ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.5647/22
4 Δεκεμβρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
1. Μ. Μ. V.
2. F. Z.
3. A. M. V.
Αιτητές
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κκ Νικολέττα Χαραλαμπίδου ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για Αιτητές
Κα Ε. Χατζηγιάννη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή οι αιτητές αιτούνται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας, που τους κοινοποιήθηκε στις 09/08/22, δι’ επιστολής ημ.08/08/22 και απόφαση δια της οποίας αναγνωρίζονται οι αιτητές ως πρόσφυγες (Αιτητικό Α) ή, εναλλακτικά, ως δικαιούχοι συμπληρωματικής προστασίας (Αιτητικό Β) ή δια της οποίας αναγνωρίζεται ότι με την επιστροφή τους «υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να παραβιαστεί το δικαίωμα τους στη ζωή […] ή και [να υποστούν] μεταχείριση κατά παράβαση των αρ.2 και 3 της ΕΣΔΑ και άρα δικαιούνται προστασίας από την επαναπροώθηση» (Αιτητικό Γ), αλλά και ακύρωση της απόφασης επιστροφής ως άκυρης, παράνομης, στερούμενης έννομου αποτελέσματος και ως παραβιάζουσας την αρχή της μη επαναπροώθησης (Αιτητικό Δ).
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου, οι αιτητές κατάγονται από το Ιράν, εισήλθαν στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 03/05/21 και υπέβαλαν την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 19/06/21 (ερ.1-3, 9-11, 78).
Στις 21/02/22 και 25/02/22 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις με τους αιτητές 1 και 2 από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία, όπου τους δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσουν τους λόγους στους οποίους στηρίζουν το αίτημα τους (ερ.62-78, 89-98). Μετά το πέρας των συνεντεύξεων ετοιμάστηκε σχετική Εισήγηση και στις 01/08/22 απορρίφθηκε η επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας (ερ.95-106).
Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης της αιτήτριας για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία τους δόθηκε διά χειρός 09/08/22, μαζί με την αιτιολογία αυτής, και τους μεταφράστηκε στην μητρική τους γλώσσα (ερ.133-134).
Επί της επίδικης αιτήσεως ασύλου η αιτήτρια 2, η οποία υπέβαλε την αίτηση εξ ονόματος της ιδίας και των αιτητών 1 και 3, αναφέρει ότι η ζωή της βρίσκεται σε κίνδυνο.
Στη συνέντευξη που ακολούθησε ο αιτητής 1 (στο εξής αιτητής) δήλωσε ότι κατάγεται από τη περιοχή Shahran, της διοικητικής περιφέρειας της Τεχεράνης, όπου και διέμενε με την οικογένεια, διαθέτει πανεπιστημιακή μόρφωση και δραστηριοποιούνταν στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας και της ξυλουργικής. Ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε ότι, παρότι μουσουλμάνος, δεν αποδέχεται το ισλάμ και παρακολουθεί μαθήματα χριστιανικής διδασκαλίας. Οι γονείς και 3 αδέρφια διαμένουν στην επαρχία Τεχεράνης, ο ίδιος δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα υγείας, η δε σύζυγός του πάσχει από διαταραχή άγχους. Όσον αφορά τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, δήλωσε ότι απαλλάχθηκε λόγω της όρασής του. Ο αιτητής προσπάθησε να φύγει από το Ιράν αρχικά αεροπορικώς, όμως, λόγω απαγόρευσης εξόδου, δεν του επέτρεψαν και έτσι διέσχισε τα σύνορα με την Τουρκία πεζός στις 10/02/21, η δε αιτήτρια με την κόρη τους στις 24/02/21 αεροπορικώς.
Κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ο αιτητής δήλωσε ότι κατά τη συμμετοχή του σε διαδήλωση το 2017 συνελήφθη από τις αρχές και κρατήθηκε για 45 ημέρες. Το 2019 συμμετείχε εκ νέου σε διαδήλωση, η οποία πραγματοποιήθηκε λόγω της ακρίβειας που επικρατούσε στη χώρα, η οποία οδήγησε σε βίαιες συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας, με την τελευταία να προβαίνει σε πυροβολισμούς κατά των διαδηλωτών και σε αυθαίρετες συλλήψεις πολιτών. Τις επόμενες ημέρες, ως ανέφερε, οι αρχές ξεκίνησαν να αναζητούν πρόσωπα τα οποία είχαν ταυτοποιηθεί ήδη από τη 1η διαδήλωση, με τον αιτητή να πληροφορείται τη σύλληψη ενός φιλικού του προσώπου και τότε αποφάσισε με τη σύζυγό του να εγκαταλείψουν το Ιράν και προχώρησαν σε έκδοση διαβατηρίων και συγκέντρωσαν χρήματα από την πώληση της οικίας τους. Κατά τη περίοδο εκείνη, ως ανέφερε ο αιτητής, συνελήφθη και κρατήθηκε από τις αρχές για μία εβδομάδα, κατά τη διάρκεια της οποίας ξυλοκοπήθηκε επανειλημμένως από φρουρούς της επανάστασης, λόγω της πρόθεσής του να εγκαταλείψει τη χώρα, το οποίο και έγινε αντιληπτό από την έκδοση του διαβατηρίου. Έπειτα, παραπέμφθηκε σε δίκη, καταδικάστηκε σε φυλάκιση και απελευθερώθηκε 3 μήνες αργότερα, με εγγύηση την οικία τους. Περί τους 5-6 μήνες μετά κλήθηκε εκ νέου από τις Αρχές, όπου τον απείλησαν ότι αν δεν ομολογήσει δημόσια ότι εργαζόταν για γραφείο πληροφοριών άλλης χώρας θα καταδικαστεί σε 10ετή κάθειρξη, με τον ίδιο να αρνείται. Έπειτα και ενόψει της έκδοσης απόφασης επιβολής θανατικής ποινής για τον φίλο του που είχε συλληφθεί λόγω της συμμετοχής του στις πορείες, τον οποίον κατονομάζει, ο πεθερός του τους βοήθησε οικονομικά, ώστε να εγκαταλείψουν τη χώρα. Ο ίδιος, αφού προσπάθησε ανεπιτυχώς να εγκαταλείψει τη χώρα αεροπορικώς, λόγω σχετικής απαγόρευσης προς το πρόσωπό του, διέφυγε με τη βοήθεια διακινητή.
Ερωτώμενος τι φοβάται σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράν ο αιτητής δήλωσε ότι η κυβέρνηση θα τον καταδικάσει σε 10ετή κάθειρξη.
Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με τη 1η διαδήλωση που συμμετείχε και την κράτησή του ο αιτητής δήλωσε ότι οι διαδηλώσεις είχαν πανεθνικό χαρακτήρα και αφορούσαν την ακρίβεια και την οικονομική δυσπραγία των πολιτών, όπου συνελήφθη από στρατιωτικές δυνάμεις στις 04/01/18, την 3η μέρα των διαδηλώσεων, και μεταφέρθηκε στο αστυνομικό τμήμα της Shahryar, όπου κρατήθηκε για τρεις ημέρες, ανακρίθηκε και παραπέμφθηκε στο δικαστήριο, όπου και καταδικάστηκε χωρίς να έχει δικαίωμα εκπροσώπησης από δικηγόρο και χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να απολογηθεί και έπειτα μεταφέρθηκε στη φυλακή Shahid Rajai στο Karaj, όπου και κρατήθηκε για 42 ημέρες, σε άσχημες συνθήκες και χωρίς δυνατότητα να επικοινωνήσει με τον δικηγόρο του και τους οικείους του. Κατά την 3η εβδομάδα φυλάκισής του, κλήθηκε εκ νέου ενώπιον του δικαστηρίου, όπου, αφού αρνήθηκε τη συμμετοχή στη διαδήλωση και τις σχετικές κατηγορίες, αφέθηκε ελεύθερος έπειτα από 5 ημέρες. Ερωτηθείς αν μετά τη κράτησή του και μέχρι το 2019 αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα με τις αρχές ο αιτητής απάντησε αρνητικά.
Όσον αφορά τη συμμετοχή του στη διαδήλωση που έλαβε χώρα το 2019 και τη σύλληψή του ο αιτητής δήλωσε ότι η διαδήλωση συντελέστηκε στις 17/11/19, λόγω της αύξησης της τιμής των καυσίμων, ο ίδιος συνελήφθη στην οικία του στις 11/12/19 και μεταφέρθηκε στο κτήριο των Φρουρών της Επανάστασης, όπου κρατήθηκε μια εβδομάδα. Κατά την κράτηση του, ως ανέφερε, υπέστη ξυλοδαρμό, με πρόφαση την έκδοση διαβατηρίου και την πρόθεσή του να εγκαταλείψει τη χώρα. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν σχετικά με το διαβατήριο του ο αιτητής δήλωσε ότι επιτρεπόταν να το εκδώσει, εντούτοις, παρά την αθώωσή του για τις κατηγορίες συμμετοχής στις διαδηλώσεις του 2017, η ύπαρξη υπόθεσης εις βάρος του οδήγησε στην εκ νέου στοχοποίησή του. Μια βδομάδα μετά τη σύλληψή του παραπέμφθηκε στο δικαστήριο, όπου καταδικάστηκε σε τρίμηνη φυλάκιση για τις κατηγορίες της δράσης ενάντια στην κυβέρνηση και της διατάραξης της ειρήνης και μεταφέρθηκε στις φυλακές Ghezl Esari, στο Karaj. Εκεί, τον δεύτερο μήνα της κράτησής του, ανακρίθηκε εκ νέου και 20 μέρες αργότερα αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση. Ερωτηθείς σχετικώς δήλωσε ότι μετά τη φυγή του τον αναζήτησαν δύο φορές, 5-6 μήνες μετά τη φυγή του και 2 μήνες πριν τη συνέντευξη, ενώ δεν γνωρίζει το χρόνο που έχει οριστεί το δικαστήριο, ούτε έλαβε κάποιο σχετικό έγγραφο.
Αναφορικά με την κλήση του από τις αρχές και τις απειλές που δέχτηκε, δήλωσε ότι τον κάλεσαν από το γραφείο πληροφοριών με σκοπό να τον αναγκάσουν να ομολογήσει τη συμμετοχή του στις διαδηλώσεις σε ντοκιμαντέρ, όπου θα ανέφερε ότι επηρεάστηκε προς τούτο από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media) και ότι λάμβανε εντολές από χώρες που είναι εχθροί του Ιράν. Όσον αφορά την εν γένει πολιτική του δράση ο αιτητής δήλωσε ότι πέρα από τις ειρηνικές διαμαρτυρίες δεν είχε κάποια άλλη δράση, ενώ, όταν ρωτήθηκε αν είχε πρόσβαση στον φάκελό του καθώς και να υπερασπιστεί τον εαυτό του, απάντησε αρνητικά. Ερωτηθείς σχετικά με την απαγόρευση εξόδου του από τη χώρα ο αιτητής δήλωσε ότι λόγω της έκδοσης διαβατηρίου του γνώριζαν οι αρχές ότι θα διαφύγει και γι’ αυτό του επιβλήθηκε (απαγόρευση εξόδου), αναφέροντας ότι οι Αρχές είχαν βίντεο που αποδείκνυαν τη συμμετοχή του παρά τη σχετική αθώωσή του από το δικαστήριο. Σε ερωτήσεις αναφορικά με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις ο αιτητής δήλωσε ότι απέχει από το ισλάμ περίπου 20 χρόνια, χωρίς να ακολουθεί κάποια άλλη θρησκεία, ενώ όταν ήρθε στη Δημοκρατία και βίωσε την καλοσύνη του κόσμου ξεκίνησε να μαθαίνει για τον Χριστιανισμό, αναφέροντας ότι στη χώρα του δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα σχετικά με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ωστόσο, ως ανέφερε, δεν μιλούσε ανοιχτά γι’ αυτές.
Ερωτώμενος σχετικά με τη δυνατότητα του να εγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή της χώρα καταγωγής του ο αιτητής απάντησε αρνητικά.
Η αιτήτρια 2 στη συνέντευξη που έγινε ανέφερε ότι είναι κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου, γεννήθηκε στην Τεχεράνη, όπου διαμένουν μέχρι και σήμερα οι γονείς και τα 3 αδέλφια της, με τους οποίος διατηρεί επικοινωνία. Αναφορικά με τους λόγους που έφυγε από τη χώρα καταγωγής της επανέλαβε τους ισχυρισμούς του αιτητή, περί συμμετοχής του στις δύο διαδηλώσεις, την κράτηση και στοχοποίησή του, αναφέροντας τις επιπτώσεις που είχαν αυτά στην προσωπική τους ζωή, με την απώλεια της εργασίας τους και ανέφερε ότι σε περίπτωση που επιστρέψουν ο σύζυγός της θα καταδικαστεί σε 10ετή κάθειρξη, όπως συνέβη και σε άλλους διαδηλωτές. Επιπλέον, επιβεβαίωσε την ύπαρξη εκκρεμούς δίκης εις βάρος του συζύγου της, καθώς και την έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην οικία τους 4 και 3 μήνες πριν τη συνέντευξη. Ερωτώμενη σχετικά ανέφερε ότι προσπάθησαν να βρουν δικηγόρο για να εκπροσωπήσει τον αιτητή 1 αλλά τρείς δικηγόροι τους οποίους προσέγγισαν αρνήθηκαν να τον αναλάβουν. Ερωτηθείσα για τη θρησκευτική της πίστη ανέφερε ότι από όταν ήταν 17-18 ετών δεν ακολουθεί κάποια θρησκεία, αναφέροντας ότι οι διακρίσεις του Ισλάμ προς τις γυναίκες την απομάκρυναν απ’ αυτό. Τέλος, ερωτηθείσα αν η ίδια αντιμετώπισε ποτέ κάποιο πρόβλημα με τις Αρχές απάντησε αρνητικά, ενώ σχετικά με τη δυνατότητά τους να εγκατασταθούν σε άλλη περιοχή του Ιράν απάντησε και πάλι αρνητικά.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα των αιτητών, σχημάτισαν τους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς:
1. Ταυτότητα, το προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπος διαμονής των αιτητών
2. Ο αιτητής 1 συμμετείχε σε δύο διαδηλώσεις στο Ιράν με αποτέλεσμα να συλληφθεί δύο φορές
Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν ως αξιόπιστους αμφότερους τους ως άνω ισχυρισμούς.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου επί τη βάσει των ως άνω αποδεκτών ισχυρισμών ήταν κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση που οι αιτητές επιστρέψουν στο Ιράν κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Ειδικώς σε σχέση με τον αιτητή 1 και τον ως άνω 2ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι, η συμμετοχή του σε διαδηλώσεις το 2017 και 2019 δεν δημιουργεί μελλοντικό κίνδυνο γι’ αυτόν (και τους λοιπούς αιτητές), λαμβανομένου υπόψη του ότι είχε κρατηθεί για λίγο και ελευθερώθηκε και της δυνατότητας του να αιτηθεί και να λάβει διαβατήριο και συνυπολογιζόμενου του ότι η τελευταία φορά που συμμετείχε σε διαδηλώσεις ήταν το 2019, ουδέν έγγραφο ή άλλο στοιχείο προσκόμισε που να δεικνύει ότι καταζητείται ακόμα από τις Αρχές και του ότι ο αιτητής 1 και η αιτήτρια 2 δήλωσαν ότι αυτοί και οι οικογένειες τους δεν είχαν άλλα προβλήματα με την αστυνομία, μέχρι που έφυγαν από το Ιράν.
Συνεπεία των ως άνω ευρημάτων η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και κατά των αιτητών εκδόθηκε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής.
Επί της αιτήσεως η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών καταγράφει αρκετούς νομικούς ισχυρισμούς, πολλούς εκ των οποίων αναπτύσσει και στις αγορεύσεις της.
Στην αγόρευση της η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών, κατόπιν παράθεσης πολλών και εκτεταμένων αποσπασμάτων από την οικεία νομοθεσία και νομολογία αναφορικά με τη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων διεθνούς προστασίας και τις προϋποθέσεις παροχής τέτοιας προστασίας, εισηγείται ότι – στη βάση του αποδεκτού από τους καθ’ ων η αίτηση 2ου ουσιώδους ισχυρισμού – θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο αιτητής 1 έχει υποστεί πράξεις διώξεως, με την προηγούμενη σύλληψη, κράτηση και φυλάκιση του, για λόγους που, ως ο ίδιος αναφέρει, συνδέονται με αποδιδόμενες σ’ αυτόν πολιτικές πεποιθήσεις, αφού του αποδίδονται «δραστηριότητες ενάντια στη κυβέρνηση και του κέντρου πληροφοριών (intelligent services) και διατάραξη της κοινωνίας» (σελ.13, σημ.32 αγόρευσης). Δεδομένης λοιπόν εν προκειμένω της παρελθούσης διώξεως, ως εισηγείται η συνήγορος του, και λαμβανομένου υπόψη του ότι μετά την απελευθέρωση του ο αιτητής 1 προσεγγίστηκε εκ νέου και απειλήθηκε με φυλάκιση από τις Αρχές αν δεν ενδώσει στις πιέσεις τους να καταγράψει βίντεο όπου και θα αποκηρύσσει τη συμμετοχή του στις διαδηλώσεις, θα φυλακιστεί για 10 έτη, του ότι του απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα και του ότι μετά τη φυγή του από το Ιράν τον αναζήτησαν και πάλι οι Αρχές της χώρας, ως πληροφορήθηκε από τους οικείους του, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι αιτητές διατρέχουν εύλογη πιθανότητα δίωξης λόγω των (αποδιδόμενων σ’ αυτούς) πολιτικών τους πεποιθήσεων, ο δε φόβος αυτός είναι βάσιμος, δεδομένου ότι υποστηρίζεται από διαθέσιμες πληροφορίες για το Ιράν (ΠΧΚ). Ακολουθεί πλήθος αποσπασμάτων και παραπομπών σε διαθέσιμες ΠΧΚ, εκ των οποίων προκύπτει ότι η βίαιη καταστολή διαδηλώσεων, σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η δίωξη ατόμων στα οποία αποδίδεται αντικαθεστωτική δράση είναι συχνό φαινόμενο στη χώρα καταγωγής.
Επιστρέφοντας επί της νομικής πτυχής η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών αναφέρει ότι εδώ, δεδομένου ότι ο αιτητής 1 εκφράζει τις πολιτικές του απόψεις και δεν υποκύπτει στις πιέσεις και εκβιασμούς (επί κυρώσει φυλάκισης του, ως απειλήθηκε) από τις Αρχές, υφίσταται κίνδυνο δίωξης κατά την επιστροφή του. Σε κάθε δε περίπτωση, ως εισηγείται, αν ήθελε αποφασιστεί ότι ο αιτητής 1 δεν χρήζει συμπληρωματικής προστασίας, τότε θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι αυτός χρήζει συμπληρωματικής προστασίας στη βάση του αρ.19 (2) (β), ήτοι λόγω του κινδύνου να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία. Τέλος αναφέρει ότι τυχόν επιστροφή των αιτητών στο Ιράν συνιστά επαναπροώθηση τους, κατά παράβαση των αρ.2 και 3 της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).
Σημειώνω εδώ ότι, μετά την καταχώρηση της γραπτής αγόρευσης των αιτητών και πριν την καταχώρηση της αγόρευσης των καθ’ ων, ζητήθηκε άδεια για προσκόμιση μαρτυρίας, η οποία, δεδομένης της μη εκφοράς ένστασης από τους καθ’ ων η αίτηση, δόθηκε και καταχωρήθηκε προς τούτο ένορκη δήλωση του αιτητή 1 ημ.19/04/24 (στο εξής η ΕΔ).
Στην ΕΔ ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι «περί τον Απρίλιο 2023 δικαστικός υπάλληλος επισκέφτηκε το σπίτι του πεθερού [του] και του ανέφερε ότι [τον] έψαχναν», καθώς ο αιτητής 1 δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο, σύμφωνα με «ειδοποίηση που [του] στάλθηκε στο σύστημα Sana πριν από 4 μήνες» και εξηγεί ότι στο σύστημα αυτό εγγράφονται άτομα που έχουν δικαστικές διαδικασίες, ώστε να γίνεται μέσω αυτού επίδοση δικαστικών εγγράφων και ο αιτητής είχε εγγραφεί όταν αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση τη 2η φορά που συνελήφθη, όμως, λόγω του ότι είχε φύγει από το Ιράν, δεν είχε πρόσβαση στο σύστημα (παρ.6-7, ΕΔ). Ως περαιτέρω εξηγεί ο αιτητής, για να εγγραφεί κάποιος στο σύστημα πρέπει να έχει αριθμό τηλεφώνου στο Ιράν (παραθέτει προς τούτο τον κωδικό πρόσβασης του, που είναι ο αριθμός τηλεφώνου που είχε προτού φύγει από τη χώρα) και γι’ αυτό ο ίδιος επικοινώνησε με τον πεθερό του μετά την επίσκεψη του δικαστικού υπαλλήλου και του έδωσε τους κωδικούς του, με τους οποίους μπήκε στο σύστημα και εντόπισε κλήση του αιτητή στο δικαστήριο ημ.19/12/22, την οποία επισυνάπτει ως Τεκμήριο 1 (παρ.8, ΕΔ).
Ο πεθερός του αιτητή αποτάθηκε μετά τα ως άνω στο δικαστήριο, όπου και ενημερώθηκε ότι ο αιτητής 1 καταδικάστηκε ερήμην του σε ποινή φυλάκισης 7 ετών και 74 μαστιγώματα για αδικήματα που «σχετίζονται με συμμετοχή σε διαδηλώσεις και υποκίνησης ανθρώπων με σκοπό τη διατάραξη της ασφάλειας της χώρας και ενέργειες κατά της εθνικής ασφάλειας και διατάραξης της κοινωνικής τάξης», η οποία δεν καταχωρίστηκε στο σύστημα Sana, καθώς, ως αναφέρει, «δεν καταχωρούνται όλες οι αποφάσεις καταδίκης και ειδικά αυτές που αφορούν πρόσωπα που θεωρούνται πολιτικοί κατάδικοι» (παρ.10-11, ΕΔ). Ακολουθεί δριμεία κριτική προς του καθεστώς του Ιράν και αναφέρεται ότι ο αιτητής είναι «φιλελεύθερος ακτιβιστής και πιστός στην κοινωνική και ανθρώπινη δικαιοσύνη και δεν θα [σιωπήσει] ποτέ» και ότι η σύζυγος του «έχει διαγνωστεί με καταθλιπτική διαταραχή και λαμβάνει συστηματικά φαρμακευτική αγωγή» και επισυνάπτει σχετική ιατρική έκθεση ως Τεκμήριο 2 (περ.11-13, ΕΔ).
Ως τέλος αναφέρει ο αιτητής, ο ίδιος και η σύζυγος του (αιτήτρια 2) έχουν συμμετάσχει σε διαδηλώσεις στη Δημοκρατία κατά του καθεστώτος του Ιράν το προηγούμενο έτος (2023) μετά τη δολοφονία της Mahsa Amini, «περιλαμβανομένων διαδηλώσεων μπροστά από την πρεσβεία του Ιράν στη Λευκωσία» και «[εκ] των υστέρων [διαπίστωσαν] ότι οι φωτογραφίες [τους] και βίντεο στα οποία φαίνεται η συμμετοχή [τους] μεταδόθηκαν στην Κυπριακή τηλεόραση και στο YouTube το οποίο κυκλοφορεί στο διαδίκτυο», τα οποία επισυνάπτει σε ψηφιακή κάρτα αποθήκευσης (usb stick) ως Τεκμήριο 3 (παρ.14-15, ΕΔ).
Επί των ως άνω δηλώσεων του ο αιτητής αντεξετάστηκε από τη συνήγορο των καθ’ ων η αίτηση, επί της οποίας θα επανέλθω πιο κάτω, κατά την αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων και δεδομένων.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, στην πλούσια και εμπεριστατωμένη αγόρευσης της αντιτάσσει κατ’ αρχή ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών των αιτητών έχει δεόντως δικογραφηθεί και ουδείς αναπτύσσεται επαρκώς και δια τούτο θα πρέπει να απορριφθούν άπαντες ως ανεπίδεκτοι δικαστικής κρίσης, στη βάση σχετικής νομολογίας την οποία και παραθέτει. Περαιτέρω, κατόπιν παράθεσης εκτενών αποσπασμάτων και αναφορών στην οικεία νομοθεσία και νομολογία, εισηγείται ότι η επίδικη απόφαση είναι καθ’ όλα νόμιμη, προϊόν δέουσας έρευνας των ισχυρισμών που υποβλήθηκαν, οι οποίοι εξετάστηκαν ενδελεχώς και εις βάθος, υποβλήθηκαν σχετικές, κατάλληλες και επαρκείς ερωτήσεις και τα ευρήματα επί της αξιοπιστίας των ισχυρισμών των αιτητών αλλά και η τελική κατάληξη τους ότι οι αιτητές δεν χρήζουν διεθνούς προστασίας είναι ενδελεχώς, επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή επί της ουσίας. Σημειώνει δε, ειδικώς σε σχέση με την αιτήτρια 2 ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις διεθνούς προστασίας ή και προστασίας από την επαναπροώθηση στη βάση των προβλημάτων ψυχικής υγείας στα οποία αναφέρθηκε, παραθέτοντας προς τούτο αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου, όπου εξηγούνται οι αντίστοιχες προϋποθέσεις. Σε σχέση περαιτέρω με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των αιτητών οι καθ’ ων η αίτηση αναφέρουν ότι, ως και οι ίδιοι οι αιτητές, ως εισηγούνται, έχουν παραδεχθεί, δεν αντιμετώπισαν κάποιο πρόβλημα με τις Αρχές τους Ιράν και συνεπώς δεν προκύπτει κίνδυνος σ’ αυτή τη βάση. Προς επίρρωση των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση κάνουν πλούσιες αναφορές στην αγόρευση τους στα ευρήματα τους, τα οποία και υιοθετούν. Αναφορικά με την ΕΔ και την αντεξέταση του αιτητή αναφέρουν ότι το Τεκμήριο 1 δεν φέρει τα αναμενόμενα τυπικά γνωρίσματα και λεπτομέρειες και συνεπώς δεν είναι γνήσιο και δεν τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς του αιτητή, χωρίς όμως να αναφέρουν ποιες είναι οι ελλείψεις και τα κενά που εντοπίζουν.
Στα πλαίσια της απαντητικής της αγόρευσης η συνήγορος των αιτητών αναφέρει ότι δεν συγκεκριμενοποιούν τελικά οι καθ’ ων η αίτηση ποιοι από τους ισχυρισμούς των αιτητών δεν έχουν δικογραφηθεί δεόντως και εμμένει και επαναλαμβάνει τα όσα αναπτύσσει στη γραπτή της αγόρευση που προηγήθηκε επί της νομικής πτυχής και της υπαγωγής των επίδικων εδώ ισχυρισμών στο οικείο νομικό πλαίσιο. Επί της προσαχθείσας μαρτυρίας η συνήγορος του αιτητή εισηγείται ότι δι’ αυτής εξηγείται πλήρως η κατάσταση σήμερα, τα Τεκμήρια που προσάχθηκαν είναι πλήρη και γνήσια, οι δε δηλώσεις του αιτητή δεν έχουν κλονιστεί κατά την αντεξέταση, δεδομένου, ως εισηγείται, ότι αυτός απάντησε με επάρκεια και ακρίβεια σε όλες τις ερωτήσεις και υποβολές που του τέθηκαν. Σημειώνει δε τέλος, με παράθεση εκτενών αποσπασμάτων από σχετικές ΠΧΚ, ότι άπαντες οι ισχυρισμοί των αιτητών αναφορικά με το σύστημα Sana όσο και τις διώξεις ακτιβιστών, αντιφρονούντων και ατόμων στα οποία αποδίδεται αντικαθεστωτική δράση αλλά και την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων Ιρανών στο εξωτερικό επιβεβαιώνονται από διαθέσιμες ΠΧΚ.
Κατά τις διευκρινήσεις η συνήγορος του αιτητή υιοθέτησε το περιεχόμενο των γραπτών της τοποθετήσεων και εισηγήθηκε ότι έγινε εν προκειμένω λάθος αξιολόγηση κινδύνου που αφορά άτομα που διώκονται για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και η οποία δεν ανταποκρίνεται στις διαθέσιμες σχετικά ΠΧΚ, σημειώνοντας ότι έγινε εδώ προσαγωγή μαρτυρίας και εξηγήθηκε δεόντως γιατί δεν μπόρεσε ο αιτητής να φέρει τα έγγραφα αυτά προηγουμένως και δεν κλονίστηκε κατά την αντεξέταση. Συνεπώς, ως εισηγήθηκε, θα πρέπει να αποδοθεί και το ευεργέτημα της αμφιβολίας στους αιτητές και θα πρέπει να εξεταστεί η παρούσα σε συνάρτηση και με τις συμμετοχές των αιτητών σε διαδηλώσεις στη Δημοκρατία, ήτοι αν πληρούνται έτσι οι προϋποθέσεις προσφυγικού καθεστώτος επί τόπου, για δράσεις που έγιναν μετά που έφυγαν από τη χώρα καταγωγής τους. Σημείωσε τέλος ότι υπάρχει ένοπλη σύρραξη στο Ιράν, στα πλαίσια του οποίου ασκείται αδιάκριτη βία (σ.σ. κατά τον χρόνο που έγιναν οι διευκρινήσεις στα πλαίσια της παρούσης υπήρξε ανταλλαγή πυρών μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ και ακολούθησε ο λεγόμενος «πόλεμος 12 ημερών», μεταξύ 13/06/25 – 24/06/25, με εκατέρωθεν πλήγματα μεταξύ των χωρών).
Έχω διέλθει με προσοχή του συνόλου του φακέλου, των εκατέρωθεν αγορεύσεων των μερών, των προφορικών τους τοποθετήσεων καθώς και της προσαχθείσας μαρτυρίας.
Δεδομένου ότι άπαντες οι ισχυρισμοί των αιτητών συναρτώνται και συμπλέκονται με την ουσία της υπόθεσης και την ορθότητα της επίδικης απόφασης, θα εξεταστούν μαζί μ’ αυτή πιο κάτω, στα πλαίσια εξ υπαρχής και επί της ουσίας ελέγχου που διενεργεί το Δικαστήριο (βλ. και Ε.Δ.Δ.Δ.Π. αρ.107/2023, Q. B. T. v Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).
Ενόψει τούτου προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων, αρχίζοντας από την αξιολόγηση των ενώπιον μου ισχυρισμών, περιλαμβανομένης πλέον της προσαχθείσας μαρτυρίας, δεδομένου ότι, ως και στην απόφαση του ΔΕΕ στη C-277/11, Μ., ημ.22/11/12, αναφέρεται, «[το] πρώτο στάδιο αφορά τη διαπίστωση της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της αιτήσεως, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά τη νομική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, προκειμένου να αποφασισθεί αν πληρούνται, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις […] για την παροχή διεθνούς προστασίας.».
Εν προκειμένω οι δύο ουσιώδεις ισχυρισμοί των αιτητών, ως αυτοί είχαν σχηματισθεί και εξετάστηκαν εκ των καθ’ ων η αίτηση στα πλαίσια της επίδικης έκθεσης, έγιναν αμφότεροι αποδεκτοί, για τους λόγους που και πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, παρατίθενται, ευρήματα με τα οποία συμφωνώ, καθότι το αφήγημα των αιτητών διατηρούσε συνοχή, λεπτομέρειες, επαρκή βιωματικά στοιχεία και χρονική συνέπεια και – επιπροσθέτως – ως και πάλι οι καθ’ ων η αίτηση εντοπίζουν (βλ. ερ.118-121), τα όσα ανέφεραν συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ), οι οποίες εντοπίζονται. Σημειώνω ότι επί των ΠΧΚ που αφορούν τους ισχυρισμούς των αιτητών θα επανέλθω πιο κάτω, κατά την εκτίμηση του κατά πόσο εκ των αποδεκτών ενώπιον μου ισχυρισμών προκύπτουν ανάγκες διεθνούς προστασίας.
Λεχθέντων των ως άνω αυτό που θα πρέπει θεωρώ στο σημείο αυτό να σημειωθεί είναι ότι, παρότι δεν γίνεται ρητή αναφορά επί τούτου στην επίδικη έκθεση, υπό την ομπρέλα του λεγόμενου (από τους καθ’ ων η αίτηση) 2ου ουσιώδους ισχυρισμού εξετάστηκαν και περιλήφθηκαν οι ισχυρισμοί για κρατήσεις, φυλακίσεις και δικαστικές διαδικασίες εναντίον του αιτητή 1, οι οποίοι, ως καθίσταται προφανές από ανάγνωση των ερ.118-120, έγιναν αποδεκτοί από τους καθ’ ων η αίτηση (άλλωστε γίνεται ακροθιγώς αναφορά σ’ αυτούς και στο ερ.117, κατά την αξιολόγηση κινδύνου). Συνεπώς, παρότι στον τίτλο του ισχυρισμού αναφέρεται η συμμετοχή του αιτητή 1 σε διαδηλώσεις μόνο, εντούτοις υπό τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό έγιναν αποδεκτά και τα όσα ακολούθησαν των διαδηλώσεων αυτών, εύρημα με το οποίο συμφωνώ, καθότι ο αιτητής 1 (και, στο βαθμό που την αφορά, η αιτήτρια 2) παρέθεσαν με συνοχή και λεπτομέρειες τους ισχυρισμούς που αφορούν τις συλλήψεις, κρατήσεις, φυλακίσεις και δικαστικές διαδικασίες κατά του αιτητή 1, τα όσα δε ανέφεραν συνάδουν με σχετικές ΠΧΚ (βλέπε πιο κάτω).
Προχωρώ τώρα σε αξιολόγηση αξιοπιστίας της προσαχθείσας μαρτυρίας (βλ. ΕΔ).
Σχετικά κατ’ αρχήν με το Τεκμήριο 2 αλλά και τους ισχυρισμούς περί κακής ψυχολογικής κατάστασης της αποδέχομαι ότι η αιτήτρια 2 παρακολουθούνταν κατά τις 26/10/22 από τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας λόγω καταθλιπτικής διαταραχής και ελάμβανε προς τούτο φαρμακευτική αγωγή και η κατάσταση της παρουσίασε (ήδη από τότε) βελτίωση.
Αναφορικά με τους λοιπούς περιεχόμενους στην ΕΔ ισχυρισμούς του αιτητή 1 θεωρώ σκόπιμο, προτού προχωρήσω, να παρεμβάλω τα εξής.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στη σελίδα 98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στη σελ.102 αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Ειδικώς αναφορικά με την αξιολόγηση εγγράφων, στο ίδιο εγχειρίδιο, στις σελ.107-108, αναφέρονται τα εξής:
«Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.
Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.
[…]
Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης (324). Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες.»
Παρεμβάλλω εδώ και σχετικές διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ).
Κοινή έκθεση των φορέων Landinfo, Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (CGRS) και State Secretariat for Migration σχετικά με την ποινική διαδικασία και έγγραφα στο Ιράν, αναφέρει ότι οι διαδικασίες κλήτευσης κατηγορουμένων ή μαρτύρων διαφέρουν ανάλογα με την εκδιδούσα Αρχή και τον τύπο της κλήτευσης. Τα τελευταία χρόνια, η δικαστική εξουσία έχει αρχίσει να αντικαθιστά τις έντυπες κλητεύσεις με ηλεκτρονικές. Ενώ οι πρώτες επιδίδονται από τους γραμματείς των δικαστηρίων, οι ηλεκτρονικές αποστέλλονται μέσω ηλεκτρονικού συστήματος βάσης δεδομένων Adliran και οι ενδιαφερόμενοι έχουν συνήθως πρόσβαση σε τέτοιες κλητεύσεις ακόμη και σε μεταγενέστερο χρόνο, είτε μέσω του προσωπικού τους προφίλ στην πλατφόρμα Adliran.[1]
Σύμφωνα με τον Αναπληρωτή Επικεφαλή του Τμήματος Στατιστικής και Τεχνολογίας της Ιρανικής Δικαστικής Αρχής, η χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος "Adliran", εντός του οποίου εντοπίζεται και το σύστημα “SANA” έχει εισαχθεί σταδιακά από τις 31 Οκτωβρίου 2016. Οι πολίτες μπορούσαν να την επισκεφθούν μέσω διαφόρων ιστοσελίδων. Από το εξωτερικό οι ιστότοποι αυτοί είναι προσβάσιμοι μόνο μέσω σύνδεσης VPN (Virtual Private Network) με ιρανική διεύθυνση IP.[2]
Σε έκθεση του DIS αναφέρονται τα εξής σχετικά με αποφάσεις των δικαστηρίων και την κοινοποίηση τους στους ενδιαφερόμενους.
«Οι αποφάσεις επιδίδονται εγγράφως. Το εμπλεκόμενο άτομο και ο δικηγόρος του/της θα λάβουν την απόφαση. Ένας ανώνυμος αναλυτής εξήγησε ότι τα άτομα που δικαιούνται να λάβουν απόφαση περιλαμβάνουν τους διαδίκους, τους ενάγοντες, τους εναγόμενους και τους δικηγόρους. Ο Διευθυντής του Δικαστικού Σώματος για Διεθνείς Υποθέσεις ανέφερε ότι εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο βρίσκεται στο εξωτερικό κατά την έκδοση της απόφασης, ο δικαστικός επιμελητής θα την κοινοποιήσει στην οικογένειά του.
Τα μέλη της οικογένειας μπορούν σε ορισμένες περιπτώσεις να λάβουν αντίγραφο της απόφασης. Εάν ένα άτομο ζει με τους γονείς του, ένας γονέας μπορεί να είναι σε θέση να λάβει ένα αντίγραφο για λογαριασμό του ατόμου ισχυριζόμενος ότι η παράδοση απέτυχε, σημείωσε μια πηγή. Ένα μέλος της οικογένειας δεν μπορεί στη συνέχεια να πάει στο δικαστήριο και να ανακτήσει την απόφαση ή ένα αντίγραφό της. Ωστόσο, εάν η απόφαση χαθεί, ο γραμματέας του δικαστηρίου μπορεί να εκδώσει μη επικυρωμένο αντίγραφο χωρίς σφραγίδα (δηλαδή σφραγίδα). Αυτό το αντίγραφο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επίσημη τεκμηρίωση της απόφασης. Συνήθως, είναι δύσκολο να εκδοθεί ένα δεύτερο αντίγραφο, εξήγησε μια πηγή.
[…]
Η ταξιδιωτική απαγόρευση δεν θα εκδίδεται αυτόματα μετά την καταδίκη, καθώς η έκδοση ταξιδιωτικής απαγόρευσης εξαρτάται από τη συγκεκριμένη περίπτωση. Ένας δικαστής δεν θα εκδώσει απαραίτητα ταξιδιωτική απαγόρευση σε αστικές υποθέσεις και όταν πρόκειται για ποινικές υποθέσεις, ο εισαγγελέας πρέπει να επιχειρηματολογήσει για ταξιδιωτική απαγόρευση, πρόσθεσε μια πηγή.
Οι υποθέσεις χρεών θα ενεργοποιήσουν ταξιδιωτική απαγόρευση. Άλλες περιπτώσεις στις οποίες θα εκδοθεί ταξιδιωτική απαγόρευση είναι υποθέσεις που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια καθώς και σε πολιτικές υποθέσεις. Ταξιδιωτική απαγόρευση θα εκδίδεται επίσης εάν δεν υπάρχει πρόσβαση στον κατηγορούμενο και έως ότου ο κατηγορούμενος επικοινωνήσει με την αρμόδια αρχή.
Ωστόσο, σε σοβαρές ποινικές υποθέσεις, όπου η απόφαση εκδίδεται ερήμην, θα εκδίδεται αυτόματα ταξιδιωτική απαγόρευση.
Ένα άτομο που έχει κληθεί μπορεί να εγκαταλείψει τη χώρα, εκτός εάν ο δικαστής έχει εκδώσει ταξιδιωτική απαγόρευση.
Υπάρχει μια βάση δεδομένων στην Εισαγγελία που περιέχει άτομα που είναι εγγεγραμμένα στη λίστα ταξιδιωτικής απαγόρευσης. Η βάση δεδομένων συνδέεται με τις συνοριακές αρχές.
Μια πηγή πρόσθεσε ότι όταν οι δικαστές εκδίδουν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις, αυτές λαμβάνονται από άλλες αρχές χωρίς καθυστερήσεις/σε «πραγματικό χρόνο». Επιπλέον, η νόμιμη έξοδος από τη χώρα όταν έχει εκδοθεί ταξιδιωτική απαγόρευση είναι σχεδόν αδύνατη. Σύμφωνα με την πηγή, η ασφάλεια στα σύνορα είναι πολύ αυστηρή. Επιπλέον, τα σύνορα ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από τον στρατό. Ταυτόχρονα, θα ήταν πολύ δαπανηρό να οργανωθεί μια παράνομη αναχώρηση, καθώς θα απαιτούσε υψηλό βαθμό συνενοχής.
Η νόμιμη έξοδος από τη χώρα όταν αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση εξαρτάται από το αν έχει εκδοθεί ταξιδιωτική απαγόρευση ή όχι, σύμφωνα με δύο πηγές. Ο Διευθυντής του Δικαστικού Σώματος για Διεθνείς Υποθέσεις ενημέρωσε την αντιπροσωπεία ότι η εγγύηση δεν οδηγεί αυτόματα σε ταξιδιωτική απαγόρευση. Ο δικαστής θα εξετάσει το ενδεχόμενο ταξιδιωτικής απαγόρευσης εάν το ζητήσει ο εισαγγελέας. Αντίθετα, η Middle East Consultancy Services δήλωσε ότι εάν επιβληθεί εγγύηση σε ένα άτομο, δεν θα μπορεί να φύγει νόμιμα από τη χώρα. Ένας ανώνυμος αναλυτής σημείωσε ότι εάν ένα άτομο που είναι έξω με εγγύηση εγκαταλείψει τη χώρα, το άτομο ή η οικογένειά του/της θα χάσει την παρεχόμενη εγγύηση.
Ανώνυμος αναλυτής ανέφερε ότι εάν έχει επιβληθεί ποινή σε άτομο που έχει εγκαταλείψει τη χώρα, η υπόθεση δεν θα διαγραφεί, αλλά θα παραμείνει στο ποινικό μητρώο αυτού του ατόμου μέχρι να εκτελεστεί η ποινή. Μετά την άσκηση δίωξης και την απαγγελία κατηγοριών, η ποινή πρέπει να εκτελεστεί και δεν θα υπάρξει παραγραφή ή παραγραφή. Μια δυτική πρεσβεία (1) σημείωσε ότι εάν η δίκη δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, όταν ένας κατηγορούμενος εγκαταλείψει τη χώρα, η υπόθεση δεν θα προχωρήσει/επαναληφθεί εάν ο κατηγορούμενος επιστρέψει στο Ιράν. Ωστόσο, αυτό εξαρτάται από τη συγκεκριμένη περίπτωση.
[…]
53. Εάν έχει επιδοθεί απόφαση, δεν εμποδίζει αυτομάτως ένα πρόσωπο να εγκαταλείψει τη χώρα.
Η έκδοση ταξιδιωτικής απαγόρευσης εξαρτάται από το δικαστήριο, αλλά για ορισμένες περιπτώσεις που αναφέρονται στον νόμο, οι δικαστές υποχρεούνται να εκδώσουν ταξιδιωτική απαγόρευση, για παράδειγμα φορολογικοί οφειλέτες και υποθέσεις που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια. Ο δικαστής θα πρέπει να αποφασίσει συγκεκριμένα για ταξιδιωτική απαγόρευση σε κάθε περίπτωση.
54. Η εγγύηση δεν οδηγεί αυτομάτως σε ταξιδιωτική απαγόρευση. Ο δικαστής θα εξετάσει το ενδεχόμενο ταξιδιωτικής απαγόρευσης εάν το ζητήσει ο εισαγγελέας, αλλά δεν οδηγεί πάντα σε ζήτημα ταξιδιωτικής απαγόρευσης.
55. Εάν εκδοθεί ταξιδιωτική απαγόρευση πριν ένα άτομο λάβει το διαβατήριό του, δεν θα μπορεί να λάβει το διαβατήριο. Εάν η ταξιδιωτική απαγόρευση εκδοθεί αφού το άτομο λάβει διαβατήριο, θα σταματήσει στα σύνορα.
56. Στην εισαγγελία υπάρχει βάση δεδομένων για τα άτομα στα οποία έχει επιβληθεί ταξιδιωτική απαγόρευση, η οποία συνδέεται με τις συνοριακές αρχές.»[3]
Επανερχόμενος τώρα στην προσαχθείσα στα πλαίσια της παρούσης μαρτυρία (ΕΔ), το περιεχόμενο της οποίας παρατίθεται λεπτομερώς πιο πάνω και δεν κρίνω σκόπιμο να το επαναλάβω αυτούσιο, παρά μόνο να σημειώσω εν συντομία ότι ο αιτητής 1 αναφέρει ότι αναζητήθηκε από δικαστικό υπάλληλο στο σπίτι του πεθερού του, ο οποίος – μετά από παράκληση του αιτητή – μπήκε στο ηλεκτρονικό σύστημα (της δικαιοσύνης του Ιράν) και εκτύπωσε κλήτευση του αιτητή από ανακριτή ημ.19/12/22 (Τεκμήριο 1) και ακολούθως αποτάθηκε «στο Δικαστήριο όπου τον ενημέρωσαν τελικά ότι [ο αιτητής έχει] καταδικαστεί σε 7 χρόνια φυλάκιση και 74 μαστιγώματα στην απουσία [του]», που δεν έχει καταχωρηθεί στο ηλεκτρονικό σύστημα. Ο αιτητής 1 σημειώνει ότι δεν προτίθεται να σταματήσει την ακτιβιστική του δράση ενάντια στο καθεστώς του Ιράν και αναφέρει ότι ο ίδιος και η σύζυγος του (αιτήτρια 2) μετείχαν σε αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις και στη Δημοκρατία, μεταξύ των οποίων και το 2023, στα πλαίσια αντίδρασης στον θάνατο της Mahsa Amini, η οποία βιντεοσκοπήθηκε και κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, εκ του οποίου, ως αναφέρει, προκύπτει περαιτέρω κίνδυνος γι’ αυτούς σε περίπτωση επιστροφής τους στο Ιράν.
Διερχόμενος τώρα των διαμειφθέντων κατά την αντεξέταση του αιτητή επί της ΕΔ του, ως αυτά αποτυπώθηκαν και στο σχετικό πρακτικό της διαδικασίας, είναι κατάληξη μου ότι οι δηλώσεις του αιτητή – στα σημεία επί των οποίων αντεξετάστηκε – δεν κλονίσθηκαν, αλλά, τουναντίον, η αξιοπιστία των λεγομένων του ισχυροποιήθηκε, αφού στο σύνολο των ερωτήσεων και των υποβολών που του έγιναν ο αιτητής απαντούσε με ακρίβεια και ευθύτητα, τα όσα δε ανέφερε συνάδουν πλήρως με το περιεχόμενο της ΕΔ και τα όσα είχε αναφέρει σχετικώς κατά τη συνέντευξη.
Ενόψει των ως άνω, διερχόμενος της ΕΔ υπό το πρίσμα και σε συνάρτηση και με τις ΠΧΚ που παραθέτω πιο πάνω, με τις οποίες και συνάδουν οι δηλώσεις του, τόσο στην ΕΔ όσο και στην επίδικη συνέντευξη, δεδομένου και του ότι το Τεκμήριο 1 φέρει όλα τα τυπικά γνωρίσματα και συνάδει – ομοίως – με τους ισχυρισμούς του αιτητή 1, αποδέχομαι ως αληθές το περιεχόμενο της ΕΔ, πλην της αναφορά του σε ήδη εκδοθείσα απόφαση στα πλαίσια της οποίας αυτός καταδικάστηκε σε φυλάκιση και μαστιγώματα, την οποία, στη βάση και των ως άνω ΠΧΚ, θα ήταν εύλογα αναμενόμενο να είναι σε θέση να εξασφαλίσει μέσω του πεθερού του (σημειώνω ότι οι ΠΧΚ αναφέρουν ότι αντίγραφο τέτοιας απόφασης μπορεί να ληφθεί από δικηγόρο ή και συγγενή του καταδικασθέντος). Σε σχέση τώρα με τα όσα αναφέρει περί συμμετοχής του ιδίου και της συζύγου του σε διαδήλωση κατά του καθεστώτος εδώ στη Δημοκρατία αποδέχομαι ως αληθές το ζήτημα της συμμετοχής τους και το ότι, ως προκύπτει από τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν με το Τεκμήριο 3, ήτοι οι εκτυπώσεις και το περιεχόμενο της ψηφιακής κάρτας αποθήκευσης (περιλαμβανομένων φωτογραφιών, βίντεο), η συμμετοχή των αιτητών 1 και 2 καταγράφηκε και αναπαράχθηκε από τοπικά και άλλα μέσα ενημέρωσης, χωρίς εντούτοις να προκύπτει σαφώς ο χρόνος που οι φωτογραφίες και τα βίντεο λήφθηκαν, παρά μόνο ότι όλο το οπτικοακουστικό υλικό που προσκομίστηκε αφορά μια και μόνο διαδήλωση.
Κρίνω σκόπιμο να σημειώσω ότι, πέραν των ως άνω διαπιστώσεων μου που αφορούν την προσαχθείσα μαρτυρία (ΕΔ), οι ως άνω ΠΧΚ ισχυροποιούν τους ήδη αποδεκτούς ισχυρισμούς του αιτητή (ως αυτοί αναφέρθηκαν στη συνέντευξη) περί του ότι εξέδωσε το διαβατήριο του πριν του επιβληθεί απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, εξαιτίας της οποίας του απαγορεύτηκε να εξέλθει μέσω αεροδρομίου, όταν το επιχείρησε, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να φύγει παρανόμως από το Ιράν.
Στη βάση των ενώπιον μου αποδεκτών ισχυρισμών, ως ανωτέρω, προχωρώ λοιπόν σε εκτίμηση του κατά πόσο εξ αυτών προκύπτει κίνδυνος δίωξης ή και σοβαρής βλάβης κατά των αιτητών.
Προέχει εδώ η εν συντομία παράθεση του νομικού πλαισίου και των ΠΧΚ που θα ληφθούν υπόψη στα πλαίσια της εκτίμησης αυτής.
Επί τυχόν προηγούμενης δίωξης ενός αιτητή διαφωτιστικά είναι τα και όσα αναφέρονται στο εγχειρίδιο του EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ) – Δικαστική Ανάλυση», σελ.94:
«Είναι σημαντικό ότι η προγενέστερη δίωξη, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), δεν περιλαμβάνει μόνο πράξεις δίωξης, αλλά και απειλές δίωξης (524). Επομένως, τόσο προγενέστερες πράξεις όσο και απειλές δίωξης είναι «ενδείξεις του βάσιμου φόβου [του αιτούντος] ότι η επίμαχη δίωξη θα επαναληφθεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής» (525). Εάν ο αιτών υποβλήθηκε ήδη σε δίωξη ή άμεση απειλή δίωξης, τότε, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 της ΟΕΑΑ, το γεγονός αυτό αποτελεί αφ’ εαυτού «σοβαρή ένδειξη ότι είναι βάσιμος ο φόβος» (526).
Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει προϋπόθεση προγενέστερης δίωξης, αλλά οι αποδείξεις προγενέστερης δίωξης αποτελούν σοβαρή ένδειξη του βάσιμου φόβου δίωξης του αιτούντος, εκτός εάν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για να θεωρηθεί ότι η εν λόγω δίωξη δεν θα επαναληφθεί.»
Στο σημείωμα της Υπάτης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγές «Note on Burden and Standard of Proof in Refugee Claims, 16 December 1998» αναφέρονται δε τα εξής, σε σχέση με το επίπεδο απόδειξης που απαιτείται και το διενεργούμενο έλεγχο των δεδομένων εκάστης υπόθεσης σε μελλοντοστραφή βάση :
«In common law countries, the law of evidence relating to criminal prosecutions requires cases to be proved “beyond reasonable doubt”. In civil claims, the law does not require this high standard; rather the adjudicator has to decide the case on a “balance of probabilities”. Similarly in refugee claims, there is no necessity for the adjudicator to have to be fully convinced of the truth of each and every factual assertion made by the applicant. The adjudicator needs to decide if, based on the evidence provided as well as the veracity of the applicant’s statements, it is likely that the claim of that applicant is credible.
[…]
In the case of R. v Secretary of State for the Home Department ex parte Sivakumaran, etc. the House of Lords took into consideration the gravity of the consequences of an erroneous judgement and called for a test less stringent than the “more likely than not” standard. It ruled that the fear is well-founded if there is reasonable degree of likelihood that the person will be persecuted for one of the reasons mentioned in the Convention if returned to his country. »
Στο εγχειρίδιο του EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ) – Δικαστική Ανάλυση» αναφέρονται, στις σελ.90-93 τα εξής:
«Ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υποστεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον (493). Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση)] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης (494). Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση). Η αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης της αξιοπιστίας, είναι το πρώτο στάδιο. Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών γίνουν δεκτά ως αξιόπιστα, ο υπεύθυνος για τη λήψη της απόφασης προχωρά στο δεύτερο στάδιο και εξετάζει κατά πόσον τα γεγονότα και οι περιστάσεις που έγιναν δεκτά ισοδυναμούν με βάσιμο φόβο.
[…]
Για το Supreme Court (Ανώτατο Δικαστήριο) του Ηνωμένου Βασιλείου, ο φόβος είναι βάσιμος εάν υπάρχει «πραγματικός και σημαντικός κίνδυνος» ή εύλογος βαθμός πιθανότητας δίωξης για λόγο που προβλέπεται στη Σύμβαση (514).
Το σημαντικότερο είναι ότι και τα τρία αυτά κριτήρια θεωρούν ότι ο φόβος είναι βάσιμος, ανεξάρτητα από το κατά πόσον η πιθανότητα δίωξης είναι κατώτερη του 50 %. Ομοίως, στην απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση Saadi κατά Ιταλίας στο πλαίσιο του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ, το ΕΔΔΑ αποφάνθηκε ότι ο αιτών δεν υποχρεούται «[να αποδείξει] ότι είναι περισσότερο πιθανό να υποβληθεί παρά να μην υποβληθεί σε κακομεταχείριση» (515). Επομένως, το κριτήριο του «βάσιμου φόβου» σημαίνει ότι, παρότι η απλή ή απομακρυσμένη πιθανότητα δίωξης αποτελεί ανεπαρκή κίνδυνο για να αποδειχθεί βάσιμος φόβος, ο αιτών δεν χρειάζεται να αποδείξει ότι η πιθανότητα να υποστεί δίωξη υπερβαίνει το 50 % (516).»
Επί της πτυχής του προσφυγικού καθεστώτος σημειώνω τα εξής.
Σύμφωνα με το αρ.3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) (στο εξής ο Νόμος) και αρ.2 (δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (στο εξής η Οδηγία), ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται «[…] πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής […]». Σύμφωνα δε με το αρ.3Γ του Νόμου και αντίστοιχα αρ. 9 της Οδηγίας, η πράξη δίωξης η οποία προκαλεί βάσιμο φόβο καταδίωξης θα πρέπει να «είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών· ή να αποτελεί σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με τον αναφερόμενο στο στοιχείο».
Στο εγχειρίδιο «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδ.2011/95/ΕΕ)», EASO, Δικαστική Ανάλυση, σελ.60, αναφέρεται ότι «οι πράξεις μπορεί να θεωρούνται πολιτικές στην επίμαχη χώρα καταγωγής ανεξάρτητα από το γεγονός ότι μπορεί να είναι χαμηλού πολιτικού επιπέδου ή όχι εμφανώς πολιτικού χαρακτήρα» και πως ένα άτομο «ενδέχεται να διατρέχει κίνδυνο δίωξης λόγω πολιτικών πεποιθήσεων εάν οι περιστάσεις είναι τέτοιες ώστε μη κρατικοί φορείς να του καταλογίζουν πολιτικές πεποιθήσεις αντίθετες προς τις δικές τους.».
Διαθέσιμες ΠΧΚ σχετικά με τους ως άνω αποδεκτούς ισχυρισμούς αναφέρουν τα εξής.
Έκθεση του Freedom House (2018) επιβεβαιώνει ότι «προς τα τέλη Δεκεμβρίου 2017 οργισμένες διαδηλώσεις προκλήθηκαν εξαιτίας της χειροτέρευσης των οικονομικών συνθηκών και εξαπλώθηκαν σε πολλές πόλεις του Ιράν […] αρκετοί άνθρωποι είχαν σκοτωθεί σε συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και δυνάμεων ασφαλείας, ενώ εκατοντάδες συνελήφθησαν. Οι αρχές περιόρισαν την πρόσβαση σε δημοφιλείς εφαρμογές επικοινωνίας σε μια προσπάθεια καταστολής των διαδηλώσεων».[4] Άρθρο του Guardian αναφέρει ότι οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν στις 28/12/17 από μια μικρή κινητοποίηση στη Mashhad, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ιράν, και εξαπλώθηκαν γρήγορα σε επαρχίες όπως Kermanshah, Isfahan, το Rasht, το Qom, το Sari, το Ahvaz και πολλές άλλες. Μέχρι το απόγευμα του Σαββάτου, το κύμα των κινητοποιήσεων είχε φτάσει στην Τεχεράνη και σε πόλεις όπως στις Arak, Zanjan, Abhar, Doroud, όπου σκοτώθηκαν δύο διαδηλωτές, στις Khorramabad, Ahvaz, Karaj και Tonekabon.[5]
Έκθεση της International Crisis Group αναφέρει ότι οι δυνάμεις ασφαλείας απέφυγαν να καταφύγουν άμεσα σε ωμή βία, τουλάχιστον με βάση τα δικά τους πρότυπα. Η ανωτέρω πηγή (ICG) επισημαίνει ότι ένας πιθανός λόγος για την αυτοσυγκράτηση των αρχών ήταν το γεγονός ότι η πλειονότητα των διαδηλωτών φαινόταν να προέρχεται από κοινωνικές ομάδες που αποτελούν την ίδια τη βάση στήριξης του συστήματος, δηλαδή πιο ευσεβείς, χαμηλού εισοδήματος, εργαζόμενους χειρωνακτικών επαγγελμάτων από περιφερειακές περιοχές της χώρας.
Σε έκθεση του USDOS σχετικά με τις πρακτικές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για το έτος 2017 αναφέρεται ότι «η κυβέρνηση κατέστειλε μικρές διαδηλώσεις που ξεκίνησαν στην πόλη της Μασάντ στις 28 Δεκεμβρίου. Οι διαδηλώσεις αυτές στη συνέχεια εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα […]. Σύμφωνα με δημοσιεύματα μέσων ενημέρωσης, τουλάχιστον δύο διαδηλωτές σκοτώθηκαν και εκατοντάδες συνελήφθησαν έως το τέλος του έτους. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μέσα ενημέρωσης ανέφεραν, επίσης, ότι η κυβέρνηση επιβράδυνε τις ταχύτητες του διαδικτύου και περιόρισε ορισμένες εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης ως απάντηση στις διαδηλώσεις. Ως προς τις συλλήψεις η ανωτέρω έκθεση σημειώνει ότι οι αρχές προέβαιναν συχνά σε αυθαίρετες συλλήψεις με σκοπό την παρεμπόδιση δραστηριοτήτων που θεωρούνταν αντικαθεστωτικές. Αστυνομικοί με πολιτικά εμφανίζονταν απροειδοποίητα σε κατοικίες ή χώρους εργασίας, συλλάμβαναν άτομα, διενεργούσαν εφόδους και κατάσχεσαν ιδιωτικά έγγραφα, διαβατήρια, υπολογιστές, ηλεκτρονικά μέσα και άλλα προσωπικά αντικείμενα, χωρίς την έκδοση εντάλματος ή την τήρηση των εγγυήσεων της δέουσας διαδικασίας».[6]
Αναφορικά με τις διαδηλώσεις που έλαβαν χώρα το 2019, το Center for Strategic and International Studies σημειώνει σε έκθεση που δημοσιεύτηκε το 2020 ότι «αν και το Ιράν έχει μακρά ιστορία αντίστασης, οι διαδηλώσεις που σάρωσαν τη χώρα τον Νοέμβριο του 2019 αποτέλεσαν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για το καθεστώς εδώ και δεκαετίες. Οι αναταραχές σιγοέβραζαν από την ολοκλήρωση των εκτεταμένων διαδηλώσεων του Dey τον Ιανουάριο του 2018. Αρχικά πυροδοτήθηκαν από οικονομικές διαμαρτυρίες, αλλά επεκτάθηκαν για να ενσωματώσουν ευρύ αντικαθεστωτικό αίσθημα και ανησυχίες λόγω διαφθοράς, υποβάθμισης του περιβάλλοντος κ.λπ. Αν και το καθεστώς ήταν σε θέση για να καταπνίξει τις διαδηλώσεις του Dey χωρίς σημαντική βία, η οικονομία του Ιράν συνέχισε να επιδεινώνεται, σε μεγάλο βαθμό χάρη στην εκ νέου επιβολή των κυρώσεων των ΗΠΑ ως μέρος της εκστρατείας άσκησης μέγιστης πίεσης της κυβέρνησης Τραμπ. Η αύξηση του ΑΕΠ του Ιράν μειώθηκε κατά 3,9 τοις εκατό το 2018 και εκτιμάται ότι μειώθηκε κατά 9,5 τοις εκατό το 2019, γεγονός που οδήγησε σε συνεχείς διαδηλώσεις. Πάνω από 4.200 διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν από τον Ιανουάριο του 2018 έως τον Οκτώβριο του 2019, σχεδόν σε κάθε επαρχία του Ιράν, αν και οι περισσότερες ήταν σχετικά μικρής κλίμακας και στερούνταν συγκεντρωτικής ηγεσίας και συνοχής. […] Ωστόσο, οι εντάσεις κορυφώθηκαν στις 15 Νοεμβρίου 2019, όταν το Ανώτατο Συμβούλιο Οικονομικού Συντονισμού ανακοίνωσε ένα σχέδιο για αύξηση των τιμών των καυσίμων κατά 50% και της κατανάλωσης καυσίμου τόσο για ιδιωτικά όσο και για επαγγελματικά οχήματα».[7]
Ως προς τη μεταχείριση διαδηλωτών σημειώνονται τα εξής.
Σύμφωνα με δημοσίευση της Διεθνούς Αμνηστίας τον Νοέμβριο του 2021 ως προς τους νεκρούς στις διαδηλώσεις του Νοεμβρίου του 2019, ορισμένα από τα καταγεγραμμένα θύματα δέχθηκαν πυροβολισμούς από ιρανικές δυνάμεις ασφαλείας, περιλαμβανομένων μελών της Επαναστατικής Φρουράς, των δυνάμεων Basij και της αστυνομίας. Στην ίδια πηγή σημειώνεται ότι Ιρανοί αξιωματούχοι ισχυρίστηκαν ότι ο αριθμός μελών δυνάμεων ασφαλείας που σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν στις διαδηλώσεις ήταν διπλάσιο από το αντίστοιχο ποσοστό των διαδηλωτών. [8]
Η εφημερίδα Guardian αναφέρεται στα Ηνωμένα Έθνη, που δήλωσαν ότι τουλάχιστον 7.000 άνθρωποι συνελήφθησαν στο Ιράν στις διαδηλώσεις ξέσπασαν τον Νοέμβριο 2019 και ζήτησαν την άμεση απελευθέρωση των αυθαίρετων κρατουμένων. Αναφέρεται στην ίδια πηγή ότι τουλάχιστον 208 άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια των αναταραχών, επιβεβαιώνοντας την εικόνα που δόθηκε από τη Διεθνή Αμνηστία, ότι δηλαδή υπήρξε έντονη βία κατά των διαδηλωτών, καθώς, μεταξύ άλλων, οπλισμένα μέλη των δυνάμεων ασφαλείας πυροβόλησαν από την οροφή του κτιρίου του υπουργείου δικαιοσύνης.[9]
Αναφορικά ειδικώς με την μεταχείριση ατόμων που αναπτύσσουν ακτιβιστική δράση και στα οποία αποδίδεται αντικαθεστωτική συμπεριφορά εντοπίζονται τα εξής.
Ακτιβιστές κινδυνεύουν με αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, βασανιστήρια, ποινικές διώξεις, εξωδικαστικές εκτελέσεις, απάνθρωπες και εξευτελιστικές τιμωρίες, φυλακίσεις, στέρηση πρόσβασης. Επ’ αυτού εντοπίζεται σωρεία πληροφοριών, τόσο πρωτογενών όσο και δευτερογενών πηγών, στο πρόσφατο εγχειρίδιο της EUAA που περιέχονται ΠΧΚ για το Ιράν. [10] Άτομα με ακτιβιστική δράση, εκφράζοντες θέσεις αντίθετες με πολιτικές του καθεστώτος και πάσης φύσεως θεωρούμενοι από το καθεστώς ως αντιφρονούντες είναι συχνά αντιμέτωποι με αυθαίρετες συλλήψεις, κρατήσεις, βασανιστήρια, εξωδικαστικές εκτελέσεις, απάνθρωπες και εξευτελιστικές τιμωρίες ή ποινές, πολύχρονες φυλακίσεις και στέρησης πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Ειδικώς οι γυναίκες – πολύ δε περισσότερο όταν αυτές αναπτύσσουν ακτιβιστική δράση, η οποία δύναται να εκληφθεί ως βλάπτουσα την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων – αντιμετωπίζουν σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι διώξεις κατ’ αυτών των ομάδων είναι ενίοτε εκτός θεσμικών πλαισίων ή και διαδικασίας και συχνά υπό τον μανδύα (ποινικών) διώξεων για «αντιεπαναστατική συμπεριφορά», «εγκλημάτων κατά του Ισλάμ», κατά της εθνικής ασφάλειας, «σύμπραξη με την παγκόσμια υπεροψία» και άλλων συναφών αδικημάτων.[11]
Σχετικά με την μεταχείριση επιστραφέντων Ιρανών από τις Αρχές εντοπίζονται τα εξής.
Έκθεση της EUAA εστιασμένη στο Ιράν και ειδικότερα στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μεταξύ Ιανουαρίου 2023 - 7 Οκτωβρίου 2024, αναφέρει τα κάτωθι σε σχέση με τους επιστραφέντες στο Ιράν:
«Στις 9 Αυγούστου 2021, ο Gholamhossein Mohseni Ejei, επικεφαλής της Δικαστικής Εξουσίας, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου ότι [ανεπίσημη μετάφραση] «κανείς δεν απαγορεύεται να εισέλθει στη χώρα». Ανέφερε ότι κανένας Ιρανός υπήκοος που ζει στο εξωτερικό δεν εμποδίζεται να επιστρέψει στη χώρα. Προσέθεσε ότι [ανεπίσημη μετάφραση] «άτομα που προηγουμένως είχαν απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και δεν έχουν πλέον ένταλμα σύλληψης μπορούν να επιστρέψουν χωρίς φόβο κράτησης, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που είχαν απαγορεύσεις ταξιδιού διάρκειας πολλών ετών, όπως 4, 5 ή ακόμη και 10 ετών». Κάλεσε, επίσης, τους Ιρανούς του εξωτερικού να επικοινωνήσουν με τις εισαγγελικές αρχές πριν από την επιστροφή τους, ώστε να διευκολυνθεί η διαδικασία».[12]
Σε συνέντευξη της η ΕUAA με Ιρανή δικηγόρο και ακτιβίστρια αναφέρθηκαν τα εξής:
«Οι αρχές δεν παρακολουθούν συστηματικά κάθε Ιρανό υπήκοο στο εξωτερικό. Ωστόσο, ακτιβιστές υψηλού προφίλ, δημοσιογράφοι και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενδέχεται να παρακολουθούνται εκτός της χώρας και να συλληφθούν κατά την επιστροφή τους. Συνήθως, η αστυνομία διαβατηρίων ή το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC) διατηρούν λίστες με Ιρανούς πολίτες που έχουν ανοιχτές υποθέσεις. Αν το όνομα κάποιου περιλαμβάνεται στη λίστα της αστυνομίας διαβατηρίων, το διαβατήριό του θα κατασχεθεί από τις μεταναστευτικές αρχές κατά τη διάρκεια του ελέγχου. Αν το όνομά του βρίσκεται στη λίστα του IRGC, μπορεί να εντοπιστεί ακόμη και μετά τον έλεγχο διαβατηρίων από αξιωματικούς του IRGC που βρίσκονται στο αεροδρόμιο. Οι απλοί Ιρανοί πολίτες δεν παρακολουθούνται συστηματικά, εκτός αν αναρτούν ευαίσθητο περιεχόμενο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάτι που μπορεί να προκαλέσει το ενδιαφέρον των αρχών. Δεν υπόκεινται όλοι σε αυστηρούς ελέγχους στα αεροδρόμια. Ωστόσο, αν κάποιος συλληφθεί για οποιονδήποτε λόγο στο αεροδρόμιο, οι αρχές θα προβούν σε εις βάθος έλεγχο του υπολογιστή και του κινητού του τηλεφώνου για να εξετάσουν τις διαδικτυακές του δραστηριότητες. Ορισμένοι Ιρανοί ακτιβιστές έχουν ταξιδέψει στη χώρα χωρίς να εντοπιστούν ή να συλληφθούν κατά την άφιξή τους. Παρ' όλα αυτά, έχουν σημειωθεί περιστατικά όπου άτομα δημοσίευσαν κάτι στο διαδίκτυο ενώ βρίσκονταν εντός της χώρας, αποκαλύπτοντας έτσι την παρουσία τους και προσελκύοντας την προσοχή των αρχών».[13]
Έκθεση της USDOS σχετικά με τις πρακτικές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν για το 2024 αναφέρει ότι «η κυβέρνηση αρνήθηκε να παρέχει προξενικές υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων και η ανανέωση διαβατηρίων, σε Ιρανούς πολίτες που ζούσαν στο εξωτερικό και θεωρούνταν αντίπαλοι του καθεστώτος. Τον Φεβρουάριο, το IranWire ανέφερε ότι οι ιρανικές πρεσβείες στην Ισπανία και την Τσεχία αρνήθηκαν να ανανεώσουν τα διαβατήρια Ιρανών που είχαν συμμετάσχει σε διαδηλώσεις επικριτικές προς την ιρανική κυβέρνηση ή εργάζονταν σε ξένα μέσα ενημέρωσης».[14]
Σύμφωνα με έρευνα του DFAT για το 2023, «οι αρχές προβαίνουν σε έλεγχο του διαδικτυακού περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης», ενώ «[τα] πρόσωπα τα οποία επανειλημμένα αναρτούν δημοσιεύσεις που συνιστούν ανοιχτές επικρίσεις κατά της κυβέρνησης […] ή όσοι θεωρηθούν ότι ξεπερνούν τα ηθικά όρια ενδέχεται να προσελκύσουν δυσμενή προσοχή, ιδίως εάν το περιεχόμενο γίνει ευρέως γνωστό σε σύντομο χρονικό διάστημα (viral) […] αυτό ισχύει και για τα πρόσωπα που βρίσκονται στο εξωτερικό.»[15]
Σύμφωνα με απόκριση του Immigration and Refugee Board of Canada σχετικά με την παρακολούθηση Ιρανών που διαμένουν στο εξωτερικό – περιλαμβανομένων πολιτικών αντιφρονούντων και χριστιανών – από τις ιρανικές αρχές, καθώς και την παρακολούθηση Ιρανών πολιτών στον Καναδά και τις συνέπειες επιστροφής στο Ιράν (2023), αναφέρεται ότι ορισμένοι πολίτες των οποίων οι δραστηριότητες στο εξωτερικό έχουν τεθεί υπό την παρακολούθηση των Αρχών, υπόκεινται σε ανακρίσεις αμέσως στο αεροδρόμιο και για ορισμένους επαναπατρισθέντες, οι αρχές κρατούν το διαβατήριό τους και τους δίνουν εντολή να επιστρέψουν αργότερα για περαιτέρω ανάκριση.[16]
Συνοψίζω εδώ ότι ο αιτητής 1 είναι άτομο που έχει συμμετάσχει σε διαδηλώσεις στο παρελθόν, έχει δικαστεί, αθωώθηκε σε σχέση με τη συμμετοχή σε διαδήλωση το 2017, έχει δε δικαστεί και φυλακιστεί εκ νέου για τη συμμετοχή του σε διαδήλωση το 2019, έχει αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση, αφότου δε ελευθερώθηκε επιχείρησε να φύγει από τη χώρα ανεπιτυχώς, ένεκα ισχύουσας κατά του απαγόρευσης εξόδου, και τελικά διέφυγε παρανόμως, εκκρεμούσης της τελευταίας διαδικασίας, έχει υποστεί κατά τη φυλάκιση του βίαιη και απάνθρωπη συμπεριφορά και στερήθηκε του δικαιώματος επικοινωνίας με τους οικείους του, έχει απειληθεί με πολυετή φυλάκιση προκειμένου αυτός να ανασκευάσει τις πεποιθήσεις του και να μετέχει σε βίντεο όπου θα απαρνιέται αυτές, έχει δε αναζητηθεί εκ νέου από δικαστικό υπάλληλο το 2023 για να του επιδοθεί κλήση στο δικαστήριο.
Ενόψει και λαμβανομένων υπόψη των ως άνω ΠΧΚ, σε συνάρτηση με το νομικό πλαίσιο που αφορά την πτυχή του προσφυγικού καθεστώτος, είναι κατάληξη μου ότι τα ως άνω είναι αρκετά για να τον θέσουν κατά την επιστροφή του στο στόχαστρο των Αρχών και συνεπώς γίνεται δεκτό ότι υφίσταται εν προκειμένω βάσιμος φόβος διώξεως του αιτητή, δεδομένου ότι οι πράξεις που υφίσταται εύλογη πιθανότητα να υποστεί αυτός (αυθαίρετη κράτηση, φυλάκιση, βασανισμός, εκτέλεση, εξωδικαστικές ποινές) συνιστούν αρκούντως σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων του (αρ.3Γ του Νόμου) για και αυτές συνδέονται με τους αναφερόμενους στο αρ.3Δ λόγους, ήτοι εν προκειμένω την αποδιδόμενη σ’ αυτόν αντικαθεστωτική δράση, αφού οι πράξεις του εκλαμβάνονται από το καθεστώς ως εκφράζουσες το ως άνω πολιτικό περιεχόμενο, και να του αποδοθούν σχετικές πολιτικές πεποιθήσεις, με ότι αυτό συνεπάγεται. Όσον αφορά δε τη δυνατότητα κρατικών φορέων, ως εν προκειμένω, να διώκουν άτομα στο σύνολο της επικράτειας ενός κράτους, ως σχετικώς αναφέρεται στο εγχειρίδιο του EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (2011/95/ΕΕ)», Δικαστική Ανάλυση, σελ.84, «[το] κράτος θεωρείται ότι διαθέτει επιχειρησιακή ικανότητα να ενεργεί σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια.». Συνεπώς δεν θα μπορούσε να γίνει εδώ λόγος για δυνατότητα μετεγκατάστασης του αιτητή σε άλλο μέρος εντός του κράτους στο οποίο διατρέχει βάσιμο φόβο δίωξης, ως είναι η κατάληξη μου, όπου θα απολάμβανε προστασία ή θα εξέλιπαν οι συνθήκες δίωξης του.
Σημειώνω δε ότι ο ήδη αποδεκτός κίνδυνος διώξεως επιτείνεται περαιτέρω αναφορικά με τον αιτητή 1, ένεκα της συμμετοχής του σε διαδηλώσεις κατά του καθεστώτος του Ιράν στη Δημοκρατία, δεδομένου ότι ο αιτητής έχει ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον των Αρχών της χώρα καταγωγής και λαμβανομένου υπόψη του ότι άτομα που επιδίδονται σε τέτοιες δράσεις στο εξωτερικό και τα οποία έχουν ήδη τεθεί στο στόχαστρο των Αρχών ή έχουν ανοικτές υποθέσεις εναντίον τους (ως ο αιτητής 1) είναι πιθανό κατά την επιστροφή τους (και ίσως ήδη παρακολουθούνται από προηγουμένως) να ερευνηθούν εις βάθος (βλ. ΠΧΚ πιο πάνω σχετικώς), ειδικά εφόσον η συμμετοχή του σε συγκεκριμένη διαδήλωση στη Δημοκρατία έτυχε εκτεταμένης διάδοσης σε τοπικά και άλλα μέσα ενημέρωσης και στο διαδίκτυο. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι ως άνω διαπιστώσεις μου δεν δύναται να διαφοροποιηθούν από το ότι – ως εξηγώ πιο πάνω – δεν γίνεται αποδεκτό το σημείο των ισχυρισμών του αιτητή που αφορά το ότι έχει ήδη καταδικαστεί ερήμην σε πολυετή φυλάκιση και μαστιγώματα, καθότι ο κίνδυνος να υποστεί τις ως άνω περιγραφόμενες πράξεις διώξεως παραμένει ευλόγως πιθανός, σε κάθε περίπτωση και ανεξαρτήτως της έκδοση ή μη απόφασης, δεδομένου και του ότι αναμένεται ότι ο αιτητής θα συνεχίσει να διαδηλώνει (εξωτερικεύοντας εμπράκτως τις αντικαθεστωτικές πολιτικές πεποιθήσεις), το οποίο άλλωστε ήταν που τον έθεσε στο στόχαστρο των Αρχών στο παρελθόν. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ο κίνδυνος υφίσταται ακόμα και αν γινόταν δεκτό ότι η συμμετοχή του σε διαδηλώσεις το 2017, 2019 (στο Ιράν) και 2023 (στη Δημοκρατία) είναι «χαμηλού πολιτικού επιπέδου ή όχι εμφανώς πολιτικού χαρακτήρα» (βλ. εγχειρίδιο EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδ.2011/95/ΕΕ)», ανωτέρω), δεδομένου του ότι – ως προκύπτει από τις ΠΧΚ που παραθέτω πιο πάνω – πολιτικές πεποιθήσεις (αντικαθεστωτικού) αποδίδονται συχνά από τις Αρχές σε διαδηλωτές και άτομα που αναπτύσσουν άλλης μορφής ακτιβιστική δράση.
Αναφορικά τώρα με την αιτήτρια 2, το σύνολο του αφηγήματος της οποίας έγινε αποδεκτό ως αξιόπιστο, παρατηρώ ότι δεν αναφέρει πράξεις διώξεως που την αφορούν, πέραν της άσχημης ψυχολογικής κατάστασης στην οποία αυτή περιήλθε λόγω των όσων υπέστη ο σύζυγος της στο Ιράν. Σημειώνω ότι έχει γίνει αποδεκτό ότι η αιτήτρια παρακολουθούνταν κατά τις 26/10/22 από τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας λόγω καταθλιπτικής διαταραχής και ελάμβανε προς τούτο φαρμακευτική αγωγή και η κατάσταση της παρουσίασε (από τότε) βελτίωση. Σημειώνω επίσης ότι – ως η ίδια ανέφερε – η αιτήτρια 2 δεν έχει στοχοποιηθεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο, ούτε κατά την παραμονή τους στο Ιράν ούτε μετέπειτα, έχει δε, ομού με την αιτήτρια 3 (ανήλικη κόρη του ζεύγους), φύγει νομίμως από το Ιράν, και αυτό που φοβάται στο ενδεχόμενο επιστροφής τους είναι ότι θα φυλακιστεί ο αιτητής 1 (ερ.90 – 3Χ, 4Χ, ερ.94 – 1Χ). Σημειώνω τέλος ότι η συμμετοχή της αιτήτριας 2 σε διαδήλωση στη Δημοκρατία του 2023, υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, η οποία καταγράφηκε από μέσα ενημέρωσης και διαδόθηκε στο διαδίκτυο έχει γίνει αποδεκτή πιο πάνω.
Αποτιμώντας τα ως άνω αποδεκτά ενώπιον μου στοιχεία που αφορούν την αιτήτρια 2 είναι κατάληξη μου ότι δεν συντρέχουν λόγοι διεθνούς προστασίας στο πρόσωπο της, για τους λόγους που λεπτομερώς θα εξηγήσω πιο κάτω.
Αφενός, αναφορικά με τη σειρά γεγονότων που έχουν γίνει αποδεκτά ως πράξεις διώξεως που αφορούν τον σύζυγο της (αιτητή 1), είναι προφανές ότι η ίδια ουδέν υπέστη εκ τούτων και ουδέν αναμένεται να υποστεί στο μέλλον, δεδομένου και του ότι ουδείς τέτοιος φόβος εκφράστηκε από την ίδια κατά τη συνέντευξη. Άλλωστε εκ των ως άνω ΠΧΚ δεν φαίνεται να υφίσταται εύλογη πιθανότητα διώξεως σε μέλη οικογενειών διωκόμενων ατόμων από τις Αρχές του Ιράν, ένεκα και μόνο της συγγένειας τους με τα άτομα αυτά.
Παρεμβάλλω ως προς τα ως άνω ότι η αναγνώριση πιο πάνω ότι συντρέχουν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις στο πρόσωπο του αιτητή 1 δεν σημαίνει αυτομάτως την υπαγωγή της αιτήτριας 2 στο ίδιο καθεστώς που αποδίδεται σ’ αυτόν. Ως αναφέρεται στο εγχειρίδιο του EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδ.2011/95/ΕΕ)», σελ.109, «[η] ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) δεν προβλέπει αυτόματο παράγωγο καθεστώς». Άλλωστε, ως στην απόφαση C652/16, Ahmedbekova, ημ.04/10/18, του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σκέψη 50, αναφέρεται, «αίτηση διεθνούς προστασίας δεν μπορεί να γίνει δεκτή απλώς και μόνον επειδή ένα μέλος της οικογένειας του αιτούντος έχει βάσιμο φόβο δίωξης ή αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, εντούτοις […] τέτοιες απειλές σε βάρος μέλους της οικογένειας του αιτούντος πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο αιτών αντιμετωπίζει ο ίδιος, λόγω του οικογενειακού δεσμού με το απειλούμενο πρόσωπο, απειλή δίωξης […].».
Αναφορικά τώρα με τη συμμετοχή της σε διαδήλωση στη Δημοκρατία το 2023, σημειώνω ότι – ως εκ των ΠΧΚ που παραθέτω πιο πάνω προκύπτει – θεωρώ ότι αυτό από μόνο του, ελλείψει εδώ προηγούμενης στοχοποίησης της αιτήτριας 2 προσωπικά και χωρίς να έχουν τεθεί ενώπιον μου στοιχεία ότι η καταγραφή της αιτήτριας από μέσα ενημέρωσης και η διάδοση του βίντεο στο διαδίκτυο έλαβε τέτοιες διαστάσεις που θα ήταν εύλογα, σε συνάρτηση με τα όσα αναφέρουν σχετικώς οι ως άνω ΠΧΚ, αναμενόμενο να προσελκύσει η αιτήτρια, ως μια εκ των πολλών διαδηλωτών που φαίνονται στις φωτογραφίες και στο βίντεο που προσκομίστηκαν, χωρίς αυτή να έχει αναπτύξει άλλη δράση ή να έχει ασκήσει δημόσια ή και διαδικτυακή έντονη κριτική στο καθεστώς, το ενδιαφέρον των αρχών, ώστε να ταυτοποιηθεί και να στοχοποιηθεί κατά την επιστροφή της, είναι κατάληξη μου ότι δεν υφίσταται κίνδυνος δίωξης. Προς τούτο συνυπολογίζω ότι τα όσα επί τούτου ο αιτητής αναφέρει στις παρ.14-15 της ΕΔ περιορίζονται σε γενικές αναφορές σε συμμετοχή τους κατά το έτος 2023 «σε όλες τις διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν από τους Ιρανούς πολίτες στην Κύπρο εναντίον του Ιρανικού καθεστώτος μετά από τη δολοφονία της Mahsa Amini», χωρίς τελικά να παραθέτουν σε ποιες, πόσες διαδηλώσεις έγιναν και πότε έλαβαν χώρα αυτές, ως θα ήταν εύλογα αναμενόμενο να αναφέρουν, και ούτε αναφέρουν αν οι διαδηλώσεις αυτές και η συμμετοχή τους καταγράφηκαν και είναι εύλογα πιθανό να τεθεί υπόψη των Αρχών της χώρα καταγωγής. Συνυπολογίζω επίσης ότι η αιτήτρια κατά τη συνέντευξη ουδόλως αναφέρθηκε στις πολιτικές πεποιθήσεις της ίδιας και γι’ αυτό δεν θεωρώ ότι η συμμετοχή της σε διαδήλωση στη Δημοκρατία το 2023 (που είναι και η μόνη που γίνεται αποδεκτή) συνιστά, χωρίς να έχει λεχθεί κάτι άλλο επί τούτου απ’ αυτήν ή τον αιτητή, «εκδήλωση και προέκταση πεποιθήσεων ή προσανατολισμών τις οποίες [η αιτήτρια 2] είχε ήδη στη χώρα καταγωγής», ως στο αρ.14 (1) (β) του Νόμου αναφέρεται.
Ενόψει των ως άνω απομένει – αναφορικά με την αιτήτρια 2 – να εξεταστεί κατά πόσο η κατάσταση της (ψυχικής) της υγείας είναι τέτοια που θα μπορούσε να αποτελέσει βάση για παροχή διεθνούς προστασίας.
Επί του νομικού πλαισίου σημειώνω τα εξής.
Σχετικά με εξέταση λόγων υγείας επί υποθέσεων διεθνούς προστασίας, στο εγχειρίδιο «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ)», Δικαστική Ανάλυση, του EASO, σελ.120, αναφέρονται τα εξής:
«[Σ]την απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση M’Bodj, το ΔΕΕ διέκρινε την ερμηνεία του από την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ βάσει της ελαφρώς διαφορετικής διατύπωσης του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) και του πλαισίου στο οποίο τυγχάνει να εφαρμόζεται το άρθρο 15 στοιχείο β). Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, το ΕΔΔΑ εφάρμοσε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ για να απαγορεύσει την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας που έπασχε από σοβαρή ασθένεια σε χώρα στην οποία δεν υπήρχε διαθέσιμη κατάλληλη ιατρική περίθαλψη (708). Το ΔΕΕ αρνήθηκε να ερμηνεύσει το άρθρο 15 στοιχείο β) με τον ίδιο τρόπο. Το ΔΕΕ επισήμανε ότι το γράμμα του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) διαφέρει από εκείνο του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ στο μέτρο που εφαρμόζεται σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος «στη χώρα καταγωγής». […] Επιπλέον, το ΔΕΕ επισήμανε ότι ορισμένα στοιχεία του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), καθώς και η ratio της συγκεκριμένης οδηγίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνεία της συγκεκριμένης διάταξης. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) απαριθμεί τους φορείς σοβαρής βλάβης, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι οι βλάβες αυτές πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου και δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής. Ομοίως, κατά την αιτιολογική σκέψη 26 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»
Περαιτέρω, στην σελ.123 του ιδίου εγχειριδίου αναφέρονται τα εξής:
«Η εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο β) προϋποθέτει ένα στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης. Παρά την παραπομπή του ΔΕΕ στη νομολογία του ΕΔΔΑ σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και στην υποχρέωση εφαρμογής της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) κατά τρόπο που συνάδει με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του Χάρτη της ΕΕ (μη επαναπροώθηση, σε περίπτωση σοβαρού κινδύνου απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας) (731), το ΔΕΕ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη διαφορετική διατύπωση του άρθρου 15 στοιχείο β) και διακρίνει μεταξύ του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 3, ως απαγόρευσης επιστροφής προσώπου, και της θεμελίωσης αίτησης επικουρικής προστασίας […]»
Εκ των ως άνω προκύπτει ότι, χωρίς να συνυπάρχει το απαραίτητο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης», δεν δύναται, χωρίς να καταδειχθεί σχετικός φορέας δίωξης ή σοβαρής βλάβης εκ του οποίου η αιτήτρια 2 κινδυνεύει να υποστεί την προβλεπόμενη στο αρ.19 (2) (β) βλάβη, να αποδοθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας ή και προσφυγικού καθεστώτος στη βάση και μόνο λόγων υγείας (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, C-542/13, M’Bodj, ημ.18/12/14). Εν προκειμένω ελλείπει το απαιτούμενο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης» (δεδομένου ότι ουδέν λέχθηκε σχετικώς) και - κατ’ επέκταση - φορέας σοβαρής βλάβης ή δίωξης και συνεπώς ουδείς λόγος μπορεί να γίνει για προσφυγικό ή συμπληρωματική.
Προχωρώ με εξέταση στη βάση της αρχής της μη επαναπροώθησης.
Στη βάση της αρχής της μη επαναπροώθησης (βλ. αρ.3 ΕΣΔΑ), μόνο «σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, το ΕΔΔΑ εφάρμοσε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ για να απαγορεύσει την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας που έπασχε από σοβαρή ασθένεια σε χώρα στην οποία δεν υπήρχε διαθέσιμη κατάλληλη ιατρική περίθαλψη» (βλ. εγχειρίδιο EASO, ανωτέρω).
Στη σχετική αυθεντία Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Paposhvili v. Belgium, app. no.41738/10, Grand Chamber, ημ.13/12/16, λέχθηκαν τα εξής.
«181. The Court concludes from this recapitulation of the case-law that the application of Article 3 of the Convention only in cases where the person facing expulsion is close to death, which has been its practice since the judgment in N. v. the United Kingdom, has deprived aliens who are seriously ill, but whose condition is less critical, of the benefit of that provision. As a corollary to this, the case-law subsequent to N. v. the United Kingdom has not provided more detailed guidance regarding the “very exceptional cases” referred to in N. v. the United Kingdom, other than the case contemplated in D. v. the United Kingdom.
[…]
183. The Court considers that the “other very exceptional cases” within the meaning of the judgment in N. v. the United Kingdom (§ 43) which may raise an issue under Article 3 should be understood to refer to situations involving the removal of a seriously ill person in which substantial grounds have been shown for believing that he or she, although not at imminent risk of dying, would face a real risk, on account of the absence of appropriate treatment in the receiving country or the lack of access to such treatment, of being exposed to a serious, rapid and irreversible decline in his or her state of health resulting in intense suffering or to a significant reduction in life expectancy. The Court points out that these situations correspond to a high threshold for the application of Article 3 of the Convention in cases concerning the removal of aliens suffering from serious illness.
[…]
188. As the Court has observed above (see paragraph 173), what is in issue here is the negative obligation not to expose persons to a risk of ill-treatment proscribed by Article 3. It follows that the impact of removal on the person concerned must be assessed by comparing his or her state of health prior to removal and how it would evolve after transfer to the receiving State. »
Εκ των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι σε περιπτώσεις που υπάρχουν ισχυρισμοί σχετικοί με την υγεία ενός αιτητή, μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις, όπου δεικνύεται, με το βάρος για την απόδειξη συνδρομής τους, ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις (exceptional circumstances) να είναι στον αιτητή, μπορεί να παρασχεθεί προστασία στη βάση του αρ.3 της ΕΣΔΑ, όπου ικανοποιείται το Δικαστήριο ότι ο αιτητής πάσχει από ασθένεια, για την οποία δεν υπάρχει διαθέσιμη και προσβάσιμη απ’ αυτόν θεραπεία στη χώρα καταγωγής και εξαιτίας της έλλειψης αυτής ο αιτητής απειλείται με θάνατο ή ραγδαία, σοβαρή και ανεπανόρθωτη επιδείνωση της υγείας του, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα έντονη οδύνη ή σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής του. Ουδέν στοιχείο που να καταδεικνύει ότι συντρέχουν εν προκειμένω οι ως άνω προϋποθέσεις ετέθη ενώπιον μου. Τουναντίον, εκ του Τεκμηρίου 2 προκύπτει ότι η κατάσταση της αιτήτριας – ήδη από τα τέλη 2022 – είχε παρουσιάσει σημεία βελτίωσης. Δεδομένης λοιπόν της συμπάθειας του Δικαστηρίου στα προβλήματα (ψυχικής) υγείας που ταλανίζουν την αιτήτρια, δεν μπορεί να παρασχεθεί σ’ αυτή προστασία ούτε επί τη βάσει της αρχής της μη επαναπροώθησης.
Σημειώνω εδώ ότι, στη βάση των ως άνω ευρημάτων μου, και δεδομένου ότι ουδέν έχει τεθεί ενώπιον μου που να καταδεικνύει ότι η ανήλικη κόρη του ζεύγους υφίσταται κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης εκ μόνης της συγγένειας της με τον αιτητή 1, ουδέν άλλο χρήζει να λεχθεί ή εξεταστεί επί τούτου.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να σημειώσω και τα εξής σχετικά με τους ισχυρισμούς των αιτητών 1 και 2 αναφορικά με τα θρησκευτικά τους πιστεύω. Ο μεν αιτητής ανέφερε ότι δεν αποδέχεται το Ισλάμ εδώ και 20 χρόνια και λαμβάνει κατήχηση στον Χριστιανισμό, δεν ασπάζεται δε καμία θρησκεία επί του παρόντος (ερ.64-65) και δεν έχει ποτέ εκφραστεί ανοικτά επί τούτου. Η δε αιτήτρια αναφέρει ότι – ομοίως – εδώ και 20 χρόνια απέχει από το Ισλάμ, λόγω της διάκρισης που κάνει προς τις γυναίκες, δεν ακολουθεί καμία θρησκεία επί του παρόντος και δεν έχει ποτέ εκφραστεί ανοικτά επί τούτου. Δεδομένων τούτων δεν θεωρώ ότι θα μπορούσε να τεθεί ζήτημα επ’ αυτού, εφόσον – ως και οι ίδιοι οι αιτητές εντίμως ανέφεραν – το ζήτημα της θρησκευτικής πίστης δεν τους απασχολεί και, για τον λόγο αυτό, πέραν της εσωτερικής απομάκρυνσης τους από το Ισλάμ, δεν νιώθουν καμία ανάγκη να μεταστραφούν σε άλλη θρησκεία ή να εκφράσουν τις απόψεις τους επί τούτου.
Επί του ως άνω σημειώνω ότι στην απόφαση του ΔΕΕ στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-71/11 και C-99/11, Υ and Ζ, ημ.05/09/12, λέχθηκε ότι «η τήρηση ορισμένης θρησκευτικής πρακτικής δημοσίως, αντικείμενο των αμφισβητούμενων περιορισμών, ενέχει ιδιαίτερη σημασία για τον ενδιαφερόμενο, όσον αφορά τη διατήρηση της θρησκευτικής ταυτότητάς του, αποτελεί κρίσιμη παράμετρο κατά την εκτίμηση του βαθμού του κινδύνου στον οποίο ο αιτών θα εκτεθεί στη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της θρησκείας του». Εν προκειμένω άλλωστε ουδέν πέραν των ως άνω ελέχθη σχετικώς.
Απομένει η αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής των αιτητών στην επαρχία Τεχεράνης, σε επικαιροποιημένη βάση.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Al Jazeera, η έντονη 12ήμερη σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν ξέσπασε στις 13 Ιουνίου 2025, αφότου το Ισραήλ προέβη σε αεροπορικές επιδρομές σε ιρανικές στρατιωτικές και πυρηνικές εγκαταστάσεις, σκοτώνοντας βασικούς πυρηνικούς επιστήμονες και στρατιωτικούς διοικητές[17]. Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, το Ιράν ανταπέδωσε με εκατοντάδες βαλλιστικούς πυραύλους εναντίον ισραηλινών πόλεων και στις 22 Ιουνίου 2025, ενεπλάκησαν και οι Η.Π.Α. με επιθέσεις κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν στις περιοχές Natanz, Fordow και Isfahan[18]. Μια «εύθραυστη» εκεχειρία επιτεύχθηκε με τη μεσολάβηση των Η.Π.Α. στις 24 Ιουνίου 2025, αφότου το Ιράν εκτόξευσε πυραύλους στη μεγαλύτερη αεροπορική του βάση στη Μέση Ανατολή, η οποία εδρεύει στο Qatar[19]. Συνεπεία των επιδρομών, μέχρι τις 24/06/25, σύμφωνα με καταγεγραμμένα στοιχεία, 4.746 πρόσωπα τραυματίστηκαν και 610 έχασαν τη ζωή τους[20]. Με την έναρξη των επιθέσεων, πολλοί Ιρανοί έσπευσαν να εγκαταλείψουν τις κατοικίες τους από τις κύριες πόλεις της χώρας, και κυρίως την Τεχεράνη[21], η οποία συγκαταλεγόταν στους κύριους στόχους[22]. Έκτοτε δεν εντοπίζονται πληροφορίες για περαιτέρω στρατιωτική δράση μεταξύ των δύο χωρών.
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το τελευταίο έτος (Σεπτ.2024-Αύγ.2025) σημειώθηκαν στην επαρχία της Τεχεράνης 726 περιστατικά ασφαλείας (ήτοι διαδηλώσεις, πολιτική βία, τρομοκρατική δραστηριότητα, ανταρσία, καταστολή, βιαιότητες, εμπλοκή ξένων δυνάμεων) και 275 απώλειες. [23] Ο πληθυσμός της Τεχεράνης ανέρχεται περί τα 10 εκατομμύρια κατοίκων.[24]
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα οι αιτητές να αντιμετωπίσουν κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τόπο διαμονής τους δεν είναι τέτοιας έντασης, δεδομένου του πληθυσμού της περιοχής και λαμβανομένου υπόψη του ότι τα ως άνω περιστατικά ασφαλείας αφορούν επί το πλείστο απώλειες στα πλαίσια της σύγκρουσης Ιράν - Ισραήλ, η οποία – σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα – φαίνεται να έχει παύσει, ώστε αυτοί να διατρέχουν κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας τους στην περιοχή. Δεν μπορεί για τους λόγους αυτούς να παρασχεθεί στους αιτητές συμπληρωματική προστασία στη βάση του αρ.19 (2) (γ) του Νόμου.
Τα ως άνω σφραγίζουν και την τύχη της προσφυγής.
Η προσφυγή επιτυγχάνει ως προς του Αιτητικό Α αυτής και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται δυνάμει του αρ.146 (4) (δ) του Συντάγματος και του αρ.11 (3) (β) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, ώστε να χορηγείται στον αιτητή 1 καθεστώς πρόσφυγα.
Νοείται βεβαίως ότι οι αιτήτριες 2 και 3, ως μέλη της οικογενείας του αιτητή 1, διατηρούν βεβαίως κάθε δικαίωμα να αιτηθούν την παροχή, αν και εφόσον κριθεί ότι πληρούν τις σχετικές προϋποθέσεις, ευεργετημάτων των οποίων απολαύει ο αιτητής ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας, ως προνοείται από το αρ.25 του Νόμου.
Επιδικάζονται έξοδα πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, ως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Landinfo - Norwegian Country of Origin Information Centre, CGRS-CEDOCA - Office of the Commissioner Geeral for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit, SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Iran; Criminal procedures and documents, December 2021
https://www.ecoi.net/en/file/local/2064888/joint_coi_report._criminal_procedures_and_documents_20211206.pdf, σελ.56-60, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[2] Landinfo - Norwegian Country of Origin Information Centre, CGRS-CEDOCA - Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit, SEM - State Secretariat for Migration (formerly: Federal Office for Migration; Switzerland): Iran; Criminal procedures and documents, December 2021
https://www.ecoi.net/en/file/local/2064888/joint_coi_report._criminal_procedures_and_documents_20211206.pdf, σελ.86-87 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[3] Danish Immigration Service, Iran – Judicial Issues, 2018: https://www.ecoi.net/en/file/local/1438731/1226_1531997457_report-judicial-issues-220218.pdf
[4] Freedom House: Freedom in the World 2018 - Iran, January 2018
https://www.ecoi.net/en/file/local/1426304/487416_en.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[5] The Guardian, Protests over alleged corruption and rising prices spread to Tehran, 30/12/2017, https://www.theguardian.com/world/2017/dec/29/iranian-police-disperse-anti-government-protests (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[6] USDOS - US Department of State: Country Report on Human Rights Practices 2017 - Iran, 20 April 2018
https://www.ecoi.net/en/file/local/1430093/490327_en.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[7] CSIS – Center for Strategic and International Studies (Author): Signposts of Struggle: Iran’s Enduring Protest Movement, 24 January 2020 https://www.csis.org/analysis/signposts-struggle-irans-enduring-protest-movement (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/08/2025)
[8] AI – Amnesty International: Iran: Details of 323 deaths in crackdown on November 2019 protests [MDE 13/2308/2020], November 2021, σελ. 6 και 9, https://www.ecoi.net/en/file/local/2063750/MDE1323082020ENGLISH.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[9] The Guardian, At least 7,000 people reportedly arrested in Iran protests, says UN, 6 December 2020, available at: https://www.theguardian.com/world/2019/dec/06/at-least-7000-people-reportedly-arrested-in-iran-protests-says-un (ημ.31/08/25)
[10] 2024_06_EUAA_COI_Report_Iran_Country_Focus.pdf (europa.eu) - https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2024_06_EUAA_COI_Report_Iran_Country_Focus.pdf - σελ.60-63, 88-99, 68-70
[11] EUAA - COI Report Iran Country Focus (europa.eu) – June 2024 -https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2024_06_EUAA_COI_Report_Iran_Country_Focus.pdf - σελ.60-63
[12] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Iran; Human rights situation [Q72-2024], 17 October 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2116311/2024_10_EUAA_COI_Query_Response_Q72_Iran_Human_Rights_Situation.pdf , σελ.22 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[13] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Iran; Human rights situation [Q72-2024], 17 October 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2116311/2024_10_EUAA_COI_Query_Response_Q72_Iran_Human_Rights_Situation.pdf , σελ.22-23 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[14] USDOS - US Department of State: 2024 Country Reports on Human Rights Practices: Iran, 12 August 2025
https://www.ecoi.net/en/document/2128427.html
[15] DFAT (Australia), 'Country Information Report - Iran' (24 JULY 2023), https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf (βλ. ενότητα 'GROUPS OF INTEREST - Media', σημείο 2.127 - σελ. 27) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28/07/2025)
[16] IRB - Immigration and Refugee Board of Canada: Iran: Monitoring of Iranian citizens outside of Iran, including political opponents and Christians, by Iranian authorities; monitoring of Iranian citizens in Canada; consequences upon return to Iran (2021–March 2023) [IRN201321.E], 2 March 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2090343.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/8/2025)
[17] Alia Chughtai, 'Visualising 12 days of the Israel-Iran conflict' (26 June 2025) διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/news/2025/6/26/visualising-12-days-of-the-israel-iran-conflict (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 7/10/2025)
[18] Ο.π.
[19] Ο.π.
[20] Ο.π
[21] Ο.π.
[22] Reuters, 'Mapping the conflict between Israel and Iran' διαθέσιμο σε https://www.reuters.com/graphics/IRAN-NUCLEAR/ISRAEL/dwvklgrgjpm/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 7/10/2025)
[23] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Iran, Gilan, Events / Fatalities, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.10.2025)
[24] Macrotrends, Middle East: Iran: Tehran, https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/21523/tehran/population (10/04/25)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο