
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Αφρ. Χαραλαμπίδη, Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 1401/2021
Μεταξύ:
ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ενάγοντα,
ν.
1. ΜΑΛΑΚ ΧΑΙΚΟΥΡ
2. ΑΝΤΩΝΗ ΠΗΛΑΒΑΚΗ
Εναγόμενων.
Ημερομηνία: 9 Μαϊου, 2025
Για τον Ενάγοντα: κος Μαρκίδης για M.CH.MICHAEL LLC
Εναγόμενοι 1 και 2 προσωπικά, χωρίς νομική εκπροσώπηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1. Με την αγωγή του ο Ενάγοντας διεκδικεί το ποσό των €2.943,17, το οποίο καταβλήθηκε στους Εναγόμενους 1 και 2 (στο εξής θα αναφέρονται μαζί ως οι «Εναγόμενοι») ως επίδομα τέκνου για την περίοδο 1/10/2005-31/12/2012, χωρίς όμως να πληρούν τα σχετικά κριτήρια. Αξιώνεται επίσης από πλευράς του Νόμιμος Τόκος από την 1/10/2005 και έξοδα.
II. ΔΙΚΟΓΡΑΦΑ
2. Παρενθετικά σημειώνω ότι, μετά την καταχώρηση της αγωγής και αφού εγέρθηκε σχετική προδικαστική ένσταση στην Υπεράσπιση, ο Ενάγοντας, πριν την καταχώρηση της κλήσης για οδηγίες, καταχώρησε τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα δυνάμει των προνοιών της Δ.25 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας με το οποίο τροποποιήθηκε ο τίτλος της αγωγής και συγκεκριμένα το όνομα του Ενάγοντα.
ΕΚΘΕΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ
3. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της Έκθεσης Απαίτησης, ο Ενάγοντας είναι ο Γενικός Διευθυντής του αρμόδιου υπουργείου στο οποίο υπάγονται οι υπηρεσίες διαχείρισης επιδομάτων. Κατά το 2005 οι Εναγόμενοι υπέβαλαν αίτηση για επίδομα τέκνου στην Υπηρεσία Χορηγιών και Επιδομάτων (στο εξής θα αναφέρεται ως η «ΥΧΕ»), το οποίο τους καταβλήθηκε για τα έτη 2005-2013.
4. Κατά το 2015, η Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας (στο εξής θα αναφέρεται ως η «ΥΔΕΠ»), η οποία αντικατέστησε την Υπηρεσία Χορηγιών και Επιδομάτων, μετά από έρευνα διαπίστωσε ότι η Εναγόμενη 1 δεν ήταν ποτέ εγγεγραμμένη στις κοινωνικές ασφαλίσεις και ο Εναγόμενος 2 κατά την επίδικη περίοδο δεν εργαζόταν στην Κύπρο και συνεπώς δεν ήταν δικαιούχοι σε επίδομα τέκνου.
5. Στις 27/1/2015 η ΥΔΕΠ απέστειλε επιστολή στους Εναγόμενους ζητώντας επιστροφή του ποσού των €3.481,17 που τους καταβλήθηκε για την περίοδο 1/10/2005-31/12/2013, λόγω υπερπληρωμής, καθότι υπεύθυνο κράτος για την παροχή επιδομάτων ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο και όχι η Κύπρος. Τον Μάρτιο του 2015 οι Εναγόμενοι μετέβησαν στα γραφεία της ΥΔΕΠ και ζήτησαν διαγραφή του ποσού της υπερπληρωμής για την περίοδο 1/10/2005-31/12/2013 το οποίο αίτημα απορρίφθηκε δια επιστολής της ΥΔΕΠ στις 11/3/2015.
6. Στις 4/6/2015 η ΥΔΕΠ έλαβε έγγραφο από τον Φορέα Διαχείρισης Επιδομάτων του Ηνωμένου Βασιλείου, από το οποίο διαφαινόταν ότι ο Εναγόμενος 2 πληροφόρησε τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ηνωμένου Βασιλείου ότι ήταν αυτοεργοδοτούμενος στην Κύπρο από το 1990, κάτι που δεν ανταποκρινόταν στην αλήθεια.
7. Κατά τις 29/1/2018 ο Ενάγοντας αποφάσισε την απαίτηση του ποσού των €2.943,17 για την περίοδο 1/10/2005-31/12/2012 αντί του ποσού των €3.481,17 για την περίοδο 1/10/2005-31/12/2013, όπως είχε αρχικά αποφασιστεί.
ΕΚΘΕΣΗ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ
8. Οι Εναγόμενοι καταχώρησαν κοινό σημείωμα εμφάνισης στην αγωγή, δηλώνοντας ότι θα υπερασπιστούν την απαίτηση του Ενάγοντα αυτοπροσώπως και, ακολούθως, καταχώρησαν κοινή Υπεράσπιση.
9. Ως έχει ήδη αναφερθει πιο πάνω, οι Εναγόμενοι έγειραν στα πλαίσια της Υπεράσπισης τους προδικαστική ένσταση σε σχέση με τον τίτλο της αγωγής και συγκεκριμένα το όνομα του Ενάγοντα, η οποία όμως προδικαστική ένσταση δεν προωθήθηκε μέσω της αγόρευσης τους και θεωρώ συνεπώς ότι έχει εγκαταληφθεί.
10. Στην Υπεράσπιση τους, οι Εναγόμενοι παραδέχονται τα ακόλουθα:
- Ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν γονείς ανήλικου και ότι υπέβαλαν αίτηση στην ΥΧΕ για επίδομα τέκνου,
- Ότι έλαβαν επίδομα τέκνου για την περίοδο 2005-2013 από την ΥΧΕ,
- Την αποστολή στους ιδίους της επιστολής ημερ.27/1/2015 από την ΥΔΕΠ ζητώντας επιστροφή του ποσού των €3.481,17 που τους καταβλήθηκε για την περίοδο 1/10/2005-31/12/2013,
- Την μετάβαση τους τον Μάρτιο 2015 στα γραφεία της ΥΔΕΠ όπου και ζήτησαν διαγραφή του ποσού
- Την αποστολή της επιστολής ημερ.11/3/2015 από την ΥΔΕΠ με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα τους για διαγραφή.
11. Πέραν των πιο πάνω δικογραφημένων παραδοχών τους, οι Εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν δικαιούχοι επιδόματος τέκνου και ότι καθ’όλη την επίδικη περίοδο διέμεναν στην Κύπρο και ότι ουδέποτε έλαβαν οποιονδήποτε επίδομα από το Ηνωμένο Βασίλειο ταυτόχρονα με το επίδομα που λάμβαναν από την Κυπριακή Δημοκρατία. Επίσης, ο Εναγόμενος είναι Κύπριος Πολίτης και ο εργοδότης του περί το έτος 1990 κατέβαλε κοινωνικές ασφαλίσεις για τον ίδιο και ουδέποτε ο Εναγόμενος 2 προέβηκε σε οποιανδήποτε ψευδή δήλωση όπως οι Ενάγοντες ισχυρίζονται.
12. Ισχυρίζονται ότι η αρμόδια αρχή ενήργησε αμελώς κατά την εξέταση της αίτησης του και της καταβολής του επιδόματος τέκνου και ότι κατά συνέπεια οφείλει ο Ενάγοντας να απαλλάξει τους Εναγόμενους από την ευθύνη για επιστροφή όλου ή μέρους του ποσού που έλαβαν για την επίδικη περίοδο και αμφισβητούν επίσης το ύψος του ποσού που αξιώνει ο Ενάγοντας.
III. ΑΚΡΟΑΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ & ΣΥΝΟΨΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ
13. Λόγω του ύψους της αξίωσης, η οποία δεν υπερβαίνει τις €3.000, η αγωγή ταξινομήθηκε και εκδικάστηκε ως «ταχείας εκδίκασης» και σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.30 Κ. 5(1) και 5(2) των Διαδικαστικών Κανονισμών, το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για την καταχώρηση έγγραφης μαρτυρίας.
ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΕΝΑΓΟΝΤΑ
14. Από πλευράς του Ενάγοντα καταχωρήθηκε ένορκη δήλωση λειτουργού διαχείρισης επιδομάτων πρόνοιας στην υπηρεσία του Ενάγοντα (στο εξής θα αναφέρεται ως η «ΕΔ-ΝΕ»).
15. Στην ΕΔ-ΝΕ, ο μάρτυρας έκανε αναφορά στα στοιχεία και έγγραφα που προσκόμισαν οι Εναγόμενοι κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης τους για πρώτη φορά για παραχώρηση επιδόματος τέκνου στις 9/12/2005 και ότι ο Ενάγοντας κατέβαλε στους Εναγόμενους επίδομα τέκνου για τα έτη 2005-2013.
16. Σύμφωνα με τον μάρτυρα, μέχρι τις 31/12/2011 οι αιτήσεις δεν υποβάλλονταν σε ετήσια βάση όπως ίσχυε από την 1/1/2012 και αναφέρθηκε στα στοιχεία και έγγραφα που υποβλήθηκαν από πλευράς των Εναγομένων για την αίτηση παραχώρησης επιδόματος τέκνου για το έτος 2013, τα οποία σε συνδυασμό με ελέγχους από πλευράς της αρμόδιας υπηρεσίας, προέκυψε η διαπίστωση ότι οι Εναγόμενοι δεν ήταν δικαιούχοι στο εν λόγω επίδομα. Παρόλα αυτά ανέφερε ότι ο Ενάγοντας κατέβαλε στους Εναγόμενους το επίδομα και για το έτος 2013.
17. Οι Εναγόμενοι υπέβαλαν αίτηση για παραχώρηση επιδόματος τέκνου και για το έτος 2014, και με βάση τα στοιχεία που υπέβαλαν και επικοινωνίας του Ενάγοντα με τον αντίστοιχο φορέα επιδομάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο Ενάγοντας ότι δεν ήταν δικαιούχοι στο επίδομα κατά την επίδικη περίοδο.
18. Ο Ενάγοντας απέστειλε συστημένη επιστολή ημερομηνίας 27/1/2015 για υπερπληρωμές επιδόματος τέκνου και οι Εναγόμενοι κατόπιν επίσκεψης τους στα γραφεία του Ενάγοντα τον Μάρτιο 2015, ζήτησαν τη διαγραφή της υπερπληρωμής. Παρά το γεγονός ότι το προαναφερόμενο αίτημα τους απορρίφθηκε μέσω επιστολής του Ενάγοντα ημερομηνίας 11/3/2015, ο Ενάγοντας αποφάσισε την μη απαίτηση του ποσού που καταβλήθηκε στους Εναγόμενους για το έτος 2013 εφόσον λανθασμένα προχώρησε στην καταβολή του.
19. Στις 29/1/2015 όμως αποφασίστηκε η απαίτηση του αναθεωρημένου συνολικού ποσού υπερπληρωμής για την περίοδο 1/10/2005 – 31/12/2012 η οποία ανερχόταν σε €2.943,17.
ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ
20. Από πλευράς των Εναγομένων, καταχωρήθηκε ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 2, εκ μέρους και της Εναγόμενης 1, ως συζύγου αυτής και κατόπιν εξουσιοδότησης της τελευταίας (στο εξής θα αναφέρεται ως η «ΕΔ-ΑΠ»).
21. Οι Εναγόμενοι επανέλαβαν την θέση τους ότι η αρμόδια υπηρεσία κατά τον ουσιώδη χρόνο ενήργησε αμελώς κατά την υποβολή της αίτησης τους, η οποία συμπληρώθηκε κατ’υπόδειξη των λειτουργών της και ενώ οι ίδιοι δεν γνώριζαν την σχετική Νομοθεσία και ότι δεν είναι ορθό υπό τις περιστάσεις να επωμιστούν τις συνέπειες των λαθών της.
22. Ανέφεραν ότι η αξίωση τους καταχωρήθηκε με υπερβολική καθυστέρηση η οποία αποτελεί εμπόδιο στην προώθηση της και προέβαλαν ζήτημα παραγραφής.
23. Περαιτέρω, προβλήθηκε από πλευράς τους επιχειρηματολογία, στην βάση της μαρτυρίας που προσάχθηκε μέσω της ΕΔ-ΝΕ, ως προς την μη απόδειξη της αξίωσης του Ενάγοντα, εφόσον δεν έχει προσκομιστεί αντίγραφο της αίτησης τους ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο δηλώθηκαν οιαδήποτε λανθασμένα στοιχεία από πλευράς τους και ως προς την μη απόδειξη του ύψους του αξιούμενου ποσού και την μη δικαιολόγηση αξίωσης τόκου με αναδρομική ισχύ από την 1/10/2005.
ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ
24. Κατά το στάδιο των τελικών αγορεύσεων καταχωρήθηκαν γραπτά κείμενα από πλευράς του συνήγορου του Ενάγοντα και των Εναγομένων, το περιεχόμενο των οποίων υιοθέτησαν. Ακολούθως, η απόφαση του Δικαστηρίου επιφυλάχθηκε.
IV. ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΕΠΙ ΠΑΡΑΔΕΚΤΩΝ Ή ΜΗ ΑΜΦIΣΒΗΤΟΥΜΕΝΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
25. Από τις έγγραφες προτάσεις, από το σύνολο του μαρτυρικού υλικού και το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων, προκύπτουν ως παραδεκτά ή μη αμφισβητούμενα γεγονότα τα ακόλουθα:
(α) Ότι, οι Εναγόμενοι 1 και 2 κατά τον ουσιώδη για την αγωγή χρόνο ήταν γονείς ανήλικου τέκνου για το οποίο στις 9/12/2005 υπέβαλαν αίτηση στην ΥΧΕ για επίδομα τέκνου.
(β) Ότι, κατόπιν της αίτησης τους, οι Εναγόμενοι 1 και 2 έλαβαν επίδομα τέκνου για τα έτη 2005 -2013 από την ΥΧΕ.
(γ) Ότι, η ΥΔΕΠ στις 27/1/2015 απέστειλε διπλοσυστημένη επιστολή στους Εναγόμενους 1 και 2 με την οποία ζητούσε την επιστροφή του ποσού €3.481,17 εντός δύο μηνών από τις 27/1/2015, το οποίο ποσό τους καταβλήθηκε ως επίδομα τέκνου για την περίοδο 1/10/2005 -31/12/2013, για τον λόγο ότι συνιστούσε υπερπληρωμή, εφόσον το υπεύθυνο κράτος για την παροχή επιδομάτων ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο, και όχι η Κύπρος.
(δ) Ότι, τον Μάρτιο του 2015, οι Εναγόμενοι 1 και 2 μετέβησαν στα γραφεία της ΥΔΕΠ και υπέβαλαν προφορικό αίτημα για διαγραφή του ποσού της υπερπληρωμής
(ε) Ότι, το προφορικό αίτημα τους απορρίφθηκε μέσω επιστολής της ΥΔΕΠ ημερ.11/3/2015.
(στ) Ότι οι Εναγόμενοι ουδέποτε κατέβαλαν το ποσό που απαιτήθηκε μέσω τις επιστολής ημερομηνίας 27/1/2015 στον Ενάγοντα ή στην αρμόδια υπηρεσία.
26. Ως προς τα πιο πάνω, προβαίνω σε ανάλογα ευρήματα.
V. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΩΝ
27. Η εκδίκαση υποθέσεων που κατατάσσονται ως «ταχείας εκδίκασης», όπως είναι η παρούσα, δεν αλλοιώνει τους βασικούς κανόνες απόδειξης που ισχύουν σε αστικές υποθέσεις. Ως αναφέρθηκε στην Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λάρνακας v. Α.Σ. ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ, Πολιτική Έφεση Αρ.104/2019, ημερ.19/7/2024 «Το βάρος απόδειξης, όπως ορθά παρατηρεί το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν υποβαθμίζεται ούτε αντιμετωπίζεται εκπτωτικά σε υποθέσεις «ταχείας εκδίκασης» που διέποντο από τις πρόνοιες της Διαταγής 30. Ο ενάγοντας έχει το ίδιο βάρος απόδειξης και θα πρέπει να το αποσείσει στο ίδιο επίπεδο, αν θέλει να δικαιούται σε απόφαση.»
28. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω ευρήματα μου που προέκυψαν από παραδεκτό ή μη αμφισβητούμενο υπόβαθρο μεταξύ των μερών, στην παρούσα ο Ενάγοντας όφειλε να προσκομίσει αξιόπιστη, σαφή, πειστική, αλλά και την καλύτερη, υπό τις περιστάσεις, μαρτυρία που να αποδεικνύει ότι το ποσό που καταβλήθηκε στους Εναγόμενους ως επίδομα τέκνου για την επίδικη περίοδο, καταβλήθηκε κατά παράβαση του Περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμος του 2002 (167(I)/2002), ώστε να δύναται ο Γενικός Διευθυντής να το διεκδικήσει με πολιτική αγωγή, και ότι το εν λόγω ποσό παραμένει απλήρωτο.
29. Παρά το ότι το Δικαστήριο δεν είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει την συμπεριφορά των μαρτύρων από το εδώλιο του μάρτυρα, εφόσον ουδείς μάρτυρας αντεξετάσθηκε, εντούτοις, τούτο δεν είναι καθοριστικό για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας τους. Η απόφαση ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων που κατέθεσαν ενώπιον μου θα ληφθεί λαμβάνοντας υπόψη σωρεία άλλων παραγόντων που έχουν καθιερωθεί από την πάγια νομολογία όπως είναι για παράδειγμα η λογικοφάνεια της εκδοχής τους, η ύπαρξη ή έλλειψη υπερβολών ή ουσιωδών αντιφάσεων, η ποιότητα της μαρτυρίας τους, η ύπαρξη ή η απουσία οποιουδήποτε προσωπικού συμφέροντος, η υποστήριξη της μαρτυρίας τους από την ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφη μαρτυρία ή άλλη μαρτυρία (π.χ. πραγματική μαρτυρία) και η αντικειμενική υφή, υπόσταση και αντιπαραβολή των εκατέρωθεν θέσεων των μαρτύρων (βλ. Στυλιανίδης ν. Χατζηπιέρα (1992) 1 ΑΑΔ 1056, Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506, Ζερβού ν. Ζερβού (2011) 1 ΑΑΔ 2192 και Κυριακίδης ν. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ Πολιτική Έφεση 185/2012, ημερ.19/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:A179), παράλληλα, έχοντας κατά νουν και την δυνατότητα του Δικαστηρίου να αποδεχθεί ή να απορρίψει είτε όλη είτε μέρος της προσκομισθείσας μαρτυρίας (Φάρμα Ρένος Χ''Ιωάννου Δημοσια Εταιρεία Λτδ ν. Χίννη (2012) 1(Β) ΑΑΔ 1331 και Αυξεντίου ν. Δίγκλη (2007) 1(Β) ΑΑΔ 1367).
30. Σε ότι αφορά τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε από την πλευρά του Ενάγοντα σημειώνω ότι, μελετώντας το περιεχόμενο της αρμόδιου λειτουργού, δεν εντοπίζω εγγενή προβλήματα αξιοπιστίας. Ο μάρτυρας δηλώνει την εξουσιοδότηση του, την ιδιότητα του που είναι συνυφασμένη με τα ιδιαίτερα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση και την πηγή της προσωπικής του γνώσης. Η ένορκη του δήλωση έχει εσωτερική συνοχή, δεν περιέχει αντιφάσεις, συνάδει με τις δικογραφημένες θέσεις του Ενάγοντα και συνάδει επίσης με το περιεχόμενο των Τεκμηρίων που επισυνάπτει. Δεν διαπιστώνεται οποιoσδήποτε λόγος που να καθιστά τη μαρτυρία του συγκεκριμένου λειτουργού μη αποδεκτή.
31. Δεν μου διαφεύγει ότι δεν επισυνάφθηκε αντίγραφο της επίδικης αίτησης των Εναγόμενων για επίδομα τέκνου, αλλά θεωρώ ότι οι ίδιοι οι Εναγόμενοι απάλλαξαν τον Ενάγοντα από το σχετικό βάρος απόδειξης, εφόσον η υποβολή της αίτησης από πλευράς τους έχει ήδη καταστεί εύρημα του Δικαστηρίου, πιο πάνω, στην βάση του ότι αποτελεί παραδεκτό γεγονός. Συνεπώς δεν θεωρώ ότι κλονίζεται η αξιοπιστία της μαρτυρίας που έχει προσαχθεί από πλευράς του σ ’αυτήν τη βάση.
32. Από τη μαρτυρία του, αποδέχομαι ότι:
(α) Ο Ενάγοντας είναι ο Γενικός Διευθυντής του υπουργείου εργασίας, πρόνοιας και κοινωνικών ασφαλίσεων, το οποίο είναι το αρμόδιο υπουργείο στο οποίο υπάγονται οι υπηρεσίες διαχείρισης επιδομάτων και ενάγει μέσω του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
(β) Κατά τον ουσιώδη χρόνο η συγκεκριμένη αρμόδια υπηρεσία για την εξέταση αιτήσεων και καταβολή επιδόματος τέκνου ήταν η ΥΧΕ.
(γ) Η ΥΔΕΠ αντικατέστησε την ΥΧΕ στην καταβολή επιδόματος τέκνου.
(δ) Το τεκμήριο 4 (ΕΔ-ΝΕ) αποτελεί την επιστολή ημερ.27/1/2015 με την οποία ο Γενικός Διευθυντής κοινοποίησε τη διαπίστωση του περί αντικανονικής καταβολής του ποσού €3.481,17 στους Εναγόμενους 1 και 2, ως επίδομα τέκνου για την περίοδο 1/10/2005 -31/12/2013, και απαίτησε την επιστροφή του εν λόγω ποσού εντός δύο μηνών από τις 27/1/2015.
(ε) Το τεκμήριο 5 (ΕΔ-ΝΕ) αποτελεί την επιστολή ημερ.11/3/2015 του Γενικού Διευθυντή, μέσω της οποίας απορρίφθηκε το αίτημα που υπέβαλαν οι Εναγόμενοι 1 και 2 για την διαγραφή του ποσού €3.481,17, ως υπερπληρωμή.
(στ) Στις 29/1/2018, ο Ενάγοντας αποφάσισε τη μη απαίτηση του ποσού επιδόματος τέκνου που καταβλήθηκε στους Εναγόμενους 1 και 2 για το έτος 2013, εφόσον λανθασμένα προχώρησε στην καταβολή του. Σημειώνω στο σημείο αυτό ότι στην ΕΔ-ΝΕ γίνεται αναφορά σε 29/1/2015, αλλά το συνημμένο τεκμήριο 10 επιβεβαιώνει την ορθή ημερομηνία, η οποία συνάδει και με την σχετική δικογραφημένη θέση του Ενάγοντα που δεν έχει αμφισβητηθεί ούτε αντικρουστεί από τους Εναγόμενους.
33. Ερχόμενη τώρα στην μαρτυρία των Εναγόμενων, δηλαδή το περιεχόμενο της ΕΔ-ΑΠ και των συνημμένων σ’αυτήν εγγράφων.
34. Ως φαίνεται από πιο πάνω, η προαναφερόμενη μαρτυρία επικεντρώθηκε στην αμφισβήτηση της νομιμότητας της απόφασης του Γενικού Διευθυντή για την διαπίστωση υπερπληρωμής και την διεκδίκηση του εν λόγω ποσού, στην βάση αμέλειας που επέδειξε η αρμόδια υπηρεσία κατά την υποβολή και εξέταση της επίδικης αίτησης των Εναγόμενων και της καθυστέρησης που επέδειξε στην απαίτηση του ποσού. Στο σύγγραμμα The Modern Law of Evidence, των Adrian Keane & Paul McKeown, 14η έκδοση, 2022 (σ. 34), εξηγείται ότι βαρύτητα της μαρτυρίας είναι η πειστικότητά της και η αποδεικτική της αξία σε σχέση με τα επίδικα γεγονότα (‘facts in issue’). Το εν λόγω σκέλος της μαρτυρίας των Εναγομένων 1 και 2, θεωρώ ότι δεν σχετίζεται με τα επίδικα ζητήματα, εφόσον, ως θα εξηγηθεί κατωτέρω πιο αναλυτικά, το παρόν Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να εξετάσει την νομιμότητα της επίδικης απόφασης του Γενικού Διευθυντή.
35. Από το υπόλοιπο μέρος της μαρτυρίας των Εναγόμενων (ΕΔ-ΑΠ), το οποίο συνάδει και με τη μαρτυρία που προσάχθηκε από πλευράς του Ενάγοντα και δεν έχει αντικρουστεί από τον τελευταίο, ως και με τα πιο πάνω ευρήματα μου και το φάκελο της αγωγής, αποδέχομαι ότι υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προώθηση της αξίωσης του Ενάγοντα. Επίσης αποδέχομαι ότι δεν προσάχθηκε από πλευράς του Ενάγοντα αναλυτική κατάσταση του αξιούμενου ποσού για την επίδικη περίοδο.
VI. ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ & ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
36. Το αγώγιμο δικαίωμα του Ενάγοντα πηγάζει από τον Περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμος του 2002 (167(I)/2002), και συγκεκριμένα από το Άρθρο 16 το οποίο, όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, αναφέρει τα ακόλουθα:
«16. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ο Γενικός Διευθυντής δύναται να διεκδικεί με πολιτική αγωγή οποιοδήποτε ποσό καταβλήθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου υπό μορφή χρέους οφειλόμενου στη Δημοκρατία.»
37. Ως έχει ήδη αναφερθεί πιο πάνω, αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι οι Εναγόμενοι έλαβαν από την ΥΧΕ το ποσό των €3.481,17 ως επίδομα τέκνου για τα έτη 2005 -2013.
38. Συνεπώς, το ερώτημα που προκύπτει με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 16 του Ν.167(I)/2002, είναι το κατά πόσο το εν λόγω ποσό καταβληθηκε στους Εναγόμενους κατά παράβαση των διατάξεων του τελευταίου, ώστε να δικαιούται ο Ενάγοντας να το διεκδικήσει με πολιτική αγωγή.
39. Στο πλαίσιο αυτό, αποτέλεσε πιο πάνω περαιτέρω εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με επιστολή του ημερομηνίας 27/1/2015, κοινοποίησε την απόφαση του στους Εναγόμενους 1 και 2, όσο αφορά την διαπίστωση του περί αντικανονικής καταβολής στους τελευταίους του ποσού των €3.481,17, στην βάση του ότι κατά την επίδικη περίοδο, δεν είχαν δικαίωμα λήψης επιδόματος τέκνου στην Κύπρο, και, παράλληλα, ζήτησε επιστροφή του εν λόγω ποσού εντός καθορισμένης περιόδου.
40. Η σχετική εξουσία του Γενικού Διευθυντή να απαιτήσει την επιστροφή του εν λόγω ποσού με τον προαναφερόμενο τρόπο, εδράζεται στο άρθρο 10(1) του Ν.167(I)/2002, κάτι που επιβεβαιώνεται και από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 4 της ΕΔ-ΝΕ, το οποίο αναφέρει τα ακόλουθα:
«10.—(1) Αν αποδειχθεί ότι ένα πρόσωπο εισέπραξε οποιοδήποτε ποσό με τη μορφή επιδόματος χωρίς να το δικαιούται, το πρόσωπο αυτό υποχρεούται να επιστρέψει το εν λόγω ποσό εντός της περιόδου που καθορίζεται από το Γενικό Διευθυντή ή από εξουσιοδοτημένο λειτουργό.»
41. Το αμέσως επόμενο Άρθρο 11 του Ν.167(I)/2002, ως ίσχυε κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης που περιέχετο στην επιστολή ημερομηνίας 27/1/2015, αναφέρει τα ακόλουθα:
«11.—(1) Πρόσωπο, το οποίο δεν ικανοποιείται από απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου από το Γενικό Διευθυντή ή εξουσιοδοτημένο λειτουργό, δύναται μέσα σε τριάντα ημέρες από τη γνωστοποίηση σ' αυτό της απόφασης, να την προσβάλει στον Υπουργό με έγγραφη αιτιολογημένη προσφυγή.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή χωρίς υπαίτια βραδύτητα, αποφασίζει πάνω σ' αυτή και κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση την απόφασή του στον προσφεύγοντα.»
42. Είναι καλά εμπεριστατωμένη αρχή ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να κρίνει την νομιμότητα και εγκυρότητα εκτελεστής διοικητικής πράξης (βλ. μεταξύ άλλων Λανίτης Λτδ κ.α ν Γεν. Εισαγγελέα (1991) 1 Α.Α.Δ 225,231 και απόφαση της ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Συμβ. Εγγρ. Αρχιτεκτόνων & Πολ. Μηχανικών ν. Κωνσταντίνου κ.α (1994) 3 Α.Α.Δ 453, 458). Το Εφετείο στην υπόθεση Takis P. Makrides Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1997) 1 Α.Α.Δ. 1424 επιβεβαίωσε ότι το άρθρο 146.1 του Συντάγματος, αποκλείει την εξέταση άμεσα, έμμεσα, ή παρεμπιπτόντως από πολιτικό Δικαστήριο, της νομιμότητας και εγκυρότητας εκτελεστής διοικητικής πράξης και κάθε προπαρασκευαστικής πράξης ή ενέργειας συναφούς προς την έκδοση της.
43. Εκτελεστή διοικητική πράξη θεωρείται η πράξη ή απόφαση που συνίσταται στη δημιουργία, τροποποίηση ή κατάλυση νομικής κατάστασης, δηλαδή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διοικητικού χαρακτήρα του διοικούμενου - (βλ. Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Ltd. (1994) 3 Α.Α.Δ. 26). Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, εξετάζεται πρώτιστα ο χαρακτήρας της πράξης, ως επίσης και ο χαρακτήρας του οργάνου που πήρε την υπό κρίση απόφαση αλλά και οι γενικότερες περιστάσεις λήψης της απόφασης.
44. Έχω τη γνώμη ότι η απόφαση του Γενικού Διευθυντή, ως διατυπώθηκε στην επιστολή ημερομηνίας ημερομηνίας 27/1/2015 προς τους Εναγόμενους είναι απόφαση διοικητικού οργάνου, εφόσον παρήγαγε έννομα αποτελέσματα τα οποία είχαν ως συνέπεια την δημιουργία υποχρέωσης των Εναγομένων για την επιστροφή του ποσού που τους καταβλήθηκε ως επίδομα τέκνου για την επίδικη περίοδο. Μέσω αυτής, επιβλήθηκε η υποχρέωση στους Εναγόμενους δυνάμει του Άρθρου 10 του Ν.167(I)/2002, μη υφιστάμενη προ της έκδοσής της, η μη εκπλήρωση της οποίας παρείχε το δικαίωμα στη διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή της (βλ.Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Limited (1994) 3 Α.Α.Δ. 26).
45. Έχει επίσης καταστεί εύρημα του Δικαστηρίου, ότι οι Εναγόμενοι, κατόπιν παραλαβής της επιστολής ημερομηνίας 27/1/2015, επισκέφθηκαν τα γραφεία της ΥΔΕΠ τον Μάρτιο του 2015 και υπέβαλαν προφορικό αίτημα για διαγραφή του ποσού της υπερπληρωμής το οποίο και απορρίφθηκε μέσω της επιστολής ημερ.11/3/2015. Από τα δεδομένα αυτά, σε συνδυασμό με την δυσαρέσκεια των Εναγομένων, η οποία προκύπτει από το περιεχόμενο της υπεράσπισης τους, ως προωθήθηκε μέσω της από πλευράς τους μαρτυρίας, προκύπτει ότι οι Εναγόμενοι δεν ήταν ικανοποιημένοι με την εν λόγω απόφαση. Παρ' όλ' αυτά, από το περιεχόμενο των δικογράφων, ως και την μαρτυρία που προσάχθηκε προς υποστήριξη των εκατέρωθεν θέσεων των διαδίκων, δεν διαφαίνεται οι Εναγόμενοι να προσέβαλαν με προσφυγή την απόφαση του Γενικού Διευθυντή ως προνοεί το Άρθρο 11 του Ν.167(I)/2002 αλλά ούτε και με προσφυγή με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
46. Το προφορικό αίτημα διαγραφής του ποσού της υπερπληρωμής, που υπέβαλαν οι Εναγόμενοι προφανώς δεν αποτελούσε «έγγραφη αιτιολογημένη προσφυγή» υπό την έννοια του Άρθρου 11(1) του Ν.167(I)/2002 ούτε και προσφυγή σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος, συνεπώς είμαι της άποψης ότι δεν επηρεάζει την επίδικη απόφαση του Γενικού Διευθυντή, στην επιστολή ημερομηνίας 27/1/2015.
47. Εφόσον δεν υπάρχει υπόβαθρο γεγονότων ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η επίδικη απόφαση έχει προσβληθεί από πλευράς των Εναγομένων, ως ο Νόμος προνοεί, καταλήγω σε εύρημα ότι αυτή δεν έχει προβληθεί και συνεπώς κρίνω ότι αποδέχτηκαν τόσο τη νομιμότητα της διαπίστωσης ότι δεν είχαν δικαίωμα σε επίδομα τέκνου για την επίδικη περίοδο, όσο και τη νομιμότητα της απόφασης συνεπεία αυτής της διαπίστωσης, που ήταν η δημιουργία υποχρέωσης τους να επιστρέψουν στο αρμόδιο όργανο το ποσό το οποίο τους καταβλήθηκε εντός της προθεσμίας που καθόρισε ο Γενικός Διευθυντής.
48. Είναι επίσης καθιερωμένη αρχή διοικητικού δικαίου ότι πράξη ή απόφαση εναντίον της οποίας έγινε ένσταση ή ιεραρχική προσφυγή, με βάση νομοθετική πρόνοια χάνει την εκτελεστότητα της (βλ. Economides and Others v. Republic (1978) 3 C.L.R. 230, Λυσιώτης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ 88, Eskimo Manufacturers Ltd ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1993) 4 Α.Α.Δ. 150, Κεραυνού ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 398 και Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 576). Κατ’αναλογίαν, εφόσον το παρόν Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι η απόφαση του Γενικού Διευθυντή, ως διατυπώθηκε στην επιστολή ημερομηνίας 11/3/2015, δεν έχει προσβληθεί από τους Εναγόμενους ως προνοεί ο Ν.167(I)/2002, η εν λόγω απόφαση δεν έχει χάσει την εκτελεστότητα της.
49. Εφόσον καταλήγω στο ότι η επίδικη απόφαση του Γενικού Διευθυντή αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, με βάση τις αρχές που έχω παραθέσει ανωτέρω, στερούμαι δικαιοδοσίας να εξετάσω την εγκυρότητα και νομιμότητα αυτής. Δεδομένου ότι τα όσα επικαλούνται οι Εναγόμενοι είναι άμεσα συνυφασμένα με τη νομιμότητα/αμφισβήτηση της εν λόγω διοικητικής απόφασης, κρίνω ότι το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να τα εξετάσει.
50. Όσο αφορά την καθυστέρηση στην προώθηση της αγωγής εναντίον των Εναγόμενων δεν θεωρώ ότι επηρεάζει την έκβαση αυτής εφόσον δεν αποτελεί υπεράσπιση. Από την άλλη, η θέση των Εναγόμενων περί παραγραφής, προβλήθηκε για πρώτη φορά στα πλαίσια της μαρτυρίας τους και στην γραπτή τους αγόρευση και δεν δικογραφήθηκε στην Υπεράσπιση τους ως προνοεί το Άρθρο 21 του Περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμος του 2012 (66(I)/2012), το οποίο ήταν σε ισχύ κατά την καταχώρηση της αγωγής. Συνεπώς η εν λόγω θέση δεν θα εξεταστεί από πλευράς του Δικαστηρίου.
51. Συνεκτιμώντας όλα τα πιο πάνω, και εφόσον αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι οι Εναγόμενοι έχουν αποδεχθεί τη νομιμότητα της απόφασης του Γενικού Διευθυντή, και ότι ουδέποτε συμμορφώθηκαν με την προθεσμία καταβολής του εν λόγω ποσού στον Ενάγοντα που καθορίστηκε από τον τελευταίο ή κατέβαλαν το εν λόγω ποσό ή άλλο ποσό έναντι αυτού στον Ενάγοντα, κρίνω ότι ο Ενάγοντας πέτυχε στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, να πείσει το Δικαστήριο ότι η εκδοχή του ήταν αληθής και πιθανή.
52. Όσο αφορά όμως την διεκδίκηση νόμιμου τόκου από πλευράς του Ενάγοντα με αναδρομική ισχύ από την 1/10/2005, στην παρούσα περίπτωση προφανώς δεν υπήρχε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων που να διέπει το εν λόγω ζήτημα. Περαιτέρω, εν όψει του ευρήματος του Δικαστηρίου περί της μη ύπαρξης αναλυτικής κατάστασης του εν λόγω ποσού για την επίδικη περίοδο για να δύναται να διαπιστωθεί πως και πότε καταβλήθηκε το εν λόγω ποσό στους Εναγόμενους, σε συνδυασμό με την αδικαιολόγητη καθυστέρηση που επέδειξε ο Ενάγοντας στην προώθηση της αγωγής του, κρίνω ορθό να επιδικάσω τόκο επί οιονδήποτε ποσών από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής.
VII. ΚΑΤΑΛΗΞΗ
53. Για τους λόγους που έχω εξηγήσει ανωτέρω η αγωγή επιτυγχάνει και εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα για το ποσό των €2.943,17.
54. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα, όπως υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
55. Τα πιο πάνω ποσά, θα φέρουν νόμιμο τόκο από την καταχώρηση της αγωγής μέχρι εξόφλησης
(Υπ.)............................
Αφρ. Χαραλαμπίδη, Ε.Δ.
Πιστόν Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο