ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. Παρπαρίνου, Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 920/20
Μεταξύ:
ΣΩΤΗΡΑΚΗΣ (ΣΩΤΟΣ) ΤΡΙΚΩΜΙΤΗΣ
Ενάγοντας
ν.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΙΑΛΛΟΥΡΟΣ
Εναγόμενος
-------------------
Αίτηση τροποποίησης ημερ. 31.01.25
Ημερομηνία: 17.11.25
ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:
Για Ενάγοντα/Αιτητή: κα. Δ. Μαρίνου για Ορφανίδης, Χριστοφίδης & Συνεργάτες Δ.ΕΠ.Ε.
Για Εναγόμενο/Καθ’ου η Αίτηση: κα. X. Λουγκρίδου για Chrysses Demetriades & Co LLC
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
1. Στην παρούσα αγωγή ο Ενάγοντας, με ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, αξιώνει αναγνωριστική απόφαση ότι ο Εναγόμενος έχει δυσφημίσει και/ή κακολογήσει (επιζήμια ψευδολογία) τον Ενάγοντα, γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για την ζημιά που υπέστη ο Ενάγοντας καθώς και διάταγμα όπως ο Εναγόμενος απέχει από οποιαδήποτε πράξη δυσφήμισης και/ή επιζήμιας ψευδολογίας σε βάρος του Ενάγοντα.
Η επίδικη αίτηση
2. Με την παρούσα αίτηση ημερ. 31.01.25 (εφ’εξής «η επίδικη αίτηση»), ο Ενάγοντας/Αιτητής επιδιώκει την τροποποίηση των πιο πάνω αξιώσεων του καθώς και την τροποποίηση παραγράφων της Έκθεσης Απαίτησης με την προσθήκη δύο νέων παραγράφων, ως καταγράφονται στην επίδικη αίτηση.
3. Η νομική βάση της επίδικης αίτησης στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.25, Δ.30, Δ.48, Θ. 1 – 9, Δ.63, Θ. 1-4, Δ.64, στο άρθρο 30 του Συντάγματος, στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τη νομολογία, την πρακτική καθώς επίσης και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.
4. Η επίδικη αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση της «Τ.Χ» ημερ. 29.01.25 (εφ’εξης «η Ε/Δ Τ.Χ»), όπου αναφέρει ότι είναι δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο που από τις 07.10.24 εκπροσωπεί τον Ενάγοντα. Αναφορικά με την αιτούμενη τροποποίηση, η ομνύουσα αναφέρει ότι κατά την έρευνα του φακέλου της υπόθεσης διαπιστώθηκε πως παραλήφθηκε η λεκτική αναφορά (in verbatim) των επίδικων φράσεων και/ή της δυσφημιστικής συμπεριφοράς και/ή επιζήμιας ψευδολογίας του Εναγόμενου. Προβάλλει επίσης την θέση της ότι η αιτούμενη τροποποίηση είναι καλόπιστη, ορθή και δίκαιη ώστε να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη καθώς και υπό τις περιστάσεις αναγκαία, χωρίς να επηρεάζονται δυσμενώς τα δικαιώματα του Εναγόμενου, ο οποίος στην Έκθεση Υπεράσπισης του απλώς προβαίνει σε γενική άρνηση των ισχυρισμών της Έκθεσης Απαίτησης του Ενάγοντα, χωρίς να προβάλλει οποιαδήποτε προδικαστική ένσταση. Ως εκ τούτου, αιτείται ως η επίδικη αίτηση.
Ένσταση Καθ’ου η Αίτηση
5. Η επίδικη αίτηση προσέκρουσε στην ένσταση του Εναγόμενου/Καθ’ου η Αίτηση. Η ένσταση του Καθ’ου η Ένσταση ημερ. 13.02.25 υποστηρίζεται από 6 λόγους ένστασης που δύναται να συνοψισθούν ως εξής: (1) η επίδικη αίτηση αποσκοπεί στην εισαγωγή υλικού και ισχυρισμών που ήταν σε γνώση του Ενάγοντα πριν από την καταχώριση της Έκθεσης Απαίτησης, αφού αυτά αφορούν γεγονότα που κατ’ισχυρισμό έγιναν κατά ή περί το 2017 (λόγος ένστασης 1), (2) η επίδικη αίτηση καταχωρήθηκε σε πολύ προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας και με τεράστια αδικαιολόγητη καθυστέρηση (λόγος ένστασης 2), (3) η επίδικη αίτηση αποτελεί μορφή περιφρόνησης του Δικαστηρίου και/ή κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας, αφού ο Ενάγοντας γνώριζε και/ή όφειλε να γνωρίζει τις λεπτομέρειες που επιθυμεί να τροποποιήσει (λόγος ένστασης 3), (4) δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτουν οι Θεσμοί και η νομολογία για τροποποίηση δικογράφων στο παρόν στάδιο (λόγος ένστασης 4), (5) η επίδικη αίτηση επηρεάζει δυσμενώς τα δικαιώματα του Εναγόμενου για διάγνωση των δικαιωμάτων του εντός εύλογου χρόνου (λόγος ένστασης 5) και (6) η επίδικη αίτηση αποσκοπεί στην εισαγωγή μαρτυρίας στην δικογραφία που είναι ανεπίτρεπτο στο παρόν στάδιο (λόγος ένστασης 6).
6. Η νομική βάση της ένστασης του Καθ’ου η Αίτηση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.25, Δ.39 και Δ.48, Θ. 1 – 9, στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, στην νομολογία, στην πρακτική καθώς επίσης και στις εγγενείς εξουσίες του Δικαστηρίου.
7. H ένσταση του Καθ’ου η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του ιδίου ημερ. 13.02.25 (εφ’εξης «η Ε/Δ Εναγόμενου»), όπου αναφέρει ότι προβαίνει στην παρούσα ένορκη δήλωση ένεκα της προσωπικής του γνώσης αναφορικά με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και προς τούτο υιοθέτησε τους λόγους ένστασης. Αναφορά γίνεται από τον ομνύοντα στην τεράστια καθυστέρηση με την οποία υποβάλλεται η επίδικη αίτηση καθώς και ότι τα θέματα, τα οποία επικαλείται η πλευρά του Ενάγοντα να εισάγει στο παρόν στάδιο, ήταν εις γνώση του πριν την καταχώρηση της παρούσας αγωγής και παράλειψε να τα δικογραφήσει και/ή να τροποποιήσει έγκαιρα την Έκθεση Απαίτησης του σε προγενέστερο χρόνο. Θέση του ομνύοντα είναι ότι με την επίδικη αίτηση επιτυγχάνεται σπατάλη πολύτιμου δικαστικού χρόνου και δημιουργία εξόδων.
8. Στην Ε/Δ του Καθ’ου η Αίτηση, ο ομνύοντας, εξ’όσων λαμβάνει νομική συμβουλή, προβαίνει σε αναφορά στην νομοθεσία που διέπει την τροποποίηση δικογράφων στο παρόν στάδιο, ήτοι μετά την έκδοση της κλήσης για οδηγίες. Προς τούτο προβάλλει την θέση ότι δεν τεκμηριώνεται η μη συμπερίληψη των αιτούμενων πληροφορίων στο υφιστάμενο δικόγραφο αφού αυτά δεν αποτελούν νέα δεδομένα μη υπαρκτά, κατά τη λήψη οδηγιών για έγερση της αγωγής, καθώς αφορούν γεγονότα που κατ’ισχυρισμόν έγιναν και ήταν σε γνώση του Ενάγοντα περί το έτος 2017 και έπρεπε να εισαχθούν από την αρχή στο υφιστάμενο δικόγραφο. Συνεπώς, ο ομνύοντας θεωρεί ότι η επίδικη αίτηση είναι κακόπιστη και δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα που δικαιολογεί την επίδικη αίτηση ενώ αναφέρει επιπλέον ότι οι ισχυρισμοί που περιέχονται στην Ε/Δ Τ.Χ. είναι ανεπαρκείς, αδικαιολόγητοι, αστήρικτοι, χωρίς κανένα νομικό έρεισμα και νομική βάση και σε καμιά περίπτωση δικαιολογούν τις αιτούμενες τροποποιήσεις.
9. Αναφορά γίνεται από τον ομνύοντα στην, κατά την θέση του, αδικαιολόγητη και υπέρμετρη καθυστέρηση στην υποβολή της επίδικης αίτησης, γεγονός που παραβιάζει το δικαίωμα για διάγνωση των αστικών του δικαιωμάτων εντός εύλογου χρόνου. Περαιτέρω, ο ομνύοντας αναφέρει, εξ’οσων λαμβάνει νομική συμβουλή, ότι με βάση την σχετική νομολογία και νομοθεσία δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων. Ως εκ τούτου, πιστεύει ότι η επίδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί με έξοδα εις βάρος του Ενάγοντα.
Γραπτές Αγορεύσεις των μερών
10. Στα πλαίσια της επίδικης αίτησης ουδείς εκ των ενόρκως δηλούντων αντεξετάστηκε και αμφότεροι συνήγοροι αγόρευσαν γραπτώς και προφορικά προς υποστήριξη των θέσεων τους. Εξέτασα με πολύ προσοχή τις θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων και την Νομολογία στην οποία παρέπεμψαν το Δικαστήριο για σκοπούς υποστήριξης των θέσεων που εγείρουν. Θα αναφερθώ στις αγορεύσεις των μερών, όπου κριθεί αναγκαίο, πιο κάτω.
Νομική Πτυχή
11. Ως αναφέρεται ανωτέρω, η επίδικη αίτηση βασίζεται στην Δ.25 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως τροποποιήθηκε. Ειδικότερα, εφόσον οι αιτούμενες τροποποιήσεις επιχειρούνται μετά το στάδιο της κλήσης για Οδηγίες, σχετικό είναι τα όσα διαλαμβάνει η Δ.25 Θ.1(3), που προνοεί τα εξής:
«Μετά την έκδοση της Κλήσης για Οδηγίες ως προνοείται από τη Διαταγή 30, ουδεμία τροποποίηση επιτρέπεται με εξαίρεση το εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος στη σύνταξη της δικογραφίας, και τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά τη λήψη των οδηγιών για έγερση της αγωγής ή της καταχώρησης του κλητηρίου εντάλματος ή της δικογραφίας, αναλόγως της περίπτωσης.»
12. Από το πιο πάνω λεκτικό της Δ.25 Θ.1(3) προκύπτει ότι η τροποποίηση δικογράφου, μετά την έκδοση κλήσης για οδηγίες, δεν είναι επιτρεπτή με εξαίρεση την τροποποίηση δικογράφου για διόρθωση εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους στη σύνταξη της δικογραφίας και στην περίπτωση που, προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου, έχουν προκύψει νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά την λήψη των οδηγιών. Επομένως, ως άλλωστε λέχθηκε στην MONOKO (ΚΟΣΤΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΟΙΚΟΔΟΜΩΝ) ΛΤΔ ν. C & S AMART MOVE DEVELOPERS LTD, Πολιτική Έφεση αρ. Ε99/2022, ημερομηνίας 03.10.2025, η νομολογία της παλιάς Δ.25 δεν είναι βοηθητική στην εξέταση της επίδικης αίτησης καθώς οι σχετικές πρόνοιες της νέας Δ.25 είναι εντελώς διαφορετικές και δεν παρέχεται πλέον ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο, όπως προβλεπόταν στην παλαιά Δ.25.
13. H ερμηνεία του «καλόπιστου λάθους» έχει εξεταστεί από το Εφετείο στην πρόσφατη απόφαση ΜΟΝΟΚΟ (ανωτέρω), υπό μονομελή σύνθεση, όπου κρίθηκε ότι η έννοια του καλόπιστου λάθους δεν εκτείνεται με τρόπο ώστε να καλύπτει λάθη που αφορούν ισχυρισμούς που ήταν γνωστοί από πριν στον εκάστοτε αιτητή. Ειδικότερα στην ΜΟΝΟΚΟ (ανωτέρω) λέχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:
«Η νέα διαταγή 25 δεν αναφέρεται ειδικά, στην ερμηνεία της φράσης «καλόπιστο λάθος». Κατά την κρίση μου, το καλόπιστο λάθος δεν επεκτείνεται στην παράλειψη προσθήκης κάποιων ισχυρισμών, αλλά περιορίζεται στην τυπικά λανθασμένη σύνταξη του δικογράφου, σε παραλείψεις και σε μικρές ασάφειες ή σε απλά τυπογραφικά λάθη. Με αυτή την έννοια δεν συνιστά καλόπιστο λάθος, η παράλειψη προσθήκης νέων ισχυρισμών, ειδικά αν αυτοί ήταν γνωστοί από πριν στον αιτητή. Σχετική είναι η ενδιάμεση απόφαση της Λ. Δημητριάδου Π.Ε.Δ. (ως ήταν τότε) στην αγωγή 813/2017 ., ημερ. 30/12/2019, στην οποία αναφέρθηκε μεταξύ άλλων ότι η παράλειψη καταγραφής γεγονότων που θεμελιώνουν τη βάση της αγωγής, δεν μπορούν να υπαχθούν στην έννοια του εκ παραδρομής καλόπιστου λάθους.
Στην ίδια υπόθεση (ανωτέρω), διατυπώνεται η άποψη ότι οι νέες Δ.25 και Δ.30, αναμφίβολα επιβάλλουν πολύ μεγαλύτερη προσοχή και επιμέλεια στους συνηγόρους κατά το στάδιο σύνταξης των δικογράφων, αφού τα περιθώρια άσκησης διακριτικής ευχέρειας σε αιτήματα τροποποίησης από πλευράς Δικαστηρίου, είναι πλέον ιδιαίτερα περιορισμένα. Εν ολίγοις, η νέα προσέγγιση πραγμάτων, απαιτεί από όλους τους διαδίκους και τους συνηγόρους τους, να μεριμνούν δεόντως για την συμπερίληψη όλων των αναγκαίων ισχυρισμών στα δικόγραφά τους, ούτως ώστε να αποφεύγεται η τροποποίηση δικογράφων, σε προχωρημένο στάδιο της δίκης.» (υπογράμμιση του Δικαστηρίου).
Εξέταση έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων τροποποίησης
14. Στην παρούσα περίπτωση, όπως προκύπτει από την Ε/Δ Τ.Χ, δεν προβάλλεται ισχυρισμός ότι η παράλειψη δικογράφησης της λεκτικής αναφοράς «των επίδικων φράσεων και/ή της δυσφημιστικής συμπεριφοράς και/ή επιζήμιας ψευδολογίας του Εναγόμενου» οφείλεται σε εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος. Αντιθέτως, η ομνύουσα περιορίζεται απλώς στο να αναφέρει ότι διαπιστώθηκε η πιο πάνω παράλειψη δικογράφησης κατά την έρευνα του φακέλου και πιστεύει ότι η αιτούμενη τροποποίηση είναι καλόπιστη, ορθή και δίκαιη ώστε να απονεμηθεί δικαιοσύνη. Τα όσα αναφέρεται στην Γραπτή Αγόρευση της συνηγόρου του Αιτητή αναφορικά με το γεγονός ότι οι ισχυρισμοί που επιθυμεί τώρα να εισαγάγει ήταν εις γνώση του και ότι πρόκειται για καλόπιστο λάθος που έγινε αντιληπτό κατά την έρευνα του φακέλου από τους νέους δικηγόρους του, δεν αναφέρονται στην Ε/Δ Τ.Χ. Συνεπώς αυτή η θέση που προβάλλεται τώρα από την συνήγορο του Αιτητή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη καθώς η γραπτή αγόρευση δικηγόρου δεν αποτελεί παραδεκτή μέθοδο για εισαγωγή μαρτυρίας (βλ.El Fath Co for International Trade SAE v. EDT Shipping Ltd κ.ά. (1992) 1(B) Α.Α.Δ. 1255, HAMISI MWINYI SELMANI κ.α. ν. Δημοκρατίας, (2015) 2 ΑΑΔ 411). Ακόμα όμως και αν έμμεσα αυτό εννοούσε η ομνύουσα, ο λόγος παράλειψης δικογράφησης των όσων αξιώνονται να τροποποιηθούν με την επίδικη αίτηση, που αφορούν όχι μόνο παράλειψή των πιο πάνω λεκτικών αναφορών αλλά και τροποποίηση του παρακλητικού του Ειδικώς Οπισθογραφημένου Κλητηρίου εντάλματος καθώς και την προσθήκη ισχυρισμών αναφορικά με περαιτέρω πρόσωπο που ήταν παρών στην ημερίδα Παγκύπριων Αγώνων στο Τσίρειο Στάδιο και ότι οι κατ’ισχυρισμό αναφορές του Εναγόμενου έγιναν αντιληπτές ότι αναφερόταν στον Ενάγοντα, δεν συνδέεται, κατά την κρίση μου, με την έννοια του καλόπιστου λάθους κατά τη σύνταξη της δικογραφίας (βλ. επίσης ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. 1. Χλόης Ιωάννου Νεοφύτου, Αρ. Αγ. 911/16, απόφαση ημερ. 28.07.2017, η οποία αν και δεν είναι δεσμευτική για το Δικαστήριο, σε αυτήν η έντιμη Ρ. Λιμνατίτου, Π.Ε.Δ. ανάφερε ότι η ανάγκη για τροποποίηση που προέκυψε μετά που ο νέος δικηγόρος των εναγομένων ανέλαβε την υπόθεση και εισηγήθηκε την τροποποίηση με τον τρόπο που περιλαμβάνεται στην αίτηση και όπως ο ίδιος επιθυμεί δεν μπορεί να ερμηνευθούν ως οι προϋποθέσεις της Δ.25 Θ.1(3)).
15. Ένεκα της μη προβολής, στην Ε/Δ Τ.Χ, οποιουδήποτε ισχυρισμού για εκ παραδρομής καλόπιστου λάθος κατά την σύνταξη της δικογραφίας που οδήγησαν στην παράλειψη δικογράφησης των αιτούμενων τροποποιήσεων, καθίσταται πασιφανές ότι οι αιτούμενες τροποποιήσεις δεν μπορούν να υπαχθούν στην πρώτη εξαίρεση της Δ.25 Θ.1(3). Τα όσα αναφέρει η ομνύουσα για την αναγκαιότητα της αιτούμενης τροποποίησης και ότι δεν επηρεάζονται τα δικαιώματα του Εναγόμενου, ο οποίος προβαίνει σε γενική άρνηση των ισχυρισμών της Έκθεσης Απαίτησης, δεν υπάγονται στις εξαιρέσεις που θέτει η Δ.25 Θ.1(3). Εν πάση περίπτωση οι αιτούμενες τροποποιήσεις αφορούν γεγονότα και ισχυρισμούς που κατ’ισχυρισμό έγιναν το 2017 και συνεπώς ήταν γνωστά στον Αιτητή από πριν την καταχώριση της παρούσας αγωγής ενώ δεν εξηγείται στο Δικαστήριο, ως αναφέρω ανωτέρω, ότι η παράλειψη δικογράφησης αυτών οφείλεται σε εκ παραδρομής καλόπιστο λάθος κατά την σύνταξη της δικογραφίας.
16. Αναφορικά με τη δεύτερη εξαίρεση κατά την οποία είναι επιτρεπτή η τροποποίηση δικογράφου, ούτε καν γίνεται επίκληση αυτής από την πλευρά του Αιτητή, δηλαδή ότι οι επιδιωκόμενες τροποποιήσεις αφορούν νέα δεδομένα μη υπαρκτά κατά την καταχώρηση του δικογράφου του οποίου τώρα σκοπείται η τροποποίηση. Αντίθετα, μέσα από την Ε/Δ Τ.Χ., προκύπτει σαφώς ότι η αξίωση και οι ισχυρισμοί τους οποίους ο Αιτήτης επιθυμεί τώρα να εισάγει με την αιτούμενη τροποποίηση, αφορούν γεγονότα τα οποία, ως αναφέρω ανωτέρω, ήταν γνωστά στον Αιτητή. Συνακόλουθα, είναι προφανές ότι οι αιτούμενες τροποποιήσεις δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της δεύτερης εξαίρεσης της Δ.25 Θ.1(3).
17. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι στην προκειμένη περίπτωση, δεν συντρέχει καμιά εκ των δυο εξαιρέσεων που η θέτει η πιο πάνω Δ.25 Θ.1(3) για να επιτραπούν οι αιτούμενες τροποποιήσεις της επίδικης αίτησης.
Κατάληξη
18. Για λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω πιο πάνω, η επίδικη αίτηση απορρίπτεται.
19. Η υπόθεση ορίζεται για Ακρόαση στις 18.02.26 και η ώρα 11:00π.μ.
Τα έξοδα
20. Ως προς τα έξοδα, δεν βρίσκω κανένα λόγο για να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα ότι αυτά ακολουθούν το αποτέλεσμα. Ως εκ τούτου, τα έξοδα επιδικάζονται σε βάρος του Αιτητή/Ενάγοντα και προς όφελος του Εναγόμενου/Καθ’ου η Αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, καταβλητέα στο τέλος της υπόθεσης.
(Υπ.)……………………...
Α. Παρπαρίνου, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο