 870, February 2023, Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf

[2] Ibid, , σελ.266

[3] Iran Human Rights Documentation Center, IHRDC, Translation of the Islamic Penal Code of the Islamic Republic of Iran – Book one and two, 4 April 2014, https://iranhrdc.org/wp-content/uploads/pdf_en/Iranian_Codes/Translation_of_the_new_Penal_Code_Book_1and2__507475863.pdf, σελ. 46

[4] IHRDC, Translation of the Islamic Penal Code of the Islamic Republic of Iran – Book one and two, 4 April 2014, https://iranhrdc.org/wp-content/uploads/pdf_en/Iranian_Codes/Translation_of_the_new_Penal_Code_Book_1and2__507475863.pdf, σελ 46

[5] HRW, Iran: events of 2023, 11 January 2024, https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/iran ,  IHRDC, Translation of the Islamic Penal Code of the Islamic Republic of Iran – Book one and two, 4 April 2014, https://iranhrdc.org/wp-content/uploads/pdf_en/Iranian_Codes/Translation_of_the_new_Penal_Code_Book_1and2__507475863.pdf, σελ. 46

[6] Iran International, Iranian LGBTQ activists call for protests on Amini anniversary, 11 September 2023, https://www.iranintl.com/en/202309117731

[7] 6Rang, Silencing protests: officials hate speech against LGBT people as a tool of suppression, 30 March 2023, https://6rang.org/english/wp-content/uploads/2023/03/30.03.23-Hatespeech-EN-SBFV.pdf , σελ. 6 και 9

[8] Freedom House: Freedom in the World 2025 - Iran, 2025
https://www.ecoi.net/en/document/2123538.html

[9] Freedom House: Freedom in the World 2025 - Iran, 2025
https://www.ecoi.net/en/document/2123538.html

[10] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Iran, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107731.html

[11] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Iran, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107731.html

[12] The Australian Institute of International Affairs ‘Study Tour Report, April 2018 (https://www.internationalaffairs.org.au/wp-content/uploads/2018/06/2018-Iran-Study-Tour-Report.pdf  ;  USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, p. 7, available at: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf

[13] Landinfo, ‘Iran: Christian converts and house churches (1)’, 27 November 2017, par. 4.2, pp. 22 (https://landinfo.no/wp-content/uploads/2018/04/Iran-Christian-converts-and-house-churches-1-prevalence-and-conditions-for-religious-practice.pdf)

[14] USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html ; Amnesty International, Amnesty International Report 2021/22; The State of the World's Human Rights; Iran 2021, 29 March 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2070222.html ; RFE/RL – Radio Free Europe/Radio Liberty: No Place For Converts: Iran's Persecuted Christians Struggle To Keep The Faith, 5 May 2022, available at:

https://www.ecoi.net/en/document/2074352.html  ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, σελ. 2, available at: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf

[15] DFAT, ‘Country Information Report Iran’,14 April 2020, p. 36, available at: https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf

[16] USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html

[17] EUAA, ‘Qualification for International Protection Judicial Analysis (2η εκδ., 2023),                                                     78 Διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf

[18] EUAA, ‘Qualification Directive Judicial Analysis’ (2η εκδ., 2023), 81  διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-01/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf

[19] Hathaway J. C./ Foster M., 'The Law of the Refugee Status' (2η Εκδ, CUP, 2014),114

[20] Justice for Iran (JFI) & Iranian Lesbian and Transgender Network (6Rang), Diagnosing Identities, Wounding Bodies: Medical Abuses and Other Human Rights Violations Against Lesbian, Gay and Transgender People in Iran, 2014, https://6rang.org/english/wp-content/uploads/2016/02/Diagnosing-Identities-Paralyzing-Bodies.pdf, σελ. 56 & 57. Η αγγλική μετάφραση του Ιρανικού Ποινικού Κώδικα είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Iran Human Rights Documentation Centre, https://iranhrdc.org/english-translation-of-books-i-ii-of-the-new-islamic-penal-code/

[21] Human Dignity Trust, Iran, τελευταία επικαιροποίηση στις 16 Δεκεμβρίου 2024, https://www.humandignitytrust.org/country-profile/iran/

[22] DFAT, ‘DFAT Country Information Report Iran’ (2020), 54 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2029778/country-information-report-iran.pdf

[24] Iranian Lesbian and Transgender Network (6Rang), “It's a great honor to violate homosexuals’ rights”: Official hate speech against LGBT people in Iran, Δεκέμβριος 2017, https://6rang.org/english/wp-content/uploads/2017/12/Official-Hate-Speech-against-LGBT-People-in-Iran.pdf

[25] Iranian Lesbian and Transgender Network (6Rang), Voices Suppressed, Identities Criminalized: The Systematic Weaponization of Hate Speech Against LGBTQI+ Individuals in Iran, 15 Ιανουαρίου 2025, https://6rang.org/english/wp-content/uploads/2025/02/6Rang-Submission-to-the-FFMI-Offical-Hate-Speach-15012025.pdf

[26] 6rang, Submission to the UN Independent Expert on sexual orientation and gender identity, They See Us as Criminals: The Forces Driving LGBTIQ+ Displacement from Iran, Φεβρουάριος 2025, https://www.ohchr.org/sites/default/files/documents/issues/lgbt/subm-protection-against-violence-cso-43-iranian-lesbian-transgender-ne2rk.pdf, σελ. 3

[27] 6rang, Submission to the UN Independent Expert on sexual orientation and gender identity, They See Us as Criminals: The Forces Driving LGBTIQ+ Displacement from Iran, Φεβρουάριος 2025, https://www.ohchr.org/sites/default/files/documents/issues/lgbt/subm-protection-against-violence-cso-43-iranian-lesbian-transgender-ne2rk.pdf, σελ. 7

[28] 6rang, Submission to the UN Independent Expert on sexual orientation and gender identity, They See Us as Criminals: The Forces Driving LGBTIQ+ Displacement from Iran, Φεβρουάριος 2025, https://www.ohchr.org/sites/default/files/documents/issues/lgbt/subm-protection-against-violence-cso-43-iranian-lesbian-transgender-ne2rk.pdf, σελ. 4

[29] 6rang, Submission to the UN Independent Expert on sexual orientation and gender identity, They See Us as Criminals: The Forces Driving LGBTIQ+ Displacement from Iran, Φεβρουάριος 2025, https://www.ohchr.org/sites/default/files/documents/issues/lgbt/subm-protection-against-violence-cso-43-iranian-lesbian-transgender-ne2rk.pdf, σελ. 4

[30] Freedom House: Freedom in the World 2025 - Iran, 2025https://www.ecoi.net/en/document/2123538.html

[31] Freedom House: Freedom in the World 2025 - Iran, 2025https://www.ecoi.net/en/document/2123538.html

[32] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Iran 2024, 29 April 2025, https://www.amnesty.org/en/location/middle-east-and-north-africa/middle-east/iran/report-iran/

[34] UNCHR «Εγχειρίδιο για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων», 6ηεκδ. (παρ. 51) ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΥΠΑΤΟΥ ΑΡΜΟΣΤΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ,  Αθήνα 2009, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα:

www.unhcr.gr/no_cache/prostasia/nomiki-prostasia.html , παρ.65


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο