ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. SKY WOLF LUNA PARK LIMITED, Αρ. Υπ. 11441/2022, 5/8/2024
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ν. SKY WOLF LUNA PARK LIMITED, Αρ. Υπ. 11441/2022, 5/8/2024

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Ενώπιον: Λ. ΧΑΒΙΑΡΑ, Προσ. Ε.Δ.

 

Αρ. Υπ. 11441/2022

Μεταξύ:

ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Κατηγορούσα Αρχή

-και-

 

SKY WOLF LUNA PARK LIMITED

Κατηγορούμενη

Ημερομηνία: 5.8.2024

Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα. Σιήκκη

Για Κατηγορούμενη: κ. Θεοδούλου 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Το Κατηγορητήριο

Η Κατηγορούμενη αντιμετωπίζει την κατηγορία της παράλειψης καταβολής ετήσιων δικαιωμάτων από νομικό πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση, βιομηχανία, βιοτεχνία, εργασία, εμπόριο, επιτήδευμα ή επάγγελμα εντός των δημοτικών ορίων Λάρνακας για διατήρησης επαγγελματικής άδειας για το έτος 2021, κατά παράβαση των άρθρων 2, 103, 104 και 109 του περί Δήμων Νόμου 111/85 ως τροποποιήθηκε.

Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος ως αυτές εκτίθενται στην πρώτη και μοναδική κατηγορία, η Κατηγορούμενη παράλειψε την καταβολή των ετήσιων δικαιωμάτων για το ποσό των €275, ήτοι €250 ως τέλη και €25 ως επιβάρυνση, για διατήρηση επαγγελματικής άδειας για το έτος 2021 τα οποία ήταν καταβλητέα εις το Δήμο Λάρνακας, ως αρμόδια Αρχή για την επιβολή δικαιωμάτων σε νομικά πρόσωπα για άσκηση επιχείρησης ή και βιομηχανίας ή/και βιοτεχνίας ή/και εργασίας ή/και εμπορίου, επιτηδεύματος ή/και επαγγέλματος εντός των δημοτικών ορίων Λάρνακας.

 

Μαρτυρία

Για να αποδείξει την υπόθεση η Κατηγορούσα Αρχή κάλεσε ένα μάρτυρα ο οποίος βρίσκεται στην υπηρεσία του Δήμου Λάρνακας και είναι υπεύθυνος σο τμήμα εισπράξεων στο κέντρο εξυπηρέτησης του δημότη (ΜΚ1). Ο ΜΚ1 ανάφερε ότι τηρείται αρχείο για τις φορολογίες των νομικών προσώπων και παρουσίασε γενική κατάσταση για την Κατηγορούμενη εταιρεία (Τεκμήριο 1). Η κατάσταση ετοιμάστηκε από το σύστημα του τμήματος. Ως προς την γνωστοποίηση των φορολογιών, οι εταιρείες ενημερώνονται ταχυδρομικώς βάσει της διεύθυνσης που έχουν στον Έφορο Εταιρειών. Την τελική εντολή για ταχυδρόμηση της επιστολής έχει το τμήμα του. Αποστέλλονται οι επιστολές, πρόσθεσε, γύρω στον Σεπτέμβρη και δικαιούνται να πληρώσουν (οι εταιρείες) μέχρι το τέλος του χρόνου και έτσι έγινε και στην παρούσα περίπτωση (Τεκμήριο 2). Και για τα προηγούμενα έτη οι επιστολές με την ειδοποίηση φορολογίας αποστέλλονταν στην ίδια διεύθυνση.

Ανάφερε ακολούθως ο ΜΚ1 ότι για το έτος 2020 έγινε ένσταση από την Κατηγορούμενη και απαντήθηκε με απόρριψη από την επιτροπή ενστάσεων. Ζητήθηκαν κάποια επιπρόσθετα στοιχεία τα οποία δεν δόθηκαν για αυτό και απορρίφθηκε οριστικά. Για το έτος 2021 το ποσό για διατήρηση επαγγελματικής άδειας είναι απλήρωτο μέχρι σήμερα. Εξ όσων γνωρίζει δεν έχει καταχωριστεί από την Κατηγορούμενη προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο για την απόφαση του Δήμου Λάρνακας να την φορολογήσει για το έτος 2021.

Στην αντεξέταση του ρωτήθηκε εάν γνωρίζει κατά πόσο ο Δήμος Λάρνακας είχε επιβάλει επαγγελματικό φόρο στην Κατηγορούμενη το 2004 και είπε ότι το είχε κοιτάξει. Συμφώνησε ότι είχε ενστεί τότε η Κατηγορούμενη στις 9.9.2004 και ο Δήμος Λάρνακας είχε απαντήσει στις 12.10.2004 ότι δεν θα πληρωνόταν η φορολογία (Τεκμήριο 3). Υποβλήθηκε ακολούθως στον ΜΚ1 ότι καμία άλλη φορολογία επιβλήθηκε μετά από το 2004 μέχρι το 2020 στην Κατηγορούμενη, θέση με την οποία διαφώνησε απαντώντας ότι δεν επιβλήθηκε μέχρι το 2019. Από το 2020 και έπειτα επιβλήθηκε.

Για την ένσταση που υπόβαλε η Κατηγορούμενη για το έτος 2020 συμφώνησε ότι ζητήθηκαν να προσκομιστούν συγκεκριμένα δικαιολογητικά και του υποδείχθηκαν οι σχετικές επιστολές (Τεκμήρια 4, 5 και 6). Στην πρώτη ένσταση, είπε, υπήρχαν κάποια δικαιολογητικά και ζητήθηκε η επαγγελματική άδεια από τον Δήμο Αραδίππου η οποία δεν προσκομίστηκε συνεπώς η ένσταση απορρίφθηκε. Ρωτήθηκε ακόμη εάν έχει υπόψιν του την επιστολή ημερομηνίας 7.4.2021 (Τεκμήριο 7) σε σχέση με την απόρριψη της πιο πάνω ενστάσεως και είπε ότι, δεν συμμετέχει στην επιτροπή ενστάσεων. Εκείνου του κοινοποιούνται οι αποφάσεις και είπε ότι η επιστολή 7.4.2021 αφορά στο έτος 2020 και όχι το 2021.

Για την επιβολή τελών για το έτος 2021, του υποδείχθηκε η ειδοποίηση ημερομηνίας 30.7.2021 και την αναγνώρισε (Τεκμήριο 8) αναφέροντας ότι αυτή είναι που αποστάληκε χωρίς επιβαρύνσεις. Ρωτήθηκε κατά πόσο όταν αποστέλνεται μια ειδοποίηση που αφορά το 2021 και υπάρχουν ακόμη οφειλόμενα από το 2020 αν θα αναφέρονται και αυτά του 2020 και είπε μάλιστα. Παρουσιάστηκε βέβαιος ότι για το έτος 2021 δεν ασκήθηκε ένσταση από πλευράς Κατηγορούμενης. Του υποδείχθηκε επιστολή ημερομηνίας 31.8.2021 την οποία αναγνώρισε ως ειστολή που φέρει τίτλο ένσταση - ιεραρχική προσφυγή στην ειδοποίηση 30.7.2021 (Τεκμήριο 9) και είπε ότι υπάρχει απάντηση. Του υποδείχθηκε και δεύτερη επιστολή ίδιας ημερομηνίας (Τεκμήριο 10) για την οποία είπε ότι ο ίδιος δεν την είδε, την είδε η επιτροπή ενστάσεων όμως συμφώνησε ότι στάλθηκε. Είπε επίσης, ότι έχει υπόψιν του και την επιστολή ημερομηνίας 16.5.2023 (Τεκμήριο 11). Συμφώνησε ότι το πρώτο επισυνημμένο έγγραφο στο Τεκμήριο 11 είναι βεβαίωση του Δήμου Αραδίππου (Τεκμήριο 12) και ότι γράφει στο σώμα της πως εκεί που στεγάζεται η Κατηγορούμενη είναι γεωργική ζώνη χωρίς διεύθυνση και έχει μόνο ταχυδρομικό κώδικα. Του υποδείχθηκε το δεύτερο επισυνημμένο έγγραφο στην ίδια επιστολή και ρωτήθηκε εάν φαίνεται ότι ο Δήμος Αραδίππου έχει την Κατηγορούμενη ως φορολογούμενη (Τεκμήριο 13) και είπε ότι έτσι φαίνεται, δεν ξέρουμε όμως για ποια χρονιά. 

Έπειτα, υποδείχθηκε στον ΜΚ1 επιστολή ημερομηνίας 5.3.2024 την οποία συμφώνησε ότι έχει υπόψιν (Τεκμήριο 14) και συμφώνησε ότι υπήρχε σε αυτήν μια βεβαίωση ημερομηνίας 1.3.2024 (Τεκμήριο 15) στην οποία αναφέρεται ότι η Κατηγορούμενη δεν έχει οφειλές στον Δήμο Αραδίππου. Για την δηλωμένη διεύθυνση στον Έφορο Εταιρειών ρωτήθηκε αν εκεί υπάρχει μια κατοικία και είπε ότι είναι καταχωρημένη μια οικία στο σύστημα του Δημαρχείου αλλά προσωπικά δεν γνωρίζει. Του υποβλήθηκε ότι τα σκύβαλα και ο φόρος κοιμητηρίου δεν είναι στο όνομα της Κατηγορούμενης αλλά στο όνομα άλλου φυσικού προσώπου και απάντησε ότι είναι σε άλλο όνομα το οποίο ο διευθυντής της Κατηγορούμενης τους είπε ότι είναι η κόρη του σε μια επιστολή και έβαλε ενοικιαστήριο έγγραφο που λέει ότι είναι το σπίτι της κόρης του. Ρωτήθηκε εάν υπάρχει ενοικιαστήριο με ενοικιαστή κάποιον Μ.Ι. και είπε ναι, ημερομηνίας του 2022. Συμφώνησε ότι χρησιμοποιείται από άλλο ενοικιαστή αλλά δεν μπορεί να το γνωρίζει γιατί δεν είναι στην επιτροπή ενστάσεων ούτε το είδε από κοντά. Ρωτήθηκε αν πήγαν στην Αραδίππου να ελέγξουν και είπε ότι δεν έχουν το δικαίωμα σαν Δήμος Λάρνακας.

Ρωτήθηκε ακολούθως εάν συμφωνεί πως όταν στάληκε η επιστολή 16.3.2023 επισυνάφθηκε και βεβαίωση από τον Δήμο Αραδίππου ότι υπάρχει ταχυδρομική θυρίδα στο όνομα της Κατηγορούμενης και δεν έχει διεύθυνση και είπε ότι δεν δόθηκαν αυτά τα στοιχεία έγκαιρα. Η ταχυδρομική θυρίδα φαίνεται για το 2023-2024 και όχι για το 2021. Σε σχέση με το Τεκμήριο 16 που είναι επιστολή με την οποία απαντά ο Έφορος Εταιρειών ότι δεν μπορεί να αποδεθχεί ως διεύθυνση εγγεγραμμένου γραφείου μια τοποθεσία, είπε ότι έτσι φαίνεται αλλά δεν γνωρίζει τους νόμους. Ο Δήμος Λάρνακας ζήτησε να σταλεί επαγγελματική άδεια της Αραδίππου αφού η Κατηγορούμενη στεγάζεται στην Αραδίππου και δεν στάληκε, άρα η επαγγελματική άδεια πρέπει να πληρωθεί στην Λάρνακα. Δεν μίλησε είπε με τον Δήμο Αραδίππου διότι μίλησαν με τον πελάτη για τι χρειάζεται. Ξεκαθάρισαν ότι ζητούσαν το τέλος επαγγελματικής άδειας της Αραδίππου για το 2020. Ρωτήθηκε για το 2021 και είπε ότι έστειλαν φορολογία και δεν πληρώθηκε. Ρωτήθηκε ξανά αν έγινε ένσταση για το 2021 και είπε όχι, δόθηκε απάντηση στις 31.8.2021 από τους νομικούς του Δήμου Λάρνακας. Δεν γνωρίζει εάν η απάντηση στάλθηκε προς τον κ. Θεοδούλου ή την Κατηγορούμενη.

Υποβλήθηκε στον ΜΚ1 ότι ουδέποτε η Κατηγορούμεη υπέβαλλε επαγγελματική άδεια και είπε δεν το έκανε. Του υποβλήθηκε ότι δεν το έκανε γιατί ουδέποτε ενέπιπτε στα όρια του Δήμου Λάρνακας και είπε ότι ως λούνα παρκ μπορεί να δουλέψει οπουδήποτε. Δεν γνωρίζει όμως εάν δραστηριοποιήθηκε στην Λάρνακα.

Αξιολόγηση

Παρακολούθησα με προσοχή τον μάρτυρα. Ολόκληρη η μαρτυρία του έχει καταγραφεί στα πρακτικά και έχει αποτιμηθεί στο σύνολο της. Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του, έχοντας εξετάσει και το περιεχόμενο των εγγράφων που κατατέθηκαν ως Τεκμήρια, έλαβα υπόψη την εικόνα του στο Δικαστήριο αλλά εξέτασα επίσης την μαρτυρία του και υπό το φως της ανθρώπινης πείρας και συμπεριφοράς, στοιχείο αποφασιστικής σημασίας για να καταλήξει το Δικαστήριο ως προς την αξιοπιστία του (βλ. Ζαβρού ν.  Χαραλάμπους (1996) 1 Α.Α.Δ 447, Χριστοφή ν Ζαχαριάδη (2002) 1 Α.Α.Δ 401, Παπαδοπούλου v Αστυνομίας  (2007) 2 Α.Α.Δ 173, Κυπριανού ν Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ 816). Μικρές αντιφάσεις σε ασήμαντες λεπτομέρειες ή ελαχίστου σημασίας ανακρίβειες δεν καταστρέφουν την όλη αξιοπιστία του μάρτυρα, την οποία το Δικαστήριο δεν εξετάζει αποσπασματικά (βλ. Κουδουνάρης ν Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ 320).

Με βάση τα πιο πάνω προχωρώ να καταγράψω όσα αποκόμισα από την ενώπιον μου μαρτυρία, αναφέροντας ευθύς εξ’ αρχής πως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου σε σχέση με προηγούμενη στάση ή συμπεριφορά του Δήμου Λάρνακας ή προγενέστερες επιβολές τελών λαμβάνονται υπόψιν μόνον επικουρικά ως προς την διαπίστωση του κατά πόσον στοιχειοθετείται το αδίκημα που καταλογίζεται στην Κατηγορούμενη και για σκοπούς εξέτασης του ζητήματος καταχρηστικής συμπεριφοράς από μέρους του Δήμου (με το οποίο ασχολούμαι σε κατοπινό στάδιο της παρούσας απόφασης).

Ο ΜΚ1 άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο. Απαντούσε με ευθύτητα στις ερωτήσεις που του υποβάλλονταν και έδωσε στο Δικαστήριο την εικόνα ενός ειλικρινούς προσώπου που προσήλθε στο Δικαστήριο για να μαρτυρήσει την αλήθεια σε σχέση με όλες τις ενέργειες στις οποίες προέβη ο Δήμος Λάρνακας αναφορικά με την υπό κρίση υπόθεση. Σημειώνω ότι η μαρτυρία του στον μεγαλύτερο βαθμό δεν αμφισβητήθηκε από την υπεράσπιση. Αντίθετα, τα όσα έγγραφα υποδεικνύονταν στον ΜΚ1 αποκάλυπταν ότι ακριβώς αυτός έλεγε την αλήθεια. Η ειλικρίνεια του ΜΚ1 διαφάνηκε και από το γεγονός ότι δεν δίστασε να παραδεχθεί ότι ουδέποτε έγινε επιθεώρηση στην δηλωμένη διεύθυνση της Κατηγορούμενης. Η μαρτυρία του σε σχέση με την επιβολή των τελών και την ειδοποίηση αναφορικά με την πληρωμή τους σχετικά, δεν αμφισβητήθηκε από την υπεράσπιση. Αποδέχομαι συνεπώς την μαρτυρία του στο σύνολο της.

Ευρήματα

Στην υπό κρίση περίπτωση ουδέποτε αποτέλεσαν αμφισβητούμενα γεγονότα τα πιο κάτω:

-       Ο Δήμος Λάρνακας επέβαλε φορολογία το 2004 και έπειτα ενστάσεως αποφάσισε όπως η Κατηγορούμενη δεν πληρώσει οποιοδήποτε ποσό.

 

-       Ο Δήμος Λάρνακας από το 2004 μέχρι το 2019 δεν επέβαλε φορολογία – τέλη στην Κατηγορούμενη. Το έπραξε όμως για το έτος 2020.

 

-       Το 2020 εξετάστηκε από την επιτροπή ενστάσεων ένσταση της Κατηγορούμενης η οποία απορρίφθηκε.

 

-       Το 2021 επιβλήθηκε επίσης φορολογία στην Κατηγορούμενη με ειδοποίηση την οποία η Κατηγορούμενη παράλαβε.

 

-       Η Κατηγορούμενη αντέδρασε με επιστολή – ένσταση μέσω του συνηγόρου της.

 

-       Η Κατηγορούμενη από τότε μέχρι σήμερα δεν έχει καταβάλει οποιοδήποτε ποσό για την φορολογία - τέλη που της επιβλήθηκε το 2021.

 

Στην βάση της πιο πάνω αξιολόγησης αποτελούν επίσης ευρήματα του Δικαστηρίου ότι η Κατηγορούμενη μετά την επιβολή φορολογίας – τελών για το έτος 2021 απέστειλε τις επιστολές Τεκμήρια 9, 10, 11 και 14 και ότι δεν προσκομίστηκε στον Δήμο Λάρνακας απόδειξη καταβολής των τελών για το έτος 2021 από τον Δήμο Αραδίππου.

Νομική Πτυχή

Με την άρνηση των Κατηγοριών η Κατηγορούσα Αρχή έχει υποχρέωση να αποδείξει κάθε συστατικό στοιχείο των αδικημάτων, με αποδεκτή μαρτυρία, και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και εάν είναι (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν Σπύρος Σπύρου (2002) 2 ΑΑΔ 71, Λοϊζου ν Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363 και Σωτηριάδης ν Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 482). Ο κατηγορούμενος δεν υποχρεούται να αποδείξει ότι οι ισχυρισμοί του είναι αληθινοί ή βάσιμοι αλλά αρκεί η δημιουργία λογικής αμφιβολίας. Διαφορετική προσέγγιση θα παραβίαζε το τεκμήριο της αθωότητας το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 12(4) του Συντάγματος (Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211, σελίδα 218).

 

Υπάρχουν όμως εξαιρέσεις όπου το βάρος απόδειξης δύναται να μετατοπιστεί. Ως καταγράφεται στην σελ. 179 στου συγγράμματος Το Δίκαιο της Απόδειξης των Τάκη Ηλιάδη και Νικόλα Σάντη:

 

 «Έτσι, όταν συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη δημιουργεί ποινικό αδίκημα που όμως δεν συνιστά αδίκημα εάν η πράξη εκτελείται από πρόσωπο που κατέχει τα προσόντα ή την άδεια συγκεκριμένης αρχής, τότε ο κατηγορούμενος έχει το βάρος να αποδείξει ότι κατέχει τα προσόντα ή τη σχετική άδεια και τούτο γιατί οι λεπτομέρειες βρίσκονται μόνο στην προσωπική γνώση ή κατοχή του και είναι δύσκολο (αν όχι αδύνατο) για την Κατηγορούσα Αρχή να τις αντικρούσει. Σε τέτοια περίπτωση, ο κατηγορούμενος μπορεί να αποσείσει το σχετικό βάρος στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων (R v Carr-Braint (1943)2 All ER 156)»

 

Αναφορικά με το αδίκημα που αντιμετωπίζει η Κατηγορούμενη, σχετικό είναι το άρθρο 104 του Νόμου 111/85 το οποίο προνοεί τα εξής:

«Το συμβούλιο επιβάλλει σε νομικά πρόσωπα τα οποία ασκούν οποιαδήποτε επιχείρηση, βιομηχανία, βιοτεχνία, εργασία, εμπόριο, επιτήδευμα ή επάγγελμα, εντός των δημοτικών ορίων, ετήσια δικαιώματα σύμφωνα με τον Τρίτο Πίνακα.»

Το άρθρο 106 προνοεί για τον χρόνο καταβολής των δικαιωμάτων ως ακολούθως:

«Τα ετήσια δικαιώματα που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 104, είναι πληρωτέα σε ημερομηνία η οποία καθορίζεται από το συμβούλιο, εντός του έτους αναφορικά με το οποίο έχουν επιβληθεί.»

Στο άρθρο 109 αναφέρονται τα πιο κάτω:

«Οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο αρνείται ή παραλείπει ή αμελεί να παράσχει στο συμβούλιο τα επιβαλλόμενα δικαιώματα εντός της καθορισμένης χρονικής περιόδου, δυνάμει των άρθρων 104 και 106, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ.»

Προκειμένου, να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία εναντίον της Κατηγορούμενης, το Δικαστήριο, θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι η πράξη επιβολής των τελών στην Κατηγορούμενη, της έχει κοινοποιηθεί, ότι αυτή κατέστη ανέκκλητη και ότι τα τέλη δεν έχουν πληρωθεί.

 

Η απόφαση για επιβολή και η ειδοποίηση επιβολής τελών, ως ορθώς υποδεικνύει η ευπαίδευτη εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής συνιστά διοικητική πράξη δυνάμενη να αναθεωρηθεί βάσει του Συντάγματος και να προσβληθεί με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο. Το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν έχει τέτοια δικαιοδοσία (βλ. Sigma Radio Tv v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2006) 1 Α.Α.Δ. 155, Δήμος Αγίου Αθανασίου ν. James Peter Pazaraki (2004) 2 Α.Α.Δ. 524, Χριστοδούλου ν. Έπαρχος Λεμεσού (2000) 2 Α.Α.Δ. 128).

Το Επαρχιακό Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει κατά πόσο υπάρχει έγκυρη εκτελεστή διοικητική πράξη. Για να τελειωθεί μια διοικητική πράξη πρέπει να έρθει εις γνώση του διοικούμενου και από τότε που γίνεται γνωστή η βούληση της διοίκησης ξεκινά και ο χρόνος προθεσμίας της προσφυγής (βλ. Χατζήκυριακος ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2269, Δήμος Αγίου Αθανασίου ανωτέρω).  

Στην Αδάμου ν Συμβούλιο Βελτιώσεως Ξυλοφάγου (1994) 2 Α.Α.Δ. 137 τονίστηκαν τα πιο κάτω:

«Αποκλειστική δικαιοδοσία για τον έλεγχο της νομιμότητας αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων αρχών ή οργάνων της Δημοκρατίας που ασκούν εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία έχει το Ανώτατο Δικαστήριο. Μόνο το Ανώτατο Δικαστήριο είναι αρμόδιο να προβεί στην αναθεώρηση πράξεων της Διοίκησης και να τις ακυρώσει για τους λόγους που προβλέπονται στο Άρθρο 146.1. Η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του Άρθρου 146.1, όπως και πρόσφατα επαναλάβαμε, διαχωρίζεται θεσμικά από την πολιτική δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου (Βλ. Συμβούλιο Εγγραφής Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών v. Κωνσταντίνου και Άλλων (1994) 3 Α.Α.Δ. 453). Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με την ποινική δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Μόνο στην περίπτωση νόσφησης εξουσίας μπορεί πράξη να αγνοηθεί διότι στην περίπτωση εκείνη το προϊόν της νόσφησης δεν περιέρχεται στη σφαίρα του δικαίου.»

 

Στην Χριστοδούλου ανωτέρω, τονίστηκαν τα εξής:

 

«Η δικαιοδοσία του ποινικού δικαστηρίου για αξιόποινες παραλείψεις καταβολής φορολογίας προϋποθέτει το ανέκκλητο της φορολογίας, με μόνο παρεπόμενο την είσπραξή της. Προσλαμβάνει αυτό το χαρακτήρα η επιβληθείσα φορολογία, εφόσον περιέλθει σε γνώση του διοικουμένου και αφού παρέλθει ο χρόνος για την προσβολή της ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Προϋπόθεση για το ανέκκλητο της υποχρέωσης καταβολής της φορολογίας αποτελεί η γνωστοποίησή της στο διοικούμενο ή, έστω, η λήψη γνώσης του περιεχομένου της εκ μέρους του και η πάροδος, από την ημέρα εκείνη, του χρονικού διαστήματος των 75 ημερών για την άσκηση προσφυγής - (Άρθρο 146.3 του Συντάγματος)».

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση δεν αμφισβητήθηκε από την υπεράσπιση ότι κοινοποιήθηκε στην Κατηγορούμενη η ειδοποίησης υποβολής τελών και επιβολή τελών. Ήταν μη αμφισβητούμενο γεγονός επίσης ότι δεν καταχωρήθηκε οποιαδήποτε προσφυγή εντός 75 ημερών από την ημερομηνία της γνωστοποίησης. Δεν υπήρξε επίσης αμφισβήτηση ότι δεν έχουν μέχρι σήμερα πληρωθεί τα τέλη που επιβλήθηκαν στην Κατηγορούμενη.

Εκείνο που προσπάθησε να καταδείξει η Κατηγορούμενη είναι ότι δεν διατηρεί επαγγελματικό υποστατικό στην Λάρνακα και ότι δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στην Λάρνακα και παρουσίασε προς τούτο και σχετικές βεβαιώσεις από τον Δήμο Αραδίππου. Δυνάμει των προνοιών του άρθρου 105 του Νόμου 111/85, δεν είναι δυνατό σε πρόσωπα που έχουν έδρα σε ένα δήμο να επιβάλλονται ετήσια δικαιώματα από άλλο δήμο, εκτός εάν έχουν μόνιμο τόπο εργασίας ή παραμένουν για σκοπούς άσκησης ή διεξαγωγής της επιχείρησης, της εργασίας, του επιτηδεύματος ή του επαγγέλματός τους, εντός των δημοτικών ορίων οποιουδήποτε άλλου δήμου, για περίοδο που υπερβαίνει τις δεκαπέντε εργάσιμες μέρες, κατά τη διάρκεια του έτους χωρίς οι ημέρες αυτές απαραίτητα να είναι συνεχείς. Το ζήτημα αυτό όμως περιβάλλεται από την ίδια την απόφαση για επιβολή τελών συνεπώς δεν δύναται να αναθεωρηθεί από το παρόν Δικαστήριο.

Στην James Peter πιο πάνω λέχθηκε ότι:

«Θέματα όπως αυτά που εγέρθηκαν από το συνήγορο του εφεσείοντα, δηλαδή ιδιοκτησία ή κατοχή, το είδος του υποστατικού και το ύψος των τελών, είναι σαφώς θέματα που αφορούν την εγκυρότητα της διοικητικής πράξης επιβολής του τέλους και έτσι δεν μπορούν να αμφισβητηθούν στην παρούσα διαδικασία. Η εγκυρότητα της διοικητικής πράξης παραμένει ως δεδομένο, εφόσον αυτή δεν έχει αμφισβητηθεί εντός της προνοούμενης από το Σύνταγμα προθεσμίας με αίτηση ακυρώσεως.»

 

Το δεύτερο ζήτημα που επιχείρησε να θίξει η υπεράσπιση ήταν ότι η απόφαση για επιβολή τελών δεν τελειώθηκε. Η υπεράσπιση παρουσίασε αριθμό επιστολών (Τεκμήρια 9, 10, 11, 14). Ειδικότερα με το Τεκμήριο 9 φαίνεται να υποβάλλει ένσταση για την επιβολή τελών σε αυτή στις 31.8.2021, που είναι μέσα στην προθεσμία καταβολής των τελών, η οποία εξέπνεε σύμφωνα με το Τεκμήριο 8 στις 31.12.2021.

Στην υπόθεση Zenios Closures Limited v. Δήμου Λεμεσού (1993) 4 Α.Α.Δ. 1535 αναφέρθηκε ότι ο Νόμος 111/85 δεν προβλέπει διαδικασία ένστασης. Δεν μου διέφυγε το γεγονός ότι ο ΜΚ1 έκανε αναφορά σε επιτροπή ενστάσεων. Δεν διέλαθε της προσοχής μου ούτε το γεγονός ότι στο Τεκμήριο 8 γίνεται αναφορά σε προθεσμία ένστασης εντός 30 ημερών. Υπάρχει όμως περαιτέρω σημείωση ότι δεν αναστέλλεται η περίοδος εντός της οποίας υποχρεούται να πληρώσει ο διοικούμενος επειδή δίδεται σε αυτόν η δυνατότητα να ενστεί.

Στην υπόθεση Πελεκάνου ν. Δήμου Έγκωμης (Αρ.2) (1996) 2 Α.Α.Δ. 2046 κρίθηκε ότι η εμμονή του Δήμου στην αρχική απόφαση του να επιβάλει αύξηση 10% στην ήδη υπάρχουσα φορολογία επαγγέλματος του 1993 για όλα τα επαγγελματικά υποστατικά που λειτουργούν στην περιοχή του Δήμου απορρίπτοντας την ένσταση του αιτητή, δεν συνιστούσε νέα έρευνα αλλά απλώς αφορούσε βεβαιωτική πράξη της πρώτης του απόφασης. Παράπεμψε δε στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Xenis Larkos v. Republic (1987) 3 C.L.R. 2189 με την οποία κρίθηκε ότι στην βάση της απόφασης η οποία επαναλαμβάνει τα ίδια δεδομένα επιβεβαιώνοντας την αρχική θέση του Δήμου, δεν ανατρέπεται η περίοδος των 75 ημερών για προσφυγή προς αμφισβήτηση της πρώτης απόφασης (βλ. επίσης Παπαγιάννη ν. Δημοκρατίας μέσω Κτηματολογικού Γραφείου Αμμοχώστου Υπ. 1073/2003, ημερ. 5.10.2005).

Δεν θεωρώ υπό το φως των πιο πάνω, ότι δύναται να ανατραπεί η παρούσα διαδικασία εφόσον ήταν ευθύς εξ αρχής γνωστό στην Κατηγορούμενη ότι δεν αναστέλλεται η περίοδος πληρωμής και μέσα σε αυτή την περίοδο όφειλε να προσφύγει στο Διοικητικό Δικαστήριο. Κατά την κρίση μου η απόφαση για επιβολή τελών έχει τελειωθεί.

Εισήγηση περί Κατάχρησης

Έχω εξετάσει και την εισήγηση του κ. Θεοδούλου περί κατάχρησης της διαδικασίας. Η βασική αρχή διατυπώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Διευθυντής Φυλακών ν Περέλλα (1995) 1 ΑΑΔ 217 στην οποία λέχθηκαν τα εξής:

«Η δικαιοδοσία για την παρεμπόδιση, περιστολή, απόρριψη ή αναστολή διαδικασίας που συνιστά κατάχρηση των δικαιοδοσιών του Δικαστηρίου, εκπηγάζει από την ίδια τη φύση της δικαστικής λειτουργίας που έχει ως λόγο το δίκαιο και μέσο τους μηχανισμούς που προάγουν την κατίσχυσή του. Γι' αυτό, η δικαιοδοσία για τη χρήση πρόσφορων μέσων για την παρεμπόδιση κατάχρησης των δικαιοδοσιών είναι σύμφυτη, ενυπάρχει σε κάθε Δικαστήριο, απόρροια της κυριαρχίας των Δικαστηρίων στους μηχανισμούς για την απονομή της δικαιοσύνης. Τα μέσα για την αποτροπή της κατάχρησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, δε συναρτούνται με οποιοδήποτε συγκεκριμένο διάταγμα ή διατάγματα, μπορεί να προσλάβουν οποιαδήποτε μορφή που επιβάλλει η ανάγκη στη συγκεκριμένη περίπτωση για την περιφρούρηση του σκοπού για τον οποίο παρέχονται οι δικαιοδοσίες του Δικαστηρίου.»

Στην υπόθεση Χαραλαμπίδης ν. Κομωδρόμου (2002) 2 ΑΑΔ 522 αναφέρθηκαν τα εξής:

«Η λειτουργία του Δικαστηρίου δυνάμει της σύμφυτης εξουσίας του με την οποία ανακόπτει ποινική διαδικασία έχει σαν μοναδικό σκοπό να διασφαλίσει όπως η άσκηση των ποινικών διώξεων  και κατ΄ επέκταση το δικαίωμα προσφυγής στο Δικαστήριο, επιδιώκεται μέσα στα πλαίσια της δικαστικής λειτουργίας και όχι έξω ή σε αντίθεση με αυτά. Το δικαίωμα προσφυγής στο Δικαστήριο είναι σαφώς συνυφασμένο με την αποτελεσματικότητα της δικαστικής λειτουργίας. Πρέπει να ασκείται με τρόπο που να διασφαλίζει την εγκυρότητα της δικαστικής διαδικασίας και με τρόπο που να διασφαλίζει τους παράλληλους σκοπούς του συντάγματος».

 

Συνεπώς το Δικαστήριο όταν εξετάζει ζήτημα κατάχρησης πρέπει να βεβαιώνεται ότι η περίπτωση είναι ξεκάθαρα καταχρηστική. Ως έχει καταδείξει η Νομολογία μας, η κατάχρηση μπορεί να προσλάβει διαφορετικές μορφές. Τούτου λεχθέντος, το όλο ζήτημα εξαρτάται και εξετάζεται πάντοτε υπό το φως συγκεκριμένων γεγονότων. Το βάρος απόδειξης δε, ότι υπάρχει κατάχρηση, βρίσκεται στους ώμους της πλευράς που την επικαλείται και θα πρέπει να καταδείξει ότι επηρεάζεται δυσμενώς η θέση της (βλ. Ex parte Badhan [1991] 2 Q.B. 78).  

 

Με κάθε σεβασμό, η όλη περίπτωση θα μπορούσε ενδεχομένως να τύχει καλύτερου χειρισμού τόσο από τον Δήμο Λάρνακας όσο από την Κατηγορούμενη. Είναι γεγονός ότι επί σειρά ετών ο Δήμος δεν επέβαλλε τέλη στην Κατηγορούμενη και η απόφαση του να επανέλθει προκάλεσε την αντίδραση της Κατηγορούμενης. Εφόσον όμως, η απόφαση του Δήμου να επιβάλει τέλη δεν αμφισβητήθηκε με Προσφυγή και τελειώθηκε αλλά και τα τέλη εξακολουθούσαν κατά την καταχώρηση της παρούσας υπόθεσης να μην είχαν καταβληθεί, δεν διαπιστώνω ότι η απόφαση του Δήμου να εγείρει την παρούσα διαδικασία προσλαμβάνει καταχρηστικό χαρακτήρα. Θα μπορούσε κάλλιστα η Κατηγορούμενη μέσω προσφυγής να προβάλει τη θέση ότι η απόφαση της αρχής για τόσα έτη να μην επιβάλλει τέλη και να επανέλθει σε κατοπινό χρόνο, αποτελεί ασυνέπεια και ταλαιπωρία στη διοικούμενη.

Κατάληξη

Εν όψει όλων των πιο πάνω και για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η Κατηγορούσα Αρχή έχει αποδείξει την υπόθεση της στον απαιτούμενο βαθμό και η Κατηγορούμενη κρίνεται ένοχη στην κατηγορία που αντιμετωπίζει.

 

 

                                                       

      (Υπ.)  .....................................

                                                                               Λ. Χαβιαράς, Προσ Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

 

Πρωτοκολλητή

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο