Κ. Ν. κ.α. ν. Ά. Π. κ.α., Αρ. Αγωγής: 4001/15, 3/2/2025
print
Τίτλος:
Κ. Ν. κ.α. ν. Ά. Π. κ.α., Αρ. Αγωγής: 4001/15, 3/2/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΛΟΥΚΑ Ε.Δ

 

Αρ. Αγωγής: 4001/15 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

1.    Κ. Ν.

2.    Χ. Χ., ανήλικου δια των γονέων του Χ. Χ. και Χ. Χ.

3.    Έ. Χ., ανήλικης δια των γονέων της Χ. Χ. και Χ. Χ.

Εναγόντων

 

-και-

 

1.    Ά. Π.

2.    Π. Π.

Εναγόμενων

 

Ημερομηνία: 3/2/2025

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες: κ. Σ. Σταυρινίδης

Για Εναγόμενους: κ. Γ. Αδαμίδης

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

1.    Εισαγωγή/ Δικόγραφα

Την 23/6/2014, στο Τσέρι, συγκρούστηκαν τα οχήματα που οδηγούσαν η Ενάγουσα 1 και η Εναγόμενη 1. Στο όχημα της πρώτης επέβαιναν και οι Εναγόμενοι 2 και 3, ενώ το όχημα της δεύτερης ήταν ιδιοκτησίας του Εναγόμενου 2. Επίδικο αποτελεί ποια εκ των δύο οδηγών ενήργησε αμελώς, με κύρια αντιδικία το ποιο όχημα εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας για να προκαλέσει τη σύγκρουση.

Αμφότερες οι πλευρές στα δικόγραφα τους καταγράφουν τις λεπτομέρειες αμέλειας των αντιδίκων. Ειδικότερα οι Ενάγοντες καταλογίζουν στην Εναγόμενη 1 έλλειψη προσοχής, ότι δεν προέβη σε ελιγμό για να αποφύγει τη σύγκρουση, ότι οδηγούσε με υπερβολική ταχύτητα, αμελώς και απέκοψε την πορεία του οχήματος της Ενάγουσας, ενώ οδηγούσε χωρίς πιστοποιητικό ασφαλείας, το όχημα ιδιοκτησίας του Εναγόμενου 2. Στην Έκθεση Απαίτησης αναφέρονται σωματικές βλάβες που οι Ενάγοντες υπέστησαν ελέω του ατυχήματος, όπως και οι ειδικές ζημιές, έξοδα επιδιόρθωσης του οχήματος και ιατρικά έξοδα. Επιζητούνται γενικές αποζημιώσεις, ειδικές ζημιές, νόμιμος τόκος και έξοδα.

Στην Υπεράσπιση τους οι Εναγόμενοι υποστηρίζουν ότι η Ενάγουσα 1 οδηγούσε αμελώς και προκάλεσε το επίδικο ατύχημα. Ως λεπτομέρειες αμέλειας της δικογραφούν ότι οδηγούσε με υπερβολική ταχύτητα, δεν χρησιμοποίησε ορθά τα φρένα, δεν είχε την πρέπουσα επιμέλεια στο δρόμο και απέκοψε την πορεία του οχήματος που οδηγούσε η Εναγόμενη 1. Καταγράφονται στην Υπεράσπιση λεπτομέρειες σωματικών βλαβών και οι Εναγόμενοι ανταπαιτούν γενικές αποζημιώσεις και έξοδα επιδιόρθωση του οχήματος.

Οι Ενάγοντες με την Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση αρνούνται τους ισχυρισμούς των Εναγόμενων και επαναλαμβάνουν τους δικούς τους, όπως καταγράφονται στην Έκθεση Απαίτησης.

 

2.     Παραδεκτά/ Επίδικα

Για σκοπούς περιορισμού των επίδικων θεμάτων, κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι μέσω των δικογράφων, της αντεξέτασης μαρτύρων, αλλά και των θέσεων που προωθήθηκαν από τους διάδικους κατά τις τελικές τους αγορεύσεις, προκύπτουν παραδεκτά γεγονότα. Αυτά είναι τα ακόλουθα:

Α. Την 23/6/2014, η Ενάγουσα 1 οδηγούσε το όχημα ιδιοκτησίας της και η Εναγόμενη 1 οδηγούσε όχημα ιδιοκτησίας του Εναγόμενου 2 και δεν είχε σε ισχύ ασφάλεια.

Β. Είναι παραδεκτό ότι επεσυνέβη σύγκρουση των οχημάτων που οδηγούσαν τον επίδικο χρόνο η Ενάγουσα 1 και η Εναγόμενη 1.

Γ. Στο σημείο όπου έγινε η σύγκρουση προσήλθε η Αστυνομία και έγινε αστυνομική έκθεση και σχετικό σχεδιάγραμμα (Τεκμήριο 1).

Δ. Με κοινή δήλωση των συνηγόρων των μερών έχουν γίνει παραδεκτά τα Τεκμήρια 3, 5 και 8. Αποτελούνται από δύο αποδείξεις φυσιοθεραπευτή ημερομηνίας 4 και 7/7/2014 αξίας €180 και €120 αντίστοιχα (Τεκμήριο 3) και από δύο αποδείξεις από το Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, ημερομηνίας 23/6/2014, για ποσό €10, και αφορούν τους Ενάγοντες 2 και 3 (Τεκμήρια 5 και 8 αντίστοιχα).

Τα ως άνω, ως παραδεκτά και αναντίλεκτα, καθίστανται και ευρήματα του Δικαστηρίου. Παραμένουν λοιπόν, ως επίδικα, όπως προκύπτει από τα δικόγραφα και την επ’ ακροατηρίω μαρτυρία τα εξής:

Α. Το πως επεσυνέβη η σύγκρουση των οχημάτων που οδηγούσαν η Ενάγουσα 1 και η Εναγόμενη 1. Ειδικότερα αμφισβητήθηκε κατά την ακρόαση το ποια από τις δύο εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, οδηγούσε με αυξημένη ταχύτητα και δεν προέβη στις απαραίτητες ενέργειες για να αποφύγει τη σύγκρουση

Β. Αμφισβητήθηκε, επίσης, η μαρτυρία του Αστυφύλακα ΜΕ 1, ο οποίος κατέθεσε την Αστυνομική Έκθεση και το σχετικό σχεδιάγραμμα Τεκμήριο 1. Η Εναγόμενη 1 δεν συμφωνεί με τα όσα απεικονίζει το εν λόγω σχεδιάγραμμα.

Γ. Επίδικες ακόμη παραμένουν σωματικές βλάβες των μερών και οι ειδικές ζημιές που επιζητούν.

 

  1. Μαρτυρία.

Δεν θα παρατεθούν με λεπτομέρεια τα όσα ισχυρίστηκε ο κάθε μάρτυρας, αφού το σύνολο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της διαδικασίας και τα έχω υπόψη μου. Έχω ακόμα αναγνώσει τις γραπτές αγορεύσεις των διαδίκων και αναφορά σε αυτές θα γίνεται όπου κρίνεται σκόπιμο. Ως μάρτυρες στην επ ακροατηρίω διαδικασία κατέθεσαν Ο Αστυφύλακας 3568, κ. Ιωάννης Συρανίδης (ΜΕ 1), η Ενάγουσα 1 (ΜΕ 2), ο Δρ. Χριστάκης Χριστοδούλου (ΜΕ 3), ορθοπεδικός χειρούργος τραυματολόγος και ο κ. Αντρέας Ιακώβου (ΜΕ 4), διευθυντής της εταιρείας Carmaster. Για τους Εναγόμενους πέραν της κατάθεσης των ιδίων, του Εναγόμενου 2 ως ΜΥ1 και της Εναγόμενης 1 ως ΜΥ 2, κατέθεσε και ο ισιωτής αυτοκινήτων Μιχάλης Αγγελίδης (ΜΥ 3).

Προχωρώ στην ανάλυση και αξιολόγηση της μαρτυρίας, έχοντας υπόψη τα επίδικα θέματα, με σκοπό να καταστεί δυνατή η εξαγωγή διαπιστώσεων αναφορικά με τα πραγματικά, καθοριστικά για το αποτέλεσμα, γεγονότα[1]. Ως είναι νομολογιακά καθιερωμένο η αξιολόγηση λαμβάνει χώρα επί σημείων που αφορούν τα επίδικα θέματα[2]. Η ανάλυση και αξιολόγηση της μαρτυρίας θα γίνει ανά επίδικο ζήτημα, με αντιπαραβολή και διερεύνηση της αντικειμενικής υπόστασης των εκατέρωθεν θέσεων, με αναφορά στα Τεκμήρια ώστε να εξαχθούν σχετικά ευρήματα, ενώ θα αξιολογηθεί κάθε μάρτυρας ξεχωριστά, ως και η νομολογία εισηγείται[3].

Τα περιστατικά που οδήγησαν στη σύγκρουση τα δύο οχήματα μπορούν να διαπιστωθούν μέσω της μαρτυρίας των ΜΕ 1, ΜΕ 2 και ΜΥ 1. Ο ΜΕ 1 είναι ο αστυφύλακας που είχε διερευνήσει το συμβάν. Έχει λάβει βασική εκπαίδευση για τη διερεύνηση τροχαίων, ήτοι την ετοιμασία σχεδιαγραμμάτων σκηνής δυστυχήματος και τη βασική εκπαίδευση λήψεως καταθέσεων για τροχαία. Κατέθεσε στο Δικαστήριο αντίγραφο της αστυνομικής έκθεσης, συνοδευόμενης από σχεδιάγραμμα (Τεκμήριο 1). Όταν είχε φτάσει στο σημείο τα οχήματα βρίσκονταν στις τελικές τους θέσεις, όπως τις μετέφερε στο σχεδιάγραμμα. Είχε φτάσει στο σημείο μόλις 10 λεπτά μετά το ατύχημα. Στο σχεδιάγραμμα το όχημα που οδηγούσε η Ενάγουσα 1 φαίνεται να κινείται από την οδό Χριστάκη Κόμπου προς την οδό Ελευθερίας και το όχημα που οδηγούσε η Εναγόμενη 1 από την αντίθετη κατεύθυνση, φτάνοντας και τα δύο σε αριστερόστροφη καμπή του δρόμου.

Ο ΜΕ 1 εξήγησε πως μέσω των μετρήσεων του ανηύρε ότι η επίδικη σύγκρουση των δύο οχημάτων έγινε ελαφρώς στο ρεύμα κυκλοφορίας που κινείτο η Ενάγουσα 1. Αν και δεν υπάρχουν εμφανής λωρίδες που να χωρίζουν τα δύο ρεύματα κυκλοφορίας, μέτρησε το συνολικό πλάτος του δρόμου στα 6.40 μ. και τη σύγκρουση να έγινε στα 3 μ., ήτοι 20 εκατοστα εντός τους ρεύματος κυκλοφορίας που δικαιούτο να οδηγεί η Ενάγουσα 1. Κατέληξε σε αυτό το εύρημα από «μαύρισμα» στον δεξιό μπροστά τροχό του οχήματος που οδηγούσε η Εναγόμενη 1. Το εν λόγω ίχνος στην άσφαλτο ουσιαστικά ορίζει και το σημείο σύγκρουσης κατά τον ΜΕ 1, Κρίνει ως λογικό, λόγω του μικρού μεγέθους αμφότερων των οχημάτων, μετά τη σύγκρουση το όχημα που οδηγούσε η Εναγόμενη 1 να κτύπησε όχημα που βρισκόταν στην λωρίδα κυκλοφορίας της.

Η Εναγόμενη 1 διαφώνησε με το εύρημα του ΜΕ 1 για το ακριβές μέρος της σύγκρουσης και το έθεσε εντός του δικού της ρεύματος κυκλοφορίας. Η τελική θέση του οχήματος της ήταν διαγώνια και η ΜΕ 1 έθεσε το σημείο σύγκρουσης, ως η θέση της, στο πίσω μέρος του οχήματος στην πόρτα πίσω από τον οδηγό. Το σημείο αυτό βρίσκεται στα 4 μ., ήτοι περί το 1.20 μ. εντός της λωρίδας κυκλοφορίας όπου οδηγούσε η Εναγόμενη 1.

Όπως έχει νομολογηθεί το σχέδιο σκηνής αποτελεί σταθερό οδηγό για τον καθορισμό των γεγονότων που συνέτειναν στην πρόκληση του δυστυχήματος[4]. Εκεί απεικονίζονται τα στοιχεία της πραγματικής μαρτυρίας[5]. Αναλόγως και εν προκειμένω ο ΜΕ 1 κατέγραψε επακριβώς τις θέσεις των ενεχόμενων οχημάτων και εξήγησε γιατί έθεσε το σημείο σύγκρουσης εντός του ρεύματος κυκλοφορίας της Ενάγουσας 1. Ήταν αντικειμενικός, αφού ανέφερε ότι αν η Ενάγουσα 1 οδηγούσε πιο αριστερά, εντός της λωρίδας της και όχι οριακά εντός αυτής, θα αποφευγόταν το ατύχημα. Η μαρτυρία του ΜΕ 1 ήταν αξιόπιστη στηριγμένη στην πραγματική κατάσταση που βρήκε στο χώρο, αποτυπώνοντας τα ευρήματα του στη βάση της κοινής λογικής και δίδοντας την ευχέρεια στην Εναγόμενη 1 να αποτυπώσει τη δική της άποψη.

Η Εναγόμενη 1, από την άλλη, ΜΥ 2 στην επ’ ακροατηρίω διαδικασία, υπέπεσε σε σωρεία αντιφάσεων. Αρχικά παραδέχθηκε ότι η Ενάγουσα 1 οδηγούσε οριακά στη λωρίδα της. Τούτη η παραδοχή της έρχεται σε ευθεία αντίφαση με το σημείο που κατά τη θέση της έγινε η σύγκρουση, ήτοι στο μέσον της λωρίδας κυκλοφορίας όπου οδηγούσε η ίδια. Το εν λόγω σημείο άλλωστε είναι εντελώς ασύνδετο με την υπόλοιπη μαρτυρία. Αν ήταν εκείνο το σημείο σύγκρουσης, η Ενάγουσα 1 θα έπρεπε να βρίσκεται περί το μέσον του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας και τούτο δεν συνάδει με τα ίχνη σε σημείο προς το μέσο του δρόμου, το γεγονός ότι η Εναγόμενη 1 προσέκρουσε με όχημα που βρισκόταν πίσω από την τελική της θέση και με τις ζημιές στο όχημα που η τελευταία οδηγούσε.

Ακόμα δεν μπορεί να γίνει δεκτή η θέση της Εναγόμενης 1 ότι η σύγκρουση έλαβε χώρα καθώς η Ενάγουσα 1 διασταύρωνε με το όχημα της από την απέναντι πλευρά του δρόμου για να εισέλθει στη λωρίδα κυκλοφορίας της. Τούτη η θέση δεν συνάδει με τις τελικές θέσεις των επίδικων οχημάτων, όπως ο ΜΕ 1 τις αποτύπωσε στο Τεκμήριο 1. Η τελική θέσει του οχήματος της Ενάγουσας 1 ήταν, έστω οριακά, εντός της λωρίδας της, χωρίς το όχημα της να έχει την όποια κλίση ή φορά προς το αντίθετο ρεύμα, από το οποίο δήθεν διαστάυρωνε. Επιπλέον, η Εναγόμενη 1 είχε παραδεχθεί ότι η Ενάγουσα 1 βρισκόταν εντός της λωρίδας της, επομένως δεν θα μπορούσε να την χτυπήσει διασταυρώνοντας από την αντίθετη λωρίδα κυκλοφορίας. Τούτα τα στοιχεία από μόνα τους διαψεύδουν τον ισχυρισμό ότι κατά τη διασταύρωση της Ενάγουσας 1, ώστε να εισέλθει στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, επήλθε η σύγκρουση.

Η Ενάγουσα 1 παρέμεινε σταθερή ως προς τις θέσεις της αναφορικά με το πως έλαβε χώρα το επίδικο περιστατικό . Ειδικότερα εξήγησε ότι το σπίτι της είναι στα 30-40 μέτρα από το σημείο της σύγκρουσης και είχε προλάβει να μπει στη δική της λωρίδα κυκλοφορίας. Δευτερόλεπτα πριν τη σύγκρουση είδε το όχημα που οδηγούσε η Εναγόμενη 1 και γι’ αυτό δεν μπορούσε να αντιδράσει.

Αξίζει να αναφερθεί ότι δεν υπάρχει μαρτυρία που να δεικνύει ποιο ήταν το επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας στον επίδικο δρόμο, ούτε παρουσιάστηκε εξειδικευμένη μαρτυρία ως προς την ταχύτητα που έτρεχαν τα δύο οχήματα.

Στη βάση των ως άνω προκύπτει ότι η Εναγόμενη 1 οδηγώντας το όχημα του Εναγόμενου 2, στην αριστερόστροφη καμπή του δρόμου εντός της οδού Χριστάκη Κόμπου εισήλθε ελαφρώς, περί τα 20 εκατοστά εντός του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας και εκεί επήλθε η σύγκρουση με το όχημα της Ενάγουσας 1.

Ως προς τις σωματικές βλάβες, τις οποίες υπέστησαν οι Ενάγοντες, κατέθεσαν στο Δικαστήριο η Ενάγουσα 1 και ο ΜΕ 3. Η Ενάγουσα 1, πέραν των παραδεκτών, κατέθεσε και μια σειρά από πιστοποιητικά και αποδείξεις, αναφορικά με τις σωματικές βλάβες της ίδιας και των υπόλοιπων Εναγόντων. Ειρήσθω εν παρόδω οι Ενάγοντες 2 και 3 είναι ετεροθαλή αδέρφια της Ενάγουσας 1. Η Ενάγουσα 1 ανέφερε ότι μόλις μία φορά επισκέφθηκε τον ΜΕ 3, αλλά είχαν τηλεφωνική επικοινωνία τόσο με την ίδια όσο και μέσω των γονέων τους με τους Ενάγοντες 2 και 3.

Τα ευρήματα των ιατρικών εκθέσεων του ΜΕ 3 (Τεκμήριο 4, 7 και 9) δεν αμφισβητήθηκαν ουσιαστικά. Από το Τεκμήριο 4 προκύπτει ότι η Ενάγουσα 1 ελέω του ατυχήματος υπέστη διάστρεμμα του αυχένα και εγκεφαλική διάσειση, με σημεία μεταδιασεισικού συνδρόμου, ζαλάδες και κεφαλαλγίες μέχρι και ένα μήνα μετά το ατύχημα. Της συνεστήθη μεταξύ άλλων η χρήση αυχενικού κολάρου, φαρμακευτικής αγωγής και φυσιοθεραπείας, όπως και στους άλλους Ενάγοντες. Σχετικό είναι και το πιστοποιητικό ημ. 24/6/2014, Τεκμήριο 2, το οποίο καταγράφει ότι η Ενάγουσα 1 υπέστη κάκωση ΑΜΣΣ. Το Τεκμήριο 7 αφορά τον Ενάγοντα 2 και εκεί καταγράφεται ότι αυτός υπέστη, συνεπεία του ατυχήματος, κρανιοεγκεφαλική κάκωση, θλάση αυχένα, θλάση οσφύος, κάκωση δεξιού ώμου και αιμάτωμα δεξιού οφθαλμού. Και ο Ενάγων 2 υπέφερε από ζαλάδες και κεφαλαλγίες για περίπου ένα μήνα μετά το ατύχημα. Στο Τεκμήριο 9 αναφέρεται ότι η Ενάγουσα 3 υπέστη εξαιτίας του ατυχήματος διάστρεμμα αυχένα, κάκωση γονάτων και εγκεφαλική διάσειση. Υπέφερε από ζαλάδες και κεφαλαλγίες για 3 εβδομάδες μετά το ατύχημα.

Τα ως άνω ευρήματα ως κατατέθηκαν μέσω της έκθεσης του ιατρού ΜΕ 3, υποστηρίχθηκαν από αυτόν με την επ’ ακροατηρίω κατάθεση του και δεν αμφισβητήθηκαν ουσιαστικά, καθίστανται ευρήματα του Δικαστηρίου.

Ούτε οι σωματικές βλάβες της Εναγόμενης 1, ως καταγράφονται στο Έγγραφο Γ και το Τεκμήριο 11 αμφισβητήθηκαν, ήτοι η θλάση αυχένα και μώλωπες στο στήθος και τον ώμο.

Αναφορικά με τις φυσιοθεραπείες στις οποίες υπεβλήθη η Ενάγουσα 1, έγινε παραδεκτό το Τεκμήριο 3, αποδείξεις φυσιοθεραπευτή, από το οποίο προκύπτει να κατέβαλε €300, για 10 φυσιοθεραπείες. Παραδεκτά έγιναν επίσης τα Τεκμήρια 5 και 8, αποδείξεις από το Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας για τους Ενάγοντες 2 και 3, για ποσό €10 εκάστη. Δεν αμφισβητήθηκε η απόδειξη πληρωμής ιδιωτικής κλινικής, ημ. 24/6/2024, Τεκμήριο 6, όπου προκύπτει για τον Ενάγων 2 να καταβλήθηκε ποσό €50.

Παρουσιάστηκαν μια σειρά τιμολόγια, χωρίς τις αποδείξεις πληρωμής τους, από τους Ενάγοντες. Συγκεκριμένα η Ενάγουσα 1 κατέθεσε τιμολόγιο ύψους €400 από τον ΜΕ 3 (μέρος του Τεκμηρίου 4), τιμολόγιο ύψους €450 για τον Ενάγοντα 2 από τον ΜΕ 3 (μέρος του Τεκμηρίου 7) και τιμολόγιο ύψους €350 για την Ενάγουσα 3 από τον ΜΕ 3 (μέρος του Τεκμηρίου 9), τα οποία δεν φέρουν απόδειξη πληρωμής. Ο ΜΕ 3 σε σχετική απάντηση του είπε ότι δεν θυμάται αν καταβλήθηκαν τα εν λόγω ποσά. Το Τεκμήριο 10, δε, τιμολόγιο για ποσό €2551,47, επίσης δεν έφερε απόδειξη πληρωμής και ο ΜΚ 4, ο οποίος ερωτήθηκε για αυτό ως ο Διευθυντής της εταιρείας που το εξέδωσε αντεξεταζόμενος είπε ότι νομίζει πως δεν πληρώθηκε, ενώ στη συνέχεια είπε ότι δεν θυμάται.

Αναλόγως και για το όχημα του Εναγόμενου 2, παρουσιάστηκε σχετικό τιμολόγιο ημερομηνίας 28/6/2014, για ποσό €2500. Ο ΜΥ 3 μέσω της γραπτής του δήλωσης Έγγραφο Δ ανέφερε ότι το εν λόγω ποσό του πληρώθηκε από τον Εναγόμενο 2.

Αξιολογώντας κάθε μάρτυρα ξεχωριστά, ο ΜΕ 1, ως ο αστυφύλακας που εξέτασε το επίδικο ατύχημα, ήταν ειλικρινής και σταθερός στις απαντήσεις του. Αποτύπωσε με σαφήνεια τα πραγματικά δεδομένα που ανηύρε όταν μόλις 10-15 λεπτά μετά το συμβάν, βρέθηκε στο χώρο. Εξήγησε που στηρίζει τη δική του εκδοχή και η μαρτυρία των υπόλοιπων ενεχόμενων ήρθε να επιβεβαιώσει τα ευρήματα του. Ήταν ειλικρινής και ανεξάρτητος, αναφέροντας ότι παρά το ότι η Ενάγουσα 1 οδηγούσε στη δική της λωρίδα, ρεύμα κυκλοφορίας, αν παρέμενε πιο αριστερά σε αυτήν, δεν θα λάμβανε χώρα το ατύχημα.

Η ΜΕ 2 ήταν επίσης ειλικρινής και σταθερή στις τοποθετήσεις της. Παραδέχθηκε ότι διασταύρωσε για να εισέλθει στο ρεύμα κυκλοφορίας που τελικώς ακολούθησε, αλλά επέμεινε και καταδείχθηκε ότι είχε εισέλθει και οδηγούσε κανονικά στη λωρίδα της κατά τη σύγκρουση. Παραδέχθηκε ότι μόλις μια φορά επισκέφθηκε τον ιατρό ΜΕ 3, παρά την αναφορά σε 3 φορές στο σχετικό του τιμολόγιο. Παρέπεμψε στους γονείς της για την πληρωμή του τιμολογίου Τεκμήριο 10, χωρίς να γνωρίζει πως πλήρωσαν και χωρίς να παρουσιάσει σχετική απόδειξη. Γενικότερα δεν υπέπεσε σε καίριες αντιφάσεις και η μαρτυρία της γίνεται αποδεκτή.

Ο ΜΕ 3, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, δεν αμφισβητήθηκε ως προς τα ευρήματα του στα Τεκμήρια 4, 7 και 9. Παρά ταύτα δεν θυμόταν μια σειρά ζητημάτων που καθίστανται επίδικα. Ειδικότερα, δεν θυμόταν πόσες φορές τον επισκέφθηκαν οι Ενάγοντες, ούτε σχετικές ημερομηνίες, παρά τις αναφορές στα ως άνω τεκμήρια, ενώ δεν θυμόταν αν πληρώθηκε το ποσό των τιμολογίων. Στη βάση των πιο πάνω η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή ως προς τα ευρήματα του για την κατάσταση των Εναγόντων μετά το ατύχημα.

Ο ΜΕ 4 κατέθεσε αναφορικά με το Τεκμήριο 10, εξήγησε πως λειτουργεί η Εταιρεία που διευθύνει και ότι σίγουρα έγιναν οι εργασίες που αναφέρονται στο εν λόγω Τεκμήριο. Δεν μπορούσε να βεβαιώσει πληρωμή του τιμολογίου. Ήταν επίσης αξιόπιστος, ως μάρτυρας που εξήγησε συγκεκριμένο ζήτημα ανεξάρτητα και ειλικρινώς.

Οι ΜΥ 1, Εναγόμενος 2, δεν αντεξετάστηκε και η σύντομη μαρτυρία του όπως αποτυπώνεται στο Έγγραφο Β αναφέρεται απλώς στο ότι η θυγατέρα του Εναγόμενη 1 οδηγούσε το όχημα του και τις ζημιές που αυτό υπέστη. Η Εναγόμενη 1 δεν έλαβε συγκατάθεση του για να το οδηγήσει, ενώ ο ίδιος διώχθηκε ποινικώς για τη μη ασφαλή φύλαξη του οχήματος του. Ο ΜΥ 3 κατέθεσε ως το Έγγραφο Γ για τις ζημιές του οχήματος του Εναγόμενου 2 και ότι αυτές πληρώθηκαν. Αντεξετάστηκε ως προς την αξία του οχήματος, αναφέροντας ότι αυτό είχε κάποια αξία, χωρίς να μπορεί να την αναφέρει επακριβώς, ενώ δεν συμφώνησε ότι ήταν διογκωμένα τα ποσά που καταγράφει στο Τεκμήριο 11. Η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή, αφού στο Τεκμήριο 11 καταγράφονται ακριβώς οι εργασίες στις οποίες προέβη και οι χρεώσεις τους, ενώ τίποτε εξειδικευμένο δεν τέθηκε που να πλήττει τη μαρτυρία αυτή.

Η Εναγόμενη 1, ΜΥ 2, υπέπεσε σε σωρεία αντιφάσεων με πιο καίρια τη θέση της ως προς τις περιστάσεις που έλαβε χώρα το επίδικο περιστατικό. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω η θέση της ότι η Ενάγουσα 1 διασταύρωνε το δρόμο και έτσι προσέκρουσε μαζί της, αντιφάσκει με την υπόλοιπη μαρτυρία. Αρχικά δεν συνάδει με την τελική θέση των επίδικων οχημάτων (Τεκμήριο 1), όπου το όχημα της Ενάγουσας 1 φέρεται να βρισκόταν εντός του ρεύματος κυκλοφορίας του, χωρίς κλίση ή καμπή προς την αντίθεση λωρίδα σε φάση διασταύρωσης. Η θέση της αυτή, δε, αντιφάσκει με την επ’ ακροατηρίω παραδοχή της ότι η Ενάγουσα 1 οδηγούσε το όχημα της, έστω οριακά εντός της λωρίδας κυκλοφορίας της. Τα όσα αναφέρει στην παράγραφο 6 της Γραπτής της Δήλωσης, Έγγραφο Γ, ότι δηλαδή δεν την περίμενε η Ενάγουσα 1 να περάσει και μετά να εισέλθει στο δρόμο, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά. Ο συγκεκριμένος δρόμος ήταν αρκετά πλατύς για να χωρέσει και τα δύο οχήματα. Η Ενάγουσα 1, βρισκόταν στο ρεύμα κυκλοφορίας της και η Εναγόμενη 2 εισήλθε με το όχημα του πατέρα της εντός του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας. Έτσι προκλήθηκε το ατύχημα, χωρίς να υπάρχει ανάγκη να αναμένει το όποιο όχημα το άλλο να περάσει, αν και τα δύο όδευαν στο ρεύμα κυκλοφορίας τους. Το σημείο Χ2 που υπέδειξε στον ΜΕ 1, ως σημείο σύγκρουσης, βρίσκεται στο μέσον του ρεύματος κυκλοφορίας που η ίδια οδηγούσε και έτσι αντιφάσκει τόσο με την παραδοχή της ότι η Ενάγουσα 1 οδηγούσε εντός της λωρίδας κυκλοφορίας της, ως όφειλε. Το εν λόγω σημείο, άλλωστε, βρίσκεται στο μέσον του οχήματος που οδηγούσε η Εναγόμενη 1, ενώ το όχημα της δέχθηκε ζημιές μόνο μπροστά και πίσω. Δεν είναι δυνατό να είχαν συγκρουστεί τα δύο οχήματα στο μέσον του ρεύματος κυκλοφορίας όπου οδηγούσε η Εναγόμενη 1 και να μην υπήρχαν ζημιές στο υπόλοιπο της όχημα. Τουναντίον οι ζημιές στα δύο οχήματα, στο δεξιό μέρος κάθε μπροστινού προφυλακτήρα και οι τελικές θέσεις των οχημάτων, δεικνύουν ότι η σύγκρουση επήλθε περί το μέσον του δρόμου, ως ο ΜΕ 1 εισηγήθηκε. Η μαρτυρία της ΜΥ 2 δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, λόγω των ως άνω αντιφάσεων.

 

 

 

4.    Ευρήματα

Την 24/6/2014 η Εναγόμενη 1 οδηγώντας το όχημα του Εναγόμενου 2, στην αριστερόστροφη καμπή του δρόμου εντός της οδού Χριστάκη Κόμπου εισήλθε ελαφρώς, περί τα 20 εκατοστά, εντός του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας και εκεί επήλθε η σύγκρουση με το όχημα της Ενάγουσας 1. Η τελευταία οδηγούσε το όχημα της οριακά στο ρεύμα κυκλοφορίας της. Η Εναγόμενη 1 δεν είχε τη συγκατάθεση του Εναγόμενου 2 για να λάβει το όχημα του, ενώ ο τελευταίος διώχθηκε ποινικώς για μη ασφαλή φύλαξη του οχήματος.

Η Ενάγουσα 1 ελέω του ατυχήματος υπέστη διάστρεμμα του αυχένα και εγκεφαλική διάσειση, με σημεία μεταδιασεισικού συνδρόμου μέχρι και ένα μήνα μετά το ατύχημα. Είχε ζαλάδες και κεφαλαλγίες μέχρι και ένα μήνα με το ατύχημα, ενώ της συνεστήθη μεταξύ άλλων η χρήση αυχενικού κολάρου, φαρμακευτικής αγωγής και φυσιοθεραπείας, όπως και στους άλλους Ενάγοντες. Ο Ενάγοντας 2 υπέστη, συνεπεία του ατυχήματος, κρανιοεγκεφαλική κάκωση, θλάση αυχένα, θλάση οσφύος, κάκωση δεξιού ώμου και αιμάτωμα δεξιού οφθαλμού. Και ο Ενάγων 2 υπέφερε από ζαλάδες και κεφαλαλγίες για περίπου ένα μήνα μετά το ατύχημα. Η Ενάγουσα 3 υπέστη εξαιτίας του ατυχήματος διάστρεμμα αυχένα, κάκωση γονάτων και εγκεφαλική διάσειση. Υπέφερε από ζαλάδες και κεφαλαλγίες για 3 εβδομάδες μετά το ατύχημα.

Η Ενάγουσα 1 κατέβαλε €300, για 10 φυσιοθεραπείες. Για του Ενάγοντες 2 και 3 καταβλήθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας €10 για έκαστο. Για τον Ενάγων 2 καταβλήθηκε σε ιδιωτική κλινική ποσό €50.

Παρουσιάστηκαν μια σειρά τιμολόγια, χωρίς τις αποδείξεις πληρωμής τους, από τους Ενάγοντες. Συγκεκριμένα η Ενάγουσα 1 κατέθεσε τιμολόγιο ύψους €400 από τον ΜΕ 3 (μέρος του Τεκμηρίου 4), τιμολόγιο ύψους €450 για τον Ενάγοντα 2 από τον ΜΕ 3 (μέρος του Τεκμηρίου 7) και τιμολόγιο ύψους €350 για την Ενάγουσα 3 από τον ΜΕ 3 (μέρος του Τεκμηρίου 9), τα οποία δεν φέρουν απόδειξη πληρωμής.. Το Τεκμήριο 10, τιμολόγιο για ποσό €2551,47, επίσης δεν έφερε απόδειξη πληρωμής. Οι ζημιές που αποτυπώνονται στο Τεκμήριο 10 και η επισκευή τους, επίσης καθίστανται εύρημα του Δικαστηρίου.

Το όχημα του Εναγόμενου 2 υπέστη ζημιές ύψους €2500, αυτές επισκευάστηκαν και το ποσό αυτό αποπληρώθηκε.

 

5.    Νομική Βάση

Αγωγή και ανταπαίτηση έχουν ως νομική βάση την αμέλεια και ιδιαίτερα την παράλειψη επίδειξης επιμέλειας κατά την οδήγηση. Η επιμέλεια κρίνεται απρόσωπα και αντικειμενικά[6]. Σχετικά με τροχαία έχει νομολογηθεί ότι το καθήκον για επιμελή οδήγηση δεν επεκτείνεται στη λήψη προληπτικών μέτρων έναντι της πιθανότητας εκδήλωσης αμέλειας εκ μέρους άλλων οδηγών. Ο νουνεχής οδηγός μπορεί εύλογα να υποθέσει ότι όπως ο ίδιος έτσι και άλλοι οδηγοί θα εκπληρώσουν το καθήκον επιμέλειας έναντι του ιδίου και άλλων οδηγών[7].

Στην υπό εξέταση περίπτωση η Ενάγουσα 1 οδηγούσε εντός του ρεύματος κυκλοφορίας της, έστω οριακά και η Εναγόμενη 1 εισήλθε εντός του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας περί τα 20 εκατοστά για να επέλθει η σύγκρουση. Ο Κανονισμός 58 (10) (α), των Περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984, όπως τροποποιήθηκαν επιτάσσει την διατήρηση των οχημάτων από τους οδηγούς στην αριστερή πλευρά του δρόμου. Στην πρόσφατη Ανδρέου v. Μίτα, Πολιτική Έφεση Αρ. 204/2015, 15/11/2023, κρίθηκε ότι:

«Εφόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του Εφεσείοντα, το γεγονός ότι είχε εισέλθει στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και συγκρούστηκε με το εκεί βρισκόμενο αυτοκίνητο του Εφεσίβλητου, τεκμηρίωνε την αμέλεια του και η αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η γενεσιουργός αιτία της σύγκρουσης ήταν η οδική συμπεριφορά του Εφεσείοντα ο οποίος έχασε τον έλεγχο της μοτοσικλέτας του και εισήλθε στην αντίθετη λωρίδα, ήταν ουσιαστικά ορθή.»

Στην Σχίζα Άννη Μ. ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος Heinz Roggennkamp ν. Βραχίμη Χρ. Βραχίμη [2003] 1 ΑΑΔ 1742 όπου επίσης οδηγός περνώντας στο αντίθετο ρεύμα, απέκοψε την πορεία οδηγού που οδηγούσε στο ρεύμα κυκλοφορίας του αποφασίστηκε ότι:

«ένας οδηγός δεν είναι συνήθως υπόχρεος να προβλέψει ότι ένα άλλο πρόσωπο μπορεί να ενεργήσει αμελώς εκτός αν η πείρα δείχνει μια συγκεκριμένη αμέλεια να είναι συνηθισμένη κάτω από τις περιστάσεις»

Αναλόγως και εν προκειμένω η Ενάγουσα 1 οδηγούσε εντός του ρεύματος κυκλοφορίας της και η Εναγόμενη 1 εισερχόμενη εντός του εν λόγω ρεύματος της απέκοψε την πορεία της. Δεν όφειλε η Ενάγουσα 1, ενώ οδηγούσε στη λωρίδα κυκλοφορίας της να προβλέψει την αμελή συμπεριφορά της Εναγόμενης 1, ήτοι ότι θα εισέρχετο στο ρεύμα κυκλοφορίας της. Ειδικά υπό τις περιστάσεις του υπό εξέταση ατυχήματος, το οποίο επεσυνέβη σε στροφή του δρόμου. Στη βάση των ως άνω προκύπτει ότι αποκλειστική αμέλεια για το επίδικο ατύχημα φέρει η Εναγόμενη 1.

Αναφορικά με τον Εναγόμενο 2, αξίζει να αναφερθεί ότι καμία αμέλεια δεν του αποδίδεται στην Έκθεση Απαίτησης. Η μόνη ιδιότητα υπό την οποία ενάγεται είναι αυτή του ιδιοκτήτη του οχήματος που οδηγούσε η Εναγόμενη 1, ενώ παραδέχονται οι Ενάγοντες ότι η Εναγόμενη 2 δεν είχε λάβει συγκατάθεση του. Έχει νομολογιακά καθιερωθεί η αρχή ότι για τη θεμελίωση εκ προστήσεως ευθύνης είναι αναγκαία η ύπαρξη σχέσης αντιπροσωπευομένου και αντιπροσώπου, ή κυρίου και υπαλλήλου, καθώς και μαρτυρία ότι η οδήγηση στο πλαίσιο της οποίας εκδηλώθηκε η αμέλεια εντάσσεται στα πλαίσια της σχέσης αυτής[8]. Έχει περαιτέρω κριθεί ότι ακόμα και οδήγηση με τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη, δεν υποδηλώνει ως θέμα λογικής ή κοινής εμπειρίας και τη δημιουργία σχέσης αντιπροσώπου και αντιπροσωπευομένου αναφορικά με τη χρήση του[9]. Έτι δε περισσότερο στην υπό κρίση περίπτωση όπου ο Εναγόμενος 2, αν και ιδιοκτήτης του οχήματος, δεν έδωσε καν συγκατάθεση στην Εναγόμενη 1 θυγατέρα του για να το οδηγήσει, επομένως δεν μπορεί να κριθεί υπεύθυνος, εκ προστήσεως ή αλλιώς για αμέλεια της τελευταίας.

Προηγούμενες αποφάσεις, ιδιαίτερα αποφάσεις των Κυπριακών Δικαστηρίων που αντικατοπτρίζουν τις δικές μας πραγματικότητες, προσφέρουν καθοδήγηση στο βαθμό που είναι συγκριτικές ως αποκαλυπτικές της επικρατούσας τάσης σε γενικές αποζημιώσεις, δεν είναι όμως δεσμευτικές[10].

Στη Δέσποινας Χριστοδούλου ν. Rudolf Hoffer, Πολιτική Έφεση Αρ. 263/2012, 11/1/2018, κρίθηκε εντός λογικών πλαισίων ποσό ύψους €4.500 για κάκωση του αυχένα, τραυματισμό στην περιοχή του θώρακα και φούσκωμα στο πηγούνι. Είχε διαγνωστεί πόνος στον αυχένα, κεφαλαλγία και ζάλη, κατάσταση η οποία είχε βελτιωθεί ικανοποιητικά, αλλά η Εφεσείουσα παραπονείτο ακόμα για ελαφριά ζάλη. Τα συμπτώματα ζάλης διήρκησαν για δύο με τρεις μήνες περίπου μετά το ατύχημα.

Στην Κωνσταντινίδης v. Παπαμιλτιάδους κ.α. [2007] 1 Α.Α.Δ. 733 το Εφετείο επικύρωσε αποζημίωση £1.000, για πόνο στον αυχένα, κεφαλαλγία και ζάλη, για τα οποία η ασθενής έπαιρνε, για αρκετό καιρό, φάρμακα.

Στη Νεοκλέους v. Worley [2001] 1 A.A.Δ. 652 είχαν διαγνωστεί τα ακόλουθα:

«Ο εφεσείων υπέστη βαρύ διάστρεμμα του αυχένα. Σύμφωνα με την ιατρική μαρτυρία ο όρος περικλείει κακώσεις μαλακών μορίων περιλαμβανομένων συνδέσμων του αυχένα, ακόμα δε δεν μπορεί να αποκλεισθεί και κάκωση δίσκων. Ο θεράπων ιατρός του εφεσείοντα, η μαρτυρία του οποίου έγινε δεκτή από το Δικαστήριο, παρατήρησε τρία χρόνια μετά το δυστύχημα μεγάλη αύξηση των οστεοαρθριτικών αλλοιώσεων από αυτές που προϋπήρχαν του τραυματισμού, αύξηση που δεν κρίθηκε φυσιολογική. Αποδίδεται δε μερικώς και στον τραυματισμό του εφεσείοντα, ο οποίος επιδείνωσε προϋπάρχουσα κατάσταση και επιτάχυνε τη δυσάρεστη ταχεία εξέλιξη

Εκεί το ποσό τελικώς αυξήθηκε στις 3.500 Λ.Κ.

Στην Αλέξης Χριστοφίνης ν. Στέλλας Φραντζή, Πολιτική Έφεση αρ. 328/2011, 31/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:A202, το ποσό γενικών αποζημιώσεων αυξήθηκε στις €7000, για διάστρεμμα αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης και αιμωδίες άνω άκρων, θλάση προσθίου θωρακικού τοιχώματος και μώλωπες στην περιοχή στέρνου. Έγινε θεραπεία με τοποθέτηση αυχενικού κολλάρου για 15 μέρες, χορηγήσεως αναλγητικών και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, φυσιοθεραπεία και ανάπαυση. Αποδέχθηκε περαιτέρω το Δικαστήριο ότι οι ενοχλήσεις που συνέχιζαν να παρουσιάζονται είναι άλγος, δυσκαμψία του αυχένα και αιμωδίες άνω άκρων και μόνο κατά τις αλλαγές του καιρού ή όταν κουράζεται αρκετά.

Στην προκείμενη περίπτωση παρατηρείται ότι κανένας από τους Εναγόμενους δεν υπέστη νευρολογική βλάβη, ούτε ήταν σοβαρής μορφής οι τραυματισμοί τους. Δεν παρέμειναν κλινήρης ενώ μόνο παροδικά τους συστήθηκε να χρησιμοποιήσουν κολάρο αυχένα. Δεν μειώθηκε η ικανότητα τους προς εργασία, ούτε προκύπτει να παρέμεινε κάποια μόνιμη βλάβη στους Ενάγοντες. Λαμβάνεται υπόψη επίσης η αυξητική τάση στην απόδοση αποζημιώσεων[11].

Στη βάση των ως άνω επιδικάζονται στους Ενάγοντες οι κάτωθι γενικές αποζημιώσεις:

Για την Ενάγουσα 1, 27 ετών τον επίδικο χρόνο, η οποία υπέστη διάστρεμμα του αυχένα και εγκεφαλική διάσειση επιδικάζονται €3.000, ως γενικές αποζημιώσεις.

Για τον Ενάγοντα 2, ηλικίας 14 ετών τον επίδικο χρόνο ο οποίες υπέστη κρανιοεγκεφαλική κάκωση, θλάση αυχένα, θλάση οσφύος, κάκωση δεξιού ώμου και αιμάτωμα δεξιού οφθαλμού, επιδικάζονται €4.000, ως γενικές αποζημιώσεις.

Για την Ενάγουσα 3, ηλικίας 16 ετών τον επίδικο χρόνο η οποία υπέστη διάστρεμμα αυχένα, κάκωση γονάτων και εγκεφαλική διάσειση, επιδικάζονται €3.500, ως γενικές αποζημιώσεις.

Αναφορικά με τις ειδικές ζημιές είναι καθιερωμένη νομολογιακά η αρχή ότι οι αξιούμενες ως ειδικές αποζημιώσεις θα πρέπει να δικογραφούνται με λεπτομέρεια και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα[12]. H απόδειξη ειδικών ζημιών κινείται μέσα σε αυστηρά πλαίσια[13]. Είναι δυνατή η απόδοση αποζημίωσης όταν η μαρτυρία είναι αξιόπιστη, αλλά υπολείπεται σε επάρκεια διότι όπου είναι αποδεκτό ότι έχει προκληθεί ζημιά, ο παραβάτης δεν πρέπει να απαλλάσσεται. Το Δικαστήριο μπορεί να καθορίζει ένα ποσό στη βάση της όλης εικόνας ως εύλογο υπό τις περιστάσεις[14].

Έχουν γίνει παραδεκτά ως ποσά που καταβλήθηκαν, για την Ενάγουσα 1 €300, για 10 φυσιοθεραπείες. Για του Ενάγοντες 2 και 3 καταβλήθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας €10 για έκαστο. Για το Ενάγων 2 καταβλήθηκε επίσης σε ιδιωτική κλινική ποσό €50.

Αναφορικά με τα τιμολόγιο που εκδόθηκαν από τον ΜΕ 3, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να διευκρινίσει τις εκεί αναφορές, ήτοι πόσες φορές τον επισκέφθηκαν οι Ενάγοντες. Στα εν λόγω τιμολόγια, δε, μέρος των Τεκμηρίων 4, 7 και 9 καταγράφεται διαφορετικός αριθμός επισκέψεων από αυτόν που η ΜΕ 1 ανέφερε. Η μαρτυρία των Εναγόντων λοιπόν, δεν δύναται να ικανοποιήσει την απαίτηση της νομολογίας για αυστηρή απόδειξη ειδικών ζημιών. Ούτε έχει αποδειχθεί ότι στους Εναγόμενους έχει προκληθεί η όποια ζημιά, από πληρωμή των σχετικών τιμολογίων ή άλλων προς τον ΜΕ 3.

Σε ότι αφορά τα έξοδα επιδιόρθωσης του οχήματος της Ενάγουσας 1, κατατέθηκε το τιμολόγιο Τεκμήριο 10 αξίας €2551,47. Ο ΜΕ 4 αν και δεν ήταν σε θέση να πει αν πληρώθηκε το εν λόγω τιμολόγιο, επεξήγησε τον τρόπο εργασίας της εταιρείας που διευθύνει και εξέδωσε το τιμολόγιο, χωρίς να αφήνει περιθώριο αμφισβήτησης των όσων αναφέρονται σε αυτό.

Η βασική αρχή αναφορικά με τις ζημιές σε κινητά, είναι ότι ο Ενάγων δικαιούται αποζημίωσης, ως το κόστος επισκευής[15]. Εν προκειμένω έχει αποδειχθεί το κόστος επισκευής αλλά και η ίδια η επισκευή. Επομένως η Ενάγουσα 1 δικαιούται σχετικών ειδικών αποζημιώσεων.

 

6.    Κατάληξη

Στη βάση των ως άνω η ανταπαίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των Εναγόντων και εναντίον των Εναγομένων.

Η αγωγή εναντίον του Εναγόμενου 2 απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του και εναντίον των Εναγόντων.

Η αγωγή εναντίον της Εναγόμενης 1 επιτυγχάνει με έξοδα εναντίον της και υπέρ των Εναγόντων. Επιδικάζονται τα εξής ποσά ως γενικές αποζημιώσεις υπέρ των Εναγόντων και εναντίον της Εναγόμενης 1:

Για την Ενάγουσα 1, €3.000, ως γενικές αποζημιώσεις.

Για τον Ενάγοντα 2, €4.000, ως γενικές αποζημιώσεις.

Για την Ενάγουσα 3, €3.500, ως γενικές αποζημιώσεις.

Επιδικάζονται ακόμα υπέρ των Εναγόντων και εναντίον της Εναγόμενης 1 τα ακόλουθα ποσά ως ειδικές αποζημιώσεις:

Για την Ενάγουσα 1, €2851,47, ως ειδικές αποζημιώσεις.

Για τον Ενάγοντα 2, €60, ως ειδικές αποζημιώσεις.

Για την Ενάγουσα 3, €10, ως ειδικές αποζημιώσεις.

Τα ως άνω επιδικασθέντα ποσά φέρουν νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής. Τα έξοδα, ως επιδικάζονται ανωτέρω, να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο με νόμιμο τόκο από σήμερα και Φ.Π.Α. επί των εξόδων.

 

 

(Υπ.)………………………………

Α. Λουκά Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 



[1] Barry Wyne v. David Costaki Mavronicola [2009] 1 ΑΑΔ 1138

[2] Χριστίνα Ρασποπουλου ν. Θεοδώρα Μακρή, Ποινική Έφεση αρ.287/2015, 11/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:B171

[3] Στυλιανίδης ν. Χατζηπιέρα [1992] 1 Α.Α.Δ. 1056 και Mustafa Mossa (Mussa) Mohammed ν. Ανδρέα Κακουρή και Άλλων [2002] 1 ΑΑΔ 165

[4] Αντώνη Σωτηρίου ν. Αστυνομίας [2002] 2 ΑΑΔ 307

[5] Κονναρή ν. Κυριάκου [1996] 1 Α.Α.Δ. 267

[6] Ευθυμιος Κλημηδης ν. Valentina Nani δια των Διαχειριστων της Περιουσιας της Claudia Cusa Eygen Serbu, Πολιτική Έφεση Αρ. 375/2010, 3/12/2015, Φοινικαρίδης κ.α. ν. Γεωργίου κ.α. [1991] 1 ΑΑΔ, 475

[7] Κυριάκου Παύλου ν. Ανδρέα Παπακυπριανού [2000] 1 ΑΑΔ 974

[8] Θεοφάνους ν. Ασφαλιστικής Εταιρείας ΚΟΣΜΟΣ (1988) 1 Α.Α.Δ. 265

[9] Ποταμίτης κ. α. ν. Ιωάννου [1992] 1 ΑΑΔ 479

[10] Φοινικαρίδης & άλλη ν. Γεωργίου & άλλων [1991] 1 ΑΑΔ 475

[11] Α.Ι. κ.ά. ν. Π.Φ. κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ.283/2012, ημερ.27.9.2019, ECLI:CY:AD:2019:D402, ECLI:CY:AD:2019:D402

[12] Αθανασίου Κυριάκος ν. Δάφνης Ορφανίδου [2015] 1 ΑΑΔ 2804

[13] Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994)1 ΑΑΔ 239

[14] Παπαχρυσοστόμου Αρτέμιος ν. Κώστας Γρηγοριάδης & Συνέταιροι και Άλλων [2015] 1 ΑΑΔ 2755, ECLI:CY:AD:2015:A827

[15] London Corp, The, [1935] P. 70


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο