Κυριάκος Κυριάκου κ.α. ν. Νεόφυτος Παμπόρη κ.α., Αρ. Αγωγής: 1800/2020, 12/6/2025
print
Τίτλος:
Κυριάκος Κυριάκου κ.α. ν. Νεόφυτος Παμπόρη κ.α., Αρ. Αγωγής: 1800/2020, 12/6/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Αφρ. Χαραλαμπίδη.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 1800/2020

Μεταξύ:

 

1.    Κυριάκος Κυριάκου

2.    Μαρίας Χατζηττοφή

 

Ενάγοντες,

ν.

 

1.    Νεόφυτος Παμπόρη

2.    Παμπόρη Ανδρέα Ανδριάνα

3.    Ιωάννου Νεοφύτου Ανδρούλα

 

 

Εναγόμενων.

 

Αίτηση ημερ.18/12/2024 για συνένωση αγωγών

 

Ημερομηνία12 Ιουνίου, 2025

 

Για τον Ενάγοντες / Αιτητές:

κος Θ.Χατζηστερκώτης για ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΧΑΤΖΗΣΤΕΡΚΩΤΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε.

Για τους Εναγόμενους 1 και 2/ Καθ’ων η Αίτηση 1 και 2:

κος Μ.Βασιλείου για ΗΛΙΑΣ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

Για την Εναγόμενη 3 / Καθ’ης η Αίτηση:

κα Α.Παύλου για ΑΓΑΘΟΚΛΕΟΥΣ-ΝΕΟΦΥΤΟΥ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

1.   Με την υπό εξέταση αίτηση, οι Ενάγοντες/Αιτητές (στο εξής θα αναφέρονται μαζί ως οι «Αιτητές») ζητούν τη συνένωση της παρούσας Αγωγής, με τις Αγωγές με αρ.974/2020 και 1187/2021 του Ε.Δ. Λεμεσού.

 

2.   Η αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων, στην Δ.14 θ.1-5 και Δ.48 θ.1-9 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών, στις συμφυείς εξουσίες και διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

3.   Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση φαίνονται στην επισυνημμένη σ' αυτήν Ένορκη Δήλωση της Ενάγουσας 2 η οποία αναφέρει μεταξύ άλλων και τα εξής:

 

3.1          Η ενόρκως δηλούσα είναι η Ενάγουσα αρ.2 στις Αγωγές αρ.1800/2020 (παρούσα) και αρ.974/2020 του Ε.Δ.Λεμεσού. Ο Ενάγοντας αρ.1 και στις δύο προαναφερόμενες διαδικασίες είναι ο υιός της. Η ομνύουσα είναι επίσης Εναγόμενη στην Αγωγή αρ.1187/2021 του Ε.Δ.Λεμεσού.

 

3.2          Η Αγωγή αρ.974/2020 κινήθηκε από τους Αιτητές σε σχέση με διαμέρισμα (στο εξής θα αναφέρεται ως το «Επίδικο Διαμέρισμα»), στο οποίο διαμένει η Ενάγουσα αρ.2 και της μεταβιβάστηκε υπό την ιδιότητα της ως πρόσφυγας από την Δημοκρατία. Αργότερα κατέστη δικαιούχος αυτού ο Ενάγοντας αρ.1, υιός της. Το επίδικο διαμέρισμα, εν αγνοία των Αιτητών, πωλήθηκε, στην βάση αγοραπωλητηρίου (στο εξής θα αναφέρεται ως το «1ο Αγοραπωλητήριο»), από τον άλλο υιό της Ενάγουσας αρ.2 (Εναγόμενος 2 στην αγωγή αρ.974/2020 και ο οποίος στο εξής θα αναφέρεται ως ο «ΑΚ») στον Εναγόμενο 1 (Εναγόμενος 1, τόσο στην Αγωγή αρ. 974/2020, όσο και στην παρούσα, και ο οποίος στο εξής θα αναφέρεται ως ο «ΝΠ»). Το 1ο αγοραπωλητήριο στη συνέχεια αποσύρθηκε και το επίδικο διαμέρισμα μεταβιβάστηκε το 2016 στην μητέρα του ΝΠ, Εναγόμενη 3 (Εναγόμενη 3 στην Αγωγή αρ.974/2020 αλλά Εναγόμενη 2 στην παρούσα, και η οποία στο εξής θα αναφέρεται ως η «ΑΠ»).

 

3.3          Τα πιο πάνω διαπιστώθηκαν από πλευράς των Αιτητών το 2019 και αφού οι δικηγόροι τους προέβησαν σε έρευνα στο Αρμόδιο Κτηματολόγιο.

 

3.4          Αποτελεί θέση των Αιτητών ότι ο ΑΚ, δια ψευδών παραστάσεων και εκμεταλλευόμενος την εμπιστοσύνη του αδελφού του, Ενάγοντα αρ.1, εξασφάλισε πληρεξούσιο από τον τελευταίο, σε σχέση με το επίδικο διαμέρισμα (στο εξής θα αναφέρεται ως το «Επίδικο Πληρεξούσιο»), με το οποίο μεθοδεύθηκε, με την συνδρομή του ΝΠ και εν αγνοία των Αιτητών, η υπογραφή του 1ου αγοραπωλητηρίου προς όφελος του ΝΠ, η συνεπακόλουθη παράνομη μεταβίβαση του επίδικου διαμερίσματος στην ΑΠ και ακολούθως, η μεταβίβαση του στην Εναγόμενη 3 (Εναγόμενη 3 στην παρούσα αγωγή και Ενάγουσα στην Αγωγή αρ.1187/2021 του Ε.Δ.Λεμεσού, και η οποία στο εξής θα αναφέρεται ως η «Καθ’ης η Αίτηση»).

 

3.5          Σύμφωνα με την ομνύουσα, η Καθ’ης η Αίτηση, συνομώτησε με τους ΝΠ και ΑΠ, για να υλοποιηθεί το 2019 η μεταβίβαση του επίδικου διαμερίσματος στο όνομα της ως τρίτος καλόπιστος αγοραστής, με σκοπό την εμπόδιση των Αιτητών στην επανάκτηση της κυριότητας του επίδικου διαμερίσματος. Επειδή όμως οι Αιτητές δεν γνώριζαν ότι η ΑΠ μεταβίβασε στην Καθ’ης η Αίτηση το επίδικο διαμέρισμα, κατέθεσαν την αγωγή αρ.974/2020 εναντίον του ΝΠ, ΑΚ και ΑΠ. Αφού εγέρθηκε σχετικό ζήτημα, στα πλαίσια ενδιάμεσης διαδικασίας, από πλευράς των δικηγόρων των ΝΠ και ΑΠ, οι Αιτητές προέβησαν στην καταχώρηση της παρούσας αγωγής εναντίον του ΝΠ, της ΑΠ και της Καθ’ης η Αίτηση. Στην τελευταία υπόθεση εκδόθηκε και προσωρινό διάταγμα εναντίον της Καθ’ης η Αίτηση.

 

3.6          Η Καθ’ης η Αίτηση, μετά την καταχώρηση των πιο πάνω αναφερόμενων διαδικασιών, προχώρησε η ίδια στην καταχώρηση αγωγής εναντίον της ενόρκως δηλούσας, στην βάση παράνομης επέμβασης στο επίδικο ακίνητο, διεκδικόντας άρση της εν λόγω επέμβασης και αποζημιώσεις για απολεσθέντα ενοίκια.

 

3.7          Αποτελεί θέση των Αιτητών ότι τα πραγματικά και νομικά ζητήματα των τριών αγωγών, είναι ακριβώς τα ίδια, αφού όλες αφορούν σε δόλιες ενέργειες των ΝΠ, ΑΠ και της Καθ’ης η Αίτηση, Εναγομένων στην παρούσα αγωγή, οι υπερασπίσεις και αγωγή της Καθ’ης η Αίτηση εμφανίζουν ταυτοσημία επί όλων σχεδόν των ζητημάτων, νομικών και πραγματικών που εγείρονται και, κατά συνέπεια είναι επιθυμητό να συνενωθούν και τέτοια συνένωση θα είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.

 

3.8          Ειδικότερα, σύμφωνα με τους Αιτητές, τα κοινά νομικά σημεία είναι: α) Το κύρος και η δεσμευτικότητα του επίδικου πληρεξουσίου, β) τυχόν ακυρότητα του 1ου αγοραπωλητηρίου που υπογράφηκε με βάση το προαναφερόμενο και γ) τυχόν ακυρότητα του αγοραπωλητηρίου εγγράφου μεταξύ της ΑΠ και της Καθ’ης η αίτηση αγοραπωλητηρίου (στο εξής θα αναφέρεται ως το «2ο Αγοραπωλητήριο»).

 

4.   Ενώ οι Εναγόμενοι 1 και 2 στην παρούσα αγωγή (ΝΠ και ΑΠ), μέσω των δικηγόρων τους, συναίνεσαν στην επιδιωκόμενη με την υπό εξέταση αίτηση συνένωση, η αίτηση προσέκρουσε στην ένσταση της Καθ’ης η Αίτηση, η οποία καταχώρησε γραπτή ένσταση εκθέτοντας σε αυτή 17 λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, ως εμφαίνονται στο σώμα της.

 

4.1          Ουσιαστικά η Καθ’ης η Αίτηση ισχυρίζεται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας και δεν υπάρχουν κοινά νομικά ή πραγματικά ζητήματα μεταξύ των αγωγών και δεν προκύπτει οιονδήποτε όφελος από την συνεκδίκαση τους. Αντιθέτως, θα προκαλέσει σύγχυση και θα επηρεάσει την αμερόληπτη κρίση του Δικαστηρίου. Προβάλλουν επίσης τη θέση ότι τα νομικά και/ή πραγματικά ζητήματα της αγωγής της Καθ’ης η Αίτηση με τις αγωγές που κίνησαν οι Αιτητές και/ή οι αιτίες αγωγής είναι διαφορετικές και είναι διαφορετική η μαρτυρία για την απόδειξη τους. Πέραν τούτου, οι καθ΄ ων η αίτηση επικαλούνται παρατυπία και αντικανονικότητα της αίτησης, ότι η επιδιωκόμενη συνένωση είναι δικονομικά ανέφικτη και ότι η αίτηση έχει υποβληθεί με καθυστέρηση, είναι κακόπιστη και καταχρηστική.

 

4.2          Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση ασκούμενης δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την Καθ’ης η Αίτηση, στα πλαίσια της οποίας κυρίως επαναλαμβάνονται οι λόγοι ένστασης, ως αυτοί έχουν διατυπωθεί στην γραπτή ένσταση της Καθ’ης η Αίτηση, συνοδευόμενοι από περαιτέρω επιχειρηματολογία προς υποστήριξη της τελευταίας. Ένα εκ των επιχειρημάτων που εξειδικεύεται από την ομνύουσα είναι ότι η συνένωση του ίδιου προσώπου ως Ενάγοντα και Εναγόμενου είναι αντινομική προς το στοιχείο της αντιπαράθεσης που αποτελεί το βάθρο της απονομής δικαιοσύνης στον τομέα του αστικού δικαίου.

 

5.   Η ακρόαση της παρούσας αίτησης διεξήχθη στη βάση γραπτών αγορεύσεων τις οποίες αμφότερα τα μέρη καταθέσαν στο Δικαστήριο και το περιεχόμενο των οποίων υιοθέτησαν, αλλά και τις προφορικές αγορεύσεις στις οποίες προέβηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών κατά την ημερομηνία που ήταν ορισμένη η Αίτηση για ακρόαση. Έχω διεξέλθει με μεγάλη προσοχή του περιεχομένου των εν λόγω αγορεύσεων και λαμβάνω υπόψη μου τα όσα οι συνήγοροι των διαδίκων αναφέρουν σε αυτές, χωρίς να χρειάζεται να αναφερθώ σε αυτά στα πλαίσια της παρούσας απόφασης.

 

6.   Το ζήτημα της συνένωσης αγωγών διέπεται από την Διαταγή 14 των Κανονισμών της Πολιτικής Δικονομίας. Συγκεκριμένα, ο Θεσμός 2 της προαναφερόμενης έχει ως ακολούθως:

«When two or more actions are pending in the same Court, whether by the same or different plaintiffs against the same or different defendants, and the claims of such actions involve a common question of law or fact of such importance in proportion to the rest of the matters involved in such actions as to render it desirable that the actions should be consolidated, the Court or a Judge may order that the actions be consolidated.»

 

7.   Όπως φαίνεται και από το λεκτικό της πιο πάνω διάταξης το ζήτημα της συνένωσης αγωγών επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Οι αρχές βάσει των οποίων το Δικαστήριο ασκεί την διακριτική του ευχέρεια κατά την εξέταση αιτήσεων όπως η παρούσα έχουν αναφερθεί και ερμηνευθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου. Από τη νομολογία (βλ. Κυριάκος Μενελάου κ.ά. ν. Κώστα Ξενοφώντος κ.ά. (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 371) προκύπτει ότι: (α) η απόφαση για συνένωση αγωγών ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η άσκηση της οποίας γίνεται στο πλαίσιο της Διαταγής 14 και σε συνάρτηση προς τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης γι' αυτό πρέπει να γίνεται αναφορά σε αυτά και (β) ο χρόνος υποβολής της αίτησης για συνένωση είναι παράγοντας που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

 

8.   Σε σχέση με το κατάλληλο στάδιο υποβολής τέτοιας αίτησης, στην υπόθεση Μενελάου (ανωτέρω) λέχθηκε πως:

«Η Αγγλική νομολογία δέχεται πως ο κατάλληλος χρόνος για συνένωση αγωγών είναι το στάδιο της αίτησης για οδηγίες, που συνήθως υποβάλλεται μετά τη συμπλήρωση των εγγράφων προτάσεων».

 

9.   Στην Samata Enterprises v. Σταυρου (1998) 1 Α.Α.Δ. 1876 αναφέρθηκε ότι το ουσιώδες κριτήριο για την συνένωση αγωγών είναι η ύπαρξη κοινού πραγματικού ή νομικού σημείου όπως αυτά διαπιστώνονται αποκλειστικά από την έκθεση απαίτησης των αγωγών και ανεξάρτητα από το περιεχόμενο των υπερασπίσεων. Η προαναφερόμενη αρχή επιβεβαιώθηκε και στην Lukoil Cyprus Ltd v. 1. Ανδρέα Μυλωνά κ.α. (2011) 1Γ Α.Α.Δ. 1962. Επίσης, στην Medcon Construction Ltd v. Χρ. Μαρνέρος & Σια Λτδ (1997) 1 Α.Α.Δ. 546 τονίστηκε ότι είναι επιθυμητή η συνένωση αγωγών όταν υπάρχει κοινό ζήτημα νόμου ή γεγονότων τέτοιας σημασίας σε σχέση με τα υπόλοιπα θέματα έτσι ώστε να είναι επιθυμητό να αποφευχθεί η πολλαπλότητα διαδικασιών και η σπατάλη δικαστικού χρόνου και δαπάνης.

 

10.          Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η συνένωση αγωγών εξαρτάται και από τα ιδιαίτερα γεγονότα της κάθε υπόθεσης, τα οποία το Δικαστήριο οφείλει να λαμβάνει υπόψη του, και γενικά η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου γίνεται όπου θα προκύψει όφελος από την συνεκδίκαση. Παράγοντες όπως η εξυπηρέτηση των συμφερόντων των διαδίκων, η καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης, η αποφυγή πολλαπλότητας των διαδικασιών, ο περιορισμός των εξόδων, καθώς επίσης και η οικονομία του Δικαστικού χρόνου λαμβάνονται υπόψη (βλ. Hadjiathanassiou v. Parperides and Others (1975) 1 C.L.R. 401, Healey and Others v. A. Waddington and Sons Ltd and Others [1954] 1 ALL E.R. 861, Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Λτδ v. Αpak Agro Industries κ.α (1999) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1721 και Κυριάκος Μενελάου v. Κώστα Ξενοφώντος κ.α. (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 371).

 

11.          Στην Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Λτδ v 1. Apak Agro Industries κ.α (ανωτέρω) το Ανώτατο Δικαστήριο επιβεβαιώνοντας ότι το ουσιώδες κριτήριο για τη συνένωση είναι η ύπαρξη κοινών πραγματικών ή νομικών ζητημάτων, διευκρίνισε παράλληλα ότι άλλα ζητήματα, όπως αυτό του προσδιορισμού του διαδίκου ο οποίος φέρει το νομικό βάρος, είναι δευτερεύουσας σημασίας, αρκεί να αναμένεται ότι θα προκύψει όφελος από τη συνεκδίκαση.

 

12.          Στο σύγγραμμα Halsburys Laws of England, 4η έκδοση, τόμος 37, παρ.69, αναφέρονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η συνένωση είναι αδύνατη ή ανέφικτη ή αυτή δεν μπορεί να διαταχθεί. Συγκεκριμένα, αναφέρονται τα ακόλουθα:

«Οn the other hand, there may be circumstances which may make it undesirable or even impossible, or at least impracticable, to make an order for consolidation. Thus, two actions cannot be consolidated where the plaintiff in one action is the same person as the defendant in another action unless one action can be ordered to stand as a counterclaim in the consolidated action. Again, it is generally impossible to consolidate actions where the plaintiffs in two or more actions are represented by different solicitors. Moreover, a consolidated order will as a matter of discretion be refused where it would be likely to cause embarrassment at the trial.»

13.          Από τα πιο πάνω διαφαίνεται ότι παρά τον κανόνα για μη δυνατότητα συνένωσης διασταυρούμενων αγωγών, δεν αποκλείεται να διαταχθεί μια τέτοια συνένωση εφόσον το Δικαστήριο διατηρεί την ευχέρεια να διατάξει συνένωση τους στην περίπτωση που μπορεί η μια αγωγή να θεωρείται ως ανταπαίτηση στα πλαίσια της άλλης. Ο λόγος που σε κάποιες περιπτώσεις εμποδίζεται η συνένωση λόγω της διαφορετικής ιδιότητας των διαδίκων σχετίζεται με το βάρος απόδειξης που φέρει κάθε διάδικος και στην διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί κατά την εκδίκαση των συνενωμένων αγωγών. Ως  αναφέρθηκε όμως στην Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Λτδ v. Αpak Agro Industries κ.α (ανωτέρω) τα διαδικαστικά ζητήματα είναι δευτερεύοντα και μπορεί να καθοριστούν κατά την ακρόαση. Εφόσον θα προκύψει όφελος από την συνένωση, τότε αυτή θα πρέπει να διατάσσεται με τέτοιους όρους που το Δικαστήριο θα κρίνει δίκαιους.

 

14.          Ενώπιον του Δικαστηρίου τέθηκαν, όπως είναι η πρακτική η οποία τηρείται όταν καταχωρείται αίτηση για συνένωση αγωγών, και οι φάκελοι των Αγωγών αρ.974/2020 και αρ.1187/2021 Ε. Δ. Λεμεσού.

 

15.          Από τους φακέλους των υποθέσεων, προκύπτει ότι τα δικόγραφα έχουν συμπληρωθεί και στις τρεις αγωγές και έχουν καταχωρηθεί καταλόγοι μαρτύρων και σύνοψη μαρτυρίας από όλους τους διαδίκους. Οι ίδιοι διάδικοι εκπροσωπούνται από τους ίδιους δικηγόρους στα πλαίσια όλων των αγωγών εις τις οποίες εμπλέκονται, με εξαίρεση τον Εναγόμενο 2 στην 974/2020 (ΑΚ), ο δικηγόρος του οποίου αποσύρθηκε από την εκπροσώπηση του στις 27/7/2020, ημερομηνία κατά την οποία εμφανίστηκε προσωπικά ενώπιον του Δικαστηρίου, και έκτοτε δεν εμφανίστηκε στην διαδικασία. Σε καμία από τις τρεις αγωγές έχει καταχωρηθεί ανταπαίτηση από πλευράς των Εναγόμενων.

 

16.          Θα προχωρήσω να εξετάσω την παρούσα αίτηση έχοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω και αφού αναφερθώ και στα γεγονότα και ιδιαίτερα περιστατικά των υποθέσεων όπως αποκαλύπτονται από τα δικόγραφα. Σε σχέση με τις εν λόγω αγωγές προκύπτουν από την Έκθεση Απαίτησης (Samata και Lukoil ανωτέρω) κάθε μίας από αυτές και τα εξής:

 

17.          ΑΓ.974/2020

 

Ο Ενάγοντας αρ.1 εναγάγει ως ο κατά τον ουσιώδη χρόνο ιδιοκτήτης του επίδικου διαμερίσματος, το οποίο του μεταβιβάστηκε αρχικά κατόπιν συμφωνίας δωρεάς από την μητέρα του Ενάγουσα αρ.2, υπό τον όρο ότι η τελευταία θα διατηρούσε την κατοχή και χρήση του, μέχρι και τον θάνατο της. Οι Αιτητές κατέρτησαν σχετικό εκχωρητήριο έγγραφο μεταξύ τους, το οποίο όμως δεν κατατέθηκε στο Αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο.

 

Το επίδικο διαμέρισμα πωλήθηκε πίσω από τον Ενάγοντα αρ.1 στην Ενάγουσα αρ.2, κατόπιν σύναψης αγοραπωλητηρίου εγγράφου μεταξύ των Εναγόντων, το οποίο επίσης δεν κατατέθηκε στο αρμόδιο Κτηματολογικό Γραφείο. Η Ενάγουσα αρ.2 εναγάγει ως η κατά τον ουσιώδη χρόνο δικαιούχος σε ιδιοκτησία του επίδικου διαμερίσματος, αλλά και υπό την ιδιότητα της ως κάτοχος αυτού.

 

Οι Αιτητές (Ενάγοντες), αξιώνοντας σχετικά διατάγματα, επιχειρούν να καταστήσουν άκυρη την μεταβίβαση του επίδικου διαμερίσματος από τον ΝΠ (Εναγόμενο 1) στο όνομα της ΑΠ (Εναγόμενης 3), και να πετύχουν την επανεγγραφή του στο όνομα της Ενάγουσας αρ.2, είτε κατευθείαν, ή μέσω της μεταβίβασης του επ’ονόματι του Ενάγοντα αρ.1.

 

Περαιτέρω, διεκδικούν τιμωρητικές, παραδειγματικές και άλλων ειδών αποζημιώσεις από τους ΝΠ και ΑΠ, στην βάση, μεταξύ άλλων, δόλου, συνομωσίας, απάτης, ψευδών παραστάσεων που διέπραξαν εις βάρος των Αιτητών ως και δυνάμει των αρχών του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Δεν προκύπτει από την αξίωση των Αιτητών να αξιώνεται οτιδήποτε συγκεκριμένο εναντίον του ΑΚ (Εναγόμενου 2).

 

Την πιο πάνω αξίωση τους, οι Αιτητές βασίζουν σε ψυχική πίεση, απειλές, εκβιασμούς που άσκησε ο ΝΠ προς τον ΑΚ, πληρεξούσιο πρόσωπο δυνάμει του επίδικου πληρεξουσίου και ο οποίος αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, με τις οποίες, εν αγνοία των Αιτητών, εξασφάλισε ο ΝΠ την υπογραφή του 1ου αγοραπωλητηρίου από τον ΑΚ, προς όφελος του. Ακολούθως, με τον ίδιο τρόπο και/ή δόλια, ο ΝΠ εξασφάλισε, μέσω του ΑΚ, την μεταβίβαση του επίδικου διαμερίσματος στην μητέρα του, την ΑΠ.

 

18.          ΑΓ.1800/2020

Οι Αιτητές (Ενάγοντες), εγείρουν την αγωγή υπό την ίδια ιδιότητα που εγείρουν την αγωγή αρ.974/2020 σε σχέση με το επίδικο διαμέρισμα.

Οι Αιτητές, αξιώνοντας σχετικά διατάγματα, επιχειρούν να καταστήσουν άκυρη την μεταβίβαση του επίδικου διαμερίσματος από την ΑΠ (Εναγόμενη 2) στο όνομα της Καθ’ης η Αίτηση (Εναγόμενης 3), και να πετύχουν την επανεγγραφή του στο όνομα της Ενάγουσας αρ.2, είτε κατευθείαν, ή μέσω της μεταβίβασης του επ’ονόματι του Ενάγοντα αρ.1.

Περαιτέρω, διεκδικούν από τους ΝΠ, ΑΠ και την Καθ’ης η Αίτηση, αποζημιώσεις στην βάση δόλου, ψυχικής πίεσης, απάτης, ψευδών παραστάσεων και συνομωσίας που διέπραξαν εις βάρος των Αιτητών ως και δυνάμει των αρχών του αδικαιολόγητου πλουτισμού.

 

Την πιο πάνω αξίωση τους, οι Αιτητές βασίζουν σε ψυχολογική πίεση, απειλές, εκβιασμούς που άσκησε ο ΝΠ προς τον ΑΚ, πληρεξούσιο πρόσωπο δυνάμει του επίδικου πληρεξουσίου και ο οποίος αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, με τις οποίες, εν αγνοία των Αιτητών, εξασφάλισε ο ΝΠ την υπογραφή του 1ου αγοραπωλητηρίου από τον ΑΚ, προς όφελος του. Ακολούθως, με τον ίδιο τρόπο και/ή δόλια, ο ΝΠ εξασφάλισε, μέσω του ΑΚ, την μεταβίβαση του επίδικου διαμερίσματος στην μητέρα του, την ΑΠ.

 

Ακολούθως, οι ΝΠ, ΑΠ και η Καθ’ης η Αίτηση, συνωμότησαν με σκοπό να εμποδίσουν τους Αιτητές στην επανάκτηση της κυριότητας του επίδικου διαμερίσματος, δια της μεταβίβασης του επίδικου διαμερίσματος στη βάση του 2ου αγοραπωλητηρίου, από το όνομα της ΑΠ στο όνομα της Καθ’ης η Αίτηση, ως, φαινομενικά, τρίτης καλόπιστης αγοράστριας για το ποσό των €53.000.

 

19.          ΑΓ.1187/2021

 

Η Καθ’ης η Αίτηση (Ενάγουσα), υπό την ιδιότητα της ως η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του επίδικου διαμερίσματος, εναγάγει την Ενάγουσα αρ.2 (Εναγόμενη), ως κάτοχο του τελευταίου.

 

Η Καθ’ης η Αίτηση (Ενάγουσα), αξιώνει εναντίον της Ενάγουσας αρ.2 (Εναγόμενης) δήλωση του Δικαστηρίου ότι αυτή παράνομα επεμβαίνει στο επίδικο διαμέρισμα, διάταγμα για άρση της προαναφερόμενης επέμβασης με την επιστροφή της κατοχής του στην Καθ’ης η Αίτηση και αποζημιώσεις για απώλεια ενοικίων, παράνομη επέμβαση και άλλα έξοδα που συνδέονται με την κατοχή και χρήση του επίδικου διαμερίσματος, που θεωρεί ότι δικαιούται η Καθ’ης η Αίτηση από την Ενάγουσα αρ.2 ως και ποσό ίσο με την ενοικιαστική αξία του επίδικου διαμερίσματος, το οποίο να είναι πληρωτέο σε μηνιαία βάση μέχρι την παράδοση του στην Καθ’ης η Αίτηση.

 

Την πιο πάνω αξίωση της, η Καθ’ης η Αίτηση βασίζει επί της ιδιότητας της ως ιδιοκτήτρια του επίδικου διαμερίσματος, το οποίο αγόρασε κατά το 2019, ενώ ενημερώθηκε ότι διέμενε σ ’αυτό η Ενάγουσα αρ.2. Ισχυρίζεται στην Έκθεση Απαίτησης της ότι δεν προέβη σε έξωση της Ενάγουσας αρ.2 λόγω του ότι ήταν ηλικιωμένη και είχε προβλήματα υγείας.

 

Η Καθ’ης η Αίτηση, στην Έκθεση Απαίτησης της κάνει αναφορά στην διαδικασία που κινήθηκε εναντίον της από την Ενάγουσα αρ.2 για απάτη και με την οποία αξιώνεται ακύρωση της αγοραπωλησίας του επίδικου διαμερίσματος και ότι η ίδια ενήργησε σαν καλόπιστη αγοράστρια.

 

Η Καθ’ης η Αίτηση έθεσε προθεσμία στην  Ενάγουσα αρ.2 να της παραδώσει το επίδικο διαμέρισμα, κάτι το οποίο η τελευταία δεν έπραξε και διαπράττει έκτοτε παράνομη επέμβαση εις βάρος της Καθ’ης η Αίτηση.

 

20.          Οι ΝΠ και ΑΠ, με την υπεράσπιση τους στην αγωγή αρ.974/2020 προβάλλουν παρόμοια ζητήματα και σχεδόν πανομοιότυπους ισχυρισμούς με την υπεράσπιση τους στην παρούσα αγωγή. Σε γενικές γραμμές αρνούνται την εκδοχή των Αιτητών και, ισχυρίζονται ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ενεργούσαν καλόπιστα και ότι, κατόπιν αγοράς του επίδικου διαμερίσματος από τον Ενάγοντα αρ.1, ο πραγματικός δικαιούχος του επίδικου διαμερίσματος ήταν ο ΑΚ, ο οποίος, έναντι της καταβολής νόμιμου ανταλλάγματος πώλησε αυτό στον ΝΠ. Ο τελευταίος ενέγραψε το επίδικο διαμέρισμα στο όνομα της ΑΠ, εν όψει προβλημάτων που αντιμετώπιζε στον γάμο του. Η ΑΠ στη συνέχεια, καλόπιστα πώλησε και μεταβίβασε το επίδικο διαμέρισμα στην Καθ’ης η Αίτηση έναντι νόμιμου τιμήματος. Προκύπτει ως θέση τους ότι το επίδικο πληρεξούσιο κσι το 1ο αγοραπωλητήριο είναι έγκυρα εφόσον καταρτίστηκαν με ελεύθερη βούληση των εμπλεκόμενων μερών και κατά συνέπεια έγκυρη είναι και η μεταβίβαση στην ΑΠ και η συνεπακόλουθη μεταβίβαση από την τελευταία στην Καθ’ης η Αίτηση.

 

21.           Ο ΑΚ δεν καταχώρησε υπεράσπιση στην αγωγή αρ.974/2020, αλλά ως προανέφερα, δεν αξιώνεται οτιδήποτε εναντίον του από πλευράς των Αιτητών.

 

22.          Η Καθ’ης η Αίτηση (Εναγόμενη) με την υπεράσπιση της στην παρούσα αγωγή, μεταξύ άλλων, ισχυρίζεται ότι είναι η ιδιοκτήτρια του επίδικου διαμέρισματος, κατόπιν νόμιμης αγοράς του ως καλόπιστη αγοράστρια, από πρόσωπο το οποίο φαινόταν ως εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης και το οποίο το απέκτησε δυνάμει έγκυρου πληρεξουσίου. Αναφέρει επίσης ότι, επειδή  η Ενάγουσα αρ.2 έχει την κατοχή του επίδικου διαμερίσματος, έχει εγείρει εναντίον της διαδικασίες ανάκτησης του.

 

23.          Από την άλλη, η Ενάγουσα αρ.2, ως Εναγόμενη στην αγωγή αρ.1187/2021, με την υπεράσπιση της, πέραν των διάφορων προδικαστικών ενστάσεων που εγείρει σε σχέση κυρίως με την παράλληλη προώθηση της με την παρούσα αγωγή, σε σχέση με τον τρόπο απόκτησης του επίδικου διαμερίσματος από την Καθ’ης η Αίτηση και την εγκυρότητα του επίδικου πληρεξουσίου αλλά και των δύο επίδικων αγοραπωλητηρίων, εγείρει ισχυρισμούς πανομοιότυπους με την έκθεση απαίτησης που καταχωρήθηκε στα πλαίσια της παρούσας.

 

24.          Έχοντας υπόψη μου τα πιο πάνω αλλά και όσα αναφέρονται λεπτομερώς στα δικόγραφα των δύο αγωγών και ιδιαίτερα στις Εκθέσεις Απαιτήσεως, εκείνο το οποίο προκύπτει είναι ότι και οι τρεις αγωγές αφορούν και σχετίζονται με το επίδικο διαμέρισμα και το ιδιοκτησιακό του καθεστώς.

 

25.          Οι Αιτητές, στα πλαίσια των αγωγών αρ.974/2020 και αρ.1800/2020, επιδιώκουν να πλήξουν την εγκυρότητα των πράξεων που έγιναν με βάση το επίδικο πληρεξούσιο και συγκεκριμένα την υπογραφή του 1ο και 2ο αγοραπωλητηρίου και να κηρύξουν άκυρες τις μεταβιβάσεις που διενεργήθηκαν στην βάση αυτών, συμπεριλαμβανομένης αυτής που διενεργήθηκε επ’ονόματι της Καθ’ης η Αίτηση, καθιστώντας την ιδιοκτήτρια του επίδικου διαμερίσματος.

 

26.          Η Καθ’ης η αίτηση, υπό την ιδιότητα της ως ιδιοκτήτρια του επίδικου διαμερίσματος, με την αγωγή αρ.1187/2021 αξιώνει ανάκτηση της κατοχής του από την Ενάγουσα αρ.2, μεταξύ άλλων θεραπειών που απορρέουν από την εν λόγω ιδιότητα. Η Ενάγουσα αρ.2, με την υπεράσπιση της,  κατ’ουσία πλήττει την εγκυρότητα της ιδιότητας της Καθ’ης η Αίτηση, ως ιδιοκτήτρια του επίδικου διαμερίσματος, και εγείρει τα ίδια ζητήματα με αυτά των αγωγών αρ.974/2020  και αρ.1800/2020.

 

27.          Είναι προφανές ότι οι Αιτητές (Αγωγές αρ.974/2020 και αρ.1800/2020) αμφισβητούν την εγκυρότητα των επίδικων αγοραπωλητηρίων και των συνεπακόλουθων δικαιοπραξίων και ζητούν οι τελευταίες να κυρηχθούν άκυρες και κατ’επέκταση να επιστραφεί το επίδικο ακίνητο στο όνομα της Ενάγουσας αρ.2 και εν τέλει στο όνομα του Ενάγοντα αρ.1, ως του τελικού δικαιούχου αυτού. Από την άλλη, η Καθ’ης η Αίτηση, στα πλαίσια των εν λόγω Αγωγών εμμένει στην εγκυρότητα αυτών και στο συνεπακόλουθο αποτέλεσμα τους, το οποίο απέδωσε στην ίδια την ιδιότητα της ως ιδιοκτήτρια.

 

28.          Προκύπτει από τα πιο πάνω, ότι και στις τρεις αγωγές προβάλλεται να αποτελεί κύριο ζητούμενο η εγκυρότητα ή ακυρότητα των αγοραπωλητηρίων, με βάση τις συνθήκες σύναψεις αυτών, και των συνεπακόλουθων μεταβιβάσεων, συνέπεια των οποίων  απέκτησε την κυριότητα του επίδικου διαμερίσματος η Καθ’ης η Αίτηση και στην βάση της οποίας ενήγαγε την Ενάγουσα αρ.2 και αξιώνει εναντίον τις θεραπείες και διατάγματα που απορρέουν από την ιδιότητα της ως ιδιοκτήτρια του.

 

29.          Κατά συνέπεια, υπάρχουν και στις τρεις αγωγές πραγματικά και νομικά ζητήματα τέτοιας σημασίας σε σχέση με τα άλλα ζητήματα που εγείρονται, χωρίς να παραγνωρίζεται η διαφορετική αιτία των αγωγών αρ.974/2020 και αρ1187/2021, που καθιστά επιθυμητό να αποφασιστούν μια φορά. Όπως έχει παρατηρηθεί στην υπόθεση Αγαπίου v. Παναγιώτου, (1988) 1 ΑΑΔ σελ. 264, η συνένωση αποτελεί δικονομική τακτική σχεδιασμένη να οδηγεί σε αποφυγή πολλαπλών διαδικασιών και κατ' επέκταση σχεδιασμένη να οδηγεί σε εξοικονόμηση χρόνου και εξόδων. Η συνένωση δεν ενσωματώνει τις διαφορετικές αιτίες αγωγών σε μία, ούτε και εξαφανίζει τη χωριστή φύση των αγωγών ή το χωριστό βάρος που πίπτει πάνω στους ώμους εκάστου διαδίκου.  Και όπως έχει παρατηρηθεί στην υπόθεση Medcon Constuctions Ltd v. Μαρνέρος και Σία Λτδ (ανωτέρω):

 

«Γενικά εκδίδεται διάταγμα συνένωσης όπου προκύπτει όφελος από την συνεκδίκαση (Mαρκίδης v. Μιχαηλίδου Π.Ε. 7901, ημερ. 30.05.1990). Το Δικαστήριο έχει τη διακριτική εξουσία επί του προκειμένου, η άσκηση της οποίας εξαρτάται από τα ιδιαίτερα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και ασκείται κατά τρόπο που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των διαδίκων, περιορίζοντας τα έξοδα και επιταχύνοντας την απονομή της δικαιοσύνης, όπως ορθά τόνισε ο πρωτόδικος Δικαστής (Georghios Hadjiathanassiou v. Loizos Parperídes and Others (1975) 1 CLR 401 και Healey & Others v. A.Waddington & Sons Ltd and Others (1954) 1 All E.R. 861). Στην υπόθεση Georghios Hadjiathanassiou v. Loizos Parperídes and Others γίνεται ανάλυση του θέματος με αναφορά στη νομολογία και εξηγούνται οι προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες επεμβαίνει το Εφετείο στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου που περιλαμβάνουν και παράλειψη του να δώσει την πρέπουσα βαρύτητα στους παράγοντες που διέπουν το ζήτημα.»

 

30.          Επίσης, αναφύεται από τους φακέλους και των τριών υποθέσεων ότι η μαρτυρία που θα προσκομιστεί θα προέρχεται από τους ίδιους μάρτυρες και θα είναι κοινή. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τους κατάλογους μαρτύρων που καταχωρήθηκαν από πλευράς των διαδίκων στα πλαίσια και των τριών αγωγών. Οι κατάλογοι μαρτύρων που καταχωρήθηκαν από πλευράς των Αιτητών στις αγωγές αρ.974/2020 και αρ.1800/2020 και από την Ενάγουσα αρ.2 στην αγωγή 1187/2021, επιβεβαιώνουν ότι προτίθενται και στις τρεις αγωγές να παρουσιάσουν τους ίδιους πέντε μάρτυρες κατά την ακροαματική διαδικασία προς υποστήριξη των θέσεων τους. Οι κατάλογοι μαρτύρων της Καθ’ης η Αίτηση επιβεβαιώνουν ότι προτίθεται στα πλαίσια της παρούσας αγωγής και της αγωγής αρ.1187/2021, επίσης να παρουσιάσει τους ίδιους τρεις μάρτυρες. Το ίδιο ισχύει και για τους ΝΠ και ΑΠ, οι καταλόγοι μαρτύρων των οποίων επιβεβαιώνουν ότι κατά την ακροαματική διαδικασία των αγωγών αρ.974/2020 και αρ.1800/2020 προτίθενται να καλέσουν τους ίδιους 9 μάρτυρες. Από το ίδιο το περιεχόμενο των συνόψεων μαρτυρίας που συνοδεύουν όλους τους προαναφερόμενους καταλόγους μαρτύρων, προκύπτει ότι η μαρτυρία που θα προσαχθεί από όλους τους διαδίκους θα αφορά τις συνθήκες σύναψης των επίδικων αγοραπωλητηρίων και άλλων συναφών με τις επίδικες μεταβιβάσεις εγγράφων. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι εαν ακουστεί η εν λόγω μαρτυρία μια φορά θα περισώσει πολύτιμο χρόνο και χρήμα, και θα είναι προς το συμφέρον τόσο των διαδίκων όσο και της ίδιας της δικαιοσύνης.

 

31.          Ως αναφέρθηκε ήδη ανωτέρω, οι ίδιοι διάδικοι εκπροσωπούνται από τους ίδιους δικηγόρους στα πλαίσια όλων των αγωγών εις τις οποίες εμπλέκονται, με εξαίρεση τον Εναγόμενο 2 στην 974/2020 (ΑΚ), ο οποίος επέλεξε να μην εμφανίζεται πλέον στην διαδικασία που τον αφορά.

 

32.          Η Ενάγουσα αρ.2 εμπλέκεται και στις τρεις αγωγές. Αν και στην αγωγή αρ.1187/2021 εμπλέκεται υπό την ιδιότητα της σαν κάτοχος του επίδικου διαμερίσματος, εγείρει ισχυρισμούς που άπτονται της προηγούμενης της ιδιότητας ως ιδιοκτήτρια του, την οποία ισχυρίζεται και στην υπεράσπιση της ότι παράνομα απώλεσε, ως και της ιδιότητας της ως κάτοχος, δυνάμει της συμφωνίας δωρεάς με τον Ενάγοντα αρ.2. Η Καθ’ης η Αίτηση εμπλέκεται στις δύο εκ των τριών αγωγών, υπό την ιδιότητα της ως ιδιοκτήτρια του επίδικου διαμερίσματος, την οποία ιδιότητα επιχειρούν να πλήξουν οι Αιτητές. Οι ΝΠ και ΑΠ εμπλέκονται στις δύο εκ των τριών αγωγών, υπό την ιδιότητα τους ως πρόσωπα που συνομώτησαν στα πλαίσια των ισχυριζόμενων αδικοπραξιών, εις βάρος των Αιτητών και που είχαν ως αποτέλεσμα να απωλέσουν οι τελευταίοι το επίδικο διαμέρισμα. Το γεγονός ότι η Καθ’ης η Αίτηση, δεν αποτελεί διάδικο μέρος στην Αγωγή αρ. 974/2020, δεν μεταβάλλει την κατάσταση. Η Δ.14 θ.2 επιτρέπει τη συνένωση ακόμα και όταν οι ενάγοντες ή και οι εναγόμενοι στις αγωγές δεν είναι οι ίδιοι. Η οποιαδήποτε ιδιότητα και ευθύνη της θα κριθεί στην βάση της εγκυρότητας των επίδικων αγοραπωλητηρίων και συνεπακόλουθων μεταβιβάσεων που θα καθορίσει και τη δυνατότητα των Αιτητών να πετύχουν στην εναντίον της αξίωση.

 

33.          Δεν παραγνωρίζω ότι οι Αιτητές και η Καθ’ης η Αίτηση στις Αγωγές 1800/2020 και αρ. 1187/2021 εμφανίζονται με διαφορετική ιδιότητα και ότι πρόκειται για διασταυρούμενες αγωγές (cross action) αλλά τούτο δεν μπορεί να αποτελεί εμπόδιο, υπό τις περιστάσεις, στη συνένωση των αγωγών. Σε διασταυρούμενες αγωγές όταν ο ενάγοντας στην μια αγωγή είναι εναγόμενος στην άλλη, η συνένωση δεν είναι επιθυμητή όταν προκύπτουν δυσκολίες ως προς το ποιος διάδικος φέρει το βάρος απόδειξης και κατ' επέκταση, ποιος διευθύνει τις συνενωθείσες αγωγές και ξεκινά πρώτος την υπόθεση του. Εντούτοις όμως και σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσε να διαταχθεί η συνένωση για σκοπούς εξοικονόμησης χρόνου και δικαστικής δαπάνης αν η δεύτερη αγωγή είναι δυνατόν να λάβει την μορφή ανταπαίτησης στην πρώτη. Έχει νομολογηθεί ότι στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι οι αγωγές έχουν κοινά νομικά και πραγματικά σημεία, το θέμα της ρύθμισης της διαδικασίας, θεωρείται δευτερεύον (βλ. Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Λτδ v. Αpak Agro Industries κ.α, πιο πάνω). Κατά τη ρύθμιση της ακροαματικής διαδικασίας μπορεί κάλλιστα να διαταχθεί όπως η Αγωγή Αρ. 1187/2021 θα θεωρείται ως ανταπαίτηση στην Αγωγή αρ.1800/2020. Εξάλλου η ίδια η Καθ’ης η Αίτηση, στα πλαίσια της αγωγής της αρ.1187/2021, αναφέρεται στην εκκρεμότητα της εναντίον της αγωγής αρ.1800/2020 και συνοπτικά στην θέση που προωθεί ως υπεράσπιση της στα πλαίσια της τελευταίας.

 

34.          Προχωρώ να εξετάσω επιγραμματικά τους λόγους ένστασης, στην έκταση που δεν έχουν ήδη απαντηθεί με βάση τα όσα έχω ήδη παραθέσει πιο πάνω. 

 

35.          Να αναφέρω αρχικά ότι ο λόγος ένστασης, περί καθυστέρησης στην καταχώρηση της αίτησης δεν θεωρώ ότι  ευσταθεί. Το αίτημα διατυπώθηκε αμέσως μετά το κλείσιμο των δικογράφων της παρούσας αγωγής και στα πλαίσια της κλήσης για οδηγίες που καταχώρησαν οι Αιτητές, που είναι ο κατάλληλος χρόνος να υποβληθεί σύμφωνα με τη νομολογία και η αίτηση καταχωρήθηκε κατόπιν σχετικής άδειας του Δικαστηρίου ημερ.8/7/2024. Σημειώνεται επίσης ότι δεν καθορίζεται στη Δ.14 ο χρόνος καταχώρησης μιας τέτοιας αίτησης. Σε περίπτωση όμως καθυστέρησης στην υποβολή του αιτήματος, αυτή συνυπολογίζεται κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου (βλ. Μενελάου κ.α. v. Ξενοφώντος (1989) 1 Α.Α.Δ και Μαυρίδης v. Μιχαηλίδου (αρ.1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 416).

 

36.          Όσο αφορά τους λόγους ένστασης περί κακοπιστίας και κατάχρησης της διαδικασίας, οι οποίοι, ως έχουν εξειδικευτεί από πλευράς της Καθ’ης η Αίτηση, άπτονται της πρόθεσης των Αιτητών να καθυστερήσουν την δικαστική διαδικασία, με βάση τα όσα έχω αναφέρει ανωτέρω, η επιδιωκόμενη συνένωση ζητήθηκε στο κατάλληλο στάδιο και θα οφελέσει την διαδικασία και στις τρεις αγωγές. Επίσης, καμία σύγχυση θα προκαλέσει, εφόσον, ως κατέληξα ανωτέρω, εγείρονται ζητήματα κοινά και θα εκδικαστούν στα πλαίσια μιας διαδικασίας και η μαρτυρία που προτίθενται να παρουσιάσουν όλοι οι διάδικοι, είναι πανομοιότυπη σε όλες τις αγωγές που τους αφορούν.

 

37.          Λαμβάνοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω, κρίνω ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της Διαταγής 14 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας στην παρούσα περίπτωση. Θα προκύψει όφελος από την συνένωση των τριών αγωγών, ως αναφέρθηκε ανωτέρω, και αποφεύγεται ο κίνδυνος της έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, έχοντας υπόψη και ότι στα πλαίσια της Αγωγής αρ.1800/2020 βρίσκεται σε ισχύ προσωρινό διάταγμα εναντίον της Καθ’ης η Αίτηση, το οποίο περιορίζει την άσκηση των δικαιωμάτων της, υπό την ιδιότητα της ως η νυν ιδιοκτήτρια του επίδικου διαμερίσματος.

 

38.          Κρίνω περαιτέρω ότι οδηγός θα πρέπει να είναι η Αγωγή Αρ. 1800/2020, παρά το ότι έπεται χρονολογικά της Αγωγής αρ.974/2020, καθότι αυτή περιλαμβάνει όλα τα επίδικα ζητήματα και όλους τους διαδίκους, που εμφανίζονται στην διαδικασία, αντικατοπτρίζει την κατάσταση των πραγμάτων ως έχει σήμερα και στα πλαίσια της οποίας βρίσκεται σε ισχύ το προσωρινό διάταγμα εναντίον της Καθ’ης η Αίτηση  (βλ. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ 1. M.T.P. TRADING LTD ΚΑΙ 2. ΜΙΧΑΛΗ ΠΙΤΤΑΤΖΗ (2014) 1Γ Α.Α.Δ 2466 και Πολιτική Έφεση αρ. 345/2014, Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας AMSTECO ELECTRIC LTD, ημερομηνίας 11.3.2015).

 

39.          Κατά συνέπεια η αίτηση θα πρέπει να εγκριθεί και εγκρίνεται. Εκδίδεται διάταγμα συνένωσης της παρούσας, Αγωγής αρ.1800/2020, με τις Αγωγές αρ.974/2020 και αρ.1187/2021 του Ε.Δ.Λεμεσού με σκοπό την συνεκδίκαση τους. Οδηγός θα είναι η Αγωγή αρ.1800/2020 και η Αγωγή Αρ. 1187/2021 θα έχει θέση ανταπαίτησης σε αυτήν.

 

40.          Τα έξοδα της αίτησης, δεδομένου ότι δεν διαπιστώνεται οποιοσδήποτε λόγος να αποκλίνω από τον κανόνα που θέλει τα έξοδα να ακολουθούν το αποτέλεσμα, επιδικάζονται υπέρ των Εναγόντων –Αιτητών και εναντίον της Εναγόμενης 3 – Καθ’ ης η αίτηση 3, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, θα εγκριθούν από το Δικαστήριο και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας. Σε σχέση με τους Εναγόμενους 1 και 2, εφόσον δεν συμμετείχαν στην ενδιάμεση διαδικασία, δεν εκδίδω διαταγή για έξοδα.

 

                                   

                                                                                    (Υπ.)............................

                                                                                   Αφρ. Χαραλαμπίδη, Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο