
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
Ενώπιον: Μ-Α ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Ε.Δ.
Αρ. Αίτησης: 1525/2024
ΕΛΙΝΑ ΚΕΛΕΣΗ
Eνάγουσα/Καθ’ ής η Αίτηση
ΚΑΙ
A.S. PROPERTY TRUST LIMITED
Εναγόμενη/Αιτήτρια
___________________________
Αίτηση ημερομηνίας 20/12/2024 για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων
Ημερομηνία: 10/04/2025
Εμφανίσεις:
Για Αιτήτρια/Ενάγουσα: Π. Αγγελίδης & Σια Δ.Ε.Π.Ε.
Για Καθ’ής η Αίτηση/Εναγόμενη: κκ Απόστολος Ντορζής & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την υπό κρίση Αίτηση (στο εξής «ως η Αίτηση») η Aιτήτρια αιτείται διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να απαγορεύει στην Εναγόμενη και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ενεργεί εκ μέρους της και/ή για λογαριασμό της από του να επεμβαίνει επί του ακινήτου με αρ. εγγραφής 0/[ ] Φ/Σχ. 30/05W1, τμήμα 2 τεμάχιο [ ] στην οδό [ ], Άγιος Μάμας, Λακατάμια (στο εξής ως «το ακίνητο») και/ή την οικία εντός αυτού και/ή που να απαγορεύει στην Εναγόμενη να εμποδίζει την Ενάγουσα και/ή οποιοδήποτε πρόσωπο λειτουργεί εκ μέρους της από να εισέρχεται και/ή εργάζεται στο ακίνητο και/ή που να διατάσσει την Εναγόμενη όπως εκκενώσει και παραδώσει ελεύθερη την κατοχή αυτής στην Ενάγουσα μέχρι την εκδίκαση της Απαίτησης και/ή την έκδοση τελικής απόφασης.
Το αίτημα για παροχή θεραπείας μονομερώς δεν εγκρίθηκε, η Aίτηση επιδόθηκε και η Καθ΄ ης η αίτηση καταχώρησε ένσταση. Αυτή η ενδιάμεση αίτηση είναι και το αντικείμενο της παρούσας απόφασης.
Η απαίτηση της Ενάγουσας στηρίζεται στο αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης αλλά και σε παραβίαση συμφωνίας ημερομηνίας 13/09/2021 που συνάφθηκε μεταξύ της και της Εναγόμενης. Περαιτέρω αναφορά γίνεται κατωτέρω. Διεκδικεί τόσο θεραπείες στη βάση του αστικού αδικήματος της παράνομης επέμβασης αλλά και θεραπείες στη βάση της συμφωνίας και/ή αποζημιώσεις για παραβίαση αυτής της συμφωνίας.
Η Αιτήτρια/Ενάγουσα μέσω της ένορκης δήλωσης της στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος αναφέρει τα ακόλουθα. Μεταξύ των διαδίκων συνάφθηκε η συμφωνία ημερομηνίας 13/09/2021 για ανέγερση από την Εναγόμενη η οποία είναι εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων, οικία εντός του ακινήτου της Ενάγουσας (στο εξής «ως η συμφωνία»). Σύμφωνα με την Ενάγουσα, η Εναγόμενη δεν ολοκλήρωσε τις εργασίες και/ή παραβίασε τη μεταξύ τους συμφωνία, ανέστειλε τις εργασίες με αποτέλεσμα η Ενάγουσα να τερματίσει τη συμφωνία. Η αρχιτέκτονας του έργου έστειλε γραπτώς ειδοποιήσεις προς τους εκπροσώπους της Εναγόμενης καλώντας τους να επανεκκινήσουν τις εργασίες. Η Ενάγουσα ως αναφέρει διαφωνεί με το πρακτικό συνάντησης ημερομηνίας 26/09/2024 το οποίο ετοίμασε η Εναγόμενη και ισχυρίζεται ότι ουδέποτε συμφωνήθηκε εναλλακτικός τρόπος πληρωμών ως ισχυρίζεται η Εναγόμενη. Η ίδια ουδέποτε συμφώνησε με το περιεχόμενο των πρακτικών και αρνείται ότι οφείλει οποιοδήποτε ποσό στην Εναγόμενη. Η Εναγόμενη μ΄ επιστολή της επίρριψε ευθύνες για την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του έργου στους ώμους της Ενάγουσας, θέσεις που απορρίπτει.
Είναι επίσης η θέση της ότι περί την 05/11/2024 τερμάτισε τη συμφωνία. Την 11/11/2024 οι δικηγόροι της Εναγόμενης απάντησαν στην επιστολή. Μεταξύ των μερών ακολούθησε αλληλογραφία.
Η Εναγόμενη δεν αποδέχθηκε τον τερματισμό της συμφωνίας και ενώ άλλαξε κλειδαριές η Ενάγουσα στο υποστατικό, η Εναγόμενη άλλαξε εκ νέου τις κλειδαριές, και έλαβε κατοχή του ακινήτου της μαζί με τα προσωπικά της αντικείμενα που βρίσκονται εντός της οικίας. Σύμφωνα με την Ενάγουσα η Εναγόμενη επεμβαίνει εντός του ακινήτου της. Παρά το γεγονός ότι στάλθηκαν επιστολές στην Εναγόμενη συνεχίζει να κατέχει μέχρι σήμερα το ακίνητο.
Μέσω της ένστασης της η Εναγόμενη προβάλλει 12 λόγους για τους οποίους θα ενστεί και οι οποίοι συνοψίζονται ως ακολούθως: α) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης διατάγματος του άρθρου 32 του Νόμου 14/60 ούτε του άρθρου 4,5,7 του Κεφ. 6, η αίτηση είναι αβάσιμη και αστήρικτη, παραπλανητική, β) Δεν έχει καταδειχθεί ότι χωρίς το διάταγμα υπάρχει κίνδυνος ή θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, αλλά και ότι η ζημιά η οποία ενδεχομένως υποστεί η Ενάγουσα αποτιμάται εύκολα σε χρήμα. Επίσης η επιδίκαση χρηματικών αποζημιώσεων αποτελεί επαρκής θεραπεία γ) η αγωγή είναι πρόωρη καθ’ ότι δεν έγινε τερματισμός της συμφωνίας των διαδίκων και εάν θεωρηθεί ότι έγινε ο τερματισμός ότι αυτός έγινε κατά παράβαση της συμφωνίας ή ότι ο τερματισμός είναι παράνομος, ότι η αγωγή είναι πρόωρη λόγω μη τήρησης των προδικαστηριακών πρωτοκόλλων, δ) ουδέν αγώγιμο δικαίωμα στοιχειοθετείται, δεν παρουσιάζονται επαρκείς λόγοι που να τεκμηριώνουν παράνομη επέμβαση, ε) έκδοση του διατάγματος θα ισοδυναμεί με εκδίκαση της ουσίας της αγωγής, στ) η αίτηση είναι καταχρηστική και γίνεται με αλλότρια κίνητρα, ζ) τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα αφήσει εκτεθειμένη την Εναγόμενη από την είσπραξη των συμφωνηθέντων αμοιβών της και αποζημιώσεων οι οποίες θα είναι αδύνατο να υπολογιστούν και εισπραχθούν σε κατοπινό στάδιο.
Μέσω της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση στην κυρίως αίτηση ο ενόρκως δηλών κος Στυλιανού εκ μέρους της Καθ’ ής η Αίτηση/Εναγόμενης, αρνείται ότι η Εναγόμενη παραβίασε τη συμφωνία. Ισχυρίζεται ότι το έργο καθυστερούσε για λόγους που αφορούν το πρόσωπο της Ενάγουσας και μόνο. Η Ενάγουσα αγνοούσε τις κλήσεις τους. Η αρχιτέκτονας του έργου δεν είχε πραγματική εικόνα της κατάστασης όταν έστελνε τις ειδοποιήσεις. Ως ισχυρίζεται μεταξύ Εναγόμενης και αρχιτέκτονος του έργου υπήρξαν γενικά διαφωνίες και έτσι έλυσαν μαζί της, τη συνεργασία τους. Έγιναν ουσιώδεις εργασίες στο έργο και δεν τερματίστηκε κατά τη θέση του νόμιμα η συμφωνία. Ισχυρίζεται ότι παράνομα η Ενάγουσα άλλαξε κλειδαριές στο υποστατικό. Θεωρεί ότι η πράξη αλλαγής κλειδαριών και η είσοδος στο εργοτάξιο άλλων ατόμων εκτός των εκπροσώπων της Εναγόμενης δημιουργεί κίνδυνο. Ο πατέρας της Ενάγουσας πρόβηκε από μόνος του σε αυθαίρετες εργασίες και χωρίς να λαμβάνει μέτρα ασφαλείας. Όταν έλαβαν γνώση αυτών των γεγονότων έδωσαν οδηγίες για αλλαγή εκ νέου των κλειδαριών και λήψη αυστηρότερων μέτρων ασφαλείας.
Ο ενόρκως δηλών ισχυρίζεται επιπροσθέτως ότι συμφωνήθηκε εναλλακτικός τρόπος πληρωμής. Αναφέρει επίσης ότι η Εναγόμενη πλήρωσε εκ μέρους της Ενάγουσας προκαταβολές για την κουζίνα και ειδών υγιεινής. Αν εκδοθεί διάταγμα θα προκληθεί ζημιά στην Εναγόμενη λόγω άρνησης της Ενάγουσας να τηρήσει τη μεταξύ τους συμφωνίας.
Σημειώνω ότι η Απαίτηση καταχωρήθηκε με βάση τους νέους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας 2023. Η Ενάγουσα καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση.
Μέσω της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης η Ενάγουσα ημερομηνίας 30/01/2025 αρνείται τις θέσεις και ισχυρισμούς που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση της Εναγόμενης. Ισχυρίζεται ειδικότερα ότι ο λόγος που προχώρησε η ίδια σε πληρωμή απευθείας σε υπεργολάβους είναι επειδή της το ζήτησε η ίδια η Εναγόμενη και όχι επειδή έγινε άλλη συμφωνία. Επισημαίνει ότι σκοπός της είναι να συνεχίσει τις εργασίες στην οικία της.
Η ακρόαση της Αίτησης έγινε με βάση το περιεχόμενο των ένορκων δηλώσεων που συνοδεύουν την Αίτηση και ένσταση αντίστοιχα. Επισημαίνω ότι η ακρόαση ολοκληρώθηκε με την καταχώριση από κάθε διάδικο γραπτής αγόρευσης.
Η εν λόγω Αίτηση στηρίζεται ουσιαστικά στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60.
Είναι γνωστές οι νομολογιακές αρχές για την έκδοση προσωρινών απαγορευτικών διαταγμάτων.
Οι τρεις βασικές προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 32 για την έκδοση προσωρινού διατάγματος, όπως υιοθετήθηκαν στην Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557 επαναλήφθηκαν σε σωρεία άλλων αποφάσεων είναι:
(α) η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση,
(β) η ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας (δηλαδή πιθανότητα ο Ενάγοντας να δικαιούται σε θεραπεία), και
(γ) ότι, εκτός αν εκδοθεί το διάταγμα, θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.
Η διαδικασία έκδοσης παρεμπιπτόντων διαταγμάτων δεν προσφέρεται για εις βάθος αξιολόγηση αντικρουόμενης μαρτυρίας. Η μαρτυρία που παρουσιάζεται εκατέρωθεν προσεγγίζεται και εξετάζεται μόνο στο βαθμό που είναι απαραίτητο για τα προς απόφαση ζητήματα βλ. Jonitexo Ltd v. Adidas (1983) 1 CLR 263. Επομένως δεν είναι απαραίτητο αλλά ούτε και επιτρεπτό να επεκταθώ περαιτέρω ως προς τα ζητήματα που βρίσκονται σε διάσταση και αμφισβήτηση.
Οι τρεις πιο πάνω προϋποθέσεις έτυχαν ερμηνείας σε πλειάδα αποφάσεις. Ως αναφέρεται στην απόφαση Κοζάκου κ.α. ν. Νικολάου Π.Ε. Ε127/13, ημερομηνίας 13 Ιουνίου 2019:
«[...] Εν τέλει, η εξέταση στο στάδιο αναζήτησης προσωρινού διατάγματος της πρώτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 περιορίζεται στη δύναμη των δικογράφων και στα όσα αντικειμενικά προκύπτουν από αυτά [...] Η πιθανότητα επιτυχίας, η δεύτερη δηλαδή προϋπόθεση του άρθρου 32, χαρακτηρίζεται ως το «πρωταρχικό κριτήριο» και το Δικαστήριο προχωρά στην εξέτασή του στην περίπτωση και μόνο όπου έχει ικανοποιηθεί ότι συντρέχει το πρώτο κριτήριο του εν λόγω άρθρου. Η υπόθεση Odysseos (ανωτέρω), ερμηνεύοντας το υπό αναφορά κριτήριο, καθόρισε ότι στο πλαίσιο της νομοθετικής διάταξης του άρθρου 32, δεν θα μπορούσε να είναι ο,τιδήποτε άλλο εκτός από την αποδεικτική ισχύ της υπόθεσης του Ενάγοντα. Το επίπεδο του αποδεικτικού εμποδίου το οποίο απαιτείται να υπερπηδήσει ο Ενάγοντας συνίσταται στην τεκμηρίωση «μιας πιθανότητας» επιτυχίας. Κάτι δηλαδή περισσότερο από μια απλή δυνατότητα, αλλά και πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, το επίπεδο δηλαδή απόδειξης που απαιτείται για πολιτική αγωγή. Υπό το πρίσμα αυτό, δεν είναι επιθυμητό το Δικαστήριο να υπεισέρχεται σε βάθος στα επίδικα θέματα σε αυτό το πρόωρο στάδιο. Όπως κατ' επανάληψη λέχθηκε, η άσκηση κρίσης επί σοβαρών και περίπλοκων ζητημάτων στα πλαίσια αίτησης για παρεμπίπτον διάταγμα δεν ενδείκνυται, αρχή η οποία θα πρέπει να τηρείται με ευλάβεια. Η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32(1) σχετίζεται με τη δυνατότητα απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Όπως έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί, η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με την στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς, αλλά με μια πιο ευρεία αντίκρυση της προστασίας των δικαιωμάτων του προσώπου το οποίο επιδιώκει δικαστική θεραπεία [...] Εν τέλει, η αδυναμία στην απονομή πλήρους δικαιοσύνης σε κατοπινό στάδιο συναρτάται από το σύνολο των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεση, υπό την αίρεση πάντα ότι δεν αρκούν γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί προς τεκμηρίωση και ικανοποίηση της τρίτης προϋπόθεσης, αλλά αιτιολόγηση με σαφή και θετική μαρτυρία. Με δεδομένη την πλήρωση των τριών κριτηρίων του άρθρου 32(1), υπεισέρχεται στην όλη εικόνα το ζήτημα της εξέτασης του πιο σημαντικού ίσως παράγοντα στην έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων, ήτοι, η ευρεία διακριτική εξουσία που δίδεται στο Δικαστήριο από το πιο πάνω άρθρο να εκδίδει διατάγματα στις περιπτώσεις όπου κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι «δίκαιον ή πρόσφορον».»
Ως έχει νομολογηθεί η εξέταση της πρώτης προϋπόθεσης περιορίζεται στη δύναμη των δικογράφων και μόνο. Παρόλο που έχει καταχωρηθεί έκθεση απαίτησης δεν απαιτείται να καταχωρηθεί έκθεση απαίτησης ώστε να εξεταστούν οι προϋποθέσεις έκδοσης διατάγματος με βάση το άρθρο 32 του Ν. 14/60 και/ή ώστε να διακριβωθούν τα πραγματικά περιστατικά. Η υπό κρίση Αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση στην οποία η Ενάγουσα παραθέτει τα γεγονότα που στηρίζουν την απαίτηση της και στη βάση αυτής μπορεί το Δικαστήριο να κρίνει εάν πληρείται η 1η προϋπόθεση που καθορίζει το άρθρο 32 του Ν. 14/60.
Εξετάζοντας την 1η προϋπόθεση υπενθυμίζω ότι με βάση το έντυπο απαίτησης επιζητούνται μεταξύ άλλων θεραπείες για το αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης επί ακίνητης ιδιοκτησίας (άρθρο 43 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο) αλλά και σε παραβίαση συμφωνίας ως προβλέπεται στον περί Συμβάσεων Νόμο.
Οι θεραπείες στηρίζονται σε συγκεκριμένες νομοθεσίες και κατά συνέπεια αφορούν δικαιώματα που αναγνωρίζονται από αυτές. Με την πλήρωση συγκεκριμένων προϋποθέσεων που καθορίζονται στη σχετική νομοθεσία μπορεί να αποδοθεί κάποια θεραπεία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν αμφισβητείται ότι οι θεραπείες που ζητούνται με την απαίτηση προβλέπονται στη σχετική νομοθεσία. Με βάση το περιεχόμενο των δικογράφων και των ενόρκων δηλώσεων και ειδικότερα της φύσης των ισχυρισμών και των αξιώσεων της Ενάγουσας- Αιτήτριας κρίνω ότι εν προκειμένω αποκαλύπτεται σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση. Στο παρόν στάδιο δε χρειάζεται να αναζητηθεί από το Δικαστήριο κάτι άλλο πέραν της ισχύς της δύναμης του δικογράφου. Προκύπτει λοιπόν ότι έχει καλή υπόθεση η Ενάγουσα-Αιτήτρια η οποία ισχυρίζεται ότι εμποδίζεται να αναλάβει την κατοχή της οικίας της και/ή του ακινήτου της από την Εναγόμενη-Αιτήτρια με την οποία υπόγραψαν το έτος 2021 συμφωνία για ανέγερση οικίας εντός του ακινήτου της Ενάγουσας. Κατ’ ισχυρισμό της Ενάγουσας η Εναγόμενη παραβίασε αυτή τη συμφωνία δυνάμει της οποίας διεκδικεί μεταξύ άλλων αποζημιώσεις. Κατ’ επέκταση αποκαλύπτεται σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση.
Αναφορικά με τη 2η προϋπόθεση παραπέμπω επίσης στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου Laxiflora Holdings Ltd κ.α. ν Κώστα Ζερβού κ.α., πολιτικές εφέσεις Ε38/2021 και Ε42/2021, ημερομηνίας 12.2.2024 αναφέρθηκε ότι: «Κατά την εξέταση της προϋπόθεσης αυτής γίνεται συσχέτιση της νομικής βάσης της αγωγής με την προσκομισθείσα, από πλευράς αιτητή, μαρτυρίας. Σταθμίζεται βέβαια και η αντίθετη εκδοχή του καθ' ου η αίτηση. Η υποκειμενική και εξαντλητική αξιολόγηση της μαρτυρίας, αλλά και η επιλογή εκδοχών και η εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων θα πρέπει να αποφεύγεται. Αυτά είναι αξιώματα που ανήκουν στην κυρίως δίκη. Αυτού λεχθέντος, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία, κάποια αποτίμηση της αποδεικτικής δύναμης της μαρτυρίας εκείνου που ζητά τη θεραπεία, θα πρέπει να γίνεται από το Δικαστήριο.»
Το αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης έχει ως κύριο σκοπό την προστασία του δικαιώματος κατοχής ακίνητης περιουσίας έναντι παντός προσώπου που επεμβαίνει παράνομα σ' αυτή περιλαμβανομένου και του ιδιοκτήτη.(βλ. Χαράλαμπος Β. Χάμπου κ.α. v. Christoforou & Avraam (catering Services) Ltd, 2008 1 ΑΑΔ 524.)
Συστατικό στοιχείο του αδικήματος είναι η εκ μέρους του ενάγοντα νόμιμη κατοχή του χώρου επί του οποίου γίνεται η παράνομη επέμβαση. Εν προκειμένω η Ενάγουσα είναι η ιδιοκτήτρια και κάτοχος του ακινήτου για το οποίο πρόβηκε σε συμφωνία με την Εναγόμενη ώστε να ανεγερθεί οικία εντός αυτού. Η ίδια ισχυρίζεται ότι τερμάτισε τη συμφωνία και ότι αυτή παραβιάστηκε. Διεκδικεί αποζημιώσεις και το ακίνητο της πίσω. Ισχυρίζεται ότι η Εναγόμενη την εμποδίζει από του να λάβει την κατοχή πίσω, θέση που ουσιαστικά αποδέχεται η Εναγόμενη αφού ισχυρίζεται ότι δε δικαιούται η Ενάγουσα την κατοχή και ότι της οφείλει χρηματικά ποσά. Χωρίς το Δικαστήριο να υπεισέρχεται σε θέματα ουσίας κρίνω ότι τα όσα περιέγραψε η Ενάγουσα αναφορικά με την προσπάθεια της για ανάκτηση κατοχής του ακινήτου της εκ πρώτης όψεως τεκμηριώνουν «μια πιθανότητα» επιτυχίας που αυτό είναι αρκετό για να κριθεί ότι πληρείται η 2η προϋπόθεση. Τίθενται δηλαδή με βάση το μαρτυρικό υλικό ισχυρισμοί που χρήζουν διερεύνησης ώστε εάν αποδειχθούν κατά την ακρόαση της απαίτησης πιθανόν η Ενάγουσα να δικαιούται σε θεραπεία τόσο για το αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης αλλά και για παραβίαση συμφωνίας.
Στο σημείο αυτό είναι ορθό να αναφερθεί ότι διαφωνώ με το λόγο ένστασης της Εναγόμενης ότι δεν προκύπτει αγώγιμο δικαίωμα ή ότι η αγωγή είναι πρόωρη. Είναι σαφέστατο το αγώγιμο δικαίωμα της Ενάγουσας στηρίζεται και προκύπτει από αναγνωρισμένα από το νόμο δικαιώματα. Το εάν είναι πρόωρη η αγωγή είναι ζήτημα που θα αποφασιστεί στα πλαίσια εξέτασης της απαίτησης.
Αναφορικά με την 3η προϋπόθεση είναι ορθό να αναφερθεί ότι έχει επικρατήσει στη νομολογία, η ζημιά να μην θεωρείται ανεπανόρθωτη εάν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα, εκτός εάν συντρέχουν άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις Karydas Taxi Services Ltd v Komodikis (1975) 1 ΑΑΔ 330. Επισημαίνω την απόφαση στην υπόθεση Eκδόσεις Αρκτίνος Λίμιτεδ κ.α. v Λοιζίδου Π.Ε. 07/2018 21/03/2019 όπου αναφορικά με την 3η προϋπόθεση αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32(1) σχετίζεται με τη δυνατότητα απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο. Όπως έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί, η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με την στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς, αλλά με μια πιο ευρεία αντίκρυση της προστασίας των δικαιωμάτων του προσώπου το οποίο επιδιώκει δικαστική θεραπεία. Με δεδομένο ότι σε ορισμένες περιπτώσεις δεν θα ήταν επαρκής η θεραπεία των αποζημιώσεων για να απονεμηθεί ορθά η δικαιοσύνη, τα Δικαστήρια της επιείκειας προχωρούν στην έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων. Το τρίτο αυτό κριτήριο εξετάζεται προτού το Δικαστήριο ασκήσει τη διακριτική του εξουσία προκειμένου να αποφασίσει κατά πόσο θα είναι δίκαιο ή πρόσφορο να προχωρήσει στην έκδοση διατάγματος. Εν τέλει, η αδυναμία στην απονομή πλήρους δικαιοσύνης σε κατοπινό στάδιο συναρτάται από το σύνολο των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεση, υπό την αίρεση πάντα ότι δεν αρκούν γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί προς τεκμηρίωση και ικανοποίηση της τρίτης προϋπόθεσης, αλλά αιτιολόγηση με σαφή και θετική μαρτυρία.
Μεταξύ των περιπτώσεων όπου η θεραπεία των αποζημιώσεων δεν μπορεί να κριθεί επαρκής εντάσσεται και η περίπτωση όπου γίνεται επίκληση παραβίασης δικαιωμάτων, ιδίως όπου η επικαλούμενη ζημιά ή βλάβη συνεχίζεται, με απρόβλεπτες προεκτάσεις.»
Στην υπόθεση Zena Company Ltd ν. Demenian Catering Ltd , (2011) 1 Α.Α.Δ. 1848, αναφέρθηκαν τα πιο κάτω σε σχέση με την 3η προϋπόθεση του άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 - και ειδικότερα σε σχέση με ισχυριζόμενη παράνομη επέμβαση επί ακίνητης ιδιοκτησίας-:
«Η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης, ως το τρίτο κριτήριο του Άρθρου 32, αποτελεί ουσιαστικά τον μόνο άξονα γύρω από τον οποίο επικεντρώθηκαν οι επιχειρηματολογίες των συνηγόρων των διαδίκων. Είναι γεγονός ότι στην ένορκη δήλωση της Κάνθερ (παρ. 29), κατεγράφη απλώς ότι θα ήταν δύσκολο και αδύνατο να απονεμηθεί η δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Όμως στην παρ. 30, η δυσκολία αυτή συνδέθηκε με την κατ' ισχυρισμό συνέχιση της παράνομης επέμβασης και της οχληρίας που κατά τη θέση της εφεσείουσας δημιουργήθηκαν από την εφεσίβλητη. Έχει σαφώς νομολογηθεί ότι η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, περιλαμβάνει και διάφορα άλλα μεταβλητά κριτήρια εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά, όπως έχει υποδείξει και η υπόθεση Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231. Στην υπόθεση Cambridge Nutrition Ltd v. British Broadcasting Corp. [1990] 3 All E.R. 523, έγινε δεκτό ότι στην ενάσκηση της εξισορροπητικής άσκησης μεταξύ της παρουσίασης σοβαρής υπόθεσης προς συζήτηση και του ισοζυγίου της ευχέρειας, ο χρηματικός παράγων για σκοπούς αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη, αλλά επενεργούν και άλλοι, όπως το δικαίωμα του BBC να μεταδώσει συγκεκριμένο πρόγραμμα στα πλαίσια της μετάδοσης προγραμμάτων δημοσίου ενδιαφέροντος.
Στην υπόθεση Κυρισάββα ως διαχειριστής της περιουσίας της αποβιωσάσης Παντελούς Kωνσταντίνου Kκιζή κ.ά. v. Κύζη, ως διαχειριστή της περιουσίας της αποβιωσάσης Mαριτσούς Kωστή Kκιζή (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1245, επιβεβαιώθηκε η θέση ότι ο χρηματικός παράγων της αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη προς ικανοποίηση του τρίτου κριτηρίου, όπως τα κριτήρια αυτά εξηγήθηκαν από τη νομολογία, μεταξύ άλλων, και, στην υπόθεση Οdysseos v. A. Pieris Estates Ltd a.o. (1982) 1 C.L.R.557. Στην υπόθεση Κυρισάββα, επιχειρήθηκε η συμπλήρωση ανέγερσης περιπτέρου κατά παράβαση δικαιώματος και χωρίς την εξουσιοδότηση της αρμόδιας αρχής. Ο χαρακτήρας του κτήματος θα αλλοιωνόταν αν αφηνόταν η οικοδομή να προχωρήσει που περιελάμβανε την κατασκευή πεζοδρομίων, σιδηρών πασσάλων, χώρους στάθμευσης, premix κλπ. Η παρανομία στην επιδίωξη της κατασκευής του περιπτέρου με τις παρεμφερείς κατασκευές του, ήταν στοιχείο το οποίο το Εφετείο έκρινε ότι ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη στην αποτίμηση της ύπαρξης του τρίτου κριτηρίου.»
Μέσω της ένορκης δήλωσης της ενόρκως δηλούσας για το δύσκολο και αδύνατο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο υπάρχει ισχυρισμός ότι εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση η Εναγόμενη θα αποστερείται θεμελιώδη δικαιώματα της ως προς τη χρήση της οικίας της και δε θα μπορεί να συνεχίσει την ανέγερση της. Οι ζημιές της θα είναι τεράστιες και δε θα είναι αρκετή η επιδίκαση χρηματικών αποζημιώσεων.
Έχω την άποψη ότι α) οι ισχυρισμοί της Ενάγουσας ότι η ίδια έχει ανακαλέσει την άδεια που είχε παράσχει στην Εναγόμενη ώστε να κατέχει το χώρο για να ανεγείρει οικία, β) αλλά και οι ενέργειες της να αλλάξει κλειδαριά ενώ της είχε ξεκαθαρίσει η Ενάγουσα τις προθέσεις της και δη ότι η ίδια δεν επιθυμεί την περαιτέρω συνεργασία μαζί της και δ) η επιμονή της Εναγόμενης να κατέχει το χώρο, ότι αυτό δημιούργησε μια κατάσταση που εάν επιτραπεί να διαιωνίζεται σαφώς θα στερήσει από την Ενάγουσα το δικαίωμα και δυνατότητα να χρησιμοποιήσει την ιδιοκτησία της ως η ίδια επιθυμεί. Δεν παραβλέπω τους ισχυρισμούς της Εναγόμενης. Όμως η ιδιοκτησία του ακινήτου δεν της ανήκει και δεν μπορεί να εξαναγκάσει την Ενάγουσα να συνεχίσει να συμβάλλεται μαζί της ως γίνεται εισήγηση και στη γραπτή αγόρευση που καταχωρήθηκε εκ μέρους της Εναγόμενης.
Κρίνω ορθό επίσης όπως αναφερθώ στη συμπεριφορά της Εναγόμενης που ως η ίδια παραδέχεται μέσω της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση ο κύριος λόγος που θέλει να κρατήσει την κατοχή του ακινήτου είναι για να μη βρεθεί εκτεθειμένη από την είσπραξη των κατ’ ισχυρισμών συμφωνηθέντων αμοιβών και/ή αποζημιώσεων οι οποίες θεωρεί θα είναι αδύνατο να υπολογιστούν ή εισπραχθούν σε κατοπινό στάδιο. Εάν η Εναγόμενη ισχυρίζεται ότι έχει να εισπράττει από την Ενάγουσα έχει κάθε δικαίωμα να λάβει τα δικονομικά μέτρα που επιθυμεί.
Εξετάζοντας λοιπόν όσα τέθηκαν κρίνω ότι για την Εναγόμενη καμία ζημιά δεν προκαλείται με την έκδοση διατάγματος. Αναφορικά με την Ενάγουσα θεωρώ επίσης ότι η αποζημίωση σε χρήμα δε θα είναι ικανοποιητική ως θεραπεία για απόδοση πλήρους δικαιοσύνης ως προς το αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης εφόσον υπάρχει ο κίνδυνος να μη μπορεί σε κατοπινό στάδιο η Ενάγουσα να ολοκληρώσει την οικία της αλλά επίσης θα στερηθεί της δυνατότητας να χρησιμοποιήσει την ιδιοκτησία της ως επιθυμεί. Ως αναφέρει λόγω πληθωρισμού αυξάνονται και οι τιμές στα οικοδομικά υλικά. Σαφώς δεν μπορεί το Δικαστήριο να γνωρίζει αν θα αυξηθούν οι τιμές αλλά σαν ενδεχόμενο υπάρχει.
Επισημαίνω επίσης ότι εάν κατά την ακροαματική διαδικασία αποδειχθεί ότι τερματίστηκε νόμιμα η συμφωνία και ότι η Εναγόμενη παραβίασε αυτήν, η επέμβαση επί του ακινήτου της Ενάγουσας θα είναι παράνομη και τότε σίγουρα θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να υπολογιστούν αποζημιώσεις για να υπολογιστεί η ζημιά που θα προκληθεί λόγω μη ανέγερση της οικοδομής στο παρόν χρονικό σημείο. Ουδείς γνωρίζει ποιες θα είναι οι τιμές των οικοδομικών υλικών εργατικών κ.α. Επιπροσθέτως ως αναγνωρίστηκε στη νομολογία μας το Δικαστήριο δυνατόν να απαγορεύσει να συνεχίζεται ή να διαιωνίζεται μια κατάσταση πραγμάτων γεγονός που λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση του τρίτου κριτηρίου.
Θεωρώ επίσης ότι το δικαίωμα της Ενάγουσας στην ιδιοκτησία και κατοχή του ακινήτου της υπερτερεί από οποιονδήποτε άλλο δικαίωμα επικαλείται η Εναγόμενη επί του ακινήτου. Η Ενάγουσα εξέφρασε τη πρόθεση της να συνεχίσει τις εργασίες στο ακίνητο της με άλλους εργολάβους. Η αδυναμία αξιοποίησης της οικίας με τη κατοχή αυτής από την Εναγόμενη και η μη δυνατότητα συνέχιση των εργασιών της δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου στο παρόν στάδιο. Επισημαίνω ότι το εάν μπορούν να αποδοθούν χρηματικές αποζημιώσεις δε φαίνεται στην προκείμενη περίπτωση να είναι αρκετό για τη μη πλήρωση της 3ης προϋπόθεσης του άρθρου 32 του Ν. 14/60. Το Δικαστήριο στην προκειμένη περίπτωση κρίνει ότι δεν μπορεί να αφήσει την κατάσταση ως έχει διαμορφωθεί να διαιωνίζεται.
Εν κατακλείδι συντρέχει η ύπαρξη και της 3ης προϋπόθεσης του άρθρου 32, δηλαδή η ο κίνδυνος ύπαρξης ανεπανόρθωτης ζημιάς.
Σε σχέση με το προς ποια κατεύθυνση πρέπει να κλίνει το ισοζύγιο της ευχέρειας, ως αναλύθηκε στην Zena Company Ltd ν. Demenian Catering Ltd , (2011) 1 Α.Α.Δ. 1848 :
«Σημασία είχε να διατηρηθεί στο status quo ante πριν δηλαδή την επέμβαση της εφεσίβλητης στον αμφισβητούμενο χώρο. Και αυτό όφειλε να διασφαλίσει το πρωτόδικο Δικαστήριο με την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, ιδιαιτέρως εφόσον ορθά έκρινε ότι υπήρχε σοβαρό ζήτημα προς συζήτηση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας της αγωγής.»
Δηλαδή πρέπει να διατηρηθεί το status quo ως είχε.
Όσον αφορά στο ισοζύγιο της ευχέρειας το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτό γέρνει υπέρ της έκδοσης του προσωρινού απογορευτικού διατάγματος. Το Δικαστήριο εκτιμά ότι ενέχει τους λιγότερους κινδύνους στην περίπτωση που ήθελε κριθεί λανθασμένη η απόφασή του. Δε διαπιστώθηκε επίσης ότι η έκδοση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος μπορεί να προκαλέσει κάποια βλάβη ή δυσμενή επηρεασμό στα δικαιώματα της Εναγόμενης με το να κρατείται κλειδωμένος ο χώρος και να μη διεξάγονται εργασίες προς ολοκλήρωση της ανέγερσης της οικίας. Η Εναγόμενη ούτως ή άλλως ανταπαιτεί την επιδίκαση αποζημιώσεων στα πλαίσια της παρούσας αγωγής. Θα ήταν άδικο και ανισομερές να μην εκδοθεί διάταγμα για να πιέσει η Εναγόμενη την Ενάγουσα να της καταβάλει ποσά που ισχυρίζεται ότι οφείλει. Στο τέλος της ημέρας δεν έχει εμποδιστεί η Εναγόμενη από του να αποταθεί στο Δικαστήριο και να λάβει νομικά μέτρα για διεκδίκηση του κατ΄ ισχυρισμό οφειλόμενου ποσού. Ούτε εμποδίζεται από του να λάβει άλλα νομικά διαβήματα.
Κατ’ ακολουθία όλων όσων έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου καταλήγω ότι η πλευρά των Αιτητών έχουν καταδείξει την πλήρωση των προϋποθέσεων για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων.
Η Εναγόμενη επίσης προβάλλει ως λόγο ένστασης ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 4,5 και 7 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 6. Το γεγονός ότι τα πιο πάνω άρθρα έχουν συμπεριληφθεί στη νομική βάση της Ένστασης δε σημαίνει ότι εφαρμόζονται στην προκείμενη περίπτωση. Είναι πασιφανές ότι ουδόλως εφαρμόζονται στην προκείμενη περίπτωση αφού τα άρθρα 4 και 5 αφορούν περιπτώσεις μεσεγγύησης γης και ή συντηρητικό διάταγμα που περιορίζει συναλλαγή σχετικά με τη γη. Το γεγονός ότι συμπεριλήφθηκαν τα εν λόγω άρθρα αυτό δε σημαίνει ότι το Δικαστήριο πρέπει να εξετάσει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις τους καθότι δεν εφαρμόζονται. Κρίνω ως ατυχές το σχετικό λόγο ένστασης.
Επιπροσθέτως το στοιχείο της μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων και/ή εξαπάτησης αποτελεί στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη και δυνατόν να αποτελέσει λόγο ακύρωσης ενός ήδη εκδοθέντος διατάγματος μονομερώς. Υπενθυμίζω ότι εν προκειμένω δεν έχει εκδοθεί οποιοδήποτε διάταγμα μονομερώς. Σε κάθε περίπτωση κρίνω ότι η Ενάγουσα παράθεσε τα γεγονότα όμως με την αναγκαία πληρότητα και ειλικρίνεια και έτσι επεξηγήθηκε με επάρκεια η αντιδικία των διαδίκων. Ως προς τα ουσιώδη ζητήματα δεν έχω διαπιστώσει η Ενάγουσα να απόκρυψε κάποιο ουσιώδες γεγονός ή ότι αυτά που αποκάλυψε τα αποκάλυψε παραπλανητικά. Αυτό που παρατήρησα ότι εισηγείται ως παραπλάνηση η Εναγόμενη είναι ουσιαστικά η αντίθετη δική της θέση ως προς τα επίδικα γεγονότα, που ουσιαστικά αυτό είναι και το αντικείμενο αντιδικίας και θα εξεταστεί στα πλαίσια εκδίκασης της ουσίας της διαφοράς.
Εγέρθηκε από μέρους της Εναγομένης και το θέμα ότι με την έκδοση του διατάγματος έχει αποφασισθεί σε προδικαστικό στάδιο ουσιαστικά ολόκληρη η αξίωση της Ενάγουσας. Καταρχάς επισημαίνω ότι με την απαίτηση ουσιαστικά ζητείται άρση παράνομης επέμβασης ενώ με την υπό κρίση αίτηση ζητείται απαγορευτικό διάταγμα ώστε να μην επεμβαίνει η Εναγόμενη ή να εμποδίζει την Ενάγουσα να κατέχει το ακίνητο της. Αυστηρά ομιλούντες δεν είναι ταυτόσημες οι θεραπείες. Έχω υπόψη μου σε κάθε περίπτωση ότι η νομολογία έχει καθορίσει ότι είναι ανεπιθύμητο για το Δικαστήριο να εκδίδει διατάγματα τα οποία αποφασίζουν τελεσίδικα τα όσα ζητούνται με την αγωγή διότι έτσι δεν διατηρείται απλά το status quo ante, αλλά αποφασίζει τα επίδικα θέματα της ίδιας της αγωγής. Εν προκειμένω δεν έχει επισυμβεί κάτι τέτοιο και δη το Δικαστήριο δεν έχει εξετάσει την ουσία της αγωγής ούτε έχει προβεί σε ευρήματα. Όμως κρίνω ότι το απαγορευτικό διάταγμα που θα εκδοθεί θα πρέπει να είναι ως ακολούθως και όχι ως το αιτητικό Α της υπό κρίση Αίτησης:
Κατ’ ακολουθία των πιο πάνω εκδίδεται διάταγμα το οποίο απαγορεύει στην Εναγόμενη και σ΄ οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί εκ μέρους της από το εμποδίζει και/ή να μην επιτρέπει στην Ενάγουσα και/ή σε οποιοδήποτε νόμιμο αντιπρόσωπο αυτής, από του να εισέρχεται και/ή να εργάζεται και/ή να χρησιμοποιεί το ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/12756, Φ/Σχ. 30/05w1, τμήμα 2, Τεμάχιο 2774 που βρίσκεται στην οδό Πάμπλο Πικάσο, Άγιο Μάμα Λακατάμια στη Λευκωσία.
Παραμένει το θέμα των εξόδων της Αίτησης. Το ποσό των εξόδων καθορίστηκε από το Δικαστήριο με συνοπτικό υπολογισμό στη βάση της Δ.39.7 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023. Εκατέρωθεν των διαδίκων καταχώρησαν κατάλογο. Ενόψει της επιτυχίας της Αίτησης τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον της Καθ’ ής η Αίτηση. Τα έξοδα ως καθορίστηκαν από το Δικαστήριο με συνοπτικό υπολογισμό εξόδων ανέρχονται στο ποσό των €2.214 πλέον Φ.Π.Α. με νόμιμο τόκο από σήμερα πλέον €69,50 πραγματικά έξοδα.
Μ-Α Στυλιανού, Ε.Δ
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο