OΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΗΧΟΥ Η ΗΧΟΥ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ <<GRAMMO>> ν. ΔΗΜΟΣ ΠΑΦΟΥ, Αρ. Αγωγής 1252/2020, 16/5/2025
print
Τίτλος:
OΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΗΧΟΥ Η ΗΧΟΥ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ <<GRAMMO>> ν. ΔΗΜΟΣ ΠΑΦΟΥ, Αρ. Αγωγής 1252/2020, 16/5/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Φακοντή, Ε.Δ.

  

Αρ. Αγωγής  1252/2020  

Μεταξύ: 

 

OΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΗΧΟΥ Η ΗΧΟΥ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ <<GRAMMO>>

        Ενάγοντες    

ν.

                                                           ΔΗΜΟΣ ΠΑΦΟΥ

   Εναγόμενοι    

________________

Ημερομηνία: 16.05.2025

Εμφανίσεις:

Για τους Ενάγοντες / Καθ ών η Αίτηση: κος Γιώργος Τ. Χριστοφίδης δια Ορφανίδης, Χριστοφίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Για τους Εναγόμενους / Αιτητές: κος Σάββας Ζαννούπας

 

          Eνδιάμεση Απόφαση

(στην αίτηση ημερ. 09.10.2024 για παροχή ασφάλειας εξόδων)

Εισαγωγή - Ιστορικό:

Η αγωγή των εναγόντων καταχωρήθηκε στο Δικαστήριο δια ειδικά οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος στις 03.11.2020. Μέσω αυτής αξιώνουν εναντίον του εναγόμενου Δήμου αριθμό θεραπειών (διαταγμάτων) μεταξύ άλλων και ποσό αποζημιώσεων/αμοιβής  που ως διατείνονται προκύπτει από την από μέρους του Δήμου μετάδοση και/ή προβολή και/ή παρουσίαση στο κοινό στα πλαίσια εκδηλώσεων του ηχογραφήσεων και/ή οπτικοποιημένων ηχογραφήσεων και/ή φωνογραφημάτων χωρίς την προηγούμενη έγκριση και/ή συγκατάθεση των εναγόντων.

Κατά τους ενάγοντες η δική τους έγκριση και συγκατάθεση είναι αναγκαία καθότι ως Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης με έδρα την Ελλάδα ο οποίος δραστηριοποιείται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κυπριακή Δημοκρατία άνευ εγκατάστασης εκπροσωπεί αριθμό δικαιούχων Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων με σκοπό την συλλογική διαχείριση και προστασία των δικαιωμάτων των μελών του καθώς και των ομόλογων αλλοδαπών οργανισμών συλλογικής διαχείρισης με τους οποίους έχει συνάψει συμβάσεις αμοιβαίας εκπροσώπησης.

Συγκεκριμένα αποτελεί θέση των εναγόντων ότι το αντικείμενο των δραστηριοτήτων τους είναι η διαχείριση και προστασία των δικαιωμάτων επί των ηχογραφήσεων και των οπτικοποιημένων ηχογραφήσεων, δηλαδή των τραγουδιών και των video clips, του συνόλου του ελληνικού και ξένου ρεπερτορίου των μελών του και των ομόλογων αλλοδαπών οργανισμών στην Ελλάδα και στην Κύπρο.

Σημείωμα εμφάνισης στην αγωγή καταχωρήθηκε στις 11.11.2020 ενώ η υπεράσπιση καταχωρήθηκε στις 23.05.2022 με την οποία οι εναγόμενοι είτε αγνοούν, είτε απορρίπτουν είτε αρνούνται το περιεχόμενο της αξίωσης των εναγόντων. Κλήση για οδηγίες εκδόθηκε από πλευράς εναγόντων στις 13.07.2022 και η υπόθεση ορίστηκε για πρώτη φορά συμπληρωμένη ενώπιον του Δικαστηρίου στις 17.10.2022.

Στην συνέχεια δόθηκαν οδηγίες όπως λάβουν χώρα αποκαλύψεις εγγράφων μεταξύ των διαδίκων πράγμα το οποίο, έγινε ενώ την 01.03.2023 δόθηκαν οδηγίες για την καταχώρηση της γραπτής μαρτυρίας έκαστης πλευράς σε συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα που τέθηκαν με την πλευρά των εναγόντων μόνο να συμμορφώνεται στις οδηγίες αυτές καταχωρώντας την δική τους γραπτή μαρτυρία στις 23.04.2023.

Με πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 24.11.2023 ζητήθηκε και δόθηκε περαιτέρω χρόνος για καταχώρηση της γραπτής μαρτυρίας των εναγομένων με την υπόθεση να ορίζεται προς το σκοπό αυτό για τις 13.03.2024.

Κατά την εμφάνιση στις 13.03.2024 η υπόθεση παρέμεινε για οδηγίες με σκοπό την εξώδικη διευθέτηση στις 31.05.2024 χωρίς μέχρι τότε να έχει καταχωρηθεί η γραπτή μαρτυρία των εναγομένων με το Δικαστήριο να ενημερώνεται επίσης ότι γίνονταν προσπάθειες διευθέτησης.

Στις 31.05.2024 το Δικαστήριο ενημερώθηκε ότι προτάσεις που είχαν ανταλλαγή για διευθέτηση είχαν απορριφθεί και τέθηκε για πρώτη φορά ζήτημα για το κατά πόσον οι ενάγοντες έχουν περιουσιακά στοιχεία στην Κύπρο. Ο κος Ζαννούπας ενημέρωσε περί της πρόθεσης του για καταχώρηση αίτησης για ασφάλεια εξόδων και το Δικαστήριο να ορίζει την αγωγή για οδηγίες στις 09.10.2024 με σκοπό και την καταχώρηση στο ενδιάμεσο και της σχετικής αίτησης.

Η αίτηση:

Πράγματι στις 09.10.2024 οι εναγόμενοι καταχώρησαν την υπό κρίση με την οποία αξιώνουν τις ακόλουθες θεραπείες στηριζόμενες μεταξύ άλλων τόσο στη Διαταγή 60, Θ. 1, 4, 5 και 6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας όσο και στο άρθρο 382 του Περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113:

1.Διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται τους Ενάγοντες όπως εντός 30 ημερών από την ημέρα εκδόσεως του αιτούμενου Διατάγματος, δώσουν ασφάλεια για τα έξοδα για το ποσό των €4872,94.

2. Διάταγμα όπως η παρούσα υπόθεση ανασταλεί μέχρις ότου δοθεί τέτοια ασφάλεια.

3.Διάταγμα με το οποίο το Δικαστήριο απορρίπτει την παρούσα Αγωγή σε περίπτωση που οι Ενάγοντες δεν συμμορφωθούν εντός των χρονικών πλαισίων που το Δικαστήριο θέσει για την παροχή ασφάλειας εξόδων με δικαίωμα στους Εναγόμενους – Αιτητές να διεκδικήσουν από τους Ενάγοντες τα μέχρι στιγμής προκληθείσα έξοδα.

4.Περαιτέρω ή άλλη θεραπεία την οποία το Δικαστήριο ήθελε κρίνει δίκαια και εύλογη.

5.Τα έξοδα της αίτησης.

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κας. Αναστασίας Ρούτη Ελευθεριάδου ίδιας ημερομηνίας η οποία συνοδεύεται και από προκαταρτικό κατάλογο εξόδων. Σε αυτήν γίνεται αναφορά στο ιστορικό καταχώρησης και προώθησης της αγωγής ενώ εκφράζεται η θέση πως μέσα από τον τίτλο της αγωγής, τα δικόγραφα του φακέλου αλλά και από την ένορκη δήλωση που κατέθεσαν οι ενάγοντες ημερ. 26.04.2023 πως οι ενάγοντες δεν είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο αλλά εμπορική επωνυμία η οποία δεν μπορεί ούτε να ενάγει αλλά ούτε και να ενάγεται παραπέμποντας ως σχετική την Διαταγή 60 Θεσμό 4 των Παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας η οποία κατά την ομνυούσα τυγχάνει εφαρμογής. Αναφορά γίνεται και σε ισχυριζόμενη τηλεφωνική επικοινωνία του δικηγόρου των εναγομένων στις 12.03.2024 με δικηγόρο των εναγόντων η οποία σε απάντηση ερώτησης κατά πόσο οι ενάγοντες έχουν περιουσιακά στοιχεία στην Κύπρο για ανάκτηση εξόδων σε περίπτωση απόρριψης της αγωγής απάντησε αρνητικά. 

Επισυνάπτεται προκαταρτικός κατάλογος εξόδων που έχουν κατά τους εναγόμενους προκύψει ήδη καθώς και ενδέχεται να προκύψουν στο μέλλον μέχρι και την εκδίκαση της αγωγής που ανέρχονται στο ποσό των €4872,94 ενώ εκφράζεται η πεποίθηση ότι η αγωγή των εναγόντων είναι πολύ αδύνατη και με ανύπαρκτες πιθανότητες επιτυχίας ενώ οι εναγόμενοι έχουν πολύ καλή υπεράσπιση και αυτά συνδυαζόμενο με το γεγονός ότι οι ενάγοντες ενεργούν αποκλειστικά ως εμπορική επωνυμία θα πρέπει να πετύχει η αίτηση και να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.   

Η ένσταση:

Στις 27.01.2025 καταχωρήθηκε γραπτή ένσταση όπου με 7 λόγους ένστασης ζητείται η απόρριψη της αίτησης ημερ. 09.10.2024. Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της κας Ελένης Φωσκόλου δικηγόρου εκ Αθηνών και από το 2014 Γενική Διευθύντρια των εναγόντων και σε αυτήν επισυνάπτονται σωρεία εγγράφων ως Τεκμήρια.

Η ενόρκως δηλούσα αναφέρει ότι ο GRAMMO ιδρύθηκε στην Ελλάδα και λειτουργεί ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία, νομίμως εγγεγραμμένη και αδειοδοτημένη στην Ελλάδα, δυνάμει των διατάξεων των Ελληνικών Νόμων 2121/1993 και 4481/2017 βάσει των οποίων ρυθμίζεται η λειτουργία των Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης με λήψη σχετικών Υπουργικών Αποφάσεων για την έγκριση και επέκταση της λειτουργίας της. Οι ενάγοντες έχουν ως μέλη τους, τους παραγωγούς ηχογραφήσεων και οπτικοποιημένων ηχογραφήσεων, δηλαδή τις δισκογραφικές εταιρείες λίστα των οποίων παραθέτει η ομνυούσα και οι οποίοι είχαν αναθέσει και τους εξουσιοδότησαν γραπτώς να δρουν εξ ονόματος και για λογαριασμό τους τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Το αντικείμενο δραστηριοτήτων των εναγόντων είναι η συλλογική διαχείριση και προστασία των δικαιωμάτων των μελών του καθώς και των ομόλογων οργανισμών του εξωτερικού με τους οποίους έχει υπογράψει συμβάσεις αμοιβαίας εκπροσώπησης, επί των ηχογραφήσεων και των οπτικοποιημένων ηχογραφήσεων και δη του συνόλου του ελληνικού και ξένου ρεπερτορίου των μελών του και των ομόλογων οργανισμών στην Ελλάδα και στην Κύπρο.

Ως τυγχάνει συμβουλής και από τους δικηγόρους της GRAMMO εις ότι αφορά την Κυπριακή Δημοκρατία οι ενάγοντες λειτουργούν κατ εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δυνάμει του άρθρου 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άνευ εγκατάστασης στην Κυπριακή Δημοκρατία ως Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης. Συνεπώς κατά την ομνυούσα τα έργα των εναγόντων στην Κυπριακή Δημοκρατία προστατεύονται από τον Νόμο 59/1976 στην βάση του οποίου αναγνωρίζεται το πνευματικό δικαίωμα του δημιουργού της ηχογράφησης δηλαδή του προσώπου που ανέλαβε την παραγωγή της ηχογράφησης ή της πρώτης υλικής ενσωμάτωσης σε φορέα ήχου ή/και ήχου και εικόνας (όπως είναι ο δίσκος ή κοινώς CD ή οποιοσδήποτε άλλος ψηφιακός φορέας ήχου ή ήχου και εικόνας).

Αρνείται τις θέσεις των εναγομένων ότι οι ενάγοντες αποτελούν απλά εμπορική επωνυμία χωρίς νομική υπόσταση και επαναλαμβάνει πως οι ενάγοντες είναι αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με νομική προσωπικότητα πράγμα το οποίο αναφέρεται ρητά στο άρθρο 1 του Καταστατικού του οργανισμού ενώ παραπέμπει και στο περιεχόμενο του άρθρου 3 της Οδηγίας 2014/26 ΕΕ το οποίο διαλαμβάνει ότι οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης οργανώνονται υποχρεωτικά σε μη κερδοσκοπική βάση απορρίπτοντας και την θέση ότι η Διαταγή 60 Θεσμός 4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζεται στην υπό εξέταση περίπτωση.

Η λειτουργία των εναγόντων ως περαιτέρω η ομνυούσα υποστηρίζει ως αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία συνίσταται στο γεγονός ότι δεν επιδιώκει την αποκόμιση κερδών εκ της δραστηριότητας των αλλά διανέμει τα οικονομικά αποτελέσματα της διαχείρισης που διενεργεί για λογαριασμό των δικαιούχων τους απευθείας σε αυτούς. Τούτο προβλέπεται και ρητώς στο άρθρο 17 του Ν. 4481/2017 όπου ορίζεται ότι οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης δεν έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τα έσοδα από τα δικαιώματα ή έσοδα που προκύπτουν από την επένδυση των εσόδων από τα δικαιώματα για σκοπούς άλλους πλην της διανομής τους στους δικαιούχους. Εξαίρεση αποτελούν, βάσει του άνω άρθρου τα έξοδα διαχείρισης στα οποία περιλαμβάνονται τα έξοδα λειτουργίας του Οργανισμού και τα δικαστικά έξοδα που απορρέουν από την συλλογική διαχείριση και προστασία των δικαιωμάτων, αξιώσεων εύλογης αμοιβής, αξιώσεων δίκαιης αποζημίωσης/εύλογης αμοιβής και αποζημιώσεων, λόγω προσβολής που διαχειρίζεται και προστατεύει ο Οργανισμός.

Επισυνάπτεται αντίγραφο των ισολογισμών των Εναγόντων για τα έτη 2021, 2022 και 2023 από τους οποίους αποδεικνύεται ως διατείνεται η ομνυούσα ότι το γενικό σύνολο του ενεργητικού τους κατά τα άνω έτη έχει ποσό €6.201.019,00 για το έτος 2021, ποσό €8.450.299,43 για το έτος 2022 και ποσό €8.823.209,62 για το έτος 2023 ενώ εκ των ανωτέρω ποσών οι ενάγοντες διέθεσαν για δικαστικά έξοδα, έξοδα τρίτων, έξοδα Κύπρου ποσό ύψους €282.968,49 για το έτος 2021, €406.082,20 για το έτος 2022 και €519.379,23 για το έτος 2023 αναδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο πως τα έσοδα του οργανισμού είναι πολλαπλάσια των ποσών που απαιτούνται για κάλυψη των δικαστικών εξόδων ενώ οι ενάγοντες είναι φερέγγυοι και αξιόχρεοι και σε θέση να καλύψουν τυχόν δικηγορικά έξοδα σε περίπτωση που επιδικαστούν εναντίον τους.

Τέλος αποτελεί θέση της ομνυούσας ότι οι εναγόμενοι είναι σε μεγάλο βαθμό υπαίτιοι της καθυστέρησης προώθησης της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου, στην δημιουργία αχρείαστων δικηγορικών εξόδων ενώ η υπό κρίση αίτηση καταχωρήθηκε 4 χρόνια μετά την καταχώρηση της αγωγής και 2 χρόνια μετά την καταχώρηση της υπεράσπισης των εναγομένων ενώ το ζήτημα νομιμοποίησης των εναγόντων να προωθούν την παρούσα αγωγή θα έπρεπε να τεθεί εξ αρχής. Ισχυρίζεται ότι οι ενάγοντες έχουν καλή βάση αγωγής εναντίον των εναγομένων οι οποίοι δεν έχουν βάσιμη υπεράσπιση ενώ χαρακτηρίζουν καταχρηστικό και κακόπιστο το διάβημα καταχώρησης και προώθησης της υπό κρίση αίτησης την απόρριψη της οποίας καταληκτικά ζητούν.       

H διαδικασία της ακρόασης:

Η ακρόαση της αίτησης έλαβε χώρα στη βάση του περιεχομένου της αίτησης, της ένστασης και των ενόρκων δηλώσεων και τεκμηρίων που επισυνάφθηκαν σε αυτές. 

Σημειώνεται πως δεν ζητήθηκε η αντεξέταση οποιουδήποτε από τους ενόρκως δηλούντες ενώ στις 09.05.2025 οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων ετοίμασαν και παρέδωσαν στο Δικαστήριο τις γραπτές τους αγορεύσεις. 

Συνεπώς είναι σε γνώση μου ότι καταχωρίστηκε και ότι αναφέρθηκε στην πλήρη του μορφή ακόμα και αν δεν γίνεται αυτολεξεί, ειδική ή λεπτομερής αναφορά στα πλαίσια της παρούσας απόφασης.

Νομική Πτυχή:

Η Δ.60 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στην οποία βασίζεται μεταξύ άλλων η Αίτηση, προνοεί τα ακόλουθα:

«Ο Ενάγοντας ... ο οποίος διαμένει μόνιμα εκτός Κύπρου ή εκτός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της αγωγής, να διαταχθεί να δώσει ασφάλεια για έξοδα, έστω και αν διαμένει προσωρινά στην Κύπρο ή σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

Να σημειωθεί ότι η Διαταγή 60 Θεσμός 1 τροποποιήθηκε στις 21.05.2004 έτσι ώστε στο περιεχόμενο της πλέον να προστεθεί η αναφορά σε Κράτος – Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στην υπόθεση Alahmari vAlia Airline (1990) 1 Α.Α.Δ. 434, καθιερώθηκαν τα κριτήρια που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου κατά την εξέταση του θέματος παροχής ασφάλειας εξόδων. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:

«Το θέμα ανάγεται  στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου όπως υποδηλώνει ο όρος «may» (δύναται) που απαντάται στο πλαίσιο της Δ.60 κ.1, που ασκείται δικαστικά. Το ίδιο υποστηρίζεται και από την Αγγλική Πρακτική όπως συνοψίζεται στους Halsbury's Laws of England (4th Ed., vol. 37, pp 384-385).

Όταν τεθεί το θεμέλιο για την άσκηση της δικαιοδοσίας, με τη διαπίστωση ότι ο Ενάγων (εφεσείων) έχει τη συνήθη κατοικία του στο εξωτερικό, οι παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι κατ' εξοχή δύο, η κατοχή εκ μέρους του Ενάγοντα περιουσίας και ιδίως ακίνητης (που δεν μετακινείται εύκολα) στην Κύπρο, και η ισχύς της υπόθεσης του.»

Τα κριτήρια που τέθηκαν στην εν λόγω υπόθεση υιοθετήθηκαν στην απόφαση στην υπόθεση Charalambous-Stejaru vIωάννου (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 906. Στην υπόθεση Sally Line Ltd v. Greenmar Nav. Ltd κ.ά(1993) 1 Α.Α.Δ. 633, λέχθηκε ότι όταν ο ενάγων είναι αλλοδαπός και δεν έχει περιουσιακά στοιχεία στην Κύπρο τα οποία μπορούν να εκποιηθούν για την κάλυψη των εξόδων του εναγομένου, το Δικαστήριο συνήθως αποκλίνει υπέρ της έκδοσης διαταγής για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα του εναγομένου, εκτός αν ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης καθιστούν άδικη την έκδοση τέτοιας διαταγής. Στην εν λόγω υπόθεση τονίζεται περαιτέρω ότι η έκδοση τέτοιας διαταγής είναι πάντοτε προϊόν άσκησης διακριτικής ευχέρειας και όχι δέσμιας εξουσίας από το Δικαστήριο.

Το ύψος του ποσού ασφάλειας εξόδων βρίσκεται στην κρίση του Δικαστηρίου και όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Standard Ltd κ.ά. vGold Seal ShipCo Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 121, τα έξοδα δεν πρέπει να είναι ούτε φανταστικά ούτε καταπιεστικά, με την έννοια ότι απαγορεύουν ουσιαστικά την προσφυγή στο Δικαστήριο. Στην υπόθεση Sally Line Ltd vGreenmar NavLtd κ.ά. (ανωτέρω) λέχθηκε ότι η ασφάλεια που θα διαταχθεί μπορεί να καλύπτει έξοδα που έχουν προκύψει μέχρι τη δεδομένη στιγμή και ακόμα μελλοντικά έξοδα. Σχετική επίσης είναι η υπόθεση Dagher vMorace (1985) 1 C.L.R. 656.

Τέλοςo χρόνος υποβολής τέτοιας αίτησης λαμβάνεται υπόψιν από το Δικαστήριο καθότι, όπως αναφέρεται στην υπόθεση Union Des Cooperatives Agricoles De Cereales De Semences vApak Agro Industries Ld. & Άλλοι (Αρ. 2) (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 1170, δεν αποκλείεται να υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η καθυστέρηση του διάδικου να αποταθεί για ασφάλεια εξόδων σε συσχετισμό με άλλους ενισχυτικούς παράγοντες δυνατό να οδηγήσει το Δικαστήριο στην απόρριψη ενός τέτοιου αιτήματος.

Χρήσιμη παραπομπή γίνεται και στην υπόθεση Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Πρώην Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1314, στην οποία βασικά παρατίθενται όλες οι πιο πάνω νομικές αρχές.

Επιπρόσθετα με τα ανωτέρω, διαταγή για ασφάλεια εξόδων μπορεί να δοθεί και μέσα από τις πρόνοιες του άρθρου 382 του Περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113 το οποίο τιτλοφορείται Έξοδα σε αγωγές από ορισμένες εταιρείες και διαλαμβάνει τα ακόλουθα:

382. Όταν εταιρεία είναι ενάγουσα σε οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία, κάθε δικαστής που έχει δικαιοδοσία στο θέμα δύναται, αν φαίνεται με αξιόπιστη μαρτυρία ότι υπάρχει λόγος να πιστεύει ότι η εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα έξοδα του εναγομένου αν αυτός επιτύχει στην υπεράσπιση του, να ζητήσει να δοθεί ικανοποιητική εγγύηση για τα έξοδα εκείνα, και δύναται να αναστείλει όλες τις διαδικασίες μέχρι να δοθεί η εγγύηση.

Όπως δε έχει υποδειχθεί στην υπόθεση Iacovou Brothers (ConstructionsLtd v Fashion Wines Ltd (2000)1(BA.A.Δ. 1377, όπου η αίτηση για ασφάλεια εξόδων βασίζεται στο άρθρο 382 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, η αφερεγγυότητα μιας εταιρείας απαιτείται να καταδεικνύεται ως θετικό γεγονός.

Συμπεράσματα:

Από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου για σκοπούς της ενδιάμεσης αυτής διαδικασίας δεν έχω ικανοποιηθεί ότι οι ενάγοντες αποτελούν απλά μια εμπορική επωνυμία χωρίς νομική υπόσταση και προσωπικότητα ως η θέση των αιτητών.

 

Από το περιεχόμενο της ένστασης και τα υποστηρικτικά σε αυτήν έγγραφα φαίνεται να προκύπτει ότι οι ενάγοντες αποτελούν αστική μή κερδοσκοπική εταιρεία με νομική προσωπικότητα εγγεγραμμένη και αδειοδοτημένη στην Ελλάδα δυνάμει των σχετικών νομοθεσιών της Ελληνικής Δημοκρατίας. Συνεπώς δεν θεωρώ ότι η Διαταγή 60 Θεσμός 4 των Παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας[1] μπορεί να εφαρμοστεί στην υπό εξέταση περίπτωση.

 

Σε σχέση με την επίκληση από μέρους των αιτητών, του άρθρου 382 του Περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, ως επιπρόσθετης δικαιοδοτικής βάσης για την προώθηση του διαβήματος τους για το οποίο γίνεται εκτενής αναφορά στην αγόρευση τους, δεν φαίνεται να δικαιολογείται. Το εν λόγω άρθρο του Κεφ.113, σε συνδυασμό πάντα θεωρούμενο με το ερμηνευτικό άρθρο 2 του σχετικού νόμου, όπου ρητά καταγράφεται πως εταιρεία σημαίνει «εταιρεία που συστάθηκε και γράφτηκε στη βάση του παρόντος νόμου», είναι φανερό πως δεν συμπεριλαμβάνει ούτε καλύπτει την περίπτωση των εναγόντων, με δεδομένο ότι δεν αμφισβητείται πως η τελευταία δεν αποτελεί Κυπριακή Εταιρεία εγγεγραμμένη σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κεφ. 113.

 

Συνεπώς το τελευταίο ερώτημα που παραμένει να απαντηθεί είναι το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για έγκριση της αίτησης στη βάση της Διαταγής 60 Θεσμός 1 των Παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.   

 

Δεν αμφισβητείται ότι οι ενάγοντες πράγματι δεν έχουν την έδρα τους στην Κύπρο ούτε οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία στην Κύπρο παρά το ότι ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα εντός της Δημοκρατίας. Το ζήτημα όμως δεν τελειώνει εδώ αφού οι ενάγοντες φαίνεται να έχουν συσταθεί και να έχουν την έδρα τους σε Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα την Ελληνική Δημοκρατία.

 

Η Διαταγή 60 Θεσμός 1 ως αναφέρεται και ανωτέρω μετά που αυτή τροποποιήθηκε στις 21.05.2004 για να ενεργοποιηθεί θα πρέπει ο ενάγοντας να διαμένει μόνιμα είτε εκτός Κύπρου ή Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής ένωσης.

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση ενόψει του ότι οι ενάγοντες έχουν την έδρα τους ως νομική οντότητα σε Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κρίνω ότι δεν μπορεί να τύχει ενεργοποίησης η Διαταγή 60 Θεσμός 1 αλλά ακόμα και εσφαλμένη να κρινόταν η προσέγγιση αυτή του Δικαστηρίου οι αιτητές μέσα από τα στοιχεία που παρουσίασαν και τα οποία έμειναν αναντίλεκτα (βλέπετε παραπομπή στους ισολογισμένους λογαριασμούς) φαίνεται να αποτελούν φερέγγυα και αξιόχρεα αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με νομική προσωπικότητα που διέπεται κάτω από το Ελληνικό Δίκαιο και σε θέση να καλύψουν τυχόν δικηγορικά έξοδα σε περίπτωση που επιδικαστούν εναντίον τους.

 

Μάλιστα η διατήρηση της έδρας τους και της κύριας δραστηριότητας τους εντός χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως είναι και η Ελληνική Δημοκρατία δεν καθιστά δύσκολο ή αδύνατο τυχόν επιχείρημα για ανάκτηση τέτοιων εξόδων εναντίον των εναγόντων σε περίπτωση παράλειψης τους να τα καταβάλουν αν και εφόσον φυσικά τέτοια διαταγή εκδοθεί εναντίον τους. Επιπρόσθετα διαφαίνεται τουλάχιστον για σκοπούς του ενδιάμεσου αυτού σταδίου ότι υπάρχει καλή ισχύς της αξίωσης των εναγόντων έναντι του εναγόμενου.  

 

Τέλος σε σχέση με την καθυστέρηση που φαίνεται να υπάρχει και αφορά την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης και συγκεκριμένα 4 χρόνια μετά την καταχώρηση του σημειώματος εμφάνισης παρά το γεγονός ότι η νομολογία αναγνωρίζει την καθυστέρηση ως λόγο για απόρριψη της αίτησης στην υπό εξέταση περίπτωση δεν θα προχωρούσα στην απόρριψη της στη βάση της καθυστέρησης αυτής αφού δεν φαίνεται να συνυπάρχουν άλλοι ενισχυτικοί παράγοντες που θα οδηγούσαν το Δικαστήριο στην απόρριψη του αιτήματος. 

 

Κατάληξη:

 

Με βάση όλα τα ανωτέρω η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και συνεπώς απορρίπτεται.

 

Σε σχέση με τα έξοδα αυτά αναπόφευκτά θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα, συνεπώς επιδικάζω τα έξοδα της αίτησης ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο προς όφελος της Ενάγουσας / Καθ ης η Αίτηση και εις βάρος των Εναγομένων / Αιτητών ως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο πληρωτέα με το πέρας της αγωγής.   

 

 

(Υπ.) ...........................

Ν. Φακοντής, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Δ. 60 Θ. 4. If it appears that a person suing is not the real plaintiff but is merely suing as nominal plaintiff in somebody else's interests, then such person may, at any stage of the action, be required to give security for costs on the grounds of insolvency or poverty.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο