GORDIAN HOLDINGS LIMITED ν. Ξενοφώντος κ.α., Αρ. Γενικής Αίτησης: 194/2022, 21/5/2025
print
Τίτλος:
GORDIAN HOLDINGS LIMITED ν. Ξενοφώντος κ.α., Αρ. Γενικής Αίτησης: 194/2022, 21/5/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Γ. Κ. Βλάμη, Π.Ε.Δ.                                 

      Αρ. Γενικής Αίτησης: 194/2022 I-Justice

Μεταξύ:

GORDIAN HOLDINGS LIMITED (HE xxx) από τη Λευκωσία

                                                                                                              Αιτήτριας

                                                            και

1.         χχχχ Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

2.         χχχχ Πρωτοπαπά από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

3.         χχχχ Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

4.         χχχχ Ηροδότου από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx και

5.         χχχχ Ηροδότου από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

Καθ’ ων η αίτηση

 

Ως τροποποιήθηκε στις 02.08.22 δυνάμει της Διαταγής 25 Θ.1(1) και (2)

 

Μεταξύ:

GORDIAN HOLDINGS LIMITED (HE xxx) από τη Λευκωσία

                                                                                                              Αιτήτριας

                                                            και

1.       χχχχ Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

2.       χχχχ Πρωτοπαπά από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

3.       χχχχ Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

4.       χχχχ Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx και

5.       χχχχ Κίροβα από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

γονείς, έχοντες τη γονική μέριμνα και πλησιέστεροι συγγενείς και φίλοι του ανήλικου υιού τους χχχχ Ηροδότου 14 ετών από την Πάφο, Α.Δ.Τ. χχχ

6.       χχχχ Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx και

7.       χχχχ Κίροβα από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

γονείς, έχοντες τη γονική μέριμνα και πλησιέστεροι συγγενείς και φίλοι της ανήλικης θυγατέρας τους χχχχ Ηροδότου 16 ετών από την Πάφο, Α.Δ.Τ. χχχ

8.       χχχχ Ξενοφώντος από την Πάφο, Α.Δ.Τ. xxx

9.       GEORERODO REAL ESTATES LTD, HE χχχ, Πάφος

10.     χχχχ Νεοφύτου από την Πάφο

                                                                                      Καθ’ ων η αίτηση

 

    Αίτηση ημερ. 22.10.24 για έκδοση ενδιάμεσων απαγορευτικών

                    διαταγμάτων εκκρεμούσης έφεσης

 

 

Ημερομηνία: 21.05.25

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια: κα Ι. Ζήγκα για ARISTI KORAKIDOU-MAKRIDOU L.L.C.

Για Καθ' ων η αίτηση 1-10: κα Χρ. Κωνσταντίνου για Χριστιάνα Κωνσταντίνου &

Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

                                                ΑΠΟΦΑΣΗ

Στις 02.11.21 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση στην αγωγή αρ. 1482/14 του Ε.Δ. Πάφου με την οποίαν διατάσσονταν οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλα πρόσωπα αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα να πληρώσουν στην Αιτήτρια ποσό ύψους €525.381,18 πλέον τόκους και έξοδα.

 

Περαιτέρω στις 17.01.22 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση στην αγωγή αρ. 1515/14 του Ε.Δ. Πάφου με την οποίαν διατάσσονταν οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλα πρόσωπα αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα να πληρώσουν στην Αιτήτρια ποσό ύψους €295.664,08 πλέον τόκους και έξοδα.

 

Η μεταβίβαση μεριδίων επί 5 ακινήτων από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 2 καθώς επίσης η μεταβίβαση μεριδίων επί 10 ακινήτων από τον Καθ’ ου η αίτηση 3 στους ανήλικους χχχχ Ηροδότου και χχχχ Ηροδότου, όπως και η εκχώρηση πωλητηρίου εγγράφου από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στην Καθ’ ης η αίτηση 9 εταιρεία και ακολούθως στον Καθ’ ου η αίτηση 10 καθώς και η μεταβίβαση 1.000 μετοχών της Καθ’ ης η αίτηση 9 από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στον Καθ’ ου η αίτηση 8, αποτέλεσαν τις αιτίες για την καταχώρηση της παρούσας Γενικής Αίτησης με την οποίαν, δυνάμει των προνοιών του Κεφ.62, ζητήθηκε η έκδοση διαφόρων διαταγμάτων ακύρωσης μεταβίβασης μεριδίων επί ακινήτων, επανεγγραφής και επιβάρυνσης τους αλλά και άλλων περιουσιακών στοιχείων.

 

Η μερική επιτυχία της παρούσας Γενικής Αίτησης, κατόπιν ακρόασης, δεν άφησε ικανοποιημένη την Αιτήτρια, η οποία εφεσίβαλε την απόφαση του Ε.Δ. Πάφου ημερ. 09.09.24, ως ήταν δικαίωμα της.

 

Στις 22.10.24 η Αιτήτρια καταχώρησε μονομερώς την παρούσα αίτηση με την οποίαν ζητεί την έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων απαγορευτικής φύσεως σε μερίδια των πιο κάτω ακινήτων:

«1.     Διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου απαγορεύον στους καθ’ ων η αίτηση 1 και 2 και/ή τους αντιπροσώπους τους και/ή τους εξουσιοδοτημένους τους και/ή τους υπηρέτες τους και/ή τους διαδόχους τους και/ή τους εντολοδόχους τους και/ή οιοδήποτε πρόσωπο αρύεται δικαιώματα από αυτούς να αποξενώσουν, εκχωρήσουν, δωρήσουν, μεταβιβάσουν, πωλήσουν, ενοικιάσουν, διαθέσουν, επιβαρύνουν, υποθηκεύσουν, μειώσουν την αξία της κάτωθι ακίνητης περιουσίας εκκρεμούσης της έφεσης εναντίον των αποφάσεων, τελικής ημερ. 9/9/24 και ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 6/12/2023 στην Γενική αίτηση 194/2022 Ε.Δ. Πάφου ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου:

 

          α)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx9 ημερ. 2/4/2003, τεμάχιο xx3 του φ/σχ xxx4, τμήμα 0, το ¼ μερίδιο, χωράφι έκτασης 1673 τ.μ. στη Λυσό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          β)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx1 ημερ. 2/4/2003, τεμάχιο xx4 του φ/σχ xxx4, τμήμα 0, το ¼ μερίδιο, χωράφι έκτασης 9031 τ.μ. στη Λυσό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          γ)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx2 ημερ. 2/4/2003, τεμάχιο x του φ/σχ xxx1, τμήμα 1, το ¼ μερίδιο, χωράφι στη Λυσό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          δ)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx9 ημερ. 2/4/2003, τεμάχιο xx0 του φ/σχ xxx1, τμήμα 0, το ¼ μερίδιο, χωράφι έκτασης 4348 τ.μ. στη Λυσό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          ε)            το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx1 ημερ. 2/4/2003, τεμάχιο xx4 του φ/σχ xxx4, τμήμα 0, το ¼ μερίδιο, χωράφι έκτασης 3679 τ.μ. στη Λυσό, στην Επαρχία Πάφου.

2.       Διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου απαγορεύον στους καθ’ ων η αίτηση 3-7 και/ή τους αντιπροσώπους τους και/ή τους εξουσιοδοτημένους τους και/ή τους υπηρέτες τους και/ή τους διαδόχους τους και/ή τους εντολοδόχους τους και/ή οιοδήποτε πρόσωπο αρύεται δικαιώματα από αυτούς να αποξενώσουν, εκχωρήσουν, δωρήσουν, μεταβιβάσουν, πωλήσουν, ενοικιάσουν, διαθέσουν, επιβαρύνουν, υποθηκεύσουν, μειώσουν την αξία της κάτωθι ακίνητης περιουσίας εκκρεμούσης της έφεσης εναντίον των αποφάσεων, τελικής ημερ. 9/9/24 και ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 6/12/2023 στην Γενική αίτηση 194/2022 Ε.Δ. Πάφου ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου:

 

          α)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx1 ημερ. 3/5/2004, τεμάχιο xx0 του φ/σχ xxx1, τμήμα 0, τα 5/17 μερίδια, χωράφι έκτασης 21576 τ.μ. στο Δήμο Πόλεως Χρυσοχούς, στην Επαρχία Πάφου.

 

          β)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx0 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο x5 του φ/σχ xxx6, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 2007 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          γ)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx1 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο xx5 του φ/σχ xxx6, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 2676 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          δ)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx2 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο x5 του φ/σχ xxx6, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 5.686 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          ε)            το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx3 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο x8 του φ/σχ xxx6, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 2007 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          ζ)            το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx5 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο xx2 του φ/σχ xxx6, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 2007 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          η)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx6 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο x0 του φ/σχ xxx7, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 8362 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          θ)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx7 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο x5 του φ/σχ xxx7, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 4683 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          ι)             το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx8 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο x8 του φ/σχ xxx7, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 1338 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

          κ)           το ακίνητο με αρ. εγγραφής xxx0 ημερ. 16/7/2013, τεμάχιο x5 του φ/σχ xxx9, τμήμα 0, το 1/18 μερίδιο, χωράφι έκτασης 1161 τ.μ. στον Πομό, στην Επαρχία Πάφου.

 

3.       Διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου απαγορεύον στους καθ’ ων η αίτηση 1, 9 και 10 και/ή τους αντιπροσώπους τους και/ή τους εξουσιοδοτημένους τους και/ή τους υπηρέτες τους και/ή τους διαδόχους τους και/ή τους εντολοδόχους τους και/ή οιοδήποτε πρόσωπο αρύεται δικαιώματα από αυτούς να αποξενώσουν, εκχωρήσουν, δωρήσουν, μεταβιβάσουν, πωλήσουν, ενοικιάσουν, διαθέσουν, επιβαρύνουν, υποθηκεύσουν, μειώσουν την αξία της κάτωθι ακίνητης περιουσίας εκκρεμούσης της έφεσης εναντίον των αποφάσεων, τελικής ημερ. 9/9/24 και ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 6/12/2023 στην Γενική αίτηση 194/2022 Ε.Δ. Πάφου ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου:

 

          α)           το διαμέρισμα υπ’ αρ. εγγραφής xxx5 στο Προδρόμι στο Δήμο Πόλεως Χρυσοχούς το οποίο αφορούν οι συμφωνίες εκχώρησης και το 6/ΠΩΕ/xxx/xx0 από το xxxx Ξενοφώντος προς GEORERODO REAL ESTATES LTD, HE 323449, 6/ΕΣ/xxx/xx3 – ΚΕ171/2013 και από GEORERODO REAL ESTATES LTD, HE xxxx στο Νέστορα Νεοφύτου 6/ΕΣ/xxx/x9 – ΚΕ322/2019.

 

Β.      Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία κρίνει το Δικαστήριο σαν δίκαιη και λογική και να χορηγήσει.

 

Γ.       Τα έξοδα πλέον Φ.Π.Α.»

 

Η υπό κρίση αίτηση εδράζεται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60), στα άρθρα 1-5 του περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου (Κεφ.62), στα άρθρα 87, 91Α-91Δ του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου (Κεφ.6), στο δίκαιο της επιείκειας, στην αγγλική απόφαση Eniford Properties Ltd v. Cheshire County Council [1974] 2 All ER 448, στη διακριτική ευχέρεια και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 05.11.24 το Ε.Δ. Πάφου έδωσε οδηγίες για επίδοση της υπό κρίση αίτησης, η οποία πλέον κατέστη δια κλήσεως.

 

Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του κυρίου χχχχ Τσαγγάρη λειτουργού της Αιτήτριας στο Τμήμα Προβληματικών Χρεών μέχρι 01.05.22 και υπαλλήλου στο ίδιο τμήμα της εταιρείας Gordian Servicing Limited, η οποία δυνάμει σχετικής συμφωνίας με την Αιτήτρια, ενεργεί για λογαριασμό της Αιτήτριας αναλαμβάνοντας τη διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων, συναφών εξασφαλίσεων και εγγυήσεων. Ανάμεσα στις υποθέσεις αυτές περιλαμβάνεται και η παρούσα περίπτωση. Προς ενίσχυση της ένορκης δήλωσης επισυνάπτονται διάφορα έγγραφα.

 

Στην ένορκη δήλωση καταγράφεται το ιστορικό της υπόθεσης και γίνεται επίκληση γεγονότων που την περιβάλλουν, όπως τα αντιλαμβάνεται η Αιτήτρια. Προς υποστήριξη του περιεχομένου της επισυνάπτονται έγγραφα. Επίσης σημειώνονται στοιχεία, τα οποία σύμφωνα με την Αιτήτρια πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την έκδοση των αιτουμένων ενδιάμεσων διαταγμάτων απαγορευτικής φύσεως. Το σύνολο των επικαλούμενων γεγονότων προδιαγράφουν την εκδοχή της Αιτήτριας.

 

Συνοπτικά μπορεί να σημειωθεί η αναφορά ότι στις 09.09.24 το Ε.Δ. Πάφου εξέδωσε απόφαση στην παρούσα Γενική Αίτηση που προωθήθηκε δυνάμει των προνοιών του Κεφ.62 σύμφωνα με την οποίαν εκδόθηκαν ορισμένα από τα διατάγματα που είχε ζητήσει η Αιτήτρια (Τεκμήριο 7). Ακολούθως στις 18.10.24 η Αιτήτρια καταχώρησε έφεση εναντίον της πιο πάνω απόφασης (Τεκμήριο 8). Σύμφωνα με τον ενόρκως δηλών, η Αιτήτρια εγείρει μία συζητήσιμη έφεση με μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας. Όπως ο ομνύοντας είπε, τυχόν απόρριψη της υπό κρίση αίτησης θα ακυρώσει το αντικείμενο της έφεσης. Περαιτέρω ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 δεν έχουν ελεύθερη ακίνητη περιουσία και ούτε διαθέτουν κινητή περιουσία προκειμένου να ικανοποιήσουν τις αποφάσεις που εκδόθηκαν προς όφελος της Αιτήτριας. Είναι η θέση του ενόρκως δηλών ότι στη εξισορρόπησης των συμφερόντων αμφοτέρων πλευρών επιβάλλεται η έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση 1-7 & 9-10 (στο εξής οι «Καθ’ ων η αίτηση») αντέδρασαν στις 13.12.24 με την καταχώρηση εντύπου ένστασης στην υπό κρίση αίτηση επί 28 λόγων. Κοινό σημείο τους είναι η εγειρόμενη θέση ότι δεν δικαιολογείται η έκδοση των αιτουμένων ενδιάμεσων διαταγμάτων απαγορευτικής φύσεως.

 

Η νομική βάση της ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση είναι ουσιαστικά παρόμοια μ’ αυτήν της υπό κρίση αίτησης με επιπλέον αναφορά στα άρθρα 23, 30 & 35 του Συντάγματος.

 

Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η αίτηση 1 και εξουσιοδοτημένου για τον σκοπό αυτό από τους υπόλοιπους Καθ’ ων η αίτηση. Στην ουσία μέσα από την ένορκη δήλωση αναλύονται και επεξηγούνται οι λόγοι ένστασης. Παράλληλα προβάλλονται γεγονότα από την γωνία αντίληψης των Εναγομένων, στη βάση των οποίων οι Καθ’ ων η αίτηση θεωρούν ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε το επιλήψιμο από μέρους τους. Τα επικαλούμενα γεγονότα σκιαγραφούν την εκδοχή των Καθ’ ων η αίτηση στην παρούσα υπόθεση.

 

Συνοψίζοντας το περιεχόμενο της μπορεί να λεχθεί ότι η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση συμφωνεί με το ιστορικό που έθεσε ο ομνύοντας της Αιτήτριας στην ένορκη δήλωση του. Ειδικότερα ότι:

(α)       την 02.11.21 εκ συμφώνου εκδόθηκε απόφαση στην αγωγή αρ. 1482/14 στο Ε.Δ. Πάφου υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλων δύο προσώπων αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα για συγκεκριμένο ποσό πλέον τόκους και έξοδα, καθώς επίσης διάταγμα εκποίησης υποθήκης και πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου ιδιοκτησίας άλλου τρίτου προσώπου η οποία στην πορεία εξαλείφθηκε και το εν λόγω ακίνητο απαλλάχθηκε έναντι καταβολής συγκεκριμένου ποσού,

(β)       στις 17.01.22 εκ συμφώνου εκδόθηκε απόφαση στην αγωγή αρ. 1515/14 στο Ε.Δ. Πάφου υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 και άλλων τεσσάρων προσώπων αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα για συγκεκριμένο ποσό πλέον τόκους και έξοδα, καθώς επίσης διάταγμα εκποίησης υποθήκης και πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου ιδιοκτησίας άλλου προσώπου,

(γ)        ακολούθως στις 26.07.22 καταχωρίστηκε η παρούσα Γενική Αίτηση (εναρκτήρια διαδικασία) και στις 02.08.22 υπήρξε τροποποίηση του τίτλου της με την οποίαν, δυνάμει των προνοιών του Κεφ.62, ζητείτο η ακύρωση μεταβιβάσεων διαφόρων ακινήτων και η επανεγγραφή τους στους αρχικούς ιδιοκτήτες τους, η ακύρωση συμφωνιών εκχώρησης που αφορούν πωλητήρια έγγραφα, η επιβάρυνση πωλητηρίων εγγράφων με την εγγραφή δικαστικών αποφάσεων, η ακύρωση μεταβίβασης μετοχών και επανεγγραφή τους στον αρχικό δικαιούχο τους,

(δ)        κατόπιν ακρόασης το Ε.Δ. Πάφου στις 09.09.24 εξέδωσε απόφαση στην οποίαν υπήρξε μερική επιτυχία της Αιτήτριας και συγκεκριμένα στην έκδοση διατάγματος ακύρωσης μεταβίβασης μετοχών και επανεγγραφή τους στον αρχικό δικαιούχο τους, πλέον έξοδα (Τεκμήριο 7 ΕΔ Τσαγγάρη),

(ε)        στις 18.10.24 η Αιτήτρια εφεσίβαλε την απόφαση ημερ. 09.09.24 του Ε.Δ. Πάφου καταχωρώντας την πολιτική έφεση αρ. 47/2024, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί μέχρι σήμερα (Τεκμήριο 8 ΕΔ Τσαγγάρη).        

 

Είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι η πιο πάνω έφεση είναι επιπόλαια και/ή αβάσιμη με την Αιτήτρια να μην έχει καταδείξει πιθανότητα επιτυχίας της. Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 ισχυρίζεται ότι είναι άγνωστο πότε θα εκδικαστεί η έφεση που καταχωρίστηκε και τυχόν έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων θα χορηγήσει θεραπεία στην Αιτήτρια για  αόριστο χρονικό διάστημα αποστερώντας τους Καθ’ ων η αίτηση από τους καρπούς της επιτυχίας τους σύμφωνα με το αποτέλεσμα της απόφασης ημερ. 09.09.24 και συνάμα πλήττοντας το συνταγματικό δικαίωμα τους στην ιδιοκτησία ακίνητης περιουσίας. Περαιτέρω προβάλλει τον ισχυρισμό ότι οι Καθ’ ων η αίτηση 2, 4-7 & 10 δεν ήταν διάδικοι στις αγωγές αρ. 1482/14 και 1515/14 του Ε.Δ. Πάφου και ως εκ τούτου δεν είναι εξ’ αποφάσεως οφειλέτες και ούτε η Αιτήτρια διαθέτει αγώγιμο δικαίωμα εναντίον τους.

 

Σύμφωνα ακόμη με τον Καθ’ ου η αίτηση 1, δεν μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά τα κριτήρια τα οποία εφαρμόζονται σε περίπτωση αναστολής εκτέλεσης μιας απόφασης. Όπως είπε, εδώ η απόφαση του Δικαστηρίου δεν αφορά στην επιβολή θετικής υποχρέωσης ή καθήκοντος απέναντι στους Καθ’ ων η αίτηση έτσι ώστε να επιζητείται η αναστολή υλοποίησης αλλά στο βαθμό που εφεσιβλήθηκε αφορούσε απόρριψη της υπόθεσης.        

 

Ακολούθως αμφότερες πλευρές καταχώρησαν συμπληρωματικές ένορκες δηλώσεις. Ομνύοντες ήταν πάλι ο χχχχ Τσαγγάρης για την Αιτήτρια και ο Καθ’ ου η αίτηση 1 για τους Καθ’ ων η αίτηση.

 

Δεν θεωρώ ότι θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε σκοπό η επαναδιατύπωση του περιεχομένου των συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων αίτησης και ένστασης. Γι’ αυτό δεν προτίθεμαι να επαναλάβω εκείνα που αναφέρονται σ’ αυτές. Ωστόσο εκεί και όπου κριθεί ότι χρειάζεται, θα αναφέρομαι σε αποσπάσματα από το περιεχόμενο τους.

 

Η ακρόαση της υπό κρίση αίτησης περιορίστηκε σε γραπτές αγορεύσεις. Το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων μαζί με τα επισυνημμένα έγγραφα αποτελούν το σύνολο του μαρτυρικού υλικού που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο.

 

Στις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους αμφότεροι συνήγοροι, με παραπομπή σε νομολογία, υποστήριξαν τις εκατέρωθεν και παράλληλα εκ διαμέτρου αντίθετες νομικές θέσεις και ισχυρισμούς τους. Πλήρης ανάλυση της νομικής επιχειρηματολογίας των συνηγόρων είναι καταγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και δεν χρειάζεται να επαναδιατυπωθεί καθότι δεν θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε πρακτικό σκοπό. Εκεί και όπου κρίνεται ότι χρειάζεται θα γίνεται ειδική αναφορά σε νομικά επιχειρήματα των συνηγόρων.

 

Στρέφομαι ευθύς να εξετάσω την παρούσα αίτηση υπό το φως των λόγων ένστασης και στη βάση των θέσεων και επιχειρημάτων αμφοτέρων πλευρών. Προς το σκοπό αυτό έχω θέσει ενώπιον μου το περιεχόμενο των αγορεύσεων των συνηγόρων, το οποίο και μελέτησα με προσοχή. Έχω ακόμη μελετήσει ενδελεχώς όλο το μαρτυρικό υλικό που μου έχει παρουσιαστεί.

 

Εξ όσον γίνεται αντιληπτό η Αιτήτρια δεν ζητεί την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων στα πλαίσια εξέτασης αίτησης αναστολής εκτέλεσης δικαστικής απόφασης μέχρι εκδίκασης καταχωρισμένης έφεσης. Είναι γι’ αυτό που στη νομική βάση της παρούσας αίτησης δεν περιλαμβάνεται το άρθρο 47 του Ν.14/60 καθώς επίσης η Δ.35 Θ.18 & Θ.19 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας που ίσχυαν πριν από την 01.09.23. Οι δικαστικές τελικές αποφάσεις που εκδόθηκαν εκ συμφώνου προς όφελος της Αιτήτριας στις αγωγές αρ. 1482/14 και 1515/14 του Ε.Δ. Πάφου δεν τελούν υπό έφεση και ως εκ τούτου ως τελεσίδικες που είναι υπόκεινται σε μέτρα εκτέλεσης. Ουδείς διάδικος το αμφισβητεί.

 

Ακόμη όμως και να λεχθεί το αντίθετο, η υπό κρίση αίτηση συνδέεται με την  αποτέλεσμα της εκδίκασης πρωτογενούς διαδικασίας. Η παρούσα υπόθεση είναι Γενική Αίτηση, η οποία σχετίζεται με τις προσπάθειες της Αιτήτριας για λήψη μέτρων εκτέλεσης επί των προαναφερόμενων τελικών αποφάσεων που εξασφάλισε και όχι καθ’ εαυτό με την αναστολή εκτέλεσης τους. Στην προκειμένη περίπτωση η Αιτήτρια διαφωνεί με το μέρος της απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου ημερ. 09.09.24 επί της Γενικής Αίτησης με το οποίο απορρίφθηκαν διάφορες αιτούμενες θεραπείες της. Η πολιτική έφεση αρ. 47/2024 που καταχωρίστηκε επιδιώκει την ανατροπή του μέρους αυτού της δικαστικής απόφασης. Αυτά είναι γεγονότα που αποτελούν κοινό έδαφος των διαδίκων.

 

Εκείνο που βασικά εφεσιβάλλεται είναι η απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 09.09.24 με την οποίαν απορρίφθηκαν αιτούμενες θεραπείες της Αιτήτριας μέσα από την εκδίκαση της Γενικής Αίτησης. Η παρούσα ενδιάμεση αίτηση δεν στοχεύει σε αναστολή θετικής υποχρέωσης ή καθήκοντος το οποίο επιβάλλεται από την απόφαση που εφεσιβάλλεται για να θεωρηθεί ότι είναι περίπτωση η οποία εμπίπτει στο πνεύμα της Δ.35 Θ.18 (Marfin Popular Bank Public Co Ltd v. Telec Logistic Company Ltd και άλλη (2008) 1 Α.Α.Δ. 764).

 

Η υπό κρίση αίτηση είναι, όπως λέχθηκε, ενδιάμεσης φύσης και μ’ αυτήν επιδιώκεται η έκδοση ενδιάμεσων απαγορευτικών διαταγμάτων που ουσιαστικά να μην επιτρέπει στους Καθ’ ων η αίτηση να αποξενώσουν τα ακίνητα που ήταν αντικείμενο στη Γενική Αίτηση μέχρι την εκδίκαση της πολιτική έφεση αρ. 47/2024 που καταχωρίστηκε αναφορικά με την απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ημερ. 09.09.24. Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία για να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα. Προσεκτική ανάγνωση της γραπτής αγόρευσης της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Αιτήτριας καθιστά αντιληπτό ότι το σκεπτικό της Αιτήτριας στο θέμα αυτό εδράζεται σε διάφορα επίπεδα.

 

Ειδικότερα η Αιτήτρια επικαλείται ότι το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει τα προσωρινά διατάγματα που επιδιώκονται δυνάμει των προνοιών του Κ.25.1 & Κ.25.2 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας 2023. Με κάθε σεβασμό στην πλευρά της Αιτήτριας θα πρέπει να λεχθεί ότι ο προβαλλόμενης νομικός ισχυρισμός της δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η υπό κρίση αίτηση, ως ενδιάμεση που είναι, αποτελεί μέρος της διαδικασίας στην παρούσα Γενική Αίτηση κάτω από την οποίαν ευρύτερα εμπίπτει, η οποία υπόθεση καταχωρίστηκε στις 26.07.22. Όπως έκδηλα φαίνεται, η προώθηση της υπόθεσης αυτής στο Δικαστήριο πραγματοποιήθηκε πριν από την 01.09.23 που τέθηκε σε ισχύ το νέο καθεστώς των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, στο οποίο περιλαμβάνεται και ο επικαλούμενος Κ.25 (Μέρος 60, Κ.60.1(2)).

 

Επομένως ο εν λόγω νομικός ισχυρισμός της Αιτήτριας δεν έχει έρεισμα και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Η Αιτήτρια επίσης ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει τα αιτούμενα προσωρινά διατάγματα στη βάση των συμφυών εξουσιών του Δικαστηρίου.

 

Η νομολογία υποδεικνύει ότι πράγματι το Επαρχιακό Δικαστήριο διαθέτει συμφυής εξουσία να εκδίδει ενδιάμεσο διάταγμα, όπως αυτό που ζητείται στην υπό κρίση αίτηση, προκειμένου να διατηρήσει το αντικείμενο της έφεσης, κάτω όμως από εξαιρετικές περιστάσεις (Astarti Development Plc κ.α. v. Χριστοδουλίδη κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 160/2015 ημερ. 13.01.16). Στην Molvi Estates Ltd v. Λεωνίδας Κίμωνος κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 138/2016 ημερ. 02.12.16 λέχθηκε ότι η επιφύλαξη αυτή είναι ενδεικτική του βάρους που οι αιτητές έχουν να αποσείσουν σε τέτοιου είδους αιτήσεις, όπως είναι η υπό κρίση περίπτωση, βάρους που δεν σχετίζεται τόσο με τη βασιμότητα της έφεσης  αλλά που άπτεται της ύπαρξης εξαιρετικών περιστάσεων.

 

Η αρχή ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο στην Κύπρο κέκτηται δικαιοδοσία να εκδίδει προσωρινά διατάγματα απαγορευτικής φύσεως μέχρι την εκδίκαση έφεσης αναγνωρίστηκε στην υπόθεση Aspis Liberty Life Insurance Public Co. Ltd v. Λεωνώρας άλλως γνωστή Νόρα Σιακατίδου (2011) 1Γ Α.Α.Δ. 1816 όπου αναλυτικά πραγματεύτηκε το θέμα με αναφορά στην αγγλική υπόθεση Erinford Properties Ltd v. Cheshire County Council [1974] 2 All ER 448. Η υπόθεση Aspis (πιο πάνω) αφορούσε ακύρωση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος με το οποίο απαγορεύθηκε στην καθ’ ης η αίτηση/εφεσίβλητη να πωλήσει, υποθηκεύσει ή αποξενώσει τρία ακίνητα μέχρι την αποπεράτωση  της αγωγής ή μέχρι νεώτερης διαταγής του Δικαστηρίου. Αυτό οδήγησε στην καταχώρηση αίτησης από την εφεσείουσα/αιτήτρια για την έκδοση διατάγματος για την παράταση της ισχύος του ακυρωθέντος Διατάγματος μέχρι την αποπεράτωση της Έφεσης που καταχώρισε η ίδια ως εξ Ανταπαιτήσεως Ενάγουσα κατά της ενδιάμεσης απόφασης με την οποία αυτό ακυρώθηκε. Παραθέτω χρήσιμα αποσπάσματα από την υπόθεση αυτή:

«Το θέμα λοιπόν το οποίο είχε απασχολήσει στην Erinford ήταν το κατά πόσο θα μπορούσε να δοθεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο μια πολύ περιορισμένης χρονικής έκτασης θεραπεία διατήρησης του status quo έξι ημερών, μέχρις ότου να μπορούσε να επιληφθεί του ίδιου θέματος το Αγγλικό Εφετείο και να αποφασίσει κατά πόσο εκείνο να δώσει μακρύτερης χρονικής διάρκειας θεραπεία εκκρεμούσας της έφεσης. Εκείνος δε ο παράγοντας ήταν που τελικά μέτρησε και επενήργησε θετικά στην σκέψη του Megarry J. ώστε να εκδώσει το ζητηθέν προσωρινό διάταγμα. Όπως ο ίδιος ο Megarry J. ανέφερε στην απόφασή του [1974] 2 All E.R. 449:

"The county council had previously been bound by an undertaking in similar terms, but this came to an end with the dismissal of the motion and counsel of the county council had no instructions to renew it or offer any other undertaking. He volunteered, however, that the next meeting of the appropriate body of the county council would not be until 28th March and in the end counsel for the plaintiffs was content to seek an ex parte injunction only over 20th March, which, he said would allow time for him to give notice of appeal and to serve notice of motion to extend the injunction. Ultimately, I held that I should grant the injunction in this modified form..."

Προκύπτει, επομένως, ότι εκείνο που τελικά είχε βαρύνει την πλάστιγγα στην απόφαση του Megarry J. στην υπόθεση Erinford ήταν το γεγονός ότι οι αιτητές περιόρισαν τη χρονική έκταση του αιτούμενου διατάγματος σε περίοδο μερικών μόνο ημερών μέχρις ότου επιληφθεί του θέματος το Εφετείο.

Με δεδομένη όμως τη νομολογία και ιδιαίτερα την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου (ανωτέρω), σύμφωνα με την οποία το Εφετείο δεν κέκτηται εξουσία έκδοσης διατάγματος όπως το εδώ υπό εξέταση, αυτό σημαίνει στην ουσία ότι εάν το πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο ακυρώνει και τερματίζει την ισχύ ενός διατάγματος, παράσχει νέα θεραπεία η οποία θα επαναφέρει την ισχύ του διατάγματος όχι μέχρι την εκδίκαση της αγωγής, αλλά μέχρι την εκδίκαση και πλήρη αποπεράτωση έφεσης που ασκήθηκε ή θα ασκηθεί με την οποία προσβάλλεται η ορθότητα της ακυρωτικής απόφασης, θα παρείχε μία μακράς διάρκειας θεραπεία με την οποία για αόριστο χρόνο, σίγουρα μακρό, θα επαναφερόταν η ισχύς του ακυρωθέντος διατάγματος.

Κατά την άποψή μας, μια τέτοια εξουσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου δεν θα πρέπει να ασκείται παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες καταδεικνύεται όχι απλά ότι θα εδικαιολογείτο η αναστολή εκτέλεσης μιας δικαστικής απόφασης, αλλά μόνο εκεί όπου καταδεικνύεται ή έχει μεσολαβήσει ή αποκαλυφθεί τέτοια κατάσταση πραγμάτων ώστε να υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο ανατροπής της ακυρωτικής απόφασης και η ύπαρξη σοβαρών επιπτώσεων από τη μη απόδοση θεραπείας.

Στην υπό εξέταση εδώ περίπτωση, οι λόγοι οι οποίοι προβάλλονται, ως λόγοι έφεσης που καθάπτονται της ορθότητας της πρωτόδικης ακυρωτικής απόφασης, δεν περιέχουν οτιδήποτε πέραν του να στοιχειοθετούν μια συζητήσιμη υπόθεση ως προς την ορθότητα του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με διαπιστωθείσα καθυστέρηση εκ μέρους της αιτήτριας όπως αποταθεί έγκαιρα στο Δικαστήριο και, συνακόλουθα, τη μη κατάδειξη του στοιχείου του κατεπείγοντος. Αναφορικά δε με τις επαπειλούμενες επιπτώσεις από τη μη απόδοση της ζητούμενης θεραπείας μετά την ακυρωτική απόφαση, η εφεσείουσα έχει προτάξει τη συνήθη περίπτωση κατά την οποία η μη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων με απαγορευτικό διάταγμα, δυνατό να έχει ως αποτέλεσμα τη μη ικανοποίηση της απαίτησης της εφεσείουσας και η ασκηθείσα έφεση δυνατό να καταστεί άνευ αντικειμένου.»

 

[η έμφαση και η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου].

Καθοδηγούμενος από το πιο πάνω νομικό πλαίσιο παρατηρώ ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν υφίσταται το υπόβαθρο εκείνο που θα επέτρεπε την εξέταση της ώστε να διαπιστωθεί αν υπήρχαν οι εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την έκδοση των αιτουμένων ενδιάμεσων διαταγμάτων. Όπως φαίνεται η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να εκδίδει διατάγματα, όπως αυτά ζητούνται με την υπό κρίση αίτηση, η οποία πηγάζει από τις συμφυείς εξουσίες του, αφορά περίπτωση όπου αρχικά εκδίδεται ενδιάμεσο διάταγμα απαγορευτικής φύσεως το οποίο όμως στη συνέχεια, κατόπιν εκδίκασης της αίτησης, δεν οριστικοποιείται μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης με αποτέλεσμα να ακυρωθεί με βάση ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου. Σε περίπτωση που καταχωριστεί έφεση εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης αυτής του Δικαστηρίου να ακυρώσει το αρχικά εκδομένο ενδιάμεσο διάταγμα απαγορευτικής φύσεως, τότε ενδέχεται, εάν και εφόσον ισχύουν εξαιρετικές περιστάσεις όπως αυτές έχουν εξηγηθεί από την προαναφερόμενη νομολογία είτε να δοθεί παράταση ισχύος του αρχικά εκδομένου διατάγματος είτε να εκδοθεί νέο ενδιάμεσο διάταγμα ώστε να διατηρήσει το αντικείμενο της έφεσης.

 

Στην παρούσα υπόθεση διαπιστώνω ότι τίποτα από τα πιο πάνω δεν ισχύει. Ειδικότερα παρατηρώ είναι ότι δεν ζητήθηκε η έκδοση οποιουδήποτε ενδιάμεσου διατάγματος απαγορευτικής φύσεως μέχρι την εκδίκαση της παρούσας Γενικής Αίτησης δυνάμει των προνοιών του Κεφ.62. Συνεπώς η παρούσα Γενική Αίτηση εκδικάστηκε χωρίς ποτέ να υπάρξει ως αντικείμενο εκδίκασης, μέσω ενδιάμεσης διαδικασίας, προσωρινό διάταγμα απαγορευτικής φύσεως. Όπως ήδη λέχθηκε, η Γενική Αίτηση καταχωρίστηκε στις 26.07.22 και για πρώτη φορά ζητήθηκε η έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος μετά την διεκπεραίωση της υπόθεσης όταν στις 22.10.24 καταχωρίστηκε η υπό κρίση αίτηση. Το μεγάλο χρονικό διάστημα των 2 ετών και 3 μηνών περίπου που παρήλθε για να ζητηθούν τα αιτούμενα διατάγματα συνιστά σχήμα οξύμωρο σε σχέση με τη θέση της Αιτήτριας ότι ανταποκρίθηκε έγκαιρα.

 

Από τα πιο πάνω είναι έκδηλο ότι απουσιάζουν τα δεδομένα εκείνα που θα επέτρεπαν στο Δικαστήριο να εξετάσει την προκειμένη περίπτωση με βάση τις αρχές στην υπόθεση Aspis Liberty Life Insurance Public Co. Ltd v. Λεωνώρας άλλως γνωστή Νόρα Σιακατίδου (πιο πάνω) αλλά και της υπόλοιπης νομολογίας στην οποίαν έγινε αναφορά. Έπεται ότι η θέση της Αιτήτριας για δικαιοδοσία δυνάμει των συμφυών εξουσιών του Δικαστηρίου στερείται ερείσματος και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Παρόλα αυτά, για χάριν συζήτησης και ολοκληρωμένης εξέτασης, θα θεωρήσω ότι υπάρχουν τα αναγκαία στοιχεία που επιτρέπουν την εξέταση της παρούσας περίπτωσης στη βάση του σκεπτικού της υπόθεσης Aspis Liberty Life Insurance Public Co. Ltd v. Λεωνώρας άλλως γνωστή Νόρα Σιακατίδου (πιο πάνω) όπου προσαρμόστηκαν στο κυπριακό δίκαιο οι αρχές της αγγλικής υπόθεσης Erinford Properties Ltd v. Cheshire County Council [1974] 2 All ER 448. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτουμένων διαταγμάτων, τις οποίες επισημαίνει στην §31 υπό τα σημεία (1) μέχρι (9) της αρχικής ένορκης δήλωσης Τσαγγάρη.

 

Με κάθε σεβασμό στην Αιτήτρια οι προϋποθέσεις έχουν τεθεί στην προαναφερόμενη νομολογία. Συγκεκριμένα θα πρέπει να υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο ανατροπής της ακυρωτικής απόφασης που εκδόθηκε καθώς επίσης η ύπαρξη σοβαρών επιπτώσεων από τη μη απόδοση θεραπείας. Παρόλο ότι εδώ δεν ακυρώθηκε απόφαση που αρχικά είχε εκδοθεί και αποτελεί αντικείμενο έφεσης αλλά απόρριψης αιτουμένων θεραπειών, θα ασχοληθώ με την απόφαση που υπάρχει ενώπιον μου και τελεί υπό έφεση.

 

Η Αιτήτρια πιστεύει ότι έχει πολύ καλή υπόθεση με μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης της. Στη συμπληρωματική ΕΔ Τσαγγάρη η Αιτήτρια προβάλλει θέσεις και ισχυρισμούς που σύμφωνα με την ίδια υποστηρίζει το βαθμό επιτυχίας της έφεσης της. Παράλληλα θεωρεί ότι οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 δεν είναι φερέγγυοι να την αποζημιώσουν σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης.

 

Στην αιτιολογημένη απόφαση του το Δικαστήριο έχει εξηγήσει τους λόγους που θεωρεί ότι η παρούσα Γενική Αίτηση δεν είχε προοπτική επιτυχίας σε όλη της την έκταση, παρά μόνο σε ένα μικρό μέρος της. Το σκεπτικό είναι καταγεγραμμένο και δεν χρειάζεται να το επαναλάβω.

 

Τόσο οι ένορκες δηλώσεις που συνοδεύουν την υπό κρίση αίτηση καθώς και τα επισυνημμένα έγγραφα όσο και το έντυπο έφεσης δεν καταδεικνύουν οτιδήποτε πέραν από μια συζητήσιμη υπόθεση ως προς την ορθότητα των ευρημάτων του Δικαστηρίου και κατ’ επέκταση της απόφασης του που εφεσιβλήθηκε. Εκ πρώτης όψεως η εκδοχή της Αιτήτριας μέσα από την καταχωρηθείσα έφεση δεν εμβολιάζεται με ορατή πιθανότητα επιτυχίας, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ενασχόληση του παρόντος Δικαστηρίου με την ουσία της έφεσης. Το δε επιχείρημα της Αιτήτριας ότι αν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα και αποξενωθεί η επίδικη περιουσία το αντικείμενο έφεσης θα παύσει να υφίσταται και η Αιτήτρια θα απωλέσει το δικαίωμα της έφεσης, είναι άνευ σημασίας αφού αυτό που αποφασίστηκε στην Aspis Liberty Life Insurance Public Co. Ltd v. Λεωνώρας άλλως γνωστή Νόρα Σιακατίδου (πιο πάνω) είναι ότι δεν εκδίδεται τέτοιο διάταγμα απλά όποτε αυτό δικαιολογείται αλλά μόνο όταν υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο ανατροπής της ενδιάμεσης απόφασης και θα υπάρξουν σοβαρές επιπτώσεις από τη μη απόδοση θεραπείας.

 

Το δε επιχείρημα της Αιτήτριας ότι σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης και αποξένωσης της περιουσίας δεν θα μπορεί να υπάρξει ικανοποίηση επειδή οι Καθ’ ων η αίτηση 1 & 3 δεν είναι φερέγγυοι για να αποζημιώσουν, επίσης στερείται πειστικότητας. Εφόσον η Αιτήτρια διατηρεί τη θέση ότι ο κίνδυνος επιβάρυνσης και/ή αποξένωσης της επίμαχης περιουσίας είναι άμεσος και ορατός με τις επιπτώσεις που επικαλείται ότι η ίδια θα έχει, γιατί δεν προχώρησε στην καταχώρηση αίτησης για έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος απαγορευτικής φύσεως μέχρι την εκδίκαση της παρούσας Γενικής Αίτησης; Ποια νέα δεδομένα προέκυψαν δύο χρόνια και τρεις μήνες μετά ώστε να έχουν δημιουργήσει άμεσο και ορατό κίνδυνο αποξένωσης της ίδια επίμαχης περιουσίας που προηγουμένως δεν υπήρχε και γι’ αυτό δεν είχε ζητηθεί; Ερωτήματα που παρέμειναν αναπάντητα. Μέσα από τις ένορκες δηλώσεις που συνοδεύουν την υπό κρίση αίτηση η Αιτήτρια ουδεμία εξήγηση παρέχει και καμία λεπτομέρεια εκθέτει σε σχέση με το θέμα αυτό.

 

Αντίθετα αν κάποιος θα έχει επιπτώσεις από την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων αυτοί θα είναι οι Καθ’ ων η αίτηση επειδή τους ζητείται να μην εκμεταλλευτούν την περιουσία τους όπως αυτοί θα ήθελαν. Τυχόν έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων θα επηρεάσει συνταγματικά δικαιώματα και/ή συμφέροντα των Καθ’ ων η αίτηση αφού θα περιορίσει την αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας τους, δικαίωμα το οποίο κατοχυρώνεται από το άρθρο 23 του Συντάγματος υπό το φως των περιορισμών και δεσμεύσεων που ρητά καθορίζονται από τις πρόνοιες του. Ενώπιον μου δεν έχει τεθεί χρονοδιάγραμμα εκδίκασης της έφεσης. Ούτε μου έχει αναφερθεί ορισμός της έφεσης για ακρόαση. Αυτά είναι δεδομένα που δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο τα ενδιάμεσα διατάγματα απαγορευτικής φύσεως που ζητούνται, τα οποία επηρεάζουν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα και/ή συμφέροντα των Καθ’ ων η αίτηση, σε περίπτωση που εκδοθούν να έχουν τελικά ισχύ για βάθος χρόνου.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω καταλήγω ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια που έχει θέσει η νομολογία για την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων σε περιπτώσεις όπως την παρούσα στη βάση του σκεπτικού της υπόθεσης Aspis Liberty Life Insurance Public Co. Ltd v. Λεωνώρας άλλως γνωστή Νόρα Σιακατίδου (πιο πάνω) όπου προσαρμόστηκαν στο κυπριακό δίκαιο οι αρχές της αγγλικής υπόθεσης Erinford Properties Ltd v. Cheshire County Council [1974] 2 All ER 448. Η παρούσα δεν αποτελεί, υπό τις περιστάσεις, εξαιρετική περίπτωση ώστε να δικαιολογείται η άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης των αιτουμένων διαταγμάτων.

 

Επιπλέον γίνεται αντιληπτό ότι η έκδοση των ενδιάμεσων διαταγμάτων ζητείται στη βάση των γενικών αρχών του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν.14/60 Ν.14/60 μετά των συναφών τροποποιήσεων.

 

Είναι αλήθεια ότι η έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων διέπεται από το πιο πάνω άρθρο. Το εν λόγω άρθρο αποτελεί το γενικό δικαιοδοτικό υπόβαθρο που παρέχει εξουσία στο Δικαστήριο, εφόσον συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις του, να εκδώσει οποιοδήποτε προστακτικό ή απαγορευτικό παρεμπίπτον διάταγμα που θα έκρινε δίκαιο ή πρόσφορο. Επομένως το συγκεκριμένο άρθρο καλύπτει όλες τις περιπτώσεις έκδοσης διαταγμάτων (δηλαδή καλύπτει την έκδοση όλων των ειδών διαταγμάτων – διηνεκών και παρεμπιπτόντων).

 

Το άρθρο 32 τυγχάνει εφαρμογής όταν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να εκδίδει ένα ενδιάμεσο διάταγμα οποτεδήποτε ένας διάδικος επιλέξει να επικαλεστεί το συγκεκριμένο άρθρο επειδή διαφωνεί με την έκδοση μιας δικαστικής απόφασης. Η νομολογία επισημαίνει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια είτε κατά την έκδοση ενός παρεμπίπτοντος διατάγματος είτε μετά από αίτηση ενός διαδίκου να αναστείλει την απόφαση του μέχρι την εκδίκαση της έφεσης ή να εκδώσει νέο διάταγμα, χρησιμοποιώντας σ’ αμφότερες περιπτώσεις τις πρόνοιες του άρθρου 32. Προς υποστήριξη του σκεπτικού παραπέμπω στο κυπριακό νομικό σύγγραμμα ‘Διατάγματα-Injunctions, Κεφάλαιο 6, Αρτέμη & Ερωτοκρίτου, σελίδες 173-174 & 380-388. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η εφαρμογή του εδαφίου (Α1) που τροποποίησε το άρθρο 32 του Ν.14/60 με τον τροποποιητικό νόμο 114(Ι)/2023.  

 

Στην υπόθεση AK International UK Ltd v. Του πλοίου “Naime S” (Αρ.2) (2004) 1Γ Α.Α.Δ. 1456 αρχικά εκδόθηκε μονομερώς ενδιάμεσο διάταγμα σύλληψης πλοίου το οποίο στη συνέχεια ακυρώθηκε λόγω μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων. Ακολούθως υπεβλήθηκε νέα αίτηση από τον αποτυχών διάδικο, ο οποίος τελικά εξασφάλισε νέο διάταγμα αφού πρώτα εξετάστηκε η αίτηση και κρίθηκε ότι πληρούσε τις προϋποθέσεις. Σε σχέση με το σημείο αυτό το Δικαστήριο είπε:

«Όπως προκύπτει από τη σχετική νομολογία, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το Δικαστήριο καταλήγει να ακυρώσει ένα προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς, λόγω παράλειψης αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων, δε στερείται της εξουσίας να το συνεχίσει, ή ακόμη και να εκδώσει δεύτερο, όταν τα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που δεν είχαν αποκαλυφθεί, τεθούν ενώπιόν του και νοουμένου ότι καταλήγει για το αθώο της μη αποκάλυψης και την ύπαρξη δυνατότητας έκδοσής του, εάν αποκαλύπτονταν τα σχετικά γεγονότα.»  

 

Έχοντας κατά νου τα πιο πάνω παρατηρώ ότι καμία από τις προϋποθέσεις που έχω αναφέρει προηγουμένως ισχύει στην προκειμένη περίπτωση. Σαφώς δεν είναι η περίπτωση όπου ζητείται η έκδοση ενός νέου ενδιάμεσου διατάγματος που ακυρώθηκε αφού κάτι τέτοιο δεν είχε ζητηθεί πριν από την εκδίκαση της παρούσας Γενικής Αίτησης. Ούτε όμως πρόκειται για περίπτωση στην οποίαν ζητείται αναστολή εκτέλεσης της απόφασης μέχρι την εκδίκαση της έφεσης επί της απόφασης που ζητείται αναστολή εκτέλεσης. Η έφεση αφορά μέρος απόφασης η οποία δεν χρήζει εκτέλεσης αφού δεν επιβάλλει οποιαδήποτε θετική υποχρέωση που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διαταγής για αναστολή εκπλήρωσης της. Εκείνο που ουσιαστικά επιδιώκεται είναι ο παραμερισμός ακυρωτικής απόφασης και απαγόρευση συνέχισης της διαδικασίας, πράγμα το οποίο, με κάθε σεβασμό, ξεφεύγει του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 32 (Marfin Popular Bank Public Co. Ltd v. Telec Logistic Company Ltd και άλλη (2008) 1 Α.Α.Δ. 764).

 

Είναι προφανές ότι το εν λόγω άρθρο τυγχάνει εφαρμογής όταν ζητείται αναστολή εκτέλεσης δικαστικής απόφασης ή όταν ζητείται η έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος δυνάμει του σκεπτικού της υπόθεσης Aspis Liberty Life Insurance Public Co. Ltd v. Λεωνώρας άλλως γνωστή Νόρα Σιακατίδου (πιο πάνω) όπου προσαρμόστηκαν στο κυπριακό δίκαιο οι αρχές της αγγλικής υπόθεσης Erinford (πιο πάνω). Εφόσον για τους λόγους που έχω εξηγήσει καμία από αυτές τις περιπτώσεις ισχύει, δεν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 32 ως αυτό έχει τροποποιηθεί αφού βρίσκεται εκτός των δικονομικών πλαισίων.

 

Η Αιτήτρια ακόμη επικαλείται ότι τα διατάγματα που ζητούνται είναι τύπου Chabra.

 

Τέτοια διατάγματα παρέχουν δυνατότητα έκδοσης ενδιάμεσου διατάγματος εναντίον προσώπου χωρίς γι’ αυτό να υπάρχει ευθέως αναγνωρισμένο αγώγιμο δικαίωμα από το διάδικο που το αξιώνει. έγιναν γνωστά από την αγγλική υπόθεση TSB Private Bank Interntional SA v. Chabra [1992] 2 All ER 245. Καλύπτουν την περίπτωση όπου ο κύριος εναγόμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δεν έχει στο όνομα του πολλά ή καθόλου περιουσιακά στοιχεία αλλά υπάρχει μαρτυρία ότι αυτά κατέχονται από τρίτα πρόσωπα που ελέγχονται από τον εναγόμενο.

 

Ανεξαρτήτως του σκοπού τους, τέτοια διατάγματα δεν παύουν να είναι ενδιάμεσα. Ως ενδιάμεσα που είναι το δικαιοδοτικό υπόβαθρο βάση του οποίου εκδίδονται είναι το άρθρο 32 του Ν.14/60 μετά των συναφών τροποποιήσεων. Σε σχέση με το πλαίσιο και τη δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 32, ισχύουν ακριβώς τα όσα έχω αναφέρει αμέσως προηγουμένως. Παραπέμπω στο σκεπτικό μου όπως το έχω αναλύσει και εξηγήσει, χωρίς να χρειάζεται να το επαναλάβω. Για τους λόγους που έχω παραθέσει, οι πρόνοιες του εν λόγω άρθρου δεν μπορούν εδώ να τύχουν εφαρμογής.

 

Τα πιο πάνω οδηγούν σε επιτυχία τους λόγους ένστασης αρ. 1, 9-11, 14, 18, 20 & 26 των Καθ’ ων η αίτηση. Ενόψει της προδιαγραφόμενης κατάληξης παρέλκει η ενασχόληση μου με τους υπόλοιπους λόγους ένστασης των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Υπό το φως των πιο πάνω η αίτηση δεν μπορεί παρά να έχει απορριπτική κατάληξη. Ενόψει του προδιαγραφόμενου αποτελέσματος παρέλκει η εξέταση των υπολοίπων λόγων ένστασης. Συνακόλουθα η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα δεν βλέπω λόγο να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα που διέπει την επιδίκαση τους. Κατά συνέπεια, τα έξοδα της παρούσας αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.

 

 

                                                                        (Υπ.)    .................................

                                                                                    Γ. Κ. Βλάμης, Π.Ε.Δ.

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο