ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. Φ.Τ. κ.α., Υπόθεση Αρ.: 13065/2022, 17/3/2025
print
Τίτλος:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ν. Φ.Τ. κ.α., Υπόθεση Αρ.: 13065/2022, 17/3/2025

ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΣΥΝΘΕΣΗ:        Ν. Α. Π. Γεωργιάδης, Π.Ε.Δ.

                            Μ. Κ. Λοΐζου, Α.Ε.Δ.

                            Ν. Οικονόμου, Ε.Δ.

 

Υπόθεση Αρ.: 13065/2022

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

v.

 

1. Φ.Τ.

2. Μ.Ζ.

3. Μ.Μ.

4. LARINA ESTATES LTD

5. PHC TSANGARIDES LLC

6. FULLSERVE SECRETARIAL LTD

7. Ε.Μ.

 

Κατηγορουμένων

 

Ημερομηνία: 17 Μαρτίου 2025.

Εμφανίσεις:

Για την Κατηγορούσα Αρχή: Η κα. Χρ. Κυθραιώτου για Γενικό Εισαγγελέα.

Για τους Κατηγορούμενους 2 και 4: Ο κ. Γ. Παπαϊωάννου μαζί με τον κ. Χρ.  Παπαϊωάννου.

Κατηγορούμενος 2, παρών.

------------------------------------------

ΠΟΙΝΗ

(Απόφαση Πλειοψηφίας)

 

1.         Οι κατηγορούμενοι 2 και 4 κρίθηκαν ένοχοι μετά από ακρόαση στις κατηγορίες δόλιας αποφυγής ΦΠΑ, κατά παράβαση του άρθρου 46(1) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου, Ν. 95(Ι)/2000 («Ν.95(Ι)/2000») και του άρθρου 20 ΠΚ (κατηγορίες 11, 12 και 13) και στις κατηγορίες παροχής αναληθών πληροφοριών, κατά παράβαση του άρθρου 46(3) του Ν.95(Ι)/2000 και του άρθρου 20 ΠΚ (κατηγορίες 14 – 16).

 

2.         Σε σχέση με τις υπόλοιπες κατηγορίες που αντιμετώπιζαν αθωώθηκαν. 

 

3.         Η κατηγορούμενη 4 είναι εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων και ο κατηγορούμενος 2 είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος της.

 

4.         Η κατηγορούμενη 4 είχε συμβληθεί με τους [M.M.A.M.S.] (στο εξής «M»), [A.M.S.B.] (στο εξής «B») και [E.M.A.M.S.] (στο εξής «Ε») για την πώληση τριών διαμερισμάτων (με αρ. 203, 202 και 204 αντίστοιχα) στην υπό ανέγερση πολυκατοικία «[C]» στη Λεμεσό για το ποσό των €2.000.000 πλέον ΦΠΑ (24/11/2017, 16/2/2018 και 16/2/2018 αντίστοιχα) το καθένα. Οι αγορές έγιναν με σκοπό την κατ’ εξαίρεση πολιτογράφηση των τριών επενδυτών στη βάση του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος.

 

5.         Καθένας από τους επενδυτές συνομολόγησε επίσης με την κατηγορούμενη 4, συμφωνία διαχείρισης του διαμερίσματος του για περίοδο 15 ετών από την 24/11/2017, ECLI:CY:AD:2017:B363 για το ποσό των €450.000 έκαστο. Ως εκ τούτου, οι επενδυτές κωλύονταν να αιτηθούν την καταβολή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ προς 5% αντί 19%.

 

6.         Στη βάση των κατηγοριών 11 – 13, κρίθηκε ότι οι κατηγορούμενοι 2  και 4 την 21/11/2018 προέβησαν σε ενέργειες με σκοπό την δόλια αποφυγή καταβολής ΦΠΑ, δηλαδή συνέταξαν και υπέβαλαν στο Τμήμα Φορολογίας, εκ μέρους του M (κατηγορία 11), του B (κατηγορία 12) και της E (κατηγορία 13), Υπεύθυνες Δηλώσεις για επιβολή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ αναφορικά με την αγορά διαμερισμάτων, ενώ γνώριζαν την ύπαρξη συμφωνιών διαχείρισης για τα εν λόγω διαμερίσματα.

 

7.         Οι αιτήσεις των Μ, Β και Ε, για μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ για 5% αντί 19%, υποβλήθηκαν στις 21/11/2018, με εξουσιοδοτημένο πρόσωπο να ενεργεί γι’ αυτούς τον ΜΚ 11. Ο ΜΚ 11 συμπλήρωσε τις αιτήσεις και επισύναψε τα αναγκαία έγγραφα.

 

8.         Οι αιτήσεις των Μ και Β εγκρίθηκαν στις 21/1/2019, και της Ε στις 6/12/2018. Σύμφωνα με παραδοχή του κατηγορούμενου 2, στην κατάθεση του, ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ για 5%, ζητήθηκε από τους αγοραστές. Ως εκ τούτου η κατηγορούμενη 4 συνεργάστηκε για την υποβολή των αιτημάτων. Ο ΜΚ 11, ως εκπρόσωπος της κατηγορούμενης 4, εν γνώση του κατηγορούμενου 2, υπέβαλε εκ μέρους των Μ, Β και Ε τις αιτήσεις. Με την υποβολή των αιτήσεων δια του ΜΚ 11, και εν γνώση του κατηγορούμενου 2, οι κατηγορούμενοι 2 και 4 ενέχονταν σε πράξη αποφυγής (evasion) καταβολής του οφειλόμενου φόρου αφού γνώριζαν ότι τα διαμερίσματα δεν θα χρησιμοποιούνταν για ιδιοκατοίκηση από τους Μ, Β και Ε, λόγω των συμφωνιών διαχείρισης που στο μεταξύ είχαν υπογραφεί.  

 

9.         Ο φόρος που θα οφειλόταν εάν ακυρωνόταν η έγκριση ανέρχεται στα €235.294,12 για κάθε διαμέρισμα, σύνολο €705.882,36.

 

10.      Όσον αφορά την κατηγορία 14, κρίθηκε ότι οι κατηγορούμενοι 2 και 4 στις 10/4/2018, κατά την παροχή πληροφοριών για σκοπούς υπολογισμού του καταβλητέου ΦΠΑ, προέβησαν σε δήλωση που γνώριζαν ότι ήταν αναληθής σε ουσιώδες σημείο, δηλαδή υπέβαλαν φορολογική δήλωση για τη φορολογική περίοδο μεταξύ της 1/12/2017 και της 28/2/2018 χωρίς να συμπεριλάβουν στις εκροές τα τιμολόγια με αριθμό αναφοράς DF18000005 και DF18000006 για τα ποσά των €1.280,00 και €2.098.732,49 αντίστοιχα, εκδοθέντα στις 3/1/2018, που αφορούσαν την πώληση του διαμερίσματος 203 στην υπό ανέγερση πολυκατοικία «Corniche» στη Λεμεσό και τα οποία εισπράχθηκαν 3/1/2018 και 27/12/2017.

 

11.      Ήταν παραδεκτό ότι τα τιμολόγια με αριθμό αναφοράς DF18000005 και DF18000006 για τα ποσά των €1.280,00 και €2.098.732,49 αντίστοιχα, τα οποία εκδόθηκαν στις 3/1/2018 και εισπράχθηκαν στις 3/1/2018 και 27/12/2017, αντίστοιχα, δεν συμπεριλήφθηκαν στη φορολογική δήλωση της κατηγορουμένης 4 που αφορούσε τη φορολογική δήλωση μεταξύ της 1/12/2017 και της 28/2/2018. Η εν λόγω δήλωση υποβλήθηκε στις 10/4/2018. Το οφειλόμενο ΦΠΑ για τα δύο τιμολόγια ήταν €335.296,11.

 

12.      Σε σχέση με την κατηγορία 15, κρίθηκε ότι οι κατηγορούμενοι 2 και 4 στις 10/4/2018, κατά την παροχή πληροφοριών για σκοπούς υπολογισμού του καταβλητέου ΦΠΑ, προέβησαν σε δήλωση που γνώριζαν ότι ήταν αναληθής σε ουσιώδες σημείο, δηλαδή υπέβαλαν φορολογική δήλωση για τη φορολογική περίοδο μεταξύ της 1/12/2017 και της 28/2/2018 χωρίς να συμπεριλάβουν στις εκροές το τιμολόγιο με αριθμό αναφοράς DF18000003 για το ποσό των €590.000,00, εκδοθέν στις 22/2/2018, που αφορούσε την πώληση του διαμερίσματος 204 στην υπό ανέγερση πολυκατοικία «[C]» στη Λεμεσό και το οποίο εισπράχθηκε αυθημερόν. Όσον αφορά την κατηγορία 15, ήταν επίσης παραδεκτό γεγονός ότι στην ίδια φορολογική δήλωση της κατηγορουμένης 4, δεν συμπεριλήφθηκε στις εκροές το εν λόγω τιμολόγιο το οποίο εισπράχθηκε αυθημερόν. Το οφειλόμενο ΦΠΑ για το εν λόγω τιμολόγιο ήταν €94.201,68.

 

13.      Στη φορολογική δήλωση της περιόδου 1/12/2017 – 28/2/2018 (που αφορά τις κατηγορίες 14 και 15) έπρεπε να συμπεριληφθεί επιπρόσθετα φόρος εκροών ύψους €429.497,79.

 

14.      Τέλος όσον αφορά την κατηγορία 16, κρίθηκε ότι οι κατηγορούμενοι 2 και 4 στις 9/7/2018, κατά την παροχή πληροφοριών για σκοπούς υπολογισμού του καταβλητέου ΦΠΑ, προέβησαν σε δήλωση που γνώριζαν ότι ήταν αναληθής σε ουσιώδες σημείο, δηλαδή υπέβαλαν φορολογική δήλωση για τη φορολογική περίοδο μεταξύ της 1/3/2018 και της 31/5/2018 χωρίς να συμπεριλάβουν στις εκροές το τιμολόγιο με αριθμό αναφοράς DF18000004 για το ποσό των €1.510.000,00, εκδοθέν στις 7/3/2018, που αφορούσε την πώληση του διαμερίσματος 204 στην υπό ανέγερση πολυκατοικία «[C]» στη Λεμεσό και το οποίο εισπράχθηκε αυθημερόν. Στη φορολογική δήλωση της περιόδου 1/3/2018 – 31/5/2018 έπρεπε να συμπεριληφθεί επιπρόσθετα φόρος εκροών ύψους €241.092,44.

 

15.      Οι δηλώσεις που αφορούν τις κατηγορίες 14, 15 και 16 στάλθηκαν εκ μέρους της κατηγορούμενης 4 από πρόσωπο που είχε την εξουσία να το πράξει μέσω της υπηρεσίας Taxisnet. Οι διευκρινίσεις και λογαριασμοί δόθηκαν από υπάλληλο του λογιστηρίου της. Αυτό προέκυψε και από τα ηλεκτρονικά μηνύματα που κατατέθηκαν. Οι πωλήσεις, εκδόσεις τιμολογίων και εισπράξεις που αφορούσαν τις επίδικες πωλήσεις και οι οποίες αφορούν τις σχετικές με το αδίκημα περιστάσεις ήταν εν γνώση της, αφού ο κατηγορούμενος 2, Διευθύνων Σύμβουλος της, ήταν ενήμερος για τις συναλλαγές. Ως εκ τούτου η κατηγορούμενη 4 προέβη σε δηλώσεις που ήταν αναληθείς σε ουσιώδη σημεία.

 

16.      Σημειώνεται, ότι αποτέλεσε μέρος της μαρτυρίας του ΜΚ 3, προϊσταμένου της Μονάδας Οικονομικής Απάτης του Τμήματος Φορολογίας, ότι η κατηγορούμενη 4 (Τεκμήριο 52, επιστολή ημερ. 21/12/2022) και οι Μ, Β και Ε, (Τεκμήρια 53 και 54, επιστολές ημερ. 22/12/2022 και 24/2/2023) ζήτησαν να γίνει διαδικασία φορολογικού συμβιβασμού δυνάμει του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου, Ν.94(Ι)/2004. Ο ΜΚ 3, αν και δέχθηκε ότι είναι συνήθης πρακτική να συμβιβάζονται υποθέσεις κατόπιν αιτήματος του υποκείμενου στο φόρο προσώπου, εξήγησε ότι από τη στιγμή που διερευνούσε την υπόθεση η Αστυνομία δεν μπορούσαν να αποπερατώσουν την υπόθεση με συμβιβασμό (πρακτικά ημερ. 26/2/2024, σελ. 265 – 273).

 

17.      Ανάλογο αίτημα προς τις φορολογικές αρχές έγινε και μετά την καταδικαστική απόφαση με επιστολή ημερομηνίας 4/4/2025 (Έγγραφο Ι).

 

18.      Ειδικότερα οι κατηγορούμενοι 2 και 4 ανέφεραν ότι ήταν διατεθειμένοι να καταβάλουν τα ακόλουθα ποσά (Έγγραφο Ι, σελ. 2):

 

«Με βάση την απόφαση του δικαστηρίου, και στη βάση της συμβουλής των Φορολογικών μας Συμβούλων, αντιλαμβανόμαστε ότι σχετικά με τις κατηγορίες 11-13 εκκρεμεί υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ ύψους €705.882,35. Δηλαδή είσπραξη €2.100.000 x 3 x 19%/119% (€1.005.882,35) μείον το ποσό που αποδόθηκε (-€300.000) πλέον 10% πρόσθετος φόρος πλέον τόκοι (Άρθρο 46(1)).

 

Σχετικά με τις κατηγορίες 14-16, και στη βάση της συμβουλής των Φορολογικών μας Συμβούλων, αντιλαμβανόμαστε ότι εκκρεμεί υποχρέωση καταβολής μόνο των επιβαρύνσεων, δηλαδή πρόσθετος φόρος 10%, που απορρέει από την καθυστέρηση στην απόδοση του φόρου εκροών για τα τιμολόγια πώλησης με αριθμό αναφοράς DF18000003, DF18000004, DF18000005 και DF18000006. Σημειώνουμε, ότι το εν λόγω σημείο αναφέρεται και στην έκθεση σας ημερομηνίας 29/04/2022, σελ. 6 στο σημείο 4, στην παράγραφο (B). Με βάση τους υπολογισμούς το ποσό αυτό ανέρχεται στις €67.059,02 πλέον τόκοι (Άρθρο 46(3)).»

 

19.      Η απάντηση των Φορολογικών Αρχών ήταν αρνητική. Κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε αυτούσιο το λεκτικό της απαντητικής επιστολής ημερ. 20/2/2025 (Έγγραφο ΙΙ):

 

«Σε απάντηση της επιστολής σας ημερομηνίας 4.4.25, με την οποία αιτείστε πληρωμή οφειλής προς το Τμήμα Φορολογίας για την πιο πάνω εταιρεία σας, σας πληροφορούμε τα ακόλουθα:

 

Έχουμε λάβει γνώση της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας (απόφασης πλειοψηφίας) ημερομηνίας 23.1.25 στην Ποινική Υπόθεση 13065/22. Κατόπιν σχετικής ενημέρωσης που έχουμε λάβει από την Νομική Υπηρεσία, ο Γενικός Εισαγγελέας έχει ήδη καταχωρήσει έφεση εναντίον της πιο πάνω απόφασης που αφορά στις κατηγορίες που έχετε απαλλαχθεί τόσο εσείς προσωπικά όσο και η εταιρεία σας. Συνεπώς, και έχοντας λάβει νομική συμβουλή επί τούτου, η αθωωτική απόφαση του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας δεν έχει καταστεί τελεσίδικη με αποτέλεσμα ο Έφορος Φορολογίας να μην έχει ενώπιον του αποκρυσταλλωμένα γεγονότα στη βάση των οποίων θα δύνατο να προχωρήσει στον υπολογισμό του οφειλόμενου ποσού πλέον των πρόσθετων φόρων και τόκων. Ενόψει των πιο πάνω, το αίτημα σας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό σε αυτό το στάδιο.»

 

20.      Κατά την ενώπιον μας εμφάνιση στις 24/2/2025, ο συνήγορος Υπεράσπισης ζήτησε χρόνο για να εξετάσει με τους πελάτες του και τους φορολογικούς τους συμβούλους το ενδεχόμενο καταβολής εμβάσματος.

 

21.      Στις 6/3/2025 η κατηγορούμενη 4 προέβη στα ακόλουθα εμβάσματα (Επισυναπτόμενα σε επιστολή στον Έφορο Φορολογίας, ημερ. 6/3/2025 – Έγγραφο ΙΙΙ):

 

(1)     Για το ποσό των €776.470,59, το οποίο, σύμφωνα με τους κατηγορούμενους 2 και 4, αφορά την υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ ύψους €705.882,35 σχετικά με τις κατηγορίες 11 – 13  και αναλογεί στο ποσό που εισπράχθηκε από την κατηγορούμενη 4 για τις πωλήσεις που έγιναν αρχικά με τον μειωμένο συντελεστή και έχουν ακυρωθεί, δηλαδή είσπραξη €2.100.000 x 3 x 19%/119% = €1.005.882,35, μείον το ποσό που αποδόθηκε (-€300.000), πλέον 10% πρόσθετος φόρος, πλέον τόκοι [σύμφωνα με το άρθρο 46(1) του Ν.95(Ι)/2000].

 

(2)     Για το ποσό των €67.059,02, το οποίο, σύμφωνα με τους κατηγορούμενους 2 και 4, αφορά τις επιβαρύνσεις, δηλαδή πρόσθετο φόρο προς 10%, που απορρέει από την καθυστέρηση στην απόδοση του φόρου εκροών για τα τιμολόγια πώλησης με αριθμό αναφοράς DF18000003, DF18000004, DF18000005 και DF18000006 (κατηγορίες 14 – 16). 

 

(3)     Για το ποσό των €147.529,41 το οποίο, σύμφωνα με τους κατηγορούμενους 2 και 4, αφορά τη διαφορά του συνολικού οφειλόμενου ΦΠΑ και του καταβληθέντος για τις τρεις πωλήσεις διαμερισμάτων (€840.000 μείον του καταβληθέντος ποσού των €705.882,35) πλέον 10% πρόσθετος φόρος (κατηγορίες 11 – 13).

22.      Στην απαντητική επιστολή ημερ. 7/3/2025 (Έγγραφο ΙV) των Φορολογικών Αρχών αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Σε απάντηση της επιστολής σας ημερομηνίας 6.3.25, το Τμήμα Φορολογίας υιοθετεί πλήρως και επαναλαμβάνει το περιεχόμενο της επιστολής του ημερομηνίας 20.02.25.

 

Επαναλαμβάνουμε για ακόμη μια φορά ότι σε αυτό το στάδιο το Τμήμα Φορολογίας δεν θα προβεί σε οποιαδήποτε πράξη και ή ενέργεια και ή αναγνώριση των ποσών που έχετε εμβάσει στο λογαριασμό σας, ως τις οφειλές που πρέπει να καταβάλετε, και προτού αποκρυσταλλωθούν τελεσιδίκως τα γεγονότα που αφορούν στην Ποινική Υπόθεση 13065/22 και τα οποία επηρεάζουν άμεσα τον καθορισμό του οφειλόμενου ποσού.»

 

23.      Παρά τη διαφωνία των μερών ως προς τα τελικά οφειλόμενα ποσά, αυτό που θα εξεταστεί είναι η ποινική ευθύνη των κατηγορουμένων 2 και 4 όπως αυτή διαπιστώθηκε με βάση τα ευρήματα του Δικαστηρίου όταν αυτοί κρίθηκαν ένοχοι. Ενώπιον μας δεν είχαμε περίπτωση μη καταβολής ΦΠΑ μετά την επιβολή φορολογίας αλλά αποφυγής καταβολής φόρου. Ούτε έχει επιβληθεί φορολογία μέχρι σήμερα. Το γεγονός ότι μετά την καταδίκη οι κατηγορούμενοι 2 και 4 κατέβαλαν με εμβάσματα τα ποσά τα οποία οι ίδιοι, κατόπιν συμβουλής, έκριναν ότι οφείλουν θα αξιολογηθεί ως μετριαστικός παράγων ως εξηγούμε κατωτέρω. Η απόφαση των Φορολογικών Αρχών να μην επιβάλουν φορολογία δεν μπορεί να ελεγχθεί από το Δικαστήριο.

 

24.      Μια επισήμανση όμως. Η καταχώριση έφεσης δεν έχει ανασταλτικό χαρακτήρα στις δικαστικές αποφάσεις εξού και οι ποινές εκτελούνται αμέσως. Θεωρούμε την αναφορά στην επιστολή ημερομηνίας 20/2/2025 (Έγγραφο ΙΙ) «για μη αποκρυσταλλωμένα γεγονότα» ατυχή. Το ίδιο ισχύει και για ανάλογη αναφορά που γίνεται στην επιστολή ημερομηνίας 7/3/2025 (Έγγραφο IV). 

 

25.      Οι κατηγορούμενοι 2 και 4 είναι λευκού ποινικού μητρώου.

 

26.      Κατά την αγόρευση του προς μετριασμό της ποινής ο συνήγορος των κατηγορουμένων 2 και 4 ανέφερε ότι ακόμη και σε σοβαρές υποθέσεις η εξατομίκευση της ποινής δεν ατονεί, ότι πρόκειται για μεμονωμένη υπόθεση και όχι για φοροδιαφυγή διαχρονική. Τόνισε το λευκό ποινικό μητρώο τους, ότι στις κατηγορίες που εν τέλει καταδικάστηκαν, η Υπεράσπιση τους βασιζόταν σε νομικά ζητήματα ενώ από την αρχή προσπάθησαν να έρθουν σε συμβιβασμό με το Τμήμα Φορολογίας ως συνηθίζεται σε ανάλογες περιπτώσεις. Οι κατηγορούμενοι 2 και 4, παρά την άρνηση των Φορολογικών Αρχών να επιβάλουν φορολογία προέβησαν στην καταβολή του ποσού φορολογίας που, κατά τους ίδιους οφειλόταν. Καταβλήθηκε συνολικά το ποσό των €991.059,02. Επεσήμανε ότι τα ποσά αυτά τα είχαν επωφεληθεί οι αγοραστές οι οποίοι δεν διώχθηκαν ούτε αναζητήθηκαν. Τόνισε τον προγενέστερο έντιμο βίο του κατηγορούμενου 2, την πορεία του ως επιχειρηματία, την κατάσταση της υγείας του, την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη διάπραξη των αδικημάτων μέχρι και την καταδίκη και κάλεσε το Δικαστήριο σε περίπτωση επιβολής ποινής φυλάκισης να την αναστείλει.

 

27.      Ο συνήγορος του κατηγορουμένου 2 υιοθέτησε την έκθεση που ετοιμάστηκε για σκοπούς ποινής από το Γραφείο Ευημερίας προβαίνοντας σε κάποιες προσθήκες.

 

28.      Ο κατηγορούμενος 2 είναι ηλικίας 61 ετών, έγγαμος, πατέρας δυο ενήλικων θυγατέρων. Δραστηριοποιείται ως επιχειρηματίας στον Όμιλο [D.Z.] (ο «Όμιλος»). Η σύζυγος του ηλικίας 51 ετών επίσης εργάζεται ως επιχειρηματίας. Οι δυο θυγατέρες του κατηγορούμενου 2, ηλικίας 32 και 30 ετών, εργάζονται στον ίδιο Όμιλο με τον κατηγορούμενο 2. Η οικονομική κατάσταση του κατηγορούμενου 2 ως επίσης και της συζύγου του είναι πολύ καλή, διαμένουν σε ιδιόκτητη κατοικία και το μεικτό τους ετήσιο εισόδημα ανέρχεται στα €180.000. Ο κατηγορούμενος 2 δεν έχει προσωπικά χρέη, υπάρχουν όμως εταιρικά τα οποία όμως δεν έχουν προσδιοριστεί.

 

29.      Ο κατηγορούμενος 2 γεννήθηκε στην Αμμόχωστο. Ο πατέρας του εργαζόταν ως διευθυντής εμπορικής τράπεζας και η μητέρα του ήταν οικοκυρά. Το 1974 λόγω της τουρκικής εισβολής η οικογένεια προσφυγοποιήθηκε. Ο κατηγορούμενος 2 ήταν τότε ηλικίας 11 ετών. Μετά τον εκτοπισμό τους κατοίκησαν σε ενοικιαζόμενη οικία στη Λεμεσό. Ο πατέρας του συνέχισε να εργάζεται σε εμπορική τράπεζα. Το 1980 ο πατέρας του κατηγορούμενου 2  αφυπηρέτησε πρόωρα και ίδρυσε εταιρεία ανάπτυξης γης. Ο κατηγορούμενος 2 αφού ολοκλήρωσε τη φοίτησή του στο Λύκειο υπηρέτησε ως έφεδρος αξιωματικός στην Εθνική Φρουρά. Ακολούθως μετέβη στις ΗΠΑ όπου και σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων. Με την επιστροφή του στην Κύπρο το 1989 ξεκίνησε να εργάζεται στην οικογενειακή εταιρεία ανάπτυξης γης που ίδρυσε ο πατέρας του.

 

30.      Ως αναφέρθηκε από τον κατηγορούμενο 2 στη λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας, μετά από σκληρή προσπάθεια έχει δημιουργήσει ένα «σημαντικό» Όμιλο ανάπτυξης γης και οικοδομών ο οποίος έχει συμβάλει στην ανάπτυξη της Λεμεσού. Έχει βραβευθεί από διάφορες χώρες και οργανισμούς για τη συνεισφορά του μέσω του συγκεκριμένου ομίλου. Το 2019 είχε τιμηθεί με τον τίτλο «Business Leader» στον τομέα των ακινήτων από το ΚΕΒΕ. Ως ανέφερε και ο συνήγορος του, ο Όμιλος εργοδοτεί πάνω από 150 πρόσωπα. Προσφέρει επίσης απασχόληση σε εκατοντάδες πρόσωπα που εργάζονται στην οικοδομική βιομηχανία και στον κλάδο κατασκευών. Την περίοδο της πανδημίας ουδείς απολύθηκε παρά το οικονομικό κόστος που επωμίστηκε ο Όμιλος. Ο αριθμός εταιρειών του Ομίλου υπερβαίνει τις 100. Έχουν εκτελεστεί πέραν των 160 έργων. Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο 2, ο Όμιλος προσφέρει επίσης και σημαντικό φιλανθρωπικό έργο στη Λεμεσό και στην Κύπρο ευρύτερα. Είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται ενώπιον της δικαιοσύνης.

 

31.      Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο 2, η παρούσα υπόθεση έχει επηρεάσει σημαντικά την ψυχολογική του κατάσταση και καθημερινότητά. Λόγω του στρες που βιώνει έχει επιβαρυνθεί η υγεία του. Αντιμετωπίζει καρδιολογικά προβλήματα (υπέστη παλαιότερα έμφραγμα). Στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας επισυνάπτονται και βεβαιώσεις από τους Dr M. Kalani σε σχέση με το καρδιολογικό του πρόβλημα και του Δρ Σ. Ιωάννου με την οποία βεβαιώνεται ότι ο κατηγορούμενος 2 πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.  Δεν είναι όμως ινσουλινοεξαρτώμενος. Σύμφωνα με τον Dr M. Kalani ο κατηγορούμενος 2, υποβλήθηκε σε στεφανιογραφία και μελέτη πίεσης στις αρτηρίες της καρδιάς λόγω παλαιότερου εμφράγματος και πρόσφατων συμπτωμάτων στηθάγχης, βρέθηκε μέτριας έντασης αθηροσκλήρωση στις αρτηρίες της καρδιάς, χωρίς σοβαρές στενώσεις στην αριστερή στεφανιαία αρτηρία, στη δεξιά στεφανιαία αρτηρία υπήρχε σοβαρή στένωση σε δύο σημεία, τα οποία ήταν και ασβεστοποιημένα, έγινε αγγειοπλαστική με τοποθέτηση ενός φαρμακευτικού stent και ενός ειδικού μπαλονιού (DEB), με επιτυχία και ο κατηγορούμενος 2 συστήνεται να λαμβάνει διπλή αντιαιμοπεταλιακή αγωγή με τικαγρελόρη για 6 – 12 μήνες. Και οι δυο βεβαιώσεις ετοιμάστηκαν τον Φεβρουάριο του 2025.

 

32.      Τα αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκαν οι κατηγορούμενοι 2 και 4 τιμωρούνται με χρηματική ποινή μέχρι το τριπλάσιο του ποσού του Φ.Π.Α. που οφείλεται ή με φυλάκιση μέχρι τρία έτη ή και με τις δύο αυτές ποινές [βλ. άρθρα 46 (1) και 46 (3) του Ν. 95(Ι)/2000].

 

33.      Το Δικαστήριο, επιπροσθέτως, έχει εξουσία δυνάμει του άρθρου 46(12) του Ν. 95(Ι)/2000 να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να διατάσσει την καταβολή στον Έφορο του οφειλόμενου φόρου και επιβαρύνσεων. Διάταγμα δύναται να εκδοθεί μόνο κατά του υποκείμενου στον φόρο προσώπου [βλ. Ασσιώτης κ.α. v Εφόρου Φορολογίας, Ποινική Έφεση 143/2020, 12/4/2021]. Εν προκειμένω, λόγω της άρνησης των Φορολογικών Αρχών να δηλώσουν ξεκάθαρα το ποσό το οποίο θεωρούν οφειλόμενο δεν μπορεί να εκδοθεί διάταγμα.

 

34.      Η έγκαιρη και πλήρης εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων ενέχει μεγάλη σημασία για το δημόσιο. Κατ’ επέκταση, μεγάλη είναι και η ευθύνη των πολιτών για πιστή εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που πηγάζουν από τη φορολογική νομοθεσία [βλ. Έφορος Φορολογίας v Πολυβίου, Ποινική Έφεση 62/2020, 25/4/2023, Έφορος Φορολογίας v K & M (Famagusta) Developers and Constructions Ltd κ.α., Ποινική Έφεση 164/2020, 8/7/2022, ECLI:CY:AD:2022:D345, Μελίδης v Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων, Ποινική Έφεση 248/2016, 20/2/2018), ECLI:CY:AD:2018:B85, ΓΕ v Σχίζα κ.ά. (1996) 2 ΑΑΔ 175, 179, ΓΕ v Andreas Makris Tourist Taxi Service Co Ltd (1996) 2 ΑΑΔ 262, 265 και Rainbow v Republic (1984) 3 CLR 846, 850].

 

35.      Η παράβαση φορολογικής νομοθεσίας συνιστά σοβαρό παράπτωμα που δικαιολογεί κατά κανόνα την επιβολή ανάλογα σοβαρών κυρώσεων (βλ. Μελίδης, ανωτέρω, και Σχίζα, ανωτέρω, σελ. 179).

 

36.      Ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας καθίσταται οφειλόμενος από τη στιγμή που διενεργείται η παράδοση ή παροχή υπηρεσιών και ο επιχειρηματίας καθίσταται εμπιστευματοδόχος του κράτους για την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο επιχειρηματίας έχει υποχρέωση να εισπράττει αμέσως τις σχετικές φορολογικές επιβαρύνσεις και να τις αποδίδει χωρίς καθυστέρηση στο κράτος [βλ. ΓΕ v Ζακατζιώτη (2001) 2 ΑΑΔ 85, 88]. Στην εν λόγω απόφαση τονίστηκε η αναγκαιότητα επιβολής αποτρεπτικών ποινών και υποδείχθηκε ότι (σελ. 89):

 

«Η μικρή ποινή σε σχέση με τα ιδιάζοντα περιστατικά κάθε υπόθεσης αποτελεί έμμεσο τρόπο ενθάρρυνσης της παρανομίας, όταν η σοβαρότητα των αδικημάτων επιβάλλει την παρουσία του στοιχείου της αποτρεπτικότητας».

 

37.      Αναγνωρίζονται στη νομολογία, ως επιβαρυντικοί παράγοντες, αν το οφειλόμενο ποσό είναι μεγάλο και αν αυτό συνεχίζει να είναι οφειλόμενο [βλ. K & M (Famagusta), ανωτέρω]. Το ύψος της οφειλής προσμετρά στο είδος της ποινής, αν δηλαδή θα επιβληθεί ποινή φυλάκισης [βλ. Κωνσταντίνου v Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (2009) 2 ΑΑΔ 403, 406). Επακόλουθη συμμόρφωση δικαιολογεί κάποια επιείκεια (βλ. Σχίζας, ανωτέρω σελ. 179). Προηγούμενες καταδίκες για παρόμοια αδικήματα, αν και δεν συνιστούν επιβαρυντικό παράγοντα, αποστερούν τον ελαφρυντικό παράγοντα του λευκού ποινικού μητρώου και επηρεάζουν τον βαθμό επιείκειας που το Δικαστήριο μπορεί να επιδείξει [βλ. K & M (Famagusta), ανωτέρω και Σχίζας, ανωτέρω σελ. 179].

 

38.      Εν προκειμένω, λαμβάνεται υπόψη ως επιβαρυντικό στοιχείο το μεγάλο ύψος των οφειλόμενων ποσών. Πρόκειται για φόρο που κατακρατήθηκε από την κατηγορούμενη 4 σε βάρος του δημοσίου. Σημειώνουμε ότι η υποβολή αιτήσεων για μειωμένο συντελεστή στην ουσία ωφέλησε και την κατηγορούμενη 4 η οποία κατακράτησε ποσό ως μέρος του αντιτίμου πώλησης των διαμερισμάτων. Και τούτο ενώ είχε γνώση δια του κατηγορούμενου 2 ότι τα διαμερίσματα των επενδυτών είχαν παραχωρηθεί στην κατηγορούμενη 4 βάσει συμφωνιών διαχείρισης.

 

39.      Σημειώνουμε επίσης ότι ενώ έγιναν τρείς πωλήσεις διαμερισμάτων, μόνο μία περιλαμβανόταν στη φορολογική κατάσταση της επίδικης περιόδου. Η αποκάλυψη στις Φορολογικές Αρχές μόνο του 1/3 των αναλογούντων φόρων είναι συμπεριφορά απαράδεκτη και δεν μπορεί να γίνει ανεκτή αφού στοιχίζει κατ’ αναλογία στις κρατικές εισπράξεις τα 2/3 φόρων που εισπράχθηκαν.

 

40.      Ως ελαφρυντικά στοιχεία λαμβάνουμε υπόψη μας ότι όταν κλήθηκαν από τις Φορολογικές Αρχές να υποβάλουν λεπτομερείς λογαριασμούς, το έπραξαν, επιδεικνύοντας συνεργασία. Δεν υπήρξε περαιτέρω προσπάθεια παραποίησης λογαριασμών ή απόκρυψης στοιχείων. Λάβαμε επίσης πολύ σοβαρά υπόψη μας ότι υπήρξε προσπάθεια φορολογικής συμμόρφωσης πριν την έναρξη της ακρόασης, αλλά και μετά την καταδίκη. Μας προβληματίζει ιδιαιτέρως η προσέγγιση που υιοθετήθηκε από πλευράς Φορολογικών Αρχών να αρνηθούν την καταβολή του οφειλόμενου φόρου μη επιβάλλοντας φορολογία στη βάση των κατηγοριών που καταδικάστηκαν. Για σκοπούς επιβολής ποινής κρίνουμε ότι οι κατηγορούμενοι 2 και 4 εξάντλησαν κάθε περιθώριο συμμόρφωσης κάτι το οποίο αποτελεί πολύ σοβαρό μετριαστικό παράγοντα.   

 

41.      Το λευκό ποινικό μητρώο των κατηγορουμένων 2 και 4 λαμβάνεται, επίσης, υπόψη και αποτελεί στοιχείο το οποίο τους δίνει την ευχέρεια να αιτούνται την επιείκεια του Δικαστηρίου [βλ. Ψωμά v Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 40, 44 και ΓΕ v Ματθαίου (1994) 2 ΑΑΔ 1, 9 – 10]. Σημειώνουμε βέβαια ότι οι κατηγορούμενοι 2 και 4 κρίθηκαν ένοχοι μετά από ακρόαση. Δεν μας βρίσκει σύμφωνους η θέση τους ότι η υπεράσπιση αφορούσε μόνο νομικά ζητήματα. Δεν μας διαφεύγει βέβαια ότι αθωώθηκαν στις υπόλοιπες κατηγορίες που αντιμετώπιζαν. Η μη παραδοχή τους στερεί το ελαφρυντικό της παραδοχής.

 

42.      Λάβαμε επίσης υπόψιν μας ότι η ποινή επιβάλλεται περί τα 2 χρόνια και 9 μήνες από την καταχώριση της υπόθεσης. Έχει νομολογηθεί ότι η καθυστέρηση στην εκδίκαση της υπόθεσης αποτελεί λόγο για μετριασμό της ποινής που μπορεί ακόμα να οδηγήσει στο ανεπιθύμητο της επιβολή ποινής φυλάκισης εκτός εάν είναι απολύτως αναγκαίο [βλ. ΓΕ v Αρέστη (1996) 2 ΑΑΔ 267, 271 και ΓΕ v Νεοκλέους (2001) 2 ΑΑΔ 48, 54, και ΓΕ v Αβρααμίδη (1993) 2 ΑΑΔ 355, 361]. Όπου υπάρχει καθυστέρηση δεν πρέπει να παραβλέπεται και η υποκειμενική πτυχή, η οποία αφορά σε τυχόν αλλαγές που μπορεί να έχουν επέλθει, στο μεταξύ, στις προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορουμένου και πιθανόν να δικαιολογούν την επιβολή μιας πιο επιεικούς ποινής [βλ. Memic v Δημοκρατίας (2014) 2Α ΑΑΔ 276, 284 με αναφορά στις ΓΕ v Πεγειώτη κ.ά. (2001) 2 ΑΑΔ 617 και Βασιλείου v Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 104].

 

43.      Στις περιπτώσεις όμως στις οποίες για την καθυστέρηση ευθύνεται αποκλειστικά ο κατηγορούμενος ο τελευταίος δεν μπορεί να επικαλείται την καθυστέρηση ως παράγοντα για μετριασμό της ποινής [βλ. Τσιολής v Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 154, 157, με αναφορά στις ΓΕ v Βαρνάβα (1999) 2 ΑΑΔ 638 και Κουλλαπής v Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 273].

 

44.      Στην παρούσα υπόθεση τα αδικήματα διαπράχθηκαν το 2018, η διερεύνηση όμως άρχισε μετά το πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής των κατ’ Εξαίρεση Πολιτογραφήσεων Αλλοδαπών Επενδυτών και Επιχειρηματιών. Η πρώτη ανακριτική κατάθεση από τον κατηγορούμενο 2 λήφθηκε τον Σεπτέμβριο 2021. Το κατηγορητήριο καταχωρίστηκε στις 23/6/2022. Από το ενώπιον μας μαρτυρικό υλικό που κατατέθηκε διαφάνηκε ότι επρόκειτο περί δύσκολης υπόθεσης με ογκοδέστατο μαρτυρικό υλικό. Ορίστηκε για σκοπούς παραπομπής στις 8/7/2022. Παραπέμφθηκε για δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου στις 8/9/2022. Μετά από αίτημα των κατηγορουμένων 2 και 4 ορίστηκε εκ νέου για απάντηση στις 7/10/2022. Είχε ζητηθεί χρόνος καθότι υπολείπονταν μαρτυρικό υλικό. Στις 7/10/2022 απάντησαν μη παραδοχή και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση στις 12/1/2023. Αναβλήθηκε άλλες 3 φορές, 2 φορές λόγω έλλειψης δικαστικού χρόνου και μία γιατί άλλαξε ο κατηγορούμενος 3 συνήγορο. Προέκυψε ακόμη μία αναβολή γιατί θα εξεταζόταν ενδεχόμενη εξαίρεση του Προέδρου της σύνθεσης. Τελικά η ακρόαση της υπόθεσης άρχισε στις 19/2/2024. Οι κατηγορούμενοι 2 και 4 δεν φέρουν ευθύνη για την όποια καθυστέρηση έχει παρατηρηθεί.

 

45.      Εκτός της κάποιας επιδείνωσης των προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος 2, δεν μας αναφέρθηκε κάτι ειδικώς για οποιαδήποτε άλλη μεταβολή στα δεδομένα του.

 

46.      Εν κατακλείδι συνυπολογίζοντας και σταθμίζοντας όλα τα πιο πάνω, καταλήγουμε ότι η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της στερητικής της ελευθερίας. Οι μετριαστικοί παράγοντες και οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου 2 μπορούν να μειώσουν ουσιωδώς το εύρος της ποινής όχι όμως και το είδος της. Έχοντας κατά νου τα όσα αναφέρθηκαν στην Krashas a.o. v Cyprus, Αρ. Υπόθεσης 52551/18, 20/6/2023, § 21 (βλ. επίσης εγκύκλιο Ανωτάτου Δικαστηρίου, 29/11/2023), λόγω της καθυστέρησης που έχει προκληθεί οι ποινές φυλάκισης που θα επιβληθούν στον κατηγορούμενο θα είναι μειωμένες κατά 4 μήνες από αυτές που θα επιβάλλοντο αν του επιβαλλόταν ποινή σε πιο σύντομο χρόνο.

 

47.      Επιβάλλονται οι ακόλουθες ποινές:

 

(1)     Στον κατηγορούμενο 2 στις κατηγορίες 11, 12, 13, 14, 15 και 16 ποινές φυλάκισης 18 μηνών στην κάθε κατηγορία.

 

 

(2)     Στην κατηγορούμενη 4:

- στις κατηγορίες 11, 12 και 13 πρόστιμο €60.000 στην κάθε κατηγορία∙

- στην κατηγορία 14 ποινή προστίμου €80.000∙

- στην κατηγορία 15 ποινή προστίμου €20.000∙ και

- στην κατηγορία 16 ποινή προστίμου €60.000.

 

48.      Έχοντας κατά νου, την φύση των αδικημάτων, τον τρόπο και τη χρονική εγγύτητα διάπραξης των αδικημάτων, και εκτιμώντας την εγκληματική συμπεριφορά του κατηγορούμενου 2 στο σύνολό της κρίνουμε ότι οι ποινές φυλάκισης θα πρέπει να συντρέχουν. Οι επιβληθείσες ποινές φυλάκισης συνεπώς να συντρέχουν.

 

49.      Τα έξοδα ύψους €395 θα καταβληθούν εξ ημισείας από τους κατηγορούμενους 2 και 4 με τη Δημοκρατία.

 

50.      Δεδομένου του είδους και του ύψους της επιβληθείσας ποινής προχωρούμε να εξετάσουμε κατά πόσο συντρέχουν τέτοιες περιστάσεις ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις του Περί της Υφ' Όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου του 1972, Ν.95/72 («Ν.95/72»), όπως τροποποιήθηκε, ως τούτες έχουν ερμηνευθεί από τη Νομολογία για αναστολή εκτέλεσης της ποινής ως και η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του κατηγορουμένου 2. Επί τούτου σημειώνονται τα ακόλουθα.

 

51.      Η αναστολή της ποινής φυλάκισης διέπεται από το άρθρο 3(2) του Ν.95/72. Η Νομολογία έχει καταδείξει ότι τυχόν αναστολή της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης δεν επιβάλλεται από δικαστήριο ως μέτρο επιείκειας, αλλά το Δικαστήριο αποφασίζει το ύψος της ποινής, και μετά εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις που να δικαιολογούν την αναστολή της [βλ. ΓΕ v Περατικού (1997) 2 ΑΑΔ 373, 378].

 

52.      Η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου για αναστολή της ποινής φυλάκισης έχει διευρυνθεί, έτσι ώστε αυτή αποφασίζεται, εάν δικαιολογείται, στη βάση του συνόλου των περιστάσεων της υπόθεσης και των προσωπικών περιστατικών του κατηγορουμένου [βλ. Siminoiu v Αστυνομίας (2012) 2 ΑΑΔ 699, 702 και Κωνσταντίνου v Αστυνομίας (2009) 2 ΑΑΔ 583, 584]. Τα όρια της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου δεν περιορίζονται με αναφορά σε συγκεκριμένους παράγοντες και δη με αναφορά σε παράγοντες οι οποίοι έχουν ήδη ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής [βλ. Παπαπαντελή v Δημοκρατίας (2016) 2Β ΑΑΔ 988, 996]. Παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη είναι, η σοβαρότητα των περιστατικών και το κίνητρο, το μητρώο του κατηγορούμενου [βλ. ΓΕ v Τζιαουχάρη (2005) 2 ΑΑΔ 161, 166] και η αναγκαιότητα αποτροπής, η διαγωγή του κατηγορούμενου μετά τη διάπραξη του αδικήματος, ιδιαίτερα η παρουσία ή απουσία στοιχείων μεταμέλειας [βλ. Demetriou v R (1976) 2 JSC 386, 388 – 389 και ΓΕ v Φανιέρου (1996) 2 ΑΑΔ 303, 309 – 310].

 

53.      Έχοντας κατά νου τα ακόλουθα:

 

(1)     το λευκό ποινικό μητρώο του και δη την απουσία άλλων καταδικών για αδικήματα φορολογικής φύσεως σε συνάρτηση με την ηλικία του∙

 

(2)     την επιθυμία της κατηγορούμενης 4, της οποίας είναι Διευθύνων Σύμβουλος να διευθετήσει τις φορολογικές της οφειλές με την καταβολή  εμβασμάτων∙

 

(3)     στη συνεργασία που επέδειξε κατά τη διερεύνηση έστω και αν δεν είχε παραδεχθεί τις κατηγορίες∙

 

(4)     τις συνέπειες που θα έχει ο άμεσος εγκλεισμός του σε σωφρονιστικό ίδρυμα προσώπου της ηλικίας του και με τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει ∙ και

 

(5)     τον χρόνο παρέλευσης από τη διάπραξη μέχρι την καταδίκη σε συνδυασμό με το ότι δεν υπέπεσε στη διάπραξη οιουδήποτε άλλου αδικήματος∙

καταλήγουμε στο ότι όλα τα πιο πάνω σωρευτικά εκτιμώμενα δημιουργούν περίπτωση για την οποία, παρά τη σοβαρότητα των αδικημάτων, το σύνολο των γεγονότων της υπόθεσης και οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου 2 είναι τέτοιες, ώστε να ασκήσουμε τη διακριτική μας ευχέρεια και να διατάξουμε την αναστολή ποινών φυλάκισης που επιβλήθηκαν.

 

54.      Οι επιβληθείσες συνεπώς ποινές φυλάκισης αναστέλλονται για περίοδο τριών ετών από σήμερα.

 

55.      Αφού παρέλθει η προθεσμία έφεσης ή σε περίπτωση καταχώρισης έφεσης με την έκδοση σχετικής απόφασης, οι φάκελοι, Τεκμήρια 1 μέχρι 9, 43 μέχρι 45, 82 και 84 να επιστραφούν στους δικαιούχους τους ήτοι αρμόδια υπουργεία, τμήματα και Δήμο Λεμεσού αντίστοιχα, τα Τεκμήρια 17 και 18 να επιστραφούν στο Τμήμα Φορολογίας, τα Τεκμήρια 31 μέχρι 35 να επιστραφούν στο Υπουργείο Εσωτερικών, τα Τεκμήρια 81 και 83 να επιστραφούν στον Δήμο Λεμεσού και τα δείγματα γραφής, δηλαδή τα Τεκμήρια 19, 20, 24 και 25 να κατασχεθούν από την αστυνομία και να καταστραφούν.

 

(Το Δικαστήριο επεξηγεί στον κατηγορούμενο 2 τις επιπτώσεις σε περίπτωση διάπραξης αδικήματος την περίοδο αναστολής)

 

 

(Υπ.) Ν. Α. Π. Γεωργιάδης, Π.Ε.Δ.

 

(Υπ.) Ν. Οικονόμου, Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο                                                   

 

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο