.C.S. QUALITY HOLDINGS LIMITED κ.α. ν. CLASSICA S.M. INVESTMENS LIMITED κ.α., Αρ. Απαίτησης: 559/2024, 28/1/2025
print
Τίτλος:
.C.S. QUALITY HOLDINGS LIMITED κ.α. ν. CLASSICA S.M. INVESTMENS LIMITED κ.α., Αρ. Απαίτησης: 559/2024, 28/1/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Μ.  ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Π.Ε.Δ.

Αρ. Απαίτησης: 559/2024(i)

Μεταξύ

     

1.      M.C.S.  QUALITY HOLDINGS LIMITED

2.      ΣΑΒΒΑΣ  ΚΑΚΟΣ

Ενάγοντες

-και-

 

1.      CLASSICA S.M.  INVESTMENS LIMITED

2.      MOSHE BAR SHILTON

Εναγόμενων

 

Αίτηση ημερομηνίας 14.01.25 για αντεξέταση Ενάγοντα 2

 

Ημερομηνία: 29.1.2025

Εμφανίσεις:

Για τους Αιτητές- Εναγόμενους:  κα Β. Παντελή για Στυλιανός Ν. Χριστοφόρου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ

Για τους Καθ΄ ων η αίτηση - Ενάγοντες:  κα Χ. Αλεξάντρου για Δημητρίου & Δημητρίου ΔΕΠΕ

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Οι Ενάγοντες στις 2/10/24 καταχώρησαν αίτηση για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων. Στις 8/10/24 το Δικαστήριο εξέδωσε μονομερώς τα εν λόγω προσωρινά διατάγματα. Οι Εναγόμενοι στις 21/10/24 καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση και στα προσωρινά διατάγματα. Στις 15/11/24 καταχωρήθηκε συμπληρωματική ένορκη δήλωση (ΣΕΔ) εκ μέρους του Ενάγοντα 2 και στις 29/11/24 ΣΕΔ εκ μέρους του Εναγόμενου 2. Καταχωρήθηκαν επίσης και από τις δύο πλευρές αιτήσεις για αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων, Ενάγοντα 2 και Εναγόμενου 2. Η παρούσα είναι μία εξ αυτών.

 

Με αυτή την αίτηση οι Αιτητές ζητούν τα πιο κάτω:

 

Α) Διάταγμα και/ή Άδεια του Δικαστηρίου διατάττον τον κ. Σάββα Κάκο τον ορκισθέντα την Ένορκη Δήλωση, ημερομηνίας 02/10/2024 η οποία συνοδεύει την Μονομερή Αίτηση, ημερομηνίας 02/10/2024 για έκδοση προσωρινού Διατάγματος όπως παρουσιασθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την ημερομηνία που η αίτηση θα οριστεί για ακρόαση και σε κάθε άλλη ημερομηνία όπως κριθεί απαραίτητο προς το σκοπό της αντεξέτασης του στις παραγράφους 18, 20, 21, 22, 25, 33, 34, 37, 38 της Ένορκης του Δήλωσης, ημερομηνίας 02/10/2024 και

 

Β) Διάταγμα και/ή Άδεια του Δικαστηρίου διατάττον τον κ. Σάββα Κάκο τον ορκισθέντα την Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση, ημερομηνίας 15/11/2024 όπως παρουσιασθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την ημερομηνία που η αίτηση θα οριστεί για ακρόαση και σε κάθε άλλη ημερομηνία όπως κριθεί απαραίτητο προς το σκοπό της αντεξέτασης του στις παραγράφους 27 και 50 της Συμπληρωματικής Ένορκης του Δήλωσης ημερομηνίας 15/11/2024.

 

Η Αίτηση βασίζεται στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας, Μέρη 23 και 32, στα άρθρα 2, 48 - 52 και 54 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, στο άρθρο 30 του Συντάγματος, στην Πρακτική, στο Κοινοδίκαιο, στις αρχές της επιεικείας, στη Νομολογία, στις συμφυείς εξουσίες και στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση στηρίζεται στην ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 2, διευθυντή της Εναγόμενης 1, ο οποίος δηλώνει ότι είναι πλήρως εξουσιοδοτημένος να προβεί στην ένορκη δήλωση εκ μέρους της τελευταίας.

 

Είναι η θέση του ενόρκως δηλούντα ότι λόγω της δραστικής φύσεως των εκδοθέντων Διαταγμάτων, η παρουσία του Ενάγοντα 2 ορκισθέντα στην Ένορκη Δήλωση ημερομηνίας 02/10/2024 και στην ΣΕΔ ημερομηνίας 15/11/2024, ενώπιον του Δικαστηρίου προς το σκοπό της αντεξέτασης του σε ορισμένα σημεία είναι απαραίτητη για να παρουσιάσει την υπόθεση του στο Δικαστήριο. Συγκεκριμένα, ως αναφέρει, αμφισβητεί σημαντικό μέρος του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης και των Συμπληρωματικών Ενόρκων Δηλώσεων οι οποίες συνοδεύουν την αίτηση των Εναγόντων - Καθ’ ων η Αίτηση και συγκεκριμένα τις παραγράφους 18, 20, 21, 22, 25, 33, 34, 37, 38 της Ένορκης Δήλωσης ημερομηνίας 02/10/2024 και τις παραγράφους 27 και 50 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης του Ενάγοντα 2, ημερομηνίας 15/11/2024.

 

Ως επίσης αναφέρει, στις εν λόγω παραγράφους ο ενόρκως δηλών προβαίνει σε ισχυρισμούς οι οποίοι θα βοηθήσουν, εφόσον επεξηγηθούν μέσω της διαδικασίας αντεξέτασης, το Δικαστήριο να αντιληφθεί τα γεγονότα της υπόθεσης αλλά και τους ανυπόστατους, ψευδείς και αβάσιμους ισχυρισμούς των Εναγόντων - Καθ’ ων η Αίτηση. Περαιτέρω το Δικαστήριο μέσω της πιο πάνω διαδικασίας θα αντιληφθεί πως οι Ενάγοντες - Καθ’ ων η Αίτηση δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και παραπλάνησαν το Δικαστήριο ως προς την αλήθεια των γεγονότων για να επιτύχουν την έκδοση του διατάγματος. Συγκεκριμένα, ο Ενάγοντας 2 θα κληθεί να επεξηγήσει τους ισχυρισμούς του στις παραγράφους (παρατίθεται αυτολεξεί το σχετικό μέρος της ενόρκου δηλώσεως) ꞉

 

«i.    18 της ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 02/10/2024, αναφορικά με τον ισχυρισμό του  για όραμα που είχε ο ομνύων για ανάπτυξη έργων του Ομίλου αλλά και της Λάρνακας και την κοινή πορεία ανάπτυξης μας,

 

ii.     20, αναφορικά με τους τρόπους που είχε γίνει πιεστικός και πως ακριβώς τον πίεζε

 

iii.    21 και 22 της ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 02/10/2024, αναφορικά με την παρουσίαση του ιατρικού πιστοποιητικού

 

iv.    25 της ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 02/10/2024, αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δήθεν αντιλήφθηκε ο ομνύων ότι ο Ενάγοντας 2 ήταν σε μια απελπιστικά ευάλωτη επαγγελματική και ψυχολογική θέση και ότι απειλούσε ότι θα παγοποιούσε την ανάπτυξη όλων των έργων του Ομίλου και του JV και των δραστηριοτήτων του, στραγγαλίζοντας οικονομικά τον Όμιλο,

 

v.    22, 25, 33 και 34 της ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 02/10/2024 και παράγραφο 50 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 15/11/2024, αναφορικά με τους ισχυρισμούς της ψυχικής κατάστασης του Ενάγοντα 2 και τις οδηγίες από τον γιατρό του και το χρονικό διάστημα περιορισμού του στο σπίτι, αλλά και με το να δώσει λεπτομέρειες αναφορικά με τους αόριστους ισχυρισμούς πως τον απειλούσε, τον είχε στήσει στην γωνία, πως ήταν φορτικός και απαιτητικός.

 

vi.    37 και 38 της ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 02/10/2024 αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δήθεν δεν θυμάται πως βρέθηκαν υπογεγραμμένα τα έγγραφα και ότι η υπογραφή του έχει εκμαιευθεί εκμεταλλευόμενος την κατάσταση του Ενάγοντα 2 και να δώσει λεπτομέρειες αναφορικά με τις συνθήκες που υπογράφηκαν τα έγγραφα,

 

vii.   27 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 15/11/2024 αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι εξαναγκάστηκε από τον Εναγόμενο 2 οικονομικά, ώστε να δώσει λεπτομέρειες στο Δικαστήριο»

 

Είναι η θέση του ενόρκως δηλούντα ότι είναι απόλυτα αναγκαίο και προς το συμφέρον της δικαιοσύνης όπως εκδοθεί  το αιτούμενο διάταγμα αφού θα εξυπηρετήσει τις άμεσες ανάγκες της διαδικασίας, θα συμβάλει στην αποκρυστάλλωση των επίδικων ζητημάτων της διαδικασίας και θα βοηθήσει να επεξηγηθούν οι ισχυρισμοί των Εναγόντων ούτως ώστε το Δικαστήριο να λάβει την σωστή εικόνα των γεγονότων.

 

Οι Καθ΄ ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση. Οι λόγοι ένστασης παρατίθενται αυτούσιοι πιο κάτω:

 

1.         Η αίτηση δέον όπως απορριφθεί, καθότι η επιδιωκόμενη αντεξέταση άπτεται θεμάτων τα οποία θα αποφασιστούν κατά την εξέταση της ουσίας της αγωγής και όχι στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο.

 

2.         Η αίτηση δέον όπως απορριφθεί, καθότι το Δικαστήριο δεν αξιολογεί και/ή δεν υπεισέρχεται επί θεμάτων αξιοπιστίας στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο.

 

3.         Η επίδικη Αίτηση είναι αχρείαστη ή/και δεν είναι καλόπιστη ή/και συνιστά κατάχρηση διαδικασίας.

 

4.         Δεν πληρούνται τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις για την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου και δεν εξυπηρετείται καμία ανάγκη με την αιτούμενη αντεξέταση.

 

5.         Δεν χρήζουν αντεξέτασης οι παράγραφοι για τις οποίες ζητείται αντεξέταση.

 

6.         Η αίτηση είναι αχρείαστη και/ή καταχρηστική καθότι η ενώπιον του Δικαστηρίου παρατεθειμένη μαρτυρία εκ των Εναγόντων, τόσο στην ένορκη δήλωση ημ. 02/10/2024, όσο και στις συμπληρωματικές ένορκες δηλώσεις ημ. 15/11/2024, είναι επαρκής για εξέταση της δικαστικής θεραπείας που επιδιώκεται, καθότι όλα τα γεγονότα εμφαίνονται στο φάκελο του Δικαστηρίου και όλα τα στοιχεία είναι επισυνημμένα στις ένορκες δηλώσεις, στο βαθμό που απαιτείται για την εξέταση της αίτησης ημ. 02/10/2024.

 

7.         Η αίτηση είναι αχρείαστη και/ή άνευ ουσίας και/ή καταχρηστική καθότι οι εδώ Αιτητές είχαν την ευκαιρία να απαντήσουν στους ισχυρισμούς των εδώ καθ’ ων η αίτηση στα πλαίσια της κυρίως αίτησης ημ. 02/10/2024, όπως και έπραξαν δια της ένορκης δήλωσης ημ. 21/10/2024, καθώς και δια συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης του εδώ αιτητή 2 ημ. 29/11/2024.

 

8.         Η παρούσα αίτηση θέτει τη διαδικασία σε κίνδυνο εκτροπής από το σκοπό τον οποίο αποβλέπει να εξυπηρετήσει.

 

Η ένσταση στηρίζεται στα άρθρα 23, 23.7, 23.13, 23.13(2), 32, 32.6, 32.10, των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στις γενικές και συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου, στο κοινοδίκαιο και στις αρχές της επιείκειας.

 

Την ένσταση στηρίζει ένορκη δήλωση του Ενάγοντα 2, διευθυντή της Ενάγουσας 1 ο οποίος αναφέρει ότι η υπό κρίση αίτηση είναι κακόπιστη και καταχρηστική ενόψει του ότι οι Αιτητές επιδιώκουν να μετατρέψουν την ενδιάμεση αίτηση ημερ.02/10/2024 («κυρίως αίτηση») σε δίκη επί της ουσίας της διαφοράς και επειδή δεν εξυπηρετούνται οι άμεσες ανάγκες της κυρίως αίτησης δια της έκδοσης διατάγματος αντεξέτασης. Σχολιάζοντας μία προς μία τις παραγράφους σε σχέση με τις οποίες επιδιώκεται η αντεξέταση του ο ενόρκως δηλών υποστηρίζει ότι τα ερωτήματα που θέτουν οι Αιτητές έχουν απαντηθεί από τους Καθ’ ων η αίτηση στην ένορκη δήλωση ημ. 21/10/2024 και στη ΣΕΔ ημ. 29/11/2024, και, περαιτέρω, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαιολογημένη βάση έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων αντεξέτασης.

 

Με τις τελικές τους εμπεριστατωμένες αγορεύσεις οι συνήγοροι υποστήριξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους. Το Δικαστήριο έχει σημειώσει με πολλή προσοχή τις αναφορές και τα επιχειρήματα των πλευρών για τα ζητήματα που εγείρονται στο πλαίσιο της παρούσας. Ειδικότερη αναφορά στις εισηγήσεις τους θα γίνει σε μεταγενέστερο στάδιο και όπου τούτο κρίνεται σκόπιμο για σκοπούς της παρούσας, έχοντας πάντα κατά νου ότι δεν απαιτείται ειδικότερη αναφορά ή πραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται (βλ. Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490).

 

ΝΟΜΙΚΗ  ΠΤΥΧΗ

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα αντεξέτασης, προβλέπεται από τον Κανονισμό 23.13 των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας ο οποίος προνοεί τα ακόλουθα :

 

«23.13. Ακρόαση της αίτησης

(1) Η ακρόαση της αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων και της γραπτής μαρτυρίας τα οποία αναφέρονται στην αίτηση και την ένσταση.

(2) Το δικαστήριο δύναται για καλό λόγο να επιτρέψει την αντεξέταση οποιουδήποτε προσώπου δίδει γραπτή μαρτυρία προς υποστήριξη της αίτησης ή της ένστασης ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου η αντεξέταση του οποίου επιτρέπεται από οποιοδήποτε κανονισμό ή νόμο. »

 

Περαιτέρω, ο Κανονισμός 32.6 (1) αναφέρει τα εξής:

 

«(1) Όταν σε ακρόαση άλλη από δίκη δίδεται γραπτή μαρτυρία, οποιοσδήποτε διάδικος δύναται να αιτηθεί από το δικαστήριο άδεια αντεξέτασης του προσώπου το οποίο δίδει τη μαρτυρία.»

 

Ο Κανονισμός 23.13 είναι πανομοιότυπος με τη Δ.39 Θ.1 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, σύμφωνα δε τόσο με τους νέους όσο και τους παλαιούς Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας μόνο για καλό λόγο το Δικαστήριο θα επιτρέψει την αντεξέταση ενόρκως δηλούντα, η δε έγκριση αιτήματος αντεξέτασης εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (βλ. Annual Practice 1958 p.865, Halsbury's Laws of England 3rd ed. Vol 21 p 418,419 par. 878 και Μήλου κα(2008)1 ΑΑΔ 280).

 

Στο σύγγραμμα Halsbury's Laws of England (ανωτέρω), κάτω από τον τίτλο «Discretionary power of Court as to evidence» αναφέρονται τα ακόλουθα σχετικά με την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου:

 

«The Court has a discretionary power of acting upon such evidence as may be before it at the time, and will not allow a motion to stand over in order to enable a party to examine a witness viva voce, if it considers that the application is made in order to create delay or that there is sufficient evidence before it to enable it to deal with the motion.»

 

Στο Annual Practice 1958 (ανωτέρω), όπου συναντάται αντίστοιχη πρόνοια με τη δική μας Δ.39, επεξηγείται η άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου με έμφαση στο γεγονός ότι δεν υπάρχει υποχρέωση για έκδοση τέτοιου διατάγματος.

 

Στην υπόθεση Μήλου (ανωτέρω), όπου εξετάστηκε θέμα απόρριψης αιτήματος για αντεξέταση με βάση τη Δ.39,  Θ.1, λέχθηκαν τα εξής:

 

«Δεν έχει αμφισβητηθεί, και ορθά, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να μην εκδώσει το διάταγμα για αντεξέταση παρά τη σύμφωνη προς τούτο γνώμη και του ιδίου του καθ' ου η στην αίτηση, με δεδομένο ότι η αίτηση στηριζόταν στη Δ.39, Θ.1 η οποία και παρέχει διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να εγκρίνει ή να απορρίψει την αίτηση ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά της.»

 

Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω ότι η έγκριση αιτήματος για αντεξέταση, επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται αφού εξεταστούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε υπόθεσης. Βασικό κριτήριο, είναι οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η αντεξέταση που θα πρέπει να σχετίζονται, με τις ανάγκες της υπό κρίση διαδικασίας. Με αυτή την έννοια δεν παρέχεται ευχέρεια για έγκριση αιτήματος αντεξέτασης ενόρκως δηλούντα, το οποίο δεν σχετίζεται αυστηρά με τις προϋποθέσεις εξέτασης του αιτήματος στην κυρίως ενδιάμεση διαδικασία.

 

Στην υπόθεση Rana Wahed Ali (αρ.1) (2004) 1Γ Α.Α.Δ. 1660, τονίστηκε ότι η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου για άδεια αντεξέτασης ενόρκως δηλούντα, ασκείται πολύ σπάνια και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Λέχθηκαν συγκεκριμένα τα εξής:

 

«Το ζήτημα της αντεξέτασης ομνύσαντος διέπεται από τον θ.1 τη Δ.39 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών και εμπίπτει εντός της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου η οποία ασκείται στη βάση των κριτηρίων για τα οποία χρήσιμη καθοδήγηση μπορεί να αντληθεί από τα κρατούντα στην Αγγλία. Όπως προκύπτει από τη σχετική νομολογία άδεια αντεξέτασης επί των ενόρκων δηλώσεων δίδεται πολύ σπάνια και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

Η αίτηση για αντεξέταση ομνύσαντος πρέπει να υποβάλλεται εγγράφως και να περιλαμβάνει τους λόγους για τους οποίους μια υπόθεση εντάσσεται στην κατηγορία των εξαιρετικών περιπτώσεων.»

 

Τα θέματα επί των οποίων μπορεί να αντεξετάσει ένας διάδικος θα πρέπει να είναι περιορισμένα και προκαθορισμένα και να εξυπηρετούν τις άμεσες ανάγκες της ενδιάμεσης διαδικασίας και όχι να εκτείνονται επί οποιουδήποτε θέματος υπάρχει διαφωνία μεταξύ των διαδίκων ή προς το σκοπό της αποδυνάμωσης της γενικότερης αξιοπιστίας ενός διαδίκου ή της ενίσχυσης της αξιοπιστίας άλλου. Η αντεξέταση θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε ζητήματα τα οποία είναι αναγκαία για την επίλυση του θέματος που αφορά η υπό κρίση αίτηση. Δεν θα πρέπει να επεκτείνεται σε επουσιώδη αδιάφορα για την εξέταση της αίτησης ζητήματα. Ούτε είναι επιτρεπτή η αντεξέταση επί θεμάτων που εκφεύγουν της ενδιάμεσης αίτησης και επεκτείνονται σε ζητήματα που αφορούν την ουσία της διαφοράς.


Στις δε περιπτώσεις έκδοσης ή οριστικοποίησης ισχύος προσωρινού διατάγματος, είναι νομολογημένο ότι το Δικαστήριο δεν αποφασίζει την ουσία της αγωγής και πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης (βλ. Adidas v. Jonitexo (1984) 1 CLR 263). Ως εκ τούτου δεν είναι επιτρεπτή αντεξέταση σε αίτηση για προσωρινό διάταγμα, η οποία δεν σχετίζεται αποκλειστικά με τις προϋποθέσεις για έκδοση προσωρινού διατάγματος, αλλά αποσκοπεί στην εξαγωγή συμπερασμάτων για την ουσία της αγωγής.

 

Στην υπόθεση Κούππα ν Πουλλάς Τσαδιώτης Λτδ κ.α.(2014)1(Β) Α.Α.Δ.1665 η οποία αφορούσε αίτηση για προσωρινό διάταγμα  λέχθηκε ότι σπάνια σε αιτήσεις για προσωρινό διάταγμα δίδεται άδεια για αντεξέταση εφόσον στις διαδικασίες αυτές, το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης ούτε προβαίνει σε εξέταση των αμφισβητουμένων γεγονότων και κρίση αξιοπιστίας των διαδίκων. Λέχθηκαν συγκεκριμένα τα εξής:

 

«Θεωρούμε την πιο πάνω προσέγγιση του ευπαίδευτου Δικαστή λανθασμένη. Αφενός γιατί σε διαδικασίες της εξεταζόμενης φύσης δεν έχει θέση ο χαρακτηρισμός οποιουδήποτε των διαδίκων ως αναξιόπιστου και, αφετέρου, η αναφορά που γίνεται για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ή για αντεξέταση του ενόρκως δηλούντα της εφεσίβλητης 1 για τεκμηρίωση του κατεπείγοντος είναι τουλάχιστο ατυχής. Το κατεπείγον, πρέπει να τεκμηριώνεται εξ υπαρχής και η εικόνα που μεταδίδεται από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει τη μονομερή αίτηση δεν επιτρέπεται να μεταβληθεί ή αλλοιωθεί μεταγενέστερα (Stavros Georghiou & Son (Scrap Metals) Ltd v. Του πλοίου LIRA (2001) 1 Α.Α.Δ. 1220) είτε με αντεξέταση είτε με συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Εξάλλου στις υπό συζήτηση διαδικασίες, άδεια για αντεξέταση σπάνια δίδεται (βλ. Αναφορικά με την αίτηση του Rana Wahed Ali (Αρ. 1) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1660 και σύγγραμμα Injunctions του David Bean, 8η έκδοση, σελ. 70-71) εφόσον στις διαδικασίες αυτές το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης ούτε προβαίνει σε εξέταση των αμφισβητουμένων γεγονότων.»

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

Καθοδηγούμενη από το πιο πάνω νομικό πλαίσιο θα προχωρήσω να εξετάσω την αίτηση σε συνδυασμό με τους λόγους ένστασης. Προχωρώντας στις συγκεκριμένες παραγράφους σε σχέση με τις οποίες οι Αιτητές επιθυμούν να αντεξετάσουν αναφέρω τα ακόλουθα :

 

Η αντεξέταση που ζητείται σε σχέση με την παράγραφο 18 της ένορκης δήλωσης του Ενάγοντα 2 στην αίτηση, ημερ.2/10/24 κρίνεται αχρείαστη και αδικαιολόγητη. Ο Εναγόμενος 2- Αιτητής (εφεξής ο Αιτητής 2) έχει ήδη τοποθετηθεί σε σχέση με τον ισχυρισμό του Ενάγοντα 2 επι του οποίου επιζητείται η αντεξέταση του στην ένορκη δήλωση του στην ένσταση (Βλ. παραγράφους 23 και 43). Περαιτέρω, δεν προκύπτει αναγκαιότητα να επεξηγηθεί το όραμα του Αιτητή 2 εφόσον η σχέση εμπιστοσύνης στην οποία αναφέρεται ο Ενάγοντας 2 είναι, με βάση τα λεγόμενα του, υποκειμενική. Ομοίως, κρίνω ότι και σε σχέση με την παράγραφο 20 στην πιο πάνω ένορκη δήλωση του Ενάγοντα 2, η όποια αντεξέταση είναι αχρείαστη. Οι ισχυρισμοί στην εν λόγω παράγραφο έχουν καλυφθεί από τα όσα εκτενώς ο Αιτητής ισχυρίζεται στην ένορκη του δήλωση στην ένσταση (Βλ. μεταξύ άλλων την παράγραφο 46).

 

Η αντεξέταση επί των παραγράφων 21 και 22 αποσκοπεί σύμφωνα με τον Αιτητή 2 στην παρουσίαση του ιατρικού πιστοποιητικού του Ενάγοντα 2. Δεν γίνεται όμως συγκεκριμένη αναφορά στην αναγκαιότητα της επιζητούμενης αντεξέτασης προς εξέταση των θεμάτων που εγείρει η υπό κρίση αίτηση. Εν πάση περιπτώσει η ένορκη δήλωση του Αιτητή 2 στην ένσταση (Βλ. παράγραφο 44) πραγματεύεται το εν λόγω θέμα. Ο λόγος που δεν δόθηκε το πιστοποιητικό, με όλο το σεβασμό στους συνηγόρους του Αιτητή 2 οι οποίοι προβάλλουν σχετικό επιχείρημα, δεν μπορεί να αποτελέσει επίδικο θέμα στην υπό κρίση αίτηση. Ούτε και η αντεξέταση επί των παραγράφων 25, 33 και 34 της ένορκης δήλωσης του Ενάγοντα 2 και 50 της ΣΕΔ κρίνεται αναγκαία. Ο σκοπός της επιζητούμενης αντεξέτασης δεν μπορεί να είναι η παροχή λεπτομερειών σε σχέση με αόριστους ισχυρισμούς, ως ήταν η εισήγηση των συνηγόρων του Αιτητή 2 στην αγόρευση τους. Έχω την άποψη ότι αν επιτραπεί η αντεξέταση του Ενάγοντα 2 σε σχέση με τα εν λόγω θέματα η μαρτυρία θα επεκταθεί σε θέματα που δεν αφορούν αυστηρά τα επίδικα θέματα της κυρίως αίτησης.

 

Ερχόμενη τώρα στις παραγράφους 37 και 38 της ένορκης δήλωσης του Ενάγοντα 2 στην κυρίως αίτηση, αναφέρω ότι είναι κατά την κρίση μου οξύμωρο να επιζητείται από τον τελευταίο επεξήγηση του ισχυρισμού ότι δεν θυμάται τις συνθήκες υπογραφής των επίδικων συμβάσεων. Ελλείπει, συνεπώς, θεωρώ το στοιχείο της αναγκαιότητας αντεξέτασης του επι τούτων. Η θέση των ευπαίδευτων συνηγόρων του Αιτητή 2 ότι οι εν λόγω παράγραφοι περιέχουν αντιφατικούς ισχυρισμούς παραπέμπει δε σε προσπάθεια αξιολόγησης του Ενάγοντα 2, εγχείρημα που ξεφεύγει του σκοπού της επίλυσης των επίδικων θεμάτων της υπό κρίση αίτησης. Τέλος, η επιζητούμενη αντεξέταση σε σχέση με την παράγραφο 27 της ΣΕΔ του Ενάγοντα 2 η οποία παραπέμπει σε παροχή λεπτομερειών επίσης εκφεύγει του σκοπού της επίλυσης των επίδικων θεμάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας. Προσθέτω στο σημείο αυτό ότι ο Αιτητής 2 έχει σχολιάσει εκτενώς, μεταξύ άλλων, την εν λόγω παράγραφο στη ΣΕΔ του (Βλ. παραγράφους 26-30).

 

Στη βάση των πιο πάνω κρίνω ότι δεν έχει καταδειχθεί καλός λόγος ώστε να δικαιολογείται έγκριση του αιτήματος.  

 

Συνακόλουθα, η αίτηση απορρίπτεται.  Λόγω της άρρηκτης σχέσης της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης με την κυρίως αίτηση, τα έξοδα της υπό κρίση αίτησης θα συνιστούν έξοδα στην πορεία της κυρίως αίτησης, σε καμία περίπτωση εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση.

 

 

 

 

(Υπ.)……………………………

Μ. Παπαϊωάννου, Π.Ε.Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ  ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο