
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Ενώπιον: Γ. Πετάση-Κορφιώτη, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 565/2022 (i-Justice)
Μεταξύ:
S.C.F.B. LTD
Εναγόντων
-και-
1. AMERICAN UNIVERSITY OF CYPRUS (AUCY) LTD
2. MARC ANTOINE ZABBAL
3. TAREK SADEK
4. ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΡΑΣ
5. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΡΟΥΛΑΣ
Εναγομένων
Αίτηση των Εναγόντων ημερ. 15.9.2023 για καταχώριση συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης
Ημερομηνία: 27 Νοεμβρίου 2024
Εμφανίσεις:
Για Ενάγοντες - Αιτητές: κα Δρόσου με κ. Β. Παρπαρίνου
Για Εναγόμενους - Καθ΄ ων η αίτηση: κα Θεοχάρη
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στο πλαίσιο της παρούσας αγωγής στις 9.6.2022 το Δικαστήριο εξέδωσε προσωρινό διάταγμα εναντίον της Εναγόμενης 1 (στο εξής το «Προσωρινό Διάταγμα) σύμφωνα με το οποίο διατάχθηκαν τα εξής:
«1. ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στους Εναγόμενους 1 και/ή αντιπροσώπους και/ή υπαλλήλους και/ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έλκει εξουσία από αυτούς να επεμβαίνουν στην καφετερία και αίθουσα αναμονής/υποδοχής (lounge) και γενικά τον χώρο που αναφέρεται στο MEMORANDUM OF UNDERSTANDING (MoU) ημερ. 22/02/2022 του πανεπιστημίου της Εναγομένης 1 που βρίσκεται στη Λεωφόρο Αμμοχώστου 52, 6019 Λάρνακα.
2.ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στους Εναγόμενους 1 και/ή αντιπροσώπους και/ή υπαλλήλους και/ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έλκει εξουσία από αυτούς από του να εμποδίζουν την Ενάγουσα και/ή τους υπαλλήλους της και/ή εργοδοτουμένους της από το να διαχειρίζεται/ονται και/ή λειτουργεί την προσωρινή καφετέρια και/ή σταθμό (καντίνα) του πανεπιστημίου της Εναγόμενης 1 που βρίσκεται στη Λεωφόρο Αμμοχώστου 52, 6019 Λάρνακα.
3. ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στους Εναγόμενους 1 και/ή αντιπροσώπους και/ή υπαλλήλους και/ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έλκει εξουσία από αυτούς, από του να χρησιμοποιούν με οποιοδήποτε τρόπο τις μικροσυσκευές, ψυγεία, φριτέζες, έπιπλα και όλα τα όσα αναφέρονται στην επισυνημμένη κατάσταση υπό «Α» και που βρίσκονται στην καφετέρια και/ή μικρό σταθμό/καντίνα του πανεπιστημίου της Εναγόμενης 1 που βρίσκεται στη Λεωφόρο Αμμοχώστου 52, 6019 Λάρνακα».
Το Προσωρινό Διάταγμα κατέστη απόλυτο στις 29.7.2022 κατόπιν απόφασης του Δικαστηρίου.
Στις 5.5.2023 οι Ενάγοντες καταχώρησαν αίτηση παρακοής εναντίον των Εναγομένων 1 και 4 (στο εξής η «Κυρίως Αίτηση») λόγω μη συμμόρφωσης τους με το Προσωρινό Διάταγμα στις 27.3.2023. Η Κυρίως Αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση δικηγόρου που εργάζεται στην δικηγορική εταιρεία που εκπροσωπεί τους Ενάγοντες και ένορκη δήλωση του διευθυντή επιχειρήσεων (operations manager) ιδιωτικής εταιρείας ασφάλειας. Στην ένορκη δήλωση του δικηγόρου γίνεται αναφορά στην έκδοση του Προσωρινού Διατάγματος και τους όρους αυτoύ, καθώς και στην επίδοση πιστού αντιγράφου αυτού στην Εναγόμενη 1 και τους διευθυντές αυτής. Σύμφωνα με την ίδια ένορκη δήλωση, στις 27.3.2023 οι Εναγόμενοι 1 και 4 προέβηκαν σε διάφορες ενέργειες παραβιάζοντας με τον τρόπο αυτό το Προσωρινό Διάταγμα. Ειδικότερα, προβάλλεται πως η Εναγόμενη 1 προέβη στις συγκεκριμένες ενέργειες μέσω του Εναγόμενου 4 και/ή των υπαλλήλων αυτής που έλκουν εξουσία από αυτή και/ή λαμβάνουν οδηγίες. Στην ένορκη δήλωση του διευθυντή της ιδιωτικής εταιρείας ασφάλειας σημειώνεται πως στις 27.3.2023, ο ίδιος μαζί με δυο συναδέλφους του και τον δικηγόρο των Εναγόντων εισήλθαν στο χώρο του πανεπιστημίου της Εναγόμενης 1. Κατά την άφιξη τους στο χώρο της καντίνας, με τη συνοδεία φρουρού της Εναγόμενης 1, τους πλησίασε υπάλληλος της Εναγόμενης 1, ο οποίος με επιθετικό ύφος τους είπε να αποχωρήσουν. Ακολούθως μετακινήθηκαν στην αυλή του πανεπιστημίου όπου συνάντησαν την ΔΚ, δικηγόρο των Εναγομένων 1 και 4, η οποία αφού είδε και διάβασε το Προσωρινό Διάταγμα, τους υπέδειξε πως μπορούν να προχωρήσουν με αίτηση παρακοής. Στη συνέχεια, αποχώρησαν από το χώρο του πανεπιστημίου και μετέβηκαν στον αστυνομικό σταθμό Λάρνακας όπου και υπέβαλαν παράπονο.
Με ειδοποίηση ημερ. 25.5.2023, οι Ενάγοντες απέσυραν την Κυρίως Αίτηση σε σχέση με τον Εναγόμενο 4.
Η Εναγόμενη 1 καταχώρησε ένσταση στην Κυρίως Αίτηση στις 5.9.2023, προβάλλοντας πως από τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την Κυρίως Αίτηση δεν έχουν αποδειχθεί τα συστατικά στοιχεία της παρακοής και/ή ηθελημένης παρακοής από μέρους τους. Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 4, ο οποίος αφού κάνει αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης και τις σχέσεις των μερών, σημειώνει πως κατά την 27.3.2023, οι Ενάγοντες (μέσω των δικηγόρων τους και φρουρών ασφαλείας) προσήλθαν στο χώρο του πανεπιστημίου χωρίς καμία προειδοποίηση. Αφού ενημερώθηκε σχετικά η δικηγόρος της Εναγόμενης 1, ενημέρωσε με τη σειρά της τον δικηγόρο των Εναγόντων πως ο χώρος είναι στη διάθεση τους για λειτουργία και πως μπορούσαν να εισέλθουν όποτε επιθυμούν, παρόλα αυτά, δεν θα επέτρεπαν την είσοδο στους φρουρούς ασφαλείας αφού ο σκοπός τους δεν ήταν η λειτουργία της προσωρινής καφετέριας (σχετική ένορκη δήλωση της δικηγόρου ΔΚ επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Δ). Ουδεμία απειλή ή βία ασκήθηκε, η δε Εναγόμενη 1 δεν είχε οποιαδήποτε πρόθεση ανυπακοής ή καταστρατήγησης του Προσωρινού Διατάγματος.
Στις 15.9.2023 οι Ενάγοντες καταχώρησαν την παρούσα αίτηση με την οποία ζητούν την άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης, η οποία επισυνάπτεται ως Παράρτημα 1 στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, προς υποστήριξη της Κυρίως Αίτησης.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση ασκούμενης δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους Ενάγοντες όπου σημειώνεται πως στις ένορκες δηλώσεις του Εναγόμενου 4 και της ΔΚ προβάλλονται διάφοροι ισχυρισμοί οι οποίοι θα πρέπει να απαντηθούν με γεγονότα και γραπτή μαρτυρία ώστε να αντικρουσθούν μέσω συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Και τούτο ώστε το Δικαστήριο να έχει πλήρη και σφαιρική εικόνα των δεδομένων της υπόθεσης.
Η Εναγόμενη 1 καταχώρησε ένσταση στην υπό κρίση αίτηση όπου προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ένστασης:
1. Η αίτηση είναι παράτυπη και/ή αντικανονική και/ή νομικά και/ή πραγματικά αστήρικτη.
2. Οι Αιτητές δεν έχουν καταδείξει οποιοδήποτε λόγο και/ή καλό λόγο για τον οποίο θα πρέπει το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της έγκρισης του αιτήματος.
3. Η αντίκρουση ισχυρισμών και/ή λόγων ένστασης οι οποίοι προβλήθηκαν από τους Καθ' ων η Αίτηση ως φυσιολογική συνέπεια των ισχυρισμών που οι ίδιοι οι Αιτητές προέβαλαν, δεν συνιστά από μόνη της καλό λόγο.
4. Η προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση αποτελεί επιχειρηματολογία που προκύπτει από τη μαρτυρία που βρίσκεται ήδη ενώπιον του Δικαστηρίου και σχολιασμό επί της μαρτυρίας των Καθ' ων η αίτηση, πράγμα ανεπίτρεπτο και αντινομικό.
5. Επιζητείται παράλληλα η προβολή νομικών επιχειρημάτων και ερμηνείας, κάτι που δεν είναι αποδεκτό και/ή δεν αποτελεί καλό λόγο για παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.
6. Με τη συμπληρωματική ένορκη δήλωση οι Αιτητές προσπαθούν να εισάξουν τις θέσεις τους περί της αξιοπιστίας και γνώσης των ενόρκως δηλούντων, πράγμα ανεπίτρεπτο.
6. Η προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση αποτελεί επανάληψη αλλά και ουσιαστική επέκταση των αρχικών ισχυρισμών που προώθησαν οι Αιτητές μέσω των ενόρκων δηλώσεων στην Κυρίως Αίτηση.
7. Τα ζητήματα τα οποία οι Αιτητές επιδιώκουν να προβάλουν μέσω της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ήταν στην αποκλειστική γνώση των Αιτητών αφού είχαν τεθεί εξαρχής από τους ένορκους δηλούντες και έκδηλα αναμενόταν από αυτούς να τα είχαν συμπεριλάβει και/ή αναπτύξει στην εκτενή ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Κυρίως Αίτηση.
8. Με την συμπληρωματική ένορκη δήλωση οι Αιτητές επιδιώκουν να αλλοιώσουν και/ή τροποποιήσουν το αρχικό πραγματικό υπόβαθρο το οποίο οι ίδιοι είχαν θέσει εξ αρχής δια της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την Κυρίως Αίτηση και να εισαγάγουν εξ ακοής ισχυρισμούς με τρόπο παράτυπο και/ή ανεπίτρεπτο.
9. Τα ζητήματα που περιέχονται στο προσχέδιο της ένορκης δήλωσης που ζητείται να καταχωρηθεί είναι άσχετα και μη ουσιώδη ως προς την εκδίκαση της Κυρίως Αίτησης.
10. Τυχόν καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ενδέχεται να δημιουργήσει την ανάγκη περαιτέρω απάντησης/αντεξέτασης εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση με αποτέλεσμα την πρόκληση περαιτέρω καθυστέρησης στη διαδικασία και στην εκδίκαση της Κυρίως Αίτησης.
11. H υπό κρίση αίτηση είναι εκδικητική και/ή καταχρηστική και/ή καταχωρήθηκε για σκοπούς πρόκλησης καθυστέρησης και/ή για σκοπούς εκτροχιασμού της διαδικασίας και /ή συνιστά καταφρόνηση και/ή κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου και/ή γίνεται κακόπιστα και αποτελεί και/ή χρησιμοποιείται ως μέσο καταπίεσης της Καθ΄ης η αίτηση και/ή προσβολής των νόμιμων δικαιωμάτων και/ή των έννομων συμφερόντων αυτών.
12. Οι Αιτητές δεν προσέρχονται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια καθότι επιδιώκουν τη συμπλήρωση ηθελημένου κενού το οποίο οι ίδιοι άφησαν στην Κυρίως Αίτηση θέτοντας επιλεκτική παρουσίαση γεγονότων, ενώ όλα τα γεγονότα ήταν εκ των προτέρων σε γνώση τους.
13. Δεν πληρούνται οι εκ του Νόμου και εκ της νομολογίας προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση υιοθετούνται και επαναλαμβάνονται οι λόγοι ένστασης και περαιτέρω προβάλλεται πως με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση γίνεται προσπάθεια αντίκρουσης των ισχυρισμών που προβάλλονται στην ένσταση και ως εκ τούτου το αίτημα δεν είναι δικαιολογημένο. Επίσης, είναι η θέση της Καθ΄ης η αίτηση πως τα όσα η πλευρά των Εναγόντων επιχειρεί να εισάξει μέσω της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης είναι άσχετα με τα επίδικα ζητήματα της Κυρίως Αίτησης και στην περίπτωση που το αίτημα εγκριθεί, η πορεία εκδίκασης της Κυρίως Αίτησης θα ανατραπεί.
Κατά την ακρόαση της αίτησης οι συνήγοροι των δύο πλευρών αγόρευσαν προς υποστήριξη των θέσεων τους και ουδείς εκ των ενόρκως δηλούντων αντεξετάστηκε. Τα επιχειρήματα των συνηγόρων εμφαίνονται στις γραπτές τους αγορεύσεις οι οποίες έχουν μελετηθεί από το Δικαστήριο και για το σκοπό αυτό δεν κρίνεται σκόπιμη η επανάληψη.
Προχωρώ στην εξέταση του αιτήματος.
Νομική βάση της αίτησης αποτελεί η Δ.48 Θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας[1].
Από το λεκτικό της πιο πάνω διάταξης αλλά και από τη σχετική επί του θέματος νομολογία (βλέπε Αναφορικά με την Αίτηση του Φιλόκυπρου Ματθαίου (2008) 1 Α.Α.Δ. 510, Κουππά ν. Πουλλάς Τσαδιώτης Λτδ (2014) 1 Α.Α.Δ. 1665 και Κόκκινου ν. Κόκκινου (2016) 1 Α.Α.Δ. 2523) προκύπτει ότι το κατά πόσον θα επιτραπεί σε διάδικο να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Η μόνη προϋπόθεση που τίθεται είναι όπως ο διάδικος που επιδιώκει την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης καταδείξει «καλό λόγο», με το βάρος απόδειξης να βαρύνει τον αιτούντα την καταχώρηση της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Η αμφισβήτηση ενός γεγονότος δεν θεμελιώνει, άνευ ετέρου, καλό λόγο για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Το τι μπορεί να συνιστά «καλό λόγο» εξαρτάται από τις ιδιαιτερότητες της κάθε περίπτωσης και εξετάζεται με αναφορά στα επίδικα θέματα και τη φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας, ενώ συναρτάται με το γενικότερο δικαίωμα κάθε διάδικου να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου όλο το αναγκαίο μαρτυρικό υλικό πριν την ακρόαση της αίτησης.
Σύμφωνα με τα όσα έχουν υποδειχθεί στην υπόθεση A. Messios & Sons Ltd κ.α. ν. Ανδρέα Λεωνίδα (2010) 1 Α.Α.Δ 195, η καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης μπορεί να επιτραπεί όταν μετά την καταχώρηση της ένστασης προκύπτει ανάγκη για προβολή ισχυρισμών και διευκρινίσεων με σκοπό το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων και όχι όταν πρόκειται για επανάληψη των αρχικών ισχυρισμών του ομνύοντα ή για ανεπίτρεπτη μαρτυρία (βλέπε επίσης Βερεγγάρια Παπακόκκινου κ.α. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (Αρ. 1) (2012) 1 Α.Α.Δ 643 όπου επαναλήφθηκε ότι εκεί όπου επιδιώκεται η επανάληψη των ισχυρισμών που τέθηκαν στην αρχική ένορκη δήλωση ή η προσθήκη επιχειρηματολογίας δεν δικαιολογείται η παροχή άδειας για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης).
Προτού προχωρήσω στην εξέταση του αιτήματος κρίνω ορθό να σημειώσω πως με βάση τη νομολογία η διαδικασία για τη διαπίστωση της ευθύνης ατόμου για παρακοή διατάγματος Δικαστηρίου είναι ιδιόμορφη. Ενώ η διαδικασία εντάσσεται στο πεδίο της αστικής δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου, η στοιχειοθέτηση και απόδειξη της κατηγορίας συναρτώνται με τα θέσμια και τους κανόνες της ποινικής δίκης. Αυτό επιβάλλεται από τις συνέπειες που συνεπάγεται η καταδίκη του Καθ΄ού η αίτηση, που ταυτίζονται με τις κυρώσεις ποινικού δικαστηρίου. (βλ. Αναφορικά με τον Λάμπρο Ξενή ν. Χριστάκη Ιακωβίδη ως Διαχειριστή της περιουσίας του Πτωχεύσαντα Λάμπρου Ξένη, Πολ. Εφ. 297/2019, απόφαση ημερ. 16.10.2024, CCC Laundries (Paphos) Ltd κ.ά. ν. Ελισάβετ Θεοφάνους, (2010 2 Α.Α.Δ. 288 και Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου, (2003) 1 Α.Α.Δ. 1085.
Εξετάζοντας το αίτημα των Εναγόντων στη βάση των όσων προβάλλονται από τις δύο πλευρές και έχοντας μελετήσει την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, με δεδομένη πάντοτε τη φύση της Κυρίως Αίτησης, κρίνω ότι η αίτηση θα πρέπει να επιτύχει εν μέρει.
Εξηγώ.
Οι παράγραφοι 1-3 αυτής αφορούν εισαγωγικά θέματα και η παράγραφος 6 είναι καταληκτική με τρόπο ώστε να μην τίθεται θέμα εξέτασης της δεκτότητας τους.
Αναφορικά με τους ισχυρισμούς που επιθυμείται να απαντηθούν από την ένορκη δήλωση του Εναγομένου 4, σημειώνονται τα εξής:
· Οι αναφορές σε σχέση με τις παραγράφους 6, 7 και 8 αποτελούν επιχειρηματολογία και ως εκ τούτου δεν μπορούν να αποτελέσουν μέρος της μαρτυρίας.
· Παρομοίως, οι αναφορές σε σχέση με τις παραγράφους 12 και 13 δεν κρίνονται αναγκαίες εφόσον τα όσα επιχειρείται να εισαχθούν αποτελούν μέρος του φακέλου της διαδικασίας στον οποίο το Δικαστήριο μπορεί να ανατρέξει (βλ. Οργανισμός Χρηαμτοδοτήσεως Τράπεζας Κύπρου ν. Χαρίδη, (2011) 1 Α.Α.Δ. 825).
· Οι αναφορές σε σχέση με τις παραγράφους 14-19, 20.2, 20.4-20.9, επίσης κρίνονται αχρείαστες εφόσον οι υπό κρίση θέσεις μπορούν να προωθηθούν στο πλαίσιο της αγόρευσης των συνηγόρων κατά την εκδίκαση της Κυρίως Αίτησης. Μέρος της υπό κρίση παραγράφου αφορά, επίσης, σχολιασμό.
· Λόγοι ανάλογοι με τους πιο πάνω ισχύουν και σε σχέση με τη δεύτερη και τρίτη παράγραφο των αναφορών εις απάντηση των παραγράφων 20.1, 20.10-21.
· Σε σχέση με την πρώτη παράγραφο που αφορά τις παραγράφους 20.1, 20.10-21, κρίνω το αίτημα δικαιολογημένο και τούτο ώστε το Δικαστήριο να έχει ολοκληρωμένη εικόνα των γεγονότων που περιβάλλουν την Κυρίως Αίτηση και ειδικότερα σε σχέση με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οι εκπρόσωποι των Εναγόντων μετέβηκαν στο χώρο και τα όσα έλαβαν χώρα κατά την επίδικη επίσκεψη. Και τούτο μέσα στο πλαίσιο εκδίκασης της Κυρίως Αίτησης, στόχος της οποίας είναι να κριθεί κατά πόσον υπήρξε παρακοή του Προσωρινού Διατάγματος και εάν αυτή ήταν ηθελημένη.
Η θέση της Καθ΄ης η αίτηση επί τω ότι με την προτεινομένη συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιχειρείται η αλλοίωση του αρχικού πραγματικού υπόβαθρου, με όλο το σεβασμό, δεν βρίσκει έρεισμα εφόσον δεν επιδιώκεται η εισαγωγή ισχυρισμών ξένων προς τους αρχικούς. Αντιθέτως, σχετίζονται άμεσα με αυτούς.
Ούτε η θέση της Εναγομένης 1 περί προσπάθειας των Εναγόντων να καλύψουν κενά με βρίσκει σύμφωνη εφόσον η ανάγκη προώθησης των υπό κρίση ισχυρισμών προέκυψε ενόψει των ισχυρισμών που προβλήθηκαν στην ένσταση της Εναγομένης 1.
Η πιο πάνω κρίση του Δικαστηρίου απαντά και στο επιχείρημα της Εναγομένης 1 περί προσπάθειας επίκλησης μαρτυρίας που ήταν ήδη γνωστή στους Αιτητές κατά την καταχώρηση της Κυρίως Αίτησης.
Σε ό,τι τέλος, αφορά την εισήγηση της Εναγομένης 1 περί προσπάθειας προσαγωγής εξ΄ ακοής μαρτυρίας κατά τρόπο ανεπίτρεπτο, σημειώνεται πως από μόνο του το γεγονός αυτό, δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο αποκλεισμού της μαρτυρίας, αλλά αξιολόγησής της στο κατάλληλο στάδιο. Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με το λόγο ένστασης που αφορά στο ότι η προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση γίνεται από δικηγόρο και όχι από πρόσωπο που έχει προσωπική γνώση των γεγονότων της Κυρίως Αίτησης.
Στη βάση των όσων αναφέρονται πιο πάνω, το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι οι Ενάγοντες κατάφεραν να καταδείξουν καλό λόγο ο οποίος δικαιολογεί την καταχώριση μέρους της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, και συγκεκριμένα των παραγράφων 1-3, 4 (μόνο σε σχέση με την παράγραφο 20.1, 20.10-21 μόνο η πρώτη παράγραφος που αρχίζει «Ισχυρίζεται» και τελειώνει με «τηλεφωνικά») και 6.
Τέλος, εξετάζοντας τις προτεινόμενες αναφορές σε σχέση με την ένορκη δήλωση της Δ.Κ., δεν κρίνονται απαραίτητες καθότι πρόκειται για επανάληψη ήδη προβληθέντων ισχυρισμών και/ή σχολιασμό.
Ως εκ τούτου, η αίτηση εγκρίνεται μερικώς. Δίδεται άδεια για την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης με περιεχόμενο τις παραγράφους 1-3, 4 (μόνο σε σχέση με την πρώτη παράγραφο που αφορά τις παραγράφους 20.1, 20.10-21 που αρχίζει με τη λέξη «Ισχυρίζεται» και τελειώνει με τη λέξη «τηλεφωνικά») και 6 του Παραρτήματος 1 στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση. Η εν λόγω συμπληρωματική ένορκη δήλωση να καταχωριστεί εντός 15 ημερών από σήμερα και να παραδοθεί αντίγραφο στην άλλη πλευρά.
Ενόψει της μερικής επιτυχίας της αίτησης, το 1/2 των εξόδων αυτής επιδικάζονται υπέρ των Εναγόντων - Αιτητών και εναντίον της Εναγομένης 1 - Καθ΄ ης η αίτηση όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας.
(Υπ.) ….…………………………………………..
Γ. Πετάση-Κορφιώτη, Π.Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
[1] Το Δικαστήριο, ή Δικαστής, μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο, να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ένορκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρούμενης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο