
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 4342/2014
ΝΙΚΟΛΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Ενάγοντα
και
ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΛΤΔ
Εναγόμενων
Και όπως τροποποιήθηκε με διάταγμα ημερομηνίας 22.11.2017
Μεταξύ:
ΝΙΚΟΛΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Ενάγοντα
και
ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΛΤΔ,
μετονομασθείσα σε
ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ
Εναγόμενων
31 Ιανουαρίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για Ενάγοντα: κα Παντελή για Στυλιανός Χριστοφόρου & Συνεργάτες
Για Εναγόμενη: κα Παναγιώτου για Γιώργος Ζ. Γεωργίου και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Δικογραφημένες θέσεις/Υπόβαθρο. Ο Ενάγοντας προσλήφθηκε στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λευκωσίας Λτδ (την αρχική Εναγόμενη) στις 17.4.2000 στη θέση διευθυντή στο Τμήμα Εσωτερικού ελέγχου. Περί το 2002, προάχθηκε στη θέση του Γενικού Διευθυντή του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λευκωσίας Λτδ. Η εργοδότηση του συνεχίστηκε μέχρι τις 15.5.2014 οπόταν απολύθηκε. Αυτά είναι κοινώς αποδεκτά γεγονότα.
Σημειώνω παρενθετικά ότι στην πορεία η αρχική Εναγόμενη αντικαταστάθηκε από την Συνεργατική Κυπριακή Εταιρεία Λτδ, κατόπιν συγχώνευσης των δύο, η οποία ακολούθως μετονομάστηκε σε Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων.
Οι δύο πλευρές διαφωνούν για τις συνθήκες και λόγους απόλυσης. Ο μεν Ενάγων ισχυρίζεται ότι η απόλυση του ήταν παράνομη. Η μεν Εναγόμενη ισχυρίζεται ότι ο τερματισμός της απασχόλησης κατέστη αναγκαίος γιατί η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, έκρινε ότι ο Ενάγων δεν πληρούσε τα κριτήρια για τη θέση Γραμματέα/Διευθυντή, ούτε για τη θέση Οικονομικού Διευθυντή.
Είναι όμως κοινώς αποδεκτό ότι η απόλυση ήταν με άμεση ισχύ. Είναι επίσης κοινώς αποδεκτό ότι με την απόλυση καταβλήθηκαν στον Ενάγοντα τα δεδουλευμένα του, αναλογία 13ου μισθού, αναλογία ετήσιας άδειας και πληρωμή έναντι προειδοποίησης. Πληρώθηκε επίσης ποσό €73.380,53 που αντιστοιχεί σε μισθούς 52 εβδομάδων. Συνολικά καταβλήθηκε στον Ενάγοντα ποσό περί τα €87.518,91. Με την πληρωμή του εν λόγω ποσού, ο Ενάγων υπέγραψε «Δήλωση Διευθέτησης όλων των Απαιτήσεων» στην οποία όμως ανέγραψε ιδιοχείρως ότι δεν αποδέχεται το περιεχόμενο της αλλά το υπογράφει μόνο για να παραλάβει το εν λόγω ποσό.
Ο Ενάγων ισχυρίζεται ότι μετά την απόλυση του, παρά τις προσπάθειες του, δεν κατέστη δυνατό να εργοδοτηθεί σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα και ωφελήματα. Ισχυρίζεται ότι ο τρόπος με τον οποίο έγινε η απόλυση του είχε αρνητικές επιπτώσεις στην μετέπειτα επαγγελματική του πορεία.
Μέσω της αγωγής, διεκδικεί γενικές και επαυξημένες αποζημιώσεις για απώλεια καριέρας καθώς και τιμωρητικές και/ή παραδειγματικές αποζημιώσεις.
Η Εναγόμενη αρνείται ότι ο Ενάγων υπέστη αρνητικές επιπτώσεις στην καριέρα του που να χρήζουν αποζημίωσης πέραν αυτής που έχει ήδη λάβει. Συνεπώς αρνείται ότι δικαιούται στις αξιώσεις που εγείρει.
Μαρτυρία. Σε αυτή τη βάση η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση. Στα πλαίσια της ακρόασης έδωσε μαρτυρία ο ίδιος ο Ενάγων για προώθηση των αξιώσεων του. Η πλευρά της Εναγόμενης δεν παρουσίασε μαρτυρία. Ακολουθεί μια συνοπτική αναφορά στα όσα κατέθεσε ο Ενάγων με παράλληλη αναφορά στο περιεχόμενο εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια. Επικεντρώνομαι στα σημεία της μαρτυρίας που σχετίζονται άμεσα με τα αμφισβητούμενα γεγονότα και τα επίδικα θέματα.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ενάγοντα, η εργοδότηση του ήταν αορίστου διάρκειας (παρουσίασε σχετικά το Τεκμήριο 3). Από το 2001 εκτελούσε χρέη Γενικού Διευθυντή του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λευκωσίας Λτδ, εναλλάξ ανά δύο έτη με άλλο πρόσωπο. Μέχρι τον Φεβρουάριο 2014 ο μηνιαίος μισθός του ήταν €8.482,53. Από τον Μάρτιο 2014 ο μισθός του μειώθηκε (αυθαίρετα κατά τον ίδιο) σε €5.644,66 μηνιαίως (σχετικά τα Τεκμήρια 1(α), 1(β) και 2).
Στις 15.5.2014 ενημερώθηκε γραπτώς από τον εργοδότη του για τον τερματισμό της εργοδότησης του. Η σχετική επιστολή κατέστη Τεκμήριο 4. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της:
«…σας πληροφορούμε ότι η επιτροπή του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λευκωσίας αποφάσισε να τερματίσει την απασχόληση σας, καθότι σύμφωνα με την αξιολόγηση και την απόφαση της Εποπτικής Αρχής, ήτοι της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας, κρίνεστε ακατάλληλος για την πλήρωση της θέσης του Γραμματέα και του Οικονομικού Διευθυντή.
Ως εκ τούτου η εργοδότηση σας με το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λευκωσίας τερματίζεται από τις 15/05/2014.
Το Ταμιευτήριο θα καταβάλει την αναλογία του μισθού σας για το μήνα Μάιο, αναλογία 13ου μισθού, αναλογία ετήσιας άδειας, το χρόνο προειδοποίησης (οκτώ εβδομάδες) και το κατά χάριν ποσό των μισθών ενός έτους….»
Αναφέρει ότι η απόλυση του έγινε παράνομα, κακόπιστα και αδικαιολόγητα. Σημειώνει ότι παρά τις συγχωνεύσεις διάφορων πιστωτικών ιδρυμάτων που έγιναν τον Οκτώβρη του 2013, κανένα διευθυντικό στέλεχος απολύθηκε αλλά όλοι, πλην του ιδίου, διοχετεύτηκαν σε άλλες θέσεις. Υποστήριξε ότι δεν του προτάθηκε άλλη θέση ή καθήκοντα στον οργανισμό παρότι ενημέρωσε τους αρμόδιους ότι ήταν διατεθειμένος να εκτελέσει οποιαδήποτε νέα καθήκοντα. Παρουσίασε απορριπτική απάντηση σε αίτηση που υπέβαλε για τη θέση του επικεφαλής της μονάδας μη εξυπηρετούμενων δανείων (σχετικό το Τεκμήριο 5). Παρουσίασε επίσης και διαφημίσεις άλλων θέσεων για τις οποίες ενδιαφέρθηκε (δέσμη Τεκμήριο 6), χωρίς αποτέλεσμα.
Μετά την απόλυση του, πληρώθηκε τα δεδουλευμένα του, αναλογία 13ου μισθού, αναλογία ετήσιας άδειας, πληρωμή έναντι προειδοποίησης 8 εβδομάδων και ποσό που αντιστοιχούσε σε μισθούς ενός έτους. Οι μισθοί είχαν υπολογιστεί με βάση τον μειωμένο μισθό που λάμβανε από τον Μάρτιο 2014. Με την πληρωμή των ποσών αυτών του ζητήθηκε να υπογράψει δήλωση παραίτησης από οποιεσδήποτε αξιώσεις, την οποία υπέγραψε σημειώνοντας όμως επί αυτής επιφύλαξη των δικαιωμάτων του. Παρουσίασε την δήλωση Τεκμήριο 7. Πρόκειται για έγγραφο που τιτλοφορείται «Ανέκκλητη Δήλωση Διευθέτησης όλων των Απαιτήσεων μου από το ΣΤ Έγκωμης (Λευκωσίας) Λτδ νυν Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λευκωσίας Λτδ». Το τυπογραφημένο σε αυτήν κείμενο αναγράφει, μεταξύ άλλων:
«Με τη λήψη του πιο πάνω ποσού, είμαι πλήρως εξοφλημένος και ικανοποιημένος αναφορικά με οποιεσδήποτε απαιτήσεις μου, εναντίον του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λευκωσίας Λτδ, λόγω τερματισμού της απασχόλησης μου είτε αυτός είναι νόμιμος ή παράνομος, περιλαμβανομένης και της προειδοποιήσεως και/ή οποιοδήποτε άλλων αποζημιώσεων δικαιούμαι από οποιαδήποτε αιτία και ανέκκλητα δηλώ ότι δεν έχω πλέον οποιαδήποτε αξίωση από οποιαδήποτε αιτία και απαλλάττω πλήρως και δια παντός το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λευκωσίας Λτδ από οποιαδήποτε υποχρέωση προς εμένα.»
Κάτω από το τυπογραφημένο κείμενο αναγράφεται ιδιοχείρως:
«Δεν αποδέχομαι το περιεχόμενο και παραλαμβάνω την επιταγή άνευ βλάβης των δικαιωμάτων μου.»
Αναφέρει ότι παράλληλα με την παρούσα αγωγή είχε καταχωρήσει την αίτηση 576/2014 στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών με την οποία αξίωνε δηλωτική απόφαση ότι ο τερματισμός της απασχόλησης του ήταν παράνομος. Αξίωνε επίσης δηλωτική απόφαση ότι η μείωση των απολαβών του τον Μάρτιο 2014 ήταν αυθαίρετη και παράνομη καθώς και διάταγμα για επαναπρόσληψη του. Η εν λόγω αίτηση εκδικάστηκε και εκδόθηκε απόφαση από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών στις 19.2.2021.
Στα πλαίσια της κυρίως εξέτασης του περίγραψε τις προσπάθειες του για εξεύρεση άλλης εργοδότησης και αναφέρθηκε στις επιπτώσεις που είχε στην καριέρα του η απόλυση του. Συγκεκριμένα ανέφερε τα εξής:
«…με το πέρας των ακαδημαϊκών μου σπουδών εργάστηκα για 7 περίπου χρόνια σε ελεγκτικά γραφεία στο εξωτερικό και στην Κύπρο. Στη συνέχεια επέλεξα να εργοδοτηθώ στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο Έγκωμης (Λευκωσίας) Λτδ και να ακολουθήσω μια καριέρα συνυφασμένη με το Τραπεζικό σύστημα. Η απώλεια της δυνατότητας πρόσληψης μου σε οργανισμό που είναι τράπεζα ή εξακολουθεί να έχει τα χαρακτηριστικά των εργασιών μιας τράπεζας αποτελεί απώλεια στην επαγγελματική μου καριέρα και εξηγώ. Ένας επαγγελματίας λογιστής κατά την έναρξη της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας έχει να επιλέξει δύο δρόμους. Την παραμονή του στο επάγγελμα του εγκεκριμένου ελεγκτή (auditor) και συμβούλου επιχειρήσεων (business consultant) ή την επαγγελματική του ανέλιξη σε χώρο εκτός του επαγγέλματος του ελεγκτή/συμβούλου επιχειρήσεων. Αφιέρωσα και επένδυσα συνειδητά 14 ολόκληρα χρόνια στο συγκεκριμένο χώρο και προσπάθησα να βρίσκομαι πάντα στα στελέχη με διάκριση. Με την απόλυση μου ουσιαστικά διαγράφηκε η καριέρα/επένδυση 14 ολόκληρων ετών. Οι προσπάθειες μου για πρόσληψη σε άλλο τραπεζικό ίδρυμα ήταν άκαρπες με αποτέλεσμα να χάσω και να απωλέσω την καριέρα μου.»
Συνέχισε αναφέροντας τα εξής:
«Θέλω να θέσω εις γνώση του Δικαστηρίου ότι η απόλυση από ένα τραπεζικό ίδρυμα είναι πολύ σπάνιο συμβάν και η φημολογία που επικρατούσε γύρω από το συνεργατισμό εκείνα τα χρόνια με στιγμάτισαν με αποτέλεσμα να επηρεαστεί η φήμη και υπόληψη μου και να μην καταστεί εφικτό να εργαστώ σε πιστωτικό ίδρυμα αλλά και να χάσω την αξιοπιστία μου ως οικονομικός σύμβουλος αφού απολύθηκα από τη θέση του διευθυντή τράπεζας. Σημειώνω ότι για την κατάρρευση του συνεργατισμού διορίστηκε ερευνητική επιτροπή… [Στο σχετικό πόρισμα] δεν υπάρχει αναφορά στο όνομα μου αλλά εγώ επιλέχθηκα να απολυθώ από τους εναγόμενους έκδηλα παράνομα προκαλώντας μου ζημιά και απώλεια στην καριέρα μου.»
Σύμφωνα με τον Ενάγοντα, κατά τη διάρκεια της εργοδότησης του ήταν δραστήριο και αποτελεσματικό διευθυντικό στέλεχος του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου, εισήγαγε βελτιώσεις στην εταιρική διακυβέρνηση, εισήγαγε και ανάπτυξε εσωτερικό μοντέλο πιστοληπτικής αξιολόγησης ενώ παρέδιδε σεμινάρια σε συνεργάτες/συναδέλφους ανά το παγκύπριο.
Περίγραψε επίσης την επαγγελματική του πορεία μετά την απόλυση του. Ανέφερε ότι μετά την απόλυση του υπέβαλε αιτήσεις για διάφορες θέσεις, κατώτερες της θέσης που είχε στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο. Αναφέρθηκε σε αιτήσεις που υπέβαλε σε άλλα τραπεζικά ιδρύματα για διάφορες θέσεις, περιλαμβανομένου διευθυντή λογιστηρίου (chief accountant), οικονομικού ελεγκτή για δραστηριότητες εξωτερικού (financial controller overseas operations), υπεύθυνου συμμόρφωσης και διαχείρισης οικονομικών κινδύνων (financial risk and compliance manager), οικονομικού διευθυντή ομίλου (group finance manager), επικεφαλής εσωτερικού ελέγχου (head of internal audit), επιχειρησιακού διευθυντή (operation manager) και άλλων. Παρουσίασε αντίγραφα των σχετικών επιστολών που είχε αποστείλει οι οποίες, σύμφωνα με τον Ενάγοντα, ουδέποτε απαντήθηκαν (δέσμη Τεκμήριο 10).
Παράλληλα ασχολήθηκε με την παράδοση σεμιναρίων στο εξωτερικό. Τον Σεπτέμβριο 2015 προχώρησε με τη σύσταση της εταιρείας RDD Training & Consulting Limited, της οποίας είναι διευθυντής, με σκοπό την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και εκπαιδευτικών σεμιναρίων σε οργανισμούς στην Κύπρο και το εξωτερικό. Οι απολαβές του από την εν λόγω εταιρεία όμως είναι χαμηλότερες των εισοδημάτων του από την εργοδότηση του στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο. Παρουσίασε τις οικονομικές καταστάσεις της εν λόγω εταιρείας για τα έτη 2015-2022, Τεκμήρια 11(α)-11(ζ).
Σύμφωνα με τον Ενάγοντα, είναι ο μοναδικός υπάλληλος της εταιρείας του και οι ετήσιες απολαβές του ανέρχονται σε €18.000, δηλαδή ο μηνιαίος μισθός του ανέρχεται σε €1.500 περίπου. Πέραν του μισθού, πρόσθεσε ότι από τα κέρδη της εταιρείας (μετά τη φορολογία) λαμβάνει ως μέρισμα περίπου το 70%. Σημείωσε ότι ακόμα και αν υπολογιστούν κέρδη από μερίσματα που λαμβάνει, το εισόδημα του παραμένει μειωμένο σε σύγκριση με προηγουμένως. Οι ετήσιες απολαβές του μεταξύ 2015 και 2022 κυμαίνονται μεταξύ €25.000-€30.000.
Ο Ενάγων ανέφερε ότι προέβη σε υπολογισμούς για τη μείωση των απολαβών του από την απόλυση του μέχρι τις 31.12.2022. Σύγκρινε από τη μια, τα εισοδήματα που θα είχε εάν συνέχιζε η εργοδότηση του στην Εναγόμενη και, από την άλλη, τα έσοδα από την εταιρεία του, σε μισθούς και μερίσματα. Στον υπολογισμό έλαβε επίσης υπόψη την αποζημίωση μισθών ενός έτους που έλαβε, και αφαίρεσε το εν λόγω ποσό από τη διαφορά που προέκυψε.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του:
(α) εάν δεν υπήρχε η μείωση στον μισθό του τον Μάρτιο 2014, δηλαδή εάν ο μισθός του ήταν €8.482,53 μηνιαίως, τότε η συνολική μείωση στα εισοδήματα του ανέρχεται περίπου σε €630.000,
(β) εάν λάβει ως μέτρο σύγκρισης τον μειωμένο μισθό του, δηλαδή €5.644,66 μηνιαίως και δεν λάβει υπόψη ότι οι απολαβές του θα είχαν αποκατασταθεί στα προηγούμενα επίπεδα στις 31.12.2018 (όπως συνέβη με τους υπόλοιπους υπάλληλους πιστωτικών ιδρυμάτων), τότε η συνολική μείωση στα εισοδήματα του ανέρχεται περίπου σε €376.000,
(γ) εάν λάβει ως μέτρο σύγκρισης τον μειωμένο μισθό του, δηλαδή €5.644,66, όμως συνυπολογίσει ότι ο μισθός του θα είχε αποκατασταθεί και επανέλθει στο προηγούμενο επίπεδο την 1.1.2019 τότε η συνολική μείωση στις απολαβές του είναι περίπου €524.000.
Παρουσίασε δύο πρακτικά συνεδρίας του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου ημερομηνίας 26.2.2002 και 8.10.2007 σε σχέση με το ύψος των απολαβών του πριν την απόλυση του. Σημείωσε ότι οι ετήσιες απολαβές του, από €111.000 μέχρι τον Φεβρουάριο 2014, μειώθηκαν πλέον σε €25.000-€30.000 «ενώ η καριέρα μου στον τραπεζικό τομέα για 14 χρόνια διακόπηκε από την έκδηλη παράνομη απόλυση μου και αναγκαστικά με πάρα πολλές δυσκολίες άλλαξα τομέα δραστηριότητας σε μια μεγαλύτερη ηλικία για να μπορώ να εργάζομαι και να έχω εισοδήματα.» Υποστήριξε ότι εάν δεν είχε μεσολαβήσει η παράνομη απόλυση του θα μπορούσε να συμμετάσχει σε σχέδιο εθελούσιας αποχώρησης που προτάθηκε στους υπαλλήλους της Συνεργατικής που θα του επέφερε ποσό περί τις €180.000.
Πρόσθεσε ότι:
«Λόγω του τρόπου απόλυσης μου από τους εναγόμενους, προκλήθηκε μια εικόνα προς το πρόσωπο μου το οποίο καταδίκαζε κάθε προσπάθεια μου για πρόσληψη μου σε άλλη τράπεζα καθότι δύσκολα μπορεί να απολυθεί διευθυντής τραπέζης. Επιπρόσθετα ακόμα και με τη σύσταση νομικού προσώπου ήταν δύσκολο να ενταχθώ εκ νέου ως οικονομικός σύμβουλος αφού το κύρος και η αξιοπιστία μου είχαν σφοδρά πληγεί από την απόλυση μου από τους εναγόμενους και ο κύκλος που ήμουν ενταγμένος με απωθούσε.»
Σημείωσε ότι κατά τον χρόνο απόλυσης του ήταν 43 ετών, νυμφευμένος με δύο ανήλικα εξαρτώμενα τέκνα, 6 ετών και 10 μηνών. Η απασχόληση του στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο ήταν η κύρια βιοποριστική του απασχόληση και «είχε τον χαρακτήρα της μοναδικότητας καθότι μια τέτοια θέση είναι μοναδική σε οργανισμούς παρόμοιων δραστηριοτήτων με τους Εναγόμενους ενώ παράλληλα τέτοιοι οργανισμοί είναι περιορισμένοι στην Κύπρο». Προς τούτο παρουσίασε κατάλογο με τα 17 πιστωτικά ιδρύματα της Κύπρου, Τεκμήριο 14.
Αναφορικά με τη μείωση των μηνιαίων απολαβών του τον Μάρτιο 2014, ο Ενάγων ανέφερε ότι αυτό έγινε στη βάση συλλογικής απόφασης για μείωση των απολαβών τραπεζικών υπαλλήλων. Σημείωσε όμως ότι ο ίδιος δεν άνηκε σε οποιαδήποτε συντεχνία γιατί εκ της θέσεως του έπρεπε να είναι ανεξάρτητος. Συνεπώς, υποστήριξε, δεν έπρεπε να ισχύσει η μείωση και για τον ίδιο. Πρόσθεσε ότι στις 31.12.2018 οι μισθοί στον τραπεζικό τομέα αποκαταστάθηκαν στα προ της τραπεζικής κρίσης επίπεδα, συνεπώς αναμένει ότι και οι δικές του απολαβές θα είχαν αποκατασταθεί στα προηγούμενα επίπεδα.
Κατά την αντεξέταση, αμφισβητήθηκαν όσα ο Ενάγων ανέφερε σε σχέση με τις προσπάθειες του για εξεύρεση άλλης εργασίας μετά την απόλυση του. Αμφισβητήθηκε ότι τα μοναδικά του εισοδήματα προέρχονται από την εταιρεία του. Αμφισβητήθηκαν επίσης οι αναφορές του περί στιγματισμού του ένεκα του τρόπου που απολύθηκε. Αναφορά σε κάποια σημεία της αντεξέτασης γίνεται πιο κάτω.
Αυτή ήταν, συνοπτικά, η μαρτυρία του Ενάγοντα και το περιεχόμενο των εγγράφων που παρουσίασε.
Όπως ανέφερα προηγουμένως, η πλευρά της Εναγόμενης δεν παρουσίασε μαρτυρία.
Προδικαστικές ενστάσεις/Διαδικασία ενώπιον Εργατικού Δικαστηρίου/Δεδικασμένο. Πριν προχωρήσω στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, θα εξετάσω κάποια ζητήματα που εγέρθηκαν από την πλευρά της Εναγόμενης. Αυτό διότι η κρίση μου σε σχέση με αυτά περιορίζει τα προς απόφαση ζητήματα και, κατ’ επέκταση, περιορίζει την ενασχόληση με τη μαρτυρία για ζητήματα που δεν είναι επίδικα.
Στην Υπεράσπιση η Εναγόμενη είχε εγείρει τρεις προδικαστικές ενστάσεις. Συγκεκριμένα ήγειρε ότι η καταχώρηση της παρούσας αγωγής παράλληλα με την προώθηση της αίτησης 576/2014 στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών συνιστά κατάχρηση. Περαιτέρω, εισηγήθηκε ότι η παρούσα αγωγή είναι επιπόλαια, ενοχλητική και κακόβουλη. Παράλληλα, εισηγήθηκε ότι εφόσον η αγωγή εδράζεται σε ισχυρισμό για παράνομη απόλυση, το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι αναρμόδιο να της επιληφθεί αφού εμπίπτει στην δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.
Αυτά τα ζητήματα εξετάστηκαν στα πλαίσια ενδιάμεσης αίτησης που καταχώρησε η πλευρά της Εναγόμενης. Με ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 28.7.2016, το παρόν Δικαστήριο (με άλλη σύνθεση) διαφώνησε ότι η αγωγή είναι επιπόλαιη ή ενοχλητική. Διαφώνησε επίσης με την πλευρά της Εναγόμενης αναφορικά με την ισχυριζόμενη αναρμοδιότητα, αναφέροντας ότι:
«Παρέχεται δικαίωμα να προσφύγει εργοδοτούμενος στο Επαρχιακό Δικαστήριο εφόσον η αξίωση του για αποζημιώσεις υπερβαίνει τις αποζημιώσεις που μπορούν να διεκδικηθούν με βάση τον περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμο 24/67. Το δικαίωμα του να προβάλει αξίωση πέραν ορισμένου ύψους προσδιορίζει και την αντίστοιχη δικαιοδοσία που είναι γενική δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
……..
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω αλλά και ότι οι γενικές και επαυξημένες αποζημιώσεις και οι τιμωρητικές και/ή παραδειγματικές αποζημιώσεις που επιζητούνται υπό στοιχεία (Α) και (Β) της έκθεσης απαίτησης αφορούν απώλεια καριέρας και … η αξίωση του [Ενάγοντα] δεν περιορίζεται σε μισθούς δύο χρόνων αλλά διεκδικεί πολύ μεγαλύτερα ποσά τα οποία δεν υπάγονται στις πρόνοιες τους σχετικού νόμου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι καθ’ υλην αρμόδιο Δικαστήριο να ακούσει την υπόθεση δεν είναι το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών αλλά το Επαρχιακό Δικαστήριο.»
Αναφορικά με το ζήτημα της κατάχρησης, και πάλιν η εισήγηση της Εναγόμενης δεν έγινε δεκτή. Στην ίδια ενδιάμεση απόφαση το Δικαστήριο κατέληξε ότι:
«Επανέρχομαι στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης αλλά και της υπόθεσης 576/14 και λαμβάνοντας υπόψη ότι επιζητούνται διαφορετικές αξιώσεις στις δύο εκκρεμούσες υποθέσεις ως εμφαίνεται στην έκθεση απαίτησης και στο αιτητικό της υπόθεσης 576/14, κρίνω ότι δεν υπάρχει κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας…».
Κατά την ακρόαση, όταν ο Ενάγοντας επιχείρησε να καταθέσει γραπτή δήλωση ως μέρος της κυρίως εξέτασης του, η συνήγορος της Εναγόμενης ήγειρε ξανά ζήτημα αναρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου και ζήτημα κατάχρησης. Επιπρόσθετα, ένεκα του ότι είχε στο ενδιάμεσο τελεσιδικήσει η αίτηση 576/2014 στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, υποστήριξε ότι προκύπτει θέμα δεδικασμένου. Η συνήγορος της Εναγόμενης εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο δεν αυτοδεσμεύεται από την προηγούμενη ενδιάμεση απόφαση του.
Αφού εξετάστηκαν αυτές οι θέσεις, σε ενδιάμεση απόφαση που ακολούθησε ημερομηνίας 1.11.2023, το Δικαστήριο δεν αποδέχτηκε τις εισηγήσεις της συνηγόρου της Εναγόμενης. Σημειώθηκε ότι η αλλαγή στη σύνθεση του Δικαστηρίου δεν είναι αφ’ εαυτής βάση για επανεξέταση των ζητημάτων. Επισημάνθηκε ότι υπάρχει η δυνατότητα ένα Δικαστήριο να επανεξετάσει και να διαφοροποιήσει την αρχική του θέση επί ζητήματος για το οποίο έχει ήδη αποφασίσει στην ίδια διαδικασία. Όμως, για να επιτρέπεται αυτό πρέπει να προκύπτουν νέα γεγονότα ή δεδομένα που να δικαιολογούν την παρέκκλιση. Στην παρούσα περίπτωση νέα γεγονότα ή δεδομένα που να διαφοροποιούν ουσιωδώς τα δεδομένα στα οποία εκδόθηκε η 1η ενδιάμεση απόφαση, δεν υφίστανται. Συνεπώς δεν υπάρχει έρεισμα για επανεξέταση των εν λόγω ζητημάτων.
Στην τελική της αγόρευση, η συνήγορος της Εναγόμενης επανήλθε και ήγειρε ξανά αυτά τα ζητήματα. Δεν θα υπεισέλθω εκ νέου. Η απόφαση επί αυτών ανακοινώθηκε στην ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 28.7.2016 και στην ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 1.11.2023.
Σημειώνω μόνο το εξής αναφορικά με τη θέση περί ύπαρξης δεδικασμένου. Εξέτασα τα επιχειρήματα που έχουν προβληθεί όμως δεν διαπιστώνω τέτοιο κώλυμα.
Υπάρχει η προηγούμενη διαπίστωση ότι τα επίδικα θέματα στην παρούσα αγωγή και στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών είναι διακριτά και δεν συμπίπτουν.
Ο Ενάγων είχε αποταθεί στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών από το οποίο ζήτησε να αποφανθεί εάν η απόλυση του ήταν παράνομη. Η Αίτηση 576/2014 εκδικάστηκε και διαπιστώθηκε από καθ’ ύλην αρμόδιο Δικαστήριο ότι η απόλυση του ήταν «έκδηλα παράνομη». Η απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ημερομηνίας 19.2.2021 δεν εφεσιβλήθηκε και είναι τελεσίδικη.
Στην παρούσα αγωγή ο Ενάγων ισχυρίζεται ότι συνεπεία της απόλυσης του (το παράνομο της οποίας, όπως ανέφερα, διαπιστώθηκε από το Εργατικό Δικαστήριο) υπέστη απώλεια καριέρας. Συνεπώς, το επίδικο ζήτημα αυτής της αγωγής είναι κατά πόσο η μαρτυρία στοιχειοθετεί, ότι υπήρξε απώλεια καριέρας και, εάν η απάντηση είναι θετική, το μέτρο των αποζημιώσεων που δικαιούται ο Ενάγων.
Προσθέτω και τα εξής. Παρά τη διαπίστωση από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ότι η απόλυση του Ενάγοντα ήταν παράνομη, εντούτοις δεν εξέδωσε διάταγμα επαναπρόσληψης του γιατί κρίθηκε ότι αυτό ήταν πρακτικά ανέφικτό υπό τις περιστάσεις όπως είχαν διαμορφωθεί. Ήταν επίσης συμπέρασμα του Εργατικού Δικαστηρίου ότι δεν τεκμηριώνεται κακοβουλία ή κακεντρέχεια στις ενέργειες του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου που οδήγησαν στην απόλυση του Ενάγοντα. Τέλος, το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δεν δέχτηκε ότι η μείωση στις απολαβές του Ενάγοντα τον Μάρτιο 2014 ήταν αυθαίρετη. Έκρινε ότι, με τη συμπεριφορά του, ο Ενάγοντας την είχε αποδεχτεί.
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις/συμπεράσματα του Εργατικού Δικαστηρίου είναι δεδομένα για τους σκοπούς αυτής της αγωγής και δεν είναι επίδικα θέματα στην παρούσα διαδικασία.
Αξιολόγηση. Προχωρώ στην αξιολόγηση της μαρτυρίας. Σημειώνω ότι παρακολούθησα τον Ενάγοντα κατά τη διάρκεια της μαρτυρίας του. Εξέτασα την ποιότητα, εσωτερική συνοχή, πειστικότητα και αληθοφάνεια των θέσεων του. Μελέτησα επίσης το περιεχόμενο των εγγράφων που παρουσίασε.
Ο Ενάγων άφησε θετική εντύπωση. Η μαρτυρία του είχε συνοχή, οι απαντήσεις του ήταν λογικές και πειστικές. Φάνηκε ότι αισθάνεται πικρία και αισθάνεται ότι έτυχε άδικης μεταχείρισης από την εργοδότρια εταιρεία. Τα συναισθήματα του αυτά κρίνονται λογικά υπό τις περιστάσεις που περίγραψε. Σε ότι αφορά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του, δεν διαπίστωσα ότι παρασύρθηκε από αυτά τα συναισθήματα ώστε να παραποιήσει γεγονότα εσκεμμένα, για να δώσει στρεβλωμένη ή κατασκευασμένη εικόνα στο Δικαστήριο.
Κατά την αντεξέταση επιχειρήθηκε να καταδειχθεί ότι δεν ήταν ειλικρινής και ότι όσα κατέθεσε δεν ήταν αληθινά. Προβλήθηκε ουσιαστικά η θέση ότι η εκδοχή του ήταν κατασκευασμένη με σκοπό να μεγιστοποιήσει τις αποζημιώσεις που ζητά. Προωθήθηκε η θέση ότι οι αναφορές του για τις προσπάθειες εξεύρεσης άλλης εργασίας μετά την απόλυση του ήταν ψευδείς και ότι οι επιστολές που παρουσίασε ως αιτήσεις για πρόσληψη σε άλλες θέσεις (δέσμη Τεκμήριο 10) ήταν κατασκευασμένες εκ των υστέρων. Προβλήθηκε επίσης η θέση ότι δεν ήταν ειλικρινής σε σχέση με τις απολαβές του από την μετέπειτα εργασία του και ότι έχει αποκρύψει εισοδήματα.
Ο Ενάγων διαφώνησε με όλες αυτές τις θέσεις. Κρίνω τις απαντήσεις του και εξηγήσεις που έδωσε, λογικές και πειστικές.
Ενδεικτικά αναφέρω τα ακόλουθα παραδείγματα από τις απαντήσεις του.
Αμφισβητήθηκαν κατά την αντεξέταση οι αναφορές του για άκαρπες προσπάθειες εξεύρεσης άλλης εργασίας. Τέθηκε στον Ενάγοντα ότι οι διάφορες αγγελίες που παρουσίασε φαίνεται να αφορούσαν την περίοδο από Ιανουάριο 2014, δηλαδή πριν την απόλυση του και συνεπώς δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν απόδειξη ότι προσπάθησε να εξεύρει άλλη εργασία μετά τον Μάιο 2014. Ο Ενάγων ανέφερε τα εξής: «όταν επήλθε η κρίση και το Συνεργατικό Κίνημα πέρασε στα χέρια του κράτους οι Γενικοί Διευθυντές όσοι ήταν 18 στο σύνολο θα μειώνονταν και υπήρχε παρότρυνση για να αποταθούν με τη σωστή οδό στις διάφορες θέσεις που θα δημιουργούνταν στη βάση της νέας οργανωτικής δομής του Συνεργατισμού. Έτσι και εγώ με τη σειρά μου, γιατί σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να βρεθώ εκτεθειμένος, γιατί υπήρχε η φημολογία ότι τη θέση θα την έπαιρνε κάποιος άλλος και όχι εγώ για πολλούς και διάφορους λόγους, ένιωθα σωστό να αποταθώ και να ζητήσω μια άλλη θέση εξίσου σημαντική και αποτάθηκα με την οδό που έθεσε η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα.»
Αμφισβητήθηκε επίσης ότι ο Ενάγων είχε αποταθεί σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα και οργανισμούς για εξεύρεση εργασίας μετά την απόλυση του. Η συνήγορος της Εναγόμενης ουσιαστικά υποστήριξε ότι η δέσμη επιστολών/αιτήσεων, Τεκμήριο 10, είναι πλαστή, κατασκευασμένη εκ των υστέρων ενώ δεν είχε υποβάλει αιτήσεις για πρόσληψη στις συγκεκριμένες θέσεις ο Ενάγων. Τέθηκε στον Ενάγοντα ότι εάν είχε υποβάλει αυτές τις αιτήσεις τότε θα είχε κρατήσει τις αντίστοιχες αγγελίες για να είναι σε θέση να αποδείξει την αυθεντικότητα των αιτήσεων. Συγκεκριμένα λέχθηκαν τα εξής:
«Ε: Αυτές τις αγγελίες τις έχετε;
Α: Όχι.
Ε: Δεν θεωρήσατε ορθό εφόσον έχετε να εκκρεμεί μια τέτοια σοβαρή υπόθεση για απώλεια καριέρας εναντίον σας να τις έχετε στην κατοχή σας;
Α: Την επιστολή και την εξεύρεση εργασίας ήταν για βιοποριστικούς λόγους και όχι για να τεκμηριώσω οποιανδήποτε υπόθεση στο Δικαστήριο. Δεν ξέρω εάν βρεθήκατε ποτέ άνεργη εσείς, αλλά πρώτιστο μέλημα ήταν να ζήσω την οικογένεια μου, επομένως δεν έχτιζα την επιχειρηματολογία σκεπτόμενος ότι σε 10 χρόνια θα ερχόμουν στο Δικαστήριο για να αποδείξω….»
Σε άλλο σημείο της αντεξέτασης αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:
«Ε: Εγώ θα σας πω ότι δεν μπορώ να γνωρίζω ούτε εγώ ούτε και το Δικαστήριο πότε αποταθήκατε στους υπόλοιπους οργανισμούς και θα πω οργανισμούς, εταιρείες γιατί δεν ξέρω εάν είναι τραπεζικά ιδρύματα στο Τεκμήριο 10, δεν ξέρουμε ποιος είναι ο παραλήπτης. Δεν ξέρουμε πού, πότε και γιατί αποταθήκατε γιατί δεν έχει παραλήπτη ούτε και ημερομηνία.
Α: Αποτάθηκα για εργοδότηση να μην πω από την ημέρα 1, από την ημέρα 20 που απολύθηκα για πρόσληψη σε οργανισμούς.
Ε: Και συνεχίζετε, έγινε μαζικά;
Α: Ναι μαζικά σε κάποια χρονική περίοδο μετά την απόλυση μου και σε κάποια φάση προχώρησα στη σύσταση νομικού προσώπου.
Ε: Άρα μπορείτε με βεβαιότητα να μας τοποθετήσετε πότε στάληκαν αυτές οι επιστολές και να είναι αξιόπιστη η μαρτυρία σας ενώπιον Δικαστηρίου;
Α: Να ψάξω. Ακριβείς ημερομηνίες τώρα δεν μπορώ να πω.»
Εξήγησε ότι είχε αποστείλει τις επιστολές μέσω εμαιλ και γι΄αυτό δεν αναγράφεται σε αυτές όνομα παραλήπτη και ημερομηνίες. Αυτά ήταν στοιχεία, είπε, που αναγράφονταν στο καλυπτικό εμαιλ. Διαφώνησε ότι οι επιστολές ήταν κατασκευασμένες. Υποστήριξε ότι όλες είχαν μείνει αναπάντητες.
Όπως σημείωσα πιο πάνω, θεωρώ ότι οι απαντήσεις του ήταν πειστικές και λογικές υπό τις περιστάσεις που περίγραψε. Δεν διαπιστώνω λόγο για τον οποίο ένα πρόσωπο που – σύμφωνα με το βιογραφικό του – εργαζόταν συνεχώς, όλη την ενήλικη ζωή του, ενώ είναι στην πιο παραγωγική επαγγελματικά ηλικία και έχει δύο εξαρτώμενα ανήλικα τέκνα, να μην προσπαθήσει να εξεύρει άλλη εργασία μετά την άμεση απόλυση του. Δεν φαντάζει λογική η εισήγηση της Εναγόμενης ότι, ουσιαστικά, ο Ενάγων επιδίωξε να μείνει άπραγος και άνεργος προσδοκώντας ότι, 10 χρόνια περίπου μετά, θα στοιχειοθετήσει απώλειες εισοδήματος για τις οποίες να ζητήσει αποζημίωση κατά την ακρόαση αυτής της υπόθεσης. Και μάλιστα για να τις αποδείξει να πλαστογραφήσει επιστολές/αιτήσεις για εργασία.
Κατά την αντεξέταση, αμφισβητήθηκε η θέση του Ενάγοντα ότι ο τρόπος απόλυσης του τον στιγμάτισε και στάθηκε εμπόδιο να εργοδοτηθεί σε άλλο τραπεζικό ίδρυμα. Ο Ενάγων διαφώνησε και απάντησε «Η Κύπρος είναι μικρή. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα στον τραπεζικό χώρο, ειδικά για άτομα που απολύθηκαν και το μοναδικό άτομο από τον Συνεργατισμό που απολύθηκε με τον συγκεκριμένο τρόπο, όπου και αν καθόμουν άκουγα ψίθυρους, οπότε η περιρρέουσα ατμόσφαιρα για το άτομο μου και την απόλυση μου με κυνηγούσε και με κυνηγά, όχι σε τόσο έντονο βαθμό σήμερα, για πολύ καιρό. Επομένως ναι, δεν είχα πάρει απαντήσεις για τις συγκεκριμένες και υποστηρίζω ότι το γεγονός ότι απολύθηκα με τον τρόπο που απολύθηκα από τον Συνεργατισμό επηρέασε τις προσπάθειες μου για εξεύρεση εργασίας στην τραπεζική αγορά στην Κύπρο.»
Έγινε αναφορά στο πόρισμα της διερευνητικής επιτροπής που είχε συσταθεί για να διερευνήσει την κατάρρευση του συνεργατισμού. Τέθηκε στον Ενάγοντα πως το γεγονός ότι δεν κατονομάζεται στο πόρισμα της ερευνητικής επιτροπής για τον Συνεργατισμό και δεν καταγράφεται κάτι μεμπτό εναντίον του δείχνει ότι δεν επηρεάστηκαν οι προοπτικές εργοδότησης του. Ο Ενάγων διαφώνησε. Επισήμανε ότι το πόρισμα εκδόθηκε πολύ μεταγενέστερα από την απόλυση του. Υποστήριξε επίσης ότι ένας πιθανός εργοδότης δεν θα ανατρέξει σε πόρισμα εκατοντάδων σελίδων για να διαπιστώσει εάν υπάρχουν ευρήματα ή διαπιστώσεις για εκείνον. Υποστήριξε ότι η εντύπωση που παρέμεινε στον τραπεζικό κλάδο ήταν πως αυτός ήταν το μοναδικό διευθυντικό στέλεχος του συνεργατισμού που απολύθηκε.
Με αναφορά σε βιογραφικό σημείωμα που παρουσίασε ο Ενάγοντας καθώς και στο βιογραφικό του στην ιστοσελίδα Linkedin.com, η συνήγορος της Εναγόμενης επιδίωξε να θέσει ότι δεν ήταν ειλικρινής αναφορικά με τις επαγγελματικές του δραστηριότητες. Συγκεκριμένα τέθηκε στον Ενάγοντα ότι στη σελίδα Linkedin αφήνει να νοηθεί ότι συνεργάζεται με τον όμιλο Iacovou Group.
Ο Ενάγοντας σημείωσε ότι το βιογραφικό που είχε καταθέσει δεν είναι επικαιροποιημένο αλλά εκείνο που χρησιμοποιούσε μετά την απόλυση του. Αναφορικά με τη σελίδα Linkedin, ανέφερε ότι ο όμιλος Iacovou Group αγοράζει υπηρεσίες από την εταιρεία του, για τις οποίες η εταιρεία εκδίδει τιμολόγια και τα ποσά των τιμολογίων αποτυπώνονται στις οικονομικές καταστάσεις που παρουσίασε. Υποστήριξε ότι ο λόγος που γίνεται αναφορά στον συγκεκριμένο όμιλο στην σελίδα του είναι διότι πρόκειται για αναγνωρίσιμο όνομα και ήταν σημαντικό για τον ίδιο να παρουσιάζει τη συνεργασία μαζί του. Διαφώνησε ότι διατηρεί άλλη σχέση με τον όμιλο ή ότι εργάστηκε ποτέ για τον όμιλο. Επέμενε ότι η μόνη συνεργασία είναι μέσω της εταιρείας του. Σημείωσε ότι επιπρόσθετα με τη συνεργασία με τον εν λόγω όμιλο, παραδίδει διαδικτυακά σεμινάρια στο ΚΕΒΕ και πάλιν μέσω της εταιρείας του.
Εξηγώντας γιατί στην σελίδα του στο Linkedin παρουσιάζεται προσωπικά και δεν υπάρχει κάποια εμφανής σύνδεση του με την εταιρεία του, ο Ενάγων απάντησε «στον δικό μας τον χώρο εκείνο που μετρά δεν είναι τ’ όνομα της εταιρείας, είναι το όνομα το δικό μου το reputation μου, επομένως αυτό που προέβαλλα στο Linkedin είναι εμένα ως επαγγελματίας και τις γνώσεις μου. Το RDD δεν σημαίνει τίποτα σε κανένα…. Εκείνο που παίζει σημασία στον χώρο μας δεν είναι ότι είμαι μια από τις Big 4 που έκτισαν το reputation και πουλούν τ’ όνομα της φίρμας τους. Εγώ εκείνο που πουλώ σε εισαγωγικά είναι τις επαγγελματικές μου γνώσεις και τον εαυτό μου.»
Ερωτήθηκε κατά πόσο είναι διευθυντής και μέτοχος σε μια εταιρεία που συστάθηκε το 2022 και ασχολείται με εξωτερικά ιατρεία. Ο Ενάγων συμφώνησε. Υποστήριξε ότι δεν λαμβάνει μισθό ως διευθυντής αυτής της εταιρείας και ότι η εταιρεία αυτή είναι μέχρι στιγμής ζημιογόνα. Εξήγησε ότι η εταιρεία RDD είναι το μοναδικό όχημα που τον αντιπροσωπεύει σε όλες τις επαγγελματικές του δραστηριότητες. Διαφώνησε ότι έχει αποκρύψει πηγές εισοδήματος. Εξήγησε ότι σε όλες τις επαγγελματικές του δραστηριότητες ενεργεί μέσω της RDD από την οποία λαμβάνει μισθό πλέον μέρισμα από τα κέρδη.
Όταν αντεξετάστηκε αναφορικά με τον υπολογισμό που προέβη για τις απώλειες εισοδημάτων του, εξήγησε ξανά, με αναφορά στις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας, τις απολαβές του σε μισθούς και μερίσματα. Πρόσθεσε ότι στους υπολογισμούς, έλαβε υπόψη τις €18.000 ετησίως που λαμβάνει ως μισθό πλέον 100% των κερδών. Συνεπώς δεν τίθεται ζήτημα να έχει παρουσιάσει ως χαμηλότερες τις απολαβές του για να μεγιστοποιήσει το ποσό που ισχυρίζεται ότι έχασε ένεκα της απόλυσης του. Από τη ζημιά που υπολόγισε εξήγησε ότι έχει αφαιρεθεί το ποσό μισθών ενός έτους που έλαβε με την απόλυση του.
Του υποβλήθηκε ότι λανθασμένα και επιλεκτικά παρουσιάζει την απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών στην αίτηση 576/2014. Ειδικότερα τέθηκε στον Ενάγοντα ότι επιλέγει να μην υιοθετήσει τη διαπίστωση του Δικαστηρίου εκείνου ότι είχε αποδεχτεί τη μείωση των απολαβών του. Ανέφερε ότι αποδέχεται την απόφαση όμως ηθικά συνεχίζει να αισθάνεται ότι η μείωση στον μισθό του ήταν αυθαίρετη. Με τον ίδιο τρόπο απάντησε και ερωτήσεις που αφορούσαν την κακεντρέχεια και κακοπιστία που αποδίδει στη συμπεριφορά της Εναγόμενης. Του επιδείχθηκε σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών όπου δεν υπάρχει συμπέρασμα για κακόπιστη συμπεριφορά όμως ο Ενάγων ανέφερε ότι ο ίδιος καταθέτει για το αίσθημα το οποίο του δημιουργήθηκε από τον τρόπο με τον οποίο απολύθηκε.
Τέλος, υποβλήθηκε στον Ενάγοντα ότι οι αποζημιώσεις ενός έτους μισθών και η πληρωμή οκτώ εβδομάδων προειδοποίησης συνιστούν αποζημίωση υπέρ του δέοντος για τον τερματισμό της απασχόλησης του. Ο Ενάγων διαφώνησε αναφέροντας ότι «Διαφωνώ με την έννοια ότι η απόλυση με τον τρόπο που ήρθε ήταν τέτοια που μου προκάλεσε ζημιά στην επαγγελματική καριέρα και αυτή η ζημιά διαφαίνεται μέσω της συνέχειας της καριέρας μου όπου ουδέποτε κατάφερα να φτάσω στο σημείο απολαβών που θα είχα εάν συνέχιζα την εργοδότηση μου στον Συνεργατισμό.»
Όπως ανέφερα πιο πάνω, κρίνω ότι οι απαντήσεις του Ενάγοντα ήταν πειστικές και λογικές. Δεν διέκρινα προσπάθεια να δραματοποιήσει ή θυματοποιήσει τον εαυτό του και τις περιστάσεις της απόλυσης του. Η περιγραφή των ενεργειών και επαγγελματικής δράσης του που ακολούθησε την απόλυση του δεν φαίνεται πλασματική ούτε ψεύτικη. Γενικότερα, δεν διαπίστωσα ότι η αξιοπιστία του πλήγηκε από την αντεξέταση του.
Επί του συνόλου της μαρτυρίας του, εστιάζοντας στην ποιότητα και εσωτερική συνοχή αλλά και στο γεγονός ότι η εκδοχή του συνάδει και ενισχύεται και από έγγραφη μαρτυρία που παρουσίασε, κρίνω ότι πρόκειται για μάρτυρα αξιόπιστο και όσα κατέθεσε ως προς τα γεγονότα γίνονται αποδεκτά. Θεωρώ επίσης ότι ήταν ειλικρινής στα σημεία της μαρτυρίας του όπου εκφράζει τα συναισθήματα ή τη δική του αντίληψη των πραγμάτων.
Αν και δεν έχει εγερθεί από πλευράς Εναγόμενης, ένα τελευταίο σημείο στα πλαίσια αξιολόγησης, αφορά το έγγραφο παραίτησης δικαιωμάτων που υπέγραψε ο Ενάγων κατά την απόλυση του. Η παραίτηση από δικαίωμα πρέπει να είναι σαφής για να είναι αποτελεσματική. Σε αυτή την περίπτωση, ο Ενάγων έγραψε χειρόγραφα στο εν λόγω έγγραφο ότι δεν παραιτείται από τα δικαιώματα του. Είναι ξεκάθαρο ότι καμία πρόθεση είχε να παραιτηθεί από οποιοδήποτε δικαίωμα.
Ευρήματα. Στη βάση της πιο πάνω αξιολόγησης και ενόψει της αποδοχής της μαρτυρίας του Ενάγοντα ως αξιόπιστη, καταλήγω ότι τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση είναι όπως ο ίδιος τα κατέθεσε και όπως προκύπτουν από τα έγγραφα που παρουσίασε. Προς αποφυγή επανάληψης παραπέμπω στη συνοπτική αναφορά στη μαρτυρία που έχω παραθέσει πιο πάνω. Αυτά καθίστανται και δικά μου ευρήματα. Τα ευρήματα αυτά είναι επιπρόσθετα των κοινώς αποδεκτών και μη αμφισβητούμενων γεγονότων, όπως τα έχω παραθέσει στην αρχή της απόφασης μου.
Ανάλυση. Αυτό που παραμένει είναι η υπαγωγή των γεγονότων στις νομικές αρχές.
Είναι δεδομένο ότι η απόλυση του Ενάγοντα ήταν παράνομη. Αυτό διαγνώστηκε από το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών στην αίτηση 576/2014.
Περαιτέρω, από τη μαρτυρία προκύπτει ότι η εργοδότηση του Ενάγοντα από το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λευκωσίας Λτδ ήταν μη καθορισμένης διάρκειας. Δεν εντοπίζεται ρητή πρόνοια στα πρακτικά πρόσληψης ή προαγωγής του που να καθορίζει τακτή περίοδο εργοδότησης.
Στην πρωτόδικη απόφαση της Έντιμης κας Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, ΠΕΔ (όπως ήταν τότε) ημερομηνίας 17.11.2017 στην αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας 8625/2010 Νατάσα Παπαδοπούλου ν Κυπριακές Αερογραμμές Δημόσια Λτδ, αναφέρονται τα εξής, με παραπομπή στην Στυλιανίδης ν British American Insurance Co Ltd (1990) 1 ΑΑΔ 517:
«… η εργοδότηση της Ενάγουσας με την Εναγόμενη εταιρεία ήταν ακαθόριστης διάρκειας και όχι τακτής περιόδου. Κατά συνέπεια το θέμα του τερματισμού της και του υπολογισμού επιδίκασης οποιωνδήποτε αποζημιώσεων αναφορικά με παράνομο τερματισμό της είναι σε αυτή τη βάση που πρέπει να γίνει.»
Το επόμενο ζήτημα που πρέπει να απαντηθεί αφορά το ορθό μέτρο της αποζημίωσης σε περιπτώσεις παράνομης απόλυσης από εργοδότηση ακαθόριστης διάρκειας.
Στην Αγγλική υπόθεση Gunton v Richmond LBC [1981] Ch. 448, αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:
«Where a servant is wrongfully dismissed, he is entitled, subject to mitigation, to damages equivalent to the wages he would have earned under the contract from the date of dismissal to the end of the contract. The date when the contract would have come to an end, however, must be ascertained on the assumption that the employer would have exercised any power he may have had to bring the contract to an end in the way most beneficial to himself; that is to say that he would have determined the contract at the earliest date at which he could properly do so.»
Περαιτέρω, όπως επισημάνθηκε στην Νατάσα Παπαδοπούλου ν Κυπριακές Αερογραμμές Δημόσια Λτδ (ανωτέρω):
«…στη σύγχρονη Αγγλική νομολογία διαφαίνεται πως είναι δυνατόν στις κατάλληλες περιπτώσεις να επιδικασθούν αποζημιώσεις για δυσμενή επηρεασμό της φήμης και υπόληψης του εργοδοτούμενου τουλάχιστον εκεί όπου αποδεδειγμένα έχουν επηρεαστεί οι πιθανότητες του για εξεύρεση άλλης εργασίας.»
Στο σύγγραμμα Chitty on Contracts, 32nd edition, para. 40-203 γίνεται η εξής ανάλυση:
«The proposition that damages for wrongful dismissal do not include damages for loss of reputation, or for stigma associated with the employment or the manner of its ending, seemed to have been greatly circumscribed by the decision of the House of Lords in Malik v Bank of Credit and Commerce International SA, which did not itself concern a wrongful dismissal as such, but where, in comparable circumstances, the House of Lords refused to follow, or at least greatly circumscribed, the rule in Addis v Gramophone Co and held that the employees might prove in the employer’s liquidation for “stigma damages” reflecting the damage to the employees’ prospects of future employment caused by the wrongful and apparently corrupt way in which the employer’s business had been run. »
Στο ίδιο σύγγραμμα, στην para. 26-148 αναφέρθηκαν και τα ακόλουθα:
«Damages for loss of reputation as such are not normally awarded for breach of contract, since protection of reputation is the role of the tort of defamation. However, where the breach of contract causes a loss of reputation which in turn causes foreseeable financial loss to the claimant, he may recover damages for that financial loss: in Malik’s case the House of Lords held that where, by conducting a dishonest and corrupt business, the employer had broken his obligation to his employee (under the implied “trust and confidence” term) the employee could recover damages for the financial loss suffered by him where his future employment prospects were prejudiced by the stigma of his former employment.»
Σχετική με τους παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε περιπτώσεις που εργοδοτούμενος διεκδικεί αποζημιώσεις για απώλεια καριέρας είναι η απόφαση του Αγγλικού Court of Appeal, στην υπόθεση Chagger v Abbey National PLC & Anor [2009] EWCA Civ 1202. Η υπόθεση εκείνη αφορούσε περίπτωση όπου η παράνομη απόλυση εργοδοτούμενου από το πιστωτικό ίδρυμα Abbey National ήταν αποτέλεσμα παράνομης διάκρισης (discrimination) αλλά το δικαστήριο εκφράζει και γενικότερες παρατηρήσεις που, θεωρώ, μπορούν να εφαρμοστούν κατ΄ αναλογία στην παρούσα υπόθεση. Μεταξύ άλλων, στην παράγραφο 69 και μετέπειτα αναφέρονται τα εξής:
«69. …It does not follow therefore that his prospects of obtaining a new job are the same as they would have been had he stayed at Abbey. For a start, it is generally easier to obtain employment from a current job than from the status of being unemployed. Further, it may be that the labour market is more difficult in one case compared with another. For example, jobs may be particularly difficult to obtain at the time of dismissal and yet by the time they become plentiful, when in the usual course of events Mr Chagger might have been expected to have changed jobs had he remained with Abbey, he will have been out of a job and out of the industry for such a period that potential employers will be reluctant to employ him. In addition he may have been stigmatised by taking proceedings and that may have some effect on his chances of obtaining future employment.
….
73. The best evidence available to answer that question is provided by the efforts Mr Chagger has made to obtain employment. This is the best indication of the labour market conditions at the time when the unlawful dismissal has occurred.
74. …The premise that he could similarly find such employment following his dismissal was no longer sustainable in the light of his efforts at mitigation. The evidence was that he was finding it increasingly difficult to obtain any alternative employment in the industry, even at a lower grade job and that on the circumstances he acted reasonably in changing career. The loss was therefore not referable simply to the earnings he would have received from Abbey but included, on the facts of this case the lost earnings from any future employment he would have had.»
Στην ίδια υπόθεση, το Court of Appeal παρέπεμψε στην Malik and another v Bank of Credit and Commerce International SA [1997] 3 All ER 1 και πρόσθεσε:
«94. In our judgement, the stigma loss is in principle recoverable. It is one of the difficulties facing an employee in the labour market.
95. Once it is accepted that stigma loss is on principle recoverable, in most cases it need not be considered as a separate head of loss at all. There will be evidence about the steps which have been taken by the employee to mitigate loss, and this will in practice guide the tribunal to reach a view on the likely period of unemployment. The stigma problem will simply be one of the features which impacts on the question how long it will be before a job can be found. Indeed, we suspect that in practice many tribunals fixing compensation will already have this in mind as one of the features of the job market when they determine how long it will be before alternative employment is secured.»
Αυτό που διαφαίνεται από τις πιο πάνω αποφάσεις είναι ότι ο καθορισμός του ορθού μέτρου της αποζημίωσης ενός εργοδοτούμενου που απολύεται παράνομα, για απώλεια καριέρας και συναφή οικονομική βλάβη είναι μια σύνθετη διεργασία. Η κατάληξη στο εύλογο και δίκαιο ποσό προϋποθέτει την αξιολόγηση όλων των παραμέτρων που περιβάλλουν την υπόθεση. Εξάλλου, οι γενικές αποζημιώσεις εκ της φύσεως τους δεν είναι μια μαθηματική άσκηση. Είναι μια αξιολόγηση και εξέταση των δεδομένων της υπόθεσης που απολήγει σε ένα λογικό και κοινωνικά αποδεκτό ποσό, για την κατά το δυνατό αναλογική και ισορροπημένη αποζημίωση της γενικότερης βλάβης που έχει υποστεί ο εκάστοτε εργοδοτούμενος, χωρίς να αντιμετωπίζεται τιμωρητικά και δυσανάλογα ο εργοδότης.
Προσθέτω, όπως προκύπτει από την πιο πάνω νομολογία, ότι ο εργοδοτούμενος έχει καθήκον να λάβει μέτρα για να μετριάσει τη ζημιά που έχει υποστεί συνεπεία της παράνομης απόλυσης.
Στην προκείμενη περίπτωση, ο Ενάγων έλαβε αυτά τα μέτρα με τις προσπάθειες του για ανεύρεση άλλης εργασίας στον τραπεζικό κλάδο, όπως τις περίγραψε. Όταν αυτές οι προσπάθειες δεν τελεσφόρησαν σύστησε εταιρεία μέσω της οποίας παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες, συναφείς με τα ακαδημαϊκά και επαγγελματικά του προσόντα.
Προκύπτει, στη βάση των ευρημάτων, ότι ο Ενάγων αντιμετώπισε δυσκολίες στην προσπάθεια του να δραστηριοποιηθεί επαγγελματικά. Εξήγησε στα πλαίσια της μαρτυρίας του ότι οι περιβάλλουσες συνθήκες της απόλυσης του, οδήγησαν σε στιγματισμό που επηρέασε αρνητικά τις προσπάθειες του για εξεύρεση άλλης εργασίας. Δέχομαι τη θέση του ότι ο τρόπος με τον οποίο απολύθηκε δυσχέραινε τις προσπάθειες του. Κατά γενική ομολογία, η απόλυση, χωρίς προειδοποίηση, διευθυντικών στελεχών στον τραπεζικό τομέα δεν είναι κάτι σύνηθες για τα δεδομένα της Κύπρου. Θα ήταν, θεωρώ, αφελές να ισχυριστεί κάποιος ότι η άμεση απόλυση ενός Γενικού Διευθυντή πιστωτικού ιδρύματος δεν θα δημιουργούσε ερωτηματικά σε άλλους εργοδότες στους οποίους αυτός θα απευθυνόταν στο μέλλον για σκοπούς εργοδότησης.
Περαιτέρω, η απόλυση του ήρθε σε μια χρονική περίοδο όπου ο ευρύτερος τραπεζικός κλάδος και ο συνεργατισμός περνούσαν μεγάλη κρίση, προς αντιμετώπιση της οποίας οι οργανισμοί αυτοί επιδίωκαν να μειώσουν τον αριθμό των εργοδοτούμενων τους και όχι να προσλάβουν πρόσθετο, υψηλόμισθο προσωπικό.
Τα ακαδημαϊκά προσόντα του Ενάγοντα του επέτρεπαν ενδεχομένως να επιστρέψει στην απασχόληση ως λογιστής/ελεγκτής. Αυτή η επιλογή δεν θα ήταν χωρίς δυσκολίες. Όπως εξήγησε και φαίνεται από το βιογραφικό του, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του είχε εργαστεί στον τομέα εκείνο για επτά χρόνια περίπου, στην Αγγλία και Κύπρο. Εγκατέλειψε εκείνη την πορεία όταν ξεκίνησε να εργάζεται στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο οπόταν αφοσιώθηκε στον νέο αυτό τομέα για 14 έτη, μέχρι την απόλυση του. Η επανένταξη του στον λογιστικό/ελεγκτικό τομέα μετά από το κενό των 14 ετών δεν θα ήταν ομαλή. Πρόκειται για εποπτευόμενο κλάδο, με συγκεκριμένες απαιτήσεις σε εμπειρία και επαγγελματική κατάρτιση, στον οποίο η επιτυχία και υψηλές απολαβές απαιτούν μια συνεχή πορεία και προσπάθεια. Θα έπρεπε, ουσιαστικά, να ενταχθεί εξ υπαρχής στον κλάδο εκείνο σε σχετικά μεγάλη ηλικία – μεγαλύτερη από άλλους που εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας.
Στο σύγγραμμα Το Δίκαιο Τερματισμού της Απασχόλησης στην Κύπρο, του Μιχάλη Αντωνίου, έκδοσης Σεπτεμβρίου 2020, καταγράφονται διάφορες πρωτόδικες αποφάσεις του Εργατικού Δικαστηρίου που πραγματεύονται το ορθό ύψος των αποζημιώσεων σε περιπτώσεις παράνομης απόλυσης. Παρότι εκείνες οι υποθέσεις αποφασίστηκαν με αναφορά στον περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμο, δείχνουν το εύρος των παραμέτρων που το Δικαστήριο είναι έτοιμο να λάβει υπόψη στον καθορισμό της εύλογης αποζημίωσης. Θα αναφερθώ ενδεικτικά σε τρεις από αυτές στις σελίδες 405-406.
Η υπόθεση Χαράλαμπος Κωνσταντίνου ν Altas Copco Cyprus Ltd Αίτηση 359/95 αφορούσε περίπτωση απόλυσης τμηματάρχη εταιρείας. Απολύθηκε κατ’ επίκληση πλεονασμού αλλά η απόλυση του κρίθηκε παράνομη. Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τη μακρόχρονη υπηρεσία του, την ηλικία του (50 ετών κατά τη διεξαγωγή της δίκης), την ουσιαστική απώλεια προοπτικής σταδιοδρομίας (παρέμεινε άνεργος μέχρι τη δίκη γιατί διαπιστώθηκε ότι λόγω ηλικίας δεν τον προσλάμβανε κανείς) και τον κακόπιστο τρόπο απόλυσης του. Με αυτά τα δεδομένα το Δικαστήριο του επιδίκασε δύο ετήσιους μισθούς ως αποζημίωση.
Η υπόθεση Σπύρος Κέττηρος ν Εκδοτική Εταιρεία Φιλελεύθερος Λτδ, Αίτηση 122/70 αφορούσε περίπτωση δημοσιογράφου εργοδοτούμενου επί 3 έτη, ο οποίος απολύθηκε παράνομα σε ηλικία 26 ετών. Το Δικαστήριο επιδίκασε επαυξημένες αποζημιώσεις. Στον υπολογισμό έλαβε υπόψη (α) την απώλεια μιας υπεύθυνης θέσης και τη δυσκολία λόγω του περιορισμένου κύκλου εργοδοτήσεως στον τομέα της δημοσιογραφίας για εξεύρεση παρόμοιας εργασίας, (β) το γεγονός ότι μετά την απόλυση του και μέχρι τη δίκη δεν είχε εξεύρει τακτική εργασία, (γ) το ύψος των απολαβών που είχε απωλέσει, (δ) την απώλεια βάσιμων προοπτικών για προαγωγή και (ε) το διάστημα της εργοδότησης του, το νεαρό της ηλικίας του, το γεγονός ότι είναι άγαμος και τις πραγματικές συνθήκες της απόλυσης του που κρίθηκε ότι δεν τον στιγμάτιζαν.
Η υπόθεση Αντρούλλα Δημητρίου ν Οικονόμου Αρχιτέκτονες & Μηχανικοί, Αίτηση 106/96 αφορούσε περίπτωση σχεδιάστριας που εργαζόταν για 16 χρόνια σε αρχιτεκτονικό γραφείο και απολύθηκε παράνομα. Επιδικάστηκαν υπέρ της μισθοί 1 ½ έτους. Στον καθορισμό της αποζημίωσης λήφθηκε υπόψη η σχετικά μακροχρόνια υπηρεσία της, η ηλικία της και οικογενειακή της κατάσταση κατά τον χρόνο που απολύθηκε (44 ετών με ένα παιδί με ειδικές ανάγκες), η ουσιαστική απώλεια προοπτικής σταδιοδρομίας αφού μετά την απόλυση της έμεινε άνεργη για 4 μήνες και ακολούθως αναγκάστηκε να αλλάξει επαγγελματικό κλάδο και να εργοδοτηθεί σε ασφαλιστικό γραφείο με μειωμένες απολαβές. Λήφθηκαν επίσης υπόψη οι συνθήκες απόλυσης της.
Αυτό στο οποίο εστιάζω είναι ότι το Δικαστήριο δεν αυτοπεριορίζεται στον αριθμό των παραμέτρων που θα λάβει υπόψη. Αναζητά όλα τα δεδομένα που είναι σχετικά ή βοηθητικά για την κατάληξη του. Η επιδίωξη είναι η σφαιρική αντιμετώπιση κάθε περίπτωσης, στην βάση των δικών της ιδιαιτεροτήτων ώστε να καταλήξει σε ένα ποσό αποζημίωσης που κρίνεται εύλογο και δίκαιο.
Επανέρχομαι στην υπό κρίση περίπτωση και στην αξίωση του Ενάγοντα για γενικές και επαυξημένες αποζημιώσεις για απώλεια καριέρας.
Έχω σταθμίσει όλα όσα προανέφερα. Μεταξύ αυτών, έχω λάβει υπόψη την σχετικά μακρά διάρκεια της εργοδότησης του στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο. Για να ξεκινήσει την πορεία του στον Συνεργατισμό είχε εγκαταλείψει επτά χρόνια προηγούμενης πορείας στο λογιστικό/ελεγκτικό κλάδο, με προοπτικές ανέλιξης. Η επιστροφή του σε εκείνο τον κλάδο δεν θα ήταν εύκολη μετά από 14 χρόνια και χωρίς να διαθέτει πλέον τα επαγγελματικά προσόντα που απαιτούνται για την άσκηση ρυθμιζόμενου επαγγέλματος. Συνυπολόγισα ότι στο Συνεργατικό Ταμιευτήριο εργαζόταν σε διευθυντική θέση καθώς και τις μισθολογικές απολαβές του, όπως μειώθηκαν τον Μάρτιο 2014. Μετά την απόλυση του οι προσπάθειες του να εργοδοτηθεί στον ίδιο κλάδο, έστω και σε χαμηλότερες θέσεις, ήταν ανεπιτυχείς. Η θέση του Γενικού Διευθυντή είχε το στοιχείο της μοναδικότητας ή, έστω, σπανιότητας, με την έννοια ότι είναι πολύ λίγα τα αδειοδοτημένα πιστωτικά ιδρύματα στη Δημοκρατία και, συνακόλουθα, οι διαθέσιμες αντίστοιχες θέσεις απασχόλησης είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Σχετικός παράγοντας είναι επίσης οι συνθήκες της αγοράς κατά τον χρόνο απόλυσης του Ενάγοντα καθώς και οι συνθήκες απόλυσης του, όπως τις περίγραψε.
Τελικά ο Ενάγοντας αναγκάστηκε να αλλάξει επαγγελματική πορεία και ίδρυσε δική του εταιρεία μέσω της οποίας πλέον παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες. Οι προσπάθειες του για μετριασμό της επαγγελματικής και οικονομικής ζημιάς που υπέστη είναι δεδομένες όμως δεν είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα ενόψει του ότι οι απολαβές του είναι σημαντικά μειωμένες, περίπου στο 1/3 των απολαβών που είχε στον Συνεργατισμό (ακόμα και μετά την μείωση του μισθού του τον Μάρτιο 2014). Παρουσίασε οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας του για επτά χρόνια, χρονικό διάστημα ικανό να δώσει ασφαλή εικόνα για το ύψος των εισοδημάτων που μπορεί να του αποφέρει η νέα του εργασία.
Συνυπολόγισα την ηλικία του και οικογενειακή του κατάσταση, το μορφωτικό του επίπεδο και ακαδημαϊκά προσόντα. Έλαβα περαιτέρω υπόψη την κατά χάριν αποζημίωση μισθών ενός έτους που έλαβε κατά την απόλυση του.
Όπως έχω σημειώσει το ύψος των αποζημιώσεων επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται δικαστικά, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα που περιβάλλουν την υπόθεση.
Υπό τις περιστάσεις, κρίνω ότι ο Ενάγων δικαιούται σε γενικές και επαυξημένες αποζημιώσεις προς αποζημίωση της απώλειας καριέρας και συναφών οικονομικών επιπτώσεων, ως αποτέλεσμα της παράνομης απόλυσης του. Κρίνω ως λογικό και δίκαιο το συνολικό ποσό των €220.141,59 που αντιστοιχεί σε μισθούς 3ων ετών. Ο Ενάγων έχει ήδη πληρωθεί μισθό ενός έτους, ήτοι ποσό €73.380,53. Εάν αφαιρεθεί το ποσό εκείνο, τότε παραμένει υπόλοιπο €146.761,06 για το οποίο δικαιούται απόφαση.
Ο Ενάγων αξιώνει επίσης τιμωρητικές και/ή παραδειγματικές αποζημιώσεις. Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών δεν διαπίστωσε κακοπιστία ή κακοβουλία στον τρόπο που ενήργησε το Συνεργατικό Ταμιευτήριο. Ενόψει αυτού, κρίνω πως δεν μπορούν να αποδοθούν τέτοιου είδους αποζημιώσεις.
Καταληκτικά, η αγωγή επιτυγχάνει και επιδικάζεται υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον της Εναγόμενης ποσό €146.761,06. Επί του ποσού αυτού επιδικάζεται νόμιμος τόκος από την καταχώρηση της αγωγής.
Ακολουθώντας το αποτέλεσμα, τα έξοδα της αγωγής επιδικάζονται υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον της Εναγόμενης όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
……………………..………………………….
Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο