
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
Ενώπιον: Κ. Κωνσταντίνου, Π.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 1470/2023
Μεταξύ:
M.K. OPTION ESTATES LTD
Εναγόντων
και
ANTONIS ASKANIS LIMITED
Εναγόμενων
------------------------------
Αίτηση, ημερομηνίας 18/2/2025 για άδεια καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 20/3/2025
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για ενάγοντες - αιτητές: Στέλιος Αμερικάνος & Σια Δ.Ε.Π.Ε.
Για εναγόμενους - καθ’ ων η αίτηση: Kannava & Askanis LLC
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Οι ενάγοντες που είναι κτηματομεσίτες, με την αγωγή τους αξιώνουν εναντίον των εναγόμενων το ποσό των €700.000, το οποίο, όπως είναι η θέση τους, αντιστοιχεί στο 5% της τιμής πώλησης συγκεκριμένου έργου «…ως συμφωνηθείσα αμοιβή για τη μεσολάβηση και/ή δυνάμει μεσολάβησης και/ή ως εύλογη αμοιβή για παρασχεθείσες υπηρεσίες και/ή για την επίτευξη συμφωνίας πώλησης … και/ή για την εκτέλεση κτηματομεσιτείας και/ή δυνάμει των προνοιών του άρθρου 20 του περί Κτηματομεσιτών Νόμου του 2010 και/ή άλλως πως.»
Οι εναγόμενοι καταχώρησαν υπεράσπιση με την οποία αρνούνται την παραπάνω αξίωση των εναγόντων και ζητούν απόρριψη της αγωγής, με έξοδα σε βάρος τους.
Τα δικόγραφα συμπληρώθηκαν στις 24/10/2023 και οι ενάγοντες, στις 25/10/2023 εξέδωσαν την προβλεπόμενη στη Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, κλήση οδηγιών. Το Δικαστήριο που επιλήφθηκε της αίτησης εξέδωσε οδηγίες για ένορκη αποκάλυψη και ανταλλαγή εγγράφων. Οι ενάγοντες καταχώρησαν τη σχετική ένορκη δήλωση, στις 18/10/2024 και οι εναγόμενοι, στις 18/9/2024.
Οι ενάγοντες, στις 22/10/2024 καταχώρησαν αίτηση τροποποίησης των παραγράφων 7 και 11 της έκθεσης απαίτησης. Της παραγράφου 7, με την προσθήκη στην 6η γραμμή, μετά τη φράση «καινούριων πιθανών αγοραστών» της φράσης «τους οποίους εντόπισε και/ή βρήκε η Ενάγουσα με τη συνδρομή και/ή βοήθεια συνεργατών της και συγκεκριμένα της εταιρείας ICY Real Estate Ltd, που είναι επίσης κτηματομεσιτική εταιρεία και με την οποία η ενάγουσα διατηρεί σχετική συμφωνία συνεργασίας («Collaboration Agreement»).». και της παραγράφου 11, με την προσθήκη, μετά τη φράση «κατόπιν μεσολάβησης της ίδιας» της φράσης «και/ή των συνεργατών της και/ή εκπροσώπων της εταιρείας ICY Real Estate Ltd».
Σε περίπτωση αποδοχής των αιτούμενων τροποποιήσεων, με τις παραπάνω προσθήκες, οι δυο αυτές παράγραφοι διαμορφώνονται ως ακολούθως:
Παράγραφος 7:
«Η πώληση του έργου δεν ολοκληρώθηκε με τους αγοραστές που είχε εγγράψει η Ενάγουσα κατά τον Σεπτέμβρη 2021 και ένα και πλέον έτος μετά η Ενάγουσα δια των εκπροσώπων και/ή συνεργατών της προέβη στην εγγραφή και παρουσίαση προς την Εναγόμενη, καινούργιων πιθανών αγοραστών. Συγκεκριμένα κατά ή περί τις 24 Νοεμβρίου 2022 η Ενάγουσα απέστειλε σχετικά emails στην Εναγόμενη, ζητώντας της να επιβεβαιώσει την εγγραφή τριών πιθανών αγοραστών τους οποίους εντόπισε και/ή βρήκε η Ενάγουσα με τη συνδρομή και/ή βοήθεια συνεργατών της και συγκεκριμένα της εταιρείας ICY Real Estate Ltd, που είναι επίσης κτηματομεσιτική εταιρεία και με την οποία η ενάγουσα διατηρεί σχετική συμφωνία συνεργασίας («Collaboration Agreement») του The Gallery, σημειώνοντας ότι η αμοιβή της θα ανερχόταν στο 5% της τιμής κλεισίματος πλέον τον ΦΠΑ ως επίσης και επιπρόσθετο 5% σε περίπτωση που η Εναγόμενη θα προχωρούσε και στην ανέγερση του έργου εκ μέρους του αγοραστή. Ως πιθανούς αγοραστές η Ενάγουσα ενέγραψε τις εταιρείες Island Oil Holdings Ltd και Olvia Investments Limited ως επίσης και τον ιδιοκτήτη αυτών, τον κ. Χρυσόστομο Παπαβασιλείου. Με το ίδιο email η Ενάγουσα ζητούσε όπως τις σταλούν και αντίγραφα των τίτλων ιδιοκτησίας των οικοπέδων.»
Παράγραφος 11:
«Είναι ισχυρισμός της Ενάγουσας ότι οι όποιες συναντήσεις και/ή συζητήσεις και/ή διαπραγματεύσεις έγιναν μεταξύ της Εναγόμενης και των αγοραστών που είχε εγγράψει μαζί της η Ενάγουσα έγιναν μόνο κατόπιν μεσολάβησης της ιδίας και/ή των συνεργατών της και/ή εκπροσώπων της εταιρείας ICY Real Estate Ltd και/ή κατέστησαν εφικτές μέσω των προσπαθειών της Ενάγουσας και/ή των υπηρεσιών που προσέφερε.»
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη η δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων των εναγόντων, Γεωργία Γεωργιάδου, η οποία σ’ αυτή, μεταξύ άλλων αναφέρει τα εξής:
Κατά τη ετοιμασία της ένορκης δήλωσης αποκάλυψης εγγράφων έγινε αντιληπτό από το δικηγόρο που χειρίζεται την υπόθεση ότι θα ήταν προς το συμφέρον της υπόθεσης, να διευκρινιστεί η σχέση των εναγόντων με την εταιρεία ICY Properties Ltd, η οποία, λόγω της συμφωνίας συνεργασίας που έχει με τους ενάγοντες παρουσιάζεται σε ορισμένα έγγραφα. Αυτό που επιχειρείται να εισαχθεί δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια διευκρίνιση, απαραίτητη, απλώς και μόνο για να απαλειφθεί κάθε ενδεχόμενο σύγχυσης κατά την εκδίκαση της υπόθεσης και κατά την παρουσίαση της μαρτυρίας από τους ενάγοντες. Η αίτηση καταχωρείται μόνο για τη διόρθωση μιας μικρής παράλειψης ή ασάφειας ή καλόπιστου λάθους στη σύνταξη της δικογραφίας και σε καμιά περίπτωση επιδιώκεται η προσθήκη ισχυρισμών σε έκταση που επηρεάζεται η βάση της αγωγής και η ουσία της υπόθεσης.
Οι εναγόμενοι καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση. Υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη διευθύντριά τους, Χριστίνα Ασκάνη, η οποία - για ό,τι μας ενδιαφέρει - αναφέρει τα εξής:
Η συμφωνία συνεργασίας κατασκευάστηκε πρόσφατα και μετά την αποκάλυψη εγγράφων των εναγόμενων με σκοπό οι ενάγοντες να παραπλανήσουν το Δικαστήριο να δεχθεί την αίτησή τους (παρ. 13). Τα όσα επιδιώκονται να προστεθούν και/ή τροποποιηθούν με την αίτηση βασίζονται σε έγγραφο το οποίο κατασκευάστηκε μετά την ένορκη αποκάλυψη των εναγόμενων.
Οι παραπάνω ισχυρισμοί της διευθύντριας των εναγόμενων αποτέλεσαν το έναυσμα καταχώρησης της υπό κρίση αίτησης από τους ενάγοντες, με την οποία ζητούν άδεια που να τους επιτρέπει να καταχωρήσουν συμπληρωματική ένορκη δήλωση.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη και πάλιν η κα Γεωργιάδου και σ’ αυτή επισυνάπτει ως τεκμήριο και την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, στην οποία, σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης, θα προβεί και πάλιν η ίδια.
Όπως αναφέρει η κυρία Γεωργιάδου στην υποστηρικτική της αίτησης, ένορκη δήλωσή της, οι εναγόμενοι, με τους παραπάνω ισχυρισμούς τους, στην ουσία προβάλλουν ένα ισχυρισμό περί γνησιότητας ενός εγγράφου, ο οποίος, αν δεν απαντηθεί θα μείνει αναντίλεκτος, με πιθανές συνέπειες εναντίον των εναγόντων στα πλαίσια της αίτησης τροποποίησης. Με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, σκοπός των εναγόντων είναι να αντικρούσουν τον εν λόγω ισχυρισμό των εναγόμενων «περί κατασκευασμένου εγγράφου».
Αντιλαμβάνεται ότι το παρόν Δικαστήριο δεν πρόκειται να εκδικάσει ούτε στα πλαίσια της παρούσας αίτησης μα ούτε και στα πλαίσια της αίτησης τροποποίησης, ισχυρισμό περί γνησιότητας κάποιου εγγράφου το οποίο αφορά ζήτημα που θα εξεταστεί στα πλαίσια της ουσίας της διαφοράς. Είναι όμως σημαντικό και αποτελεί καλό λόγο να επιτραπεί η καταχώρηση της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, διότι, ο ισχυρισμός περί κατασκευασμένου εγγράφου δεν μπορεί να μείνει αναντίλεκτος, διότι, βάσει του εν λόγω ισχυρισμού, οι εναγόμενοι προσπαθούν να πείσουν το Δικαστήριο στα πλαίσια της αίτησης τροποποίησης ότι αυτή δεν ανάγεται σε καλόπιστο λάθος. Εν ολίγοις, με την καταχώρηση της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, το Δικαστήριο θα έχει πλέον και τη θέση των εναγόντων, σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό των εναγόμενων περί «κατασκευασμένου εγγράφου», ισχυρισμός που εν πάση περιπτώσει δεν ήταν αναμενόμενος και ούτε μπορούσε να προβλεφθεί από τους ενάγοντες.
Οι εναγόμενοι καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση. Αποτελείται από 6 λόγους και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη και πάλιν η διευθύντριά τους, Χριστίνα Ασκάνη.
Κατά την ακρόαση της αίτησης, οι ευπαίδευτοι δικηγόροι και των δυο μερών υπόβαλαν γραπτή αγόρευση.
Δεν προτίθεμαι να επαναλάβω το περιεχόμενο της μαρτυρίας και το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των εκατέρωθεν αγορεύσεων. Στη συνέχεια και στο βαθμό που κριθεί αναγκαίο, θα διαφανεί - με αναφορά, τόσο στη μαρτυρία όσο και στις γραπτές αγορεύσεις - ποιες από τις θέσεις κάθε πλευράς αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.
Με τον 1ο λόγο ένστασης υποβάλλεται ότι η ενόρκως δηλούσα δεν είναι το κατάλληλο πρόσωπο για να προβεί στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση και να ορκιστεί στην προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση.
Συναφώς με αυτό το λόγο, η διευθύντρια των εναγόμενων, στην ένορκη δήλωσή της αναφέρει τα εξής:
Η ενόρκως δηλούσα δε νομιμοποιείται να ορκιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου και δεν είναι το κατάλληλο πρόσωπο για να γνωρίζει κατά πόσο η συμφωνία συνεργασίας (Collaboration Agreement) ημερομηνίας 13/9/2022 είναι προκατασκευασμένη. Το καταλληλότερο πρόσωπο θα ήταν ο αξιωματούχος των εναγόντων και συγκεκριμένα, το πρόσωπο που υπόγραψε τη συμφωνία. Το κατά πόσο η εν λόγω συμφωνία είναι προκατασκευασμένη ή όχι είναι πραγματικό γεγονός και όχι νομικό σημείο και το μοναδικό άτομο που θα μπορούσε να σχολιάσει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς περί το πότε συντάχθηκε και υπογράφηκε είναι οι ίδιοι οι ενάγοντες, μέσω των αξιωματούχων τους.
Όπως θα διαφανεί στη συνέχεια, ό,τι καλούμαι να εξετάσω στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης - δεδομένης της φύσης της - είναι κατά πόσο έχει καταδειχθεί καλός λόγος προκειμένου να παραχωρήσω την αιτούμενη άδεια καταχώρησης της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης στο πλαίσιο της αίτησης των εναγόντων για τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης της αγωγής τους και όχι να αποφανθώ για το βάσιμο ή μη των ισχυρισμών που οι ενάγοντες επιθυμούν να προσθέσουν με τις αιτούμενες τροποποιήσεις.
Είναι γεγονός, ότι η κυρία Γεωργιάδου, ενώ στην παράγραφο 2 της ένορκης δήλωσής της που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση αναφέρει ότι ο λόγος που προβαίνει προσωπικά στην ένορκη δήλωση και όχι αξιωματούχοι των εναγόντων είναι διότι η παρούσα διαδικασία «ερείδεται επί αμιγώς νομικών θεμάτων» και είναι καταλληλότερο πρόσωπο από αξιωματούχους των εναγόντων για να προβεί στην ένορκη δήλωση, εντούτοις, με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση προβαίνει προσωπικά σε ισχυρισμούς οι οποίοι αποβλέπουν στο να πείσουν για το βάσιμο των ισχυρισμών που οι ενάγοντες επιδιώκουν να προσθέσουν στα δικόγραφά τους, οι οποίοι αφορούν σε γεγονότα και όχι σε οποιοδήποτε νομικό θέμα.
Παρόλα αυτά, η αποδεικτική αξία της προτεινόμενης ένορκης δήλωσης - σε περίπτωση που επιτραπεί η καταχώρησή της -, θα αποτιμηθεί κατά την εξέταση της αίτησης τροποποίησης και όχι στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης, η οποία θα ιδωθεί υπό το φως των αρχών που τη διέπουν, στις οποίες θα αναφερθώ στη συνέχεια.
Έπεται ότι ο υπό εξέταση λόγος ένστασης είναι αβάσιμος.
Υπεισέρχομαι στην ουσία της αίτησης.
Όπως επισημαίνεται στην υπόθεση Κόκκινου ν. Κόκκινου (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2523:
«Το ζήτημα της παραχώρησης ή μη άδειας για την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, ανάγεται, ασφαλώς, στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάσαντος Δικαστηρίου η οποία ασκείται σε συνάρτηση με τη φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας και τα θέματα που αναδύονται ενώπιον του ως επίδικα.»
Καθόλα σχετικά με τα προηγούμενα είναι και τ’ ακόλουθα από την υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση των εταιρειών WARNER TRUST κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 45/2021, 2/4/2021:
«Σύμφωνα με τη Δ.48, θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας:
«Το Δικαστήριο ή Δικαστής μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο, να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»
Τα συμπεράσματα τα οποία εύκολα εξάγονται από την ανάγνωση του κειμένου της πιο πάνω δικονομικής πρόνοιας, είναι, κατ' αρχάς, τα ακόλουθα:
(i) Πέραν της αρχικής ή των αρχικών ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν την αίτηση δια κλήσεως ή την ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης, το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων.
(ii) Οι λέξεις «μπορεί να επιτρέψει» αφ' εαυτών υποδηλώνουν το ότι το Δικαστήριο διατηρεί τη διακριτική ευχέρεια κατά πόσο να επιτρέψει ή όχι την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
(iii) Για να επιτρέψει το Δικαστήριο την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, θα πρέπει αυτός που την ζητά να καταδείξει την ύπαρξη «καλού λόγου» για τον οποίο θα έπρεπε να του επιτραπεί.
Η εξουσία, επομένως, η οποία προβλέπεται από τη Δ.48, θ.4(2) είναι διακριτικής φύσεως και ασκείται στη βάση των γεγονότων που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου και τα οποία θα πρέπει να αποκαλύπτουν την αναγκαιότητα για την παροχή της αιτούμενης άδειας για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Σημαντικός παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς διαμόρφωσης της κρίσης του Δικαστηρίου, είναι η φύση και οι ανάγκες της διαδικασίας την οποία η συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιδιώκει να εξυπηρετήσει.
Στην πιο πάνω Διάταξη δεν προβλέπεται οποιοσδήποτε περιορισμός όσον αφορά την άσκηση αυτής της εξουσίας του Δικαστηρίου, παρά μόνο υποδεικνύεται πως σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να καταδεικνύεται η ύπαρξη «καλού λόγου», ο οποίος να καθιστά αναγκαία την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. (Δέστε Αναφορικά με την Αίτηση του χχχ Ματθαίου κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 510 και Παπακόκκινου κ.ά. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (Αρ. 1) (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 643).»
Παρατηρώ τα εξής:
Η ενόρκως δηλούσα για τους ενάγοντες στην ένορκη δήλωσή της που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση αναφέρει τα εξής:
Με την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, σκοπός των εναγόντων είναι να τους επιτραπεί να παρουσιάσουν στο Δικαστήριο ολοκληρωμένα τα γεγονότα που πρέπει να ληφθούν υπόψη σχετικά με την αίτηση τροποποίησης.
Αντιλαμβάνεται ότι το παρόν Δικαστήριο δεν πρόκειται να εκδικάσει ούτε στα πλαίσια της παρούσας αίτησης μα ούτε και στα πλαίσια της αίτησης τροποποίησης, ισχυρισμό περί γνησιότητας κάποιου εγγράφου το οποίο αφορά ζήτημα που θα εξεταστεί στα πλαίσια της ουσίας της διαφοράς. Είναι όμως σημαντικό και αποτελεί καλό λόγο να επιτραπεί η καταχώρηση της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, διότι, ο ισχυρισμός περί κατασκευασμένου εγγράφου δεν μπορεί να μείνει αναντίλεκτος, διότι, βάσει του εν λόγω ισχυρισμού, οι εναγόμενοι προσπαθούν να πείσουν το Δικαστήριο στα πλαίσια της αίτησης τροποποίησης ότι αυτή δεν ανάγεται σε καλόπιστο λάθος. Εν ολίγοις, με την καταχώρηση της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, το Δικαστήριο θα έχει πλέον και τη θέση των εναγόντων σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό των εναγόμενων περί «κατασκευασμένου εγγράφου», ισχυρισμός, που εν πάση περιπτώσει δεν ήταν αναμενόμενος και ούτε μπορούσε να προβλεφθεί από τους ενάγοντες.
Επιπρόσθετα, είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να επιτραπεί στους ενάγοντες να καταχωρήσουν τη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, καθότι, οι ισχυρισμοί που προβάλλει η κυρία Ασκάνη στην ένορκη δήλωσή της που υποστηρίζουν την ένσταση δεν ήταν εύλογα αναμενόμενοι ισχυρισμοί στα πλαίσια μιας αίτησης τροποποίησης της έκθεσης απαίτησης ώστε να είχε προβάλει τις θέσεις των εναγόντων στην αρχική της ένορκη δήλωση.
Καθώς ήδη έχει αναφερθεί [βλ. την Κόκκινου (ανωτέρω)], το ζήτημα της παραχώρησης ή μη άδειας για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία ασκείται σε συνάρτηση με τη φύση της ενδιάμεσης διαδικασίας και τα θέματα που αναδύονται ενώπιον του Δικαστηρίου, ως επίδικα.
Οι ενάγοντες ζητούν να τους επιτραπεί να καταχωρήσουν την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση στο πλαίσιο της αίτησής τους για τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης της αγωγής τους.
Έχοντας υπόψη ότι καταχώρησαν την εν λόγω αίτηση μετά που εξέδωσαν την διαλαμβανόμενη στη Δ.30, κλήση οδηγιών, η αίτηση τροποποίησης εδράζεται στη Δ.25 Θ.1. (3) η οποία προνοεί ότι:
«Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.» (οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου)
Από τη στιγμή που για να επιτραπούν οι αιτούμενες τροποποιήσεις, οι ενάγοντες, θα πρέπει να στοιχειοθετήσουν τη θέση τους - κατά μια εκδοχή - σύμφωνα με το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της κυρίας Γεωργιάδου που υποστηρίζει την αίτηση τροποποίησης, ότι αυτή καταχωρήθηκε μόνο για τη διόρθωση καλόπιστου λάθους στη σύνταξη της δικογραφίας και η προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση αποβλέπει στο να μη μείνει αναντίλεκτη η περί αντιθέτου θέση των εναγόμενων, κρίνω ότι στοιχειοθετείται η ύπαρξη καλού λόγου έτσι ώστε κατά την άσκηση της διακριτικής μου ευχέρειας που διέπει το θέμα, θεωρώ ότι θα πρέπει να παραχωρήσω την αιτούμενη άδεια. Στην κατάληξη μου αυτή προβαίνω, ασφαλώς, λαμβάνοντας υπόψη και το περιεχόμενο της προτεινόμενης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
Κατ’ ακολουθία όλων των παραπάνω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων μου, η αίτηση επιτυγχάνει.
Η συμπληρωματική ένορκη δήλωση, να καταχωριστεί εντός 10 ημερών από σήμερα.
Αναφορικά με τα έξοδα δε βλέπω για ποιο λόγο μπορώ να αποστώ του κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα. Με αυτό δεδομένο, τα έξοδα της αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ των εναγόντων και σε βάρος των εναγόμενων και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της αγωγής.
(Υπ.) ...………..………………….
Κ. Κωνσταντίνου, Π.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
/ΚΚ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο