ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: Τ306/25
26 Νοεμβρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
S.L.
Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
Α. Ιωάννου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Χ. Καστανάς (κος), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η Αίτηση
Ρ. Ευαγγέλου (κος) για πιστή διερμηνεία από την γαλλική στην ελληνική και αντίστροφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 13.6.2025, με την οποία απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή του για διεθνή προστασία, καθώς η εν λόγω αίτηση κρίθηκε ως απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 16Δ και 12Βτετράκις των περί Προσφύγων Νόμων 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος). Ο Αιτητής στρέφεται εξάλλου κατά της απόφασης επιστροφής του.
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: ΛΔΚ). Περί τις 3.9.2019, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 7.1.2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή. Στις 2.3.2022, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: ο Προϊστάμενος) ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησής του για άσυλο και επιστροφή στη χώρα καταγωγής του. Στις 4.4.2022, ο Αιτητής καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αριθμό 1769/2022, η οποία απορρίφθηκε στις 31.1.2024 χωρίς έξοδα. Περί τις 13.6.2025, ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής του για διεθνή προστασία. Την ίδια μέρα, ήτοι 13.6.2025, ο Προϊστάμενος ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησής του ως απαράδεκτης, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 18.6.2025. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
3. Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της γραπτής τους αγόρευσης και υπεραμύνονται της νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης προβάλλοντας ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή εξετάστηκαν επί της ουσίας στην αρχική του αίτηση. Είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση για να παρατείνει την διαμονή του στη Δημοκρατία, ενώ δεν ήταν σε θέση να τοποθετήσει χρονικά την ενημέρωση του για τα συγκεκριμένα έγγραφα, τα οποία φέρουν ημερομηνία έκδοσης το 2019.
To νομικό πλαίσιο
4. Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2023 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος δικαστηρίου):
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ' ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
5. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2025 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
6. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
7. Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών
16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-
(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ […]
(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».
8. Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:
«Απαράδεκτες αιτήσεις
(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν- (α) [...] (β) [...] (γ) [...]
(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή
(ε) [...]».
9. Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης
16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -
(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή
(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,
ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.
(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.
(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -
(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και
(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.
(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».
10. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
11. Ως προς τους προωθούμενους λόγους προσφυγής, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας την ενώπιον του αίτηση διεθνούς προστασίας εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει την ουσιαστική της ορθότητα de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και εν προκειμένω στην αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής του ως παραδεκτής. Στην παρούσα διαδικασία, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].
12. Επισημαίνεται ότι η επίδικη πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας. Υπογραμμίζεται δε ότι καταρχήν ο Προϊστάμενος στο στάδιο αυτό δεν έχει υποχρέωση εκ νέου διενέργειας συνέντευξης (άρθρο 16Δ(2) του περί Προσφύγων Νόμου).
13. Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C‑18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl, ECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44. Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ. επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C‑921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].
14. Οι προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης, συνεπώς, οι οποίες ανήκουν στο πρώτο στάδιο εξέτασης μίας μεταγενέστερης αίτησης, όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη είναι οι ακόλουθες:
15. Πρώτον, καθορίζεται εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
16. Δεύτερον, εάν τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
17. Τρίτον, εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς δική του υπαιτιότητά, δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα εν λόγω νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία που αφορούσε την εξέταση της αίτησης του. Οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά.
18. Ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου δεν υφίσταται ουσιαστική κρίση επί της βασιμότητας της αίτησης ασύλου αλλά κρίση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης για διεθνή προστασία, το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει μόνο κατά πόσον ευλόγως η αρμόδια αρχή έκρινε ως απαράδεκτο το αίτημα του αιτητή για επανάνοιγμα της υπόθεσής του. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διαδικασία ουσιαστικής εξέτασης της μεταγενέστερης αίτησης επαφίεται πλέον στην δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.
19. Εν προκειμένω, ο Αιτητής κατά την καταγραφή της αίτησής του, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της εθνοκάθαρσης που έλαβε χώρα μεταξύ της εθνοτικής ομάδας στην οποία ανήκει και της φυλής Batende, η οποία κατέληξε σε πολλούς θανάτους και τη δική του κράτηση χωρίς δικαστική απόφαση.
20. Κατά τη συνέντευξή του, ο Αιτητής ανέφερε ότι κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και ότι γεννήθηκε και διέμενε στην πόλη Kutu μέχρι το 2010, οπότε και εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα Kinshasa. Ως προς το οικογενειακό του πλαίσιο, δήλωσε ότι η οικογένειά του σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια επίθεσης που δέχθηκε το χωριό Bongonda το έτος 2018. Αναφορικά με την προσωπική του κατάσταση, ανέφερε ότι είναι αρραβωνιασμένος και πατέρας μίας ανήλικης θυγατέρας, η οποία γεννήθηκε εκτός γάμου και διαμένει με την οικογένεια της μητέρας της στη ΛΔΚ.
21. Κατά την ελεύθερη αφήγησή του, ο Αιτητής ανέφερε, αρχικά, ότι ήταν ακτιβιστής ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ότι λόγω των παρεμβατικών ενεργειών του αποτέλεσε στόχο των κρατικών αρχών. Επιπρόσθετα, δήλωσε ότι στοχοποιήθηκε περαιτέρω όταν μετέβη ως ακτιβιστής στην περιοχή Yumbi, όπου είχαν προηγηθεί επιθέσεις, με σκοπό να συλλέξει πληροφορίες. Ως υποστήριξε, η κυβέρνηση επιδίωκε την εξάλειψη του πληθυσμού της περιοχής λόγω της στήριξης που παρείχε σε αντίπαλο πολιτικό, με απώτερο στόχο την επιρροή στις εκλογικές διαδικασίες. Μετά την επίθεση, ο ίδιος, μαζί με ομάδα προσώπων, απέστειλαν επιστολή στο διεθνές δικαστήριο, γεγονός που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, οδήγησε στη σύλληψη και φυλάκισή του. Υποστήριξε ότι στρατιωτικός, ο οποίος εντόπισε το όνομά του σε λίστα προσώπων προς εκτέλεση, τον βοήθησε να διαφύγει.
22. Σε διευκρινιστικά ερωτήματα που του τέθηκαν, ο Αιτητής παρείχε περαιτέρω πληροφορίες για τις τρεις, κατά τους ισχυρισμούς του, συλλήψεις, τους λόγους αυτών και τους χώρους κράτησης. Επιπλέον, αναφέρθηκε στην επίθεση που δέχθηκε το χωριό Bongonda από την εθνοτική ομάδα Batende, καθώς και στην προσωπική επίθεση που ο ίδιος δέχθηκε λόγω της εθνοτικής του καταγωγής ως μέλους της ομάδας Banunu. Τέλος, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, παρέθεσε στοιχεία για το πρόσωπο που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, τον βοήθησε να δραπετεύσει και να εγκαταλείψει τη χώρα.
23. Κατά την αξιολόγηση των δηλώσεών του, οι Καθ’ ων η Αίτηση απομόνωσαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αφορούσε την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/το προφίλ του Αιτητή, ενώ ο δεύτερος αφορούσε τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης και σύλληψής του από το κράτος λόγω της ιδιότητάς του ως ακτιβιστή. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι τεκμηριώθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του. Αντιθέτως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε, καθώς εντοπίστηκαν αντιφάσεις, χρονικές ασυνέπειες, έλλειψη ευλογοφάνειας και ανακολουθίες στις δηλώσεις του. Ως εκ τούτου, και επί τη βάσει του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού, κρίθηκε ότι δεν υφίστανται εύλογοι λόγοι να γίνει δεκτό ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Κατ’ επέκταση, κρίθηκε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
24. Στο πλαίσιο εξέτασης της καταχωρισθείσας προσφυγής με αριθμό 1769/2022, το Δικαστήριο επικύρωσε την απορριπτική απόφαση του Προϊσταμένου, προβαίνοντας το ίδιο σε επανεξέταση και επαναξιολόγηση των ενώπιόν του δεδομένων. Στην εκεί διαδικασία το Δικαστήριο στον πλαίσιο της ex nunc και εξ υπαρχής αξιολόγησης των ενώπιον του δεδομένων, αφού εντόπισε σφάλματα κατά τη διοικητική εξέταση, διέκρινε κατά τρόπο διαφορετικό τους ουσιώδεις ισχυρισμούς του Αιτητή. Ειδικότερα, το Δικαστήριο τους κατηγοριοποίησε ως εξής, λαμβάνοντας υπόψη και όσα ανέφερε ο ίδιος κατά τη δικαστική διαδικασία: Κατά πρώτον, ο ισχυρισμός περί των προσωπικών στοιχείων του Αιτητή, της χώρας καταγωγής του και του τόπου τελευταίας συνήθους διαμονής του. Δεύτερον, ο ισχυρισμός περί του ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα Banunu. Τρίτον, ο ισχυρισμός περί του ότι τα μέλη της οικογένειάς του σκοτώθηκαν τον Δεκέμβριο του 2018 κατά τη διάρκεια της επίθεσης των μελών της φυλής Batende εναντίον των μελών της εθνοτικής ομάδας Banunu στην περιοχή Yumbi και τέταρτον, ο ισχυρισμός του Αιτητή περί του ότι συνελήφθη και κρατήθηκε τρεις φορές από τις αρχές της χώρας καταγωγής του εξαιτίας της δραστηριότητάς του ως ακτιβιστής και ότι καταζητείται από τις αρχές λόγω του ότι δραπέτευσε. Οι ισχυρισμοί του Αιτητή πλην του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού απορρίφθηκαν και το Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν προκύπτει κίνδυνος και κατ’ επέκταση δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του.
25. Στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησης του ημερομηνίας 13.6.2025, ο Αιτητής επανέλαβε ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του καθότι κατά τη διάρκεια της επίθεσης των Batende ο ίδιος διένειμε όπλα στους νεαρούς της φυλής του. Οι αρχές ασφαλείας της χώρας τον αναζητούν, ενώ ως περαιτέρω πρόβαλε η χώρα του βρίσκεται σε πόλεμο με την τρομοκρατική ομάδα Μ-23 με στόχο την πτώση της κυβέρνησης (ερυθρά 126-122 και μετάφραση αυτών 129-127 Δ.Φ.). Με την μεταγενέστερη αίτηση του, ο Αιτητής προσκόμισε: (1) Ειδοποίηση Καταζητούμενου Προσώπου (Wanted Notice) (ερυθρό 117 Δ.Φ.), και (2) αντίγραφο άρθρου εφημερίδας (ερυθρό 118 Δ.Φ.).
26. Κατά την αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησης, οι Καθ’ ων η Αίτηση διαπίστωσαν ότι ο Αιτητής δεν πρόβαλε νέους ισχυρισμούς αλλά επανέλαβε τους ίδιους∙ ενώ εκ δικής του υπαιτιότητας, δεν αναφέρθηκε ότι αναζητείται από την υπηρεσία ασφαλείας της χώρας προσκομίζοντας έγγραφα προς υποστήριξη του ισχυρισμού του. Οι Καθ’ ων η Αίτηση επισήμαναν ότι ο Αιτητής δεν αναφέρθηκε στα εν λόγω στοιχεία κατά την προηγούμενη αίτησή του, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης καθώς και μέσω της απορριφθείσας προσφυγής, ενώ ο ίδιος είχε την ευκαιρία να τα αναφέρει προς υποστήριξη των ισχυρισμών του. Ως εκ τούτου, κρίθηκε ότι λόγω δικής του υπαιτιότητας τα συγκεκριμένα στοιχεία δεν υποβλήθηκαν νωρίτερα.
27. Ως προς το άρθρο εφημερίδας (ερυθρό 118 Δ.Φ.), σύμφωνα με την Έκθεση-Εισήγηση του λειτουργού, δεν γίνεται αναφορά της εφημερίδας, ενώ το κείμενο παρουσιάζει ποιοτικές αστοχίες και ανομοιομορφίες ως προς το μέγεθος της γραμματοσειράς των προτάσεων. Επιπρόσθετα, δεν κατέστη δυνατή η επιβεβαίωση μέσω άλλων διαδικτυακών πηγών.
28. Αναφορικά με την Ειδοποίηση Καταζητούμενου Προσώπου (ερυθρό 117 Δ.Φ.), οι Καθ’ ων η Αίτηση ανέφεραν ότι το συγκεκριμένο έγγραφο αποτελεί μετάφραση, περιέχει συντακτικές αστοχίες που δεν αιτιολογούνται σε έγγραφο επίσημης αρχής (ανομοιομορφία μεγέθους κάποιων προτάσεων), και έχει ημερομηνία έκδοσης 10.9.2019. Ως κρίθηκε το συγκεκριμένο έγγραφο θα μπορούσε να υποβληθεί με την προηγούμενη αίτηση και συνέντευξη, κάτι το οποίο δεν έγινε, συνεπώς λόγω δικής του υπαιτιότητας. Ο ισχυρισμός ότι τα έλαβε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, την μεν ειδοποίηση το 2022 και το δε άρθρο το 2024 και δεν τα προσκόμισε νωρίτερα καθώς δεν γνώριζε ότι ήταν υποχρεωτικό, δεν αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης του με διεθνή προστασία.
29. Υπό τα δεδομένα αυτά, η Έκθεση-Εισήγηση κατέληξε ότι η μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή είναι απαράδεκτη, και υπεβλήθη απλώς για να καθυστερήσει ή να παρεμποδίσει την διαδικασία.
30. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία διεξήχθη στις 6.11.2025, και κατόπιν ερωτήσεων που υποβλήθηκαν στον Αιτητή, αυτός δήλωσε ότι ενημερώθηκε για το ένταλμα σύλληψης εναντίον του ενόσω ο ίδιος βρισκόταν στην Δημοκρατία, χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να τοποθετήσει χρονικά την ενημέρωση που έλαβε. Ως υποστήριξε, ενημερώθηκε από κάποιο φίλο του μέσω κοινωνικού δικτύου (Facebook), προβάλλοντας ότι το ένταλμα υπήρχε αναρτημένο σε όλα τα δημόσια σημεία. Αναφορικά με το άρθρο στην εφημερίδα, ο Αιτητής ανέφερε ότι το έλαβε από το άτομο που του έστειλε το ένταλμα, και ότι ενημερώθηκε για την ύπαρξη του από την άφιξη του στην Δημοκρατία. Ως προς τον νεοπροβληθέντα ισχυρισμό, περί εμπορίας όπλων, ο Αιτητής, κατόπιν σχετικών ερωτήσεων, πρόβαλε ότι κατηγορήθηκε μόνο αυτός καθώς εκείνος προχώρησε στη διανομή όπλων, με στόχο την άμυνα της φυλής του καθώς βρίσκονταν υπό απειλή.
31. Με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής δεν μεταβάλλει τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Ο Αιτητής είχε την ευκαιρία να αναφερθεί κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του, όπως και έπραξε, στα γεγονότα που ως ισχυρίζεται τον θέτουν σε κίνδυνο και τα οποία σχετίζονται με την δραστηριοποίηση του ως ακτιβιστής και την επίθεση που έλαβε χώρα στο χωριό Bongonda, που δεν μεταβάλλουν τον πυρήνα των ισχυρισμών του, οι οποίοι με τη σειρά τους έχουν αξιολογηθεί και απορριφθεί και κατά τη δικαστική εξέταση της πρώτης αίτησης του Αιτητή.
32. Επισημαίνεται ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση παρέλειψαν, κατά την αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησης, να λάβουν υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου στην προσφυγή με αριθμό 1769/2022, ενώ αντίγραφό της δεν περιλαμβανόταν καν στον διοικητικό φάκελο. Η δικαστική διαδικασία αποτελεί ουσιώδες στάδιο της προηγούμενης αξιολόγησης της αίτησης του Αιτητή και, ως εκ τούτου, όφειλε να ληφθεί υπόψη από τη Διοίκηση κατά τη διαμόρφωση της κρίσης της επί της μεταγενέστερης αίτησης, δεδομένου ότι προηγήθηκε δικαστικός έλεγχος.
33. Ως προς τα προσκομισθέντα από αυτόν έγγραφα, επισημαίνεται ότι τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής, θεωρούνται νέα στοιχεία προς απόδειξη ήδη προβαλλόμενων ισχυρισμών. Όπως καταγράφεται στον Πρακτικό οδηγό της ΕΑSO (πλέον EUAA) για τις μεταγενέστερες αιτήσεις, του Δεκεμβρίου 2021,[1] τα νέα στοιχεία δύνανται να προέρχονται από γεγονότα που υφίσταντο ήδη κατά την πρώτη εξέταση (τα οποία, ωστόσο, δεν γνώριζε ο αιτών) ή να αναφέρονται σε γεγονότα που ανέκυψαν έκτοτε. Είναι δυνατόν να παρουσιαστούν νέα στοιχεία στα εξής τρία σενάρια: στο πλαίσιο πραγματικού γεγονότος που έχει ήδη παρουσιαστεί και αξιολογηθεί, στο πλαίσιο νέου πραγματικού γεγονότος, και ως εντελώς νέοι ισχυρισμοί.
34. Τα προσκομισθέντα από τον Αιτητή έγγραφα, η γνησιότητα των οποίων δε δύναται να επιβεβαιωθεί, εκτιμώνται ελεύθερα σε συνάρτηση με τα λοιπά στοιχεία που έχει ενώπιόν του το Δικαστήριο. Κατά πάγια νομολογημένη αρχή ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, αλλά ούτε έχει τη δυνατότητα προς τούτο αφού δεν έχει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα (βλ. Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3866, Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79). Τελικώς και η γνησιότητα των εγγράφων θα διασταυρωθεί μέσω των προφορικών ισχυρισμών, άλλως αυτά θα ενισχύσουν προφορικούς ισχυρισμούς, αλλά δεν επαρκούν αφ’ εαυτών για να τους αποδείξουν.[2] Ως εκ τούτου, το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς τα εν λόγω έγγραφα ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητα τους (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C 921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66).
35. Ως εκ τούτου, αναφορικά με τα έγγραφα που προσκομίστηκαν και ως Τεκμήρια 2 και 3 κατά τη δικάσιμο 6.11.2025, σημειώνονται τα ακόλουθα:
36. Ως προς το Τεκμήριο 2, το οποίο αποτελεί αντίγραφο του πρωτότυπου άρθρου εφημερίδας που παρουσιάστηκε κατά την ακροαματική διαδικασία στη γαλλική γλώσσα (το οποίο προσκομίστηκε κατά τη μεταγενέστερη αίτηση στην αγγλική γλώσσα, βλ. ερυθρό 118 Δ.Φ.), φέρει ημερομηνία 16.9.2019, και σύμφωνα με τα λεγόμενα του Αιτητή αναφέρεται στην αναζήτηση του από τις αρχές ασφαλείας λόγω της εμπλοκής του στη σύγκρουση μεταξύ φυλών στην περιοχή Yumbi. Επισημαίνεται, ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με το συγκεκριμένο δημοσίευμα ήταν συγκεχυμένες, καθώς πρόβαλε ότι είχε ενημερωθεί για το άρθρο από το πρώτο έτος που τον έψαχναν, ότι το είχε καταχωρήσει κατά την προηγούμενη διαδικασία και του λέχθηκε ότι δεν ήταν το αυθεντικό, και ότι την συγκεκριμένη εφημερίδα την είχε αγοράσει φίλος του πριν από πολύ καιρό. Μέσα από τις δηλώσεις του, δεν αποσαφηνίζεται πλήρως ο λόγος που δεν προσκομίστηκε το συγκεκριμένο άρθρο εγκαίρως, και ο χρόνος κατά τον οποίο επήλθε στην κατοχή του Αιτητή. Επιπρόσθετα, δεν έγινε αντιληπτό σε ποια πηγή στηρίχθηκε ο συγγραφέας του άρθρου και πως συνέλεξε τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται. Σημειώνεται ότι κατόπιν έρευνας στην οποία προέβη το παρόν Δικαστήριο μέσω της μηχανής αναζήτησης Google δεν εντοπίστηκε οποιαδήποτε διαδικτυακή αναφορά σε εφημερίδα με το όνομα ‘L’ Essor Africain’, ούτε και πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν τα στοιχεία που παραθέτει το εν λόγω δημοσίευμα.
37. Ακολούθως, όσον αφορά το Τεκμήριο 3, το οποίο αφορά μαυρόασπρο αντίγραφο στη γαλλική γλώσσα (το οποίο προσκομίστηκε κατά τη μεταγενέστερη αίτηση στην αγγλική γλώσσα, βλ. ερυθρό 117 Δ.Φ.), και αφορά Ειδοποίηση Καταζητούμενου Προσώπου, παρατηρείται ότι οι σφραγίδες, τα λογότυπα και η υπογραφή δεν είναι σε ευδιάκριτη μορφή. Ομοίως δυσδιάκριτο είναι και το κείμενο του εν λόγω εγγράφου, όπου σύμφωνα με αυτό αναζητείται για διανομή όπλων, και φέρει ημερομηνία 10.9.2019. Επισημαίνεται ότι, και στην συγκεκριμένη περίπτωση, οι δηλώσεις του Αιτητή ήταν συγκεχυμένες, καθώς δήλωσε άγνοια αναφορικά με το πότε ενημερώθηκε για το ένταλμα, αρχικά δήλωσε ότι ενημερώθηκε από συναδέλφους του από την ΜΚΟ (Μη Κυβερνητική Οργάνωση) και στη συνέχεια από φίλο του μέσα από την εφαρμογή Facebook, προβάλλοντας ότι το εν λόγω ένταλμα ήταν αναρτημένο παντού.
38. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω και όσα αναφέρθηκαν κατά τη δικάσιμο της 6.11.2025, διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής δεν παρείχε ικανοποιητικές και εύλογες εξηγήσεις για το οψιγενές της προσκόμισης των επίμαχων εγγράφων. Δεν εξήγησε γιατί δεν μνημόνευσε προηγουμένως την ύπαρξή τους, παρότι συνδέονται άμεσα με τον πυρήνα του ισχυρισμού του περί φόβου δίωξης. Αναμενόταν να είχε αναφερθεί σε αυτά ήδη από τη διοικητική διαδικασία, ακόμη και αν δεν ήταν σε θέση να τα προσκομίσει τότε.
39. Υπό τα δεδομένα αυτά, τα έγγραφα φέρουν μειωμένη αποδεικτική αξία. Δεν προκύπτει με σαφήνεια ο τρόπος με τον οποίο τα εξασφάλισε, ενώ αναφορικά με το δημοσίευμα δεν επιβεβαιώνεται η πηγή ή ο συντάκτης του, ο οποίος φέρεται να περιγράφει λεπτομέρειες που δεν θα ήταν ευλόγως διαθέσιμες σε τρίτα πρόσωπα, την ίδια στιγμή που ο Αιτητής δηλώνει άγνοια για την προέλευση των πληροφοριών. Σε συνδυασμό με την ήδη κλονισμένη αξιοπιστία του στη βάση έτερων δεδομένων τα οποία εντοπίστηκαν κατά την προηγηθείσα δικαστική διαδικασία στην υπόθεση με αριθμό 1769/2022, τα στοιχεία αυτά δεν αυξάνουν τις πιθανότητες υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
40. Ως προς τη γενικότερη τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, διαπιστώθηκαν τα κάτωθι: σύμφωνα με την ιστοσελίδα RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η ΛΔΚ εμπλέκεται σε αρκετές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις εντός των εδαφών της εναντίον ορισμένων μη κρατικών ένοπλων ομάδων, μεταξύ των οποίων οι ADF (Allied Democratic Forces), Mai-Mai Yakutumba, FDLR (Forces démocratiques de libération du Rwanda), CODECO (Coopérative de développement économique du Congo) και M23.[3] Ειρηνευτική αποστολή των Ηνωμένων Εθνών (UN Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo- MONUSCO) υποστηρίζει της ένοπλες δυνάμεις της ΛΔΚ[4] και το Συμβούλιο Ασφαλείας, με το ψήφισμά του υπ' αρ. 2765 (2024), αποφάσισε την επέκταση της εντολής της MONUSCO μέχρι τις 20.12.2025.[5] Οι περιοχές Kivu, Kasai και Ituri είναι αυτές οι οποίες πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τις ένοπλες συγκρούσεις, αν και η βία είναι εκτεταμένη και επηρεάζει ολόκληρη τη χώρα.[6] Στην Kinshasa, ωστόσο, οι προαναφερόμενες οργανώσεις, δεν παρουσιάζονται ως δρώσες.[7]
41. Καταληκτικά, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην πρωτεύουσα Kinshasa της ΛΔΚ, τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 14.11.2025), καταγράφηκαν 43 περιστατικά πολιτικής βίας[8] τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 55 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[9] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πρωτεύουσας Kinshasa εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 17,778,500 (2025) κατοίκους.[10]
42. Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, καίτοι στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή παρουσιάζονται προκλήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι ανωτέρω πηγές δεν περιγράφουν κατάσταση που να ταυτίζεται με καθολική ένοπλη σύρραξη με αμάχους υπό συνεχή αδιάκριτη βία.
43. Υπό το φως των ανωτέρω, τα στοιχεία και οι ισχυρισμοί του Αιτητή κατά τη μεταγενέστερη αίτησή του αποτελούν μεν νέα στοιχεία, τα οποία εντούτοις προσκομίστηκαν οψιγενώς από δική του υπαιτιότητα, καθότι σύμφωνα με τις δηλώσεις του γνώριζε για την ύπαρξη τους, ενώ δεν προέβη σε καμία μνεία στο αρχικό στάδιο εξέτασης του αιτήματός του. Σε κάθε περίπτωση δεν αυξάνουν τις πιθανότητες υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Συνεπώς, δεν συντρέχουν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις παραδεκτού.
44. Επικουρικώς, ως προς την απόφαση επιστροφής του, από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συναφές με την αρχή της μη επαναπροώθησης και των προϋποθέσεων έκδοσης της απόφασης επιστροφής, πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αναλύθηκαν ανωτέρω (Βλ. απόφαση της της 17ης Οκτωβρίου 2024, υπόθεση C 156/23 [Ararat] K, L, M, N κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2024:892, ιδίως σκέψεις 50 έως 51).
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Bλ. https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-05/Practical_Guide_Subsequent_Applications_EL.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 26.11.2025]
[2] Βλ. Κωνσταντίνος Δ. Φαρμακίδης - Μάρκου, Προσφυγικό Δίκαιο, Ερμηνευτική προσέγγιση και πρακτική διάσταση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021, σελ. 31.
[3] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, 'Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo', Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord [Ημερομηνία Πρόσβασης: 21.11.2025]
[4] Ibid
[5] UNSC, S/RES/2765 (2024) διαθέσιμο σε https://digitallibrary.un.org/record/4069994?v=pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 21.11.2025]
[6] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, 'Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo', Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord [Ημερομηνία Πρόσβασης: 21.11.2025]
[7] Βλ. σχετικά Global Protection Cluster, https://www.globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-02/points_saillants-situation_de_protection_decembre_2023_vf.pdf, Παρουσία των ανωτέρω ομάδων στην Kinshasa δε μαρτυρείται ούτε κατά την πρόσφατη επιστολή ομάδας ειδικών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας UNSC, 'Letter dated 15 December 2023 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council' (2023), διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 21.11.2025]
[8] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).
[9] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Democratic Republic Congo, Kinshasa) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 21.11.2025]
[10] World Population Review, https://worldpopulationreview.com/cities/dr-congo/kinshasa [Ημερομηνία Πρόσβασης: 21.11.2025]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο