Ε.Μ. ATHANASIOU CONSTRUCTIONS & DEVELOPMENTS LTD ν. D.T.A ATHANASIOU CONSTRUCTIONS LTD, Αρ. Αγωγής: 2760/2019, 22/9/2025
print
Τίτλος:
Ε.Μ. ATHANASIOU CONSTRUCTIONS & DEVELOPMENTS LTD ν. D.T.A ATHANASIOU CONSTRUCTIONS LTD, Αρ. Αγωγής: 2760/2019, 22/9/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Πασιαρδή, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 2760/2019

Μεταξύ:

 

Ε.Μ. ATHANASIOU CONSTRUCTIONS & DEVELOPMENTS LTD

 

                                                                                                        Ενάγουσας

            -και-   

 

D.T.A ATHANASIOU CONSTRUCTIONS LTD

                                                                                    Εναγομένης

Ημερομηνία: 22 Σεπτεμβρίου 2025

Εμφανίσεις:

Για την Ενάγουσα: κ. Σ. Φασουλιώτης για Χρήστος Πουργουρίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε

Για την Εναγόμενη: κα Η. Πέτρου μαζί με κ. Γ. Λάντα για Giorgos Landas LLC

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Εισαγωγή - Δικόγραφα

  1. Η Ενάγουσα, εταιρεία που ασχολείται με την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών καταχώρησε την 26/11/2019 την παρούσα αγωγή και σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης ημερομηνίας 25/06/2020 αξιώνει από την Εναγόμενη αποζημιώσεις συνεπεία παράνομου τερματισμού συμφωνιών παροχής εργολαβικών υπηρεσιών στα έργα της Εναγόμενης με τις ονομασίες «Ι-style 2, I-style 3, Ishape, Bliss, High Tree» ημερομηνίας 16/03/2017, 01/07/2018, 10/01/2019 και 30/07/2019 αντίστοιχα  (οι «Συμφωνίες Υπεργολαβίας»). Η Ενάγουσα εκτελούσε τις εν λόγω εργασίες σε όλα τα έργα μέχρι και την 23/09/2019 όπου με επιστολή της Εναγόμενης αυτές τερματίστηκαν, τερματισμό τον οποίο περιγράφει ως παράνομο και αυθαίρετο. Ισχυρίζεται ότι λόγω του τερματισμού υπέστη ζημίες και απώλεια διαφυγόντων κερδών ύψους €40,521 τα οποία υπολογίζει θα αποκτούσε από την ολοκλήρωση των οικοδομικών εργασιών. Περαιτέρω, δικογραφεί ότι, συνεπεία του τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας, παρέμεινε αδρανής και δεν αναλάμβανε άλλες εργασίες ενώ μετά τον τερματισμό συνέχιζε να καταβάλλει μισθούς στους υπαλλήλους που εργοδοτούσε από 01/09/2019 μέχρι 30/12/2019 καθότι αν τους απέλυε χωρίς προειδοποίηση, ο τερματισμός θα ήταν παράνομος εξ ου και αξιώνει το ποσό των €22,097 ως καταβλητέα ημερομίσθια υπαλλήλων.

 

  1. Με την Υπεράσπιση ημερομηνίας 01/09/2020 η Εναγόμενη αποδέχεται την ιδιότητα της Ενάγουσας, τη σύναψη των Συμφωνιών Υπεργολαβίας και το γεγονός ότι προέβαινε σε σχετικές πληρωμές προς την Ενάγουσα στη βάση των εκτελεσθείσων υπηρεσιών. Αρνείται το παράνομο του τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας τον οποίο αποδίδει στην αντισυμβατική και αντιεπαγγελματική συμπεριφορά της Ενάγουσας εξαιτίας της οποίας επήλθε και θανατηφόρο εργατικό ατύχημα τον Αύγουστο 2019. Δικογραφεί ότι επανειλημμένα προειδοποίησε την Ενάγουσα για τη μη συμμόρφωση και μη τήρηση των όρων εργασίας παρά τις υποδείξεις της. Αρνείται ότι η Ενάγουσα υπέστη ζημιά, ότι δικαιούται να διεκδικεί οφειλές προς τους υπαλλήλους της και ότι οφείλει οποιοδήποτε υπόλοιπο και οικονομική εκκρεμότητα καθότι κατέβαλε ολόκληρο το ποσό που αφορούσε τις εκτελεσθείσες εργασίες και αναφέρεται σε συμφωνία ημερομηνίας 18/10/2019 (η «Συμφωνία Διευθέτησης») μεταξύ των διαδίκων.

 

  1. Η Ενάγουσα με την Απάντηση στην Υπεράσπιση ημερομηνίας 03/09/2020 αναφέρει ότι ευθύνη για το θανατηφόρο φέρει αποκλειστικά η Εναγόμενη. Επιπλέον προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η Ενάγουσα δόλια και παράνομα επιχείρησε να αποσπάσει την υπογραφή του Διευθυντή της Ενάγουσας που τελούσε υπό καθεστώς ψυχικού κλονισμού, την επόμενη της κηδείας, επί διαφόρων εγγράφων τα οποία προχρονολόγησαν, τα οποία δεν διάβασε ο Διευθυντής της, ώστε να φαίνεται ότι την ευθύνη για την ασφάλεια και υγεία των εργαζόμενων είχε ανατεθεί από την Εναγόμενη στην Ενάγουσα από προηγουμένως. Απορρίπτεται η θέση ότι η Ενάγουσα δεν τηρούσε τους όρους εργασίας ή ότι επέδειξε αντισυμβατική συμπεριφορά ή ότι αγνοούσε σχετικές  υποδείξεις ενώ διευκρινίζει ότι διαφώνησε με απαίτηση της Εναγόμενης όπως απολυθεί από την Ενάγουσα ο αδελφός του αποθανόντα καθότι αυτό θα ήταν παράνομο. Απορρίπτεται η θέση ότι με τη Συμφωνία Διευθέτησης διευθετήθηκαν οι διαφορές των διαδίκων. 

Διαδικασία

 

  1. Προς υποστήριξη των θέσεων της Ενάγουσας, δόθηκε μαρτυρία από τον κ. Μιχάλη Αθανασίου (ME1), τον κ. Κύπρο Κύπρου (ΜΕ2), τον κ. Γεώργιο Ελευθερίου (ΜΕ3) και την κα Τούλλα Κωνσταντίνου (ΜΕ4). Προς υποστήριξη της ισχυρισμών της Εναγόμενης δόθηκε μαρτυρία από τον κ. Αθανάσιο Αθανασίου (ΜΥ1). Το σύνολο της προφορικής μαρτυρίας είναι καταγεγραμμένο στα πρακτικά που τηρήθηκαν και όλες οι γραπτές δηλώσεις και Τεκμήρια βρίσκονται κατατεθειμένα στον φάκελο της διαδικασίας. Τα επιχειρήματα και όλη η μαρτυρία που προσκομίσθηκε, αμφοτέρων των πλευρών, εξετάστηκαν σε όλη τους την έκταση από το Δικαστήριο, χωρίς να υπάρχει ανάγκη ειδικής επίκλησής τους, καθότι δεν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αιτιολόγησης δικαστικής απόφασης ειδική αναφορά ή πραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται (BITONIC LTD v. BΑNK OF MOSCOW-BANK JOINT STOCK COMPANY ΠΡΩΗΝ JOINT STOCK COMMERCIAL BANK "BANK OF MOSCOW" (OPEN JOINT-STOCK COMPANY), Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 117/2018, 16/3/2022, ECLI:CY:AD:2022:A113, Νίκος Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490).

 

Σύνοψη Μαρτυρίας

 

Μαρτυρία Μιχάλη Αθανασίου (ΜΕ1)

  1. Ο ΜΕ1 είναι Διευθυντής της Ενάγουσας, θέση που διατηρούσε και κατά τον επίδικο για σκοπούς της παρούσας χρόνο και στην γραπτή του δήλωση (Έγγραφο Α), κατ' ουσίαν, επανέλαβε τις θέσεις της Ενάγουσας, ως αυτές καταγράφονται στην Έκθεση Απαίτησης καταθέτοντας αριθμό εγγράφων στα οποία θα αναφερθώ εκεί όπου χρειάζεται. Στη δήλωση του περιγράφει το ιστορικό συνεργασίας των διαδίκων την υποβολή των προσφορών και προσκόμισε ως τεκμήρια και που κατέληξαν στις Συμφωνίες Υπεργολαβίας (Τεκμήρια 1-5). Περιγράφει τις επαγγελματικές σχέσεις των μερών ως άριστες μέχρι τον Σεπτέμβριο 2019, οπότε και επήλθε ο τερματισμός αυτών με την επιστολή της Εναγόμενης ημερομηνίας 23/09/2019 (Τεκμήριο 6) (η «επιστολή Τερματισμού»). Ισχυρίζεται ότι υπήρξε απαίτηση της Εναγόμενης να απολυθεί από την Ενάγουσα ο αδελφός υπαλλήλου της Ενάγουσας που απεβίωσε σε εργατικό ατύχημα ημερομηνίας 30/08/2019, το οποίο επισυνέβη στο εργοτάξιο της Εναγόμενης με την ονομασία «Bliss». Σημειώνει ότι η Ενάγουσα αρνήθηκε να απολύσει το εν λόγω πρόσωπο το οποίο επέστρεψε σε εργοτάξιο την 16/09/2019 και ότι τα όσα καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού είναι εκ των υστέρων σκέψεις και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Προσκόμισε απαντητική επιστολή του δικηγόρου της Ενάγουσας ημερομηνίας 27/09/2019 με την οποία απορρίφθηκαν οι θέσεις της Εναγόμενης, το περιεχόμενο της οποίας απέρριψε με σχετική επιστολή του ο δικηγόρος της Εναγόμενης στις 02/10/2019. Με την επιστολή τούτη η Εναγόμενη κάλεσε την Ενάγουσα να απομακρύνει τον εξοπλισμό της και όπως αποστείλει τον τελικό λογαριασμό για τις εκτελεσθείσες εργασίες. Αποστάλθηκε εκ νέου επιστολή από την Ενάγουσα προς την Εναγόμενη ημερομηνίας 08/10/2019 (Τεκμήριο 17) σχετικά με τη μεθοδολογία απομάκρυνσης του εξοπλισμού ζητώντας να της καταβληθεί το ποσό των €24,272.

 

  1. Βάσει κατάστασης λογαριασμού (Τεκμήριο 9), την οποία, ως ο ισχυρισμός του ΜΕ1 η Εναγόμενη αποδέχθηκε, υπολόγισε το ποσό που θα λάμβανε και αφορούσε μη εκτελεσθείσες εργασίες στα έργα και αυτό ανέρχεται στο ποσό των €128,109. Επίσης, βάσει εξελεγμένων οικονομικών καταστάσεων για το έτος 2019 (Τεκμήριο 13), το συνολικό κέρδος από τις εκτελεσθείσες εργασίες για το έτος 2019 ανερχόταν σε €45,134, δηλαδή το ποσοστό κέρδους ήταν 22.11%. Εφαρμόζοντας το ποσοστό αυτό επί του ποσού των €128,109 με σχετική μαθηματική πράξη καταλήγει ότι το διαφυγόν κέρδος της Ενάγουσας εταιρείας για τις μη εκτελεσθείσες εργασίες θα ήταν €28,324.90 και περιόρισε την επιπρόσθετη αξίωση για ημερομίσθια των υπαλλήλων της Ενάγουσας στο ποσό των €3,800, το οποίο αφορά τους μισθούς που λάμβανε ο ίδιος ο ΜΕ1 από την Ενάγουσα για τους μήνες Οκτώβριο 2019-Δεκέμβριο 2019, προσκομίζοντας σχετικά έγγραφα.

 

  1. Αντεξεταζόμενος ρωτήθηκε για τη συνεργασία με την Εναγόμενη και συμφώνησε ότι τα τιμολόγια που εξέδιδε πληρώνονταν ανελλιπώς, αν και δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το ποσό που πληρώθηκε για τις εκτελεσθείσες εργασίες, χωρίς να εκδίδονταν σχετικά διατακτικά και ούτε είχε διορίσει επιμετρητή ποσοτήτων. Ρωτήθηκε να εξηγήσει τι λάμβανε υπόψη κατά την έκδοση των τιμολογίων και εξήγησε την εκτελεσθείσα εργασία βάσει των προσφορών.

 

  1. Κατόπιν σχετικής ερώτησης εξήγησε τους λόγους που σταμάτησαν οι εργασίες στο έργο Bliss. Ανέφερε ότι αυτό βρισκόταν προς το τέλος του και ενώ ζήτησε να μην εκτελεστούν εργασίες σε μια από τις βεράντες του έργου ο αποθανόντας δεν είχε ακούσει τις οδηγίες και έπειτα επήλθε το θανατηφόρο. Διαφώνησε με σχετικές υποβολές για τις ευθύνες της Ενάγουσας στο εργοτάξιο,  εξήγησε ότι υπήρχε πολιτικός μηχανικός στο έργο τον οποίο ενημέρωνε αν εντόπιζε κάτι, αναφέροντας ότι «τα μέτρα ασφαλείας τηρούνταν στο έπακρο». Συμφώνησε όμως ότι υπήρξε ποινική υπόθεση εναντίον της Ενάγουσας για το θανατηφόρο, μεταξύ άλλων, λόγω παράλειψης λήψης μέτρων ασφαλείας και υγείας κατά την εκτέλεση των εργασιών και ότι στο πλαίσιο της ποινικής υπόθεση 6007/2021 επιβλήθηκε στην Ενάγουσα ποινή στις 08/07/2022. Το κατηγορητήριο και η απόφαση της ποινής άλλωστε κατατέθηκαν εκ συμφώνου ως παραδεκτά έγγραφα (Έγγραφο Β), δηλαδή και για την αλήθεια του περιεχόμενου τους, με σχετικές δηλώσεις των συνηγόρων.

 

  1. Αντεξεταζόμενος επί του ισχυρισμού ότι οι Συμφωνίες Υπεργολαβίας τερματίστηκαν για τους λόγους που πρόβαλε, ανέφερε ότι δέχτηκε σχετικό τηλεφώνημα και έγινε συνάντηση με τον ΜΥ1 και μετά τη συνάντηση ο μηχανικός του έργου τους ζήτησε να σταματήσουν γιατί «δεν υπήρχαν ικανοποιητικές σκαλωσιές, σχέδια ασφάλειας και υγείας ως επίσης και ημερολόγια». Ερωτήθηκε να αναφέρει το λόγο για τον οποίο θα έπραττε κάτι τέτοιο η Εναγόμενη ο ίδιος ανέφερε ότι του λέχθηκε από τον ΜΥ1 «Ποιος θα μου πει εμένα ότι δεν έπαθε ψυχολογικά» και σε άλλο σημείο εξήγησε ως προς τον λόγο για τον οποίο να προέβη σε κάτι τέτοιο είπε «Το μοναδικό πρόβλημα που είχε ήταν ο φόβος του ότι θα μπορούσε να αυτοκτονήσει». Του υποβλήθηκε ότι ψεύδεται και ότι ουδέποτε του ζητήθηκε να απολύσει τον αδελφό του αποβιώσαντα, αλλά αντιθέτως του ζητήθηκε να μην επιστρέψει στο εν λόγω εργοτάξιο το εν λόγω πρόσωπο γιατί βρισκόταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, θέση την οποία απέρριψε. Εξέφρασε την απορία ότι αν ο τερματισμός ήταν για λόγους ασφαλείας και υγείας τότε γιατί του επέτρεψαν να επιστρέψει στο εργοτάξιο.

 

  1. Ερωτώμενος για το περιεχόμενο της κατάστασης λογαριασμού που ετοίμασε (Τεκμήριο 9) επανέλαβε ότι αυτό έγινε βάσει των εκτελεσθεισών εργασιών αλλά συμφώνησε με υποβολή ότι στον υπολογισμό του ποσού αφαίρεσε και τις εργασίες που δεν εκτελέστηκαν και ότι είναι για αυτά τα ποσά που ζητά η Ενάγουσα πληρωμή ως διαφυγόντα κέρδη. Για την υπογραφή της Συμφωνίας Διευθέτησης ισχυρίστηκε ότι αυτή αφορούσε στις εκτελεσθείσες εργασίες και εξήγησε ότι αρνήθηκε να υπογράψει συμφωνία που αφορούσε τη διευθέτηση όλων των οικονομικών διαφορών των μερών. Επίσης αρνήθηκε ότι η απομάκρυνση του εξοπλισμού της Ενάγουσας  από τα εργοτάξια της Εναγόμενης, βάσει της Συμφωνίας Διευθέτησης έγινε βάσει μεθοδολογίας που ετοίμασε η Εναγόμενη αλλά βάσει δικής του μεθοδολογίας.

 

  1. Δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τη μαθηματική πράξη στην οποία αναφέρεται στη γραπτή του δήλωση, που αντιπροσωπεύει το διαφυγόν κέρδος και που αξιώνει στην απαίτηση, αλλά ισχυρίστηκε ότι το ποσό είναι ορθό. Δήλωσε ότι αυτά είναι λογιστικοί υπολογισμοί και παρέπεμψε στη λογίστρια ΜΕ4 που ετοίμασε σύμφωνα με τον ίδιο, το Τεκμήριο 13. Εξήγησε ότι μετά τον τερματισμό των Συμφωνιών Υπεργολαβίας «δάνεισε» τους υπάλληλους του σε άλλη εταιρεία η οποία τους πλήρωνε, όμως πλήρωνε η Ενάγουσα κοινωνικές ασφαλίσεις για να μη φύγουν από τις καταστάσεις της. Του τέθηκε ότι είναι παράνομο αυτό που έκανε με τους υπαλλήλους του, δηλαδή να δουλεύουν αλλού και εξήγησε ότι  «δεν ήταν ακριβώς δανεισμός» και ότι «αντί κάποιου ποσού έπαιρνε τους μισθούς των υπαλλήλων». Ερωτήθηκε να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους περιόρισε το ύψος της απαίτησης του, ενέργεια την οποία απέδωσε σε νομική συμβουλή που έλαβε.

 

Μαρτυρία Κύπρου Κύπρου (ΜΕ2)

 

12. Ο ΜΕ2 είναι πρώην ανώτερος επιθεωρητής και προϊστάμενος του Επαρχιακού Γραφείου Επιθεώρησης Εργασίας στη Λεμεσό και του ανατέθηκε η διερεύνηση του θανατηφόρου. Στις 30/08/2019 δόθηκε προφορικά ειδοποίηση απαγόρευσης εκτέλεσης εργασιών, ώστε να κλείσει το εργοτάξιο όπου συνέβη το ατύχημα και γραπτή ειδοποίηση απαγόρευσης στις 02/09/2019 που άρθηκε στις 20/09/2019. Δεν γνώριζε κατά πόσο μετά την άρση της απαγόρευσης ο υπεργολάβος επέστρεψε στο χώρο της δουλειάς. Προσκόμισε την κατάθεση του ΜΕ1 που δόθηκε στο τμήμα του μετά το θανατηφόρο ατύχημα. Κατά την αντεξέταση ερωτήθηκε κατά πόσο τηρούνταν τα μέτρα ασφάλειας και υγείας που αφορούσαν το «Bliss» όπου και απάντησε αρνητικά.

Μαρτυρία Γεώργιου Ελευθερίου (ΜΕ3)

13. Ο ΜΕ3 ήταν υπάλληλος της Ενάγουσας. Εργαζόταν, κατά τον ουσιώδη χρόνο, στο «Bliss». Ισχυρίστηκε ότι διακόπηκαν οι εργασίες για δύο ημέρες ενώ όταν επέστρεψε την Δευτέρα (04/09/2019) ο μάστρος του, τους ειδοποίησε ότι θα έπρεπε να σταματήσουν τις εργασίες γιατί υπήρχαν θέματα ασφάλειας και υγείας μέχρι να στηθούν σκαλωσιές. Στη συνέχεια ανέφερε ότι ο ΜΕ1 του είπε ότι θα επέστρεφαν στις 15/09/2019 και θα ήταν μαζί τους ο αδελφός του αποβιώσαντα. Ισχυρίστηκε ότι στις 15/09/2019 επέστρεψαν στην εργασία τους όμως τον ενημέρωσε ο ΜΕ1 ότι θα έπρεπε να σταματήσουν τις εργασίες του έργου λόγω του ότι ο Σωτήρης, αδελφός του αποβιώσαντα, επέστρεψε στη δουλειά και αυτό δεν το δεχόταν η Εναγόμενη.

 

14. Αντεξέταστηκε ως προς το χρονικό σημείο που δόθηκαν οδηγίες για να σταματήσουν οι εργασίες στο Bliss το οποίο προσδιόρισε ως την 16/09/2019. Tου τέθηκε ότι οι ημερομηνίες εργασίας δεν συμβαδίζουν με την ειδοποίηση απαγόρευσης εκτέλεσης εργασιών και απάντησε ότι εργάστηκε. Αρνήθηκε ότι ο λόγος που τερματίστηκε η εργασία την 16/09/2019 οφείλετο σε ζητήματα ασφάλειας και υγείας. Διευκρίνισε όμως ότι μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου 2019 εργαζόταν σε άλλη εταιρεία που τους είχε στείλει ο μάστρος από την οποία και πληρώνονταν «αλλά μεταξύ τους τα κανόνιζε ο μάστρος με άλλη εταιρεία». Συμφώνησε ότι οι μόνες εργασίες που έκαναν οι υπάλληλοι της Ενάγουσας στο εργοτάξιο μετά το θανατηφόρο ήταν το «ξεκαλούπωμα».

Μαρτυρία Τούλλας Κωνσταντίνου (ΜΕ4)

15. Η ME4 ισχυρίστηκε ότι είναι «λογιστής ελεγκτής» και ετοίμασε και υπέβαλε εκ μέρους της Ενάγουσας τις οικονομικές καταστάσεις της για το έτος 2019 (Τεκμήριο 13) στο φόρο εισοδήματος. Κατά την κυρίως εξέτασή της παρέπεμψε στη σελ. 6 του Τεκμηρίου 13 και εξήγησε ότι το καθαρό κέρδος προκύπτει από το μεικτό κέρδος το οποίο προκύπτει από το κόστος των εργασιών (αναφέροντας επί μέρους αντικείμενα), το οποίο αφαιρείται από το κόστος πωλήσεων. Από το μεικτό κέρδος αφαιρούνται έξοδα διαχείρισης και διοίκησης. Προσδιόρισε το μεικτό κέρδος στο ποσό των €48,723 το οποίο αντιστοιχεί σε ποσοστό κέρδους σε 23,87% ενώ ως κέρδος ανέφερε το ποσό των €45,134 που αντιστοιχεί σε ποσοστό 22,11%. Όπως ανέφερε δεν γνωρίζει οτιδήποτε που αφορούσε το ποσό των €128,109 το οποίο της τέθηκε ότι αφορούσε σε μη εκτελεσθείσες εργασίες και όταν ερωτήθηκε να τοποθετηθεί σε σχέση με το ποσοστό του διαφυγόντος κέρδους για τις μη εκτελεσθείσες εργασίες επέμεινε ότι αυτό αφορά το μεικτό κέρδος δηλαδή το 23,87%.

 

16. Αντεξεταζόμενη συμφώνησε ότι δεν είναι κάτοχος του τίτλου ACCA και ότι δεν είναι μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου (ΣΕΛΚ). Συμφώνησε ότι δεν είναι εγκεκριμένη λογίστρια και συμφώνησε για να ετοιμαστούν οικονομικές καταστάσεις όπως το Τεκμήριο 13 πρέπει κάποιος να είναι μέλος του ΣΕΛΚ αλλά αναφέρει ότι είναι αδειούχα και ότι έχει άδεια του Υπουργείου Οικονομικών να υποβάλει καταστάσεις στο φόρο εισοδήματος. Όταν ερωτήθηκε πώς προέβη η ίδια στην ετοιμασία των οικονομικών καταστάσεων από τη στιγμή που δεν είναι εγκεκριμένη λογίστρια και μέλος του ΣΕΛΚ παρέπεμψε στην εμπειρία της. Κατά την αντεξέταση της, εξήγησε ότι ετοίμασε τις καταστάσεις με βάση τα διεθνή πρότυπα, τα οποία ισχυρίστηκε ότι γνωρίζει. Όταν ρωτήθηκε να προσδιορίσει τα διεθνή πρότυπα που εφάρμοσε κατά την ετοιμασία των καταστάσεων και από πόσα μέρη αποτελούνται δήλωσε «1 εκατομμύρια μέρη» και στη συνέχεια ανέφερε ότι συνεργάζεται με αδειούχους σε ελεγκτικό γραφείο, που τη βοήθησαν στην ετοιμασία των καταστάσεων.

 

17. Της υποβλήθηκε ότι για την ετοιμασία καταστάσεων πρέπει να υπάρχουν ανεξάρτητα αντικειμενικά στοιχεία και ερωτήθηκε αν είχε στην κατοχή της διατακτικά ή τιμολόγια με την ίδια να τοποθετείται ότι «δεν είχα ο κύριος Μιχάλης πήγε σαν καλουψιής υπεργολάβος». Όταν της ζητήθηκε να αναφερθεί στο συνολικό κέρδος στη σελ. 6 του Τεκμήριο 13 συμφώνησε με σχετικές υποβολές ότι το καθαρό κέρδος για το έτος 2019 ήταν €34,587 μετά το φόρο. Εν τέλει της υποβλήθηκε ότι δεν μπορεί να επιβεβαιώσει ότι το ποσό που αξιώνει η Ενάγουσα με την παρούσα αγωγή είναι ορθό όπου επικαλέστηκε προσωπικά ζητήματα για τη συνάντηση με το δικηγόρο της Ενάγουσας.

Μαρτυρία Αθανάσιου Αθανασίου (ΜΥ1)

  1. Ο ΜΥ1 είναι διευθυντής της Εναγόμενης και υιοθέτησε γραπτή δήλωση ως μέρος της κυρίως εξέτασης του (Έγγραφο Γ). Στη δήλωση του περιγράφει την ιδιότητα της Εναγόμενης, το ιστορικό συνεργασίας των διαδίκων και ότι η Ενάγουσα δεν συμμορφωνόταν με τους όρους εργασίας καθότι δεν τηρούνταν τα δέοντα μέτρα ασφαλείας και υγείας, κάτι που οδήγησε στο θανατηφόρο ατύχημα στις 30/08/2019. Παραπέμπει και αυτός όπως και ο ΜΕ1 στην ανταλλαχθείσα μεταξύ των μερών αλληλογραφία και εκφράζει τη θέση ότι, όσον αφορά τη μεθοδολογία απομάκρυνσης του εξοπλισμού της Ενάγουσας αυτή ήταν πρόχειρη και δεν γνώριζε η Ενάγουσα πώς να το πράξει. Για αυτό και σύμφωνα με τον ίδιο, η Εναγόμενη ετοίμασε τη μεθοδολογία απομάκρυνσης που ενσωματώθηκε στη Συμφωνία Διευθέτησης. Αρνήθηκε ότι ο τερματισμός των Συμφωνιών ήταν παράνομος δήθεν επειδή ζήτησε την απόλυση του αδελφού του αποθανόντα και παρέπεμψε στο περιεχόμενο της επιστολής Τερματισμού. Αναφέρθηκε στην πολύ καλή οικογενειακή σχέση που διατηρεί με την κόρη του αποθανόντα, ώστε, σύμφωνα με τον ίδιο, να μην ήταν δυνατό να απαιτούσε την απόλυση του θείου της. Εξήγησε ότι αυτό που του ζητήθηκε από την οικογένεια του αποθανόντα ήταν όπως ο ίδιος ζητήσει από την Ενάγουσα, να μην εργαστεί για σύντομο χρονικό διάστημα μετά την κηδεία του ο δίδυμος αδελφός του αποβιώσαντα, διότι ο ΜΕ1 απαιτούσε να επιστρέψει στη δουλεία.

 

  1.  Ο ίδιος θεωρεί ότι με την υπογραφή της Συμφωνίας Διευθέτησης διευθετήθηκαν πλήρως όλες οι διαφορές των μερών για τις εκτελεσθείσες εργασίες αν και μεταγενέστερα αναφέρεται και σε διευθέτηση οποιονδήποτε διαφορών μεταξύ των μερών. Επίσης εξηγεί ότι η Ενάγουσα σε κανένα στάδιο των διαπραγματεύσεων δεν απαίτησε ποσό για διαφυγόντα κέρδη κάτι που κατά τον ίδιο ήταν λογικό εφόσον πληρώθηκε για τις εργασίες που εκτέλεσε. Θεωρεί ότι το ποσό που αξιώνει η Ενάγουσα για μισθούς του ΜΕ1 είναι αδικαιολόγητο ενώ σε σχέση με το ποσό που αξιώνει ως διαφυγόντα κέρδη αυτό είναι αυθαίρετο και η Ενάγουσα δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει από που προκύπτει.

 

  1. Αντεξεταζόμενος για τη συνεργασία της Ενάγουσας με την Εναγόμενη και κατά πόσο υπήρξε συμμόρφωση της Ενάγουσας με κανόνες ασφαλείας και υγείας ανέφερε ότι υπήρχαν αρκετές περιπτώσεις όπου προειδοποιήθηκε η Ενάγουσα και αναφέρθηκε σε προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις. Του ζητήθηκε να προσκομίσει κάποια παρατήρηση στην οποία προέβη προς την Ενάγουσα και ανέφερε ότι δεν έχει μαζί του. Αν και ο συνήγορος της Ενάγουσας εξέφρασε την προθυμία του να του δοθεί χρόνος να τα προσκομίσει δεν υπήρξε κάποιο αίτημα. Επίσης ο ΜΥ1 ανέφερε ότι υπάρχουν σχετικά πρακτικά, προφορικές ειδοποιήσεις που είναι γραπτές στα πρακτικά των εργοταξίων από τους μηχανικούς του. Ισχυρίστηκε ότι τα σχετικά έγγραφα έχουν προσκομιστεί στους δικηγόρους του θέση που αμφισβητήθηκε καθότι δεν αποκαλύφθηκαν οποιαδήποτε έγγραφα με την αποκάλυψη εγγράφων. Διαφώνησε με τη θέση του συνηγόρου της Εναγόμενης ότι ουδέποτε προέβη σε οποιαδήποτε προφορική παρατήρηση και παρέπεμψε στον μηχανικό που είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια. Του ζητήθηκε να αναφέρει αν προέβη και ο ίδιος προσωπικά σε παρατήρηση απαντώντας καταφατικά. Όταν του ζητήθηκε να προσδιορίσει μια περίπτωση εξήγησε  ότι δεν είναι σε θέση μετά από τόσα χρόνια να θυμηθεί αλλά ανέφερε ότι ήταν προς τον Διευθυντή της Ενάγουσας και στον μηχανικό του έργου.  Διευκρίνισε ότι ο μηχανικός του έργου που έγινε το θανατηφόρο ήταν ο Κυριάκος Τρύφωνος ο οποίος ήταν υπεύθυνος περίπου 1-2 μήνες πριν να συμβεί το θανατηφόρο. Εξήγησε ότι ανέλαβε άλλος μηχανικός και  υπάρχουν έγγραφα που δείχνουν ότι επιβλέπων μηχανικός ήταν ο Μαρίνος Πέτρου. Όταν του ζητήθηκε να προσκομίσει έγγραφα όπως και προηγουμένως δεν υποβλήθηκε κάποιο αίτημα.

 

21. Επί του περιεχόμενου της επιστολής Τερματισμού (Τεκμήριο 6) συμφώνησε ότι δεν αναγράφεται το θανατηφόρο ως λόγος τερματισμού και επανέλαβε ότι οι λόγοι  τερματισμού ήταν η μη τήρηση των μέτρων ασφαλείας και υγείας, γραπτών εκτιμήσεων ως καταγράφονται. Σε ερώτηση γιατί δεν τερμάτισε τις συμφωνίες νωρίτερα εξήγησε ότι προσπαθούσε ο ΜΕ1 να τηρήσει μέτρα ασφάλειας αλλά μετά από ένα θανατηφόρο θα ήταν φυσικά πολύ πιο αυστηρός. Σχετικά με την αναφορά στο Τεκμήριο 6 ότι είχε ζητηθεί από την Εναγόμενη να μην φέρουν συγκεκριμένα άτομα στον χώρο του εργοταξίου διευκρίνισε ότι αυτό αφορούσε τον δίδυμο αδελφό του αποθανόντα, κατόπιν παράκλησης της οικογένειας του και συγκεκριμένα της κόρης του αποβιώσαντα, κάτι που μεταφέρθηκε από τον ΜΥ1 καθότι δεν ήθελαν να μιλήσουν απευθείας με τον ΜΕ1. Έπειτα διευκρίνισε ότι επέστρεψε ο ΜΕ1 και υπάλληλοι του στο εργοτάξιο «i-style στο οποίο υπολειπόταν να ολοκληρωθεί δουλειά. Συμφώνησε ότι το θανατηφόρο ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε και ότι ήταν πολύ πιο αυστηρός και δεν υπήρχε καμία ευελιξία για τα μέτρα ασφάλειας μετά το συμβάν. Αποδέχτηκε ότι επέτρεψε στην Ενάγουσα να προσέλθει στο εργοτάξιο γύρω στις 14 ή 16 Σεπτεμβρίου, παρά το ότι δεν προσκομίστηκε σχέδιο ασφάλειας και υγείας. Παρά τις μετέπειτα προφορικές και γραπτές του ειδοποιήσεις, δεν λήφθηκαν μέτρα ασφάλειας και υγείας και συνεπώς απέστειλε την επιστολή τερματισμού στις 23/09/2019. Διαφώνησε με σχετική υποβολή του συνηγόρου ότι ουδέποτε απέστειλε προηγουμένως οποιαδήποτε γραπτή ειδοποίηση ή προέβη προφορικά σε ειδοποιήσεις.

Ευρήματα επί παραδεκτών ή μη αμφισβητουμένων γεγονότων

  1. Από το σύνολο των δικογραφημένων θέσεων και του μαρτυρικού υλικού προκύπτει αριθμός παραδεκτών ή μη αμφισβητούμενων γεγονότων και τα οποία σχετίζονται με τα επίδικα θέματα. Ειδικότερα, με βάση το σύνολο της μαρτυρίας τα ακόλουθα συνιστούν κατά την κρίση μου περαιτέρω παραδεκτά ή μη αμφισβητούμενα γεγονότα:

 

·         Η Ενάγουσα δραστηριοποιείται στον κλάδο των οικοδομικών εργασιών. Ο ΜΕ1 κατά τον επίδικο χρόνο ήταν ο διευθυντής της Ενάγουσας. Η Εναγόμενη ήταν ο εργολάβος σε πέντε έργα στα οποία ανέλαβε υποχρεώσεις υπεργολάβου με τις αντίστοιχες Συμφωνίες Υπεργολαβίας.

 

·         Την 30/08/2019 επισυνέβη θανατηφόρο ατύχημα στο Bliss με το οποίο επήλθε ο θάνατος υπαλλήλου της Ενάγουσας για το οποίο καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση εναντίον της Ενάγουσας (Κατηγορούμενη 1), της Εναγόμενης (Κατηγορούμενη 3), του ΜΕ1 και ΜΥ1 ως το περιεχόμενο του Έγγραφο Β. Κρίνω ορθό να παραθέσω, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα αποσπάσματα από την απόφαση με την οποία επιβλήθηκε ποινή στην Ενάγουσα, το περιεχόμενο της οποίας είναι παραδεκτό μεταξύ των μερών εξ ου και προβαίνω σε ανάλογα ευρήματα. Στο Έγγραφο Β παρατίθενται αποσπάσματα που υιοθετήθηκαν από την Έκθεση Διερεύνησης του Ατυχήματος που ετοιμάστηκε από τον ΜΕ2. Επικεντρώνομαι για σκοπούς της παρούσας απόφασης μόνο σε όσα σχετίζονται με την Ενάγουσα καθότι είναι με αναφορά στις δικές τις ενέργειες/παραλείψεις που εξετάζεται το παράνομο ή μη του τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας:

Με την 1η Κατηγορία η Κατηγορούμενη 1 αντιμετωπίζει το αδίκημα της παράλειψης λήψης μέτρων σύμφωνα με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας για τα εργοτάξια για τη διαφύλαξη της ασφάλειας και υγείας στο εργοτάξιο, ήτοι την πρόληψη της πτώσης προσώπων από ύψος με την παροχή, συντήρηση και χρήση κατάλληλων ικριωμάτων ή άλλου κατάλληλου εξοπλισμού όπως κατάλληλες εξέδρες και κιγκλιδώματα για την εργασία σε ύψος, με την 2η Κατηγορία το αδίκημα της από μέρους της παράλειψης να έχει στην διάθεση της γραπτή εκτίμηση των υφιστάμενων κατά την εργασία κινδύνων με βάση την οποία να καθορίσει τα προληπτικά και προστατευτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την ασφάλεια και την υγεία των εργοδοτουμένων και άλλων προσώπων και τέλος με την 3η Κατηγορία την από μέρους της παράλειψη στην παροχή οδηγιών και επιτήρησης για τη διασφάλιση της ασφάλειας και υγείας των εργοδοτουμένων.

 

Οι κίνδυνοι αυτοί ήταν προβλεπτοί στο στάδιο της εκπόνησης της μελέτης του έργου. Δεν γινόταν οποιαδήποτε αναφορά για τους κινδύνους αυτούς, ούτε καθορίζονταν διαδικασίες σχετικές ή/και ασφαλείς μέθοδοι εργασίας και μέτρα στο Σχέδιο Ασφάλειας και Υγείας (ΣΑΥ) που ετοιμάστηκε κατά την εκπόνηση της μελέτης του έργου ή/και το επικαιροποιημένο ΣΑΥ.

 

[…]Έπρεπε να ληφθούν κατάλληλα και επαρκή μέτρα για τη διαμόρφωση και παροχή ασφαλών δαπέδων εργασίας επαρκούς αντοχής με αποτελεσματική πλευρική προστασία. Τέτοια μέτρα δεν λήφθηκαν όταν ο θανόντας χρησιμοποιούσε δάπεδο εργασίας […]

 

[…]οι καλουψιήδες αναγκάστηκαν να εργάζονται και από το πάνω μέρος της υπό κατασκευής πλάκας του 2ου ορόφου, είτε καθιστοί, είτε σκυφτοί χωρίς να φέρουν ζώνες ασφάλειας, με ορατό τον κίνδυνο πτώσης από μεγάλο ύψος.

Όταν εντοπίστηκε το πιο πάνω πρόβλημα δεν μερίμνησε ο εργολάβος ή/και ο υπεργολάβος όπως ετοιμαστεί ασφαλής μέθοδος εργασίας για την έγκαιρη αναπροσαρμογή του ΣΑΥ σε συνεργασία με τη Συντονίστρια Εκτέλεσης του έργου.

 

Η Κατηγορούμενη 1 δεν είχε εκπονήσει Γραπτές Εκτιμήσεις των Κινδύνων (ΓΕΚ), για τις εργασίες που ανέλαβε να εκτελέσει στο εργοτάξιο BLISS ούτε μερίμνησε να καθορίσει τις ασφαλείς μεθόδους εργασίας και τα απαιτούμενα μέτρα για την έγκαιρη αναπροσαρμογή του ΣΑΥ, πριν από την εκτέλεση των διαφόρων εργασιών, σε συνεργασία με τη Συντονίστρια Εκτέλεσης. 

 

Η Συντονίστρια Εκτέλεσης δεν μερίμνησε για την αναπροσαρμογή του ΣΑΥ, ώστε να περιλαμβάνει ασφαλείς μεθόδους εργασίας για τις εν λόγω εργασίες.

 

Δεν υπήρχε κατάλληλος συντονισμών των εργασιών.  Μεταξύ άλλων, δεν υπήρξε επαρκής ενημέρωση του υπεργολάβου από τη Συντονίστρια Εκτέλεσης του Έργου σχετικά με τις πρόνοιες της νομοθεσίας, για το περιεχόμενο του ΣΑΥ και των μέτρων που καθορίζονταν σε αυτό με βάση τη ΓΕΚ.

 

·         Την 30/08/2019 ο ΜΕ2 έκδωσε προφορικά ειδοποίηση απαγόρευσης εκτέλεσης εργασιών. Την 02/09/2019 ο ΜΕ2 εκ μέρους του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας έκδωσε γραπτή ειδοποίηση απαγόρευσης εκτέλεσης εργασιών στο εργοτάξιο Bliss που ίσχυε μέχρι την 20/09/2019.

 

·         Οι υπάλληλοι της Ενάγουσας προσήλθαν την 16/09/2019 σε εργοτάξιο και κατά την εν λόγω ημερομηνία μετά που ο μηχανικός του έργου επικαλέστηκε ότι «δεν υπήρχαν ικανοποιητικές σκαλωσιές, σχέδια ασφάλειας και υγείας ως επίσης και ημερολόγια» οι εργασίες σταμάτησαν.

 

·         Η Εναγόμενη με επιστολή ημερομηνίας 23/09/2019 τερμάτισε τις Συμφωνίες Υπεργολαβίας για τα έργα με την ονομασία  Ι-style 2, I-style 3, Bliss και High Tree που είχε με την Ενάγουσα επικαλούμενη αριθμό λόγων ως το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 6.

 

·         Δικηγόρος εκ μέρους της Ενάγουσας απέστειλε επιστολή ημερομηνίας 27/09/2019 (Τεκμήριο 7) απορρίπτοντας το περιεχόμενο της επιστολής 23/09/2019, επιστολή που απαντήθηκε με νέα επιστολή των δικηγόρων της Εναγόμενης ημερομηνίας 02/10/2019. Την 08/10/2019 αποστάλθηκε εκ νέου επιστολή από την Ενάγουσα προς την Εναγόμενη ημερομηνίας (Τεκμήριο 17) σχετικά με τη μεθοδολογία απομάκρυνσης του εξοπλισμού και ζητώντας να της καταβληθεί το ποσό των €24,272.

 

·         Την 18/10/2019 υπογράφθηκε η Συμφωνία Διευθέτησης μεταξύ της Ενάγουσας και της Εναγόμενης και αφού υλοποιήθηκαν οι εκεί όροι της Συμφωνίας Διευθέτησης, που συμπεριλάμβανε την απομάκρυνση του εξοπλισμού, μηχανημάτων και υλικών της Ενάγουσας από τα εργοτάξια της Εναγόμενης, καταβλήθηκε στην Ενάγουσα το ποσό των €21,904 (Τεκμήριο 14). Η Ενάγουσα κατέβαλε στον ΜΕ1 μισθούς ύψους €3,800 για τους μήνες Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο 2019.

 

Επίδικα Ζητήματα

  1. Από τις έγγραφες προτάσεις και την προσκομισθείσα μαρτυρία κρίνω ότι τα μόνα επίδικα θέματα που προκύπτουν είναι τα εξής:

                     i.        Κατά πόσο οι Συμφωνίες Υπεργολαβίας τερματίστηκαν παράνομα.

                    ii.        Κατά πόσο η Ενάγουσα δικαιούνται σε αποζημιώσεις και ποιο το ύψος αυτών σε περίπτωση που κριθεί ότι οι Συμφωνίες Υπεργολαβίας τερματίστηκαν παράνομα.

                  iii.        Κατά πόσο η σύναψη της «Συμφωνίας Διευθέτησης» ημερομηνίας εμποδίζει την Ενάγουσα από την προώθηση της παρούσας απαίτησης.

 

Αξιολόγηση της μαρτυρίας

  1. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας πραγματοποιείται προκειμένου να προβεί το Δικαστήριο σε ευρήματα αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα και στη συνέχεια στηριζόμενο σε αυτά να εξετάσει αν αυτός που έχει το βάρος της απόδειξης το έχει αποσείσει στο βαθμό που απαιτείται. Ως επί το πλείστον, ζητήματα αξιοπιστίας εγείρονται όταν υπάρχουν δύο διιστάμενες εκδοχές και το δικαστήριο θα πρέπει να επιλέξει μια από τις δύο (Wynne Barry ν. David Costaki Mavronicola, ως διαχειριστή της περιουσίας του Kωστάκη Δαυίδ Mαυρονικόλα (ανίκανου προσώπου) (2009) 1 ΑΑΔ 1138).

 

  1. Επισημαίνεται ότι, η αξιολόγηση της μαρτυρίας περιορίζεται στην έκταση των αμφισβητούμενων γεγονότων που προκύπτουν και είναι σχετικά με τα επίδικα και δεν επεκτείνεται σε θέματα που δεν δικογραφούνται ή σε θέματα που έχουν εγερθεί πρώτη φορά είτε μέσω της μαρτυρίας είτε μέσω των αγορεύσεων των συνηγόρων των διαδίκων και άρα τέτοια μαρτυρία δεν λαμβάνεται υπόψη (Παπαγεωργίου ν Κλάππας Invstment Services Ltd (1991) 1 Α.Α.Δ. 24) και  ΑΝΤΩΝΙΑ ΠΗΛΙΝΑ v. PASCAL EDUCATION LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 222/2015, 22/11/2023). Επιπλέον, έχει λεχθεί σε πληθώρα αποφάσεων ότι μαρτυρία που κατατίθεται έστω και χωρίς ένσταση και που τελικά φαίνεται ότι δεν είναι αποδεκτή μαρτυρία πρέπει να αγνοείται κατά την τελική κρίση του Δικαστηρίου (Μελάς v. Κυριάκου (2003) 1 Α.Α.Δ. 826, DEMARI KRONOS LIMITED v. MICHAEL LESLIE GRAY κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 264/2014, 22/2/2023, ECLI:CY:AD:2023:A62.

 

  1. Στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης παρακολούθησα με προσοχή τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Για σκοπούς αξιολόγησης έλαβα υπόψη αριθμό νομολογιακών αναγνωρισμένων παραγόντων όπως την πληρότητα και σαφήνεια και αμεσότητα στον τρόπο περιγραφής των γεγονότων την ύπαρξη γενικών και αορίστων αναφορών, υπεκφυγών ή ουσιωδών αντιφάσεων ή υπερβολών στη σχετική μαρτυρία,  αλλά και την γενικότερη λογικοφάνεια της εκδοχής που προβάλλεται καθώς και την ύπαρξη ή την απουσία οποιουδήποτε προσωπικού συμφέροντος του προσώπου που προσκομίζει την μαρτυρία (Ζερβού ν. Ζερβού (2011) 1 ΑΑΔ 2192,  Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506, Κυριακίδης ν. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολιτική Έφεση 185/2012, 19/04/2018), ECLI:CY:AD:2018:A179.

 

  1. Το Δικαστήριο προχωρεί με προσοχή στην αξιολόγηση της μαρτυρίας με αντιπαραβολή των θέσεων των διαδίκων αλλά και των τεκμηρίων που κατατέθηκαν στη διαδικασία και το περιεχόμενο, η πειστικότητα και η ποιότητα της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα συσχετίζεται, αντιπαραβάλλεται και διερευνάται με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων ενώ υπόκειται και στη βάσανο της λογικής και της ανθρώπινης πείρας (Στυλιανίδης ν. Χατζηπιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ 1056,  Χριστοφίνης ν. Φραντζή, Π.Έ. 328/2011, ημερ. 31/05/2017, ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ v. ΚΩΣΤΑ ΘΕΟΔΟΤΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 40/2014, 8/6/2022), ECLI:CY:AD:2022:D243. Επισημαίνω ότι το Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να αποδεχτεί ή να απορρίψει είτε όλη είτε μέρος της προσκομισθείσας μαρτυρίας (Φάρμα Ρένος Χ" Ιωάννου Δημοσιά Εταιρεία Λτδ ν. Χίννη (2012) 1(Β) ΑΑΔ 1331, ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ v. ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΔΡΕΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 158/2013, 26/10/2022), ECLI:CY:AD:2022:A403. Στη βάση των πιο πάνω αρχών, μαρτυρία που προσκομίστηκε και σχετική αντεξέταση επί θεμάτων που δεν σχετίζονται με τα επίδικα θέματα ή που εκφεύγουν εξ ολοκλήρου των δικογραφημένων θέσεων των μερών ή επί θεμάτων που περιορίστηκαν  από τους συνηγόρους καθηκόντως θα αγνοηθεί και δεν θα τύχει περαιτέρω σχολιασμού. Ειδικότερα, αναφέρομαι στη μαρτυρία που αφορούσε τον τρόπο απομάκρυνσης του εξοπλισμού της Ενάγουσας μετά τον τερματισμό των Συμφωνιών Υπεργολαβίας, όσο και τα όσα  προηγήθηκαν της υπογραφής της Συμφωνίας Διευθέτησης, συμπεριλαμβανομένου των διαπραγματεύσεων και των υποκειμενικών αντιλήψεων των συμβαλλόμενων μερών που οδήγησαν στην υπογραφή της.

 

  1. Υπενθυμίζω εδώ ότι συνιστά βασικό κανόνα ερμηνείας του δικαίου των συμβάσεων σε ό,τι αφορά τις γραπτές συμβάσεις, ότι οι όροι που τις συναποτελούν ρυθμίζουν τις σχέσεις των μερών, καθορίζοντας τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματά τους και δεν είναι αποδεκτή εξωγενή μαρτυρία προκειμένου να προσθέσει, να αφαιρέσει, να τις τροποποιήσει ή να τις αντικρούσει (parol evidence rule) (UNITED FIVE DEVELOPMENT CO (HOLDINGS) LTD κ.α. v. STICHTING ALTAS SPECIALS, Πολιτική Έφεση Αρ. 316/2014, 15/02/2023, ECLI:CY:AD:2023:A52, Πίγκος Εστέιτς Λτδ ν. Μιχάλη Θεόδουλου Καλογήρου, διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος Θεόδουλου Νικόλα Καλογήρου και Άλλων (2015) 1 ΑΑΔ 1953). Επισημαίνω ότι σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν επικαλέστηκε οποιοσδήποτε από τους συνηγόρους ότι τυγχάνει εφαρμογής οποιαδήποτε από τις εξαιρέσεις αποδοχής εξωγενούς μαρτυρίας, χωρίς να απαιτείται η εξαντλητική παράθεση τους για σκοπούς της παρούσας απόφασης και κατ΄ επέκταση τέτοια μαρτυρία κρίνεται ως μη αποδεκτή μαρτυρία.

 

  1. Πέραν των πιο πάνω, επιθυμώ να επισημάνω ότι στην παρούσα υπόθεση προσκομίσθηκε μαρτυρία και αντεξετάστηκαν οι μάρτυρες εκατέρωθεν αναφορικά με την νομική ερμηνεία και τις νομικές συνέπειες που θεωρούν ότι προκύπτουν από την Συμφωνία Διευθέτησης και κατά πόσο με την υπογραφή της διευθετήθηκαν όλες οι διαφορές των μερών ή όχι, ζήτημα που όμως εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου (Ε. ΜΙΧΑΗΛ ν. KWONG κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 264/2013, 6/12/2019), ECLI:CY:AD:2019:A513 και κατ΄ επέκταση και αυτή η μαρτυρία κρίνεται ως μη αποδεκτή.

30. Ως γενικότερο σχόλιο, παρατηρώ ότι προσκομίστηκε στο Δικαστήριο μια γενική, και ποιοτικά φτωχή μαρτυρία που δυσχέρανε στο μέγιστο το έργο του Δικαστηρίου στην εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων που αφορούν την παρούσα υπόθεση. Επί τούτου αναφέρω ότι ενώ το Δικαστήριο κλήθηκε να εξετάσει το νόμιμο ή μη του τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας με αναφορά, μεταξύ άλλων, στους λόγους που παρατέθηκαν στην επιστολή Τερματισμού εντούτοις ουδείς προσκόμισε ούτε και αναφέρθηκε στους όρους εργασίας υπεργολάβου που αφήνεται να νοηθεί ότι υφίσταντο μεταξύ των διαδίκων με δεδομένο ότι στην επιστολή τερματισμού αναφέρεται ότι οι λόγοι που οδήγησαν στην απόφαση του τερματισμού είναι «η κατ’ εξακολούθηση μη συμμόρφωση σας και μη τήρηση των Όρων Εργασίας Υπεργολάβου (έντυπο Ε7.1.03-15)». Για την εν λόγω πτυχή της υπόθεσης υπήρξε πλήρης συσκότιση του Δικαστηρίου.

Μαρτυρία ΜΕ1

31. Ο ΜΕ1 είναι, όπως ανέφερα πιο πάνω, διευθυντής της Ενάγουσας. Το Δικαστήριο αναγνωρίζει το έμμεσο συμφέρον του στην έκβαση της υπόθεσης και η μαρτυρία του προσεγγίζεται με την ανάλογη περίσκεψη και προσοχή. Παρακολουθώντας τον να καταθέτει από το εδώλιο του μάρτυρα, αν και απαντούσε με φυσικότητα στις ερωτήσεις που του υπεβλήθηκαν έχω εντοπίσει εγγενή κενά και αδυναμίες στην εκδοχή του, τα οποία σε συνδυασμό με τη γενικότητα, αοριστία και αντιφατικότητα από την οποία χαρακτηρίζεται η μαρτυρία του, καταδεικνύουν ότι η εκδοχή του στερείται λογικοφάνειας και πειστικότητας.

 

32. Αρχίζω με το να αναφέρω ότι ο ΜΕ1 γενικά και αόριστα προσπάθησε να προβάλει τη θέση ότι τα όσα περιέχονται στους λόγους τερματισμού της επιστολής ημερομηνίας 23/09/2019 δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, χωρίς όμως να έχει προβεί στην παραμικρή αναφορά, συγκεκριμενοποίηση ή παράθεση οποιωνδήποτε λεπτομερειών σε πρωτογενή γεγονότα που θα ήταν δύνατο να θεμελιώσουν την εν λόγω θέση. Συνεπώς, παρέμεινε παντελώς αδιευκρίνιστη από μέρους του η κατάσταση που επικρατούσε στα εργοτάξια πάντα με αναφορά στο περιεχόμενο της επιστολής Τερματισμού. Ακόμη και κατά την παράθεση του μέρους της μαρτυρίας του όπου σύμφωνα με τον ίδιο επιτράπηκε στους υπαλλήλους της Ενάγουσας να επιστρέψουν σε εργοτάξιο αρκέστηκε σε γενικόλογες και αδιευκρίνιστες αναφορές και δεν προσδιόρισε σε ποιο εκ των πέντε εργοταξίων αναφερόταν. Όπως προέκυψε μετέπειτα από τη μαρτυρία του ΜΥ1, η οποία δεν έτυχε αμφισβήτησης κατά την αντεξέταση, αφορούσε το εργοτάξιο Ι-style 3, δηλαδή άλλο από εκείνο στο οποίο επισυνέβη το θανατηφόρο. Εξαίρεση αποτέλεσαν κάποιες αμυδρές αναφορές του ΜΕ1 ως προς τις συνθήκες εργασίας που ίσχυαν στο εργοτάξιο Bliss όπου επισυνέβη το θανατηφόρο ατύχημα. Όταν κατά την αντεξέταση του ρωτήθηκε να τοποθετηθεί σχετικά μέτρα ασφαλείας που τηρούντο στο εργοτάξιο, απάντησε με απόλυτο τρόπο ότι αυτά τηρούνταν στο «ακέραιο» και ήταν εμφανής η προσπάθεια του να αποστασιοποιηθεί η Ενάγουσα από την όποια ευθύνη την βαραίνει. Εντούτοις, η εν λόγω προσπάθεια όχι μόνο στερείται οποιουδήποτε υπόβαθρου πραγματικών γεγονότων και τεκμηρίωσης, αλλά τουναντίον βρίσκεται σε πλήρη διάσταση και με τα όσα παραδεκτά γεγονότα προκύπτουν εκ του Εγγράφου Β αλλά και από τη μαρτυρία του ΜΕ2 όπου απερίφραστα ανέφερε ότι τα μέτρα ασφαλείας και υγείας στο εν λόγω εργοτάξιο δεν τηρούνταν. Υπενθυμίζω ότι στο πλαίσιο της ποινικής υπόθεσης η Ενάγουσα παραδέχθηκε τις κατηγορίες που αντιμετώπισε. Η κατάθεση του παραδεκτού Εγγράφου Β έχει τη δική της σημασία καθότι από αυτό προκύπτουν παραδεκτά γεγονότα τα οποία αν και δεν είναι θεσμοθετημένα στις αστικές υποθέσεις όπως στις ποινικές υποθέσεις (βλ. άρθρο 19 του περί Αποδείξεως Κεφ.9), η δέσμευση που προκύπτει για τα μέρη είναι κατ' ουσία η ίδια και το Δικαστήριο δεν μπορεί να προβεί σε ευρήματα που θα τα αντιστρατεύονταν, που στην προκείμενη θα σήμαινε αποδοχή της θέσης ότι τα μέτρα ασφαλείας και υγείας στο εργοτάξιο Bliss τηρούνταν.

 

33. Η προβολή θέσεων αντίθετων με παραδεκτά γεγονότα, σύμφωνα με την νομολογία, συνιστά προσφυγή στο ψεύδος με στόχο την αποφυγή των δυσμενών για το διάδικο που προβαίνει σε μια τέτοια ενέργεια και τα όσα δεδομένα συνεπάγονται για την υπόθεση του (Αθλητικό Σωματείο Ολυμπιακός Λευκωσίας ν. Αριστοκλέους (2011) 1Β Α.Α.Δ. 1349), ώστε να πλήττεται καίρια η αξιοπιστία του, αρχή που εν προκειμένω εφαρμόζεται και στη μαρτυρία του ΜΕ1 εκ των πιο πάνω άτοπων αναφορών του.

 

34. Προχωρώ στην εξέταση του υπόλοιπου μέρος της μαρτυρίας του, δηλαδή ότι ο πραγματικός λόγος τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας ήταν η «απαίτηση» της Εναγόμενης να απολυθεί ο αδελφός του αποβιώσαντα. Αρχικά αναφέρω, ότι κατόπιν μελέτης της δικογραφίας καταλήγω ότι η μαρτυρία επί του εν λόγω ζητήματος δεν αποτελεί αποδεκτή μαρτυρία ένεκα της δικογράφησης στην παρούσα υπόθεση και του περιεχομένου της Έκθεσης Απαίτησης. Επαναλαμβάνω σε αυτό το σημείο τα όσα ανέφερα σχετικά με την ανάγκη επίλυσης μόνο των επίδικων θεμάτων που προκύπτουν από τη δικογραφία (δέστε παράγραφο 25) και παρεμβάλλω ότι η Δ.19 Θ.4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας θέτει τις παραμέτρους καταρτισμού ενός δικογράφου. Σύμφωνα με τις πρόνοιες της εν λόγω διαταγής, κάθε δικόγραφο πρέπει να διατυπώνει σε συνοπτική μορφή όλα τα ουσιώδη γεγονότα επί των οποίων ο διάδικος βασίζει την απαίτηση ή την υπεράσπιση του, ανάλογα με την περίπτωση, και όχι τη μαρτυρία με την οποία θα αποδειχθούν αυτά τα γεγονότα. Τα δικόγραφα, πρέπει να περιέχουν όλες τις αναγκαίες λεπτομέρειες ώστε να μπορεί η άλλη πλευρά να σχηματίσει σαφή και πλήρη εικόνα για τη φύση και την έκταση της υπόθεσης την οποία πρόκειται να αντιμετωπίσει στην ακρόαση και να μη βρεθεί προ εκπλήξεως και τετελεσμένων γεγονότων.

 

35. Ειδικότερα, η Ενάγουσα στην παράγραφο 5 της Έκθεσης Απαίτησης θέτει γενικά και αόριστα ότι η Εναγόμενη «με επιστολή της ημερομηνίας 23/9/2019 τερμάτισε παράνομα και/ή αδικαιολόγητα[…]». Απουσιάζει παντελώς η παράθεση οποιουδήποτε θετικού γεγονότος ή των λόγων που με τη σειρά τους εξηγούν και στηρίζουν το ισχυριζόμενο νομικό αποτέλεσμα, ήτοι αυτό του παράνομου τερματισμού. Δηλαδή απουσιάζει η παράθεση οποιουδήποτε ουσιώδους γεγονότος που να καταδεικνύει ότι η Εναγόμενη προέβη σε τερματισμό των Συμφωνιών Υπεργολαβίας ενώ στην πραγματικότητα και για συγκεκριμένους λόγους δεν είχε τέτοιο δικαίωμα. Όπως έχει νομολογηθεί όπου το ισχυριζόμενο νομικό αποτέλεσμα δημιουργείται εκ της επενέργειας ορισμένων γεγονότων, αυτά πρέπει να αναφέρονται στο δικόγραφο (ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ν. ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. E229/2014, 10/7/2018, ECLI:CY:AD:2018:A356 και Μέμνια Τζιακούρα ν. Ευστράτιου Οικονομίδη (1997) 1 ΑΑΔ 669. Τέτοιος λόγος δεν παρατέθηκε παρά μόνο στο δικόγραφο της Απάντησης, το οποίο και αυτό είναι από μόνο του προβληματικό με δεδομένη την αρχή της μη απόκλισης από την προηγούμενη δικογραφία όπως αυτή αναλύεται στην απόφαση Eurogal Surveys Ltd v. D. Trade International Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. 348/2009 απόφαση ημερομηνίας 17/10/2014. Η Απάντηση, («reply») ως δικογραφικό όχημα, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υποκατάστατο μιας ορθής εξ αρχής δικογραφημένης απαίτησης, που αποτέλεσε και λόγο για τον οποίο διαγράφηκε μέρος της μαρτυρίας του ΜΕ1 κατά την ακροαματική διαδικασία, με σχετική ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 01/11/2024. Συνεπώς, κατ’ εφαρμογή της ως άνω αρχής η εν λόγω  μαρτυρία που διασυνδέεται με το δικογραφημένο ισχυρισμό που τέθηκε στην Απάντηση συνιστά μια προσπάθεια εισαγωγής νέων γεγονότων και ουσιώδων ισχυρισμών που προφανώς η Ενάγουσα θεωρεί ότι υποστηρίζουν την απαίτηση της Ενάγουσας, δηλαδή ότι υπήρξε παράνομος τερματισμός, ενώ αυτά έπρεπε να είχαν τεθεί δικογραφικά στην Έκθεση Απαίτησης.

 

36. Παρά τα πιο πάνω, ακόμη και να θεωρούσα ότι η δικογράφηση δεν πάσχει, η μαρτυρία επί του σημείου ήταν συγκεχυμένη ως προς την αλληλουχία των γεγονότων που οδήγησαν στο να σταματήσουν οι όποιες απροσδιόριστες εργασίες σε εργοτάξιο την 16/09/2019. Ενώ στην κυρίως του εξέταση τοποθέτησε χρονικά τη συνομιλία του με τον ΜΥ1 και την απαίτηση «απόλυσης» του αδελφού του αποβιώσαντα στις 16/09/2019, πριν την ενημέρωση του μηχανικού του έργου περί ύπαρξης ζητημάτων ασφάλειας και υγείας, κατά την αντεξέταση η θέση του αυτή μεταβλήθηκε και τοποθέτησε τη συζήτηση με τον ΜΥ1 την 19/09/2019 ημερομηνία που εν τέλει προσδιόρισε ως την ημερομηνία επιστροφής του αδελφού του αποθανόντα στο εργοτάξιο. Αυτή η ημερολογιακή ασυμφωνία και αστάθεια στη μαρτυρία του προκαλεί ρήγμα στην εκδοχή της Ενάγουσας περί επιτηδευμένου τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας και απόδοσης αλλότριων κινήτρων. Συγκεκριμένα, δεν έχει τεθεί με την απαραίτητη σαφήνεια το κατά πόσο ο προβαλλόμενος λόγος της εκ νέου παύσης των εργασιών στο εργοτάξιο, όπου υφίσταντο θέματα ασφάλειας και υγείας σύμφωνα με τον μηχανικό του έργου (θέση που δεν αμφισβητήθηκε από τον ΜΕ1), στην πραγματικότητα προηγήθηκε της όποιας συζήτησης με τον ΜΥ1 και δεν έπετο αυτής.

 

37. Πέραν των όσων ήδη ανέφερα, η μαρτυρία του και για το ίδιο το περιεχόμενο της συζήτησης του με τον ΜΥ1 ήταν ασταθής, καθότι κατά την αντεξέταση του δεν ανέφερε ότι ζήτησε να «απολύσει» τον αδελφό του αποβιώσαντα, αντίθετα με την αναφορά και χρήση της εν λόγω λέξης κατά την κυρίως του εξέταση και γενικότερα η όλη εκδοχή του ΜΕ1 παρέμεινε στη σφαίρα του απλού ισχυρισμού. Επιπλέον, προσθέτω ότι κατά την κρίση μου, ούτε ο λόγος που ο ΜΕ1 πρόβαλε για πρώτη φορά κατά την αντεξέταση του για να εξηγήσει γιατί ο ΜΥ1 να προέβαινε στην εν λόγω «απαίτηση απόλυσης» κρίνεται ως αληθοφανής. Ειδικότερα, δεν κρίνεται αληθοφανές ότι ο ΜΥ1 για κάποιο άγνωστο λόγο πίστευε ότι υπήρχε κίνδυνος το εν λόγω πρόσωπο να απέκτησε ψυχολογικά προβλήματα μετά το θάνατο του αδελφού του, ώστε ο ΜΥ1 να φοβάται για πιθανή αυτοκτονία, χωρίς την προσκόμιση κάποιας άλλης μαρτυρίας που να υποστηρίζει την ύπαρξη της εν λόγω αντίληψης που αποδίδεται στον ΜΥ1. Αν και είναι φυσιολογικό και αναπόφευκτο η απώλεια ενός πολύ στενού συγγενικού προσώπου να επιφέρει αισθήματα θλίψης, ως ζήτημα κοινής λογικής αυτό δεν οδηγεί δίχως άλλο σε φερόμενη ύπαρξη κίνδυνου αυτοκτονίας, ώστε να δικαιολογείται προληπτικά η απόλυση κάποιου εργαζόμενου.

 

38. Τονίζω εκ νέου ότι μαρτυρία του ΜΕ1 είναι αντιφατική με παραδεκτά γεγονότα (δέστε Έγγραφο Β) επί ζητημάτων που ουσιαστικά αναπαράχθηκαν στην επιστολή Τερματισμού. Επιπρόσθετα, η επιλογή του ΜΕ1 να μην αμφισβητήσει το περιεχόμενο της επιστολής Τερματισμού με σχετική μαρτυρία (πλην των αντιφατικών αναφορών του για το εργοτάξιο Bliss), κατά την κρίση μου, καταδεικνύει και το εσφαλμένο της όλης αντιμετώπισης και προσέγγισης της Ενάγουσας στην παρούσα υπόθεση. Γενικότερα ο όλος πυρήνας της εκδοχής του περί ύπαρξης απαίτησης απόλυσης στερείται λογικοφάνειας και προπάντων παραμένει αλυσιτελής στην απουσία προσκόμισης μαρτυρίας προς απόδειξη ότι τα όσα αναγράφονταν στην επιστολή Τερματισμού δεν ίσχυαν, ώστε να δύνατο ενδεχομένως στη συνέχεια να αποκτήσει κάποια δυναμική η όλη εκδοχή του.

 

39. Ως εκ των ανωτέρω, αποφαίνομαι ότι τα όσα ανέφερε ο ΜΕ1 περί «απόλυσης» αποτελούν εκ των υστέρων σκέψεις του, που παρουσιάστηκαν από τον ίδιο στα πλαίσια της προσπάθειας του να αυτοενισχύσει τη θέση του περί ύπαρξης αλλότριων κινήτρων τερματισμού και να εκλογικεύσει το γεγονός ότι μετά το θανατηφόρο ατύχημα τερματίστηκαν οι Συμφωνίες Υπεργολαβίας ενώ λίγες μέρες προηγουμένως είχε «επιτραπεί» στην Ενάγουσα να επιστρέψει σε εργοτάξιο, αναφορά που όμως είναι κενή περιεχόμενου, λαμβάνοντας υπόψη και την απουσία συγκεκριμενοποίησης του κατά πόσο άρχισε όντως να προβαίνει στην εκτέλεση οποιονδήποτε εργασιών την 16/09/2019, και ποιες ήταν αυτές πριν την εκ νέου παύση τους. Το ζήτημα διαφωτίζεται μερικώς από την αναντίλεκτη μαρτυρία του ΜΕ3 ότι οι μόνες εργασίες που εκτελέστηκαν μετά το θανατηφόρο ήταν αυτές του ξεκαλουπώματος, δηλαδή για να μαζέψουν τα πράγματα τους και να φύγουν (νοείται οι υπάλληλοι της Ενάγουσας). Εν όψει των πιο πάνω και στην απουσία ελάχιστης τεκμηρίωσης είναι η άποψη του Δικαστηρίου ότι ο ΜΕ1, μετά την λήψη της επιστολής τερματισμού, επινόησε την εκδοχή που προώθησε περί απαίτησης απόλυσης θεωρώντας ότι η Εναγόμενη ενήργησε επιτηδευμένα χωρίς όμως να έχει προσκομιστεί οτιδήποτε χειροπιαστό που να υποστηρίζει κατά το ελάχιστο τα όσα πιστεύει. Παρεμβάλλω ότι ακόμη και να αποδεχόμουν ότι ζητήθηκε η απόλυση του αδελφού του αποβιώσαντα η μη συμμόρφωση με αυτό δεν θα μπορούσε να οδηγήσει δίχως άλλο στο συμπέρασμα ότι αυτό αποτελούσε τον πραγματικό λόγο τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας, στην απουσία επαναλαμβάνω μαρτυρίας που να αντικρούει το περιεχόμενου της επιστολής Τερματισμού αυτού καθ’ αυτού.

 

40. Συνεπώς, στη βάση του συνόλου της μαρτυρίας που προσκομίστηκε, δεν αποδέχομαι ότι ο ΜΥ1 ζήτησε την απόλυση του αδελφού του αποβιώσαντα και επί του σημείου αποδέχομαι ως πειστικότερη τη μαρτυρία του ΜΥ1, ότι αυτό που ζήτησε από τον ΜΕ1 δεν ήταν η απόλυση του αδελφού του αποβιώσαντα, αλλά να μην του επιτραπεί για κάποιο χρονικό διάστημα μετά την κηδεία να επιστρέψει στα καθήκοντα του, ενόψει και της κακής ψυχολογικής κατάστασης που βρισκόταν.

 

41. Επιπρόσθετα, δεν μπορεί να αποδοθεί ούτε και κάποια βαρύτητα στο μέρος της μαρτυρίας που αφορά τους υπολογισμούς του για την απώλεια κερδών της Ενάγουσας με δεδομένο ότι δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει οποιοδήποτε υπολογισμό παραπέμποντας σχετικά στη ΜΕ4, της οποίας η μαρτυρία αξιολογείται στη συνέχεια. Ομοίως δεν θα τύχει ούτε αξιολόγησης μαρτυρία που προσκόμισε επί ζητημάτων που το Δικαστήριο είχε ήδη αποκλείσει από την γραπτή του δήλωση, με ενδιάμεση απόφαση του ημερομηνίας 01/11/2024 και επαναφέρθηκαν εκ νέου, κατόπιν σχετικών ερωτήσεων του συνηγόρου του. Υπό το φως του συνόλου των ως άνω ουσιαστικών κενών και αντιφάσεων, οι γενικές αναφορές στις οποίες αρκέστηκε ο ΜΕ1 περί απαίτησης απόλυσης, αντικειμενικώς αντιπαραβαλλόμενη και με την υπόλοιπη μαρτυρία που προσκομίστηκε στην παρούσα υπόθεση, απολήγουν στο ότι η μαρτυρία του δεν μπορεί να αποτελέσει ασφαλές υπόβαθρο για την εξαγωγή ευρημάτων και συνεπώς κρίνεται παντελώς αναξιόπιστη και απορρίπτεται στην ολότητα της.

Μαρτυρία ΜΕ2

 

  1. Ο ΜΕ2 άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο και δεν έχω καμία αμφιβολία ότι αποτελούσε ένα ανεξάρτητο μάρτυρα χωρίς κανένα συμφέρον στην έκβαση της παρούσας, του οποίου η μαρτυρία  ήταν σαφής και άμεση. Η μαρτυρία του ήταν τυπικής φύσεως και περιορίστηκε στην κατάθεση του Τεκμηρίου 18 και στις αναφορές του σχετικά με τις ειδοποιήσεις απαγόρευσης που έκδωσε σε σχέση με το Bliss. Η μαρτυρία του δεν αμφισβητήθηκε και στην έκταση που αυτή αφορά την μη τήρηση των μέτρων ασφαλείας και υγείας στο Βliss, αυτή συνάδει και με το παραδεκτό από τους διαδίκους περιεχόμενο των όσων καταγράφονται στο Έγγραφο Β, που συμπεριλαμβάνει και την εκεί αναφερόμενη Έκθεση Διερεύνησης του Ατυχήματος που συνέταξε ο ίδιος και υιοθετείται στην απόφαση επιβολής ποινής. Ως εκ τούτου αποδέχομαι τη μαρτυρία του στο σύνολό της.

 

Μαρτυρία ΜΕ3

43. Με δεδομένο ότι η απαίτηση της Ενάγουσας σε σχέση με τους μισθούς των υπαλλήλων της Ενάγουσας περιορίστηκε, η μαρτυρία που προσκόμισε το εν λόγω πρόσωπο επί της μεταγενέστερης εργασίας του σε άλλη εταιρεία δεν χρήζει πλέον αξιολόγησης, καθότι εκφεύγει των επίδικων ζητημάτων. Αν και δεν διέκρινα – εν όψει και της ιδιότητας του εν λόγω προσώπου, ως υπαλλήλου της Ενάγουσας - οποιαδήποτε σκοπιμότητα κατά την παράθεση της μαρτυρίας του, ούτε ότι φάνηκε να προσήλθε στο Δικαστήριο με σκοπό να παραπλανήσει, εντούτοις η μαρτυρία του δεν ήταν διαφωτιστική σχετικά με τα επίδικα ζητήματα και μάλλον προκάλεσε περισσότερη σύγχυση στην όλη θεώρηση της υπόθεσης.

 

44. Πιο συγκεκριμένα, η μαρτυρία του ΜΕ3 διακατείχετο από ασάφεια ακόμη και για την ημερομηνία της κηδείας του αποβιώσαντα (02/09/2019 και 03/09/2019). Ομοίως ασαφής ήταν και σχετικά με το σε ποιο εργοτάξιο επέστρεψε στη δουλειά στις 04/09/2019 μετά το θανατηφόρο και στο οποίο την 16/09/2019 σταμάτησαν οι εργασίες. Αν και από το σύνολο των απαντήσεών του προκύπτει ότι αναφερόταν στο Bliss, ο ΜΕ3 ισχυρίστηκε ότι επέστρεψε στην εργασία 04/09/2019, δηλαδή σε χρόνο που όπως είναι παραδεκτό και ήδη αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου βρισκόταν σε ισχύ ειδοποίηση απαγόρευσης εκτέλεσης εργασιών στο συγκεκριμένο εργοτάξιο Bliss, ζήτημα που επίσης παρέμεινε αδιευκρίνιστο και καμία λογική εξήγηση δεν δόθηκε επί τούτου αν και αντεξετάστηκε για αυτό το ζήτημα. Επιπρόσθετα, υποστήριξε ότι ο λόγος τερματισμού των εργασιών στις 16/09/2019, ως του ανέφερε ο ΜΕ1, ήταν η επιστροφή του αδελφού του αποβιώσαντα στην εργασία. Αυτό βέβαια έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το αναντίλεκτο γεγονός της ύπαρξης της ειδοποίησης απαγόρευσης εκτέλεσης εργασιών στο Bliss, λόγω της μη τήρησης των μέτρων ασφαλείας και υγείας. Οι προαναφερθείσες αντιφάσεις και η σύγχυση που εντοπίζεται μεταξύ της μαρτυρίας των ίδιων των μαρτύρων της Ενάγουσας δεν επιτρέπουν στο Δικαστήριο να αποδεχθεί ούτε αυτό το σκέλος της μαρτυρίας του.

 

45. Γενικότερα, ο ΜΕ3 διαφάνηκε ότι δεν έχει οποιαδήποτε προσωπική γνώση για τον προβαλλόμενο, σύμφωνα με την εκδοχή της Ενάγουσας, πραγματικό λόγο που ζητήθηκε η παύση των εργασιών την 16/09/2019, πέραν των όσων ισχυρίστηκε ότι του ανέφερε ο ΜΕ1. Συνεπώς, ακόμη και αν γινόταν αποδεκτό ότι όντως του λέχθηκε από τον ΜΕ1 ότι ο λόγος ήταν ότι προσήλθε στην εργασία ο αδελφός του αποβιώσαντα, αυτό το σκέλος της μαρτυρίας του μόνο ουδέτερη και περιορισμένη σημασία μπορεί να έχει καθότι οι εν λόγω αναφορές ουσιαστικά αποτελούν μια προσπάθεια αυτοενίσχυσης της αξιοπιστίας της εκδοχής της Ενάγουσας ώστε να μην συνιστά αποδεκτή μαρτυρία (Antwerp Diamond Polisher Ltd κ.ά. ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (2005) 1 Α.Α.Δ. 533 και LOVE BIRDS PET SHOP LTD v. GRIVA, Πολιτική Έφεση Αρ. 133/2014, 20/7/2021, ECLI:CY:AD:2021:A335). Συνεπεία των πιο πάνω, απορρίπτω τη μαρτυρία του, με εξαίρεση τη μαρτυρία του στην έκταση που αυτή αφορά το γεγονός ότι προσήλθε σε κάποιο εργοτάξιο την 16/09/2019 καθώς και ότι οι μόνες εργασίες που εκτελέστηκαν μετά το θανατηφόρο ήταν αυτές του ξεκαλουπώματος με σκοπό να μαζέψουν οι υπάλληλοι και η Ενάγουσα τα πράγματα τους και να φύγουν, θέσεις που παρέμειναν αναντίλεκτες.

Μαρτυρία ΜΕ4

 

  1. Η ΜΕ4 παρέθεσε μαρτυρία υπό την ιδιότητα της ως εμπειρογνώμονας επί του ζητήματος των αξιώμενων διαφυγόντων κερδών που ισχυρίζεται η Ενάγουσα ότι απώλεσε και προσπάθησε να εξηγήσει το περιεχόμενο των οικονομικών καταστάσεων της Ενάγουσας για το έτος 2019 (Τεκμήριο 13). Κρίνω ορθό να υπενθυμίσω σε αυτό το σημείο τον ρόλο εμπειρογνωμόνων ενώπιον του Δικαστηρίου. Η μαρτυρία εμπειρογνώμονα αποτελεί κατά κανόνα μια πρωτογενής ανεξάρτητη μαρτυρία γνώμης σε ζητήματα που εμπίπτουν στη σφαίρα της ειδικότητας του (Α.Α.Ι ν. Χρυσοστόμου, Πολιτική Έφεση 298/2014, ημερομηνίας 14/12/2023). Πιο πρόσφατα στην απόφαση του Εφετείου Μίκη Γαλανού ν. Ελληνικής Τράπεζας Δημόσιας Εταιρείας Λτδ Πολ. Έφ. 141/20, 12/11/2024 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«(.) οι εμπειρογνώμονες υπόκεινται στους ίδιους κανόνες αξιολόγησης όπως και οι λοιποί μάρτυρες, με επιπρόσθετο της αξιοπιστίας, να εξετάζεται η εν γένει εμπειρογνωμοσύνη τους, η τεκμηρίωση και η πειστικότητα των λεγομένων τους, αλλά και η σαφήνεια της διαβιβασθείσας άποψης τουςστοιχεία βαρυσήμαντα ώστε να μπορεί το Δικαστήριο, στηριζόμενο σ΄ αυτή τη μαρτυρία, να εξαγάγει τα δικά του συμπεράσματα και να διαμορφώνει ιδίαν άποψη, επί του επίμαχου, επίδικου θέματος (βλ. Σπύρου v. Χατζηχαραλάμπους (1989) 1Ε Α.Α.Δ. 298 και Novichkova v. Βλάβη (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 1111, Μαρκίδου ν. Παπαμάρκου, Πολιτική Έφεση Αρ. 228/2018, ημερ. 16/7/2024).»

(η έμφαση και η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

  1. Επισημαίνω, ότι η μαρτυρία εμπειρογνώμονα δεν είναι δεσμευτική παρά μόνο βοηθητική προς το Δικαστήριο και τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η γνώμη του, πρέπει να είναι γεγονότα που αποδεικνύονται με, αποδεκτή από το Δικαστήριο μαρτυρία. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την απόφαση Φιλίππου ν. Οδυσσέως (1989) 1 Α.Α.Δ η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα εισάγεται υπό την αίρεση της απόδειξης του πραγματικού υποβάθρου κάτι που άλλωστε επαναβεβαιώθηκε πλειστάκις νομολογιακά (Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Γεώργιου Ευριπίδου και Άλλων (2015) 2 ΑΑΔ 140) ενώ η αποτυχία απόδειξης του υπόβαθρου αυτού, αφήνει τη γνώμη του εμπειρογνώμονα μετέωρη και χωρίς αξία. Περαιτέρω, λέχθηκε ότι, όσο και αν είναι δυνατόν να αναφερθεί ο εμπειρογνώμονας σε υποθετική κατάσταση πραγμάτων ή σε γεγονότα για τα οποία δεν έχει προσωπική γνώση προκειμένου να στηρίξει τους ισχυρισμούς του, αυτή η αναφορά δεν εισάγεται για να χρησιμοποιηθεί ως απόδειξη προς την ύπαρξη τους. Στη συνέχεια, το Δικαστήριο μπορεί να καταλήξει στα δικά του ανεξάρτητα συμπεράσματα, εφόσον υφίστανται συνθήκες που να δικαιολογούν τέτοια κατάληξη και χωρίς βεβαίως να μετατρέπεται το ίδιο το Δικαστήριο σε εμπειρογνώμονα.

 

  1. Tο κατά πόσο ένας μάρτυρας έχει τα απαιτούμενα προσόντα να κριθεί εμπειρογνώμονας, είναι ζήτημα που εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου στα πλαίσια άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας (Kayat Trading Ltd ν. Genzyme Corporation (Αρ. 1) (2013) 1 ΑΑΔ 438. Επιπλέον στην απόφαση ΑΝΤΡΕΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 162/2014, 2/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:B154 λέχθηκαν τα εξής καθοδηγητικά:

«Η πραγματογνωμοσύνη είναι το αποτέλεσμα μελέτης, πείρας ή εκπαίδευσης (Δέστε Χατζηξενοφώντος κ.ά. v. Aστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ.316). Μαρτυρία μπορεί να γίνει αποδεκτή ως μαρτυρία πραγματογνώμονα όταν προέρχεται από επιστήμονα, στα πλαίσια της επιστήμης του (Δέστε Folkes v Chadd (1782) 3 Dong KB 157‑15.4.13). Κάποιος μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματογνώμονας, χωρίς, κατ΄ανάγκη, να κατέχει τα απαραίτητα ακαδημαϊκά προσόντα εάν έχει μεγάλη πείρα επί του θέματος (Δέστε Ηλιάδη & Σάντη ‑ Το Δίκαιο της Απόδειξης ‑ Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές, σελ. 575 ‑ 587). Για να καταθέσει κάποιος ως πραγματογνώμονας, πρέπει να καταδείξει ότι κατέχει τα προσόντα για κάτι τέτοιο (Δέστε R v Francis (2013) EWCA Crim. 123). Το ζήτημα του ποιος είναι πραγματογνώμονας αποφασίζεται από το Δικαστήριο μετά από άσκηση διακριτικής ευχέρειας και αφού εξετάσει τις γνώσεις και την εμπειρία του μάρτυρα, στο συγκεκριμένο θέμα που καλείται να καταθέσει (Δέστε Σιακόλα v Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ.110 και Yaacoub v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 73/2013, ημερ. 19.3.2014). Το ζήτημα της πραγματογνωμοσύνης μπορεί να αποφασιστεί κατά την προσπάθεια παρουσίασης της σχετικής μαρτυρίας ή ακόμη ευχερέστερα, στο τέλος της υπόθεσης, κατά τη διατύπωση της τελικής ετυμηγορίας, εκτός αν το όλο ζήτημα εξεταστεί στα πλαίσια δίκης εντός δίκης. Το καίριο ερώτημα που πρέπει να απασχολήσει το Δικαστήριο είναι το για ποιο θέμα παρουσιάζεται ο μάρτυρας ως πραγματογνώμονας (Δέστε R. Ν Clarke (2013) EWCA, Crim.162)».

49. Το Δικαστήριο στα πλαίσια άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας  συνυπολογίζει όλα τα δεδομένα και πρόσωπο δύναται να χαρακτηρισθεί ως εμπειρογνώμονας είτε επί της όποιας ακαδημαϊκή κατάρτισης κατέχει, είτε αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι το εν λόγω πρόσωπο έχει προβεί σε δέουσα ερευνητική εργασία, είτε έχει αποκτήσει εμπειρικώς την κατάλληλη γνώση. Στην παρούσα υπόθεση η ίδια η ΜΕ4 παραδέχθηκε ότι δεν έχει ακαδημαϊκή κατάρτιση σε λογιστικά ή ελεγκτικά ζητήματα ούτε είναι μέλος του ΣΕΛΚ. Όταν ερωτήθηκε πώς προέβη η ίδια στην ετοιμασία του Τεκμηρίου 13 απάντησε γενικώς και με εμφανές ερειστικό ύφος ότι «Όπως ο σκαρπάρης, που ξέρει να σκαρπάρει τα παπούτσια. Από την εμπειρία είμαι 65 χρονών». Η εν λόγω απάντηση με αναφορά και μόνο στην ηλικία της δεν αποτελεί επαρκή εξήγηση της όποιας εμπειρικής γνώσης έχει αποκτήσει το εν λόγω πρόσωπο. Με  δεδομένη την απουσία αναφοράς στην χρονική έναρξη και διάρκεια της όποιας εμπειρικής γνώσης κατέχει το εν λόγω πρόσωπο το όλο ζήτημα παρέμεινε μετέωρο και δεν προστέθηκε οτιδήποτε που θα ήταν δυνατό το Δικαστήριο να συνυπολογίσει για σκοπούς αναγνώρισης της ΜΕ4 ως εμπειρογνώμονα στη διαδικασία. Επιπλέον, αδιευκρίνιστο παρέμεινε τι εννοούσε η ΜΕ4 με την ακόλουθη απάντηση της:

 

«Ε. Συμφωνείτε μαζί μου ότι για να ετοιμάζει κάποιος αυτές τις καταστάσεις Τεκμήριο 13 προνοείται ότι πρέπει να είναι μέλος του συνδέσμου εγκεκριμένων λογιστών Κύπρου; Συμφωνείτε μαζί μου;

A. Ναι, συμφωνώ μαζί σας.  Έχω άδεια του Υπουργείου Οικονομικών. Δικαιούμαι να υποβάλω στον φόρο εισοδήματος».

 

50. Έχοντας υπόψη το σύνολο των πιο πάνω αποφαίνομαι ότι η ΜΕ4 δεν δύναται να χαρακτηρισθεί ως εμπειρογνώμονας σε λογιστικά και ελεγκτικά ζητήματα για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας. Κατ’ επέκταση, ουδεμία βαρύτητα μπορεί να προσδοθεί στη μαρτυρία της, για σκοπούς εξαγωγής συμπερασμάτων καθότι δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής η εξαίρεση που ισχύει για τη μαρτυρία εμπειρογνωμόνων και που επιτρέπει στο Δικαστήριο την αποδοχή μαρτυρίας γνώμης ως η μαρτυρία της ΜΕ4 στο σύνολο της (Kayat Trading Ltd (ανωτέρω).

 

51. Ακόμη και να μπορούσε η ΜΕ4 να χαρακτηρισθεί ως εμπειρογνώμονας η μαρτυρία της άφησε κάκιστη εντύπωση. Πέραν των ως άνω ψευδών αναφορών της ως προς την ιδιότητα της, η μαρτυρία της διακατείχετο από ασάφεια, αντιφάσεις, γενικότητες, υπεκφυγές καθώς και έντονη και αδικαιολόγητη ερειστικότητα προς τους συνήγορους της Εναγόμενης. Η ΜΕ4 διατηρούσε αμυντική στάση καθ’ όλη τη διάρκεια της μαρτυρίας της, ενώ σε κάποιο σημείο απευθύνθηκε με ερώτηση προς τον ΜΕ1 για επί μέρους ζητήματα που ανέφερε. Όχι μόνο δεν γνώριζε καν ποιο είναι το ποσό που αξιώνει η Ενάγουσα ως διαφυγόντα κέρδη, αλλά ούτε και ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει με σαφήνεια είτε πώς κατέληξε στο φερόμενο ως «Μεικτό κέρδος» στη σελ. 6 του Τεκμηρίου 13, είτε πώς αυτό συνάδει με το ποσό που αξιώνει η Ενάγουσα ως διαφυγόντα κέρδη. Υπενθυμίζω ότι το αξιούμενο ποσό ύψους €28,324.90 ως διαφυγόντα κέρδη διαφοροποιήθηκε από το αρχικό δικογραφημένο ποσό των €40,521 χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε διασύνδεση του νέου αυτού ποσού με τα όσα καταγράφονται στο Τεκμήριο 13. Ούτε και όταν εν τέλει, αντιφατικά με τα πιο πάνω κατά την αντεξέταση της, προσδιόρισε το ποσό των €34.587 ως το «καθαρό κέρδος» της εταιρείας για το έτος 2019 παρείχε οποιαδήποτε εξήγηση για τον τρόπο που αυτό διασυνδέεται με την αξίωση της Ενάγουσας για διαφυγόντα κέρδη. Ως αποτέλεσμα των ως άνω ασαφών εναλλαγών τόσο στην ορολογία που αφορούσε το «κέρδος» όσο και στη θέση της ως προς το ποιο ήταν το καθαρό κέρδος, παρέμεινε μετέωρο επί ποιου ποσού εισηγείται εν τέλει ότι το Δικαστήριο πρέπει να βασιστεί για σκοπούς εξαγωγής ευρημάτων. Πέραν των πιο πάνω, αποφαίνομαι ότι δεν επεξηγήθηκε ποσώς επί ποιων αντικειμενικών και επιστημονικών κριτηρίων ή εγγράφων βασίστηκε στη διαμόρφωση των συμπερασμάτων της κατά την ετοιμασία του  Τεκμηρίου 13, ή ποια διεθνή πρότυπα ελέγχου εφάρμοσε ώστε τα όσα καταγράφονται σε αυτό να παραμένουν απλά γυμνές δηλώσεις οι οποίες δεν παρέχουν στο Δικαστήριο τη δυνατότητα ελέγχου της άποψης της (Γενικός Εισαγγελέας (ανωτέρω) και κατ’ επέκταση αποστερούν από το Δικαστήριο τη δυνατότητα να στηριχθεί σε αυτό για να καταλήξει σε δικά του ανεξάρτητα συμπεράσματα. Ενδεικτικά παραθέτω τα πιο κάτω αποσπάσματα από τη μαρτυρία της:

 

E.         Συνεπώς αυτά τα διεθνή της χρηματοοικονομικής αγοράς πρέπει να τα γνωρίζετε σωστά;

A.         Σωστά.

E.         Τα γνωρίζετε;

A.         Βεβαίως.

E.         Από πόσα μέρη αποτελούνται αυτά τα διεθνή πρότυπα;

A.         Συνεργάζομαι με αδειούχους σε ελεγκτικό γραφείο.

E.         Η ερώτησή μου είναι από πόσα μέρη αποτελούνται αυτά τα πρότυπα, γνωρίζετε;

A.         Ενίσταμαι στην ερώτησή σας.

[…]
Η μάρτυρας συνεχίζει:

A.         1 εκατομμύρια μέρη.

E.         Μπορείτε να μας πείτε σε ποιο μέρος και ποια σελίδα αναφέρεστε εδώ που λέτε ότι έχετε ετοιμάσει τις καταστάσεις λογαριασμού;

A.         Να ρωτήσω τους συνεργάτες μου.

E.         Κυρία μάρτυς, τις καταστάσεις λογαριασμού εσείς τις ετοιμάσατε, σωστά;

A.         Ναι.

E.         Τις ετοιμάσατε μαζί με τους συνεργάτες σας;

A.         Βεβαίως.

E.         Επομένως δεν τις έχετε ετοιμάσει αποκλειστικά εσείς όπως έχετε πει προηγουμένως;

A.         Εγώ τις έχω ετοιμάσει, υπήρξε γνωμάτευση από τους συνεργάτες μας.

[…]

Ε.         Κυρία μάρτυς, σας υποβάλλω ότι δεν γνωρίζετε τα διεθνή πρότυπα, δεν είστε εγκεκριμένη λογίστρια δεν έχετε την απαραίτητη ακαδημαϊκή κατάρτιση.

A.         Ίσως.

E.         Σου υποβάλλω επίσης ότι η άγνοια σου αυτή σε οδηγεί στην ετοιμασία σε λανθασμένων οικονομικών καταστάσεων εσόδων και κατά επέκταση κερδών. Συμφωνείς;

A.         Όχι, δεν συμφωνώ με μια ειδικότητα εσείς λέτε ότι το κέρδος είναι λάθος ή σωστό ο κύριος Μιχάλης Αθανασίου, ο οποίος είναι  διευθυντής της E.M. ATHANASIOU CONSTACTION LTD είναι μετά την άδεια του εργολάβου, την εταιρεία αυτήν την άλλη εταιρεία για να δουλέψει, δεν ήταν σαν εργολάβος. Είναι υπέρ εργολάβος,  ένας υπεργολάβος, έχει έξοδα,  μισθοί, αγορές και  πωλήσεων δεν δίδονται κάτω από τον φόρο εισοδήματος που πρέπει να επιλέξει μια αναπτυξιακή του 50 ή 90 είναι εργολάβος, καλουψιής στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Ε.         Κύρια μάρτυς, στις οικονομικές καταστάσεις οι οποίες πρέπει να συμμορφώνονται διεθνή πρότυπα, συμφωνείς μαζί μου και πρέπει να γνωρίζεις ουσιαστικά την εκτελεσθείσα εργασία χρησιμοποιώντας ανεξάρτητα στοιχεία. Συμφωνείς μαζί μου;

A.         Συμφωνώ μαζί σας.

E.         Στην περίπτωση των εργοληπτικών έργων αυτά είναι τα πιστοποιητικά εκτελεσθείσας, ο μηχανικός ή ο αρχιτέκτονας.

A.         Σωστά.

E.         Στην προκειμένη περίπτωση, κυρία μάρτυς, είχατε ενώπιον σας τα διατακτικά τα πιστοποιητικά της εκτελεσθείσας εργασίας;

A.         Τα διατακτικά δίδονται από τον αδειούχο μηχανικό του έργου με τον εργολάβο.

E.         Η ερώτησή μου εάν τα είχατε στην κατοχή σας;

A.         Δεν έχει, ο κύριος Μιχάλης πήγε σαν καλουψιής υπεργολάβος;

E.         Επομένως πώς βασιστήκατε σε ανεξάρτητη εμπεριστατωμένη να βεβαιώνετε τα έσοδα και τα κέρδη της εταιρείας, τις κοινωνικές καταστάσεις συνάδουν με τα πρότυπα εξηγήστε μας.

[…]

Ε.         Κυρία μάρτυς, η ερώτηση είναι πώς εσείς βασιστήκατε σε μια ανεξάρτητη και εμπεριστατωμένη μαρτυρία και βεβαιώνετε ότι τα έσοδα και το κέρδος της εταιρείας στις κοινωνικές καταστάσεις συνάδουν με τα πρότυπα. 

A.         Το διατακτικό, το εκδίδει ο αδειούχος μηχανικός ή αρχιτέκτονας. Επαναλαμβάνω με την εκτελεσθείσα εργασία του έργου που ανήκει διότι ή εργολάβος η εταιρεία Αθανασίου δεν είναι ο εργολάβος, ο δικός μας πελάτης θα μάθει το ποσό που δικαιούται από τες εργασίες τρίτων που αναφέρεται το διατακτικό το οποίο δεν έχει κανένα δικαίωμα η εταιρεία η δική μας να έχει στα χέρια της.

            […]

Ε.         Εσείς απλά μεταφέρατε στις οικονομικές καταστάσεις τα όσα σας ανάφερε ο διευθυντής της Ενάγουσας και δεν τις ετοιμάσατε βασιζόμενη σε ανεξάρτητα στοιχεία και σε έλεγχο όπως θα έπρεπε να κάνετε.

A.         Δεν υπάρχουν ανεξάρτητα στοιχεία και σας είπα ότι η εταιρεία η δική μας είναι υπεργολάβος.

[…]

Ε.         Κυρία μάρτυς, μπορείτε να μας βεβαιώσετε το ποσό που αξιώνει η Ενάγουσα με την παρούσα αγωγή είναι ορθό;

A.         Δεν ήρθε στην κατοχή μου, δεν ξέρω το ποσό, επειδή όμως το ραντεβού που είχα με τον κύριο δικηγόρο εδώ ήταν την περασμένη Πέμπτη, ξαφνικά αρρώστησα, δεν έγινε το ραντεβού μας και τα είπαμε τηλεφωνικώς χθες, όπως σας παρουσίασα ίσως δεν ήμουν έτοιμη εγώ. Είπαμε να φέρω αυτά και αυτά.

 

52. Από το σύνολο της μαρτυρίας της ήταν έκδηλο, ότι για τον έλεγχο και ετοιμασία του Τεκμηρίου 13 δεν στηρίχθηκε σε αντικειμενικά και ανεξάρτητα στοιχεία για τα οποία ούτως η άλλως συμφώνησε ότι δεν υπάρχουν, αλλά τουναντίον προκύπτει αβίαστα ότι υιοθέτησε αβίαστα τα όσα της μεταφέρθηκαν από τον ΜΕ1 χωρίς να είναι σε θέση να επιβεβαιώσει οποιοδήποτε από τα ποσά στα οποία αναφέρθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Από το σύνολο των πιο πάνω, προκύπτει ότι η μαρτυρία της δεν έχει τη σαφήνεια και αντικειμενική υφή που θα έπρεπε τη χαρακτηρίζει. Κρίνω επομένως ότι προσκόμισε μαρτυρία με μοναδικό σκοπό να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της Ενάγουσας αντί να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της προς το Δικαστήριο, σκοπός ο οποίος ήταν διάχυτος στο σύνολο της μαρτυρίας της και συνεπώς η μαρτυρία της δεν μπορεί παρά να χαρακτηρισθεί ως αναξιόπιστη στο σύνολο της και απορρίπτεται.

 

53. Έχοντας απορρίψει το περιεχόμενο της μαρτυρίας της ΜΕ4 προχωρώ να εξηγήσω κατά πόσο δύναται να αποδοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 13 που προσκόμισε ο ΜΕ1. Σημειώνω ότι η μαρτυρία της ΜΕ4 περιορίστηκε αποκλειστικά στην επεξήγηση του Τεκμηρίου 13 (οικονομικές καταστάσεις Ενάγουσας για το έτος 2019) όπου η ίδια στην κυρίως εξέταση της με απόλυτο τρόπο ισχυρίστηκε ότι ετοίμασε και ότι υπέβαλε στον φόρο εισοδήματος τις εν λόγω οικονομικές καταστάσεις τις οποίες έχει ελέγξει όπως άλλωστε καταγράφεται και στο ίδιο το Τεκμήριο 13, στην ενότητα «Έκθεση Ανεξάρτητου Ελεγκτή». Αντεξέταστηκε επί του φερόμενου αυτού ελέγχου και αφήνω επί μέρους την μεταγενέστερη αντιφατική αναφορά της ότι συμμετείχαν και άλλοι υπάλληλοι του γραφείου της στην ετοιμασία του. Επισημαίνω ότι στο τέλος της ενότητας «Έκθεση Ανεξάρτητου Ελεγκτή» (σελ. 5) αναγράφεται ότι η εν λόγω έκθεση ετοιμάστηκε βάσει του άρθρου 69 του Περί Ελεγκτών Νόμου του 2017 και στο ίδιο μέρος καταγράφεται το όνομα της και έπειτα τα ακόλουθα «Εγκεκριμένος Λογιστής και Εγγεγραμμένος Ελεγκτής εκ μέρους και για λογαριασμό της Τούλλας Κωνσταντίνου & Συνεργάτες Εγκεκριμένοι Ελεγκτές – Λογιστές».

 

54. Επισημαίνω ότι το επάγγελμα του ελεγκτή στην Κυπριακή Δημοκρατία ρυθμίζεται με τον Περί Ελεγκτών Νόμου του 2017 (53(I)/2017) (ο «Νόμος») στον οποίο καταγράφονται τόσο οι προϋποθέσεις για έκδοση επαγγελματικής άδειας ελεγκτή σε φυσικά πρόσωπα (άρθρο 40) όσο και νομικά πρόσωπα (άρθρο 35). Επιπλέον, μεταξύ άλλων, στον εν λόγω νόμο  βάσει του άρθρου 36, το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 33(1), συνιστά ποινικό αδίκημα η διενέργεια «υποχρεωτικού ελέγχου», που συμπεριλαμβάνει σύμφωνα με το ερμηνευτικό άρθρο 2 του Νόμου, τον έλεγχο των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων εταιρείας, από πρόσωπα που δεν έχουν λάβει επαγγελματική άδεια βάσει του άρθρου 33(1) του Νόμου.

 

55. Έχοντας κατά νου ότι: i) σύμφωνα με την ίδια την ΜΕ4 το εν λόγω τεκμήριο ετοιμάστηκε από την ίδια κατόπιν ελέγχου, ii) η εκτέλεση της δραστηριότητας του ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων ρυθμίζεται νομοθετικά και iii) με δεδομένη τη διαφαινόμενη εκ πρώτης όψεως μη συμμόρφωση με τις εκ του Νόμου  καταγραφόμενες νομοθετικές προϋποθέσεις, εφόσον η ΜΕ4 δεν είναι αδειούχα εγγεγραμμένη ελεγκτής και iv) ο έλεγχος από μη αδειούχους ελεγκτές συνιστά ποινικό αδίκημα, το Δικαστήριο οδηγείται αβίαστα στην κατάληξη ότι δεν μπορεί να αποδοθεί καμία βαρύτητα στο περιεχόμενο του Τεκμήριου 13. Αντίθετη προσέγγιση θα ήταν αντινομική και ουσιαστικά θα απέληγε σε παράκαμψη των προνοιών του Νόμου επικυρώνοντας έμμεσα μια διαφαινόμενη εκ πρώτης όψεως παρανομία. Το κατά πόσο έχει υποβληθεί το εν λόγω έγγραφο στον Έφορο Φόρου Εισοδήματος και έχει ελεγχθεί από το εν λόγω τμήμα ως εισηγείται ο συνήγορος της Ενάγουσας (για το τελευταίο δε δεν προσκομίστηκε καν μαρτυρία ώστε η σχετική αναφορά στη γραπτή αγόρευση να μην μπορεί να ληφθεί υπόψη El Fath Co For International Trade S.A.E v. E.D.T. Shipping κ.ά. (1992) 1ΑΑΔ 1255), ουδόλως διαφοροποιεί το όλο ζήτημα.

Μαρτυρία ΜΥ1

56. Το Δικαστήριο αναγνωρίζει το έμμεσο συμφέρον του ΜΥ1 στην έκβαση της υπόθεσης, ως διευθυντή της Εναγόμενος και η μαρτυρία του προσεγγίζεται με την ανάλογη περίσκεψη και προσοχή. Η μαρτυρία που προσκόμισε ο ΜΥ1 άφησε θετική εντύπωση και αποφαίνομαι ότι προσήλθε ενώπιον του Δικαστηρίου για να πει την αλήθεια. Ειδικότερα, παρακολουθώντας τον να καταθέτει από το εδώλιο του μάρτυρα, παρατήρησα ότι παρέμεινε σταθερός στις θέσεις του, απαντώντας στις ουσιώδεις θέσεις που αφορούν την παρούσα με σαφήνεια και αμεσότητα. Η δε μαρτυρία του δεν παρουσιάζει αντιφάσεις ή αδυναμίες τέτοιας έκτασης που να κλονίζουν την αξιοπιστία του. Παρόλο που η μαρτυρία του κρίνεται εν γένει αξιόπιστη, δεν αποδέχομαι συγκεκριμένο μέρος αυτής όπως θα εξηγήσω στην συνέχεια ένεκα κάποιων ασαφειών που παρατηρήθηκαν.

 

57. Αρχικά σημειώνω ότι η μαρτυρία του ως προς το ιστορικό ανάθεσης των εργασιών στην Ενάγουσα συνάδει με την έγγραφη μαρτυρία που προσκομίστηκε εκατέρωθεν. Ομοίως και η μαρτυρία του σχετικά με το γεγονός ότι τα μέτρα ασφάλειας και υγείας δεν τηρούνταν στο Bliss, μεταξύ άλλων, από την Ενάγουσα, συνάδει με το Έγγραφο Β. Περαιτέρω, αποδέχομαι τη μαρτυρία του στην έκταση που αφορά τις ελλείψεις που υπήρχαν στο εργοτάξιο I-style 3, το οποίο προσδιορίστηκε ως το εργοτάξιο στο οποίο επιτράπηκε στην Ενάγουσα να επιστρέψει την 16/09/2019, δηλαδή την απουσία Σχεδίων Ασφάλειας και Υγείας και ότι τοποθετήθηκαν τα ικριώματα εσφαλμένα, θέσεις που ουδόλως έτυχαν αμφισβήτησης.

 

58. Είναι αξιοσημείωτο ότι δεν τέθηκε οποιαδήποτε υποβολή με την οποία να αμφισβητούνται οι προβαλλόμενοι στην επιστολή Τερματισμού, λόγοι τερματισμού ώστε να προκληθεί οποιοδήποτε ρήγμα στην εκδοχή του σχετικά με αυτούς. Στην απουσία οποιασδήποτε εξήγησης για την εν λόγω παράλειψη, η σχετική εισήγηση του συνηγόρου της Ενάγουσας στην γραπτή του αγόρευση, ότι τα όσα καταγράφονται στην επιστολή «δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα» παραμένει μετέωρη και απορρίπτεται (ΣΚΟΡΔΗ ν. ΛΑΝΤΟΥ κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 429/2012, 22/4/2020, ECLI:CY:AD:2020:A127 και Philippou General Bonded Warehouse Ltd ν. Κώστα Νικολαΐδη (2006) 1 Α.Α.Δ. 1057). Όπως ανέφερα ήδη, η πλευρά της Ενάγουσας δεν προσκόμισε ίχνος μαρτυρίας για να καταδείξει ότι δεν ίσχυαν τα όσα της καταλόγισε η Εναγόμενη με την επιστολή Τερματισμού, πλην κάποιων αναφορών για το εργοτάξιο Bliss, οι οποίες ήδη απορρίφθηκαν. Συναφώς ακόμη και αν ο συνήγορος της Ενάγουσας έθετε σχετικές με αυτό το θέμα υποβολές, στην απουσία της αναγκαίας περί του αντίθετου μαρτυρίας, αυτές απλά θα παρέμεναν ως μετέωροι και αθεμελίωτοι ισχυρισμοί (ΣΤΕΓΗΣ ΕΥΓΗΡΙΑΣ «ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ» ΚΑΪΜΑΚΛΙΟΥ v. ΑΡΓΥΡΙΔΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 32/14, 29/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:A430). Επιπλέον αποδέχομαι και την αναντίλεκτη μαρτυρία του ΜΥ1 ότι στο Τεκμήριο 6 η σχετική αναφορά «Είχε ζητηθεί από εσάς να μην φέρετε συγκεκριμένα άτομα στους χώρους των εργοταξίων για συγκεκριμένη εργασία, κάτι το οποίο δεν εισακούστηκε» αφορούσε τον δίδυμο αδελφό του αποθανόντα. Η θέση του όμως ότι αυτό αφορούσε και άλλα πρόσωπα, με δεδομένο ότι δεν προσκομίστηκαν οποιεσδήποτε λεπτομέρειες σχετικά με αυτά τα άλλα πρόσωπα και η ταυτότητα των οποίων παρέμεινε άγνωστη στο Δικαστήριο, δεν μπορεί να γίνει δεχτή.

 

59. Περαιτέρω, παρά την επίπονη αντεξέταση επί των διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ των μαρτύρων και τρίτων προσώπων, ο ΜΥ1 παρέμεινε σταθερός ως προς το γεγονός ότι οι λόγοι τερματισμού περιέχονται στην επιστολή Τερματισμού και ότι ουδέποτε ζήτησε την απόλυση του αδελφού του αποβιώσαντα στη συνάντηση του με τον ΜΕ1. Παρεμβάλλω ότι έχοντας απορρίψει τη μαρτυρία του ΜΕ1 παραμένει αδιευκρίνιστη η ακριβής ημερομηνία που πραγματοποιήθηκε η συζήτηση μεταξύ του ΜΕ1 και ΜΥ1, πλην όμως το γεγονός ότι αυτή πραγματοποιήθηκε δεν αμφισβητείται. Έχω επίσης ήδη αναφέρει κατά την αξιολόγηση του ΜΕ1 ότι αποδέχομαι ως πειστικότερη τη θέση του ΜΥ1 ότι ουδέποτε τέθηκε ζήτημα απόλυσης, αλλά προσωρινής μη εργασίας του αδελφού του αποβιώσαντα, ένεκα της κακής του ψυχολογικής κατάστασης (η ψυχολογική κατάσταση δεν αποτέλεσε αντικείμενο αμφισβήτησης) ισχυρισμός που διατηρήθηκε αμετάβλητος κατά την αντεξέταση του. Η εν λόγω θέση ως ζήτημα κοινής λογικής συνάδει με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων αντιπαραβαλλόμενη με τον ισχυρισμό περί ύπαρξης απαίτησης απόλυσης, ισχυρισμός που κρίθηκε ότι στερείται λογικοφάνειας. Πόσο μάλλον στην απουσία μαρτυρίας ότι τα όσα καταλόγιζε η Εναγόμενη στην Ενάγουσα δεν ίσχυαν, ώστε η Εναγόμενη να έπρεπε ουσιαστικά να εφεύρει κάποιο άλλο λόγο τερματισμού. Ο συνήγορος της Ενάγουσας ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να δοθεί βαρύτητα στην αναφορά του ΜΥ1 ως προς το ότι ο ίδιος μίλησε με τον ΜΕ1, κατόπιν παράκλησης της κόρης του αποβιώσαντα, με δεδομένο ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν κλήθηκε να προσκομίσει μαρτυρία και δεν δόθηκε κάποια δικαιολογία για αυτό το ζήτημα. Πέραν του ότι η μαρτυρία δεν αποκλείεται απλώς και μόνο επειδή αποτελεί εξ ακοής μαρτυρία παρατηρώ ότι το περιεχόμενο της συζήτησης έχει ήδη αξιολογηθεί και αποφασιστεί με αναφορά στην ίδια τη μαρτυρία των ΜΕ1 και ΜΥ1 ως προς το περιεχόμενο της συζήτησης τους. Έχοντας αποφασίσει επί του περιεχομένου της συζήτησης μεταξύ των εν λόγω προσώπων, το κατά πόσο ο ΜΥ1 προέβη στην εν λόγω ενέργεια μετά από παράκληση της κόρης του αποβιώσαντα, λαμβάνοντας υπόψη και ότι δεν λέχθηκε ότι κάτι τέτοιο μεταφέρθηκε και στον ΜΕ1, το όλο ζήτημα του κατά πόσο κάτι τέτοιο ίσχυε είναι ουδέτερης σημασίας ώστε να μην απαιτείται αξιολόγηση της εν λόγω εξ ακοής μαρτυρίας για σκοπούς επίλυσης της παρούσας διαφοράς.

 

60. Οι υποβολές του συνηγόρου της Ενάγουσας προς τον ΜΥ1 που αποσκοπούσαν στο να καταδειχθεί ότι υπήρχαν άλλοι λόγοι τερματισμού που δεν καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού δεν πέτυχαν να πλήξουν την εσωτερική συνοχή της μαρτυρίας του η οποία παρέμεινε αμετάβλητη ως προς το ότι οι λόγοι τερματισμού ήταν αυτοί που καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού, θέση την οποία και αποδέχομαι. Η παράλειψη ειδικής αναφοράς στο θανατηφόρο στην επιστολή Τερματισμού δεν αποτελεί θέση ασυμβίβαστη με το περιεχόμενο της επιστολής Τερματισμού, η οποία εκ του περιεχόμενου της, συνάγεται ότι εν πολλοίς αποτελεί αναπαραγωγή των όσων καταγράφονται στο Έγγραφο Β, ούτε και καταδεικνύει την ύπαρξη αλλότριων κινήτρων ως η σχετική εισήγηση της Ενάγουσας. Η δε αναφορά του ΜΥ1, ότι μετά το θανατηφόρο θα ήταν πολύ πιο αυστηρός σε τέτοια θέματα (νοείται σε θέματα ασφάλειας και υγείας) συνάδει απόλυτα με την κοινή λογική και την αποδέχομαι. Αν και ξενίζει το γεγονός ότι επιτράπηκε στην Ενάγουσα να προσέλθει σε εργοτάξιο την 16/09/2019 χωρίς να έχει προσκομίσει προηγουμένως Σχέδια Ασφάλειας και Υγείας, το εν λόγω γεγονός δεν αναιρεί την αναντίλεκτη ανυπαρξία των Σχεδίων Ασφάλειας και Υγείας και εκμηδενίζεται από το γεγονός ότι σταμάτησαν οι εργασίες την ίδια ημέρα κατ’ επίκληση τέτοιων ζητημάτων.

 

61. Περαιτέρω, αντίθετα με τα όσα επιχειρηματολόγησε ο συνήγορος της Ενάγουσας δεν υφίσταται οποιαδήποτε αντίφαση με την εκδοχή της Εναγόμενης ούτε στερείται λογικής η προκύπτουσα, όπως φυσικά την αντιλαμβάνεται ο συνήγορος της Ενάγουσας, εκδοχή της Εναγόμενης, περί εξακρίβωσης εντός λίγων ημερών των όσων καταλογίστηκαν στην Ενάγουσα με την επιστολή Τερματισμού ημερομηνίας 23/09/2019. Το πρώτο που σημειώνω είναι ότι το σημείο αναφοράς για εξέταση της θέσης του δεν είναι από την 19/09/2019, ως εισηγείται ο συνήγορος της Εναγόμενης στην αγόρευση του αλλά η ημερομηνία 16/09/2019 στην οποία αναφέρθηκε ο ΜΥ1 και ειρήσθω εν παρόδω ο ΜΕ3. Το δεύτερο που αναφέρω είναι ότι ο ΜΥ1 ουδέποτε πρόβαλλε τη θέση ότι τα όσα καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού δεν προϋπήρχαν και ότι εξακριβώθηκαν αποκλειστικά στο προαναφερθέν μεσοδιάστημα. Σε κάθε περίπτωση όχι μόνο δεν αμφισβητήθηκε κατά την αντεξέταση η δυνατότητα αυτή καθ΄ αυτή της εξακρίβωσης των όσων καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού, στο μεσοδιάστημα των δύο ημερομηνιών - και αυτό έπρεπε να είχε τεθεί αν αυτό ήταν η θέση της Ενάγουσας - αλλά επαναλαμβάνω, ότι η Ενάγουσα δεν προσκόμισε ίχνος μαρτυρίας για να καταδείξει ότι όντως δεν ίσχυαν τα όσα καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού ώστε το όλο ζήτημα του χρονικού προσδιορισμού της εξακρίβωσης τους να είναι αδιάφορο και να μην προκαλεί οποιοδήποτε ρήγμα στη μαρτυρία του ΜΥ1.

 

62. Όπως προκύπτει από την αγόρευση του συνηγόρου της Ενάγουσας, υπάρχει εισήγηση ότι από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 18 (κατάθεση ΜΥ1 ημερομηνίας 08/10/2019 προς το Επαρχιακό Γραφείο Επιθεώρησης Εργασίας Λεμεσού) καταδεικνύονται οι πραγματικές επιδιώξεις της Εναγόμενης για τον τερματισμό των Συμφωνιών Υπεργολαβίας, ήτοι ότι «το μόνο που ενδιέφερε τους Εναγόμενους και ειδικότερα το διευθυντή τους (ΜΥ1) ήταν να καλύψουν τις δικές τους παρανομίες και ελλείψεις που φανέρωναν τις δικές τους ευθύνες σε σχέση με την επέλευση του τραγικού συμβάντος και όχι να τερματίσουν τη συνεργασία τους με τους Ενάγοντες συνεπεία αυτού». Ενδεικτικά αναφέρομαι ότι στο εν λόγω έγγραφο καταγράφονται λεπτομέρειες σχετικά με υπογραφές εγγράφων από τον ΜΕ1 καθώς και λεπτομέρειες σχετικά με το ποιοι εργάζονταν ως μηχανικοί του έργου στο Bliss και πότε άρχισαν και τερματίστηκαν τα εν λόγω καθήκοντα. Απορρίπτω την εν λόγω επιχειρηματολογία καθότι πέραν του ότι τα όσα αναφέρονται στο Τεκμήριο 18, i) αποτελούν μη αποδεκτή μαρτυρία καθότι εκφεύγουν του ζητήματος του παράνομου τερματισμού όπως αυτό το ζήτημα εσφαλμένα, κατά την κρίση μου, προωθήθηκε δικογραφικά χωρίς λεπτομέρειες ως προς το που έγκειτο η παρανομία, υπό την έννοια ότι ο τερματισμός ήταν αδικαιολόγητος (δέστε εκ νέου τα όσα αναφέρονται στις παραγράφους 34-35 ανωτέρω) εξ ου και δεν επιτράπηκε η υποβολή σχετικών ερωτήσεων που σχετίζονται με διαγραφείσα μαρτυρία του ΜΕ1 συμπεριλαμβανομένου, μεταξύ άλλων, ζητημάτων που σχετίζονται με το Τεκμήριο 18 και ii) τελούν σε αντίθεση με την προβληθείσα, με σχετικές υποβολές κατά την ακροαματική διαδικασία εκδοχή της Ενάγουσας, ότι ο πραγματικός λόγος τερματισμού ήταν η «απαίτηση για απόλυση» του αδελφού του αποβιώσαντα. Συνεπώς, τα εν λόγω ζητήματα και η αναφορά στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 18 ουδεμία επίδραση μπορούν να έχουν στην αξιοπιστία του εν λόγω μάρτυρα.

 

63. Το γεγονός ότι ένας μάρτυρας έχει κριθεί αξιόπιστος δεν συνεπάγει όμως και την αποδοχή της μαρτυρίας του στο σύνολο της. Στην έκταση που ο ΜΥ1 με τη μαρτυρία του προώθησε τη θέση ότι η Εναγόμενη προέβη προς την Ενάγουσα, πριν την αποστολή της επιστολής Τερματισμού, σε προφορικές και γραπτές συστάσεις, σχετικά με τα όσα μεταγενέστερα συμπεριλήφθηκαν σε αυτήν, δεν μπορεί να τύχει αποδοχής καθότι η μαρτυρία του ΜΥ1 δεν ενέχει την απαιτούμενη σαφήνεια και συνοχή προκειμένου να μπορεί το Δικαστήριο να στηριχθεί σε αυτήν. Ειδικότερα απουσιάζει οποιοδήποτε συγκεκριμένο στοιχείο και λεπτομέρεια που να αφορά το εν λόγω ζήτημα και ο ΜΥ1 αρκέστηκε σε γενικόλογες αναφορές περί προφορικής ενημέρωσης της Ενάγουσας από υπαλλήλους της Εναγόμενης ενώ ακόμα και στις αναφορές του ότι και ο ίδιος προέβη σε προφορικές προειδοποιήσεις δεν ήταν σε θέση να αναφέρει οτιδήποτε είτε για το περιεχόμενο είτε για το χρονικό σημείο που αυτές δόθηκαν. Τα ίδια ισχύουν και για τις κατ’ ισχυρισμό γραπτές ειδοποιήσεις που κατά τον ίδιο είχαν δοθεί, και σημειώνω ότι αν και του δόθηκε δύο φορές η ευκαιρία, στα πλαίσια της προσκόμισης της μαρτυρίας του, κατόπιν εισήγησης του συνηγόρου της Εναγόμενης να τις προσκομίσει, ουδέν έπραξε αφήνοντας μετέωρο και αυτό το σκέλος της μαρτυρίας του. Με εξαίρεση, επομένως, τα προαναφερόμενα μέρη της μαρτυρίας του, η λοιπή μαρτυρία του ΜΥ1 κρίνεται ως αποδεκτή και αξιόπιστη για σκοπούς εξαγωγής ευρημάτων.

Περαιτέρω Ευρήματα κατόπιν αξιολόγησης

64. Πέραν των ευρημάτων του Δικαστηρίου τα οποία ήδη παρατέθηκαν στην ενότητα των παραδεκτών και μη αμφισβητούμενων γεγονότων προβαίνω στα ακόλουθα ευρήματα, τα οποία σχετίζονται με τα επίδικα θέματα, όπως αυτά προκύπτουν από την μαρτυρία που έχω αποδεχθεί:

 

·         Η Ενάγουσα και οι υπάλληλοι της προσήλθαν την 16/09/2019 στο εργοτάξιο με την ονομασία Ι-style 3. Μετά το θανατηφόρο η Ενάγουσα δεν προέβη σε οποιαδήποτε άλλη εργασία πλην από το ξεκαλούπωμα και την αφαίρεση της περιουσίας της Ενάγουσας από τα εργοτάξια. Η Ενάγουσα για το εν λόγω εργοτάξιο δεν είχε προσκομίσει Σχέδια Ασφάλειας και Υγείας και τα ικριώματα τοποθετήθηκαν εσφαλμένα.

 

·         Ο ΜΥ1 σε συζήτηση με τον ΜΕ1 ζήτησε από αυτόν όπως ο αδελφός του αποβιώσαντα μην προσέλθει στην εργασία για κάποιο χρονικό διάστημα μετά την κηδεία του αδελφού του. Η αναφορά στην επιστολή Τερματισμού ότι «Είχε ζητηθεί από εσάς να μην φέρετε συγκεκριμένα άτομα στους χώρους των εργοταξίων για συγκεκριμένη εργασία, κάτι το οποίο δεν εισακούστηκε», αφορούσε τον δίδυμο αδελφό του αποβιώσαντα. Οι Συμφωνίες Υπεργολαβίας που αφορούσαν τα έργα Ι-style 2, I-style 3, Bliss και High Tree τερματίστηκαν για τους λόγους που αναγράφονται στην επιστολή Τερματισμού.

 

Νομική Πτυχή και Συμπεράσματα

  1. Στις αστικές υποθέσεις όπως έχει επανειλημμένως νομολογηθεί ότι η απόδειξη της υπόθεσης κρίνεται με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ενώ το βάρος απόδειξης βρίσκεται στους ώμους του εκάστοτε ενάγοντα, να αποδείξει τους ισχυρισμούς του που θεμελιώνουν την αξίωση του. Η απόσειση του βάρους αυτού, συναρτάται αποκλειστικά με την μαρτυρία η οποία κρίνεται αποδεκτή και αξιόπιστη (Demil Imports Exports Ltd ν. Zήνων η Kωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1 ΑΑΔ 462). Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not) (Μαρσέλ κ.α ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1858, ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ ν. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΧΛΩΡΑΚΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 214/2013, 24/6/2019, ECLI:CY:AD:2019:A238.

 

Συμφωνία Διευθέτησης ημερομηνίας 18/10/2019

  1. Η Εναγόμενη τόσο με την εκ μέρους της προσκομισθείσα μαρτυρία όσο και με τη γραπτή αγόρευση των συνηγόρων της υποστήριξε ότι η προώθηση της παρούσας απαίτησης από την Ενάγουσα είναι αυθαίρετη και καταχρηστική με δεδομένη την υπογραφή της Συμφωνίας Διευθέτησης καθότι σύμφωνα με τη θέση τους έχουν διευθετηθεί όλες οι διαφορές των μερών. Η εν λόγω επιχειρηματολογία εγείρει ζητήματα ερμηνείας της Συμφωνίας Διευθέτησης, κάτι το οποίο έχω ήδη αναφέρει εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου (Ε. Μιχαήλ ανωτέρω).

 

  1. Σχετική με την ερμηνεία όρων συμβάσεων είναι και η σχετικά πρόσφατη  απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Τσιακλίδη ν. Φωτιάδη, Πολιτική Έφεση Αρ. 388/2012, 18/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:A324, όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Η ερμηνεία της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας, ορθά προσεγγίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως θέμα νομικό, το οποίο εναπόκειτο στο ίδιο να αποφασίσει, (βλ. Glory Worldwide Holdings Ltd v Αθλητικού Συλλόγου Ομόνοια Λευκωσίας κ.ά (2012) 1 ΑΑΔ 1633 και Λάμπρου ν Παράσχου κ.ά (1993) 1 ΑΑΔ 397). Όπως υπογραμμίζεται σε πρόσφατη απόφαση μας, επαναλαμβάνοντας την πάγια νομολογία επί του θέματος, βασικό κριτήριο για την ερμηνεία του περιεχομένου μιας σύμβασης αποτελεί η συνήθης σημασία των λέξεων και των όρων της. Η διακρίβωση της σημασίας των όρων που χρησιμοποιήθηκαν και εν τέλει της πρόθεσης των μερών που απορρέει από το έγγραφο, πρέπει να διενεργείται μέσα από τη συνολική ερμηνεία του εγγράφου και όχι μεμονωμένα ή αποσπασματικά, έτσι ώστε να αποφεύγονται ενδεχόμενοι κίνδυνοι από το νόημα που αποδίδεται στους όρους της και που δυνατό να μην αντικατοπτρίζουν, αντικειμενικά ιδωμένοι, τον σκοπό της συναλλαγής και την πραγματική πρόθεση των μερών (xxx Παντελή-Βουζούνη κ.ά ν xxx Αποστόλου, Πολιτική Έφεση Αρ. 457/2012, ημερ.10.4.2019), ECLI:CY:AD:2019:A138».

(η έμφαση και η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)

 

 

  1. Στην απόφαση Amethyst Distributors Ltd v. Ιεράς Μονής Κύκκου (2011) 1 Α.Α.Δ. 199 λέχθηκαν τα εξής:

 

«Οι ερμηνευτικοί κανόνες χρησιμοποιούνται μόνο όταν το νόημα ενός όρου, είναι ασαφές (Pell Frischmann Consultants Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 33, 44). Όπου επιχειρείται ερμηνεία όρων της σύμβασης, το κριτήριο είναι η έννοια την οποία μεταδίδει το κείμενο της σύμβασης στον μέσο λογικό άνθρωπο».

 

  1. Οι πιο πάνω αρχές υιοθετήθηκαν και επεξηγήθηκαν στην πρόσφατη απόφαση Dome Investments Public Company Ltd v. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση 11/2013, ημερομηνίας 17/06/2021,  ως ακολούθως:

 

"Ό,τι προκύπτει από την αποκρυσταλλωμένη νομολογία είναι ότι ζητούμενο είναι η πραγματική πρόθεση των συμβαλλομένων, με βασικό κριτήριο την απλή και συνηθισμένη έννοια των λέξεων και την κατά γράμμα ερμηνεία τους, εκτός αν προκαλείται παράλογο ή αντιφατικό αποτέλεσμα.  Κριτήριο, με άλλα λόγια, είναι η έννοια που μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας, ερμηνευόμενο στο σύνολο του και όχι κατ'  απομόνωση, στον μέσο λογικό άνθρωπο, εφόσον, όπως υποδείχθηκε στην Saab (ανωτέρω) «συνεχής είναι η τάση προς εναρμόνιση των αρχών ερμηνείας των συμβάσεων με τα κρατούντα στην καθημερινή ζωή».

 

(η έμφαση είναι του Δικαστηρίου)

 

70. Στο ίδιο το κείμενο της Συμφωνίας Διευθέτησης καταγράφονται στο προοίμιο τα εξής με αναφορά στον Α’ Συμβαλλόμενο (Ενάγουσα) και τον Β’ Συμβαλλόμενο (Εναγόμενη):

 

«ΕΠΕΙΔΗ ο Α΄ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΣ και ο Β΄ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΣ έχουν συμφωνήσει να διευθετήσουν πλήρως τις διαφορές τους, όσον αφορά τις μέχρι σήμερα εκτελεσθείσθεσες εργασίες του Β’ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΥ στα έργα του Α’ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΥ, στα πλαίσια της συμβατικής τους σχέσης

[…]

ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ ο Α΄ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΣ και ο Β΄ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΣ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΟΠΩΣ Α’ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΣ ΚΑΤΑΒΑΛΕΙ στον Β’ ΣΥΒΛΑΛΟΜΕΝΟ το ποσό των ΕΥΡΩ 21.904= (ΕΙΚΟΣΙ ΜΙΑ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΚΑΙ ΕΝΝΙΑΚΟΣΙΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΕΥΡΩ ΜΟΝΟ) για την πλήρη και τελική εξόφληση των εκτελεσθείσων εργασιών ως αναφέρεται πιο πάνω».

 

71. Από το πιο πάνω λεκτικό που χρησιμοποιήθηκε στη διαμόρφωση του προοίμιο της συμφωνίας δεν προκύπτει οποιαδήποτε ασάφεια κατά την απόδοση στις εν λόγω λέξεις της απλής και συνηθισμένης έννοια τους, ώστε να δικαιολογείται η υιοθέτηση άλλων ερμηνευτικών κανόνων για σκοπούς ερμηνείας και εξακρίβωσης της πρόθεσης των μερών. Συνεπώς δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από το λεκτικό του προοιμίου αντικειμενικά ιδωμένο, αυτό που συμφώνησαν τα συμβαλλόμενα μέρη είναι να διευθετήσουν τις διαφορές τους σε σχέση με τις εκτελεσθείσες εργασίες της Ενάγουσας και όχι για οποιαδήποτε άλλη διαφορά που μεταξύ τους. Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει οποιοδήποτε κώλυμα ή κατάχρηση στην προώθηση της παρούσας απαίτησης, με δεδομένο ότι αυτό που αξιώνεται είναι διαφυγόντα κέρδη για τις μη εκτελεσθείσες εργασίες και συνεπώς η σχετική επί τούτου επιχειρηματολογία της Εναγόμενης απορρίπτεται.

Απαίτηση

  1. Η αξίωση της Ενάγουσας όπως προκύπτει από την Έκθεση Απαίτησης εδράζεται στη βάση του κατ’ ισχυρισμό παράνομου τερματισμού του συνόλου των Συμφωνιών Υπεργολαβίας που είχε η Ενάγουσα με την Εναγόμενη. Παρεμβάλλω σε αυτό το σημείο ότι ενώ δικογραφικά αξιώνονται αποζημιώσεις για τον τερματισμό και των 5 συμφωνιών υπεργολαβίας εντούτοις, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 23/09/2019 με την επιστολή τερματισμού τερματίστηκε η συνεργασία των μερών για τα έργα με την ονομασία i-style 2, i-style 3, Bliss και High Tree, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά στη συμφωνία που αφορά το έργο Ιshape. Δεν λέχθηκε οτιδήποτε από τα μέρη για το εν λόγω ζήτημα και οι διάδικοι προσέγγισαν την υπόθεση ωσάν το σύνολο των Συμφωνιών Υπεργολαβίας να είχαν τερματιστεί με την επιστολή Τερματισμού (Τεκμήριο 6). Αναπόφευκτα στην απουσία σχετικής μαρτυρίας, δηλαδή μαρτυρίας για τον τερματισμό και αυτής της συμφωνίας, έχοντας κατά νου ότι η απαίτηση της Ενάγουσας στηρίζεται σε παράνομο τερματισμό, η απαίτηση της Ενάγουσας στην έκταση που αυτή αφορά την συμφωνία υπεργολαβίας για το έργο Ishape δεν μπορεί παρά να απορριφθεί.

 

  1. Οι συνέπειες παράβασης συμβατικών όρων και τα δικαιώματα που απορρέουν στο αθώο μέρος όπως και οι θεραπείες που μπορεί να αξιωθούν ένεκα της παράβασης, εξαρτώνται από το είδος της παράβασης και τη σημασία του όρου που παραβιάστηκε, δηλαδή κατά πόσο αυτός ο όρος ήταν ουσιώδης (condition) ή ήταν μια εγγυητική διαβεβαίωση (warranty) σε συνάρτηση με το αντικείμενο της σύμβασης και είναι ζήτημα που εναπόκειται στα μέρη σε κάθε σύμβαση να καθορίσουν ρητά Μίκης Κυριάκου ν Μαρία Φιλή (2004) 1 Α.Α.Δ. 1811 ή εκεί που τα μέρη δεν το πράττουν εναπόκειται στο Δικαστήριο να προβεί στην κατηγοριοποίηση του όρου (Hong Kong Fir Shipping Co v Kawasaki Kisen Kaisha [1962] 2 QB 26) λαμβάνοντας υπόψη την επίδραση που η παράβαση της σύμβασης πραγματικά έχει από την ερμηνεία των προνοιών της συνολικά.

74. Όταν μετά τη σύναψη μιας συμφωνίας το ένα συμβαλλόμενο μέρος παραβιάζει ουσιώδεις όρους και υποχρεώσεις, εκδηλώνοντας ουσιαστικά την πρόθεσή του να αποκηρύξει τη συμφωνία, το αθώο μέρος έχει την επιλογή και το δικαίωμα είτε να αποδεχθεί την αποκήρυξη οπόταν η συμφωνία θεωρείται τερματισθείσα, είτε να μην αποδεχθεί την αποκήρυξη και να επιβεβαιώσει την ισχύ της συμφωνίας οπόταν η συμφωνία εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ με δικαίωμα να αξιώσει αποζημιώσεις για την παράβαση. Ειδικότερα, στην παράγραφο 27-066 του συγγράμματος Chitty on Contracts, 34th edition (2021), αναφέρονται τα εξής αναφορικά με την επιλογή της αποδοχής της αποκήρυξης:

“Where there is an anticipatory breach, or the breach of an executory contract, and the innocent party wishes to terminate further performance of the contract, he must, in the language traditionally employed by the courts, “accept the repudiation”.332 An act of acceptance of a repudiation requires no particular form.333 It is usually done by communicating the decision to terminate to the party in default,334 although it may be sufficient to lead evidence of an:

“Unequivocal overt act which is inconsistent with the subsistence of the contract … without any concurrent manifestation of intent directed to the other party.”

75. Προσθέτω ότι εκεί όπου υπάρχει τερματισμός μιας σύμβασης και όμως αυτός είναι παράνομος υπό την έννοια ότι είναι αδικαιολόγητος/ εσφαλμένος (wrongful), μεταξύ άλλων, εκεί όπου δεν υπήρξε παράβαση ουσιωδών όρων της σύμβασης τότε ο ίδιος ο εσφαλμένος τερματισμός, συνιστά διάρρηξη της συμφωνίας (DEMARI KRONOS LIMITED v. MICHAEL LESLIE GRAY κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 264/2014, 22/2/2023, ECLI:CY:AD:2023:A62 και Pop Life Electric Shops Ltd κ.ά. ν. Ονησιφόρου κ.ά. (2007) 1(Α) Α.Α.Δ. 359, 367), καθότι με την αποστολή επιστολής τερματισμού γνωστοποιείται η πρόθεση του αποστολέα να παύσει την εκτέλεση της σύμβασης. Έπειτα αυτό επιτρέπει στο αναίτιο μέρος να διεκδικήσει θεραπεία από το μέρος που είχε προχωρήσει στον παράνομο τερματισμό.

 

76. Από τον τρόπο που προωθήθηκε η υπόθεση της Ενάγουσας προκύπτει ότι υπήρχε σύγχυση ως προς το ποιος έφερε το βάρος απόδειξης και τι όφειλε η Ενάγουσα να αποδείξει για να πετύχει στην απαίτηση της. Ειδικότερα, ενώ θα αναμένετο να αμφισβητηθεί το περιεχόμενο της επιστολής Τερματισμού, με αναφορά στο σύνολο των Συμφωνιών Υπεργολαβίας που αποτελούν αυθύπαρκτές συμφωνίες εντούτοις, υπήρξε αδικαιολόγητα επικέντρωση στο ότι υπήρχε αποκλειστικά κάποιος άλλος «πραγματικός λόγος» τερματισμού χωρίς να απασχολήσει το κατά πόσο τα όσα καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού ίσχυαν ή όχι. Το ίδιο παρατηρήθηκε και κατά την αντεξέταση του ΜΥ1 όπου υπήρξε επικέντρωση στο κατά πόσο υπήρχαν προηγούμενες προειδοποιήσεις είτε γραπτές είτε προφορικές χωρίς να αμφισβητούνται οι λόγοι τερματισμού. Όπως ήδη ανέφερα και κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, η όλη θεώρηση ότι υπήρχαν αλλότρια κίνητρα τερματισμού παρέμεινε μετέωρη στην απουσία τόσο μαρτυρίας όσο και σχετικών υποβολών που να αποσκοπούσαν στην κατάδειξη ότι τα όσα αναγράφονταν στην επιστολή Τερματισμού δεν ίσχυαν.

 

77. Κατά την κρίση μου, το ζήτημα του παράνομου ή μη του τερματισμού,  στην ορθή του διάσταση, δεν είναι να δυνατό να εξετάζεται γενικά και αφηρημένα αποκλειστικά με αναφορά στους υποκειμενικούς λόγους που ισχυρίζεται ή θεωρεί ένας διάδικος ότι στην πραγματικότητα ισχύουν. Τουναντίον, ο τερματισμός εξετάζεται πρωτίστως με αναφορά στο κατά πόσο οι καταγεγραμμένοι λόγοι της επιστολής Τερματισμού ήταν βάσιμοι ή όχι ώστε να κριθεί κατά πόσο η Εναγόμενη άσκησε το εν λόγω δικαίωμα εσφαλμένα ή όχι. Επί τούτου επαναλαμβάνω ότι δεν προωθήθηκε ούτε δικογραφικά ούτε προσκομίσθηκε οποιαδήποτε αξιόπιστη μαρτυρία από την Ενάγουσα ότι τα όσα καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού δεν παρείχαν στην Εναγόμενη δικαίωμα να τερματίσει τις Συμφωνίες Υπεργολαβίας. Συνεπώς δεν θα με απασχολήσει το κατά πόσο τα όσα καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού αποτελούν ουσιώδεις όρους (conditions) των Συμφωνιών Υπεργολαβίας που θα επέτρεπαν στην Εναγόμενη να προβεί βάσιμα σε τερματισμό των Συμφωνιών Υπεργολαβίας.

 

78. Σε κάθε περίπτωση είναι χαρακτηριστικό ότι στην αγόρευση του συνηγόρου της Ενάγουσας προωθείται για πρώτη φορά επιχειρηματολογία, ότι εκ της συμπεριφοράς της Εναγόμενης, δηλαδή ότι επέτρεψε στην Ενάγουσα να εισέλθει στο εργοτάξιο Ι-style 3, τότε αυτό συνιστά αποδοχή/επικύρωση (affirmation) και απεμπόληση (waiver) των δικαιωμάτων της Εναγόμενης να τερματίσει τις Συμφωνίες Υπεργολαβίας. Η προώθηση της εν λόγω επιχειρηματολογίας αναπόφευκτα εξ υπακούει ότι τα όσα καταγράφονται στην επιστολή Τερματισμού μπορούσαν να αποτελέσουν βάσιμους λόγους τερματισμού των συμφωνιών, καθότι αν δεν αποτελούσαν τέτοιους δεν θα ήταν δυνατό να προωθηθεί το επιχείρημα περί επικύρωσης. Αφήνω επί μέρους το γεγονός ότι η προώθηση τέτοιας επιχειρηματολογίας, συνεπεία της «επιστροφής» στο εργοτάξιο ότι και αν σημαίνει αυτό, παρέμεινε κενή περιεχομένου ένεκα της ποιότητας της μαρτυρίας της Ενάγουσας και αντ‘ αυτού επικεντρώνομαι στο γεγονός ότι από το σύνολο των δικογράφων της Ενάγουσας απουσιάζει η αναφορά σε οποιαδήποτε γεγονότα αλλά και σε σχετικούς ισχυρισμούς ότι η Εναγόμενη απεμπόλησε ή, για να το θέσω αλλιώς, παραιτήθηκε του δικαιώματος τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας, ώστε να ανακύπτει κώλυμα εκ της στάσεως αποδοχής που τήρησε μη επιτρέποντας τον τερματισμό των Συμφωνιών Υπεργολαβίας. Για να δικαιούτο η Ενάγουσα να επικαλεστεί κάτι τέτοιο ήταν επιβεβλημένη η δικογράφηση σχετικών επί τούτου ισχυρισμών (δέστε κατ’ αναλογία DNicolaou & Sons (LandownersLtd v. Χ''Αντώνη κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 273 και Πιττάτζης κ.ά. vIanira Enterprises Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 814 ) και επομένως το εν λόγω ζήτημα ουδέποτε κατέστη επίδικο στην παρούσα και αναπόφευκτα η εν λόγω επιχειρηματολογία δεν μπορεί να τύχει εξέτασης και απορρίπτεται.

 

79. Αναξιόπιστη μαρτυρία δεν αποτελεί αποδεικτικό υλικό αλλά μόνο αξιόπιστη μαρτυρία βαρύνει την πλάστιγγα των πιθανοτήτων (Αθανασίου κ.α. v. Κουνούνη (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 614 και DAVID FOWLES v. ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΟΥΚΚΙΔΗ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 127/2015, 1/3/2024). Στην παρούσα υπόθεση, πέραν από τη μαρτυρία του ΜΕ1, η οποία απορρίφθηκε ως αναξιόπιστη, δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία, εκ μέρους της Ενάγουσας, ικανή να καταδείξει στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων το «παράνομο» του τερματισμού των Συμφωνιών Υπεργολαβίας και συνεπώς η Ενάγουσα δεν έχει αποσείσει από τους ώμους της το βάρος απόδειξης που της αναλογούσε. Συνεπώς, η απαίτηση είναι έκθετη σε απόρριψη και απορρίπτεται.

Αποζημιώσεις

  1. Παρά την κατάληξη μου για σκοπούς πληρότητας ακόμα και να κατέληγα ότι υπήρχε παράνομος τερματισμός θα απέρριπτα το αξιώμενο ποσό της  απαίτησης. Υπενθυμίζω ότι η Ενάγουσα αξιώνει το ποσό των €28,324.90 ως διαφυγόντα κέρδη και το ποσό των €3,800 ως τους μισθούς του ΜΕ1.

81. Επιγραμματικά αναφέρω, ότι οι αρχές που διέπουν τον καθορισμό των αποζημιώσεων για παράβαση συμφωνίας, καθορίζονται από το άρθρο 73(1) του Περί Συμβάσεων Νόμου (Κεφ. 149), το οποίο ρυθμίζει τόσο το δικαίωμα για αποζημιώσεις όσο και το ύψος των αποζημιώσεων, του οποίου οι πρόνοιες του ενσωματώνουν τις αρχές του αγγλικού δικαίου:

73.-(1) Σε περίπτωση παράβασης της σύμβασης, ο συμβαλλόμενος που ζημιώνεται από την εν λόγω παράβαση έχει δικαίωμα αποζημίωσης από τον υπαίτιο αντισυμβαλλόμενο, για τη ζημιά ή απώλεια που υπέστη συνεπεία αυτής, η οποία προέκυψε φυσικά κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων από την εν λόγω παράβαση ή την οποία οι συμβαλλόμενοι γνώριζαν όταν συνήπτετο η σύμβαση, ως ενδεχόμενη συνέπεια της παράβασης της σύμβασης.

Καμιά αποζημίωση δεν καταβάλλεται για απομακρυσμένη και έμμεση απώλεια ή ζημιά που προξενήθηκε συνεπεία παράβασης της σύμβασης.

82. Αποτελεί καλά καθιερωμένη αρχή, ότι οι αποζημιώσεις στο δίκαιο των συμβάσεων έχουν σκοπό την αποκατάσταση του αθώου μέρους στη θέση που θα απολάμβανε αν η συμφωνία εφαρμοζόταν και όχι τη ζημιά την οποία υπέστη προς αντιμετώπιση των συνεπειών διάρρηξης της συμφωνίας (Άλπαν (Αδελφοί Τάκη) Λτδ ν. Τρυφωνίδου (1996) 1 Α.Α.Δ 679 και Men Mar Ltd ως εμπορεύεται υπό την εμπορική επωνυμία M & M Caterhome ν. CLP Catering Ltd, Πολ. Έφ.27/2012 σχετ. με 28/2012, ημερ.23.01.2018). Ειδικότερα, στην απόφαση (Men Mar Ltd ανωτέρω) λέχθηκαν τα εξής:

 «Όπως αναφέρεται μεταξύ άλλων στο σύγγραμμα Ewan MckendrickContract Law, 6η έκδ. στο Κεφάλαιο 20, που αφορά τις αποζημιώσεις για διάρρηξη σύμβασης, υπάρχουν τρεις βασικές κατηγορίες στις οποίες ο ενάγων δύναται να εντάξει την αξίωση του για αποζημιώσεις.  Η πρώτη αφορά το λεγόμενο «expectation interest» που έχει ως βάση την προσδοκία του ενάγοντα ότι ο εναγόμενος θα εκπληρώσει τις δικές του συμβατικές υποχρεώσεις και στην περίπτωση που δεν το πράττει, οι αποζημιώσεις θα πρέπει να τον αποζημιώνουν με το να τον θέσουν στην ίδια καλή κατάσταση που θα ήταν αν ο εναγόμενος εκπλήρωνε την  υπόσχεση του.  Η δεύτερη κατηγορία αφορά το λεγόμενο «reliance interest» στην οποία εμπίπτουν οι ενέργειες τις οποίες προς βλάβη του έχει  υποστεί ο ενάγων στη βάση της υπόσχεσης του εναγομένου ότι θα εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις με αποτέλεσμα να υποστεί διάφορα έξοδα τα οποία ο εναγόμενος θα πρέπει να αποκαταστήσει.  Ο σκοπός εδώ είναι να τεθεί ο ενάγων στην ίδια καλή κατάσταση ως θα ήταν πριν την υπόσχεση που έδωσε ο εναγόμενος.  Τέλος, ο ενάγων μπορεί να αξιώσει το λεγόμενο  «restitution interest», κατά το οποίο ο ενάγων δεν επιθυμεί να αποζημιωθεί για την απώλεια που έχει υποστεί, αλλά επιθυμεί να αποστερήσει από τον εναγόμενο το κέρδος το οποίο απεκόμισε σε βάρος του.  Τα ίδια στην ουσία λέγονται και στο σύγγραμμα των Koffman & MacdonaldThe Law of Contract,           6η έκδ., σελ. 547 κ.ε., σε σχέση με το «expectation loss».

83. Των πιο πάνω λεχθέντων, επανέρχομαι στα όσα τέθηκαν ενώπιον μου στην παρούσα και στη μαρτυρία που προσκομίστηκε και καταλήγω ότι στην προκειμένη περίπτωση, το αξιώμενο διαφυγόν κέρδος δεν έχει αποδειχθεί επαρκώς.  Η προσκομισθείσα μαρτυρία για σκοπούς απόδειξης του ποσού στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 13 το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως η βάση υπολογισμού του ισχυριζόμενου διαφυγόντος κέρδους με αναφορά στις εκτελεσθείσες εργασίες της Ενάγουσας για το έτος 2019 και το καθαρό κέρδος που ισχυρίστηκε ότι αποκόμισε η Ενάγουσα από τις εν λόγω εργασίες. Το Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν μπορεί να προσδοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στο εν λόγω τεκμήριο για τους λόγους που έχουν ήδη αναφερθεί. Καμία άλλη σχετική μαρτυρία προς απόδειξη της ισχυριζόμενης αυτής ζημιάς και του τρόπου καθορισμού της προσκομίστηκε, ούτε και εξηγήθηκε γιατί υπήρξε μείωση του αξιώμενου ποσού και συσχετισμός αυτού με την προσκομισθείσα μαρτυρία. Συνεπώς, η αξίωση του εν λόγω ποσού, απλώς και μόνο στη βάση των αναφορών του ΜΕ1 χωρίς να έχει παρουσιαστεί άλλη μαρτυρία που να επιμαρτυρεί ότι τα όσα καταγράφονται στο Τεκμήριο 13 ως καθαρά έσοδα της Ενάγουσας για το έτος 2019 είναι ορθά, με δεδομένη την απόρριψη τόσο της μαρτυρίας της ΜΕ4 όσο και του ίδιου του Τεκμηρίου 13 δεν έχει αποδειχθεί.

 

84. Όσον αφορά την έτερη αξίωση της Ενάγουσας για τους μισθούς του ΜΕ1, η θέση του συνηγόρου της Ενάγουσας ότι λόγω της μη αμφισβήτησης της καταβολής του ποσού από την Ενάγουσα, τότε δίχως άλλο δικαιολογείται η καταβολή του, παραγνωρίζει την απουσία διασύνδεσης του εν λόγω ποσού με κάποιο αναγνωρισμένο είδος αποζημίωσης στο δίκαιο των συμβάσεων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το ίδιο το άρθρο 73 περιορίζει ακριβώς τη δυνατότητα ανάκτησης αποζημιώσεων μόνο εκεί όπου αυτή προκύπτει φυσικά από την παράβαση, κατά τη συνήθη δηλαδή πορεία των πραγμάτων, είτε η εν λόγω ζημιά ήταν προβλέψιμη, με βάση το τι γνώριζαν ή είχαν υπόψη τους οι διάδικοι, κατά τη σύναψη της (ΒΟΥΖΟΥΝΗ κ.α. ν. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 457/2012, 10/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:A138), κάτι που υπό τις περιστάσεις δεν έχει αποδειχθεί και δεν υφίσταται. Αποδοχή της πιο πάνω θέσης θα σήμαινε ότι συμβαλλόμενα μέρη θα υπείχαν απεριόριστης οικονομικής ευθύνη, όποτε υπάρχει παραβίαση σύμβασης και δη για ποσά που δεν γνωρίζουν και που αφορούν εσωτερικά ζητήματα του εκάστοτε συμβαλλόμενου. Δεν νομίζω να χρειάζεται να λεχθεί οτιδήποτε άλλο και συνεπώς και το εν λόγω μέρος της απαίτησης απορρίπτεται.

Κατάληξη

85. Στη βάση όλων των πιο πάνω, η απαίτηση της Ενάγουσας απορρίπτεται. Εν όψει της πιο πάνω κατάληξης μου, ασκώντας τη διακριτική μου ευχέρεια θεωρώ ότι δεν συντρέχει λόγος απόκλισης από τον κανόνα ότι τα έξοδα θα πρέπει να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της διαδικασίας και συνεπώς τα έξοδα της απαίτησης επιδικάζονται προς όφελος της Εναγόμενης και εναντίον της Ενάγουσας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

86. Προτού ολοκληρώσω την παρούσα απόφαση, λόγω του ότι από τη μαρτυρία που προσκομίστηκε προκύπτει ότι η ΜΕ4 προέβη σε έλεγχο και ετοιμασία των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων της Ενάγουσας για το έτος 2019, χωρίς να είναι αδειούχος ελεγκτής, ως ανέφερε η ίδια, κάτι το οποίο αποτελεί ποινικό αδίκημα, δίνονται οδηγίες όπως αντίγραφο της παρούσας απόφασης κοινοποιηθεί στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας προκειμένου να διερευνήσει, αν το κρίνει πρέπον, το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικών αδικημάτων κατά παράβαση των προνοιών του Περί Ελεγκτών Νόμου.

 

(Υπ.) ……………………………….

      Κ. Πασιαρδής, Ε.Δ.

 

Πιστό αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

Subject: Civil /Termination of Contract/Final

Αναφορά: Αστικό/Τερματισμός Σύμβασης/Τελική


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο