ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 3028/2023
1 Δεκεμβρίου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
P.C.C.I
Αιτητή
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας
Μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
....................
Ν. Ιωάννου για Αθανασίου και Φράγκος Μιχαήλ ΔΕΠΕ, Δικηγόρος για τον Αιτητή
Χριστίνα Δημητρίου για Άντρια Δημητριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: : Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 22/07/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 07/01/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές στις 22/11/2021. Στις 10/01/2022, ο αιτητής παρέλαβε την Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).
Στις 17/07/2023, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενος ως «αρμόδιος λειτουργός»). Στις 21/07/2023, αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, στις 22/07/2023, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του αιτητή και αποφάσισε την επιστροφή του στη Νιγηρία.
Στις 04/08/2023, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την αιτιολόγηση της απόφασής της σχετικά με το αίτημα του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή αυθημερόν. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, αμφισβητώντας την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της Γραπτής της Αγόρευσης προβάλλει ως προς τους λόγους ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης ότι η απόφαση είναι προϊόν μη δέουσας έρευνα, ότι στερείται δέουσας αιτιολογίας και ότι λήφθηκε κατά κατάχρηση και καθ’ υπέρβαση εξουσίας ως αποτέλεσμα πραγματικής και νομικής πλάνης.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, αλλά και προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης και αναφέρει πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, εισηγείται ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών του που θεμελιώνουν το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Κατά συνέπεια, εισηγείται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Προχωρώ να εξετάσω κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ορθά απέρριψε το αίτημα του αιτητή για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας και αν εξέδωσε δεόντως αιτιολογημένη απόφαση.
Ο αιτητής κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι ο λόγος που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του ήταν διότι ο θείος του σκότωσε τους γονείς του. Πρόσθεσε ότι καθώς ήταν ο μόνος επιζών υιός, ο θείος του τον απείλησε με θάνατο για να μην κληρονομήσει την περιουσία του πατέρα του (βλ. ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην περιοχή Umuokpo Nkume, Njaba Local Government Area, στην πολιτεία Imo. Περαιτέρω, δήλωσε ότι τον Μάρτιο του 2021 μετοίκησε στην περιοχή Onitsha, στην πολιτεία Anambra, όπου διέμεινε μέχρι τον Οκτώβριο του 2021. Ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε χριστιανός και ως προς την εθνοτική του καταγωγή Igbo. Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος. Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι οι γονείς του έχουν αποβιώσει και ότι δεν έχει αδέλφια (βλ. ερυθρό 30 5χ, του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε ότι φοίτησε στο κολλέγιο Comprehensive Secondary School Nkume, στην πολιτεία Imo, ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στην Διοίκηση Επιχειρήσεων το 2015 (βλ. ερυθρό 30 8χ του διοικητικού φακέλου). Ακολούθως, εργάστηκε στον τομέα της μηχανολογίας από το έτος 2017 μέχρι το 2021 (βλ. ερυθρό 29 1χ του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή καθώς η ζωή του απειλείται από τον αδελφό του πατέρα του λόγω κτηματικών διαφορών. Πρόσθεσε ότι ο εν λόγω θείος του σκότωσε τους γονείς του και απείλησε να σκοτώσει και τον ίδιο λόγω της κτηματικής περιουσίας που είχε στην κατοχή ο πατέρας του. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι ο ίδιος είναι ο μοναδικός υιός του πατέρα του και ότι ο θείος του προσέλαβε έναν δολοφόνο με σκοπό να τον σκοτώσει. Έτσι, ο αιτητής κατέφυγε σε έναν ιερέα. Ο ιερέας τον συνόδευσε στο νοσοκομείο έτσι ώστε να λάβει περίθαλψη όπου και νοσηλεύτηκε για δύο μήνες. Μετά το τέλος της νοσηλείας του, ο αιτητής επέστρεψε στον ιερέα και ο θείος του απείλησε να τον σκοτώσει στέλνοντας άτομα να τον εντοπίσουν στο σπίτι του ιερέα, όταν πληροφορήθηκε ότι είναι ζωντανός. Τότε ο ιερέας αποφάσισε την μεταφορά του αιτητή στην πολιτεία Anambra και ακολούθως τον βοήθησε να διαφύγει από την χώρα για να προστατευθεί (βλ. ερυθρό 29 4χ του διοικητικού φακέλου)
Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του. Κληθείς να περιγράψει με περισσότερες λεπτομέρειες το περιστατικό που τον οδήγησε στο νοσοκομείο, ο αιτητής δήλωσε ότι τραυματίστηκε από τα άτομα, τα οποία ο θείος του απέστειλε για να τον σκοτώσουν. Όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει πως γνωρίζει ο ίδιος ότι ο θείος του προκάλεσε τον τραυματισμό του, ο αιτητής απάντησε ότι μετά τον διαχωρισμό των περιουσιών, ο θείος του με τον πατέρα του είχαν θέματα μεταξύ τους κι έτσι ο θείος του ανάφερε στον πατέρα του ότι θα τον σκότωνε. Πρόσθεσε ότι μετά τον θάνατο των γονέων του, γνώριζε πως αυτός είχε σειρά.
Ο αιτητής ανέφερε ότι κατέφυγε στην πολιτεία Anambra προκειμένου να προστατευθεί μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο (βλ. ερυθρό 28 2x του διοικητικού φακέλου). Σε επισήμανση του λειτουργού ότι νωρίτερα είχε αναφέρει πως ο ιερέας είχε πάρει την απόφαση για την μετακίνησή του στην πολιτεία Anambra και όχι ο ίδιος, ο αιτητής δήλωσε ότι συμφώνησε με τον ιερέα για να μετακινηθεί στην προαναφερόμενη πολιτεία (βλ. ερυθρό 28 χ3 του διοικητικού φακέλου).
Όταν ρωτήθηκε πως ο ίδιος ήταν βέβαιος ότι οι άνθρωποι που τον βρήκανε είχαν σταλεί από τον θείο του, δήλωσε ότι ο ιερέας τον ενημέρωσε ότι μια ομάδα ανδρών ρωτούσαν για αυτόν. Σε παρατήρηση του λειτουργού ότι είχε δηλώσει πως ο ιερέας τον είχε ενημερώσει ότι οι συγκεκριμένοι άνδρες ρωτούσαν για εκείνον και όχι ότι είχαν σταλεί από τον θείο του, ο αιτητής δήλωσε πως γνώριζε ότι είχαν σταλεί από τον θείο του οι εν λόγω άνδρες γιατί τον είχε ήδη απειλήσει πως θα τον σκότωνε (βλ. ερυθρό 28 3χ του διοικητικού φακέλου).
Περαιτέρω, ο αιτητής δήλωσε πως τα γεγονότα με τον θείο του ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 2020. Επιπλέον, πρόσθεσε πως οι γονείς του απεβίωσαν τον Δεκέμβριο του 2020 και πως οι πρώτες απειλές έλαβαν χώρα τον Ιανουάριο του 2021. Ακολούθως, σε επισήμανση του λειτουργού ότι αρχικά είχε δηλώσει πως οι γονείς του απεβίωσαν τον Νοέμβριο του 2020 ενώ τώρα δήλωσε τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, ο αιτητής ανέφερε ότι ο Νοέμβριος είναι η σωστή ημερομηνία (βλ. ερυθρό 28 4χ του διοικητικού φακέλου).
Κληθείς να διευκρινίσει τι ακριβώς συνέβη όσον αφορά τον θείο του, ανάφερε πως ο πατέρας του έχει μόνο αυτόν τον αδελφό και πως ο πατέρας του κληρονόμησε την εδαφική περιουσία από τους γονείς του και αυτό ουσιαστικά δημιούργησε την μεταξύ τους διαφορά (βλ. ερυθρό 28 5χ,6χ του διοικητικού φακέλου). Πρόσθετα, ο αιτητής ανέφερε ότι τους τίτλους ιδιοκτησίας της εν λόγω περιουσίας, τους είχε ο πατέρας του αλλά λόγω του ότι έχει αποβιώσει, τα παρέδωσε ο ίδιος στον ιερέα (βλ. ερυθρό 28 6χ του διοικητικού φακέλου).
Ο αιτητής πρόσθεσε πως έδωσε τα έγγραφα στον ιερέα, την ημέρα που του επιτέθηκαν, επειδή δεν είχε κάποιο άλλο άτομο για να τα παραδώσει και πως ο ιερέας είναι ο μόνος άνθρωπος που εμπιστεύεται. Τέλος, ανέφερε πως δεν έχει κάποιο αποδεικτικό στοιχείο που να υποδεικνύει τον πατέρα του ως τον κάτοχο της περιουσίας (βλ. ερυθρό 28 7χ, 8χ του διοικητικού φακέλου). Σε επιπλέον διευκρινιστική ερώτηση γιατί δεν ενημέρωσε τον θείο του πως πλέον δεν έχει στην κατοχή του τα συγκεκριμένα έγγραφα ιδιοκτησίας, ο αιτητής δήλωσε πως δεν τον ρώτησαν και πως είχαν πρόθεση να τον σκοτώσουν (βλ. ερυθρό 27 1χ του διοικητικού φακέλου).
Όταν του ζητήθηκε να αναφέρει εάν έγινε κάτι συγκεκριμένο το οποίο τον ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα μετά από ένα χρόνο και συγκεκριμένα τον Νοέμβριο του 2021, δήλωσε ότι ο ιερέας έψαχνε μια ασφαλή χώρα που θα βοηθούσε τον ίδιο να ταξιδέψει (βλ. ερυθρό 27 4χ του διοικητικού φακέλου). Τέλος, ο αιτητής δήλωσε πως δεν συνέβη τίποτα συγκεκριμένο στον ίδιο και πως δεν κατήγγειλε τις απειλές που δεχόταν από τον θείο του στην αστυνομία, διότι δεν βρήκε την ευκαιρία. Στην διευκρινιστική ερώτηση για ποιο λόγο δεν αποτάθηκε στις αστυνομικές αρχές της χώρας έτσι ώστε να προστατεύσει τον εαυτό του, ο αιτητής δήλωσε πως ο ιερέας του ανάφερε ότι ακόμη κι αν πήγαινε να καταγγείλει τις εν λόγω απειλές που δεχόταν, πάλι θα τον έψαχνε ο θείος του και θα τον κυνηγούσε (βλ. ερυθρό 27 6χ του διοικητικού φακέλου).
Ο αιτητής ανέφερε πως επιθυμεί να λάβει την περιουσία και δήλωσε πως έχει προσλάβει δικηγόρο και ότι έχει σκοπό να λάβει τους τίτλους ιδιοκτησίας. (βλ. ερυθρό 27 8χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την δυνατότητα μετεγκατάστασής του σε άλλη περιοχή της Νιγηρίας, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, αναφέροντας πως ο θείος του επιθυμεί να τον σκοτώσει και ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο. Σε αυτό το σημείο, επισημάνθηκε στον αιτητή πως ήταν ικανός να ζήσει σε διάφορες περιοχές της χώρας του από τον Νοέμβριο του 2020 μέχρι και τον Νοέμβριο του 2021 χωρίς να έχει συμβεί τίποτα στον ίδιο από τον θείο του. Ο αιτητής απάντησε πως ο θείος του δεν γνώριζε πως ο ίδιος κρυβόταν και απλά είναι σίγουρος πως τον κυνηγά και θα τον εντοπίσει αφού οι πληροφορίες μεταδίδονται εύκολα (βλ. ερυθρό 27 9χ του διοικητικού φακέλου).
Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε στην αφήγησή του ο αιτητής, διέκρινε στην έκθεση - εισήγησή του δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του αιτητή ως κατωτέρω: (1) Τα προσωπικά στοιχεία, την χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, και (2) Ισχυριζόμενος φόβος δίωξης από τον αδερφό του πατέρα του λόγω κτηματικών διαφορών.
Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτούς τους ισχυρισμούς του αιτητή ως προς τα προσωπικά του στοιχεία καθώς οι δηλώσεις του αιτητή κρίθηκαν σαφείς, συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Αντιθέτως, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον δεύτερο ισχυρισμό του αιτητή, δηλαδή τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξη από τον αδερφό του πατέρα του λόγω κτηματικών διαφορών, καθώς έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται της ισχυριζόμενης δίωξη του ιδίου από τον αδερφό του πατέρα του. Επιπλέον, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι οι ισχυρισμοί του παρουσιάζουν επιπολαιότητα, υπεκφυγές, ασάφεια, γενικότητα και αοριστία και βασίζονται σε υποθετικούς ισχυρισμούς.
Ειδικότερα, ο λειτουργός έκρινε ως αόριστες και γενικόλογες τις δηλώσεις του σχετικά με το πως γνωρίζει ο ίδιος ότι ο θείος του προκάλεσε τον τραυματισμό του. Ο λειτουργός σημειώνει, ότι ο αιτητής δήλωσε υποθετικά πως μετά τον θάνατο τον γονιών του, γνώριζε πως αυτός είχε σειρά, χωρίς να τεκμηριώσει εμπεριστατωμένα την εν λόγω δήλωσή του. Ο λειτουργός σημειώνει περαιτέρω, ότι ο αιτητής δεν είχε στην κατοχή του οποιαδήποτε αποδεικτικά έγγραφα. Σε επόμενη ερώτηση του λειτουργού, για το τί ενέργειες έκανε, ώστε να προστατευθεί μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο, ανέφερε ότι κατέφυγε στην πολιτεία Anambra. Ο λειτουργός παρατηρεί σε αυτό το σημείο ασυνέπεια στους ισχυρισμούς του, καθότι νωρίτερα είχε αναφέρει πως ο ιερέας είχε πάρει την απόφαση για την μετακίνησή του στην πολιτεία Anambra και όχι ο ίδιος.
Επιπλέον, ερωτηθείς για το πως ο ίδιος ήταν βέβαιος ότι οι άνθρωποι που τον εντόπισαν είχαν σταλεί από τον θείο του, απάντησε με ασυνέπεια αναφέροντας πως ο ιερέας τον ενημέρωσε ότι μια ομάδα ανδρών πήγε και ρωτούσε για αυτόν. Σε αυτό το σημείο ο αιτητής ανάφερε υποθετικά πως γνώριζε ότι είχαν σταλεί από τον θείο του οι εν λόγω άνδρες γιατί τον είχε ήδη απειλήσει πως θα τον σκότωνε. Αναμενόταν από τον αιτητή να αποσαφηνίσει τα λεγόμενά του στο αρχικό στάδιο της δήλωσής του με ακριβή και λεπτομερή τρόπο, τεκμηριώνοντας εμπεριστατωμένα το επιχείρημά του και να εξηγήσει το πώς γνωρίζει ότι η εν λόγω επίθεση που δέχτηκε συνδέεται με τον θείο του.
Ο αιτητής ανάφερε πως τα προβλήματα άρχισαν τον Δεκέμβριο του 2020 και μετά άλλαξε τα λεγόμενά του λέγοντας πως συνέβησαν τον Νοέμβριο του 2020. Επιπλέον, πρόσθεσε πως οι γονείς του απεβίωσαν τον Δεκέμβριο του 2020 και πως οι πρώτες απειλές έλαβαν χώρα τον Ιανουάριο του 2021. Δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να εξηγήσει την αρχική του δήλωση στην οποία ανάφερε πως οι γονείς του απεβίωσαν τον Νοέμβριο του 2020 ενώ σε άλλο σημείο δήλωσε τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς ως τον μήνα του θανάτου τους, με τον αιτητή να απαντάει πως ο Νοέμβριος είναι η σωστή ημερομηνία.
Κληθείς να διευκρινίσει ποιος έχει στην κατοχή του τους τίτλους ιδιοκτησίας της εν λόγω περιουσίας, ο αιτητής ανάφερε με ασάφεια πως τους έχει ο πατέρας του αλλά λόγω του ότι έχει αποβιώσει, τα παρέδωσε ο ίδιος στον ιερέα. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τον λόγο που συνέχιζαν οι απειλές από την μεριά του θείου, εφόσον ο ιερέας είχε τα έγγραφα στην κατοχή του. Σε επιπλέον διευκρινιστική ερώτηση γιατί δεν ενημέρωσε τον θείο του πως πλέον δεν έχει στην κατοχή του τα συγκεκριμένα έγγραφα, ο αιτητής παρέμεινε ασαφής, λέγοντας πως δεν τον ρώτησαν και πως είχαν πρόθεση να τον σκοτώσουν. Ερωτηθείς εάν έγινε κάτι συγκεκριμένο το οποίο τον ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα του μετά από ένα χρόνο, ο αιτητής απάντησε γενικευμένα και αόριστα πως ο ιερέας έψαχνε μια ασφαλή χώρα που θα βοηθούσε τον ίδιο να ταξιδέψει.
Ο αιτητής δήλωσε αόριστα και χωρίς επάρκεια ότι δεν αποτάθηκε στην αστυνομία, διότι δεν βρήκε την ευκαιρία. Ακολούθως δήλωσε υποθετικά πως ο ιερέας του ανάφερε ότι ακόμη κι αν πήγαινε να καταγγείλει τις εν λόγω απειλές που δεχόταν, ο θείος του θα τον αναζητούσε και πάλι. Σε ερώτηση σχετικά με την πιθανότητα να εγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας, ο αιτητής απάντησε αρνητικά αναφέροντας πως ο θείος του επιθυμεί να τον σκοτώσει και η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο. Παρουσιάζεται ασάφεια στους ισχυρισμούς του αφού ο αιτητής ανάφερε πως ο θείος του δεν γνώριζε πως ο ίδιος κρυβόταν και απλά είναι σίγουρος πως τον κυνηγά και θα τον εντοπίσει αφού οι πληροφορίες μεταδίδονται εύκολα.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός καταγράφει ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής στη συνέντευξη του, αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης, λόγω της εγγενώς υποκειμενικής φύσεως τους. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω δεδομένα, κρίθηκε ότι δεν δύναται να γίνει αποδεκτός ο εν λόγω ισχυρισμός του αιτητή, ο οποίος αφορά τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του, υπό την μορφή απειλών κατά της ζωής του από το θείο του λόγω κτηματικής διαφοράς.
Υπό το φως του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός συνήγαγε κατά την αξιολόγηση κινδύνου, αφού παρέθεσε πληροφορίες αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του, και λαμβάνοντας υπόψη το ατομικό του προφίλ, ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι συντρέχει εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του τη Νιγηρία.
Ακολούθως, κατά τη νομική ανάλυση κρίθηκε πως δεν προκύπτει βάσιμος φόβος δίωξης βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης στο πλαίσιο του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, κατά την αξιολόγηση των προϋποθέσεων του άρθρου 19 (2) (α) και (β) του Περί Προσφύγων Νόμου, κρίθηκε πως ο αιτητής κατά την επιστροφή του στην Νιγηρία, δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας. Κατά την αξιολόγηση των προϋποθέσεων του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, αφού η κατάσταση στην Νιγηρία, δεν χαρακτηρίζεται από καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης, εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. Με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος ορθά έγινε αποδεκτός, δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ. Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ότι κινδυνεύει από τον αδερφό του πατέρα του λόγω κτηματικών διαφορών, θα πρέπει να αναφέρω πως διαφαίνεται από το αφήγημά του ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προβάλει τον ισχυρισμό του με συνέπεια και λεπτομέρεια, αφού δεν παρουσίασε με τρόπο συνεκτικό και λεπτομερή τα όσα αφορούν τον πυρήνα του αιτήματός του. Ο αιτητής δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για τον κίνδυνο που διέτρεχε και δεν περιέγραψε τα στοιχεία αυτά που κατά τον ισχυρισμό του θα τον έθεταν σε κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Ενόψει των ανωτέρω δεδομένων διαπιστώνω πως η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του δεν τεκμηριώθηκε, εφόσον στήριξε τον πυρήνα του αιτήματός του σε γενικές και αόριστες αναφορές.
Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή, διαφαίνεται πως τα ζητήματα που θέτει είναι εντελώς προσωπικής φύσεως και δεν δύναται να διασταυρωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που αφορούν τη χώρα καταγωγής του. Με δεδομένο ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του, εφόσον προέβη σε αοριστίες και γενικολογίες κατά το αφήγημά του, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.
Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής […]».
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).
Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης στο σύνολό της, κρίνω ότι δεν υπάρχει κάποιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Κατά συνέπεια, προκύπτει πως ορθά αποφασίστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που στοιχειοθετούν δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχω αναλύσει ανωτέρω, ορθά κρίθηκε από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ότι δεν στοιχειοθετούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6(Ι)/2000, για να παρασχεθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Ο αρμόδιος λειτουργός, διεξήγαγε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Αναφορικά με την πολιτεία Imo, στην οποία υπάγεται η περιοχή Umuokpo Nkume, Njaba Local Goevernment Area, στην οποία αναμένεται να επιστρέψει ο αιτητής, σύμφωνα με πρόσφατη Έκθεση της EUAA, που αφορά την περίοδο 1 Ιανουαρίου 2024 έως 31 Αυγούστου 2025, η κατάσταση στην πολιτεία Imo έχει χαρακτηριστεί από αυξανόμενη ανασφάλεια. Σύμφωνα με το PIND, η πολιτεία Imo κατατάχθηκε μεταξύ των τριών πολιτειών του Δέλτα του Νίγηρα που κατέγραψαν τον υψηλότερο αριθμό θανάτων σχετιζόμενων με συγκρούσεις το 2024, με την περιοχή Ohaji/Egbema να είναι μία από τις τρεις πιο πληγείσες περιοχές. Οι θάνατοι που σχετίζονται με συγκρούσεις στην πολιτεία μειώθηκαν από 22 το τέταρτο τρίμηνο του 2024 σε 13 το πρώτο τρίμηνο του 2025, αλλά στη συνέχεια σημείωσαν σημαντική αύξηση σε 41 το επόμενο τρίμηνο. Κύριες πηγές ανασφάλειας ήταν εγκληματικές δραστηριότητες (συμπεριλαμβανομένων στοχευμένων δολοφονιών και απαγωγών για λύτρα), βία που συνδέεται με αυτονομιστικές πολιτοφυλακές και κοινοτικές συγκρούσεις.[1]
Στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας, οι κύριοι παράγοντες αποσταθεροποίησης είναι σύμφωνα με την έκθεση της EUAA για τη Νιγηρία του Ιουλίου 2024, οι αυτονομιστικές φατρίες, άγνωστοι ένοπλοι καθώς και οι δυνάμεις ασφαλείας.[2] Το 2023 οι κύριοι παράγοντες που εμπλέκονταν στις εντάσεις στη Νοτιοανατολική περιοχή ήταν οι «αποσχιστικές φατρίες»[3] ή οι Ιθαγενείς της Μπιάφρα (IPOB) και το Ανατολικό Δίκτυο Ασφαλείας (ESN).[4] Οι αυτονομιστές της Μπιάφρα, έχουν αντικαταστήσει το νόμο στις νοτιοανατολικές πολιτείες. Άγνωστοι ένοπλοι ήταν επίσης παρόντες στα Νοτιοανατολικά καθ' όλη τη διάρκεια του 2023,[5] καθώς και κρατικές δυνάμεις ήταν επίσης παρούσες στη Νοτιοανατολική περιοχή το 2023.[6]
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας, στην οποία υπάγεται η περιοχή Umuokpo Nkume, Njaba Local Goevernment Area, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 26/11/2025), καταγράφηκαν 91 περιστατικά ασφαλείας (που περιλαμβάνουν περιστατικά πολιτικής βίας, διαδηλώσεων, καταστολής, τρομοκρατικών επιθέσεων) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 157 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[7] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Imo σύμφωνα με εκτιμήσεις για το 2022 ανερχόταν στα 5,459,300.[8]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή όπου αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, υγιής, με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο, πλήρως ικανός προς εργασία και χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 145/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.
Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα. Από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου, μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την προσβαλλόμενη απόφαση και ούτως ή άλλως διαφαίνεται η αιτιολογία της απόφασης και από το κείμενό της (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνύδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97). Από όσα έχω επεξηγήσει ανωτέρω προκύπτει ότι, το αρμόδιο όργανο έλαβε δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση. Συνεπώς, ο ισχυρισμός των ευπαίδευτων συνηγόρων του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, απορρίπτεται στο σύνολό του.
Επιπρόσθετα, οι συνήγοροι του αιτητή, διατείνονται πως το αρμόδιο όργανο κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ενήργησε υπό παργματική ή νομική πλάνη και καθ’υπέρβαση εξουσίας κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Η συνήγορος των καθ’ών η αίτηση αντιτείνει πως το αρμόδιο όργανο έλαβε υπόψη του όλα τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεση και εξέδωσε ορθή απόφαση εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Θα πρέπει βέβαια να αναφερθεί πως το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού για την ύπαρξη πλάνης το έχει ο αιτητής (βλ. Παπαδόπουλος v. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1190) 3ΑΑΔ 262, 267). Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός δεν στοιχειοθετείτε επαρκώς από τον αιτητή και είναι γενικόλογος. Πλάνη περί τα πράγματα στοιχειοθετείτε όταν αποδεικνύεται η αντικειμενική ανυπαρξία γεγονότων που έλαβε υπόψη του το αρμόδιο όργανο για να εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση (βλ. Σύγγραμμα του Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτόπουλου, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» (Τόμος 2, 14η έκδοση, 2011, σελίδες 136, 137, παράγραφοι 510 και 511). Ο αιτητής δεν παραπέμπει σε γεγονότα τα οποία οι καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη με αποτέλεσμα να αποφασίσουν κατά πλάνη περί τα πράγματα. Στη βάση των ανωτέρω, είναι προφανές πως δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός του αιτητή περί πραγματικής πλάνης ή/και οποιασδήποτε άλλης ουσιώδους πλάνης και ούτε έχει οποιαδήποτε υπέρβαση εξουσίας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου και ως εκ τούτου απορρίπτεται στο σύνολο του.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφαση είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EUAA – European Union Agency for Asylum: Nigeria - Security situation, November 2025, https://euaa.europa.eu/publications/coi-report-nigeria-security-situation-0, p. 132 – 133.
[2] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO):
Nigeria- Country Focus, July 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2112320/2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf
[3] ISS, Nigeria’s military mistakes cost the country its civilians, 13 December 2023, https://issafrica.org/iss-today/nigerias-military-mistakes-cost-the-country-its-civilians
[4] Nigeria Watch, Annual Report 2023, n.d., https://www.nigeriawatch.org/media/html/Reports/NGA-Watch-Report23VF.pdf p. 14
[5] AI, Amnesty International Report 2023/2024 - Nigeria, 24 April 2024 https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2024/04/WEBPOL1072002024ENGLISH.pdf p. 285; Leadership, Threat To Election In South East, 2023, https://leadership.ng/threat-to-election-in-south-east/
[6] Nigeria Watch, Annual Report 2023, n.d., https://www.nigeriawatch.org/media/html/Reports/NGA-Watch-Report23VF.pdf p. 14
[7] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Nigeria, Imo)
[8] City Population, https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA017__imo/
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο