ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Κ. ΜΟΣΦΙΛΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΛΤΔ ν. Α. ΤΣΑΓΓΑΡΗΣ & ΣΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ, Αρ. Απαίτησης: 100/2024, 24/2/2025
print
Τίτλος:
ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Κ. ΜΟΣΦΙΛΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΛΤΔ ν. Α. ΤΣΑΓΓΑΡΗΣ & ΣΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ, Αρ. Απαίτησης: 100/2024, 24/2/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ

Ενώπιον: Χρ. Γ. Ππεκρή, Ε.Δ.                   

                                                         Κλίμακα: €10.000 - €50.000                                                                   Αρ. Απαίτησης: 100/2024

 

ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Κ. ΜΟΣΦΙΛΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΛΤΔ

Ενάγουσα

και

Α. ΤΣΑΓΓΑΡΗΣ & ΣΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ

Εναγόμενη

Ημερομηνία: 24.2.2025

Εμφανίσεις:

Για Αιτούσα/Εναγόμενη: κα Καίλη για ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ & ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ’ ης η αίτηση/Ενάγουσα: κ. Αρτυματάς για Ν. Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

(Αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρισης Υπεράσπισης ημερ. 3.12.2024)

(Δοθείσα αυθημερόν)

 

Δια της υπό κρίση Αίτησης, η Εναγόμενη αιτείται την έκδοση διατάγματος παράτασης του χρόνου καταχώρισης της Υπεράσπισης της για περαιτέρω διάστημα 15 ημερών και/ή σε χρόνο που θα διατάξει το Δικαστήριο.

 

Η Αίτηση υποστηρίζεται από γραπτή μαρτυρία ασκούμενης δικηγόρου η οποία εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο των συνηγόρων που εκπροσωπούν την Ενάγουσα και η οποία, ως αναφέρει, γνωρίζει τα γεγονότα της υπόθεσης από ενημέρωση που λαμβάνει από τους δικηγόρους που χειρίζονται την υπόθεση και από μελέτη του φακέλου της υπόθεσης, είναι δε πλήρως εξουσιοδοτημένη από την Εναγομένη να προβεί στην ένορκη της δήλωση.

 

Ως η ομνύουσα αναφέρει στην εν λόγω γραπτή μαρτυρία της, έπειτα από μελέτη του εντύπου απαίτησης διαπιστώθηκε η ανάγκη διερεύνησης της υπόθεσης και διευθέτησης διαδοχικών συναντήσεων με τον διευθυντή της Εναγομένης για την προσκόμιση εγγράφων που ήταν αναγκαία για την ετοιμασία της Υπεράσπισης. Ως εκ τούτου, ο χρόνος εντός του οποίου η Εναγόμενη δικαιούτο να καταχωρίσει Υπεράσπιση, δεν ήτο επαρκής και κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών, ο χρόνος καταχώρισης της Υπεράσπισης παρατάθηκε για διάστημα 42 ημερών. Εντούτοις, χρειάζονται ακόμα 15 ημέρες για σκοπούς ολοκλήρωσης της Υπεράσπισης και η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος ουδεμία ζημία θα προκαλέσει στην άλλη πλευρά.

 

Αφού διατάχθηκε επίδοση της Αίτησης, η Ενάγουσα καταχώρισε Ένσταση στο αίτημα, προβάλλοντας ότι η Αίτηση είναι αβάσιμη, καταχρηστική, καταπιεστική, εκπρόθεσμη, ότι δεν έχουν προσκομιστεί επαρκή στοιχεία προς στοιχειοθέτηση της έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος, ότι οι ισχυρισμοί που προβάλλονται από πλευράς Αιτούσας προς υποστήριξη του αιτήματός της είναι αυθαίρετοι, παραπλανητικοί και ψευδείς, ότι η Αιτούσα δεν προσήλθε ενώπιον του Δικαστηρίου με καθαρά χέρια και προσπαθεί να καλύψει τις δικονομικές ατασθαλίες της, ότι η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων δεν είναι δίκαιη και εύλογη και τέλος, ότι δεν έχουν ακολουθηθεί οι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας και η Αιτούσα δεν δικαιούται σε παράταση του χρόνου καταχώρισης Υπεράσπισης.

 

Στη γραπτή μαρτυρία η οποία καταχωρίστηκε προς υποστήριξη της Ένστασης της Ενάγουσας, αναφέρεται ότι τόσο η νομική βάση της Αίτησης, όσο και η γραπτή μαρτυρία που την υποστηρίζει, είναι ανεπαρκείς, τίθεται δε υπό αμφισβήτηση το κατά πόσο η ομνύουσα που ορκίζεται στην ένορκη δήλωση η οποία συνοδεύει την Αίτηση, έχει προσωπική γνώση των όσων αναφέρει στη γραπτή μαρτυρία της.

 

Ως επίσης αναφέρει ο ομνύων, αρχικά οι συνήγοροι της Ενάγουσας είχαν πράγματι συναινέσει σε παράταση του χρόνου καταχώρισης Υπεράσπισης για διάστημα 42 ημερών, πλην όμως ουδέποτε οι συνήγοροι της Εναγομένης ενημέρωσαν γραπτώς το Δικαστήριο προς τούτο, παράλειψη η οποία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ουδέποτε λήφθηκε άδεια για παράταση του χρόνου καταχώρισης της Υπεράσπισης. Η δικονομική αυτή παράλειψη, συνεχίζει ο ενόρκως δηλών, θα πρέπει να οδηγήσει σε απόρριψη της Αίτησης.

 

Έστω δε και αν ήθελε κριθεί ότι δόθηκε αρχικά παράταση 42 ημερών στην Εναγομένη, το νέο αίτημα για παράταση χρόνου υπεβλήθη εκπρόθεσμα, δηλαδή 14 ημέρες μετά την εκπνοή της παράτασης των 42 ημερών.

 

Η ακρόαση της Αίτησης διεξήχθη στη βάση των γραπτών αγορεύσεων των ευπαίδευτων συνηγόρων των μερών, οι οποίες έχουν μελετηθεί και αναφορά στις οποίες θα γίνει όπου τούτο ήθελε κριθεί σκόπιμο.

 

Έχοντας κατά νου τις εκατέρωθεν θέσεις των μερών, προχωρώ σε εξέταση της υπό κρίση Αίτησης.

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου να παρατείνει οποιαδήποτε προθεσμία, προβλέπεται στο Μέρος 3 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023. Ειδικότερα, ο Κ. 3.1(2)(α) προβλέπει τα εξής:

 

«(2) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στους παρόντες κανονισμούς, το δικαστήριο δύναται:

 

(α) να παρατείνει ή σμικρύνει προθεσμία συμμόρφωσης με οποιονδήποτε κανονισμό ή δικαστικό διάταγμα (ακόμη και αν αίτηση για παράταση υποβάλλεται μετά τη λήξη της προθεσμίας συμμόρφωσης)…»

 

Επιπρόσθετα, σχετικές είναι οι διατάξεις του Μέρους 17 Κ. 17.4 και (5), όπου προβλέπονται τα ακόλουθα:

 

«(1) Ο γενικός κανόνας είναι ότι η περίοδος καταχώρισης υπεράσπισης είναι 28 ημέρες από την καταχώριση τού σημειώματος εμφάνισης.

 

(2) Χωρίς επηρεασμό της εξουσίας του Δικαστηρίου να παρατείνει τον χρόνο καταχώρισης υπεράσπισης, ο γενικός κανόνας υπόκειται στους ακόλουθους κανόνες:

 

(α) Ενότητα V του Μέρους 6 (η οποία καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού της περιόδου καταχώρισης υπεράσπισης, όταν το έντυπο απαίτησης επιδίδεται εκτός δικαιοδοσίας)·

 

(β) Μέρος 12 (αμφισβήτηση της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου)».

 

17.5. Συμφωνία παράτασης περιόδου καταχώρισης υπεράσπισης

 

(1)  Ο εναγόμενος και ο ενάγων δύνανται να συμφωνήσουν όπως η περίοδος καταχώρισης υπεράσπισης, η οποία καθορίζεται στον Κανονισμό 17.4 παραταθεί μέχρι και 42 ημέρες. Νοείται ότι ο αριθμός των ημερών οποιασδήποτε παράτασης ή παρατάσεων δεν θα ξεπερνά συνολικά τις 42 μέρες.

 

(2)   Όταν ο εναγόμενος και ο ενάγων συμφωνήσουν να παρατείνουν την περίοδο καταχώρισης υπεράσπισης, ο εναγόμενος οφείλει να ενημερώσει αμέσως μετά γραπτώς το δικαστήριο.

 

(Η έμφαση και η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου).

 

Διερχόμενη του φακέλου του Δικαστηρίου, διαπιστώνω ότι πράγματι, το Δικαστήριο δεν ενημερώθηκε γραπτώς σε σχέση με τη συμφωνηθείσα παράταση του χρόνου καταχώρισης Υπεράσπισης για 42 ημέρες, κατά τα διαλαμβανόμενα του Κ. 17.5(2).

 

Επί του σημείου αυτού έγκειται και η σφοδρότητα της ένστασης της άλλης πλευράς, καθώς, ως αναφέρεται στη γραπτή αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου της Ενάγουσας, δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση η εξουσία του Δικαστηρίου να παρατείνει τον χρόνο καταχώρισης δικογράφου, αλλά η δυνατότητα παροχής θεραπείας, ενόψει της μη καταχώρισης Υπεράσπισης βάσει της συμφωνίας παράτασης του χρόνου ανάμεσα στα διάδικα μέρη.

 

Στην αντίπερα όχθη, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εναγομένης, επικαλείται ότι πρόκειται για διαδικαστικό σφάλμα, το οποίο δυνατό να θεραπευθεί στη βάση των εξουσιών του Δικαστηρίου.

 

Επί της εξουσίας του Δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα διόρθωσης σφάλματος, σχετικές είναι οι ακόλουθες πρόνοιες του Μέρους 3:

 

«3.8. Γενική εξουσία του δικαστηρίου για διόρθωση θεμάτων όταν υπήρξε διαδικαστικό σφάλμα

 

(1) Όταν υπήρξε διαδικαστικό σφάλμα, όπως παράλειψη συμμόρφωσης με κανονισμό:

 

(α) το σφάλμα δεν ακυρώνει οποιοδήποτε βήμα στη διαδικασία εκτός αν κάτι τέτοιο διαταχθεί από το δικαστήριο· και

 

(β) το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα διόρθωσης του σφάλματος.

 

(2) Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα ακύρωσης οποιουδήποτε βήματος εκτός αν ικανοποιηθεί ότι:

 

(α) το διαδικαστικό σφάλμα ήταν σοβαρό· και

 

(β) τέτοιο διάταγμα είναι αναγκαίο προς το συμφέρον της δικαιοσύνης, λαμβάνοντας υπόψη τον πρωταρχικό σκοπό».

 

Σε σχέση με το τι συνιστά διαδικαστικό σφάλμα, σχετικά είναι τα όσα λέχθηκαν στην απόφαση του Εφετείου ημερ. 5.4.2024, Ελευθέριος Θεοδώρου ν. Κωνσταντίνος Μαλλούπα κ.α., Πολ. Εφ. αρ. 62/18:

«Το Μέρος 3.8 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023παρέχει γενική εξουσία στο Δικαστήριο για διόρθωση θεμάτων όταν διαπιστωθεί διαδικαστικό σφάλμα. Καθορίζεται στο Μέρος 3.8 (1) ότι η ύπαρξη διαδικαστικού σφάλματος δεν ακυρώνει οποιοδήποτε βήμα στη διαδικασία εκτός αν διαταχθεί κάτι τέτοιο από το Δικαστήριο και ότι το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα διόρθωσης του σφάλματος. Επιπλέον, όπως προβλέπεται στο Μέρος 3.8 (2), το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα ακύρωσης της διαδικασίας εκτός αν ικανοποιηθεί ότι το εν λόγω διαδικαστικό σφάλμα ήταν σοβαρό και ότι η έκδοση τέτοιου διατάγματος ακύρωσης, είναι αναγκαία προς το συμφέρον της δικαιοσύνης, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη τον πρωταρχικό σκοπό των Κανονισμών του 2023»

 

Περαιτέρω, στην Miltiades Neophytou Civil Engineering Contractors & Developers Ltd ν. Δήμου Πάφου, Πολ. Εφ. αρ. Ε5/2018 ημερ. 16.1.2024, με παραπομπή στις πρόνοιες του Μέρους 3.8, λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

 

«Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω πρόνοιες και παρά την διαπίστωση μας ότι η επιλογή του εφεσίβλητου να προωθήσει το αίτημα του με τον τύπο των παλαιών Θεσμών δεν ήταν η ενδεδειγμένη, κρίνουμε ότι η ως άνω λανθασμένη δικονομική διαδικασία δεν οδηγεί χωρίς άλλο στον αποκλεισμό και την απόρριψη της αίτησης. Η αίτηση περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για την προώθηση και εξέταση της στοιχεία, χωρίς παράλληλα να επηρεάζονται τα δικαιώματα οποιουδήποτε τρίτου.

 

Η διάσωση του διαβήματος κατά τον πιο πάνω τρόπο, συνάδει κατά την κρίση μας με τον Πρωταρχικό Σκοπό των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, ήτοι της διασφάλισης του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο κατά τρόπο δίκαιο και αποτελεσματικό και της ερμηνείας των Κανονισμών προς αποφυγή αχρείαστων διαδικασιών, σε σχέση με διαδικαστικά θέματα. Συνάδει επίσης με το Μέρος 3.8 (1) όπου υποδεικνύεται ότι η παράλειψη διαδίκου να συμμορφωθεί με τους πιο πάνω Κανονισμούς δεν καθιστά τη διαδικασία άκυρη και ότι το Δικαστήριο, σε περίπτωση τέτοιας μη συμμόρφωσης, μπορεί να εκδώσει διάταγμα διόρθωσης του σφάλματος.

 

Επιπλέον δυνάμει των διατάξεων του Μέρους 3.8.(2) δεν ακυρώνεται η διαδικασία εκτός αν το σφάλμα είναι σοβαρό και η ακύρωση είναι αναγκαία προς το συμφέρον της δικαιοσύνης, λαμβάνοντας υπόψη και τον Πρωταρχικό Σκοπό. Στην παρούσα περίπτωση για τους λόγους που εξηγήσαμε πιο πάνω, όπως το ότι αίτηση περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για την εξέταση της στοιχεία, χωρίς να επηρεάζονται τα δικαιώματα οποιουδήποτε τρίτου, κρίνουμε ότι το σφάλμα δεν είναι σοβαρό και η ακύρωση της αίτησης δεν είναι αναγκαία για τους σκοπούς απονομής δικαιοσύνης. Αντιθέτως συνυπολογίζοντας όλα τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη τον Πρωταρχικό Σκοπό των Κανονισμών, θεωρούμε ότι είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης όπως μην ακυρωθεί η παρούσα διαδικασία, παρά τον λανθασμένο έντυπο αίτησης με το οποίο προωθείται».

 

Επανερχόμενη στα περιστατικά της παρούσας, έχοντας κατά νου όλα τα ανωτέρω, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η αρχικώς συμφωνηθείσα παράταση του χρόνου δεν αμφισβητείται από την άλλη πλευρά, ενώ δεν έχει αναδειχθεί, από τα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου, να πλήττονται με οποιοδήποτε τρόπο τα δικαιώματα της Ενάγουσας, εξαιτίας της παράλειψης των συνηγόρων της Εναγομένης να ενημερώσουν γραπτώς το Δικαστήριο για τη συμφωνηθείσα παράταση του χρόνου καταχώρισης της Υπεράσπισης, ούτε και τέθηκε τέτοιος ισχυρισμός από πλευράς της, καταλήγω ότι η εν λόγω παράλειψη αποτελεί διαδικαστικό σφάλμα, το οποίο δυνατό να θεραπευθεί με βάση τις εξουσίες που ο Κανονισμός 8 του Μέρους 3 παρέχει στο Δικαστήριο.

 

 

Υπενθυμίζεται, ότι ο πρωταρχικός σκοπός των Κανονισμών δεν είναι άλλος, από την παροχή στο Δικαστήριο δυνατότητας χειρισμού των υποθέσεων κατά τρόπο δίκαιο και με αναλογικό κόστος και στην προκειμένη περίπτωση, είναι προφανές ότι το σφάλμα είναι τυπικής φύσης.[1]

 

Ως εκ των άνω, εκδίδεται διάταγμα διόρθωσης του σχετικού σφάλματος.

 

Με το ίδιο σκεπτικό, εκδίδεται διάταγμα διόρθωσης του σφάλματος παράλειψης καταγραφής του Μέρους 1 και 3 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας στη νομική βάση της Αίτησης.

 

Αναφορικά με τον λόγο ένστασης ότι η υπό κρίση Αίτηση υποβλήθηκε εκπρόθεσμα, παραπέμπω στον Κ. 3.1(2)(α), όπου ρητά αναφέρεται ότι το Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας να  παρατείνει ή σμικρύνει προθεσμία συμμόρφωσης με οποιονδήποτε κανονισμό ή δικαστικό διάταγμα, ακόμη και αν αίτηση για παράταση υποβάλλεται μετά τη λήξη της προθεσμίας συμμόρφωσης.

 

Επί της θέσης που προβάλλεται στην ένορκη δήλωση η οποία συνοδεύει την Ένσταση, ότι η γραπτή μαρτυρία που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση είναι αντικανονική, σημειώνω αρχικά ότι τέτοιος λόγος ένστασης δεν προβάλλεται.

 

Εν πάση περιπτώσει, το θέμα απαντάται με σαφήνεια στην ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ΚΑΝΤΟΥΝΑΣ ν. ΧΡΙΣΤΟΣ ΗΛΙΑΔΗΣ κ.α., Πολ. Εφ. Αρ. 54/2024 ημερ. 18.10.2024, όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«…να υποδείξουμε κατ' αρχάς ότι η «δήλωση μάρτυρα» από [ασκούμενο] δικηγόρο, συμφώνως της Νομολογίας είναι ανεπιθύμητη, όχι όμως απαγορευτική. Στην προκειμένη μάλιστα περίπτωση, ο δικηγόρος δεν αναφέρεται σε οποιαδήποτε γεγονότα που αφορούν την ουσία της υπόθεσης. Αντίθετα περιορίζεται στα όσα αφορούν την εφετειακή, διαδικαστική παράλειψη που ήταν κατ' ουσία προσωπική ευθύνη των δικηγόρων και όχι των διαδίκων που εκπροσωπούν. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν δεν μπορεί να θεωρηθεί αναρμόδιος ο μάρτυρας. Εν πάση περιπτώσει ούτε και τούτο το ζήτημα ή οποιοδήποτε άλλο που αναφύεται σε σχέση με τη «δήλωση μάρτυρα», είναι δυνατόν να αποστερήσει τους αιτητές, το δικαίωμα να ακουστούν».

 

Συνεπακόλουθα, ό,τι απομένει για το Δικαστήριο, είναι η εξέταση του κατά πόσο δικαιολογείται, υπό τις περιστάσεις, η παράταση του χρόνου καταχώρισης της Υπεράσπισης της Εναγομένης.

 

Προς τούτο, λαμβάνω υπόψη μου ότι, από τα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου, δεν έχει αναδειχθεί οποιαδήποτε κακοπιστία ή προσπάθεια υπονόμευσης της διαδικασίας από πλευράς Εναγομένης, η δε Αίτηση υποβλήθηκε σε σχετικά πρώιμο στάδιο, ενώ τα δικαιώματα της Ενάγουσας δεν επηρεάζονται με οποιοδήποτε τρόπο εξαιτίας της έκδοσης του σχετικού διατάγματος. Απεναντίας, η καταχώριση Υπεράσπισης είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την Εναγομένη, καθώς θα της δοθεί το δικαίωμα να προβάλει τους ισχυρισμούς της μέσα στο πλαίσιο της απαίτησης που έχει καταχωριστεί εναντίον της.

 

Σχετικά παραπέμπω στις πρόσφατες αποφάσεις του Εφετείου Κωνσταντής Καντούνας ν. Χρίστος Ηλιάδης κ.α., Πολ. Εφ. αρ. 54/2024 ημερ. 18.10.2024, και Georgios Kounis, άλλως Thomas Wells, άλλως  George Kounis, άλλως  Georgios Nikola Kounis ν. Δρ. Κατερίνα Αλεξάνδρου Θεοδότου κ.α. Πολ. Εφ. αρ. Ε22/2019 ημερ. 11.2.2025.

 

Έχοντας κατά νου όλα τα ανωτέρω, σε συνάρτηση με τα ιδιαίτερα περιστατικά της παρούσας και σταθμίζοντας τα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι υπό τις περιστάσεις, ο πρωταρχικός σκοπός προάγεται με την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

 

Λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη μου τον χρόνο που παρήλθε, από την ημερομηνία καταχώρισης της Αίτησης μέχρι σήμερα, ο χρόνος καταχώρισης της Υπεράσπισης παρατείνεται για διάστημα 10 ημερών από σήμερα.

Αναφορικά με την επιδίκαση των εξόδων της διαδικασίας, ως γνωστό αυτή ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, ενώ σχετικές είναι οι διατάξεις του Μέρους 39 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση, λαμβάνω υπόψη μου την υπαιτιότητα και των δύο μερών για τη δημιουργία των εν λόγω εξόδων και την όλη δικονομική συμπεριφορά τους και καταλήγω ότι είναι ορθό και δίκαιο, όπως τα έξοδα, τα οποία κατ’ εφαρμογή των εξουσιών που παρέχονται στο Δικαστήριο από το Μέρος 39 υπολογίζονται στο ποσό των €1.586.-, επιδικαστούν υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγομένης, μειωμένα ωστόσο κατά το ½, πλέον Φ.Π.Α. πλέον πραγματικά έξοδα.[2]

 

Περαιτέρω, διατάζεται η Εναγόμενη όπως καταβάλει το επιδικασθέν ποσό των εξόδων εντός 7 ημερών από σήμερα. Σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμμόρφωση με τη διαταγή αυτή, η Εναγόμενη θα εμποδίζεται από το να προωθήσει οποιοδήποτε άλλο διάβημα μέσα στο πλαίσιο της παρούσας αγωγής και το οποιοδήποτε δικόγραφο αυτή ενδεχομένως να έχει καταχωρήσει, θα αγνοηθεί.

 

 

 

 

(Υπ.) ………………………

Χρ. Γ. Ππεκρή, Ε.Δ.

  

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής



[1] βλ. Μέρος 1, Κανονισμός 2.

[2] Phylactou ν. Michael (1982) 1 CLR 204, Κωνσταντής Καντούνας ν. Χρίστος Ηλιάδης κ.α., Πολ. Εφ. αρ. 54/2024 ημερ. 18.10.2024, και Georgios Kounis, άλλως Thomas Wells, άλλως  George Kounis, άλλως  Georgios Nikola Kounis ν. Δρ. Κατερίνα Αλεξάνδρου Θεοδότου κ.α. Πολ. Εφ. αρ. Ε22/2019 ημερ. 11.2.2025.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο