M.D. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 5413/2022, 28/11/2025
print
Τίτλος:
M.D. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 5413/2022, 28/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 5413/2022

28 Νοεμβρίου, 2025

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ. Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

M.D.

από Γουινέα

Αιτητή

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

                                                                                       

 

Δικηγόρος για Αιτητή: K. Κουππαρή (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Δικηγόρος για Καθ' ων η Αίτηση: Σ. Πιτσιλλίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ. Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 09.07.2022, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

Ο Αιτητής, υπήκοος Γουινέας, έφθασε παράτυπα στις ελεγχόμενες περιοχές στις 13.12.2020 και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 16.12.2020, δηλώνοντας ότι είναι ανήλικος (γενν. 2003), χωρίς όμως αποδεικτικά έγγραφα. Η Υπηρεσία Ασύλου ενημέρωσε στις 15.01.2021 τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας για διερεύνηση ειδικών αναγκών, αλλά οι τελευταίες διαπίστωσαν αμφιβολίες ως προς την ανηλικότητά του, βάσει εμφάνισης, συμπεριφοράς και τρόπου έκφρασης. Στις 17.03.2021, μετά από συνέντευξη αξιολόγησης ευαλωτότητας, διαπιστώθηκε ότι η σωματική του ασφάλεια αντιμετωπίζει χαμηλό κίνδυνο, για λόγους που καταγράφονται στο Έντυπο Ευαλωτότητας (βλ. ερυθρά 53–62 δ.φ.). Ακολούθως, με έγγραφο ημερ. 12.04.2021 ζητήθηκε επίσημος προσδιορισμός ηλικίας. Στις 20.04.2021 ο Αιτητής συμμετείχε σε σχετική συνέντευξη και συναίνεσε σε ιατρικές εξετάσεις. Οι οδοντιατρικές εξετάσεις της 14.05.2021 εκτίμησαν την ηλικία του μεταξύ 18–20 ετών. Στις 24.05.2021 εκδόθηκε τελική έκθεση που τον έκρινε ενήλικο, η οποία εγκρίθηκε στις 25.05.2021.

 

Στις 17.03.2022 και 11.04.2022 πραγματοποιήθηκαν δύο συνεντεύξεις του Αιτητή, η δεύτερη εκ των οποίων συμπληρωματική, από λειτουργό της EUAA (πρώην EASO) (στο εξής «ο Λειτουργός EUAA»). Ο Λειτουργός EUAA υπέβαλε στις 27.05.2022 Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή (βλ. ερυθρά 91–118 και 135–148 δ.φ.). Στη συνέχεια, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 09.07.2022 την εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης ασύλου, καθώς και την επιστροφή του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του. Η απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή αυτοπροσώπως στις 12.08.2022 και του εξηγήθηκε στη μητρική του γλώσσα, τα γαλλικά, επί της οποίας έθεσε την υπογραφή του (βλ. ερυθρά 148 και 152–153 δ.φ.). Η εν λόγω απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της υπό εξέταση προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, μέσω της συνηγόρου του προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού

δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση ισχυρισμού περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

  

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών περιστατικών της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εφαρμόζοντας το Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη, υποστηρίζοντας καταληκτικά ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του  ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

Επισημαίνεται ότι η λήψη απόφασης επί της υπό εξέταση προσφυγής επιφυλάχθηκε στις 02.12.2024. Ωστόσο, στις 12.12.2024, ο Αιτητής, διά της συνηγόρου του, υπέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αίτηση επανανοίγματος της υπόθεσης, προσκομίζοντας νέα ιατρικά στοιχεία. Συγκεκριμένα, το πρώτο έγγραφο (Τεκμήριο 1) αποτελεί Ιατρική Βεβαίωση ημερομηνίας 27.02.2024 από το Νοσοκομείο Πάφου, η οποία αναφέρει ότι ο Αιτητής διερευνάται για πιθανή πνευμονική φυματίωση. Το Τεκμήριο 2 αποτελεί έγγραφο του ΟΚΥΠΥ ημερομηνίας 15.11.2024, στο οποίο παρατίθενται οι εξετάσεις στις οποίες παραπέμφθηκε ο Αιτητής. Το Τεκμήριο 3 συνιστά Ιατρική Βεβαίωση του Γενικού Νοσοκομείου Πάφου ημερομηνίας 03.12.2024, σύμφωνα με την οποία ο Αιτητής διαγνώστηκε με φυματιώδη τραχηλική λεμφαδενίτιδα· ως επισημαίνεται επί τούτου, ο προσβεβλημένος λεμφαδένας αφαιρέθηκε χειρουργικά και ο Αιτητής τέθηκε σε αντιφυματική θεραπεία διάρκειας εννέα μηνών. Στην εν λόγω βεβαίωση σημειώνεται ότι απαιτείται τακτική ιατρική παρακολούθηση από το Γ.Ν. Πάφου, ενώ διευκρινίζεται ότι ο Αιτητής δεν είναι μεταδοτικός.

 

Η αίτηση επανανοίγματος της κας Κουππαρή, έγινε δεκτή με ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου στις 15.01.2025 και η υπόθεση ορίστηκε για προγραμματισμό στις 03.02.2025. Κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου, η συνήγορος του Αιτητή υπέβαλε ηλεκτρονικώς στις 31.01.2025 πρόσθετη Ιατρική Βεβαίωση του Γ.Ν. Πάφου, ημερομηνίας 17.01.2025, η οποία επιβεβαιώνει ότι ο Αιτητής πάσχει από λεμφαδενιτική φυματίωση και χρήζει μηνιαίας παρακολούθησης, ενώ η ολοκλήρωση της αγωγής εκτιμάται ότι θα απαιτήσει περίοδο ενός έως δύο ετών.

 

Με τη συμπληρωματική αγόρευση που καταχώρισε στις 19.02.2025, η συνήγορος του Αιτητή υποστήριξε ότι, λόγω της κατάστασης της υγείας του και της ανάγκης για συστηματική ιατρική παρακολούθηση, το Δικαστήριο οφείλει να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπέμψει τον Αιτητή σε παρακολούθηση μέχρις ότου καταστεί δυνατό να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Προς ενίσχυση του ισχυρισμού της, παρέπεμψε σε σχετική νομολογία του Δ.Δ.Δ.Π.

 

Από την πλευρά τους, οι Καθ’ ων η αίτηση αγόρευσαν προφορικά, προβάλλοντας ότι ο Αιτητής, διά της συμπληρωματικής αγόρευσής του, δεν κατόρθωσε να αποσείσει το βάρος απόδειξης των ισχυρισμών του. Υποστήριξαν ότι τα προσκομισθέντα στοιχεία δεν τεκμηριώνουν κίνδυνο για τον Αιτητή λόγω της ασθένειάς του, ενώ και η νομολογία στην οποία παραπέμπει η αντίδικη πλευρά δεν είναι συναφής με τα πραγματικά δεδομένα της υπόθεσης. Η συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση επεσήμανε περαιτέρω, στηριζόμενη σε σχετική νομολογία, ότι απαιτείται πρόθεση αποκλεισμού από την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για να θεμελιώνεται δικαίωμα συμπληρωματικής προστασίας· κάτι που, κατά τη θέση της, δεν αποδεικνύεται στην παρούσα περίπτωση. Τέλος, προέβαλε ότι η κατάσταση της υγείας του Αιτητή είναι πλέον σταθερή και ασυμπτωματική και ότι ο Αιτητής έχει ολοκληρώσει τη θεραπευτική του αγωγή. Η συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση προσκόμισε, επιπλέον, τα Τεκμήρια 1 και 2, τα οποία αφορούν βασικές κατευθυντήριες πρόνοιες σε ιατρικά ζητήματα.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Αναφορικά με τον εναπομείναντα λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνω ότι αυτός προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή, πολλώ μάλλον κατά τρόπο που να προκύπτει ο πυρήνας του αιτήματός του και να δικαιολογεί την αναγνώριση πρόσφυγα ή την απόδοση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των άρθρων 3 και 9 του περί Προσφύγων Νόμου.[1] Πράττει δε τούτο, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962.[2] Έχει πλειστάκις λεχθεί και από το παρόν Δικαστήριο, με παραπομπή στη σχετική επί του θέματος νομολογία, ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία,[3] ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο.[4] Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας έρευνας χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθούνται οι συγκεκριμένοι λόγοι ακυρώσεως.  

 

Είναι διαχρονική η θέση της ημεδαπής νομολογίας ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία,[5] ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο.[6] Σχετική είναι και η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιο Κύπρου, ECLI:CY:AD: 2018:C344, όπου επισημάνθηκε ακριβώς ότι η γενικότητα με την οποίαν παρατηρείται η δικογράφηση των νομικών ισχυρισμών έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις και στην ουσία παρακωλύει την ορθή και σύννομη απονομή της δικαιοσύνης, διότι οι προσφεύγοντες καλυπτόμενοι πίσω από τη γενικότητα των ισχυρισμών τους, θεωρούν ότι δύνανται να εγείρουν οποιοδήποτε θέμα κατά τον τρόπο που επιθυμούν, αποπροσανατολίζοντας έτσι την υπόθεση από την ορθή της διάσταση, αλλά και με το Δικαστήριο να ασχολείται άνευ λόγου με σωρεία θεμάτων. Η έννοια του Κανονισμού 7 είναι η οριοθέτηση με λεπτομέρεια, (αυτή είναι η έννοια της λέξης «πλήρως»), ούτως ώστε τα επίδικα θέματα να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία, με τους διαδίκους να γνωρίζουν με ακρίβεια το λόγο που προωθείται η νομική εισήγηση, αλλά και το Δικαστήριο να ασχολείται μόνο με συγκεκριμένα ζητήματα και όχι με γενικότητες και αοριστολογίες. Σε διαφορετική περίπτωση θα παρεχόταν ευχέρεια για τη συζήτηση κάθε θέματος, με αποτέλεσμα τον εξοβελισμό των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου τους στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης.[7]

 

Αυτό που επίσης παρατηρείται είναι πως πέραν από γενικόλογους λόγους ακυρώσεως, ο Αιτητής δεν προβάλλει, στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Ανεξαρτήτως της ως άνω κατάληξης μου, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν (Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, N. 73(I)/2018), θα προχωρήσω στην εξέταση  της ουσίας της υπόθεσης, σε συνάρτηση και με τον έστω γενικόλογο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας ο οποίος άπτεται εν πάση περιπτώσει της ουσίας της υπόθεσης.

  

Επί της ουσίας της προσφυγής σε συνάρτηση και με την κατ' ισχυρισμό έλλειψη δέουσας έρευνας

 

Έχοντας εξετάσει τους λοιπούς λόγους ακυρώσεως που προωθεί δια της αγόρευσης του ο Αιτητής, διαπιστώνω ότι ουσιαστικά αυτοί περιστρέφονται γύρω από τη θέση περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Οι ισχυρισμοί αυτοί του Αιτητή, ως έχουν διατυπωθεί είναι άμεσα διαπλεκόμενοι με την ουσία της υπόθεσης του, την οποία εν πάση περιπτώσει οφείλει το παρόν Δικαστήριο να ελέγξει ενόψει και της υποχρέωσης που έχει να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ουσιαστικής ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[8].

 

Θα προχωρήσω συνεπώς να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τους ισχυρισμούς αυτούς.

 

Επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[9].

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, εξετάζοντας όλα τα ουσιώδη στοιχεία και πραγματικά περιστατικά που οι Καθ' ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους.

 

Στο πλαίσιο της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής κατέγραψε, ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ότι είχε ασπαστεί τον Χριστιανισμό. Ο πατέρας του, ο οποίος είναι ο μεγάλος Ιμάμης της θρησκευτικής κοινότητας, θεώρησε ότι ο Αιτητής πρόδωσε το Ισλάμ και εξέφρασε πρόθεση να τον σκοτώσει. Επιπλέον, διέταξε και τους πιστούς της κοινότητας να προβούν στο ίδιο. Για τον λόγο αυτό ο Αιτητής εγκατέλειψε τη Γουινέα. Προσέθεσε επίσης ότι είναι ομοφυλόφιλος, στοιχείο που, σύμφωνα με τη θρησκεία και την κοινότητά του, απαγορεύεται, με αποτέλεσμα ο πατέρας του να επιδιώκει τον θάνατό του ώστε να αποτελέσει παραδειγματισμό για τα μέλη της κοινότητας (βλ. ερυθρό 1 και 19 δ.φ.).

 

Κατά τη συνέντευξη αξιολόγησης της ευαλωτότητάς του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας, δεν έχει εκδηλώσει αυτοκτονικές τάσεις, δεν έχει κάνει ή κάνει χρήση ουσιών, δεν παρουσιάζει διατροφικά προβλήματα και ότι η διάθεσή του είναι καλή. Ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ανέφερε ότι ο πατέρας του διδάσκει το Κοράνι, ενώ ο ίδιος επιθυμούσε να ενημερωθεί για άλλες θρησκείες. Η στάση αυτή προκάλεσε την αντίδραση του πατέρα του, ο οποίος τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει, τον χτυπούσε και του στερούσε τη σίτιση ως μορφή τιμωρίας. Με τη βοήθεια της μητέρας του, ο Αιτητής εγκατέλειψε την πατρική οικία και κατέφυγε στο σπίτι του θείου του στην περιοχή Karkan. Επειδή ο θείος του ήταν αντικυβερνητικός, κυβερνητικά μέλη επιτέθηκαν στο σπίτι του πετροβολώντας το, με αποτέλεσμα ο θείος να διαφύγει μαζί με την οικογένειά του και τον Αιτητή προς την περιοχή Siguiri, από όπου ο τελευταίος διευκολύνθηκε να εγκαταλείψει τη Γουινέα. Σύμφωνα με το πρακτικό της συνέντευξης, ο Αιτητής επέδειξε προθυμία συνεργασίας και ο λόγος του ήταν συνεκτικός και οργανωμένος (βλ. ερυθρό 54–62 δ.φ.).

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο των προφορικών συνεντεύξεών του ενώπιον του λειτουργoύ, ο Αιτητής ανέφερε σχετικά με τα προσωπικά του στοιχεία ότι είναι υπήκοος της Γουινέας. Γεννήθηκε στην πρωτεύουσα της χώρας καταγωγής του, την πόλη Conacry, όμως έζησε και μεγάλωσε αποκλειστικά στο χωριό Djamburia, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή Dalaba του Conacry της Γουινέας. Έξι μήνες πριν εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, φιλοξενήθηκε από το θείο του στην περιοχή Kankan. Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Αμφότεροι οι γονείς του καθώς και τα δύο αδέλφια του εξακολουθούν να διαμένουν στην περιοχή Dalaba, ενώ διαθέτει ένα νεότερο αδερφό ο οποίος διαμένει στη Γερμανία. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο, ο Αιτητής δήλωσε ότι φοίτησε στο σχολείο από το 2009 μέχρι το 2020, διάστημα κατά το οποίο εγκατέλειψε την πατρική του οικία. Ως προς την εργασιακή του εμπειρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι ουδέποτε εργάστηκε στη χώρα καταγωγής του, ωστόσο βοηθούσε την οικογένειά του σε αγροτικές εργασίες. Ο Αιτητής δήλωσε ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα Peul.

 

Αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του,  ο Αιτητής ισχυρίστηκε κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησής του ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της θρησκείας του, των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην πόλη Kankan λόγω του θείου του αλλά και λόγω του ότι ο ίδιος είναι ομοφυλόφιλος (βλ. ερυθρό 110 – 4Χ δ.φ.). Αναφορικά με τον ισχυρισμό του γύρω από τη θρησκεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του ήταν ο ιμάμης του χωριού και όταν ο ίδιος τον ρώτησε γιατί τα μέλη της εθνοτικής ομάδας Peul δεν είναι χριστιανοί και γιατί έχουν απορρίψει τη Βίβλο χωρίς να έχουν διαβάσει το περιεχόμενό της, εκείνος του άσκησε σωματική βία επειδή το εξέλαβε ως ντροπή για τον ίδιο, ως ιμάμη. Στη συνέχεια, ο πατέρας του και οι μαθητές του άρχισαν να χλευάζουν τον Αιτητή και τον αποκαλούσαν Kafir, δηλαδή άτομο χωρίς θρησκεία. Από εκείνη την ημέρα και μετά ο πατέρας του παρείχε τροφή περιστασιακά καθώς δεν είχε τα ίδια δικαιώματα με τα άλλα αδέρφια του σε σχέση με το φαγητό, το ρουχισμό και το χαρτζιλίκι. Έτσι, ο Αιτητής αποφάσισε να σταματήσει να μελετά το Κοράνι και γι’ αυτό το λόγο ξυλοκοπήθηκε άγρια από τον πατέρα του και τα άτομα γύρω από αυτόν, με αποτέλεσμα να σπάσει το χέρι του. Ο δε πατέρας του ορκίστηκε δημοσίως ότι θα τον θυσιάσει προκειμένου να αποτελέσει παράδειγμα προς αποφυγή στην κοινότητά του και να επιδείξει την ισχύ του ως ιμάμης της περιοχής. Ως εκ τούτου η μητέρα του Αιτητή τον βοήθησε να εγκαταλείψει την πατρική του οικία και να διαφύγει στην πόλη Kankan όπου βρισκόταν ο θείος του. (βλ. ερυθρά 110 – 4Χ και 109 – 1Χ δ.φ.).

 

Όσον αφορά τα γεγονότα που φέρονται να έλαβαν χώρα στην πόλη Kankan, ο Αιτητής δήλωσε ότι, κατά την περίοδο εγκατάστασής του εκεί, η χώρα βρισκόταν σε προεκλογική διαδικασία. Η Kankan αποτελούσε περιοχή με ισχυρή παρουσία ψηφοφόρων της αντιπολίτευσης, μεταξύ των οποίων και ο θείος του. Ωστόσο, μία ημέρα ξέσπασαν συγκρούσεις μεταξύ υποστηρικτών των δύο κομμάτων, κατά τις οποίες περίπου 15 καταστήματα και πολυάριθμες οικίες πυρπολήθηκαν από μέλη του κυβερνώντος κόμματος, με αποτέλεσμα να καταστραφεί και η οικία του μητρικού του θείου. Κατόπιν τούτου, ο Αιτητής και η οικογένεια του θείου του αναγκάστηκαν να διαφύγουν στο Μάλι, από όπου ο θείος του τον φυγάδευσε με προορισμό την Ιταλία, αν και τελικώς ο Αιτητής κατέληξε στην Κύπρο (βλ. ερυθρό 109–2Χ δ.φ.).

 

Σε σχέση, τέλος, με το σεξουαλικό του προσανατολισμό, ο Αιτητής δήλωσε ότι αποφάσισε να γίνει ομοφυλόφιλος επειδή δεν του αρέσουν πολλά πράγματα στη θρησκεία και την κουλτούρα. Αρχικά, η θρησκεία δεν του επιτρέπει να διατηρεί ερωτικές επαφές εκτός γάμου, ενώ προκειμένου να παντρευτεί μία γυναίκα, θα πρέπει αυτή να είναι παρθένα με αποτέλεσμα όταν θα συνευρεθεί μαζί της ερωτικά να αντικρίσει αίμα, το οποίο του δημιουργεί αποστροφή. Η δε θρησκεία του, δεν επιτρέπει τον αυνανισμό. (βλ. ερυθρό 109 – 3Χ δ.φ.).

 

Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Γουινέα, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα τον σκοτώσει ο πατέρας του, ο οποίος έμαθε ότι  εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και υποσχέθηκε πως θα τον θυσιάσει ως παράδειγμα προς αποφυγή (βλ. ερυθρό 109 – 4Χ δ.φ.). Προσέθεσε επίσης, ότι η κοινότητά του στη Γουινέα τον περιθωριοποίησε γιατί είναι ομοφυλόφιλος, και αν τον πιάσουν θα τον σκοτώσουν (βλ. ερυθρό 109 – 4Χ δ.φ.).

 

Κατά τη διερεύνηση του ανωτέρω ισχυρισμού, ο Λειτουργός της EUAA υπέβαλε στον Αιτητή σειρά ερωτήσεων αναφορικά με το περιστατικό στην πόλη Kankan. Σε ερώτηση αν ο ίδιος ήταν ενεργό μέλος πολιτικού κόμματος, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Ως προς το κόμμα στο οποίο ανήκε ο θείος του, ο Αιτητής ανέφερε ότι αυτός ήταν μέλος του κόμματος UFDG και συμμετείχε στην προεκλογική εκστρατεία. Ερωτηθείς για τυχόν συγκεκριμένο ρόλο του θείου του στο κόμμα, δήλωσε ότι δεν γνώριζε, αλλά ότι ο θείος του φορούσε μπλουζάκια (T-shirts) του κόμματος και τα μοίραζε τόσο στην αυλή του σπιτιού του όσο και σε άλλα άτομα.

 

Κληθείς να περιγράψει την ημέρα της επίθεσης, ο Αιτητής δήλωσε ότι εκείνη την περίοδο γίνονταν προετοιμασίες στην περιοχή ενόψει επίσκεψης του αρχηγού της αντιπολίτευσης. Παράλληλα, υποστηρικτές της κυβέρνησης της Γουινέας παρουσιάστηκαν στις εκδηλώσεις του κόμματος UFDG, με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν συγκρούσεις μεταξύ των δύο πλευρών. Μετά τις συγκρούσεις, κατά τον ισχυρισμό του Αιτητή, μέλη του κυβερνώντος κόμματος λεηλάτησαν σπίτια και καταστήματα της περιοχής.

 

Σε ερώτηση για τον χρόνο τέλεσης των γεγονότων, ο Αιτητής δήλωσε ότι αυτά συνέβησαν περί τις αρχές Οκτωβρίου 2020, διότι θυμόταν ότι οι εκλογές διεξήχθησαν στις 18 Οκτωβρίου. Ως προς το πού βρισκόταν ο ίδιος όταν ξέσπασαν οι συγκρούσεις, ανέφερε ότι ήταν στην αυλή του θείου του μαζί με μέλη της οικογένειας και του κόμματος και ότι, μόλις αντιλήφθηκαν την επίθεση, άρχισαν να τρέχουν προκειμένου να προστατευτούν. Ερωτηθείς αν υπήρξαν τραυματισμοί μεταξύ των παρισταμένων, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι υπήρξαν θύματα και ανέφερε ως παράδειγμα την ξαδέλφη του, η οποία κατά τη διαφυγή τους έπεσε σε δεξαμενή νερού που βρισκόταν δίπλα στην οικία του θείου του, χωρίς κανείς να μπορέσει να τη βοηθήσει, λόγω της γενικότερης προσπάθειας διαφυγής. Ανέφερε δε ότι ούτε ο πατέρας της κατάφερε να τη σώσει, καθώς το σπίτι τους είχε ήδη πυρποληθεί. Ως προς τον αριθμό των μελών του UFDG που βρίσκονταν στην αυλή, καθώς και τον αριθμό των επιτιθέμενων (υποστηρικτών της κυβέρνησης), ο Αιτητής δήλωσε άγνοια. Σε ερώτηση αν αυτή ήταν η μοναδική σύγκρουση που βίωσε κατά την παραμονή του στην οικία του θείου του, απάντησε καταφατικά. Επίσης, σε ερώτηση για το πού βρίσκεται σήμερα ο θείος του, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει. Τέλος, όταν ερωτήθηκε αν η πολιτική ιδιότητα του θείου του τον επηρέασε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, απάντησε αρνητικά (βλ. ερυθρό 109–6Χ, 108–1Χ–5Χ και 107–1Χ–3Χ δ.φ.).

 

Αναφορικά με τις δηλώσεις του γύρω από τη μεταστροφή του στο Χριστιανισμό, o Αιτητής ερωτήθηκε για ποιο λόγο αμφισβήτησε το Ισλάμ ενώπιον του πατέρα του και απάντησε ότι επιθυμούσε να διερευνήσει περαιτέρω τις θρησκείες που υπάρχουν. Σε ερώτηση σχετικά με ποιες θρησκείες τον ενδιέφεραν, δήλωσε ότι ήθελε να μάθει περισσότερα για τον Χριστιανισμό, ιδίως για τη γέννηση του Χριστού. Αναφορικά με την ιδιότητα του πατέρα του, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο τελευταίος ήταν ο πρώτος ιμάμης του χωριού, παρότι υπήρχαν και άλλοι τρεις ιμάμηδες. Κληθείς να περιγράψει τη σχετική συζήτηση με τον πατέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι του εξέφρασε την επιθυμία του να ενημερωθεί για άλλες θρησκείες και να διαπιστώσει πώς αυτές αντιμετωπίζουν το Ισλάμ. Η στάση αυτή εξόργισε τον πατέρα του, ο οποίος τον διέταξε να επικεντρωθεί αποκλειστικά στο Ισλάμ, άρχισε να του φωνάζει, να τον εξυβρίζει και να εκφράζει απορία για το πώς ο Αιτητής, ως γιος ιμάμη, έθετε «ντροπιαστικά» ερωτήματα. Όταν ο Αιτητής επέμεινε στη συζήτηση, ο πατέρας του άσκησε εναντίον του σωματική βία δύο φορές. Στη συνέχεια, ενημέρωσε τα άτομα με τα οποία ο Αιτητής διδασκόταν το Κοράνι, τα οποία άρχισαν να τον αποφεύγουν και να τον περιθωριοποιούν. Ο πατέρας του σταμάτησε επίσης να του παρέχει φαγητό και τον απέρριψε.

 

Ο Αιτητής ανέφερε ότι το πρώτο επεισόδιο με τον πατέρα του έλαβε χώρα τον Δεκέμβριο του 2019. Σε ερώτηση αν ο Χριστιανισμός απαγορεύεται στη Γουινέα, δήλωσε ότι δεν απαγορεύεται, αλλά οι Χριστιανοί αποτελούν πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού. Διευκρίνισε δε ότι η εθνοτική ομάδα στην οποία ανήκει ανήκει κατά κύριο λόγο στη μουσουλμανική κοινότητα της χώρας και τα μέλη της δεν μπορούν να είναι χριστιανοί. Επιβεβαίωσε ότι ο πατέρας του τον απείλησε βάσει του ότι, όταν αντιλήφθηκε πως ο Αιτητής δεν μετέβαλε τη θέση του, σταμάτησε να πηγαίνει στο τζαμί και διέκοψε τη διδασκαλία του Κορανίου, άρχισε να τον χτυπά κατ’ επανάληψη —περίπου είκοσι φορές συνολικά— και τον υποχρέωσε, με τη βοήθεια πιστών, να στέκεται για ώρες στο ένα πόδι κρατώντας πέτρες στα χέρια του. Κατά τον Αιτητή, αυτό οδήγησε τη μητέρα του να τον βοηθήσει να διαφύγει, προτού ο πατέρας του τον σκοτώσει. Προς αποσαφήνιση των δηλώσεών του περί πρόθεσης του πατέρα του να τον «θυσιάσει», ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του ήθελε να τον σκοτώσει ώστε να αποτελέσει παράδειγμα προς αποφυγή για τα μέλη της μουσουλμανικής κοινότητας. Κληθείς να εξηγήσει πώς αντιλήφθηκε αυτή την πρόθεση, ανέφερε ότι ο πατέρας του τον απείλησε ρητά ότι θα τον σκοτώσει. Τέλος, σε ερώτηση αν έχει βαφτιστεί Χριστιανός, απάντησε αρνητικά (βλ. ερυθρά 107–4Χ, 106–1Χ–3Χ, 105–1Χ–4Χ και 104–1Χ δ.φ.).

 

Σε ερώτηση σχετικά με το αν εξασκεί τον Χριστιανισμό κατά τη διαμονή του στην Κύπρο, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, διευκρινίζοντας όμως ότι μελετά σχετικά κείμενα, αντιμετωπίζοντας δυσκολίες λόγω της γλώσσας. Εξήγησε ότι, επειδή δεν ομιλεί Αγγλικά ή Ελληνικά, του είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αντλήσει πληροφορίες για τη συγκεκριμένη θρησκεία. Όταν ρωτήθηκε αν συμμετέχει σε κάποια ομάδα που διδάσκει τις χριστιανικές αρχές, ο Αιτητής αποκρίθηκε αρνητικά και δήλωσε ότι αγνοεί την ύπαρξη τέτοιων ομάδων. Σε σχετική ερώτηση για το ποιο έγγραφο διαβάζει, ανέφερε ότι μελετά τη Βίβλο σε γαλλική έκδοση. Κληθείς να σχολιάσει την προγενέστερη αναφορά του στο γλωσσικό εμπόδιο ως προς τη συλλογή πληροφοριών για τον Χριστιανισμό, ο Αιτητής δήλωσε ότι χρειάζεται κάποιον να του δείξει πώς να προσεύχεται και πώς να ολοκληρώσει τη διαδικασία μεταστροφής του. Τέλος, ανέφερε ότι τείνει προς τον Καθολικισμό (βλ. ερυθρό 104–2Χ–3Χ δ.φ.).

 

Σε ερώτηση σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες άρχισε να διερευνά άλλες θρησκείες πέραν του Ισλάμ, ο Αιτητής ανέφερε ότι αυτό συνδέεται με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, διευκρινίζοντας όμως ότι η αρχική του απορία αφορούσε τον λόγο για τον οποίο δεν υπάρχουν Χριστιανοί που να ανήκουν στη δική του εθνοτική ομάδα (Peul). Προσέθεσε ότι, κατά την άποψή του, κάθε άνθρωπος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επιλέγει τη θρησκεία του χωρίς επιβολή. Παράλληλα, εξήγησε ότι ο πατέρας του τον προέτρεπε να σέβεται το Κοράνι, το οποίο ο ίδιος αντιλαμβανόταν ως ένα είδος «δικτατορικού καθεστώτος» λόγω των περιορισμών που, κατά τη γνώμη του, επιβάλλει στους πιστούς (βλ. ερυθρό 103–1Χ δ.φ.). Σε ερώτηση αν επισκέπτεται εκκλησία στην Κύπρο, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, δηλώνοντας ότι επί του παρόντος δεν ακολουθεί κάποια θρησκεία, αλλά επιθυμεί να μεταστραφεί στον Χριστιανισμό (βλ. ερυθρό 103–3Χ–4Χ δ.φ.). Τόνισε επίσης ότι η τελευταία φορά που προσευχήθηκε ως μουσουλμάνος ήταν το 2020, καθώς μετά το επεισόδιο με τον πατέρα του διέκοψε κάθε θρησκευτική δραστηριότητα (βλ. ερυθρό 103–5Χ δ.φ.).

 

Σε ερώτηση αν, κατά τη διαμονή του στη Γουινέα, κάποιο άτομο τον είχε εισαγάγει στις διδαχές του Χριστιανισμού, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Ερωτηθείς αν είχε εκφράσει την επιθυμία του να μάθει για άλλες θρησκείες σε πρόσωπα πέραν του πατέρα του, ανέφερε ότι είχε μιλήσει σχετικά με φίλους του στο σχολείο. Ως προς τον λόγο που του δημιούργησε αποστροφή προς το Ισλάμ, ανέφερε ότι η θρησκεία αυτή, κατά την άποψή του, χαρακτηρίζεται από «taboo». Προσέθεσε ότι ο σεξουαλικός του προσανατολισμός, ο οποίος δεν γίνεται αποδεκτός από το Ισλάμ, συνέβαλε περαιτέρω στη στάση του αυτή. Σε ερώτηση πώς γνωρίζει ότι ο Χριστιανισμός αποδέχεται την ομοφυλοφιλία, ο Αιτητής απάντησε ότι οι χριστιανικές χώρες δεν τιμωρούν την ομοφυλοφιλία, γεγονός που, κατά τον ίδιο, τον ώθησε να εγκαταλείψει τη Γουινέα και να επιδιώξει να ασπαστεί τον Χριστιανισμό. Όταν ρωτήθηκε αν εξακολουθεί να ενδιαφέρεται για τον Χριστιανισμό, απάντησε καταφατικά. Σε ερώτηση για το πότε εορτάζεται το Πάσχα, ανέφερε ότι εορτάζεται τον Απρίλιο, «μετά τη νηστεία». Σε νέα ερώτηση αν έχει επισκεφθεί καθολική εκκλησία στην Κύπρο, απάντησε αρνητικά, διευκρινίζοντας ότι πηγαίνει σε φίλους του Χριστιανούς από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, που διαμένουν στην Πάφο, και προσεύχονται μαζί στο σπίτι τους (βλ. ερυθρά 103–2Χ–4Χ, 102–1Χ–4Χ, 101–1Χ–5Χ και 100–1Χ–5Χ δ.φ.).

 

Αναφορικά με την Χριστιανική του πίστη, ο Αιτητής δήλωσε ότι πιστεύει ότι ο Χριστός είναι ο Θεός επειδή ένα δοκίμιο της Βίβλου αναφέρει: «όποιος με δει σαν πατέρα…..». Κληθείς να περιγράψει πως η χριστιανική του πίστη αντικατοπτρίζεται στην καθημερινότητά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι τις Κυριακές επισκέπτεται τους φίλους του και προσεύχονται μαζί. Ζητηθείς να περιγράψει το τελευταίο δοκίμιο της Βίβλου το οποίο διάβασε, ο Αιτητής απάντησε ότι το εν λόγω δοκίμιο αναφέρει ότι «όποιος δει τον πατέρα……» και ότι καθώς διαβάζει τη Βίβλο επικεντρώνεται στο νόημα και όχι στο δοκίμιο καθ’ εαυτό (βλ. ερυθρό 99 – 1Χ δ.φ.). Ζητηθείς να περιγράψει τι τον τράβηξε προς τον Χριστιανισμό, ο Αιτητής επικαλέστηκε τα θαύματα του Ιησού και τον τρόπο με τον οποίο προήλθε η γέννησή του, ενώ ως προς τις δέκα εντολές και τη σημασία της βάφτισης, ο Αιτητής επέδειξε πλήρη άγνοια (βλ. ερυθρό 99 – 2Χ-3Χ δ.φ.).

 

Προχωρώντας σε ερωτήσεις αναφορικά με την εσωτερική διεργασία δια της οποίας διήλθε κατά τη φερόμενη μεταστροφή του στο Χριστιανισμό, ο Αιτητής δήλωσε ότι επέλεξε τον Χριστιανισμό και ξεκίνησε να του αρέσει επειδή νιώθει ελεύθερος και θέλει να είναι το πρώτο άτομο εθνοτικής καταγωγής Peul, το οποίο μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό. Προσέθεσε δε πως το Ισλάμ του φαίνεται πλέον γεμάτο από ασήμαντα taboo, προσομοιάζοντάς το με δικτατορία. Ερωτηθείς εάν έχει ήδη μεταστραφεί στο Χριστιανισμό, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν έχει βαφτιστεί, ωστόσο προσέθεσε ότι πριν μερικές μέρες οι φίλοι του προσευχήθηκαν για εκείνον, τον εισήγαγαν στο Χριστιανισμό και ζήτησαν από το Θεό να του δώσει δύναμη προκειμένου να γίνει Χριστιανός (βλ. ερυθρό 99 – 4Χ-5Χ δ.φ.). Ερωτηθείς εάν έχει επικοινωνήσει με κάποιο άτομο στη χώρα καταγωγής του από τότε που την εγκατέλειψε, ο Αιτητής απάντησε ότι επικοινωνεί με τη θεία του, την οποία ενημέρωσε και ζήτησε να μεταφέρει στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του ότι έχει μεταστραφεί στο Χριστιανισμό (βλ. ερυθρό 98 – 1Χ δ.φ.). Ως προς το εάν έχει κοινοποιήσει τη μεταστροφή του στο Χριστιανισμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Αιτητής απάντησε αυτολεξεί: «Όχι , όχι. Σχεδιάζω να το πράξω όταν μεταστραφώ, αλλά ακόμα δεν ήρθε η κατάλληλη στιγμή» (βλ. ερυθρό 98 – 2Χ δ.φ.).

 

Σε σχέση με τις γνώσεις του γύρω από το Χριστιανισμό, ο Αιτητής υποβλήθηκε σε περαιτέρω ερωτήσεις δηλώνοντας άγνοια για τον αριθμό των μαθητών του Ιησού, την τοποθεσία επί της οποίας σταυρώθηκε ο Χριστός και ποια είναι η ημέρα που σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός. Δήλωσε ωστόσο ότι ο Χριστός σταυρώθηκε και ότι τη σταύρωσή του διέταξε ο βασιλιάς. Ζητηθείς να εξηγήσει, πλην του Ιησού Χριστού, εάν οι Χριστιανοί πιστεύουν σε κάτι άλλο, ο Αιτητής επικαλέστηκε την Παναγία. Ερωτηθείς πως ο Ιησούς Χριστός κατάφτασε στον τόπο σταύρωσής του,   ο Αιτητής απάντησε ότι κουβάλησε τον σταυρό του. Ως τόπο γέννησης του Ιησού ο Αιτητής προσδιόρισε την Ιερουσαλήμ. (βλ. ερυθρά 98 – 3Χ-4Χ και 97 – 1Χ δ.φ.).

 

Στη συνέχεια ο λειτουργός προχώρησε στη διερεύνηση των δηλώσεων του Αιτητή περί του ότι είναι ομοφυλόφιλος, δεδομένου ότι προηγουμένως είχε δηλώσει πως αποφάσισε να «γίνει» ομοφυλόφιλος επειδή αισθανόταν ότι η θρησκεία του τον περιόριζε, ο Αιτητής κλήθηκε να αποσαφηνίσει τη δήλωσή του. Εξήγησε ότι, σύμφωνα με το Ισλάμ, θα έπρεπε να παντρευτεί παρθένα γυναίκα, ωστόσο νιώθει έντονη αποστροφή προς το αίμα και, για τον λόγο αυτό, προτιμούσε να είναι με άνδρες και να αυνανίζεται —πράξεις που, κατά τον ίδιο, απαγορεύονται από το Ισλάμ. Σε ερώτηση αν στο παρελθόν τον έλκυαν οι γυναίκες, ο Αιτητής δήλωσε ότι του άρεσε να αυνανίζεται. Ερωτηθείς αν είχε συνάψει ερωτική σχέση με άνδρα στη χώρα καταγωγής του, απάντησε αρνητικά· το ίδιο απάντησε και σε σχέση με τη διαμονή του στην Κύπρο (βλ. ερυθρό 97–2Χ–4Χ δ.φ.). Προσέθεσε ότι στη Γουινέα ουδέποτε είχε ερωτική σχέση με γυναίκα, αν και στο σχολείο ένιωθε έλξη τόσο προς άνδρες όσο και προς γυναίκες. Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι δεν έχει προβεί ποτέ σε ερωτική σχέση. Τέλος, επανέλαβε ότι συνειδητοποίησε πως είναι ομοφυλόφιλος επειδή διεγείρεται πιο εύκολα —και κυρίως από άνδρες (βλ. ερυθρό 95–3Χ δ.φ.).

 

Ζητηθείς να περιγράψει την εσωτερική διεργασία της οποίας διήλθε κατά τη συνειδητοποίηση του σεξουαλικού του προσανατολισμού, ο Αιτητής δήλωσε ότι από μικρή ηλικία  έκανε μπάνιο με τους φίλους του, παίζανε με τα γεννητικά τους όργανα και αυνανίζονταν από κοινού, συνήθεια με την οποία μεγάλωσε (βλ. ερυθρό 96 – 3Χ δ.φ.). Όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να διευκρινίσει πού και πότε έκανε μπάνιο με τους φίλους του, εκείνος ρώτησε αρχικά τον Λειτουργό αν πράγματι είχε προβεί στη σχετική δήλωση. Μετά την επανάληψη των δηλώσεών του από τον Λειτουργό, ο Αιτητής ανέφερε ότι αυτό συνέβαινε κατά τη φοίτησή του στο Λύκειο, για περίπου δύο χρόνια. Προσέθεσε, ωστόσο, ότι αυνανιζόταν μόνο όταν έκανε μπάνιο μόνος του. Σε συνέχεια, κλήθηκε να σχολιάσει τις δηλώσεις που είχε καταγραφεί ότι έκανε περί «παιχνιδιού με τα γεννητικά όργανα» κατά τη διάρκεια των κοινών λουτρών με φίλους του. Ο Αιτητής αντέτεινε ότι δεν συμμετείχε σε τέτοιου είδους πράξεις με άλλα άτομα (βλ. ερυθρό 95–1Χ–2Χ δ.φ.).

 

Ερωτηθείς πώς ένιωσε όταν συνειδητοποίησε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ο Αιτητής απάντησε ότι ένιωσε «απίστευτα». Ως προς τα συναισθήματα που τον διακατείχαν όταν πλησίαζε άλλο πρόσωπο, ανέφερε ότι απλώς επιθυμούσε να το γνωρίσει (βλ. ερυθρό 94–1Χ δ.φ.).

 

Ερωτηθείς εάν κατά την παραμονή του στην Κύπρο ήρθε σε επαφή με την ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, επικαλούμενος ότι δεν μπορεί να εντοπίσει τα μέλη της (βλ. ερυθρό 94 – 2Χ δ.φ.).

 

Ως προς το εάν η οικογένειά του τη Γουινέα γνώριζε το σεξουαλικό του προσανατολισμό, ο Αιτητής αποκρίθηκε αρνητικά, καθώς δήλωσε ότι σε περίπτωση που διαπίστωναν τα μέλη της οικογένειάς του ότι ήταν ομοφυλόφιλος, θα τον σκότωναν επί τόπου. Ούτε, όμως, οι φίλοι του το γνώριζαν, καθώς εάν το μάθαιναν θα ενημέρωναν την οικογένειά του (βλ. ερυθρό 94 – 5Χ δ.φ.). Τόνισε, επίσης, ότι η ομοφυλοφιλία απαγορεύεται στη χώρα καταγωγής του (βλ. ερυθρό 93 – 2Χ δ.φ.).

 

Ως προς το φόβο του σχετικά με ενδεχόμενη επιστροφή του στη Γουινέα, ο Αιτητής επανέλαβε ότι θα κινδυνέψει η ζωή του και δεν θα μπορεί να ζήσει όπως επιθυμεί (βλ. ερυθρό 93 δ.φ.). Ερωτηθείς εάν θα μπορούσε να ζήσει σε κάποια άλλη περιοχή της Γουινέας με ασφάλεια, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (βλ. ερυθρό 92 – 2Χ δ.φ.).

 

Αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Κατά την αξιολόγηση των ως άνω παρατιθέμενων ισχυρισμών του Αιτητή, ο Λειτουργός διέκρινε τέσσερις (4) ουσιώδεις ισχυρισμούς, απορρέοντες από το σύνολο των λεχθέντων του Αιτητή κατά τη συνέντευξή του (βλ. ερυθρό 146 του δ.φ.).

 

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά τα προσωπικά στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός καθότι κρίθηκε πως στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία των σχετικών του δηλώσεών.

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορά στο ότι, λόγω θρησκευτικών διαφορών με τον πατέρα του, εγκατέλειψε την πατρική οικία και εγκαταστάθηκε στον θείο του στην πόλη Kankan. Ο Λειτουργός της EUAA, αξιολογώντας την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, έκρινε αρχικά σαφείς τις δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με την απορία του για την απουσία Χριστιανών από την εθνοτική ομάδα Peul. Ωστόσο, διαπίστωσε αντιφάσεις, καθώς ο Αιτητής αρχικά ανέφερε ότι ήθελε απλώς να μάθει για άλλες θρησκείες χωρίς πρόθεση μεταστροφής, ενώ αργότερα δήλωσε ότι στόχος του ήταν να επιλέξει τη θρησκεία που του ταιριάζει. Σε σχέση με την αντίδραση του πατέρα του, οι περιγραφές του Αιτητή κρίθηκαν επιφανειακές και χωρίς επαρκείς λεπτομέρειες, παρά το ότι ο ίδιος ανέφερε σειρά σοβαρών πράξεων (σωματική βία, περιθωριοποίηση, στέρηση τροφής και χρημάτων, δημόσιες απειλές, εξευτελιστικές τιμωρίες). Ο Λειτουργός EUAA σημείωσε επίσης αντιφάσεις μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης συνέντευξης του Αιτητή σχετικά με το πραγματικό νόημα των ερωτήσεών του προς τον πατέρα του και το αν είχε ποτέ τη δυνατότητα να μελετήσει τον Χριστιανισμό.

 

Παράλληλα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν κατέδειξε επαρκή γνώση της Χριστιανικής θρησκείας, καθώς δεν έχει βαφτιστεί, δεν εξασκεί τον Χριστιανισμό και παρουσιάζει περιορισμένη γνώση βασικών διδαχών. Με βάση τα ανωτέρω, ο Λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή ήταν ελλιπείς, αντιφατικές και στερούμενες νοηματικής συνοχής, ακόμη και ως προς την παρουσίαση της κατάστασης των Χριστιανών και της κοινότητας Peul στη Γουινέα (βλ. σχετικά ερυθρά 110–4Χ, 106–1Χ–3Χ, 104–1Χ, 105–1Χ κ.ά.).

 

Ο Λειτουργός EUAA επισήμανε ότι, ως προς την υπερβολική αντίδραση και τη μεταχείριση που φέρεται να έλαβε από τον πατέρα του, ο Αιτητής παρουσίασε αντιφάσεις: αρχικά δήλωσε ότι ο πατέρας του είχε αντιδράσει με παρόμοιο τρόπο και σε άλλα άτομα, ενώ στη συνέχεια ανέφερε ότι κανείς άλλος δεν του είχε θέσει αντίστοιχες ερωτήσεις (βλ. ερυθρό 102–1Χ δ.φ.). Παρόμοιες ασάφειες εντοπίστηκαν και στις δηλώσεις του για την τιμωρία να στέκεται στο ένα πόδι κρατώντας πέτρες στα χέρια. Αν και ο Αιτητής ανέφερε ότι επρόκειτο για συνηθισμένη πρακτική, όταν κλήθηκε να περιγράψει συγκεκριμένα περιστατικά, περιορίστηκε σε γενικόλογη αναφορά ότι συνέβη «πολλές φορές» (βλ. ερυθρό 105–2Χ–3Χ δ.φ.). Εξίσου αόριστη κρίθηκε και η αναφορά του ότι ο πατέρας του προέβαινε σε δημόσιες τιμωρίες για να τον καταστήσει «παράδειγμα προς αποφυγή», χωρίς να παράσχει συγκεκριμένη περιγραφή περιστατικών (βλ. ερυθρό 105–4Χ δ.φ.).

 

Συνολικά, ο Λειτουργός EUAA κατέληξε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή ήταν ασαφείς, γενικόλογες και αντιφατικές μεταξύ των δύο συνεντεύξεων, με αποτέλεσμα ο συγκεκριμένος ισχυρισμός να κριθεί εσωτερικά μη αξιόπιστος.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, ο Λειτουργός EUAA επισήμανε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή περί μεταστροφής στο Χριστιανισμό, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας, λόγω της υποκειμενικής του φύσης. Προχώρησε ωστόσο σε σχετική έρευνα, εκ της οποίας εντόπισε πληροφορίες οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι ανάμεσα στα 12.000 μέλη της εθνοτικής ομάδας Pulaar Fulani στη Γουινέα, το 0.40% είναι χριστιανοί. Οι εν λόγω πληροφορίες κρίθηκαν ωστόσο ως μη έχουσες έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες ωστόσο, καθώς ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν υπάρχουν Χριστιανοί, μέλη της εθνοτικής ομάδας Peul. Ως εκ τούτου, ο εν λόγω ισχυρισμός κρίθηκε ως εξωτερικά μη αξιόπιστος και σε συνδυασμοί με την αξιολόγηση της εσωτερικής του αξιοπιστίας, απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

Ο τρίτος ισχυρισμός του Αιτητή, ήτοι οι δηλώσεις του περί του ότι ο θείος του δέχτηκε επίθεση από μέλη του κόμματος της Κυβέρνησης στην πόλη Kankan, έγινε δεκτός. Ειδικότερα οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες βρέθηκε στην εν λόγω πόλη φιλοξενούμενος από το θείο του, την πολιτική ανάμειξη του τελευταίου, το λόγο για τον οποίο ξέσπασαν συγκρούσεις, το χρόνο και τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η επίθεση στην οικία του θείου του, αλλά και τον τρόπο που κατάφερε να διαφύγει, κρίθηκαν ως σαφείς, λεπτομερείς και συνεκτικές, με αποτέλεσμα ο εν λόγω ισχυρισμός να κριθεί ως εσωτερικά αξιόπιστος. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο Λειτουργός EUAA εντόπισε πληροφορίες οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι από το Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο του 2020 ξέσπασαν συγκρούσεις ανάμεσα σε υποστηρικτές της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, μεταξύ άλλων, και στην πόλη Kankan. Ως εκ τούτου, ο εν λόγω ισχυρισμός κρίθηκε ως εξωτερικά αξιόπιστος και σε συνδυασμό με την αξιολόγηση της εσωτερικής του αξιοπιστίας, αποδεκτός στο σύνολό του.

 

Ο τέταρτος ισχυρισμός του Αιτητή, δηλαδή ότι είναι ομοφυλόφιλος, δεν έγινε αποδεκτός. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός EUAA, εφαρμόζοντας το μοντέλο αξιολόγησης DSSH, διαπίστωσε ότι οι δηλώσεις του ήταν ασαφείς, αντιφατικές και στερούνταν επαρκούς συνοχής. Ο Αιτητής ανέφερε ότι «αποφάσισε» να γίνει ομοφυλόφιλος λόγω των θρησκευτικών περιορισμών που επέβαλλε το Ισλάμ και της αποστροφής του προς το αίμα, χωρίς όμως να μπορεί να περιγράψει με σαφήνεια την έννοια της έλξης ή να παραθέσει εμπειρίες που να τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό του. Ανέφερε ότι ποτέ δεν είχε ερωτική σχέση με άνδρα ή γυναίκα, ενώ παρουσίασε αντιφάσεις σχετικά με το αν πειραματίστηκε στο σχολείο ή αυνανιζόταν μόνος του. Οι μόνες συνεκτικές του δηλώσεις αφορούσαν το ότι αισθάνεται διέγερση κυρίως προς άνδρες, χωρίς όμως να απορρίπτει την έλξη προς γυναίκες.

 

Κρίθηκε πρόσθετα πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει προσωπική εμπειρία κοινωνικού στίγματος ή απόρριψης λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Περιορίστηκε σε γενικές αναφορές στους περιορισμούς του Ισλάμ και δεν παρουσίασε γνώση της Χριστιανικής στάσης απέναντι στην ομοφυλοφιλία. Επιπλέον, δήλωσε άγνοια για την ύπαρξη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας τόσο στη Γουινέα όσο και στην Κύπρο και παραδέχθηκε ότι δεν αποκάλυψε ποτέ τον προσανατολισμό του σε φίλους.

 

Παράλληλα κρίθηκε πως δεν ήταν σε θέση να αναπτύξει τα συναισθήματα που συνδέθηκαν με τη συνειδητοποίηση της σεξουαλικής του ταυτότητας, καθώς επικεντρώθηκε και πάλι στους θρησκευτικούς περιορισμούς αντί στη δική του εσωτερική εμπειρία. Τέλος, δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο που να υποδηλώνει ότι υπέστη βλάβη ή κακομεταχείριση λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού στη χώρα καταγωγής του.

 

Με βάση όλα τα παραπάνω, ο Λειτουργός EUAA έκρινε ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι είναι ομοφυλόφιλος δεν ήταν εσωτερικά αξιόπιστος.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, o Λειτουργός EUAA προχώρησε σε έρευνα αναφορικά με τις αρχές του Ισλάμ γύρω από την ομοφυλοφιλία και πως αυτές διαμορφώνονται και έκρινε τον υπό εξέταση ισχυρισμό ως εξωτερικά μη αξιόπιστο, καθότι σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες το Ισλάμ υπήρχε η πρόθεση των πιστών (κυρίως στην Αμερική) για αποδοχή της ομοφυλοφιλίας ωστόσο δεν διαφαίνεται να είναι μία θέση άμεσα εφαρμόσιμη στην κοινωνία των Ισλαμιστών. Στη βάση των ανωτέρω, o υπό εξέταση ισχυρισμός του Αιτητή απορρίφθηκε στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που ο Αιτητής ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή ως αβάσιμο και μη δικαιολογημένο, καθώς οι συνδεόμενοι με αυτόν ισχυρισμοί απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι. Αναφορικά με τον αποδεκτό ισχυρισμό 3, ήτοι το γεγονός ότι ο θείος του Αιτητή έπεσε θύμα πολιτικής επίθεσης το 2020 στην πόλη Kankan, o αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι από το συγκεκριμένο, μεμονωμένο για τον Αιτητή περιστατικό, δεν απορρέει κάποιος μελλοντοστραφής κίνδυνος για εκείνον, αφού κατά τη διάρκεια της επίθεσης βρισκόταν συμπωματικά στην οικεία του θείου του. Κατά τα λοιπά ουδεμία άλλη πολιτική ανάμειξη και/ή δραστηριότητα ανέπτυξε στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής, που θα μπορούσε να ανακύψει για εκείνον οιοσδήποτε κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής του εκεί. Ως προς τον μη εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή, ο οποίος δύναται να συνδέεται με τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, ο Λειτουργός EUAA προχώρησε σε σχετική έρευνα εκ της οποίας διαπίστωσε ότι δεν απορρέει κάποιος κίνδυνος που να συνδέεται με την κατάσταση ασφαλείας στην  περιοχή Dabala της Γουινέας, όπου αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή σε έναν από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά προβλέπονται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου. Επιπλέον, κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη Γουινέα, ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, σύμφωνα με το άρθρα 19 (2) (α) του περί Προσφύγων Νόμου, όπως αυτά εναρμονίζουν στην Κυπριακή έννομη τάξη το άρθρο 15(α) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, άλλα ούτε ενδέχεται να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, δυνάμει του άρθρου 19 (2) (β), άρθρο 15(β) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Αναφορικά δε με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου (που αντιστοιχεί στο άρθρο 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ), οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ως άμαχος, υπό την έννοια του συγκεκριμένου άρθρου, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, τη Γουινέα.

 

Κατόπιν των ανωτέρω, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την εισηγητική έκθεση, που αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή, ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά τη διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση και κατάληξη των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, εφόσον οι εν λόγω δηλώσεις του Αιτητή, σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία και περιστάσεις, κρίνονται ως σαφείς, χωρίς δε, να προκύπτουν στοιχεία περί του αντιθέτου, και ειδικότερα, εφόσον τούτα τα στοιχεία επιβεβαιώνονται από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης, ως προκύπτει από τη σχετική έρευνα των Καθ' ων η αίτηση, καθώς και από τα έγγραφα που ο Αιτητής είχε προσκομίσει στην Υπηρεσία Ασύλου.

 

Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, παρατηρείται ότι ο Λειτουργός ΕUAA απομόνωσε και εξέτασε αυτόν υπό το κεφάλαιο ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή είχε θρησκευτικές διαφορές με τον πατέρα του, ο οποίος ήταν Ιμάμης (βλ. ερυθρό 110 – 4Χ δ.φ.).

 

Έχοντας ωστόσο μελετήσει τα όσα καταγράφηκαν και εξετάστηκαν από τον Λειτουργό EUAA κάτω από το σχετικό κεφάλαιο (βλ. ερ. 144-142 του δ.φ.) φρονώ πως ο αποκαλούμενος “δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός” δεν απομονώθηκε με την προσήκουσα εννοιολογική καθαρότητα κατά το στάδιο της διοικητικής αξιολόγησης. Τούτο, καθώς παρατηρώ ότι στο ίδιο σύνολο δηλώσεων συμπεριελήφθησαν αδιακρίτως, αφενός, τα περιστατικά της φερόμενης σύγκρουσης του Αιτητή με τον πατέρα του και την ευρύτερη μουσουλμανική κοινότητα Peul λόγω των θρησκευτικών του αποριών και της εκλαμβανόμενης ως αποστασίας, και αφετέρου οι μεταγενέστερες δηλώσεις του περί μεταστροφής και ταυτότητας Χριστιανού. Πρόκειται, ωστόσο, για δύο διακριτούς ισχυρισμούς, με αυτοτελές αποδεικτικό ενδιαφέρον: αφενός περί δίωξης ή κακομεταχείρισης για λόγους θρησκευτικών πεποιθήσεων ή αντιληπτής αποστασίας, αφετέρου περί κινδύνου δίωξης λόγω της φερόμενης νέας χριστιανικής του ταυτότητας.

 

Η συνεξέτασή τους ως ενιαίου ισχυρισμού επέτρεψε την αμφίδρομη διολίσθηση επιχειρηματολογίας, καθώς στοιχεία που αφορούσαν αποκλειστικά τη μεταγενέστερη χριστιανική ταυτότητα χρησιμοποιήθηκαν για να υπονομευθεί η αξιοπιστία των προγενέστερων δηλώσεων περί ενδοοικογενειακής και κοινοτικής δίωξης λόγω θρησκευτικής αμφισβήτησης, και αντιστρόφως. Για τον λόγο αυτό, το Δικαστήριο προβαίνει σε αποσύνδεση των δύο ισχυρισμών και σε ξεχωριστή αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας τους.

 

Πρώτον εξετάζεται ο ισχυρισμός περί δίωξης και κακομεταχείρισης λόγω θρησκευτικών αποριών και της εκλαμβανόμενης αποστασίας. Σύμφωνα με τον Αιτητή, η επιθυμία του να διερευνήσει άλλες θρησκείες προκάλεσε την έντονη αντίδραση του πατέρα του, ο οποίος, ως ιμάμης της κοινότητας, εξέλαβε τις ερωτήσεις του ως ντροπή και ασέβεια, με αποτέλεσμα να τον εξευτελίσει δημόσια, να τον περιθωριοποιήσει και να προβεί σε σωρεία σωματικών και ψυχολογικών κακοποιήσεων. Πρωτίστως επισημαίνω ότι ο Αιτητής όντως περιέγραψε αρχικά με σχετική λεπτομέρεια ορισμένες τιμωρητικές πρακτικές, όπως χαστούκια, στέρηση φαγητού και απειλές θανάτωσης. Ωστόσο, όταν κλήθηκε να τις εξειδικεύσει, παρουσίασε σημαντικές αντιφάσεις και ασάφειες. Η συχνότητα των τιμωριών δεν προσδιορίστηκε ποτέ με συγκεκριμένο τρόπο, η αναφορά σε διαρκή ταπείνωση και απαξίωση από την κοινότητα των μαθητών του πατέρα του δεν συνοδεύτηκε από καμία ιδιαίτερη περιγραφή των περιστατικών ή των συνθηκών, ενώ οι δηλώσεις του ως προς το κατά πόσο οι τιμωρίες λάμβαναν χώρα δημόσια ή ιδιωτικά μεταβάλλονταν μεταξύ των συνεντεύξεων. Επιπλέον, ο Αιτητής έδωσε ασυνεπείς εξηγήσεις ως προς τον σκοπό των ερωτημάτων του προς τον πατέρα του: άλλοτε υποστήριξε ότι ήθελε να αμφισβητήσει τη μουσουλμανική πίστη της κοινότητας Peul, άλλοτε ότι ήδη επιθυμούσε να αλλάξει θρησκεία, ενώ σε άλλο σημείο παραδέχθηκε ότι δεν είχε εξερευνήσει καμία άλλη θρησκεία εκτός από τον Χριστιανισμό. Οι αντιφάσεις αυτές αφορούν τον πυρήνα των γεγονότων και όχι δευτερεύουσες λεπτομέρειες, καθιστώντας την αφήγησή του εσωτερικά μη συνεκτική. Το Δικαστήριο καταλήγει ότι οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τη φερόμενη δίωξη εκ μέρους του πατέρα του και της κοινότητας λόγω των θρησκευτικών του αποριών στερούνται της αναγκαίας συνέπειας και σαφήνειας, ώστε να θεμελιώσουν εσωτερική αξιοπιστία. Ο πρώτος λοιπόν υπο-ισχυρισμός, ως αυτός έχει απομονωθεί από το Δικαστήριο, κρίνεται ως εσωτερικά αναξιόπιστος.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή, δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού εκ της αοριστίας και της γενικότητας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής τους συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EASO (νυν EUAA),Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System,[7] σελ.169 όπου διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

 

«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»

      

Βλέπε σχετικώς και τα όσα αναφέρθηκαν επί του ζητήματος τούτου στην πολύ  πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31.10.2024.

 

Ακολούθως εξετάζεται ο δεύτερος υπο-ισχυρισμός, ο οποίος αφορά τη φερόμενη μεταστροφή ή πρόθεση μεταστροφής του Αιτητή στον Χριστιανισμό και τον συνακόλουθο κίνδυνο δίωξης. Το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι και ο ισχυρισμός περί φερόμενης μεταστροφής του Αιτητή στον Χριστιανισμό πάσχει από ουσιώδεις εσωτερικές αντιφάσεις. Παρά τον ισχυρισμό ότι είναι Χριστιανός ή ότι επιθυμεί να γίνει Χριστιανός, ο ίδιος παραδέχεται ότι δεν έχει βαπτιστεί, δεν συμμετέχει σε καμία εκκλησιαστική κοινότητα, δεν έχει ποτέ παρευρεθεί σε εκκλησία και δεν ασκεί καμία μορφή λατρευτικής πρακτικής. Η μόνη του επαφή με τη θρησκεία, κατά δήλωσή του, περιορίζεται στην περιστασιακή ανάγνωση της Βίβλου στη γαλλική γλώσσα, παρότι προηγουμένως είχε επικαλεστεί γλωσσικά εμπόδια που, κατά τον ίδιο, καθιστούσαν δυσχερή ακόμη και την ενημέρωσή του για τον Χριστιανισμό.

 

Η γνώση του γύρω από στοιχειώδεις πτυχές της χριστιανικής πίστης είναι ελλιπής και, ενίοτε, εσφαλμένη. Ωστόσο, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά τη νομολογία του ΔΕΕ και των δικαστηρίων των κρατών-μελών, η ειλικρίνεια μιας θρησκευτικής μεταστροφής δεν κρίνεται αποκλειστικά βάσει της κατοχής δογματικών γνώσεων. Η άγνοια θεολογικών λεπτομερειών, όπως ο ακριβής αριθμός των μαθητών του Ιησού, η σημασία της βάπτισης, οι Δέκα Εντολές ή οι συνθήκες της Σταύρωσης, δεν μπορεί αφ’ εαυτής να οδηγήσει στην απόρριψη ενός ισχυρισμού περί μεταστροφής, ιδίως όταν αυτή λαμβάνει χώρα σε πλαίσιο μετακίνησης και απουσίας οργανωμένης θρησκευτικής καθοδήγησης.

 

Εντούτοις, στην παρούσα υπόθεση, η κρίση περί αναξιοπιστίας δεν ερείδεται στη μειωμένη θεολογική γνώση, αλλά στις πολλαπλές και ουσιώδεις αντιφάσεις που εμφαίνονται στο σύνολο των δηλώσεων του Αιτητή. Οι αντιφάσεις αυτές αφορούν τον ίδιο τον πυρήνα του ισχυρισμού του: πότε και πώς αναπτύχθηκε το ενδιαφέρον του για άλλες θρησκείες, αν επιδίωξε πράγματι τη μεταστροφή, πώς αντέδρασε ο πατέρας του, καθώς και πώς εκδηλώνεται η πίστη του σήμερα. Σε κάποια σημεία συνδέει τη μεταστροφή του με την ομοφυλοφιλία, θεωρώντας ότι ο Χριστιανισμός την αποδέχεται· αλλού αναφέρεται αποκλειστικά στα “θαύματα του Ιησού” ή στη θεία γέννηση· άλλοτε δηλώνει ότι «έχει ήδη γίνει Χριστιανός» επειδή φίλοι του προσευχήθηκαν για εκείνον, ενώ αμέσως μετά ισχυρίζεται ότι ακόμη δεν είναι και αναμένει «την κατάλληλη στιγμή».

 

Η αστάθεια και ασυνέχεια των δηλώσεών του καταδεικνύει ότι δεν έχει διαμορφώσει σταθερή, συνεκτική ή εσωτερικευμένη χριστιανική ταυτότητα. Οι περιγραφές του είναι αποσπασματικές, συχνά αόριστες ή αντιφατικές και δεν συνοδεύονται από καμία μορφή έμπρακτης συμμετοχής ή σταθερής θρησκευτικής πρακτικής που θα μπορούσε να υποδηλώνει πραγματική μεταστροφή. Σε αυτό το πλαίσιο, η περιορισμένη γνώση του για τον Χριστιανισμό συνεκτιμάται όχι ως αυτόνομο κριτήριο, αλλά ως στοιχείο που ενισχύει τις ήδη υφιστάμενες αντιφάσεις και την έλλειψη ένδειξης εσωτερικής πεποίθησης.

 

Λαμβάνοντας όλα τα ανωτέρω υπόψη, το Δικαστήριο καταλήγει ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή περί χριστιανικής του ταυτότητας στερείται της αναγκαίας εσωτερικής συνοχής, σαφήνειας και πειστικότητας και, ως εκ τούτου, κρίνεται εσωτερικά αναξιόπιστος.

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή, έχοντας προχωρήσει σε έρευνα αναφορικά με την θέση και αντιμετώπιση των Χριστιανών στη Γουινέα, εντοπίστηκαν οι ακόλουθες πληροφορίες:

 

·                Πιο συγκεκριμένα, η Γουινέα έχει πληθυσμό λίγο πάνω από 10 εκατομμύρια κατοίκους με 24 εθνοτικές ομάδες, υπάρχει θρησκευτική ελευθερία, αν και το Ισλάμ είναι η κυρίαρχη θρησκεία δημογραφικά, κοινωνικά και πολιτισμικά[10]. Πάνω από το 85% του πληθυσμού της Γουινέας είναι μουσουλμάνοι, ενώ το 10% ακολουθεί διάφορες μορφές χριστιανικής πίστης, ενώ το υπόλοιπο 5% τηρεί τις παραδοσιακές ιθαγενείς πεποιθήσεις[11]. Περίπου το 6% των κατοίκων της Γουινέας ασπάζονται τον Χριστιανισμό και η πλειοψηφία τους προέρχεται από την εθνοτική ομάδα Kpelle. Η χώρα έχει 235 οργανωμένες εκκλησίες, 150 ανοργάνωτες εκκλησίες και πάνω από 1.000 πάστορες[12]. Το Conakry έχει τον μεγαλύτερο αριθμό εκκλησιών στη χώρα. Τα περισσότερα χριστιανικά δόγματα ασχολούνται με ιεραποστολικό έργο και ευαγγελισμό σε όλη τη χώρα με αποτέλεσμα να γίνονται περισσότερες μεταστροφές στον Χριστιανισμό πλέον[13]. Ωστόσο, οι Χριστιανοί σε ορισμένα μέρη της Γουινέας έχουν αντιμετωπίσει αντιδράσεις, ενώ κάποιοι έχουν δολοφονηθεί από τους μουσουλμάνους γείτονές τους, όπως έγινε το 2013[14].

 

·                Έκθεση του Υπουργείου Εσωτερικών των Η.Π.Α., του 2023 (η πιο πρόσφατη διαθέσιμη έκθεση), σχετικά με τη θρησκευτική ελευθερία στη Γουινέα επιβεβαιώνει ότι ο Χάρτης Μετάβασης του 2021 ορίζει ότι η χώρα είναι ένα κοσμικό κράτος και ότι κάθε πράξη που υπονομεύει τον κοσμικό της χαρακτήρα ή τη θρησκευτική ελευθερία ενός ατόμου πρέπει να θεωρείται «σοβαρό έγκλημα» που τιμωρείται με πρόστιμα και φυλάκιση[15]. Μέσω του ποινικού κώδικα τιμωρούνται με φυλάκιση και  χρηματικό πρόστιμο κάθε άτομο που μέσω επίθεσης ή απειλών εμποδίζει ένα ή περισσότερα άτομα να ασκούν τη θρησκεία τους, όπως και η παρεμπόδιση, η καθυστέρηση ή η διακοπή θρησκευτικών πρακτικών σε χώρο λατρείας με δημόσια διατάραξη, οποιοδήποτε άτομο που βεβηλώνει με οποιονδήποτε τρόπο έναν τόπο λατρείας ή αντικείμενα λατρείας εντός του χώρου λατρείας καθώς και όποιος προσβάλλει, απειλεί, επιτίθεται ή τραυματίζει θρησκευτικό ηγέτη κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του[16].

 

·                Παρά τα ανωτέρω, η έκθεση του World Watch Research δημοσιευθείσα 2025, η οποία αναφέρεται στις επικρατούσες στη Γουινέα συνθήκες κατά την περίοδο μεταξύ Οκτωβρίου 2023 και Σεπτεμβρίου 2024, αναφέρει: «σε ορισμένα μέρη της χώρας, οι προσήλυτοι από το Ισλάμ δεν είναι ελεύθεροι να ζήσουν σύμφωνα με τη χριστιανική τους πίστη και πρέπει να προσπαθούν να παραμένουν ανώνυμοι τον περισσότερο καιρό. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, δεν είναι δυνατόν ένας προσήλυτος να εμφανιστεί με μία Βίβλο ή οτιδήποτε πιθανό να καταδεικνύει τη χριστιανική του πίστη. Σε ανιμιστικές και μουσουλμανικές περιοχές, το βάπτισμα των προσήλυτων μπορεί να συναντήσει αντιδράσεις από μέλη της οικογένειας. Σε μέρη της χώρας όπου αισθάνεται η επιρροή των ισλαμιστών μαχητών, οι προσήλυτοι από το Ισλάμ αντιμετωπίζουν παρενόχληση Εχθρότητα αντιμετωπίζουν επίσης οι νεοφώτιστοι που προέρχονται από οπαδούς αφρικανικών παραδοσιακών θρησκειών. Όταν οι Χριστιανοί αρνούνται να συμμετάσχουν σε παραδοσιακές τελετές, η κοινότητα τους ασκεί πίεση. Αυτή η κατάσταση συμβαίνει τακτικά στη Μέση Γουινέα (Fouta Djallon) και επίσης στο Labé. Οι Χριστιανοί εκεί θεωρούνται ξένοι εντός της κοινότητας. Μερικές φορές είναι πολύ δύσκολο να αποκτηθεί νομικό καθεστώς ή εγγραφή για εκκλησίες, επειδή οι τοπικοί διαχειριστές διστάζουν να συνεργαστούν με τους Χριστιανούς. Αυτό φαίνεται να αποτελεί πρόβλημα κυρίως για τις ομάδες νεοφώτιστων και τις Πεντηκοστιανές εκκλησίες. Υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις εμποδίων στην κατασκευή εκκλησιών σε ορισμένα χωριά στη Δασική Γουινέα και στην περιοχή Kankan και Labé και απειλές θανάτου. Οι Χριστιανοί με μουσουλμανικό ή ανιμιστικό υπόβαθρο αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Σε όλες τις περιοχές της χώρας, υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι προσήλυτοι δολοφονούνται, δέχονται απειλές θανάτου ή/και αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Ιδιαίτερα σε περιοχές όπως η περιοχή Fouta-Djalon, οι προσήλυτοι από το Ισλάμ δεν είναι ελεύθεροι να ζήσουν την πίστη τους και πρέπει να διατηρούν χαμηλό προφίλ, μην κάνοντας τίποτα δημόσια για να επιδείξουν τη χριστιανική τους πίστη. Στις μεγάλες πόλεις, η πίεση που αντιμετωπίζουν οι Χριστιανοί αφορά συνήθως τη στέγαση, όπου οι συντηρητικοί Μουσουλμάνοι είναι πιθανό να τους εμποδίσουν να νοικιάσουν σπίτια»[17].

 

·                Αναφορικά με τις περιοχές επί τις οποίες οι μετεστραφέντες Χριστιανοί αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα, η ανωτέρω έκθεση τονίζει ότι οι Χριστιανοί αντιμετωπίζουν διώξεις στα περισσότερα μέρη της χώρας. Στις αγροτικές περιοχές, όπου πολλοί άνθρωποι αναμειγνύουν το Ισλάμ με το ιθαγενές σύστημα πεποιθήσεων, η εχθρότητα μπορεί να είναι ισχυρότερη. Οι διώξεις είναι συχνές στη Μέση, Άνω και Δασική Γουινέα, όπου η επιρροή της ισλαμικής καταπίεσης είναι πιο έντονη[18].  Αναφορικά με την καταπίεση που δέχονται από τη Μουσουλμανική κοινότητα, οι διακρίσεις κατά των Χριστιανών εκδηλώνονται με διάφορους τρόπους, όπως η άνιση κατανομή γης για την κατασκευή εκκλησιών και οι περιορισμένες ευκαιρίες προαγωγής σε κυβερνητικές θέσεις. Οι προσήλυτοι από το Ισλάμ στον Χριστιανισμό αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα σκληρές μορφές πίεσης, συμπεριλαμβανομένου του κοινωνικού αποκλεισμού και, σε ορισμένες περιπτώσεις, της απώλειας της επιμέλειας των παιδιών τους, ιδιαίτερα σε περιοχές με μουσουλμανική πλειοψηφία, όπως η περιοχή Fouta-Djalon. Έχει παρατηρηθεί ότι κυβερνητικοί φορείς, και ιδίως το Υπουργείο Ισλαμικών Υποθέσεων, υποστηρίζουν αυτή τη μορφή καταπίεσης. Η άνοδος ριζοσπαστικών ισλαμικών ομάδων απειλεί περαιτέρω τη θρησκευτική ελευθερία, προσθέτοντας ένα ακόμη επίπεδο ανησυχίας για τη χριστιανική μειονότητα[19]. Ως προς τις μεθόδους δια των οποίων επιβάλλεται η μουσουλμανική καταπίεση, η επικληθείσα έκθεση καταγράφει ότι οι οικογενειακοί δεσμοί παίζουν κρίσιμο ρόλο στον διωγμό των Χριστιανών, ιδιαίτερα των προσήλυτων από το Ισλάμ. Μέσα στην οικογενειακή δομή, ένας Χριστιανός προσήλυτος συχνά εκτίθεται σε αποκλεισμό, κοινωνικό χλευασμό, ακόμη και οικονομικές κυρώσεις. Παράλληλα, οι ριζοσπαστικοί ιμάμηδες και άλλες ισλαμικές θρησκευτικές προσωπικότητες συμβάλλουν σε μια ατμόσφαιρα μισαλλοδοξίας. Τα εμπρηστικά κηρύγματα που υποδαυλίζουν μίσος εναντίον των Χριστιανών δεν είναι ασυνήθιστα, διχάζοντας περαιτέρω τις κοινότητες σε θρησκευτικό επίπεδο. Συν τοις άλλοις, ευρύτερη η ισλαμική κοινότητα συμμετέχει σε αυτή τη μορφή «διώξεων». Αυτός ο κοινωνικός αποκλεισμός «εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, όπως στην απασχόληση, την εκπαίδευση και τις καθημερινές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις» [20].

 

Ενόψει των ανωτέρω, προκύπτει ότι, παρά το επίσημο καθεστώς θρησκευτικής ελευθερίας, η κοινωνική πραγματικότητα στη Γουινέα –ιδίως σε περιοχές με ισχυρή μουσουλμανική παρουσία και σε οικογενειακά περιβάλλοντα που ακολουθούν παραδοσιακές πρακτικές, όπως οι κοινότητες Peul– χαρακτηρίζεται από σημαντική εχθρότητα έναντι των προσήλυτων από το Ισλάμ προς τον Χριστιανισμό. Περιστατικά απειλών, βίας, αποκλεισμού και εξαναγκασμού προς εγκατάλειψη της νέας πίστης καταγράφονται από ανεξάρτητες πηγές και είναι συμβατά με αυτού του είδους τις κοινωνικές δομές.

 

Με βάση όλα τα παραπάνω, το περιβάλλον της χώρας καταγωγής —ιδίως υπό το πρίσμα της ένταξης του Αιτητή στην εθνοτική ομάδα Peul και της αναφερόμενης σύγκρουσης με τον πατέρα του, ο οποίος δήλωσε ότι είναι μεγάλος ιμάμης— δεν αποκλείει εκ των πραγμάτων το ενδεχόμενο οικιακής ή κοινοτικής κακομεταχείρισης έναντι προσώπου που θεωρείται ότι αμφισβητεί το Ισλάμ ή ότι εγκαταλείπει τη θρησκεία. Η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ενισχύεται από το γεγονός ότι οι πηγές καταγράφουν σημαντική κοινωνική πίεση και, σε ορισμένες περιοχές, ακόμη και σοβαρές μορφές βίας κατά προσήλυτων.

 

Ωστόσο, η ύπαρξη τέτοιων κινδύνων σε επίπεδο χώρας δεν αρκεί από μόνη της για να καταστήσει αξιόπιστο τον συγκεκριμένο ισχυρισμό του Αιτητή. Η αξιολόγηση πρέπει να αφορά το κατά πόσο οι δηλώσεις του ευθυγραμμίζονται με τις γνωστές πρακτικές στο περιβάλλον από το οποίο προέρχεται. Στο παρόν στάδιο, και παρά το ότι οι πληροφορίες χώρας καταγωγής επιβεβαιώνουν ότι τέτοιου είδους περιστατικά δύνανται να λάβουν χώρα, η αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή περιορίζεται από το γεγονός ότι η αφήγησή του ενέχει σοβαρές αντιφάσεις, ασάφειες και ασυνέχειες ως προς το περιεχόμενο και τη φύση της φερόμενης δίωξης. Οι εξωτερικοί παράγοντες, μολονότι ευθυγραμμίζονται με την πιθανότητα παρόμοιων περιστατικών, δεν αρκούν από μόνοι τους να άρουν τα ελλείμματα της εσωτερικής αξιοπιστίας. Συνεπώς, αν και το γενικό πλαίσιο στη Γουινέα μπορεί πράγματι να καταστήσει έναν προσήλυτο ή φερόμενο ως αποστάτη από το Ισλάμ ευάλωτο σε κοινωνική ή οικογενειακή κακομεταχείριση, η συγκεκριμένη εκδοχή του Αιτητή δεν κατόρθωσε να θεμελιωθεί επαρκώς ώστε να κριθεί ως εξωτερικά αξιόπιστη.

 

Βάσει και της ανωτέρω ανάλυσης, συντάσσομαι με την κατάληξη των Καθ' ων η Αίτηση σχετικά με την απόρριψη του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, ως αβάσιμου και αναξιόπιστου.

 

Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, διαπιστώνεται ότι αυτός εδράζεται στη θέση ότι ο θείος του δέχθηκε επίθεση από μέλη του κυβερνώντος κόμματος στην πόλη Kankan, λόγω της συμμετοχής του στο κόμμα της αντιπολίτευσης (βλ. ερυθρό 109–2Χ δ.φ.). Έπειτα από ενδελεχή εξέταση των όσων ο Αιτητής ανέπτυξε τόσο στη διοικητική διαδικασία όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει —σε συμφωνία και με τους Καθ’ ων η αίτηση— ότι οι σχετικές δηλώσεις του διακρίνονται συνολικά από πληρότητα, συνέπεια και περιγραφική σαφήνεια. Ορθά δε οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός θεμελιώνει εσωτερική αξιοπιστία, καθότι η αξιολόγησή τους είναι επαρκώς αιτιολογημένη και στηρίζεται σε συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά του αφηγήματος.

 

Ειδικότερα, ο Αιτητής προσέφερε συνεκτική, λεπτομερή και συγκεκριμένη περιγραφή της μετεγκατάστασής του στην ανατολική Γουινέα (πόλη Kankan) για να διαμείνει στην οικία του θείου του. Παρουσίασε με σαφήνεια το πλαίσιο της εθνικής προεκλογικής περιόδου, κατά την οποία ο θείος του συμμετείχε στο κόμμα της αντιπολίτευσης UFDG, και περιέγραψε τις βίαιες συγκρούσεις που ξέσπασαν μεταξύ υποστηρικτών των δύο πολιτικών παρατάξεων στη γειτονιά όπου διέμεναν. Με τρόπο συγκεκριμένο και βιωματικό ανέφερε ότι τα επεισόδια οδήγησαν στην πυρπόληση της οικίας του θείου του με βενζίνη, γεγονός που κατέστησε αναγκαία τη διαφυγή της οικογένειας. Η αφήγησή του εμπεριείχε περαιτέρω λεπτομέρειες, όπως το περιστατικό της πτώσης της 7χρονης εξαδέλφης του σε δεξαμενή νερού κατά τη διάρκεια της φυγής, στοιχείο που προσδίδει αυθεντικότητα και αντιστοιχεί στη φυσική περιγραφή χαοτικών συνθηκών διαφυγής.

 

Επιπλέον, ο Αιτητής περιέγραψε με επαρκή συνοχή τη διαδρομή της οικογένειας προς το Μάλι και την περαιτέρω διαφυγή του ίδιου προς την Ευρώπη, αρχικά στην Ιταλία και στη συνέχεια σε προσπάθεια μετάβασης στη Γαλλία. Οι πληροφορίες που προσέφερε ως προς το κεντρικό συμβάν της επίθεσης, τις συνθήκες φυγής και τις επακόλουθες μετακινήσεις του κρίνονται λεπτομερείς και καταδεικνύουν προσωπικό βίωμα.

 

Αν και ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει εκτενή ή τεχνική πληροφόρηση αναφορικά με το εύρος της πολιτικής δραστηριότητας του θείου του ή τα ειδικότερα κίνητρα πίσω από την επίθεση —πέραν της συμμετοχής του τελευταίου στην προεκλογική εκστρατεία και της διανομής διαφημιστικού υλικού (μπλουζάκια UFDG)— η συγκεκριμένη έλλειψη δεν αναιρεί την ουσιαστική αξιοπιστία του πυρήνα του ισχυρισμού. Αντιθέτως, από την αξιολόγηση προκύπτει ότι ο Αιτητής συνεργάστηκε, παρείχε συγκεκριμένες και εύλογες πληροφορίες και περιέγραψε το συμβάν της επίθεσης με τρόπο που συνάδει με την αυθεντικότητα ενός βιωμένου γεγονότος.

 

Με βάση τη συνοχή, τη λεπτομέρεια και τη σαφήνεια των δηλώσεών του, το Δικαστήριο καταλήγει ότι ο τρίτος ισχυρισμός του Αιτητή πληροί τις απαιτήσεις εσωτερικής αξιοπιστίας.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία μετά από επικαιροποιημένη έρευνα του Δικαστηρίου διαπιστώνω ότι όντως τα περιγραφόμενα από τον Αιτητή γεγονότα έχουν λάβει χώρα. Συγκεκριμένα, η προεκλογική περίοδος στη Γουινέα το 2020 χαρακτηρίστηκε από ένταση, βία και περιορισμούς εις βάρος της αντιπολίτευσης. Οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν ιστορικό υπερβολικής χρήσης βίας ενάντια σε διαδηλωτές, ιδιαίτερα κατά τις εκλογικές διαδικασίες. Τον Μάρτιο του 2020, κατά τη διάρκεια των βουλευτικών εκλογών και του δημοψηφίσματος για την αναθεώρηση του Συντάγματος που επέτρεψε την τρίτη θητεία του προέδρου Κοντέ, σκοτώθηκαν τουλάχιστον 2 άνθρωποι στην περιοχή του δάσους Nzérékoré και 8 στην Conakry, ανάμεσά τους δύο παιδιά. Καθώς πλησίαζαν οι προεδρικές εκλογές της 18ης Οκτωβρίου, οι εντάσεις κλιμακώθηκαν. Η προεκλογική εκστρατεία σημαδεύτηκε από βίαια επεισόδια, μισαλλοδοξία και διχαστικό λόγο. Στις 29.09.2020, όχλος επιτέθηκε στο κομβόι του πρωθυπουργού Kassory Fofana στο Labé. Στις 11.10.2020, υποστηρικτές του κυβερνώντος κόμματος παρεμπόδισαν προεκλογική συγκέντρωση του υποψηφίου της αντιπολίτευσης Diallo στην Kankan, επιτιθέμενοι σε υποστηρικτές του και λεηλατώντας δεκάδες επιχειρήσεις. Στις 16.10.2020, οι δυνάμεις ασφαλείας εμπόδισαν τον προεδρικό υποψήφιο και ηγέτη του κόμματος Party of Democrats for Hope (Parti des Démocrates pour lEspoir, PADES), Ousmane Kaba, από το να πραγματοποιήσει συγκέντρωση στη Siguiri. Την επόμενη μέρα, στις 17.10.2020, η αστυνομία συνέλαβε αυθαίρετα τρία μέλη του κόμματος Union of Democratic Forces of Guinea (Union des forces démocratiques de Guinée”, UFDG) στη Diaraguerela, τα οποία αφέθηκαν ελεύθερα χωρίς κατηγορίες στις 22.10.2020[21].

 

Επομένως, η συνολική εικόνα δείχνει μία προεκλογική διαδικασία σημαδεμένη από καταστολή, στοχοποίηση της αντιπολίτευσης και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ως εκ των ανωτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός στοιχειοθετείται τόσο ως εσωτερικά όσο και ως εξωτερικά αξιόπιστος και γίνεται αποδεκτός.

 

Αναφορικά με τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, παρατηρείται (από τα λεγόμενά του) ότι τούτος συναρτάται στο ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή είναι ομοφυλόφιλος (βλ. ερυθρό 109 – 3Χ δ.φ.). Επί τούτου, παρατηρώ ότι ο Λειτουργός EUAA, εφαρμόζοντας το μοντέλο αξιολόγησης DSSH (Difference - Shame - Stigma Harm) έθεσε διάφορα ερωτήματα προκειμένου να διακρίνει εκείνα τα στοιχεία (key elements) που θα καταδείκνυαν την αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή.

 

Επισημαίνω στο στάδιο αυτό, ότι διατηρώ τις επιφυλάξεις μου ως προς το μοντέλο DSSH το οποίο χρησιμοποιήθηκε και το οποίο τα τελευταία έτη φαίνεται να επικρίνεται ως προς τον τρόπο που αυτό χρησιμοποιείται από τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων, ήτοι με τρόπο που κανονικοποιεί και ομογενοποιεί τη σεξουαλικότητα και την ταυτότητα των αιτούντων και τον τρόπο με τον οποίον τα άτομα αυτά θα πρέπει να εκφράζονται. Ιδιαίτερα, επικρίνεται πως, όπως κάθε κανονιστικό μοντέλο, έτσι και το DSSH δύναται να και έχει αποδειχθεί ότι χρησιμοποιείται καταχρηστικά, για παράδειγμα με την προσέγγιση του «κουτιού επιλογής», η οποία μπορεί να ενισχύσει τα στερεότυπα, ιδίως στην περίπτωση της αξιολόγησης της «ντροπής» «shame» . Επισημαίνεται ότι η ανταπόκριση κάθε ατόμου στον σεξουαλικό του προσανατολισμό είναι ατομική και αντιπαραβάλλεται προς την προσωπική του ιστορία, τον πολιτισμό και την κοινωνικοοικονομική του κατάσταση.

 

Πιο συγκεκριμένα, το μοντέλο αυτό φαίνεται να ακολουθεί μια γραμμική αφήγηση γύρω από τη σεξουαλικότητα, κάτι που δεν ταιριάζει πάντα με τις εμπειρίες από διαφορετικές κουλτούρες. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε απόρριψη αιτήσεων, όταν οι αιτητές δεν ακολουθούν συγκεκριμένες δυτικές αντιλήψεις για τη σεξουαλική ταυτότητα ή τις προσωπικές τους εμπειρίες. Για παράδειγμα, οι αποφάσεις βασίζονται συχνά σε στερεότυπα, όπως η υπόθεση ότι κάποιος πρέπει να έχει βιώσει ντροπή (Shame) για τη σεξουαλική του ταυτότητα, κάτι που δεν ισχύει πάντα για όλους τους αιτητές . Συνεπώς στις περιπτώσεις απουσίας συγκεκριμένων στοιχείων ή συναισθημάτων που σχετίζονται με την ντροπή ή το στίγμα, η διαδικασία αξιολόγησης ακολουθώντας τις κατευθύνσεις του DSSH μπορεί να υπονομεύσει την αξιοπιστία των αιτητών. Και τούτο, καθώς παραβλέπει ότι πολλές σύγχρονες κοινωνίες, ακόμα και σε χώρες καταγωγής των αιτητών, μπορεί να μην επιβάλλουν απαραίτητα τέτοια συναισθήματα, ή οι αιτητές μπορεί να έχουν εσωτερικεύσει την ταυτότητά τους διαφορετικά . Περαιτέρω, το μοντέλο λαμβάνει υπόψη ότι θεωρείται πως οι αιτητές θα πρέπει να έχουν βιώσει μια εσωτερική πάλη με τη σεξουαλικότητά τους προτού την εξωτερικεύσουν. Μια τέτοια όμως αντιμετώπιση, αγνοεί το γεγονός ότι ορισμένοι αιτητές, λόγω πολιτισμικών διαφορών, μπορεί να μην έχουν την ίδια εμπειρία αυτοαποδοχής που προϋποθέτει το μοντέλο .

 

Φρονώ καταληκτικά πως, το μοντέλο DSSH, αν και προσφέρει μια δομημένη προσέγγιση, μπορεί να περιορίσει την κατανόηση της πολυπλοκότητας των εμπειριών των αιτητών, αν δεν εφαρμόζεται με ευαισθησία προς τις πολιτισμικές διαφοροποιήσεις και τις μοναδικές εμπειρίες κάθε ατόμου. Τούτο, καθώς επιβάλλει απροκάλυπτα ένα σταθερό μοτίβο που όλοι, ανεξάρτητα από την κουλτούρα ή τη γνώση των εννοιών του σεξουαλικού προσανατολισμού, θα βιώσουν κατά την ανάπτυξη της σεξουαλικής τους ταυτότητας.

 

Ενόψει λοιπόν των πιο πάνω, χωρίς το εν λόγω μοντέλο να αποκλείεται ως καθοδηγητική - και μόνο- μέθοδος για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του Αιτητή, εν προκειμένω, θα προχωρήσω στην εξέταση του σχετικού ισχυρισμού, χωρίς ειδική αναφορά στο εν λόγω μοντέλο, για τους λόγους που αναλύθηκαν παραπάνω. Η αξιολόγηση μου βασίζεται στους κοινώς αποδεκτούς δείκτες αξιοπιστίας, με την επίγνωση ότι δεν υπάρχουν καθολικά χαρακτηριστικά ή ιδιότητες που να προσδιορίζουν τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ και ότι δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη η παρουσία ή απουσία συγκεκριμένων στερεοτυπικών συμπεριφορών ή στοιχείων εμφάνισης στην εκτίμηση του σεξουαλικού προσανατολισμού ενός ατόμου.

 

Έχοντας αναφέρει τα ανωτέρω, παρατηρώ πως κατά τη συνέντευξη υποβλήθηκε στον Αιτητή επαρκής αριθμός ανοικτού αλλά και κλειστού τύπου ερωτήσεων, ώστε ο ίδιος να μπορέσει να εξωτερικεύσει αναλυτικά τόσο τις εμπειρίες και τα βιώματά του, όσο και τις σκέψεις και τα συναισθήματά του και να αποσαφηνίσει τους ισχυρισμούς του περαιτέρω. Ωστόσο, έχοντας μελετήσει ενδελεχώς τα ενώπιόν μου δεδομένα, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του Λειτουργού EUAA περί εσωτερικής αναξιοπιστίας του ισχυρισμού αυτού. Εξέταση των απαντήσεων και του αφηγήματος του Αιτητή αποκαλύπτει σημαντικά προβλήματα που υπονομεύουν την εσωτερική του αξιοπιστία και εγείρουν αμφιβολίες σχετικά με την αυθεντικότητα των ισχυρισμών του. Ειδικότερα επισημαίνω τα ακόλουθα:

 

Πρώτον, ο Αιτητής σε καίριο σημείο δήλωσε ότι «αποφάσισε» να γίνει ομοφυλόφιλος. Η συγκεκριμένη διατύπωση, η οποία δεν επαναδιατυπώθηκε ούτε εξηγήθηκε επαρκώς σε μεταγενέστερες ερωτήσεις, καταδεικνύει την πρώτη ουσιώδη αντίφαση. Ο ίδιος, αντί να περιγράψει μια εσωτερική πορεία αναγνώρισης του προσανατολισμού του, τον συνέδεσε αποκλειστικά με εξωτερικούς παράγοντες —ιδίως θρησκευτικούς περιορισμούς— και με την αποστροφή του προς το αίμα που, κατά τους ισχυρισμούς του, θα συναντούσε σε μια ετεροφυλοφιλική σχέση. Η αιτιολόγηση αυτή, αφενός δεν συνάδει με τον τρόπο που περιγράφεται συνήθως η αναγνώριση του σεξουαλικού προσανατολισμού ως προσωπική εμπειρία, αφετέρου δεν υποστηρίζεται από καμία περαιτέρω εσωτερική διεργασία.

 

Δεύτερον, ο Αιτητής παρουσίασε ασυνεπείς και αντιφατικές δηλώσεις αναφορικά με την ύπαρξη ή μη οποιασδήποτε μορφής προσωπικής εμπειρίας. Σε ένα σημείο ανέφερε ότι κατά τα σχολικά του χρόνια έκανε μπάνιο με φίλους και «πειραματίζονταν», ενώ σε άλλο σημείο διέψευσε ο ίδιος τα όσα είχε προηγουμένως δηλώσει, υποστηρίζοντας ότι δεν υπήρξε ποτέ οποιαδήποτε σωματική επαφή με άλλο άτομο. Παράλληλα, κατέθεσε ότι δεν είχε ποτέ σχέση ή σεξουαλική επαφή με άνδρα ή γυναίκα, ούτε στη Γουινέα ούτε στην Κύπρο. Η εναλλαγή αυτή μεταξύ διαφορετικών εκδοχών υπονομεύει σημαντικά τη συνοχή του ισχυρισμού του.

 

Τρίτον, οι απαντήσεις του Αιτητή σε ερωτήσεις σχετικές με το πώς αντιλήφθηκε την έλξη του προς άνδρες ήταν εξαιρετικά περιορισμένες και επιφανειακές. Το μόνο συγκεκριμένο στοιχείο που κατέθεσε ήταν ότι «νιώθει ενθουσιασμό» όταν βλέπει έναν ελκυστικό άνδρα στον δρόμο, χωρίς όμως να μπορεί να εξηγήσει πότε, πώς ή σε ποιο πλαίσιο αντιλήφθηκε για πρώτη φορά αυτό το στοιχείο της ταυτότητάς του. Την ίδια στιγμή, αναγνώρισε ότι εξακολουθούσε να νιώθει έλξη και προς τις γυναίκες, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με την αρχική κατηγορηματική δήλωση περί ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού.

 

Τέταρτον, ο Αιτητής δεν μπόρεσε να περιγράψει κανένα προσωπικό περιστατικό δυσμενούς μεταχείρισης ή αρνητικής αντίδρασης που να συνδέεται με την σεξουαλική του ταυτότητα, είτε στην οικογένεια, είτε στο σχολείο, είτε στο κοινωνικό περιβάλλον. Οι σχετικές του αναφορές περιορίστηκαν σε γενικές παρατηρήσεις περί της απαγόρευσης της ομοφυλοφιλίας στο Ισλάμ, χωρίς να συνδέονται με προσωπικό βίωμα.

 

Πέμπτον, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν γνώριζε την ύπαρξη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας ούτε στη Γουινέα ούτε στην Κύπρο και ότι δεν είχε συζητήσει ποτέ με οποιονδήποτε για τη σεξουαλική του ταυτότητα. Η απουσία οποιασδήποτε εμπειρίας κοινωνικής αναφοράς ή δικτύωσης, παρότι δεν είναι καθοριστική από μόνη της, εν προκειμένω ενισχύει την εικόνα αποσπασματικότητας και αδυναμίας περιγραφής ενός στοιχείου που φέρεται να αποτελεί θεμελιώδη πτυχή της προσωπικότητάς του.

 

Υπό το φως όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή περί ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού δεν παρουσιάζει την απαιτούμενη εσωτερική συνοχή, σαφήνεια και λογική συνέχεια. Οι αντιφάσεις που αναδύονται από τις δηλώσεις του, η έλλειψη επαρκών και συγκεκριμένων στοιχείων, καθώς και η αδυναμία του να περιγράψει βασικές πτυχές ενός τόσο προσωπικού ισχυρισμού, οδηγούν στην κατάληξη ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός είναι εσωτερικά αναξιόπιστος.

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού αυτού, το Δικαστήριο έχοντας ανατρέξει σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, εντόπισε τα ακόλουθα:

 

·                Σύμφωνα με έκθεση της Human Dignity για τη Γουινέα το Δεκέμβριο του 2024, η σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου απαγορεύεται βάσει του Ποινικού Κώδικα της Γουινέας του 2016, ο οποίος ποινικοποιεί τις «άσεμνες πράξεις ή πράξεις κατά της φύσης». Αυτή η διάταξη επιφέρει μέγιστη ποινή φυλάκισης 3 ετών και πρόστιμο. Τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες ποινικοποιούνται βάσει αυτού του νόμου. Η Γουινέα έχει ποινικοποιήσει τη σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου τουλάχιστον από τον Ποινικό Κώδικα του 1998. Το 2016 ψηφίστηκε νέος Ποινικός Κώδικας, στον οποίο η διάταξη διατηρήθηκε και ουσιαστικά αμετάβλητη. Υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία για την εφαρμογή του νόμου τα τελευταία χρόνια, με τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα να υπόκεινται περιστασιακά σε συλλήψεις. Οι αναφορές για διακρίσεις και βία που διαπράττονται κατά των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων τα τελευταία χρόνια είναι σπάνιες λόγω του εκτεταμένου κοινωνικού στιγματισμού που τους εμποδίζει να αναφέρουν περιστατικά[22].

 

·         Οι ανωτέρω πληροφορίες επιβεβαιώνονται και από την έκθεση του Υπουργείου Εσωτερικών των Η.Π.Α. για τη Γουινέα του 2024, η οποία αναφέρει ότι ο νόμος ποινικοποιεί τη συναινετική σεξουαλική συμπεριφορά μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου μεταξύ ενηλίκων, η οποία τιμωρείται με 3 χρόνια φυλάκισης. Παρόλο που δεν υπήρξαν γνωστές διώξεις βάσει του νόμου κατά τη διάρκεια του έτους, άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ ανέφεραν παρενόχληση και κακοποίηση από αρχές που βασίζονταν στον νόμο και δωροδοκήθηκαν για να αποφύγουν τη σύλληψη. Το Γραφείο Προστασίας Γυναικών, Παιδιών και Ηθών, μέρος του Υπουργείου Ασφαλείας, περιλάμβανε, κατά το 2024, μία μονάδα για τη διερεύνηση «ηθικών παραβάσεων», συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων σεξουαλικής συμπεριφοράς μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. H ίδια έκθεση συνεχίζει καταγράφοντας ότι τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα αντιμετώπισαν αυθαίρετες συλλήψεις, βία και παρενόχληση από τις δυνάμεις ασφαλείας, οι οποίες τα κατηγόρησαν ότι διαταράσσουν την κοινωνική τάξη. Κατήγγειλαν ότι στιγματίστηκαν από τις οικογένειές τους και υπέστησαν σεξουαλική επίθεση λόγω του σεξουαλικού τους προσανατολισμού. Ανέφεραν επίσης, εσωτερικό εκτοπισμό για να αποφύγουν περιοχές όπου τα πολιτιστικά και θρησκευτικά πρότυπα έθεταν τη ζωή και τα προς το ζην σε μεγαλύτερο κίνδυνο[23].

 

·         Επίσης, στην προαναφερθείσα έκθεση αναφέρεται πως ο νόμος δεν απαγόρευε τις διακρίσεις από κρατικούς και μη κρατικούς φορείς με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα ή την έκφραση φύλου ή τα χαρακτηριστικά φύλου. Υπήρχε θρησκευτικό και πολιτισμικό στίγμα κατά της συναινετικής σεξουαλικής συμπεριφοράς μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Ο Χάρτης Μετάβασης περιέγραφε τον γάμο και την παραδοσιακή οικογένεια (αποκλείοντας τις οικογένειες ΛΟΑΤΚΙ+) ως το θεμέλιο της κοινωνίας της χώρας. Δεν υπήρχαν επίσημες αναφορές ΜΚΟ για διακρίσεις με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα ή την έκφραση φύλου ή τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά, αν και το κοινωνικό στίγμα πιθανότατα εμπόδιζε τα θύματα να αναφέρουν κακοποίηση ή παρενόχληση. Τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ ανέφεραν διακρίσεις στην εκπαίδευση, την απασχόληση, την υγειονομική περίθαλψη και τη στέγαση, με εκείνα που ήταν λιγότερο ικανά να αποκρύψουν την ταυτότητά τους, όπως τα τρανς άτομα και οι σεξουαλικές μειονότητες με μη κανονική παρουσίαση φύλου, να είναι ιδιαίτερα ευάλωτα. Τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ ανέφεραν επίσης ότι ο φόβος των διακρίσεων σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης απέτρεψε ορισμένους από το να αναζητήσουν υγειονομική περίθαλψη[24].

 

Οι διαθέσιμες διεθνείς πηγές καταδεικνύουν ότι στη Γουινέα η συναινετική σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου παραμένει ποινικοποιημένη, ενώ καταγράφονται περιστατικά αυθαίρετων συλλήψεων, παρενόχλησης, κακομεταχείρισης και έντονου κοινωνικού στίγματος σε βάρος ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, καθώς και περιπτώσεις οικογενειακής ή κοινοτικής βίας. Ενδεικνύεται, επομένως, ότι ένα άτομο που πράγματι αυτοπροσδιορίζεται ως ομοφυλόφιλο μπορεί να αντιμετωπίσει ουσιαστικό κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα.

 

Ωστόσο, η ίδια η ύπαρξη αντικειμενικά δυσμενών συνθηκών δεν αρκεί για να στοιχειοθετήσει τον ισχυρισμό του Αιτητή. Η εξωτερική αξιοπιστία πρέπει να συνδέεται με μια πειστική προσωπική αφήγηση, ώστε να καταδεικνύεται ότι ο κίνδυνος αφορά τον ίδιο συγκεκριμένα. Στην προκειμένη περίπτωση, οι εκτεταμένες ασάφειες, αντιφάσεις και αδυναμίες του Αιτητή ως προς την περιγραφή της σεξουαλικής του ταυτότητας καθιστούν τον ισχυρισμό του εσωτερικά αναξιόπιστο. Κατά συνέπεια, παρότι οι συνθήκες στη Γουινέα επιβεβαιώνουν ότι οι ομοφυλόφιλοι ενδέχεται να κινδυνεύουν, ο παρών ισχυρισμός δεν καθίσταται εξωτερικά αξιόπιστος ως προς τον Αιτητή, διότι δεν αποδείχθηκε ότι εμπίπτει στην ομάδα αυτή.

 

Ενόψει των πιο πάνω, ο τέταρτος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή, κρίνεται ως αβάσιμος και αναξιόπιστος.

 

Έχοντας πλέον αξιολογήσει τα αποδεικτικά στοιχεία που έχω ενώπιόν μου και εξακριβώσει τα πραγματικά περιστατικά που περιβάλλουν την υπό εξέταση υπόθεση, προχωρώ στην νομική αξιολόγηση των προϋποθέσεων χορήγησης διεθνούς προστασίας και κατά πόσο αυτές πληρούνται στην υπό εξέταση υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή.

 

Χρήσιμη είναι η επαναφορά στην μνήμη των προνοιών του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου δυνάμει του οποίου: 

 

«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5».

 

Σύμφωνα με τα όσα ο Αιτητής παρέθεσε και έγιναν αποδεκτά ως πραγματικά γεγονότα, με βάση τα δεδομένα της περίπτωσής του και τις προσωπικές του περιστάσεις, διαπιστώνεται ότι πρόκειται για νεαρό άντρα, με δευτεροβάθμια μόρφωση (έως την 11η τάξη) και χωρίς εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του, χωρίς περαιτέρω ενδείξεις ευαλωτότητας, πέραν από το ιστορικό της υγείας του.

Υπό το φως των προλεχθέντων και των πιο πάνω δεδομένων στην περίπτωση του Αιτητή, που έχουν γίνει αποδεκτά από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται τέτοιοι δείκτες κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του στη Γουινέα, ώστε σωρευτικά να πληρούνται οι (ως άνω) νομικές προϋποθέσεις του ορισμού του πρόσφυγα (βλ. άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου). Ειδικότερα δε, ουδέποτε ο Αιτητής εξέφρασε οιανδήποτε δυσμενή κατάσταση, που (ενδεχομένως) ο ίδιος να βίωσε στον τόπο καταγωγής του στη Γουινέα, λόγω της φυλής του ή/και κάποιου ιδιαίτερού του χαρακτηριστικού. Ουδόλως δε, προκύπτει ότι ο ίδιος είχε αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσχέρεια στη χώρα καταγωγής του, λόγω (ενδεχομένως) των προσωπικών του περιστάσεων, σε ό,τι αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό του (αποδεκτός) καθότι δεν διαφαίνεται ο ίδιος να έχει επηρεαστεί προσωπικά από το συμβάν, δεν του συνέβη τίποτα κατά τη διάρκεια του συμβάντος, ήταν παρών τυχαία και δεν του συνέβη οτιδήποτε ούτε μετά το πέρας του συμβάντος.  

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:

 

  «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Με βάση τις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης, ο Αιτητής, ως ορθώς κατέληξαν οι Καθ' ων η αίτηση, δεν μπορεί να πιθανολογείται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο ίδιος θα εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής, ως ορίζεται στα υποεδάφια (α) και (β) του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, ως διαπιστώνεται, ελλείψει οιασδήποτε προσωπικής απειλής και/ή στοχοποίησης του Αιτητή στον τόπο καταγωγής του, από το προαναφερόμενο ιστορικό του και ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, δεν προκύπτουν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι κατά την επιστροφή του στη Γουινέα, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης (σύμφωνα με το Άρθρο 15(α) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ), ούτε ενδέχεται να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (σύμφωνα με το Άρθρο 15(β) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ) [Βλ. συναφώς, απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32].

 

Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά  Bundesrepublic Deutschland[25] ότι συνιστούν:

 

«(…) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[26], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Όπως επίσης διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση 465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[27]

 

 «33  Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [...]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35.  Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38.  Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39.  Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας

 

Εξετάζοντας σήμερα την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή -πόλη Conakry της Γουινέας (εντός της οποίας εντοπίζεται γεωγραφικά η περιοχή Dalaba όπου ανήκει το χωριό Djamburia, τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του), όπου δηλαδή ευλόγως αναμένεται ότι θα επιστρέψει, και καθώς τα συμπεράσματά μου επί της αξιοπιστίας του Αιτητή συνάδουν με αυτά της λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του, αναφέρω τα εξής, τα οποία προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές:

 

·                Σύμφωνα με την έκθεση της Human Rights Watch που δημοσιεύθηκε το 2025 και καλύπτει γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά το 2024, οι στρατιωτικές αρχές συνέχισαν την καταστολή των μέσων ενημέρωσης, της αντιπολίτευσης και των διαφωνούντων[28]. Τον Δεκέμβριο του 2022, η στρατιωτική χούντα είχε δεσμευθεί να διεξαγάγει προεδρικές και βουλευτικές εκλογές έως τον Δεκέμβριο του 2024, ως μέρος ενός μεταβατικού χάρτη που είχε συμφωνηθεί με την Οικονομική Κοινότητα των Δυτικοαφρικανικών Κρατών (Economic Community of West African States -ECOWAS)[29]. Τον Ιούλιο του 2024, η χούντα δημοσίευσε ένα προσχέδιο του νέου συντάγματος που αναμενόταν να τεθεί σε δημοψήφισμα πριν από τον Δεκέμβριο του 2024[30]. Το προσχέδιο προέβλεπε πενταετή προεδρική θητεία με δυνατότητα ανανέωσης μία φορά. Ωστόσο, στις 19 Φεβρουαρίου 2024, ο συνταγματάρχης Mamady Doumbouya διέλυσε την κυβέρνηση χωρίς να αιτιολογήσει την απόφαση αυτή[31] και στις 28 Φεβρουαρίου, διόρισε νέο πρωθυπουργό τον Mamadou Oury Bah[32], ενώ στις 18 Σεπτεμβρίου 2024, ο υπουργός Εξωτερικών Morissanda Kouyaté ανακοίνωσε ότι οι εκλογές θα διεξαχθούν το 2025[33].  Τον Ιούλιο του 2024, βγήκε η πολυαναμενόμενη ετυμηγορία για τους κατηγορούμενους για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας κατά τη διάρκεια της γνωστής ως «σφαγή του σταδίου του 2009».[34] Το δικαστήριο καταδίκασε τον πρώην πραξικοπηματία πρόεδρο της Γουινέας, Moussa Dadis Camara, και επτά ακόμη πρώην ανώτερους αξιωματούχους, σε μια δίκη ορόσημο για ομαδικούς βιασμούς και δολοφονίες διαδηλωτών το 2009.

 

·                Παρά τα ανωτέρω, σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της «Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights» για τον προσδιορισμό και την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων, η Γουινέα δεν βρίσκεται υπό καθεστώς ένοπλης σύρραξης[35].

 

Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), κατά το τελευταίο έτος, στην πόλη Conakry, καταγράφηκαν 27 περιστατικά ασφαλείας τα οποία επέφεραν 7 θανάτους[36]. Λαμβάνοντας υπόψη δε, τον συνολικό πληθυσμό στην Conakry (σύμφωνα με εκτίμηση για το 2025, οι κάτοικοι ανέρχονται στα 2.251.590[37]), εκ των ανωτέρω στοιχείων διαπιστώνεται ότι η κατάσταση στην Conakry της Γουινέας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση ένοπλης σύρραξης επιφέρουσας συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας (σύμφωνα και με τη σχετική νομολογία του ΔΕΕ).

 

Ειδικότερα, λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω δεδομένα, δεν διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην Conakry ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω κατάστασης ένοπλης σύρραξης, η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος της περιοχής αυτής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ούτε δε, τα περιστατικά βίας και θανάτων στην εν λόγω επαρχία φθάνουν σε τέτοιο βαθμό/επίπεδο που (ενδεχομένως) να επηρεάσουν δυσχερώς τον ίδιο προσωπικά, εξαιτίας των ιδιαίτερων του περιστάσεων λόγω του ιατρικού προβλήματος που αντιμετωπίζει, ούτε και παρουσιάζει ο Αιτητής οιουσδήποτε άλλους παράγοντες ευαλωτότητας ή/και επίτασης του κινδύνου να υποστεί σοβαρή βλάβη με την επιστροφή του στον τόπο συνήθους διαμονής του στην Conakry της Γουινέας.

 

Με βάση τα ανωτέρω, δεδομένα δεν προκύπτει για τον Αιτητή οποιοσδήποτε κίνδυνος ένεκα της κατάστασης ασφαλείας στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής τους. 

 

Συνακόλουθα, αξιολογώντας τον κίνδυνο για τον Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του επιβάλλεται αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας του, ενόψει των όσων προσκομίστηκαν από τη συνήγορό του, κατόπιν διατάγματος επανανοίγματος της υπόθεσής του.

 

Σύμφωνα με την ιατρική βεβαίωση του Γενικού Νοσοκομείου Πάφου ημερ. 03.12.2024 (βλ. Τεκμήριο 3) που ο ίδιος προσκόμισε στο Δικαστήριο, πρόκειται για άτομο που διαγνώστηκε με φυματιώδη τραχηλική λεμφαδενίτιδα, έχει υποβληθεί σε αφαιρετική επέμβαση του προσβεβλημένου λεμφαδένα, δεν είναι μεταδοτικός ασθενής, και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή για περίοδο 9 μηνών, οι οποίοι ολοκληρώθηκαν στις 15.03.2025. Στην ιατρική βεβαίωση αναφέρεται πως ο Αιτητής χρήζει τακτικής παρακολούθησης χωρίς να διευκρινίζει ωστόσο για πόσο χρονικό διάστημα θα χρήζει παρακολούθησης.

 

Καταρχάς, αναφορικά με τον τομέα της υγείας στη Γουινέα, από έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

  • Η οργανωτική δομή του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης της Γουινέας είναι προσαρμοσμένη στη διοικητική οργάνωση της χώρας και περιλαμβάνει οκτώ περιφέρειες με περιφερειακές διευθύνσεις υγείας και 38 υγειονομικές περιφέρειες ή νομαρχιακές διευθύνσεις υγείας. Η γενική παροχή υγειονομικής περίθαλψης είναι οργανωμένη σε πυραμιδική δομή. Περιλαμβάνει, από πάνω προς τα κάτω: (i) το εθνικό επίπεδο, με κεντρικές υπηρεσίες και φορείς οργανωμένους γύρω από το Γραφείο του Υπουργού και τη Γενική Γραμματεία, (ii) το ενδιάμεσο επίπεδο, που περιλαμβάνει οκτώ περιφερειακές διευθύνσεις υγείας και (iii) το τοπικό επίπεδο, που εκπροσωπείται από 38 νομαρχιακές/κοινοτικές διευθύνσεις υγείας[38].

 

  • Το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης περιλαμβάνει τρεις τομείς: δημόσιο, ιδιωτικό και κοινοτικό. Αναφορικά με τη δημόσιο τομέα, αυτός διαθέτει 961 ιατρικά κέντρα και 423 κέντρα υγείας. Σε δεύτερο επίπεδο διαθέτει 9 τοπικά ιατρικά κέντρα και 31 νομαρχιακά νοσοκομεία , 7 περιφερειακά νοσοκομεία και τρία εθνικά νοσοκομεία. Εκτός από αυτά, οι ένοπλες δυνάμεις, οι υπηρεσίες ασφαλείας και οι σχολικές υπηρεσίες υγείας διαθέτουν ιατρό-χειρουργικά κέντρα και νοσοκομεία για την καταπολέμηση ασθενειών. Σε τοπικό επίπεδο,  υπάρχουν υπηρεσίες στην κοινότητα που βασίζονται σε εργαζόμενους στην κοινοτική υγεία (CHWs), εργαζόμενους εκτός κοινότητας και παρόχους παραδοσιακής ιατρικής. Παράλληλα, οι οργανώσεις που βασίζονται στην κοινότητα (CBOs) - γυναικείες και νεανικές ομάδες, ηγέτες της κοινότητας και θρησκευτικοί ηγέτες - συμμετέχουν επίσης υποστηρίζοντας ή διευκολύνοντας το έργο των εργαζομένων στην κοινοτική υγεία και των CHWs στο πεδίο[39].

 

  • Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα της Bertelsmann Stiftung του Μαΐου του 2024, το δίκτυο κοινωνικής ασφάλειας στη Γουινέα είναι αδύναμο. Οι δαπάνες για την υγεία αυξήθηκαν από 0,3% του ΑΕΠ το 2009 σε 0,9% το 2019, αλλά εξακολουθούν να είναι πολύ χαμηλές σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, ειδικά μεταξύ των χωρών με μέτριο ΑΕΠ[40].

 

  • Έκθεση του 2022 της γερμανικού γραφείου του IOM/ΔΟΜ αναφέρει ότι μόνο το 5% του πληθυσμού της Γουινέας συμμετέχει στα ασφαλιστικά ταμεία. Υπάρχουν τρεις τύποι ασφάλισης στη Γουινέα: το Εθνικό Ταμείο Ασφάλισης Δημόσιων Υπαλλήλων (CNPAE), το Εθνικό Ασφαλιστικό Ταμείο Υπαλλήλων Ιδιωτικού Τομέα (CNSS) και Ατομικών Ασφαλίσεων για εργαζόμενους ατύπως και ελεύθερους επαγγελματίες. Το κόστος ασφάλισης εξαρτάται από τους γενικούς όρους κάθε ασφαλιστικής σύμβασης. Η συμμετοχή στην Εθνική Ασφάλιση Υπαλλήλων Ιδιωτικού Τομέα αποτελείται από 18% εισφορά από τον εργοδότη και 5% από τον εργαζόμενο[41].

 

  • Η ίδια, ως άνω, έκθεση αναφέρει ότι υπάρχουν ορισμένες ασφαλιστικές εταιρείες όπως η UGAR, η SOGAM, η SONAG, η SUNU, η NSIA με έδρα το Conakry και περιφερειακές πόλεις ή η Health Mutual στην περιοχή Mamou, όπου μπορεί κανείς να κάνει αίτηση για εγγραφή. Η εγγραφή ξεκινά με την προσκόμιση δελτίου ταυτότητας, πιστοποιητικού γέννησης, πιστοποιητικού κατοικίας, τη δέσμευση πληρωμής ασφαλιστικών τελών, την έγκριση γενικών ασφαλιστικών όρων και η διαδικασία μπορεί να ολοκληρωθεί μετά την υπογραφή της συμφωνίας. Οι ασφαλισμένοι ασθενείς παραπέμπονται πρώτα στις συνιστώμενες κλινικές για τις ιατρικές τους εξετάσεις. Η διαδικασία ξεκινά με την παρουσίαση της κάρτας ασφάλισης. Οι απλοί ασθενείς ξεκινούν τις ιατρικές τους εξετάσεις στο πλησιέστερο ιατρικό κέντρο, γενικά, στα κέντρα υγείας, στις κλινικές των περιοχών ή στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης των μεγάλων νοσοκομείων. Οι ανασφάλιστοι ασθενείς πρέπει να πληρώσουν για την ιατρική εξέταση και τα έξοδα θεραπείας[42].

 

Αναφορικά με τη διαθεσιμότητα ιατρικών εγκαταστάσεων και γιατρών παραθέτω τα ακόλουθα:

 

·                Έκθεση του 2022 της γερμανικού γραφείου του IOM/ΔΟΜ σημειώνει ότι στη Γουινέα, υπάρχουν γενικά μία ή περισσότερες ιατρικές εγκαταστάσεις σε πολλές περιοχές σε όλη τη χώρα. Στις αστικές περιοχές, τα δημόσια νοσοκομεία, τα δημόσια κέντρα υγείας και οι ιδιωτικές κλινικές είναι οι κύριες ιατρικές εγκαταστάσεις. Οι γιατροί και ο καλός εξοπλισμός μπορούν να βρεθούν σε μεγάλα νοσοκομεία και φθηνές κλινικές. Στην πρωτεύουσα, το Conakry, υπάρχουν δύο δημόσια πανεπιστημιακά νοσοκομεία: το Donka και το Ignace Deen. Στις αγροτικές περιοχές λειτουργούν μόνο τα δημόσια κέντρα υγείας και ορισμένα παράτυπα ιατρεία. Το ιατρικό προσωπικό εκεί μπορεί να μην είναι καλά εκπαιδευμένο και έχουν λιγότερο εξοπλισμό[43]. Παλαιότερη έκθεση του 2018 της SFH – Schweizerische Flüchtlingshilfe αναφέρει ότι το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στη Γουινέα δεν καλύπτει τις ανάγκες του πληθυσμού[44].

 

Σχετικά με την διαθεσιμότητα και το κόστος των φαρμάκων στη Γουινέα διαπιστώθηκαν τα εξής από την έρευνα:

 

  • Έκθεση του 2022 της γερμανικού γραφείου του IOM/ΔΟΜ σημειώνει ότι η διαθεσιμότητα φαρμάκων εξαρτάται από την ύπαρξη της νόσου στην περιοχή ή στη χώρα. Το κόστος της φαρμακευτικής αγωγής από ένα φαρμακείο είναι προσιτό για τα άτομα της μεσαίας τάξης, που αποτελούν μειοψηφία στη χώρα. Οι ασφαλιστικές εταιρείες μπορούν να υποστηρίξουν το 80% του κόστους θεραπείας των ασφαλισμένων ασθενών. Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της Γουινέας καταφεύγει σε μη επίσημα φαρμακεία (street pharmacies) ή σε μη ελεγμένα φάρμακα. Στις αγροτικές περιοχές, τα γενόσημα φάρμακα μπορούν να βρεθούν στα κέντρα δημόσιας υγείας. Για συγκεκριμένες ασθένειες, το φάρμακο πρέπει να εισάγεται[45].

 

  • Η ταξιδιωτική οδηγία του Υπουργείο Εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου για τη Γουινέα, με τελευταία ενημέρωση στις 10.04.2024, αναφέρει ότι υπάρχουν ορισμένα καλά εφοδιασμένα φαρμακεία στο Conakry, αλλά ελάχιστα εκτός της πρωτεύουσας. Επιπροσθέτως, αναφέρει  ότι οι ιατρικές εγκαταστάσεις στη Γουινέα είναι ανεπαρκείς και ο εξοπλισμός είναι στοιχειώδης και συχνά όχι αποστειρωμένος[46].

 

Στο σημείο αυτό, σημειώνεται πως εφόσον (από τα ανωτέρω δεδομένα του τομέα της υγείας στη Γουινέα) δεν διαπιστώνεται κάποια σκοπιμότητα ή πρόθεση, που να παραπέμπει (ενδεχομένως) σε συγκεκριμένο φορέα δίωξης ή σοβαρής βλάβης, το γεγονός από μόνο του ότι ένα άτομο πάσχει από σοβαρή (έστω) ασθένεια και χρήζει ιατρικής περίθαλψης, ακόμη και εν απουσία κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής του, δεν θα μπορούσε τούτο να αποτελέσει λόγο παραχώρησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας (Βλ. συναφώς, ΔΕΕ C-542/13, Mohamed MBodj v. Βελγικού Δημοσίου, ημερ.18.12.2014, παρ. 41).

  

Ωστόσο ως προς την αξιολόγηση του ενδεχόμενου επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, δέον να εξεταστεί ειδικότερα η ασθένεια της φυματίωση από την οποία νοσεί ο Αιτητής, βάσει των ατομικών του δεδομένων αναφορικά με την κατάσταση της υγείας του και τη φαρμακευτική αγωγή που του δόθηκε, σύμφωνα με τις ιατρικές πληροφορίες που ο ίδιος προσκόμισε στο Δικαστήριο (Βλ. ιατρική έκθεση – Τεκμήριο 3). Κατόπιν της έρευνας αυτής, εντοπίστηκαν τα ακόλουθα από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης:

 

  • Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αναφέρει ότι η φυματίωση προκαλείται από βακτήρια (Mycobacterium tuberculosis) και επηρεάζει συχνότερα τους πνεύμονες. Η φυματίωση μεταδίδεται μέσω του αέρα όταν άτομα με φυματίωση των πνευμόνων βήχουν, φτερνίζονται ή φτύνουν. Ένα άτομο χρειάζεται να εισπνεύσει μόνο λίγα μικρόβια για να μολυνθεί. Κάθε χρόνο, 10 εκατομμύρια άνθρωποι αρρωσταίνουν από φυματίωση (TB). Παρά το γεγονός ότι είναι μια ασθένεια που μπορεί να προληφθεί και να θεραπευτεί, 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι πεθαίνουν από φυματίωση κάθε χρόνο - καθιστώντας την, την κορυφαία μολυσματική αιτία θανάτου στον κόσμο. Η φυματίωση είναι η κύρια αιτία θανάτου ατόμων με HIV και επίσης ένας σημαντικός παράγοντας για την αντοχή στα αντιμικροβιακά. Οι περισσότεροι άνθρωποι που αρρωσταίνουν από φυματίωση ζουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, αλλά η φυματίωση είναι παρούσα σε όλο τον κόσμο.  Περίπου το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού εκτιμάται ότι έχει μολυνθεί από βακτήρια φυματίωσης, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα αναπτύξουν φυματίωση και κάποιοι θα ξεπεράσουν τη μόλυνση. Όσοι έχουν μολυνθεί αλλά δεν έχουν (ακόμα) νοσήσει από την ασθένεια δεν μπορούν να τη μεταδώσουν. Τα άτομα που έχουν μολυνθεί από βακτήρια της φυματίωσης έχουν 5-10% κίνδυνο να αρρωστήσουν από φυματίωση σε όλη τους τη ζωή. Όσοι έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, όπως άτομα που ζουν με HIV, υποσιτισμό ή διαβήτη ή άτομα που κάνουν χρήση καπνού, έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αρρωστήσουν[47].

 

  • Ως προς τα συμπτώματα που προκαλεί η φυματίωση, ο ΠΟΥ καταγράφει, μεταξύ αυτών, παρατεταμένο βήχα, πόνο στο στήθος, αδυναμία ή κόπωση, απώλεια βάρους, πυρετό και νυχτερινές εφιδρώσεις. Συχνά, αυτά τα συμπτώματα θα είναι ήπια για πολλούς μήνες, οδηγώντας έτσι σε καθυστερήσεις στην αναζήτηση φροντίδας και αυξάνοντας τον κίνδυνο μετάδοσης της λοίμωξης σε άλλους. Εάν ο πάροχος υγειονομικής περίθαλψης υποψιάζεται ότι ένας ασθενής έχει φυματίωση, θα τον στείλει για εξέταση. Σε περίπτωση υποψίας πνευμονικής φυματίωσης, θα ζητηθεί από τους ασθενείς να δώσουν δείγμα πτυέλων για έλεγχο για βακτήρια της φυματίωσης. Για μη πνευμονική φυματίωση, μπορούν να εξεταστούν δείγματα προσβεβλημένων σωματικών υγρών και ιστών. Ο ΠΟΥ συνιστά ταχείες μοριακές διαγνωστικές εξετάσεις ως αρχικές εξετάσεις για άτομα που εμφανίζουν σημεία και συμπτώματα φυματίωσης. Άλλα διαγνωστικά εργαλεία μπορεί να περιλαμβάνουν μικροσκοπία επιχρίσματος πτυέλων και ακτινογραφίες θώρακος. Με τη λοίμωξη από φυματίωση, ένα άτομο μολύνεται από βακτήρια της φυματίωσης που βρίσκονται ανενεργά στον οργανισμό. Αυτή η λοίμωξη μπορεί να εξελιχθεί σε νόσο της φυματίωσης εάν το ανοσοποιητικό του σύστημα αποδυναμωθεί. Τα άτομα με λοίμωξη από φυματίωση δεν εμφανίζουν κανένα σημάδι ή σύμπτωμα φυματίωσης. Για την αναγνώριση της λοίμωξης από φυματίωση, οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης θα εξετάσουν ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο για να αποκλείσουν την ενεργό φυματίωση και μπορεί να χρησιμοποιήσουν δερματική ή αιματολογική εξέταση για να ελέγξουν για λοίμωξη από φυματίωση[48].

 

  • Ως προς τη θεραπεία της φυματίωσης, ο ΠΟΥ επιβεβαιώνει ότι είναι ιάσιμη. Αντιμετωπίζεται με μία τυπική 6μηνη αγωγή 4 αντιβιοτικών. Τα συνηθισμένα φάρμακα περιλαμβάνουν τη ριφαμπικίνη και την ισονιαζίδη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα βακτήρια της φυματίωσης δεν ανταποκρίνονται στα τυπικά φάρμακα. Σε αυτήν την περίπτωση, ο ασθενής έχει ανθεκτική στα φάρμακα φυματίωση. Η θεραπεία για την ανθεκτική στα φάρμακα φυματίωση είναι μεγαλύτερη και πιο περίπλοκη. Η αγωγή με φυματικά φάρμακα παρέχεται στον ασθενή με πληροφορίες, επίβλεψη και υποστήριξη από έναν εργαζόμενο στον τομέα της υγείας ή έναν εκπαιδευμένο εθελοντή. Χωρίς τέτοια υποστήριξη, η τήρηση της θεραπείας μπορεί να είναι δύσκολη. Εάν η θεραπεία δεν ολοκληρωθεί σωστά, η ασθένεια μπορεί να γίνει ανθεκτική στα φάρμακα και να εξαπλωθεί. Στην περίπτωση της φυματιώδους λοίμωξης (όπου ο ασθενής έχει μολυνθεί με βακτήρια φυματίωσης αλλά δεν είναι άρρωστος), μπορεί να χορηγηθεί προληπτική αγωγή για τη φυματίωση για να σταματήσει η εμφάνιση της νόσου. Αυτή η θεραπεία χρησιμοποιεί τα ίδια φάρμακα για μικρότερο χρονικό διάστημα. Οι πρόσφατες επιλογές θεραπείας έχουν μειώσει τη διάρκεια της θεραπείας σε μόνο 1 ή 3 μήνες, σε σύγκριση με 6 μήνες στο παρελθόν[49].

 

Ερευνώντας για την πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, διαπιστώνω και καταγράφω τα ακόλουθα:

 

  • Έκθεση του 2022 της γερμανικού γραφείου του IOM/ΔΟΜ σημειώνει ότι οι επιστραφέντες στη Γουινέα θα πρέπει να διατηρούν προσωπικό αρχείο εξετάσεων υγείας, εάν επιθυμούν να εξεταστούν κατά την επιστροφή τους. Ο επιστραφείς πρέπει να απευθυνθεί στο τοπικό κέντρο υγείας για εγγραφή και απόκτηση κάρτας υγείας. Ομοίως, ο επιστραφείς θα πρέπει να απευθυνθεί στην τοπική ασφαλιστική εταιρεία για εγγραφή και λήψη κάρτας ασφάλισης. Απαραίτητα δικαιολογητικά της διαδικασίας εγγραφής αποτελούν η ταυτότητα, το πιστοποιητικό γέννησης και το πιστοποιητικό κατοικίας[50].

 

  • Ως προς τα φάρμακα που έχουν χορηγήσει στον Αιτητής οι ιατρικές υπηρεσίες της Δημοκρατίας, ήτοι ριφαμπικίνη και ισονιαζίδη, έρευνα του MedCOI στην υπόθεση AVA 18902 που δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2025 και αφορά περίπτωση ασθενή που κατάγεται από τη Γουινέα και πάσχει από φυματίωση, αναφέρει ότι οι τα εν λόγω φάρμακα διατίθενται στη Γουινέα υπό την ονομασία rifampicin και isoniazid αντιστοίχως, στο φαρμακείο Manquepas στην περιοχή Kaloum στο Conakry, με το φάρμακο να παρουσιάζεται ως διαθέσιμο. H εν λόγω υπόθεση δεν έφερε πληροφορίες ως προς την τιμή των ανωτέρω φαρμάκων στην αγορά της Γουινέας, τα έξοδα ωστόσο καλύπτονται εξολοκλήρου από τον ασθενή. Η ίδια έρευνα αναφέρει ότι στην πόλη Conakry διατίθενται ιατρικές υπηρεσίες σχετικά με την αντιμετώπιση της φυματίωσης[51].

 

Χρήζει επισήμανσης σε αυτό το σημείο το γεγονός ότι ο Αιτητής, επί του παρόντος, πάσχει από φυματιώδη τραχηλική λεμφαδενίτιδα και όχι από την κλασική φυματίωση, ωστόσο οι δύο αυτές ασθένειες δεν έχουν πολλές διαφορές και αντιμετωπίζονται με τον ίδιο θεραπευτικό τρόπο όπως και η κλασική μορφή φυματίωσης[52].

 

Αξιολογώντας την εξατομικευμένη περίπτωση του Αιτητή, ως προς το πρόβλημα υγείας που ο ίδιος αντιμετωπίζει και συγκεκριμένα, το γεγονός ότι πάσχει από φυματιώδη τραχηλική λεμφαδενίτιδα, από τα πιο πάνω δεδομένα, διαπιστώνεται ότι στη Γουινέα και πιο συγκεκριμένα στον τόπο επιστροφής του (ήτοι στην πόλη Conakry), υπάρχει διαθέσιμη ιατροφαρμακευτική φροντίδα.

 

Από την ιατρική βεβαίωση του Γενικού Νοσοκομείου Πάφου ημερομηνίας 03.12.2024, την οποία ο Αιτητής προσκόμισε ως Τεκμήριο 3, προκύπτει ότι διαγνώστηκε με φυματιώδη τραχηλική λεμφαδενίτιδα, υπεβλήθη σε χειρουργική αφαίρεση του προσβεβλημένου λεμφαδένα, δεν θεωρείται μεταδοτικός ασθενής και ακολούθησε πλήρη αντιφυματική φαρμακευτική αγωγή διάρκειας εννέα μηνών, η οποία ολοκληρώθηκε στις 15.03.2025. Στην ίδια βεβαίωση αναφέρεται ότι χρήζει τακτικής παρακολούθησης, χωρίς όμως να προσδιορίζεται το απαιτούμενο χρονικό διάστημα ή η ένταση της παρακολούθησης, ούτε γίνεται αναφορά σε ανάγκη συνέχισης φαρμακευτικής αγωγής ή σε επιπλοκές που θα καθιστούσαν την κατάστασή του ιδιαιτέρως επισφαλή.

 

Παράλληλα, από την έρευνα του Δικαστηρίου σε αξιόπιστες εξωτερικές πηγές, ως αυτή παρατέθηκε ανωτέρω, προκύπτει ότι, παρά τις δομικές αδυναμίες και τη χαμηλή κρατική δαπάνη για την υγεία στη Γουινέα, υφίσταται οργανωμένο και λειτουργικό—έστω και ατελώς—σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, δομημένο σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, με σημαντικό αριθμό κέντρων υγείας, ιατρικών κέντρων και νοσοκομείων, ιδίως στην πρωτεύουσα Conakry. Στις αστικές περιοχές και ειδικότερα στο Conakry εντοπίζονται οι καλύτερα εξοπλισμένες ιατρικές μονάδες και τα πλέον εφοδιασμένα φαρμακεία, ενώ υπάρχουν τόσο δημόσιες όσο και ιδιωτικές δομές περίθαλψης, καθώς και δυνατότητα ένταξης σε ασφαλιστικά σχήματα. Οι ανασφάλιστοι καλούνται να καλύψουν οι ίδιοι το κόστος της θεραπείας τους, ωστόσο δεν προκύπτει ότι η πρόσβαση σε βασικές ιατρικές υπηρεσίες είναι εξ ορισμού ανέφικτη.

 

Ειδικότερα ως προς τη φυματίωση, από εξειδικευμένες πηγές προκύπτει ότι τα φάρμακα που χορηγήθηκαν στον Αιτητή στην Κύπρο (ριφαμπικίνη και ισονιαζίδη) διατίθενται στη Γουινέα, μεταξύ άλλων, σε φαρμακείο στην περιοχή Kaloum του Conakry, και ότι στην πρωτεύουσα λειτουργούν υπηρεσίες υγείας με αρμοδιότητα στη διάγνωση και διαχείριση φυματιωδών νοσημάτων. Η θεραπεία της φυματίωσης, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, θεωρείται πλήρως ιάσιμη όταν ολοκληρωθεί το ενδεδειγμένο θεραπευτικό σχήμα, ενώ η μετέπειτα παρακολούθηση αποσκοπεί κυρίως στην έγκαιρη ανίχνευση υποτροπής ή επιπλοκών. Ο Αιτητής έχει ήδη ολοκληρώσει επιτυχώς την προβλεπόμενη θεραπεία, δεν χαρακτηρίζεται μεταδοτικός και δεν τεκμηριώθηκε ότι πάσχει από ανθεκτική μορφή της νόσου ή άλλη συννοσηρότητα που θα επιδείνωνε την πρόγνωσή του.

 

Υπό το φως των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι, παρότι το σύστημα υγείας της Γουινέας παρουσιάζει ευδιάκριτες αδυναμίες και υλικοτεχνικά ελλείμματα, ιδίως εκτός πρωτεύουσας, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής θα στερηθεί παντελώς τη δυνατότητα πρόσβασης σε βασική ιατρική περίθαλψη ή σε παρακολούθηση της υγείας του. Στην πόλη Conakry, όπου αναμένεται να επιστρέψει, λειτουργούν επαρκείς δομές και υπηρεσίες για τη διαχείριση φυματιωδών νοσημάτων, καθώς και φαρμακεία στα οποία διατίθενται τα αναγκαία σκευάσματα. Επιπλέον, ο Αιτητής είναι νεαρής ηλικίας, ικανός προς εργασία, δεν παρουσιάζει κάποια σοβαρή μορφή αναπηρίας ή άλλη ειδική ευαλωτότητα και διαθέτει οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο στη Γουινέα, στοιχείο που μπορεί να διευκολύνει τόσο την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας όσο και, εφόσον χρειαστεί, την κάλυψη του σχετικού κόστους.

 

Επισημαίνεται, σε συμφωνία με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (υπόθεση C-542/13, M’Bodj), ότι το γεγονός και μόνον πως ένα άτομο πάσχει από ασθένεια και η χώρα καταγωγής του παρέχει χαμηλότερο επίπεδο θεραπείας δεν αρκεί για να στοιχειοθετήσει ανάγκη διεθνούς προστασίας. Απαιτείται να καταδεικνύεται πραγματικός κίνδυνος σοβαρής, ταχείας και μη αναστρέψιμης επιδείνωσης της υγείας του, συνεπεία πλήρους ή πρακτικά αξεπέραστης έλλειψης πρόσβασης σε κατάλληλη θεραπεία.

 

Στην παρούσα υπόθεση δεν αποδείχθηκε ότι μια ενδεχόμενη επιστροφή του Αιτητή στη Γουινέα θα έχει τέτοιες συνέπειες. Αντιθέτως, τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου καταδεικνύουν ότι υφίστανται διαθέσιμες ιατρικές δομές και φαρμακευτικά σκευάσματα, ικανά να διασφαλίσουν το αναγκαίο επίπεδο παρακολούθησης στην υφιστάμενη, μεταθεραπευτική φάση της υγείας του. Η ιατρική του αγωγή έχει ολοκληρωθεί, η ασθένεια από την οποία πάσχει είναι πλήρως ιάσιμη και δεν προβλήθηκαν τεκμήρια περί αδυναμίας πρόσβασης στα στοιχειώδη μέσα παρακολούθησης.

 

Υπό τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο καταλήγει ότι η κατάσταση της υγείας του Αιτητή δεν δημιουργεί, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, πραγματικό κίνδυνο απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης σε περίπτωση επιστροφής του στη Γουινέα ούτε συνιστά λόγο που θα καθιστούσε την απόφαση επιστροφής ασύμβατη με την αρχή της μη επαναπροώθησης.

Top of Form

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως αμφότερες οι έννοιες αυτές ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (βλ. άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Με βάση συνεπώς το σύνολο των ενώπιόν μου δεδομένων και στοιχείων, ως έχω αναλύσει ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση  επικυρώνεται. Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιάζουσες συνθήκες της παρούσας περίπτωσης (εξαιτίας του ιατρικού του προβλήματος του Αιτητή), δεν επιδικάζονται έξοδα εναντίον του Αιτητή.

 

 

 

Ε. Ρήγα, Δ. Δ.Δ.Δ.Π.


 

 



[1]  Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552.

[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019: «Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

[3] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598.

[4] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007.

[5] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598.

[6] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/06, ημερ. 26.07.2007.

[7] Ανθούσης ν. Δημοκρατίας (1995) 4(Γ) Α.Α.Δ. 1709.

[8] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

[9] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

[15] United States Department of States (USDOS), Guinea, 2023, https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/guinea/ (assessed on 25/11/2025)

[16] United States Department of States (USDOS), Guinea, 2023, https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/guinea/ (assessed on 25/11/2025)

[17] World Watch Research, Guinea: Persecution Dynamics, March 2025, p. 8, https://www.opendoors.org/research-reports/country-dossiers/WWL-2025-Guinea-Persecution-Dynamics, (assessed on  25/11/2025).

[18] World Watch Research, Guinea: Persecution Dynamics, March 2025, p. 9, https://www.opendoors.org/research-reports/country-dossiers/WWL-2025-Guinea-Persecution-Dynamics, (assessed on  25/11/2025).

[19] World Watch Research, Guinea: Persecution Dynamics, March 2025, p. 10, https://www.opendoors.org/research-reports/country-dossiers/WWL-2025-Guinea-Persecution-Dynamics, (assessed on  25/11/2025).

[20] World Watch Research, Guinea: Persecution Dynamics, March 2025, p. 12, https://www.opendoors.org/research-reports/country-dossiers/WWL-2025-Guinea-Persecution-Dynamics, (assessed on  25/11/2025).

[21] Human Rights Watch, Guinea: Post-Election Violence, Repression, 19/11/2020, https://www.hrw.org/news/2020/11/19/guinea-post-election-violence-repression (assessed on 27/11/2025)

 

[22] Human Dignity Trust, Guinea, December 2024,  https://www.humandignitytrust.org/country-profile/guinea/, (assessed on 26/11/2025)

[23] USDOS, Guniea, Country Report 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/guinea/, (assessed on 26/11/2025)

[24] USDOS, Guniea, Country Report 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/guinea/, (assessed on 26/11/2025)

[25] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland

[26] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[27] Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

[28] HRW - Human Rights Watch, World Report 2025 – Guinea, 16.01.2025, https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/guinea , (assessed on 26/11/2025) 

[29] ISS - Institute for Security Studies, ECOWAS support remains crucial for Guinea’s peaceful transition, 19.10.2023, https://issafrica.org/iss-today/ecowas-support-remains-crucial-for-guineas-peaceful-transition?utm_source=BenchmarkEmail&utm_campaign=ISS_Weekly&utm_medium=email (assessed on 26/11/2025)

[30] Reuters, Guinea's new draft constitution will reduce and limit presidential term, 30 July 2024, https://www.reuters.com/world/africa/guineas-new-draft-constitution-will-reduce-limit-presidential-term-2024-07-30/ (assessed on 26/11/2025)

[31] BBC, Guinea's military junta dissolves government and seals borders, 20.02.2024, available at: https://www.bbc.com/news/world-africa-68314158 (assessed on 26/11/2025)

[32] BBC, Guinea junta appoints Mamadou Oury Bah as new prime minister, 28.02.2024, available at: https://www.bbc.com/news/world-africa-68400220 (assessed on 26/11/2025)

[33] Human Rights Watch, World Report 2025 – Guinea, 16.01.2025, https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/guinea (assessed on 26/11/2025) 

[34] HRW - Human Rights Watch, Guinea: Landmark Verdict in Stadium Mass Killings Trial Guinean Ex-President, Ministers Found Guilty, 31 July 2024, available at: https://www.hrw.org/news/2024/07/31/guinea-landmark-verdict-stadium-mass-killings-trial (assessed on 26/11/2025)

[35] RULAC, Geneva Academy, map, available at: https://www.rulac.org/browse/map (assessed on 26/11/2025)

[36] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Guinea, Events / Fatalities, Political Violence (violence against civilians, explosions/remote violence, riots, battles, protests), Past Year (last update 14/11/2025), https://acleddata.com/platform/explorer (assessed on 27/11/2025)

[37] World Population Review, Guinea: Conakry, https://worldpopulationreview.com/cities/guinea/conakry (assessed on 27/11/2025)

[38]  Severe Malaria Observatory, Guinea's health system, n.d., https://www.severemalaria.org/countries/guinea/guineas-health-system, (assessed on 26/11/2025)

[39] Severe Malaria Observatory, Guinea's health system, n.d., https://www.severemalaria.org/countries/guinea/guineas-health-system, (assessed on 26/11/2025)

[40] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Guinea, 19/03/2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105871/country_report_2024_GIN.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/05/2024), (assessed on 26/11/2025)

[41] ZIRF - Zentralstelle für Informationsvermittlung zur Rückkehrförderung: Guinea - Country Fact Sheet 2022, December 2022 https://files.returningfromgermany.de/files/CFS_2022_Guinea_EN.pdf(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/05/2024), (assessed on 26/11/2025)

[42] ZIRF - Zentralstelle für Informationsvermittlung zur Rückkehrförderung: Guinea - Country Fact Sheet 2022, December 2022 https://files.returningfromgermany.de/files/CFS_2022_Guinea_EN.pdf(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/05/2024), (assessed on 26/11/2025).

[43] ZIRF - Zentralstelle für Informationsvermittlung zur Rückkehrförderung: Guinea - Country Fact Sheet 2022, December 2022
https://files.returningfromgermany.de/files/CFS_2022_Guinea_EN.pdf(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/05/2024), (assessed on 26/11/2025)

[44] SFH - Schweizerische Flüchtlingshilfe: Guinea: Behandlung von HIV/Aids, 12 October 2018
https://www.ecoi.net/en/file/local/2018027/181012-gui-traitement-vih-d.pdf  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/05/2024), (assessed on 26/11/2025)

[45] ZIRF - Zentralstelle für Informationsvermittlung zur Rückkehrförderung: Guinea - Country Fact Sheet 2022, December 2022
https://files.returningfromgermany.de/files/CFS_2022_Guinea_EN.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/05/2024), (assessed on 26/11/2025)

[46] UK Home Office, Foreign travel advice, Guinea, Health 10 April 2024, available at: https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/guinea/health (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/05/2024), (assessed on 26/11/2025)

[47] WHO, Tuberculosis, n.d., https://www.who.int/health-topics/tuberculosis#tab=tab_1, (assessed on 26/11/2025)

[48] WHO, Tuberculosis, n.d., https://www.who.int/health-topics/tuberculosis#tab=tab_1, (assessed on 26/11/2025)

[49] WHO, Tuberculosis, n.d., https://www.who.int/health-topics/tuberculosis#tab=tab_1, (assessed on 26/11/2025)

[50] ZIRF - Zentralstelle für Informationsvermittlung zur Rückkehrförderung: Guinea - Country Fact Sheet 2022, December 2022
https://files.returningfromgermany.de/files/CFS_2022_Guinea_EN.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/05/2024), (assessed on 26/11/2025)

[51] Λόγω περιορισμένης πρόσβασης στην πλατφόρμα του MedCOI (ήτοι πρόσβαση με τη δημιουργία προφίλ και κωδικών) δεν είναι η απευθείας παραπομπή στην πηγή άντλησης των πληροφοριών. 

[52] Hygeia.gr, «Tραχηλική Φυματική Λεμφαδενίτις», Αρθρογράφος: Δρ. Παναγιώτης Μ. Μαυρουδής – Πνευμονολόγος,  https://www.hygeia.gr/traxiliki-fymatiki-lemfadenitis/ (assessed on 26/11/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο