ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Μ. Θ., Υπόθεση αρ. 1465/2022, 4/3/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ ν. Μ. Θ., Υπόθεση αρ. 1465/2022, 4/3/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

 

Υπόθεση αρ. 1465/2022

 

 

 

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

 

 

 

 

 

 

 

 

v.

 

 

 

 

 

 

 

Μ. Θ.

 

 

 

__________________________

 

 

 

Ημερομηνία: 04 Μαρτίου 2025

 

Εμφανίσεις:

 

Σ. Παπαλαζάρου (κα), για την Κατηγορούσα Αρχή

 

Ε. Μαλά (κα), για τον Κατηγορούμενο

 

Κατηγορούμενος: παρών

 

 

 

ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΗΣ

(ex tempore)

 

 

1.        Μ. Θ.[1], κατόπιν της ομολογίας ενοχής, το Δικαστήριο θα πρέπει να επιβάλει ποινή σε μία κατηγορία επί του κατηγορητηρίου:

 

1η Κατηγορία: ότι την 17 Μαρτίου 2022, στην Κοίλη, κατείχες εκρηκτικές ύλες, δηλαδή πέντε πλήρη φυσίγγια ΔΟΚΟ και ένα πλήρες φυσίγγιο ΜΟΚΟ χωρίς άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών.

 

2.        Η κατοχή εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών είναι ποινικό αδίκημα με βάση τον περί Εκρηκτικών Υλών Νόμο Κεφ.54, ο οποίος προβλέπει και την ποινή.

 

3.        Οι ποινές που επιβάλλει το Δικαστήριο πρέπει να είναι ανάλογες με τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διαπράττονται. Ένας δείκτης της σοβαρότητάς τους είναι το ύψος των προβλεπόμενων ποινών, που είναι οι ανώτατες ποινές.

 

4.        Για το αδίκημα της κατοχής εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών [άρθρα 2, 4(4)(δ) Κεφ.54] (1η Κατηγορία), η προβλεπόμενη στον νόμο ανώτατη ποινή, λαμβανομένου υπόψη και του περί Αυξήσεως των Ποινών (Πυροβόλα Όπλα και Εκρηκτικαί Ύλαι) Νόμου 27/1978[2], που εξακολουθεί να ισχύει, είναι αυστηρή, καθότι ο νόμος περιλαμβάνει ένα μεγάλο εύρος περιπτωσιολογίας. Είναι η φυλάκιση μέχρι τα 15 χρόνια ή και η χρηματική ποινή μέχρι τις €5.000. Ενόψει της συνοπτικής εκδίκασης της υπόθεσης εδώ, είναι περιορισμένη η ποινή που μπορεί να επιβάλει το Δικαστήριο, όσον αφορά τη φυλάκιση, ενώ μπορεί να επιβληθεί χρηματική ποινή.

 

 

 

5.        Πρόκειται για αδίκημα διακινδύνευσης. Το αξιόποινο δικαιολογείται μόνο με το να κατέχει οποιοσδήποτε τις εκρηκτικές ύλες κατά παράβαση των προνοιών του νόμου. Επαρκεί δηλαδή ο κίνδυνος, δεν είναι ανάγκη να έχει διαπραχθεί άλλο αδίκημα. Οι εκρηκτικές ύλες είναι φύσει επικίνδυνα αντικείμενα. Η παράνομη κατοχή εκρηκτικών υλών δυνατόν να θέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, τη σωματική ακεραιότητα ή και την ανθρώπινη ζωή, ενώ προκαλείται δυνητικά φόβος και ανησυχία στο κοινωνικό σύνολο.

 

6.        Ο χαρακτηρισμός ενός αδικήματος ως σοβαρού δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ανώτατο όριο της ποινής που μπορεί να επιβληθεί με βάση τον νόμο, ιδίως σε αδικήματα διακινδύνευσης. Κάθε αδίκημα τοποθετείται σε κλίμακα έντασης[3]. Σε μεγάλο βαθμό, η ταξινόμηση του αδικήματος σε επίπεδο έντασης ή σοβαρότητας εξαρτάται και από το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν τη διάπραξή του από το συγκεκριμένο πρόσωπο, στη συγκεκριμένη περίπτωση (culpability), καθώς και από το μέγεθος της διακινδύνευσης από την παραβατική συμπεριφορά σε πραγματικό επίπεδο ή και από το εάν προκλήθηκε τελικά και βλάβη (harm)[4].

 

7.        Το Δικαστήριο, αφού ταξινομήσει τα αδικήματα ως προς το επίπεδο ένστασης ή σοβαρότητάς τους, και καθορίσει το σημείο εκκίνησης της επιμέτρησης, προβαίνει στην επιμέτρηση της ποινής, συναρτώντας την με τα γεγονότα της υπόθεσης αλλά και τις προσωπικές συνθήκες του κατηγορούμενου, για να καταλήξει στο είδος και έπειτα στην έκταση της ποινής που αρμόζει στην περίπτωση[5]. Σε αυτό το πλαίσιο, δυνατόν να υπάρχουν παράγοντες που είναι ελαφρυντικοί, και επιφέρουν περαιτέρω έκπτωση στην ποινή, ή και παράγοντες που είναι επιβαρυντικοί και εμποδίζουν να συμβεί κάτι τέτοιο ή που προκαλούν περαιτέρω αύξηση της ποινής. Το βάρος που δίδεται σε κάθε ελαφρυντικό ή επιβαρυντικό παράγοντα δεν είναι το ίδιο σε κάθε υπόθεση ή σταθερό. Η επιμέτρηση δεν γίνεται με αυστηρά ή με ακριβή μαθηματικά κριτήρια, αλλά γίνεται με γνώμονα την αναλογικότητα, η προσέγγιση της οποίας θα πρέπει να γίνεται με διαφανή τρόπο. Η εξατομίκευση της ποινής, που είναι καθήκον του Δικαστηρίου, δεν μπορεί να εξουδετερώνει οποιουσδήποτε από τους σκοπούς της ποινής[6], αλλά και οι σκοποί της ποινής, κατά την επιβολή της, δεν θα πρέπει να αποσυνδέονται από την πραγματική διάσταση της εγκληματικότητας στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Το Δικαστήριο, συνηθέστερα, καταλήγει να κινείται στα ανώτατα όρια της ποινής, όταν η φύση του εγκλήματος είναι τέτοια ώστε να επιβάλλει εξαιρετικά μέτρα αποτροπής χάριν της προστασίας του κοινωνικού συνόλου, και παράλληλα το ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου είναι βεβαρημένο[7]. Γίνεται πάντοτε προσπάθεια αποφυγής της ποινής φυλάκισης, όπου δεν είναι απολύτως αναγκαία. Όπου είναι απολύτως αναγκαία, η έκτασή της περιορίζεται όσο το δυνατόν, για να επιτευχθούν οι σκοποί της.

 

8.        Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την 17 Μαρτίου 2022 αναφέρθηκαν εκτενέστερα από την Κατηγορούσα Αρχή και καταγράφθηκαν στα πρακτικά της διαδικασίας. Τα έχω υπόψη μου στην πλήρη τους μορφή. Τα φυσίγγια εντοπίστηκαν κατά την έρευνα στην οικία σου, σε ένα κουτάκι. Ήταν μεν πλήρη φυσίγγια, που ως τέτοια μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε όπλα, για να επιτευχθεί πυροβολισμός, ωστόσο κατέχονταν υπό συνθήκες που δεν ήταν πρακτικά εύκολο να γίνει χρήση τους, για τέτοιο σκοπό, ενώ δεν έγινε χρήση τους. Το αδίκημα που διέπραξες δεν είναι από τα χειρότερα του είδους, και έχοντας υπόψη τον τρόπο διάπραξής του και το μέγεθος της διακινδύνευσης, τοποθετείται σε χαμηλό επίπεδο έντασης ή σοβαρότητας. Με βάση αυτήν την ταξινόμηση, για το αδίκημα της κατοχής εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών [άρθρα 2, 4(4)(δ) Κεφ.54] (1η Κατηγορία), η εκκίνηση της επιμέτρησης είναι από τους 45 μήνες φυλάκισης (αντί από τους 180 μήνες που προβλέπει ο νόμος) ή τα €1.200 (αντί τις €5.000 που προβλέπει ο νόμος).

 

9.        Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, κατά την επιμέτρηση, αρχίζοντας από αυτό το σημείο εκκίνησης, υπάρχουν παράγοντες που δυνατόν να αυξομειώνουν την ποινή. Παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη για σκοπούς ταξινόμησης και είχαν να κάνουν με τον τρόπο διάπραξης των αδικημάτων σε συνάρτηση με τη διακινδύνευση, δεν χρησιμοποιούνται και ως επιπλέον ελαφρυντικοί ή επιβαρυντικοί. Δεν υπάρχουν επιβαρυντικοί παράγοντες, ενώ λαμβάνονται υπόψη, ως ελαφρυντικοί παράγοντες:

 

9.1.       Η απολογία και η μεταμέλειά, όπως εκφράστηκαν, σε συνδυασμό με τη συνεργασία με τις Αρχές, στον βαθμό που υπήρξε.

 

9.2.       Το λευκό ποινικό μητρώο σε συνδυασμό και με την πάροδο του χρόνου από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι σήμερα. Το Δικαστήριο δεν έχει ενώπιον του έναν άνθρωπο που απασχολεί γενικά τις Αρχές με αδικηματικές συμπεριφορές, και στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα δεδομένα που είναι ενώπιον του Δικαστηρίου, επρόκειτο για ένα μεμονωμένο στον χρόνο περιστατικό, με τον τρόπο που εκείνο προέκυψε.

 

9.3.       Οι προσωπικές περιστάσεις, όπως εκτέθηκαν στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, που έχω ενώπιον μου.

 

9.4.       Η παραδοχή στο Δικαστήριο που όσον αφορά την 1η Κατηγορία ήταν άμεση, εφόσον ο χρόνος που παρήλθε ήταν για την άσκηση δικαιωμάτων, ενώ και η ύπαρξη αρχικά δεύτερης κατηγορίας στο κατηγορητήριο φαίνεται ότι προκάλεσε την περαιτέρω καθυστέρηση. Η παραδοχή που γίνεται με την πρώτη δυνατή ευκαιρία, με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες του Ηνωμένου Βασιλείου, για την επιβολή ποινών, μπορεί να έχει επίδραση στην ποινή μέχρι και στο ένα τρίτο της  (33%).

 

10.     Συνοψίζοντας, το είδος και η έκταση της ποινής που θα επιβληθεί έχει καθοριστεί λαμβάνοντας υπόψη τη νόμιμη ποινή, τους σκοπούς των ποινών, τις περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος, την ταξινόμηση της παραβατικότητας σε επίπεδο έντασης ή σοβαρότητας, τις αρχές της επιμέτρησης, όλους τους παράγοντες που θα μπορούσαν να επιδράσουν στην ποινή στη συγκεκριμένη περίπτωση, και τον βαθμό στον οποίον θα πρέπει να γίνει αισθητή η ποινική μεταχείριση στο σύνολό της[8].

 

11.     Η έκταση της σοβαρότητας του αδικήματος σε πραγματικό επίπεδο, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι δεν υπάρχει βεβαρημένο ποινικό μητρώο και κίνδυνος για το κοινωνικό σύνολο, δεν καθιστούν την ποινή φυλάκισης ως αναπόφευκτη και απολύτως αναγκαία, κατ’ επέκταση αρμόζουσα. Αρμόζουσα, υπό τις περιστάσεις, είναι η χρηματική ποινή. Όλοι οι ελαφρυντικοί παράγοντες επιδρούν ελαφρυντικά στην έκταση της χρηματικής ποινής που θα επιβληθεί, ενώ γίνεται ανάλογη προσαρμογή της στο αμέσως προηγούμενο ακέραιο ποσό.

 

12.     Επιβάλλεται η ακόλουθη ποινή:

 

1η Κατηγορία: Χρηματική ποινή €400.

 

13.     Λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές δυσκολίες που προς το παρόν υπάρχουν και έχουν εκτεθεί, εκδίδεται διάταγμα για την πληρωμή της χρηματικής ποινής με μηνιαίες δόσεις ύψους €50 η κάθε μία, αρχίζοντας από την 02.04.2025 και ακολούθως την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα μέχρι εξόφλησης.

 

14.     Δεν υπάρχουν έξοδα. Οδηγίες διαχείρισης τεκμηρίων προς την Κατηγορούσα Αρχή:

 

·        Οι εκρηκτικές ύλες να κατασχεθούν και να καταστραφούν.

 

 

(Υπ.) ……………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Η χρήση ενικού είναι για τους σκοπούς της διαδικασίας.

[2] Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Shuraani, ΠΕ 166/2024 κ.α., 19.12.2024.

[3] Γενικός Εισαγγελέας v. Κυριάκου (2008) 2 ΑΑΔ 562, Ιακώβου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 159/2024, 08.11.2024.

[4] Γιαννακού ν. Δημοκρατία, ΠΕ 235/2023, 19.07.2024, Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 391, Δημοκρατία v. Κυριάκου κ.ά. (1990) 2 ΑΑΔ 264.

[5] Δημοκρατία ν. Κυριάκου (1990) 2 ΑΑΔ 264, Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 248, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Πέτρου (1993) 2 ΑΑΔ 9, Λαζάρου ν. Δημοκρατίας (1992) 2 ΑΑΔ 129, Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 632, Βραχίμης ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 527, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Γεωργίου, ΠΕ 86/2021, 15.02.2022, ECLI:CY:AD:2022:B64, και άλλες.

[6] Θεοχάρους ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 575.

[7] Pernell Geoffrey Michael John v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1998) 2 ΑΑΔ 417, Antoniou v. Police (1983) 2 CLR 319.

[8] Γενικός Εισαγγελέας ν. Ελευθερίου, ΠΕ 46/2023, 16.07.2024, Φραντζίδης ν. Αστυνομίας, ΠΕ 63/2022, 26.10.2022, Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας (2004) 2 ΑΑΔ 443, 447-8.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο