ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ ν. ΜΙΧΑΛΑΚΗ ΚΟΥΒΑ, Αρ. Γεν. Aίτησης: 53/2014, 7/1/2025
print
Τίτλος:
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ ν. ΜΙΧΑΛΑΚΗ ΚΟΥΒΑ, Αρ. Γεν. Aίτησης: 53/2014, 7/1/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον: Κ. Κωνσταντίνου, Π.Ε.Δ.                 

                                                                               Αρ. Γεν. Aίτησης: 53/2014

Μεταξύ:

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΜΙΤΕΔ

Αιτητών

- ΚΑΙ -

                                               

ΜΙΧΑΛΑΚΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΟΥΒΑ

                                                                      Καθ’ ου η αίτηση

------------------------------

Αίτηση, ημερομηνίας 18/10/2024 για άδεια καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 7/1/2025

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για αιτητές: κ. Χρ. Ι. Κίτσιος, για Α.Ι. ΚΙΤΣΙΟΣ Δ.Ε.Π.Ε.

Για καθ’ ου η αίτηση: κ. Δημητρίου, για ΑΝΔΡΕΑΣ Θ. ΜΑΘΗΚΟΛΩΝΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

Για ενδιαφερόμενο μέρος: κα Ασσιώτου, για ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Στις 27/11/2012 εκδόθηκε διαιτητική απόφαση εναντίον του καθ’ ου η αίτηση και υπέρ του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λεμεσού Λτδ (στο εξής «Συνεργατικό») για το ποσό των €228.970,92, πλέον τόκοι προς 9% από 27/11/2012 μέχρι εξοφλήσεως, με κεφαλαιοποίηση των τόκων δυο φορές το χρόνο (στις 30/6 και 31/12), πλέον €150, έξοδα διαιτησίας. Το Συνεργατικό, στις 2/4/2014, στο πλαίσιο σχετικής αίτησης που είχε καταχωρήσει εξασφάλισε δικαστικό διάταγμα εγγραφής και εκτέλεσης της εν λόγω διαιτητικής απόφασης.

 

Οι αιτητές, για σκοπούς εκτέλεσης της απόφασης, στις 11/9/2020 καταχώρησαν εναντίον του καθ’ ου αίτηση την προβλεπόμενη στο Μέρος VIII του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, αίτηση εξέτασής του (η οποία, δυνάμει σχετικού διατάγματος, στις 25/2/2022 τροποποιήθηκε) με προοπτική την έκδοση αριθμού διαταγμάτων, δυνάμει του Μέρους ΙΧ του ίδιου Νόμου.

 

Η εν λόγω αίτηση (στο εξής «κυρίως αίτηση») υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της Χρυσοβαλώντως Αγά (στο εξής «Αγά»), η οποία, κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου, στις 25/2/2022 προέβη και σε συμπληρωματική ένορκη δήλωση.

 

Επειδή η κυρίως αίτηση περικλείει και αίτημα για ακύρωση - ως καταδολιευτικής - της μεταβίβασης ενός ακινήτου, ιδιοκτησίας του καθ’ ου αίτηση, στη Μιχαέλα Παναγίδου (στο εξής «ενδιαφερόμενο μέρος»), η αίτηση επιδόθηκε και στους δυο, οι οποίοι, στις 28/5/2021 καταχώρησαν σ’ αυτή, ένσταση, η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη ο καθ’ ου η αίτηση.

 

Οι αιτητές, στις 18/10/2024 καταχώρησαν την υπό κρίση αίτηση - η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη η Δόξια Παρμαξή (στο εξής «Παρμαξή») - με την οποία ζητούν άδεια που να τους επιτρέπει να καταχωρήσουν συμπληρωματική ένορκη δήλωση εκ μέρους της Παρμαξή σχετικά με την παράγραφο 11 της ένορκης δήλωσης του καθ’ ου η αίτηση η οποία υποστηρίζει την ένσταση στην κυρίως αίτηση.

 

Ο καθ’ ου η αίτηση καταχώρησε ένσταση στην αίτηση. Αποτελείται από 18 λόγους και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη ο ίδιος.

 

Κατά την ακρόαση της αίτησης, οι δικηγόροι και των δυο μερών υπόβαλαν γραπτή αγόρευση. Η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους, με δήλωσή της υιοθέτησε το περιεχόμενο της αγόρευσης του καθ’ ου η αίτηση.

 

Δεν προτίθεμαι να επαναλάβω το περιεχόμενο της μαρτυρίας και το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των αγορεύσεων. Στη συνέχεια και στο βαθμό που κριθεί αναγκαίο, θα διαφανεί - με αναφορά, τόσο στη μαρτυρία όσο και στις γραπτές αγορεύσεις - ποιες από τις θέσεις κάθε πλευράς αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.

 

Υπεισέρχομαι στην ουσία της αίτησης, η οποία ασφαλώς θα ιδωθεί υπό το φως και των λόγων ένστασης σ’ αυτή.

 

Όπως επισημαίνεται στην υπόθεση Κόκκινου ν. Κόκκινου (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2523:

 

«Το ζήτημα της παραχώρησης ή μη άδειας για την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, ανάγεται, ασφαλώς, στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάσαντος Δικαστηρίου η οποία ασκείται σε συνάρτηση με τη φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας και τα θέματα που αναδύονται ενώπιον του ως επίδικα.»

 

Καθόλα σχετικά με τα προηγούμενα είναι και τ’ ακόλουθα από την υπόθεση  Αναφορικά με την αίτηση των εταιρειών WARNER TRUST κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 45/2021, 2/4/2021:

 

«Σύμφωνα με τη Δ.48, θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας:

 

«Το Δικαστήριο ή Δικαστής μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο, να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»

 

Τα συμπεράσματα τα οποία εύκολα εξάγονται από την ανάγνωση του κειμένου της πιο πάνω δικονομικής πρόνοιας, είναι, κατ' αρχάς, τα ακόλουθα:

 

           (i)           Πέραν της αρχικής ή των αρχικών ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν την αίτηση δια κλήσεως ή την ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης, το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων.

 

            (ii)         Οι λέξεις «μπορεί να επιτρέψει» αφ' εαυτών υποδηλώνουν το ότι το Δικαστήριο διατηρεί τη διακριτική ευχέρεια κατά πόσο να επιτρέψει ή όχι την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.

 

            (iii)        Για να επιτρέψει το Δικαστήριο την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, θα πρέπει αυτός που την ζητά να καταδείξει την ύπαρξη «καλού λόγου» για τον οποίο θα έπρεπε να του επιτραπεί.

 

Η εξουσία, επομένως, η οποία προβλέπεται από τη Δ.48, θ.4(2) είναι διακριτικής φύσεως και ασκείται στη βάση των γεγονότων που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου και τα οποία θα πρέπει να αποκαλύπτουν την αναγκαιότητα για την παροχή της αιτούμενης άδειας για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Σημαντικός παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς διαμόρφωσης της κρίσης του Δικαστηρίου, είναι η φύση και οι ανάγκες της διαδικασίας την οποία η συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιδιώκει να εξυπηρετήσει.

 

Στην πιο πάνω Διάταξη δεν προβλέπεται οποιοσδήποτε περιορισμός όσον αφορά την άσκηση αυτής της εξουσίας του Δικαστηρίου, παρά μόνο υποδεικνύεται πως σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να καταδεικνύεται η ύπαρξη «καλού λόγου», ο οποίος να καθιστά αναγκαία την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. (Δέστε Αναφορικά με την Αίτηση του χχχ Ματθαίου κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 510 και Παπακόκκινου κ.ά. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (Αρ. 1) (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 643).»

 

Η Αγά, στην παράγραφο 7 της ένορκης δήλωσής της η οποία υποστηρίζει την κυρίως αίτηση αναφέρει ότι το οφειλόμενο ποσό κατά την 31/12/2019 ήταν €368.781,15, πλέον τόκους. Ο καθ’ ου η αίτηση, με την παράγραφο 11 της ένορκης δήλωσής του η οποία υποστηρίζει την ένσταση στην κυρίως αίτηση, αρνείται τους παραπάνω ισχυρισμούς της Αγά και ισχυρίζεται ότι δεν οφείλει το αναφερόμενο από αυτή ποσό, το οποίο, όπως λέει, η Αγά δε διευκρινίζει πώς το υπολόγισε και από πού προέρχεται.

 

Η Παρμαξή, στην ένορκη δήλωσή της η οποία υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση, μεταξύ άλλων αναφέρει τα εξής:

 

Επειδή ο καθ’ ου η αίτηση, στην παράγραφο 11 (ανωτέρω) προβάλλει τον ισχυρισμό ότι δεν οφείλει το ποσό που αναφέρει η Αγά και ότι δε διευκρινίζεται εκ μέρους των αιτητών, πώς υπολογίστηκε το συγκεκριμένο ποσό και επειδή υπήρχαν κάποιες χρεώσεις στην τραπεζική κατάσταση λογαριασμού, οι οποίες θα έπρεπε να αφαιρεθούν, ετοιμάστηκε αναδομημένη κατάσταση λογαριασμού για το εξ αποφάσεως χρέος και είναι απαραίτητο να κατατεθεί συμπληρωματική ένορκη δήλωση εκ μέρους της για προβολή της θέσης των αιτητών με θετική μαρτυρία και για παρουσίαση ενώπιον του Δικαστηρίου της εν λόγω αναδομημένης κατάστασης για το εξ αποφάσεως χρέος.

 

Παρά το γεγονός ότι η εν λόγω αναδομημένη κατάσταση λογαριασμού ετοιμάστηκε το Δεκέμβριο του 2022, επειδή συζητείτο κατά πόσο θα συγκατατίθεντο οι άλλες πλευρές για να κατατεθεί στη διαδικασία, χωρίς ένσταση και χωρίς να καταχωριστεί αίτηση για άδεια καταχώρησής της με συμπληρωματική ένορκη δήλωση, η παρούσα δεν καταχωρίστηκε νωρίτερα.

 

Η παραχώρηση άδειας για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης για να διαλευκανθεί το θέμα της ορθότητας του ύψους του εξ αποφάσεως χρέους και ο τρόπος με τον οποίο υπολογίστηκε είναι απαραίτητη για να μπορέσει το Δικαστήριο να έχει ενώπιόν του το ορθό υπόλοιπο του εξ αποφάσεως χρέους.

 

Παρεμβάλλεται ότι η προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση Παρμαξή και η ουσία της έγκειται στα εξής τα οποία αναφέρει η Παρμαξή στην τελευταία παράγραφο:

 

Ανεξάρτητα από την κατάσταση λογαριασμού που επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση της Αγά, ημερομηνίας 25/2/2022, ετοιμάστηκε αναδομημένη κατάσταση λογαριασμού σύμφωνα με την οποία αφαιρέθηκαν διάφορα έξοδα, όπως, έξοδα τήρησης λογαριασμού, ασφάλειες, εκτιμήσεις, δικαστικά και δικηγορικά έξοδα και έξοδα κτηματολογίου. Η αναδομημένη κατάσταση λογαριασμού επισυνάπτεται ως τεκμήριο Β και στη βάση της, θα προωθηθούν τα οποιαδήποτε μέτρα εκτέλεσης της διαιτητικής απόφασης.

 

Όσον αφορά το υπόλοιπο του εξ αποφάσεως χρέους, σημειώνει ότι, παρά το γεγονός ότι η διαιτητική απόφαση προβλέπει κεφαλαιοποίηση 2 φορές ετησίως, με βάση την αναδομημένη κατάσταση λογαριασμού γίνεται κεφαλαιοποίηση μια φορά το χρόνο, ενώ το εξ αποφάσεως χρέος χρεώνεται με επιτόκιο 9,00% από 27/12/2012 μέχρι 31/12/2015 και από 1/1/2016 και εντέυθεν με επιτόκιο 6,50% ετησίως. Με βάση την αναδομημένη κατάσταση λογαριασμού, το εξ αποφάσεως χρέος είναι €300.633,34, πλέον 6,50% ετησίως από 1/1/2022 με κεφαλαιοποίηση μια φορά το χρόνο.

 

Παρατηρώ τα εξής:

 

Καθώς ήδη έχει αναφερθεί [βλ. την Κόκκινου (ανωτέρω)] το ζήτημα της παραχώρησης ή μη άδειας για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία ασκείται σε συνάρτηση με τη φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας και τα θέματα που αναδύονται ενώπιον του Δικαστηρίου, ως επίδικα.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, οι αιτητές ζητούν άδεια να καταχωρήσουν την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, στο πλαίσιο αίτησης εξέτασης του εξ αποφάσεως οφειλέτη - που στην προκειμένη περίπτωση είναι ο καθ’ ου η αίτηση - με βάση το Μέρος VIII του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, με προοπτική την έκδοση αριθμού διαταγμάτων, δυνάμει του Μέρους ΙΧ του ίδιου Νόμου, όπως, διάταγμα πληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους και των εξόδων με μηνιαίες δόσεις και διάταγμα ακύρωσης καταδολιευτικών μεταβιβάσεων ή επιβαρύνσεων.

 

Η σχετική διαδικασία εξέτασης του καθ’ ου η αίτηση στο πλαίσιο της κυρίως αίτησης αποβλέπει στην εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης, ημερομηνίας 27/11/2012, η οποία, με την εγγραφή της, στις 2/4/2014 υπέχει θέση δικαστικής απόφασης. Η εν λόγω διαδικασία είναι εξεταστικού χαρακτήρα, εξ ου και το γεγονός ότι σύμφωνα με το άρθρο 84(1) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, ο εξ αποφάσεως οφειλέτης, ο οποίος, εκτός κι αν εμφανιστεί εκούσια στο Δικαστήριο εξαναγκάζεται να εμφανισθεί σ’ αυτό, εξετάζεται ενόρκως από ή εκ μέρους τόσο του εξ αποφάσεως πιστωτή όσο και από το Δικαστήριο αναφορικά με όσα αναφέρονται στη συνέχεια στο ίδιο εδάφιο του ίδιου άρθρου.

 

Θεωρώ πως, όχι τυχαία ο νομοθέτης προέβλεψε για την εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη και από το Δικαστήριο και το ίδιο ισχύει και για το δικαίωμα του Δικαστηρίου με βάση το άρθρο 85 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου να καλεί μάρτυρες. Και το ένα και το άλλο είναι εναρμονισμένα με τ’ ακόλουθα από την απόφαση στην υπόθεση Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ν. Κωνσταντίνου (2000) 1(Β) Α.Α.Δ. 1034 τα οποία επαναλαμβάνονται και στην πολύ πρόσφατη υπόθεση Χριστοδούλου v. Χριστοδούλου, Έφ. αρ. 29/2019, ημερομηνίας 15/2/2022:

 

«Η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων είναι στοιχείο που συνάπτεται άμεσα με το κύρος της δικαστικής διαδικασίας. Η αξιοπιστία της δικαιοσύνης εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα της. Διαφορετικά δημιουργείται δυσπιστία για την αποστολή της με ανάλογες διαβρωτικές επιπτώσεις. Με αυτά θέλουμε να τονίσουμε ότι τα προβλεπόμενα από το νόμο μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης δεν πρέπει να καταντούν ατελέσφορα, εκτός στις απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις. Πρέπει να εξισορροπείται η ανάγκη εκτέλεσης με την προοπτική αξιοπρεπούς διαβίωσης του ανθρώπου στο πλαίσιο του κράτους δικαίου.»

 

 

Το τι επιδιώκουν οι αιτητές με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση είναι να υποβοηθήσουν το Δικαστήριο να επιλύσει ένα από τα πλέον βασικά επίδικα θέματα της κυρίως αίτησης, που είναι ο επακριβής προσδιορισμός του ύψους εξ αποφάσεως χρέους του καθ’ ου η αίτηση, νοουμένου βέβαια ότι υπάρχει τέτοιο χρέος σήμερα. Η σημαντικότητα αυτού του στοιχείου καταφαίνεται από τα εξής: Σε περίπτωση που ήθελε αποδειχθεί πως δεν υπάρχει οποιοδήποτε οφειλόμενο ποσό σύμφωνα με την επίμαχη διαιτητική απόφαση, δεν τίθεται θέμα έκδοσης οποιουδήποτε από τα αιτούμενα διατάγματα τα οποία αποβλέπουν στην εκτέλεση της εν λόγω απόφασης. Εάν όμως υπάρχει οποιοδήποτε ποσό το οποίο οφείλεται, το ύψος του είναι απόλυτα σχετικό με το αίτημα των αιτητών για έκδοση διατάγματος πληρωμής του με μηνιαίες δόσεις και ενδεχομένως, το στοιχείο αυτό, θα διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση της κρίσης μου σε σχέση με το αίτημα ακύρωσης - ως καταδολιευτικής - της μεταβίβασης του ακινήτου, ιδιοκτησίας του καθ’ ου αίτηση, από τον ίδιο στο ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Όλων παραπάνω λεχθέντων, η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας για καταχώρηση της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, δεν αποτελεί απλώς θέμα ύπαρξης καλού λόγου - ο οποίος, εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι υπάρχει - προκειμένου να δοθεί άδεια, αλλά, κάτι πολύ περισσότερο. Πρωτίστως αποτελεί αναγκαιότητα, σε βαθμό που και να μην υπήρχε το σχετικό αίτημα, κατά την εξέταση της κυρίως αίτησης, θα επιδίωκα αυτεπάγγελτα την προσαγωγή μαρτυρίας για σκοπούς προσδιορισμού του ποσού του εξ αποφάσεως χρέους του καθ’ ου η αίτηση. Σ’ αυτό το πλαίσιο και προς υποβοήθηση της διαδικασίας εξέτασης της κυρίως αίτησης (βλ. Καλλικάς ν. Ελληνική Τράπεζα Λτδ (2010) 1 Α.Α.Δ. 1238), θα έδιδα οδηγίες για ετοιμασία αναδομημένων καταστάσεων λογαριασμών, καθώς και για την παρουσία αρμόδιου υπαλλήλου των αιτητών για επεξήγησή τους και τούτο, επειδή ο προσδιορισμός του σημερινού χρεωστικού υπολοίπου του καθ’ ου η αίτηση - νοουμένου ότι υφίσταται τέτοιο υπόλοιπο - για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω, είναι ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο για σκοπούς εξέτασης της κυρίως αίτησης.

 

Και κάτι ακόμη προτού καταλήξω.

 

Με μόνο λόγο ότι με την κατάθεση των αναδομημένων καταστάσεων λογαριασμού σε συνδυασμό και με όλα τα άλλα που αναφέρει η Παρμαξή στην προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, είναι φανερό, ότι το κατ’ ισχυρισμό των αιτητών οφειλόμενο χρέος του καθ’ ου η αίτηση, μειώνεται, ομολογώ ότι θεωρώ και ακατανόητη τη σφοδρότητα με την οποία ο καθ’ ου αίτηση εναντιώθηκε στην αίτηση, ιδιαίτερα, αν ληφθεί υπόψη ότι κατά την ακρόαση της κυρίως αίτησης, θα του δοθεί το δικαίωμα να αντεξετάσει και σ’ αυτό το πλαίσιο αμφισβητήσει, όλους τους μάρτυρες που θα παρουσιαστούν στο Δικαστήριο και θα καταθέσουν υπέρ της αίτησης.

 

Συγκεφαλαιώνοντας, για όλους τους παραπάνω λόγους και λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης κρίνω ότι έχει καταδειχθεί ιδιαίτερα «καλός λόγος» για παραχώρηση της αιτούμενης άδειας. Έπεται ότι όλοι οι λόγοι ένστασης είναι αβάσιμοι.

 

Η αίτηση επιτυγχάνει. Η συμπληρωματική ένορκη δήλωση, να καταχωριστεί εντός 10 ημερών από σήμερα.

 

 

 

 

 

 

 

 

Αναφορικά με τα έξοδα δε βλέπω για ποιο λόγο μπορώ να αποστώ του κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα. Με αυτό δεδομένο, τα έξοδα της αίτησης, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ των αιτητών και σε βάρος του καθ’ ου η αίτηση και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της αίτησης, ημερομηνίας 11/9/2020.

 

 

 

 

                                                                        (Υπ.) ...………..………………….

                                                                                          Κ. Κωνσταντίνου, Π.Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

/ΚΚ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο