Ε. Ο. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3768/23, 3/12/2025
print
Τίτλος:
Ε. Ο. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3768/23, 3/12/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

       Υπόθεση Αρ. 3768/23

 

3 Δεκεμβρίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

Ε. Ο.

 

Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                         Καθ’ ων η αίτηση

 

                                  ..................................................

 

Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου

 

Δημήτριος Α. Παυλίδης για Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Μάσσιμο Αμπελώμος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ’ ων η αίτηση

  

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

  

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 22/08/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και τον διοικητικό φάκελο (εφεξής «δ. φ.») που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 1, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και στις 18/05/2022 συμπλήρωσε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.  Στις 19/05/2022 ο αιτητής παρέλαβε τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος διεθνούς προστασίας. 

 

Στις 09/08/2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, EUAA (στο εξής «λειτουργός»). Στις 17/08/2023, ο λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στις 22/08/2023, αρμόδιος λειτουργός εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών, να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για την αίτηση του αιτητή και αποφάσισε την απόρριψή της.  Στις 29/09/2023, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε από τον ίδιο αυθημερόν. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Ο αιτητής, μέσω των συνηγόρων του, προέβαλε στην αίτηση ακυρώσεώς πλήθος λόγων ακυρώσεως, τους οποίους περιόρισε με τη Γραπτή του Αγόρευση στους ακόλουθους λόγους: Η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από έλλειψη έρευνας, λήφθηκε υπό πλάνη περί τα πράγματα και είναι μη δεόντως αιτιολογημένη ως προς τη χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας. Παραπέμπει προς υποστήριξη αυτού σε πηγές πληροφόρησης οι οποίες κατά τη θέση του καταδεικνύουν ότι στη Νιγηρία επικρατούν ένοπλες συγκρούσεις.  Όλες τις πηγές πληροφόρησης τις έλαβα υπόψη μου σε συνδυασμό βεβαίως με την έρευνα που διεξήγαγα σε πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του αιτητή.

 

Από την πλευρά τους οι καθ’ ων η αίτηση επισημαίνουν ότι παρατηρείται έλλειψη εξειδίκευσης και/ή τεκμηρίωσης των λόγων ακυρώσεως που προωθεί ο αιτητής υποβάλλοντας ότι για το λόγο αυτό δεν θα πρέπει να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο. Πέραν τούτου, η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει ότι λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στο αρμόδιο όργανο και ότι είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Τέλος, επισημαίνουν ότι η Νιγηρία ανήκει στον κατάλογο των χωρών που έχουν χαρακτηριστεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας δυνάμει της Κ.Δ.Π. 145/2025.

 

Mε την Απαντητική τους Αγόρευση, οι συνήγοροι του αιτητή επαναλαμβάνουν τα όσα ανέφεραν στη Γραπτή τους Αγόρευση.

 

Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων αμφότερες πλευρές υιοθέτησαν το περιεχόμενο των Γραπτών τους Αγορεύσεων και δεν ανέφεραν οτιδήποτε επιπρόσθετο.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφαση.

 

Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό του αιτητή περί μη δέουσας έρευνας και αναιτιολόγητης απόφασης εκ μέρους των καθ’ ων αίτηση. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.

 

Στην αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής στην Υπηρεσία Ασύλου κατέγραψε ότι ο λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα του είναι επειδή ο θείος του, ο οποίος τον μεγάλωσε μετά τον θάνατο των γονιών του, ήθελε να τον μυήσει σε μία αποκρυφιστική ομάδα με το όνομα “Sakpinkom/Sakpinkam”. Ανέφερε ότι ο θείος του, του είπε ότι εάν γινόταν μέλος, θα γινόταν πλούσιος, αλλά η ενέργεια αυτή ήταν αντίθετη στη χριστιανική του πίστη. Συνεπεία αυτού, ο θείος του απείλησε να τον σκοτώσει και με τη βοήθεια ενός πάστορα εγκατέλειψε τη χώρα του με σκοπό να είναι ασφαλής (ερ. 1 του δ.φ.).

 

Κατά το στάδιο της συνέντευξής του, ο αιτητής δήλωσε Νιγηριανός υπήκοος, με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του την πόλη Agbor της πολιτείας Delta. Δήλωσε μη νυμφευμένος, Χριστιανός ως προς το θρήσκευμα και Igbo ως προς την εθνοτική του ομάδα. Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι ο πατέρας του απεβίωσε όταν ο ίδιος ήταν δέκα ετών και η μητέρα του απεβίωσε το 2016, αμφότεροι λόγω ασθένειας. Ανέφερε ότι έχει ένα αδερφό και τρεις αδερφές, οι οποίοι διαμένουν στο χωριό Abavo της πολιτείας Delta και ότι μαθαίνει τα νέα τους μέσω του πάστορα που τον βοήθησε να αναχωρήσει από τη χώρα. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, ο αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τριτοβάθμια εκπαίδευση και ως προς την εργασιακή του εμπειρία ανέφερε ότι ουδέποτε εργάστηκε, παρά μόνο βοηθούσε τον θείο του με το κατάστημα πώλησης υδραυλικών ειδών. Ισχυρίστηκε ότι διέμενε στην πολιτεία Edo με τον θείο του από το 2010 έως το 2011/2012 όταν απεβίωσαν οι γονείς του, με σκοπό να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του. Το 2012 μετέβη για τέσσερα χρόνια στην πολιτεία Anambra για να σπουδάσει βιβλιοθηκονομία και όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 2016 επέστρεψε στην πολιτεία Edo όπου βοηθούσε τον θείο του μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022. Ακολούθως παρέμεινε για δύο μήνες στην πολιτεία Delta από όπου με τη βοήθεια ενός πάστορα αναχώρησε από τη Νιγηρία, εξασφαλίζοντας φοιτητική άδεια για μεταπτυχιακές σπουδές στις κατεχόμενες περιοχές της Δημοκρατίας (ερ. 33-27 του δ.φ.).

 

Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του, ο αιτητής κατά την ελεύθερη αφήγησή του ισχυρίστηκε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του το 2010, ο θείος του βοήθησε οικονομικά την μητέρα του για την εκπαίδευσή του και μετά τον θάνατο της μητέρας του το 2016, ο θείος του ήταν ο μόνος που τον στήριξε με τις σπουδές του. Μετά την αποφοίτησή του, ο αιτητής ανέφερε ότι βοηθούσε τον θείο του στο κατάστημα που διατηρούσε. Μια μέρα τον φώναξε και του είπε ότι ως πρωτότοκος υιός τα αδέρφια του προσβλέπουν στη βοήθειά του και ως εκ τούτου θα του έδειχνε πώς να γίνει πλούσιος. Τότε του αποκάλυψε ότι λατρεύει τα είδωλα και ότι όλος ο πλούτος που είχε προέρχεται από αποκρυφιστικές δυνάμεις, στις οποίες ήθελε να τον μυήσει. Ο αιτητής αρνήθηκε να προχωρήσει, λόγω του ότι αυτά που του περιέγραψε έρχονταν σε αντίθεση με τη χριστιανική του πίστη. Συνεπεία αυτού, ο θείος του εξοργίστηκε, του είπε ότι ξόδεψε αρκετά χρήματα για την εκπαίδευσή του και άρχισε να τον απειλεί ότι θα τον σκοτώσει με τις αποκρυφιστικές του δυνάμεις. Αρχικά, ισχυρίστηκε ότι δεν έδωσε σημασία μέχρι μια νύχτα, τα μεσάνυχτα, αντίκρυσε κάτι παράξενο, οπότε κάλεσε τον πάστορά του, προσευχήθηκαν μαζί και ο πάστορας του ζήτησε να μεταβεί στο Agbor. Συνεχίζοντας την αφήγησή του, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο θείος του συνέχισε να προσπαθεί να τον σκοτώσει με τις πνευματικές του δυνάμεις. Τότε με τη συνδρομή του πάστορα διευθέτησε την αναχώρησή του (ερ. 27/2χ-26/1χ του δ. φ.).

 

Σε διευκρινιστικά ερωτήματα που του τέθηκαν, ο αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του άρχισε να του λέει για την αποκρυφιστική ομάδα το 2021, όταν μια μέρα του είπε ότι θα πρέπει να αρχίσει να βγάζει χρήματα για να φροντίσει τα μικρότερα αδέρφια του. Ως προς την αποκρυφιστική κοινότητα, ο αιτητής δήλωσε ότι λέγεται “Azeru” και ότι τα μέλη της λατρεύουν είδωλα και αποκτούν χρήματα και πνευματική δύναμη. Σχετικά με τις απειλές που έλαβε όταν αρνήθηκε να γίνει μέλος της λατρευτικής ομάδας, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι αρχικά τον απειλούσε ότι θα τον σκότωνε, αλλά δεν έδωσε σημασία. Μία νύχτα όμως αντίκρυσε κάτι περίεργο το οποίο προσπαθούσε να τον στραγγαλίσει και προσευχόταν να είναι όνειρο. Όταν ξύπνησε φοβήθηκε και τηλεφώνησε στον πάστορα για να προσευχηθούν μαζί, ο οποίος του ζήτησε να πάει στο σπίτι του στην πολιτεία Delta.  Όταν του ζητήθηκε να αναφέρει εάν του συνέβη οτιδήποτε μέχρι την αναχώρησή του από τη Νιγηρία, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ενόσω διέμενε με τον πάστορα, ο θείος του έστελνε άτομα για να τον σκοτώσουν και φοβόταν να βγει έξω. Σε ερώτηση κατά πόσο θα μπορούσε να διαμείνει σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας, ο αιτητής απάντησε αρνητικά, ισχυριζόμενος ότι έχουν μέλη σε όλη τη Νιγηρία και θα κινδυνεύσει η ζωή του (ερ. 26-25 του δ.φ.).

 

Στη βάση των ανωτέρω προβαλλόμενων ισχυρισμών, ο λειτουργός στην Έκθεση-Εισήγησή του σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής, τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του αιτητή και ο δεύτερος αφορά τον ισχυριζόμενο φόβο για τη ζωή του αιτητή από τον θείο του λόγω της άρνησής του να γίνει μέλος σε αποκρυφιστική λατρευτική ομάδα.

 

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του αιτητή, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση.

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό δεν έγινε αποδεκτός από τον λειτουργό, καθότι, ως σημείωσε, συνολικά η περιγραφή του αιτητή σχετικά με το αίτημα του θείου του να ενταχθεί ο αιτητής σε μια αποκρυφιστική ομάδα λατρείας και τις επακόλουθες απειλές μετά την άρνησή του να ενταχθεί σε αυτή, στερείται λεπτομερειών και συγκεκριμένων στοιχείων. Συγκεκριμένα, ως κατέγραψε ο λειτουργός, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι διέμενε με τον θείο του από το 2016 μέχρι το 2022 και όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει πώς ο θείος του τον κάλεσε μια μέρα το 2021 να ενταχθεί στην εν λόγω ομάδα, απάντησε αόριστα ότι ο θείος του τον κάλεσε για να του πει ότι πρέπει να αρχίσει να βγάζει τα δικά του χρήματα. Παρόλο που ο αιτητής κλήθηκε να περιγράψει την συζήτηση που είχε με τον θείο του, δεν παρείχε λεπτομέρειες, αναφέροντας ότι βοηθούσε τον θείο του στο κατάστημά του, ότι έμενε στο σπίτι του και ότι έπρεπε να φροντίζει τα μικρά αδέλφια του, οπότε ο θείος του είπε ότι πρέπει να ενταχθεί στην αποκρυφιστική ομάδα για να βγάλει χρήματα (ερ. 26/2Χ του δ. φ.)

 

Σχετικά με την αποκρυφιστική ομάδα στην οποία ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο θείος του τον απείλησε να ενταχθεί, οι πληροφορίες που παρείχε ο αιτητής, κρίθηκαν από τον λειτουργό ως μη συγκεκριμένες και λεπτομερείς, καθότι ο αιτητής ανέφερε μόνο το όνομα της ομάδας, δεν έδωσε οποιαδήποτε εξήγηση για το τι είναι η ομάδα αυτή, παρά μόνο ότι αποκτά κανείς χρήματα και πνευματική δύναμη με τη συμμετοχή του σε αυτή. Περαιτέρω, όταν του ζητήθηκε να περιγράψει τι έκανε ο θείος του ως μέλος αυτής της ομάδας, απάντησε ότι δεν γνωρίζει, επειδή δεν προσχώρησε σε αυτή (ερ. 26/2Χ και 25/1χ του δ.φ.). Ως κατέληξε ο λειτουργός, δεδομένου ότι ο αιτητής διέμενε για αρκετά χρόνια με τον θείο του και αφού όπως ισχυρίστηκε του ζήτησε να ενταχθεί στην ομάδα, θα αναμένετο ότι θα παρείχε περισσότερες πληροφορίες. 

 

Σχετικά με τις απειλές που ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι δέχτηκε από τον θείο του, δεν ήταν σε θέση να παρέχει συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με αυτές. Κληθείς να εξηγήσει πώς ο θείος του προσπάθησε να τον σκοτώσει με αποκρυφιστικές δυνάμεις, ο αιτητής ανέφερε αόριστα ένα περιστατικό, κατά το οποίο μία νύχτα είδε κάτι παράξενο να προσπαθεί να τον σκοτώσει, του φάνηκε σαν όνειρο και όταν ξύπνησε φοβήθηκε πολύ και κάλεσε τον πάστορά του για να προσευχηθούν μαζί (ερ. 25/1Χ του δ.φ.).

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού, ο λειτουργός παραπέμπει σε πηγές πληροφόρησης βάσει των οποίων διαπιστώθηκε ότι όλο και περισσότεροι νέοι στην Νιγηρία εντάσσονται σε αιρέσεις/ομάδες λατρείας Ο όρος «αίρεση» (“cult”) προέρχεται από τη λέξη «αποκρυφισμός» (“occult”), που σημαίνει μυστικός ή κρυφός, και για τον λόγο αυτό υπάρχουν ελάχιστα γνωστά στοιχεία. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο όρος “cultism” εμφανίστηκε σε ένα από τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα τη δεκαετία του '60, στη συνέχεια προέκυψαν αυτόνομες αιρετικές ομάδες στις οποίες συμμετείχαν άνθρωποι από όλα τα κοινωνικά στρώματα. Άρχισαν να δραστηριοποιούνται από τις πόλεις μέχρι τα πιο απομακρυσμένα χωριά, διαπράττοντας φρικαλεότητες και δολοφονίες.

 

Πηγές που παραθέτει ο λειτουργός αναφέρουν ότι οι περισσότερες λατρευτικές ομάδες, αν όχι όλες, είναι βυθισμένες στη μαγεία και την αιματοχυσία και ότι διεφθαρμένοι πολιτικοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούν μέλη αιρέσεων για να εκφοβίζουν τους αντιπάλους τους και να χειραγωγούν τις εκλογές. Πολλοί άνθρωποι προσχωρούν σε ομάδες αιρέσεων από φόβο ή επειδή έχουν εξαναγκαστεί. Όσοι προσχωρούν εθελοντικά το κάνουν για να ασκήσουν εξουσία πάνω σε άλλους και να αποκτήσουν πρόσβαση στον πλούτο. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι από αυτούς που προσχωρούν σε λατρείες είναι φτωχοί, ο μόνος τρόπος για να αποκτήσουν πλούτο είναι μέσω φαύλων δραστηριοτήτων, όπως ληστείες και άλλες μεθόδους, όπως η μύηση σε θρησκευτικές τελετές με χρήση βουντού ή “juju”, που κορυφώνονται με τελετουργικές δολοφονίες (ερ. 40-39 του δ.φ.). Ενόψει ωστόσο της έλλειψης επαρκών πληροφοριών και συνοχής στις δηλώσεις του αιτητή, κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ότι απειλήθηκε από τον θείο του για να ενταχθεί σε αποκρυφιστική ομάδα λατρείας.

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ισχυρισμό, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, σε συνδυασμό με πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας για τη χώρα καταγωγής του και ειδικότερα για την περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής του, την πολιτεία Delta, έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του ο αιτητής θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του αιτητή, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Επιπλέον, δεν διαπιστώθηκε πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης στο πλαίσιο του άρθρου 19 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000. Στο πλαίσιο του άρθρου 19 (2) (γ), ο λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει ο αιτητής (πολιτεία Delta), σε συνδυασμό με τις προσωπικές του περιστάσεις, διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνον στη συγκεκριμένη περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει. Ως εκ τούτου κατέληξε ότι ο αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ’ ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ’ ων η αίτηση.

 

Με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος ορθά έγινε αποδεκτός, δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ. Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, θα πρέπει να αναφέρω πως διαφαίνεται από το αφήγημά του ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προβάλει τον ισχυρισμό του με συνέπεια και επαρκή λεπτομέρεια, αφού δεν παρουσίασε με τρόπο συνεκτικό και λεπτομερή τα όσα αφορούν τον πυρήνα του αιτήματός του. 

 

Τα όσα ανέφερε ο λειτουργός στην Έκθεση-Εισήγησή του σε σχέση με τον εν λόγω ουσιώδη ισχυρισμό επιβεβαιώνονται από τα πρακτικά της συνέντευξης και διαπιστώνω πως ο αιτητής προέβη σε ανεπαρκείς και ασαφείς απαντήσεις, οι οποίες δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικής φύσης γεγονότα. Ο αιτητής δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για τη συζήτηση που είχε με τον θείο του, όταν ο τελευταίος του ζήτησε να ενταχθεί στην αποκρυφιστική λατρευτική ομάδα στην οποία ο ίδιος ήταν μέλος, δεν παρείχε οποιαδήποτε ουσιαστική πληροφορία για την λατρευτική ομάδα στην οποία αναμένετο από το θείο του να ενταχθεί και τέλος δεν ήταν σε θέση να περιγράψει συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους κινδύνεψε η ζωή του από τον θείο του. Αρκέστηκε σε αόριστες αναφορές σε απειλές από τον θείο του ότι θα τον σκότωνε με αποκρυφιστικές δυνάμεις και στην περιγραφή ενός περιστατικού κατά το οποίο αντίκρυσε τα μεσάνυχτα κάτι περίεργο το οποίο προσπαθούσε να τον σκοτώσει, χωρίς να αποσαφηνίζει κατά πόσο πρόκειτο για όνειρο. Ο αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει κατά τρόπο αξιόπιστο ότι κινδυνεύει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Περαιτέρω, εντοπίζεται αντίφαση στους ισχυρισμούς του αιτητή, καθότι στην αίτησή του αναφέρθηκε σε διαφορετικό όνομα σχετικά με την αποκρυφιστική λατρευτική ομάδα. Στην αίτησή του κατέγραψε ότι ονομάζεται “Sakpinkom/Sakpinkam”, ενώ στη συνέντευξή του ισχυρίστηκε ότι η ομάδα ονομάζεται “Azeru”, αντίφαση η οποία εγείρει ερωτηματικά ως προς το αληθές της αφήγησής του. Ενόψει των ανωτέρω δεδομένων διαπιστώνω πως η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του δεν τεκμηριώθηκε, εφόσον ο αιτητής στήριξε τον πυρήνα του αιτήματός του σε γενικές και αόριστες αναφορές.

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή, διαφαίνεται πως τα ζητήματα που θέτει είναι προσωπικής φύσεως και δεν δύναται να διασταυρωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που αφορούν τη χώρα καταγωγής του.  Ωστόσο, διεξήγαγα  συμπληρωματική των καθ’ ων η αίτηση έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, αναφορικά με την ύπαρξη αιρέσεων/λατρευτικών ομάδων στην Νιγηρία.  Θα πρέπει να διευκρινιστεί πως δεν είναι σαφές το όνομα της αποκρυφιστικής λατρευτικής ομάδας, στην οποία όπως ισχυρίστηκε ο αιτητής του ζήτησε ο θείος του να ενταχθεί, καθότι ο αιτητής προέβαλε δύο διαφορετικές ονομασίες. Κατόπιν σχετικής έρευνας δεν ανευρέθηκαν πληροφορίες για καμία εκ των δύο.

 

Ως προς τις αιρέσεις/λατρευτικές ομάδες γενικότερα, σύμφωνα με έκθεση της EUAA του 2017, σχετικά με τις μυστικές αιρέσεις στη Νιγηρία αναφέρεται ότι αυτές έχουν εξουσία και επιρροή και οι δραστηριότητές τους περιλαμβάνουν τελετουργίες και μαγεία. Το σύνταγμα της Νιγηρίας έχει απαγορεύσει αυτές τις μυστικές αιρέσεις. Οι πιο παραδοσιακές μυστικές αιρέσεις, συνδέονται με τις παραδόσεις και την θρησκευτική πρακτική που υπήρχαν πριν την αποικιοκρατία. Σήμερα εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές τέτοιες κοινωνίες κυρίως στην νότια Νιγηρία. Η πιο γνωστή μυστική κοινωνία είναι η Ogboni, αλλά οι διάφορες φυλές έχουν δικές τους παρόμοιες μυστικές αιρέσεις με κοινά χαρακτηριστικά. Μέλη μυστικών  ισχυρίζονται ότι έχουν μυστικιστική δύναμη που τους δίνει προνόμια έναντι των μη μελών και το δικαίωμα να «επιβάλλουν κυρώσεις» σε όσους αποκαλύπτουν πληροφορίες σε άτομα εκτός της κοινωνίας.[1]

 

Από τις ανωτέρω πηγές επιβεβαιώνεται η δράση διάφορων αιρέσεων στη χώρα. Ωστόσο, η αφήγηση του αιτητή χαρακτηρίζεται από επιφανειακότητα, ενώ οι απαντήσεις του σε διευκρινιστικά ερωτήματα υπήρξαν αόριστες και μη ευλογοφανείς. Η έλλειψη εσωτερικής συνοχής στους ισχυρισμούς του και η έλλειψη επαρκών λεπτομερειών και βιωματικών περιγραφών στην αφήγηση του αιτητή είναι τέτοια που, στο πλαίσιο της συνολικής αξιολόγησης και αποτίμησης των στοιχείων της υπόθεσης, δεν επαρκεί η επιβεβαίωση ύπαρξης λατρευτικών ομάδων στη χώρα του.

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).

 

Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης στο σύνολό της, κρίνω ότι δεν υπάρχει κάποιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Κατά συνέπεια, προκύπτει πως ορθά αποφασίστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που στοιχειοθετούν δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχω αναλύσει ανωτέρω, ορθά επίσης κρίθηκε από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ότι δεν στοιχειοθετούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6(Ι)/2000, για να παρασχεθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, δεν διαπιστώνεται πως προκύπτουν «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία στη χώρα καταγωγής του, κατά την έννοια του άρθρου 19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Αναφορικά με την υπαγωγή του αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 όσο και του ΔΕΕ (βλ. C285/12, A. Diakité v. Commissaire general aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011).

 

Θεωρώ αναγκαίο να προβώ σε ανάλυση των δεδομένων και στοιχείων που προκύπτουν από πρόσφατες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, προκειμένου να διερευνηθεί η υφιστάμενη κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του αιτητή και ειδικότερα στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του, την πολιτεία Delta.

 

Σύμφωνα με την έκθεση της EUAA για τη Νιγηρία του Ιουλίου 2024 η περιοχή South-South της χώρας αποτελείται από τις ακόλουθες έξι πολιτείες: Akwa Ibom, Bayelsa, Cross River, Delta, Edo και Rivers. Κύριοι παράγοντες στην κατάσταση ασφαλείας αποτελούν οι αυτονομιστές από το Καμερούν και οι αιρέσεις, συμπεριλαμβανομένων των Icelanders, Greenlanders και Degbam. Το 2023, αυτές οι αιρετικές ομάδες ενεπλάκησαν σε συγκρούσεις με αντίπαλες αιρέσεις, δυνάμεις ασφαλείας και τοπικές ομάδες αυτοάμυνας. Το 2023, οι πολιτείες Rivers και Delta ήταν μεταξύ των πολιτειών με τον υψηλότερο αριθμό θανάτων λόγω απαγωγών.[2]

 

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση της EUAA για τη Νιγηρία (Νοέμβριος 2025), οι κύριοι παράγοντες που συμβάλλουν στην ανασφάλεια και τη θανατηφόρα βία στην περιοχή του Δέλτα του Νίγηρα όπου ανήκει και η πολιτεία Delta, περιλαμβάνουν την εγκληματικότητα, τη βία που συνδέεται με συμμορίες/λατρείες, τη βία των μαζών, την αποσχιστική αναταραχή, την κοινοτική βία, διαμάχες για τη γη και τους πόρους, και ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ εγκληματιών και δυνάμεων ασφαλείας. Τα «επίκεντρα» της βίας που συνδέονται με συμμορίες/λατρείες ήταν η Νότια-Νότια περιοχή (με περισσότερα από 750 περιστατικά θανάτων που σχετίζονται με συμμορίες μεταξύ Ιανουαρίου 2020 και Μαρτίου 2025.[3] Σύμφωνα με την ίδια έκθεση στην πολιτεία Delta υπάρχουν αναφορές για κοινοτικές εντάσεις, εγκληματική βία και η βία που σχετίζεται με συμμορίες/λατρείες. Οι εγκληματικές δραστηριότητες περιλάμβαναν απαγωγές, ανθρωποκτονίες, ληστείες και συγκρούσεις μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και ληστών. Η βία που σχετίζεται με συμμορίες/ομάδες αφορούσε ομάδες όπως οι Eiye, οι Black Axe/Aye, οι Vikings/Bagger και οι Maphite.  Γίνεται αναφορά τον Ιούνιο του 2025 ότι κατά τη διάρκεια των προηγούμενων τριών μηνών είχε σημειωθεί «αύξηση των βίαιων εγκλημάτων, συμπεριλαμβανομένων απαγωγών και δολοφονιών» σε ολόκληρη την πολιτεία, η οποία συνεχίστηκε «αμείωτη». Σε αντίδραση στις διαμαρτυρίες των κοινοτήτων, οργανώθηκε μια κοινή επιχείρηση ασφαλείας, στην οποία συμμετείχαν αστυνομικοί, ντόπιοι κυνηγοί, μέλη ομάδων αυτοάμυνας και εθελοντές κατά των αιρέσεων. Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, οι δυνάμεις ασφαλείας ενεπλάκησαν σε ανταλλαγή πυροβολισμών με ύποπτους απαγωγείς κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής Abraka, σκοτώνοντας, σύμφωνα με πληροφορίες, τέσσερις υπόπτους.[4]

 

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην πολιτεία Delta της Νιγηρίας, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 21/11/2025), καταγράφηκαν 105 περιστατικά πολιτικής βίας (“Political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 96 θάνατοι.[5] Ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Delta το 2022 ανερχόταν σε 4,112,445 κατοίκους.[6] 

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του όπου αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι ενήλικας υγιής άνδρας, υψηλού μορφωτικού επιπέδου, χωρίς εξαρτώμενα, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του  δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 145/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική  μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα. 

 

Οι καθ’ ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.  Από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου, μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την προσβαλλόμενη απόφαση και ούτως ή άλλως διαφαίνεται η αιτιολογία της απόφασης και από το κείμενό της (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97).  Από όσα έχω επεξηγήσει ανωτέρω προκύπτει ότι, το αρμόδιο όργανο έλαβε δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση.  Συνεπώς, οι ισχυρισμοί του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτονται στο σύνολό τους.

 

Ο συνήγορος του αιτητή πρόσθετα διατείνεται πως το αρμόδιο όργανο κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ενήργησε υπό πλάνη περί τα πράγματα. Καταρχάς θα πρέπει να αναφερθεί πως το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού για την ύπαρξη πλάνης το έχει ο αιτητής (βλ. Παπαδόπουλος v. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1190) 3ΑΑΔ 262, 267). Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός δεν στοιχειοθετείται επαρκώς από τον αιτητή και είναι γενικόλογος. Από τους ισχυρισμούς των ευπαίδευτων δικηγόρων του αιτητή, δεν στοιχειοθετείται οποιουδήποτε είδους πλάνη, τόσο ως προς την διαδικασία που ακολουθήθηκε, όσο και ως προς τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η Υπηρεσία Ασύλου με βάση και τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, αλλά ούτε και ως προς τα γεγονότα που έλαβε η Υπηρεσία Ασύλου υπόψη της.

 

Πλάνη περί τα πράγματα στοιχειοθετείται όταν αποδεικνύεται η αντικειμενική ανυπαρξία γεγονότων που έλαβε υπόψη του το αρμόδιο όργανο για να εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ δεν υφίσταται πλάνη περί τα πράγματα όταν η προσβαλλόμενη πράξη στηρίζεται σε υπαρκτά γεγονότα, τα οποία όμως έχουν εκτιμηθεί από το αρμόδιο όργανο διαφορετικά κατ’ ισχυρισμό του αιτούντα (βλ. Σύγγραμμα του Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτόπουλου, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Τόμος 2, 15η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη 2015, σελίδες 144-145, παράγραφοι 510 και 511). Ο αιτητής δεν παραπέμπει σε γεγονότα τα οποία οι καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη με αποτέλεσμα να αποφασίσουν κατά πλάνη περί τα πράγματα. Στη βάση των ανωτέρω, είναι προφανές πως δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός του αιτητή περί πραγματικής πλάνης ή/και οποιασδήποτε άλλης ουσιώδους πλάνης και ως εκ τούτου ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του λειτουργού, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι  απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ’ ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή. 

 

 

 

 

                                                                      Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[2] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Nigeria- Country Focus, July 2024, σ. 48-49 

https://www.ecoi.net/en/file/local/2112320/2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf

[3] EUAA, Country of Origin Information, Nigeria: Security Situation 2025, 4 November 2025, σ. 31-32

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2025-11/2025_11_EUAA_COI_Report_Nigeria_Security_Situation_1.pdf

[4] EUAA, Country of Origin Information, Nigeria: Security Situation 2025, 4 November 2025, σ. 147-150

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2025-11/2025_11_EUAA_COI_Report_Nigeria_Security_Situation_1.pdf

[5] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Nigeria - Delta, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer

[6] City Population, Nigeria – Delta state

 https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA010__delta/


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο