ΑΝΤΡΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια της περιουσίας του ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ν. ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α., Αριθμός Αγωγής: 808/2021, 7/1/2025
print
Τίτλος:
ΑΝΤΡΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια της περιουσίας του ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ν. ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α., Αριθμός Αγωγής: 808/2021, 7/1/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

 

Ενώπιον: Χ. Στρόππου, Ε.Δ.

 

                                                                                                                       

    Αριθμός Αγωγής: 808/2021

 

 

ΑΝΤΡΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια της περιουσίας του ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

 

    Ενάγοντες

 

-και-

 

 

 

1.      ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ

 

2.      ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΛΤΔ

 

 

                                                                                                                                                                                                  Εναγόμενοι

 

 

Ημερομηνία: 07/01/2025

 

Εμφανίσεις:

 

Για Ενάγουσα/Καθ’ ης η Αίτηση: κύριος Καστανιάς για Χρίστος Καστανιάς & Συνεργάτες

 

Για Εναγόμενους/Αιτητές: κύριος Κουκούνης για Γεώργιος Κουκούνης Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

(Αίτηση για διαγραφή της Αγωγής ή/και της δικογραφίας)

 

 

I.          ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

1.         Επίδικη στην παρούσα διαδικασία είναι η Αίτηση ημερομηνίας 17/02/2023 δια της οποίας ζητούνται διάφορα διατάγματα για διαγραφή δικογράφων ή/και της Αγωγής. Αυτό το οποίο ζητούν οι Εναγόμενοι/Αιτητές δια μέσου της επίδικης Αίτησης είναι να διαγραφούν τα δικόγραφα ή/και αγωγή ή/και να θεωρηθούν ως άκυρα όλα τα δικονομικά διαβήματα που έλαβαν χώρα μετά τον θάνατο του Ενάγοντα στις 08/03/20225. Βασικό επιχείρημα των Εναγόμενων/Αιτητών είναι ότι με τον θάνατο του Ενάγοντα έπαυσε και η εξουσιοδότηση ή/και εκπροσώπηση του Ενάγοντα από το Δικηγορικό Γραφείο Χρήστος Καστανιάς & Συνεργάτες με αποτέλεσμα κάθε δικόγραφο που καταχωρίστηκε να υπόκειται σε διαγραφή και την συνεπαγόμενη απόρριψη της Αγωγής λόγω μη συμμόρφωσης με τις επιταγές της Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Εξάλλου, όπως σημειώνουν μετά τον θάνατο του ο Ενάγοντας ήταν ανύπαρκτο πρόσωπο.

 

2.         Με την επίδικη Αγωγή που καταχωρίστηκε στις 11/05/2021 εγείρονται αξιώσεις για γενικές ή/και ειδικές αποζημιώσεις εξαιτίας ενός ατυχήματος που έλαβε χώρα κατά ή/και περί τις 19/03/2021.

 

3.         Από το εν λόγω ατύχημα υφίσταται ισχυρισμός ότι τραυματίστηκε ο (αποβιώσας) Ενάγοντας εξαιτίας της αμέλειας της Εναγόμενης 1. Η Εναγόμενη 2 είναι Ασφαλιστική Εταιρεία Εγγεγραμμένη στην Κύπρο, η οποία σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Ενάγοντα κατά τον επίδικο χρόνο είχε ασφαλίσει το όχημα που οδηγούσε η Εναγόμενη 1 και έχει άμεση υποχρέωση να ικανοποιήσει και να πληρώσει την οποιαδήποτε απαίτηση και/ή δικαστική απόφαση ήθελε εκδοθεί υπέρ του Ενάγοντα.

 

Το δικονομικό ιστορικό

 

4.         Οι Εναγόμενοι καταχώρισαν σημείωμα εμφάνισης και ακολούθησε στις 06/07/2021  Αίτηση για Απόφαση λόγω μη καταχώρισης Έκθεσης Υπεράσπισης.

 

5.         Η ως άνω Αίτηση για Απόφαση ορίστηκε σε διάφορες ημερομηνίες για Απόδειξη με την Έκθεση Υπεράσπισης να καταχωρείται στις 08/03/2023, ημερομηνία κατά την οποία είναι παραδεκτό και από τις δύο πλευρές ότι απεβίωσε ο Ενάγοντας.

 

6.         Η Απάντηση στην Υπεράσπιση καταχωρίστηκε στις 15/04/2022 και ακολούθησε η έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες στις 07/07/2022.

 

7.         Ακολούθησε η καταχώριση Αίτησης Τροποποίησης στις 26/10/2022 από την κυρία Άντρη Στυλιανού Δημητρίου από την Λεμεσό ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα Ενάγοντα Δημοσθένη Στυλιανού από την Λεμεσό. Σημειώνεται ότι το Δικηγορικό Γραφείο που εκπροσωπεί την διαχειρίστρια είναι το ίδιο με αυτό που εκπροσωπούσε τον Ενάγοντα.

 

8.         Ακολούθησε η καταχώριση της επίδικης Αίτησης στις 17/02/2023 και την ίδια ημέρα καταχωρίστηκε Ένσταση στην Αίτηση Τροποποίησης του Ενάγοντα.

 

9.         Στις 12/01/2024 καταχωρίστηκε Ένσταση στην επίδικη Αίτηση. Την Ένσταση καταχώρισε η Διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα Ενάγοντα, κυρία Άντρη Στυλιανού Δημητρίου.

 

10.      Στις 10/06/2024 εκδόθηκε ενδιάμεση Απόφαση δια της οποίας εγκρίθηκε η Τροποποίησης της Αγωγής.

 

II.         ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΙΚΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

 

Νομική Βάση

 

11.      Η νομική βάση μιας αίτησης είναι ιδιαίτερα σημαντική. Για να είναι έγκυρο ένα δικονομικό μέτρο, θα πρέπει να καθορίζονται στη νομική βάση της ενδιάμεσης Αίτησης οι διατάξεις στις οποίες στηρίζεται το αίτημα.[1]

 

12.      Νομική Βάση της επίδικης Αίτησης είναι οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.1, Δ.2, Θ. 1, 2, 3, 4 - 11, 12, Δ.5, Θ.1-10, Δ.9 Θ.1-13,, Δ.12 Θ. 1 -10, Δ.15, Δ.16 Θ.1, 2, 3, 3 (1) (α)(β) (2), 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, Δ.17 Θ.1 (1) (α) (β) (2} (3), 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 1 Ο, 11, 12, 13, 14 (1) (2) (3), Δ.19 Θ.1-25, 26, 27, .Δ. 20, Δ.21, Δ.23 Θ.1, 2, 3, Δ.25 Θ.1 -9, Δ.26 Θ.1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13 (1) (2) (3) (4), 14, 15, Δ.27 Θ. 1, 2, 3, 4, Δ.30 Θ. 1 -11, Δ.39, Δ.48 Θ.1, 2 (1) (2) (3), 3, 4, 4 (1) (2) (3), 5, 6, 7, 8, 9, 9 ), 1Ο , 11,1 2,1 3,Δ . 57 Θ. 1-4, Δ .64 (1) (2) ε, ο Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 6, άρθρα 4, 4 (1) (2) (3), 5, 7, 8 και 9 (1)  (2) (3) (4) Μέρος 7, άρθρα 73-81, ο Περί Δικαστηρίων Νόμο, Ν.14/60, άρθρα 29,3 0,3 1,3 2 (1) (2) (3 ), ο Περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμος Κεφ. 189 περιλαμβανομένων και των άρθρων 2, 34, 58 αυτού, ο Περί Διαχείρισης Περιουσιών Αποβιωσάντων Διαδικαστικό Κανονισμό του 1955 ως έχει τροποποιηθεί μέχρι και σήμερα, στο Annual Practice 1958 το άρθρο 30 του Συντάγματος, το άρθρο 6 της ΕΔΔΑ, οι αρχές της επιείκειας (equity), το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και ιδιαίτερα στο άρθρο 30, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών, άρθρο 6, ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι αρχές του δικαίου της επιείκειας, το κοιvοδίκαιο, η αρχή της ισονομίας και της ισότητας των όπλων, στις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, στη νομολογία, το Κοιvοδίκαιο (common law), η νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, η νομολογία των Αγγλικών Δικαστηρίων και η σύμφυτη εξουσία, πρακτική και διακριτική ευχέρεια του Σεβαστού Δικαστηρίου.

 

13.      Νομική Βάση της Ένστασης είναι οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.1 θ.2, Δ.2, Δ.3 Δ.5, Δ.9 Θ. 9(1) -(3), 10 Δ.12, Δ.16, Δ.17 θθl-14, Δ.19, Δ.26 θθ.1-15, Δ.25, Δ.27 Θ.1-4, Δ.30·0.1-11, Δ.33 θθl-5, Δ.34 θθl-6, Δ.35 θ.1,2, Δ.39, θθ 1-2, Δ.40 θθ 1-7, θ.11, Δ.48 θθ.1-4 και θ.9, Δ.49 θθ.1-16, Δ.55 θθ 1-4, Δ.64, τα Άρθρα 21, 22, 29, 30 και 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν.14/1960), τα άρθρα 28, 29, 31, 34, 58 ο Περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου, Κεφ. 189, ο Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6, το άρθρο 30.2 του Συντάγματος, το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) που κυρώθηκε με τον Νόμο 39/1962, στις αρχές του Δικαίου της Επιείκειας, οι αρχές του Κοινοδικαίου, η διακριτική ευχέρεια και τις συμφυείς εξουσίες και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Η επίδικη Αίτηση

 

14.       Όπως σημειώθηκε ήδη, με την επίδικη Αίτηση ζητείται η διαγραφή ή/και ο παραμερισμός της Αγωγής ή/και της Απάντησης στην Υπεράσπιση ή/και της Κλήσης για Οδηγίες λόγω του ότι καταχωρίστηκαν από τον Δικηγόρο του Ενάγοντα, ο οποίος είχε αποβιώσει όταν είχαν καταχωριστεί τα σχετικά δικόγραφα. Τυχόν παραμερισμός των δικογράφων της Απάντησης στην Υπεράσπιση ή/και της Κλήσης για Οδηγίες θα συνεπάγεται την απόρριψη της Αγωγής δυνάμεις της Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας καθότι η Αγωγή θα είναι έκθετη σε απόρριψη λόγω μη τήρησης των σχετικών προθεσμιών που προνοούνται εκεί.

 

15.      Η πιο πάνω Αίτηση προσέκρουσε στην Ένσταση της Διαχειρίστριας της περιουσίας του αποβιώσαντα Ενάγοντα, η οποία προβάλλει 13 λόγους για τους οποίους δεν θα πρέπει να επιτύχει η σχετική Αίτηση. Οι λόγοι ένστασης ομαδοποιούνται στις ακόλουθες κατηγορίες, ήτοι (α) δεν δικαιολογείται η έκδοση των Διαταγμάτων που αιτούνται οι Εναγόμενοι, (β) η επίδικη Αίτηση προωθείται κακόπιστα ή/και καταχρηστικά, (γ) υπήρξε πλήρης συμμόρφωση με την Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και (δ) τυχόν έγκριση της Αίτησης θα προκαλέσει βλάβη στα συμφέροντα της Ενάγουσας.

 

16.      Οι λόγοι Ένστασης που αφορούν το κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση των σχετικών Διαταγμάτων θα εξεταστούν κατά προτεραιότητα ενόψει του ότι σε περίπτωση που επιτύχουν, παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων ένστασης.

 

17.      Σχετική σε περιπτώσεις όπου διάδικος αποβιώσει καθίσταται η Δ.12 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η οποία ορίζει ότι όταν ένα επίδικο θέμα (cause or matter) είναι τέτοιας φύσεως ώστε να επιβιώνει του θανάτου του διαδίκου (δηλαδή, ουσιαστικά, δεν είναι τέτοιας προσωπικής φύσεως ώστε να εξαιρείται του γενικού κανόνα), δεν τερματίζεται (abates) λόγω του θανάτου και δεν επηρεάζεται από αυτό.

 

18.      Η Δ.12 θ.2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας καθορίζει ότι σε τέτοια περίπτωση, ο διαχειριστής αποβιώσαντος μπορεί να γίνει διάδικος ώστε να διεκπεραιωθεί η διαδικασία και να αποφασισθούν τα επίδικα θέματα. 

 

19.      Αντίστοιχα, το άρθρο 34 (1) του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου (Κεφ. 189) προβλέπει ότι σε περίπτωση που ένα πρόσωπο αποβιώσει όλες οι βάσεις Αγωγής οι οποίες υπάρχουν ή έχουν περιέλθει στον αποβιώσαντα επιβιώνουν προς όφελος της κληρονομιάς του.

 

Ήταν ανύπαρκτο πρόσωπο ο Ενάγοντας;

 

20.      Αποτελεί επιχείρημα των Συνηγόρων των Εναγόμενων/Αιτητών ότι από την στιγμή που απεβίωσε ο Ενάγοντας στις 08/03/2022, κατέστη ανύπαρκτο πρόσωπο.

 

21.      Ιδιαίτερα διαφωτιστική ως προς τον τρόπο εφαρμογής της Δ.12  των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας είναι η υπόθεση Ιωάννης Σπανού ν. Σάββα Ιωάννου Κκαφά.[2] Στην υπόθεση αυτή, είχε καταχωριστεί Έφεση εναντίον Πρωτόδικης Απόφασης. O Εναγόμενος/Εφεσίβλητος στο χρονικό σημείο που διέρρευσε από την έκδοση της Πρωτόδικης Απόφασης μέχρι την καταχώριση της Έφεσης, είχε αποβιώσει.

 

22.      Μετά την καταχώρισης της Έφεσης, λίγες ημέρες αργότερα παραχωρήθηκαν έγγραφα διαχείρισης της περιουσίας του αποβιώσαντα Εφεσίβλητου. Δύο σχεδόν έτη μετά την καταχώριση της Έφεσης καταχωρίστηκε αίτηση τροποποίησης του τίτλου της Έφεσης ώστε να προστεθούν οι Διαχειρίστριες της περιουσίας του αποβιώσαντα Εφεσίβλητου. Οι Διαχειρίστριες της περιουσίας του αποβιώσαντα καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση, ισχυριζόμενες ότι η έφεση είναι εξ υπαρχής άκυρη ως στρεφόμενη εναντίον ανύπαρκτου προσώπου, αφού ο Εφεσίβλητος με το θάνατό του έπαυσε να είναι διάδικος πριν από την καταχώριση της έφεσης, ώστε να μην τίθεται ούτε θέμα τροποποίησης του τίτλου της. 

 

23.      Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι το κριτήριο της Δ.12 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας για την συνέχιση μιας διαδικασίας είναι όχι το πρόσωπο του διαδίκου αλλά το κατά πόσο ή όχι συνεχίζει να υπάρχει επίδικο θέμα μετά τον θάνατο του. Η καταχώριση της Έφεσης στο όνομα του αποθανόντος είναι ζήτημα τυπικό και δεν άπτεται της ουσίας του πράγματος και ως τυπικό δύναται να διορθωθεί με προσφυγή στην Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Όπως σημείωσε το Ανώτατο Δικαστήριο στην ως άνω Απόφαση του «ουδόλως συνιστά θέμα ουσίας που να άπτεται της βάσης του πράγματος αλλά θέμα τυπικού λάθους (irregularity) το οποίο μπορεί να διορθωθεί με προσφυγή στην Δ.64 ».

 

24.      Υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο στο πλαίσιο της παρούσας υπόθεσης εξέδωσε ήδη Διάταγμα Τροποποίησης της Αγωγής, δια της προσθήκης της Διαχειρίστριας της περιουσίας του Ενάγοντα στις 10/06/2024 ως Ενάγουσας, ώστε να  συνεχίσει κατ’ αυτό τον τρόπο την διαδικασία. Στην Απόφαση του το Δικαστήριο έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι «το αγώγιμο δικαίωμα του Ενάγοντα εξακολουθεί να υφίσταται παρά τον θάνατο του [Ενάγοντα]» (βλ. σελ. 14 της Απόφασης ημερομηνίας 10/06/2024).[3]

 

25.      Υπό το φως των πιο πάνω, ο θάνατος του Ενάγοντα δεν τον κατέστησε «ανύπαρκτο πρόσωπο» όπως ήταν η επιχειρηματολογία των  Συνηγόρων των Εναγόμενων/Αιτητών. Αντίθετα, ο θάνατος του Ενάγοντα, κατέστησε πλέον ως επίδικο το κατά πόσο μπορεί να συνεχιστεί η Αγωγή παρά τον θάνατο του. Το θέμα αυτό αποφασίστηκε και το Δικαστήριο εξέδωσε ήδη Απόφαση κρίνοντας ότι το αγώγιμο δικαίωμα του Ενάγοντα επιβιώνει. Εξάλλου, πλέον δεν παραγνωρίζεται ότι ακόμα και στην διαδικασία αυτή είναι παρούσα η Διαχειρίστρια της περιουσίας του Ενάγοντα που ενίσταται στην επίδικη Αίτηση, την οποία μάλιστα εκπροσωπεί το Δικηγορικό Γραφείο που εκπροσωπούσε προηγουμένως τον αποβιώσαντα Ενάγοντα.

 

26.      Το πιο πάνω σημείο είναι που διαφοροποιεί την παρούσα υπόθεση από την νομολογία που επικαλέστηκε ο Συνήγορος των Εναγόμενων/Αιτητών, η οποία σχετίζεται με την διαγραφή νομικών προσώπων από τα αρχεία του Εφόρου Εταιρειών ενώ εκκρεμεί  Αγωγή. Η διαγραφή αυτή καθιστά τα εν λόγω νομικά πρόσωπα ανύπαρκτα. Συνεπακόλουθη συνέπεια τούτου είναι ο τερματισμός του διοριστήριου των Δικηγόρων των εν λόγω νομικών προσώπων και η αδυναμία προώθησης οποιασδήποτε περαιτέρω διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου εκ μέρους ανύπαρκτων προσώπων, καθιστώντας το όποιο δικονομικό διάβημα λήφθηκε μετά την διαγραφή τους ως άκυρο. [4]

 

27.      Δεν αποκλείεται να τύγχανε εφαρμογής η σχετική νομολογία, έστω κατ’ αναλογία, αν διαπιστωνόταν ότι το αγώγιμο δικαίωμα του Ενάγοντα ήταν τέτοιας προσωπικής φύσης που δεν θα μπορούσε να «επιβιώσει» του θανάτου του, κάτι που θα οδηγούσε τις όποιες δικονομικές ενέργειες του Συνηγόρου του αποβιώσαντα Ενάγοντα άκυρες και την Αγωγή υποκείμενη σε απόρριψη. Όμως, στην παρούσα υπόθεση όπως σημειώθηκε ήδη το Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα αντικατάστασης του Ενάγοντα με την Διαχειρίστρια της περιουσίας του Ενάγοντα, κρίνοντας ταυτόχρονα ότι υφίσταται αγώγιμο δικαίωμα παρά τον θάνατο του. Υπάρχει ως προς τούτο δεδικασμένο.

 

28.      Υπό το φως των όσων σημειώθηκαν δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η θέση των Εναγόμενων/Αιτητών ότι ο Ενάγοντας κατέστη ανύπαρκτο πρόσωπο, αφού όπως σημειώθηκε επίδικο παραμένει το κατά πόσο το αγώγιμο δικαίωμα επιβιώνει του θανάτου του και σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα αυτό έχει ήδη αποφασιστεί από το Δικαστήριο, υπό άλλη σύνθεση.

 

Ο τερματισμός του διοριστήριου εξαιτίας του θανάτου του Ενάγοντα

 

29.      Αναφορικά με το ζήτημα του κατά πόσο ο θάνατος ενός διαδίκου επιδρά στον διορισμό ενός Δικηγόρου και τις συνέπειες που μπορεί να έχει στις δικονομικές ενέργειες που έλαβαν χώρα στο ενδιάμεσο διαπιστώνεται η ύπαρξη σχετικής αγγλικής και κυπριακής νομολογίας, παρά το γεγονός ότι οι γραπτές αγορεύσεις των Συνηγόρων των διαδίκων δεν έθιξαν το ζήτημα αυτό.

 

30.      Καταρχάς, σημειώνεται ότι παραμένει γεγονός ότι με τον θάνατο ενός διαδίκου, ο διορισμός του Δικηγόρου τερματίζεται.[5] Όπως όμως αναφέρεται στην Αγγλική Δικαστηριακή Πρακτική (Annual Practice) του 1979, σελ. 911 και 912 απόσπασμα της οποίας υιοθετείται στην Anthimos Demetriou v. Lloyds Underwriters a.o.[6], η έλλειψη εξουσιοδότησης θα πρέπει να εγείρεται αμέσως μέσω σχετικής αίτησης για να αποφεύγεται η απάντηση ότι έχει υπάρξει επικύρωση.[7]

31.      Στην υπόθεση Reynolds v. Howell[8] σημειώνεται ότι εάν ένας διάδικος, μετά που καταχωρείται Αγωγή στο όνομα του χωρίς την εξουσιοδότηση του, ακούσει γι’ αυτή την διαδικασία και δεν την αποκηρύξει, τότε θα θεωρηθεί ότι έχει επικυρώσει (ratified) τις ενέργειες του Δικηγόρου.[9]

 

32.      Στην Danish Mercantile Co. v. Beaumont [1951] 1 All E.R. 925,[10]  η οποία υιοθετήθηκε από την υπόθεση ΔΗ. ΜΑ. ΡΩ. ΛΤΔ κ.α. ν. LAKIS GEORGIOU CONSTRUCTION LTD (2016) 1 ΑΑΔ 2054, εγέρθηκαν δικαστικές διαδικασίες από πρόσωπο που εκπροσωπούσε την Ενάγουσα Εταιρεία, λήφθηκαν ενδιάμεσες διαδικασίες και εκδόθηκε ενδιάμεσο διάταγμα, χωρίς όμως να υπάρχει απόφαση από το αρμόδιο όργανο της Εταιρείας για την έγερση της Αγωγής. Η Ενάγουσα Εταιρεία αργότερα τέθηκε υπό εκκαθάριση και οι καταχωρίστηκε Αίτηση για παραμερισμό της Αγωγής από τους Εναγόμενους στη βάση του ότι η Αγωγή δεν είχε εγερθεί με την εξουσιοδότηση της Εταιρείας. Οι εκκαθαριστές της Ενάγουσας Εταιρείας, επικύρωσαν την έγερση της Αγωγής. Όπως σημείωσε το Δικαστήριο εκεί και όπου ένας Δικηγόρος εγείρει διαδικασίες στο όνομα ενός διαδίκου (εκεί ήταν Εταιρεία) χωρίς να επιβεβαιώνει κατά πόσο έχει την δέουσα προς τούτο εξουσιοδότηση ή κάτω από την εσφαλμένη αντίληψη ότι έχει την κατάλληλη εξουσιοδότηση, το κάνει με δική του ευθύνη και στο σημείο αυτό η Αγωγή πάσχει. Υπό αυτή την έννοια είναι άκυρη και μπορεί να ανασταλεί η διαδικασία σε οποιαδήποτε στιγμή, υπό την προϋπόθεση ότι ο Εναγόμενος δεν καθυστερεί την αίτηση του. Αλλά είναι ανοιχτό σε κάθε σημείο στον κατ’ ισχυρισμό Ενάγοντα να επικυρώσει την διαδικασία, να εγκρίνει όλα όσα προηγήθηκαν και να δώσει οδηγίες στον Δικηγόρο να συνεχίσει την Αγωγή. Σε μια τέτοια περίπτωση και όπως συμβαίνει στο πλαίσιο των σχέσεων αντιπροσώπου και αντιπροσωπευόμενου, το ελάττωμα στην διαδικασία θεραπεύεται και δεν μπορεί πλέον ο Εναγόμενος να προβάλει ένσταση στο ότι η διαδικασία έχει επικυρωθεί και υιοθετηθεί.[11]

 

33.      Στην υπόθεση Presentaciones Musicales SA v Secunda[12] μια Δικηγορική Εταιρεία εσφαλμένα θεώρησε ότι ενεργούσε στο όνομα της Εταιρείας Presentaciones Musicales SA, η οποία ήταν εγγεγραμμένη στον Παναμά και καταχώρησε στο όνομα της Αγωγή. Οι Εναγόμενοι ανακάλυψαν αργότερα ότι η Εταιρεία αυτή είχε διαλυθεί (dissolved) 10 μήνες πριν την καταχώρισης της Αγωγής, σύμφωνα με το δίκαιο του Παναμά και δια αίτησης που καταχώρισαν στις 18 Απριλίου του 1991 στο Δικαστήριο ζήτησαν την διαγραφή ή/και αναστολή της διαδικασίας. Όταν λήφθηκε η Απόφαση για διάλυση της Εταιρείας, είχαν διοριστεί τρία πρόσωπα να ενεργούν ως εκκαθαριστές της Εταιρείας, σύμφωνα πάντα με το δίκαιο του Παναμά. Μετά την καταχώριση της Αίτησης οι εν λόγω εκκαθαριστές, τον Μάιο του 1991 επικύρωσαν την καταχώριση της Αγωγής και τις ενέργειες των Δικηγόρων που ενεργούσαν χωρίς εξουσιοδότηση. Το Αγγλικό Εφετείο με αναφορά στο δίκαιο του Παναμά, αποδέχτηκε ότι η διάλυση της Εταιρείας δεν είχε ως συνέπεια την μη ύπαρξη της Εταιρείας αυτής ως ξεχωριστή νομική οντότητα αφού είχαν διοριστεί εκκαθαριστές της Ενάγουσας Εταιρείας. Ακολούθως, το Αγγλικό Εφετείο με αναφορά στις σχέσεις αντιπροσώπευσης, υπογράμμισε ότι στη βάση του αγγλικού δικαίου είναι καλά καθιερωμένη αρχή ότι όπου ένας δικηγόρος ξεκινά μια διαδικασία στο όνομα ενός προσώπου ή μιας Εταιρείας χωρίς την εξουσιοδότηση του, ο διάδικος αυτός μπορεί αργότερα να επικυρώσει τις ενέργειες του Δικηγόρου αυτού και να υιοθετήσει τις σχετικές διαδικασίες. Η έγκριση αυτή ανατρέχει πίσω στην πράξη που επικυρώνεται ή/και εγκρίνεται, έχει με άλλα λόγια αναδρομική ισχύ. [13]

 

 

34.      Στην Α.Β. κ.α. ν. Η.Θ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε200/2017, ημερομηνίας 24/10/2023 εγέρθηκε ως λόγος Έφεσης ότι καθ’ όλη την διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας δεν είχε καταχωριστεί σημείωμα εμφάνισης. Το σημείωμα εμφάνισης καταχωρίστηκε μόνο όταν είχε καταχωριστεί η Έφεση. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι από την στιγμή που δεν υπήρξε ποτέ αμφιβολία ότι οι Δικηγόροι ήταν εξουσιοδοτημένοι και εκπροσωπούσαν την Εφεσίβλητη και η Εφεσίβλητη δεν αμφισβήτησε ποτέ τον διορισμό των Δικηγόρων της, έστω και με την μεταγενέστερη καταχώριση του σημειώματος εμφάνισης, η εξουσιοδότηση προς τους Δικηγόρους της επιβεβαιώθηκε.

 

 

35.      Στην ΔΗ. ΜΑ. ΡΩ. ΛΤΔ κ.α. ν. LAKIS GEORGIOU CONSTRUCTION LTD (2016) 1 ΑΑΔ 2054 το Εφετήριο που καταχώρισε η Εφεσείουσα δεν συνοδευόταν από εξουσιοδότηση (retainer) της υπό εκκαθάριση ΔΗΜΑΡΩ μέσω του Επίσημου Παραλήπτη που ήταν ο εκκαθαριστής της Εφεσείουσας. Αργότερα εμφανίστηκε ο Επίσημος Παραλήπτης καταχωρώντας σχετικό διοριστήριο και ζητώντας να εμφανιστεί στην διαδικασία. Παρά το ότι δεν είχε ληφθεί άδεια στη βάση της Δ.35 θ. 31 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας για καταχώριση Έφεσης χωρίς διοριστήριο (πρόνοια αντίστοιχη υπάρχει και για τις Αγωγές στην Δ.2 θ. 14 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας), εντούτοις το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι πρόκειται για παρατυπία που μπορούσε να θεραπευτεί στη βάση της Φαλέκκος v. Χριστοφίδη (2013) 1 Α.Α.Δ. 2534.

 

36.      Στην Απόφαση της μειοψηφίας στην Τούλλα Τρύφωνος το γένος Κυρ. Μακρίδη ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ, Πολ. Έφ. Αρ.411/2011, ημερ.27.3.2018, ECLI:CY:AD:2018:A132, ECLI:CY:AD:2018:A132 αναφέρεται ότι η απουσία διοριστηρίου εγγράφου δεν καθιστά τη δικαστική διαδικασία παράτυπη, σε βαθμό τέτοιο, ώστε αυτή να υπόκειται σε ακύρωση.  

 

37.      Στη βάση της νομολογίας που έχει παρατεθεί πιο πάνω διαφαίνεται ότι είναι εφικτό για ένα διάδικο, ο οποίος δεν είχε δώσει προς τούτο την συγκατάθεση του σε Δικηγόρο, να προσέλθει αργότερα στην διαδικασία και να επικυρώσει τις δικονομικές ενέργειες που έλαβε ο Δικηγόρος, χωρίς την εξουσιοδότηση του.

 

38.      Στην υπόθεση αυτή, διαπιστώνεται ότι η κυρία Δημητρίου, διόρισε τον Δικηγόρο που είχε προηγουμένως ο αποβιώσαντας Ενάγοντας και καταχώρισε Αίτηση δια της οποίας ζητούσε την τροποποίηση της Αγωγής με τρόπο που να καθίσταται πλέον διάδικος στην διαδικασία, ως Διαχειρίστρια της περιουσίας του.

 

39.      Καταχώρισε Ένσταση στην επίδικη Αίτηση, ως Ενάγουσα πλέον, απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς των Εναγόμενων/Αιτητών και περιβάλλοντας με εμπιστοσύνη τον Δικηγόρο της. Μάλιστα, όπως διαφαίνεται από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση και τα σχετικά Τεκμήρια, το Δικηγορικό Γραφείο που εκπροσωπούσε τον αποβιώσαντα Ενάγοντα, είναι το ίδιο που καταχώρισε τα έγγραφα για να εξασφαλιστεί διάταγμα Διαχείρισης.

 

40.      Στην παρούσα διαδικασία ουδόλως αμφισβητείται ότι ο αποβιώσαντας Ενάγοντας είχε εξουσιοδοτήσει το Δικηγορικό Γραφείο που τον εκπροσωπούσε να προωθήσει την Αγωγή και τα λοιπά δικονομικά διαβήματα που έλαβαν χώρα μέχρι τον θάνατο του.  Αντίθετα, αυτό το οποίο ισχυρίζονται οι Συνήγοροι των Εναγόμενων/Αιτητών είναι ότι το Δικηγορικό Γραφείο που εκπροσωπούσε τον Ενάγοντα προχώρησε σε ορισμένα δικονομικά διάβημα μετά που αυτός απεβίωσε, γεγονός που τα καθιστά άκυρα και υποκείμενα σε διαγραφή. Όμως όπως σημειώθηκε και στη βάση της νομολογίας που παρατέθηκε πιο πάνω, το γεγονός αυτό δεν αποτελεί τέτοια παρατυπία που καθιστά την διαδικασία άκυρη και υποκείμενη σε απόρριψη. Αντίθετα, η Διαχειρίστρια της περιουσίας του Ενάγοντα, η οποία πλέον εμφανίζεται στην διαδικασία, μπορεί να επικυρώσει όλες τις δικονομικές ενέργειες που έγιναν, όπως ακριβώς συνέβη. Ιδιαίτερα δε, από την στιγμή που επιτρέπεται το μείζον, δηλαδή η καταχώριση μιας Αγωγής χωρίς εξουσιοδότηση, επιτρέπεται και το ελάσσον, που είναι η προώθηση δικονομικών διαβημάτων χωρίς σχετική εξουσιοδότηση.

 

41.      Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνεται υπόψη ότι σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση και τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν και επί των οποίων δεν αντεξετάστηκε η ενόρκως δηλούσα,[14] κατά το στάδιο καταχώρισης της Απάντησης στην Υπεράσπιση ο Δικηγόρος του αποβιώσαντα δεν γνώριζε τον θάνατο του πελάτη του ενώ όταν αργότερα καταχώρισε την Κλήση για Οδηγίες εκπροσωπούσε ήδη την διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντα στις διαδικασίες που αφορούσαν την λήψη εγγράφων διαχείρισης. Αυτό προκύπτει από τα όσα αναφέρονται στην Αίτηση Τροποποίησης ημερομηνίας 26/10/2022 που βρίσκεται στο φάκελο του Δικαστηρίου.[15]

  

42.      Κρίνεται λοιπόν ότι με τις ενέργειες της αυτές, η Διαχειρίστρια της περιουσίας του Ενάγοντα, η πλέον αρμόδια προς τούτο, επικύρωσε ουσιαστικά όλες τις προηγούμενες δικονομικές ενέργειες του Δικηγόρου του Ενάγοντα και η σχετική επικύρωση, όπως σημειώθηκε, λειτουργεί αναδρομικά. Επιπλέον, δεν ηγέρθηκε ότι προκλήθηκε οποιαδήποτε βλάβη ή «δυσκολία» στους Εναγόμενους/Αιτητές από την επικύρωση των ενεργειών του Δικηγόρου του αποβιώσαντα Ενάγοντα.[16]

43.      Το αποτέλεσμα θα ήταν ενδεχομένως διαφορετικό αν οι Συνήγοροι των Εναγόμενων/Αιτητών καταχωρούσαν την επίδικη Αίτηση και αυτή εκδικαζόταν σε ένα πρώιμο στάδιο, πριν δηλαδή μεσολαβήσει η επικύρωση των δικονομικών διαβημάτων που λήφθηκαν από τον Δικηγόρο του αποβιώσαντα Ενάγοντα από την κυρία Δημητρίου (βλ. τα όσα αναφέρονται πιο πάνω στην Δικαστηριακή Πρακτική (Annual Practice) του 1979, σελ. 911 και 912).

 

44.      Συνεπώς, στην βάση του ότι το αγώγιμο δικαίωμα επιβιώνει του θανάτου του Ενάγοντα και στη βάση του ότι η Διαχειρίστρια της περιουσίας του Ενάγοντα επικύρωσε τις ενέργειες του Δικηγορικού Γραφείου που εκπροσωπούσε τον Ενάγοντα και δυνάμει των Δ.12 θθ. 1, 2, 4 και της Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και στη βάση της νομολογίας που σημειώθηκε πιο πάνω κρίνεται ότι η Ενάγουσα επικύρωσε τις πράξεις του Δικηγόρου του αποβιώσαντα Ενάγοντα, για όσο χρονικό διάστημα διέρρευσε από τον θάνατο του Ενάγοντα μέχρι και την προσθήκη της Διαχειρίστριας της περιουσίας του Ενάγοντα ως διαδίκου.

 

Μη συμμόρφωση με την Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας

 

45.      Με δεδομένο ότι έχει κριθεί ότι οι ενέργειες του Δικηγόρου του αποβιώσαντα επικυρώθηκαν από την Διαχειρίστρια της περιουσίας του Ενάγοντα αναδρομικά, δεν διαπιστώνεται ότι δεν έχουν τηρηθεί οι προθεσμίες της Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

46.      Το γεγονός ότι η Απάντηση στην Υπεράσπιση δεν είχε καταχωριστεί εντός της προθεσμίας των 7 ημερών από την καταχώριση της Έκθεσης Υπεράσπισης δεν επηρεάζει το εμπρόθεσμο της καταχώρισης της Κλήσης για Οδηγίες. Δεν διαφαίνεται οι Εναγόμενοι/Αιτητές να ήγειραν την οποιαδήποτε ένσταση ή να έλαβαν το οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα σχετικά με την εκπρόθεσμη καταχώριση της Απάντησης, πέραν δηλαδή της θέσης τους ότι αυτή υπόκειται σε διαγραφή ένεκα της έλλειψης εξουσιοδότησης.  

47.      Αντίθετα, σύμφωνα με την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, ο Συνήγορος του Ενάγοντα είχε ενημερώσει σχετικά τους Συνηγόρους των Εναγόμενων χωρίς αυτοί να φέρουν την οποιαδήποτε ένσταση. Η ενόρκως δηλούσα δεν αντεξετάστηκε επί του σημείου αυτού και ούτε προσκομίστηκε αντίθετη μαρτυρία. Επομένως, τα δικόγραφα είχαν συμπληρωθεί μετά την καταχώριση της Απάντησης στην Υπεράσπιση και η σχετική προθεσμία «έτρεχε» από την καταχώριση αυτή.[17]

 

48.      Το πιο πάνω καθιστά την εξέταση της επιχειρηματολογίας των Συνηγόρων των Εναγόμενων/Αιτητών ότι η Αγωγή πρέπει να απορριφθεί επειδή δεν υπήρξε συμμόρφωση με την Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας έκθετη σε απόρριψη.

 

III.       ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

49.      Υπό το φως των όσων έχουν σημειωθεί η Αίτηση απορρίπτεται.  

 

50.      Τα έξοδα της επίδικης Αίτησης επιδικάζονται υπέρ της Ενάγουσας/Καθ’ ης η Αίτηση και εναντίον των Εναγόμενων/Αιτητών και θα είναι καταβλητέα στο τέλος της διαδικασίας.

 

 

                                                               (Υπ.)…………………………………………..

                                                                                     Χ. Στρόππος, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής



[1] Μαχλουζαρίδης ν. Ιωαννίδη και Άλλων (1990) 1A.A.Δ. 965, Φλουρέντζου κ.ά ν. Cashgrove Betting Ltd κ.ά (2007) 1 A.A.Δ. 393 και Egiazaryan κ.ά ν. Denoro Investments Limited (2013) 1 A.A.Δ. 409.

[2] Σπανού άλλως Καφφά κ.ά. ν. Καφφά (1999) 1 Α.Α.Δ. 544.

[3] Βλ. και την Απόφαση Beckham v Drake (1849) 2 HL Cas 579, σελ. 597.

 

[4] Οι Συνήγοροι των Εναγόμενων/Αιτητών παρέπεμψαν στην Αγωγή 81/1999, MD SHIP MANAGEMENT LTD v. του πλοίο «Londa» υπό σημαία Μάλτας, ημερομηνίας 12/12/2022 και στην Lioufis and Co. v. Ανδρονίκου κ.α. (1996) 1 Β Α.Α.Δ. 773.

 

[5] Βλ. Whitehead v. Lord (1852) 7 Exch. 691 όπου αναφέρεται « The retainer here was not determined except by the death of the plaintiff's client».

 

 Στην Απόφαση του Αγγλικού Εφετείου Blankley v Central Manchester and Manchester Children's University Hospitals NHS Trust [2015] EWCA Civ 18 εκφράστηκαν προβληματισμοί για τον αυτόματο και αδιάκριτο τερματισμό του διοριστήριου στις περιπτώσεις εφαρμογής της Υonge v Toynbee [1910] 1 KB 215 -σκέψεις που μπορεί να εφαρμοστούν κατ’ αναλογία-  ως ακολούθως:

 

« There is much to be said in favour of a fresh examination or reconsideration of the principle in Yonge v Toynbee [1910] 1 KB 215 and related authorities in this area. It is potentially unfair and unsatisfactory for a client's supervening incapacity to have the effect of terminating automatically the solicitor's authority to act on the client's behalf in the litigation, exposing the solicitor to the risk of liability to other parties for breach of warranty of authority in respect of steps taken in the litigation even when the solicitor is not aware of the incapacity, and depriving him of authority to take any steps to protect the client's position when he does become aware of it—to the extent that it is said that he acts without authority, albeit apparently in accordance with good practice, in applying to the court for the appointment of a deputy and/or litigation friend. One might at least expect the principle to be qualified so that (i) the solicitor retains authority to act so long as he is unaware of the incapacity and (ii) he retains authority to take necessary steps in consequence of the incapacity, including an application to the court for the appointment of a deputy and/or litigation friend, when he does become aware of it. It might also be preferable to talk in terms of “suspension” rather than “termination” of authority, on the basis that the solicitor's authority is restored if the client regains capacity or a litigation friend is appointed to continue the litigation on the client's behalf.»

 

[6] (1982) 1 CLR 71.

 

[7] «[…] The want of authority of the plaintiff's solicitor cannot be raised as a defence; it should be raised promptly to avoid the answer that it was ratified (Reynolds v. Howell [1873] L.R. 8 Q.B. at p. 400; Danish Mercantile Co. v. Meaumont, [1951] 1 All E.R. 925), and should be made by application (Russian, etc. Bank v. Comptoir de Mulhouse, [1925] A.C. 112) to a Judge in the Chancery Division and a Master in the Q.B.D. Nevertheless if in the course of an action the Court becomes aware that the plaintiff is incapable of giving any retainer at all, it will riot allow the action to proceed (Daimler Co., Ltd. v. Continental Tyre & Rubber, etc., Ltd., [1916] 2 A.C. at p. 337).»

 

[8] [1873] L.R. 8 Q.B., σελ. 400.

 

[9] Όπως αναφέρεται στην εν λόγω Απόφαση:  

 

«I may add that, in my opinion, if a plaintiff after action brought in his name by an attorney without authority hears of it, and does not repudiate it, he will be supposed to have ratified the attorney's act.»

 

[10] Η Απόφαση αυτή επικυρώθηκε και από την Βουλή των Λόρδων στην Alexander Ward & Co. Ltd. v. Samyang Navigation Co. Ltd. [1975] 1 W.L.R. 673.

 

[11] Danish Mercantile Co. v. Beaumont [1951] 1 All E.R. 925 Σελ. 687.

 

[12] [1994] 2 All ER 737.

 

[13] Στην Κύπρο υπάρχει σχετική νομοθετική πρόνοια στον περί Συμβάσεως Νόμο (Κεφ. 149), άρθρο 156 και 157:

 

 «156. Όταν κάποιο πρόσωπο τελεί πράξεις για λογαριασμό άλλου προσώπου χωρίς τη γνώση ή πληρεξουσιότητα του, το πρόσωπο αυτό δύναται είτε να εγκρίνει είτε να αποκηρύξει την πράξη αυτή~ πράξη που εγκρίθηκε επιφέρει τις ίδιες συνέπειες, ωσάν να ετελείτο δυνάμει πληρεξουσιότητας.

 

157. Η έγκριση δύναται να είναι ρητή ή να συνάγεται από τη συμπεριφορά του προσώπου για λογαριασμό του οποίου τελέστηκε η πράξη.»

 

[14] Βλ. Iacovou Brothers (Constr.) Ltd ν Fashionwise Ltd (2000) 1 ΑΑΔ σελ. 1377.

 

[15] Το Δικαστήριο μπορεί να αντλήσει πληροφορίες από τον φάκελο της δικογραφίας (βλ. Γεωργίου v. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Τράπεζας Κύπρου Λτδ (Αρ. 2) (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1938).

 

[16] Βλ. τα όσα αναφέρονται στην Pontin v. Wood [1962] 1 Q.B. 594, σελ. 612 τα οποία εφαρμόζονται αναλογικά στην παρούσα υπόθεση:

 

«"The defendant was at all times perfectly aware of the nature of the action which the writ was intended to initiate, and the defect has caused him no difficulty whatever."

[17] Βλ. τα όσα αναφέρονται στην Χρίστου κ.α. ν. Χατζησολωμή, Πολ. Εφ. 175/2017, ημερ. 6.2.2018.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο