ΕΛΙΝΑ ΚΕΛΕΣΗ ν. A.S. PROPERTY TRUST LIMITED, Αρ. Αίτησης: 1525/2024, 28/2/2025
print
Τίτλος:
ΕΛΙΝΑ ΚΕΛΕΣΗ ν. A.S. PROPERTY TRUST LIMITED, Αρ. Αίτησης: 1525/2024, 28/2/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Μ-Α ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Ε.Δ.

 

Αρ. Αίτησης: 1525/2024

 

 

ΕΛΙΝΑ ΚΕΛΕΣΗ

 

                                                                                             Eνάγουσα/Καθ’ ής η Αίτηση

 

ΚΑΙ

 

A.S. PROPERTY TRUST LIMITED

 

                                                                                       Εναγόμενη/Αιτήτρια

 

___________________________

 

Αίτηση ημερομηνίας 06/02/2025 για αντεξέταση ενόρκως δηλούντα

 

Ημερομηνία: 28/02/2025

Εμφανίσεις:

 

Για Αιτήτρια/Εναγόμενη: κκ Απόστολος Ντορζής & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ’ής η Αίτηση/Ενάγουσα: Π. Αγγελίδης & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την υπό κρίση Αίτηση η Aιτήτρια αιτείται διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την παρουσία της Ελίνας Κελέση ενόρκως δηλούσας στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση ημερομηνίας 20/12/2024 και συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 30/01/2025 για αντεξέταση κατά την ακρόαση της αίτησης για την έκδοση προσωρινού διατάγματος.

 

Πολύ σύντομα να αναφέρω ότι περί την 20/12/2024 καταχωρήθηκε από την Ενάγουσα/Καθ’ ής η Αίτηση η υπό κρίση αίτηση στα πλαίσια της υπό την ως άνω αριθμό και τίτλο απαίτησης.

 

Μέσω της Απαίτησης η Ενάγουσα/Καθ’ ής η Αίτηση αιτείται θεραπείες εναντίον της Εναγόμενης/Αιτήτριας σχετικές με το αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης. Διεκδικεί δε και αποζημιώσεις. Καταχώρησε επίσης αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος (στο εξής «ως η κυρίως αίτηση») ζητώντας άρση της κατ’ ισχυρισμό παράνομης επέμβασης της Εναγόμενης επί του ακινήτου της Ενάγουσας με αρ. εγγραφής 0/[ ], Φ/Σχ. 30/05W1, Τμήμα 2, τεμάχιο [ ] στη Λακατάμια ( στο εξής ως «το ακίνητο»).

 

Πολύ συνοπτικά η Αιτήτρια/Εναγόμενη μέσω της ένορκης δηλωσης της που συνοδεύει την αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος (στο εξής «ως η κυρίως αίτηση») ισχυρίζεται ότι μεταξύ των διαδίκων συνάφθηκε συμφωνία για ανέγερση από την Εναγόμενη (η οποία είναι εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων), οικία εντός του ακινήτου της (στο εξής «ως η συμφωνία»). Σύμφωνα με την Ενάγουσα, η Εναγόμενη δεν ολοκλήρωσε τις εργασίες και/ή παραβίασε τη μεταξύ τους συμφωνία, ανέστειλε εργασίες με αποτέλεσμα η Ενάγουσα να τερματίσει τη μεταξύ τους συμφωνία. Η Εναγόμενη δεν αποδέχθηκε τον τερματισμό της συμφωνίας και ενώ άλλαξε κλειδαριές η Ενάγουσα στο υποστατικό, η Εναγόμενη άλλαξε τις κλειδαριές, και έλαβε κατοχή του ακινήτου της μαζί με τα προσωπικά αντικείμενα της Ενάγουσας που βρίσκονται εντός της οικίας. Σύμφωνα με την Ενάγουσα η Εναγόμενη επεμβαίνει εντός του ακινήτου της.

 

Μέσω της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση στην κυρίως αίτηση ο ενόρκως δηλών κος Στυλιανού εκ μέρους της Εναγόμενης, αρνείται ότι η Εναγόμενη παραβίασε τη συμφωνία. Ισχυρίζεται ότι το έργο καθυστερούσε για λόγους που αφορούν το πρόσωπο της Ενάγουσας και μόνο. Ως αναφέρει έγιναν ουσιώδεις εργασίες στο έργο και δεν τερματίστηκε κατά τη θέση του νόμιμα η συμφωνία. Ισχυρίζεται ότι παράνομα η Ενάγουσα άλλαξε κλειδαριές στο υποστατικό. Θεωρεί ότι η πράξη αλλαγής κλειδαριών για να εισέρχονται στο εργοτάξιο άλλα άτομα εκτός εκπροσώπων της Εναγόμενης είναι επικίνδυνο. Ο πατέρας της Ενάγουσας πρόβηκε από μόνος του σε αυθαίρετες εργασίες και χωρίς να λαμβάνει μέτρα ασφαλείας. Όταν έλαβαν γνώση αυτών των γεγονότων έδωσαν οδηγίες για αλλαγή εκ νέου των κλειδαριών και λήψη αυστηρότερων μέτρων ασφαλείας.

 

Σημειώνω ότι η Απαίτηση καταχωρήθηκε με βάση τους νέους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας 2023. Κατά συνέπεια η κυρίως αίτηση διέπεται από τους νέους Κανονισμούς, η ακρόαση της οποίας είχε προγραμματιστεί με βάση το τι προβλέπεται στους νέους Κανονισμούς. Γενικά η ακρόαση μιας ενδιάμεσης αίτησης με αναφορά στο Μέρος 23.13 διεξάγεται στη βάση των γεγονότων και της γραπτής μαρτυρίας τα οποία αναφέρονται στην αίτηση και ένσταση. Το Δικαστήριο δύναται για καλό λόγο να επιτρέψει την αντεξέταση οποιουδήποτε προσώπου δίδει μαρτυρία προς υποστήριξη αίτησης ή ένστασης. Είναι αξιοσημείωτο ότι η ακρόαση μιας ενδιάμεσης αίτησης τόσο με το ισχύον καθεστώς όσο και με το παλαιό καθεστώς έχει παραμείνει το ίδιο.

 

Είναι ξεκάθαρο ότι η αντεξέταση ενόρκως δηλούντα σε ενδιάμεση αίτηση είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Εναπόκειται προφανώς στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου εάν καταδειχθεί καλός λόγος να εγκρίνει αντεξέταση ενόρκως δηλούντα. Σαφώς παρέχεται η δυνατότητα με βάση τους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς 2023, να υποβάλει κάποιος αίτηση για αντεξέταση ενόρκως δηλούντα αλλά νοείται ότι αυτό δεν αποτελεί κεκτημένο δικαίωμα. Θα πρέπει να καταδειχθεί η αναγκαιότητα στην έκδοση τέτοιου διατάγματος. Τι συνιστά καλό λόγο, εξηγείται στην Κοκκίνου ν. Κοκκίνου, (2016) 1 ΑΑΔ 2523. Πιο συγκεκριμένα ως αναφέρεται «Καλός λόγος» προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας ανάγκης με απώτερο σκοπό την επίλυση των επίδικων ζητημάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης».

 

Είναι ορθό να αναφερθεί ότι ως αναπτύχθηκε μέχρι σήμερα η νομολογία αναφορικά με αιτήματα αντεξέτασης ενόρκως δηλούντων σε ενδιάμεσες αιτήσεις αντικρίζονται με φειδώ και προσοχή. Η φιλοσοφία έγκειται στην επιτάχυνση των διαδικασιών και το μη εγκλωβισμό τους σε ατέρμονες καταστάσεις μέσω της προσκόμισης προφορικής μαρτυρίας επί όλων των επιδίκων θεμάτων της αίτησης, η οποία μαρτυρία μπορεί να εξασφαλιστεί γραπτώς δια του περιεχομένου της ενόρκου δηλώσεως, εξοικονομώντας έτσι πολύτιμο δικαστικό χρόνο.

 

Εν προκειμένω με την υπό κρίση Αίτηση η Εναγόμενη/ Αιτήτρια επιθυμεί όπως αντεξετάσει την ενόρκως δηλούσα αναφορικά με τα όσα παραθέτει στις παραγράφους  4,5,6,7 της ένορκης της δήλωσης ημερομηνίας 20/12/2024 και με βάση τα όσα παραθέτει στις παραγράφους 4,5,6,7,8,9 και 10 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 30/01/2025. Παραθέτω αυτούσιες τις παραγράφους 5-16 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση, στις οποίες παραγράφους συγκεκριμενοποιούνται οι λόγοι για τους οποίους κρίνει η Εναγόμενη ως αναγκαία την αντεξέταση της Ενάγουσας.

 

5.    «Σε αυτή τη βάση, ειλικρινά πιστεύω και πληροφορούμαι ότι η αντεξέταση της κας Ελίνας Κελέση, είναι αναγκαία προκειμένου να δοθεί ουσιαστική δυνατότητα από πλευράς της Εναγόμενης να αμφισβητηθούν οι ισχυρισμοί της και να δοθεί πραγματική ευκαιρία να αποδοθεί δικαιοσύνη εφόσον, μεταξύ άλλων, ζητήματα τα οποία δεν τυγχάνουν αντεξέτασης πιθανόν να μην ληφθούν υπόψη από το Σεβαστό Δικαστήριο κατά το στάδιο των γραπτών αγορεύσεων.

6.    Ως εκ τούτου, και ενόψει της φύσης της διαδικασίας, θεωρώ αναγκαία την έκδοση Διατάγματος που να επιτρέπει την αντεξέταση της κας Ελίνας Κελέση ως περιγράφεται πιο πάνω, προκειμένου να διαφυλαχθούν τα δικαιώματα της Εναγόμενης.

7.    Συγκεκριμένα, η κα. Κελέση αναφέρει στην παράγραφο 4 της Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 20/12/2024 και στην παράγραφο 5 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 30/1/2025, ότι παρά τις πολλαπλές της εκκλήσεις για ολοκλήρωση του έργου, η Εναγόμενη χωρίς αιτία διέκοψε εξ ολοκλήρου όλες τις εργασίες καθώς και τη γνώση της σε σχέση με την πληρωμή ή μη των Υπεργολάβων της Εναγόμενης. Πιστεύω ότι θα πρέπει να αντεξεταστεί και να παρουσιάσει ενώπιον του Σεβαστού Δικαστηρίου τα στοιχεία αυτά που αποδεικνύουν του λόγου το αληθές, καθότι η θέση της Εναγόμενης είναι άκρως διαφορετική.

8.    Στην παράγραφο 5 της Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 20/12/2024 και στην παράγραφο 6 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 30/1/2025, η κα Κελέση ισχυρίζεται ότι ουδέποτε συμφώνησε σε «εναλλακτικό τρόπο πληρωμής». Θα πρέπει να αντεξεταστεί ως προς τον ισχυρισμό της αυτό, αφού η συμπεριφορά της αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο.

9.    Η κα Κελέση θα πρέπει να αντεξεταστεί ακόμα ως προς τον ισχυρισμό της στην παράγραφο 6 της Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 20/12/2024 και στην παράγραφο 7 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 30/1/2025 περί δήθεν μη εργοδότησης, από την Εναγόμενη, Τεχνικού Διευθυντή και του τρόπου, με τον οποίο ήρθαν τα στοιχεία αυτά στα χέρια της.

10.  Στην παράγραφο 7 της Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 20/12/2024, η κα. Κελέση ισχυρίζεται την ανεδαφικότητα των λόγων που αναφέρονται στην επιστολή της Εναγόμενης ημερ. 25/10/2024 και θα πρέπει να αντεξεταστεί ώστε να υποδείξει γιατί αυτοί οι λόγοι είναι ανεδαφικοί.

11.  Σε αντιδιαστολή με τον ανωτέρω ισχυρισμό της και παρά το περιεχόμενο της επιστολή της Εναγόμενης ημερ. 25/10/2024, στην παράγραφο 4 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης ημερομηνίας 30/1/2025, η κα. Κελέση αναφέρει ότι αν και τελικά αληθεύει ότι ο πατέρας της μιλούσε εκ μέρους της με την εταιρεία, εντούτοις, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η Εναγόμενη σκαρφίστηκε τώρα το πρόβλημα που δημιουργούσε ο πατέρας της και θα πρέπει να αντεξετασθεί σχετικώς.

12.  Η κα. Κελέση στην παράγραφο 8 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 30/1/2025, χαρακτηρίζει ως ψευδείς και κατασκευασμένους τους ισχυρισμούς μου στις παραγράφους 12 και 13 της Ένορκής μου Δήλωσης ημερομηνίας 21/1/2025 και θα πρέπει να αντεξετασθεί για να διαφανεί κατά πόσο οι χαρακτηρισμοί αυτοί είναι βάσιμοι.

13.  Όσον αφορά τους ισχυρισμούς της κας Κελέση στην παράγραφο 11 της Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 20/12/2024 και στην παράγραφο 9 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 30/1/2025, περί κατοικήσιμης κατάστασης της οικίας και μεταφοράς προσωπικών της αντικειμένων, θα πρέπει να αντεξεταστεί ώστε να διευκρινίσει η ίδια ενώπιον του Σεβαστού Δικαστηρίου τη θέση της, εφόσον η αναφορά αυτή είναι εκτός πραγματικότητας.

14.  Σε σχέση με την παράγραφο 10 της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσής της ημερομηνίας 30/1/2025, στην οποία η κα. Κελέση κάνει αναφορά στο λόγο ένστασης αρ. 10 της Εναγόμενης, υπαινισσόμενη ότι σκοπός της τελευταίας είναι να χρησιμοποιηθεί η κατοχή του ακίνητου ως μοχλός πίεσης για εξόφληση κατ ισχυρισμών οφειλών, η αντεξέτασή της είναι απαραίτητη καθότι το Σεβαστό Δικαστήριο θα έχει την ευχέρεια να αξιολογήσει τον ισχυρισμό αυτό.

15.  Τα πιο πάνω σημεία είναι αναγκαίο να εξεταστούν με την αντεξέτασή της κας Κελέση ώστε να διαφανεί η αλήθεια και να αρθεί η πλάνη του Σεβαστού Δικαστηρίου ως προς τα όσα ψευδή ανέφερε ενόρκως. Περαιτέρω, τα ανωτέρω σημεία είναι κρίσιμο να τεθούν κατά την αντεξέτασή για σκοπούς δίκαιης διεξαγωγής της Δίκης και για ορθή απονομή της Δικαιοσύνης ως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι της Εναγόμενης.

16.  Ειλικρινά πιστεύω ότι δεν προσέρχεται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και με την αντεξέτασή της κας Κελέση, θα βοηθηθεί το έργο του Δικαστηρίου να προβεί σε ευρήματα αξιοπιστίας ούτως ώστε να απονεμηθεί η δικαιοσύνη με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.»

 

Ως προκύπτει ουσιαστικά ο λόγος που ζητείται η αντεξέταση της Ενάγουσας είναι για να δοθεί δυνατότητα στην πλευρά της Εναγόμενης να αμφισβητηθούν οι ισχυρισμοί της, ζητείται αντεξέταση για να αποδειχθούν τα γεγονότα και του λόγου του αληθές καθότι η Εναγόμενη έχει διαφορετική εκδοχή, ότι κατά τη θέση της Εναγόμενης προβάλλονται αναληθείς ισχυρισμοί και πρέπει να διαφανεί κατά πόσο αυτοί είναι βάσιμοι. Θεωρεί η Εναγόμενη επίσης ότι η αντεξέταση είναι απαραίτηση για να αξιολογήσει το Δικαστήριο τους ισχυρισμούς, να διαφανεί η αλήθεια, να αρθεί η πλάνη του Δικαστηρίου ως προς τα ψεύδη αλλά και για να προβεί το Δικαστήριο σε ευρήματα αξιοπιστίας.

 

Επισημαίνω ότι η πλευρά της Ενάγουσας/Καθ’ ής η Αίτηση υπέβαλε ένσταση στην αίτηση εγείροντας 15 λόγους ένστασης οι οποίοι συνοψίζονται ως ακολούθως:

 

α) Δεν υφίσταται καλός λόγος ώστε να εκδοθεί διάταγμα, οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η αντεξέταση δε δικαιολογούν την έκδοση διατάγματος,

 

β) Η Αίτηση προωθείται για σκοπούς πλήξης της αξιοπιστίας της ενόρκως δηλούσας και αμφισβήτησης των ισχυρισμών της, κάτι το οποίο δε συνάδει με την εκδίκαση της ενδιάμεσης αίτησης για προσωρινό διάταγμα. Αν επιτραπεί η αντεξέταση η ενδιάμεση αίτηση θα μετατραπεί σε δίκη επί της ουσίας.

 

γ) Δε καταδεικνύεται αναγκαιότητα στην έκδοση διατάγματος, ούτε τίθεται θέμα που να χρήζει περαιτέρω μαρτυρίας, η έκδοση διατάγματος δε θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της δικαιοσύνης

 

δ) Η Αίτηση αποσκοπεί στο να συμπληρώσει κενά στη μαρτυρία της Εναγόμενης-Καθ΄ ής η Αίτηση.

 

Η Εναγόμενη/Αιτήτρια εισηγείται ότι η ένσταση που υπέβαλε η Ενάγουσα/Καθ’ ής η Αίτηση δεν είναι νομότυπη καθότι δεν περιέχει ένορκη δήλωση αλλά στηρίζεται στις προηγούμενες ένορκες δηλώσεις της Ενάγουσας, οι οποίες κατά τη θέση της είναι άσχετες.  Πράγματι η ένσταση που καταχώρησε η Ενάγουσα δε στηρίζεται σε ένορκη δήλωση αλλά παραπέμπει στις δύο ένορκες δηλώσεις της Ενάγουσας.

 

Στο Μέρος 23.7 το οποίο παραθέτω κατωτέρω αυτολεξεί καθορίζεται τι θα πρέπει να περιέχει μια ένσταση.

 

23.7. Τι πρέπει να περιλαμβάνεται και να δηλώνεται στην ένσταση

(1) Στην ένσταση πρέπει να δηλώνονται:

(α) η ένσταση του καθ’ ου η αίτηση στο σύνολο ή μέρος της αίτησης·

(β) περιεκτικά οι συγκεκριμένοι λόγοι της ένστασης· και

(γ) η συγκεκριμένη νομοθετική πρόνοια ή ο συγκεκριμένος κανονισμός στα οποία αυτή στηρίζεται.

(2) Η ένσταση υπογράφεται από τον καθ’ ου η αίτηση ή τον δικηγόρο του και φέρει επικεφαλίδα με τον τίτλο της διαδικασίας.

(3) Αν ο καθ’ ου η αίτηση στηρίζεται σε γεγονότα τα οποία εμφανίζονται στον φάκελο του δικαστηρίου, τα γεγονότα αυτά πρέπει να αναφέρονται συγκεκριμένα στην ένσταση.

(4) Αν ο καθ’ ου η αίτηση στηρίζεται σε γεγονότα τα οποία παρατίθενται σε γραπτή μαρτυρία, αυτό πρέπει να αναφέρεται ειδικά στην ένσταση και οι σχετικές ένορκες δηλώσεις ή η γραπτή μαρτυρία πρέπει να προσδιορίζονται και να επισυνάπτονται στην ένσταση, εκτός αν έχουν ήδη καταχωριστεί στο δικαστήριο στο πλαίσιο της ίδιας υπόθεσης.

(5) Η ένσταση πρέπει να γίνεται σύμφωνα με το Έντυπο αρ.35 ή το Έντυπο αρ.36 κατά περίπτωση.

 

Καταρχάς ως προκύπτει δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από ένορκη δήλωση μια ένσταση εάν στηρίζεται σε γεγονότα που μπορεί να προκύπτουν από το φάκελο του Δικαστηρίου και φαίνονται αυτά στην ένσταση. Ένορκη δήλωση δε χρειάζεται επίσης εάν τα γεγονότα φαίνονται σε ένορκη δήλωση που καταχωρίστηκε στο Δικαστήριο στα πλαίσια της ίδιας υπόθεσης. Εν προκειμένω θεωρώ ότι η φύση της αίτησης και της ένστασης στηρίζεται καθαρά σε γεγονότα που φαίνονται από τις ένορκες δηλώσεις τόσο της αίτησης όσο και της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης που καταχωρήθηκαν σχετικά με την κυρίως αίτηση. Μέσω της ένορκης δήλωσης παρατίθενται οι παράγραφοι για τις οποίες ζητείται αντεξέταση ενόρκως δηλούντα και επεξηγούνται οι λόγοι που ζητείται αυτή. Μέσω της ένστασης καταγράφονται οι νομικοί λόγοι που θεωρεί η πλευρά της Ενάγουσας ότι δε θα πρέπει να επιτραπεί η αντεξέταση. Σαφώς το Δικαστήριο εξετάζοντας την αίτηση θα πρέπει να ανατρέξει τόσο στις ένορκες δηλώσεις της κυρίως αίτησης όσο και στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση της κυρίως αίτησης για να μπορέσει να κρίνει εάν συντρέχει λόγος για να εκδοθεί διάταγμα. Κρίνω ότι δεν προκύπτει κάποια παρατυπία στην ένσταση.

 

Σε κάθε περίπτωση ακόμη κι αν η Ένσταση ήταν παράτυπη αυτό δε συνεπάγεται αυτόματα έγκριση της Αίτησης ως ισχυρίζεται η Εναγόμενη. Ακόμα και απουσία ένστασης να υπήρχε το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει εάν πράγματι προκύπτει αναγκαιότητα σε αντεξέταση ενόρκως δηλούντα και εάν πράγματι προκύπτει καλός λόγος ώστε να παρεκκλίνει το Δικαστήριο από τον τρόπο εκδίκασης της ενδιάμεσης αίτησης ως καθορίζεται από τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας 2023. Παραπέμπω σχετικά στην απόφαση Αναφορικά με το Λευτέρη Μήλου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 280 όπου αναφέρθηκε ότι: «Δεν έχει αμφισβητηθεί, και ορθά, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να μην εκδώσει το διάταγμα για αντεξέταση παρά τη σύμφωνη προς τούτο γνώμη και του ίδιου του καθ' ου στην αίτηση εκείνη». Δεν υποχρεούται δηλαδή το Δικαστήριο να εγκρίνει το αίτημα απουσία ένστασης από την άλλη πλευρά.

 

Υπενθυμίζω ότι το Δικαστήριο θα ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια προκειμένου να διαπιστώσει εάν προκύπτει καλός λόγος με γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης, τη φύση της υπόθεσης, το είδος της διαδικασίας, αν οι λόγοι που ζητείται η αντεξέταση δεικνύουν αναγκαιότητα, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι δε θα προκληθεί αδικία.

 

Είναι γεγονός όμως ότι σε διαδικασίες, για προσωρινά διατάγματα, είναι πολύ δύσκολο να προκύψει ανάγκη η οποία να εκφράζεται σε καλό λόγο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ του αιτήματος. Ο λόγος είναι επειδή σε τέτοιες διαδικασίες το έργο του Δικαστηρίου περιορίζεται ουσιαστικά σε εξέταση της συνδρομής των νομοθετικών προϋποθέσεων για την έκδοση του διατάγματος, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης και σε εξέταση των αμφισβητούμενων γεγονότων. Βλέπε σχετικά την απόφαση Parico Alumunium Designs Ltd v Muskita Aluminium Co Ltd κ.α. (2002)1 ΑΑΔ 2015. Η εξέταση αμφισβητουμένων θέσεων δεν αποτελεί μέσα από τη νομολογία σε κάθε περίπτωση καλό λόγο ώστε να εκδοθεί διάταγμα αντεξέτασης. Σχετική είναι η υπόθεση Χαράλαμπου Ανδρέα Κούππα v. Πούλλας Τσαδιώτης Λίμιτεδ, Πολιτικές Εφέσεις 312/2010 και 351/2011 ημερομηνίας 17.07.14 στην οποία και παραπέμπω όπου γίνεται αναφορά στις Stavros Georghiou & Son (Scrap Metalsv του πλοίου LIRA (2001) 1 Α.Α.Δ. 1220 και Αναφορικά με την αίτηση του Rana Wahed Ali (Αρ.1) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1660 καθώς και στο νομικό σύγγραμμα 'Injunctions' του David Bean, 8η έκδοση σελ. 70-71.

 

Εν προκειμένω τα όσα επιθυμεί να αντεξετάσει η Εναγόμενη/Αιτήτρια την ενόρκως δηλούσα σκοπό έχουν να θέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου τα αμφισβητούμενα θέματα και όλη τη διαφορά των διαδίκων. Ως αναφέρεται ανωτέρω ο ίδιος ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι η αντεξέταση ζητείται για να τεθεί στο Δικαστήριο η αλήθεια και για να μπορέσει το Δικαστήριο να προβεί σε ευρήματα αξιοπιστίας. Ουσιαστικά η Εναγόμενη επιθυμεί να θέσει στο στάδιο αυτό την ουσία της διαφοράς κάτι το οποίο είναι ανεπίτρεπτο.

 

Ως φαίνεται από τα όσα παρατίθενται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση και η οποία παρατίθεται πιο πάνω αυτολεξεί πράγματι ζητείται αντεξέταση για να δωθούν ουσιαστικά λεπτομέρειες επί της ουσίας της διαφοράς. Για παράδειγμα ζητείται αντεξέταση επί των ισχυρισμών της Ενάγουσας ότι η Εναγόμενη διάκοψε χωρίς αιτία την εκτέλεση των εργασιών πριν τη συμπλήρωση τους ενώ η Εναγόμενη ισχυρίζεται ότι έγιναν ουσιώδεις εργασίες και ότι το έργο δε διακόπηκε εξ υπαιτιότητας του, θέλει επίσης να ερωτηθεί η Εναγόμενη για τη γνώση της ως προς τις πληρωμές των υπεργολάβων ή για τον ισχυρισμό της ότι δε συμφωνήθηκε εναλλακτικός τρόπος πληρωμής. Θεωρεί η Εναγόμενη ότι η συμπεριφορά της δεικνύει το αντίθετο. Το ερώτημα είναι ως προς το ποια είναι η αναγκαιότητα να εξεταστεί για τα πιο πάνω και το πως θα βοηθήσει την εκδίκαση της παρούσης διαδικασίας. Η εκδίκαση ενός προσωρινού διατάγματος περιορίζεται απλώς στην εξέταση εάν συντρέχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας.  Δεν αξιολογούνται ισχυρισμοί ούτε το Δικαστήριο προβαίνει σε ευρήματα αξιοπιστίας. Ουσιαστικά για όσους ισχυρισμούς επιθυμεί η Εναγόμενη να αντεξετάσει την Ενάγουσα (όπως για παράδειγμα το λόγο που ισχυρίστηκε ότι οι λόγοι που ανάφερε η Εναγόμενη στην επιστολή της ημερομηνίας 25/10/2024 είναι ανεδαφικοί, το εάν ο πατέρας της μιλούσε με τους εκπρόσωπους της Εναγόμενης, το εάν είναι κατασκευασμένοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο κος Στυλιανού στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση, το εάν τελικά ήταν κατοικήσιμη η οικία, ή το να αντεξεταστεί για να διαφανεί ότι ο σκοπός της Εναγόμενης δεν είναι να χρησιμοποιήσει την κατοχή ως μοχλό πίεσης για εξόφληση κατ΄ ισχυρισμών οφειλών) κρίνω ότι δεν προκύπτει καλός λόγος ούτε αναγκαιότητα ώστε μα εκδοθεί διάταγμα αντεξέτασης. Σε κάθε περίπτωση η αμφισβήτηση και μόνο των ισχυρισμών δεν αποτελεί καλό λόγο ώστε να παρεκκλίνει το Δικαστήριο από την εκδίκαση της ενδιάμεσης αίτησης ως προβλέπεται.

 

Υπό το φως των πιο πάνω κρίνω ότι τυχόν έγκριση του αιτήματος κάθε άλλο παρά θα υποβοηθήσει το έργο του Δικαστηρίου ή στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Αντιθέτως θα έχει ως συνέπεια να παρεκτραπεί η διαδικασία και θα σπαταληθεί πολύτιμος δικαστικός χρόνος. Δε θα είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται υπέρ της απόρριψης της Αίτησης.

 

Κατ’ ακολουθία των πιο πάνω η Aίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Ενάγουσας/Καθ’ ής η Αίτηση και εναντίον της Εναγόμενης/Αιτήτριας. Παραμένει το θέμα καθορισμού του ποσού των εξόδων της Αίτησης. Το ποσό των εξόδων καθορίστηκε από το Δικαστήριο με συνοπτικό υπολογισμό στη βάση του Μέρους 39.7 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023. Εκατέρωθεν των διαδίκων καταχώρησαν συνοπτικούς καταλόγους εξόδων. Τα έξοδα ως καθορίστηκαν από το Δικαστήριο με συνοπτικό υπολογισμό εξόδων ανέρχονται στο ποσό των € 807 με νόμιμο τόκο από σήμερα πλέον Φ.Π.Α.

 

 

 

 Μ-Α Στυλιανού, Ε.Δ

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο