ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΏΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. ΑΝΔΡΕΟΥ ΝΙΚΟΛΕΤΑ ΘΕΟΔΟΡΟΥ κ.α., Αγ. Αρ: 18/2017, 17/2017, 16/2017, 10/7/2025
print
Τίτλος:
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΏΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. ΑΝΔΡΕΟΥ ΝΙΚΟΛΕΤΑ ΘΕΟΔΟΡΟΥ κ.α., Αγ. Αρ: 18/2017, 17/2017, 16/2017, 10/7/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΏΣΤΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: M.Iεροκηπιώτου,Α.Ε.Δ

Συνενωμένες αγωγές αρ. 18/2017, 17/2017 & 16/2017 Σύμφωνα με διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 16/01/2024

                                                                                                        Αγ. Αρ: 18/2017

 Μεταξύ:

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΏΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΜΙΤΕΔ, από Λευκωσία

Ενάγουσας

-και-

1.           ΑΝΔΡΕΟΥ ΝΙΚΟΛΕΤΑ ΘΕΟΔΟΡΟΥ

2.           ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ

3.           ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΡΑΠΑΣΙΗ άλλως ΑΝΤΡΗ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΡΑΠΑΣΙΗ,               

                                                                                                                              Eναγομένων

                                                                                                      

                                                                                                               Αγ. Αρ: 17/2017

Μεταξύ:

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΏΝ ΣΤΟΙΧΕΙΏΝ ΛΙΜΙΤΕΔ, από Λευκωσία

                                             Ενάγουσας

-και-

1.            ΝΙΚΟΛΕΤΤΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ

2.            ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ

3.            ΜΑΡΙΑ ΑΡΤΕΜΗ ΚΑΣΤΑΝΑ

4.            ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΡΑΠΑΣΙΗ άλλως ΑΝΤΡΗ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΡΑΠΑΣΙΗ 

                                                                                                                     Εναγομένων                                                                                                                                       

                                                                                                                 Αγ.Aρ: 16/2017

 Μεταξύ:

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΏΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΜΙΤΕΔ, από Λευκωσία

Ενάγουσας

-και-

1.            BREAK 4 U LIMITED,

2.            ΝΙΚΟΛΕΤΤΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ

3.            ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΘΕΟΔΟΡOΥ ΑΝΔΡΕΟΥ

4.            ΜΑΡΙΑ ΑΡΤΕΜΗ ΚΑΣΤΑΝΑ

5.            ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΡΑΠΑΣΙΗ άλλως ΑΝΤΡΗ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΡΑΠΑΣΙΗ  

                                                                                                                       Εναγομένων                                                                                                                                                                    

                                                                                                                                                                     

 

 

Ημερομηνία: 10/7/2025

Eμφανίσεις:

Για ενάγουσα: κ. Ζ.Ζαχαρίου

Για εναγόμενες: κ. Χρ.Θεοδούλου

 

                                                 ΑΠΟΦΑΣΗ

Mε τις αγωγές αξιώνονται δυνάμει συμφωνίας δανείου και/ή τρεχούμενου λογαριασμού διάφορα ποσά τόσο εναντίον της εναγόμενης 1 υπο την ιδιότητα της ως πρωτοφειλέτιδα με εγγυήτριες τις εναγόμενες 2 και 3 στην αγωγή αρ. 18/17 το ίδιο και στην αγωγή αρ. 17/17 με εγγυήτριες 3 φυσικά πρόσωπα. Στην αγωγή με αρ. 16/17 πρωτοφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο με εγγυήτριες 4 φυσικά πρόσωπα.

Οι αγωγές συνεκδικάστηκαν κατόπιν διαταγής του Δικαστηρίου στις 16/1/2024 λόγω ταυτοσημίας διαδίκων και επίδικων θεμάτων εφόσον πρόκειται για δάνεια που παραχωρήθηκαν από την ενάγουσα με πρωτοφειλέτη και  εγγυητές ίδια πρόσωπα. Η αγωγή αρ. 18/17 τέθηκε ως η οδηγός λόγω του ποσού που αξιώνεται. 

Σημειώνεται ότι τα δάνεια αρχικώς παραχωρήθηκαν απο τη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Παραλιμνίου  η οποία ακολούθως μεταβίβασε τις εν λόγω δανειακές υποχρεώσεις στην Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων ΛΤΔ η οποία μεταβίβασε αυτές στην Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ. Τη διαχείριση μετέπειτα των εν λόγω δανείων ανέλαβε η Dovalue Cyprus Limited. Τα πιο πάνω δεν αμφισβητούνται.

Σε όλες τις αγωγές εγείρεται υπεράσπιση και ανταπαίτηση. Ο κοινός ισχυρισμός που προβάλλεται είναι πως η πρωτοφειλέτιδα  στην αγωγή 18 /17 και 17/17 εξαναγκάστηκε να υπογράψει τις συμφωνίες δανείου για να εξοφλήσει παλαιότερα δάνεια που διατηρούσε στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα χωρίς να είναι σε θέση να αποπληρώσει τη δόση με βάση τα οικονομικά της. Το ίδιο ισχύει και για τα πρόσωπα που υπέγραψαν ως εγγυητές. Δεν ήταν δηλαδή σε θέση με βάση τα οικονομικά τους δεδομένα να αποπληρώσουν τα δάνεια. Με την ανταπαίτηση αξιώνουν ακύρωση της συμφωνίας δανείου σε εκάστη περίπτωση, ακύρωση των συμφωνιών εγγύησης και αποζημιώσεις λόγω δόλου και απάτης.

Κατέθεσε η Μ. Σ («Μ.Ε.1») για την ενάγουσα.

Για την υπεράσπιση και ανταπαίτηση κατέθεσαν η Ν.Θ («ΜΥ1») πρωτοφειλέτιδα στα δάνεια των αγωγών 18/17 και 17/17, η Κ.Θ («Μ.Υ 2)  εγγυήτρια στα δάνεια και/ή πιστωτικές διευκολύνσεις που αφορούν και τις 3 αγωγές, η Α.Κ («ΜΥ3») εγγυήτρια στα δάνεια και/ή πιστωτικές διευκολύνσεις σε όλες τις αγωγές και η Μ.Κ(«ΜΥ4») εγγυήτρια στα δάνεια και/ή πιστωτικές διευκολύνσεις που αφορούν οι αγωγές με αρ.16 και 17/17.

Η ΜΕ1 υιοθέτησε τη γραπτή της δήλωση, Έγγραφο Α.

 

Σε αυτήν αναφέρει ότι κατά την 18/12/08 η Εναγόμενη 1 υπέβαλε αίτημα για μακροπρόθεσμο επαγγελματικό δάνειο για ποσό €25.000,00 το οποίο εγκρίθηκε από την ΣΠΕ Παραλιμνίου στις 12/01/09. Παρουσίασε αίτηση της Εναγόμενης 1( στην αγωγή αρ. 17/17) ημερομηνίας 18/12/08 και απόφαση της Ενάγουσας ημερομηνίας 12/01/09 ως Τεκμήριο 6.

Στις 24/12/08 η ΣΠΕ Παραλιμνίου, δυνάμει γραπτής συμφωνίας δανείου (1η συμφωνία δανείου), παραχώρησε στην Εναγόμενη 1 τραπεζικές διευκολύνσεις υπό τη μορφή δανείου τακτής προθεσμίας για το ποσό των €25.000,00. Παρουσίασε την 1η συμφωνία δανείου ημερομηνίας 24/12/08 ως Τεκμήριο 7.

Για σκοπούς της 1ης συμφωνίας δανείου, η Ενάγουσα άνοιξε και έθεσε σε λειτουργία επ’ ονόματι της Εναγόμενης 1 τον λογαριασμό με αριθμό χχχ6398-8 ο οποίος χρεώθηκε με το ποσό του δανείου, ήτοι €25.000,00. Κατέθεσε απόδειξη έκδοσης δανείου ημερομηνίας 24/12/08 επ’ ονόματι της Εναγόμενης 1  δεόντως υπογραμμένη από την ίδια ως Τεκμήριο 8.

Σύμφωνα με τον όρο 2 της 1ης συμφωνίας δανείου, η αποπληρωμή του δανείου από την Εναγόμενη 1 προς την Ενάγουσα θα γινόταν δια 120 μηνιαίων δόσεων €291.78 έκαστη, της πρώτης δόσης πληρωτέας πρώτη του μήνα από την έκδοση του δανείου και των υπόλοιπων την αντίστοιχη ημέρα κάθε επόμενου μήνα μέχρι τελικής εξόφλησης.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τον όρο 3(α) της 1ης συμφωνίας δανείου, το παραχωρηθέν δάνειο θα χρεωνόταν με ετήσιο κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο θα συνίστατο από το εκάστοτε βασικό επιτόκιο της Ενάγουσας προσαυξημένο κατά 3,75% (περιθώριο). Κατά την ημέρα υπογραφής της 1ης συμφωνίας δανείου το επιτόκιο ήταν 3,25%, το περιθώριο 3,75% και το σύνολο επιτοκίου 7%.

Προς περαιτέρω εξασφάλιση και εγγύηση αποπληρωμής των υποχρεώσεων της Εναγόμενης 1 προς την Ενάγουσα βάσει της 1ης συμφωνίας δανείου, οι Εναγόμενες 2, 3 και 4 δυνάμει γραπτής συμφωνίας εγγύησης ημερομηνίας 24/12/08, εγγυήθηκαν μέχρι και το ποσό των  €25.000,00 η κάθε μια πλέον τόκους και έξοδα, τις πιο πάνω αναφερόμενες υποχρεώσεις της Εναγόμενης 1 (παρούσες και μελλοντικές) σε σχέση με την 1η συμφωνία δανείου και ανέλαβαν από κοινού και χωριστά και χωρίς καμιά επιφύλαξη να αποζημιώσουν την Ενάγουσα σε περίπτωση παράλειψης της Εναγόμενης 1 να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που ανέλαβε έναντι της Ενάγουσας με βάσει την 1η συμφωνία δανείου. Κατέθεσε τη συμφωνία εγγύησης ως Τεκμήριο 9.

Στο σημείο αυτό αναφέρει ότι στις 23/12/08, η Εναγόμενη  2 και στις 22/12/08, οι Εναγόμενες 3 και 4 υπέγραψαν δήλωση προτιθέμενου εγγυητή, με την οποία δήλωσαν ότι παρέλαβαν γραπτή ενημερωτική επιστολή ημερομηνίας 19/12/08 σε σχέση με τους όρους της επίδικης πίστωσης που παραχωρήθηκε στην Εναγόμενη 1 καθώς και τη γραπτή δήλωση περιουσιακών στοιχείων της Εναγόμενης 1 – Πρωτοφειλέτη ημερομηνίας 18/12/08, σύμφωνα με τις πρόνοιες  του Περί Προστασίας Ορισμένης Κατηγορίας Εγγυητών Νόμου του 2003. Κατέθεσε τη δήλωση προτιθέμενου εγγυητή ημερομηνίας 23/12/08 με την ενημερωτική επιστολή ημερομηνίας 19/12/08 σε σχέση με την Εναγόμενη 3 ως Τεκμήριο 10, τη δήλωση προτιθέμενου εγγυητή ημερομηνίας 22/12/08 με την επιστολή ενημέρωσης ημερομηνίας 19/12/08 σε σχέση με την Εναγόμενη 3 ως Τεκμήριο 11, σε σχέση με την Εναγόμενη 4 ως Τεκμήριο 12 και τη γραπτή δήλωση περιουσιακών στοιχείων της Εναγόμενης 1 ως Τεκμήριο 13.

Κατά την 27/08/09, η Ν.Θ ως διευθύντρια για λογαριασμό της εταιρείας (Εναγόμενη 1 στην αγωγή αρ. 16/17) υπέβαλε αίτημα για όριο σε τρεχούμενο λογαριασμό για το ποσό των  €20.000,00 το οποίο εγκρίθηκε από την ΣΠΕ Παραλιμνίου στις 04/09/09. Παρουσίασε αίτηση της εταιρείας ημερομηνίας 28/08/09 και απόφαση της Ενάγουσας ημερομηνίας 04/09/09 ως Τεκμήριο 14 και πρακτικά συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Εναγόμενης 1 ως Τεκμήριο 15.

Στις 07/09/09 δυνάμει έγγραφης σύμβασης πιστώσεως (συμφωνία), την οποία υπέγραψε η Εναγόμενη 1, δια της Εναγόμενης 2,  η Ενάγουσα παρείχε προς την Εναγόμενη 1 πίστωση για το ποσό των €20.000,00 σε μορφή τρεχούμενου λογαριασμού με αριθμό χχχ3350-2, στον οποίο πιστώθηκε το εν λόγω ποσό. Από τον εν λόγω λογαριασμό η Εναγόμενη 1 απέσυρε χρήματα κατά χρονικά διαστήματα. Παρουσίασε τη σύμβαση πιστώσεως ημερομηνίας 07/09/09, με αριθμό σύμβασης 5629 ως Τεκμήριο 16 και τις αποδείξεις χρεωπίστωσης του ποσού στον τρεχούμενο λογαριασμό ημερομηνίας 07/09/09 ως Τεκμήριο 17(1) και 17(2). 

Σύμφωνα με τον όρο 2(α) της συμφωνίας τρεχούμενου το παραχωρηθέν όριο παρατραβήγματος θα χρεώνεται με ετήσιο κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο θα συνιστάται από το εκάστοτε βασικό επιτόκιο της Ενάγουσας προσαυξημένο κατά 4% (περιθώριο), ήτοι κατά την ημέρα υπογραφής της συμφωνίας τρεχούμενου το βασικό επιτόκιο ήταν 5%, το περιθώριο 4% και το συνολικό επιτόκιο 9%.

Σε περίπτωση παράβασης οποιουδήποτε όρου της συμφωνίας τρεχούμενου από την Εναγόμενη 1, η Ενάγουσα έχει το δικαίωμα να τερματίσει αμέσως τη συμφωνία και να απαιτήσει άμεση πληρωμή ολόκληρου του χρεωστικού υπολοίπου του τρεχούμενου λογαριασμού, το οποίο σε μια τέτοια περίπτωση θα καθίσταται άμεσα απαιτητό και πληρωτέο.

Οι Εναγόμενες 2, 3, 4 και 5 δυνάμει γραπτής συμφωνίας εγγύησης ημερομηνίας 07/09/09, εγγυήθηκαν μέχρι και το ποσό των  €20.000,00 η κάθε μια πλέον τόκους και έξοδα, τις πιο πάνω αναφερόμενης υποχρέωσης της Εναγόμενης 1 (παρούσες και μελλοντικές) σε σχέση με τη συμφωνία τρεχούμενου και ανέλαβαν από κοινού και χωριστά και χωρίς καμιά επιφύλαξη να αποζημιώσουν την Ενάγουσα σε περίπτωση παράλειψης της Εναγόμενης 1 να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που ανέλαβε έναντι της Ενάγουσας με βάση τη συμφωνία τρεχούμενου (συμφωνία εγγύησης τρεχούμενου). Παρουσίασε τη συμφωνία εγγύησης τρεχούμενου λογαριασμού ως Τεκμήριο 18.

Σημειώνει ότι πριν την υπογραφή της συμφωνίας εγγύησης τρεχούμενου λογαριασμού και συγκεκριμένα στις 03/09/09, οι Εναγόμενες 3, 4 και 5 υπέγραψαν δήλωση προτιθέμενου εγγυητή με την οποία δήλωσαν ότι παρέλαβαν γραπτές ενημερωτικές επιστολές ημερομηνίας 01/09/09 σε σχέση με τους όρους της επίδικης πίστωσης που παραχωρήθηκε στην Εναγόμενη 1 καθώς και τη γραπτή δήλωση περιουσιακών στοιχείων της Εναγόμενης 1 – Πρωτοφειλέτη ημερομηνίας 28/08/09 σύμφωνα με τις πρόνοιες του Περί Προστασίας Ορισμένης Κατηγορίας Εγγυητών Νόμου του 2003. Παρουσίασε τις δηλώσεις προτιθέμενου εγγυητή ημερομηνίας 03/09/09 αναφορικά με την Εναγόμενη 3 ως Τεκμήριο 19, αναφορικά με την Εναγόμενη 4 ως Τεκμήριο 20, αναφορικά με την Εναγόμενη 5 ως Τεκμήριο 21 και τη γραπτή δήλωση περιουσιακών στοιχείων της Εναγόμενης 1 ως Τεκμήριο 22.

Κατά την 16/02/11 η Εναγόμενη 1 υπέβαλε αίτημα για μεσοπρόθεσμο επιχειρηματικό δάνειο για ποσό €225.000,00, το οποίο εγκρίθηκε από τη ΣΠΕ Παραλιμνίου στις 10/03/11. Κατέθεσε την αίτηση της Εναγόμενης 1 ημερομηνίας 16/02/11 και απόφαση της Ενάγουσας ημερομηνίας 10/03/11 ως Τεκμήριο 23.

Στις 15/03/11, η ΣΠΕ Παραλιμνίου, δυνάμει γραπτής συμφωνίας δανείου (2η συμφωνία δανείου), παραχώρησε στην Εναγόμενη 1 τραπεζικές διευκολύνσεις υπό την μορφή δανείου τακτής προθεσμίας για το ποσό των €225.000,00. Κατέθεσε την 2η συμφωνία δανείου ημερομηνίας 15/03/11 ως Τεκμήριο 24.

Για σκοπούς της 2ης συμφωνίας δανείου, η Ενάγουσα άνοιξε και έθεσε σε λειτουργία επ’ ονόματι της Εναγόμενης 1 (στην αγωγή με αρ.18/17) τον λογαριασμό με αριθμό χχχ700-3, ο οποίος χρεώθηκε με το ποσό του δανείου, ήτοι €225.000,00. Κατέθεσε απόδειξη έκδοσης δανείου ημερομηνίας 20/04/11 επ’ ονόματι της Εναγόμενης 1 δεόντως υπογραμμένη από την ίδια ως Τεκμήριο 25.

Σύμφωνα με τον όρο 2 της 2ης συμφωνίας δανείου, η αποπληρωμή του δανείου από την Εναγόμενη 1 προς την Ενάγουσα θα γινόταν δια 180 μηνιαίων δόσεων €2.020,00 έκαστη, της πρώτης δόσης πληρωτέας πρώτη του μήνα από την έκδοση του δανείου και των υπόλοιπων την αντίστοιχη ημέρα κάθε επόμενου μήνα μέχρι τελικής εξόφλησης.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τον όρο 3(α) της 2ης συμφωνίας δανείου, το παραχωρηθέν δάνειο θα χρεωνόταν με ετήσιο κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο θα συνίστατο από το εκάστοτε βασικό επιτόκιο της Ενάγουσας προσαυξημένο κατά 1,95% (περιθώριο). Κατά την ημέρα υπογραφής της 2ης συμφωνίας δανείου το βασικό επιτόκιο ήταν 5%, το περιθώριο 1,95% και το σύνολο επιτοκίου 6,95%.

Προς περαιτέρω εξασφάλιση και εγγύηση αποπληρωμής των υποχρεώσεων της Εναγόμενης 1 προς την Ενάγουσα βάσει της 2ης συμφωνίας δανείου, οι Εναγόμενες 2 και 3 δυνάμει γραπτής συμφωνίας εγγύησης ημερομηνίας 15/03/11, εγγυήθηκαν μέχρι και το ποσό των €225.000,00 η κάθε μια πλέον τόκους και έξοδα, τις πιο πάνω αναφερόμενες υποχρεώσεις της Εναγόμενης 1 (παρούσες και μελλοντικές) σε σχέση με την 2η συμφωνία δανείου και ανέλαβαν από κοινού και χωριστά και χωρίς καμιά επιφύλαξη να αποζημιώσουν την Ενάγουσα σε περίπτωση παράλειψης της Εναγόμενης 1 να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που ανέλαβε έναντι της Ενάγουσας με βάσει την 2η συμφωνία δανείου (2η συμφωνία εγγύησης). Κατέθεσε τη συμφωνία εγγύησης ως Τεκμήριο 26.

 

Στο σημείο αυτό ανέφερε ότι στις 22/03/11, η Εναγόμενη 2 και στις 30/03/11 η Εναγόμενη 3 υπέγραψαν δήλωση προτιθέμενου εγγυητή με την οποία δήλωσαν ότι παρέλαβαν γραπτή ενημερωτική επιστολή ημερομηνίας 15/03/11 σε σχέση με τους όρους της επίδικης πίστωσης που παραχωρήθηκε στην Εναγόμενη 1 σύμφωνα με τις πρόνοιες του Περί Προστασίας Ορισμένης Κατηγορίας Εγγυητών Νόμου του 2003. Κατέθεσε τη δήλωση προτιθέμενου εγγυητή ημερομηνίας 22/03/11 με την ενημερωτική επιστολή ημερομηνίας 15/03/11 σε σχέση με την Εναγόμενη 2 ως Τεκμήριο 27, και τη δήλωση προτιθέμενου εγγυητή ημερομηνίας 30/03/11 με την επιστολή ενημέρωσης ημερομηνίας 15/03/11 σε σχέση με την Εναγόμενη 3 ως Τεκμήριο 28.

Επειδή, οι επίδικοι λογαριασμοί παρουσίαζαν καθυστερήσεις, η Ενάγουσα με επιστολές της ημερομηνίας 02/10/14 προς την Εναγόμενη 1 ως Πρωτοφειλέτη και προς τις Εναγόμενες 2, 3 και 4 ως εγγυήτριες σε σχέση με το δάνειο με αριθμό χχχ6398-8 και την Εναγόμενη 1 ως Πρωτοφειλέτη και τις Εναγόμενες 2 και 3 ως εγγυήτριες σε σχέση με το δάνειο με αριθμό χχχ7700-3, τις καλούσε όπως εντός 20 ημερών να καταβάλουν όλες τις ληξιπρόθεσμες και οφειλόμενες δόσεις τους ή να επικοινωνήσουν με λειτουργό του Επαρχιακού Γραφείου Αμμοχώστου της Κεντρικής Μονάδας Διαχείρισης Καθυστερήσεων και Αναδιαρθρώσεων της Ενάγουσας για διευθέτηση συνάντησης για υποβολή αίτησης αναδιάρθρωσης, χωρίς καμιά ανταπόκριση από τις Εναγόμενες. Σχετικά κατέθεσε τις επιστολές ημερομηνίας 02/10/14 ως Τεκμήριο 29 και Τεκμήριο 30.

Οι Εναγόμενες δεν συμμορφώθηκαν με τις επιστολές της Ενάγουσας ημερομηνίας 02/10/14 με αποτέλεσμα η Ενάγουσα με επιστολές της ημερομηνίας 13/06/16 προς τις Εναγόμενες, να τερματίσει τόσο την 1η και 2η συμφωνία δανείου, όσο και τη συμφωνία τρεχούμενου λογαριασμού καθώς και τη λειτουργία των εν λόγω αναφερόμενων λογαριασμών. Η Ενάγουσα, περαιτέρω με τις πιο πάνω επιστολές της ημερομηνίας 13/06/16 απαίτησε σύμφωνα με τους όρους των συμφωνιών την πλήρη και τελεία εξόφληση ολόκληρων των υπολοίπων των λογαριασμών ήτοι (α) του λογαριασμού δανείου με αριθμό χχχ6398-8 το οποίο ανερχόταν σε €16.833,86 πλέον τόκους, (β) του λογαριασμού δανείου με αριθμό χχχ7700-3, το οποίο ανερχόταν σε €244.013,65 πλέον τόκους και (γ) του τρεχούμενου λογαριασμού με αριθμό χχχ3550-2, το οποίο ανερχόταν σε €35.298,80 πλέον τόκους. Με τις ρηθείσες επιστολές, η Ενάγουσα ενημέρωσε τις Εναγόμενες ότι ολόκληρο το χρεωστικό υπόλοιπο των λογαριασμών δανείου με αριθμό χχχ398-8 και χχχ700-3 θα χρεώνονταν με επιτόκιο προς 8,25% και του τρεχούμενου λογαριασμού με αριθμό χχχ350-2 με επιτόκιο προς 9,75% και παράλληλα τις πληροφόρησε ότι εάν παραλείψουν να το εξοφλήσουν εντός 30 ημερών, θα λάμβαναν δικαστικά μέτρα εναντίον τους. Κατέθεσε τις επιστολές ημερομηνίας 13/06/16 ως Τεκμήρια 31, 32 και 33.

 

 

Μετά από πρόσβαση που εξασφάλισε στο μηχανογραφημένο σύστημα της Ενάγουσας εκτύπωσε κατάσταση λογαριασμού σε σχέση:

(α) με τον λογαριασμό δανείου με αριθμό χχχ6398-8 από την έναρξη λειτουργίας του μέχρι και την 29/12/23 (Αναφορικά με την αγωγή αρ.17/17)

(β) με τον λογαριασμό δανείου με αριθμό χχχ7700-3 από την έναρξη λειτουργίας του μέχρι και την 30/12/22 ( Αναφορικά με την αγωγή αρ.18/17

(γ) με τον τρεχούμενο λογαριασμό με αριθμό χχχ3350-2 από τη έναρξη λειτουργίας του μέχρι και την 29/12/23 ( Αναφορικά με την αγωγή 16/17)

όπου φαίνονται όλες οι χρεώσεις και πιστώσεις στους λογαριασμούς. Παρουσίασε κατάσταση λογαριασμού δανείου με αριθμό χχχ6398-8 ως Τεκμήριο 34, κατάσταση λογαριασμού δανείου με τον αριθμό χχχ700-3 ως Τεκμήριο 36και κατάσταση τρεχούμενου λογαριασμού με αριθμό χχχ350-2 ως Τεκμήριο 38.

Παρουσίασε ως Τεκμήριο 35 την αναδομημένη κατάσταση σε σχέση με τον λογαριασμό δανείου με αριθμό χχχ6398-8 από την οποία σε σύγκριση με την αρχική κατάσταση λογαριασμού, έχουν αφαιρεθεί όλες οι χρεώσεις και έξοδα, πλην της αρχικής χρέωσης του ποσού του δανείου ήτοι του ποσού των €25.000,00 και έχουν επίσης διαφοροποιηθεί οι χρεώσεις σε σχέση με το επιτόκιο επί του εκάστοτε χρεωστικού υπολοίπου. Συγκεκριμένα έχει διαφοροποιηθεί το επιτόκιο και έχει εφαρμοστεί επιτόκιο προς 7% από την 24/12/08 μέχρι σήμερα.

Παρουσίασε ως Τεκμήριο 37 την αναδομημένη κατάσταση σε σχέση με τον λογαριασμό δανείου με αριθμό χχχ7700-3  από την οποία σε σύγκριση με την αρχική κατάσταση λογαριασμού, έχουν αφαιρεθεί όλες οι χρεώσεις και έξοδα, πλην της αρχικής χρέωσης του ποσού του δανείου ήτοι του ποσού των €225.000,00 και έχουν επίσης διαφοροποιηθεί οι χρεώσεις σε σχέση με το επιτόκιο επί του εκάστοτε χρεωστικού υπολοίπου. Συγκεκριμένα, έχει διαφοροποιηθεί το επιτόκιο και έχει εφαρμοστεί το ακόλουθο: από 20/04/11 μέχρι 01/05/13 6,95%, από την 01/05/13 μέχρι 01/07/13 6,75%, από 01/07/13 μέχρι 01/10/13 6,50% και από 01/10/13 μέχρι σήμερα ο λογαριασμός χρεώνεται με επιτόκιο προς 6,25%.

Παρουσίασε ως Τεκμήριο 39, την αναδομημένη κατάσταση σε σχέση με τον τρεχούμενο λογαριασμό με αριθμό χχχ3350-2, από την οποία σε σύγκριση με την αρχική κατάσταση λογαριασμού, έχουν αφαιρεθεί όλες οι χρεώσεις και έξοδα, πλην της αρχικής χρέωσης του ποσού της πιστωτικής διευκόλυνσης, ήτοι του ποσού των €20.000,00 και έχουν επίσης διαφοροποιηθεί οι χρεώσεις σε σχέση με το επιτόκιο επί του εκάστοτε χρεωστικού υπολοίπου. Συγκεκριμένα, έχει διαφοροποιηθεί το επιτόκιο και έχει εφαρμοστεί το ακόλουθο: από 07/09/09 μέχρι 01/01/17 9%, από την 01/01/17 μέχρι σήμερα ο λογαριασμός χρεώνεται με επιτόκιο προς 6,50%.

Η μάρτυρας τέλος αναφέρθηκε στα χρεωστικά υπόλοιπα των λογαριασμών δανείων με βάση τις αναδομημένες καταστάσεις λογαριασμών ήτοι: α) του λογαριασμού δανείου με αρ.χχχ6398 το οποίο ανέρχεται στο ποσό των €25.587,59 πλέον τόκο 7% ετησίως από 1/1/2024 μέχρι πλήρους εξόφλησης του τόκου κεφαλαιοποιημένου την 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους, β) του λογαριασμού δανείου με αρ. χχχ7700-0 το οποίο ανέρχεται στο ποσό των €226.251,14 πλέον τόκο προς 6.25% ετησίως από 1/1/2024 μέχρι πλήρους εξόφλησης  του τόκου κεφαλαιοποιούμενου την 31/12 εκάστου έτους, γ) του τρεχούμενου λογαριασμού  με αρ. χχχ3350-2 το οποίο ανέρχεται στο ποσό των €39.716,79 πλέον τόκο προς 6.5% ετησίως από 1/1/2024 μέχρι πλήρους εξόφλησης κεφαλαιοποιούμενου του τόκου 31/12 εκάστου έτους. Tα πιο πάνω ποσά αξιώνονται από την ενάγουσα.

 

 Η Ν.Θ ανέφερε στην προφορική της μαρτυρία στο Δικαστήριο ότι εξαναγκάστηκε στην υπογραφή των συμφωνιών δανείου τόσο αυτές που η ίδια είναι πρωτοφειλέτιδα όσον και αυτή που υπέγραψε ως διευθύντρια του νομικού πρόσωπου. Ο λόγος που υπέγραψε τα έγγραφα δανείων και/ή διευκολύνσεων ήταν γιατί η ίδια όπως ανέφερε: « …ήθελαν να κάμουν το άλλο για εξασφάλιση. Αν δεν το έκανα ήταν να μου πιάσουν το περίπτερο ή να πάω φυλακή τζαι επιέζαν με». Πέραν των πιο πάνω ανέφερε πως  για το δάνειο των €225.000 είχε παραχωρήσει τρίτο πρόσωπο σαν εξασφάλιση  υποθήκη , και το εν λόγω ακίνητο η ενάγουσα το εκποίησε παρέμεινε όμως οφειλόμενο υπόλοιπο. Περαιτέρω σημείωσε ότι αποπλήρωνε τα δάνεια μέχρι το έτος 2014  όπου « ήρτε το κούρεμα και έπεσε τέλεια η δουλειά…». Στη συνέχεια αρνήθηκε ότι έλαβε οποιαδήποτε επιστολή τερματισμού  και/ή  επιστολές καθυστερήσεων για τα δάνεια της. Αναφορικά με τις συμφωνίες δήλωσε ότι υπέγραψε αυτές χωρίς να της εξηγηθεί για ποιο λόγο γίνονταν και έφυγε από το κατάστημα.

Κατέθεσε σαν Τεκμήρια 41-44 κατάσταση ασφαλιστέων αποδοχών της για τα έτη 2006-2012 για την ίδια και τις λοιπές εγγυήτριες από το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων  για να καταδείξει τα μειωμένα εισοδήματα αυτών και την αδυναμία καταβολής τόσο της ίδιας,  τις δόσεις των δανείων όσο και των εγγυητριών στην περίπτωση μη καταβολής των δόσεων από την πρωτοφειλέτιδα.

Κατά την αντεξέταση της δέχθηκε ότι κατέβαλε για το δάνειο των €225.000 δόση μέχρι το 2014 πλην όμως αργότερα προέβηκε σε ενέργειες για μείωση της δόσης χωρίς αποτέλεσμα.  Για την επιστολή τερματισμού δέχθηκε ότι η αναγραφόμενη σε αυτή διεύθυνση  είναι η διεύθυνση της πλήν όμως δεν έλαβε αυτήν.  Τέλος σημείωσε ότι η αναφορά της ότι θα πήγαινε φυλακή ή θα της έπαιρναν το περίπτερο αν δεν υπέγραφε τις συμφωνίες ήταν δική της σκέψη με τον τρόπο που η ίδια εξηγούσε την κατάσταση.

Η ΜΥ2 ανέφερε ότι δεν είχε την ικανότητα να καλύψει τα χρέη της αδελφής της σε περίπτωση που η ΜΥ1 δεν μπορούσε να καταβάλει τις δόσεις της.  Ήταν ανωριμότητα της ίδιας αλλά και παγίδα από την ενάγουσα η υπογραφή των συμφωνιών. Περαιτέρω ισχυρίστηκε ότι δεν έλαβε επιστολή τερματισμού από την ενάγουσα.  Κατά την αντεξέταση της δέχθηκε ότι μπορεί και να έλαβε την επιστολή τερματισμού.

Η ΜΥ3 ανέφερε ότι υπέγραψε τις εγγυήσεις για την αδελφή της ΜΥ1 πλήν όμως δεν θυμόταν τι υπέγραψε. Αναφέρθηκε στα εισοδήματα της Τεκμήριο 44 και δήλωσε πως πλήρωνε τη δόση του δικού της δανείου ύψους €600. Σημείωσε ότι μπορεί να έλαβε τις επιστολές τερματισμού ο σύζυγος της και να τις πέταξε.

Η ΜΥ4 ανέφερε ότι υπέγραψε την εγγύηση για την αδελφή της χωρίς να της αναφερθεί τι υπέγραφε, δεν είχε τα εισοδήματα για να καλύψει τα δάνεια της αδελφής της, είχε δικά της δάνεια να καλύψει και δεν θυμόταν αν είχε λάβει επιστολή τερματισμού από την ενάγουσα.  Όπως ανέφερε γνώριζε τι υπέγραφε  και ότι η ΜΥ1 ήταν αδελφή της και θα τη βοηθούσε έτσι και αλλιώς.

 

Προχωρώ να αξιολογήσω την ενώπιον μου μαρτυρία συνολικά και όχι μικροσκοπικά και με βάση τα ενώπιον μου επίδικα θέματα ( βλ.Παρλάτα ν. Δημητρίου 2014 1 Α.Α.Δ. 994) . Να σημειωθεί εκ προοιμίου ότι στο μεγαλύτερο και πιο ουσιαστικό  της μέρος η μαρτυρία παρέμεινε αναντίλεκτη.

Η μαρτυρία  της ΜΕ1 υποστηρίζεται από τα έγγραφα που κατέθεσε στο Δικαστήριο.   Τα σημεία που αμφισβητήθηκαν ήταν ότι οι εναγόμενες δεν είχαν τα κατάλληλα εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία για να αποπληρώσουν τα δάνεια είτε ως πρωτοφειλέτιδα η ΜΥ1 (Ν.Θ) είτε ως εγγυήτριες οι υπόλοιπες εναγόμενες καθώς και ότι οι εναγόμενες δεν γνώριζαν τους όρους των συμφωνιών που υπέγραψαν. Περαιτέρω αμφισβητήθηκε οτι η ΜΥ1  έλαβε  επιστολή τερματισμού, το ίδιο και η ΜΥ2 ενώ οι ΜΥ3 και ΜΥ4 δεν ήταν βέβαιες αν τις έλαβαν, ενδεχόμενα και να τις έλαβαν.

 

Αναφορικά με την ικανότητα της  ΜΥ1 να αποπληρώνει τα δάνεια σημειώνεται η θέση της μάρτυρος ότι για να δοθούν τα δάνεια αξιολογήθηκε η ικανότητα της, σημειωτέον δε ότι είχαν ορισθεί και εξασφαλίσεις ήτοι η υποθήκευση ακινήτου η οποία δεν αποτελεί επίδικο θέμα στην παρούσα διαδικασία και οι εγγυήσεις των ΜΥ2-4. Σε αυτό το σημείο να παρεμβάλλουμε και την ίδια τη θέση της ΜΥ1 ότι πλήρωνε τις δόσεις μέχρι το 2014 οπότε και τα οικονομικά της είχαν δυσκολέψει. Συνεπώς δεν μπορεί να γίνει δεκτή η θέση της υπεράσπισης. Τα δηλωμένα εισοδήματα στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις είναι όσα δήλωναν οι ίδιες οι εναγόμενες και/ή η εργοδότες τους για σκοπούς Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει τη μόνη απόδειξη αναφορικά με τα εισοδήματα τους ή την ικανότητα πληρωμής τους. Τα δάνεια είχαν δοθεί κατόπιν αιτήματος της εναγόμενης 1 και όπως δήλωσαν οι ΜΥ 3 και 4 ότι ζητούσε η αδερφή τους θα έπρατταν ανεξάρτητα αν μπορούσαν να καταβάλλουν τη δόση ή όχι. Επίσης σημειώνεται ότι οι εναγόμενες προβάλλουν εκ των υστερών την ανικανότητα τους προς πληρωμή αφού  υπέγραψαν τα έγγραφα εγγύησης και τις δηλώσεις προτιθέμενων εγγυητών που είχαν κατατεθεί ως Τεκμήρια.  Αν πράγματι δεν υπήρχε η ικανότητα να καταβάλλονται οι δόσεις τότε η ΜΥ1  δεν θα έπρεπε εξ αρχής να υποβάλλει αίτημα για χορήγηση νέων δανείων. Ούτε η θέση της οτι θα έχανε το περίπτερο ή θα την έβαζαν φυλακή ευσταθεί αφού κάτι τέτοιο σύμφωνα και με την ίδια την ΜΥ1 ουδέποτε τέθηκε στην ίδια απο την ενάγουσα. Σε κάθε περίπτωση το περίπτερο ουδέποτε αποτέλεσε εξασφάλιση προς εγγύηση των δανείων.

 

Κρίνω ότι η σκέψη περί ανικανότητας των εναγομένων για αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων αποτελεί εκ των υστέρων σκέψη η οποία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

 

Περαιτέρω ούτε η θέση ευσταθεί ότι δεν εγνώριζαν οι εναγόμενες τι υπέγραφαν και πως απλώς έθεσαν τις υπογραφές του γιατι ούτως ή άλλως η πρόθεση τους ήταν να βοηθήσουν τη ΜΥ1 με τις δανείακές της υποχρεώσεις.  Γνώριζαν καλά ότι εγγυόνταν την ΜΥ1 αναφορικά με τα δάνεια της. Όπως δέχθηκαν στη μαρτυρία τους ουδείς τις εξανάγκασε να υπογράψουν τα έγγραφα ούτε υποστήριξαν ότι τους παρουσίασαν μια εικόνα η οποία δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Επίσης κατά την αντεξέταση των μαρτύρων της υπεράσπισης οι ίδιες δέχθηκαν ότι δεν ζήτησαν περαιτέρω συμβουλή ως προς το περιεχόμενο των εγγράφων που υπέγραφαν και πως δεν πιέστηκαν για να υπογράψουν.

 

Επίσης έγινε λόγος κατά την αντεξέταση της μάρτυρος ότι η Σπε Παραλιμνίου δεν ήταν ορθά συγκροτημένη με βάση τους Κανονισμούς περι Συνεργατικών Εταρειών  και ότι δεν τηρήθηκαν σωστά πρακτικά γιατι στο Τεκμήριο 40 λείπει μια υπογραφή ενός εκ των μελών της επιτροπής επίσης ότι δεν υπήρχε νόμιμη συγκρότηση της επιτροπής επειδή η απόφαση της Επιτροπείας υπογράφεται απο 4 μέλη και όχι απο 5. Το ζήτημα αυτό αφορά το δάνειο της αγωγής με αριθμό 18/17 ύψους €225.000. Ηγέρθηκε το ζήτημα ότι υπήρχαν δύο αποφάσεις μίας της Επιτροπείας  στις 10/3/2011 Τεκμήριο 23 και άλλη της εκτελεστικής επιτροπής στις 8/3/2011 , Τεκμήριο 40 σαν λόγο ακυρότητας ή/και ότι αυτό το δάνειο δεν θα έπρεπε να είχε δοθεί.  Κατ’αρχάς να λεχθεί ότι το θέμα αυτό δεν αποτέλεσε δικογραφημένη θέση  και δεν μπορεί να εξεταστεί. Ανεξάρτητα όμως και επι της ουσίας αδικαιολόγητα προβάλλεται ένας τέτοιος ισχυρισμός. Η μάρτυρας απάντησε  πως οι αποφάσεις λήφθηκαν με πλειοψηφία οπότε είναι έγκυρες. Κατα την κρίση μου τούτο δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο ακυρότητας του δανείου διότι κατι τέτοιο δεν μπορεί να σταθεί ούτε στη λογική. Ακόμη και αν δεν τηρήθηκαν οι εσωτερικοί κανονισμοί δεν θα μπορούσε τούτο εκ των υστέρων να αποτελέσει λόγο ακυρότητας της συμφωνίας δανείου.

 

 Αποδέχομαι, συνεπώς, ότι μετά από σχετικό αίτημα της ΜΥ1 συνομολογήθηκαν οι συμφωνίες δανείων και/ή παροχής πιστωτικών διευκολύνσεων. Στις 12/9/09 με βάση γραπτή συμφωνία  δανείου, Τεκμήριο 7 μεταξύ της Σπε Παραλιμνίου  και της εναγόμενης 1 στην αγωγή 17/17 κατόπιν αιτήματος της εναγόμενης 1 και υπογραφής της συμφωνίας από την ίδια, παραχωρήθηκε δάνειο για το ποσό των €25.000.  Σχετικά ανοίχθηκε λογαριασμός με αριθμό χχχ6398-8.Στις 4/09/09 με βάση γραπτή συμφωνία πίστωσης, Τεκμήριο 16 μεταξύ της Σπε Παραλιμνίου και της εναγόμενης 1  στην αγωγή αρ 16/17, εταιρεία ΒREAK 4U Limited κατόπιν αίτησης της εναγόμενης 1  ημερομηνίας 27/8/2009 , Τεκμήριο 14 παραχωρήθηκε στην εναγόμενη 1 όριο σε τρεχούμενο λογαριασμό για το ποσό των €20.000.  Σχετικά ανοίχθηκε ο λογαριασμός χχχ003350. Στις 10/3/2011 με βάση γραπτή συμφωνία δανείου , Τεκμήριο 24 μεταξύ της ΣΠΕ Παραλιμνίου και της εναγόμενης 1 στην αγωγή 18/17 κατόπιν αίτησης της εναγόμενης 1, παραχωρήθηκε στην εναγόμενη 1 δάνειο ύψους €225.000.Ανοίχθηκε ο λογαριασμός χχχ7700-03

 

 Αποδέχομαι, επίσης, ότι για το δάνειο που παραχωρήθηκε στην ΜΥ1 ύψους €25.000 υπέγραψαν συμφωνία εγγύησης οι ΜΥ2-4 καθώς και δηλώσεις προτιθέμενων εγγυητών.  Για την χορήγηση της πιστωτικής διευκόλυνσης στην εταιρεία ΒREAK 4U LTD υπέγραψαν συμφωνία εγγύησης οι ΜΥ1-4. Η ΜΥ1 υπέγραψε τη συμφωνία πιστωτικής διευκόλυνσης ως η διευθύντρια της εταιρείας.  Για το δάνειο ύψους €225.000 που παραχωρήθηκε στην ΜΥ1 ως πρωτοφειλέτιδα υπέγραψαν συμφωνία εγγύησης οι ΜΥ2 και ΜΥ3. Τα ποσά των δανείων και πιστωτικών διευκολύνσεων εκταμιεύτηκαν στους αντίστοιχους λογαριασμούς. Τα πιο πάνω αποτελούν και ευρήματα του Δικαστηρίου.

 

Προέκυψε, περαιτέρω, από τη μαρτυρία της ΜΕ1 και αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου, ότι  σε κάθε δάνειο και/ή πιστωτική διευκόλυνση η πρωτοφειλέτιδα δε συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις της. Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τις καταστάσεις λογαριασμών κατατέθηκαν κάποια ποσά δόσεων αλλά όλοι οι λογαριασμοί παρουσίαζαν καθυστερήσεις και έτσι οι ενάγοντες απέστειλαν προειδοποιητικές επιστολές και ακολούθως εφόσον δεν υπήρξε συμμόρφωση με την καταβολή των οφειλόμενων  απεστάλησαν επιστολές τερματισμού στις τελευταίες γνωστές διευθύνσεις τους.

 

 Η εισήγηση των εναγομένων είναι πως είτε δεν έλαβαν τις επιστολές τερματισμού είτε αυτές μπορεί να παραλήφθηκαν αλλα δεν έλαβαν γνώση του περιεχομένου τους έτσι ο τερματισμός των συμφωνιών δεν ήταν νόμιμος. Ούτε αυτή η εισήγηση ευσταθεί.  Η ΜΥ1 κατ’αρχήν ανέφερε και δέχθηκε ότι στις επιστολές αναγράφεται ορθά η διεύθυνση της πλην όμως δεν έλαβε γνώση του περιεχόμενου αυτών . Οι ΜΥ3 και 4 ανέφεραν ότι υπάρχει ενδεχόμενο να παρέλαβαν τις επιστολές αλλά να μην τις διάβασαν.  Με βάση την αναντίλεκτη μαρτυρία της Μ.Ε.1, οι ενάγοντες απέστειλαν τις επιστολές τερματισμού  στην τελευταία γνωστή διεύθυνση που είχαν καταχωρημένη στο αρχείο τους για τις εναγόμενες με ταχυδρομείο και αυτές δεν επιστράφηκαν.

 

Η παράγραφος 12 της συμφωνίας δανείου,Τεκμήριο 7 που είναι πανομοιότυπη σε όλες τις επίδικες συμφωνίες αναφέρει:

 

«Κάθε ειδοποίηση που έχει σχέση με το έγγραφο αυτό μπορεί να δοθεί στο χρεώστη με συνηθισμένο ταχυδρομείο ή ιδιόχειρα ή σε οποιαδήποτε διεύθυνση που θα δώσει χρεώστης στη Συνεργατική ή στην τελευταία γνωστή διεύθυνση. Οποιαδήποτε ένδειξη ή καταχώρηση στα αρχεία της Συνεργατικής για χορήγηση ειδοποίησης συνιστά αμάχητη απόδειξη ότι δόθηκε η ειδοποίηση».

 

 Είναι πολύ καλά γνωστό πως η ταχυδρόμηση επιστολής στην τελευταία γνωστή διεύθυνση του εναγομένου, δημιουργεί τεκμήριο παραλαβής της (βλ. Πιττάκα ν. Γ & Β Χατζηδημοσθένους Λτδ (2004) 1 Α.Α.Δ. 1895).  Δεν αμφισβητήθηκε σε κανένα σημείο ότι οι διευθύνσεις που αναγράφονται τόσο στις προειδοποιητικές επιστολές, Τεκμήρια 29 και 30  που είναι και οι ίδιες με αυτές που  αναγράφονται στην επιστολή τερματισμού , Τεκμήρια 31-33 δεν είναι οι ορθές διευθύνσεις και/ή δεν είναι οι διευθύνσεις των εναγομένων. Αφ’ης στιγμής οι επιστολές ταχυδρομήθηκαν σε αυτές τις διευθύνσεις τότε οι εναγόμενοι είχαν το βάρος να αποδείξουν με θετική μαρτυρία και όχι με την προβολή μιας γενικής άρνησης κατά την αντεξέταση ότι δεν παρέλαβαν τις εν λόγω επιστολές και/ή ότι ο τερματισμός της συμφωνίας δεν ήταν νόμιμος και/ή ότι η επιστολή δεν απεστάληκε στη διεύθυνση των εναγομένων  εξαιτίας αυτού του λόγου.

Σκοπός των δανείων που παραχωρήθηκαν ήταν είτε η εξόφληση προηγούμενης οφειλής της ΜΥ1 είτε η παραχώρηση νέων δανείων για κάλυψη τρεχουσών οφειλών, το οποίο καθίσταται και εύρημα του Δικαστηρίου.

 

Καταληκτικά αποδέχομαι τη μαρτυρία της ΜΕ1 στην ολότητα της και καθιστώ τα ευρήματα του Δικαστηρίου τα πιο πάνω αναφερόμενα.

 

Απο την άλλη οι εναγόμενες δεν μου έκαναν καλή εντύπωση.

 

Η ΜΥ1 προέβαλε την οικονομική της αδυναμία να αποπληρώνει τα δάνεια ακόμη και κατα το χρόνο της σύναψης των συμφωνιών δανείου  και τον εξαναγκασμό της να υπογράψει τις συμφωνίες γιατί  θα έχανε το περίπτερο ή θα έμπαινε φυλακή θέσεις οι οποίες κατά την κρίση μου δεν έχουν αντίκρυσμα. Αυτό γιατί τα πιο πάνω αποτελούσαν δικές τις σκέψεις όπως η ίδια δέχθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου και δεν παρουσίαζαν οποιοδήποτε πραγματικό υπόβαθρό εφόσον  το περίπτερο δεν αποτελούσε εξασφάλιση για την ενάγουσα για οποιοδήποτε δάνειο. Περαιτέρω αν  έτσι πίστευε η ίδια θα έπρεπε να είχε λάβει νομική συμβουλή η ίδια με ποιο τρόπο θα μπορούσε να εξασφαλίσει το περίπτερο ώστε να μην το απωλέσει αφού όπως ανέφερε δεν υπήρχαν επαρκή εισοδήματα για αποπληρωμή των δανείων. Σημειώνεται δε πως τα εισοδήματα ασφαλιστέων αποδοχών δεν αποτελούν τη μόνη απόδειξη πηγής εισοδημάτων της. Αυτό γιατί προφανώς η μάρτυρας είχε εισοδήματα όπως προκύπτει από τις καταστάσεις λογαριασμού των δανείων και/ή πιστωτικών διευκολύσεων εφόσον η ίδια πλήρωνε ως ένα χρονικό σημείο τις οφειλές της γεγονός που είχε δεχθεί και η ίδια κατά την αντεξέταση της. Αλλά ακόμη και έτσι να ήταν το σοφότερο για την ίδια αν δεν μπορούσε να καταβάλει τα οφειλόμενα να μην προέβαινε στη σύναψη δανείων που δεν μπορούσε να αποπληρώνει και να λάμβανε συμβουλή κατά πόσο η πεποίθηση για την απώλεια του περιπτέρου είχε αντίκρυσμα. Αναφορικά με το κατά ποσό έλαβε τις επιστολές τερματισμού και/ή προειδοποιητικές επιστολές θεωρώ εκ των υστέρων προσπάθεια της ίδιας να αποφύγει την ευθύνη της για την καταβολή των οφειλόμενων ποσών. Οι επιστολές όπως ανέφερε η ίδια έφεραν τη διεύθυνση της διαμονής της οπότε κρίνω ότι αφού αυτές δεν επιστράφηκαν έχουν παραληφθεί. Η μαρτυρία της σε κανένα σημείο αυτής δεν κρίνεται αξιόπιστη.

 

Τα ίδια με ανωτέρω ισχύουν και για τις επόμενες μάρτυρες υπο την ιδιότητα τους ως εγγυήτριες των δανείων και/ή πιστωτικών διευκολύνσεων. Η μαρτυρία τους κινήθηκε στα ίδια επίπεδα και περιεχόμενο. Αν δεν είχαν τη δυνατότητα να εγγυηθούν τις οφειλές της ΜΥ1 τότε δεν θα έπρεπε να είχαν πράξει αυτό και όχι εκ των υστέρων να ισχυρίζονται ότι η εγγύηση τους δεν είχε οποιοδήποτε αντίκρυσμα διότι αυτές δεν είχαν εισοδήματα να εξυπηρετούν τα δάνεια  σε περίπτωση που η πρωτοφειλέτιδα δεν τα κατέβαλε. Σε κάθε περίπτωση και οι 3 μάρτυρες ανέφεραν ότι υπέγραψαν τις εγγυήσεις διότι ήθελαν να βοηθήσουν την αδερφή τους και θα το έκαναν είτε μπορούσαν είτε δεν μπορούσαν  οικονομικά να αντεπεξέλθουν. Συνεπώς κωλύονται εκ των υστέρων με βάση τα ίδια τα λεγόμενα τους να ισχυρίζονται ότι εξαναγκάστηκαν να πράξουν ότι έπραξαν για το λόγο ότι υπέγραψαν  με ελεύθερη βούληση με στόχο να υποστηρίξουν την αδερφή τους. Αν δεν είχαν τα εισοδήματα να πράξουν αυτό δεν θα έπρεπε να υπογράψουν. Όσον αφορά τις προειδοποιητικές επιστολές και τις επιστολές τερματισμού κρίνω ότι αυτές παραλήφθηκαν από τις ίδιες διότι σε αυτές αναγράφεται η διεύθυνση τους . Δεν τέθηκε μαρτυρία ότι αυτές αποστάληκαν σε λανθασμένη διεύθυνση. Η μαρτυρία τους εκτός των θέσεων που οι ίδιες δέχθηκαν δε γίνεται αποδεκτή.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ- ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ.

 

Με βάση δε τη μαρτυρία της Μ.Ε.1,  οι καταστάσεις λογαριασμού όπως και οι  αναδομημένες , Τεκμήρια 34- 39 και για τους 3 λογαριασμούς  οι οποίες και ελέγχθηκαν από την ίδια και διαπίστωσε την ορθότητα αυτών, αφού προέβη στις αναγκαίες συγκρίσεις με το ηλεκτρονικό αρχείο που τηρείται από τους ενάγοντες (βλ. Ελληνική Τράπεζα Λτδ κ.α. ν. Τσαρτελλή (2003) 1 Α.Α.Δ. 246, Παπαγεωργίου κ.α. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (Χρημ.) Λτδ (2003) 1 Α.Α.Δ. 961) γίνονται αποδεκτές. Η κατάθεση των καταστάσεων λογαριασμού αποτελεί εκ πρώτης όψεως απόδειξη της ορθότητας του περιεχομένου αυτών το οποίο δυνατόν να ανατραπεί μόνο με σαφή μαρτυρία[ ALPHA BANK CYPRUS LTD v. ZAΛΟΥΜΗ κ.α, Πολιτική Έφεση Αρ. 149/2013 ημερομηνίας 14/4/2020, ECLI:CY:AD:2020:A123] . Στην παρούσα περίπτωση δεν υπήρξε μαρτυρία περι του αντιθέτου. Δεν αμφισβητήθηκαν με οποιοδήποτε τρόπο συγκεκριμένες χρεώσεις και οι χρεώσεις τόκων και/ή το οφειλόμενο σε κάθε λογαριασμό υπόλοιπο.

 

Προς περαιτέρω  απόδειξη του οφειλόμενου υπολοίπου κατατέθηκαν και αναδομημένες καταστάσεις Τεκμήρια 35,37,39.Πρόκειται για συνήθη πρακτική που ακολουθείται από πιστωτικά ιδρύματα (βλ.Καραγιάννη v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση 70/14, ημερ. 17.11.21), ECLI:CY:AD:2021:A528

Στην υπόθεση Geopet Aluminium Λτδ κ.α ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου)Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ.306/2014 ημερομηνίας 13/3/2024  λέχθηκε σε σχέση με τις αναδομημένες καταστάσεις λογαριασμού που κατατίθενται προς απόδειξη του οφειλόμενου υπολοίπου:

  «Οι αναδομημένες καταστάσεις οι οποίες κατατέθηκαν από την πλευρά της Εφεσίβλητης, αποτελούν αποδεκτή μαρτυρία, τόσο ως προς τον τρόπο ετοιμασίας τους, νοουμένου ότι ικανοποιούν τις πρόνοιες του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, όσο και ως προς την ορθότητα του περιεχομένου τους, εφόσον προσαχθεί επί τούτου αξιόπιστη μαρτυρία εμπειρογνώμονα. Ενδεικτικά παραπέμπουμε στις υποθέσεις Επίσημος Παραλήπτης ως Εκκαθαριστής της εταιρείας Apak Agro Industries Ltd κ.ά. v. Marfin Popular Bank Public Co Ltd κ.ά. (2016) 1(Β) Α.Α.Δ. 1070, Ιωαννίδης κ.ά. v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2014) 1(Β) Α.Α.Δ. 1491 και Καλλικάς v. Ελληνική Τράπεζα (2010) 1(Β) Α.Α.Δ. 1238». 

 

Ούτες αυτές αμφισβητήθηκαν με οποιοδήποτε τρόπο.

Αναφορικά με το νόμιμο του τερματισμού η εισήγηση είναι πως δεν αποδείχθηκε ότι αποστάλησαν στις εναγόμενες για όλα τα δάνεια και/ή πιστωτικές διευκολύνσεις οι επιστολές τερματισμού.

 

Tο ζήτημα αυτό αναλύθηκε ανωτέρω. Περαν όμως των ανωτέρω σημειώνεται πως με τις υπεράσπισεις που είναι πανομοιότυπες σε όλες τις αγωγές οι εναγόμενοι αρνούνται ότι έλαβαν οποιαδήποτε επιστολή τερματισμού. Στην ακροαματική εκδίκαση δεν προβλήθηκε οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι οι διευθύνσεις ήταν λανθασμένες επι των επιστολών. Μάλιστα η ΜΥ1 δέχθηκε ότι η διευθύνση επι των επιστολών ήταν η διεύθυνση της. Οι ΜΥ3 και 4 ανέφεραν μάλιστα ότι μπορεί και να έλαβαν τις επιστολές. Με τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε της ΜΕ1 ότι οι επιστολές στάληκαν με το ταχυδρομείο και δεν επιστράφηκαν σε συνδυασμό με τις θέσεις των εναγομένων οι οποίες παρέμειναν ατεκμηρίωτες δεν μπορεί να ευσταθήσει ο πιο πάνω ισχυρισμός.

 

Πολύ σχετικά τα όσα λέχθηκαν στην απόφαση ΚΥΡΙΑΚΗ ΛΙΑΠΗ κ.α ν.ΚΕΔΙΠΕΣ, Πολιτική Έφεση Αρ.445/2019 ημερομηνίας 12/3/2025:

 

«Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου με βάση τα γεγονότα, όπως τα έχουμε προσδιορίσει ανωτέρω, ήταν πλήρως δικαιολογημένη.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι για να καταστεί ένα ποσό απαιτητό και να είναι δυνατή η διεκδίκηση του, θα πρέπει να προηγηθεί τερματισμός της σχετικής συμφωνίας ή λογαριασμού (Lombard NatWest Ltd v. Λαζαρίδη (1999) 1Β Α.Α.Δ.1466 και M.I.T Global Data Solutions Ltd κ.α. v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ Πολ. Έφεση 21/2011, ημερ.4.2.2015). Ο τρόπος απόδειξης του τερματισμού δεν είναι μονοδιάστατος. Μπορεί να ποικίλει, ανάλογα με τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης. Στα γεγονότα, περιλαμβάνονται όχι μόνον τα πραγματικά (factual) στοιχεία της διαφοράς, αλλά και τα δικόγραφα, οι παραδοχές, η μη αμφισβήτηση, οι υποβληθείσες ερωτήσεις και τυχόν υποβολές (ή μη) προς τους μάρτυρες και γενικά όλα τα δεδομένα που διαμορφώνουν τη συνολική εικόνα, στην οποία θα στηριχθεί το Δικαστήριο για να προβεί σε ευρήματα και να εξαγάγει τα συμπεράσματα του.

 

Στην προκειμένη περίπτωση ενώ οι εφεσείοντες προβάλλουν με επίταση το θέμα της διεύθυνσης προς την οποία απεστάλησαν οι επιστολές τερματισμού, στο δικόγραφο τους και συγκεκριμένα στην παράγραφο 8 της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης, αρκούνται σε μια εφ' τις ύλης γενικόλογη άρνηση. Συγκεκριμένα λέγουν ότι «.αρνούνται ότι τις εστάλη οιαδήποτε επιστολή οποιασδήποτε ημερομηνίας και/ή ότι οφείλουν τα ισχυριζόμενα και/ή οιαδήποτε ποσά και/ή ότι ειδοποιήθηκαν τις τούτο με οιονδήποτε τρόπο και/ή παρέλαβαν τις ισχυριζόμενες ημερομηνίας 08.02.2010 και 17.02.2011 επιστολές και/ή οιεσδήποτε επιστολές.»

 

Στην Έλληνας κ.α. v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ Πολ. Έφεση 87/2013, ημερ.3.12.2019, ECLI:CY:AD:2019:A503, ECLI:CY:AD:2019:A503 τονίστηκαν τα εξής:

 

«Περαιτέρω, να λεχθεί ότι προκειμένου να αμφισβητηθεί ο ισχυρισμός περί νομότυπης αποστολής και παραλαβής των επιστολών προειδοποίησης και τερματισμού, το δικόγραφο της υπεράσπισης θα έπρεπε να ήταν πλέον επεξηγηματικό και να θέτει τους αναγκαίους ισχυρισμούς. Η γενική άρνηση ισχυρισμών δεν εξυπακούει και την προβολή θετικών ισχυρισμών (Παπαγεωργίου ν. Κλάππα (1991) 1 Α.Α.Δ. 24), ενώ, όπως λέχθηκε και στη Latifundia Properties Ltd v. Ψακή (2003) 1 Α.Α.Δ 670, ισχυρισμός περί μη έγκαιρης παραλαβής επιστολής θεωρείται ουσιωδέστατος και θα αναμενόταν να περιεχόταν σαφής ισχυρισμός στην έκθεση υπεράσπισης ώστε να καθίστατο επίδικο θέμα. Στην υπόθεση εκείνη ο γενικός ισχυρισμός στην υπεράσπιση ότι οι ενάγοντες δεν δικαιούντο να τερματίσουν τη συμφωνία διά της επιστολής ημερ 27.2.1995 και/ή καθόλου, δεν κάλυπτε το ζήτημα της καθυστερημένης λήψης της επιστολής το οποίο δεν ήταν απλώς νομικό, αλλά ήταν θέμα γεγονότων».

 

Κλείνοντας με αυτό το θέμα, να επαναλάβουμε αυτό που πολλάκις έχει επισημανθεί και από τη Νομολογία. Ότι δηλαδή ακόμα και αν δεν επιτυγχάνετο νόμιμος τερματισμός με τις προαναφερθείσες επιστολές, η ίδια η καταχώρηση της αγωγής θεωρείται τερματισμός και νόμιμη απαίτηση της οφειλής (βλ. Κυριάκου v. Χρυσοστόμου (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2029, Μακεδόνας v. Λαζάρου (2005) 1 Α.Α.Δ. 1322 και Έλληνας κ.α. v. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ Πολ. Έφεση 87/2013, ημερ.3.12.2019, ECLI:CY:AD:2019:A503, ECLI:CY:AD:2019:A503)».

 

Αδικαιολόγητα συνεπώς παραπονούνται οι εναγόμενες ότι θα πρέπει να απαλαγούν απο τις υποχρεώσεις τους ως εγγυήτριες λόγω μη νόμιμου τερματισμού επειδή δεν έλαβαν τις επιστολές τερματισμού εφόσον ένας τέτοιος ισχυρισμός παρέμεινε ατεκμηρίωτος.

 

Για τους λογους που εξήγησα η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

Ο επόμενος λόγος που προβάλλεται είναι ότι το δάνειο με αρ. χχχ7003 για το ποσό των €225.000 δεν χορηγήθηκε νομότυπα λόγω μη νόμιμη σύστασης της Επιτροπείας , αφού υπογράφηκε η απόφαση της, Τεκμήριο 23 απο 4 αντί 5 μέλη παρευρισκόμενα, το ίδιο και για την απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής Τεκμήριο 40. Τα πιο πάνω όπως εισηγείται ο συνήγορος υπεράσπισης αποφασίστηκαν κατά παράβαση του Κανονισμού 38(γ) των περι Συνεργατικών Εταιρειών Κανονισμών, Κ.Δ.Π 142/87 στον οποίο αναφέρεται ότι: « Η επιτροπεία θα αποτελείται από 5 μέλη».

 

 Ο πιο πάνω ισχυρισμός δεν είναι δικογραφημένος και δεν μπορεί να εξεταστεί. Σε κάθε περίπτωση ο Κανονισμός 38(δ) της ΚΔΠ 142/87 προνοεί ότι  την απαρτία αποτελεί η  πλειοψηφία των μελών. Συνεπώς δεν υπήρχε οποιοδήποτε ζήτημα  αναφορικά με τη συγκρότηση της επιτροπής που έλαβε την απόφαση αφού η απόφαση υπογράφεται από τα 4 από τα 5 παρευρισκόμενα μέλη.  Αλλά ακόμη και έτσι να ήταν αυτό απο μόνο του δεν θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα των συμφωνιών δανείου.  Η εισήγηση απορρίπτεται.

 

Περαιτέρω υπήρξε η εισήγηση της υπεράσπισης ότι υπήρχαν 2 αποφάσεις σχετικά με το επίδικο δάνειο ήτοι ημερομηνίας 8/3/2011 απόφασης της Εκτελεστικής Επιτροπής Δανείων και άλλη απόφαση ημερομηνίας 10/3/2011 απόφαση της Επιτροπείας, Τεκμήρια 40 και 23 αντίστοιχα. Ουδέν μεμπτόν κατά την κρίση μου προκύπτει από την  ύπαρξη δύο αποφάσεων αφ’ης στιγμής υπάρχει η απόφαση της Επιτροπείας για χορήγηση του δανείου που ήταν το αποφασίζον όργανο της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Παραλιμνίου σύμφωνα με τον Καν 57 της ΚΔΠ 142/87 ο οποίος διαλαμβάνει ότι η επιτροπεία είναι αυτή που δύναται υπο προϋποθέσεις που αναφέρονται να εγκρίνει τα δάνεια.

 

Περαιτέρω προβάλλεται ότι το δάνειο κακώς εγκρίθηκε εφόσον τα προηγούμενα δάνεια που είχαν δοθεί στην εναγόμενη 1 παρέμειναν ανεξόφλητα ενώ αυτή δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να τα αποπληρώσει, κατά παράβαση του Καν 62 της ΚΔΠ 142/87. Το εν λόγω άρθρο προβλέπει ότι:

 

«Η επιτροπεία δύναται να αρνηθή την έκδοσιν οιουδήποτε νέου δανείου εις μέλη τα οποία αδικαιολογήτως καθυστερούν την αποπληρωμήν υφισταμένων προ των εγγεγραμμένων εταιρειών δανείων».

 

Στην παρούσα περίπτωση η ενάγουσα ενέκρινε την παραχώρηση του δανείου χωρίς να προβεί σε οτιδήποτε το μεμπτό. Υπήρχε δυνατότητα να το εγκρίνει όπως και έπραξε. Σε καμία παράβαση Κανονισμού υπέπεσε. Περαιτέρω δεν γίνεται αποδεκτή η θέση ότι ΜΥ1 δεν είχε οικονομική δυνατότητα να καταβάλλει τις δόσεις για αυτό και παράτυπα της δόθηκαν τα πιο πάνω δάνεια. Όπως φαίνεται η ΜΥ1 μέχρι ενός σημείου και για διάρκεια αρκετών ετών κατέβαλε τις δόσεις. Οπότε δεν μπορεί να ευσταθήσει ο ισχυρισμός.

 

Αναφορικά με την Ανταπαίτηση σε κάθε υπόθεση, που αφορά την παραπλάνηση και/ή εξαπάτηση  και/ή καταπίεση εκ μέρους ενάγουσας για την υπογραφή των συμφωνιών που υπέγραψαν οι εναγόμενες σημειώνονται τα κάτωθι:

 

Το πρώτο που εγείρεται είναι ότι η ενάγουσα παραχώρησε τα επίδικα δάνεια ασκώντας πίεση στην πρωτοφειλέτιδα ΜΥ1 η οποία δεν είχε χορηγήσει εξασφαλίσεις σε προηγούμενα δάνεια που είχε συνάψει με την ενάγουσα. Ο λόγος δηλαδή που η ενάγουσα παραχώρησε τα επίδικα δάνεια είναι για να λάβει εξασφαλίσεις υπερ της για τις οφειλές της ΜΥ1. Κατ’αρχάς  δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου το πλαίσιο που περιέβαλλε τα προηγούμενα δάνεια της ΜΥ1 στην ενάγουσα.

 

Εκείνο που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου είναι τα έγγραφα που περιβάλλουν τη σύναψη των επίδικων δανείων, ήτοι το αίτημα της αιτήτριας για τη χορήγηση αυτών. Απο το Τεκμήριο 23 στο οποίο περιλαμβάνεται το αίτημα της ΜΥ1 για χορήγηση δανείου των €225.000 προκύπτει ότι ο σκοπός ήταν να ανεώσει/εξοφλήσει υφιστάμενα ποσά δανείων στην ενάγουσα και η Επιτροπεία αποφάσισε την έγκριση επιχειρηματικού δανείου.  Απο το Τεκμήριο 6 που αφορά το δάνειο ύψους €25.000 σκοπός του αιτήματος ήταν η κάλυψη υπέρβασης του τρεχούμενου. Το αίτημα εγκρίθηκε για χορήγηση επαγγελματικού δανείου. Απο το Τεκμήριο 14 που είναι το αίτημα για χορήγηση πιστωτικής διευκόλυνσης στην εταιρεία προκύπτει ότι  σκοπός ήταν να δοθεί όριο στον πιστωτικό τρεχούμενο λογαριασμό για κεφάλαιο κίνησης της εταιρείας.  Συνεπώς απο τα ανωτέρω συνάγεται ότι όλα τα αιτήματα υποβλήθηκαν απο την ΜΥ1 είτε για να καλύψει υφιστάμενες δανειακές υποχρεώσεις είτε για να της χορηγηθούν νέα δάνεια. Πουθενά απο τα έγγραφα δεν προκύπτει ότι η ενάγουσα καταπίεσε ή εξαπάτησε την ΜΥ1 με οποιοδήποτε τρόπο πέραν απο του να εγκρίνει τα αιτήματα που η ίδια υπέβαλε. Αν η ΜΥ1 είχε υφιστάμενες δανειακές υποχρεώσεις αυτό δε σήμαινε δίχως άλλο ότι η ενάγουσα δεν μπορούσε να τις χορηγήσει άλλο δάνειο για να εξοφλήσει υφιστάμενο ή/και νέο δάνειο. Σημειώνεται ότι η ΜΥ1 υπέγραψε τις συμφωνίες δανείου ή/και πιστωτικών διευκολύνσεων. Καμία μαρτυρία αξιόπιστη δεν παρουσιάστηκε όσον αφορά την παραπλάνηση και/ή εξαπάτηση των εναγομένων. Οι εγγυήτριες υπέγραψαν τις εγγυήσεις και τα σχετικά έγγραφα μιλούν απο μόνα τους. Δε λογίζεται ουδείς να υπογράφει έγγραφα χωρίς να λαμβάνει σοαβαρά το σκοπό και το λόγο της υπογραφής τους αλλα και τις συνέπεις της εγγύησης τους. Τα όσα εκ των υστέρων ανέφεραν οι εναγόμενες δεν μπορούν να γίνουν δεκτά.  Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

Το δεύτερο ζήτημα σχετίζεται με την υπογραφή των συμφωνιών και την εκ των υστέρων θέση όλων των εναγομένων ότι δε γνώριζαν τι υπέγραφαν. Η θέση αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Εκείνο που  ουσιαστικά  προβάλλεται είναι η υπεράσπιση του «non est factum».

 

Στην υπόθεση  AUTOMIND ENTEPRISES LIMITED ν. ΚΥΘΡΟΜΑΚ (ΑΣΦΑΛΤΙΝΚ) ΛΤΔ, Πολιτική Έφεση 366/18 ημερομηνίας 31/1/2024 αναλύθηκε η πιο πάνω υπεράσπιση και σχετικά λέχθηκε ότι:

«.....τη γενική αρχή ότι η υπογραφή δεσμεύει και είναι πολύ στενά τα περιθώρια ώστε να αποφύγει κάποιος την ευθύνη που εκ πρώτης όψεως δημιουργεί η υπογραφή του, παραθέτοντας τις αποφάσεις Γεώργιου Εργατίδη v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση αρ. 293/2012, ημερ. 7.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:A67, ECLI:CY:AD:2018:A67 και τις υποθέσεις Saunders v. Anglia Building Society [1971] AC 1004, The Cyprus Development Bank Ltd v. Krini Evangelou Kyriacou (1989) 1 A.A.Δ. 96, Αναστασία Θεοδόση Αναστασίου ή David Guy ν. Χριστίνας Θεοδόση Μιχαηλούδη (1998) 1 Α.Α.Δ. 264, Τουτζικιάν κ.α. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Χρηματοδοτήσεις Λτδ (2003) 1 Α.Α.Δ. 1240.  Σύμφωνα με αυτές, οι αρχές που καθιερώθηκαν είναι ότι όποιος επιδιώκει να αποδεσμευτεί από τις συνέπειες που κανονικά επιφέρει η υπογραφή του, θα πρέπει να καταδείξει στα πλαίσια της Υπεράσπισης «non est factum» ότι η υπογραφή του τέθηκε λόγω ανικανότητας ή λόγω παραπλάνησης ή δόλου, παρά την επιμέλεια και προσοχή που υπέδειξε. Θα πρέπει επίσης το έγγραφο να είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό που παρουσιάστηκε».

 

 

Με δεδομένο ότι όλες οι συμφωνίες υπογράφησαν με ελεύθερη τη βουλήση και χωρίς οι εναγόμενες να επιδείξουν οποιαδήποτε επιθυμία για να αναζητήσουν συμβουλή ως προς τη σημασία των εγγράφων που υπέγραφαν αλλά σε κάθε περίπτωση θα υπέγραφαν αυτά η μεν ΜΥ1 για να μην πάει φυλακή χωρίς να γνωρίζει για τη βασιμότητα της πεποίθησης της και οι ΜΥ2-4 για να βοηθήσουν τη ΜΥ1 τότε η εισήγηση δεν μπορεί να ευσταθήσει. Η υπογραφή των εγγράφων απο τις εναγόμενες είναι έγκυρη και δεσμευτική για αυτές.

 

Ως εκ των ανωτέρω η ανταπαίτηση απορρίπτεται.

 

Οι αγωγές επιτυγχάνουν και η ανταπαίτηση σε κάθε αγωγή απορρίπτεται.

 

Εκδίδεται απόφαση υπερ της ενάγουσας και εναντίον των εναγομένων ως εξής:

 

Στην αγωγή με αριθμό 18/17 απόφαση υπερ της ενάγουσας και  εναντίον των εναγομένων 1-3 για το ποσό των €226.251,14 πλέον τόκο προς 6.25% ετησίως απο 1/1/2014 μέχρι πλήρους εξόφλησης του τόκου κεφαλαιοποιημένου την 31/12  εκάστου έτους ως χρεωστικό υπόλοιπο δυνάμει λογαριασμού του δανείου  με αριθμό χχχ7700-3.

 

Στην αγωγή με αριθμό 17/17 απόφαση υπερ της ενάγουσας και εναντίον των εναγομένων1-4 για το ποσό των €25.587,59 πλέον τόκο προς 7% ετησίως απο 1/1/2024 μέχρι πλήρους εξόφλησης του τόκου κεφαλαιοποιούμενου  την 31/12 εκάστου έτους ως χρεωστικό υπόλοιπο δυνάμει λογαριασμού δανείου με αρ. χχχ6398-8.

 

Στην αγωγή με αριθμό 16/17 απόφαση υπερ της ενάγουσας και εναντίον των εναγομένων 1-5 για το ποσό των €39.716,79 πλέον τόκο προς 6.5% ετησίως απο 1/1/2024 μέχρι πλήρους εξόφλησης του τόκου κεφαλαιοποιούμενου  την 31/12 εκάστου έτους ως χρεωστικό υπόλοιπο δυνάμει τρεχούμενου λογαριασμού με αρ.  χχχ3350-2.

 

Και για τις 3 αγωγές απο το χρόνο που αυτές συνενώθηθαν θα επιδικαστεί ενα ποσό εξόδων. Επίσης τα έξοδα της απαίτησης και της ανταπαίτησης σε κάθε αγωγή θα είναι επίσης ενα ποσό εξόδων επειδή αυτές συνεκδικάστηκαν.

Τα έξοδα επιδικάζονται υπερ της ενάγουσας και εναντίον των εναγομένων απο το χρόνο καταχώρησης της κάθε αγωγής μέχρι τη συνένωση αυτών και απο το χρόνο της συνένωσης και μετέπειτα ένα ποσό εξόδων όπως θα υπλογιστούν απο τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                                          (Υπ.)…………………………

                                                                                     Μ.Ιεροκηπιώτου, Α.Ε.Δ

 

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής

 

                                                                               

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο