
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
Ενώπιον: Κ. Κωνσταντίνου, Π.Ε.Δ.
Αρ. Γεν. Aίτησης: 53/2014
Μεταξύ:
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ
Αιτητών
- ΚΑΙ -
ΜΙΧΑΛΑΚΗ ΚΟΥΒΑ
Καθ’ ου η αίτηση
------------------------------
Αίτηση, ημερομηνίας 17/4/2024 για έκδοση διατάγματος αντεξέτασης
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 7/1/2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για καθ’ ου η αίτηση - αιτητή: κ. Δημητρίου, για ΑΝΔΡΕΑΣ Θ. ΜΑΘΗΚΟΛΩΝΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.
Για αιτητές - καθ’ ων η αίτηση: κ. Χρ. Ι. Κίτσιος, για Α.Ι. ΚΙΤΣΙΟΣ Δ.Ε.Π.Ε.
Για ενδιαφερόμενο μέρος: κα Ασσιώτου, για ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Στις 27/11/2012 εκδόθηκε διαιτητική απόφαση εναντίον του καθ’ ου η αίτηση και υπέρ του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λεμεσού Λτδ (στο εξής «Συνεργατικό») για το ποσό των €228.970,92, πλέον τόκοι προς 9% από 27/11/2012 μέχρι εξοφλήσεως, με κεφαλαιοποίηση των τόκων δυο φορές το χρόνο (στις 30/6 και 31/12), πλέον €150, έξοδα διαιτησίας. Το Συνεργατικό, στις 2/4/2014, στο πλαίσιο σχετικής αίτησης που είχε καταχωρήσει εξασφάλισε δικαστικό διάταγμα εγγραφής και εκτέλεσης της εν λόγω απόφασης.
Οι αιτητές, για σκοπούς εκτέλεσης της απόφασης, στις 11/9/2020 καταχώρησαν εναντίον του καθ’ ου αίτηση την προβλεπόμενη στο Μέρος VIII του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, αίτηση εξέτασής του (η οποία, δυνάμει σχετικού διατάγματος, στις 25/2/2022 τροποποιήθηκε) με προοπτική την έκδοση αριθμού διαταγμάτων, δυνάμει του Μέρους ΙΧ του ίδιου Νόμου.
Η εν λόγω αίτηση (στο εξής «κυρίως αίτηση») υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της Χρυσοβαλάντως Αγά (στο εξής «Αγά»), η οποία, κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου, στις 25/2/2022 προέβη και σε συμπληρωματική ένορκη δήλωση.
Επειδή η κυρίως αίτηση περικλείει και αίτημα για έκδοση διατάγματος ακύρωσης - ως καταδολιευτικής - της μεταβίβασης ενός ακινήτου, ιδιοκτησίας του καθ’ ου αίτηση, στη Μιχαέλα Παναγίδου (στο εξής «ενδιαφερόμενο μέρος»), η αίτηση επιδόθηκε και στους δυο, οι οποίοι καταχώρησαν σ’ αυτή, ένσταση.
Ο καθ’ ου η αίτηση, στις 17/4/2024 καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση - η οποία υποστηρίζεται από δική του ένορκη δήλωση - με την οποία ζητά άδεια για αντεξέταση της Αγά, επί των παραγράφων 1, 2, 4 και 7 της αρχικής ένορκης δήλωσής της η οποία υποστηρίζει την κυρίως αίτηση και επί των παραγράφων 7 και 9 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσής της η οποία υποστηρίζει την ίδια αίτηση.
Οι αιτητές καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη η Δόξια Παρμαξή (στο εξής «Παρμαξή»).
Κατά την ακρόαση της αίτησης, οι δικηγόροι και των δυο μερών υπόβαλαν γραπτή αγόρευση. Η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους, με προφορική δήλωσή της υιοθέτησε το περιεχόμενο της αγόρευσης του καθ’ ου η αίτηση.
Δεν προτίθεμαι να επαναλάβω το περιεχόμενο της μαρτυρίας και το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των αγορεύσεων. Στη συνέχεια και στο βαθμό που κριθεί αναγκαίο, θα διαφανεί - με αναφορά, τόσο στη μαρτυρία όσο και στις γραπτές αγορεύσεις - ποιες από τις θέσεις κάθε πλευράς αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.
Η Δ.48 Θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας διαλαμβάνει ότι η ακρόαση ενδιάμεσης αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις, τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Δ.39. Η τελευταία (Θ.1) προνοεί ότι το Δικαστήριο μπορεί κατόπιν παράκλησης οποιουδήποτε διαδίκου να διατάξει την παρουσία ενόρκως δηλούντα για αντεξέταση. Αυτονόητο πως, σε περίπτωση που διαταχθεί κάτι τέτοιο, η αντεξέταση θα πρέπει να είναι σε σχέση με το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης.
Συναφώς με το θέμα, όπως επισημαίνεται στην υπόθεση Μήλου κ.ά. (2008) 1(Α) Α.Α.Δ. 280, το Δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια να εγκρίνει ή απορρίψει αίτηση για έκδοση διατάγματος για αντεξέταση, ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά της αίτησης, ενώ μπορεί να προβεί στο δεύτερο, ακόμη κι αν δεν υπάρχει ένσταση στο αίτημα. Σύμφωνα με την ίδια απόφαση, η αντεξέταση δε θα πρέπει να εκτρέπει τη διαδικασία της κυρίως αίτησης από την ορθή της διάσταση και ούτε να είναι άσχετη με τους επιδιωκόμενους σκοπούς της κυρίως αίτησης.
Οι παραπάνω αρχές επαναλαμβάνονται και στην εντελώς πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Κωνσταντίνου v. Gordian Holdings Ltd, Πολ. Έφ. Αρ. Ε101/2022, ημερ. 5/3/2024.
Οι λόγοι για τους οποίους ο καθ’ ου η αίτηση σύμφωνα με το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσής του που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση ζητά άδεια για αντεξέταση της Αγά είναι οι εξής:
Στην ένστασή του στην κυρίως αίτηση εγείρονται ζητήματα νομιμοποίησης των αιτητών να διεκδικούν οτιδήποτε αφορά τη συγκεκριμένη συμφωνία δανείου και με την ένστασή του αμφισβητεί ότι οι αιτητές διατηρούν τέτοιο δικαίωμα ή ότι το έχουν αποκτήσει. Εξ όσων τον πληροφορεί ο δικηγόρος του, το εν λόγω ζήτημα είναι ζήτημα δημόσιας τάξης και θα πρέπει να αντεξεταστεί η κυρία Αγά για όσα αναφέρει στις παραγράφους 1, 2 και 4 της ένορκης δήλωσής της, ημερομηνίας 11/9/2020. Περαιτέρω είναι η θέση του ότι τα ποσά που αναφέρει η κυρία Αγά δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και είναι σημαντικό να αντεξεταστεί για την παράγραφο 7 της ίδιας ένορκης δήλωσής της. Επιπρόσθετα, με την ένστασή του εγείρονται ζητήματα εξασφάλισης του δανείου και κατ’ επέκταση, η ανυπαρξία οποιουδήποτε δόλου κατά το χρόνο μεταβίβασης, αφού είχε στο μυαλό του ότι το Συνεργατικό ήταν εξασφαλισμένο με υποθήκη. Ως εκ τούτου είναι σημαντικό και αναγκαίο η κυρία Αγά να αντεξεταστεί επί των παραγράφων 7 και 9 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσής της.
Κατά τους ευπαίδευτους δικηγόρους του καθ’ ου η αίτηση - σύμφωνα με το περιεχόμενο της γραπτής αγόρευσής τους - οι παράγραφοι 1, 2 και 4 της ένορκης δήλωσης, ημερομηνίας 11/9/2020 αφορούν την ενεργητική νομιμοποίηση των αιτητών να προωθούν την παρούσα διαδικασία και να ισχυρίζονται ότι τους οφείλεται οποιοδήποτε τυχόν υπόλοιπο.
Στον αντίποδα αποτελεί θέση των αιτητών, ότι το όλο θέμα είναι νομικό και ότι το Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει γι’ αυτό με υπαγωγή στοιχείων που βρίσκονται στο φάκελο της υπόθεσης στις σχετικές νομοθεσίες. Ανάμεσα σ’ αυτά τα στοιχεία είναι και οι ειδοποιήσεις ημερ. 11/9/2017, 11/9/2020 και 17/11/2022.
Χωρίς να χρειάζεται να επαναλάβω το περιεχόμενο των επίμαχων παραγράφων (1, 2 και 4), για τις οποίες ο καθ’ ου η αίτηση ζητά άδεια να αντεξετάσει την Αγά, σε σχέση με τις δυο πρώτες, δε συμφωνώ με τους αιτητές ότι το όλο θέμα είναι νομικό και ότι μπορεί να αποφασιστεί αποκλειστικά με υπαγωγή στοιχείων που βρίσκονται στο φάκελο της υπόθεσης στη σχετική νομοθεσία. Μέρος όσων αναφέρει η Αγά στις δυο αυτές παραγράφους, είτε δεν προκύπτουν καθόλου από στοιχεία μαρτυρίας που βρίσκονται στο φάκελο της υπόθεσης, είτε ακόμη, τα στοιχεία αυτά δεν είναι αδιαμφισβήτητα. Εξ ου και το γεγονός, ότι η Αγά προέβη και σε συμπληρωματική ένορκη δήλωση, με την οποία αισθάνθηκε την ανάγκη να απαντήσει στους ισχυρισμούς του καθ’ ου η αίτηση, οι οποίοι αμφισβητούν τη νομιμοποίηση των αιτητών να προωθούν την κυρίως αίτηση.
Συγκεκριμένα, ο καθ’ ου η αίτηση, με τις παραγράφους 5 και 6 της ένορκης δήλωσής του που υποστηρίζει την ένστασή του στην κυρίως αίτηση αρνείται τους ισχυρισμούς Αγά που περιέχονται στις επίμαχες παραγράφους 1 και 2 της ένορκης δήλωσής της που υποστηρίζει την κυρίως αίτηση. Μάλιστα, με την παράγραφο 6 δηλώνει ευθέως, ότι οι αιτητές δε νομιμοποιούνται ενεργητικά να προωθούν την κυρίως αίτηση και ισχυρίζεται ότι δεν ακολουθήθηκε η νενομισμένη και προβλεπόμενη διαδικασία για να μπορούν να προωθούν την κυρίως αίτηση και να τη συνεχίζουν. Η Αγά, με την παράγραφο 4 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσής της ισχυρίζεται ότι οι ισχυρισμοί του καθ’ ου η αίτηση που περιέχονται - και - στις δυο αυτές παραγράφους της ένορκης δήλωσής του είναι εντελώς αυθαίρετοι, αβάσιμοι, παρουσιάζουν μέρος της εικόνας και έτσι αποκρύβουν την πραγματική εικόνα και ολόκληρα τα γεγονότα. Τα όσα αναφέρει στη συνέχεια, όπως δηλώνει στην επόμενη παράγραφο είναι προς το σκοπό παρουσίασης της αλήθειας, αλλά και της ολοκληρωμένης εικόνας, ως προς τα πραγματικά γεγονότα.
Από τα παραπάνω και λαμβάνοντας υπόψη τη σπουδαιότητα του θέματος για το οποίο ο καθ’ ου η αίτηση ζητά άδεια να αντεξετάσει την Αγά θεωρώ ορθό και δίκαιο να ασκήσω τη διακριτική μου ευχέρεια υπέρ του αιτήματος, επιτρέποντας την αντεξέταση της Αγά επί του περιεχομένου των παραγράφων 1 και 2 της ένορκης δήλωσής της, ημερομηνίας 11/9/2020. Η νομιμοποίηση των αιτητών στην καταχώρηση και προώθηση της κυρίως αίτησης, προφανώς αποτελεί αναγκαίο όρο για σκοπούς ικανοποίησης όσων αξιώνουν με αυτή.
Κατά την Αγά και σύμφωνα με το περιεχόμενο της παραγράφου 4 της ίδιας ένορκης δήλωσης, οι σχετικές δημοσιεύσεις συγχώνευσης του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Λεμεσού Λτδ σε Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ, μετονομασίας της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ σε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ και το πιστοποιητικό μετονομασίας της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ σε Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ έχουν κατατεθεί στο Δικαστήριο μαζί με σχετική ειδοποίηση, στις 11/9/2017 και 11/9/2020.
Σε σχέση με αυτή την παράγραφο ομολογώ πως δε βλέπω σε τι θα εξυπηρετούσε η αντεξέταση της υπό αναφορά, καθώς οι εν λόγω δημοσιεύσεις/ειδοποιήσεις, ανεξάρτητα του τι λέει γι’ αυτές η Αγά, είτε υπάρχουν στο φάκελο της υπόθεσης και θα ληφθούν υπόψη είτε δεν υπάρχουν, οπότε, προφανώς και δε θα ληφθούν υπόψη.
Η Αγά, στην παράγραφο 7 της ίδιας ένορκης δήλωσης αναφέρει απλώς, ότι το οφειλόμενο ποσό κατά την 31/12/2019 ήταν €368.781,15, πλέον τόκους. Ο καθ’ ου η αίτηση ζητά άδεια να την αντεξετάσει επί της εν λόγω παραγράφου, επειδή, όπως είναι η θέση του, τα ποσά που αυτή αναφέρει δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Ούτε και σ’ αυτή την περίπτωση είμαι διατεθειμένος να ασκήσω τη διακριτική μου ευχέρεια υπέρ του αιτήματος. Καταρχάς, να πω ότι η Αγά, στην εν λόγω παράγραφο αναφέρει μόνο ένα ποσό. Όμως, ο λόγος για τον οποίο θεωρώ εντελώς αχρείαστη και ανώφελη την αντεξέτασή της συναφώς με το θέμα - η απόδειξη του οποίου, ασφαλώς βαραίνει τους αιτητές -, περικλείεται στα όσα αναφέρει η Παρμαξή στην παράγραφο 5 της ένορκης δήλωσής της η οποία στηρίζει την ένσταση των αιτητών στην υπό κρίση αίτηση. Σύμφωνα λοιπόν με την Παρμαξή, αναφορικά με το ύψος του εξ αποφάσεως χρέους είναι ορθότερο να αντεξεταστεί η ίδια, αφού έχει ετοιμάσει εκ μέρους των αιτητών την αναδομημένη κατάσταση λογαριασμού και είναι το αρμόδιο πρόσωπο να απαντήσει και να εξηγήσει οτιδήποτε αφορά το ύψος του εξ αποφάσεως χρέους.
Από τη στιγμή που ο καθ’ ου η αίτηση - ως έχει κάθε δικαίωμα - αμφισβητεί το ύψους του εξ αποφάσεως χρέους του και οι αιτητές, αναγνωρίζοντας την υποχρέωσή τους να το αποδείξουν δηλώνουν εκ προοιμίου ότι για το σκοπό αυτό, αρμόδια να καταθέσει είναι η Παρμαξή, ενώ από τη μια συμφωνώ με αυτούς, ότι συναφώς με το θέμα, το ορθό είναι να καταθέσει η Παρμαξή, από την άλλη, δε βλέπω και σε τι θα εξυπηρετούσε η αντεξέταση της Αγά γι’ αυτό, η οποία δηλώνει απλώς, ποιο ήταν κατά το χρόνο που προέβαινε στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της κυρίως αίτησης, το κατ’ ισχυρισμό των αιτητών, ποσό που τους όφειλε ο καθ’ ου η αίτηση.
Ό,τι απομένει είναι το αίτημα του τελευταίου να αντεξετάσει την Αγά επί του περιεχομένου των παραγράφων 7 και 9 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσής της. Όπως αναφέρει στην παράγραφο 4 της ένορκης δήλωσής του που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση, με την ένστασή του (εννοεί στην κυρίως αίτηση) εγείρονται ζητήματα εξασφάλισης του δανείου και κατ’ επέκταση, η ανυπαρξία οποιουδήποτε δόλου κατά το χρόνο μεταβίβασης, αφού είχε στο μυαλό του ότι το Συνεργατικό ήταν εξασφαλισμένο με υποθήκη. Ως εκ τούτου, προστίθεται, είναι σημαντικό η κυρία Αγά να αντεξεταστεί επί των παραγράφων 7 και 9 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσής της.
Διαφωνώ. Οτιδήποτε αναφέρει η Αγά στις δυο αυτές παραγράφους απορρέει από το περιεχόμενο αριθμού εγγράφων τα οποία η Αγά επισυνάπτει στη συμπληρωματική ένορκη δήλωσή της. Απ’ εκεί και πέρα, σύμφωνα με το άρθρο 91Α(1) και (2) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, το βάρος απόδειξης ότι η μεταβίβαση του επίμαχου ακινήτου από τον καθ’ ου η αίτηση στο ενδιαφερόμενο μέρος δεν έγινε με σκοπό την καταδολίευση των αιτητών βρίσκεται στους ώμους του καθ’ ου η αίτηση. Με αυτό δεδομένο, διερωτώμαι και τι νόημα θα είχε η αντεξέταση της Αγά επί του περιεχομένου εγγράφων τα οποία βρίσκονται ενώπιόν μου, πολύ περισσότερο, που ο λόγος για τον οποίο ο καθ’ ου η αίτηση ζητά άδεια να την αντεξετάσει είναι για σκοπούς στοιχειοθέτησης της θέσης του, ότι κατά το χρόνο μεταβίβασης του επίμαχου ακινήτου, ο ίδιος είχε στο μυαλό του ότι το Συνεργατικό ήταν εξασφαλισμένο με υποθήκη. Το τι είχε ή δεν είχε τότε στο μυαλό του είναι κάτι το οποίο μόνο ο ίδιος γνωρίζει και για το οποίο μπορεί να καταθέσει κατά την εξέτασή του στο πλαίσιο της κυρίως αίτησης. Έπεται ότι δεν τίθεται θέμα παραχώρησης άδειας αντεξέτασης της Αγά επί του περιεχομένου των δυο αυτών παραγράφων της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσής της.
Κατ’ ακολουθία των παραπάνω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων μου, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο διατάσσεται η παρουσία της Χρυσοβαλάντως Αγά στο Δικαστήριο κατά την ακρόαση της αίτησης, ημερομηνίας 11/9/2020, προκειμένου να αντεξεταστεί επί του περιεχομένου των παραγράφων 1 και 2 της ένορκης δήλωσής, ίδιας ημερομηνίας.
Κατά τη λοιπά, η αίτηση απορρίπτεται.
Αναφορικά με τα έξοδα, δε βλέπω για ποιο λόγο μπορώ να αποστώ του κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα. Με αυτό δεδομένο και λαμβάνοντας υπόψη την έκταση επιτυχίας της αίτησης, τα έξοδά της, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται σε ποσοστό 1/3 υπέρ του καθ’ ου η αίτηση και σε βάρος των αιτητών και θα είναι εισπρακτέα στο τέλος της αίτησης, ημερομηνίας 11/9/2020.
(Υπ.) ..……………………………
Κ. Κωνσταντίνου, Π.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/ΚΚ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο