Μ. Τ. ανήλικης δια των προσώπων που ασκούν την γονική μέριμνα και/ή των γονέων της, Σ.Τ. και Ν.Τ. ν. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ κ.α., Αριθμός Αγωγής: 72/2020, 15/1/2025
print
Τίτλος:
Μ. Τ. ανήλικης δια των προσώπων που ασκούν την γονική μέριμνα και/ή των γονέων της, Σ.Τ. και Ν.Τ. ν. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ κ.α., Αριθμός Αγωγής: 72/2020, 15/1/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

 

Ενώπιον: Χ. Στρόππου, Ε.Δ.

 

                                                                                                                       

    Αριθμός Αγωγής: 72/2020

 

 

Μ. Τ. ανήλικης δια των προσώπων που ασκούν την γονική μέριμνα και/ή των γονέων της, Σ.Τ. και Ν.Τ. από την Λεμεσό

 

    Ενάγουσα

 

-και-

 

 

1.    ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ

 

2.    ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ

 

 

                                                                                                                                                                                                  Εναγόμενοι

 

 

Ημερομηνία: 15/01/2025

 

Εμφανίσεις:

 

Για Ενάγουσα: Κύριος Καραμανίδης

 

Για Εναγόμενους: Κύριος Χατζηιωάννου

 

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

(Αίτηση για εξαίρεση Δικαστή)

 

Δόθηκε αυθημερόν

 

 

I.          ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

1.         Η πιο πάνω Αγωγή είναι ορισμένη σήμερα για ακρόαση.

 

2.         Στις 12/12/2023 όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη, η υπόθεση ορίστηκε για Ακρόαση στις 30/10/2024.

 

3.          Στις 30/10/2024 εμφανίστηκε ο κύριος Καραμανίδης ενώπιον του Δικαστηρίου και ζήτησε όπως η υπόθεση οριστεί για Οδηγίες στις 09/12/2024 καθότι εκείνη την ημερομηνία ήταν ορισμένη για Ακρόαση η 71/2020. Όπως είχε αναφέρει ο κύριος Καραμανίδης κατά την πιο πάνω εμφάνιση του, η παρούσα υπόθεση συνδεόταν με την 71/2020.

 

4.         Στις 09/12/2024 όπου η πιο πάνω υπόθεση ορίστηκε για Οδηγίες και ήταν ορισμένη η 71/2020, ο κύριος Καραμανίδης ανέφερε όπως προκύπτει από τα πρακτικά «Επιθυμώ να πάρει τον δρόμο της όπως όλες οι υποθέσεις». Ο αντίδικος του ανέφερε «Παρά το ότι είναι πολύ μικρή η διαφορά, να οριστεί για ακρόαση.».

 

5.         Ενόψει του πιο πάνω γεγονότος, ο κύριος Καραμανίδης ανέφερε ότι θα έχει δύο μάρτυρες και ο κύριος Χατζηιωάννου, ανέφερε ότι θα έχει πέντε μάρτυρες.

 

6.         Το Δικαστήριο, όρισε την υπόθεση για ακρόαση, ενόψει της παλαιότητας της υπόθεσης, για ακρόαση στις 15/01/2025 και ώρα 08:30 π.μ. Εφαρμόζοντας τον σχετικό περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικοί) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2022 (35/2022) ζήτησε όπως τυχόν Γραπτή Δήλωση αποσταλεί τουλάχιστον 10 ημέρες προηγουμένως προς τους Συνηγόρους των Εναγόμενων.

 

Το αίτημα εξαίρεσης και οι εκατέρωθεν θέσεις

 

 

7.         Κατά την ημέρα που ήταν ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση, σήμερα δηλαδή, εμφανίστηκε ο κύριος Καραμανίδης και ανέφερε ότι θα υποβάλει αίτημα εξαίρεσης του Δικαστηρίου και ως εκ τούτου δεν είναι έτοιμος για την ακρόαση της υπόθεσης.

 

8.         Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσια τα όσα συνέβησαν κατά την σημερινή εμφάνιση του Δικαστηρίου και τα όσα αναφέρθηκαν από τους Συνηγόρους.

 

9.         Αρχικά ο κύριος Καραμανίδης ανέφερε ότι υποβάλλει το αίτημα εξαίρεσης:

 

«ώστε να διαφυλαχθεί το καθήκον της τήρησης τόσο της αντικειμενικής όσο και της υποκειμενικής αμεροληψίας, πράγμα το οποίο θα παραβιαστεί με κάθε σεβασμό αν συνεχιστεί η εκδίκαση της υπόθεσης από εσάς».

 

10.      Το αίτημα υποβλήθηκε προφορικά και στηρίζεται στο ότι ο κύριος Καραμανίδης υπέβαλε γραπτή καταγγελία εναντίον του παρόντος Δικαστηρίου στον έντιμο Διοικητικό Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, στον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο και αναφέροντας ότι «ενδεχομένως και στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης». Ο λόγος της καταγγελίας ήταν η απόρριψη της Αγωγής 71/2020 στις 09/12/2024.

 

11.      Όπως επίσης ανέφερε, θα υποβληθεί και Έφεση εναντίον της Απόφασης του Δικαστηρίου να απορρίψει την Αγωγή 71/2020 και θα υποβληθεί και αίτημα διόρθωσης των πρακτικών. 

 

12.      Επιπλέον, ανέφερε ότι υπάρχει ακόμα ένας λόγος για τον οποίο επιθυμεί να ζητήσει την εξαίρεση του παρόντος Δικαστηρίου. Όπως ανέφερε:

 

«Αν γνώριζα τον λόγο αυτό, πριν την εκδίκαση θα ζητούσα και εκεί την εξαίρεση σας. Είναι κάτι που ίσως να μην γνωρίζατε, πιθανόν να μην γνωρίζατε».

 

13.      Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο κύριος Καραμανίδης:

 

«ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εναγόμενης 2, είναι ο επί χρόνια Βουλευτής και μέρος της ηγετικής πυραμίδας για πάρα πολλά χρόνια του Δημοκρατικού Κόμματος, κύριος Άριστος Χρυσοστόμου καθώς και τα υπόλοιπα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθυντές είναι άτομα του στενού οικογενειακού κύκλου του κύριου Χρυσοστόμου, η θυγατέρα του και άλλα μέλη της οικογένειας του, ο γαμπρός του. Ως εκ τούτου συγκρούεται με την κομματική σας ιδιότητα προτού γίνεται Δικαστής»

 

 

 

14.      Ακολούθως ανέφερε:

 

«είναι καθήκον μου για διασφάλιση της αντικειμενικής και υποκειμενικής αμεροληψίας να ζητήσω εκ νέου εξαίρεση σας γι’ αυτό το λόγο για να διαφυλάξουμε και αυτό το καθήκον και όπως είπα και προηγουμένως θα παραβιαστεί αν συνεχίσει η εκδίκαση της υπόθεσης από εσάς». 

 

15.      Επίσης, ο κύριος Καραμανίδης παρέπεμψε και στην Απόφαση του Εφετείου Ε06/2022 όπου όπως σημείωσε εφαρμόζεται στα γεγονότα της παρούσας καθότι εκεί η

 

«προσωπική διαμάχη που είχαν όταν υπηρετούσαν και οι δύο Δικαστές στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, ο κύριος Αμπίζας στο αίτημα του Συναδέλφου παρ’ όλο που παρέθεσε μια σειρά γεγονότων που υποδείκνυαν ότι τα όσα αναφέρθηκαν από τον κύριο Παραπαρίνο δεν υφίσταντο, στην τελική στην κατάληξη της Απόφασης του ότι δεν θα ενέκρινε το αίτημα του Συνηγόρου στην ψευδή και συνεπώς ανύπαρκτη βάση που τέθηκαν κρίνω ότι υπό τα δεδομένα όπως έχουν τροχοδρομηθεί ήταν επιβαλλόμενο να εξαιρεθεί και εξαιρέθηκε. Αντιπαραβάλλοντας με τα δεδομένα στην παρούσα υπόθεση, η ταπεινή και προσωπική μου άποψη είναι ότι οι καταγγελίες έγιναν μόλις πρόσφατα και ακόμα δεν έχουν εξεταστεί. Έχουν δημιουργηθεί αυτά τα δεδομένα και έχουν τροχοδρομηθεί που με όλο το σεβασμό δεν θεωρώ ότι θα υπάρχει αντικειμενική και υποκειμενική αμεροληψία αν συνεχιστεί η εκδίκαση της υπόθεσης από εσάς».

 

16.      Η θέση του Συνηγόρου των Εναγόμενων ήταν ότι όντως προεδρεύει του Διοικητικού Συμβουλίου και επιβεβαίωσε ότι ο κύριος Χρυσοστόμου ήταν μέλος και Βουλευτής στο παρελθόν και όπως ανέφερε:

 

«δεν γνωρίζω την σχέση του Δικαστηρίου με το Δημοκρατικό Κόμμα και ούτε η Εναγόμενη γνωρίζει την σχέση του Έντιμου Δικαστή με το Δημοκρατικό Κόμμα και τι σχέση έχει αυτό με το αίτημα του Συναδέλφου για εξαίρεση, και ούτε θεωρώ ότι η σχέση του κύριου Χρυσοστόμου με το ΔΗΚΟ δεν θεωρώ ότι είναι λόγος εξαίρεσης. Όντως υπάρχουν συγγενικά πρόσωπα του κύριου Χρυσοστόμου στην Κεντρική αλλά τα θεωρώ αβάσιμα για εξαίρεση του Δικαστηρίου. Είναι άδικοι οι ισχυρισμοί αυτοί. Η υπόθεση που ανέφερε ο Συνάδελφος έχει διαφορετικά γεγονότα και παραπέμφθηκε ο κύριος Παρπαρίνος στο Πειθαρχικό Συμβούλιου και γι’ αυτό έγινε η εξαίρεση.» 

 

17.      Στην συνέχεια ο κύριος Καραμανίδης ανέφερε ότι:

 

«είναι με έκπληξη τα όσα ανέφερε ο Συνάδελφος για ένα αίτημα που προφανώς δεν έχει αντιληφθεί τον λόγο που έγινε. Εγώ απλά παρέθεσα κάποια αληθή και αντικειμενικά δεδομένα για την σχέση του κύριου Χρυσοστόμου και του Δικαστηρίου με το συγκεκριμένο Κόμμα. Δεν ανέφερα κάτι παραπάνω και μάλιστα είπα για να διασφαλιστεί το καθήκον τήρησης της αντικειμενικής και υποκειμενικής αμεροληψίας του Δικαστήριού. Ο Συνάδελφος έχει απέναντι του ένα Συνάδελφο που στις 09/12/2024 ήταν στην 08:25 π.μ. στο Δικαστήριο με τον μάρτυρα του και θα μπορούσε να κάνει κάτι που θα έκαναν άλλοι Συνάδελφοι, να πει στο Δικαστήριο και στην απουσία του Συναδέλφου που ήρθε στις 09:40 π.μ. στο Δικαστήριο να ζητήσει να αρχίσει η διαδικασία και να ζητήσει να εκδοθεί απόφαση στην απουσία του κάτι το οποίο θα μπορούσα να κάνω και σήμερα που και πάλι άργησε 15-20 λεπτά ο Συνάδελφος και θα μπορούσα να έχω μάρτυρα standby και να προχωρήσω στην εκδίκαση της υπόθεσης που και πάλι άργησε ο Συνάδελφος. Σε καμία περίπτωση δεν είπα ή υπονόησα οποιαδήποτε προσωπική σχέση του Έντιμου Δικαστηρίου με τον κύριο Χρυσοστόμου για να προσβληθεί ο Συνάδελφος και να αναφέρει όσα ανέφερε για να θεωρήσει ότι δεν είναι βάσιμος λόγος εξαίρεσης του Δικαστηρίου. Ανέφερα κάποια γεγονότα όμως αντικειμενικά και αληθή που απλά διασφαλίζουν το καθήκον της τήρησης τόσο της αντικειμενικής όσο και της υποκειμενικής αμεροληψίας που επιβάλλεται να έχουν τα Δικαστήρια για την ορθή και δίκαιη απονομή της Δικαιοσύνης.»

 

18.      Τέλος ο κύριος Χατζηιωάννου δήλωσε άγνοια για το περιεχόμενο της καταγγελίας που έκανε ο κύριος Καραμανίδης εναντίον του Δικαστηρίου και ανέφερε ότι η απόρριψη της Αγωγής 71/2020 είναι ζήτημα που άπτεται της Διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.

 

II.         ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΗ

 

19.       Εξηγήθηκε στην Πίτσιλλος ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1994) 1 Α.Α.Δ. 268, 274, ότι:

 

«Το κριτήριο για εξαίρεση Δικαστή είναι η δημιουργία δικαιολογημένης εντύπωσης ύπαρξης πραγματικής πιθανότητας προκατάληψης από το Δικαστή στο νου του μέσου εχέφρονα πολίτη, ο οποίος γνωρίζει όλα τα γεγονότα.  Εικασίες και καχυποψίες μόνο δεν είναι αρκετές». Ο πληροφορημένος παρατηρητής γνωρίζει ότι οι Δικαστές επιλαμβάνονται των αιτήσεων για αναστολή εκτέλεσης δικών τους αποφάσεων, ότι μπορούν να εκδώσουν ένα διάταγμα μονομερώς και μετά να το ακυρώσουν και ότι οι αποφάσεις τους επί νομικών θεμάτων δεν τους εμποδίζουν από του να εκδικάσουν άλλη υπόθεση με το ίδιο θέμα ή και στην ίδια υπόθεση σε άλλο στάδιο όπου το ίδιο ζήτημα μπορεί και πάλι να εγείρεται (Razis and Another v. Republic (1983) 3(A) C.L.R. 309, 311 και Αποστολίδου ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (2002) 3 Α.Α.Δ. 80, 84).

 

20.      Στην πολύ πρόσφατη Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κυπριακής Δημοκρατίας ΣΤΕΛΛΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ και ΙΟΥΛΙΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ν. ΧΑΡΗΣ ΣΤΑΥΡΑΚΗΣ, Αίτηση Αρ. 5/2020, ημερομηνίας 10/12/2024, ο Έντιμος Κύριος ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ. ανέφερε τα εξής:

 

« Σε σχέση με την αναφερόμενη καταγγελία της Δικαστού στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, η θέση του Αιτητή ότι δεν επέτρεπε πλέον την αντικειμενική αντιμετώπιση του Αιτητή από τη Δικαστή και η Δικαστής έπρεπε να ευαισθητοποιηθεί και εξαιρεθεί, στην έκταση που το γεγονός τίθεται ενώπιον μας ως λόγος για να διατάξουμε την εξαίρεση της, κατηγορηματικά διακηρύττουμε ότι η καταγγελία Δικαστή στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο δεν συνιστά, χωρίς άλλο, λόγο για την εξαίρεση του.  Διαφορετικά θα ήταν ό,τι πιο εύκολο για ένα διάδικο ή δικηγόρο να επιτυγχάνει την εξαίρεση του φυσικού δικαστή της υπόθεσης του, δημιουργώντας μια κατάσταση, κατά τον ίδιο, αντιπαράθεσης με το δικαστή.

                                                                                

Αφορμής δε δοθείσης θα πρέπει να εκφράσουμε τη λύπη μας για τον τρόπο με τον οποίο σχολιάστηκε ενώπιον της Δικαστού η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου.  Είχε αναφέρει ο Αιτητής ότι: «Παρά ταύτα, της καταγγελίας αυτής δεν επελήφθη το Συμβούλιο, με το σκεπτικό ότι η πλήρως τεκμηριωμένη αυτή καταγγελία, ήταν σε εισαγωγικά γενικόλογη.  Δεν θα επεκταθώ επί της παραδοξότητας αυτής».  Ούτε εμείς χρειάζεται να επεκταθούμε περισσότερο.

 

Έγινε, τέλος, επίκληση της ευαισθησίας την οποία θα έπρεπε, κατά τον Αιτητή να επιδείξει η Δικαστής και να εξαιρεθεί, όπως έγινε σε συγκεκριμένη υπόθεση πρόσφατα ενώπιον του Εφετείου και της υποδείχθηκε(American University of Cyprus (AUCYLtd κ.ά. vSCFB Ltd, Πολ. Έφ. Αρ.Ε6/2022, ημερ.17.10.2024).  Και να εφαρμόσουμε στην παρούσα το μέτρο ευαισθησίας στην αντικειμενική του διάσταση ως έρεισμα για να διατάξουμε την εξαίρεση της. 

 

Δεν απαιτείται να αναφερθούμε στην προαναφερθείσα απόφαση.  Αρκεί να υποδειχθεί ότι η κάθε περίπτωση κρίνεται με τα δικά της περιστατικά.  Δεν διαπιστώνουμε ότι στις περιστάσεις της παρούσας, ένας δικαστής στη θέση της Δικαστού θα πρέπει να θεωρηθεί ότι θα έπρεπε να «ευαισθητοποιηθεί» ώστε να εξαιρεθεί από την υπόθεση.   

 

Στη Μιχαηλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. Αρ.125/2017 και άλλες, ημερ.26.4.2018, αναφέρθηκε ότι η εγρήγορση για διασφάλιση των δικαιωμάτων ενός διαδίκου και η αδιαμφισβήτητη ανάγκη για διαφάνεια στην απονομή της δικαιοσύνης δεν είναι επιτρεπτό να οδηγήσουν το δικαστή σε αβασάνιστη ή, εν πάση περιπτώσει, αδικαιολόγητη παραίτηση από το καθήκον του να εκδικάσει την υπόθεση που του αναλόγισε και σε αναγνώριση δικαιώματος ενός διαδίκου να επιλέγει το δικαστή που θα τον δικάσει, κάτι που χαρακτηρίστηκε ως συνέπεια ολέθρια για το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης.»

 

21.      Οι αρχές που διέπουν το ζήτημα εξαίρεσης των δικαστών είναι νομολογιακά δοσμένες και καλά εμπεδωμένες. Η  αμεροληψία του δικαστή συνιστά ένα από τα θεμελιώδη και βασικά εχέγγυα της δίκαιης δίκης και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης και  κατοχυρώνεται τόσο από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου όσο και από το Σύνταγμα. Ο  δικαστής δεν πρέπει μόνο να είναι αλλά και να φαίνεται ότι είναι αμερόληπτος (Τυμπιώτης v Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ 612) Μιχαηλίδη κ.ά. ν. Δημοκρατίας ποιν. εφέσεις 125/17 κ.ά., ημερομηνίας 26.4.2018 )DE.T. Domiki Investment  Ltd v.  Iron  Mountain Cyprus Ltd κ.α., Αίτηση Αρ. 1/2024, ημερ. 18.01.2024) Αυτοκέφαλος Αγιωτάτη Ορθόδοξος και Αποστολική Εκκλησία της Κύπρου ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 1) (1990) 3 Α.Α.Δ. 54).

 

22.      Η  αμεροληψία δεν συναρτάται μόνο με υποκειμενικά, αλλά και με αντικειμενικά κριτήρια (Πίτσιλλος ν. Δημοκρατίας κ.α. (1989) 1Ε Α.Α.Δ. 691). Στην υπόθεση  Saraiva de  Carvalho v. Portugal  (Application no.15651/89 judgment of 22 April 1994) λέχθηκε ότι η διαπίστωση της αμεροληψίας υπόκειται σε ένα υποκειμενικό έλεγχο στη βάση της προσωπικής πεποίθησης του εκδικάζοντος Δικαστή και σε ένα αντικειμενικό έλεγχο που έγκειται στην παροχή επαρκών εγγυήσεων για τον αποκλεισμό οποιασδήποτε νόμιμης αμφιβολίας ως προς τούτο.

 

23.      Στην Adidas v Krashias Shoe Factory( 1990 1 A.A.Δ 873) επαναλήφθηκε η αρχή ότι όταν η εξαίρεση δικαστή επιδιώκεται αποκλειστικά για λόγους αντικειμενικής αμεροληψίας η αντίδραση του λογικού και δικαιόφρονα πολίτη, ενημερωμένου ως προς τα γεγονότα, αποτελεί κατά κανόνα ασφαλές κριτήριο για τη διαπίστωση ύπαρξης προκατάληψης (bias).

 

24.      Το κριτήριο είναι αντικειμενικό. Το ζήτημα επεξηγήθηκε με σαφήνεια στην  Πίτσιλλος v. Δημοκρατίας (1994) 1Α.Α.Δ. 268) όπου υπομνήσθηκε ότι το κριτήριο για εξαίρεση Δικαστή «είναι η δημιουργία δικαιολογημένης εντύπωσης ύπαρξης πραγματικής πιθανότητας προκατάληψης από το  Δικαστή στο νου του μέσου εχέφρονα πολίτη, ο οποίος γνωρίζει όλα τα γεγονότα. Εικασίες και καχυποψίες μόνο, δεν είναι αρκετές.»

 

25.      Ο ορισμός του μέσου εχέφρονα πολίτη ή αλλιώς αντικειμενικού παρατηρητή επεξηγήθηκε στην υπόθεση Typye v. Αστυνομίας (2008) 2Α.Α.Δ. 279:

 

«Ο αντικειμενικός παρατηρητής δεν είναι ασφαλώς ο τυχαίος απληροφόρητος άνθρωπος που θα μπορούσε να σχηματίσει μια βεβιασμένη εντύπωση παρασυρόμενος από την υποκειμενική του μονομερή και αποσπασματική αντίληψη, αλλά εκείνος ο οποίος, με ολοκληρωμένη πληροφόρηση και κατανόηση του τρόπου λειτουργίας των διαδικασιών στα πλαίσιά τους, μπορεί έτσι να καταλήξει σε μια αντάξια της αντικειμενικότητας του άποψη ως προς το ζητούμενο.»

 

26.      Με αναφορά και πάλι στον ορισμό του δίκαιου σκεπτόμενου και πληροφορημένου παρατηρητή το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Pal v. Δημοκρατίας (2010)2 ΑΑΔ 551 υπόμνησε και τα ακόλουθα:

 

«Το κριτήριο επανατοποθετήθηκε και σχετικά πρόσφατα στην υπόθεση Helow (AP) v. Secretary of State and Another [2008] UKHL 62, όπου η Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων έδωσε τον ορισμό του δίκαιου σκεπτόμενου και πληροφορημένου παρατηρητή. Λέχθηκε ότι αυτό το άτομο δεν λαμβάνει βεβιασμένες αποφάσεις, αλλά επιφυλάσσει την απόφαση  του σε κάθε σημείο μέχρι να είναι πλήρως ενήμερο των γεγονότων και να έχει σφαιρική αντίληψη των εκατέρωθεν επιχειρημάτων. Ταυτόχρονα δεν είναι υπέρμετρα ευαίσθητο ή καχύποπτο, δύναται να αποστασιοποιηθεί από την ενώπιον του υπόθεση, είναι δε και επαρκώς πληροφορημένο. Η ουσία παραμένει ότι η θεώρηση εκ μέρους  του παραπονούμενου ατόμου ως προς την ύπαρξη φαινομενικής προκατάληψης, θα πρέπει στο τέλος της ημέρας να είναι δυνατόν να αιτιολογηθεί κατά αντικειμενικό τρόπο.»

 

27.      Αποτελεί επίσης πάγια νομολογιακή αρχή ότι ο Δικαστής δεν επιτρέπεται να οδηγείται σε αβασάνιστη ή εν πάση περιπτώσει, αδικαιολόγητη παραίτηση από το καθήκον του να εκδικάσει την υπόθεση που του αναλόγισε και σε αναγνώριση δικαιώματος ενός διαδίκου να επιλέγει το  Δικαστή που θα τον δικάσει, κάτι που χαρακτηρίστηκε ως συνέπεια ολέθρια για το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης (Μιχαηλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. Αρ.125/2017 και άλλες, ημερ.26.4.2018 (Αναφορικά με την Αίτηση του Καντούνα και της Καντούνα για άδεια για καταχώρηση Αίτησης για την Έκδοση Εντάλματος Certiorari, Πολιτική Έφεση Αρ. 363/20, ημερομηνίας 15/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:A396, ECLI:CY:AD:2021:A396).

 

28.      Ούτε και βεβαίως η ευαισθησία του Δικαστή, δύναται να αποτελέσει κριτήριο στη διαπίστωση κωλύματος, παρά μόνο η ορθή εκτίμηση του δικαστικού καθήκοντος και ό,τι αυτό επιβάλλει (Δέσπω Αποστολίδου ν. Δημοκρατία 2002 3.A.A.D 80) ( Makrides v. Republic (1984) 2 C.L.R 304) βλ. Οδηγό Δικαστικής Συμπεριφοράς Μέρος Δ (1) παράγραφος 8).

 

29.      Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει εκδώσει προς τούτο και σχετικό Οδηγό Δικαστικής Συμπεριφοράς, το περιεχόμενο του οποίου βρίσκεται αναρτημένο στην ιστοσελίδα του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως αναφέρεται στον εν λόγω Οδηγό «Από την έννοια της φιλίας διακρίνεται η έννοια της γνωριμίας». Υπάρχει και σχετική ενότητα που φέρει τον τίτλο «Πολιτική Δραστηριότητα».

 

30.      Όπως δε λέχθηκε στην Δημοκρατία ν  Αυγουστή κ.ά. (Ε.Δ.Δ. 177/2018 κ.α., ημερ. 10.4.2020) αυτοεξαίρεση Δικαστή για μη σοβαρό λόγο, ο οποίος δεν συνιστά έγκυρο λόγο εξαίρεσης, μπορεί να θεωρηθεί ως παράλειψη του Δικαστή να εκτελέσει το Δικαστικό του καθήκον και ως μη επιτρεπτή παρέμβαση των διαδίκων στην επιλογή του Δικαστή της υπόθεσης τους, κατά παράβαση του κανόνα για απρόσωπο τρόπο απονομής της δικαιοσύνης.

 

31.      Ο εκάστοτε Αιτητής θα πρέπει να διασυνδέσει το αίτημα του «από ικανά στοιχεία και μαρτυρία» (Σπύρου ν. Ξενή, Ποινική Έφεση αρ. 223/14, ημερ. 19.7.201, Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Κύπρου v. Βουλής (Αρ.2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 69 και Αναφορικά με την Αίτηση του Ανδρέα Συμεού (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 974)

 

 

 

III.       ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΙΚΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

 

 

32.      Ο Κύριος Καραμανίδης διασύνδεσε το αίτημα εξαίρεσης του εναντίον του Δικαστηρίου με δύο βάσεις.

 

33.      Η πρώτη σχετίζεται με την απόρριψη της Αγωγής 71/2020 και την καταγγελία του ενώπιον του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, του Διοικητικού Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού και «ενδεχομένως στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας».

 

34.      Καταρχάς το Δικαστήριο σημειώνει ότι παρά τα όσα ανέφερε ο κύριος Καραμανίδης σε σχέση με τις καταγγελίες που έχει υποβάλει σε διάφορα θεσμικά όργανα, η σχετική καταγγελία και το περιεχόμενο της δεν είναι σε γνώση του Δικαστηρίου. Συνεπώς το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους ο κύριος Καραμανίδης επέλεξε να προβεί σε καταγγελία εναντίον του παρόντος Δικαστηρίου και ούτε κατά την υποβολή του επίδικου αιτήματος δεν κοινοποίησε την επιστολή αυτή και το περιεχόμενο της ο κύριος Καραμανίδης στο Δικαστήριο. Εξ’ όσων γίνεται όμως αντιληπτό η καταγγελία διασυνδέεται με την απόρριψη της Αγωγής 71/2020.

 

35.      Σε σχέση με την απόρριψη της Αγωγής 71/2020 σημειώνεται ότι αφορά μια διακριτή από την παρούσα διαδικασία και το Δικαστήριο απέρριψε την σχετική Αγωγή για τους λόγους που αναφέρονται στο πρακτικό που ετοιμάστηκε στις 09/12/2024.

 

36.      Δεν θεωρώ σκόπιμο να υπεισέλθω στα περιστατικά της πιο πάνω Αγωγής και να παραθέσω αυτούσια τα πρακτικά. Αυτό το οποίο παραμένει επίδικο επί της ουσίας στην παρούσα αίτηση σε συνάρτηση με τα όσα προβάλλει ο κύριος Καραμανίδης είναι το κατά πόσο η καταγγελία που έγινε εναντίον του παρόντος Δικαστηρίου αποτελεί λόγο εξαίρεσης.

 

37.      Όπως σημειώθηκε στην ΣΤΕΛΛΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ και ΙΟΥΛΙΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ν. ΧΑΡΗΣ ΣΤΑΥΡΑΚΗΣ, Αίτηση Αρ. 5/2020, ημερομηνίας 10/12/2024  η οποία παρατέθηκε πιο πάνω:

 

«Η διαπίστωση της ύπαρξης σφαλμάτων σε μια πρωτόδικη διαδικασία είναι έργο του Εφετείου, στο πλαίσιο έφεσης που μπορεί να υποβληθεί, και θετικές ενδείξεις κακοπιστίας πρέπει να τεκμηριώνονται προτού ένα ή και περισσότερα, κατ' ισχυρισμό, σφάλματα του εκδικάζοντος δικαστηρίου να μπορεί να αναχθούν σε μεροληψία υπέρ ενός διαδίκου ή του δικηγόρου του.».

 

38.      Στην βάση των πιο πάνω, από την στιγμή που το παρόν Δικαστήριο στο πλαίσιο εκείνης της Αγωγής απέρριψε την Αγωγή, αποτελεί πλέον έργο του Εφετείου να αποφασίσει την ορθότητα ή μη της Απόφασης του Δικαστηρίου. Η απόρριψη μιας άλλης Αγωγής δεν συνιστά στην βάση των όσων έχουν λεπτομερώς τεθεί πιο πάνω λόγο εξαίρεσης ενός Δικαστή. Δεν διαπιστώνεται ότι η απόρριψη της Αγωγής 71/2020 και η σχετική καταγγελία που υπέβαλε ο κύριος Καραμανίδης δημιουργεί στον αντικειμενικό παρατηρητή, ο οποίος έχει ολοκληρωμένη πληροφόρηση και κατανόηση του τρόπου λειτουργίας των διαδικασιών ότι το Δικαστήριο δεν θα είναι αντικειμενικό και αμερόληπτο στην εκδίκαση της παρούσας διαφοράς.

 

39.      Η  υποβολή καταγγελίας εναντίον του παρόντος Δικαστηρίου στα θεσμικά όργανα που ανέφερε ο κύριος Καραμανίδης δεν δημιουργούν λόγο εξαίρεσης σύμφωνα και την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην ΣΤΕΛΛΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ (ανωτέρω). Όπως έχω ήδη αναφέρει δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω το περιεχόμενο της καταγγελίας αλλά ούτε και τους λόγους για τους οποίους ο κύριος Καραμανίδης επέλεξε να προχωρήσει με καταγγελία, κάτι το οποίο είναι σαφέστατα δικαίωμα του, το οποίο σέβομαι απόλυτα.

 

40.      Στην βάση των πιο πάνω δεν έχουν παρατεθεί στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου τέτοια που να δικαιολογούν την εξαίρεση του Δικαστηρίου σε σχέση με τον λόγο ότι υποβλήθηκε καταγγελία εναντίον του Δικαστηρίου, η οποία σχετίζεται, εξ’ όσων έχω αντιληφθεί, με την απόρριψη της Αγωγής 71/2020.

 

41.      Σε δεύτερο επίπεδο, ο κύριος Καραμανίδης διασύνδεσε την πολιτική ιδιότητα του κύριου Χρυσοστόμου, Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της Εναγόμενης 2 ως τέως Βουλευτής του Δημοκρατικού Κόμματος με την «κομματική ιδιότητα του Δικαστηρίου πριν διοριστεί Δικαστής».

 

42.      Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω εκ νέου τα όσα ανέφερε ο κύριος Καραμανίδης:

 

«είναι με έκπληξη τα όσα ανέφερε ο Συνάδελφος για ένα αίτημα που προφανώς δεν έχει αντιληφθεί τον λόγο που έγινε. Εγώ απλά παρέθεσα κάποια αληθή και αντικειμενικά δεδομένα για την σχέση του κύριου Χρυσοστόμου και του Δικαστηρίου με το συγκεκριμένο Κόμμα. Δεν ανέφερα κάτι παραπάνω και μάλιστα είπα για να διασφαλιστεί το καθήκον τήρησης της αντικειμενικής και υποκειμενικής αμεροληψίας του Δικαστήριού. Ο Συνάδελφος έχει απέναντι του ένα Συνάδελφο που στις 09/12/2024 ήταν στην 08:25 π.μ. στο Δικαστήριο με τον μάρτυρα του και θα μπορούσε να κάνει κάτι που θα έκαναν άλλοι Συνάδελφοι, να πει στο Δικαστήριο και στην απουσία του Συναδέλφου που ήρθε στις 09:40 π.μ. στο Δικαστήριο να ζητήσει να αρχίσει η διαδικασία και να ζητήσει να εκδοθεί απόφαση στην απουσία του κάτι το οποίο θα μπορούσα να κάνω και σήμερα που και πάλι άργησε 15-20 λεπτά ο Συνάδελφος και θα μπορούσα να έχω μάρτυρα standby και να προχωρήσω στην εκδίκαση της υπόθεσης που και πάλι άργησε ο Συνάδελφος. Σε καμία περίπτωση δεν είπα ή υπονόησα οποιαδήποτε προσωπική σχέση του Έντιμου Δικαστηρίου με τον κύριο Χρυσοστόμου για να προσβληθεί ο Συνάδελφος και να αναφέρει όσα ανέφερε για να θεωρήσει ότι δεν είναι βάσιμος λόγος εξαίρεσης του Δικαστηρίου. Ανέφερα κάποια γεγονότα όμως αντικειμενικά και αληθή που απλά διασφαλίζουν το καθήκον της τήρησης τόσο της αντικειμενικής όσο και της υποκειμενικής αμεροληψίας που επιβάλλεται να έχουν τα Δικαστήρια για την ορθή και δίκαιη απονομή της Δικαιοσύνης

 

(ο τονισμός είναι του Δικαστηρίου)

 

43.      Αναφορικά με την «κομματική ιδιότητα του Δικαστηρίου πριν διοριστεί» στην οποία έκανε αναφορά ο κύριος Καραμανίδης, την οποία διασύνδεσε με την κομματική ιδιότητα του κύριου Χρυσοστόμου, σημειώνω ότι δεν παρουσιάστηκε κανένα συγκεκριμένο στοιχείο από το οποίο να προκύπτει το οτιδήποτε μεμπτό. Εξάλλου ο κύριος Καραμανίδης αναφέρει ότι δεν ισχυρίζεται οποιαδήποτε προσωπική σχέση μεταξύ μου και του κύριου Χρυσοστόμου. Ούτε η, με κάθε σεβασμό, αόριστη διασύνδεση την οποία επιχείρησε να κάνει είναι αρκετή για να οδηγήσουν σε εξαίρεση μου από την εκδίκαση της υπόθεσης. Θα αναμενόταν από τον κύριο Καραμανίδη να τεκμηριώσει συγκεκριμένα την θέση του, παρουσιάζονται συγκεκριμένα τεκμήρια και την διασύνδεση που έκανε καταδεικνύοντας τον τρόπο που η οποιαδήποτε κομματική ή πολιτική ιδιότητα του κύριου Χρυσοστόμου διασυνδέεται με το Δικαστήριο ή έστω είναι σε θέση να κλονίσει την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία του Δικαστηρίου στην εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης. 

 

44.      Για αποφυγή οποιασδήποτε σκιάς όμως, αισθάνομαι καθήκον μου να σημειώσω, ότι δεν γνωρίζω τον κύριο Χρυσοστόμου είτε προσωπικά, αλλά ούτε θυμάμαι να τον έχω γνωρίσει ή να τον έχω συναντήσει στο πρόσφατο παρελθόν. Επίσης δεν γνώριζα την ιδιότητα του είτε ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εναγόμενης 2, είτε της εμπλοκής της οικογένειας του στο εν λόγω Διοικητικό Συμβούλιο. Όπως επίσης, δεν γνώριζα ούτε το πολιτικό παρελθόν του κύριου Χρυσοστόμου και συγκεκριμένα κατά πόσο αυτός ήταν ή είναι είτε μέλος του οποιουδήποτε πολιτικού κόμματος, είτε ηγετικό στέλεχος είτε οτιδήποτε άλλο. Ως εκ τούτου είναι με έκπληξη που άκουσα τα όσα ανέφερε σήμερα ο κύριος Καραμανίδης.

 

45.      Επιθυμώ, ίσως εκ του περισσού, να σημειώσω ότι δεν διατηρώ καμία κομματική ή πολιτική ιδιότητα. Η όποια πολιτική εμπλοκή, στην οποία κάνει αναφορά ο κύριος Καραμανίδης εξαντλήθηκε εδώ και μια σχεδόν δεκαετία, διάστημα το οποίο είναι θεωρώ επαρκές για να εξαλείψει την οποιαδήποτε αμφιβολία για την αμεροληψία του Δικαστηρίου στον αντικειμενικό παρατηρητή, ο οποίος  δεν είναι ασφαλώς ο τυχαίος απληροφόρητος άνθρωπος που θα μπορούσε να σχηματίσει μια βεβιασμένη εντύπωση παρασυρόμενος από την υποκειμενική του μονομερή και αποσπασματική αντίληψη, αλλά εκείνος ο οποίος, με ολοκληρωμένη πληροφόρηση και κατανόηση του τρόπου λειτουργίας των διαδικασιών στα πλαίσιά τους, μπορεί έτσι να καταλήξει σε μια αντάξια της αντικειμενικότητας του άποψη ως προς το ζητούμενο.

46.      Στη βάση των όσων έχουν παρατεθεί πιο πάνω, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός ο λόγος εξαίρεσης στη βάση της προηγούμενης «κομματικής ιδιότητας του Δικαστηρίου». Αν ο κύριος Καραμανίδης, είχε οποιαδήποτε επιπλέον στοιχεία που να καταδείκνυαν ότι υπάρχει βάσιμος λόγος εξαίρεσης θα έπρεπε να τα είχε προσκομίσει, καταδεικνύοντας ότι το Δικαστήριο δεν θα είναι αμερόληπτο και αντικειμενικό κατά την εκδίκαση της παρούσας  διαφοράς.

 

47.      Τυχόν αποδοχή της θέσης του κύριου Καραμανίδη, θα αποτελούσε πιστεύω  αδικαιολόγητη παραίτηση μου από το καθήκον μου να εκδικάσω την υπόθεση που μου αναλόγισε και θα αναγνώριζα δικαίωμα στην Ενάγουσα να επιλέγει το  Δικαστή που θα τον δικάσει, κάτι που θα ήταν ολέθριο για το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης.

 

48.      Θα πρέπει επίσης να γίνει διάκριση από την Απόφαση που έκανε αναφορά ο κύριος Καραμανίδης. Τα γεγονότα της υπόθεσης AMERICAN UNIVERSITY OF CYPRUS (AUCY) LTD (ανωτέρω) διακρίνονται από την παρούσα υπόθεση. Άλλωστε όπως εκεί σημειώθηκε «Κατά συνέπεια, παρόλο που δεν θα ενέκρινα το αίτημα του συνηγόρου των εφεσιβλήτων και των ιδίων των εφεσιβλήτων, στην ψευδή, και συνεπώς, ανύπαρκτη βάση που τέθηκε, κρίνω ότι, υπό τα δεδομένα, ως έχουν τροχιοδρομηθεί, επιβάλλεται να αυτοεξαιρεθώ από τη σύνθεση που θα εκδικάσει την έφεση. Ανάλογη είναι η απόφαση μου.» Εκεί επρόκειτο για μια υπόθεση με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία δεν υφίστανται στην παρούσα.

 

49.      Στην βάση των πιο πάνω, το αίτημα εξαίρεσης απορρίπτεται.

                                                           

 

 

                                                                                    (Υπ.)…………………………………………..

                                                                                                      Χ. Στρόππος, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο