V.G.D. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 6519/2021, 27/11/2025
print
Τίτλος:
V.G.D. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 6519/2021, 27/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπoθ. Αρ.: 6519/2021

27 Νοεμβρίου 2025

[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ.] 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

V.G.D.

Αιτητής 

 -και- 

 

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου 

Καθ' ων η Αίτηση 

 

Κ. Χαρίτου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Β. Θωμά (κα), Δικηγόροι της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η Αίτηση.  

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ Δ ΔΔΔΠ:  Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 15/09/2021, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική, στερημένη οπουδήποτε έννομου αποτελέσματος, αναγνωρίζοντας τον Αιτητή ως πρόσφυγα ή δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την τροποποιημένη αίτηση ακυρώσεως, την Ένσταση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, κατατεθέν ως τεκμήριο Α στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος Ιράν, κάτοχος διαβατηρίου με ημερομηνία έκδοσης την 25/08/2018, ο οποίος σύμφωνα με δική του δήλωση εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του στις 12/09/2018 και μέσω Τουρκίας μετέβη στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, από όπου στη συνέχεια εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Στις 21/09/2018 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας.

 

Στις 11/02/2021 και 12/03/2021 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις του Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (πρώην EASO) και στις 12/08/2021 ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή. Στις 20/08/2021, συγκεκριμένος λειτουργός, δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή καθώς και την επιστροφή του στο Ιράν δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου.

 

Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 15/09/2021 μαζί με την αιτιολογία αυτής, παραλήφθηκε δια χειρός από τον Αιτητή αυθημερόν θέτοντας την υπογραφή του αφού προηγουμένως του επεξηγήθηκε το περιεχόμενο της σε γλώσσα που κατανοεί πλήρως.

 

Εμπρόθεσμα ο Αιτητής, αρχικά αυτοπροσώπως και στην συνέχεια δια συνηγόρου, καταχώρισε την υπό κρίση προσφυγή προσβάλοντας την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Εκκρεμούσης της καταχώρησης των γραπτών αγορεύσεων των συνηγόρων των μερών, ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για προσαγωγής μαρτυρίας η οποία με ενδιάμεση απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ημερομηνίας 31/05/2023, εγκρίθηκε μερικώς. Αποτέλεσμα τούτου ο Αιτητής καταχώρησε ένορκη δήλωση επισυνάπτοντας ως Τεκμήριο 1 Δικαστική απόφαση του Δεύτερου Τμήματος του Γενικού και Επαναστατικού Δικαστηρίου της Isfahan, ημερομηνίας 16/06/2021 και μετάφρασης αυτής ημερομηνίας 12/11/2021 ως Τεκμήριο 2.

 

Η συνήγορος του Αιτητή, μέσω της γραπτής της εμπεριστατωμένης αγόρευσης, βάλλει κατά της προσβαλλόμενης απόφασης για εσφαλμένη αξιολόγηση της αξιοπιστίας- μη εξατομικευμένη, αντικειμενική και αμερόληπτη αξιολόγηση, μη ενδελεχής έλεγχος και μη αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων κατά τον περί Προσφύγων Νόμο. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής δεν υπέπεσε σε αντίφαση αναφορικά με το πρόβλημα υγείας στο πόδι του. Όταν μάλιστα ερωτήθηκε σχετικά, επεξήγησε με μεγαλύτερη ακρίβεια τι είχε συμβεί, ισχυριζόμενος ότι ο τραυματισμός του κατά τη διαδήλωση επιδείνωσε το πρόβλημα υγείας που ήδη είχε. Ισχυρίζεται ότι ο τραυματισμός του από τις αρχές, κατά την διάρκεια της συμμετοχής του στη διαδήλωση, έπρεπε να ληφθεί υπόψη ως στοιχείο προηγούμενης δίωξης του και όχι ο λειτουργός να εστιάσει στο κατά πόσο η επέμβαση στο πόδι του ευθύνεται αποκλειστικά στα χτυπήματα που δέχθηκε σκόπιμα κατά την διαδήλωση ή/και σε άλλο προγενέστερο πρόβλημα υγείας του, το οποίο είχε δε αναφέρει σε άλλο στάδιο της συνέντευξης του (σελ.8 συνέντευξη). Περαιτέρω η κ. Χαρίτου υποστηρίζει την έλλειψη δέουσας έρευνας ως προς την απόρριψη του ισχυρισμού του Αιτητή ότι οι αρχές τον αναζήτησαν τον Ιούλιο του 2018 επειδή είχε στοχοποιηθεί από τις διαδηλώσεις και πιθανώς λόγω του ιστορικού του με το Πανεπιστήμιο. Αποτελεί θέση της ότι εάν ο λειτουργός είχε ανατρέξει σε πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του Αιτητή θα είχε διαπιστώσει ότι δεν είναι εφικτό ένας Ιρανός πολίτης να γνωρίζει από ποια αρχή ερευνάται ή διώκεται, ειδικά όταν δεν έχει λάβει σχετικό ένταλμα σύλληψης. Επομένως, οι Καθ’ων η αίτηση, κατά την ευπαίδευτο συνήγορο δεν έλαβαν υπόψη όλους τους δείκτες αξιοπιστίας αλλά περιορίστηκαν στο στοιχείο της επάρκειας λεπτομερειών και σαφήνειας, υποστηρίζοντας ότι ο λειτουργός που διεξήγαγε την συνέντευξη δεν είχε τις κατάλληλες γνώσεις περί των πολιτισμικών χαρακτηριστικών του Αιτητή, ώστε αυτά να συνεκτιμηθούν κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των δηλώσεων του. Ακολούθως παραθέτει τα στοιχεία εκείνα και τις σχετικές πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του Αιτητή που επιβεβαιώνουν την ορθότητα των ισχυρισμών του. Αναφέρθηκε επιπλέον στην εκδίωξη του από το πανεπιστήμιο και τη συμβολή αυτού του γεγονότος στην στοχοποίηση του από τις Ιρανικές αρχές, παραθέτοντας σχετικές πληροφορίες σε σχέση με τη μεταχείριση φοιτητών με ακτιβιστική δράση. Συνέχισε με την δίωξη του για συμμετοχή σε αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις και παρέθεσε σχετικές πληροφορίες για ψευδείς κατηγορίες χωρίς αποδεικτικά, αυθαίρετες κρατήσεις και καταδίκες, οι οποίες ως δήλωσε η κ. Χαρίτου ενισχύουν το διατακτικό της τελικής καταδικαστικής απόφασης εναντίον του. Αποτελεί θέση της συνηγόρου ότι οι ποινές που του επιβλήθηκαν από το Δικαστήριο αποτελούν μορφή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης ή βασανιστήρια αναφερόμενη στην έντονη παρουσία και εξουσία των Φρουρών της Επανάστασης από τους οποίους ο Αιτητής διώκεται στην χώρα, υποστηρίζοντας την απουσία κρατικής προστασίας στην χώρα καταγωγής του Αιτητή. Τέλος, αποτελεί θέση της ότι σε περίπτωση που δεν αναγνωρισθεί στο Αιτητή καθεστώς πρόσφυγα βάσει αποδιδόμενων σε αυτόν πολιτικών λόγων θα πρέπει να τύχει συμπληρωματικής προστασίας καθότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει σοβαρό κίνδυνο βλάβης υπό μορφή βασανιστηρίων, απάνθρωπης και/ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, ως προβλέπεται στο στοιχείο β του άρθρου 15, αντίστοιχο άρθρο 19(2)(β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση, με τη δική τους γραπτή αγόρευση, υπεραμύνονται της νομιμότητας και της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Υποστηρίζουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και Κανονισμών, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, σύμφωνα με τις γενικές αρχές διοικητικού δικαίου και είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη, απορρίπτοντας όλους τους ισχυρισμούς του Αιτητή και καλώντας το Δικαστήριο όπως επικυρώσει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Κατά τις διευκρινήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των μερών υιοθέτησαν το περιεχόμενο των αγορεύσεων τους.

 

Έχω μελετήσει με μεγάλη προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων και δεδομένου ότι το Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018, κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο όπως καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που αυτός προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματος του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα, αιτιολογημένα και εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας, λαμβάνοντας υπόψη τους εγειρόμενους από τη συνήγορο του Αιτητή ισχυρισμούς προς ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης και αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα ή δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας.

 

Με την αίτηση του για διεθνή προστασία ο Αιτητή δήλωσε αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του πως θα εκθέσει αυτούς τους λόγους κατά την συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Κατά την συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και ως προς το προσωπικό του προφίλ επιβεβαίωσε ότι είναι υπήκοος Ιράν, γεννηθείς στο χωριό Doorak, όπου μεγάλωσε και στην συνέχεια μετέβη περίπου το 2013/2014 στην Isfahan, όπου έζησε μέχρι να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του. Κατά δήλωσή του άγαμος και άτεκνος. Ως προς την πατρική του οικογένεια, οι γονείς του, οι δύο αδελφές του και ο ένας αδελφός και του διαμένουν στο χωριό Doorak και ο δεύτερος αδελφός του στην Isfahan. Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο δήλωσε ότι έχει λάβει 15 με 16 έτη σχολικής εκπαίδευσης. Με την ολοκλήρωση της φοίτησης του στο λύκειο, συνέχισε με σπουδές στο Πανεπιστήμιο στην Gandoman, τις οποίες δεν ολοκλήρωσε διότι αποβλήθηκε λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς. Δεν έχει εργαστεί στην χώρα καταγωγής του, την οποία εγκατέλειψε στις 12 Σεπτεμβρίου 2018 με χρήση διαβατηρίου, το οποίο εξέδωσε λίγες ημέρες προηγουμένως.

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του δήλωσε πως αναζητείται από τις αρχές επειδή συμμετείχε σε μια διαδήλωση στις 29 Δεκεμβρίου 2017. Ειδικότερα, δήλωσε ότι κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδήλωσης ενώ περπατούσε με το πλήθος φθάνοντας στην πλατεία Anghalab, η αστυνομία άρχισε να πλησιάζει τους διαδηλωτές. Προσπάθησε να διαφύγει μαζί με έναν φίλο του και κρύφτηκαν κάτω από μια γέφυρα, αλλά όταν επιχείρησαν να φύγουν, οι επιβαίνοντες μιας μηχανής, πιθανώς μέλη των αρχών, τον χτύπησαν προκαλώντας του τραυματισμούς στα πόδια και γρατζουνιές στα μάτια. Ο φίλος του τον βοήθησε να επιστρέψει στο σπίτι του στην Isfahan καλώντας ένα ταξί για να τον παραλάβει. Εκεί έμεινε δύο με τρεις ημέρες για να αναρρώσει και στη συνέχεια μετέβη στο πατρικό του χωριό. Ενόσω βρίσκονταν στην πατρική του οικία ενημερώθηκε από τη μητέρα του φίλου του ότι ο υιός της συνελήφθη από τις αρχές, γεγονός που τον ώθησε να ξεκινήσει τις διαδικασίες για να εγκαταλείψει τη χώρα. Μετά από κάποιο διάστημα επέστρεψε στην Isfahan όπου υπεβλήθη σε επέμβαση καθότι συνέχισε να πονάει. Δήλωσε πως ήταν καρκινοπαθής, διότι είχε ήδη όγκο στο πόδι, ο οποίος χειροτέρευσε από τα τραύματα που υπέστη στην διαδήλωση. Εγκατέλειψε τη χώρα 9 με 10 μήνες από την συμμετοχή του στη διαδήλωση. Προσέθεσε ότι τον Ιούλιο του 2018 αστυνομικοί πήγαν στην πατρική του οικία και έψαξαν το δωμάτιο του, πληροφορία που έλαβε από τον πατέρα του. Από τον Ιούλιο του 2018 έως να εγκαταλείψει την χώρα δεν δέχθηκε κάποια άλλη ενόχληση από τις αρχές. Εγκατέλειψε τη χώρα νόμιμα χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα κατά την έξοδο του.

 

Κληθείς να αποκριθεί τι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του δήλωσε ότι δεν γνωρίζει ακριβώς τι θα συμβεί. Εικάζει ότι θα τον συλλάβουν, θα τον ανακρίνουν σε σχέση με το που βρισκόταν και θα τον στείλουν στη φυλακή. Δεν ξέρει εάν είναι σε θέση να μεταβεί και να εγκατασταθεί σε άλλη περιοχή εντός της χώρας καταγωγής του.

 

Περαιτέρω, τέθηκαν στον Αιτητή διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με τη συμμετοχή του στην διαδήλωση στις 29 Δεκεμβρίου 2017. Ειδικότερα, δήλωσε ότι η διαδήλωση έλαβε χώρα στην περιοχή Isfahan, Police Avenue, στην οποία συμμετείχε πλήθος ατόμων. Δεν γνώριζε ποιος οργάνωσε τη διαδήλωση, ο ίδιος ενημερώθηκε για αυτήν μέσω ενός μηνύματος στην εφαρμογή Telegram, το οποίο καλούσε τους νέους της Isfahan να συμμετάσχουν στην διαδήλωση. Συμμετείχε στην διαδήλωση εξαιτίας της απογοήτευσης του προς την κυβέρνηση και επειδή ήταν θυμωμένος με την αποβολή του από το Πανεπιστήμιο. Σε σχέση με την αποβολή του από το πανεπιστήμιο δήλωσε ότι αποβλήθηκε για μια πρόταση που είπε στον καθηγητή του, η οποία θεωρήθηκε ως αντίθετη με τον κώδικα συμπεριφοράς που πρέπει να τηρούν οι φοιτητές. Ως προς την ταυτότητα αυτών που τον χτύπησαν, δηλαδή των αναβατών της μηχανής, δήλωσε ότι πιθανότατα ήταν μέλη των αρχών, επειδή, παρόλο που δεν φορούσαν στολή, κρατούσαν στα χέρια τους τηλέφωνο με το οποίο επικοινωνούσαν με την αστυνομία. Επεξήγησε ότι είχαν σπρέι πιπεριού, ένα τηλέφωνο και ένα ξύλο με το οποίο χτυπούσαν τους διαδηλωτές. Πιστεύει ότι τον χτύπησαν επειδή τον στοχοποίησαν, καθώς, όπως δήλωσε, συνήθως οι αρχές και ιδιαίτερα όσοι κινούνται στους δρόμους με μηχανές ενεργούν έτσι για να εκφοβίσουν τον κόσμο. Ως προς τη σύλληψη του φίλου του, δήλωσε ότι συνελήφθη περίπου το Μάρτιο του 2018, 5 με 6 μήνες πριν να εγκαταλείψει ο Αιτητής τη χώρα. Πρόσθεσε ότι ο φίλος του αφέθηκε ελεύθερος. Δεν γνωρίζει το λόγο της σύλληψης του, εικάζει ότι αφορά τη συμμετοχή του στη διαδήλωση. Ως προς την έρευνα της αστυνομίας στο σπίτι του δήλωσε ότι στις 6 Ιουλίου 2018 οι αρχές επισκέφθηκαν το πατρικό του σπίτι, έκαναν έλεγχο ακόμη και στο δωμάτιό του και πήραν την φοιτητική του ταυτότητα. Εκείνος βρισκόταν στο σπίτι που νοίκιαζε στην Isfahan, και ενημερώθηκε από τον πατέρα του την επόμενη μέρα. Δεν γνωρίζει ποια αρχή διενήργησε τον έλεγχο ούτε τον ακριβή λόγο, αλλά πιθανολογεί ότι σχετίζεται με τη σύλληψη φίλου του τον Μάρτιο 2018, ο οποίος πιθανώς να έδωσε τη διεύθυνσή του στις αρχές κατά την ανάκριση του. Πιθανολογεί ότι οι αρχές ήθελαν να τον συλλάβουν και να τον ανακρίνουν. Ερωτηθείς για ποιο λόγο ενώ ο φίλος του συνελήφθη τον Μάρτιο του 2018, οι αρχές τον αναζήτησαν τον Ιούλιο του 2018 και όχι νωρίτερα, ανέφερε πως δεν γνωρίζει, εικάζει ότι αφότου ο φίλος του τους έδωσε την διεύθυνση του και μιας και ήταν μαζί του στη διαδήλωση, τους πήρε λόγο χρόνο να τον στοχοποιήσουν.

 

Ως προς την χειρουργική επέμβαση στην οποία υπεβλήθη δήλωσε ότι είχε όγκο στο πόδι, ο οποίος χειροτέρεψε μετά τα χτυπήματα κατά τη διαδήλωση. Δήλωσε ότι η ιατρική αναφορά εκδόθηκε στο όνομα του αδελφού του, και πως χρησιμοποίησε την ταυτότητα του για να προχωρήσει με την εγχείρηση.

 

Κατά την συνέντευξη του και προς επίρρωση των ισχυρισμών του ο Αιτητής προσκόμισε τα εξής έγγραφα όπως καταγράφηκαν στην Εισηγητική έκθεση:

1.  Δύο (2) φωτογραφίες μετά την εγχείρηση του Αιτητή στο πόδι,

2.  Τέσσερις (4) φωτογραφίες που απεικονίζουν την οικία του Αιτητή μετά την έρευνα της αστυνομίας,

3. Ιατρικά έγγραφα

4. Πρωτότυπο Διαβατήριο με ημερομηνία έκδοσης 25 Αυγούστου 2018 από τις Ιρανικές αρχές.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή, διέκρινε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς και αφορούν πρώτον την ταυτότητα και χώρα καταγωγής του Αιτητή και δεύτερο το γεγονός ότι ο Αιτητής καταζητείται από τις Ιρανικές αρχές μετά τη συμμετοχή του σε διαδήλωση.

 

Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός καθώς οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τα στοιχεία της ταυτότητας του (θρήσκευμα, περιοχή συνήθους διαμονής και καταγωγής στην χώρα καταγωγής του) κρίθηκαν συνεκτικές και επαρκείς πληροφοριών, βρίσκουν δε έρεισμα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από την χώρα καταγωγής της Αιτητή.

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή απορρίφθηκε ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστος. Ειδικότερα, κρίθηκε πως οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τον τρόπο υπό τον οποίο τελικά ταυτοποιήθηκε από τις αρχές κατά την διάρκεια της διαδήλωσης ήταν γενικόλογες και μη συγκεκριμένες. Επίσης, δεν ήταν σε θέση να παραθέσει λεπτομέρειες σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες οι αρχές πήγαν και έψαξαν την πατρική του οικία στην Doorak. Σε σχέση με αυτό το γεγονός, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι δεν γνωρίζει το λόγο για τον οποίο οι αρχές έψαξαν το σπίτι του, υποθέτοντας ότι ο φίλος του έδωσε την διεύθυνση του στην αστυνομία. Όταν κλήθηκε να αναπτύξει με περισσότερες πληροφορίες την κατ’ οίκον έρευνα της αστυνομίας, δήλωσε ότι ο πατέρας του τον ενημέρωσε τηλεφωνικά σχετικά με αυτήν την επίσκεψη την επόμενη ημέρα, χωρίς να είναι σε θέση να συγκεκριμενοποιήσει τον αριθμό των ατόμων που πήγαν σπίτι του καθώς και να προσδιορίσει την αρχή που πραγματοποίησε την έρευνα. Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε να παραθέσει μια πειστική εξήγηση σχετικά με το πως οι αρχές ξεκίνησαν να τον ερευνούν. Όταν του δόθηκε η δυνατότητα να επεξηγήσει την ανωτέρω δήλωσή του, δεν ήταν σε θέση να το πράξει, βασιζόμενος σε εικασίες ότι ο φίλος του, ο οποίος συνελήφθη, έδωσε πληροφορίες για αυτόν. Ούτε ήταν ο Αιτητής σε θέση να επεξηγήσει με πειστικό και συνεκτικό τρόπο το λόγο για τον οποίο οι αρχές ερεύνησαν τον Αιτητή περίπου 4 μήνες από την σύλληψη του φίλου του.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό κρίση ισχυρισμού, αξιολογήθηκαν τα έγγραφα που ο Αιτητής προσκόμισε προς υποστήριξη των δηλώσεων του. Ειδικότερα, αναφορικά με τις φωτογραφίες που απεικονίζουν το πόδι του Αιτητή μετά την επέμβαση, ο Αιτητής παρέθεσε δύο διαφορετικές εκδοχές σχετικά με το λόγο που τον οδήγησε στο να υποβληθεί σε επέμβαση στο νοσοκομείο. Αναφορικά με τις φωτογραφίες που απεικονίζουν το σπίτι του Αιτητή μετά την έρευνα των αρχών, δεδομένης της γενικόλογης φύσης αυτών των φωτογραφιών, δεν είναι δυνατό να επιβεβαιωθεί ότι αυτές συνδέονται με τα γεγονότα που περιέγραψε ο Αιτητής κατά την συνέντευξη του. Καταληκτικά, τα ανωτέρω έγγραφα δεν έγιναν αποδεκτά.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση προχώρησαν σε έρευνα από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την πολιτική κατάσταση στο Ιράν και συγκεκριμένα τις διαδηλώσεις που ξεκίνησαν το Δεκέμβριο του 2017 στην χώρα. Παρόλο που αυτές οι πληροφορίες αναφορικά με τις διαδηλώσεις που έλαβαν χώρα το 2017, συνάδουν με τις δηλώσεις του Αιτητή, λαμβάνοντας υπόψη τη μη θεμελιωθείσα εσωτερική αξιοπιστία των υπό κρίση δηλώσεων του, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Ιράν και στην περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή εκεί ότι δεν στοιχειοθετείται κίνδυνος δίωξης/σοβαρής βλάβης στη βάση του πρώτου ισχυρισμού (ήτοι ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής) ως αυτός έγινε αποδεκτός.

 

Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων, κρίθηκε ότι στη βάση των προβαλλόμενων δηλώσεων του, ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, εφόσον δεν διαπιστώθηκε φόβος δίωξης του με βάση την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική άποψη, σύμφωνα με το άρθρο 3Δ(1) του Περί Προσφύγων Νόμου.  Περαιτέρω, κατέληξαν ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του Αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, δυνάμει του άρθρου 19 εδάφια (1) και (2) (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου. Ως προς άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, λαμβάνοντας υπόψη ότι στο Ιράν δεν υφίστατο διεθνής ή ένοπλη σύρραξη κατέληξαν ότι σε περίπτωση επιστροφής του στον τελευταίο τόπο διαμονής του στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής δεν θα είναι σε κίνδυνο να αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή ως άμαχος πολίτης.

 

Ως εκ των πιο πάνω οι Καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν την αίτηση του Αιτητή, αποφασίζοντας παράλληλα την επιστροφή του στο Ιράν.

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Είναι καθόλα κατανοητό, ότι για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.

 

Το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον Αιτητή  να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία.  Ο Αιτητής  έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη του ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομικής διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του Αιτητή οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός.

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2013) 3 Α.Α.Δ. 120, Α. Παπουτέ ν. Χρ. Κασάπη και Κυπριακής Δημοκρατίας, Συν. Αναθ. Έφεση 112/15 και 131/15 ημερομηνίας 13/07/2022).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.

 

Ως προς την αιτιολόγηση των αποφάσεων της Διοίκησης, είναι επιβεβλημένη για να μπορεί το Δικαστήριο να ελέγξει εάν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με το Νόμο και για να παρέχεται η δυνατότητα να αντιληφθεί το Δικαστήριο που βασίστηκε το αρμόδιο όργανο για να καταλήξει στην απόφασή του (βλ. Γρηγορόπουλος κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 4 ΑΑΔ 1414). 

 

Στην απόφαση Γενεθλίου ν. Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων (1990) 3 ΑΑΔ 4096, λέχθηκαν τα ακόλουθα: «Οι αποφάσεις των Διοικητικών Αρχών πρέπει να περιέχουν πλήρη επαρκή και σαφή αιτιολογία. Η αιτιολογία αυτή μπορεί να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου. Η πλήρης αιτιολογία περιέχει ή δείχνει τη νομική βάση της διοικητικής απόφασης. Η αιτιολογία συνδέεται άμεσα με τη νομική έκδοση και νομιμότητα της διοικητικής πράξης. Περαιτέρω είναι αναγκαία για να μπορεί με ευχέρεια να γίνεται ο δικαστικός έλεγχος».

 

Πριν το Δικαστήριο προχωρήσει στην αξιολόγηση του συνόλου των ενώπιόν του στοιχείων, στη βάση της παρεχόμενης εκ του Νόμου δικαιοδοσίας, αλλά και στην εξέταση της ουσίας της παρούσας υπόθεσης, κρίνω σκόπιμο όπως παρατεθούν οι δηλώσεις του Αιτητή κατά τη ενώπιον μου διαδικασία, εφόσον κρίθηκε αναγκαίο το ίδιο το Δικαστήριο να προβεί σε κατ΄ουσία εξέταση της αίτησης του Αιτητή θέτοντας στον Αιτητή περαιτέρω ερωτήσεις προς διερεύνηση του πυρήνα του αιτήματός του.

 

Ειδικότερα στον Αιτητή τέθηκαν ερωτήσεις σχετικά με την προσκομιζόμενη μαρτυρία, η οποία αφορά το αντίγραφο δικαστικής απόφασης με ημερομηνίας σύνταξης 16/6/2021. Κληθείς να περιγράψει το περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου ο Αιτητής δήλωσε ότι η απόφαση εκδόθηκε από τους Φρουρούς της Επανάστασης και ότι καταδικάστηκε εξαιτίας της διαδήλωσης που έκαναν εναντίον της κυβέρνησης.  Ερωτηθείς εάν κλήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ή εάν του κοινοποιήθηκε κλήση προς εμφάνιση στο Δικαστήριο ή κατηγορητήριο, απάντησε αρνητικά. Δήλωσε πως ούτε οι γονείς του είχαν παραλάβει κάποια κλήση προς εμφάνιση ή κάποιο άλλο σχετικό έγγραφο. Κληθείς να επεξηγήσει για ποιο λόγο το έγγραφο που προσκόμισε γράφει ότι του απεστάλησαν ηλεκτρονικές κλήσεις και ότι δεν παρέστη σε καμία από αυτές για εξηγήσεις, επανέλαβε ότι δεν παρέλαβε κάτι ούτε αυτός ούτε οι γονείς του. Ερωτηθείς σχετικά με το ότι κατηγορείται, σύμφωνα με το έγγραφο που προσκόμισε, για σύσταση ομάδας με σκοπό τη διατάραξη της ασφάλειας δήλωσε ότι συμμετείχε σε μια διαδήλωση και ότι οι Φρουροί της Επανάστασης γράφουν ότι θέλουν στην απόφαση. Ανέφερε ότι στην πορεία ήταν μόνος του παρέα με τους φίλους του. Δήλωσε, ακόμη, ότι δημοσιεύει στο Instagram αλλά δεν γνωρίζει εάν οι αναρτήσεις του έχουν γίνει αντιληπτές από τις αρχές της χώρας. Προσέθεσε πως οι κατηγορίες που του επιρρίφθηκαν ήταν ψευδείς. Εικάζει δε, ότι οι φίλοι του, οι οποίοι αναφέρονται ως μάρτυρες στην καταδικαστική απόφαση, τον κατέδωσαν στις αρχές κατόπιν βασανιστηρίων και πιέσεων. Ακολούθως ο Αιτητής ερωτήθηκε από το Δικαστήριο σχετικά με την αντίφαση που εντοπίστηκε μεταξύ των δηλώσεών του και του περιεχομένου του εγγράφου, αναφορικά με το χρόνο κατά τον οποίο έλαβε χώρα η διαδήλωση για τη συμμετοχή στην οποία κατ΄ισχυρισμό καταδικάστηκε. Ο Αιτητής αρχικά ανέφερε ότι συμμετείχε σε διαδήλωση το 2017, ωστόσο η καταδικαστική απόφαση αναφέρεται στις μαρτυρίες δύο προσώπων που συνελήφθησαν σε διαδήλωση τον Φεβρουάριο του 2018. Απαντώντας, ισχυρίστηκε ότι ενδέχεται να έγινε λάθος στη χρονολόγηση, και πως παρόλο που έλαβε μέρος σε μια διαδήλωση το 2017, τον κατηγόρησαν ψευδώς για συμμετοχή σε διαδήλωση τον Φεβρουάριο του 2018 στην οποία ωστόσο δεν έλαβε μέρος. Δήλωσε ότι κατά την παραμονή του στην Κύπρο συμμετείχε σε μια διαδήλωση στην Περσική Πρεσβεία και ότι επιδίδεται σε αντικυβερνητικές δραστηριότητες στο διαδίκτυο. Τέλος, επιβεβαίωσε πως από την ημερομηνία σύνταξης της καταδικαστικής απόφασης, στις 16/06/2021, δεν δέχθηκε καμία ενόχληση από τις αρχές της χώρας του, ούτε ο ίδιος ούτε οποιοδήποτε άλλο μέλος της οικογένειάς του.

 

Τούτων λεχθέντων προχωρώ στην αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή με σκοπό την εξέταση της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία, ήτοι την ταυτότητα και χώρα καταγωγής του Αιτητή ο ισχυρισμός γίνεται δεκτός αφού οι δηλώσεις του κρίνονται ως λεπτομερείς και σαφείς και επιβεβαιώνονται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης.

 

Αξιολογώντας τώρα τις δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό αναζήτησή του από τις Ιρανικές αρχές μετά την συμμετοχή του σε διαδήλωση, ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης διακρίνω ότι παρά το ότι ο Αιτητής περιγράφει την συμμετοχή του στη διαδήλωση του Δεκεμβρίου 2017 και τα γεγονότα που ακολούθησαν με σχετική λεπτομέρεια, το αφήγημά του παρουσιάζει σημαντικές   ασυνέπειες, ουσιώδεις αντιφάσεις και λογικά κενά, τα οποία δεν μπορώ να παραγνωρίσω.

 

Ειδικότερα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι συμμετείχε σε διαδήλωση στην Isfahan τον Δεκέμβριο του 2017, κατά την οποία δέχθηκε επίθεση από άτομα που επέβαιναν μοτοσικλέτας, τα οποία πιθανολογεί ότι ανήκαν στις ιρανικές αρχές. Παρά την προβολή του περιστατικού αυτού ως γεγονότος που τον έθεσε υπό αναζήτηση, ο Αιτητής παραδέχθηκε ότι, πέρα από μια επίσκεψη των αρχών στο πατρικό του σπίτι τον Ιούλιο του 2018, δεν υπήρξε καμία περαιτέρω ενόχληση από καμία κρατική υπηρεσία μέχρι την αναχώρησή του από τη χώρα. Ωστόσο η αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του έγινε νόμιμα και χωρίς κανένα εμπόδιο χρησιμοποιώντας   διαβατήριο εκδοθέν από την   χώρα του λίγες ημέρες προηγουμένως, γεγονός που δεν συνάδει με το προφίλ ατόμου που διώκεται από τις αρχές ασφαλείας.

 

Επιπλέον, η αφήγησή του περιλαμβάνει σημεία που εγείρουν εύλογα ερωτήματα ως προς την ακρίβεια των ισχυρισμών του, όπως η κατ΄ ισχυρισμό χειρουργική επέμβαση που πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας την ταυτότητα του αδελφού του, χωρίς να υπάρχει εύλογη εξήγηση για τη δυνατότητα πραγματοποίησης ιατρικής πράξης σε ξένο όνομα εντός ενός συστήματος που κατά κανόνα απαιτεί ταυτοποίηση. Παράλληλα, ο ισχυρισμός του ότι ένας όγκος στο πόδι «επιδεινώθηκε» από χτυπήματα παραμένει ιατρικά ατεκμηρίωτος.

 

Τα προβλήματα αξιοπιστίας επιτείνονται σημαντικά στο σημείο όπου ο Αιτητής κλήθηκε να εξηγήσει το περιεχόμενο του εγγράφου που προσκόμισε ως «καταδικαστική απόφαση» ημερομηνίας 16/6/2021. Αν και ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι η απόφαση αφορά τη συμμετοχή του στη διαδήλωση του 2017, το έγγραφο αναφέρεται ρητά σε διαδήλωση του Φεβρουαρίου 2018, καθώς και σε μαρτυρίες δύο συλληφθέντων που φέρονται να τον κατονομάζουν, ενώ ο ίδιος παραδέχεται ότι δεν συμμετείχε σε διαδήλωση αυτή τη χρονική περίοδο. Η εξήγηση που έδωσε, ότι «ίσως έγινε λάθος στη χρονολόγηση», δεν είναι πειστική, καθώς το κείμενο του εγγράφου δεν περιέχει ενδείξεις πρόχειρης καταχώρισης ή μεμονωμένου σφάλματος, αλλά σαφή περιγραφή διαφορετικής υπόθεσης.

 

Ταυτόχρονα, ο Αιτητής αρνήθηκε ότι έχει ποτέ λάβει οποιαδήποτε κλήση, ειδοποίηση ή δικαστικό έγγραφο, παρά το ότι η προσκομιζόμενη απόφαση αναφέρει ρητά ότι του απεστάλησαν ηλεκτρονικές κλήσεις στις οποίες δεν ανταποκρίθηκε. Ο ισχυρισμός του ότι δεν παρέλαβε κανένα έγγραφο, ούτε ο ίδιος ούτε η οικογένειά του, βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με το περιεχόμενο του εγγράφου που ο ίδιος επέλεξε να προσκομίσει, χωρίς να προσφέρει ικανοποιητική εξήγηση. Αντιθέτως, περιορίζεται στο να αποδώσει τις αναφορές του εγγράφου σε «ψευδείς κατηγορίες» ή σε υποτιθέμενες πιέσεις σε «μάρτυρες», χωρίς να παρουσιάζει κανένα στοιχείο που να συνηγορεί υπερ αυτών των υποθέσεων.

 

Περαιτέρω ο Αιτητής παραδέχθηκε ότι από την ημερομηνία σύνταξης της φερόμενης καταδικαστικής απόφασης το 2021 μέχρι σήμερα, ούτε αυτός ούτε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειάς του έχει δεχθεί την παραμικρή ενόχληση από τις αρχές της χώρας του. Η πλήρης απουσία οποιασδήποτε κρατικής ενέργειας προς εκτέλεση της καταδίκης ή εντοπισμό του Αιτητή είναι ασύμβατη με τη σοβαρότητα των αδικημάτων που περιγράφονται στο έγγραφο, τα οποία αφορούν υποτιθέμενη «σύσταση ομάδας με σκοπό τη διατάραξη της ασφάλειας».

 

Τέλος, οι αναφορές του σε συμμετοχή του σε διαδήλωση στην Περσική Πρεσβεία στην Κύπρο, καθώς και σε διαδικτυακή δραστηριότητα, δεν συνδέονται με κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι οι αρχές της χώρας του έχουν γνώση ή ενδιαφέρον για αυτές. Ο ίδιος παραδέχεται ότι δεν γνωρίζει αν οι αναρτήσεις του έχουν γίνει αντιληπτές από οποιαδήποτε κρατική αρχή.

 

Συνολικά, οι ουσιώδεις αντιφάσεις, οι ασυνέπειες στις χρονολογίες, η αναντιστοιχία μεταξύ δηλώσεων και προσκομισθείσας δικαστικής απόφασης, η απουσία οποιασδήποτε διωκτικής συμπεριφοράς από τις αρχές της χώρας του και η αδυναμία του Αιτητή να παράσχει λογικές ή τεκμηριωμένες εξηγήσεις για τα κενά και τις αντιφάσεις της αφήγησής του, καθιστούν τους ισχυρισμούς του μη πειστικούς.

 

Παρά τα πιο πάνω, το Δικαστήριο προχώρησε σε περαιτέρω έρευνα σε ανεξάρτητες, αξιόπιστες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με τη διαδήλωση στην οποία ως δήλωσε ο Αιτητή συμμετείχε στις 29/12/2017 στην πόλη Isfahan από όπου προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα των διαδηλώσεων στο Ιράν κατά την περίοδο 1979-2023, όπως παρουσιάζεται από το USIP, οι διαδηλώσεις του 2017-2018 ξέσπασαν τον Δεκέμβριο του 2017, λίγους μήνες μετά τη νίκη του Hassan Rouhani στις προεδρικές εκλογές, λόγω των οικονομικών πολιτικών της κυβέρνησης. Οι κινητοποιήσεις επεκτάθηκαν σε περισσότερες από 140 πόλεις, με αποτέλεσμα το θάνατο 22 διαδηλωτών και τη σύλληψη 3.700 ατόμων.[1]

 

Έκθεση του Freedom House επιβεβαιώνει ότι «προς τα τέλη Δεκεμβρίου 2017, οργισμένες διαδηλώσεις προκλήθηκαν εξαιτίας της χειροτέρευσης των οικονομικών συνθηκών και εξαπλώθηκαν σε πολλές πόλεις του Ιράν […]. Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου, αρκετοί άνθρωποι είχαν σκοτωθεί σε συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και δυνάμεων ασφαλείας, ενώ εκατοντάδες συνελήφθησαν. Οι αρχές περιόρισαν την πρόσβαση σε δημοφιλείς εφαρμογές επικοινωνίας σε μια προσπάθεια καταστολής των διαδηλώσεων».[2] Άρθρο του The Guardian αναφέρει ότι οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν την Πέμπτη, 28.12.2017 από μια σχετικά μικρή κινητοποίηση στη Mashhad —τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ιράν και κέντρο αντίθεσης προς τον πρόεδρο Ροχανί— και εξαπλώθηκαν γρήγορα σε επαρχίες όπως Kermanshah, Isfahan, το Rasht, το Qom, το Sari, το Ahvaz και πολλές άλλες. Μέχρι το απόγευμα του Σαββάτου, το κύμα των κινητοποιήσεων είχε φτάσει στην Τεχεράνη αλλά και σε πόλεις όπως στις Arak, Zanjan, Abhar, Doroud —όπου σκοτώθηκαν τουλάχιστον δύο διαδηλωτές— στις Khorramabad, Ahvaz, Karaj και Tonekabon.[3]

 

Στα τέλη Δεκεμβρίου 2017, μια μικρή διαδήλωση στη Μασάντ κλιμακώθηκε ραγδαία και εξαπλώθηκε σε περισσότερες από 50 πόλεις και κωμοπόλεις σε ολόκληρη τη χώρα, συγκεντρώνοντας περίπου 40.000 συμμετέχοντες. Οι διαδηλώσεις, που ξεπέρασαν εθνοτικές, θρησκευτικές και «κομματικές» διαχωριστικές γραμμές, επικεντρώθηκαν κυρίως στις οικονομικές δυσχέρειες, αλλά περιείχαν και έντονα αντικυβερνητικά και αντι-καθεστωτικά στοιχεία. Αν και σε γενικές γραμμές παρέμειναν ειρηνικές, καταγράφηκαν μεμονωμένα περιστατικά χαμηλής έντασης, όπως εμπρησμοί γραφείων δυνάμεων ασφαλείας ή άλλων υποδομών. Αρχικά η αστυνομία είχε την ευθύνη διάλυσης των συγκεντρώσεων, ωστόσο η κυβέρνηση ανέπτυξε στη συνέχεια μονάδες basij και τους Φρουρούς της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC), τερματίζοντας τις κινητοποιήσεις έως τις αρχές Ιανουαρίου 2018.

 

Οι διαφορές μεταξύ των διαδηλώσεων του 2009–10 και εκείνων του 2017–18, όπως επισημάνθηκαν από διεθνείς παρατηρητές, συνοψίζονται ως εξής:

·         Οι διαδηλώσεις του 2017–18 πυροδοτήθηκαν από οικονομική δυσαρέσκεια, και όχι από καταγγελίες εκλογικής νοθείας.

·         Επικεντρώθηκαν σε μικρότερες πόλεις της περιφέρειας και εξαπλώθηκαν, ενώ οι διαδηλώσεις του 2009–10 περιορίστηκαν στις μεγάλες πόλεις.

·         Οι συμμετέχοντες ήταν κυρίως συντηρητικοί Ιρανοί εργατικής τάξης, σε αντίθεση με τους μεταρρυθμιστές αστούς μεσαίας τάξης του 2009–10.

·         Δεν υπήρξε καθορισμένος ηγέτης και δεν απείλησαν ουσιαστικά τον έλεγχο της κυβέρνησης ή των δυνάμεων ασφαλείας.

·         Είχαν έντονη εθνοτική διάσταση, κάτι που δεν χαρακτήριζε τις διαδηλώσεις του 2009–10.

·         Η αντίδραση της πολιτικής ηγεσίας και των δυνάμεων ασφαλείας το 2017–18 ήταν πιο συμφιλιωτική και μετριοπαθής σε σύγκριση με το 2009–10».[4]

 

Σύμφωνα με το Iran Human Rights Documentation Center (IHRDC), καταγράφεται ότι μέσα σε λίγες ημέρες από την έναρξη των διαδηλώσεων εκατοντάδες άτομα συνελήφθησαν και δεκάδες σκοτώθηκαν, με τον ακριβή αριθμό των θυμάτων να παραμένει άγνωστος. Η Επαρχία Isfahan ήταν η περιοχή με τις περισσότερες απώλειες, καταγράφηκαν 15 θάνατοι, καθιστώντας την, την επαρχία που «σήκωσε το μεγαλύτερο βάρος» (bore the brunt) των θυμάτων κατά τις διαδηλώσεις.[5]

 

Επίσης, σύμφωνα με μαρτυρία που συγκέντρωσε το Iran Human Rights Documentation Center (IHRDC), οι πιο έντονες διαδηλώσεις στην επαρχία Isfahan εκδηλώθηκαν σε οικονομικά υποβαθμισμένες συνοικίες, όπως η Ζεϊναμπίγεχ στην ανατολική Isfahan. Οι κινητοποιήσεις εκεί ξεκίνησαν το βράδυ της 30ης Δεκεμβρίου 2017 και καταστάλθηκαν βίαια από τις δυνάμεις καταστολής, οι οποίες χρησιμοποίησαν ηλεκτροσόκ (taser), δακρυγόνα, προειδοποιητικά πυρά, ακόμη και διακοπή ρεύματος σε στύλους φωτισμού για να διαλύσουν τους συγκεντρωμένους. Ο ίδιος ο μάρτυρας ανέφερε ότι συμμετείχε και στη διαδήλωση στο Takhti Intersection, στο κέντρο της Isfahan, το επόμενο βράδυ, όπου οι δυνάμεις ασφαλείας έκαναν χρήση πραγματικών πυρών κατά των διαδηλωτών.[6]

 

Ως προς την αντίδραση του κράτους απέναντι σε αυτές τις κινητοποιήσεις, έκθεση της International Crisis Group (ICG), αναφέρει ότι η αντίδραση του κράτους χαρακτηρίστηκε ως «ασυνήθιστη», καθώς οι δυνάμεις ασφαλείας απέφυγαν να καταφύγουν άμεσα σε ωμή βία – τουλάχιστον με βάση τα δικά τους πρότυπα. Η ανωτέρω πηγή (ICG) επισημαίνει ότι ένας πιθανός λόγος για την αυτοσυγκράτηση των αρχών ήταν το γεγονός ότι η πλειονότητα των διαδηλωτών φαινόταν να προέρχεται από κοινωνικές ομάδες που αποτελούν την ίδια τη βάση στήριξης του συστήματος, δηλαδή πιο ευσεβείς, χαμηλού εισοδήματος, εργαζόμενους χειρωνακτικών επαγγελμάτων από τις περιφερειακές περιοχές της χώρας.[7]

 

Σύμφωνα με το USDOS σε έκθεση σχετικά με τις πρακτικές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων η οποία αφορά το έτος 2017 αναφέρεται ότι «η κυβέρνηση κατέστειλε μικρές διαδηλώσεις που ξεκίνησαν στην πόλη της Μασάντ στις 28 Δεκεμβρίου. Οι διαδηλώσεις αυτές στη συνέχεια εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα […]. Σύμφωνα με δημοσιεύματα μέσων ενημέρωσης, τουλάχιστον δύο διαδηλωτές σκοτώθηκαν και εκατοντάδες συνελήφθησαν έως το τέλος του έτους. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μέσα ενημέρωσης ανέφεραν, επίσης, ότι η κυβέρνηση επιβράδυνε τις ταχύτητες του διαδικτύου και περιόρισε ορισμένες εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης ως απάντηση στις διαδηλώσεις. Ως προς τις συλλήψεις η ανωτέρω έκθεση σημειώνει ότι οι αρχές προέβαιναν συχνά σε αυθαίρετες συλλήψεις με σκοπό την παρεμπόδιση δραστηριοτήτων που θεωρούνταν αντικαθεστωτικές. Αστυνομικοί με πολιτικά εμφανίζονταν απροειδοποίητα σε κατοικίες ή χώρους εργασίας, συλλάμβαναν άτομα, διενεργούσαν εφόδους και κατέσχεαν ιδιωτικά έγγραφα, διαβατήρια, υπολογιστές, ηλεκτρονικό εξοπλισμό και άλλα προσωπικά αντικείμενα, χωρίς την έκδοση εντάλματος ή την τήρηση των εγγυήσεων της δέουσας διαδικασίας».[8]

 

Το Congressional Research Service παρέχει μια επισκόπηση της αντίδρασης του κράτους στις διαδηλώσεις, σημειώνοντας ότι αυτές φέρονται να συνεχίστηκαν σε μικρότερη κλίμακα και με διαφορετικούς στόχους ακόμη και μετά τις 7 Ιανουαρίου 2018, όταν οι Φρουροί της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC) ανακοίνωσαν ότι η αναταραχή είχε τερματιστεί:

«[…]Οι Φρουροί της Επανάστασης ανακοίνωσαν στις 7 Ιανουαρίου ότι η αναταραχή είχε “κατασταλεί”, ωστόσο ορισμένες αναφορές έκαναν λόγο για συνέχιση αναταραχών σε κάποιες πόλεις, καθώς και για την εμφάνιση ομάδων όπως η “Restart”, η οποία υποστηρίζει τη δυναμική υπεράσπιση των διαδηλωτών έναντι των δυνάμεων ασφαλείας του καθεστώτος. Ιρανικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι 25 άτομα σκοτώθηκαν και σχεδόν 4.000 συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια της αναταραχής. Τον Φεβρουάριο του 2018, ορισμένες γυναίκες διαμαρτυρήθηκαν ενάντια στον αυστηρό δημόσιο ενδυματολογικό κώδικα, μερικές εκ των οποίων συνελήφθησαν. Ωστόσο, οι διαμαρτυρίες τους δεν έχουν, μέχρι σήμερα, οδηγήσει στην επανέναρξη ευρύτερης αναταραχής».[9]

Όσον αφορά τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής, ήτοι καταδικαστική απόφαση, τα οποία έχουν μεταφραστεί από την περσική στην ελληνική γλώσσα, παρατηρώ τα ακόλουθα:  Η πρώτη σελίδα φέρει τον τίτλο «Τελική απόφαση του Δικαστηρίου», φέρει τα εμβλήματα του Υπουργείου Δικαιοσύνης και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, εκδίδουσα αρχή το Γενικό Δικαστήριο της Επαρχίας Isfahan και ημερομηνία σύνταξης 16.06.2021. Η απόφαση αφορά τον Vahid Gheisari Doraki, Aliyar, Isfahan και ως κατηγορίες αναφέρονται, χωρίς να συνοδεύονται από τα συναφή άρθρα του Ποινικού Κώδικα της χώρας, οι: 1. Προπαγανδιστικές δραστηριότητες εναντίον του Καθεστώτος της Ισλαμικής Δημοκρατίας, 2. Δημιουργία ομάδας με σκοπό την διατάραξη της ασφάλειας και 3. Προσβολή του Ανώτατου Ηγέτη. Η απόφαση αναφέρει ότι ο ανωτέρω κατηγορείται για προπαγανδιστικές ενέργειες κατά του καθεστώτος, χωρίς προηγούμενη καταδίκη. Φέρεται να είχε οργανώσει ομάδα και να καλούσε άτομα σε διαμαρτυρίες σε κεντρικά σημεία της πόλης. Οι αρχές, αφού εξασφάλισαν ένταλμα έρευνας στο σπίτι του, βρήκαν στοιχεία που τον συνδέουν με δορυφορικά κανάλια και εχθρικούς παράγοντες στο εξωτερικό, σχετιζόμενα με τις διαδηλώσεις. Η υπόθεση θεωρείται σοβαρή για την εθνική ασφάλεια και αφού έλαβε χώρα ξεχωριστή έρευνα συνεργών και εμπλεκομένων αποκαλύφθηκε ότι ο κατηγορούμενος διέθετε φωτογραφίες και βίντεο των εξεγερμένων στους εχθρούς ώστε να αυτά διανεμηθούν. Η ενοχή του ενισχύεται και από τις μαρτυρίες των συλληφθέντων Mehran Karimi και Abbas Mohammadi στις συγκεντρώσεις του Φεβρουαρίου 2018. Επίσης, αναφέρεται ότι εστάλησαν ηλεκτρονικές κλήσεις στον ανωτέρω προς εμφάνιση για παροχή εξηγήσεων στις οποίες δεν αποκρίθηκε. Τέλος, καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης βάσει του άρθρου 406 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας σε 4 έτη και 6 μήνες και 60 μαστιγώματα με δυνατότητα προσφυγής κατά αυτής μέσα σε 20 ημέρες από την επίδοση στο αρμόδιο δικαστήριο της Isfahan. Ως διεύθυνση αναφέρεται η οδός Nikbakht, Γενικό Δικαστήριο της Isfahan.

 

Κατά την ένορκη δήλωση του ο Αιτητής δήλωσε ότι η απόφαση στάλθηκε στον ίδιο από τον πατέρα του, φωτογραφία αυτής, ο οποίος παρέλαβε την εν λόγω απόφαση τον Ιούνιο του 2021. Ισχυρίστηκε ότι είναι σημειωμένη η διεύθυνση του στο Isfahan, την οποία έδωσε στις αρχές λόγω πίεσης ο φίλος του Mehran Karimi, ωστόσο όταν οι αρχές διαπίστωσαν πως δεν βρισκόταν πλέον εκεί, απέστειλαν στην απόφαση στην πατρική του οικία στο χωριό. Υπενθυμίζω ότι ο Αιτητής κατά την συνέντευξη του ανέφερε ότι οι αρχές έψαξαν το δωμάτιο του στην πατρική του οικία στην Doorak τον Ιούλιο του 2018 ενώ εκείνος βρισκόταν σε σπίτι που νοίκιαζε στην Isfahan- το οποίο δεν γνώριζαν- και πως βρήκαν την διεύθυνση του στο χωριό από τον ανωτέρω φίλο του που τους έδωσε την διεύθυνση του στην πατρική του οικία, όπου και μετέβησαν για να ερευνήσουν όπως χαρακτηριστικά δήλωσε.

 

Το Δικαστήριο ανέτρεξε σε σχετική έρευνα σε σχέση με τις διαδικασίες κλήτευσης. Σε κοινή έκθεση των φορέων Landinfo, Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (CGRS) και State Secretariat for Migration σχετικά με την ποινική διαδικασία και έγγραφα στο Ιράν, αναφέρονται τα ακόλουθα: «Οι διαδικασίες κλήτευσης κατηγορουμένων ή μαρτύρων διαφέρουν ανάλογα με την εκδούσα αρχή και τον τύπο της κλήτευσης. Τα τελευταία χρόνια, η δικαστική εξουσία έχει αρχίσει να αντικαθιστά τις παραδοσιακές έντυπες κλητεύσεις με ηλεκτρονικές. Ενώ οι πρώτες επιδίδονται από τους γραμματείς των δικαστηρίων, οι ηλεκτρονικές αποστέλλονται μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος βάσης δεδομένων Adliran. Παραδοσιακά, οι δικαστικές αρχές καλούν έναν κατηγορούμενο μέσω έντυπης κλήτευσης. Η κλήτευση επιδίδεται συνήθως από γραμματέα του δικαστηρίου. Μπορεί να παραδοθεί επιτόπου για παράδειγμα, όταν ο κατηγορούμενος βρίσκεται στο δικαστήριο ή στο αστυνομικό τμήμα ή, εναλλακτικά, στη διεύθυνση κατοικίας του/της. Στην τελευταία περίπτωση, η επίδοση μπορεί να γίνει είτε προσωπικά στον κατηγορούμενο είτε, σύμφωνα με το άρθρο 69 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σε μέλος της οικογένειάς του ή σε άλλο πρόσωπο που διαμένει στο ίδιο νοικοκυριό. […]  Ο υπάλληλος που είναι αρμόδιος για την επίδοση της κλήτευσης ονομάζεται επίσημα κλητήρας ή υπάλληλος επίδοσης (mamūr-e eblāgh). Σύμφωνα με το άρθρο 172 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), δεν απαιτείται να φέρει επίσημη στολή, αλλά υποχρεούται να ταυτοποιείται επιδεικνύοντας την υπηρεσιακή του ταυτότητα. Κατά το άρθρο 28 του ΚΠΔ, και οι αστυνομικοί ή άλλοι δικαστικοί υπάλληλοι (zābetān-e dādgostarī, π.χ. αστυνομικοί) δύνανται να επιδίδουν δικαστικά έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των κλητεύσεων. Τα δικαστικά έγγραφα δεν επιδίδονται συνήθως μέσω ταχυδρομείου. Όταν η κλήτευση επιδίδεται αυτοπροσώπως στο πρόσωπο που έχει κλητευθεί, η επίδοση χαρακτηρίζεται ως πραγματική επίδοση (eblāghe vāqe’ī). Σύμφωνα με το άρθρο 169 του ΚΠΔ, η αρμόδια αρχή οφείλει να εκδώσει την κλήτευση σε δύο αντίτυπα: ο υπάλληλος επίδοσης παραδίδει το ένα στον παραλήπτη και επιστρέφει το πρωτότυπο στο δικαστήριο, όπου ενσωματώνεται στον φάκελο της υπόθεσης. Ο παραλήπτης υποχρεούται να υπογράψει το πρωτότυπο ενώπιον του υπαλλήλου επίδοσης· εναλλακτικά, μπορεί να τεθεί δακτυλικό αποτύπωμα αντί υπογραφής. Ο υπάλληλος επίδοσης οφείλει να υπογράψει και τα δύο αντίτυπα, ως απόδειξη ότι προέβη στην επίδοση.  […]Ένα άτομο ή ο δικηγόρος του έχει συνήθως πρόσβαση σε τέτοιες κλητεύσεις ακόμη και σε μεταγενέστερο χρόνο, είτε μέσω του προσωπικού του προφίλ στην πλατφόρμα Adliran, είτε με αίτηση προς την αρμόδια δικαστική αρχή για την έκδοση (επικυρωμένου) αντιγράφου».[10]

 

Ως προς τις δικαστικές αποφάσεις, η ανωτέρω έκθεση αναφέρει πως: «Σύμφωνα με το άρθρο 404 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), μετά την ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας, εφόσον συμμετέχουν περισσότεροι του ενός δικαστές (π.χ. στο Πρωτοβάθμιο Ποινικό Δικαστήριο), οφείλουν να συνεδριάσουν μεταξύ τους προκειμένου να εκδώσουν την απόφαση (hokm / dādnāmeh / ray). Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί ομοφωνία, η γνώμη της πλειοψηφίας των δικαστών είναι δεσμευτική. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 404 ΚΠΔ, την ευθύνη σύνταξης της απόφασης φέρει ο προεδρεύων δικαστής (ra’īs-e dādgāh) του Πρωτοβάθμιου Ποινικού Δικαστηρίου· εάν όμως η άποψή του διαφέρει από εκείνη της πλειοψηφίας, τότε η σύνταξη της απόφασης ανατίθεται στον δικαστή με τη μεγαλύτερη προϋπηρεσία. Εξακολουθώντας να εφαρμόζεται το άρθρο 404 ΚΠΔ, το δικαστήριο οφείλει να εκδώσει την απόφαση το συντομότερο δυνατό, ιδανικά κατά τη διάρκεια της ίδιας συνεδρίασης, και πάντως το αργότερο εντός μίας εβδομάδας. Εάν η απόφαση εκδοθεί κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, πρέπει να ακολουθήσει δημόσια συνεδρίαση, στην οποία ο γραμματέας του δικαστηρίου διαβάζει το διατακτικό της απόφασης και ο προεδρεύων δικαστής οφείλει να εξηγήσει το περιεχόμενο της απόφασης στον κατηγορούμενο.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 380 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), το δικαστήριο οφείλει να επιδώσει την απόφαση και στα δύο μέρη της δίκης ή, αντίστοιχα, στους δικηγόρους τους. Η ημερομηνία της επίδοσης εκκινεί και την ημερομηνία της άσκησης προσφυγής. Η επίδοση της απόφασης μπορεί να γίνει και σε μέλος της οικογένειας του κατηγορουμένου που διαμένει στην ίδια κατοικία, ή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του.

 

[…]Στην πράξη, σύμφωνα με τον δικηγόρο Alikarami, τα δικαστήρια σπάνια ανακοινώνουν την απόφαση προφορικά κατά τη διάρκεια της δικαστικής συνεδρίασης. Τα Επαναστατικά Δικαστήρια, τα οποία επιλαμβάνονται πολιτικών και υποθέσεων σχετικών με την εθνική ασφάλεια, συνήθως αποφεύγουν να αποστείλουν την απόφαση στον κατηγορούμενο. Αντ’ αυτού, καλούν τον δικηγόρο του κατηγορουμένου στο δικαστήριο και του διαβάζουν την απόφαση. Ως αποτέλεσμα, τέτοιες αποφάσεις δεν είναι διαθέσιμες στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων Adliran».[11]

 

Σύμφωνα με τα άρθρα 374 και 375  του Ιρανικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η απόφαση ποινικού δικαστηρίου πρέπει: Να είναι καλά αιτιολογημένη και να αναφέρεται ρητά στα σχετικά άρθρα νόμου Να αναφέρεται το είδος της κρίσης (παρουσία ή ερήμην) Να αναφέρονται πιθανές επιλογές και περίοδοι επανάληψης δίκης και έφεσης. [12]

 

Σύμφωνα με το άρθρο 378 του ως άνω κώδικα, οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να περιέχουν περαιτέρω τις ακόλουθες πληροφορίες: α) τον αριθμό υπόθεσης, β) τον αριθμό της απόφασης του δικαστηρίου, γ) Ημερομηνία έκδοσης, δ) τα στοιχεία του δικαστηρίου και του δικαστή, ε) τα στοιχεία των εμπλεκομένων και των δικηγόρων τους - Το ιστορικό της υπόθεσης, στ) το πλήρες κείμενο της απόφασης, ζ) την υπογραφή του δικαστή (συνήθως του προϊσταμένου) και την σφραγίδα του δικαστηρίου. Στην πράξη, οι αποφάσεις δεν είναι πάντα σύμφωνες με όλες αυτές τις νομικές διατάξεις. Ωστόσο, συνήθως περιέχουν τουλάχιστον μια σύντομη επιχειρηματολογία με βάση τα σχετικά άρθρα νόμου και εμφανίζουν τα τυπικά στοιχεία.[13]

 

Σύμφωνα με το άρθρο 406 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ένα δικαστήριο μπορεί να εκδώσει απόφαση ερήμην (hokm-e ghiyābī / ray-e ghiyābī), εάν ο κατηγορούμενος ή ο δικηγόρος του δεν εμφανιστούν σε καμία από τις συνεδριάσεις της δίκης ή εάν δεν υποβάλουν απολογητικό υπόμνημα. Οι αποφάσεις ερήμην είναι δυνατές για όλα τα είδη εγκλημάτων, εκτός από τις καταδίκες για εγκλήματα hadd, όπως π.χ. η πορνεία, η ομοφυλοφιλία, το mohārebeh ή το efsād fe-l-arz. Ωστόσο, οι δικαστές μπορούν να απαλλάξουν έναν κατηγορούμενο για εγκλήματα hadd χωρίς την παρουσία του ίδιου ή του δικηγόρου του, εφόσον τα αποδεικτικά στοιχεία δεν καθιστούν αναγκαία την ανάκρισή του. Σύμφωνα με τον Alikarami, στην πράξη, τα δικαστήρια οφείλουν επίσης να επιδώσουν την απόφαση που εκδόθηκε ερήμην και στα δύο μέρη, ώστε να μπορέσουν να ασκήσουν το δικαίωμά τους για έφεση.[14]

 

Από έρευνα που έγινε σχετικά με το σύστημα Adliran, προκύπτει σύμφωνα με τον Αναπληρωτή Επικεφαλής του Τμήματος Στατιστικής και Τεχνολογίας της Ιρανικής Δικαστικής Αρχής, ότι η χρήση του ηλεκτρονικού αυτού συστήματος έχει εισαχθεί σταδιακά από τις 31 Οκτωβρίου 2016 [10/08/1395]. Τόσο το Κοινοβούλιο όσο και η ίδια η Δικαστική Αρχή είχαν εξετάσει τη χρήση της ηλεκτρονικής δικαστικής βάσης δεδομένων "Adliran" ήδη από το 2013. Φαίνεται ότι ορισμένες επαρχίες στο Ιράν άρχισαν να χρησιμοποιούν το σύστημα τρεις μήνες πριν από την προαναφερθείσα υποχρεωτική ημερομηνία, στο πλαίσιο πιλοτικού προγράμματος. Ο δικηγόρος Hedayati-Kakhki αναφέρει ότι οποιαδήποτε αναφορά σε συγκεκριμένη ημερομηνία εισαγωγής του συστήματος ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση, καθώς δεν υιοθετήθηκε ταυτόχρονα από όλες τις επαρχίες και ορισμένες εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το παραδοσιακό σύστημα έντυπων αρχείων. Αντιθέτως, ο Alikarami αναφέρει ότι το σύστημα Adliran χρησιμοποιείται πλέον σε ολόκληρη τη χώρα, ακόμη και στις επαρχίες και τις μικρότερες πόλεις. Μέχρι πρόσφατα, η πρόσβαση στη βάση δεδομένων ήταν δυνατή μόνο από το εσωτερικό του Ιράν. Οι πολίτες μπορούσαν να την επισκεφθούν μέσω διαφόρων ιστοσελίδων: www.adliran.ir, http://eblagh.adliran.ir και http://eblagh1.adliran.ir. Από το εξωτερικό, οι ιστότοποι αυτοί είναι προσβάσιμοι μόνο μέσω σύνδεσης VPN (Virtual Private Network) με ιρανική διεύθυνση IP.[15]

 

Έχοντας αναφέρει τα πιο πάνω, διαπιστώνω ουσιώδεις αντιστοιχίες και ασυμβατότητες μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή και των αντικειμενικών πληροφοριών όπως αυτές παρατέθηκαν πιο πάνω καθώς και από το περιεχόμενο της προσαχθείσας μαρτυρίας.

 

Καταρχάς, ο Αιτητής υποστήριξε ότι συμμετείχε σε διαδήλωση το 2017 και ότι η καταδίκη του σχετίζεται με γεγονότα της συγκεκριμένης περιόδου. Ωστόσο, το ίδιο το έγγραφο που προσκόμισε αναφέρεται σε γεγονότα του Φεβρουαρίου 2018 και σε μαρτυρίες συλληφθέντων των διαδηλώσεων εκείνης της περιόδου. Σύμφωνα με τα δεδομένα που διαθέτει το Δικαστήριο από αξιόπιστες πηγές, οι διαδηλώσεις του Δεκεμβρίου 2017 – Ιανουαρίου 2018 ήταν ευρείας κλίμακας, συνεχίστηκαν σε ορισμένες περιοχές και μεμονωμένα περιστατικά έως τον Φεβρουάριο του 2018, και οδήγησαν σε χιλιάδες συλλήψεις, αρκετούς θανάτους και συμμετοχή μονάδων Basij και των IRGC- Φρουρών της Επανάστασης. Ωστόσο καμία ανεξάρτητη αναφορά δεν υποδεικνύει ύπαρξη διακριτού δεύτερου κύματος διαδηλώσεων τον Φεβρουάριο του 2018 που να δικαιολογεί τη μετάθεση του επίδικου συμβάντος σε χρόνο διαφορετικό από αυτόν που ο Αιτητής περιγράφει· ούτε προκύπτει ότι άτομα τα οποία συμμετείχαν αποκλειστικά σε διαδήλωση του 2017 κατηγορήθηκαν αργότερα για συμμετοχή σε υποθετικά περιστατικά του Φεβρουαρίου 2018, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος. Η επίκληση «λάθους χρονολόγησης» δεν ενισχύεται από καμία πληροφορία από τη χώρα καταγωγής και δεν συμβαδίζει με τη δομή και τη σαφήνεια του εγγράφου που προσκομίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Περαιτέρω, η αναφορά στο έγγραφο περί αποστολής ηλεκτρονικών κλήσεων, δεν συμβαδίζει με τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι ούτε ο ίδιος ούτε οι γονείς του έλαβαν οποιαδήποτε κλήση. Σύμφωνα με ανεξάρτητες πηγές πιο πάνω, ήδη από το 2016–2017 η ηλεκτρονική επίδοση μέσω Adliran είχε εισαχθεί και σταδιακά εφαρμοζόταν σε όλες τις επαρχίες, συμπεριλαμβανομένης της Isfahan, με τα δικαστήρια να χρησιμοποιούν τόσο την έντυπη όσο και την ηλεκτρονική μορφή κλήτευσης. Η δυνατότητα επίδοσης σε μέλος της οικογένειας ή σε συγκάτοικο, καθώς και η καταγραφή της επίδοσης στον φάκελο της υπόθεσης, καθιστούν εξαιρετικά απίθανο το ενδεχόμενο να έχουν αποσταλεί επανειλημμένα κλητεύσεις χωρίς παραλαβή. Δεν προσκομίστηκε επίσης οποιοδήποτε στοιχείο που να αποδεικνύει τεχνική δυσλειτουργία ή αδυναμία πρόσβασης των αρχών στα στοιχεία κατοικίας του Αιτητή.

Επιπλέον, το περιεχόμενο της προσκομισθείσας δικαστικής απόφασης εμφανίζει ελλείψεις σε σχέση με τις πρόνοιες του Ιρανικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (άρθρα 374, 375, 378), οι οποίες απαιτούν συγκεκριμένα τυπικά στοιχεία, σαφή αναφορά στα εφαρμοζόμενα άρθρα νόμου και υπογραφή του δικαστή. Αντίθετα, το έγγραφο που προσκομίστηκε δεν περιλαμβάνει τα άρθρα του Ποινικού Κώδικα επί των οποίων βασίζεται η καταδίκη και δεν φέρει πλήρη τυπική δομή απόφασης. Παρά τις επισημάνσεις ότι στην πράξη οι αποφάσεις ενδέχεται να μην είναι πάντοτε απολύτως σύμφωνες με τις νομικές διατάξεις, η συστηματική απουσία ουσιαστικών στοιχείων προκαλεί σοβαρά ερωτήματα ως προς την αυθεντικότητά του.

 

Επιπρόσθετα, κανένα στοιχείο από τις αντληθείσες πληροφορίες δεν επιβεβαιώνει ότι άτομο το οποίο φέρεται να κατηγορείται για σοβαρές πράξεις κατά της εθνικής ασφάλειας, όπως η «δημιουργία ομάδας με σκοπό τη διατάραξη της ασφάλειας της χώρας» θα παρέμενε ανενόχλητο χωρίς καμία προσπάθεια εκτέλεσης της ποινής. Αντιθέτως, οι πηγές καταγράφουν συστηματική δίωξη, επιτήρηση και εφαρμογή ποινών σε υποθέσεις σχετικές με κρατική ασφάλεια, με άμεσο ενδιαφέρον των δυνάμεων IRGC και Basij.

 

Τέλος, ο ισχυρισμός ότι η φωτογραφία της απόφασης απεστάλη από τον πατέρα του, ενώ προηγουμένως δηλώνει ότι κανένα μέλος της οικογένειας δεν έλαβε κλήση ή άλλο έγγραφο, δεν συνάδει με το περιεχόμενο της ίδιας της αφήγησης ούτε με τους γνωστούς τρόπους επίδοσης δικαστικών αποφάσεων στο Ιράν, οι οποίοι προβλέπουν επίδοση στον κατηγορούμενο, στον δικηγόρο του ή σε μέλος της οικογένειας που διαμένει στην ίδια κατοικία.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα, οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν εναρμονίζονται με τα αντικειμενικά δεδομένα που παρέχουν οι αναφερόμενες πηγές ούτε με το περιεχόμενο των εγγράφων που ο ίδιος προσκόμισε.

 

Καθώς το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι δηλώσεις του Αιτητή είναι εξωτερικά μη αξιόπιστες, σε συνδυασμό με την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου που ο Αιτητής ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, αρχικά παρατηρώ ότι το υποκειμενικό στοιχείο του φόβου του πληρούται δια της υποβολής αιτήσεως διεθνούς προστασίας και της απροθυμίας του να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του αντικειμενικού στοιχείου του φόβου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού που αφορά τα προσωπικά του στοιχεία, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν προέκυψε οποιοδήποτε στοιχείο πραγματικής, υφιστάμενης και τρέχουσας απειλής εναντίον του Αιτητή από φορέα κρατικό ή μη. Ως εκ τούτου, ο φόβος του Αιτητή που απορρέει από το σύνολο των δηλώσεών του κρίνεται ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.

 

Ως εκ τούτου, από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, στη βάση των δεδομένων του διοικητικού φακέλου και από την ανωτέρω αξιολόγηση κινδύνου, προκύπτει ότι αυτός δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. Τα όσα ανέφερε άλλωστε κατά τη διάρκεια του συνόλου της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός του, δεν θα μπορούσαν να τον εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα, όπως αυτή ερμηνεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Εξετάζοντας πλήρως την υπόθεση, διαπιστώνω ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν.6(Ι)/2000 για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015).

 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τόσο κατά τη διοικητική, όσο και κατά την παρούσα διαδικασία δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν στο ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Isfahan, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Σε σχέση με τις πρόνοιες του άρθρου 19(2)(γ) του ως άνω Νόμου, το Δικαστήριο προχώρησε σε σχετική έρευνα ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στο Ιράν και ειδικότερα στην Isfahan, από την οποία προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

Από τις 13 έως τις 24 Ιουνίου 2025 διεξήχθη ο πόλεμος Ιράν–Ισραήλ, διάρκειας δώδεκα ημερών. Η σύγκρουση ξέσπασε με μεγάλης κλίμακας αεροπορικές επιθέσεις του Ισραήλ σε πυρηνικές εγκαταστάσεις, στρατιωτικούς στόχους και υποδομές του ιρανικού καθεστώτος. Η επιχείρηση με την κωδική ονομασία Operation Rising Lion, έπληξε πυρηνικές εγκαταστάσεις, στρατιωτικές υποδομές και κορυφαία στελέχη του ιρανικού καθεστώτος, συμπεριλαμβανομένων υψηλόβαθμων διοικητών.[16] Η κλιμάκωση υπήρξε άμεση, καθώς το Ιράν απάντησε με εκτόξευση εκατοντάδων πυραύλων και drones εναντίον ισραηλινών πόλεων και κρίσιμων εγκαταστάσεων.[17] Οι εχθροπραξίες προκάλεσαν σημαντικές ανθρώπινες απώλειες, συμπεριλαμβανομένων και αμάχων και στις δύο πλευρές, ενώ καταγράφηκαν σοβαρές ζημιές σε υποδομές.[18] Στις 24 Ιουνίου 2025 ανακοινώθηκε εκεχειρία με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία έθεσε προσωρινά τέλος στις συγκρούσεις.[19] Η σημερινή κατάσταση παραμένει εύθραυστη, με έντονη ανησυχία για το ενδεχόμενο νέας αναζωπύρωσης και με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν να βρίσκεται στο επίκεντρο διεθνούς παρακολούθησης.[20]

 

Αναφορικά δε με την κατάσταση ασφαλείας στην επαρχία Isfahan, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, κρίνεται σκόπιμο όπως παρατεθούν και ορισμένα αριθμητικά δεδομένα τα οποία αντικατοπτρίζουν το ασφαλές της περιοχής. Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι στη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα το διάστημα από Σεπτ.2024-Αύγ.2025 σημειώθηκαν στην επαρχία συνολικά 284 περιστατικά ασφαλείας (ήτοι διαδηλώσεις, πολιτική βία, τρομοκρατική δραστηριότητα, ανταρσία, καταστολή, βιαιότητες, εμπλοκή ξένων δυνάμεων) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 14 απώλειες.[21]

 

Τα εν λόγω στοιχεία, εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον πληθυσμός της επαρχίας Isfahan που ανέρχεται σε 5.480.000 σύμφωνα με εκτίμηση του 2021.[22]

 

Τα πιο πάνω καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πόλη, υπό την έννοια του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Δεν μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής στο Ιράν, και δη στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, ήτοι την πόλη Isfahan,  ο Αιτητής θα βρεθεί αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας στο πλαίσιο του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, καθώς, παρά την εύθραυστη κατάσταση, δεν προκύπτει η ύπαρξη κατάστασης διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, έστω και υπό το σύνηθες νόημα των εννοιών στην καθημερινή γλώσσα.[23]

 

Σε κάθε περίπτωση, δεν εντοπίζεται οποιαδήποτε προσωπική περίσταση επίτασης του κινδύνου, δεδομένου ότι ο Αιτητής συνιστά νέο και υγιή, μορφωμένο ενήλικα άνδρα, ικανό προς εργασία.

 

Κρίνω, υπό τις περιστάσεις, ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη. Δεδομένης της κατ’ ουσίαν εξέτασης της αίτησης του Αιτητή, παρέλκει η εξέταση οποιουδήποτε άλλου λόγου ακύρωσης.

 

Με βάση την πιο πάνω ανάλυση, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.000 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Α. ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ



[1] USIP, Fact Sheet: protests in 1979 and 2023, 30 May 2023, https://iranprimer.usip.org/blog/2019/dec/05/fact-sheet-protests-iran-1999-2019-0

[2] Freedom House: Freedom in the World 2018 - Iran, January 2018
https://www.ecoi.net/en/file/local/1426304/487416_en.html

[3] The Guardian,  Protests over alleged corruption and rising prices spread to Tehran, 30/12/2017, https://www.theguardian.com/world/2017/dec/29/iranian-police-disperse-anti-government-protests

[4] DFAT - Australian Government - Department of Foreign Affairs and Trade: DFAT Country Information Report Iran, 7 June 2018https://www.ecoi.net/en/file/local/1437309/1930_1530704319_country-information-report-iran.pdf, σελ. 27

[5] Iran Human Rights Documentation Center (IHRDC),  Dawn of a New Era in Iran: Protests of December 2017-January 2018, 30/07/2025

https://iranhrdc.org/dawn-of-a-new-era-in-iran-protests-2017-2018/#24_witness_account_from_isfahan

[6] Οπ.παραπάνω

[7] ICG – International Crisis Group: Iran’s Protests: Time to Reform, 15 January 2018 https://www.crisisgroup.org/middle-east-north-africa/gulf-and-arabianpeninsula/iran/irans-protests-time-reform

[8] USDOS - US Department of State: Country Report on Human Rights Practices 2017 - Iran, 20 April 2018
https://www.ecoi.net/en/file/local/1430093/490327_en.html

[10] Landinfo - Norwegian Country of Origin Information Centre, CGRS-CEDOCA - Office of the Commissioner Geeral for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit, SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Iran; Criminal procedures and documents, December 2021
https://www.ecoi.net/en/file/local/2064888/joint_coi_report._criminal_procedures_and_documents_20211206.pdf,
σελ.56-60

[11] Landinfo - Norwegian Country of Origin Information Centre, CGRS-CEDOCA - Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit, SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Iran; Criminal procedures and documents, December 2021

https://www.ecoi.net/en/file/local/2064888/joint_coi_report._criminal_procedures_and_documents_20211206.pdf, σελ.75-77 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.7.2025)

[12] Joint report from LandInfo aand others-Iran-Criminal proceedings and documents December 2021, σελίδες 76-77

https://coi.euaa.europa.eu/administration/belgium/PLib/joint_coi_report._criminal_procedures_and_documents_20211206.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.7.2025)

[13] Όπ.π.

[14] Landinfo - Norwegian Country of Origin Information Centre, CGRS-CEDOCA - Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit, SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Iran; Criminal procedures and documents, December 2021
https://www.ecoi.net/en/file/local/2064888/joint_coi_report._criminal_procedures_and_documents_20211206.pdf,
σελ.77 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.7.2025)

[15] Landinfo - Norwegian Country of Origin Information Centre, CGRS-CEDOCA - Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit, SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Iran; Criminal procedures and documents, December 2021
https://www.ecoi.net/en/file/local/2064888/joint_coi_report._criminal_procedures_and_documents_20211206.pdf,
σελ.86-87.

[16] The Washington Post, Israel Strikes Iran, as Trump officials say no U.S. military support, 12/12/2025, διαθέσιμο σε : https://www.washingtonpost.com/national-security/2025/06/12/iran-israel-nuclear-us-trump/?utm

[17] Reuters, Iran strikes back at Israel with missiles over Jerusalem, Tel Aviv, 14/6/2025, διαθέσιμο σε: https://www.reuters.com/world/middle-east/israel-says-it-strikes-iran-amid-nuclear-tensions-2025-06-13/?utm

[18] Hengaw Organization fot Human Rights, Hengaw special report on the 12-day war between Iran and Israel—casualties and human rights violations one month after the ceasefire, 26/12/2025, διαθέσιμο σε: https://hengaw.net/en/reports-and-statistics-1/2025/07/article-9?utm

[19] Reuters, US strikes failed to destroy Iran's nuclear sites, intelligence report says, 25/12/2025, διαθέσιμο σε: https://www.reuters.com/world/middle-east/trump-announces-israel-iran-ceasefire-2025-06-23/?utm

[20] Reuters, Trump: Israel violated ceasefire, 24/6/2025, διαθέσιμο σε: https://www.reuters.com/world/middle-east/trump-israel-iran-violated-ceasefire-2025-06-24/?utm

[21]    Πλατφόρμα ACLED explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με τη χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country Democratic Republic of Congo, Events/Fatalities, Past Year, διαθέσιμη σε Explorer | ACLED (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης  27/08/2025).

[23] Βλ. σχετικά ΔΕΕ, Diakite, C-285/12, ημερ. 30/01/2014, σκ. 36


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο