
Ενώπιον: Α. Σάββα, προσ. Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 1132/2023 (i-justice)
Μεταξύ:
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ (ΗΕ XXXX)
Ενάγουσα
-και-
ΑΝΔΡΕΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ
Εναγόμενη
Αίτηση Εναγόμενης/ Εξ Ανταπαιτήσεως Ενάγουσας ημερομηνίας 3/9/2024 για Προσωρινά Διατάγματα
Ημερομηνία: 27/1/2025
Εμφανίσεις:
Για Εναγόμενη/ Εξ Ανταπαιτήσεως Ενάγουσα/Αιτήτρια: Φρόσω Γέρου και Καλλιόπη Χατζηχριστοδούλου
Για Ενάγουσα/ Εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενη/ Καθ’ ης η Αίτηση: Μάριος Μενελάου για κ.κ. Λ. Παπαφιλίππου & Σια Δ.Ε.Π.Ε.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Ι. Ιστορικό
1. Από το φάκελο της πιο πάνω αγωγής στον οποίο έχω ανατρέξει, αφού άλλωστε αυτό καθίσταται επιτρεπτό (βλ. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ ν. Χαρίδη (2011) 1 Α.Α.Δ. 825) προκύπτει το ακόλουθο ιστορικό:
● Η παρούσα Αγωγή καταχωρήθηκε με γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα στις 18/8/2023
● Η Ενάγουσα καταχώρησε τροποποιημένη Έκθεση Απαίτησης στις 6/3/2024.
● Η Εναγόμενη καταχώρισε την τροποποιημένη Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση της στις 3/9/2024.
● Η Ενάγουσα καταχώρισε Απάντηση στην τροποποιημένη Υπεράσπιση και Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση στις 15/11/2024
● Η υπό κρίση αίτηση καταχωρήθηκε από την Εναγόμενη/Αιτήτρια στις 3/9/2024.
ΙΙ. Εισαγωγή- Η Αίτηση
2. Με την παρούσα αίτηση η Εναγόμενη/ Εξ Ανταπαιτήσεως Ενάγουσα (στο εξής η “Αιτήτρια”) αιτείται την έκδοση προσωρινού διατάγματος που να απαγορεύει στην Ενάγουσα/Εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενη (στο εξής η “Καθ' ης η Αίτηση”) να προχωρήσει την διαδικασία εκποίησης ή/και πλειστηριασμού ή/και να συνεχίσει με την διαδικασία εκποίησης των ενυπόθηκων ακινήτων, ήτοι (1) Πόλη/Χωριό/Ενορία: Λάρνακα-Σωτήρος-Στρατηγού Τιμάγια, Αρ. Εγγραφής & Ημερομηνία Α-1717, 03/05/2006, Παραπομπή σε Σχέδιο [ ], T. Eπί [ ], Εγγεγραμμένο Μερίδιο Όλον, Υποθηκευμένο Μερίδιον Όλον και (2) Αραδίππου, Παλλουρόκαμπος Αρ. Εγγραφής 25/116,15/10/2001, Παραπομπή σε Σχέδιο 40, 19Ε1, Τ. [ ], Χωράφι, Εγγεγραμμένο Μερίδιο ή συμφέρον 1/3, υποθηκευμένο μερίδιο Όλον (στο εξής το “Ακίνητο 1” και το “Ακίνητο 2” αντίστοιχα και μαζί τα “ενυπόθηκα Ακίνητα”). Επιπλέον η Αιτήτρια εξαιτείται παρεμπίπτον διάταγμα με το οποιο να διατάσσεται η αναστολή οποιασδήποτε διαδικασίας πώλησης των ενυπόθηκων Ακινήτων από τον ενυπόθηκο δανειστή με βάση τις πρόνοιες του Μέρους VIA του Νόμου περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων του 1965, ως αυτός έχει τροποποιηθεί (στο εξής ο “Νόμος”).
3. Η παρούσα αίτηση στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στον Περί Δικαστηρίων Νόμο (Ν. 14/60) άρθρα 29, 30, 31, 32 και 43, στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας άρθρα 9, 16, 26, 28 και 30, στον Περί Προστασίας του Καταναλωτή Νόμο Ν. 112(Ι)/2021 άρθρα 48, 49, 50, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 61, 62, 62(1Α), 63, στην Οδηγία 93/13/ΕΟΚ σ, στον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφάλαιο 6 άρθρα 4, 5 και 9, στον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο του 1965 (Ν. 9/1965) άρθρα 5, 21, 27, 44, 44Α(1)-(4), 44Β(1)-(3), 44Γ(1)-(3), 44Δ (1)-(6), 44Θ(1), 44Θ(2), και 44ΙΕ και γενικά στα άρθρα 44Α-44ΙΑΑ, στους Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2015- Κ.Δ.Π. 185/2015, στο άρθρο 2 του Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, κεφάλαιο 224,στα άρθρα 23 και 24 του Περί Συμβάσεων Νόμου, κεφάλαιο 149, στο άρθρο 42 του Περί Ερμηνείας Νόμου, κεφάλαιο 1, στους θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας και ειδικότερα στην Δ.39, Δ.48 Θ.1-9, 8 και 9, Δ.64 στους Νόμους, στις αρχές της επιείκιας, στην αρχή Equity of Redemption, προς τις αρχές του κοινοδικαίου, στη ημεδαπή και ευρωπαϊκή Νομολογία και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου και στην σχετική νομολογία.
4. Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της ίδιας της Εναγόμενης (στο εξής η “Ε/Δ ΑΓ”). Στην Ε/Δ ΑΓ η Εναγόμενη αναφέρει ότι με την Ανταπαίτηση της αμφισβητεί τη νομιμότητα της σύμβασης παροχής πιστωτικής διευκόλυνσης υπό μορφή δανείου ημερομηνίας 3/5/2006 (στο εξής η “επίδικη σύμβαση Δανείου”) κατ’ εφαρμογή της οποίας ανοίχθηκε στο όνομα της Αιτήτριας ο λογαριασμός με αριθμό [ ] (νυν [ ]) (στο εξής ο “επίδικος λογαριασμός Δανείου”) καθώς και της σχετικής εμπράγματης εξασφάλισης, ήτοι της Σύμβαση και Δήλωση Υποθήκης Ακινήτου με αριθμό με αριθμό Υ2514/2006 (η “Υποθήκη Υ2514/2006”) του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λάρνακας. Ισχυρίζεται ότι η επίδικη σύμβαση Δανείου εμπεριέχει καταχρηστικές ρήτρες και ότι η Εναγόμενη έχει προβεί σε υπερχρεώσεις και/ή παράνομες χρεώσεις στον επίδικο λογαριασμό Δανείου. Επιπλέον η Αιτήτρια με την Ανταπαίτηση της αξιώνει όπως κηρυχθεί άκυρη ή/και παράνομη η Ειδοποίηση Τύπου Ι ημερομηνίας 11/8/2022 ενόψει του ότι κατ’ ισχυρισμό έχει αποσταλεί πρόωρα αφού ο τερματισμό της επίδικης σύμβασης Δανείου είναι πρόωρος και παράνομος. Ακολούθως η Εναγόμενη παραθέτει σχετική μαρτυρία και επιχειρηματολογία κατόπιν συμβολής των δικηγόρων της στην οποία εξηγά την δική της εκδοχή ως προς τους λόγους που πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Ειδικότερη αναφορά στο περιεχόμενο της Ε/Δ ΑΓ γίνεται πιο κάτω όπου αυτή κρίνεται αναγκαία.
ΙΙΙ. Η Ένσταση
5. Η Ενάγουσα/ Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρησε ένσταση με την οποία παραθέτει δέκα λόγους ένστασης οι οποίοι επικεντρώνονται στο ότι δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου Ν.14/1960 (στο εξής ο “Νόμος 14/1960”) και/ή νομολογία για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Ειδικότερα η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι:
○ Δεν υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και δεν υπάρχουν οποιεσδήποτε πιθανότητες επιτυχίας της Ανταπαίτησης εφόσον:
i. Η Αιτήτρια δεν αμφισβητεί την ύπαρξη του χρέους αλλά το ύψος του. Οι ισχυρισμοί ότι ο επίδικος λογαριασμός Δανείου θα έπρεπε να επιβαρύνεται με το ελάχιστο επιτόκιο προσφοράς για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και όχι με το επιτόκιο ως αυτό καθορίζεται στην επίδικη σύμβαση Δανείου δεν έχουν ουσιαστικό και νομικό έρεισμα καθώς το δάνειο χορηγήθηκε από την Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Αραδίππου και όχι από το τραπεζικό ίδρυμα εν τη εννοία του Νόμου.
ii. Η Αιτήτρια δεν θα υποστεί οποιαδήποτε ανεπανόρθωτη βλάβη ή ζημιά από τη μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων και δεν έχει καταδειχθεί εάν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.
○ Η οποιαδήποτε τυχόν ζημιά που δύναται να υποστεί η Αιτήτρια συνιστά οικονομική ζημιά και μπορεί να αποζημιωθεί με χρήμα.
i. Η Καθ’ ης η Αίτηση έχει την οικονομική δυνατότητα να αποζημιώσει την Αιτήτρια σε περίπτωση επιτυχούς διεκδίκησης από την Αιτήτρια αποζημιώσεων και δεν υπάρχει οποιαδήποτε στοιχειοθέτηση περί της αφερεγγυότητας της.
ii. Οι επίδικες υποθήκες έχουν παραχωρηθεί με την ελεύθερη βούληση της Αιτήτριας και έναντι νόμιμης αντιπαροχής.
iii. Το γεγονός ότι το Ακίνητο 1 αποτελεί επαγγελματική στέγη της Αιτήτριας δεν αναιρεί το γεγονός ότι η μόνη ζημιά που δύναται να υποστεί η Αιτήτρια είναι οικονομική και δύναται να υπολογιστεί και να αποζημιωθεί χρηματικά
○ Το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της απόρριψης της Αίτησης
○ Δεν είναι δίκαιο και εύλογο να εκδοθούν οι αιτούμενες θεραπείες και σε περίπτωση που εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα θα επηρεαστούν τα συμβατικά δικαιώματα της Καθ’ ης η Αίτηση.
○ Η Αιτήτρια δε θα υποστεί ζημιά αφού ακόμη και αν πωληθούν τα επίδικα Ακίνητα το ποσό που θα εισπραχθεί θα κατατεθεί έναντι του χρέους της προς την Καθ’ ης η Αίτηση.
○ Η αίτηση και η προώθηση της είναι καταχρηστική καθώς και νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη.
○ Η Καθ’ ης η Αίτηση δεόντως και νομοτύπως προωθεί τη διαδικασία που προβλέπεται στο Μέρος VIA του Νόμου για την πώληση/ εκποίηση των επίδικων Ακινήτων.
6. Η ένσταση της Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Γιώργου Ελευθερίου (στο εξής η “Ε/Δ ΓΕ”). Αναφέρει δε ότι βρίσκεται στην υπηρεσία της Καθ’ ης η Αίτηση και στο πλαίσιο των καθηκόντων του έχει εμπλοκή στη διαχείριση των λογαριασμών της Αιτήτριας και δηλώνει ότι είναι πλήρως εξουσιοδοτημένος από την Καθ’ ης η Αίτηση να προβεί στην Ε/Δ ΓΕ. Στο πλαίσιο της Ε/Δ ΓΕ ο ομνύοντας παραθέτει το ιστορικό της επίδικης διαφοράς. Σημειώνει επίσης ότι στις 5/9/23 η Αιτήτρια εξόφλησε το χρεωστικό υπόλοιπο του επίδικου Τρεχούμενου Λογαριασμού και ως εκ τούτου η Καθ’ ης η Αίτηση δεν προωθεί οποιαδήποτε απαίτηση σε σχέση με τον επίδικο Τρεχούμενο Λογαριασμό ή τη Σύμβαση και Δήλωση Υποθήκης Ακινήτου με αριθμό Υ2521/06, η οποία έχει εξαλειφθεί στις 29/4/2024 (βλ. παρα.17 και Τεκμήρια 8 και 9 της Ε/Δ ΓΕ). Ακολούθως ο ομνύοντας παραθέτει σχετικό ιστορικό ως προς της ενεργοποίηση του μηχανισμού και προώθησης της διαδικασίας πώληση των ενυπόθηκων ακινήτων όσον αφορά την Υποθήκη Υ2514/2006 με πλειστηριασμό δυνάμει των προνοιών του Νόμου. Ακολούθως παραθέτει με λεπτομέρεια της θέση της Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζοντας ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Νόμου 14/1960 και αναπτύσσει με λεπτομέρεια τα όσα αναφέρει στους λόγους ένστασης της. Ειδικότερη αναφορά στο περιεχόμενο της Ε/Δ ΓΕ γίνεται πιο κάτω όπου αυτή κρίνεται αναγκαία.
7. Κατά την ακροαματική διαδικασία της υπό κρίση αίτησης οι ευπαίδευτοι συνήγοροι και των δύο πλευρών υιοθέτησαν τις γραπτές αγορεύσεις τις οποίες ετοίμασαν προς διευκόλυνση του Δικαστηρίου και καμία πλευρά δεν ζήτησε αντεξέταση των ενόρκων δηλούντων. Έχω μελετήσει το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων με προσοχή και θα αναφερθώ σε αυτές στη συνέχεια όπου κρίνω σκόπιμο.
IV. Νομική Πτυχή
8. Η υπό κρίση αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960, το οποίο προνοεί το ουσιαστικό δίκαιο για την έκδοση συντηρητικών διαταγμάτων. Το Δικαστήριο αρχικά εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι τρεις θεμελιώδεις προϋποθέσεις, ήτοι:
○ η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση;
○ η ύπαρξη πιθανότητας να δικαιούται ο Ενάγοντας σε θεραπεία; και
○ το ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.
9. Σε περίπτωση που η Αιτήτρια ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι πληρούνται οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις τότε δημιουργείται το αναγκαίο υπόβαθρο στο πλαίσιο του οποίου το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια ουτως ώστε να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα (βλ.Odysseos v. Pieris Estates Ltd and Others (1982) 1 C.L.R.55, Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου ν. Πασχάλη Χ΄΄Βασίλη (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ.152)
10. Όσον αφορά την εξέταση των τριών προϋποθέσεων κατατοπιστική είναι η πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηριου MERIDIAN GAMING LTD κ.α. v. ΔΗΜΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. E179/2017, 2/5/2024 στην οποία παρατίθενται συνοπτικά οι σχετικές αρχές, απόσπασμα της οποία παραθέτω αυτούσιο:
“Κατ' αρχάς το καθήκον των Δικαστηρίων, σε τέτοιες αιτήσεις, περιορίζεται μόνο στη διαπίστωση κατά πόσο ικανοποιούνται οι τρεις προϋποθέσεις που απαιτούνται από το Άρθρο 32 του Νόμου, ήτοι σοβαρόν ζήτημα προς εκδίκαση, ορατή προοπτική και/ή πιθανότητα ο αιτών διάδικος να δικαιούται σε θεραπεία και να είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς την έκδοση του διατάγματος. Η ικανοποίηση ή μη των εν λόγω προϋποθέσεων, βασίζεται, κατά κύριο λόγο, στη μαρτυρία και στις θέσεις, συναφώς, του αιτητή (βλ. Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών v. Γεωργιάδη κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε216/2021, ECLI:CY:AD:2023:A310, ημερ. 2/11/2023).
Αφού ικανοποιηθούν οι πιο πάνω προϋποθέσεις, το Δικαστήριο εξετάζει όλους τους παράγοντες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για την ορθή ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας και σταθμίζει, στο πλαίσιο αυτό, αν είναι δίκαιο ή πρόσφορο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα.
Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Εκδόσεις «Αρκτίνος» Λίμιτεδ κ.ά. ν. Λοϊζίδου, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε7/2018, ημερ. 21/3/2019:
«Με δεδομένη την πλήρωση των τριών κριτηρίων του άρθρου 32(1), υπεισέρχεται στην όλη εικόνα το ζήτημα της εξέτασης του πιο σημαντικού ίσως παράγοντα στην έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων, ήτοι, η ευρεία διακριτική εξουσία που δίδεται στο Δικαστήριο από το πιο πάνω άρθρο να εκδίδει διατάγματα στις περιπτώσεις όπου κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι «δίκαιον ή πρόσφορον». Το Δικαστήριο ενεργώντας με βάση τους κανόνες του δικαίου της επιείκειας, διατηρεί σε κάθε περίπτωση την ευχέρεια να αρνηθεί την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος, έστω και αν τηρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις έκδοσής του. Το όλο ζήτημα συνίσταται στον ισοζυγισμό των ιδιαίτερων αναγκών των διαδίκων, υπό το φως πάντοτε των στοιχείων που καλύπτουν την κάθε περίπτωση.»
Το Δικαστήριο στο πλαίσιο εκδίκασης αιτήσεων, όπως η υπό κρίση, θα πρέπει να αποφεύγει να υπεισέρχεται σε βάθος στο μαρτυρικό υλικό που τίθεται ενώπιον του, καθώς και στη διεξοδική διευκρίνιση και εξέταση επίδικων θεμάτων της αγωγής. Δεν είναι επιτρεπτό για το Δικαστήριο να καταλήγει σε τελικά συμπεράσματα ως προς το πραγματικό και νομικό υπόβαθρο της υπόθεσης και να αποφασίζει τελεσίδικα τα επίδικα θέματα (βλ. Adidas v. Jonitexo Ltd (1984) 1 C.L.R. 263, Άκης άλλως Γρηγόρης Ν. Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστιάνας Σταύρου Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248). Όπως τονίσθηκε στην υπόθεση Πόλα Ιορδάνους v. PS Seamless Gutters Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 4/2022, ημερ. 8/11/2022, «δεν εκδικάζεται σε αυτό το στάδιο η διαφορά και δεν καθορίζονται από αυτό το πρόωρο στάδιο δικαιώματα και υποχρεώσεις». Το μαρτυρικό υλικό που τίθεται ενώπιον του προσεγγίζεται με μόνο σκοπό τη διακρίβωση του κατά πόσο πληρούνται οι τρεις προϋποθέσεις που θέτει το Άρθρο 32 του Νόμου 14/60 και κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα. Οι οποιεσδήποτε διαπιστώσεις του Δικαστηρίου στις οποίες προβαίνει, γίνονται για τους σκοπούς της εξέτασης της έκδοσης ή μη του προσωρινού διατάγματος και όλα τα ζητήματα που εγείρονται στην αγωγή παραμένουν ζωντανά για να αποφασιστούν όταν θα εκδικαστεί η ουσία της (βλ. Δημοκρατία Σλοβενίας v. Beogradska Banka D.D. (1999) 1 Α.Α.Δ. 225).
Μάλιστα στην υπόθεση Milton Investment Company Ltd κ.ά. v. Dryden Group Ltd (2014) 1(Α) Α.Α.Δ. 731, 740, τονίστηκε πως τα Δικαστήρια δεν πρέπει να αφήνουν να αιωρείται ούτε καν σκιά ότι έχουν αποφασίσει την ουσία της υπόθεσης. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:
«... το Δικαστήριο, κατά την εκδίκαση αίτησης για προσωρινό διάταγμα, πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης καθότι αυτό γίνεται κατά τη δίκη της ουσίας της υπόθεσης. Πρόκειται, να τονίσουμε, για αρχή που πρέπει να τηρείται με ευλάβεια και κατά το ενδιάμεσο αυτό στάδιο, το Δικαστήριο όχι μόνο πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει στα προαναφερθέντα συμπεράσματα, αλλά και να μην αφήνει να αιωρείται η σκιά ότι έχει αποφασίσει την ουσία της υπόθεσης ή κάποια ουσιώδη πτυχή της».
Στην υπόθεση Hazlewood Investment & Finance Ltd v. Manuel κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε14/2017 και Ε209/2017, ημερ. 16/7/2019, το Ανώτατο Δικαστήριο, ανατρέποντας την πρωτόδικη κρίση, σημείωσε τα ακόλουθα:
«Είναι εδραιωμένο αλλά και κοινή γνώση πως το Δικαστήριο κατά την εξέταση ειδικά της β΄ προϋπόθεσης αποφεύγει την σε βάθος ανάλυση των επίδικων σχέσεων και δεν μπορεί να εξάγει τελικά ή δεσμευτικά συμπεράσματα επ΄ αυτών. (Βλ. Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, Επίσημος Παραλήπτης κ.ά. ν. Nicantony Trading Co. Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1653, Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita Aluminium Co. Ltd and other (2002) 1Γ Α.Α.Δ. 2015).»
Κατά ανάλογο τρόπο στην υπόθεση Rostovtsev v. Shchukin, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε415/2016, ημερ. 5/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:A282:
«Παρατήρησε [το Πρωτόδικο Δικαστήριο], όμως, παραπέμποντας σε σχετική νομολογία, πως, στο στάδιο εκείνο δεν ήταν επιτρεπτό να προβεί σε αξιολόγηση της μαρτυρίας. Όπως ορθώς το έθεσε, η εν λόγω διεργασία θα είναι αντικείμενο της δίκης επί της ουσίας της διαφοράς των διαδίκων.»”
11. Κατά το στάδιο εξέτασης των τριών προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Νόμου 14/1960 το Δικαστήριο εξετάζει το δικόγραφο και την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση ώστε να ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν οι δύο πρώτες προϋποθέσεις (βλ. Recnex Trading Ltd κ.ά. ν Τράπεζας Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολ. Εφ.71/11 ημερ. 16.4.14).
12. Όσον αφορά τις αντικρουόμενες θέσεις που προβάλλονται από τις δύο πλευρές και σε ποιό βαθμό εξετάζονται από το Δικαστήριο στο πλαίσιο τέτοιων αιτήσεων, κατατοπιστικη είναι υπόθεση A.J. Georgiades v. N. Haddad Ltd Πολ. Εφ. Ε100/21 ημερ. 23/10/2023 ,στην οποία αναφέρθηκαν τα εξής:
“Στο στάδιο της ακρόασης της αίτησης θα πρέπει να αποφεύγεται η ενασχόληση με τους αντικρουόμενους ισχυρισμούς των διαδίκων και η επακόλουθη κατάληξη σε συμπεράσματα. Οι νομολογιακά καθιερωμένες προϋποθέσεις έκδοσης του ενδιάμεσου διατάγματος, θα πρέπει να εκπηγάζουν από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και τα στοιχεία που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου στα πλαίσια της συγκεκριμένης διαδικασίας. Η έρευνα του Δικαστηρίου θα πρέπει να σταματά στο σημείο που επιτρέπει τη διαπίστωση της ύπαρξης ή ανυπαρξίας κάποιας προοπτικής επιτυχίας. Όπως τονίστηκε στην Jonitexo v. Adidas, (1984) 1 Α.Α.Δ. 263, το Δικαστήριο δεν κάνει αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας, ούτε οδηγείται σε εξαγωγή συμπερασμάτων αξιοπιστίας γιατί αυτό θα συμβεί κατά το στάδιο της δίκης (βλ. επίσης, Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beogradska Banka D.D., (1999) 1 ΑΑΔ 225). Το τι, φυσικά, θα πρέπει να διαχωριστεί είναι ακριβώς η αναγκαιότητα εξέτασης από το Δικαστήριο κατά πόσο τα ενώπιον του στοιχεία ικανοποιούν τις σχετικές προϋποθέσεις που αναφέρονται ανωτέρω.”
V. Εφαρμογή Νομικών Αρχών στα γεγονότα της υπόθεσης και Συμπέρασμα
13. Θα προχωρήσω τώρα να εξετάσω κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Νόμου 14/1960. Εννοείται ότι στην παρούσα περίπτωση οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα εξεταστούν σε συνάρτηση με την ανταπαίτηση της Εναγόμενης.
14. Αναφορικά με την πρώτη προϋπόθεση ως έχει πάγια νομολογηθεί για να ικανοποιηθεί η πρώτη προϋπόθεση το μόνο που απαιτείται είναι η αποκάλυψη μιας συζητήσιμης υπόθεσης στη βάση των δικογράφων. Ειδικότερα ως έχει αναφερθεί στην Parico Aluminium Designs Ltd ν. Muskita - Aluminium Co Limited και Άλλων (2002) 1 ΑΑΔ 2015 με σχετική παραπομπή στην T.A. Micrologic Computer Consultants Ltd v. Microsoft Corporation (2002) 1 Α.Α.Δ. 1802:
“(...) Σε ενδιάμεση διαδικασία για προσωρινό διάταγμα εκείνο που χρειάζεται δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξής του. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα των επί του θέματος αποφάσεων μας: βλ. ενδεικτικά τις Constantinides v. Makriyiorghou (1978) 1 C.L.R. 585, Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557 κ.ά. και Κυτάλα ν. Χρυσάνθου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253. Αυτό συχνά παραγνωρίζεται στα Επαρχιακά Δικαστήρια τόσο από δικηγόρους όσο και από δικαστές με αποτέλεσμα η διαδικασία να γίνεται απαραδέκτως πολύπλοκη και μακρά.»
(Βλ. και Επίσημος Παραλήπτης κ.ά. ν. Nicantony Trading Co. Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1653:: «... το Δικαστήριο εξετάζει τη μαρτυρία με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο είναι δίκαιο ή όχι να εκδοθεί το διάταγμα, αποφεύγοντας να υπεισέλθει στην ουσία της υπόθεσης. .... θα πρέπει απλά να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση και ότι υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας»).
Η ίδια προσέγγιση υιοθετείται και από την Αγγλική Νομολογία - Βλ. Copinger and Skone James on Copyright, 12th ed., παραγ. 620 και 621:
«620. Remedy by injunction. ......................... ............................An interlocutory injunction is thus a temporary, discretionary and exceptional remedy. It is available before the rights of the parties have been finally determined and, in the case of an ex parte injunction, even before the court has been appraised of the nature of the defendant's case. It is no part of the court's function at this early stage in the litigation to try to resolve conflicts of evidence on affidavit as to the facts on which the claims of either party may ultimately depend. The evidence is incomplete because it is not until the trial that it is tested by oral cross-examination. Perfect justice cannot be achieved since the court is acting on imperfect information. It is not, therefore, appropriate for the court to decide conflicting questions of fact or difficult questions of law which call for detailed argument and mature consideration. These are matters to be dealt with at the trial. ..........................................
621. Arguable case. ................ What the affidavit evidence must disclose is that there is a serious question to be tried and that the plaintiff has prospects of success which exist in substance and reality. The plaintiff does not, as was formerly thought, have to establish that he has a strong prima facie case or a prima facie case or even a probability that he will succeed at the trial. The burden on the plaintiff is the lesser one of showing an arguable case to be tried. .......................»”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
15. Με βάση το περιεχόμενο της Ανταπαίτησης η Αιτήτρια επιδιώκει την ακύρωση της επίδικης Σύμβασης Δανείου ενόψει, μεταξύ άλλων, του ότι εμπεριέχει παράνομους και/ή καταχρηστικούς όρους. Επιπλέον αμφισβητείται η νομιμότητα και εγκυρότητα της επίδικης σύμβασης Δανείου ενόψει, μεταξύ άλλων, του ότι κατ’ ισχυρισμό υπόκειται σε υπερχρεώσεις και παράνομες/ αδικαιολόγητες χρεώσεις (αιτητικά 1-10 της Ανταπαίτησης). Η Αιτήτρια αξιώνει θεραπείες που άπτονται της νομιμότητας και εγκυρότητας της Υποθήκης Υ2514/2006 στη βάση κατ’ ισχυρισμό παραβίασης από πλευράς της Ενάγουσας της εφαρμοστέας νομοθεσίας καθώς και αποζημιώσεις για ταλαιπωρία και αθέμιτη συμβατική συμπεριφορά ένεκα κατ’ ισχυρισμού παράνομου τερματισμού της Συμφωνίας Δανείου (αιτητικά 12-21 της Ανταπαίτησης). Τέλος, η Αιτήτρια αξιώνει την ακύρωση της Ειδοποίησης Τύπου Ι ημερομηνίας 11/8/2022 η οποία κατ’ ισχυρισμό αντίκειται στις πρόνοιες των σχετικών νόμων (αιτητικό 22 της Ανταπαίτησης).
16. Ενόψει των ανωτέρω το Δικαστήριο έχει ικανοποιηθεί ότι η Ανταπαίτηση αποκαλύπτει την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση εφόσον το περιεχόμενο της Ανταπαίτησης αποκαλύπτει συζητήσιμη υπόθεση καθότι περιέχει αξιώσεις, μεταξύ άλλων, για την ακυρότητα της επίδικης σύμβασης Δανείου και συνακόλουθα της Υποθήκης Υ2514/2006 λόγω κατ’ ισχυρισμού παράνομων χρεώσεων, επαχθών όρων και οικονομικού εξαναγκασμού, ενώ επίσης περιέχει και αξίωση για αποζημιώσεις.
17. Για να ικανοποιηθεί η δεύτερη προϋπόθεση θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο η Αιτήτρια έχει πείσει το Δικαστήριο ότι έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας. Στο πλαίσιο εξέτασης της δεύτερης προϋποθέσης εξετάζεται στην ουσία η αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τυχόν αντίθετη εκδοχή, έχοντας πάντα υπόψη του περιορισμούς που επιβάλλει η ενδιάμεση διαδικασία (ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ και CYFIELD - NEMESIS κ.α., Πολ. Έφεση αρ. Ε52/21, ημερ.10.02.2022), ECLI:CY:AD:2022:A79, ECLI:CY:AD:2022:A79).
18. Καθοδηγητικά είναι τα όσα καταγράφηκαν στην υπόθεση MOLVI ESTATES LTD v. ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΙΜΩΝΟΣ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε193/2015, ECLI:CY:AD:2023:A159, 9/5/2023, απόσπασμα της οποία παραθέτω αυτούσιο:
“Αναφορικά με τη δεύτερη προϋπόθεση του Άρθρου 32 αναφέρεται στην Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita - Aluminium Co Ltd κ.α. (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2015, 2041, ότι αυτό που πρέπει να αποκαλύπτεται από την ένορκη δήλωση είναι ότι ο ενάγων έχει προοπτικές επιτυχίας οι οποίες υφίστανται στην ουσία και στην πραγματικότητα. Στην Πουργουρίδη κ.α. ν. Μέζου κ.α. (1994) 1 Α.Α.Δ. 201, 207 αναφέρθηκε ότι η έννοια της πιθανότητας περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων που είναι το μέτρο απόδειξης στις αστικές υποθέσεις. Αυτό που απαιτείται από τον αιτητή είναι να δείξει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας. Στην Κυτάλα κ.α. ν. Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253, 257-8, εξηγήθηκε, και αυτό είναι το ουσιώδες, ότι η μαρτυρία πρέπει να αναφέρεται με ακρίβεια σε γεγονότα από τα οποία να καταδεικνύεται η ύπαρξη πιθανότητας. Επισημάνθηκε, ακόμα, ότι η προοπτική επιτυχίας δεν μπορεί παρά να εξετάζεται στη βάση μαρτυρίας.”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
19. Αναφορικά με τον ισχυρισμό της Αιτήτριας περί ύπαρξης καταχρηστικών ρητρών, η ίδια παραπέμπει στην Ε/Δ ΑΓ στην απόφαση του Διευθυντή της ΥΠΚ (βλ. Τεκμήριο 4 της Ε/Δ ΑΓ). Επιπλέον συγκεκριμενοποιεί στη παράγραφο 20 της Ε/Δ ΑΓ τους όρους που η ίδια ισχυρίζεται λαμβάνοντας νομική συμβουλή από τους δικηγόρους της ότι είναι παράνομοι και καταχρηστικοί. Όσον αφορά τον ισχυρισμό της περί ύπαρξης υπερχρεώσεων παραθέτει σχετική Έκθεση Εμπειρογνώμονα στην οποία αναφέρεται ότι το υπόλοιπο κατά τις 31/7/2024 ήτο €39.964,23 (Τεκμήριο 6 της Ε/Δ ΑΓ). Ακολούθως, η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η Υποθήκη Υ2514/2006 είναι άκυρη καθότι το αντικείμενο της είναι ακαθόριστο και ότι εμπεριέχει παράνομες και καταχρηστικές ρήτρες.
20. Η Καθ’ ης η αίτηση αρνείται τους εν λόγω ισχυρισμούς επεξηγώντας πώς κατα την δική της θέση οι όροι των επίδικων συμφωνιών είναι καθ’ όλα νόμιμοι. Επίσης, αρνείται την ύπαρξη υπερχρεώσεων στον επίδικο λογαριασμό Δανείου.
21. Υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο στο παρόν στάδιο δεν χρειάζεται αλλά ούτε και πρέπει να εξάγει οποιοδήποτε εύρημα ως προς οποιαδήποτε συγκρουόμενα γεγονότα και ισχυρισμούς των διαδίκων ή να προβεί σε οποιοδήποτε τελικό συμπέρασμα ως προς το νομικό πλαίσιο της υπόθεσης, η έρευνα του Δικαστηρίου περιορίζεται μόνο στη διαπίστωση ύπαρξης ή ανυπαρξίας κάποιας προοπτικής επιτυχίας (βλ. Zondrvan Group Ltd και Bonalbo Fiduciaries Ltd κ.α Πολ. Έφεση αρ.Ε64/2015 ημερ.20.07.21, ECLI:CY:AD:2021:A342).
22. Χωρίς να προχωρώ σε αξιολόγηση των αντικρουόμενων εκδοχών των διαδίκων, παρατηρώ ότι η Αιτήτρια έχει συγκεκριμενοποιήσει τους όρους τους οποίους ισχυρίζεται ότι είναι καταχρηστικοί χωρίς να περιορίζεται σε γενικόλογες αναφορές. Παρά το γεγονός ότι η απόφαση του Διευθυντή της ΥΠΚ (Τεκμήριο 4 της Ε/Δ ΑΓ) δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα για το Δικαστήριο, ωστόσο θεωρώ ότι προσμετρά στην υπόθεση της Αιτήτριας για τον περιορισμένο σκοπό που εξυπηρετεί η παρούσα διαδικασία. Επιπλέον δεν παραβλέπω ότι όσον αφορά τον ισχυρισμό για υπερχρεώσεις η Αιτήτρια προσκόμισε σχετική έκθεση (Τεκμήριο 6 της Ε/Δ ΑΓ).
23. Στη βάση, επομένως, των ισχυρισμών που τέθηκαν ενώπιον μου και χωρίς ασφαλώς να προβαίνω στη διατύπωση ευρημάτων επί της ουσίας της υπόθεσης, θεωρώ ότι για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας ικανοποιείται η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32(1) του Νόμου 14/1960.
24. Καίριο ζήτημα για την ικανοποίηση της τρίτης προϋπόθεσης είναι κατά πόσο στη περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο η πώληση των ενυπόθηκων Ακινήτων θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στην Αιτήτρια.
25. Όπως έχει νομολογηθεί η έννοια της απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημη με την αποκατάσταση μόνο της υλικής ζημιάς, αλλά είναι ευρύτερη και σ' αυτήν περιλαμβάνεται και η προστασία των δικαιωμάτων της Αιτήτριας. Το γεγονός δηλαδή ότι η Καθ’ ης η Αίτηση μπορεί να είναι σε οικονομική κατάσταση που της επιτρέπει να αποζημιώσει την Αιτήτρια, σε περίπτωση επιτυχίας της στην Ανταπαίτηση, δεν εξυπακούει αυτόματα ότι δεν θα προκληθεί οποιαδήποτε αδικία στην Αιτήτρια, υπό την ευρύτερη έννοια (βλ. Highgate Primary School Ltd και Άλλοι ν. Στέλιου Φυλακτίδη και Άλλης (2009) 1 ΑΑΔ 317).
26. Η θέση της Αιτήτριας είναι ότι το Ακίνητο 1 το οποίο περιλαμβάνεται στην Υποθήκη Υ2514/2006 είναι το κατάστημα νυφικών της, η οποία αποτελεί την επαγγελματική της στέγη στην οποία δουλεύει και από την οποία βιοπορίζεται τα τελευταία 28 χρόνια και το Ακίνητο 2 είναι ένα χωράφι στο οποίο είναι συνιδιοκτήτρια με τα αδέλφια της και το οποίο είναι ανεκτίμητης και συναισθηματικής αξίας (παρα.49 της Ε/Δ ΑΓ). Όσον αφορά τους ισχυρισμούς της Αιτήτρια περί του αμφίβολου του αξιόχρεου της Καθ’ ης η Αίτηση ενόψει του ότι έχουν καταρρεύσει δύο συστηματικές τράπεζες στην Κύπρο παρά το γεγονός ότι είχαν δανειοδοτηθεί για σκοπούς διάσωσης τους από το κράτος δισεκατομμύρια, πέραν του ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί είναι γενικοί και αόριστοι, η Καθ’ ης η Αίτηση αναφέρει ότι έχει την οικονομική δυνατότητα να αποζημιώσει την Αιτήτρια για οποιοδήποτε ποσό αποφασίσει το Δικαστήριο. Αναφέρει δε ότι είναι μια από τις μεγαλύτερες τράπεζες στη Κύπρο και παραθέτει τις ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις της Καθ’ ης η Αίτηση ημερομηνίας 31/12/2023 στις οποίες αναφέρεται ότι τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία της Καθ’ ης η Αίτηση ξεπερνούν τα €8 δισεκατομμύρια (παρα.42 και Τεκμήριο 16 της Ε/Δ ΓΕ). Σημειώνω ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί της Καθ’ ης η Αίτηση παρέμειναν αναντίλεκτοι.
27. Καθοδηγητική επί του θέματος είναι η υπόθεση NIKOΛΑ ΚΑΤΣΕΛΛΗ κ.α. v. ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡ. ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. E66/2022, 17/11/2023 στην οποία αναφέρθηκαν σχετικά τα εξής:
“Το ενδογενές του λόγου αυτού επιχείρημα, ότι η χρηματική αποζημίωση δεν θα αποδώσει πλήρη δικαιοσύνη σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής ενόψει του ιδιαίτερου χαρακτήρα του ακινήτου που περιγράφεται στον τίτλο ως «αρχαίο μνημείο Β», είναι χωρίς έρεισμα. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας ενός ακινήτου, δεν αποκλείει, ούτε δυσκολεύει εξ ορισμού και μόνον την απόδοση πλήρους δικαιοσύνης με την απόδοση χρηματικής αποζημίωσης στο τέλος. Πέραν της απλής ανάδειξης του γεγονότος, θα πρέπει να καταδεικνύεται κατά τρόπο ουσιαστικό και πρακτικό η σημασία και σπουδαιότητα αυτής της ιδιαιτερότητας του ακινήτου για τον εκάστοτε αιτητή, ώστε να διαφαίνεται παράλληλα η ακαταλληλότητα της χρηματικής αποζημίωσης σε περίπτωση αποξένωσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως ορθά παρατήρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, οι εφεσείοντες απέτυχαν να αναδείξουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ακινήτου, ως στοιχείο που να αποκλείει ή να δυσκολεύει την απονομή δικαιοσύνης με την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης. Στην παράγραφο 18 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την πρωτόδικη Αίτηση, το μόνον που αναφέρουν είναι ότι πρόκειται για την επαγγελματική τους στέγη και δεν θα μπορέσουν να επαναδραστηριοποιηθούν, αφού δεν θα έχουν που να εγκαταστήσουν και λειτουργήσουν τα μηχανήματα τους. Αυτό το πρόβλημα όμως, θα υφίσταται ανεξαρτήτως του χαρακτήρα του ενυπόθηκου ακινήτου και κάλλιστα μπορεί να αποτιμηθεί και να αποζημιωθεί σε χρήμα.
Συναφώς, δεν πρέπει να λησμονείται ότι είναι οι εφεσείοντες που παραχώρησαν το συγκεκριμένο ακίνητο ως εξασφάλιση υπό μορφή υποθήκης. Με την πράξη τους αυτή απεμπόλησαν το απόλυτο της κυριότητας του ακινήτου, θέτοντας το συνάμα υπό τη «δαμόκλειο σπάθη» ενδεχόμενης πώλησης σε περίπτωση εκποίησης της υποθήκης (βλ. LOUCAS PANAYIOTOU ESTATES LTD κ.α. v. HELENIC BANK PUBLIC COMPANY LTD, Πολ. Έφεση Ε203/2013 ημερ.11.9.2019 - ECLI:CY:AD:2019:A360 και ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ κ.α. v. CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO. LTD κ.α. Πολ. Έφεση Ε134/2020, ημερ. 19.10.2023).”
(η έμφαση έχει προστεθεί)
28. Χωρίς να παραγνωρίζω το δικαίωμα της Αιτήτριας επί της περιουσίας της τα ενυπόθηκα Ακίνητα αποτελούν αντικείμενα υποθήκευσης προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση δυνάμει της επίδικης συμφωνία. Σημειώνεται ότι σε κάθε περίπτωση η Αιτήτρια έλαβε συγκεκριμένο ποσό δυνάμει της επίδικης σύμβασης Δανείου και η ίδια παρείχε ως εξασφάλιση την Υποθήκη Υ2514/2006 (βλ. παράγραφο 24 της Τροποποιημένης Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης). Επομένως η Αιτήτρια γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της με τις συμβατικές τις υποχρεώσεις υπήρχε κίνδυνος εκποίησης των ενυπόθηκων ακινήτων. Συνακόλουθα η Αιτήτρια δεν μπορεί τώρα να ισχυρίζεται ότι θα προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημιά στην ίδια από τη στιγμή που τα ενυπόθηκα ακίνητα υποθηκεύτηκαν προς σκοπούς εμπράγματης εξασφάλισης της επίδικης σύμβασης Δανείου.
29. Ως εκ τούτου θεωρώ ότι η όλη η κατάσταση δυνατό να αποτιμηθεί σε χρήμα και πως τυχόν πώληση των ενυπόθηκων Ακινήτων δεν θα προκαλέσουν ανεπανόρθωτη ζημιά στην Αιτήτρια. Σε περίπτωση που η τιμή πώλησης ξεπερνά τα ποσά των ενυπόθηκων ακινήτων, τότε αναμφίβολα η Καθ’ ης η Αίτηση θα καταβάλει το υπόλοιπο στην Αιτήτρια. Σε κάθε περίπτωση όμως, εάν ήθελε φανεί ότι η Αιτήτρια θα έχει υποστεί ζημιά από τη μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, τότε η Καθ’ ης η Αίτηση δύναται να την αποζημιώσει.
30. Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων τρίτη προϋπόθεση δεν ικανοποιείται στην παρούσα περίπτωση.
31. Ως έχει νομολογηθεί στις περιπτώσεις που το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πληρείται η τρίτη προϋπόθεση το θέμα λήγει εκεί χωρίς να παρίσταται η ανάγκη να επικαλεστεί τη διακριτική του ευχέρεια για την μη έκδοση του (βλ.Commerzbank Auslandsbanken Holding A.G κ.ά. v. Adeona Holdings Limited Πολιτική Έφεση αρ. Ε 6/2014, ημερ. 27/2/15, Χάρης Σταυράκης κ.ά. ν. Δήμος Λευκωσίας Πολιτική έφεση αρ. Ε 68/2013, ημερ. 24/3/15).
32. Με την ανωτέρω κατάληξή μου, θεωρώ ότι η ενασχόληση του Δικαστηρίου με οτιδήποτε άλλο προβλήθηκε στην υπό κρίση αίτηση και ένσταση παρέλκει.
VΙ. Κατάληξη
33. Υπό το φως των πιο πάνω η Αιτήτρια απέτυχε να στοιχειοθετήσει την τρίτη προϋπόθεση που θέτει το άρθρο 32 του Νόμου 14/1960.
34. Συνακόλουθα η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
35. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Ενάγουσας/Καθ’ ης η Αίτηση και εναντίον της Εναγόμενης/ Αιτήτριας ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) ......................................
Α. Σάββα προσ. Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο