ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. Φυλακτού, A.Ε.Δ.
Δικαιοδοσία Αφερεγγυότητας
Αρ. Αίτησης ΠΣΑ: 20/2024 ΚΑΙ 21/2024 (Συνεκδικαζόμενες iJustice)
Αίτηση ΠΣΑ 20/2024
Αναφορικά με τον Ανδρέα Μαυροβούνη
Χρεώστης
Αίτηση ΠΣΑ 21/2024
Αναφορικά με την Αστέρω Νεφέλη Νεοφύτου Μαυροβούνη
Χρεώστιδα
Ημερομηνία: 07/10/2025
Για πιστωτές: κα Μαριλένα Μηλιώτου για Κούσιος, Κορφιώτης, Παπαχαραλάμπους Δ.Ε.Π.Ε
Για χρεώστες: κα Ανθή Χριστοδούλου για Νίκο Τσιαπαλή.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Στις υπό εκδίκαση συνενωμένες αιτήσεις οι αιτητές πιστωτές ζητούν την έκδοση διατάγματος με το οποίο να ακυρώνονται τα εξής διατάγματα:
Α) Το διάταγμα ημερομηνίας 23 Σεπτεμβρίου 2024 το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης με αριθμό 20/2024 και που αφορά τον ως άνω χρεώστη το οποίο επιβλήθηκε μονομερώς στους καθορισμένους πιστωτές στο προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής (ΠΣΑ) του χρεώστη και το οποίο έχει απορριφθεί κατά την συνέλευση πιστωτών ημερομηνίας 18 Ιουλίου 2024.
Β) Με την αίτηση υπ΄ αριθμόν 21/2024 οι αιτητές πιστωτές ζητούν διάταγμα με το οποίο να ακυρώνεται το διάταγμα του δικαστηρίου ημερομηνίας 20 Σεπτεμβρίου 2024 το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της εν λόγω εναρκτήριας αίτησης και με το οποίο επιβλήθηκε μονομερώς στους καθορισμένους πιστωτές το ΠΣΑ της ως άνω χρεώστιδας το οποίο είχε απορριφθεί κατά την συνέλευση πιστωτών ημερομηνίας 18 Ιουλίου 2024.
Ο ενόρκως δηλών στην αίτηση με αριθμό 20/2024 κ. Παύλος Δημητρίου κάνει αναφορά στην αρχική του δήλωση σε σχέση με τα καθήκοντα που ασκεί στην υπηρεσία των αιτητών και στην πηγή άντλησης της γνώσης και της εξουσιοδότησης του όπως προβεί στην αρχική του δήλωση. Ακολούθως κάνει αναφορά στην νομιμοποίηση των αιτητών με την ανάληψη των πιστωτικών διευκολύνσεων που αφορούν την υπό εκδίκαση αίτηση. Σε σχέση με τον πυρήνα των γεγονότων της αίτησης 20/2024 ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι στις 3 Οκτωβρίου 2024 επιδόθηκε στην αιτήτρια τόσο το διάταγμα του δικαστηρίου ημερομηνίας 23 Σεπτεμβρίου 2024 με το οποίο ανανεώθηκε η ισχύς του προστατευτικού διατάγματος το οποίο είχε εκδοθεί στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης, όσο και το επίδικο διάταγμα ημερομηνίας 23 Σεπτεμβρίου 2024 με το οποίο επιβλήθηκε μονομερώς στους καθορισμένους πιστωτές του χρεώστη, στους οποίους περιλαμβάνεται και η αιτήτρια, το επίδικο ΠΣΑ του χρεώστη το οποίο είχε απορριφθεί κατά τη συνέλευση πιστωτών ημερομηνίας 18 Ιουλίου 2024. Ως προς τους λόγους που προωθούνται από την αιτήτρια με τους οποίος υποστηρίζει ότι το επίδικο διάταγμα θα πρέπει να ακυρωθεί, αναφέρει ότι οι λόγοι αυτοί έχουν ως ακολούθως:
· Δεν πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 35(1) του νόμου 65(I)/2015 (ο νόμος) διότι δεν προκύπτει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή του χρεώστη στον εν λόγω διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος εντός των επόμενων πέντε ετών και/ή υπάρχει ουσιαστική ανακρίβεια ή παράλειψη στην κατάσταση προσωπικών οικονομικών στοιχείων (ΚΠΟΣ) του χρεώστη.
· Δεν πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 72 του νόμου για μη συναινετικό ΠΣΑ ειδικότερα αυτά των παραγράφων β, ε και στ και της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου 1.
· Το επίδικο ενυπόθηκο ακίνητο δεν είναι η κύρια κατοικία του χρεώστη και/ή δεν υφίσταται κύρια κατοικία του χρεώστη εν την εννοία του νόμου.
· Ο χρεώστης δεν ενήργησε και/ή δεν ενεργεί με καλή πίστη.
· Η ΚΠΟΣ του χρεώστη επί της οποίας βασίζεται το επίδικο ΠΣΑ περιέχει ουσιαστικές ανακρίβειες, παραλείψεις, αναληθή και ατεκμηρίωτα στοιχεία και είναι ελλιπής.
· Δεν έχει αποδειχθεί ότι ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης ως αποτέλεσμα γεγονότων ή καταστάσεων εκτός του ελέγχου του τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και εντεύθεν και πριν την αίτηση του για έκδοση του προστατευτικού διατάγματος τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του εισοδήματος του κατά τουλάχιστον 25% ή περισσότερο.
Άνευ βλάβης των πιο πάνω και σε περίπτωση που ήθελε γίνει αποδεκτό ότι το επίδικο ενυπόθηκο ακίνητο είναι η κύρια κατοικία του χρεώστη, η δήλωση του συμβούλου αφερεγγυότητας (ΣΑ) ότι το επίδικο διάταγμα προβλέπει ότι τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη, εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας του και ππσών για την κάλυψη των λογικών εξόδων διαβίωσης του ίδιου και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειας του χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση των χρεών του δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και είναι ψευδές εφόσον το επίδικο διάταγμα διαλαμβάνει για την πώληση/εκποίηση των υποθηκών προς όφελος της αιτήτριας.
· Ο χρεώστης δεν υπέβαλε την μονομερή αίτηση με καλή πίστη και απέκρυψε από το δικαστήριο ουσιώδη γεγονότα και παραπλάνησε αυτό.
· Δεν υπήρξε συμμόρφωση με τις διαδικαστικές απαιτήσεις του νόμου.
· Το επίδικο ΠΣΑ δεν συνιστά ΠΣΑ στην έννοια, πνεύμα και φιλοσοφία του νόμου και δεν υπάρχει συμμόρφωση με τις γενικές προϋποθέσεις του άρθρου 33 του νόμου.
· Το επίδικο ΠΣΑ δεν πληροί τις υποχρεωτικές προϋποθέσεις του άρθρου 46 του νόμου.
· Το επίδικο ΠΣΑ δεν καθορίζει με σαφήνεια τα εξασφαλισμένα χρέη και τα μη εξασφαλισμένα χρέη κι αυτά καταγράφονται λαθασμένα, παράνομα και αυθαίρετα.
· Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 73(1) του νόμου για την έκδοση του επίδικου διατάγματος διότι ΠΣΑ δεν θα έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τους πιστωτές στην ίδια ή σε καλύτερη θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονται σε περίπτωση που η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πτώχευσης νόμου.
· Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 74 του νόμου εφόσον το επίδικο σχέδιο δεν προνοεί για την πώληση περιουσίας του χρεώστη για σκοπούς εξυπηρέτησης των χρεών του.
Άνευ βλάβης και σε διαζευκτική βάση και σε περίπτωση που ήθελε αποφασιστεί ότι το επίδικο ενυπόθηκο προς όφελος της αιτήτριας ακίνητο είναι η κύρια κατοικία του χρεώστη εν τη εννοία του νόμου, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 73 (4) του νόμου για την έκδοση του επίδικου διατάγματος εφόσον το επίδικο ΠΣΑ προνοεί ότι ο χρεώστης θα απωλέσει την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας του.
· Το επίδικο ΠΣΑ δεν είναι βιώσιμο και είναι παράλογο, άδικο, μη λειτουργικό και ανεφάρμοστο, δεν συνιστά ένα δίκαιο και βιώσιμο διακανονισμό εν τη εννοία, πνεύμα και φιλοσοφία του νόμου και ότι δημιουργεί αδικαιολόγητα, αυθαίρετα και παράνομα προσκόμματα στην άσκηση των δικαιωμάτων της αιτήτριας ως ενυπόθηκου δανειστή για την είσπραξη του λαβείν της και να διεκδικήσει την προστασία των δικαιωμάτων και συμφερόντων της.
· Το επίδικο ΠΣΑ δεν προστατεύει την αιτήτρια - εξασφαλισμένο πιστωτή, δίνει αδικαιολόγητο και άδικο προβάδισμα στην πληρωμή των εξόδων του ΣΑ και των δικηγορικών εξόδων έναντι των καθορισμένων χρεών που οφείλονται στην αιτήτρια.
· Η μονομερής αίτηση υποβλήθηκε με υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ο χρεώστης καθυστέρησε υπέρμετρα και αδικαιολόγητα να μεριμνήσει για την διευθέτηση των χρεών του και να εξασφαλίσει την προστασία που ο νόμος παρέχει σε φερέγγυα πρόσωπα.
· Η όλη διαδικασία χρησιμοποιείται από τον χρεώστη καταχρηστικά εφόσον στόχος είναι να καθυστερήσει αδικαιολόγητα την αιτήτρια από το να εισπράξει το συντομότερο δυνατό το λαβείν της.
· Ο χρεώστης με την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την μονομερή αίτηση παραπλάνησε το δικαστήριο αφού προέβη σε ψευδείς, αναληθείς και παραπλανητικές δηλώσεις και αναφορές και απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα. Συγκεκριμένα ο χρεώστης απέκρυψε από το δικαστήριο το ιστορικό των δανεισμών/πιστωτικών διευκολύνσεων από τα οποία προέκυψαν τα καθορισμένα χρέη που οφείλονται στην αιτήτρια και από ιστορικό προκύπτει αδιαμφισβήτητα πως καμία σχέση δεν έχει η καθ΄ ισχυρισμό μείωση των εισοδημάτων του το 2014 με την αδυναμία του να αποπληρώσει τα χρέη του. Όπως προκύπτει από τα έγγραφα που τηρούνταν αρχικά από την Λαϊκή Τράπεζα και μετέπειτα από την τράπεζα Κύπρου και τώρα τηρούνται από την αιτήτρια και από την επαλήθευση χρέους η οποία έγινε αποδεκτή από τον ΣΑ, τα καθορισμένα χρέη του χρεώστη τα οποία οφείλονται στην αιτήτρια αφορούν και προκύπτουν από εγγυήσεις πιστωτικών διευκολύνσεων που είχαν παραχωρηθεί από την Λαϊκή Τράπεζα σε συγκεκριμένη εταιρεία και την παραχώρηση από την Λαϊκή Τράπεζα επιπλέον πιστωτικών διευκολύνσεων στον ίδιο τον χρεώστη. Συνεπεία της παράλειψης, μεταξύ άλλων της συγκεκριμένης εταιρείας και του χρεώστη να συμμορφώνονται με τα συμφωνηθέντα, τον Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2013 η Λαϊκή Τράπεζα τερμάτισε τη λειτουργία όλων των λογαριασμών, κατέστησαν όλα τα χρεωστικά υπόλοιπα άμεσα απαιτητά, κάλεσε μεταξύ άλλων τον χρεώστη και εγγυητή όπως εξοφλήσουν αμέσως ολόκληρα τα χρεωστικά υπόλοιπα και ακολούθησε η έγερση συγκεκριμένων αγωγών εναντίον του χρεώστη και συγκεκριμένης εταιρείας, με αποτέλεσμα την έκδοση αποφάσεων που επισυνάπτονται στην επαλήθευση χρέους και συνεπώς αποτελεί εμπαιγμό του δικαστηρίου η θέση του χρεώστη διότι η αδυναμία του να αποπληρώσει τα χρέη δεν οφείλεται στις ισχυριζόμενες μειώσεις των εισοδημάτων του οι οποίες έλαβαν χώρα μετά το 2013.
· Περαιτέρω ο χρεώστης απέκρυψε από το δικαστήριο ότι το επίδικο ΠΣΑ διαλαμβάνει ότι αυτός θα απωλέσει την ιδιοκτησία του ενυπόθηκου ακινήτου προς όφελος της αιτήτριας όπου βρίσκεται και η κατοικία που αυτός διαμένει με την οικογένεια του. Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΠΣΑ, σε περίπτωση που δεν καταστεί εφικτή η εφάπαξ καταβολή όλου του ποσού του εξασφαλισμένου χρέους από δανεισμό που έχουν αιτηθεί τα παιδιά του χρέωση από άλλο τραπεζικό οργανισμό, τότε το συγκεκριμένο εξασφαλισμένο χρέος θα αποπληρωθεί από την πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου υπό την επίβλεψη του ΣΑ και την καταβολή των εσόδων από την πώληση στην αιτήτρια και συνεπώς η αναφορά του χρεώστη στην παράγραφο 16 της ένορκης δήλωσης, ήτοι ότι σε περίπτωση μη έκδοσης του επίδικου διατάγματος αυτός θα χάσει το σπίτι του και θα βρεθεί στον δρόμο συνιστά καθαρή παραπλάνηση και εμπαιγμό του δικαστηρίου.
· Ο χρεώστης απέκρυψε από το δικαστήριο ότι κατά τη συνέλευση των πιστωτών η οποία έλαβε χώρα στα γραφεία του ΣΑ στην Πάφο η αιτήτρια εκπροσωπήθηκε με τη φυσική παρουσία συγκεκριμένων συναδέλφων του ενόρκως δηλούντα και όπως πληροφορείται αυτοί επέλεξαν να μεταβούν στην Πάφο ακριβώς για να δείξουν το ενδιαφέρον και την πρόθεση της αιτήτριας να συμβάλουν στην εξεύρεση μίας δίκαιης και βιώσιμης λύσης για την αντιμετώπιση των χρεών του χρεώστη. Κατά τη συνέλευση οι συνάδελφοι του εξέφρασαν τις ανησυχίες τουσ σχετικά με την βιωσιμότητα του ΠΣΑ και επιπλέον ζήτησαν αναπροσαρμογές αυτού. Η εισήγηση των συναδέλφων του επικεντρώθηκε στο γεγονός ότι το σχέδιο πρέπει να βασιστεί σε μία ρεαλιστική εκτίμηση των οικονομικών δυνατοτήτων του χρεώστη, λαμβάνοντας υπόψη και τα συμφέροντα των πιστωτών, ωστόσο διαφάνηκε ότι οποιαδήποτε πρόταση ήταν αδύνατο να εξεταστεί περαιτέρω χωρίς την προσκόμιση στοιχείων που απαιτούνταν τα οποία ζητήθηκαν αλλά δεν παρουσιάστηκαν ούτε και εκφράστηκε πρόθεση από μέρους του ΣΑ να τα παρουσιάσει. Επίσης κατά τη διάρκεια της συνέλευσης οι συνάδελφοι του επισήμαναν ότι με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες, το προτεινόμενο σχέδιο αποπληρωμής, πέραν της αοριστίας που το χαρακτηρίζει, δεν μπορεί να υλοποιηθεί, πράγμα με το οποίο ο ΣΑ δεν διαφώνησε και όπως χαρακτηριστικά ανέφερε τέτοιες περιπτώσεις όπως του χρεώστη καταλήγουν σε αδιέξοδο. Από την όλη συζήτηση που έλαβε χώρα διαφάνηκε ότι η πρόταση από μέρους του ΣΑ έγινε βεβιασμένα, πρόχειρα και με αποκλειστικό σκοπό να εμποδίσει ή να καθυστερήσει την αιτήτρια από το να προχωρήσει με πλειστηριασμό, πράγμα που επίσης επιδιώχθηκε στο μεσοδιάστημα με την υποβολή αιτήσεων στο σχέδιο «ενοίκιο έναντι δόσης». Σε κάθε περίπτωση, παρά τις παρατηρήσεις και επιφυλάξεις τους, οι συνάδελφοι του ενόρκως δηλούντα υπήρξαν πρόθυμοι να συμμετέχουν σε περαιτέρω διαπραγματεύσεις και συζήτηση για την επίτευξη ενός δικαίου και βιώσιμου διακανονισμού χωρίς όμως ανταπόκριση από την πλευρά του ΣΑ και συνεπώς η θέση τόσο του ΣΑ, όσο και του χρέωστη ότι δεν έγινε οποιαδήποτε εισήγηση απο μέρους της αιτήτριας δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Απ’ όσο γνωρίζει ο ίδιος με βάση τα στοιχεία που ανέφερε, το δικαστήριο έχει παραπλανηθεί και σε περίπτωση που τα πιο πάνω στοιχεία ήταν σε γνώση του δικαστηρίου, αυτό δεν θα προέβαινε στην έκδοση του επίδικου διατάγματος καθότι προκύπτει ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας κι άλλες αναγκαίες προϋποθέσεις. Είναι η θέση του ενόρκως δηλούντα ότι ένα από τα κριτήρια επιλεξιμότητας για μη συναινετικό ΠΣΑ είναι να υπάρχει τουλάχιστον ένας εξασφαλισμένος πιστωτής, ο οποίος να έχει εξασφάλιση επί της κύριας κατοικίας του χρεώστη, η αγοραία αξία της οποίας να μην υπερβαίνει το ποσό των €350,000. Στην προκειμένη περίπτωση όμως δεν υφίσταται κύρια κατοικία του χρεώστη εν τη εννοία του νόμου εφόσον ο χρεώστης είναι ιδιοκτήτης μόνο του ½ μεριδίου του ενυπόθηκου ακινήτου, εξού και στην επαλήθευση χρέους η οποία υποβλήθηκε από την αιτήτρια και έγινε δεκτή από τον ΣΑ η εκτίμηση της αγοραίας αξίας της εξασφάλισης της οποίας η αιτήτρια κατέχει επί της περιουσίας του χρεώστη καθορίστηκε στο ποσό των €160.000, ενώ η αγοραία αξία του ακινήτου έχει καθοριστεί για σκοπούς ΠΣΑ στο ποσό των €320.000, συνεπώς το ενυπόθηκο ακίνητο δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ΠΣΑ.
Επίσης δεν έχει αποδειχθεί ότι ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης ως αποτέλεσμα των γεγονότων ή κατάστασης που είναι εκτός του ελέγχου του τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και εντεύθεν και πριν την αίτηση για έκδοση του προστατευτικού διατάγματος τα οποία είχαν σαν αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του εισοδήματος του κατά τουλάχιστον 25% ή περισσότερα. Απεναντίας, από τα όσα καταγράφονται στην ένορκη του δήλωση και στις επαληθεύσεις των υπολοίπων καθορισμένων πιστωτών, προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι καμία σχέση δεν έχει η κατ΄ ισχυρισμό μείωση του εισοδήματος του κατά τουλάχιστον 25% το 2014 με την αδυναμία του να αποπληρώσει τα χρέη του. Τα ίδια στοιχεία που ο ίδιος ο χρεώστης παρουσίασε στα πλαίσια της διαδικασίας ΠΣΑ είναι αντιφατικά μεταξύ τους, πράγμα που συνηγορεί υπέρ του ότι αυτός δεν είχε αποκαλύψει τα πραγματικά του εισοδήματα. Ακόμα όμως και σε περίπτωση που ήθελε αποφασιστεί διαφορετικά και ότι τυγχάνει εφαρμογής το τεκμήριο του άρθρου 72(2) του νόμου με τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου, αυτό έχει καταριφθεί διότι είναι σαφές πως δεν είναι η οικονομική κρίση ο λόγος για τον οποίο ο χρεώστης αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του αλλά το μεγάλο ύψος τόσο των προσωπικών του χρεών, όσο και των χρεών που εγγυήθηκε τα οποία χρωστούσε. Η κατ΄ ισχυρισμό μείωση του εισοδήματος του 2014 δεν έχει διασυνδεθεί αλλά ούτε και μπορεί να διασυνδεθεί η αδυναμία του χρεώστη να αποπληρώσει τα χρέη του με την κατ ισχυρισμό μείωση του εισοδήματος του από το 2014 και μετέπειτα και συνεπώς δεν πληρείτε ούτε το κριτήριο επιλεξιμότητας του άρθρου 72 (1) του νόμου για μη συναινετικό ΠΣΑ.
Το επίδικο ΠΣΑ δεν αποτελεί ΠΣΑ εν τη εννοία του νόμου εφόσον δεν πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις του άρθρου 33 του νόμου. Σύμφωνα με τους όρους του επίδικου σχεδίου, αυτό θα τυγχάνει κοινής διαχείρισης με το προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής της συζύγου του χρεώστη (της χρεώστιδας) και την αιτήτρια στην αίτηση με αριθμό 21/2024. Οι όροι όμως του επίδικου σχεδίου δεν καθορίζουν με ικανοποιητική λεπτομέρεια και σαφήνεια το πως θα λειτουργήσει η εν λόγω κοινή διαχείριση, εφόσον μεταξύ άλλων δεν προσδιορίζεται το ύψος του ποσού που θα καταβληθεί από έκαστο προς την αιτήτρια. Το επίδικο σχέδιο δε συνιστά ΠΣΑ εν τη εννοία του νόμου διότι δεν πληρούνται ούτε και οι υποχρεωτικές προϋποθέσεις του άρθρου 46 του νόμου διότι μεταξύ άλλων λανθασμένα και παράνομα καθορίζεται σε αυτό ότι το εξασφαλισμένο χρέος όσον αφορά τον χρέωση είναι πέραν των €160.000.
Άνευ βλάβης των πιο πάνω, ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι ένα από τα κριτήρια επιλεξιμότητας χρεώστη με βάση το άρθρο 35(1) του νόμου είναι να υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή τους σε τέτοιο διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε ετών ενώ στην προκειμένη περίπτωση κανένα στοιχείο υπάρχει ή παρουσιάστηκε που να υποστηρίζει μια τέτοια πρόβλεψη. Όπως προκύπτει από το ΚΠΟΣ του χρεώστη και της συζύγου του ημερομηνίας 9 Νοεμβρίου 2023 και την ΚΠΟΣ του χρεώστη ημερομηνίας 4 Ιουλίου 2024, ο χρεώστης δηλώνει ότι δεν εργάζεται και το οικογενειακό εισόδημα παρουσιάζεται να προέρχεται αποκλειστικά από τον μισθό της συζύγου του, το οποίο όμως πέραν του ότι δεν προκύπτει να είναι σταθερό, δεν είναι καν αρκετό για να καλύψει τα ελάχιστα έξοδα διαβίωσης τους και δεν έχει αναφερθεί εκ μέρους του χρεώστη κατά πόσον υπάρχει θέληση ή δυνατότητα για εξεύρεση κάποιας εργασίας, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι αυτός σήμερα είναι 61 ετών. Επιπλέον παρατηρείται ότι στις ΚΠΟΣ δεν γίνεται αναφορά και κάτ΄ επέκταση ο ΣΑ δεν είχε προβλέψει κατά τη διαμόρφωση του επίδικου σχεδίου σε όλα τα αναγκαία έξοδα τα οποία πραγματοποιούνται ή ενδέχεται να πραγματοποιηθούν από τον χρεώστη και τη σύζυγό του, διατηρώντας την ιδιοκτησία και κατοχή του ενυπόθηκου ακινήτου. Μεταξύ άλλων δεν έχει σημειωθεί οποιοδήποτε ποσό για φόρους και τέλη που σχετίζονται με την ιδιοκτησία και κατοχή του ενυπόθηκου ακινήτου, ούτε για τα αναγκαία έξοδα συντήρησης. Επίσης δεν έγινε πρόβλεψη για έκτακτα έξοδα λαμβάνοντας υπόψη και το προχωρημένο της ηλικίας τους. Ούτε έγινε πρόβλεψη για τα ασφάλιστρα για την εν λόγω οικία ούτε και για τα ασφάλιστρα της απαιτούμενης σύμφωνα με τους όρους του επίδικου σχεδίου ασφάλειας ζωής, δηλαδή σύμφωνα με τα όσα ο χρεώστης και η σύζυγός του δηλώνουν, στην περίπτωση τους τίθεται σοβαρό ζήτημα επιβίωσης και κατ΄επέκταση δεν μπορεί σοβαρά να δηλώνεται ότι υπάρχει προοπτική ο χρεώστης να καταστεί φερέγγυος εντός των επόμενων ετών.
Περαιτέρω το επίδικο προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής δεν λαμβάνει ως πρώτη επιλογή ότι το εξασφαλισμένο χρέος των €320,000 θα αποπληρωθεί με εφάπαξ καταβολή όλου του ποσού από δανεισμό που έχουν αιτηθεί τα παιδιά του χρεώστη από άλλο τραπεζικό οργανισμό. Παρατηρείται ότι δεν διευκρινίζεται μέχρι πότε θα καταβληθεί το εν λόγω ποσό όπως δεν διευκρινίζεται μέχρι πότε θα πρέπει να καταβληθεί το ποσό από την πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου, σε περίπτωση δηλαδή που δεν καταστεί εφικτός ο δανεισμός. Επιπλέον δεν έχει παρουσιαστεί οποιοδήποτε στοιχείο σε σχέση με τις οικονομικές περιστάσεις των παιδιών του χρεώστη ή οτιδήποτε άλλο από το οποίο να προκύπτει κατά πόσο τα παιδιά του έχουν την βούληση και τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν έναν τέτοιο δανεισμό. Δεν έχει επίσης παρουσιαστεί έστω κάποια ένδειξη από τον εν λόγω τραπεζικό οργανισμό κατά πόσον υπάρχει προοπτική έγκρισης ενός τέτοιου δανεισμού. Τουναντίον η εν λόγω πρόταση καταδεικνύει τον πρόχειρο, παράλογο και επιπόλαιο στοιχείο που χαρακτηρίζει το επίδικο ΠΣΑ. Υπό το φως των πιο πάνω προκύπτει ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί βάσιμη η πρόβλεψη του ΣΑ πως υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή του χρεώστη στον επίδικο διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των 5 ετών αλλά με τα δεδομένα που υπάρχουν συνηγορούν υπέρ του ότι το επίδικο ΠΣΑ δεν είναι ούτε ρεαλιστικό ότι πρακτικά εφαρμόσιμο και βιώσιμο.
Είναι η θέση του ότι σύμφωνα με το εδάφιο 4 του άρθρου 73 του νόμου, το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει διάταγμα μονομερούς επιβολής ΠΣΑ μόνο στις περιπτώσεις όπου το εν λόγω σχέδιο το οποίο απορρίφθηκε από τους πιστωτές δεν προνοεί ότι ο χρεώστης θα απωλέσει την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας του. Γι’ αυτό και είναι από τα κριτήρια επιλεξιμότητας για μη συναινετικό ΠΣΑ του άρθρου 72(1) του νόμου είναι ο ΣΑ να έχει υπογράψει δήλωση με την οποία να επιβεβαιώνει μεταξύ άλλων ότι τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 74, το ΠΣΑ προβλέπει ότι τα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη, εξαιρουμένης της κύριας κατοικίας του και ποσού για την κάλυψη των λογικών εξόδων διαβίωσης του ίδιου και των εξαρτώμενων μελών της οικογένειας του χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση των χρεών του.
Σε περίπτωση που ήθελε αποφασιστεί ότι το ενυπόθηκο ακίνητο είναι η κύρια κατοικία του χρεώστη εν τη εννοία του νόμου επισημαίνεται ότι στην προκειμένη περίπτωση το επίδικο ΠΣ το οποίο απορρίφθηκε από τους πιστωτές, ο χρεώστης θα απωλέσει την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας του. Συνεπώς, πέρα από το ζήτημα της ξεκάθαρης παραπλάνησης που έγινε τόσο από τον χρεώστη όσο και από τον ίδιο τον ΣΑ με τη σχετική δήλωση του, το δικαστήριο δεν είχε εξουσία έκδοσης του επίδικου διατάγματος και συνεπώς αυτό εξασφαλίστηκε και εκδόθηκε παράνομα, παράτυπα, αντικανονικά και καθ’ υπέρβαση εξουσίας, πράγμα που πρέπει να οδηγήσει δίχως άλλο στην ακύρωση του.
Στην προκειμένη, δεν πληρούνται ούτε οι πρόνοιες και προϋποθέσεις του άρθρου 74 του νόμου σε σχέση με την μεταχείριση περιουσιακών στοιχείων σε επιβαλλόμενο ΠΣΑ εφόσον το επίδικο σχέδιο δεν διαλαμβάνει για την πώληση περιουσιακών στοιχείων του χρεώστη για την εξυπηρέτηση των χρεών του, μεταξύ άλλων δεν διαλαμβάνει για την πώληση των μετοχών που αυτός κατέχει σε συγκεκριμένη εταιρεία για την αξία εξάλλου των οποίων καμιά εκτίμηση δεν έχει παρουσιαστεί.
Είναι η θέση του ενόρκως δηλούντα ότι το επίδικο σχέδιο δεν είναι ένα δίκαιο, λογικό και λειτουργικό σχέδιο εντός του πνεύματος και της φιλοσοφίας του νόμου διότι πέραν των όσων αναφέρει :
α) δεν καθορίζονται τα αναγκαία χρονοδιαγράμματα για την υλοποίηση των όσων εκεί διαλαμβάνονται
β) δεν προσδιορίζεται η καταβολή οποιουδήποτε τόκου επί του εξασφαλισμένου χρέους
γ) δεν προβλέπει ποιος θα επωμιστεί τα έξοδα από την δήθεν πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου υπό την εποπτεία του ΣΑ
δ) οι επίδικες διευκολύνσεις τερματίστηκαν από το Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2013 χωρίς οποιοδήποτε ενδιαφέρον από μέρους του χρεώστη για να αποπληρώσει τα χρέη του και
ε) κατά διάρκεια της ισχύος του δεν θα επιτρέπεται στην αιτήτρια η λήψη μέτρων εναντίον των οφειλετών για είσπραξη του λαβείν της. Μεταξύ άλλων η αιτήτρια δεν θα μπορεί να προχωρήσει με την διαδικασία εκποίησης της συγκεκριμένης υποθήκης και την πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου ιδιοκτησίας. Όπως προκύπτει από το πιστοποιητικό έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας του κτηματολογίου ημερομηνίας 28 Μαρτίου 2024 περί τον Απρίλιο του 2013, δηλαδή σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τις επιστολές τερματισμού, ο χρεώστης μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς σε συγγενικό του πρόσωπο ακίνητο του στον Κάθηκα και σε περίπτωση που το επίδικο σχέδιο παραμείνει σε ισχύ, η αιτήτρια δεν θα μπορέσει να κινήσει τις νόμιμες διαδικασίες για ακύρωση της εν λόγω δόλιας μεταβίβασης. Είναι η θέση του ότι το επίδικο σχέδιο δεν θα έχει ως αποτέλεσμα να θέσει την αιτήτρια στην ίδια ή καλύτερη θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονται σε περίπτωση που η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί πτώχευσης νόμου. Σε περίπτωση πτώχευσης του χρεώστη, η αιτήτρια μεταξύ άλλων μέσω της εξασφάλισης που κατέχει επί του ενυπόθηκου ακινήτου θα έχει την ευκαιρία να εισπράξει το λαβείν της σχεδόν άμεσα στα πλαίσια της διαδικασίας εκποίησης του νευπόθηκου ακινήτου σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 9/1965. Επίσης σε περίπτωση πτώχευσης του χρεώστη η αιτήτρια θα είναι ελεύθερη να συνεχίσει την λήψη μέτρων και εναντίον των υπολοίπων συνοφειλετών με σκοπό την είσπραξη σημαντικού μέρους των εξασφαλισμένων χρεών που της οφείλεται. Σε αντίθετη περίπτωση και στο απίθανο σενάριο που υπάρχει συμμόρφωση με τους όρους του επίδικου σχεδίου, η αιτήτρια θα εισπράξει πολύ χαμηλότερο ποσό από ότι θα μπορούσε να εισπράξει σε σύντομο χρονικό διάστημα με την εκποίηση του ενυπόθηκου ακινήτου. Αυτό συμβαίνει ένεκα του ότι μεταξύ άλλων η κατά τα άλλα αδιευκρίνιστη αλλά και σε κάθε περίπτωση μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής του εξασφαλισμένου χρέους, σε συνδυασμό με το μηδενικό επιτόκιο το οποίο διαλαμβάνεται στο επίδικο σχέδιο, παραγνωρίζει πλήρως την αξία των χρημάτων που τυχόν εισπράξει η αιτήτρια στο μέλλον και σύμφωνα με τους όρους του επίδικου σχέδιο, η αιτήτρια δεν θα εισπράξει ούτε ένα σεντ έναντι του εξασφαλισμένου χρεώστη που της οφείλεται. Συνεπώς όλα τα δεδομένα συνηγορούν υπέρ του ότι το επίδικο σχέδιο δεν είναι βιώσιμο αλλά ούτε κι ένα δίκαιο, λογικό και λειτουργικό σχέδιο αποπληρωμής. Επιπλέον η όλη διαδικασία χρησιμοποιείται από τον χρεώστη καταχρηστικά εφόσον στόχος δεν είναι να εξυπηρετηθούν οι σκοποί του νόμου αλλά να καθυστερήσει αδικαιολόγητα την αιτήτρια από το να εισπράξει το λαβείν της. Μοναδικός σκοπός και έγνοια του χρεώστη και του ΣΑ ήταν ακυρωθεί ο προγραμματισμένος πλειστηριασμός του ενυπόθηκου ακινήτου, πράγμα που πέτυχαν με την έκδοση του προστατευτικού διατάγματος.
Ο ίδιος ο ενόρκως δηλών στην αίτηση 21/2024 προβαίνει στην ίδια εισαγωγή και αναφέρει ότι στις 3 Οκτωβρίου 2024 επιδόθηκε στην αιτήτρια τόσο το διάταγμα ημερομηνίας 20 Σεπτεμβρίου 2024 με το οποίο ανανεώθηκε η ισχύς του προστατευτικού διατάγματος το οποίο είχε εκδοθεί στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης, όσο και το επίδικο διάταγμα του δικαστηρίου ημερομηνίας 20 Σεπτεμβρίου 2024 με το οποίο επιβλήθηκε μονομερώς το επίδικο διάταγμα στους καθορισμένους πιστωτές της χρεώστιδας στους οποίους περιλαμβάνεται η αιτήτρια το επίδικο ΠΣΑ της χρεώστιδας το οποίο έχει απορριφθεί κατά την συνέλευση πιστωτών ημερομηνίας 18 Ιουλίου 2024. Ακολούθως προβαίνει στην προβολή των ίδιων λόγων προς ακύρωση του επίδικου ΠΣΑ με τους λόγους που προβλήθηκαν στην αίτηση 20/2024 τηρουμένων των αναλογιών, αφού η χρεώστιδα είναι η σύζυγος του αιτητή στην αίτηση 20/2024. Υπάρχει ουσιαστικά πραγματικό υπόβαθρο κοινό και στις δύο αιτήσεις καθότι η χρεώστιδα εγγυήθηκε τις υποχρεώσεις του συζύγου της και ότι η ίδια είναι ιδιοκτήτρια του ½ μεριδίου του ενυπόθηκου ακινήτου δηλαδή του υπολοίπου ½ μεριδίου που ιδιοκτήτης του είναι ο σύζυγος της στην αίτηση 20/2024. Ειδικότερα δε και σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη χρεώστιδα, ο ενορκως δηλών κάνει αναφορά σε συγκεκριμένο σχέδιο στο οποίο είχε υποβάλει η χρεώστιδα και ότι οι λόγοι για τους οποίους η χρεώστιδα αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη της οφείλονται στο μεγάλο ύψος των χρεών του συζύγου της τα οποία εγγυήθηκε και τα οποία δεν θα ήταν σε θέση να αποπληρώσει ακόμα και στην περίπτωση που δεν υπήρχε καμία μείωση στα εισοδήματα της. Ειδικότερα δε, αναφέρει ότι δεν έχει διασυνδεθεί ούτε και μπορεί να διασυνδεθεί η αδυναμία της να αποπληρώσει τα χρέη της με τις αναφερθείσες μείωσης εισοδημάτων και συνεπώς δεν πληροίται το κριτήριο επιλεξιμότητας του άρθρου 72(1) του νόμου για μη συναινετικό προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής. Ειδικότερα, στην περίπτωση της χρεώστιδας, αναφέρει ότι δεν πληρούνται οι πρόνοιες και προϋποθέσεις του άρθρου 74 του νόμου σε σχέση με την μεταχείριση περιουσιακών στοιχείων σε επιβαλλόμενο προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής εφόσον αυτό δεν διαλαμβάνει για την πώληση περιουσιακών στοιχείων της χρεώστιδας για την εξυπηρέτηση των χρεών της.
Ο καθ΄ ου η αίτηση χρεώστης έφερε ένσταση και προέβαλε 6 λόγους ένστασης και αυτοί έχουνε ως ακολούθως:
Α) Η αίτηση στερείται ουσιαστικής και νομικής βάσης και είναι παράτυπη και αντικανονική
Β) Η αίτηση είναι καταχρηστική και κακόπιστη
Γ) Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν αναφέρεται και δεν υποστηρίζεται κανένας βασίμος λόγος γιατί να μην τεθεί σε ισχύ το ΠΣΑ
Δ) Δεν συντρέχει οποιοσδήποτε από τους λόγους σε σχέση με την προβολή της έναρξης ισχύος προσωπικού σχεδίου αποπληρωμής
Ε) Συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις για την επιβολή και εφαρμογή του ΠΣΑ
Στ) Οι ισχυρισμοί που περιέχονται στην αρχική δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι γενικοί και αόριστοι.
Ο χρεώστης αναφέρει ότι είναι άστοχη η αναφορά των αιτητών στα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 35(1) διότι αφορά συναινετικά ΠΣΑ και συνεπώς είναι άσχετα με την παρούσα διαδικασία. Σε σχέση με την αναφορά των αιτητών στα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 72, είναι η θέση του ότι αυτά πληρούνται. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι το ενυπόθηκο επίδικο ακίνητο είναι η κύρια κατοικία του ίδιου και της συζύγου του που είναι η χρεώστιδα στην αίτηση 21/2024 και η οποία χρησιμοποιείται για την διαμονή του ίδιου, της συζύγου του και των παιδιών τους. Συνιδιοκτήτες από ½ μερίδιο είναι ο ίδιος και σύζυγός του και όπως πληροφορείται και από τον δικηγόρο τους και τον ΣΑ ότι κύρια κατοικία καθορίζει από τον νόμο. Επαναλαμβάνει τα όσα αναφέρει στην ένορκη δήλωση ημερομηνίας 17 Σεπτεμβρίου 2024 που επεξηγεί τους λόγους που αδυνατεί να αποπληρώσει τα χρέη του λόγω χειροτέρευσης της οικονομικής του κατάστασης και τα οποία υιοθετεί και επαναλαμβάνει στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Είναι η θέση του ότι από το οικογενειακό εισόδημα, μετά την αφαίρεση των λογικών εξόδων διαβίωσης, δεν παραμένει οποιοδήποτε διαθέσιμο υπόλοιπο το οποίο να μπορούν να διαθέσουν για την αποπληρωμή των χρεών και ως εκτούτου εισηγείται την εφάπαξ καταβολή του ποσού από δανεισμό που έχουν αιτηθεί τα παιδιά του και σε περίπτωση που δεν είναι εφικτός ο δανεισμός του ότι θα επιδιώξουν την πώληση των επίδικου ακινήτου, δηλαδή της οικίας τους, σε συγγενικά πρόσωπα έτσι ώστε η κυρία τους κατοικία να παραμείνει στην οικογένεια και όχι να πωληθεί μέσω πλειστηριασμού σε ξένα άτομα και το ποσό που θα εισπραχθεί δεν θα είναι λιγότερα από €320,000.
Είναι η θέση του ότι η επίκληση από πλευράς των αιτητών των άρθρων 33 και 35 παράγραφος 19 του νόμου είναι άσχετη με την παρούσα διαδικασία διότι αυτά αφορούν συναινετικά προσωπικά σχέδια αποπληρωμής. Αναφέρει ότι στην ένορκη του δήλωση ημερομηνίας 17 Σεπτεμβρίου 2024 περιγράφει με λεπτομέρεια και σαφήνεια τα χρέη του ενώ γίνεται αναφορά σε εξασφαλισμένα χρέη και μη εξασφαλισμένα χρέη. Όπως τον πληροφορεί ο ΣΑ καθόλη τη διάρκεια ισχύος του προστατευτικού διατάγματος παράλληλα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από το νόμο, έκανε επανειλημμένα προσπάθειες για κάποια συναινετική λύση ζητώντας από τους πιστωτές του εισηγήσεις και προτάσεις για πιθανούς τρόπους αναδιάρθρωσης του χρέους του στα πλαίσια του ΠΣΑ οι οποίοι θα τους ικανοποιούσαν. Αυτοί όμως δεν ανταποκρίθηκαν με αποτέλεσμα ο ΣΑ να προχωρήσει στην ετοιμασία πρότασης ΠΣΑ με βάση τα σημερινά οικονομικά του δεδομένα και με τρόπο ώστε οι πιστωτές του να είναι στην ίδια τουλάχιστον θέση με αυτή που θα βρίσκονται σε περίπτωση πτώχευσης του. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι στα πλαίσια του ΠΣΑ θα εισπράξουν ποσό που είναι τουλάχιστον ίσο με αυτό που θα εισέπρατταν μέσω της πτώχευσης δηλαδή με το εξασφαλισμένο χρέος. Ταυτόχρονα θα δοθεί στον ίδιο η δυνατότητα να αποφύγει την πτώχευση και να διατηρήσει την κύρια κατοικία του η οποία όπως αναφέρει είναι και η μοναδική. Σε σχέση με την θέση των αιτητών ότι το ΠΣΑ δεν διαλαμβάνει την πώληση περιουσιακών του στοιχείων ισχυρίζεται ότι το σχέδιο δεν προνοεί πώληση περιουσίας για πληρωμή των χρεών του, διότι το μοναδικό ακίνητο που διαθέτει, εκτός από την κύρια κατοικία του, είναι ένα ακίνητο στο χωριό Κάθηκας το οποίο του ανήκει κατά ½ αξίας €3750 και το οποίο είναι υποθηκευμένο στην αιτήτρια και σε άλλες τράπεζες. Είναι η θέση του επίσης ότι το ΠΣΑ προβλέπει κατά κύριο λόγο την καταβολή εφάπαξ ποσού από δανεισμό που έχουν αιτηθεί τα παιδιά του και σε περίπτωση που δεν καταστεί εφικτό ο δανεισμός και λαμβάνοντας υπόψη τις πρόνοιες του άρθρου 77 του νόμου, τότε προτείνει την πώληση του συγκεκριμένου ακινήτου υπό την εποπτεία του ΣΑ σε τιμή όχι λιγότεροι €320.000 σε συγγενικά πρόσωπα έτσι ώστε η κυρία τους κατοικία να παραμείνει στην οικογένεια και όχι να πουληθεί μέσω πλειστηριασμού σε ξένα άτομα. Είναι η θέση του χρεώστη ότι δεν προβάλλεται κανένας εμπαιγμός εκ μέρους του σε σχέση με την αδυναμία αποπληρωμής των χρεών του λόγω μείωσης των εισοδημάτων του μετά το 2013 και είναι η θέση του ότι ο ισχυρισμός αυτός καταρρίπτεται από τις προειδοποιητικές επιστολές που οι αιτητές έστειλαν λόγω παράλειψης καταβολής των δόσεων των δάνειων. Είναι η θέση του ότι δεν ευσταθεί η θέση των αιτητών περί απόκρυψης της φυσικής παρουσίας των εκπροσώπων των αιτητών καθότι αυτό φαίνεται ρητά στο πρακτικό της συνέλευσης πιστωτών το οποίο έχει κατατεθεί ως τεκμήριο. Το ότι έχει καταστεί αφερέγγυος και δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει τα χρέη του είναι γεγονός το οποίο παραδέχεται και ο ίδιος. Για το λόγο αυτό τα παιδιά του προθυμοποιήθηκαν να βοηθήσουν στην αποπληρωμή του χρέους με δανεισμό από άλλο πιστωτικό ίδρυμα και αυτό προνοει και η πρόταση του ΠΣΑ η οποία υποβλήθηκε στους πιστωτές και με την πρόταση του δίνεται μία τελευταία ευκαιρία να σώσει την κύρια κατοικία του και στους πιστωτές να εισπράξουν το λαβείν τους σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Σε σχέση με τα κριτήρια επιλεξιμότητας δύναμη του άρθρου 72 του νόμου, είναι η θέση του ότι αποτελούν λαθασμένη ερμηνεία τα όσα αναφέρουν οι αιτητές. Σύμφωνα δε με τα όσα αναφέρει στην ένορκη δήλωση ημερομηνίας 17 Σεπτεμβρίου 2024 και τα οποία υιοθετεί για τους σκοπούς της παρούσας, υπάρχει πραγματική μείωση των εισοδημάτων του τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2009 και εντεύθεν και πριν από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος και είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του εισοδήματος του κατά τουλάχιστον 25%. Συγκεκριμένα κατά τα έτη 2009 έως 2013 το εισόδημα του ανήλθε σε €21.996 για κάθε έτος, για το 2014 παρά το γεγονός ότι δεν κατάφερε να εντοπίσει την φορολογική του δήλωση προφανώς εκ λάθος του λογιστή του δεν υποβλήθηκε, είναι όμως σε θέση να γνωρίζει ότι τα εισοδήματα του για το έτος 2014 μειώθηκαν σε €10.415. Το εισόδημα του κατά τα έτη 2015 έως 2017 ανερχόταν επίσης σε €10.415 με την μείωση σε σύγκριση με το 2013 να ανέρχεται σε ποσοστό 52% περίπου, το 2018 μειώθηκε σε €7808 με την μείωση ανέρχεται στο 64% σε σύγκριση με το 2013, το 2019 σε €6138 μειωμένο κατά 72% σε σύγκριση με το 2013, ενώ ο μέσος όρος της μείωσης για ολόκληρη την περίοδο 2014 έως 2019 σε σύγκριση πάντα με το 2013 ανέρχεται σε 57,3%. Ήταν διευθυντής της εταιρείας που αναφέρεται και στην ένορκη δήλωση των αιτητών η οποία ασχολείται με την διαφήμιση και πώληση ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών και παρεμφερών ειδών και η όποια από το Σεπτέμβριο 2019 έπαψε να ασκεί οποιαδήποτε δραστηριότητα αφού λόγω της άσχημης οικονομικής της κατάστασης δεν ήταν σε θέση να καταβάλει τα ενοίκια του υποστατικού όπου ασκούσε τις δραστηριότητες της και έτσι κατόπιν σχετικού διατάγματος εξώσεως που εκδόθηκε από το δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λεμεσού - Πάφου το υποστατικό το οποίο ασκούσε τις δραστηριότητες της παραδόθηκε στους ιδιοκτήτες του και από τότε η εταιρία έκλεισεν και παρά τις προσπάθειες του για εξεύρεση εργασίας αυτό δεν κατέστη δυνατό και είναι άνεργος.
Όπως τον πληροφορεί ο ΣΑ το κρίσιμο και το σημαντικό είναι κατά πόσον από το 2009 και μετά μειώθηκαν τα εισοδήματα του κατά 25% τουλάχιστον και αυτή ήταν η αιτία της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του. Όπως πληροφορείται από τον δικηγόρο του η οποιαδήποτε μείωση των εισοδημάτων από το 2012 και μέχρι την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ ο Ν.65(I)/2015 τεκμαίρεται ότι οφείλεται στην οικονομική κρίση και δεν παρουσιάστηκε από την άλλη πλευρά μαρτυρία περί του αντιθέτου. Είναι περαιτέρω η θέση του χρεώστη ότι επεξηγούνται πλήρως οι λόγοι για τους οποίους το δικό του ΠΣΑ τυγχάνει κοινής διαχείρισης με τη σύζυγό του. Δίνει δε έμφαση ότι η πρόταση για ΠΣΑ δεν βασίζεται στα εισοδήματα του ίδιου και της συζύγου του αλλά προνοεί συνεισφορές και πληρωμές από τα παιδιά του (από δανεισμό από άλλο πιστωτικό ίδρυμα). Σε κάθε περίπτωση με την έκδοση της πρότασης του επίδικου σχεδίου θα δοθεί στον ίδιο και στην σύζυγό του η ευκαιρία να εξοφληθεί το εξασφαλισμένο χρέος και να απαλλαχθούν από τα μη εξασφαλισμένα χρέη και με τη λήξη του ΠΣΑ θα καταστούν φερέγγυοι. Η πρόταση για ΠΣΑ σε καμία περίπτωση δεν προνοεί για πώληση της κύριας κατοικίας του αλλά το αντίθετο με την συνεισφορά των παιδιών τους θα εξοφληθεί το εξασφαλισμένο χρέος και θα διατηρηθεί η κύρια κατοικία του. Ακόμα όμως κι αν δεν επιτευχθεί ο δανεισμός θα επιδιωχθεί πώληση της κυρίας τους κατοικίας υπό την εποπτεία του ΣΑ σε συγγενικά πρόσωπα ώστε να παραμείνει στην οικογένεια τους, σε διαφορετική περίπτωση θα υπόκειται σε εκποίηση από τους αιτητές. Ανέφερε ότι το ποσό των €320.000 θα καταβληθεί από τα παιδιά του τα οποία είναι ενήλικα και οικονομικά ανεξάρτητα και δεν περιλαμβάνονται ούτε αποτελούν μέρος του ΠΣΑ, τα οποία έχουν αιτηθεί δανεισμό, ενώ σε περίπτωση που δεν είναι εφικτό θα προέλθει από πώληση της κύριας κατοικίας του συγγενικά πρόσωπα ώστε να διατηρηθεί η κατοχή της και όχι να πωληθεί σε πλειστηριασμό σε ξένα άτομα. Επίσης οι αιτητές μπορούσαν όταν ο ΣΑ τους απέστειλε το ΠΣΑ για παρατηρήσεις – προτάσεις να ζητήσουν διευκρινίσεις κάτι που δεν έκαναν. Εξάλλου όπως πληροφορείται από τον ΣΑ σύμβουλο, η αποδοχή οποιοδήποτε χρηματικού ποσού υπόκειται στους όρους και τις προϋποθέσεις που έχουν θεσπιστεί από την ισχύουσα νομοθεσία και τους κανονισμούς και ισχύουσες οδηγίες της Ευρωπαΐκής Ένωσης και της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου που αφορούν την παρεμπόδιση ξεπλύματος παράνομου χρήματος. Σε σχέση δε με τα όσα λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς διαμόρφωσης του ΠΣΑ αναφέρει ότι αυτά περιγράφονται αναλυτικά στην ΚΠΟΣ που είναι τα πλήρη στοιχεία που αφορούν τα εισοδήματα του και είναι φανερό, ως η θέση του, ότι ούτε μερίσματα από μετοχές αναφέρονται, ούτε οτιδήποτε άλλο επειδή δεν υπάρχουν και όπως πληροφορείται, αυτό που προβλέπει ο νόμος για την διαμόρφωση ΠΣΑ είναι ότι πρέπει να υποβληθεί στον ΣΑ ΚΠΟΣ και όχι οποιοδήποτε άλλο έγγραφο όπως φορολογική δήλωση. Μέσω της ΚΠΟΣ υπέβαλε όλα τα στοιχεία τα οποία έλαβε υπόψη για την διαμόρφωση του ΠΣΑ. Σε κάθε περίπτωση έχουν καταχωρηθεί οι φορολογικές δηλώσεις στις οποίες επίσης δεν αναφέρονται μερίσματα από μετοχές και επιβεβαιώνουν το περιεχόμενο της ΚΠΟΣ. Είναι η θέση του ότι η πρόταση για ΠΣΑ είναι προς το συμφέρον τόσο το δικό του όσο και των αιτητών διότι μεταξύ άλλων προβλέπει την εξόφληση όλου του εξασφαλισμένου χρέους εντός 60 μηνών. Σύμφωνα με τα όσα προβλέπεται στο άρθρο 65 του νόμου η μεταβίβαση οποιουδήποτε ακινήτου που έγινε πέραν των 3 χρόνων πριν από την αίτηση για ΠΣΑ δεν περιλαμβάνεται στην διαδικασία. Εξάλλου οι πιστωτές είχαν την ευκαιρία να κινήσουν νομικές διαδικασίες για δόλια αποξένωση 10 χρόνια πριν την καταχώρηση αίτησης για ΠΣΑ και δεν το έπραξαν. Είναι επίσης η θέση του ότι η διαμόρφωση ενός ΠΣΑ στηρίζεται στα οικονομικά δεδομένα που υπάρχουν κατά τον χρόνο διαμόρφωσης του τα οποία ο ίδιος είναι σε θέση να γνωρίζει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν τα επόμενα χρόνια και σε κάθε περίπτωση εφόσον υπάρξει αλλαγή των οικονομικών δεδομένων υπάρχουν σαφείς πρόνοιες του νόμου με βάση τις οποίες μπορεί να αναθεωρηθούν οι πρόνοιες του ΠΣΑ και στο βαθμό που είναι δυνατό να παραμείνει σε ισχύ, είναι βιώσιμο ΠΣΑ ενώ σε περίπτωση που είναι αδύνατον να ανταποκριθεί στο εν λόγω σχέδιο θα τερματιστεί οπότε τα πράγματα θα επανέλθουν στην προ του σχεδίου κατάσταση χωρίς να προκληθεί οποιαδήποτε βλάβη στα δικαιώματα των αιτητών. Όπως αναφέρει ο ΣΑ, οι πιστωτές μέσω του σχεδίου θα εισπράξουν όχι λιγότερα από αυτά που θα εισέπρατταν σε περίπτωση πτώχευσης του και είναι ολόκληρο το εξασφαλισμένο χρέος. Όπως πληροφορείται από τον δικηγόρο του και τον ΣΑ ο νόμος προβλέπει ότι μέσω του σχεδίου θα πρέπει να είναι στην ίδια ή και καλύτερη θέση με αυτήν που θα ήταν αν άμεσα εκποιείτο η ενυπόθηξε περιουσία του περιλαμβανομένης της κύριας κατοικίας του. Η διάθεση της περιουσίας στα πλαίσια πτώχευσης και η εκποίηση της δυνάμει υποθήκης είναι δύο διαφορετικά πράγματα τα οποία οι πιστωτές αναμειγνύουν και συγχυζουν συνειδητά και με προφανή σκοπό να δημιουργήσουν υπόβαθρο για τους ισχυρισμούς τους. Είναι η θέση του ότι οι αιτητές δεν έχουν αποδείξει ότι θα ήταν σε καλύτερη θέση αφού δεν έχουν παρουσιάσει μαρτυρία ενώπιον του δικαστηρίου σε σχέση με την εμπορευσιμότητα της περιουσίας του για να αποδείξουν ότι η επιλογή της πτώχευσης του είναι προτιμητέα παρά μόνο αρκούνται σε μία γενικόλογη και αόριστη θέση την οποία προβάλουν στην αρχική δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση ότι έχουν την ευκαιρία να πουλήσουν το ακίνητο στα πλαίσια της διαδικασίας του νόμου 9/1965. Όπως πληροφορείται από τον ΣΑ, αυτό το οποίο έχει σημασία και πρέπει να αξιολογηθεί από το δικαστήριο είναι το κατά πόσο το ποσό που θα εισπραχθεί από τους πιστωτές μέσω της διαδικασίας ΠΣΑ υστερεί από αυτό που θα εισπραχθεί από τη διάθεση της περιουσίας του. Πιστεύει ο ίδιος ότι από τα στοιχεία που παρατίθενται από τον ΣΑ μέσω της ΚΠΟΣ κι από τον ίδιο μέσω της ένορκης δήλωσης ότι σε περίπτωση εφαρμογής του ΠΣΑ οι αιτητές θα εισπράξουν τουλάχιστον ότι θα εισέπρατταν σε περίπτωση πτώχευσης του και ως εκ τούτου θα είναι στην ίδια θέση όπως προνοείται από το νόμο.
Όπως πληροφορείται από τον ΣΑ, με την ειδοποίηση για σύγκλιση συνέλευσης πιστωτών η οποία κοινοποιήθηκε προς τους πιστωτές με επιστολή ημερομηνίας 4 Ιουλίου 2024, είχε σταλεί και το ΠΣΑ που είχε διαμορφώσει ο ΣΑ και οι αιτητές απέφυγαν να ζητήσουν οποιεσδήποτε διευκρινίσεις ή εξηγήσεις ούτε ζήτησαν οποιεσδήποτε αλλαγές ή τροποποιήσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε συναινετική λύση, δεν έχουν θέση στην συνέλευση πιστωτών απορίες σε σχέση με την βιωσιμότητα του ΠΣΑ και δεν έχουν στείλει προηγουμένως γραπτό υπόμνημα. Είναι η θέση του ότι πληροί όλα τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζει ο νόμος και για το λόγο αυτό αιτήθηκε μέσω του ΣΑ την έκδοση προστατευτικό Διατάγματος το οποίο ορθά και δίκαια εκδόθηκε και οι αιτητες με κανέναν τρόπο δεν το αμφισβήτησαν.
Όπως τον πληροφορεί ο ΣΑ, σε όλη τη διάρκεια ισχύος του προστατευτικού διατάγματος παράλληλα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από τον νόμο έκανε επανειλημμένα προσπάθειες για κάποια συναινετική λύση ζητώντας από τους πιστωτές εισηγήσεις και προτάσεις για πιθανούς τρόπους αναδιάρθρωσης του χρέους στα πλαίσια του ΠΣΑ, αυτοί όμως δεν ανταποκρίθηκαν με αποτέλεσμα ο ΣΑ να προχωρήσει στην ετοιμασία πρότασης ΠΣΑ με βάση τα σημερινά οικονομικά δεδομένα και με τρόπο ώστε οι πιστωτές να είναι στην ίδια τουλάχιστον θέση με αυτήν που θα βρίσκονταν σε περίπτωση πτώχευσης. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι στα πλαίσια του ΠΣΑ θα εισπραχθει ποσό που είναι τουλάχιστον ίσο με αυτό που θα εισπραττόταν μέσω της πτώχευσης δηλαδή ίσο με το εξασφαλισμένο χρέος. Ταυτόχρονα θα δοθεί η δυνατότητα να αποφευχθεί η πτώχευση και να διατηρήσει την κύρια κατοικία η οποία όπως αναφέρει είναι και η μοναδική. Παρόλα ταύτα οι πιστωτές στα πλαίσια της συνέλευσης πιστωτών ψήφισαν αρνητικά απορρίπτοντας το ΠΣΑ χωρίς να εξηγήσουν τους λόγους και χωρίς να ζητήσουν οποιεσδήποτε αλλαγές ή τροποποιήσεις που κατά τη γνώμη τους θα το καθιστούσαν αποδεκτό. Όπως λαμβάνει συμβουλή από τον δικηγόρο του και τον ΣΑ οι πιστωτές κατά το στάδιο της γενικής συνέλευσης θα έπρεπε να ενεργήσουν ουσιαστικά με προτάσεις, εισηγήσεις και διαπραγματεύσεις για την κατάληξη σε ένα βιώσιμο πλάνο αποπληρωμής. Αντί αυτού οι αιτητές επέδειξαν πλήρη απάθεια και δεν πρότειναν ούτε αντιπρότειναν λύση που ενδεχομένως να τους ικανοποιούσε. Προφανώς είχαν προαποφασίσει ότι δεν τους ενδιαφέρει και δεν αποδέχονται καμιά λύση και εκ των υστέρων έρχονται να αμφισβητήσουν το ΠΣΑ με τρόπο γενικό και αόριστο. Ενημερώθηκε από τον ΣΑ για την απόρριψη του ΠΣΑ καθώς και για την διαδικασία που προβλέπεται για την επιβολή του και τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπει ο νόμος και συγκεκριμένα το άρθρο 72. Ειλικρινά πιστεύει και πληροφορείται ότι οι πιστωτές δεν έχουν συνεργαστεί με καλή πίστη αφού αρνήθηκαν ή παρέλειψαν να υποβάλουν οποιαδήποτε πρόταση για τον τρόπο αντιμετώπισης των χρεών στα πλαίσια του ΠΣΑ όπως προβλέπεται από το άρθρο 45 του νόμου, ούτε έχουν συνεργαστεί με τον ΣΑ για την εξεύρεση συναινετικής λύσης. Επίσης όπως πληροφορείται οι πιστωτές δεν έχουν συμμορφωθεί με την οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου οδηγία 2015 (η οδηγία) που αφορά τον χειρισμό δανειοληπτών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και επιβάλλουν την υποχρέωση να προτείνουν βιώσιμες λύσεις αναδιάρθρωσης.
Πιστεύει ότι η επίδικη αίτηση δεν γίνεται καλόπιστα αφού κανένας από τους λόγους ένστασης που προβλέπει ο νόμος δεν υφίσταται ενώ ταυτόχρονα πληροί όλα τα κριτήρια επιλεξιμότητας και ότι γίνεται προφανές ότι σε περίπτωση μη έγκρισης είναι πιθανό να πτωχεύσει και σε κάθε περίπτωση να χάσει την κύρια κατοικία χωρίς ο πιστωτής να έχει οποιοδήποτε επιπλέον όφελος σε σύγκριση με το ΠΣΑ. Όπως πληροφορείται από τον δικηγόρο του και τον ΣΑ, ότι σε περίπτωση μη τήρησης του προγράμματος αποπληρωμής και συνεπακόλουθης αποτυχίας του ΠΣΑ θα ανέλθει στην προ του ΠΣΑ κατάσταση. Μέσω του ΠΣΑ δίνεται η ευκαιρία να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις και να σώσει την κύρια κατοικία και να καταστεί φερέγγυος. Το βασικό σχέδιο αποπληρωμής όπως πληροφορείται και σύμφωνα με νομική συμβουλή που έχει λάβει λαμβάνει υπόψη όα τα αναγαία στοιχεία, γι’ αυτό εξάλλου και ο ΣΑ έχει την εξουσία και την υποχρέωση ανά πάσα στιγμή και τουλάχιστον μία φορά το χρόνο να αξιολογεί την όλη κατάσταση και αν απαιτεί να τροποποιεί το σχέδιο με αύξηση ή μείωση της δόσης
Η ένσταση της χρεώστιδος στην αίτηση 21/2024 υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της ίδιας και στην οποία επαναλαμβάνει τα όσα ο ενόρκως δηλών σύζυγος της αναφέρει στην δική του ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση του στην αίτηση 20/2024 με διαφοροποίηση βεβαίως σε σχέση με το ότι στν δική της περίπτωση αφορούσε ξεχωριστό διάταγμα που επιβλήθηκε μονομερώς όπως αναφέρεται στην αίτηση και στην ένσταση που την αφορά. Στην παρούσα περίπτωση τυγχάνουν κοινής διαχείρισης τα σχέδια της ίδιας και του αιτητή στην αίτηση 20/2024 και επειδή η ίδια είναι κατά ½ συνιδιοκτήτρια του επίδικου ενυπόθηκου ακινήτου μαζί με τον σύζυγό της, Γίνεται δε ξεχωριστή αναφορά για την δική της δήλωση που αφορά τα δικά της χρέη σε εξασφαλισμένα και μη εξασφαλισμένα και γενικά στη δική της οικονομική κατάσταση. Ειδικότερα δε σε σχέση με τη δική της οικονομική πορεία, αναφέρει ότι υπάρχει πραγματική μείωση των εισοδημάτων του τα οποία έχουν επισυμβεί από το 2000 και εντεύθεν και πριν την έκδοση του προστατευτικού διατάγματος και είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική μείωση του οιδήματος του κατά τουλάχιστον 25%. Συγκεκριμένα ενώ το έτος 2009 το εισόδημα της ήταν €13.159 το 2010 ήταν €14.013 και το 2011 €14.129, κατά το έτος 2012 από 31 Μαρτίου 2012 απολύθηκε από την εργασία ως πλεονάζον προσωπικό και στη συνέχεια γι περίοδο 6 μηνών λάμβανε ενεργειακό επίδομα με το εισόδημα να μειώνεται σε €10.972 μειωμένο κατά 22,25% σε σχέση με το 2011 και προερχόταν από το Ταμείο πλεονάζοντος και το Ταμείο ανεργίας. Προς το τέλος του 2012 δραστηριοποιήθηκε ως αυτοτελώς εργαζόμενη και έχει εγγραφεί στον Φόρο και στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις. Ακολούθως το 2013 το εισόδημα παρέμεινε αναλλοίωτο σε €2630 με την μείωση σε σχέση με το 2011 να ανέρχεται σε 71,4%. Στη συνέχεια το 2014 το εισόδημα της ήταν €7781 μειωμένο κατά 45% σε σύγκριση πάντα με το 2011, το 2015 €6383 μειωμένο κατά σχεδόν 55%, το 2016 €7554 μειωμένο κατά 46,5%, το 2017 €8292 μειωμένο κατά 41%, το 2019 €10.489 μειωμένο κατά 25,75%, το 2020 €8076 μειωμένο κατά 42,8%, το 2021 σε €8936 μειωμένο κατά 36,7%, το 2022 €7449 μειωμένα κατά 48% και το 2023 €1096 μειωμένο κατά 92,25%. Ο μέσος όρος της μείωσης για ολόκληρη την περίοδο 2011 έως 2023 είναι περίπου 48%. Κατά το 2018 είναι γεγονός ότι το εισόδημα της ήταν αρκετά ψηλό σε σύγκριση με τα υπόλοιπα, αυτό όμως δεν διαφοροποιεί με οποιοδήποτε τρόπο το γεγονός ότι τα προηγούμενα 6 και τα επόμενα 5 χρόνια είχε μειωθεί σημαντικά όπως περιγράφει στην δήλωση της και κατά τρόπο που δεν επέτρεπε την ανταπόκριση της στις οικονομικές της υποχρεώσεις. Εξάλλου όπως την πληροφορεί ο ΣΑ, το κρίσιμο και το σημαντικό είναι κατά πόσον από το 2009 και μετά μειώθηκαν τα εισοδήματα της κατά 25% τουλάχιστον και αν αυτή η μείωση ήταν η αιτία της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της. Όπως πληροφορείται από τον δικηγόρο της οποιαδήποτε μείωση των εισοδημάτων από το 2012 και μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου 65(Ι)/2015 τεκμαίρεται ότι οφείλεται στην οικονομική κρίση και οι αιτητές ουδεμία μαρτυρία περί του αντιθέτου παρουσίασαν.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΙΤΗΣΕΩΝ – ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ
Η ακροαματική διαδικασία διεξήχθη στη βάση των γραπτών αγορεύσεων που αμφότερες οι πλευρές καταχώρησαν και με τις επιπρόσθετες προφορικές διευκρινίσεις που έδωσαν. Τα όσα αμφότερες οι πλευρές παρουσίασαν και επικαλέστηκαν στις γραπτές και προφορικές τους αγορεύσεις είναι καταγεγραμμένα και δεν κρίνεται σκόπιμο να επαναληφθούν αυτολεξεί στο παρόν στάδιο, λαμβάνονται υπόψη στο σύνολο τους και θα γίνει ειδική αναφορά εκεί όπου κρίνεται σκόπιμο στα πλαίσια της παρούσας.
Ως προκύπτει από τα όσα έχουν αναφερθεί ανωτέρω, τόσο οι πιστωτές, όσο και οι χρεώστες στην παρούσα (και που αποτελεί κοινό έδαφος ως επαναλήφθηκε κατά το στάδιο των προφορικών αγορεύσεων ότι τα επίδικα ΠΣΑ τυγχάνουν κοινής διαχείρισης) προέβαλαν σειρά ζητημάτων, τα οποία είναι εν πολλοίς κοινά και στις δύο αιτήσεις, εξ΄ ου και εκδόθηκε Διάταγμα συνένωσης των δύο αιτήσεων σε προγενέστερο στάδιο.
Κατ΄ αρχήν θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο οι υπό εξέταση αιτήσεις είναι νομότυπες, έτσι ώστε να δύναται να προχωρήσει η εξέταση τους. Προσεκτική μελέτη των αιτήσεων, του χρόνου καταχώρησης, του Τύπου και του περιεχομένου τους, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι αυτές είναι νομότυπες και πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 24 του περί Αφερεγγυότητας Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2016.
Προχωρώντας στην ουσία των αιτήσεων, το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο όπως εξετάσει τη θέση των πιστωτών, ότι δηλαδή τα επίδικα ΠΣΑ θα πρέπει να ακυρωθούν , λαμβάνοντας υπόψη τις πρόνοιες του άρθρου 73(4) του Νόμου, επί του ότι τα ΠΣΑ προνοούν ότι οι χρεώστες θα απωλέσουν την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας τους.
Το άρθρο 73(4) του Νόμου προνοεί τα ακόλουθα:
«Το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 72 του παρόντος Νόμου μόνο στις περιπτώσεις όπου το Προσωπικό Σχέδιο Αποπληρωμής το οποίο απορρίφθηκε από τους πιστωτές δεν προνοεί ότι ο χρεώστης θα απωλέσει την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας του.»
Αυτή δε τους η θέση, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και με τον πυρήνα των υπό εξέταση αιτήσεων, ήτοι με τις αναφορές των χρεωστών ότι η εξόφληση του εξασφαλισμένου χρέους θα γίνει με εφάπαξ ποσού το οποίο θα εξασφαλισθεί από δανεισμό, από άλλον τραπεζικό οργανισμό, μετά από αίτημα που υπέβαλαν τα παιδιά των χρεωστών και προς τούτο θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω. Οι δε πιστωτές ως προς τούτο αντέταξαν ότι τα επίδικα ΠΣΑ δεν είναι βιώσιμα και δεν υπάρχει εύλογη προοπτική όπως οι χρεώστες θα καταστούν φερέγγυοι εντός των επόμενων 5 ετών.
Να τονισθεί σε αυτό το σημείο, ότι το άρθρο 73(4) του Νόμου αποτελεί μέρος του Τίτλου ΙΙΙ το οποίο πραγματεύεται τις προϋποθέσεις έκδοσης ΠΣΑ όταν αυτό δεν είναι συναινετικό και που προνοούνται μεταξύ άλλων τα κριτήρια επιλεξιμότητας που πρέπει να πληροί ένας χρεώστης.
Η πρόνοια του άρθρου 73(4) ανωτέρω ρητά παραπέμπει στις πρόνοιες του άρθρου 72. Το δε άρθρο 72(1)(στ)(ιι) ρητά παραπέμπει, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 35 στο οποίο προνοούνται κριτήρια επιλεξιμότητας, όπου μεταξύ άλλων, στο εδάφιο (1)(γ) του άρθρου 35 προνοείται ότι θα πρέπει να υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η συμμετοχή του χρεώστη σε τέτοιο διακανονισμό θα τον διευκολύνει να καταστεί φερέγγυος σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών.
Για σκοπούς όμως πληρότητας, θα πρέπει να υπομνησθεί, ότι οι πιστωτές αρχικά προβάλλουν ως θέση ότι το επίδικο ενυπόθηκο ακίνητο δεν δύναται να θεωρηθεί ως κύρια κατοικία τους και ως ιδιοκτησία τους, επί του ότι αμφότεροι οι χρεώστες είναι κατά ½ μερίδιο ιδιοκτήτες αυτού και όχι εις ολόκληρο. Συνεπώς κρίνεται σκόπιμο όπως πρώτα εξεταστεί η θέση τους αυτή με βάση τις πρόνοιες του Νόμου.
Ως προς τούτο, τον σχετικό ορισμό τον δίδει το άρθρο 2 του Νόμου, το οποίο προνοεί τα ακόλουθα:
«ιδιόκτητη κατοικία» σημαίνει κατοικία σε σχέση με την οποία-
(α) ο χρεώστης είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης αυτής· ή
(β) ο χρεώστης είναι ο αγοραστής, δυνάμει σύμβασης πώλησης, η οποία έχει κατατεθεί σε οποιοδήποτε Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο δυνάμει των διατάξεων του περί Πώλησης Ακινήτων (Ειδική Εκτέλεση) Νόμου και ο οποίος έχει τηρήσει πλήρως τις δυνάμει της σχετικής σύμβασης πώλησης συμβατικές υποχρεώσεις έναντι του πωλητή ή έχει καταβάλει τουλάχιστον το ογδόντα τοις εκατόν (80%) του τιμήματος πώλησης· ή
(γ) βρίσκεται σε ισχύ σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, και στην οποία ο αντισυμβαλλομένος στη σύμβαση μισθωτής της είναι ο χρεώστης και διαμένει για περίοδο τουλάχιστον έξι (6) μηνών κατ' έτος»·
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι ο νομοθέτης δεν θέτει οποιονδήποτε περιορισμό ως προς το ποσοστό ιδιοκτησίας που ο χρεώστης θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης και δη ότι θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης εις ολόκληρο και μόνο, ως η θέση των πιστωτών. Συνεπώς, από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι ο χρεώστης και η χρεώστιδα στις υπό εκδίκαση αιτήσεις, είναι κατά ½ μερίδιο συνιδιοκτήτες του ενυπόθηκου ακινήτου για το οποίο γίνεται αναφορά στα υπό εξέταση ΠΣΑ, που ως αναφέρθηκε πιο πάνω τυγχάνουν κοινής διαχείρισης και ότι το εν λόγω ακίνητο αποτελεί την κύρια κατοικία τους.
Το ερώτημα επομένως που τίθεται είναι κατά πόσο πληρούνται στην προκειμένη οι προϋποθέσεις του άρθρου 73(4) του Νόμου.
Ως προς τούτο, θα πρέπει πρώτα να τονιστούν τα εξής. Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι τα σχέδια που επιβλήθηκαν μονομερώς στην παρούσα διαδικασία και που έχουν απορριφθεί από τις συνελεύσεις πιστωτών, προνοούν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
«Το εξασφαλισμένο χρέος προς την GORDIAN HOLDINGS LTD ποσού €320,000 το οποίο αφορά το μέρος του χρέους που εξασφαλίζεται με το ακίνητο [ ] και θα αποπληρωθεί με εφάπαξ καταβολή όλου του ποσού από δανεισμό που έχουν αιτηθεί τα παιδιά του χρεώστη από άλλο τραπεζικό λογαριασμό. Σε περίπτωση που δεν καταστεί εφικτός ο δανεισμός…….. τότε προτείνουμε την όπως το εξασφαλισμένο μέρος τους χρέους προς την GORDIAN HOLDINGS LTD ποσού €320,000 το οποίο αφορά το υποθηκευμένο ακίνητο [ ] αποπληρωθεί ως εξής: Πώληση του ακινήτου [ ] από τον χρεώστη υπό την εποπτεία του συμβούλου αφερεγγυότητας και καταβολή των εσόδων από την πώληση στην GORDIAN HOLDINGS. Το ποσό πώλησης δεν θα είναι κάτω από την αγοραία αξία του/των ακινήτων δηλαδή €320,000»
Επιπρόσθετα με τα πιο πάνω, οι χρεώστες προβάλλουν την θέση ότι ως προς το επίδικο ακίνητο, σκοπός τους είναι όπως, στην υστάτη, αυτό να μην αποκτηθεί από ξένους μετά από πώληση, αλλά όπως αυτό αποκτηθεί από μέλη της οικογένειας στα οποία αυτό θα πωληθεί.
Από τα πιο πάνω, προκύπτει αβίαστα ότι στα ΠΣΑ τα οποία απορρίφθηκαν από τη συνέλευση των πιστωτών, γίνεται ρητή πρόνοια ότι οι χρεώστες θα απωλέσουν την κύρια κατοικία τους. Αυτό προκύπτει αβίαστα από τα βήματα που προβλέπονται ότι θα γίνουν και που έχουν ως απώτερο στόχο να πωληθεί η εν λόγω κατοικία, σε περίπτωση που ο δανεισμός που τα παιδιά των χρεωστών αιτήθηκαν από άλλο τραπεζικό οργανισμό απορριφθεί και με τον οποίο θα εξοφληθεί το εξασφαλισμένο χρέος. Συνεπώς, τα επίδικα ΠΣΑ, δεν πληρούσαν τις ρητές και σαφείς πρόνοιες του άρθρου 73(4) του Νόμου, που ρητά προνοεί ότι Δικαστήριο δύναται να εκδώσει Διάταγμα δυνάμει του άρθρου 72, μόνο στις περιπτώσεις που ΠΣΑ που απορρίφθηκε από τη συνέλευση των πιστωτών δεν προνοεί ότι θα απωλέσει την ιδιοκτησία της κύριας κατοικίας του.
Αν και με την πιο πάνω κατάληξη ουσιαστικά σφραγίζεται και η έκβαση της παρούσας, εν τούτοις το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει και κατά πόσο πληρείτο στην προκειμένη το κριτήριο επιλεξιμότητας που προνοείται στο άρθρο 35(1)(γ) του Νόμου και συγκεκριμένα κατά πόσο η συμμετοχή των χρεωστών στην παρούσα σε τέτοιο διακανονισμό θα τους διευκολύνει να κατασούν φερέγγυοι σε περίοδο όχι μεγαλύτερη των πέντε (5) ετών, αφού είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την πρόταση που οι χρεώστες στην παρούσα υπέβαλαν για εξόφληση του εν λόγω εξασφαλισμένου χρέους προς τους πιστωτές.
Από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι στην προκειμένη περίπτωση, οι χρεώστες προβάλλουν ως πρόταση διακανονισμού όπως το εν λόγω χρέος εξοφληθεί από δανεισμό που τα παιδιά τους αιτήθηκαν από άλλον τραπεζικό λογαριασμό. Αυτή η θέση όπως, όπως έχει διατυπωθεί, έχει το στοιχείο της γενικότητας, ασάφειας, αοριστίας και κυρίως αβεβαιότητας. Αυτό καθότι δεν έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, είτε από τα παιδιά των χρεωστών, είτε από τον εν λόγω τραπεζικό οργανισμό, εκείνα τα στοιχεία που να πείθουν ότι αυτός ο δανεισμός είναι εφικτός ή τουλάχιστον έχει εύλογες προοπτικές έγκρισης και εκταμίευσης του προς εξόφληση του εν λόγω χρέους.
Πέραν τούτου, μέσα από το περιεχόμενο των ΠΣΑ που έχουν απορριφθεί και τα οικονομικά δεδομένα/δυνατότητες των χρεωστών, δεν προκύπτει εύλογη προοπτική όπως αυτοί θα καταστούν φερέγγυοι εντός των επόμενων 5 ετών, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του χρεώστη, το γεγονός ότι αυτός είναι άνεργος και χωρίς ορατές προοπτικές επαγγελματικής του επαναδραστηριοποίησης ή εξεύρεσης εργασίας, ως επίσης και από τα όσα προκύπτουν από τις οικονομικές δυνατότητες της χρεώστιδας. Συνεπώς αμφότεροι δεν πληρούσαν το εν λόγω κριτήριο επιλεξιμότητας.
Στην βάση των πιο πάνω, το Δικαστήριο κρίνει ότι παρέλκει η εξέταση των υπολοίπων θεμάτων που εγείρονται από τους πιστωτές στις υπό εξέταση αιτήσεις.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Συνεπώς, θα πρέπει να παραμεριστούν και παραμερίζονται τα πιο κάτω:
Α) Το διάταγμα ημερομηνίας 23 Σεπτεμβρίου 2024 το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης με αριθμό 20/2024 και που αφορά τον ΑΜ (ο χρεώστης) το οποίο επιβλήθηκε μονομερώς στους καθορισμένους πιστωτές στο προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής (ΠΣΑ) του χρεώστη και το οποίο έχει απορριφθεί κατά την συνέλευση πιστωτών ημερομηνίας 18 Ιουλίου 2024.
Β) Το Διάταγμα ημερομηνίας 20 Σεπτεμβρίου 2024 το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης υπ΄ αριθμόν 21/2024 και που αφορά την ΑΝΝΜ (η χρεώστιδα) το οποίο επιβλήθηκε μονομερώς στους καθορισμένους πιστωτές στο προσωπικό σχέδιο αποπληρωμής (ΠΣΑ) της χρεώστιδας και το οποίο είχε απορριφθεί κατά την συνέλευση πιστωτών ημερομηνίας 18 Ιουλίου 2024.
Οι δύο πιο πάνω αιτήσεις οι οποίες έχουν συνεκδικαστεί αποσυνεώνονται για σκοπούς έκδοσης διατάγματος ως προς τα έξοδα.
(Υπ.) …………………………………...
Α. Φυλακτού, Α.Ε.Δ
Πιστόν αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο