Αγαμέμνων Αντωνίου ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ.α., Αρ. Αγωγής 634/2016, 10/1/2025
print
Τίτλος:
Αγαμέμνων Αντωνίου ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ.α., Αρ. Αγωγής 634/2016, 10/1/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.                                                       Αρ. Αγωγής 634/2016

 

Μεταξύ: 

                                                Αγαμέμνων Αντωνίου    

                                                                                                                       Ενάγοντας  

ν.

  1. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας  

  2. Μιχάλη Σάββα  

                                                                                                                        Εναγόμενοι   

________________

Ημερομηνία: 10.01.2025

Εμφανίσεις:

Για Eνάγοντα: κα. Μαριλένα Κάιζερ δια κ. Λουκή Γ. Λουκαΐδη

Για τoν Εναγόμενο 1: Η κα. Ελίζα Κυριάκου

Για τον Εναγόμενο 2: προσωπικά  

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Η απόφαση του Δικαστηρίου αποστέλλεται στους δικηγόρους των διαδίκων κατόπιν λήψης της συγκατάθεσής τους και θεωρείται δημόσια απαγγελθείσα)

Εισαγωγή:

Η υπό εξέταση αγωγή έχει μακρά ιστορία. Αυτή καταχωρήθηκε αρχικά στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 28.12.2012 και έλαβε τον αριθμό 9250/2012. Στις υπερασπίσεις τους οι εναγόμενοι έγειραν μεταξύ άλλων προδικαστικά ότι το Ε.Δ. Λευκωσίας δεν έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την αγωγή αλλά αρμόδιο Δικαστήριο είναι αυτό της Πάφου. Καταχωρήθηκε σχετική αίτηση για εκδίκαση προδικαστικών σημείων όπου κατά το έτος 2015 Δικαστής του Ε.Δ. Λευκωσίας αποφάσισε με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 10.11.2015 να παραπέμψει την υπόθεση προς εκδίκαση στο Ε.Δ. Πάφου.   

Ενόψει της εξέλιξης αυτής η αγωγή 9250/12 του Ε.Δ. Λευκωσίας αποστάλθηκε στο Ε.Δ. Πάφου στο μητρώο του οποίου καταχωρήθηκε στις 25.04.2016 και έλαβε τον αριθμό αγωγής 634/2016 με την ακρόαση της υπόθεσης να ξεκινά εν τέλει στις 04.11.2024.

Οι θέσεις έκαστης πλευράς σύμφωνα με τα δικόγραφα:  

Τα δικόγραφα από πλευράς ενάγοντα είναι σύντομα. Ουσιαστικά μέσω του γενικά οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος του ο ενάγοντας αξιώνει τις ακόλουθες θεραπείες:

1.Γενικές και τιμωρητικές αποζημιώσεις για πλημμελή εκτέλεση πράξης ή καθήκοντος παρανόμως και συγκεκριμένα λόγω εσκεμμένης παράλειψης να καταχωρήσει στο κατάλληλο μητρώο της αστυνομίας καταγγελία του ενάγοντα για απάνθρωπη και παράνομη μεταχείριση του από αστυνομικούς στις 9/8/2008 ως ανωτέρω με αποτέλεσμα να προκαλέσει ζημιά στον ενάγοντα την οποία γνώριζε ότι θα ακολουθήσει ή δεν ενδιαφερόταν αν προκληθεί (misfeasance) και παράνομη επέμβαση στην ιδιωτική ζωή του ενάγοντα, γεγονός το οποίο πληροφορήθηκε ο ενάγων τον Αύγουστο του 2010.

2.Οποιανδήποτε άλλη παρεμπίπτουσα ή και δίκαιη θεραπεία ήθελε κρίνει πρέπουσα το Δικαστήριο.

3.Νόμιμο Τόκο

4. Έξοδα Πλέον Φ.Π.Α.

Η έκθεση απαίτησης του περιλαμβάνει περιεχόμενο με 3 παραγράφους και αναφέρει αυτολεξεί τα εξής:

1.Ο ενάγων είναι κάτοικος Πάφου και επαγγέλλεται τον επιχειρηματία.

2. Ο ενάγων υπήρξε θύμα παράνομων ενεργειών της αστυνομίας με την μορφή της παράνομης σύλληψης, ξυλοδαρμού, εξύβρισης και εξευτελιστικής μεταχείρισης τις οποίες κατάγγειλε γραπτώς στον εναγόμενο 2 αστυφύλακα 3385 στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας η ώρα 10:33 μ.μ. στις 9/8/2008. Ο εναγόμενος 2 παρέλαβε την γραπτή καταγγελία και τα στοιχεία του ενάγοντα αλλά παρέλειψε να προβεί στην αναγκαία καταχώρηση με σκοπό την προώθηση αστυνομικής έρευνας και δίωξης γεγονός το οποίο αποκαλύφθηκε κατά την εκδίκαση της ποινικής δίωξης 10341/2009 εναντίον των υπεύθυνων για τις παράνομες ενέργειες αστυνομικών.

3.Η παράλειψη του εν λόγω αστυφύλακα έγινε κατά παράβαση των κατά νόμον καθηκόντων του εν λόγω αστυφύλακα προκαλώντας ζημιά με την μορφή της απώλειας αναγκαίας μαρτυρίας στον ενάγοντα.   

Ο Εναγόμενος 1 με την υπεράσπιση του προβάλει την θέση ότι δεν αποκαλύπτεται αγώγιμο δικαίωμα και/ή δικαίωμα θεραπείας εναντίον του από πλευράς ενάγοντα. Αποτελεί θέση του δικογραφικά ότι ο ενάγων ουδέποτε υπήρξε θύμα των ισχυριζόμενων ή οποιονδήποτε ενεργειών της αστυνομίας ενώ η αστυνομία κατά τον ουσιώδη χρόνο ενήργησε νόμιμα και στα πλαίσια της νομοθεσίας. Μάλιστα ισχυρίζεται ότι η Αστυνομία νόμιμα και στα πλαίσια των νόμιμων καθηκόντων της προχώρησε εύλογα, ορθά και νόμιμα στην σύλληψη του ενάγοντα με τα μέλη της Αστυνομίας να ενεργούν νόμιμα υπό τις περιστάσεις. Αρνείται ότι ο εναγόμενος συνελήφθηκε παράνομα καθώς και τον ισχυριζόμενο ξυλοδαρμό και εξύβριση του και ότι αυτός έτυχε οποιασδήποτε εξευτελιστικής μεταχείρισης. Μάλιστα αναφέρεται ότι ο ενάγοντας υπέβαλε παράπονο δια γραπτής επιστολής του στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας περί την 09.08.2008 αργά το βράδι περί τις 1030μ.μ. Σε συνέχεια και/ή σε εύλογο χρόνο έγινε σχετική καταχώρηση στο βιβλίο παραπόνων της Αστυνομίας για την παραλαβή της επιστολής παραπόνου ενώ στις 19.08.2008 ο ενάγοντας απέστειλε επιστολή στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας στην οποία επισύναψε την επιστολή παραπόνου του ημερομηνίας 09.08.2008 και ζήτησε διερεύνηση αυτής. Ο Γενικός Εισαγγελέας διαβίβασε την πιο πάνω επιστολή του ενάγοντα ημερ. 19.08.2008 στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας η οποία προχώρησε στον διορισμό ανεξάρτητων ανακριτών για διερεύνηση του παραπόνου του ενάγοντα και με επιστολή ημερ. 15.09.2008 ενημέρωσε τον ενάγοντα για την εξέλιξη αυτή.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου με απόφαση του ημερομηνίας 24.10.2012 στην Ποινική Υπόθεση 10341/2009 αθώωσε και απάλλαξε τους κατηγορούμενους οι οποίοι ήταν μέλη της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου από όλες τις κατηγορίες για τις οποίες παραπονούμενος ήταν ο ενάγοντας σε σχέση με τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στις 09.08.2008. Μάλιστα το Δικαστήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης άκουσε και αξιολόγησε όλη την προσαχθείσα ενώπιον του μαρτυρία, μεταξύ των οποίων και του ανεξάρτητου ποινικού ανακριτή που είχε διορισθεί από την Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά την Αστυνομίας για διερεύνηση της καταγγελίας του ενάγοντα.

Τέλος ο εναγόμενος 1 υποστηρίζει ότι δεν υπήρξε η ισχυριζόμενη από τον ενάγοντα ή οποιαδήποτε παράλειψη καθηκόντων της αστυνομίας, έγινε διερεύνηση της καταγγελίας του ενάγοντα και ο ενάγων δεν υπέστηκε την ισχυριζόμενη απώλεια ή ζημιά.  

Ο Εναγόμενος 2 επίσης με την υπεράσπιση του προβάλει την θέση ότι δεν αποκαλύπτεται οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα ή δικαίωμα θεραπείας εναντίον του ενώ ισχυρίζεται ότι η Αστυνομία κατά το περιστατικό που έλαβε χώρα τις πρωινές ώρες της 9/8/2008 ενήργησε καθόλα νόμιμα. Μάλιστα αναφέρει ότι ο ενάγοντας περί τις 1030 μ.μ. την 9/8/2008 προσήλθε στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας όπου βρισκόταν σε υπηρεσία ο ίδιος και του έδωσε μια επιστολή για να την παραδώσει στον Υπεύθυνο του Σταθμού. Ο ενάγοντας του ανέφερε ότι θα έστελνε αντίγραφο της εν λόγω επιστολής τόσο στον Αρχηγό Αστυνομίας όσο και στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων Πολιτών κατά Μελών της Αστυνομίας. Ένεκα του ότι ο υπεύθυνος του Σταθμού δεν ήταν σε υπηρεσία την ημέρα εκείνη ο εναγόμενος 2 τοποθέτησε την επιστολή στο κουτί του υπεύθυνου για ενημέρωση του. Ο εναγόμενος 2 ζήτησε από τον ενάγοντα να του δώσει κατάθεση αλλά αυτός αρνήθηκε να το πράξει επειδή όπως του ανέφερε ο εναγόμενος 2 ήταν παρών στο περιστατικό και ότι θα κινείτο με πολιτική αγωγή για το συμβάν. Περαιτέρω ο εναγόμενος 2 ισχυρίζεται με την υπεράσπιση του ότι κατέγραψε στις 11.08.2008 το παράπονο του Ενάγοντα στο ημερολόγιο ενεργείας του Σταθμού και αποτελεί θέση του ότι αυτός ενέργησε νόμιμα και όπως προβλέπουν οι κανονισμοί της Αστυνομίας και απορρίπτει τις θέσεις ότι ο ενάγοντας υπέστηκε οποιαδήποτε ζημιά.

Η ακροαματική διαδικασία:

Προς απόδειξη της υπόθεσης του Ενάγοντα παρουσιάστηκε μαρτυρία μόνο από τον ίδιο.

Ως μέρος της κυρίως εξέτασης του ετοίμασε και κατάθεσε γραπτή δήλωση (Τεκμήριο 1) το περιεχόμενο της οποία και υιοθέτησε ενώ στα πλαίσια της μαρτυρίας του κατατέθηκαν και τα τεκμήρια 2 έως 5. Σύμφωνα με την δήλωση του ενάγοντα πρόκειται για κάτοικο Πάφου και επιχειρηματία στο επάγγελμα με τον ίδιο να είναι θύμα παράνομων ενεργειών της αστυνομίας με την μορφή της παράνομης σύλληψης, ξυλοδαρμού, εξύβρισης και εξευτελιστικής μεταχείρισης τις οποίες κατήγγειλε γραπτώς στον Εναγόμενο 2 Αστυφύλακα 3385 στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας η ώρα 11:33 μ.μ. στις 9/8/2008. Κατά τον ενάγοντα ο εναγόμενος 2 παρέλαβε την γραπτή καταγγελία και τα στοιχεία του αλλά παρέλειψε να προβεί στην αναγκαία καταχώρηση με σκοπό την προώθηση αστυνομικής έρευνας και δίωξης γεγονός το οποίο αποκαλύφθηκε κατά την εκδίκαση της ποινικής δίωξης 10341/2009 εναντίον των υπεύθυνων για τις παράνομες ενέργειες αστυνομικών οι οποίοι καταδικάστηκαν μεν αλλά η καταγγελία δεν καταχωρήθηκε ποτέ κατά παράβαση των νόμιμων καθηκόντων του αστυνομικού στον οποίο έγινε η καταγγελία. Σύμφωνα πάντα με τον ενάγοντα η παράλειψη του εν λόγω αστυφύλακα προκάλεσε ζημιά στον ίδιο με την μορφή της απώλειας αναγκαίας μαρτυρίας εξού και διεκδικεί τις αιτούμενες θεραπείες.

Αντεξεταζόμενος αναγνώρισε το Τεκμήριο 2 ως την επιστολή που είχε παραδώσει στον εναγόμενο 2 στις 09.08.2008, το Τεκμήριο 3 ως την επιστολή ημερ. 19.08.2008 που ο ίδιος απέστειλε στον Γενικό Εισαγγελέα και το Τεκμήριο 4 ως την επιστολή την οποία έλαβε από το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα και η οποία απευθυνόταν στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Παραπόνων και Ισχυρισμών κατά της Αστυνομίας για την διερεύνηση της καταγγελίας του. Ερωτούμενος για το περιεχόμενο της επιστολής του ημερομηνίας 09.08.2008 ανέφερε πως αυτή απευθυνόταν σε 4 παραλήπτες και πως την είχε ετοιμάσει αυθημερόν στις 09.08.2008 και μετέβηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας να την παραδώσει δια χειρός πράγμα το οποίο έπραξε έχοντας μάλιστα και άλλο πρόσωπο μαζί του που τον συνόδευε παραδίδοντας αυτήν στον εναγόμενο 2 ενώ αυθημερόν την απέστειλε και στους υπόλοιπους παραλήπτες και ζητούσε να διερευνηθεί το παράπονο για την κακοποίηση την οποία έτυχε από μέλη της Αστυνομίας.

Ερωτούμενος τι ακριβώς ήταν αυτό που ανέφερε στον εναγόμενο 2 κατά τον χρόνο που του παρέδωσε την επιστολή ήταν ότι αυτό αποτελούσε το παράπονο του το οποίο υπόβαλλε για να ληφθεί υπόψη. Ερωτούμενος αν ο εναγόμενος 2 του ζήτησε να δώσει κατάθεση ο ενάγοντας απάντησε πως δεν θυμόταν.

Αρνήθηκε τις υποβολές ότι η συγκεκριμένη επιστολή ήταν καθαρά ενημερωτικής φύσεως και δεν υπόβαλλε οποιοδήποτε παράνομο με αυτήν και επέμενε πως ο εναγόμενος 2 όφειλε να περάσει το παράπονο αυτό στο ημερολόγιο του Σταθμού την ημέρα εκείνη που δούλευε με τον ίδιο να ενημερώνετε από τους ποινικούς ανακριτές όταν ήρθαν να τον δούν ότι δεν είχε γίνει από μέρους του γραπτό παράπονο. Σε υπόδειξη του ημερολογίου του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας ημερ. 11.08.2008 και σε ενημέρωση του ότι το παράπονο του περάστηκε την 1η εργάσιμη ημέρα μετά τις 09.08.2008 που ήταν Σάββατο και σε συνέχεια της ενημέρωσης του υπεύθυνου του Αστυνομικού Σταθμού ανέφερε πως θεωρεί πως την επιστολή του ο εναγόμενος 2 την έσκισε και την πέταξε για το λόγο ότι στο ημερολόγιο δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά σε αυτήν ενώ όταν ρωτήθηκε αν την είχε σκίσει μπροστά στα μάτια του ανέφερε πως δεν μπορούσε να πει τέτοιο πράγμα.

Σε ερώτηση για το τι διαφορά θα έκαμνε αν η επιστολή και το παράπονο του καταχωρείτο το Σάββατο 09.08.2008 ανέφερε πως το παράπονο του δεν περάστηκε στο ημερολόγιο του Σταθμού Πέγειας από τον εναγόμενο 2 με σκοπό να καλύψει τους συναδέλφους του ενώ ο ίδιος τόνισε πως δεν πιστεύει το τι κάμνει η Αστυνομία και πως το έγγραφο που του υποδείχθηκε δεν φαίνεται ξεκάθαρα πως πρόκειται για ημερολόγιο ενώ επανέλαβε πως οι ποινικοί ανακριτές τον ενημέρωσα πως δεν είχε υποβάλει γραπτό παράπονο με τον ίδιο να τους αναφέρει πως η επιστολή που κρατούσαν στα χέρια τους ήταν αυτή που υποβλήθηκε και στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας. Αυτός ήταν και ο λόγος που καταχώρησε την παρούσα αγωγή όπως εξήγησε ήτοι το γεγονός ότι δεν περάστηκε το παράπονο του στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας και αυτό το ανακάλυψε ο ίδιος από τους ποινικούς ανακριτές.

Συμφώνησε πως τελικά το παράπονο του διερευνήθηκε από την Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Παραπόνων και Ισχυρισμών κατά της Αστυνομίας η οποία έστειλε ποινικούς ανακριτές και πως το αίτημα του ικανοποιήθηκε μετά από επανειλημμένες επιστολές του χωρίς όμως να παρουσιάζει οτιδήποτε άλλο απεναντίας συμφώνησε πως τα Τεκμήρια 2 , 3 και 4 ήταν αυτά που οδήγησαν στην διερεύνηση.

Σε υποβολή της θέσης ότι έγινε ότι ζήτησε με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί και υπόθεση στο Δικαστήριο συμφώνησε ενώ στην θέση ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε παράλειψη που να καταστήσει πλημμελή την διερεύνηση της καταγγελίας ή δύσκολη ή αδύνατη τη θεμελίωση των ευθυνών των εμπλεκομένων επανέλαβε πως ο ίδιος έτυχε αυτής της ενημέρωσης από τους ποινικούς ανακριτές ότι δηλαδή δεν υπήρχε το παράπονο του στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας και δεν μπορεί να ξέρει αν αυτή η κόλλα προστέθηκε αργότερα από τους ίδιους.

Ερωτούμενος ποια ήταν η ζημιά του υπό την μορφή της απώλειας αναγκαίας μαρτυρίας ως ισχυρίζεται ανέφερε πως τώρα δεν θυμάται συγκεκριμένες λεπτομέρειες αφού έχουν περάσει χρόνια από το 2008, επέμενε όμως πως είχε δυσκολευτεί να στηρίξει και τις μαρτυρίες και το παράπονο που έκανε το οποίο δεν είχε περαστεί και πως είχε σίγουρα επιπτώσεις. Παρόλα αυτά συμφώνησε πως προωθήθηκε αυτό που ήθελε και διώχθηκαν άνθρωποι και σε νέα ερώτηση τι ακριβώς έχασε από την καθυστέρηση 2 ημερών στην καταχώρηση του παραπόνου στο ημερολόγιο του σταθμού ανέφερε πως ταλαιπωρήθηκε και πως έτρεχε πάνω κάτω προσπαθώντας από το χρόνο του να μαζέψει στοιχεία και ανάλωσε τον χρόνο του όταν υπέβαλε το παράπονο του το οποίο κατά τον ενάγοντα δεν λήφθηκε υπόψη και έπρεπε να κάνει άλλες ενέργειες και σημείωσε πως τα γεγονότα είναι ενώπιον του Δικαστηρίου και θα τα κρίνει επιμένοντας όμως πως έγινε εσκεμμένη κάλυψη του εναγόμενου 2 στους συναδέλφους του εξού και δεν περάστηκε το παράπονο του την ίδια ημέρα στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας.

Συμφώνησε πως με την ποινική δίωξη στα πλαίσια της υπόθεσης 10341/2009 επιτεύχθηκε ο σκοπός του και πως όλη η μαρτυρία ήταν εκεί ενώ συμφώνησε πως ο ίδιος κέρδισε και την αγωγή 3517/12 Ε.Δ. Πάφου που κίνησε εναντίον του Γενικού Εισαγγελέα και των εμπλεκόμενων αστυνομικών όπου του επιδικάστηκε με την απόφαση (Τεκμήριο 5) ως αποζημίωση το ποσό των €15.000 αφού σε αυτή ως συμφώνησε για να έχει επιτυχή εξέλιξη παρουσίασε όλα τα αναγκαία στοιχεία αρνήθηκε όμως τις υποβολές και θέσεις ότι ουδεμία απώλεια και ζημιά υπέστηκε επιμένοντας πως ο ίδιος υπέστηκε ζημιές και ταλαιπωρήθηκε τόσα χρόνια και πως το Δικαστήριο θα το κρίνει. 

Aπο πλευράς εναγομένων μαρτυρία παρουσιάστηκε μόνο μέσω του Εναγόμενου 2, πράγμα το οποίο έπραξε στις 27.11.2024.

Σημειώνεται ότι πριν την κατάθεση του μάρτυρα αμφότερες οι πλευρές κατέθεσαν στο Δικαστήριο από κοινού την απόφαση ημερομηνίας 24.10.2012 που εκδόθηκε στην Ποινική Υπόθεση 10341/09 Ε.Δ. Πάφου και αποτέλεσε το Τεκμήριο 6 στην διαδικασία της δίκης.   

Ο Εναγόμενος 2 ως μέρος της κυρίως εξέτασης του ετοίμασε γραπτή δήλωση (Τεκμήριο 7) το περιεχόμενο της οποίας και υιοθέτησε. Πρόκειται για μέλος της Αστυνομίας Κύπρου που φέρει τον βαθμό του Αστυφύλακα και κατά τον ουσιώδη για την αγωγή χρόνο ήταν τοποθετημένος στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας και ήταν το πρόσωπο το οποίο παρέλαβε την επιστολή του ενάγοντα ημερομηνίας 09.08.2008 (Τεκμήριο 2) ενώ χειρίστηκε και το ζήτημα της καταχώρησης της στο ημερολόγιο του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας.

Σύμφωνα με τον μάρτυρα ο ενάγοντας κατόπιν περιστατικού που εκτυλίχθηκε τις πρωινές ώρες της 09/08/2008, συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση για αυτόφωρα αδικήματα και συγκεκριμένα, για πρόκληση ανησυχίας, απειλή βιαιοπραγίας, κοινής επίθεσης κατά αστυνομικού και αντίσταση κατά την νόμιμη σύλληψη. Μεταφέρθηκε στα κρατητήρια του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Πάφου, όπου αφού ερευνήθηκε, τέθηκε υπό κράτηση. Ο Ενάγοντας, αφού κατηγορήθηκε γραπτώς, απολύθηκε την 09/08/2008 η ώρα 13:40 μ.μ. Ο μάρτυρας κατέθεσε τα Τεκμήρια 8 και 9 ως σχετικά ημερολόγια του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Πάφου για το Σάββατο 09/08/2008, ώρα 02:20π.μ. και ώρα 13:45μ.μ.

Ως περαιτέρω ισχυρίζεται στην δήλωση του ο ενάγοντας, κατά την 09/08/2008, ημέρα Σάββατο και η ώρα 22:30μ.μ. και ενώ ο μάρτυρας βρισκόταν σε Υπηρεσία στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας, προσήλθε και του παρέδωσε μια επιστολή, την οποία του είπε να παραδώσει στον Υπεύθυνο του Σταθμού για σκοπούς ενημέρωσής του. Η επιστολή έφερε ημερομηνία 09/08/2008 την οποία ο μάρτυρας αναγνώρισε ως το Τεκμήριο 2. Μάλιστα ως ο μάρτυρας σημείωσε ο ενάγοντας του είχε αναφέρει πως θα έστελνε αντίγραφο της ίδιας επιστολής στον Αρχηγό της Αστυνομίας και στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων Πολιτών κατά Μελών της Αστυνομίας.

Για την επιστολή ημερομηνίας 09/08/2008 ο μάρτυρας ενημέρωσε και τηλεφωνικώς την ίδια ώρα τον Υπεύθυνο του Σταθμού, ο οποίος ενόψει του ότι δεν ήταν σε Υπηρεσία εκείνη την μέρα, του είπε να την τοποθετήσει στο κουτί του, ως και έπραξε. Εκ των περιστάσεων και συγκεκριμένα ενόψει του ότι η 09/08/2008 ήταν ημέρα Σάββατο, η δια ζώσης ενημέρωση του Υπευθύνου θα γινόταν με την επιστροφή του την πρώτη εργάσιμη μέρα μετά την 09/08/2008, δηλαδή, την Δευτέρα 11/08/2008, ως και έγινε.

 Παράλληλα με την τοποθέτηση της επιστολής ημερομηνίας 09/08/2008 στο κουτί του Υπευθύνου και παρά το γεγονός ότι η επιστολή του Ενάγοντα δεν περιείχε συγκεκριμένο αίτημα, ως ο μάρτυρας ισχυρίστηκε ζήτησε από τον Ενάγοντα όπως δώσει γραπτή κατάθεση με τον ενάγοντα να αρνείται να το πράξει και του ανέφερε ότι θα κινηθεί με πολιτική αγωγή για το συμβάν.

 

Στις 11/08/2008, δηλαδή την πρώτη εργάσιμη μέρα μετά την 09/08/2008 και αφού ο μάρτυρας ενημέρωσε δια ζώσης τον Υπεύθυνο για την επιστολή του Ενάγοντα ημερομηνίας 09/08/2008, κατέγραψε το παράπονο του Ενάγοντα στο ημερολόγιο ενεργείας στου Σταθμού Πέγειας, ως οι οδηγίες του Υπεύθυνου. Αναγνώρισε το Τεκμήριο 10 ως το σχετικό έγγραφο το οποίο φέρει και την σχετική καταχώρηση που έγινε από τον ίδιο την  Δευτέρα 11/08/2008, ώρα 08:40π.μ.

 

Στις 19/08/2008 ο Ενάγοντας απέστειλε επιστολή στον Γενικό Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας με το αίτημα όπως διοριστούν ανεξάρτητοι ποινικοί ανακριτές για σκοπούς διερεύνησης του παραπόνου του ημερομηνίας 09/08/2008 την οποία αναγνώρισε ως το Τεκμήριο 3. Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας διαβίβασε την επιστολή του Ενάγοντα στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά Μελών της Αστυνομίας και εν συνεχεία, η Ανεξάρτητη Αρχή Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά Μελών της Αστυνομίας προχώρησε στον διορισμό ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών ώστε να διερευνήσει το εν λόγω παράπονο. Η ποινική ανάκριση οδήγησε στην καταχώρηση της Ποινικής Υπόθεσης με αριθμό 10341/2009 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου εναντίον αστυνομικών και οι κατηγορίες αφορούσαν τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στις 9/8/2008. Αφού ακολούθησε ακροαματική διαδικασία, το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου προχώρησε και έκδωσε απόφαση την 24/10/2012 την οποία αναγνώρισε ως το Τεκμήριο 6.

 

Καταληκτικά αναφέρει πως το κατά πόσο οι κατηγορούμενοι ήταν ένοχοι ή όχι ήταν έργο του Δικαστηρίου, το οποίο έχει την αποκλειστική εξουσία να εκδικάζει τις υποθέσεις και να αξιολογεί την αξιοπιστία της προσαχθείσας μαρτυρίας. Η ουσία της ικανοποίησης του παραπόνου του Ενάγοντα έγκειται στην καταχώρηση της Ποινικής Υπόθεσης 10341/2009 αυτής καθ’ εαυτής και όχι το αποτέλεσμά της.  Ισχυρίστηκε ότι η διαδικασία η οποία ακολουθήθηκε κατά το στάδιο καταχώρησης του παραπόνου του Ενάγοντα ήταν καθόλα νόμιμη, εύλογη και καλόπιστη, πως δεν υπήρξε η οποιαδήποτε παράλειψη καθηκόντων από πλευράς αστυνομίας και του ιδίου προσωπικά, πως δεν έχει γίνει η οποιαδήποτε εσκεμμένη πράξη από πλευράς αστυνομίας και του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας εις βάρος του Ενάγοντα και πως δεν υπήρξε από πλευράς αστυνομίας και του ιδίου προσωπικά η οποιαδήποτε παράλειψη η οποία έχει καταστήσει ούτε δύσκολη ούτε αδύνατη την θεμελίωση των ευθυνών των εμπλεκομένων.

Ως σημειώνει το γεγονός ότι η επιστολή ημερομηνίας 09/08/2008 καταχωρήθηκε την 11/08/2008 και όχι την 09/08/2009 δεν έχει καταστήσει ούτε δύσκολη ούτε αδύνατη την αποτύπωση των πραγματικών περιστάσεων που περιβάλλουν την υπόθεση και δεν έχει οδηγήσει σε πλημμελή διερεύνηση του παραπόνου του Ενάγοντα ενώ αυτός δεν απώλεσε αναγκαία μαρτυρία και δεν έχει  υποστεί την οποιαδήποτε ζημιά συνεπεία της καταχώρησης της επιστολής ημερομηνίας 09/08/2008 την 11/08/2008 ενώ συνεπεία της καταχώρησης της επιστολής ημερομηνίας 09/08/2008 την 11/08/2008, δεν έχει καταπατηθεί κανένα συνταγματικό δικαίωμα του Ενάγοντα και δεν έχει γίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο παράνομη επέμβαση στην ιδιωτική του ζωή.

 

Aντεξεταζόμενος ανέφερε πως για την αυτόφωρη σύλληψη του ενάγοντα στις 09.08.2008 για κάποια αδικήματα είχε γίνει καταχώρηση στο ημερολόγιο του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας όχι από τον ίδιο αλλά από άλλο συνάδελφο του την οποία όμως δεν είχε μαζί του ενώ επεξήγησε πως τα ημερολόγια που αποτελούν τα Τεκμήρια 8 και 9 είναι αυτά του τηρήθηκαν από τα Κρατητήρια του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Πάφου και αφορούν τον ενάγοντα και την εκεί κράτηση του.

Ερωτούμενος γιατί αφού για την σύλληψη του ενάγοντα έγινε καταχώρηση στο ημερολόγιο του Σταθμού Πέγειας αυθημερόν δηλαδή στις 09.08.2008 ενώ για την καταγγελία του ενάγοντα δεν έπραξαν το ίδιο και την καταχώρησαν στις 11.08.2024 ανέφερε πως ο ενάγοντας προσήλθε στον σταθμό και του έφερε μια επιστολή για γεγονότα που έγιναν τις πρωινές ώρες που είχε συλληφθεί και πως δεν είχε κάποιο αίτημα στην επιστολή του αφού απλά περιέγραφε τα γεγονότα. Ο μάρτυρας σημείωσε πως ρώτησε τον ενάγοντα αν επιθυμούσε να δώσει κατάθεση με τον ενάγοντα να του απαντά αρνητικά ενώ ο μάρτυρας ενημέρωσε τηλεφωνικά τον υπεύθυνο του Σταθμού Πέγειας ο οποίος του ανέφερε ότι θα δουν την επιστολή όταν θα επέστρεφε την Δευτέρα 11.08.2008 όπως και έγινε με τον μάρτυρα στις 11.08.2008 να προχωρεί στην ενημέρωση του ημερολογίου του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας αναγνωρίζοντας ως σχετικό το Τεκμήριο 10 και την καταχώρηση που αυτό παρουσιάζει την οποία ο ίδιος συμπλήρωσε και υπέγραψε με αναφορά μάλιστα στην επίσκεψη του ενάγοντα στον Αστυνομικό Σταθμό στις 09.08.2008. 

Επεξήγησε πως από την στιγμή που υπήρχε σύλληψη ατόμου έπρεπε να καταχωρηθεί στο ημερολόγιο αμέσως και έτσι και έγινε αναφορικά με την σύλληψη του ενάγοντα ενώ για την επιστολή του ενάγοντα την οποία έφερε στον Σταθμό Πέγειας στις 09.08.2008 αυτή κατάγραφε κάποια γεγονότα και δεν έκαμνε οποιοδήποτε παράπονο. Σημείωσε επίσης πως καταχώρηση στο ημερολόγιο του Σταθμού μπορεί να γίνει είτε αυθημερόν είτε και τις επόμενες ημέρες.

Κατά την επανεξέταση του ερωτούμενος αν ο ίδιος θα προέβαινε σε οποιαδήποτε περαιτέρω ενέργεια αν η επιστολή του ενάγοντα καταχωρείτο στις 09.08.2008 αντί στις 11.08.2008 απάντησε πως δεν θα προέβαινε σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια αφού πλέον ήταν δουλειά της Ανεξάρτητης Αρχής και δεν θα επηρέαζε οτιδήποτε. 

Οι Αγορεύσεις:

 

Οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των διαδίκων με τις γραπτές τους εισηγήσεις υποστήριξαν ο καθένας τις θέσεις του διαδίκου έκαστος εξ αυτών εκπροσωπεί. Έχω μελετήσει επισταμένως τις θέσεις αυτές, τις έχω υπόψη μου και θα αναφερθώ σε αυτές όπου κρίνω ότι είναι αναγκαίο.

 

Να υπενθυμιστεί στο στάδιο αυτό ότι το Δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση σχολιασμού κάθε απόφασης που παρουσιάζεται από διάδικο εκτός και αν αυτή είναι καθοριστική για τα επίδικα ζητήματα.  Ακόμη, δεν έχει υποχρέωση να απαντά σε κάθε επιχείρημα που προβάλλεται, το οποίο κρίνεται ότι δεν είναι ουσιώδες ή νομικά αποδεκτό (Βλ. Ανδρονίκου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 486.)[1] 

Αξιολόγηση Μαρτυρίας:

Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω, μέσα από τη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, όλους τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον μου. Θα προχωρήσω στην συνέχεια στην αξιολόγηση της μαρτυρίας τους με κριτήρια, μεταξύ άλλων, την ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος στην υπόθεση, την ευκαιρία που είχαν οι μάρτυρες να παρακολουθήσουν τα επίδικα γεγονότα, την ακεραιότητα και ειλικρίνεια τους, τη μνήμη και τους λόγους που είχαν για να θυμούνται ή να πιστεύουν αυτά για τα οποία κατέθεταν, τη φυσικότητα, ευθύτητα και την αμεσότητα των απαντήσεων τους ( Ζαβρού v. Χαραλάμπους (1996) 1Α Α.Α.Δ. 447 και Ζαμπάς vA & G Tsiarkezos Constructions Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 820).

 Είναι καλά γνωστό ότι η μαρτυρία που παρουσιάζεται δεν κρίνεται μικροσκοπικά, υπό την έννοια πως δεν απομονώνονται τα λεγόμενα του κάθε μάρτυρα από το συνολικό πλαίσιο της μαρτυρίας στη δίκη. Πιο κάτω γίνεται ξεχωριστή αξιολόγηση του κάθε μάρτυρα. Η αξιολόγηση αυτή ωστόσο δεν έχει περιοριστεί στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα αλλά συσχετίστηκε, τέθηκε σε αντιπαράθεση και διερευνήθηκε με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων (Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1056 και Mustafa v. Κακουρή κ.α (2002) 1Α Α.Α.Δ. 165).

Ο ενάγοντας μου άφησε γενικά καλή εντύπωση. Σημειώνεται πως μεγάλο μέρος της μαρτυρίας του που αφορά την εμπλοκή του στο περιστατικό στον Κόλπο των Κοραλλίων στις 09.08.2008 και τα όσα επακόλουθα έλαβαν χώρα με την σύλληψη και μεταφορά του σε Αστυνομικό Σταθμό με την εμπλοκή μελών της Αστυνομικής Δύναμης δεν έτυχαν αμφισβήτησης. Ούτως η άλλως για τα θέματα αυτά καταχωρήθηκαν δικαστικές διαδικασίες τόσο ποινική όσο και αστική και εκδικάστηκαν με τις αποφάσεις των διαδικασιών αυτών να κατατίθενται στην δικαστική διαδικασία (σχετικά τα τεκμήρια 5 και 6).

Σε σχέση με το επίδικο ζήτημα ήτοι το κατά πόσον έλαβε χώρα εσκεμμένη παράλειψη στην μη καταγραφή του παραπόνου του στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας όπως και ο ίδιος παραδέχθηκε ενημέρωση για το ότι δήθεν δεν είχε υποβάλει παράπονο στον συγκεκριμένο σταθμό έλαβε από τους ποινικούς ανακριτές που ανέλαβαν την διερεύνηση των καταγγελιών του με τον ίδιο να μην γνωρίζει οτιδήποτε περαιτέρω πέραν του μη αμφισβητούμενο γεγονότος ότι ο ίδιος στις 09.08.2008 είχε μεταβεί στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας και παρέδωσε στον εναγόμενο 2 την επιστολή του Τεκμήριο 2.

Όταν αντεξεταζόμενος ενημερώθηκε για την ύπαρξη του ημερολογίου του Αστυνομικού Σταθμού στο οποίο τελικά υπήρξε σχετική καταχώρηση στις 11.08.2008 απλά περιορίστηκε να αναφέρει πως ο ίδιος δεν έχει πλέον εμπιστοσύνη στην Αστυνομία και σημείωσε πως τα γεγονότα είναι ενώπιον του Δικαστηρίου το οποίο και θα τα κρίνει.

Ο ίδιος παρά το ότι αρχικά ανέφερε πως η επιστολή του ενδεχόμενα να καταστράφηκε ή πετάχτηκε στην συνέχεια επιβεβαίωσε πως ο ίδιος δεν ήταν μάρτυρας τέτοιου χειρισμού της επιστολής του από τον εναγόμενο 2.

Το μόνο μέρος της μαρτυρίας που δεν είμαι διατεθειμένος να αποδεχθώ χωρίς κάτι τέτοιο να είναι επιλήψιμο αφορά το μέρος της μαρτυρίας του ενάγοντα ότι αυτός υπέστηκε ζημιές και ταλαιπωρήθηκε και επιπρόσθετα το ότι δεν του ζητήθηκε να δώσει κατάθεση στις 09.08.2008. Οι θέσεις αυτές εκφράστηκαν από μέρους του κατά τρόπο γενικό και αόριστο χωρίς βεβαίως να δίδει οποιεσδήποτε λεπτομέρειες ενώ το γεγονός ότι αποδέχθηκε ότι η αγωγή του για αποζημιώσεις είχε επιτυχία καθώς και η δίωξη των εμπλεκομένων αστυνομικών φανερώνει ακριβώς το αντίθετο. Όσον αφορά το ότι δεν του ζητήθηκε να δώσει κατάθεση στις 09.08.2008 αντεξεταζόμενος ανέφερε πως δεν θυμόταν ενώ η θέση που εξέφρασε ότι δεν εμπιστεύεται την Αστυνομία επιβεβαιώνει την θέση πως προφανώς και ο ίδιος δεν επιθυμούσε να δώσει κατάθεση σε Αστυφύλακα ήτοι τον εναγόμενο 2 που σχετιζόταν με τους Αστυνομικούς που είχαν εμπλοκή στα όσα κατάγγελλε και όχι πως δεν του ζητήθηκε να δώσει κατάθεση. Συνεπώς αποδέχομαι την μαρτυρία του με εξαίρεση το μέρος αυτής το οποίο ρητά αναφέρω ανωτέρω.

Ο εναγόμενος 2 μου άφησε πολύ καλή εντύπωση κατά την διάρκεια της δια ζώσης μαρτυρίας του. Δεν διάκρινα οποιαδήποτε προσπάθεια του να καταφύγει στο ψεύδος ή στην υπερβολή. Ούτως η άλλως και η αντεξέταση του περιορίστηκε σε ένα και μόνο ζήτημα που δεν ήταν άλλο για τον λόγο ή τους λόγους που δεν έγινε η καταχώρηση στο ημερολόγιο του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας από τις 09.08.2008 ημέρα που ο ενάγοντας προσήλθε και παρέδωσε την επιστολή του.

Τονίζω επίσης πως δεν αμφισβητήθηκε ότι τελικά  ο εναγόμενος 2 προχώρησε σε γραπτή καταχώρηση στο ημερολόγιο του Σταθμού στις 11.08.2008 σε σχέση με το ότι ο ενάγοντας προσήλθε στο Σταθμό στις 09.08.2008 και παραπονέθηκε ότι έτυχε κακοποίησης κατά την σύλληψη και μεταφορά του στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας από άντρες του ΟΠΕ Πάφου και πως δεν επιθυμούσε να δώσει κατάθεση.

Σε σχέση με τις εξηγήσεις που ο μάρτυρας έδωσε κυρίως κατά την αντεξέταση του για τους λόγους που η καταχώρηση έγινε στις 11 αντί στις 09 Αυγούστου 2008 τις αποδέχομαι ως αληθείς αφού ο εναγόμενος 2 με άμεσο και ειλικρινή λόγο επεξήγησε γιατί η καταχώρηση δεν έγινε αυθημερόν αλλά στις 11.08.2008 λόγοι οι οποίοι αφορούσαν την απουσία του Υπεύθυνου του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας.

Συνεπώς κρίνω ως αξιόπιστο μάρτυρα τον εναγόμενο 2 και αποδέχομαι το σύνολο της μαρτυρίας του.

Ευρήματα:

Έχοντας υπόψη μου τα μη αμφισβητούμενα γεγονότα & έγγραφα καθώς και την τεθείσα ενώπιον μου αποδεκτή έγγραφη και δια ζώσης μαρτυρία καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση:

Στις 09.08.2008 ημέρα Σάββατο και περί ώρα 01:00 στα πλαίσια διεξαγωγής ελέγχων των αδειών λειτουργίας της μπυραρίας με την ονομασία <<Coral Sunset>> που βρίσκεται στον Κόλπο των Κοραλλίων από μέλη της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου και της οποίας συνιδιοκτήτης ήταν και ο ενάγοντας είχε ως αποτέλεσμα ο ενάγοντας να συλληφθεί για την ισχυριζόμενη διάπραξη αυτόφωρων αδικημάτων με τον ίδιο να μεταφέρεται και να κρατείται στα Κρατητήρια του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Πάφου από τις 02:20 το πρωί στις 09.08.2008 μέχρι και τις 13:45 στις 09.08.2008 όπου και απολύθηκε μετά που κατηγορήθηκε.

Την ίδια ημέρα και συγκεκριμένα στις 09.08.2008 ο ενάγοντας μετέβηκε στις 22:30 μαζί με ακόμα ένα άλλο πρόσωπο στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας όπου καθήκον βρισκόταν ο εναγόμενος 2 στον οποίο παρέδωσε επιστολή ημερομηνίας 09.08.2008 (Τεκμήριο 2) που είχε ετοιμάσει και στην οποία κατάγγελλε ότι αυτός έτυχε παράνομης σύλληψης και ξυλοδαρμού από πλευράς μελών της Αστυνομίας που συμμετείχαν στον έλεγχο της μπυραρίας του. Η εν λόγω επιστολή αποστάλθηκε αυθημερόν από τον ενάγοντα και στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων εναντίον μελών της Αστυνομίας, τον Αρχηγό Αστυνομίας και την Επίτροπο Διοικήσεως.

Ο εναγόμενος 2 παρέλαβε την επιστολή του ενάγοντα και ρώτησε αυτόν αν επιθυμούσε να δώσει κατάθεση με τον ενάγοντα να απαντά αρνητικά. Επιπρόσθετα ο εναγόμενος 2 επικοινώνησε τηλεφωνικός με τον Υπεύθυνο του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας ο οποίος δεν βρισκόταν καθήκον για να τον ενημερώσει για την παραλαβή της εν λόγω επιστολής και έλαβε οδηγίες όπως αυτή τοποθετηθεί στο κουτί του υπεύθυνου του Σταθμού για να την δει την Δευτέρα 11.08.2008 όπου θα επέστρεφε στην εργασία του.

Την Δευτέρα 11.08.2008 ο εναγόμενος 2 στις 08:40 το πρωί προχώρησε και καταχώρησε στο ημερολόγιο του Αστυνομικού Σταθμού Πέγειας τα ακόλουθα:

‘’Την 09/9/08 και ώρα 20:30 ο Αντωνίου Αγαμέμνων από την Πέγεια προσήλθε στο σταθμό και παραπονέθηκε ότι την ίδια ημέρα και περί ώρα 01:00 άντρες του ΟΠΕ Πάφου τον κακοποίησαν κατά την ώρα της σύλληψης και κατά την μεταφορά του στον Αστυ. Σταθμό Πέγειας. Ο Αγαμέμνων αρνήθηκε να προβεί σε κατάθεση και είπε ότι θα κινηθεί μέσω πολιτικής Αγωγής. Για το σταθμό καμία περαιτέρω ενέργεια’’ 

Σε συνέχεια επιστολής του ενάγοντα ημερ. 19.08.2008 (Τεκμήριο 3) προς τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ο τελευταίος με επιστολή του ημερ. 28.08.2008 (Τεκμήριο 4) προς την Πρόεδρο της Ανεξάρτητης Αρχής Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας ενημέρωνε πως ο ίδιος δεν θα προχωρήσει να διορίσει ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές για την διερεύνηση του παραπόνου του ενάγοντα και όπως αυτό τύχει διερεύνησης από την Αρχή.

Η Αρχή προχώρησε στις 09.09.2008 στον διορισμό δύο ποινικών ανακριτών για διερεύνηση των καταγγελιών του ενάγοντα ήτοι τον Αντρέα Σταύρου και του Σωτήρη Κόκκινο οι οποίοι μετά από την έρευνα που διεξήγαγαν εντόπισαν τέσσερα μέλη της Αστυνομίας τα οποία είχαν εμπλοκή στο επίδικο επεισόδιο εναντίον των οποίων καταχωρήθηκε η Ποινική Υπόθεση 10341/2009 Ε.Δ. Πάφου η ακρόαση της οποίας ολοκληρώθηκε στις 24.10.2012 με την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου όπου και αθωώθηκαν από το σύνολο των κατηγοριών που αντιμετώπιζαν και είχαν ως παραπονούμενο τον ενάγοντα και κάποιον Θεόδωρο Θεοδώρου.   

Ο ενάγοντας κατά το έτος 2012 προχώρησε επίσης στην καταχώρηση αγωγής στο Ε.Δ. Πάφου ήτοι της αγωγής 3517/2012 εναντίον τόσο του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας όσο και των τεσσάρων μελών της Αστυνομικής Δύναμης που κατηγορούνταν και στην ποινική υπόθεση που αναφέρεται ανωτέρω διεκδικώντας αποζημιώσεις για την ισχυριζόμενη παράνομη σύλληψη του καθώς και ξυλοδαρμού του από μέρους των μελών της Αστυνομίας. Η αγωγή εκδικάστηκε και στις 30.07.2021επιδικάσθηκε το ποσό των €15.000 προς όφελος του ενάγοντα και εναντίον όλων των εναγομένων αναφορικά με την παράνομη σύλληψη και κράτηση του καθώς και το ότι σύρθηκε με βία στο περιπολικό ενώ δέχθηκε και κτυπήματα κατά τη διάρκεια της διαδρομής και μεταφοράς του.    

Συμπεράσματα:

Υπενθυμίζεται ότι η αγωγή του ενάγοντα στρέφεται κατά του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (Εναγόμενος 1) ως ο δια Νόμου εκπρόσωπος των οργάνων του Κράτους, μεταξύ αυτών και των μελών της Αστυνομίας εν ώρα καθήκοντος καθώς και του Μιχάλη Σάββα (Εναγόμενου 2) ως μέλους της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου.

Υπενθυμίζεται επίσης ότι αυτό που ο ενάγοντας καταλογίζει με την αγωγή του σύμφωνα και με τις παραγράφους 2 και 3 της έκθεσης απαίτησης είναι η ισχυριζόμενη εσκεμμένη παράλειψη του εναγόμενου 2 να καταχωρήσει στο κατάλληλο μητρώο της αστυνομίας την γραπτή καταγγελία του ενάγοντα με σκοπό την προώθηση αστυνομικής έρευνας και δίωξης προκαλώντας κατά τον ενάγοντα ζημιά με την μορφή της απώλειας αναγκαίας μαρτυρίας.

Aποτελεί δικογραφημένο ισχυρισμό του ενάγοντα ότι το γεγονός της μη καταχώρησης της καταγγελίας του αποκαλύφθηκε κατά την εκδίκαση της ποινικής υπόθεσης 10341/2009 (παράγραφο 2 της έκθεσης απαίτησης) ενώ στην αξίωση 1 της έκθεσης απαίτησης αναφέρεται ότι αυτό το γεγονός δηλαδή της μη καταχώρησης το πληροφορήθηκε ο ενάγοντας τον Αύγουστο του 2010.

Σε σχέση με τα ανωτέρω σημειώνω τα εξής:

Από ανάγνωση της απόφασης του Δικαστηρίου ημερ. 24.10.2012 (Τεκμήριο 6) που εκδόθηκε στην ποινική υπόθεση 10341/09 δεν προκύπτει οποιαδήποτε αναφορά ή συμπέρασμα ή εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε καταχώρηση του παραπόνου του ενάγοντα.

Aπεναντίας αποτελεί ξεκάθαρο γεγονός ότι σε συνέχεια της καταγγελίας του ενάγοντα ο Γενικός Εισαγγελέας προχώρησε σε ενημέρωση της Ανεξάρτητης Αρχής Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας με την τελευταία να διορίζει δύο ποινικούς ανακριτές το αποτέλεσμα της έρευνας των οποίων οδήγησε στην καταχώρηση της ποινικής υπόθεσης 10341/09 εναντίον τεσσάρων μελών της Αστυνομικής Δύναμης η οποία εκδικάστηκε και ολοκληρώθηκε στις 24.10.2012 με την αθώωση όλων των κατηγορουμένων.

Από μελέτη της απόφασης ημερομηνίας 24.10.2012 προκύπτει ότι η αθώωση των κατηγορουμένων δεν ήταν αποτέλεσμα ελλιπούς μαρτυρίας ή απώλειας οποιασδήποτε μαρτυρίας αλλά βασίστηκε σε ζητήματα αξιοπιστίας τόσο του ενάγοντα όσο και των κατηγορουμένων. 

Αποτέλεσε ισχυρισμό του ενάγοντα κατά την μαρτυρία του ότι αυτός έλαβε πληροφόρηση από τους ποινικούς ανακριτές που είχαν διοριστεί ότι δεν είχε υποβάλει παράπονο στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας και πως τότε ήταν που ο ίδιος είχε πληροφορηθεί ως ισχυρίστηκε για το γεγονός αυτό. Η θέση όμως αυτή του ενάγοντα δεν υποστηρίχθηκε από οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία αφού προς απόδειξη της υπόθεσης του κατέθεσε μόνο ο ίδιος και δεν κάλεσε οποιοδήποτε άλλο μάρτυρα ούτε τον ποινικό ανακριτική που κατά τον ενάγοντα του έδωσε τέτοια πληροφόρηση τον κάλεσε για να δώσει μαρτυρία.  

Απεναντίας αυτό που προκύπτει από την αποδεκτή μαρτυρία είναι πως το παράπονο του ενάγοντα παραδόθηκε μεταξύ άλλων και στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας στις 09.08.2008 και ώρα 22:30 και καταχωρήθηκε στο σχετικό ημερολόγιο του σταθμού από τον εναγόμενο 2 στις 11.08.2008 και ώρα 08:40. Μάλιστα του ζητήθηκε αν επιθυμούσε να έδιδε κατάθεση στις 09.08.2008 με τον ενάγοντα να αρνείται να το πράξει.  

Συνεπώς τα όσα ο ενάγοντας διατείνεται δεν φαίνεται να επιβεβαιώνονται.

Επιπρόσθετα ο ίδιος ο ενάγοντας συμφώνησε αντεξεταζόμενος ότι επιτεύχθηκε αυτό που επιδίωκε δηλαδή το παράπονο του διερευνήθηκε από την Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Παραπόνων και Ισχυρισμών κατά της Αστυνομίας η οποία με την σειρά της διόρισε ποινικούς ανακριτές με τέσσερα μέλη της Αστυνομίας στην συνέχεια να κατηγορούνται ενώπιον Δικαστηρίου με την ποινική υπόθεση 10341/09 ενώ επιπρόσθετα ο ενάγοντας προχώρησε και στην καταχώρηση κατά το έτος 2012 της Αγωγής 3517/2012 Ε.Δ. Πάφου τόσο εναντίον του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας όσο και των τεσσάρων μελών της Αστυνομικής Δύναμης η οποία είχε επιτύχει κατάληξη αφού του επιδικάστηκε το ποσό των €15.000.

Συνεπώς δεν τεκμηριώνεται στην υπό εξέταση υπόθεση η ισχυριζόμενη απώλεια μαρτυρίας ως ο ενάγοντας διατείνεται ενώ επιπρόσθετα οι αναφορές του ενάγοντα περί ταλαιπωρίας του παρέμειναν γενικές και αόριστες.

Επαναλαμβάνω πως τα γεγονότα που πλαισίωναν την καταγγελία / παράπονο του ενάγοντα έλαβαν χώρα στις 09.08.2008, αυθημερόν ο ενάγοντας ετοίμασε και παρέδωσε / απέστειλε επιστολή (α) στον Αστυνομικό Σταθμό Πέγειας (β) στον Αρχηγό Αστυνομίας (γ) στον Επίτροπο Διοικήσεως και (δ) στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων εναντίον μελών της Αστυνομίας ενώ μετά από αλληλογραφία που είχε με το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα είχε ως αποτέλεσμα στις 09.09.2008 να διοριστούν προς διερεύνηση των όσων παραπονείτο δύο ποινικοί ανακριτές η έρευνα των οποίων οδήγησε κατά το έτος 2009 στην καταχώρηση της ποινικής υπόθεσης 10341/09 που στρεφόταν εναντίον τεσσάρων μελών της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου.

Μάλιστα ο ίδιος πέτυχε και στην αστική αγωγή του που καταχώρησε το έτος 2012 όπου του επιδικαστήκαν ως αποζημιώσεις εναντίον του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και των μελών της Αστυνομίας το χρηματικό ποσό των €15.000.

Κατάληξη:

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει ανωτέρω η αγωγή του ενάγοντα δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και συνεπώς αυτή απορρίπτεται.

Έχοντας υπόψη ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα της αγωγής χωρίς να υφίσταται στην υπό εξέταση υπόθεση οποιοσδήποτε λόγος να αποκλίνω από τον κανόνα αυτό αποφασίζω όπως τα έξοδα της αγωγής επιδικαστούν υπέρ των εναγομένων 1 και 2 και εις βάρος του ενάγοντα ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.  

Σε σχέση με τα έξοδα που επιδικάστηκαν προς όφελος του εναγόμενου 2 διευκρινίζω ότι αυτά θα αφορούν τον χρόνο μέχρι που αυτός εκπροσωπείτο από δικηγόρο και όχι μεταγενέστερες εμφανίσεις στις οποίες εμφανιζόταν προσωπικά ο ίδιος χωρίς νομική εκπροσώπηση.

 

(Υπ.) ...........................

     Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ