ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΚΟΥΝΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε. ν. HRB TAX GROUP, INC κ.α., Αγωγή αρ.: 154/24, 14/3/2025
print
Τίτλος:
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΚΟΥΝΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε. ν. HRB TAX GROUP, INC κ.α., Αγωγή αρ.: 154/24, 14/3/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ.  ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Π.Ε.Δ.

             

Αγωγή αρ.: 154/24(i)

 

Μεταξύ:

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΚΟΥΝΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

Ενάγοντες

-και-

 

1.         HRB  TAX  GROUP,  INC

2.         H  &  R  BLOCK  GROUP,  INC

3.         H  &  R  BLOCK,  INC

4.         HRB  LUXEMBOURG  S.a.r.l.

5.         ΕΠΙΣΗΜΟΣ  ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ  ΚΑΙ  ΕΦΟΡΟΣ

6.         ΤΜΗΜΑ  ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ

Εναγόμενοι

 

Αίτηση Εναγομένων 1-3 ημερ. 22/5/24

 

Ημερομηνία: 14 Μαρτίου, 2025

Εμφανίσεις:

Για τις Εναγόμενες 1, 2, 3 – Αιτήτριες:  κ. Μ. Κυριακίδης μαζί με την κα Μ. Αυξεντίου και κα Τ. Γεωργαλλίδου για Χάρης Κυριακίδης ΔΕΠΕ

Για την Ενάγουσα – Καθ΄ ης η αίτηση:  κ. Τ. Κουκούνης μαζί με κ. Α. Κουκούνη για Ανδρέας Κουκούνης & ΣΙΑ  ΔΕΠΕ

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η Ενάγουσα με την Απαίτηση της αξιώνει εναντίον των Εναγόμενων 1 - 4 το ποσό των $4.937.616,19 ως αποζημιώσεις για παράβαση σύμβασης, ή συμβατικό χρέος, ή δόλο ή απάτη, ή money had received, ή αμέλεια, ή παράβαση καθήκοντος ή quantum meruit, ή οφειλόμενο ποσό για παρασχεθείσες υπηρεσίες, ή αδικαιολόγητο πλουτισμό ή ψευδείς παραστάσεις.

 

Περαιτέρω, αξιώνει εναντίον των Εναγόμενων 1 - 6 σωρεία διαταγμάτων σε σχέση με την εκκαθάριση της Εταιρείας.

 

Η Ενάγουσα καταχώρισε στις 21/03/2024 μονομερή αίτηση (η Μονομερής Αίτηση για Επίδοση) με την οποία ζητούσε άδεια για επίδοση της Απαίτησης και των σχετικών με αυτή δικαστικών εγγράφων στους Εναγόμενους εκτός δικαιοδοσίας. Το Δικαστήριο στις 28/03/2024 εξέδωσε διάταγμα δίδοντας άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στους Εναγόμενους  (το Διάταγμα Επίδοσης).

 

Με αυτή την αίτηση ζητούνται τα ακόλουθα :

 

Α.        Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να αναγνωρίζεται ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια στερoύνται δικαιοδοσίας να εκδικάσουν την υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό απαίτηση (η Απαίτηση) σε σχέση με τις Εναγόμενες 2 και 3 καθότι:

1.         Δεν υπάρχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση (είτε γραπτή είτε προφορική είτε εξυπακουόμενη) μεταξύ της Ενάγουσας/Καθ’ ης η Αίτηση και των Εναγόμενων 2 και 3/Αιτητριών.

2.         Δεν υφίσταται οποιαδήποτε παράβαση συμβατικής υποχρέωσης μεταξύ της Ενάγουσας/Καθ’ ης η Αίτηση και των Εναγόμενων 2 και 3/Αιτητριών εντός δικαιοδοσίας.

3.         Οι Εναγόμενες 2 και 3/Αιτήτριες δεν έχουν εμπλακεί ή/και συμμετάσχει σε οποιοδήποτε αστικό αδίκημα για το οποίο έχει επέλθει ή πρόκειται να επέλθει ζημία εντός της δικαιοδοσίας αλλά ούτε και έχουν διαπράξει ή υπάρχει πιθανότητα να διαπράξουν οποιαδήποτε πράξη η οποία αποτελεί αστικό αδίκημα εντός της δικαιοδοσίας.

4.         Οι Εναγόμενες 2 και 3/ Αιτήτριες δεν δύναται να διαταχθούν να τελέσουν ή να απέχουν από πράξεις εντός της δικαιοδοσίας λόγω μη ύπαρξης δικαιοδοσίας ή/και αρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου να εκδώσει τέτοιο διάταγμα στο πλαίσιο της Απαίτησης.

5.         Δεν στοιχειοθετείται απαίτηση για αποκατάσταση ή/και απαίτηση για αποκατάσταση η οποία να διέπεται από το δίκαιο της Κύπρου.

6.         Το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να επιληφθεί της Απαίτησης δυνάμει οποιασδήποτε ισχύουσας νομοθεσίας.

Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την ακύρωση ή/και παραμερισμό του διατάγματος ημερομηνίας 28/03/2024 με το οποίο επιτράπηκε η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στις Εναγόμενες 1, 2 και 3 /Αιτήτριες των ακόλουθων δικαστικών εγγράφων (α) του έντυπου απαίτησης ή/και (β) της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 21/03/2024 για επίδοση εκτός δικαιοδοσία του έντυπου απαίτησης και των συναφών δικαστικών εγγράφων στην Απαίτηση (η Μονομερής Αίτηση για Επίδοση) ή/και (γ) του διατάγματος ημερομηνίας 28/03/2024 με το οποίο επιτράπηκε η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας των σχετικών Δικαστικών εγγράφων (το Διάταγμα Επίδοσης) ή/και (δ) οποιουδήποτε άλλου εγγράφου ή/και εντύπου αφορά στην Μονομερή Αίτηση για Επίδοση ή/και άλλου εντύπου που προβλέπεται στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας για τους ακόλουθους λόγους:

1.         Τα Κυπριακά Δικαστήρια στερούνται δικαιοδοσίας να εκδικάσουν την Απαίτηση σε σχέση με τις Εναγόμενες 2 και 3 για τους λόγους που αναφέρονται στα Α(1) – Α(6) ανωτέρω.

2.         Η Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση παρέλειψε να προβεί σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων ή/και απέκρυψε από το Δικαστήριο ουσιώδη γεγονότα ή/και έγγραφα ή/και παραπλάνησε το Δικαστήριο ή/και δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια.

3.         Η Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση απέτυχε να δείξει εκ πρώτης όψεως (prima facie) καλή αιτία αγωγής ή/και καλή και συζητήσιμη υπόθεση εναντίον των Αιτητριών ή/και η υπόθεση δεν είναι κατάλληλη για επίδοση εκτός Κύπρου.

Γ.         Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την ακύρωση ή/και παραμερισμό του διατάγματος ημερομηνίας 28/03/2024 με το οποίο επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση στις Εναγόμενες 1, 2 και 3 / Αιτήτριες των ακόλουθων δικαστικών εγγράφων: (α) του έντυπου απαίτησης στην Απαίτηση ή/και (β) της Μονομερούς Αίτησης για Επίδοση ή/και (γ) το Διάταγμα Επίδοσης ή/και (δ) οποιουδήποτε άλλου εγγράφου ή/και εντύπου αφορά στην Μονομερή Αίτηση για Επίδοση ή/και άλλου εντύπου που προβλέπεται στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας για τους ακόλουθους λόγους:

1.         Η Μονομερής Αίτηση για Επίδοση στη βάση της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα για υποκατάστατη επίδοση στηρίζεται επί λανθασμένης ή/και ελλιπούς νομικής βάσης.

 2.        Η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Μονομερή Αίτηση για Επίδοση δεν περιέχει αποδεκτή ή/και επαρκή μαρτυρία που να δικαιολογεί την έκδοση του Διατάγματος Επίδοσης ή/και είναι ελλιπής.

3.         Η Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση απέτυχε να αποδείξει ότι δεν είναι εφικτή η επίδοση των σχετικών με την παρούσα Απαίτηση δικαστικών εγγράφων προς τις Εναγόμενες 1, 2 και 3/Αιτήτριες μέσω των προνοιών της Σύμβασης για την επίδοση και κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, η οποία συνομολογήθηκε στη Χάγη το 1965 και η οποία επικυρώθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία με τον κυρωτικό νόμο περί Συμβάσεως περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεων (Κυρωτικός) Νόμος του 1982 (Νόμος 40/1982) προτού αποταθεί για την έκδοση υποκατάστατης επίδοσης με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.

4. Η Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση παρέλειψε να διευκρινίσει ή/και παραπλάνησε το Δικαστήριο ως προς τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες επιτράπηκε η επίδοση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο πλαίσιο της Αίτησης υπ’ αριθμόν 4/2023 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας.

5.Το διάταγμα για υποκατάστατη επίδοση είναι ελλιπές ή/και αόριστο και γενικό ή/και εμπεριέχει ενναλακτικούς τρόπους επίδοσης ή/και δεν διευκρινίζει ποια μέθοδο έχει προτεραιότητα ή/και την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να προσμετρά η προθεσμία των 30 ημερών για την καταχώριση σημειώματος εμφάνισης από τις Εναγόμενες 1, 2 και 3/ Αιτήτριες. 

Δ. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την ακύρωση ή/και παραμερισμό της φερόμενης διαδικασίας επίδοσης σε σχέση με τις Εναγόμενες 1, 2 και 3/Αιτητριών των σχετικών με την παρούσα Απαίτηση δικαστικών εγγράφων η οποία δήθεν διενεργήθηκε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή/και μέσω ιδιωτικής εταιρείας ταχείας μεταφοράς («courier service»).

Ε. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την ακύρωση ή/και παραμερισμό ή/και απόρριψη ή/και διαγραφή ή/και αναστολή της Απαίτησης ή/και του εντύπου Απαίτησης εναντίον των Εναγόμενων 1, 2 και 3/Αιτητριών για τον λόγο ότι η έγερσή της ή/και συνέχισή της συνιστά κατάχρηση διαδικασίας.

 

Η Αίτηση βασίζεται (1) στη Σύμβαση της Χάγης περί της εν Αλλοδαπή Επιδόσεως Δικαστικών Εγγράφων σε Αστικές και Εμπορικές Υποθέσεις που κυρώθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία με τον Νόμο Ν. 40/1982 και ειδικότερα στο άρθρο 10(2) στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023 και ειδικότερα στο Μέρος 1 (Κ.1.2, 1.3, 1.4), Μέρος 3 (Κ.3.8), στο Μέρος 6 (Κ. 6.7, 6.8, 6.10, 6.11, 6.13, 6.14), στο Μέρος 7 (Κ. 7.1, 7.4, 7.5), στο Μέρος 10 (Κ. 10.1(3), 10.1(5), 10.13), στο Μέρος 12 (Κ. 12.1(1)-(9)), στο Μέρος 16 (Κ. 16.2, 16.3, 16.4, 16.5, 16.12, 16.13), Μέρος 22, Μέρος 23 (Κ. 23.1, 23.2, 23.3, 23.4, 23.5, 23.6, 23.8, 23.9, 23.10, 23.11, 23.12, 23.13, 23.14, 23.15, 23.16), στο Μέρος 25 (Κ. 25.1, 25.3), στο Μέρος 32 (Κ. 32.13, 32.14, 32.15, 32.17), Μέρος 38 (Κ. 38.1) και στο Μέρος 39  (3) στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6, άρθρο 3 (4) στον περί Δικαστηρίων Νόμο Ν. 14/1960, άρθρα 2, 21, 22, 29(1)(γ) και 31, (5) στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, άρθρα 1, 4 – 8, 25, και 27 – 34, (6) στους περί Επίλυσης Διαφορών που προκύπτουν από Παροχή Υπηρεσιών των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμούς του 2018 (ΚΔΠ 171/2018), (7) στην Κατάργηση των περί των Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμών του 1985 έως 2017 (ΚΔΠ 172/2018), (8) στον περί Δικηγόρων Νόμων, Κεφ. 2, άρθρο 24 (9) στον περί Συμβάσεων Νόμο, Κεφ. 149 και ειδικότερα αλλά χωρίς περιορισμό στα άρθρα 2, 73 – 75, (10) στον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο, Κεφ. 148, και ειδικότερα αλλά χωρίς περιορισμό στα άρθρα 2, 36, 37, 51, 61, (11) στα άρθρα 26, 30 και 169 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, (12) στον Περί Εταιρειών Νόμο, Κεφ. 113 και ειδικότερα αλλά χωρίς περιορισμό στα άρθρα 203-243, 261-292, 298-323, 326, 237, 237Α (13) στις αρχές της επιείκειας και του κοινοδικαίου, (14) στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και την πρακτική και σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου και (15) στο φάκελο του δικαστηρίου.

 

Η αίτηση στηρίζεται σε ένορκη δήλωση της  Έλενας Καπφχάμερ, δικηγόρου, η οποία ως αναφέρει, είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη να προβεί στην ένορκη δήλωση εκ μέρους των Εναγομένων 1, 2 και 3, Αιτητριών (οι Αιτήτριες). Προβαίνει η ίδια στην ένορκη δήλωση διότι οι Αιτήτριες αποτελούν οντότητες με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και οι εκπρόσωποι και αξιωματούχοι αυτών διαμένουν στο εξωτερικό με αποτέλεσμα να μην ήταν εφικτή η κάθοδος τους στην Κύπρο για να ορκιστούν, λόγω προσωπικών και επαγγελματικών υποχρεώσεων. Όσα η ενόρκως δηλούσα αναφέρει μπορούν να συνοψιστούν στα ακόλουθα :

 

Σε ότι αφορά τους διαδίκους της παρούσας διαδικασίας, η Ενάγουσα είναι δικηγορική εταιρεία με έδρα τη Λάρνακα, οι Εναγόμενες 1 – 3 είναι νομικές οντότητες (corporations) εγγεγραμμένες στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, η TRIBENA LIMITED είναι Κυπριακή εταιρεία και βρίσκεται υπό καθεστώς εκούσιας εκκαθάρισης (η Εταιρεία). Η Εναγόμενη 2 είναι η μητρική εταιρεία της Εναγόμενης 1 ενώ η Εναγόμενη 3 είναι ο τελικός πραγματικός δικαιούχος της Εταιρείας.

 

Σε σχέση με τις δικαστικές διαδικασίες που έχει καταχωρήσει η Ενάγουσα, αναφέρει ότι στις 11/12/2023, η Ενάγουσα προχώρησε με την καταχώριση της αίτησης υπ’ αριθμόν 4/2023 σε μονομερή βάση εναντίον τόσο των Εναγόμενων στην παρούσα διαδικασία αλλά και άλλων αλλοδαπών τραπεζικών ιδρυμάτων αξιώνοντας σωρεία απαγορευτικών διαταγμάτων. Το Δικαστήριο εξέδωσε τα ενδιάμεσα διατάγματα στις 13/12/2023 στα οποία περιλαμβανόταν διάταγμα παγοποίησης των περιουσιακών στοιχείων των Καθ’ ων η Αίτηση στην εν λόγω διαδικασία ύψους περίπου $5.000.000 Δολαρίων Αμερικής (το Ενδιάμεσο Διάταγμα). Ενόψει του ότι η ύπαρξη του Ενδιάμεσου Διατάγματος προκάλεσε επιπλοκές στις καθημερινές δραστηριότητες των Καθ’ ων η Αίτηση, στις 21/12/2023, ημερομηνία κατά την οποία το Ενδιάμεσο Διάταγμα ήταν επιστρεπτέο, οι Καθ’ ων η Αίτηση 1- 4 αποδέχτηκαν όπως κατατεθεί το ποσό των $5.000.000 Δολαρίων Αμερικής στο λογαριασμό του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας ως μια ενδιάμεση λύση έτσι ώστε να ανασταλούν τα διατάγματα που αφορούσαν την παγοποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων και την αποκάλυψη και να τους δοθεί ο απαραίτητος χρόνος να καταχωρίσουν την ένσταση τους. Ταυτόχρονα με αυτή τη διευθέτηση η Ενάγουσα διασφάλιζε εντός δικαιοδοσίας το ποσό της απαίτησης της έως ότου δικαστεί το ζήτημα. Η πιο πάνω διευθέτηση έγινε με πλήρη επιφύλαξη των δικαιωμάτων των Καθ’ ων η Αίτηση 1-4 να αμφισβητήσουν την ορθότητα έκδοσης του Ενδιάμεσου Διατάγματος. Το πιο πάνω ποσό κατατέθηκε στο λογαριασμό του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας από την Εναγόμενη 1 στις 28/12/2023. Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1-4 καταχώρισαν την ειδοποίηση ένστασης τους στις 12/01/2024, η ύπαρξη και το περιεχόμενο της οποίας δεν αποκαλύφθηκε από την Ενάγουσα στην παρούσα διαδικασία και στο στάδιο που η Ενάγουσα αποτάθηκε μονομερώς στο Δικαστήριο για την έκδοση του Διατάγματος Επίδοσης.  Στις 12/02/2024, ημερομηνία κατά την οποία η εν λόγω αίτηση ήταν ορισμένη για ακρόαση και κατόπιν διαβούλευσης των μερών τόσο μεταξύ τους όσο και με το Δικαστήριο, αποφασίστηκε όπως εκδοθεί εκ συμφώνου διάταγμα.

 

Στο πλαίσιο της πιο πάνω διαδικασίας, η Ενάγουσα έκρινε πρέπον όπως λάβει άδεια για να καταχωρίσει αίτηση εναντίον της Εταιρείας με σκοπό να λάβει άδεια για την έγερση της Απαίτησης εναντίον της ή του εκκαθαριστή της. Ως προς τούτο και με βάση τους όρους του Ενδιάμεσου Διατάγματος προχώρησε στις 20/12/2023 στην καταχώριση της εταιρικής αίτησης υπ’ αριθμόν 831/2023 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Ο εκκαθαριστής της Εταιρείας καταχώρησε ένσταση.

 

Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της ΕΔ Κουκούνη αλλά και από το ίδιο το έντυπο απαίτησης και την Έκθεση Απαίτησης, η Ενάγουσα ισχυρίζεται ότι έχει πέσει θύμα ενός δήθεν δολίου σχεδίου εξαπάτησης από τους Εναγόμενους που στόχο είχε να της αποστερήσει το ποσό των περίπου $5.000.000 Δολαρίων Αμερικής που αφορούσε υπηρεσίες που παρείχε στην Εναγόμενη 1 και οι οποίες αντιστοιχούσαν στη σύνταξη δύο απλών συμφωνιών. Σύμφωνα με την Ενάγουσα, μέρος του εν λόγω δήθεν δολίου σχεδίου ήταν και η εκκαθάριση της Εταιρείας. Είναι η θέση τους ότι η Ενάγουσα έχει παρουσιάσει τα γεγονότα με το δικό της τρόπο και με όποια χρονολογική σειρά ήθελε με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας παραπλανητικής εικόνας προς το Δικαστήριο. Ως εκ τούτου, παραθέτει την πραγματική διάσταση των γεγονότων ως έχουν εξελιχθεί και με τη σωστή χρονολογική σειρά.

 

Ως αναφέρει η ομνύουσα, η σχέση μεταξύ της Ενάγουσας και της Εναγόμενης 1 άρχισε κατά τον Δεκέμβριο του 2017 όταν υπογράφηκε η συμφωνία υπηρεσιών με ημερομηνία 6/11/2017 (η Συμφωνία Υπηρεσιών). Η εν λόγω συμφωνία καθόριζε τους όρους και προϋποθέσεις που διέπαν τη συμβατική τους σχέση και συνοδευόταν επίσης από τους Όρους (Business Terms). Η Ενάγουσα, κατόπιν γραπτών οδηγιών αποκλειστικά από τους εξουσιοδοτημένους εκπροσώπους της Εναγόμενης 1, παρείχε νομικές και φορολογικές υπηρεσίες στην Εναγόμενη 1 και διοικητικές υπηρεσίες στην Εταιρεία, βάσει της Συμφωνίας Υπηρεσιών (Τεκμήριο ΔΚ9 στην ΕΔ Κουκούνη). Οι όροι φαίνονται στο Τεκμήριο ΔΚ10 στην ΕΔ Κουκούνη. Η Συμφωνία Υπηρεσιών συμφωνήθηκε και υπογράφτηκε αποκλειστικά μεταξύ της Εναγόμενης 1 και της Ενάγουσας. Οι υπόλοιπες οντότητες τις οποίες η Ενάγουσα έχει προσθέσει ως διαδίκους στην Απαίτηση δεν έχουν καμία απολύτως σχέση (συμβατική ή άλλως πως) με την Ενάγουσα. Καμία απολύτως υπηρεσία δεν είχε παρασχεθεί στις εν λόγω οντότητες, όπως παραπλανητικά και ψευδώς αναφέρεται στην ΕΔ Κουκούνη και ούτε οι εν λόγω οντότητες έδωσαν ποτέ απευθείας οδηγίες στην Ενάγουσα για την παροχή οποιασδήποτε εργασίας.  Όλες οι υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε σχέση με την Εταιρεία παρασχέθηκαν στη βάση της Συμφωνίας Υπηρεσιών και των Όρων (δηλαδή οι εν λόγω υπηρεσίες που αφορούσαν την Εταιρεία παρασχέθηκαν και τιμολογήθηκαν στην Εναγόμενη 1, και όχι απευθείας στην Εταιρεία). Δεν υπογράφηκε ξεχωριστή Συμφωνία Υπηρεσιών μεταξύ της Ενάγουσας και των άλλων Εναγόμενων ή της Εταιρείας ούτε συμφωνήθηκε ποτέ οποιαδήποτε μορφή συμφωνίας (είτε προφορική είτε γραπτή). Βάσει της ανωτέρω Συμφωνίας Υπηρεσιών και από την αρχή της συνεργασίας τους έως τον Μάιο του 2023, η Ενάγουσα παρείχε υπηρεσίες στην Εναγόμενη 1 και εξέδιδε κατά καιρούς τα τιμολόγια της που αντιστοιχούσαν στις νομικές και διοικητικές της αμοιβές. Τα τιμολόγια που εκδόθηκαν από την Ενάγουσα βασίστηκαν στους όρους της Συμφωνίας Υπηρεσιών και συγκεκριμένα, στη ρήτρα 2, η οποία προβλέπει χρέωση στη βάση ωριαίων χρεώσεων. Η Εναγόμενη 1, με τη σειρά της, διευθετούσε την πληρωμή των εκδοθέντων τιμολογίων έγκαιρα και χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση. Επισυνάπτει ως Τεκμήριο 2 δέσμη εγγράφων που περιλαμβάνει όλα τα προηγούμενα τιμολόγια που εκδόθηκαν από την Ενάγουσα για τις υπηρεσίες της, τα οποία χρεώθηκαν όλα με ωριαία χρέωση τα οποία καλύπτουν την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2018 μέχρι τις 25/04/2023 και έχουν πλήρως αποπληρωθεί από την Εναγόμενη 1.

 

Κατά ή περί τον Μάιο/Ιούνιο του 2021, οι εκπρόσωποι της Εναγόμενης 1 εξέφρασαν την πρόθεση τους για αναδιάρθρωση ορισμένων οντοτήτων του Ομίλου και δη τη διάθεση χρεογράφων (promissory notes) που εκδόθηκαν από την Εταιρεία. Προκειμένου να γίνει αυτό, η κατάρτιση δύο εταιρικών συμφωνιών ήταν απαραίτητη. Η εργασία που η Ενάγουσα ανέλαβε να διεκπεραιώσει ήταν η κατάρτιση των ακόλουθων εταιρικών συμφωνιών (οι Συμφωνίες), οι οποίες αποτελούνται συνολικά από 10 σελίδες, ήτοι της Συμφωνίας που τιτλοφορείται ως “Note Distribution – Assignment and Part Settlement Agreement” και αφορούσε το χρεόγραφο ημερομηνίας 14/122017 και της Συμφωνίας που τιτλοφορείται ως “Note Distribution -Set Off and Settlement Agreement” και αφορούσε διάφορα χρεόγραφα που εκδόθηκαν. Οι Συμφωνίες επισυνάπτονται ως Τεκμήριο ΔΚ11 στην ΕΔ Κουκούνη καθώς και στο έντυπο απαίτησης.

 

Ως προκύπτει από το περιεχόμενο των Συμφωνιών και σε αντίθεση με τα όσα παρουσιάζονται στην ΕΔ Κουκούνη περί πολυπλοκότητας, οι Συμφωνίες στην πραγματικότητα ήταν πολύ απλές. Για τη σύνταξη τους, χρεώθηκε από την Ενάγουσα αμοιβή ύψους $4.937.616,19 Δολαρίων Αμερικής. Το τιμολόγιο εκδόθηκε προς την Εναγόμενη 1. Η Ενάγουσα σε μια προσπάθεια να αιτιολογήσει την υπερβολική, αυθαίρετη και δυσανάλογη χρέωση δικηγορικών εξόδων, υποστηρίζει στην παράγραφο 18 της ΕΔ Κουκούνη ότι πριν από τη σύνταξη των Συμφωνιών, προηγήθηκαν διάφορες συζητήσεις και ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων για περίοδο 1 ½ έτους. Όπως προκύπτει από το Τεκμήριο 2, οι πιο πάνω συζητήσεις, τηλεφωνικές κλήσεις, και ηλεκτρονική αλληλογραφία είχαν ήδη χρεωθεί ξεχωριστά από την Ενάγουσα σύμφωνα με τις ωριαίες χρεώσεις που αναφέρονται στην Συμφωνία Υπηρεσιών και έχουν εξοφληθεί πλήρως από την Εναγόμενη 1. Το ποσό των $4.937.616,19 Δολαρίων Αμερικής αφορούσε αποκλειστικά τη σύνταξη των δύο Συμφωνιών.

 

Στις 7/07/2023, η Ενάγουσα εξέδωσε το τιμολόγιο με αρ. P.160-2023 (το Τιμολόγιο) σχετικά με τη σύνταξη των Συμφωνιών, τα οποία αποστάλθηκαν στην Εναγόμενη 1 στις 8/062023 μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Το αίτημα πληρωμής και το Τιμολόγιο επισυνάπτονται ως Τεκμήριο ΔΚ12 στην ΕΔ Κουκούνη. Το πιο πάνω Τιμολόγιο σόκαρε την Εναγόμενη 1 και τους εκπροσώπους της, οι οποίοι επικοινώνησαν με την Ενάγουσα και συγκεκριμένα με την κα. Δημήτρια Κουκούνη, η οποία ήταν η δικηγόρος που χειριζόταν την υπόθεση, και εξέφρασαν τις ανησυχίες τους σε σχέση με το αίτημα πληρωμής, ως προνοείται στη ρήτρα 3.4 της Συμφωνίας Υπηρεσιών. Η σχετική αλληλογραφία που ανταλλάχθηκε μεταξύ της Εναγόμενης 1 και της Ενάγουσας από τις 9/06/2023 μέχρι τις 21/06/2023 επισυνάπτεται ως Τεκμήριο ΔΚ15 στην ΕΔ Κουκούνη. Οι εκπρόσωποι της Εναγόμενης 1 μίλησαν προσωπικά με την κα. Δημήτρια Κουκούνη στις 13/06/2023.

 

Δεδομένου του ότι οι εκπρόσωποι της Εναγόμενης 1 δεν ήταν ικανοποιημένοι με τις διευκρινίσεις που τους παρείχε η Ενάγουσα σε σχέση με τον υπολογισμό της αμοιβής της για την σύνταξη των Συμφωνιών προχώρησαν με τη διενέργεια δικής τους έρευνας. Προς έκπληξη τους διαπίστωσαν ότι οι Κανονισμοί του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου είχαν καταργηθεί και δεν ήταν πλέον σε ισχύ. Η Εναγόμενη 1 διόρισε τη HARRIS KYRIAKIDES για να εξετάσει το ζήτημα και να αμφισβητήσει επαρκώς το Τιμολόγιο. Στις παραγράφους 30 - 36 της ΕΔ Κουκούνη παρουσιάζεται η αλυσίδα αλληλογραφίας που αντάλλαξε η Ενάγουσα με την HARRIS KYRIAKIDES αλλά παραλείπει να αποκαλύψει την επιχειρηματολογία που προβάλλει η Εναγόμενη 1 σε σχέση με το Τιμολόγιο και τους λόγους για τους οποίους αυτό δεν έχει αποπληρωθεί. Στις 7/07/2023, η HARRIS KYRIAKIDES, εκ μέρους της Εναγόμενης 1 απέστειλε την επιστολή Τεκμήριο 3 στην Ενάγουσα (η Επιστολή), αμφισβητώντας το Αίτημα Πληρωμής και το Τιμολόγιο, ζητώντας της να ανακαλέσει το αίτημα πληρωμής και να ακυρώσει το Τιμολόγιο και να αποστείλει λεπτομερή ανάλυση των εργασιών που πραγματοποιήθηκαν σε σχέση με τη σύνταξη των Συμφωνιών, ώστε να μπορεί να εκδοθεί σωστό τιμολόγιο (proper invoice).

 

Στις 4/07/2023, το διοικητικό συμβούλιο της Εταιρείας, ασκώντας τις εξουσίες του που απορρέουν από τον κανονισμό 112 του Καταστατικού εγγράφου της εταιρείας, εξέδωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία η COUCOUNIS (DIRECTORS & SECRETARIES) LIMITED, εταιρεία που ανήκει στον εταιρικό βραχίονα της Ενάγουσας, απομακρύνθηκε από τη θέση της γραμματέα με άμεση ισχύ και αντικαταστάθηκε από τη νέα γραμματέα, δηλαδή την ALTER DOMUS SERVICES LIMITED. Με την ίδια απόφαση, αποφασίστηκε ότι θα αλλάξει και το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας. Η πιο πάνω απόφαση γνωστοποιήθηκε στην COUCOUNIS (DIRECTORS & SECRETARIES) LIMITED μέσω επιστολής ημερομηνίας 7/07/2023 που απέστειλε η HARRIS KYRIAKIDES εκ μέρους της Εναγόμενης 1. Επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 5 αντίγραφό του μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μαζί με την επιστολή ημερομηνίας 7/07/2023, καθώς και την σχετική επιβεβαίωση του αποδεικτικού παράδοσης και ανάγνωσης. Σύμφωνα με αυτή την επιστολή, η Εναγόμενη 1 ζήτησε από την COUCOUNIS (DIRECTORS & SECRETARIES) LIMITED να παραδώσει τα βιβλία και αρχεία της εταιρείας στη νέα γραμματέα και για αυτό τον σκοπό τους ενημέρωσε ότι εκπρόσωπος της νέας γραμματέα θα παρευρεθεί στα γραφεία τους στις 11 Ιουλίου 2023.

 

Στην παράγραφο 31 της ΕΔ Κουκούνη, η ενόρκως δηλούσα υποστηρίζει ότι στις 10/07/2023 η Μαρία Αυξεντίου από τη HARRIS KYRIAKIDES την κάλεσε και την ρώτησε εάν έλαβε τις επιστολές ημερομηνίας 7/07/2023 και ότι επιβεβαίωσε την παραλαβή μόνο μίας επιστολής. Είναι η θέση τους ότι η ορθή και πραγματική σειρά των γεγονότων περιγράφεται λεπτομερώς στην επιστολή ημερομηνίας 11/07/2023 (Τεκμήριο ΔΚ18 της ΕΔ Κουκούνη).

 

Ακολούθησαν συνολικά 3 ανεπιτυχείς προσπάθειες για παραλαβή των βιβλίων και αρχείων της Εταιρείας. Στις 13/10/2023, η TRIBENA υπέβαλε καταγγελία στις Κυπριακές Αστυνομικές Αρχές κατά της COUCOUNIS (DIRECTORS & SECRETARIES) LIMITED για παράνομη κατακράτηση εταιρικών και άλλων εγγράφων, η οποία βρίσκεται υπό εξέταση. Στη βάση του διατάγματος ημερομηνίας 13/02/2024, η COUCOUNIS (DIRECTORS & SECRETARIES) LIMITED διατάχθηκε να παραδώσει τα βιβλία και αρχεία της Εταιρείας στους δικηγόρους της Εναγόμενης 1.

 

Η Ενάγουσα απάντησε στην Επιστολή σχετικά με το αίτημα πληρωμής και το Τιμολόγιο, καθώς και στην επιστολή ημερομηνίας 7 Ιουλίου 2023 σχετικά με την Εταιρεία στις 11 Ιουλίου 2023. Αντίγραφα των εν λόγω επιστολών καθώς και σύνοψη του περιεχομένου τους επισυνάπτεται ως Τεκμήριο ΔΚ17 στην ΕΔ Κουκούνη και στην παράγραφο 32 της ΕΔ Κουκούνη, αντίστοιχα.

 

Στην παράγραφο 34 της ΕΔ Κουκούνη, η Ενάγουσα, σε μια προσπάθεια δήθεν να συμμορφωθεί με την υποχρέωση της για πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη, επιχείρησε να συνοψίσει στο Δικαστήριο το περιεχόμενο της απάντησης της Εναγόμενης 1 στις επιστολές της ημερομηνίας 11/07/2023. Σύμφωνα με την ενόρκως δηλούσα, ο τρόπος που η Ενάγουσα το έπραξε όχι μόνο είναι ανεπαρκής αλλά και παραπλανητικός.

 

Η ενόρκως δηλούσα στην παράγραφο 34(α) της ΕΔ Κουκούνη ανέφερε ψευδώς και παραπλανητικά ότι η Εναγόμενη 1 με επιστολή της ημερομηνίας 20/07/2023, επιβεβαίωσε ότι για την αλλαγή της γραμματέας της Εταιρείας απαιτείται ψήφισμα των μετόχων. Ως προκύπτει από την επιστολή ημερομηνίας 20/07/2023 (Τεκμήριο ΔΚ19 στην ΕΔ Κουκούνη), η Εναγόμενη 1 επέμενε ότι το ψήφισμα του Διοικητικού Συμβουλίου ημερομηνίας 4/07/2023 ήταν σωστό και ότι η COUCOUNIS (DIRECTORS & SECRETARIES) LIMITED έχει απομακρυνθεί από τότε και ότι δεν είναι πλέον γραμματέας της εταιρείας. Τονίσθηκε ότι η ερμηνεία που δόθηκε από την Ενάγουσα στον Κανονισμό 112 του Καταστατικού εγγράφου ήταν λανθασμένη και ότι αγνοεί το γεγονός ότι η εξουσία διορισμού ή παύσης του γραμματέα εναπόκειται στο Διοικητικό Συμβούλιο. Εν πάση περιπτώσει, και προκειμένου να αποφευχθούν περαιτέρω συζητήσεις επί του θέματος, η Εταιρεία προσκόμισε επίσης ψήφισμα των μετόχων που επιβεβαιώνει την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου να απομακρύνει την COUCOUNIS (DIRECTORS & SECRETARIES) LIMITED από τη θέση του γραμματέα.

 

Αναφορικά με τους ισχυρισμούς που παρουσίασε η Ενάγουσα περί κατασκευής εγγράφων, η Εναγόμενη 1 ζήτησε από την Ενάγουσα να τεκμηριώσει τη θέση της. Επίσης, η Εναγόμενη 1 έδωσε την τελική ειδοποίηση για την παράδοση των εγγράφων για τη Δευτέρα, 24/07/2023 στις 11:00 π.μ.

 

Η Ενάγουσα απάντησε στις επιστολές ημερομηνίας 20/07/2023 σχετικά με την Εταιρεία και το Αίτημα Πληρωμής στις 24/07/2023. Αντίγραφα των εν λόγω επιστολών καθώς και σύνοψη του περιεχομένου τους επισυνάπτεται ως Τεκμήριο ΔΚ20 και στην παράγραφο 35 της ΕΔ Κουκούνη.

 

Στις 11/08/2023, η HARRIS KYRIAKIDES, εκ μέρους της Εναγόμενης 1, απάντησε στην επιστολή ημερομηνίας 24/07/2023 αναφορικά με το αίτημα πληρωμής, απέρριψε το περιεχόμενο της επιστολής στην ολότητά του, υιοθέτησε τη θέση της ως αναφέρεται σε προηγούμενες επιστολές και ενημέρωσε την Ενάγουσα ότι δεν θα συμμετέχει σε περαιτέρω αλληλογραφία σε σχέση με το πιο πάνω ζήτημα. Η εν λόγω επιστολή επισυνάπτεται ως Τεκμήριο ΔΚ21 στην ΕΔ Κουκούνη.

 

Στην παράγραφο 26 της ΕΔ Κουκούνη, αναφέρεται ότι εκδόθηκε ένα άλλο τιμολόγιο προς την Εναγόμενη 1 για την παροχή άλλων υπηρεσιών. Το τιμολόγιο με αρ. P.159-2023 (το Δεύτερο Τιμολόγιο) που αντιστοιχεί σε 28.695,81 Ευρώ και αφορά καθαρά την αμοιβή για την παροχή διοικητικών και άλλων υπηρεσιών που παρασχέθηκαν σε σχέση με την Εταιρεία επισυνάπτεται ως Τεκμήριο ΔΚ14 στην ΕΔ Κουκούνη. Σημειώνει ότι κατά την Ενάγουσα η δήθεν παραπλάνηση ως προς τη μη πληρωμή του Δευτέρου Τιμολογίου αποτελεί μέρος του δολίου σχεδίου και ίσως την κύρια δόλια πράξη ή ενέργεια των Εναγόμενων. Στη συνέχεια παρουσιάζει την πραγματική, σύμφωνα με τη θέση τους εικόνα των γεγονότων σε σχέση με το Δεύτερο Τιμολόγιο το οποίο εκδόθηκε στις 7/06/2023 και στάλθηκε στην Εναγόμενη 1 μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 8/06/2023 μαζί με το αίτημα πληρωμής και το Τιμολόγιο. Η Εναγόμενη 1 ουδέποτε αμφισβήτησε το Δεύτερο Τιμολόγιο και είχε πάντοτε την πρόθεση να το ξοφλήσει. Προσθέτει ότι όλα τα τιμολόγια που εκδόθηκαν από την Ενάγουσα πληρώθηκαν αποκλειστικά από την Εναγόμενη 1. Οι λοιποί Εναγόμενοι και συγκεκριμένα το Λογιστήριο τους ουδέποτε ενεπλάκησαν σε οποιαδήποτε διαδικασία πληρωμής σχετικά με το επίδικο τιμολόγιο. Η Εναγόμενη 1 ουδέποτε υπήρξε διστακτική στο να πληρώσει το Δεύτερο Τιμολόγιο και στις 13/02/2024 το Δεύτερο Τιμολόγιο ξοφλήθηκε πλήρως.

 

Στις 19/10/2023, η Εταιρεία TRIBENA LIMITED τέθηκε υπό εκούσια εκκαθάριση από τα μέλη της κατόπιν δήλωσης φερεγγυότητας από τους διευθυντές της εταιρείας. Το γεγονός αυτό δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 3/11/2023. Η Ενάγουσα λανθασμένα παρουσιάζει στις παραγράφους 40-41 της ΕΔ Κουκούνη ότι δεν γνώριζε για την πρόθεση εκκαθάρισης της TRIBENA και ότι το διαπίστωσε μόλις στις αρχές Δεκεμβρίου. Πέραν της δημοσίευσης, η Ενάγουσα γνώριζε πολύ καλά την πρόθεση εκκαθάρισης της Εταιρείας πολύ πριν τον Απρίλιο/Μάιο 2023 αφού πραγματοποιήθηκαν προφορικές συζητήσεις μεταξύ της Ενάγουσας και των εκπροσώπων της Εναγόμενης 1. Παραπέμπει σε ηλεκτρονική αλληλογραφία που ανταλλάχθηκε τον Μάιο/Ιούνιο 2023 με την κα Δημήτρια Κουκούνη και επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 7 και σε σχετικές συναντήσεις που έγιναν. Προσθέτει ότι η εκούσια εκκαθάριση της Εταιρείας προωθήθηκε για καθαρά επιχειρηματικούς και διαρθρωτικούς σκοπούς και όχι για οποιονδήποτε άλλο λόγο. Οι σύμβουλοι της Εταιρείας έχουν προβεί σε δήλωση ότι μπορεί να αποπληρώσει τα χρέη της και δεν τίθεται ζήτημα παραπλάνησης των πιστωτών της. Σημειώνει επίσης ότι η Ενάγουσα δεν αποτελεί πιστωτή της Εταιρείας.

 

Είναι περαιτέρω η θέση τους ότι τα Κυπριακά Δικαστήρια στερούνται δικαιοδοσίας να εκδικάσουν την Απαίτηση σε σχέση με τις Εναγόμενες 2 και 3 καθότι δεν πληρούνται οποιεσδήποτε από τις προϋποθέσεις που τίθενται στον Κανονισμό 6.8 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας. Είναι η θέση των Εναγόμενων 2 και 3 ότι δεν υπάρχει αλλά ούτε υπήρξε οποιαδήποτε συμβατική σχέση με την Ενάγουσα, με αποτέλεσμα να μην υφίστανται οι ισχυρισμοί περί παράβασης σύμβασης ή συμβατικού χρέους.

 

Περαιτέρω, είναι η θέση των Εναγόμενων 2 και 3 ότι δεν έχουν εμπλακεί ή συμμετάσχει σε κανένα αστικό αδίκημα. Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της ΕΔ Κουκούνη, η Ενάγουσα προωθεί τον ισχυρισμό περί ύπαρξης ενός δολίου σχεδίου εξαπάτησης από τους Εναγόμενους για τη δήθεν αποφυγή των νομικών τους υποχρεώσεων. Από το περιεχόμενο του εντύπου Απαίτησης και της Έκθεσης Απαίτησης διαφαίνεται ότι η Ενάγουσα στηρίζει τον ισχυρισμό περί δολίου σχεδίου στο ότι οι Εναγόμενοι την παραπλάνησαν ότι θα αποπληρώσουν το Δεύτερο Τιμολόγιο αλλά δεν το έπραξαν και αντί αυτού προχώρησαν με την εκκαθάριση της Εταιρείας. Είναι η θέση τους ότι η σύνδεση που προσπαθεί να κάνει η Ενάγουσα μεταξύ της μη πληρωμής του Δευτέρου Τιμολογίου και της εκκαθάρισης της Εταιρείας είναι ανυπόστατη και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς της. Περαιτέρω, είναι η θέση των Αιτητριών ότι η πρόθεση για εκκαθάριση της Εταιρείας είχε γεννηθεί πολύ πριν την έκδοση των Τιμολογίων και ότι η Ενάγουσα γνώριζε για την πρόθεση εκκαθάρισης της Εταιρείας πολύ πριν από τον Απρίλιο/Μάιο του 2023.

 

Σε σχέση με την δήθεν παραπλάνηση για την πληρωμή του Δευτέρου Τιμολογίου επαναλαμβάνει τη μη αμφισβήτηση του. Από την ημερομηνία έκδοσής του χρειάστηκαν 4 και πλέον μήνες για να αποστείλει η Ενάγουσα ηλεκτρονικό μήνυμα υπενθύμισης στην Εναγόμενη 1 για την πληρωμή του και συνολικά χρειάστηκαν 6 μήνες για να διαπιστώσει η Ενάγουσα ότι η πληρωμή του Δευτέρου Τιμολογίου εξακολουθεί να εκκρεμεί. Η καθυστέρηση στην πληρωμή του Δευτέρου Τιμολογίου σε καμία περίπτωση δεν οφειλόταν σε πρόθεση μη πληρωμής αλλά αντιθέτως σε ασυνεννοησία μεταξύ των αρμόδιων προσώπων για την έγκαιρη εξόφληση του.

 

Σημειώνει ότι το Δεύτερο Τιμολόγιο έχει πλήρως εξοφληθεί τον Φεβρουάριο του 2024 με αποτέλεσμα η όποια ζημία και να είχε υποστεί η Ενάγουσα να έχει πλέον θεραπευτεί. Ακόμη και μετά από αυτό η Ενάγουσα συνεχίζει να επικαλείται τη μη πληρωμή του ως βάση για να στοιχειοθετήσει την Απαίτηση της γεγονός που δείχνει την καταχρηστική της συμπεριφορά. Τέλος, αναφέρει ότι ο χρόνος που μεσολάβησε από τον Δεκέμβριο του 2023 μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2024, δεν συνιστά σε καμία περίπτωση παραπλάνηση για την πληρωμή αφού κατά το διάστημα αυτό εκκρεμούσε η Αίτηση υπ’ αριθμόν 4/2023 και η Εναγόμενη 1 ανέμενε να ολοκληρωθεί η εκδίκαση της για να δει κατά πόσο θα πληρωθεί το ποσό από το ποσό των $5.000.000 Δολαρίων Αμερικής που κατατέθηκαν στο Λογιστήριο της Δημοκρατίας ή εάν έπρεπε να γίνει άλλη μεταφορά, όπως και έγινε.

 

Ως πρόσθετα αναφέρεται, προκύπτει από το αιτητικό Β της εντύπου απαίτησης, ότι η Ενάγουσα διεκδικεί μία σειρά από διατάγματα τα οποία ουσιαστικά αποσκοπούν στην αναστολή και παγοποίηση της διαδικασίας εκκαθάρισης της Εταιρείας. Είναι η θέση των Αιτητριών ότι η συμπερίληψη των εν λόγω αιτητικών έγινε καταχρηστικά και για αλλότριους σκοπούς έτσι ώστε να παραπλανηθεί το Δικαστήριο ως προς το ζήτημα της ύπαρξης της δικαιοδοσίας. Το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδώσει τέτοιο διάταγμα καθότι υπάρχει ειδική και ξεχωριστή διαδικασία η οποία προβλέπεται από το Κεφ. 113 και η οποία θα πρέπει να ακολουθηθεί στην περίπτωση που η Ενάγουσα επιθυμεί να αναστείλει ή να παγοποιήσει την διαδικασία εκκαθάρισης της Εταιρείας εφόσον πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

 

Επίσης, σύμφωνα με τη θέση της ομνύουσας, η Ενάγουσα καταχρηστικά και παραπλανητικά συμπεριλαμβάνει στην Απαίτησή της, μεταξύ άλλων, αξίωση στη βάση αδικαιολόγητου πλουτισμού, money had received και quantum meruit.

 

Κατά τη θέση της είναι παραδεκτό ότι κανένα όφελος δεν απέκτησαν οι Εναγόμενες 2 και 3 καθότι δεν είχαν οποιαδήποτε σχέση ή εμπλοκή με την Ενάγουσα. Συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται οποιαδήποτε απαίτηση για αποκατάσταση εναντίον των Εναγόμενων 2 και 3.

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη θέση τους, έχουν εντοπιστεί 8 σοβαρές παραβιάσεις του καθήκοντος πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης όλων των ουσιωδών γεγονότων, στις οποίες κάνει αναφορά. Η Ενάγουσα είτε δεν αποκάλυψε σχετικά ζητήματα είτε παραπληροφόρησε και παραπλάνησε το Δικαστήριο.

 

Σε σχέση με τη διαδικασία της επίδοσης η ομνύουσα αναφέρει ότι όπως προκύπτει από το έντυπο απαίτησης καθώς και από το περιεχόμενο της Μονομερούς Αίτησης για Επίδοση και της ΕΔ Κουκούνη, οι Εναγόμενες 1, 2 και 3 είναι εταιρείες οι οποίες έχουν έδρα στο εξωτερικό και είναι εγγεγραμμένες στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (Αμερική). Με την Μονομερή Αίτηση για Επίδοση, η Ενάγουσα αποτάθηκε στο Δικαστήριο ζητώντας άδεια να επιδώσει τα σχετικά με την παρούσα Απαίτηση δικαστικά έγγραφα, εκτός της δικαιοδοσίας της Κύπρου, και συγκεκριμένα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (στον βαθμό που αφορά τις Αιτήτριες).

 

Τόσο η Αμερική όσο και η Κυπριακή Δημοκρατία είναι συμβαλλόμενα μέρη στην Σύμβαση για την επίδοση και κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, η οποία συνομολογήθηκε στη Χάγη το 1965 (η Σύμβαση της Χάγης). Η Σύμβαση της Χάγης επικυρώθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία με τον Κυρωτικό νόμο περί Συμβάσεως περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεων (Κυρωτικός) Νόμος του 1982 (Νόμος 40/1982). Προκύπτει από το περιεχόμενο της Μονομερούς Αίτησης για Επίδοση ότι δεν έχει συμπεριληφθεί στην νομική βάση της Μονομερούς Αίτησης για Επίδοση ούτε η Σύμβαση της Χάγης αλλά ούτε και ο Νόμος 40/1982, ο οποίος αποδίδει δικαιοδοσία στο Δικαστήριο να διατάξει την υποκατάστατη επίδοση δικαστικών εγγράφων σε διαδίκους που διαμένουν ή έχουν την έδρα τους τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Η επίκληση της Σύμβασης της Χάγης και του Νόμου 40/1982 ήταν επιβεβλημένη για την έγκυρη στοιχειοθέτηση της Μονομερούς Αίτησης για Επίδοση ενώ η παράλειψη επίκλησης της και συμπερίληψης της δεν μπορεί να θεωρηθεί απλή παρατυπία για να θεραπευτεί, με αποτέλεσμα να καθιστά την Μονομερή Αίτηση για Επίδοση άκυρη.

 

Είναι περαιτέρω θέση τους ότι το Διάταγμα Επίδοσης είναι γενικό και ασαφές. Οι υποκατάστατοι τρόποι επίδοσης που αναφέρονται στην Μονομερή Αίτηση για Επίδοση ζητήθηκαν επί διαζευκτικής βάσεως και όχι σωρευτικά. Ωστόσο, στο σώμα του προσχεδίου του Διατάγματος Επίδοσης δεν διευκρινίζεται ότι οι υποκατάστατοι τρόποι επίδοσης είναι εναλλακτικοί με αποτέλεσμα να χορηγηθεί άδεια για επίδοση με περισσότερους από έναν τρόπους επίδοσης χωρίς να τίθενται οι απαραίτητες ασφαλιστικές δικλίδες για την προστασία των δικαιωμάτων των Αιτηριών. Το Διάταγμα Επίδοσης εμπεριέχει δύο εναλλακτικούς τρόπους επίδοσης για κάθε Εναγόμενο πλην όμως δεν διευκρινίζει ποια μέθοδο έχει προτεραιότητα. Επιπρόσθετα, το Διάταγμα Επίδοσης δεν συγκεκριμενοποιεί την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να προσμετρά η προθεσμία των 30 ημερών για την καταχώριση σημειώματος εμφάνισης με αποτέλεσμα να δημιουργείται μεγάλη σύγχυση και αδικία στις Αιτήτριες. Δυνάμει του Διατάγματος Επίδοσης, η Ενάγουσα διατάχθηκε να αποστείλει τα δικαστικά έγγραφα τόσο μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου όσο και μέσω υπηρεσίες ταχυμεταφοράς (courier). Είναι αντιληπτό ότι ο χρόνος επίδοσης διαφέρει ανάλογα με τον τρόπο που αυτός διεξάγεται (δηλαδή το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο αποστέλλεται εντός μερικών λεπτών ενώ το courier χρειάζεται κάποιες μέρες ή μήνες ανάλογα με τη χώρα προορισμού). Ως εκ τούτου, οι Εναγόμενες δεν θα ήταν σε θέση να γνωρίζουν πότε εξέπνεε η προθεσμία καταχώρισης του σημειώματος εμφάνισης τους, γεγονός που εγκυμονούσε τον κίνδυνο της έκδοσης απόφασης εν τη απουσία τους.

 

Επιπρόσθετα, είναι η θέση των Αιτητριών ότι το Διάταγμα Επίδοσης θα πρέπει να παραμεριστεί για τον πρόσθετο λόγο ότι η Ενάγουσα απέτυχε να αποδείξει ότι υφίσταται οποιοσδήποτε λόγος που η επίδοση δυνάμει των προνοιών της Σύμβασης της Χάγης δεν ήταν εφικτή, προτού αποταθεί για το διάταγμα επίδοσης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

 

Στην παράγραφο 64 της ΕΔ Κουκούνη, η Ενάγουσα σε μια προσπάθεια να λάβει άδεια για επίδοση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου επικαλείται ότι το Δικαστήριο στην Αίτηση υπ’ αριθμόν 4/2023 επέτρεψε την επίδοση με αυτό τον τρόπο και εισηγείται ότι και στην παρούσα το Δικαστήριο θα πρέπει να πράξει το ίδιο. Αυτό όμως που αποφεύγει να επισημάνει η Ενάγουσα είναι ότι στην πιο πάνω Αίτηση είχε εκδοθεί μονομερώς διάταγμα με το οποίο παγοποιούνταν περιουσιακά στοιχεία των Καθ’ ων η Αίτηση 1-4 για το ποσό των $5.000.000 Δολαρίων Αμερικής. Συνεπώς, ήταν επάναγκες όπως οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 - 4 λάβουν γνώση του εν λόγω διατάγματος και της διαδικασίας που έχει κινηθεί εναντίον τους το συντομότερο δυνατόν. Εν προκειμένω, δεν υφίσταται ούτε τέτοιο επείγον ούτε συντρέχουν άλλες ειδικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την έκδοση διατάγματος για επίδοση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Ενώ λοιπόν η Ενάγουσα επικαλείται στην παράγραφο 65 μέσω του Τεκμηρίου ΔΚ27 ότι η επίδοση των δικαστικών εγγράφων της Αίτησης υπ’ αριθμόν 4/2023 προς τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 - 4 (στην εκεί διαδικασία) έγινε εντός 6 ημερών από την αποστολή τους στη διεύθυνση εργασίας των Εναγόμενων, εντούτοις δεν αρκείται στο να αιτηθεί διάταγμα επίδοσης των σχετικών με την παρούσα δικαστικών εγγράφων μέσω courier αλλά ζήτησε ταυτόχρονα και επίδοση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Ενώ η Ενάγουσα επικαλείται ότι στη βάση της επίδοσης με courier στους Καθ’ ων η Αίτηση 1 - 4 στην Αίτηση με αριθμό 4/2023 στη διεύθυνση εργασίας τους οι τελευταίοι έλαβαν γνώση της διαδικασίας και διόρισαν δικηγόρο για να εμφανιστεί εκ μέρους τους, εντούτοις δεν αρκείται στο να αιτηθεί διάταγμα επίδοσης των σχετικών με την παρούσα δικαστικών εγγράφων μέσω courier αλλά ζήτησε ταυτόχρονα και επίδοση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

 

Καταχωρήθηκε επίσης συμπληρωματική ένορκη δήλωση της Στέφανης Χέττινγκερ ημερομηνίας 31/10/2024 (η ΣΕΔ Χέττινγκερ), δικηγόρου, η οποία βασικά αναφέρει ότι ουδεμία αναφορά υπάρχει στο διάταγμα ημερομηνίας 13/02/2024 ότι οι Αιτήτριες θα παραιτηθούν των δικαιωμάτων τους να εγείρουν οποιοδήποτε ζήτημα άπτεται θεμάτων δικαιοδοσίας και νομότυπου επίδοσης μετά την καταχώριση της Απαίτησης. Αντιθέτως στα πρακτικά που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του διατάγματος ημερομηνίας 13/02/2024 και τα οποία επίσης επισυνάπτονται ως Τεκμήριο ΔΚ2(γ), οι δικηγόροι των Αιτητριών αναφέρουν ότι επιφυλάσσουν τα ουσιαστικά και δικονομικά τους δικαιώματα, εννοώντας προφανώς τα δικαιώματά τους σε σχέση με την Απαίτηση εφόσον η Αρχική Αίτηση είχε ολοκληρωθεί. Περαιτέρω, ότι το ορθό πρακτικό ημερομηνίας 21/12/2023 δεν είναι το Τεκμήριο ΔΚ2(Β) αλλά το Τεκμήριο 2 από το οποίο προκύπτει ότι εμφανίστηκαν στην εν λόγω διαδικασία με πλήρη επιφύλαξη των δικαιωμάτων των Εναγόμενων 1 - 4 να θέσουν στο κατάλληλο στάδιο ζητήματα που άπτονται, μεταξύ άλλων, του νομότυπου της επίδοσης, της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, καθώς και άλλων ζητημάτων που άπτονται των προϋποθέσεων έκδοσης διαταγμάτων σε μονομερή βάση. Προσθέτει ότι σε ότι αφορά την κα Aubrey Holden, ο τίτλος της θέσης που κατείχε ήταν International Tax Director και τώρα είναι Vice President Corporate Tax, αλλά ουδέποτε κατείχε οποιαδήποτε θέση διευθύντριας στις Εναγόμενες 1 - 4 και στην εταιρεία TRIBENA. Αναφορικά με την κα Rachael Lowrey, διευκρίνισε ότι ο τίτλος της θέσης που κατέχει είναι Corporate Counsel αλλά ουδέποτε κατείχε οποιαδήποτε θέση διευθύντριας στις Εναγόμενες 1-4 και στην εταιρεία TRIBENA. Η όποια επικοινωνία είχαν οι εν λόγω κυρίες με την Ενάγουσα ήταν υπό την ιδιότητά τους μόνον ως εκπρόσωποι της Εναγόμενης 1 που είχε υπογράψει τη Συμφωνία Υπηρεσιών με την Ενάγουσα.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση. Οι λόγοι ένστασης είναι, αυτούσιοι, οι ακόλουθοι :

 

1.    Η αίτηση είναι νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη. Οι αιτητές κωλύονται να εγείρουν την αίτηση από την προηγούμενη συμπεριφορά τους και τις παραστάσεις τους προς τους ενάγοντες-καθ’ ων η αίτηση και προς το Δικαστήριο στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας. Οι εναγόμενοι 1-3-αιτητές κωλύονται από τη συμπεριφορά τους, τις πράξεις τους και τις παραστάσεις τους προς τους ενάγοντες (they are estopped by their conduct, their actions, their deeds and their representations) να εγείρουν την παρούσα αίτηση τους.

2.    Η ένορκη δήλωση της κας Έλενας Καπφχάμερ, η οποία συνοδεύει την αίτηση, είναι ελαττωματική και παράτυπη και πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο.

3.    Η αίτηση δεν συνοδεύεται από προσχέδιο διατάγματος ως επιτάσσουν οι Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας του 2023.

4.    Η αίτηση είναι παράτυπη και αντικανονική.

5.    Η αίτηση αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας.

6.    Η αίτηση είναι καταχρηστική και κακόπιστη.

7.    Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή εναντίον των εναγόμενων 1-3-αιτητών.

8.    Έχουν διαπραχθεί αστικά αδικήματα εις βάρος των εναγόντων-Καθ’ ων η αίτηση από τους εναγόμενους 1-3-αιτητές.

9.    Υπάρχουν αγώγιμα δικαιώματα των καθ’ ων η αίτηση εναντίον των εναγόμενων 1-3-αιτητών.

10.  Οι ενάγοντες-καθ’ ων η αίτηση, στα πλαίσια της αίτησης τους ημερομηνίας 21/3/2024, απέδειξαν εκ πρώτης όψεως καλή αιτία αγωγής και ότι η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο απαίτηση ήταν και είναι κατάλληλη για επίδοση εκτός Κύπρου.

11.  Το Δικαστήριο σωστά έδωσε άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας του Εντύπου Απαίτησης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Απαίτησης-Αγωγής των εναγόντων αφού, μεταξύ άλλων, έχει εγερθεί απαίτηση για την οποία το Σεβαστό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει δυνάμει των νόμων της Κυπριακής Δημοκρατίας, εγείρεται απαίτηση για διάταγμα που διατάσσει τους εναγόμενους 1-4 να τελέσουν πράξεις και να απέχουν από την τέλεση πράξεων εντός της δικαιοδοσίας του Σεβαστού Δικαστηρίου, έχει εγερθεί απαίτηση σε σχέση με σύμβαση που έγινε εντός της δικαιοδοσίας του Σεβαστού Δικαστηρίου, έχει εγερθεί απαίτηση σε σχέση με σύμβαση που διέπεται από το κυπριακό δίκαιο, έχει εγερθεί απαίτηση σε σχέση με παράβαση σύμβασης, η οποία διαπράχθηκε εντός της δικαιοδοσίας του Σεβαστού Δικαστηρίου, έχει εγερθεί απαίτηση σε σχέση με αστικό αδίκημα για το οποίο έχει επέλθει ζημιά για τους ενάγοντες εντός της δικαιοδοσίας, και έχει εγερθεί απαίτηση και το αντικείμενο της απαίτησης σχετίζεται πλήρως με περιουσία εντός της δικαιοδοσίας του Σεβαστού Δικαστηρίου.

12.  Δεν υπήρξε καμία παρατυπία στη διαδικασία επίδοσης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής στους εναγόμενους 1-3-αιτητές.

13.  Το διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας και υποκατάστατου επίδοσης ημερομηνίας 28/3/2024 που εκδόθηκε στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο απαίτησης ορθά και νόμιμα εκδόθηκε, και δεν είναι αόριστο, και προάγει τον πρωταρχικό σκοπό των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023.

14.  Το διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας και υποκατάστατου επίδοσης ημερομηνίας 28/3/2024 αναφέρει ξεκάθαρα και συγκεκριμένα τις μεθόδους επίδοσης των εγγράφων που διατάχθηκαν να επιδοθούν στους εναγόμενους 1-3-αιτητές.

15.  Η νομική βάση της αίτησης των εναγόντων, στη βάση της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας και υποκατάστατου επίδοσης ημερομηνίας 28/3/2024, είναι συγκεκριμένη και καθόλου ελλιπής.

16.  Δόθηκε επαρκής μαρτυρία για να εκδοθεί το διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας και υποκατάστατου επίδοσης ημερομηνίας 28/3/2024.

17.  Δεν υπήρξε καμία μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων και εγγράφων από τους ενάγοντες-καθ’ ων η αίτηση όταν εξασφάλιζαν τα διατάγματα επίδοσης ημερομηνίας 28/3/2024.

18.  Δεν υπήρξε καμία παραπλάνηση του Δικαστηρίου εκ μέρους των εναγόντων-καθ’ ων η αίτηση στην εξασφάλιση του διατάγματος επίδοσης ημερομηνίας 28/3/2024 ή/και καθ’ οιονδήποτε χρόνο και τρόπο.

19.  Οι αιτητές δεν νομιμοποιούνται και/ή δεν δικαιούνται στις αιτούμενες θεραπείες.

20.  Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων και δεν πληρούνται οι σχετικές νομοθετικές και νομολογιακές προϋποθέσεις.

21.  Οι Καθ’ ων η αίτηση συμμορφώθηκαν πλήρως με τους νόμους και κανονισμούς που διέπουν την επίδοση δικαστικών εγγράφων σε φυσικά και νομικά πρόσωπα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

22.  Οι Καθ’ ων η αίτηση συμμορφώθηκαν πλήρως με τις διατάξεις του περί της Συμβάσεως περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεις (Κυρωτικού) Νόμου του 1982, Νόμος 40/1982, ως επίσης και με τις σχετικές διατάξεις της Συμβάσεως περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεις της Χάγης.

23.  Ακόμα και στην περίπτωση που κριθεί ότι υπήρξε διαδικαστικό σφάλμα ή/και παρατυπία, πράγμα που οι καθ’ ων η αίτηση δεν αποδέχονται σε καμία περίπτωση, η παρούσα περίπτωση είναι κατάλληλη, αν το κρίνει πρέπον το Δικαστήριο, για να εκδώσει το Δικαστήριο διάταγμα διόρθωσης του σφάλματος δυνάμει της γενικής εξουσίας του σύμφωνα με τον Κανονισμό 3.8 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, και σε καμία περίπτωση δεν έχει επισυμβεί σοβαρό διαδικαστικό σφάλμα, και δεν είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης, λαμβάνοντας υπόψη τον πρωταρχικό σκοπό, να ακυρωθεί οποιοδήποτε διαδικαστικό διάβημα στην παρούσα απαίτηση.   

 

Η Ένσταση βασίζεται συγκεκριμένα στους περί Δικαστηρίων Νόμους του 1960 έως 2023, Ν.14/1960, άρθρο 32 (1) (2) (3), στον περί Συμβάσεων Νόμο, Κεφ. 149, άρθρα 1-9, 10-36, 37(1), 38-72, 73, 74-198, στον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο, Κεφ. 148, άρθρα 1-35, 36, 37-50, 51, 52-69, στον περί Ποινικού Κώδικα Νόμο, Κεφ. 154, άρθρα 1-299, 300, 301-374, στον περί Εταιρειών Νόμο, Κεφ. 113, άρθρα 1-202, 203, 204-208, 209, 210-217, 218, 219, 220, 221-230, 231, 233, 243, 260, 261, 261 (1) (β), 262, 263, 264, 265, 266-272, 273, 274, 275-283, 284-289, 290, 291, 292, 293-333, στον περί του Τμήματος Αφερεγγυότητας και Συναφών Θεμάτων Νόμο του 2020, Ν.68(Ι)/2020, άρθρα 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7 και 8, στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ.6, ως έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, άρθρα 1-3, 4 (1)-(3), 5 (1) (2) (3) (4) (5), 7-8, 9 (1)-(4), 10-13, 14 (1) (α) (β) (γ) (δ) (ε) (2)-(4), 15-81, 82-87, 90, 91Α, 91Β, 91Γ, 91Γ (1) (2) (α) (β) (γ), 91Δ-102, στους περί Δικαστηρίων Νόμους του 1960 έως 2023, Ν.14/1960, άρθρα 1-20, 21 (1), 22-28, 29 (1) (α) (β) (γ) (δ) (ε), 32 (Α1), 32(ΑΒ1), 32 (1) (2) (3), 33, 41, 42, 43, 44, 45-71, στον περί Δικηγόρων Νόμο, άρθρα 1-34, στους περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμών του 1985 έως 2017, στους περί Επίλυσης Διαφορών που προκύπτουν από Παροχή Υπηρεσιών των Ασκούντων Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμοί, ΚΔΠ 171/2018, ΚΔΠ 172/2018, στον περί της Συμβάσεως περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεις (Κυρωτικό) Νόμο του 1982, Νόμος 40/1982, άρθρα 1-3, στη Σύμβαση περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεις της Χάγης, άρθρα 1-9, 10, 11-18, 19, 20-31, στον περί Ερμηνείας Νόμο, στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ.1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2007 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις («επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων») και κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου, άρθρα 1-26, στο άρθρο 26 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις Αρχές της Επιείκειας, στο Κοινοδίκαιο, στη Νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου της Κύπρου, στη νομολογία των Αγγλικών Δικαστηρίων, στη γενική πρακτική και στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, στη νομολογία των Κυπριακών Δικαστηρίων, καθώς επίσης στις συμφυείς εξουσίες και τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση βασίζεται συγκεκριμένα στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023, Κανονισμοί 1.1., 1.2. 1.3. 1.4., 1.5. 3,1, 3.2, 3.3., 3.4., 3.5. 3.6, 3.7, 3.8(1)(α)(β), 3.8(2)(α)(β),  6, 6.1-6.6, 6.7 (1) (α) (β), 6.8, 6.8 (1) (α) (β) (γ) (ζ) (η) (i) (iii) (iv) (θ) (κ) (i) (μ) 6.9, 6.10 (1) (2) (3) (4) (5) (6) (7) (8), 6.11, 6.12, 6.13 (1) (2), 6.14 (1), 1.1, 1.2, 1.3, 1.4, 1.5, 2.1, 2.2, 3.1, 3.2, 3.4-3.8, 3.11, 3.11 (1) (α), 3.11 (1) (γ), 4.1 (1)-(5), 7, 7.1, 7.1(1)(α), 7.1(2)-(7), 7.2, 7.3, 7.4, 7.5, 16, 16.1-16.17, 22, 22.1-22.6, 23, 23.1, 23.2, 23.4 (1) (2) (3) (4) (5) (6), 23.5, 23.6, 23.6 (1)(α) (γ) (δ) (ε), 23.6(2), 23.7 (1)-(5), 23.8, 23.9, 23.9 (1)-(3), 23.9(1)(α), 23.10, 23.11, 23.12, 23.13, 23.15, 23.16, 25.1-25.5, 25.6, 25.7, 32, 32.1, 32.2-32.6, 32.7 (1)-(17), 32.14, 32.15, 32.15(1)-(37), 32.17, 39, 39.1-39.21

 

Η ένσταση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση της Δημήτριας Κουκούνη, δικηγόρου η οποία εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΚΟΥΝΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε. και είναι μια εκ των διευθυντών της Ενάγουσας - Καθ’ ης η αίτηση (εφεξής η Καθ΄ ης η Αίτηση ή Ενάγουσα) και ως αναφέρει, γνωρίζει τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης από προσωπική γνώση. Αναφέρονται τα ακόλουθα, ως προσπάθησα να τα συνοψίσω.

 

Κατά τη θέση της η Αίτηση είναι νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη. Στην ουσία της η Αίτηση προσπαθεί χωρίς λόγο και αιτία να παραμερίσει την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Απαίτηση-Αγωγή (η «Απαίτηση»), η οποία αποτέλεσε αντικείμενο αναφοράς και συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων στην Αίτηση 4/2023 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας η («Αίτηση 4/2023»). Σε καμία περίπτωση στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023 δεν ηγέρθηκε θέμα δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας. Προς τούτο παρουσιάζει ως Τεκμήριο ΔΚ2 , αντίγραφο της ένστασης στην Αίτηση 4/2023 μαζί με την ένορκη δήλωση που την υποστήριζε, αντίγραφο του αναθεωρημένου προσωρινού διατάγματος και του πρακτικού ημερομηνίας 21/12/2023 στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023 (παρά τις περί αντιθέτου ανεδαφικές θέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 14 της ΕΔ στην Αίτηση), ως επίσης και αντίγραφο του τελικού διατάγματος που εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023 στις 13/2/2024 και του πρακτικού εκείνης της ημερομηνίας, όπου φαίνεται ξεκάθαρα ότι η δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας δεν τέθηκε ποτέ υπό αμφισβήτηση από αυτούς και ότι και οι ίδιοι ανέμεναν την καταχώρηση της Απαίτησης των Εναγόντων. Πέραν αυτού, οι Αιτήτριες όχι μόνο δεν εκδίκασαν την Αίτηση 4/2023, αλλά αποδέχτηκαν την έκδοση του πιο πάνω αναφερόμενου τελικού διατάγματος στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023 στις 13/2/2024 μέχρι την εκδίκαση της παρούσας  Απαίτησης και, ανάμεσα σε άλλα, αποδέχτηκαν επίσης ότι σε περίπτωση έκδοσης απόφασης εναντίον τους από το Δικαστήριο στα πλαίσια της παρούσας Απαίτησης για οποιοδήποτε ποσό χρημάτων υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση/Εναγόντων, το ποσό αυτό θα καταβληθεί από το Κατατεθειμένο Ποσό των US$5.000.000,00 που κατατέθηκε στο Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας προς εξασφάλιση της παρούσας Απαίτησης. Είναι η θέση της ότι στη βάση των πιο πάνω η παρούσα Αίτηση γίνεται και για να αυξηθούν αδικαιολόγητα τα έξοδα της διαδικασίας της Απαίτησης και για να καθυστερήσει η εκδίκαση της Απαίτησης.

 

Είναι ξεκάθαρο, σύμφωνα με τη θέση της ομνύουσας ότι οι Αιτήτριες κωλύονται να εγείρουν την Αίτηση από την προηγούμενη συμπεριφορά τους και τις παραστάσεις τους προς τους Ενάγοντες και προς το Δικαστήριο στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023.

 

Όπως αναφέρεται και στους λόγους Ένστασης 7-11, το Ε.Δ. Λάρνακας έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την παρούσα αγωγή. Έχουν διαπραχθεί αστικά αδικήματα εις βάρος της Ενάγουσας από τους Εναγόμενους 1-3. Υπάρχουν αγώγιμα δικαιώματα της Καθ’ ης η αίτηση εναντίον των Εναγόμενων 1-3. Επίσης, το Δικαστήριο σωστά έδωσε άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας του Εντύπου Απαίτησης αφού, μεταξύ άλλων, έχει εγερθεί απαίτηση για την οποία το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει δυνάμει των νόμων της Κυπριακής Δημοκρατίας, εγείρεται απαίτηση για διάταγμα που διατάσσει τους Εναγόμενους 1-4 να τελέσουν πράξεις και να απέχουν από την τέλεση πράξεων εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, έχει εγερθεί απαίτηση σε σχέση με σύμβαση που έγινε εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, σε σχέση με σύμβαση που διέπεται από το κυπριακό δίκαιο, σε σχέση με παράβαση σύμβασης, η οποία διαπράχθηκε εντός της δικαιοδοσίας του  Δικαστηρίου, σε σχέση με αστικό αδίκημα για το οποίο έχει επέλθει ζημιά για την Ενάγουσα εντός της δικαιοδοσίας, και έχει εγερθεί απαίτηση το αντικείμενο της οποίας σχετίζεται πλήρως με περιουσία εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

 

Η Ενάγουσα, σύμφωνα με τη θέση της, στα πλαίσια της Αίτησης για Επίδοση, απέδειξε εκ πρώτης όψεως καλή αιτία αγωγής και ότι η Απαίτηση της ήταν και είναι κατάλληλη για επίδοση εκτός Κύπρου. Όλα τα πιο πάνω στηρίζονται στα εξής:

 

(α) το ίδιο το Επαρχιακό Δικαστήριο, διαβάζοντας την Αίτηση για Επίδοση και την ΕΔ στην αίτηση πείστηκε για το γεγονός ότι η Ενάγουσα έχει καλή αιτία αγωγής στην Απαίτηση και ότι η Απαίτηση μπορούσε να προχωρήσει για επίδοση εκτός Κύπρου,

(β) στις παραγράφους 2-47 της ΕΔ στην Αίτηση για Επίδοση τίθενται σε σειρά, με τάξη και με χρονολογική σειρά όλα τα γεγονότα που διέπουν τη διαφορά αυτή μεταξύ των διαδίκων.  Από αυτά προκύπτει ξεκάθαρα ότι δεν ήταν μόνο η Εναγόμενη 1 η οποία ήταν εμπλεκόμενη στα γεγονότα της υπόθεσης, αλλά και οι Εναγόμενοι 2-4 και η εταιρεία TRIBENA LIMITED ( «TRIBENA»), οι οποίοι όλοι μαζί αποτελούν συγγενικές και θυγατρικές εταιρείες της Εναγόμενης 3. Η Εναγόμενη 3 εταιρεία είναι η τελική δικαιούχος της κυπριακής εταιρείας TRIBENA. Οι μετοχές της Εναγόμενης 3 εταιρείας είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης (traded on the New York Stock Exchange with ticker symbol HRB). Οι Εναγόμενες 1 και 2 δεν αποτελούν τίποτα άλλο από επέκταση και οχήματα που χρησιμοποιεί η  Εναγόμενη 3, ως φαίνεται και από το σχεδιάγραμμα. Παρουσιάζει ως Τεκμήριο ΔΚ3 (το οποίο αποτέλεσε το Τεκμήριο ΔΚ13 στην ΕΔ Αίτησης για Επίδοση) σχετικό πίνακα που δόθηκε στην Ενάγουσα από τους Εναγόμενους 1-4 όπου φαίνεται η συγγένεια των Εναγόμενων 1-4 και η πολύπλευρη δομή των εταιρειών του συγκροτήματος των Εναγόμενων 1-4, γεγονός που καταδεικνύει την άμεση σχέση μεταξύ των εν λόγω Εναγόμενων. Στην ουσία πρόκειται για τον ίδιο και τον αυτό πελάτη, ήτοι την Εναγόμενη 3. Η Εναγόμενη 3 ήταν και είναι η οντότητα που καθόριζε και καθορίζει όλες τις αποφάσεις και οικονομικές κινήσεις της κάθε εταιρείας του εν λόγω συγκροτήματος.

(γ) Περαιτέρω, τα φυσικά πρόσωπα των Εναγόμενων 1 - 4 και της TRIBENA με τα οποία οι Ενάγουσα ήταν σε συνεχή επαφή από την αρχή της συνεργασίας τους ήταν οι Daniel White, Αντιπρόεδρος των Εναγόμενων 1-4, η κα Audrey Holden, International Tax Director των Εναγόμενων 1-4, και αργότερα προστέθηκε και η κα Rachael Lowrey, Corporate Counsel. Στην παράγραφο 4.1 της ΕΔ στην Αίτηση η ομνύουσα, ενώ κάνει αναφορά στα 3 πιο πάνω ονόματα φυσικών προσώπων, τεχνηέντως παραλείπει να αναφέρει στο Δικαστήριο ποιοι αλήθεια είναι αυτοί από τους οποίους ενημερώθηκε για τα επίδικα γεγονότα. Σύμφωνα με τη θέση της, παρέλειψε  να περιγράψει την ιδιότητα των 3 αυτών φυσικών προσώπων και την άμεση σύνδεση τους με τις Εναγόμενες 1 - 4 και την TRIBENA διότι ήθελε να την αποκρύψει από το Δικαστήριο. Αυτά τα φυσικά πρόσωπα ενεργούσαν για όλες τις Εναγόμενες 1 - 4 και την TRIBENA και όχι μόνο για την Εναγόμενη 1, η οποία υπέγραψε τη συμφωνία παροχής υπηρεσιών με τους Ενάγοντες. Είναι τα πρόσωπα μέσω των οποίων η Εναγόμενη 3 εξέδιδε τις οδηγίες της και δήλωνε τις αποφάσεις της για όλες τις δραστηριότητες του συγκροτήματος και της κάθε εταιρείας του.

 

Εξ’ ου και τα τρία αυτά φυσικά πρόσωπα, ενεργώντας ταυτόχρονα για όλες τις Εναγόμενες 1-4 και την TRIBENA, έδιναν οδηγίες στην Ενάγουσα (και όχι μόνο η Εναγόμενη 1 ως αόριστα και σκόπιμα αναφέρεται στην παράγραφο 25 της ΕΔ στην Αίτηση δεν ήταν μόνο εκπρόσωποι της Εναγόμενης 1 αλλά των εναγόμενων 1-4 και της TRIBENA). Ποτέ δεν ανάφεραν τα τρία αυτά φυσικά πρόσωπα ότι ενεργούσαν μόνο για την Εναγόμενη 1. Πάντα ενεργούσαν για όλες τις εταιρείες του γκρουπ της Εναγόμενης 3 και δη για τις Εναγόμενες 1-4 και για την TRIBENA. Παρουσιάζει ως Τεκμήριο ΔΚ4 (Τεκμήριο ΔΚ11Α και ΔΚ15 στην ΕΔ Αίτησης για Επίδοση) σχετικά ηλεκτρονικά μηνύματα από τα εν λόγω φυσικά πρόσωπα με διεύθυνση τα κεντρικά γραφεία της Εναγόμενης 3 στις ΗΠΑ, ήτοι One H&R Block Way, Kansas City, Missouri, MO 64105, United States of America, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, αλλά και με καμία συγκεκριμενοποίηση ως προς το ποια από τις Εναγόμενες 1 - 4 και TRIBENA εκπροσωπούσαν και με αναφορά μόνο στο λογότυπο του συγκροτήματος «H & R Block» για τον απλούστατο λόγο ότι εκπροσωπούσαν όλες τις Εναγόμενες 1-4 και την TRIBENA και όλο το εν λόγω συγκρότημα, γεγονός που καταδεικνύει την ορθή συμπερίληψη όλων αυτών ως Εναγόμενων στην Απαίτηση. Παρουσιάζει ως Τεκμήριο ΔΚ5 (Τεκμήριο ΔΚ10Α στην ΕΔ Αίτησης για Επίδοση) παρουσίαση η οποία είχε ετοιμαστεί το Μάιο 2021 και έπρεπε να μελετηθεί από όλους τους συμβούλους του συγκροτήματος σε όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ενάγουσας, και αφορούσε σε όλο το συγκρότημα εταιρειών της Εναγόμενης 3 και στις Εναγόμενες 1 - 4 και στην TRIBENA για τα όσα θα ακολουθούσαν και θα αφορούσαν και στο χειρισμό αναφορικά με τη διάθεση από την TRIBENA χρεογράφων (Promissory Notes) αξίας πέραν των 1.2 δισεκατομμυρίων δολαρίων Αμερικής, ήτοι το αντικείμενο το συμφωνιών που ανατέθηκε στης Ενάγουσα να συντάξει.   

(δ) οι ίδιες οι συμφωνίες τις οποίες ανέλαβε να συντάξει οι Ενάγουσα (Τεκμήριο ΔΚ11 στην ΕΔ Αίτησης για Επίδοση) και για τις οποίες η αμοιβή της αποτελεί βασικό επίδικο θέμα της Απαίτησης, συντάχθηκαν προς όφελος, όχι της Εναγόμενης 1, αλλά όλου του συγκροτήματος και δη όλων των Εναγόμενων 1-4 και της TRIBENA. Οι εν λόγω συμφωνίες ήταν βασικό βήμα για την οικονομική και φορολογική ελάφρυνση όλου του συγκροτήματος των Εναγόμενων 1-4 και της TRIBENA, και όχι μόνο της Εναγόμενης 1.

(ε) η εμπλοκή των Εναγόμενων 1-4 και της TRIBENA στα γεγονότα της υπόθεσης είναι ευρεία και καθολική. Η δε εμπλοκή όλων αυτών, μέσω των πιο πάνω αντιπροσώπων τους, δεν ήταν μόνο για το δεύτερο τιμολόγιο το οποίο άφησαν απλήρωτο για μήνες οι Εναγόμενοι. Αφορά και το αρχικό τιμολόγιο που αφορούσε στην αμοιβή της Ενάγουσας για τη σύνταξη των 2 συμφωνιών, για την οποία αμοιβή οι Εναγόμενοι 1-4 και η TRIBENA, και όχι μόνο οι Εναγόμενοι 1, αδιαφορούσαν για μήνες και προσπάθησαν να φυγαδεύσουν όλα τα περιουσιακά στοιχεία τους από την Κύπρο για να μείνουν εκτεθειμένοι οι Ενάγοντες και να μην πληρωθούν ποτέ το λαβείν τους για την εργασία που έκαναν. Τίποτα δεν θα σταματούσε τους Εναγόμενους 1-4 και τη TRIBENA από το να υλοποιήσουν το πιο πάνω δόλιο σχέδιο τους εκτός από την έκδοση των προσωρινών διαταγμάτων στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023.

 

Σύμφωνα με την ομνύουσα η προσπάθεια των Εναγόμενων 1-4 και της TRIBENA από τον Ιούλιο 2023 μέχρι και τον Δεκέμβριο 2024 να αγνοήσουν σκόπιμα, αυθαίρετα και παράνομα τη νόμιμη και συμβατική και άλλως πως υποχρέωση τους να καταβάλουν στην Ενάγουσα την αμοιβή της για τη σύνταξη των 2 συμφωνιών εμπερικλείει, μεταξύ άλλων,

 

(α) δόλο, απάτη και αμέλεια, ήτοι για αστικά αδικήματα τα οποία έχουν επιφέρει ζημιά στην Ενάγουσα εντός της δικαιοδοσίας του Ε.Δ Λάρνακας αφού εδώ εργάζεται η Ενάγουσα και στη Λάρνακα έγιναν οι εργασίες για τις 2 αυτές συμφωνίες,

(β) αντικείμενο που σχετίζεται πλήρως με περιουσία που κατά τον ουσιώδη χρόνο της παρούσας αγωγής οι Εναγόμενοι 1-4 είχαν στην Κυπριακή Δημοκρατία, ήτοι τις μετοχές τους στην TRIBENA και τα περιουσιακά της στοιχεία,

(γ) αντικείμενο για το οποίο η Ενάγουσα ήγειρε απαίτηση, ήτοι την Αίτηση 4/2023 του Ε.Δ.Λάρνακας, για ενδιάμεση θεραπεία την οποία είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει το εν λόγω Δικαστήριο και να χορηγήσει, ως και έπραξε,

(δ) αντικείμενο για το οποίο η Ενάγουσα ήγειρε την Απαίτηση της για θεραπεία κατά τον ουσιώδη χρόνο εναντίον προσώπου το οποίο έχει την έδρα του εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, ήτοι εναντίον των Εναγόμενων 5 και 6 για διατάγματα αναφορικά με ενέργειες που έχουν να κάνουν με τη διαδικασία εκούσιας εκκαθάρισης της TRIBENA,

(ε) απαίτηση σε σχέση με σύμβαση που διέπεται από το κυπριακό δίκαιο και έχει εγερθεί απαίτηση σε σχέση με παράβαση σύμβασης, η οποία διαπράχθηκε εντός της δικαιοδοσίας του  Δικαστηρίου,

(στ) απαίτηση επί τη βάση οφειλόμενου ποσού για παρασχεθείσες υπηρεσίες παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών και νομικών υπηρεσιών σχετικών με τη σύνταξη των 2 συμφωνιών και επί τη βάση του quantum meruit, και επί τη βάση της εύλογης και δίκαιης αμοιβή για παροχή συμβουλευτικών και νομικών υπηρεσιών.

 

Είναι επίσης η θέση της ότι ο «Νόμος 40/1982» και η «Συνθήκη Χάγης» ουδόλως εμπόδιζαν το Ε.Δ. Λάρνακας από το να εγκρίνει την επίδοση της Απαίτησης και όλων των υπόλοιπων εγγράφων που επιδόθηκαν στους Εναγόμενους 1-4 με το ταχυδρομείο, με κούριερ και με ηλεκτρονικά μέσα. Τόσο το λεκτικό του άρθρου 10 της Συνθήκης όσο και οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αποδέχονται επίδοση δικαστικών εγγράφων με τους εν λόγω τρόπους. Επιπρόσθετα παραπέμπει  στην επίσημη ιστοσελίδα της Συνθήκης Χάγης και δη εκεί όπου τα κράτη μέλη δηλώνουν, μεταξύ άλλων, τις όποιες επιφυλάξεις και αντιρρήσεις τυχόν είχαν και έχουν σε σχέση με τους διάφορους «εναλλακτικούς» τρόπους επίδοσης, όπου αναφέρονται τα εξής σχετικά εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής «Οι Ηνωμένες Πολιτείες σημειώνουν ότι δεν υπάρχει απαίτηση σύμφωνα με την ομοσπονδιακή νομοθεσία των ΗΠΑ να αποστέλλονται αιτήματα για παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες και εταιρείες στις Ηνωμένες Πολιτείες στο ABC Legal για εκτέλεση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν αντίρρηση για την ανεπίσημη παράδοση τέτοιων εγγράφων από μέλη διπλωματικών ή προξενικών αποστολών στις Ηνωμένες Πολιτείες, ή μέσω ταχυδρομείου ή από ιδιώτες - εάν ισχύει σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία - υπό τον όρο ότι δεν χρησιμοποιείται καταναγκασμός.»

 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής επιτρέπουν την επίδοση δικαστικών εγγράφων από ιδιώτες και με ταχυδρομείο, όπως ακριβώς έπραξε η Ενάγουσα στην παρούσα υπόθεση. Παρουσιάζει ως Τεκμήριο ΔΚ7 αντίγραφα της επίδοσης που έγινε της Απαίτησης στους Εναγόμενους 1 - 4 μέσω κούριερ και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τον Μάρτιο και Απρίλιο 2024 και ως Τεκμήριο ΔΚ8 αντίγραφα της επίδοσης που έγινε της Αίτησης 4/2023 στους Εναγόμενους 1-4 μέσω κούριερ και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το Δεκέμβριο 2023 με τα οποία έλαβαν γνώση οι Εναγόμενοι 1-4 της Αίτησης 4/2023 και διόρισαν δικηγόρους και υπερασπίστηκαν τους εαυτούς της σε εκείνη τη διαδικασία, γεγονός που ανάφερε στο Δικαστήριο στην ΕΔ Αίτησης για Επίδοση για να γνωρίζει ότι οι εν λόγω μέθοδοι επίδοσης είχαν και στο πρόσφατο παρελθόν φέρει αποτέλεσμα.

 

Όσον αφορά δε στους εναλλακτικούς τρόπους επίδοσης που εμπεριέχει το Διάταγμα Επίδοσης εισηγείται ότι ουδέν μεμπτό υπάρχει. Καμία σύγχυση δεν επήλθε και μάλιστα οι Εναγόμενοι 1-3 καταχώρησαν σημείωμα εμφάνισης στη διαδικασία στις 8/5/2024.

 

Καμία νομοθεσία και δη ούτε ο Νόμος 40/1982 ούτε η Συνθήκη Χάγης δεν θέτουν υποχρέωση πρώτα να γίνει προσπάθεια επίδοσης μέσω των διατάξεων της Συνθήκης Χάγης και μετά διαφορετικά. Η ίδια η Συνθήκη δίνει το ελεύθερο για όλους τρόπους επίδοσης και δεν υποχρεώνει να γίνει επίδοση με συγκεκριμένο τρόπο.

 

Αναφορικά δε με τη θέση ότι το Διάταγμα Επίδοσης δεν περιείχε αναφορά ότι έπρεπε τα έγγραφα της Απαίτησης να μεταφραστούν στα Αγγλικά, η ενόρκως δηλούσα αναφέρει ότι η Ενάγουσα επέδωσε όλα τα έγγραφα τόσο στα Ελληνικά όσο και στα Αγγλικά για να είναι πλήρως κατανοητά στους Εναγόμενους 1-4 όλα τα δικαστικά έγγραφα. Επισυνάπτει ως Τεκμήριο ΔΚ9 αντίγραφο της επιστολής στα Αγγλικά που επιδόθηκε στους Εναγόμενους 1-4 η οποία αναφέρει με σαφήνεια τα έγγραφα που επιδίδονταν σε αυτούς και συμπεριλάμβαναν σε αυτά και ακριβείς μεταφράσεις στα Αγγλικά όλων των δικαστικών εγγράφων.

 

Σε σχέση με τον ισχυρισμό για κατάχρηση αναφέρει ότι το χρονικό των γεγονότων καταδεικνύει το δόλο των Εναγόμενων 1-4 και της TRIBENA να αγνοούν τις υποχρεώσεις τους προς την Ενάγουσα για εργασία την οποία έλαβε από αυτή, για την οποία παραδέχονται ότι δεν έχουν πληρώσει την αμοιβή της Ενάγουσας. Η διάλυση της Εναγόμενης 4 και η ένσταση εκ μέρους του εκκαθαριστή της TRIBENA (και κατ’ επέκταση των εναγόμενων 1-3-αιτητών) στην αίτηση που είχε καταχωρήσει η Ενάγουσα καθηκόντως για να λάβει άδεια από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας για να εγείρει απαίτηση εναντίον της TRIBENA δηλώνουν ξεκάθαρα ποιος παραπλανεί το Δικαστήριο. Παρουσιάζει ως Τεκμήριο ΔΚ10 αντίγραφο της ειδοποίησης που καταχώρησαν οι δικηγόροι των Εναγόμενων στο δικαστήριο τον Ιούνιο 2024 για την εκκαθάριση της Εναγόμενης 4, ως επίσης και αντίγραφο της απόφασης του Ε.Δ. Λευκωσίας με την οποία δεν έδωσε άδεια στην Ενάγουσα να συμπεριλάβει την TRIBENA στους Εναγόμενους στην Απαίτηση για τυπικούς ξεκάθαρα λόγους.

 

Επίσης, η προθυμία της Ενάγουσας να αποδεχτεί την αναθεώρηση του προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023 και την εισήγηση των Εναγόμενων 1-4 να ακυρωθούν τα διατάγματα παγοποίησης των περιουσιακών τους στοιχείων με την παραμονή της κατάθεσης του ποσού των US$5.000.000,00 στο Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας προς εξασφάλιση της παρούσας απαίτησης μέχρι και την πλήρη εκδίκαση της, καταδεικνύει το εντελώς ανεδαφικό και αναληθές των ισχυρισμών περί καταχρηστικότητας και προσπάθειας άσκησης αδικαιολόγητης πίεσης προς τους Εναγόμενους 1-3.

 

Αναφορικά με τις παραγράφους 33-55 της ΕΔ στην Αίτηση, τις οποίες θεωρεί αχρείαστες παραγράφους χωρίς νόημα και ουσία, παραπέμπει το Δικαστήριο στις παραγράφους 29-36 της ΕΔ στην Αίτηση για Επίδοση, όπου εκεί με πλήρη διαφάνεια παρέθεσε στο Δικαστήριο τα γεγονότα και την αλληλογραφία στην οποία αναφέρεται η ενόρκως δηλούσα στην αίτηση. Αναφορικά δε με τις παραγράφους 56-58 και 59-64 της ΕΔ  στην Αίτηση, οι παράγραφοι 37-41 και 38-50 της ΕΔ Αίτησης για Επίδοση, αντίστοιχα απαντούν επαρκώς στην ενόρκως δηλούσα στην αίτηση.  Καίριας σημασίας ως απάντηση στα όσα αναφέρει η ενόρκως δηλούσα στην αίτηση είναι και το γεγονός ότι το Ε.Δ. Λάρνακας εξέδωσε προσωρινά διατάγματα παγοποίησης στις 11/12/2023 στα πλαίσια της Αίτησης 4/2023 τα οποία οριστικοποιήθηκαν. Άρα, δίκαια ενήργησε και ενεργεί η Ενάγουσα και στην Απαίτηση και στην Αίτηση για Επίδοση. Σε κάθε περίπτωση τα όσα αναφέρονται στις εν λόγω παραγράφους της ΕΔ Αίτησης δεν έχουν καμία σχέση με το αντικείμενο της Αίτησης.

 

Αναφορικά με τις παραγράφους 78-80 της ΕΔ στην Αίτηση, όλη η ΕΔ στην Αίτηση για Επίδοση αμφισβητεί τα όσα αναφέρονται σε αυτές από την ομνύουσα στην αίτηση. Ανέλυσε όλα τα γεγονότα και όλες τις θέσεις των Εναγόμενων στην ΕΔ στην Αίτηση για Επίδοση και επισύναψε όλα τα τεκμήρια.  Η Ενάγουσα προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια σε κάθε στάδιο της διαδικασίας αυτής της υπόθεσης.

 

Η πιο πάνω ενόρκως δηλούσα καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση στην Ένσταση σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και τις οδηγίες που δόθηκαν από το  Δικαστήριο στις 17/9/2024. Σε απάντηση όλων όσων αναφέρονται στην ΣΕΔ στην αίτηση και δη στις παραγράφους 10-13, επαναλαμβάνει τις παραγράφους 5-7 της ένορκης της δήλωσης ημερομηνίας 17/10/2024. Επισημαίνει το γεγονός ότι, μεταξύ άλλων, εκεί που έπρεπε να εγερθεί και να τεκμηριωθεί η αμφισβήτηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας δεν το έπραξαν οι Αιτήτριες, ήτοι τίποτα δεν αναφέρουν και τίποτα δεν τεκμηριώνουν στην ένσταση τους κατά της Αίτησης 4/2023 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας για θέμα δικαιοδοσίας του εν λόγω Δικαστηρίου.

 

Είναι η θέση της ότι οποιεσδήποτε αναφορές τους στο θέμα αυτό, εάν υπάρχουν, όφειλαν να είχαν μετουσιωθεί σε λόγους ένστασης τη στιγμή που είχαν την ευκαιρία. Δεν το έπραξαν διότι ακριβώς αποδέχθηκαν και αποδέχονται τη δικαιοδοσία του Ε.Δ. Λάρνακας. Αναφορικά δε με το Τεκμήριο 2 στην ΣΕΔ στην αίτηση παρατηρεί ότι δεν φαίνεται να είναι πιστό αντίγραφο του πρακτικού της 21ης Δεκεμβρίου και δεν δόθηκε στην πλευρά της Ενάγουσας παρά μόνο το Διάταγμα που έχει επισυναφτεί στην ένορκη της δήλωση ημερομηνίας 17/10/2024. Σε κάθε περίπτωση το εν λόγω έγγραφο ουδόλως αλλάζει όλα όσα αναφέρει στην ένορκη της δήλωση ημερομηνίας 17/10/2024 και το ουσιώδες γεγονός ότι οι ίδιοι οι Εναγόμενοι 1-3 αποδέχτηκαν το βάσιμο της Αίτησης 4/2023 και την έκδοση του τελικού διατάγματος και την κατάθεση του ποσού των US$5.000.000,00 στο Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας προς εξασφάλιση της απαίτησης της Ενάγουσας.

 

Σε απάντηση όλων όσων αναφέρονται στην ΣΕΔ στην αίτηση και δη στις παραγράφους 14-18 αυτής, επαναλαμβάνει τις παραγράφους 12-13 της ένορκης της δήλωσης ημερομηνίας 17/10/2024. Τίποτε διαφορετικό δεν αναφέρεται στις παραγράφους 14-18 πιο πάνω. Το γεγονός παραμένει ότι με βάση όλα τα έγγραφα που έχει επισυνάψει στην ένορκη της δήλωση και δη τα Τεκμήρια ΔΚ3-ΔΚ5 αυτής φαίνεται ξεκάθαρα ότι τα φυσικά πρόσωπα των Εναγόμενων 1 - 4 και της κυπριακής εταιρείας TRIBENA LIMITED με τα οποία η Ενάγουσα ήταν σε συνεχή επαφή από την αρχή της συνεργασίας τους ήταν οι Daniel White, Αντιπρόεδρος των Εναγόμενων 1-4, η κα Audrey Holden, International Tax Director των Εναγόμενων 1-4, και αργότερα προστέθηκε και η κα Rachael Lowrey, Corporate Counsel. Αυτά τα φυσικά πρόσωπα ενεργούσαν για όλες τις Εναγόμενες 1-4 και την TRIBENA LIMITED και όχι μόνο για την Εναγόμενη 1, η οποία υπέγραψε τη συμφωνία παροχής υπηρεσιών με την Ενάγουσα.

 

Εις απάντηση όλων όσων αναφέρονται στις παραγράφους 19-24 στην ΣΕΔ στην αίτηση , επαναλαμβάνει τις παραγράφους 22-34 της ένορκης της δήλωσης ημερομηνίας 17/10/2024. Ενόψει της καταχώρησης της Απαίτησης, της Αίτησης 4/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας, οι ίδιοι οι Εναγόμενοι όφειλαν να μην είχαν προχωρήσει σε οποιαδήποτε εκκαθάριση εταιρειών του γκρουπ τους. Η δε ένσταση που έφεραν στο να δοθεί άδεια για έγερση αγωγής εναντίον της TRIBENA  καταδεικνύει το πόσο ορθά έπραξε η Ενάγουσα με την καταχώρηση της Αίτησης 4/2023 του Ε.Δ. Λάρνακας.

 

ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

 

Στις 11/12/23 η Ενάγουσα καταχώρησε μονομερώς στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας την Αίτηση 4/2023 (άνευ καταχώρησης αγωγής/απαίτησης σύμφωνα με τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023), εξασφαλίζοντας στις 13/12/2023, μεταξύ άλλων, διατάγματα παγοποίησης των περιουσιακών στοιχείων των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Στις 21/12/2023, ημερομηνία κατά την οποία το Ενδιάμεσο Διάταγμα ήταν επιστρεπτέο, οι Εναγόμενες 1-4 αποδέχτηκαν την κατάθεση στον τραπεζικό λογαριασμό του Λογιστηρίου της Δημοκρατίας 5 εκατομμυρίων Δολαρίων Αμερικής. Η Αίτηση ορίστηκε για ακρόαση στις 12/2/2024. Στις 13/2/24 εκδόθηκε εκ συμφώνου τελικό Διάταγμα, Τεκμήριο ΔΚ2 στην ένσταση στην αίτηση. Στις 13/3/2024, σύμφωνα με το ως άνω τελικό Διάταγμα ημερομηνίας 13/2/2024 η Ενάγουσα καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας την παρούσα Αγωγή.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟ ΚΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ

 

ΚΑΤΑ ΠΟΣΟ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΧΕΙ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Κρίνω ότι πρωτίστως θα πρέπει να εξεταστεί το θέμα του κατά πόσο το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την παρούσα αίτηση.

 

Το θέμα της επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας διέπεται από το Μέρος 6 των Νέων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας με τίτλο «ΕΠΙΔΟΣΗ» «Ενότητα V: Επίδοση εκτός δικαιοδοσίας» και σχετικές είναι οι παραγράφοι 6.7‑6.12 των Θεσμών. Η υποκατάστατη επίδοση ρυθμίζεται πλέον από τους Κανονισμούς 6.13 και 6.14 των νέων Θεσμών. Ουσιαστικά οι προϋποθέσεις οι οποίες τίθενται με τους νέους Θεσμούς είναι πανομοιότυπες με αυτούς των Θεσμών που ίσχυαν προηγουμένως, και ειδικότερα ότι και πάλι πρέπει να δοθεί άδεια του Δικαστηρίου για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας αφού ικανοποιηθούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις και πρέπει η αίτηση για εξασφάλιση άδειας επίδοσης σε Εναγόμενο εκτός Κύπρου να υποστηρίζεται από μαρτυρία η οποία ικανοποιεί το Δικαστήριο μεταξύ άλλων, ότι ο Ενάγων έχει εκ πρώτης όψεως καλή αιτία αγωγής και επίσης το Δικαστήριο κρίνει ότι η υπόθεση είναι κατάλληλη για επίδοση εκτός Κύπρου (Βλ. Easy Rent a Car LIMITED κ.α. και Easy Group LIMITED, Πολ.Εφ.Ε.90/2018, ημερ.14.1.25).

 

Πρέπει εξαρχής να λεχθεί ότι είναι παραδεκτό  ότι οι Εναγόμενοι 1 υπέγραψαν τη Συμφωνία υπηρεσιών και των Όρων, Τεκμήρια ΔΚ9 και ΔΚ10 στην ΕΔ στην Αίτηση για Επίδοση. Με βάση τον όρο 16 της εν λόγω συμφωνίας οι υπηρεσίες των Εναγόντων θα διέπονταν από τους Νόμους της Κύπρου και δικαιοδοσία θα είχαν τα Κυπριακά Δικαστήρια. Το ερώτημα που συνεπώς εγείρεται είναι κατά πόσο ικανοποιείται η προϋπόθεση του Κανονισμού 6.8(1)(η) ή (θ) των Θεσμών με βάση τον οποίο επίδοση εκτός δικαιοδοσίας επιτρέπεται όταν εγείρεται απαίτηση σε σχέση με σύμβαση, όταν η σύμβαση διέπεται από το Κυπριακό δίκαιο σε σχέση και με τους Εναγόμενους 2 και 3. Αποτέλεσε θέση των Αιτητριών ότι η συμφωνία παροχής υπηρεσιών είχε υπογραφεί μόνο μεταξύ της Ενάγουσας και της Εναγόμενης 1 και ότι συνεπώς δεν υπάρχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση των Εναγόμενων 2 και 3 με την Ενάγουσα και ως αποτέλεσμα δεν μπορεί να θεμελιωθεί αξίωση εναντίον των Εναγόμενων 2 και 3 για παράβαση σύμβασης. Από την άλλη, θέση της Καθ’ ης η αίτηση ήταν ότι όλοι οι Εναγόμενοι αρνήθηκαν να καταβάλουν την αμοιβή των Εναγόντων για τις υπηρεσίες που παρείχαν σε αυτές σχετικά με τη σύνταξη των επίδικων συμφωνιών και ότι συμμετείχαν ενεργά στην παράβαση σύμβασης που συντελείτο προς ζημιά της Ενάγουσας. Σύμφωνα με τη θέση των ευπαίδευτων δικηγόρων της Καθ’ ης η αίτηση ικανοποιείται η προϋπόθεση του Κανονισμού 6.8(1)(θ) με βάση τον οποίο επίδοση εκτός δικαιοδοσίας επιτρέπεται όταν εγείρεται απαίτηση σε σχέση με παράβασης σύμβασης, η οποία διαπράχθηκε εντός της δικαιοδοσίας του Ε.Δ. Λάρνακας αφού στη Λάρνακα έγιναν οι εργασίες για τις επίδικες Συμφωνίες και εδώ έπρεπε να πληρωθούν σε λογαριασμό της Ενάγουσας.

 

Οι λόγοι για τους οποίους οι Εναγόμενοι 2 και 3 έχουν συμπεριληφθεί ως Εναγόμενοι στην Αγωγή φαίνονται στις παραγράφους 11, 12 και 13 της ΕΔ στην ένσταση, με παραπομπή στις σχετικές παραγράφους της ΕΔ στην Αίτηση για Επίδοση και τα σχετικά Τεκμήρια. Στη βάση του Τεκμηρίου ΔΚ3, ΔΚ4 και ΔΚ5 στην ΕΔ στην ένσταση, τα οποία αποτέλεσαν επίσης Τεκμήρια στην ΕΔ στην Αίτηση για Επίδοση προκύπτει σύνδεση των Εναγόμενων 2 και 3 (αλλά και των Εναγόμενων 4 και της κυπριακής εταιρείας TRIBENA LIMITED) με τους Εναγόμενους 1. Στην ουσία, όπως προκύπτει, πρόκειται για θυγατρικές εταιρείες των Εναγόμενων 3, τελικών δικαιούχων των εν λόγων εταιρειών. Προκύπτει επίσης ότι οι υπηρεσίες της Ενάγουσας παρείχοντο προς όφελος όλων των εταιρειών και οι συμφωνίες τις οποίες ανέλαβε να συντάξει η Ενάγουσα συντάχθηκαν προς όφελος, όχι μόνο της Εναγόμενης 1, αλλά όλου του συγκροτήματος, ήτοι των Εναγόμενων 1 - 4 και της TRIBENA LIMITED, με σκοπό την οικονομική και φορολογική ελάφρυνση του τελευταίου. Αναφέρεται επίσης ότι τα φυσικά πρόσωπα των Εναγόμενων 1 - 4 και της TRIBENA τα οποία έδιναν οδηγίες στην Ενάγουσα, ήτοι οι Daniel White, Αντιπρόεδρος των Εναγόμενων 1 - 4, η κα Audrey Holden, International Tax Director των Εναγόμενων 1 - 4 και η κα Rachael Lowrey, Corporate Counsel, ενεργούσαν ταυτόχρονα για όλες τις Εναγόμενες 1 - 4 και την TRIBENA και όχι μόνο για την Εναγόμενη 1 από την κοινή διεύθυνση εργασίας τους και επαγγελματική έδρα των εναγόμενων 1-3, ήτοι η One H&R Block Way, Kansas City, Missouri MO 64105, United States of America, και ποτέ δεν ανέφεραν ότι ενεργούσαν μόνο για την Εναγόμενη 1. Θεωρώ δε ότι η πιο πάνω μαρτυρία, δεν έτυχε επαρκούς αντίκρουσης με τα όσα αναφέρονται στη ΣΕΔ Χέττινγκερ.

 

Έχει ευρέως νομολογηθεί ότι σε διαδικασίες αιτήσεων για άδεια επίδοσης κλητηρίου εντάλματος αγωγής εκτός δικαιοδοσίας όπως και στις αιτήσεις παραμερισμού των όποιων σχετικών διαταγμάτων ακολουθούν το Δικαστήριο πρέπει να ικανοποιείται χωρίς να εξετάζει σε βάθος την ουσία της υπόθεσης στην πραγματική και νομική της διάσταση για τη συνύπαρξη καθορισμένων κανονιστικών και νομολογιακών προϋποθέσεων όπως αυτές αναφέρονται στην Δ.6 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών.Το κριτήριο είναι αντικειμενικό. 

 

Διαφωτιστική επί του θέματος είναι η απόφαση ΑEROCANDIA AVIATION SERVICES CY LTD v ΓΚΙΟΚΑ Πολ. Έφ. αρ. Ε136/2020, ημερ.24.1.22, ECLI:CY:AD:2022:A21. Λέχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά :

 

«Εξάγεται από όσα είπαμε, πως οι ευπαίδευτοι πρωτόδικοι Δικαστές (στις δύο υπό έφεσιν αποφάσεις), αντί να προβούν, απλώς, σε αποτίμηση και εκτίμηση της (γραπτής και προφορικής) μαρτυρίας προκειμένου να κατασταλάξουν επιτρεπτώς εντός των παραμέτρων της εθνικής και ενωσιακής νομολογίας αν καταδείχθηκε εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (καλή αιτία αγωγής) ενεπλάκησαν σε ενδελεχή και υποκειμενική αξιολόγηση στοιχείων, μαρτυρίας και εκδοχών (αλλά και συνάμα σε έκφραση πρόωρων απόψεων και ευρημάτων επί της πραγματικής και νομικής ουσίας των αγωγών 479/19 και 480/19), η οποία απείχε αισθητώς από όσα αναμένονταν μεθοδολογικώς σε εκείνο το στάδιο (βλ. Gabov v. Bakardi Ltd και Άλλων, Π.Ε. Ε148/20, ημ. 20.12.21, Παγωτά Παπαφιλίππου & Πατισερί Παναγιώτης Λτδ ν. Regis Milk Industries Ltd, Π.Ε.Ε127/20, ημ. 29.11.21, Hazlewood Investment & Finance Ltd v.Manuel και Άλλων, Π.Ε. Ε14/19 και Ε209/19, ημ. 16.7.19, ECLI:CY:AD:2019:D502,ECLI:CY:AD:2019:D502, Cyprus Trading Corporation Ltd ν. ΖimIsrael Navigation Co Ltd και Άλλου (1999) 1(Β) A.A.Δ. 1168, 1181).

 

Τίποτα δεν δικαιολογούσε τον πρωτόδικο χειρισμό.

 

Αντί άλλων σχολίων παραθέτουμε (ως γενικότερη παρατήρηση για τις δύο εφέσεις), τα όσα καίρια - και εφαρμοζόμενα εδώ – υπέδειξε το Εφετείο στην Nozaki & Co Ltd και Άλλη ν. Σιουκιούρογλου & Υιοί Λτδ (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1689, 1694-1695:

«.....................................

 

Η εντύπωση που αποκομίσαμε από τις θέσεις που ανέπτυξε ο συνήγορος των εφεσειουσών στο πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά και ενώπιόν μας, είναι πως παρεξηγεί το στάδιο της διαδικασίας στο οποίο προβάλλει τους ισχυρισμούς του και προτείνει τις εισηγήσεις του. Συγκεκριμένα, ζητά ουσιαστικά από το Δικαστήριο, σ' αυτό το στάδιο, να κρίνει ότι δεν έχει δικαιοδοσία να επιληφθεί της αγωγής. Δεν είναι όμως τούτο το θέμα που εξετάζεται στην επίδικη αίτηση. Το ερώτημα που ανακύπτει στην υπό συζήτηση αίτηση είναι αν η εφεσίβλητη έχει δείξει εκ πρώτης όψεως καλή αιτία αγωγής, και συνδρομή βεβαίως των προϋποθέσεων της Δ.6 θ.1, για να επιτραπεί η επίδοση της ειδοποίησης του κλητηρίου στο εξωτερικό..................................».

Τα επικροτούμε και τα υπερθεματίζουμε.”»

       

Τα όσα πιο πάνω έχουν παρατεθεί στη βάση της ένορκης δήλωσης στην ένσταση και της ΣΕΔ Κουκούνη είναι επαρκή για το στάδιο αυτό για να καταδείξουν την εκ πρώτης όψεως στοιχειοθέτηση συμβατικής σχέσης και παραβίαση από τις Αιτήτριες της συμφωνίας υπηρεσιών. Καταρρίπτουν επίσης τους ισχυρισμούς των ευπαίδευτων συνηγόρων των Αιτητριών στην αγόρευση τους, ότι στη βάση της απουσίας συμβατικής ή άλλης σχέσης των Εναγομένων 2 και 3 δεν στοιχειοθετούνται για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας οι πλείστες βάσεις αγωγής, ειδικότερα για παράβαση σύμβασης, απαίτηση στη βάση οφειλόμενου ποσού για παρασχεθείσες υπηρεσίες και αδικαιολόγητο πλουτισμό.

 

Υπενθυμίζεται επί του προκειμένου ότι οι Εναγόμενοι 1 δεν αμφισβητούν ότι οφείλουν αμοιβή στην Ενάγουσα για τις υπηρεσίες της τελευταίας σχετικά με τη σύνταξη των Συμφωνιών, αλλά διαφωνούν ως προς τη βάση στην οποία θα έπρεπε να γίνει η χρέωση για την αμοιβή της Ενάγουσας, δηλαδή κατά πόσο η χρέωση θα ήταν ωριαία ή στη βάση των Κανονισμών.

 

Συνοπτικά θα αναφερθώ και στην εισήγηση των Αιτητριών ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί οποιοδήποτε αστικό αδίκημα εναντίον τους και δη της αμέλειας και ή του δόλου. Έχοντας διεξέλθει την προσκομισθείσα μαρτυρία κρίνω ότι, για τους σκοπούς της παρούσας, ο συσχετισμός της μη πληρωμής των τιμολογίων και της εκούσιας εκκαθάρισης της TRIBENA LIMITED είναι βάσιμος. Προκύπτουν στη βάση της ΕΔ στην ένσταση και, μεταξύ άλλων, στην παράγραφο 42 της ΕΔ στην αίτηση για επίδοση, ενέργειες των Εναγομένων να ολοκληρώσουν τις εργασίες τους στην Κύπρο, να εκκαθαρίσουν εκούσια την TRIBENA LIMITED, απομακρύνοντας όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία από την Κύπρο, ενδεχομένως προς αποφυγή της οφειλής τους προς την Ενάγουσα, έχοντας υπόψη και το πιο πάνω αναφερόμενο πλέγμα με το οποίο συνδέονται οι Εναγόμενοι 1-4 ως συνδεόμενες συγγενικές/θυγατρικές εταιρείες της Εναγόμενης 3 αλλά και την εκπροσώπηση τους από τα ίδια πιο πάνω αναφερόμενα πρόσωπα. Τονίζω ξανά ότι στο στάδιο αυτό εξετάζεται μόνο αν αντικειμενικά έχει καταδειχθεί  καλή συζητήσιμη υπόθεση, χωρίς απόφανση για την αξία της μαρτυρίας.

 

Η  ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ  ΤΗΣ  ΕΠΙΔΟΣΗΣ

 

Η νομολογία η οποία διαχρονικά ερμήνευσε τους παλαιούς θεσμούς εξακολουθεί να αποτελεί βοήθημα για την ερμηνεία και εφαρμογή και των νέων Θεσμών. Σχετική προς τούτο είναι η απόφαση στην Easy Rent a Car LIMITED κ.α. και Easy Group LIMITED (πιο πάνω).

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των Αιτητριών εισηγήθηκαν ότι εν προκειμένω, εφόσον οι Εναγόμενες είναι εταιρείες με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής τυγχάνει εφαρμογής η Σύμβαση για την επίδοση και κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, η οποία συνομολογήθηκε στη Χάγη το 1965 (η Σύμβαση της Χάγης) η οποία επικυρώθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία με τον Κυρωτικό νόμο περί Συμβάσεως περί της εν τη Αλλοδαπή Επιδόσεως Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων εις Αστικάς και Εμπορικάς Υποθέσεων (Κυρωτικός) Νόμος του 1982 (ο Νόμος 40/1982). Τόσο η Κύπρος όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής είναι συμβαλλόμενα μέρη στη Σύμβαση της Χάγης. Σύμφωνα με τη θέση τους η Ενάγουσα στη νομική βάση της Μονομερούς Αίτησης για Επίδοση δεν κάνει αναφορά στις πρόνοιες της Σύμβασης της Χάγης αλλά ούτε και στον Νόμο 40/1982, ο οποίος αποδίδει δικαιοδοσία στο Δικαστήριο να διατάξει την υποκατάστατη επίδοση δικαστικών εγγράφων σε διαδίκους που διαμένουν ή έχουν την έδρα τους τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, παρά το γεγονός ότι αξιώνει διατάγματα για επίδοση με ταχυμεταφορέα.

 

Η πιο πάνω παράλειψη καθιστά, σύμφωνα με τη θέση τους την αίτηση άκυρη, εκτός και αν η παράλειψη αφορά παρατυπία η οποία αποτελείται από παράλειψη συμμόρφωσης με τους θεσμούς, οπόταν η αίτηση μπορεί να διασωθεί κατ' εφαρμογή των προνοιών της Δ.64. Εδώ, εισηγούνται ότι η παράλειψη συμπερίληψης της δεν μπορεί να θεωρηθεί απλή παρατυπία για να θεραπευτεί, με αποτέλεσμα να καθιστά την Μονομερή Αίτηση για Επίδοση άκυρη, γεγονός που συμπαρασύρει τόσο το Διάταγμα Επίδοσης όσο και το Διάταγμα για Υποκατάστατη. Επίδοση.

 

Περαιτέρω, εισηγούνται ότι η Ενάγουσα απέτυχε να αποδείξει ότι υφίσταται οποιοσδήποτε λόγος που η επίδοση δυνάμει των προνοιών της Σύμβασης της Χάγης δεν ήταν εφικτή, προτού αποταθεί για το διάταγμα επίδοσης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Διευκρινίζουν ότι με τον Κανονισμό 6.13 των ΚΔΠ, επιτρέπεται η υποκατάστατη επίδοση μόνο στην περίπτωση που φανεί στο Δικαστήριο ότι λόγω οποιασδήποτε αιτίας δεν είναι εφικτό να επιτευχθεί εγκαίρως επίδοση. Τόσο η Αγγλική όσο και η Κυπριακή νομολογία υποστηρίζει ότι παρέκκλιση από τις πρόνοιες της Σύμβασης της Χάγης επιτρέπεται μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις ενώ έχει κριθεί ότι η απλή ανάγκη γρηγορότερης επίδοσης της αγωγής δεν αποτελεί λόγο παρέκκλισης. Στην προκείμενη περίπτωση δεν συντρέχουν είτε το επείγον είτε άλλες ειδικές περιστάσεις που να δικαιολογούν, ήταν η θέση τους, την έκδοση διατάγματος για επίδοση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Τέλος, είναι η θέση των Εναγόμενων ότι το Διάταγμα για Υποκατάστατη είναι γενικό, αόριστο και ασαφές, δεν διευκρινίζεται ότι οι υποκατάστατοι τρόποι επίδοσης είναι εναλλακτικοί, δεν διευκρινίζει ποια μέθοδο έχει προτεραιότητα, οι Εναγόμενες δεν θα ήταν σε θέση να γνωρίζουν πότε εξέπνεε η προθεσμία καταχώρισης του σημειώματος εμφάνισής τους και δεν κάνει ειδική αναφορά ότι η Ενάγουσα θα επιδώσει και μεταφράσεις των σχετικών δικαστικών εγγράφων στην Αγγλική γλώσσα.

 

Οι συνήγοροι της Καθ’ ης η αίτηση αντέτειναν ότι ο Νόμος 40/1982 και η Σύμβαση της Χάγης ουδόλως εμπόδιζαν το Ε.Δ. Λάρνακας να εγκρίνει την επίδοση της Απαίτησης και όλων των υπόλοιπων εγγράφων που επιδόθηκαν στους Εναγόμενους 1-4 με το ταχυδρομείο, με κούριερ και με ηλεκτρονικά μέσα, ως έχει γίνει στην παρούσα υπόθεση. Τόσο το λεκτικό του άρθρου 10 της Συνθήκης όσο και οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αποδέχονται επίδοση δικαστικών εγγράφων με τους εν λόγω τρόπους. Πρόσθεσαν δε, με αναφορά σε νομολογία πρωτόδικων Δικαστηρίων, ότι η Σύμβαση της Χάγης δεν καθιερώνει ένα αποκλειστικό τρόπο ή μέσο διαβίβασης των δικαστικών εγγράφων ενώ, σκοπός της είναι η ταχύτητα και αποτελεσματικότητα της διαβίβασης, χωρίς να αποκλείει εναλλακτικές μεθόδους επίδοσης.

 

Πρέπει κατ΄ αρχάς να σημειωθεί ότι το Διάταγμα επίδοσης ημερομηνίας 28/3/2024 επέτρεψε την επίδοση της Αγωγής στους Εναγόμενους 1 - 4 με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και μέσω ιδιωτικής εταιρείας ταχείας μεταφοράς (courier service). Η Ενάγουσα υλοποίησε την επίδοση, όπως φαίνεται στην σχετική ένορκη δήλωση επίδοσης η οποία αναρτήθηκε στο i-justice στις 23/10/2024. Παρουσιάστηκε δε το Τεκμήριο ΔΚ7 της ΕΔ στην Ένσταση, αντίγραφα της επίδοσης της Απαίτησης που έγινε στους Εναγόμενους 1-4 μέσω κούριερ και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τον Μάρτιο και Απρίλιο 2024.

 

Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι ήταν παραδεκτό και από τις δύο πλευρές ότι η Ενάγουσα στη νομική βάση της Μονομερούς Αίτησης για Επίδοση δεν περιλαμβάνει τις πρόνοιες της Σύμβασης της Χάγης, ούτε και το Νόμο 40/1982. Κατ’ επέκταση το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε την Μονομερή Αίτηση για Επίδοση στην πιο πάνω βάση και το παρών Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να επιφέρει οποιεσδήποτε αλλαγές σε Διάταγμα που εκδόθηκε από άλλο Δικαστήριο ή να εξετάσει το Διάταγμα στη βάση άλλης νομικής βάσης. Έπεται πως το παρών Δικαστήριο θα προχωρήσει να εξετάσει κατά πόσο το εκδοθέν Διάταγμα Επίδοσης εκδόθηκε νομότυπα στη βάση της υφιστάμενης νομικής βάσης.

 

Αρχίζω από το τελευταίο επιχείρημα των συνηγόρων της Καθ’ ης η αίτηση ότι η Σύμβαση της Χάγης δεν καθιερώνει ένα αποκλειστικό τρόπο διενέργειας επίδοσης. Πρόσφατη νομολογία έχει υποδείξει ότι οι διατάξεις των θεσμών Πολιτικής Δικονομίας που διέπουν το θέμα της επίδοσης δεν καθίστανται ανενεργές και παραμένουν σε ισχύ εφόσον δεν συγκρούονται με τις διατάξεις του ΕΚ 1393/2007 και συνεπώς θα πρέπει να εφαρμόζονται (Βλ. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία ΛΤΔ V Badjinder Brar κ.α. Πολ.Εφ.235/2015, ημερ.25.7.23 και Easy Rent a Car LIMITED κ.α. και Easy Group LIMITED (πιο πάνω).  

 

Στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία ΛΤΔ V Badjinder Brar κ.α., πιο πάνω, λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

 

«Σκοπός του Κανονισμού (ΕΚ) 1393/2007, ως διακηρύσσεται ήδη από το προοίμιο του, (άρθρα 2, 6 και 7) είναι να βελτιώσει και να επιταχύνει τη διαβίβαση και την επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις μεταξύ των κρατών μελών, στοχεύοντας ταυτόχρονα στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Ο εν λόγω Κανονισμός, δεν καθορίζει τα δικαστικά ή εξωδικαστικά έγγραφα που σε κάθε περίπτωση μέσω του θα πρέπει να επιδίδονται. Αυτά, συναρτώνται με τη φύση και τις ανάγκες της κάθε περίπτωσης, ζήτημα ασφαλώς που αποφασίζεται με βάση τα ισχύοντα στο κάθε κράτος μέλος. Παρεμβάλλεται πως τόσο  το Κλητήριο όσο και η Ειδοποίησή του, αποτελούν εναρκτήρια έγγραφα της διαδικασίας (Alpha Bank Cyprus Ltd v.  Dau (2013) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1935). Ούτε εγείρεται ζήτημα κατάργησης μέσω του Κανονισμού (ΕΚ) 1393/2007 των Κ.Π.Δ. στην έκταση που οι πρόνοιες των τελευταίων δεν συγκρούονται ή αναιρούνται με το Ενωσιακό Δίκαιο.  Άλλωστε, ο  Κανονισμός (ΕΚ) 1393/2007, πέραν της διατήρησης του συστήματος διαβίβασης των εγγράφων μέσω Κεντρικής Αρχής και των επιμέρους ρυθμίσεων του προς τούτο, ταυτόχρονα, καθιερώνει και αναγνωρίζει μια σειρά από άλλους τρόπους επίδοσης, άμεσους ή έμμεσους (βλ.Consortia Europe Ltd vFregata Holdings Ltd (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2308). »  

 

Κατ’ αναλογία, θεωρώ πως ούτε η εφαρμογή του Νόμου 40/1982 και της Σύμβασης της Χάγης αναιρούν την εφαρμογή των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας στις περιπτώσεις που κρίνεται εύλογη η επίδοση με εναλλακτική μέθοδο. 

 

Στη βάση των πιο πάνω, ούτε ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 1393/2007 ούτε ο Νόμος 40/82, καθιερώνουν ένα αποκλειστικό τρόπο ή μέσο διαβίβασης των δικαστικών εγγράφων ενώ, σκοπός τους είναι η ταχύτητα και αποτελεσματικότητα της διαβίβασης, χωρίς να αποκλείουν εναλλακτικές μεθόδους επίδοσης. Τυχόν δε απόκλιση από τις πιο πάνω νομοθεσίες δεν καθιστά αυτόματα την επίδοση άκυρη, αλλά εξετάζεται σε συνάρτηση με το κατά πόσον ο Εναγόμενος έλαβε επαρκή γνώση της εναντίον του διαδικασίας έγκαιρα, προκειμένου να μπορεί να αμυνθεί.

 

Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι οι συνήγοροι των Αιτητριών δεν αμφισβήτησαν τη θέση της Καθ’ ης η αίτηση στην ένορκη δήλωση της ότι τόσο το λεκτικό του άρθρου 10 της Συνθήκης όσο και οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αποδέχονται επίδοση δικαστικών εγγράφων με τους τρόπους με τους οποίους επιτεύχθηκε η επίδοση στην προκείμενη περίπτωση.

 

Παραθέτω αυτούσιο το σχετικό λεκτικό των εν λόγω άρθρων 10 της Συνθήκης Χάγης:

 

“Article 10

 

Provided the State of destination does not object, the present Convention shall not interfere with

 

(a)       The freedom to send judicial documents, by postal channels, directly to persons abroad.

 

(b)       ….

 

(c)        ….

 

Επιπρόσθετα στην επίσημη ιστοσελίδα της Συνθήκης Χάγης και δη εκεί όπου τα κράτη μέλη δηλώνουν μεταξύ άλλων τις όποιες επιφυλάξεις και αντιρρήσεις τυχόν είχαν και έχουν σε σχέση με τους διάφορους «εναλλακτικούς» τρόπους επίδοσης, αναφέρονται τα εξής σχετικά εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής:

 

«28-01-2020

The United States notes there is no requirement under U.S. Federal law that requests for service on private individuals and companies in the United States be sent to ABC Legal for execution. The United States has no objection to the informal delivery of such documents by members of diplomatic or consular missions in the United States, or through mail, or by private persons - if effective under applicable law - provided no compulsion is used.»

 

Στην πρόσφατη απόφαση PETER LAWSON vs XIE SHAODAN, Πολ. Έφ. αρ.Ε34/2019, ημερομηνίας 7/12/2023, αποφασίστηκε ότι επίδοση μέσω ιδιωτικής εταιρείας ταχείας μεταφοράς (courier service) είναι ισοδύναμη με επίδοση με συστημένη επιστολή και θεωρήθηκε καλή επίδοση. Συνεπώς, η επίδοση της παρούσας Απαίτησης που έγινε μέσω ιδιωτικής εταιρείας ταχείας μεταφοράς (courier service) είναι συμβατή και με το άρθρο 10 της Σύμβασης της Χάγης το οποίο παρέχει τη δυνατότητα επίδοσης via postal channels.

 

Στη βάση των πιο πάνω ο διενεργηθείς τρόπος επίδοσης των δικαστικών εγγράφων δεν συγκρούεται με τη Σύμβαση της Χάγης, η επίδοση δε και με την εναλλακτική μέθοδο του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ήταν απόλυτα εύλογη και αποτελεσματική.

 

Σε σχέση με την εισήγηση ότι το Διάταγμα δεν κάνει ειδική αναφορά ότι η Ενάγουσα θα επιδώσει και μεταφράσεις των σχετικών δικαστικών εγγράφων στην Αγγλική γλώσσα σημειώνεται ότι τα έγγραφα της Αγωγής επιδόθηκαν στην Αγγλική γλώσσα. Σχετικό είναι το Τεκμήριο ΔΚ9 στην ΕΔ στην Ένσταση. Συνεπώς οι Αιτήτριες έλαβαν γνώση της Αγωγής σε γλώσσα κατανοητή από αυτές, ήτοι την Αγγλική γλώσσα.

 

Περαιτέρω, το γεγονός ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε σύγχυση για τους εναλλακτικούς τρόπους επίδοσης της Αγωγής που περιέχονται στο διάταγμα επίδοσης ημερομηνίας 28/3/2024 προκύπτει από την εμφάνιση των Εναγόμενων στην Αγωγή, χωρίς, στην απουσία τεκμηρίωσης τέτοιου ισχυρισμού, να επηρεάζονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο δυσμενώς τα δικαιώματα τους.

 

Ο  ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΣ  ΓΙΑ  ΑΠΟΚΡΥΨΗ

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των Αιτητριών επικαλούνται οκτώ σοβαρές παραβιάσεις της υποχρέωσης αποκάλυψης από την Ενάγουσα κατά το στάδιο που προσήλθε στο Δικαστήριο μονομερώς. Σύμφωνα με τη θέση τους η Ενάγουσα είτε δεν αποκάλυψε σχετικά ζητήματα είτε παραπληροφόρησε και παραπλάνησε το Δικαστήριο. Οι έξι από αυτούς αφορούν τη συμφωνία υπηρεσιών και τα τιμολόγια που εκδόθηκαν από την Ενάγουσα. Συγκεκριμένα, αποδίδεται στην Ενάγουσα ότι παρουσίασε ψευδώς στο Δικαστήριο ότι παρείχε υπηρεσίες στις Εναγόμενες 2 και 3 ενώ η Συμφωνία Υπηρεσιών υπεγράφη μόνο μεταξύ της Εναγόμενης 1 και της Ενάγουσας, ότι παρέλειψε να αποκαλύψει ότι τα τιμολόγια απευθύνονταν μόνο στην Εναγόμενη 1, η οποία τα πλήρωνε, τον τρόπο που η Ενάγουσα τιμολογούσε σύμφωνα με την προηγούμενη τακτική, την επιχειρηματολογία που προβάλλει η Εναγόμενη 1 αναφορικά με το Αίτημα Πληρωμής και το Τιμολόγιο, ότι η Εναγόμενη 1 ζήτησε από την Ενάγουσα να ανακαλέσει το Αίτημα Πληρωμής και να ακυρώσει το Τιμολόγιο εκδίδοντας νέο και ότι η ΚΔΠ 172/2018 έχει καταργήσει τους Κανονισμούς περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής.

 

Οι υπόλοιπες δύο παραλείψεις που της αποδίδονται αφορούν τη μη αναφορά στην καταχώριση ένστασης από τους αιτητές στην Αίτηση 4/2023 και τη μη παρουσίαση μιας σφαιρικής εικόνα των γεγονότων που προηγήθηκαν της καταχώρισης της παρούσας Απαίτησης και δη των προνοιών των διαταγμάτων που εκδόθηκαν.  

 

Το θέμα της υποχρέωσης αποκάλυψης των γεγονότων εξετάστηκε στην αγγλική υπόθεση Brink's – MAT Ltd v. Elcombe and Others [1988] 3 All E.R. 188, στην οποία τονίστηκαν τα ακόλουθα:

 

(1)  Ο αιτητής έχει υποχρέωση να προβαίνει σε πλήρη και δίκαιη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων.

(2)  Τα ουσιώδη στοιχεία είναι εκείνα τα οποία θα πρέπει να γνωρίζει ο Δικαστής όπως αυτά καθορίζονται από το Δικαστή και όχι από τους δικηγόρους των διαδίκων.

(3)  Η υποχρέωση της αποκάλυψης δεν περιορίζεται στα γεγονότα που ήταν γνωστά στον αιτητή, αλλά και σε εκείνα που μπορούσαν να αποκαλυφθούν με μια εύλογη έρευνα.

(4) Η έκταση της έρευνας που πρέπει να γίνει εξαρτάται από τα περιστατικά της υπόθεσης που περιλαμβάνει τη (i) φύση της υπόθεσης και (ii) το επιζητούμενο διάταγμα και τα επακόλουθα της έκδοσης του για τον εναγόμενο.

(5)  Το Δικαστήριο που διαπιστώνει τη μη αποκάλυψη θα πρέπει να αποστερήσει από τον αιτητή οποιοδήποτε πλεονέκτημα που έχει αποκομίσει.

(6)  Η μη αποκάλυψη που οφείλεται σε αθώα συμπεριφορά ή σε μη ορθή εκτίμηση της σχετικότητας της είναι μια σημαντική πτυχή, αλλά όχι αποφασιστική στην εξέταση της μη αποκάλυψης και

(7)  Κάθε παράλειψη δεν εξυπακούει την άμεση ακύρωση του διατάγματος.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, έχω εξετάσει τις θέσεις των δύο πλευρών επί του πιο πάνω θέματος και καταλήγω ότι η Καθ’ ης η αίτηση δεν μπορεί να κριθεί υπόλογη για απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος ή παραπλάνηση του Δικαστηρίου. Σε σχέση με τα έξι πιο πάνω σημεία, η Καθ’ ης η αίτηση στην ΕΔ στην Αίτηση για επίδοση προέβαλε τη δική της εκδοχή επί των ουσιωδών πραγματικών γεγονότων της υπόθεσης.  Έχω την άποψη ότι επί αυτών δεν τίθεται θέμα απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων, αλλά πρόκειται για παράθεση των αλληλοσυγκρουόμενων εκδοχών των δύο πλευρών που αφορούν την ουσία της διαφοράς μεταξύ τους, τις οποίες το Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να εξετάσει στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Προσθέτω στο σημείο αυτό ότι η διαφορετική ερμηνεία που δίδουν οι αιτητές στην προσκομισθείσα μαρτυρία δεν συνιστά απόκρυψη γεγονότων ή προσπάθεια παραπλάνησης του Δικαστηρίου. Ούτε στα υπόλοιπα δύο σημεία που προβάλλει η αιτήτρια στοιχειοθετείται απόκρυψη ουσιωδών ή/και οποιωνδήποτε γεγονότων. Στην παράγραφο 64 και το Τεκμήριο ΔΚ26 στην ΕΔ στην Αίτηση για Επίδοση γίνεται σαφής αναφορά στις διαδικασίες και στα προσωρινά διατάγματα που είχαν εκδοθεί στην Αίτηση 4/2023 του Ε.Δ.Λάρνακας.    

 

Συνεπώς, κρίνω ότι η εισήγηση περί απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων και παραπλάνησης του Δικαστηρίου εκ μέρους των Αιτητριών, δεν γίνεται αποδεκτή και απορρίπτεται.

 

Συνοψίζοντας, κρίνω ότι στην προκειμένη περίπτωση, η επίδοση έγινε καθόλα ορθά και σύμφωνα με το Διάταγμα του Δικαστηρίου.

 

Όπως έχει λεχθεί στις υποθέσεις Φραγκέσκου κ.ά. v. Γρηγορίου (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1765 και Karim v. Κοδινάρη (1994) 1 Α.Α.Δ. 36, στις περιπτώσεις επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας και ή υποκατάστατης επίδοσης, το κύριο ερώτημα είναι κατά πόσο ο προσφερόμενος τρόπος θα θέσει κατά λογική προοπτική, αν όχι βεβαιότητα, το κλητήριο υπόψιν του Εναγόμενου. Ως εκ τούτου, αναφέρω ότι ο σκοπός της επίδοσης δεν είναι άλλος από τη λήψη γνώσης από το εμπλεκόμενο ή ενδιαφερόμενο μέρος των δικαστικών εγγράφων, κάτι το οποίο σαφώς έχει επιτευχθεί στην προκειμένη περίπτωση.

 

Σύμφωνα με όλα όσα αναφέρονται ανωτέρω, δεν έχω ικανοποιηθεί πως συντρέχουν οι προϋποθέσεις για έγκριση της παρούσας Αίτησης. Παρέλκει δε, ως εκ τούτου, η εξέταση των υπολοίπων λόγων ένστασης.

 

Στη βάση όλων των πιο πάνω η Αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Τα έξοδα αυτής επιδικάζονται υπέρ της Καθ’ ης η αίτηση και εναντίον των Αιτητριών. Το ποσό των εξόδων θα καθοριστεί από το Δικαστήριο με συνοπτικό υπολογισμό στη βάση της Κ 39 εδάφιο 7 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023.

 

 

 

 

(Υπ.):  ……………………..

Μ. Παπαϊωάννου, Π.Ε.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο