ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ: Χρ. Παρπόττα, Π.Ε.Δ.
Χρ. Ρασπόπουλος, Α.Ε.Δ.
Π. Σαββίδης, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 8872/2023
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ν.
1. ΜΑΜΑΣ ΚΑΛΛΗ
2. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
Κατηγορούμενοι
11 Φεβρουαρίου, 2025.
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κος Β. Μπίσσας
Για τον Κατηγορούμενο 2: κος Στ. Χριστοδούλου
Κατηγορούμενος 2 παρών
…………………….
Π Ο Ι Ν Η
Κ Α Τ Η Γ Ο Ρ Ο Υ Μ Ε Ν Ο Υ ΑΡ. 2
Ο Κατηγορούμενος 2, κατόπιν δικής του παραδοχής, βρέθηκε ένοχος σε τέσσερις (4) κατηγορίες. Ειδικότερα, παραδέχθηκε το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Α’ με σκοπό τη προμήθεια του σε άλλα πρόσωπα, ήτοι 291,55 γραμμαρίων κοκαΐνης [Κατηγορία 2], της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Α’, ήτοι 291,55 γραμμαρίων κοκαΐνης [Κατηγορία 3], της κατοχής πυροβόλου όπλου χωρίς άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας, ήτοι δύο πιστόλια [Κατηγορία 7] και τέλος, της κατοχής εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια από τον Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών, ήτοι 34 σφαιρών πυροβόλου όπλου που περιείχαν εκρηκτική ύλη [Κατηγορία 8], κατά παράβαση των σχετικών άρθρων των Νομοθεσιών, ως ειδικώς αναφέρονται στις εν λόγω κατηγορίες, επί του Κατηγορητηρίου της παρούσας ποινικής υπόθεσης.
Όσον αφορά τις λοιπές κατηγορίες που αντιμετώπιζε ο Κατηγορούμενος 2, είτε μόνος του, είτε από κοινού με τον Κατηγορούμενο 1, τούτες αναστάλθηκαν κατόπιν οδηγιών του Γενικού Εισαγγελέα, με τον Κατηγορούμενο 2 να απαλλάσσεται από αυτές. Παρεμφερώς, σημειώνεται ότι ο Κατηγορούμενος 1 παραδέχθηκε σε προγενέστερο στάδιο τις κατηγορίες που εκείνος αντιμετώπιζε και του επιβλήθηκε ποινή από το παρόν Δικαστήριο.
Σύμφωνα με τα αναντίλεκτα γεγονότα της υπόθεσης, στις 25/05/2023 και ώρα 21:50 λήφθηκε πληροφορία ότι όχημα μάρκας AUDI, γαλάζιου χρώματος, πηγαινοερχόταν, για αρκετή ώρα, στην περιοχή Αγίων Τριμιθιάς. Αφότου αυτό εντοπίστηκε από μέλη της Αστυνομίας, τέθηκε υπό παρακολούθηση, μέχρις ότου και ακινητοποιήθηκε, από αυτά, περί τις 22:30. Οδηγός του εν λόγω οχήματος ήταν ο Κατηγορούμενος 1. Ο τελευταίος, ερωτηθείς από τον Αστ.3068, Μ. Ιωάννου, κατά πόσον είχε οτιδήποτε παράνομο στη κατοχή του, ανέφερε “Έχω τέσσερα μισά, 25 γραμμάρια κόκας τζιαι 400 ευρώ”, ενώ, αφότου του επιστήθηκε η προσοχή του στο Νόμο, απάντησε “Ε για δική μου χρήση τα ναρκωτικά, έτο πίννω τζαι τώρα.”.
Λόγω έντονης μυρωδιάς κάνναβης που αναδυόταν από το εν λόγω όχημα, ο Αστ.3068, Μ. Ιωάννου, προέβη σε σχετική έρευνα τόσο σε αυτό, όσο και στον Κατηγορούμενο 1. Κατά τον σωματικό έλεγχο του τελευταίου δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε το επιλήψιμο, πλην του μισοκαπνισμένου τσιγάρου το οποίο προηγουμένως είχε παραληφθεί ως τεκμήριο. Ωστόσο, κατά την έρευνα του επίδικου οχήματος, στη θέση του συνοδηγού, εντοπίστηκε ένα τσαντάκι μέσης, εντός του οποίου υπήρχε ένα (1) διαφανές σακούλι, κλειστό με κόμπο, το οποίο περιείχε άσπρη σκόνη, ομοιάζουσα με κοκαΐνη, τέσσερα (4) νάιλον διαφανή σακουλάκια κλειστά δια καψίματος, τα οποία περιείχαν ξηρή φυτική ύλη, ομοιάζουσα με κάνναβη, μια δέσμη από χαρτονομίσματα των 5 ευρώ – συνολικού ποσού 490 ευρώ- και μια συσκευή κινητού τηλεφώνου. Κατά την ανεύρεση των πιο πάνω αντικειμένων, για κάθε ένα ξεχωριστά, επιστήθηκε η προσοχή του Κατηγορούμενου 1 στο Νόμο, με τον τελευταίο να δίδει τη δική του απάντηση, ξεχωριστά.
Στις 26/05/2023 και μεταξύ των ωρών 00:45 και 01:45, κατόπιν γραπτής συγκατάθεσης του Κατηγορούμενου 1, μέλη της ΥΚΑΝ Λευκωσίας προέβησαν σε έρευνα της οικίας του. Στις 00:50, στο δωμάτιο του Κατηγορούμενου 1, σε ερμάρι, στον κάτω πάτο, εντοπίστηκαν τα εξής: (α) ένα νάιλον σακουλάκι με 12 σφαίρες και ακόμα ένα με 9 σφαίρες, εκτός συσκευασίας, εντός ενός αρβύλου, (β) ένα διαφανές νάιλον σακουλάκι, το οποίο περιείχε ακόμα δέκα διαφανή νάιλον σακουλάκια, εντός των οποίων υπήρχε κοκαΐνη (γ) ένα διαφανές νάιλον σακούλι το οποίο περιείχε ρολό νάιλον σακουλιών και ένα νάιλον σακούλι που περιείχε κοκαΐνη, (δ) ένα πιστόλι μάρκας “RETAY” με μια γεμιστήρα η οποία περιείχε 2 σφαίρες, (ε) μια νάιλον τσάντα κόκκινου χρώματος, η οποία περιείχε ένα πιστόλι αγνώστων στοιχείων και αριθμό σφαιρών, τα οποία ήταν τυλιγμένα με κόκκινη διαφανή νάιλον συσκευασία και κολλητική ταινία, μαύρου χρώματος. Στο εν λόγω υπνοδωμάτιο, πάνω στο κομοδίνο, σε ξύλινο διακοσμητικό ραφάκι, εντοπίστηκε χρηματικό ποσό ύψους 5.555 ευρώ, σε διάφορα χαρτονομίσματα. Επίσης, στο υπόγειο της εν λόγω οικίας, μέσα σε πτυσσόμενο κρεβατάκι τύπου campbed, εντοπίστηκε (α) μια νάιλον σακούλα, μέσα στην οποία υπήρχε ένα ομοίωμα περιστρόφου, με την επιγραφή D.S.A.32 και με αλλοιωμένο αριθμό κατασκευής, (β) μια νάιλον συσκευασία με ίχνη κάνναβης, καθώς επίσης και (γ) δύο χαρτομάντηλα τα οποία περιείχαν από μια σφαίρα το καθένα.
Ο Κατηγορούμενος 1 στις ανακριτικές καταθέσεις που του λήφθηκαν στις 26/05/2023 και 27/05/2023, είπε ότι όλα τα πιο πάνω ανευρεθέντα, τα κατείχε, ως αποθηκάριος, κατόπιν οδηγιών του Κατηγορούμενου 2, στον οποίο και ανήκαν. Τις ναρκωτικές ουσίες, ο Κατηγορούμενος 2 τις είχε παραδώσει στον Κατηγορούμενο 1, περίπου τρεις βδομάδες πριν αυτές εντοπιστούν από την αστυνομία, ενώ τα πιστόλια και τις σφαίρες, περίπου τρεις μήνες προηγουμένως. Εν σχέσει με το πιστόλι εντός του οποίου υπήρχε γεμιστήρας με δύο σφαίρες, εντός αυτής, ο Κατηγορούμενος 2 το είχε δώσει στον Κατηγορούμενο 1, χωρίς ο τελευταίος να γνωρίζει πώς βρέθηκαν οι σφαίρες εντός της γεμιστήρας.
Οι ναρκωτικές ουσίες που εντοπίστηκαν τόσο στο όχημα που οδηγούσε ο Κατηγορούμενος 1, όσο και στην οικία του, με βάση την έκθεση της Δρ. Μαρίας Κωνσταντινίδου (φ/δι Κρατικό Χημείο), ήταν ελεγχόμενο φάρμακο τάξης Α´ και συγκεκριμένα κοκαΐνη. Η ποσότητα κοκαΐνης που εντοπίστηκε στο όχημα που οδηγούσε ο Κατηγορούμενος 1 ήταν βάρους 24,82 γραμμαρίων, ενώ αυτή που εντοπίστηκε στην οικία του τελευταίου ήταν βάρους 252,7 και 14,03 γραμμαρίων αντίστοιχα.
Σύμφωνα με την έκθεση του εμπειρογνώμονα Α/Αστ. 1738 Παναγιώτη Ανδρέου (φ/δι Εργαστήριο Εξέτασης Όπλων, Πυρομαχικών, Ιχνών Εργαλείων – Κερμάτων και Εντυπωμάτων), το περίστροφο με επιγραφή D.S.A.32 είναι ομοίωμα περιστρόφου και δεν θεωρείται πυροβόλο όπλο, ενώ τα άλλα δύο πιστόλια ήταν μάρκας RETAY (Χ1 cal 9 και G17 cal 9), και αρχικά, είχαν κατασκευαστεί ως αθλητικά, ήτοι για να πυροδοτούν αβολίδοτα φυσίγγια 9χ22 χιλιοστών, εντέλει όμως, υπέστησαν τροποποιήσεις, ώστε να πυροδοτούν φυσίγγια 7.65χ17SR χιλιοστών, καθιστώντας τα έτσι πυροβόλα όπλα. Τα δύο φυσίγγια που βρέθηκαν στον γεμιστήρα που έφερε το RETAY X1 cal 9, ήταν πλήρη, ενώ οι 32 σφαίρες ήταν σε χρησιμοποιήσιμη κατάσταση.
Ο Κατηγορούμενος 2 συνελήφθη στις 27/05/23, κατόπιν δικαστικού εντάλματος σύλληψης. Του επεστήθη η προσοχή του στον Νόμο και απάντησε «Ένταλμα; Γιατί; Τι έκαμα;». Κατά την σωματική του έρευνα, εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν δύο συσκευές κινητών τηλεφώνων, ενώ κατά την έρευνα που έγινε στην οικία του, κατασχέθηκαν ακόμα 2 συσκευές κινητών τηλεφώνων, καθώς επίσης και επτά (7) κάρτες τηλεφώνου της CYTAMOBILE. Στις 28/05/23 και μεταξύ των ωρών 14:40 — 15:45, λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο 2, o οποίος τήρησε το δικαίωμα σιωπής.
Εν σχέσει με τις προηγούμενες καταδίκες του Κατηγορούμενου 2, ο κος Μπίσσας παρέπεμψε το Δικαστήριο στο Ποινικό Μητρώο του Κατηγορούμενου 2 το οποίο και παρέδωσε στο Δικαστήριο και δεν αμφισβητήθηκε από την Υπεράσπιση. Από το εν λόγω έντυπο προκύπτουν οι εξής προηγούμενες καταδίκες:
(α) Ποινική Υπόθεση με αρ. 15206/16 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην οποία στις 10/02/2017 καταδικάστηκε για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Α´ με σκοπό τη προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, όπου και του επιβλήθηκε ποινή άμεσης φυλάκισης, ύψους 3 ετών. Στην εν λόγω ποινική υπόθεση λήφθηκαν υπόψη οι Ποινικές Υποθέσεις με αρ. 13093/14, 9121/16, 9398/16 και οι ποινικοί φάκελοι Λ/ΤΑΕ/Σ772/16 και Λ/ΜΙΑ Μ/22/16.
(β) Ποινική Υπόθεση με αρ. 10266/19 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην οποία στις 30/06/2020 καταδικάστηκε, μεταξύ άλλων, για τα αδικήματα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Α´, της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Α´ με σκοπό την προμήθεια του σε άλλα πρόσωπα, της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Β’, της κατοχής απαγορευμένης ουσίας, όπου και του επιβλήθηκε ποινή άμεσης φυλάκισης, με μέγιστη ποινή αυτή των 3 ετών και 3 μηνών. Στην εν λόγω ποινική υπόθεση λήφθηκε επίσης υπόψη και η Ποινική Υπόθεση με αρ. 727/2019.
Για σκοπούς μετριασμού της ποινής του Κατηγορούμενου 2, ο ευπαίδευτος συνήγορος του κατέθεσε στο Δικαστήριο γραπτή αγόρευση, το περιεχόμενο της οποίας υιοθέτησε, παραπέμποντας μας σε κάθε τι σχετικό, το οποίο, κατά τη θέση του, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο κατά την επιμέτρηση της ποινής του Κατηγορούμενου 2. Όσον δε αφορά τις προσωπικές και/ή άλλες περιστάσεις του Κατηγορούμενου 2, ο συνήγορος του υιοθέτησε το περιεχόμενο της Έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας που ετοιμάστηκε στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης.
Ξεκινώντας από τις προσωπικές περιστάσεις του Κατηγορούμενου 2, ως προκύπτουν τόσον από το περιεχόμενο της εν λόγω Έκθεσης, όσο και από τα όσα τέθηκαν μέσω της αγόρευσης του συνηγόρου του, περιλαμβανομένων και των σχετικών εγγράφων, σημειώνουμε ότι αυτός είναι ηλικίας 33 ετών και προέρχεται από πενταμελή οικογένεια.
Ο Κατηγορούμενος 2 φοίτησε μέχρι την Α´ τάξη Γυμνασίου, καθότι είχε διαγνωσθεί με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ), καθώς και δυσλεξία. Αφότου διέκοψε το σχολείο, εντάχθηκε δύο φορές (σε ηλικία 14 και 16 ετών) στο Σύστημα Μαθητείας, όπου και φοίτησε στον κλάδο Υδραυλικών - Συγκολλητών, χωρίς όμως να ολοκληρώσει το εν λόγω πρόγραμμα. Στη συνέχεια, φοίτησε σε ιδιωτική σχολή κομμωτικής, επάγγελμα το οποίο άσκησε για κάποιο χρονικό διάστημα. Περιστασιακά εργάστηκε και σε άλλους τομείς, όπως σε καφετέριες, οικοδομές, αλουμίνια κ.α., εργασίες τις οποίες διέκοπτε όμως, σε μικρά χρονικά διαστήματα, αφού παρουσίαζε δυσκολίες προσαρμογής. Ως προς τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, ο Κατηγορούμενος 2 απαλλάχτηκε από αυτές [βλ. Σχετικά στο Έγγραφο 2]. Οι σχέσεις του αρχικά με τους γονείς του δεν ήταν ιδιαίτερα καλές, με αυτές όμως να βελτιώνονται, στη πορεία των χρόνων, με τους τελευταίους να τον στηρίζουν στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Με την μεγαλύτερη αδελφή του, δεν διατηρεί οποιεσδήποτε επαφές.
Περαιτέρω, ως προκύπτει, ο Κατηγορούμενος 2, από την παιδική του ηλικία, διατηρούσε συνεργασία με παιδοψυχίατρο. Κατά τα έτη 1999 – 2000, διαπιστώθηκαν από την παιδοψυχίατρο συμπτώματα ΔΕΠΥ. Κατά τη φοίτηση του στην Α´ τάξη Γυμνασίου, διαγνώστηκε, από άλλη παιδοψυχίατρο, ότι πληρούσε τα κριτήρια ΔΕΠΥ, είχε και άλλες σοβαρές μαθησιακές και συμπεριφερολογικές δυσκολίες και η νοημοσύνη του κυμαίνετο στα ευρέα όρια του φυσιολογικού [βλ. Έγγραφο 2, Παιδοψυχιατρική Έκθεση ημερ. 16/11/2004 και Ιατρικό σημείωμα ημερ. 30/09/2004]. Αν και του χορηγείτο φαρμακευτική αγωγή, ο ίδιος τότε δεν συνεργαζόταν, με την όποια χρήση αυτής να ήταν σποραδική. Η δε εργοθεραπευτική συστηματική παρέμβαση είχε διακοπεί από την οικογένεια του, η οποία επίσης δεν ακολουθούσε τις οδηγίες της για παραπομπή σε οικογενειακό θεραπευτή.
Η αλλαγή του σχολικού πλαισίου από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο ήταν κάτι το οποίο, μεταξύ άλλων, συντέλεσε στην έξαρση των συμπεριφεριολογικών του δυσκολιών, σε βαθμό που δεν μπορούσε να γίνει ανεκτός από το σχολείο, διότι έθετε σε κίνδυνο, με τις πράξεις του, τόσο τον εαυτό του, όσο και τους συμμαθητές του, αλλά και το προσωπικό του σχολείου. Στη βάση αυτών των δεδομένων, η παιδοψυχίατρος που τον παρακολουθούσε, είχε εισηγηθεί προσωρινή διακοπή της φοίτησης του, μέχρις ότου εκτονωθεί η κρίση και να οριοθετηθεί ο Κατηγορούμενος 2, προτείνοντας υπαλλακτικές λύσεις, ως προς τη συνέχιση της μόρφωσης του, σε άλλο χώρο διδασκαλίας, μέχρις ότου να μπορέσει, στην ουσία, να επανενταχθεί στο περιβάλλον του Γυμνασίου που φοιτούσε.
Περί το έτος 2011, ο Κατηγορούμενος παρακολουθείτο από Νευρολόγο – Ψυχίατρο, ο οποίος, πέραν του πιο πάνω ιστορικού ΔΕΠΥ, – διαγνώστηκε με διαταραχή προσωπικότητας και αγχώδη κατάθλιψη [βλ. Έγγραφο 2 – Ιατρική έκθεση ημερ. 26/07/2011]. Σε ηλικία περίπου 21 ετών, ο Κατηγορούμενος 2 νοσηλεύτηκε στο Νοσοκομείο Αθαλάσσας, κατόπιν διατάγματος υποχρεωτικής νοσηλείας, όπου διαπιστώθηκαν, πέραν των προαναφερόμενων, και στοιχεία διαταραχής προσωπικότητας, χωρίς όμως να συνυπάρχει ενεργή ψυχοπαθολογία ή αυτοκαταστροφικός ιδεασμός [βλ. Έγγραφο 2, Ιατρική βεβαίωση ημερομηνίας 10/04/2013]. Σε ηλικία, περίπου, 24 ετών, άρχισε τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, γεγονός το οποίο τον οδήγησε σε περαιτέρω αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά.
Ήταν η θέση του κου Χριστοδούλου ότι η μη ολοκλήρωση της φοίτησης του στο σχολείο, σε συνάρτηση με τα προβλήματα υγείας, η διακοπή λήψης της φαρμακευτικής του αγωγής, η άρνηση του να δεχθεί βοήθεια από τους ειδικούς, καθώς επίσης και η χρήση ναρκωτικών ουσιών, αποτέλεσαν στοιχεία τα οποία οδήγησαν τον Κατηγορούμενο 2 να καταλήξει στη φυλακή, για την κατοχή και προμήθεια ναρκωτικών ουσιών σε άλλα πρόσωπα. Δηλαδή, ως εξήγησε, ο Κατηγορούμενος 2 προμηθευόταν επί πιστώσει από τρίτο πρόσωπο, συγκεκριμένη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών, την οποία διέθετε σε χρήστες που επισκέπτονταν την οικία του, με αντάλλαγμα την αποκόμιση μέρους του αντιτίμου για την “υπηρεσία” που προσέφερε.
Ο Κατηγορούμενος 2 είναι πατέρας δύο ανήλικων παιδιών εκτός γάμου, τα οποία απέκτησε κατά τα έτη 2010 και 2016, με ξεχωριστές συντρόφους. Με κανένα εκ των τέκνων του δεν διατηρεί οποιαδήποτε επικοινωνία.
Κατά την περίοδο Μαρτίου 2019 έως Ιούνιο 2022, οπότε ο Κατηγορούμενος 2 εξέτιε ποινή φυλάκισης, που του είχε επιβληθεί για αδικήματα ναρκωτικών, συμμετείχε στο πρόγραμμα απεξάρτησης ΔΑΝΑΗ και εντάχθηκε στην Ανοιχτή Φυλακή. Ακολούθως, συμμετείχε στο πρόγραμμα του Κέντρου Καθοδήγησης Έξω-ιδρυματικής Απασχόλησης και Αποκατάστασης Κρατουμένων (Κ.Κ.Ε.Α.Α.Κ), όπου εργάστηκε για σχεδόν 1 ½ έτος σε πρατήριο βενζίνης.
Ως προς τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων της παρούσας υπόθεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος Υπεράσπισης ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος 2, μετά την επιβολή ποινής για κατοχή ναρκωτικών ουσιών, δημιούργησε οικονομικό χρέος προς τον προμηθευτή της ποσότητας των ναρκωτικών ουσιών που κατασχέθηκε σε εκείνη την υπόθεση, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα, με την αποφυλάκιση του, αυτός να τον πίεζε για να τον εξοφλήσει. Λόγω της δεινής οικονομικής του κατάστασης και μη έχοντας οικονομικούς πόρους για να τον εξοφλήσει, του προτάθηκε να παραλάβει ποσότητα ναρκωτικών ουσιών για να τη διαθέσει στην αγορά, με τον ίδιο τρόπο που έπραττε και στο παρελθόν. Αν και αρχικά ο Κατηγορούμενος 2 αρνήθηκε να συνεργαστεί και πάλι με το εν λόγω πρόσωπο, το οποίο είναι μέλος εγκληματικής οργάνωσης, εντέλει, υπό το καθεστώς φόβου αλλά και της παρορμητικότητας του, αποδέχθηκε να παραλάβει την επίδικη ποσότητα. Προς απόδειξη της πιο πάνω θέσης του, ο κος Χριστοδούλου παρέδωσε στο δικαστήριο δύο δημοσιεύματα εφημερίδων, στα οποία γίνεται αναφορά σε ρίψη πυροβολισμών στην οικία των γονιών του Κατηγορούμενου 2, όπου και διέμενε και ο τελευταίος. Μάλιστα, η πρώτη περίπτωση αφορούσε σε ρίψη 10 πυροβολισμών, ενώ η δεύτερη περίπτωση σε ρίψη 27 πυροβολισμών [βλ. Έγγραφα 3 και 4]. Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος 2, ανέθεσε στον πρώην Κατηγορούμενο 1 τη φύλαξη της εν λόγω ποσότητας ναρκωτικών, μέχρι να βρει μια λύση.
Εν σχέσει με την κατοχή των επίδικων πυροβόλων όπλων, ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος 2 τα προμηθεύτηκε, μετά την πρώτη εγκληματική ενέργεια εναντίον του (ρίψη 10 πυροβολισμών στην οικία που διέμενε). Συγκεκριμένα τα προμηθεύτηκε από το πρόσωπο που είχε προμηθευτεί και το ομοίωμα πιστολιού, με σκοπό, εάν τυχόν ερχόταν αντιμέτωπος με αυτόν που τον απειλούσε, να το προτάξει για εκφοβισμό, μέχρις ότου καταφέρει να διαφύγει. Το γεγονός ότι αρχικά αγόρασε ομοίωμα πιστολιού, αποτέλεσε λόγο χλευασμού του Κατηγορούμενου 2, με αποτέλεσμα, για σκοπούς εντυπωσιασμού, αλλά και διαρροής ότι είχε πραγματικά πιστόλια, να αγοράσει τα δύο επίδικα πυροβόλα όπλα. Ο κος Χριστοδούλου, ανέφερε περαιτέρω ότι τα εν λόγω όπλα δεν χρησιμοποιήθηκαν, αλλά ούτε είχε πρόθεση ο Κατηγορούμενος 2 να τα χρησιμοποιήσει, αφού δεν γνωρίζει τα στοιχειώδη ως προς τον χειρισμό τους. Σημείωσε επίσης ότι οι 11 από τις 34 σφαίρες που ανευρέθηκαν ήταν άλλου διαμετρήματος από αυτές που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τα συγκεκριμένα όπλα και επομένως ήταν άχρηστες.
Επιπλέον, ο κος Χριστοδούλου ανέφερε ότι ενόψει της σύλληψης του Κατηγορούμενου 2, εν σχέσει με τη παρούσα υπόθεση, έχει δημιουργηθεί νέα οικονομική οφειλή προς τον προμηθευτή του, κάτι το οποίο δημιούργει περαιτέρω προβλήματα και φόβο, τόσο στον ίδιο, όσο και στους οικείους του, οι οποίοι αναγκάζονται να διαμένουν τις περισσότερες μέρες του μήνα εκτός Λευκωσίας. Ο λόγος για τον οποίο ο ίδιος ο Κατηγορούμενος 2 αρνείται να ονομάσει τον ιθύνων νουν και προμηθευτή των εν λόγω ουσιών, αφορά κυρίως στη διαφύλαξη της σωματικής ακεραιότητας των οικείων του. Το συγκεκριμένο πρόσωπο, μέσω συνεργατών του εντός των φυλακών, απείλησε τον Κατηγορούμενο 2, γεγονός το οποίο τον οδήγησε να αιτηθεί αλλαγή πτέρυγας όπου κρατείτο, με σκοπό να περιορίσει τις πιθανότητες να αποτελέσει εκ νέου στόχο.
Περαιτέρω, ο κος Χριστοδούλου ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος 2, δεν ήταν πάρα μόνο ένας «περιστασιακός εν δυνάμει προμηθευτής» και σίγουρα όχι ένας οργανωμένος έμπορας ναρκωτικών ουσιών. Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι η ανευρεθείσα ποσότητα δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ούτε ως μεγάλη αλλά ούτε και ως αμελητέα, υπογραμμίζοντας δε ότι δεν υπάρχει ποσοτικός προσδιορισμός της καθαρότητας της εν λόγω ναρκωτικής ουσίας, κάτι το οποίο θα πρέπει να απασχολήσει το Δικαστήριο κατά την επιβολή της ποινής.
Ως προς το ποινικό μητρώο του Κατηγορούμενου 2, ο κος Χριστοδούλου επισήμανε ότι τούτο δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως επιβαρυντικός παράγοντας, κατά τρόπο που να αφήνει το αίσθημα στον Κατηγορούμενο 2 ότι τιμωρείται για δεύτερη φορά για τα αδικήματα τα οποία ήδη έχει τιμωρηθεί. Σημείωσε επίσης ότι ενόψει των προηγούμενων καταδικών του, ο Κατηγορούμενος 2 θα αποστερηθεί, με βάση τους Κανονισμούς των Φυλακών, του δικαιώματος να ενταχθεί μελλοντικά στην ανοικτή φυλακή και κατά συνέπεια να λάβει μέρος στο πρόγραμμα Έξω – Ιδρυματικής απασχόλησης. Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι οι πιθανότητες να απολυθεί με όρους από το Συμβούλιο Αποφυλάκισης, είναι απειροελάχιστες, λόγω των προηγούμενων καταδικών του.
Τέλος, ο κος Χριστοδούλου αναφέρθηκε στην παραδοχή του Κατηγορούμενου 2, η οποία έγινε πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, στην εξοικονόμηση πολύτιμου δικαστικού χρόνου και εξόδων και στην μεταμέλεια του.
Η σοβαρότητα των αδικημάτων που αφορούν ναρκωτικά είναι δεδομένη και αυτή αντικατοπτρίζεται στις προβλεπόμενες από το Νόμο ποινές. Ειδικότερα, για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Α’ με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα [2η Κατηγορία] προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι και διά βίου ή πρόστιμο ή και οι δύο αυτές ποινές, ενώ για το αδίκημα της κατοχής ναρκωτικών ουσιών τάξης Α’ [3η κατηγορία] προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 12 χρόνια ή πρόστιμο. Ιδιαίτερα σοβαρά είναι και τα αδικήματα της κατοχής πυροβόλου όπλου [7η Κατηγορία], για το οποίο προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 15 έτη ή πρόστιμο μέχρι €42.715 ή και οι δύο αυτές ποινές και, επιπρόσθετα, οποιαδήποτε όπλα, σχετικά με τα οποία διαπράχθηκε αδίκημα, κατάσχονται και δημεύονται ή καταστρέφονται με τη συγκατάθεση του κατηγορούμενου. Ως προς το αδίκημα της κατοχής εκρηκτικών υλών [8η κατηγορία], προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι 10 έτη ή πρόστιμο μέχρι €5.000 ή και οι δύο αυτές ποινές.
Όσον αφορά τα αδικήματα της παράνομης κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια ναρκωτικών ουσιών, πέραν από την προβλεπόμενη στον Νόμο ποινή, η ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών, προκύπτει και από τη νομολογία, μέσα από την οποία έχει κατ’ επανάληψη τονιστεί ότι η κατοχή ναρκωτικών, είτε με σκοπό την χρήση, είτε με σκοπό την προμήθεια, έχει καταστεί κοινωνική μάστιγα και αποτελεί κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο απαιτεί αυστηρή αντιμετώπιση από τα Δικαστήρια.
Αυτή ακριβώς η ανησυχητική έξαρση που παρατηρείται στη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων τα τελευταία χρόνια, σε συνάρτηση με τις καταστροφικές συνέπειες που εμπεριέχει η χρήση των εν λόγων ουσιών, κυρίως στα νεαρά πρόσωπα, δικαιολογεί την επιβολή ακόμη πιο αυστηρών ποινών, οι οποίες θα πρέπει να είναι τέτοιες ώστε να αποκαλύπτουν και την απέχθεια των Δικαστηρίων για τέτοια εγκλήματα (βλ. Αντρέας Αντρέου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.204/2021, ημερ.21/12/2022), ECLI:CY:AD:2022:B490.
Το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Ismen Bora v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 79/2017, ημερ. 13/03/2018, ECLI:CY:AD:2018:B110, το οποίο υιοθετήθηκε στην Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 110/20, ημερ. 29/09/2020 αντικατοπτρίζει με ακρίβεια την ανησυχητική εξάπλωση των ναρκωτικών και την επιτακτική ανάγκη για αυστηρή μεταχείριση των παραβατών, ακριβώς λόγω των ολέθριων αποτελεσμάτων που ενέχει η εγκληματική αυτή συμπεριφορά αλλά και της ραγδαίας επιδείνωσης του φαινομένου της κατοχής και διακίνησης ναρκωτικών ουσιών:
«Κατευθυντήριες αρχές αναφορικά με την επιβολή ποινών σε υποθέσεις κατοχής ναρκωτικών ουσιών και ιδιαίτερα σε περιπτώσεις κατοχής τέτοιων ουσιών με σκοπό την προμήθειά τους σε άλλα πρόσωπα, τέθηκαν από τη νομολογία μας μέσα από μια σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Μπορεί να αποτυπωθεί, ως απαύγασμα της εν λόγω νομολογίας, η ανάγκη για επιβολή αυστηρών ποινών, αποτρεπτικού χαρακτήρα, ακριβώς λόγω των ολέθριων αποτελεσμάτων που ενέχει η εγκληματική αυτή συμπεριφορά. Η αυστηρή μεταχείριση των παραβατών προβάλλει ως επιτακτική, δεδομένης της συχνότητας των υποθέσεων αυτής της μορφής που τίθενται ενώπιον των Δικαστηρίων και της ραγδαίας επιδείνωσης του φαινομένου της κατοχής και διακίνησης ναρκωτικών ουσιών. Η εξαθλίωση των θυμάτων, αλλά και η απώλεια ζωών, κυρίως νέων ανθρώπων, επιβάλλει τη δραστική παρέμβαση και συμμετοχή της δικαιοσύνης στην καθολική προσπάθεια αναχαίτισης της σύγχρονης μάστιγας των ναρκωτικών.
Δεν είναι χωρίς σημασία να τονιστεί ότι το μέγιστο ύψος της ποινής που προβλέπεται από το Νόμο είναι βασική παράμετρος που προσμετρά το Δικαστήριο στην πορεία για επιμέτρηση της ποινής. Πέραν τούτου, λαμβάνονται βεβαίως υπόψη οι συνθήκες διάπραξης ενός αδικήματος αλλά και οι προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορουμένου, στα πλαίσια εξατομίκευσης της κάθε ποινής. Προεξάρχουσας όμως σημασίας είναι η αποτροπή προς τον σκοπό προστασίας του κοινωνικού συνόλου, στοιχείο που υπαγορεύει παροχή περιορισμένης σημασίας στις προσωπικές συνθήκες και περιστάσεις ενός κατηγορούμενου. Είναι επίσης πάγια νομολογιακή αρχή, ότι όπου παρατηρείται έξαρση και επιμονή στη διάπραξη παρόμοιας φύσης αδικημάτων παρά τις επιβληθείσες από τα δικαστήρια αυστηρές ποινές, δικαιολογείται η επιβολή ακόμα αυστηρότερων (Selmani κα ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 235/13 κα, ημερ. 5.10.2016).»
Θεώρηση της πλούσιας νομολογίας για υποθέσεις ναρκωτικών καταδεικνύει την αυστηρή αντιμετώπιση τέτοιας φύσης αδικημάτων με την επιβολή πολύχρονων ποινών φυλάκισης, το ύψος των οποίων εξαρτάται, μεταξύ άλλων παραγόντων, από το είδος, την ποσότητα και τον σκοπό κατοχής των ναρκωτικών (βλ. Mallouk ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 711 και Μάρκος Brayan Berne v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 437).
Στην Rafael Alexis Valdez κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 144/16 και 145/2016, ημερ. 21/02/2017, σημειώθηκε ότι το Δικαστήριο που επιβάλει ποινή σε υπόθεση ναρκωτικών πρέπει να διαχωρίσει σε τι είδους μεταφορέα ναρκωτικών θα επιβάλει ποινή, με αναφορά στην ανάμειξη του στην πυραμίδα διακίνησης των ναρκωτικών, όχι αυστηρά με το να τον κατατάξει σε κατηγορίες ή υποκατηγορίες, αλλά να διακρίνει κάποια χαρακτηριστικά του δράστη που καθορίζουν αφενός το βαθμό υπαιτιότητας του και αφετέρου το είδος και την ποσότητα των ναρκωτικών που μεταφέρει. Η επιβολή ιδιαίτερα αυστηρών ποινών ενδείκνυται σε περιπτώσεις όπου η ποσότητα είναι μεγάλη και η κατοχή συνοδεύεται με πρόθεση εμπορίας των ναρκωτικών και/ή διάθεσης τους σε τρίτα πρόσωπα [βλ. Moussa v. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ.320 και Mallouk (ανωτέρω)].
Ενδεικτικά παραπέμπουμε στις ακόλουθες υποθέσεις όπου υπάρχει κάποιου βαθμού εγγύτητα ή σχετικότητα, με τα αδικήματα που διέπραξε ο Κατηγορούμενος 2.
Στην υπόθεση Mallouk (ανωτέρω), επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 8 ετών που επιβλήθηκε στον Εφεσείοντα, μετά από παραδοχή, για εισαγωγή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια 237,20 γραμμαρίων ηρωίνης (ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α).
Στην Γενικός Εισαγγελέας ν. Mehmet Sak (2005) 2 Α.Α.Δ. 377, το Εφετείο αύξησε την ποινή φυλάκισης από 5 έτη σε 8 έτη για κατοχή ηρωίνης (ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Α) βάρους 391,25 γραμμαρίων, με σκοπό την προμήθεια, ποινή η οποία επιβλήθηκε στον εφεσίβλητο, μετά από παραδοχή.
Στην Ρεσλάν ν. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 127, επικυρώθηκαν ποινές φυλάκισης 5 ετών στην κατηγορία για κατοχή και 8 ετών στην κατηγορία για κατοχή με σκοπό την προμήθεια ηρωίνης βάρους 199,1013 γραμμαρίων.
Στην Hussein Hassan v. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 356, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 6 ετών για κατοχή ηρωίνης βάρους 227,82 γραμμαρίων, με σκοπό την προμήθεια.
Στην Saliba v. Γενικού Εισαγγελέα (2008) 2 Α.Α.Δ. 388, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 10 ετών που επιβλήθηκε στον Εφεσείοντα, ηλικίας 26 ετών, με λευκό ποινικό μητρώο, μετά από παραδοχή, σε κατηγορίες που αφορούσαν στα αδικήματα της εισαγωγής, της κατοχής και της κατοχής με σκοπό την προμήθεια 130.2612 γραμμαρίων κοκαΐνης.
Στην Conrad Mbakoub Mbakoup v. Δημοκρατίας (2015) 2 Α.Α.Δ. 199, για το αδίκημα της κατοχής με σκοπό τη προμήθεια, ήτοι 351.48 γραμμαρίων κοκαΐνης, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 7 ετών σε Εφεσείοντα ηλικίας 34 ετών, πατέρα 3 ανηλίκων παιδιών, με λευκό ποινικό μητρώο, ο οποίος κρίθηκε ένοχος μετά από δική του παραδοχή.
Στην Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 130/2021, ημερ. 29/03/2022, ECLI:CY:AD:2022:B131, επικυρώθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 6½ ετών για κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια, ήτοι κοκαΐνης, συνολικού βάρους 71.14 γραμμαρίων, κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια, ήτοι μεθαμφεταμίνης συνολικού βάρους 60.5 γραμμαρίων και κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια, ήτοι κάνναβής, συνολικού βάρους 880.85 γραμμαρίων.
Στην Κυριακού v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 68/2020, ημερ. 11/05/2022, ECLI:CY:AD:2022:B180, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 8 ετών που επιβλήθηκε σε κατηγορούμενο που παραδέχθηκε ενοχή για αδικήματα κατοχής με σκοπό την προμήθεια 810,44 γραμμαρίων κάνναβης και 6 ετών για 100,35 γραμμαρίων κοκαΐνης. Ο κατηγορούμενος βαρύνετο με δύο προηγούμενες καταδίκες για ίδιας φύσεως αδικήματα.
Τέλος, στην Νικολάου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 2/2022, ημερ. 19/12/2022, απερρίφθη έφεση του καταδικασθέντος κατόπιν παραδοχής, με την οποία προσέβαλλε ως έκδηλα αυστηρή την ποινή φυλάκισης των 5 ετών που του είχε επιβληθεί για το αδίκημα της κατοχής 99,85 γραμμαρίων κοκαΐνης με σκοπό την προμήθεια της σε άλλα πρόσωπα. Κρίθηκε πως η ποινή περιείχε μεν το στοιχείο της αυστηρότητας, δεν ήταν όμως έκδηλα υπερβολική που να δικαιολογούσε την παρέμβαση του Εφετείου.
Αναφορικά με τα αδικήματα της παράνομης κατοχής όπλου και φυσιγγίων παραπέμπουμε στις υποθέσεις Νικολλετή ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ.279, Γενικός Εισαγγελέας ν. Chronyy (2006) 2 Α.Α.Δ.117, Μάμας Προκοπίου Κίτας ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ.433 και Κυριάκος Παναγή ν. Δημοκρατίας (2015) 2Β Α.Α.Δ.875. Αυτό που προκύπτει διαχρονικά από τη σχετική νομολογία είναι ότι η παράνομη κατοχή και χρήση πυροβόλων όπλων υπονομεύουν την έννομη τάξη, ανοίγουν το δρόμο για την αναρχία, θέτουν σε κίνδυνο ανυποψίαστους κυρίως πολίτες και εκθέτουν ολόκληρη την κοινωνία στο αίσθημα ανασφάλειας. Η ανησυχητική συχνότητα με την οποία διαπράττονται αδικήματα που σχετίζονται με την κατοχή και μεταφορά πυροβόλων όπλων, καθιστά το καθήκον αποτροπής τους μέσω της τιμωρίας των παραβατών επιβεβλημένο (βλ. Vero κ.α. v. Δημοκρατίας, (2015) 2 Α.Α.Δ. 315). Δυστυχώς, παρά τη διαχρονική αυστηρή αντιμετώπιση από τα Δικαστήρια, τέτοιων αδικημάτων, εντούτοις μέχρι σήμερα υπάρχει έξαρση στη διάπραξη τους, καθώς και αντίστοιχη ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών.
Όσον αφορά τις επιβαλλόμενες ποινές, παραπέμπουμε, ενδεικτικά, στις ακόλουθες υποθέσεις:
Στην Titos v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 409, επικυρώθηκαν οι επιβληθείσες ποινές φυλάκισης 4 ετών για οπλοκατοχή, ήτοι 3 πιστολιών, 2 ετών για κατοχή πυρομαχικών, ήτοι 183 σφαιρών και 2 ετών για καλλιέργεια 23 φυτών κάνναβης.
Στην Νικολεττή (ανωτέρω), επικυρώθηκαν οι συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 4 ετών για κατοχή πιστολιού, 3 ετών για κατοχή εκρηκτικών υλών, ήτοι 7 φυσιγγίων με τα οποία το πιστόλι ήταν οπλισμένο, 2 ετών για μεταφορά αντικειμένου κατασκευασμένου προς εκτόξευση επιβλαβούς υγρού και 4 μηνών για μεταφορά μάχαιρας. Ο Εφεσείων ήταν λευκού ποινικού μητρώου και προέβη σε παραδοχή.
Στην Γενικός Εισαγγελέας ν. Βασιλείου κ.α. (2007) 2 Α.Α.Δ. 84, επικυρώθηκαν οι επιβληθείσες συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3 ½ ετών για τα αδικήματα της κατοχής πυροβόλου όπλου, 1 έτους για κατοχή φυσιγγιοθήκης, 6 μηνών για κατοχή σιγαστήρα όπλου και 2 ετών για κατοχή 17 φυσιγγίων.
Στην Μάμας Προκοπίου Κίτας (ανωτέρω), επικυρώθηκαν οι ποινές φυλάκισης 3 ½ ετών για την κατηγορία της κατοχής πυροβόλου όπλου, ήτοι πιστόλι και 3 ½ ετών για τη μεταφορά πυροβόλου όπλου, το οποίο να σημειωθεί ότι δεν ήταν έμφορτο.
Τέλος, στην Κυριάκος Παναγή (ανωτέρω), επικυρώθηκαν οι ποινές φυλάκισης 4 ετών για την κατηγορία της παράνομης μεταφοράς όπλου κατηγορίας Β2 και 3 ετών για παράνομη κατοχή 14 φυσιγγίων πιστολιού.
Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να διευκρινίσουμε ότι η αναφορά στις πιο πάνω αποφάσεις δεν γίνεται για σκοπούς δικαστικού προηγούμενου, εφόσον η κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα δικά της περιστατικά. Οι προηγούμενες αποφάσεις των Δικαστηρίων αναφορικά με τις επιβληθείσες ποινές είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής, χωρίς να αποτελούν ένα σταθερό δείκτη καθορισμού ποινής, καθότι η ποινή που επιβάλλεται είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που την συνθέτουν και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του παραβάτη, (βλ. Θεοδώρου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 208/2018, ημερ. 27/11/2019 και Χαραλάμπους κ.α. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 127/19 και 130/19, ημερ. 10/03/2021). Δεν υπάρχουν όμοιες υποθέσεις για να υπάρχουν και όμοιες ποινές. Ούτε και στο ποινικό μας δίκαιο υπάρχει αυτό που ονομάζεται «ταρίφα». Συνεπώς η όποια αναφορά σε παρόμοιες υποθέσεις γίνεται προς εμπέδωση – στον βαθμό του δυνατού - του αισθήματος ίσης μεταχείρισης στην αντιμετώπιση των δραστών (βλ. Μαυρολουκά ν. Δημοκρατίας (2015) 2(Α) Α.Α.Δ. 30, Δημοκρατία ν. Ανδρέου, Ποιν. Έφ. Αρ. 135/19, ημερ. 04/10/2022, ECLI:CY:AD:2022:B372 και Ανδρέας Γεωργιάδης ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 1/2023, ημερ. 06/07/2023).
Μετά την πιο πάνω αναφορά σε νομολογία, επιστρέφουμε στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και ειδικά στους παράγοντες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στη διαμόρφωση της ποινής που θα επιβληθεί στον Κατηγορούμενο 2. Για τον προσδιορισμό της ποινής, αξιολογήσαμε όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μας υπό μορφή γεγονότων, αγορεύσεων και εγγράφων, όπως και την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, στην πλήρη τους μορφή.
Πάνω απ’ όλα λαμβάνουμε υπόψη, αφενός τη σοβαρότητα των αδικημάτων, ως προκύπτει από τις προβλεπόμενες ποινές και αφετέρου την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών, ενόψει της έξαρσης που παρατηρείται στη διάπραξη των επίδικων αδικημάτων. Επίσης, λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος 2 κατείχε ελεγχόμενο φάρμακο τάξης Α’, ήτοι κοκαΐνη, ουσία η οποία συγκαταλέγεται στα «σκληρά» ναρκωτικά. Παράλληλα λαμβάνουμε υπόψη την ποσότητα την οποία κατείχε, ήτοι 291,55 γραμμαρίων. Αν και η ποσότητα αυτή μπορεί να μην θεωρείται τεράστια, σίγουρα δεν είναι ούτε και αμελητέα, χωρίς να μας διαφεύγει, παράλληλα, ότι δεν τέθηκε οτιδήποτε ενώπιον μας ως προς την καθαρότητα της εν λόγω ουσίας. Προσθέτει στη σοβαρότητα της αξιόποινης συμπεριφοράς του Κατηγορουμένου 2 το γεγονός ότι κατείχε την επίδικη ποσότητα ναρκωτικών, με σκοπό την προμήθεια της σε τρίτα πρόσωπα, κάτι το οποίο θα απέφερε, ουσιαστικά, σημαντικά χρηματικά οφέλη στους εμπόρους και προμηθευτές, συντηρώντας κατ’ αυτό τον τρόπο την εμπορία, αλλά και προκαλώντας ποικιλόμορφη βλάβη σε πλειάδα χρηστών και στην κοινωνία, ευρύτερα.
Σε σχέση με τον ρόλο του Κατηγορούμενου 2, από τον συνδυασμό των εκτεθέντων γεγονότων και της αγόρευσης του συνηγόρου Υπεράσπισης, κατ’ αρχάς θα πρέπει ν’ αναφερθεί ότι από τα ενώπιον μας γεγονότα δεν βρίσκουμε να υπάρχουν τέτοια στοιχεία που να δύνανται να κατατάξουν τον Κατηγορούμενο 2 στους οργανωμένους εμπόρους ναρκωτικών, στους οποίους, σύμφωνα με την υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ.466, πρέπει να επιβάλλεται αυστηρότερη ποινή απ’ ότι σε περιστασιακούς προμηθευτές. Ούτε προκύπτει ότι ο Κατηγορούμενος 2, ήταν ο ιθύνων νους της όλης επιχείρησης διακίνησης των ναρκωτικών, αφού εισαγωγέας και προμηθευτής των εν λόγω ουσιών, σύμφωνα με την αναντίλεκτη θέση της Υπεράσπισης, ήταν τρίτο πρόσωπο, με το οποίο ο Κατηγορούμενος 2 σχετιζόταν από προηγουμένως. Ο ρόλος του περιοριζόταν, στην ουσία, σε ρόλο διακινητή των εν λόγω ουσιών στην αγορά. Όμως, ακόμα και ως “περιστασιακός εν δυνάμει προμηθευτής”, όπως χαρακτηρίστηκε ο Κατηγορούμενος 2 από την Υπεράσπιση, η ουσία του πράγματος έγκειται στο ότι προσέφερε μια ουσιώδη εξυπηρέτηση στον έμπορο των ναρκωτικών, που δεν ήταν άλλη από τη διακίνηση τους στην κοινωνία της Κύπρου. Κατά συνέπεια, ναι μεν ο ρόλος του ήταν συγκεκριμένος, αλλά ταυτόχρονα ήταν και από τους σημαντικότερους κρίκους στην αλυσίδα διακίνησης ναρκωτικών και κατ’ επέκταση στη διασπορά τους. Στην αγόρευση του ο συνήγορος Υπεράσπισης ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος 2 προέβη στις επίδικες πράξεις αφού έπρεπε να εξοφλήσει προηγούμενες οικονομικές οφειλές του προς τον προμηθευτή των εν λόγω ουσιών. Αυτό δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για προσφυγή στο έγκλημα και, ιδιαίτερα, σε εγκλήματα του είδους που διέπραξε ο Κατηγορούμενος 2. Δηλαδή, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σκοπός και πάλι ήταν ο προσπορισμός χρηματικού οφέλους με σκοπό την εξόφλησή δικών του οικονομικών χρεών, κάτι που επιτείνει τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε. Εν πάση περιπτώσει, εκείνο που έχει σημασία είναι πως, είτε τα ναρκωτικά προωθούνται με σκοπό το κέρδος, είτε για οποιοδήποτε άμεσο, ή έμμεσο όφελος, η κατάληξη παραμένει η ίδια, δηλαδή η διάδοση των ναρκωτικών σε άλλα πρόσωπα [βλ. Κωνσταντίνου v. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 466]. Ούτε το γεγονός ότι οι εν λόγω ουσίες παρέμειναν στην κατοχή του Κατηγορούμενου 1, περί τις τρεις βδομάδες, μέχρι και την σύλληψη των κατηγορούμένων, χωρίς, στην ουσία, να διοχετευθούν στην αγορά, ανατρέπει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την πρόθεση του Κατηγορούμενου 2, σε κάποια στιγμή, να πράξει τούτο.
Λαμβάνοντας υπόψη το είδος και την ποσότητα των ναρκωτικών, καθώς επίσης και ότι ο προορισμός τους ήταν να διατεθούν στο κοινό, η ανάγκη για αυστηρή και αποτρεπτική ποινή στην παρούσα είναι αυταπόδεικτη. Στην υπόθεση Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577, λέχθηκαν, συναφώς, τα εξής: «Η πείρα καταδείχνει ότι οι έμποροι ναρκωτικών συχνά επιλέγουν άτομα αδύναμα ή άτομα με ειδικά προβλήματα για τη μεταφορά ναρκωτικών. Η κατανόηση αυτών των αδυναμιών και προβλημάτων δεν μπορεί να επιδράσει κατά τρόπο που να εξασθενίζει την αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου.». Τα Δικαστήρια επομένως, οφείλουν, μέσω των επιβαλλόμενων ποινών, να σταθούν αρωγοί της κοινωνίας ώστε να παταχθεί αυτό το φαινόμενο. Δεν μπορούν να επικροτούν άτομα που στην προσπάθεια τους να εξασφαλίσουν εύκολα, γρήγορα και χωρίς ιδιαίτερο κόπο εισοδήματα, προσφεύγουν σε εγκληματικές δραστηριότητες οι οποίες πλήττουν το θεμέλιο της όλης ασφάλειας των πολιτών. Η ευκολία με την οποία άτομα, όπως ο Κατηγορούμενος 2, δέχονται να συμμετέχουν σε αυτού του είδους εγκληματικές ενέργειες, διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό τρίτα πρόσωπα στην εμπορία των ναρκωτικών, με στόχο την αποκόμιση οικονομικού οφέλους, αδιαφορώντας για τις συνέπειες των πράξεων τους, αναμφίβολα θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με αυστηρότητα, στην προσπάθεια ακριβώς αναχαίτισης του παγκόσμιου αυτού φαινομένου της μάστιγας των ναρκωτικών.
Ως προς τη θέση του συνηγόρου του Κατηγορούμενου 2, ότι διέπραξε τα πιο πάνω αδικήματα υπό το κράτους φόβου, παραπέμπουμε στο κάτωθι απόσπασμα από την υπόθεση Algert Xhaferi ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 207/2021, ημερ.16/11/2022, ECLI:CY:AD:2022:B453, στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο, ασχολήθηκε με ισχυρισμό περί διάπραξης των αδικημάτων υπό το κράτος απειλών. Θεωρούμε πως τα όσα αναφέρθηκαν ισχύουν και στην προκειμένη περίπτωση και απαντούν αρκούντως ικανοποιητικά στη θέση του Κατηγορούμενου 2, ότι ενήργησε ουσιαστικά υπό το κράτος φόβου:
« .. Ορθώς, δε, δεν θεώρησε ως ελαφρυντικό παράγοντα τον ισχυρισμό που προεβλήθη κατά την αγόρευση για μετριασμό της ποινής, ότι αυτός ενήργησε και υπό το κράτος απειλών. Όπως τονίσθηκε στην υπόθεση Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 110/2019, ημερ. 29/9/2020, στην οποία παρέπεμψε το Κακουργιοδικείο, «Ούτε συνιστούσε μετριαστικό παράγοντα, όπως ορθά κρίθηκε από την πλειοψηφία του Κακουργιοδικείου στην απόφαση επί της ποινής, το γεγονός ότι ο Εφεσείων διέπραξε το αδίκημα επειδή τον απειλούσαν τρίτα πρόσωπα. Εάν όντως έτσι είχαν τα πράγματα, όφειλε να αποταθεί στις αρμόδιες αρχές του κράτους και όχι να εμπλακεί σε εγκλήματα αυτής της μορφής, αποτέλεσμα των οποίων είναι η εξαθλίωση άλλων ανθρώπων.» Το Κακουργιοδικείο σχολιάζοντας τα πιο πάνω έθεσε το ζήτημα τέτοιων περιστάσεων υπό την ορθή τους διάσταση ως ακολούθως:
«Ό,τι οφείλουμε να επισημάνουμε είναι πως, ο μόνος δρόμος για όσους δέχονται πιέσεις ή πειρασμούς είναι, είτε η απόσταση από τέτοιες παράνομες εστίες είτε η συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές του κράτους, κυρίως πριν την εμπλοκή τους στη διάπραξη αδικημάτων, παρ΄ ότι και η μετέπειτα συνεργασία είναι καλοδεχούμενη, προκειμένου να βοηθήσουν και τους ίδιους αλλά και την υπόλοιπη κοινωνία. Δικαιολογίες για αντίθετη συμπεριφορά δεν θα πρέπει να αναμένεται ότι θα τυγχάνουν ιδιαίτερης βαρύτητας ως μετριαστικός παράγοντας. Είναι λυπηρό που οι κατηγορούμενοι 1 και 2 έχουν τα προβλήματα τους ωστόσο επέλεξαν ένα δρόμο ο οποίος με τη δική τους συνδρομή αναμενόταν ότι θα δημιουργούσε προβλήματα σε άλλους συνανθρώπους, αν τα ναρκωτικά δεν κατέληγαν στα χέρια της αστυνομίας. Πρόκειται για αδιαφορία η οποία συνδέεται άρρηκτα με την προώθηση προσωπικού συμφέροντος χωρίς ενσυναίσθηση έναντι των όποιων συνεπειών στο συνάνθρωπο».»
Ένα άλλο στοιχείο σοβαρότητας της αξιόποινης συμπεριφοράς του Κατηγορουμένου 2, πέραν από την ανάμειξη του με τα ναρκωτικά, είναι η κατοχή των δύο πιστολιών, τα οποία με τις τροποποιήσεις που υπέστησαν, κατέστησαν, εν τη έννοια του νόμου, πυροβόλα όπλα, καθώς επίσης και η κατοχή 34 σφαιρών, χωρίς άδεια. Παρά το ότι ο Κατηγορούμενος 2, ως ανέφερε ο συνήγορος του, δεν είχε πρόθεση χρήσης των όπλων, κατά τον χρόνο που τα απέκτησε, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι εντός της γεμιστήρας του ενός πιστολιού υπήρχαν δύο φυσίγγια, καθώς επίσης και ότι ο Κατηγορούμενος 2 κατείχε 34 σφαίρες, καθιστώντας έτσι δυνατή τη χρήση τους, έστω και εάν 11 εξ αυτών ήταν άλλου διαμετρήματος (βλ. Νικολεττή ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ.279). Η μέγιστη λοιπόν απαξία των εν λόγω αδικημάτων έγκειται στον δυνητικό κίνδυνο τραυματισμού ή εκφοβισμού άλλων, ο οποίος και δικαιολογεί αντιστοίχως τον αποτρεπτικό χαρακτήρα στην ποινή για όποιον συμβάλλει στην ύπαρξη τέτοιου κινδύνου. Με άλλα λόγια, τίποτε δεν αποκλείει τη δημιουργία πρόθεσης χρήσης των όπλων από την στιγμή που κάποιος έχει άμεση πρόσβαση σε αυτά. Η ανεξέλεγκτη κατοχή τέτοιων πυροβόλων όπλων από πολίτες, θεωρούμε ότι υποσκάπτει τα θεμέλια του οικοδομήματος της Δημοκρατίας.
Σε ότι αφορά τις προηγούμενες καταδίκες με τις οποίες βαρύνεται ο Κατηγορούμενος 2, επισημαίνουμε ότι δεν δικαιολογούν την επιβολή τέτοιας ποινής που θα έδινε την εντύπωση ότι ο κατηγορούμενος τιμωρείται για δεύτερη φορά (βλ. Παναγιώτου (Αντάρτης) ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138 και Τσιάκκα κ.α. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 282). Ουσιαστικά, με κάθε μεταγενέστερη καταδίκη ο κατηγορούμενος προοδευτικά χάνει τη μείωση την οποία θα είχε ως κατηγορούμενος με λευκό ποινικό μητρώο. Ως προκύπτει από τη Νομολογία, οι προηγούμενες καταδίκες αποτελούν ένδειξη της στάσης και του σεβασμού ενός κατηγορουμένου στους Νόμους της πολιτείας (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Ματθαίου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1 και Γεωργίου, άλλως Καμμούγιαρος ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 565). Είναι λοιπόν μέσα σε αυτά τα πλαίσια που θα ληφθούν υπόψη οι προηγούμενες καταδίκες του Κατηγορούμενου 2, δηλαδή του περιορισμού του βαθμού επιείκειας που θα μπορούσε να επιδειχθεί στην περίπτωση κατηγορούμενου με λευκό ποινικό μητρώο.
Επί του προκειμένου, τούτο που προκύπτει από το ποινικό του μητρώο, είναι ότι ο Κατηγορούμενος 2, μόλις 3 χρόνια από την τελευταία του εγκληματική δράση, προέβη στη διάπραξη των αδικημάτων της παρούσας υπόθεσης. Επρόκειτο δε για αδικήματα ίδιας φύσεως, αφού αφορούσαν την κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα ελεγχόμενων φαρμάκων τάξης Α΄, όπως επίσης, η μία εκ των δύο, αφορούσε και την κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Β΄. Αυτό ουσιαστικά που διαφαίνεται είναι πως, ο Κατηγορούμενος 2 ενεπλάκη πέραν της μίας φοράς στη διάπραξη αδικημάτων σχετιζόμενων με ναρκωτικά και τούτο λαμβάνεται υπόψη, ως ήδη τονίστηκε ανωτέρω (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Ματθαίου (ανωτέρω).
Παρά τη διαπιστωθείσα σοβαρότητα και την ανάγκη για αποτρεπτική ποινή, υπάρχει πάντοτε και το καθήκον για εξατομίκευση της, ούτως ώστε αυτή να προσιδιάζει στις περιστάσεις της υπόθεσης και του κατηγορούμενου. Στα πλαίσια του καθήκοντος μας αυτού λαμβάνουμε υπόψη προς όφελος του Κατηγορούμενου 2 τα ακόλουθα:
Εν πρώτοις σημειώνουμε, πως δεν συντρέχει στην περίπτωση του Κατηγορούμενου 2 κάποιος από τους επιβαρυντικούς παράγοντες του άρθρου 30(4)(α) του Ν.29/77, οι οποίοι θα καθιστούσαν τα αδικήματα των κατηγοριών 2 και 3 ιδιαίτερα σοβαρά, γεγονός που τα καθιστά ολιγότερο σοβαρά (βλ. άρθρο 30(4)(β)(νιι) του Ν.29/77).
Επίσης, λαμβάνουμε υπόψη την παραδοχή του Κατηγορούμενου 2 ενώπιον του Δικαστηρίου, έστω και σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας και τις εξ αυτής προκύπτουσες συνέπειες, ήτοι την μη κατασπατάληση πολύτιμου δικαστικού χρόνου και εξόδων, αλλά και την έμπρακτη μεταμέλεια του (βλ. Χαρτούμπαλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 και M.C.T. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 222/20, ημερ. 10/10/2022), ECLI:CY:AD:2022:B386. Συναφώς, λαμβάνουμε υπόψη και ότι μέσα από τα γεγονότα, η μαρτυρία η οποία εμπλέκει τον Κατηγορούμενο 2, δεν είναι άλλη από αυτή του πρώην συγκατηγορούμενου του, χωρίς να τίθεται ενώπιον μας οτιδήποτε το οποίο, όντως, απομονωμένα, να άμβλυνε το γνήσιο και έμπρακτο της παραδοχής του και κατ’ επέκταση την εξ αυτής προκύπτουσα μεταμέλεια του. Το γεγονός αυτό δεν αφήνει αδιάφορο το Δικαστήριο μας.
Υπόψη λαμβάνουμε και τα όσα αφορούν στις προσωπικές, οικογενειακές, οικονομικές και άλλες περιστάσεις του Κατηγορουμένου 2, όπως αναφέρονται στην αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του, καθώς και στην Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. Έχουμε ξεχωρίσει και καταγράψει ανωτέρω ό,τι θεωρούμε πιο σημαντικό στο πλαίσιο αυτό, χωρίς όμως να παραγνωρίζουμε οτιδήποτε άλλο έχει λεχθεί. Όλα έχουν συνεκτιμηθεί και διαδραματίσει τον ρόλο τους στη διαμόρφωση της ποινής. Ιδιαίτερα, στη σκέψη μας έχουν προσμετρήσει τα δύσκολα παιδικά χρόνια του Κατηγορούμενου 2, σε συνδυασμό με τα ψυχικά και άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζει στη διάρκεια των χρόνων. Τούτων λεχθέντων, θα πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι η έκπτωση που δίδεται λόγω των προσωπικών περιστάσεων του όποιου κατηγορούμενου σε υποθέσεις ναρκωτικών, δεν μπορεί να είναι πολύ μεγάλη, αφού πρωτίστως είναι οι ίδιοι με τις έκνομες ενέργειες τους που έφεραν τους εαυτούς τους σε αυτή τη δυσμενή θέση. Γενικά αυτό το οποίο προκύπτει από τη νομολογία μας είναι πως ούτε οι προσωπικές συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων και των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει κάποιος κατηγορούμενος, μπορούν να αφεθούν να εξουδετερώσουν τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της ποινής, που σε υποθέσεις ναρκωτικών είναι δεδομένη (βλ. Marius, ανωτέρω). Εξάλλου, όπως έχει νομολογηθεί, οι προσωπικές περιστάσεις – υπό την ευρύτερη έννοια – λαμβάνονται μεν υπόψη, αλλά, για τα αδικήματα που βρίσκονται σε έξαρση, υπερτερεί σαφώς η ανάγκη για επιβολή αυστηρής και αποτρεπτικής ποινής [βλ. Zahra Ali Gholi v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 30, Βαρνάβα Ευγενίου Κλεοβούλου v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 57, Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577, Χρυσάνθου v. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ 221, Προεστού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.17/16, ημερ. 22/05/2017, ECLI:CY:AD:2017:D183 και Φραγκίσκου (ανωτέρω)].
Σε συνάφεια με τα ανωτέρω, λαμβάνουμε υπόψη μας τις επιπτώσεις που η αξιόποινη συμπεριφορά του Κατηγορούμενου 2 έχει επηρεάσει σοβαρά την καθημερινότητα των γονιών του, χωρίς και πάλι να ξεχνούμε ότι η κατάσταση στην οποία έχουν βρεθεί, πηγάζει αποκλειστικά και μόνο από τις έκνομες ενέργειες του Κατηγορούμενου 2.
Επίσης, λαμβάνουμε υπόψη και την μετέπειτα στάση του Κατηγορούμενου 2 στις Κεντρικές Φυλακές, καθώς και την άψογη συνεργασία του τόσο με το προσωπικό των φυλακών όσο και με τους συγκατηγορούμενους του, έχοντας ιδιαίτερα κατά νουν τη θέση του συνηγόρου του, ότι η συνύπαρξη του με άλλο κατάδικο εντός του κελιού, λόγω των προβλημάτων ψυχικής του υγείας, του δημιουργεί σοβαρά προβλήματα και αναστάτωση.
Τώρα, ως προς την εισήγηση του κου Χριστοδούλου ότι η ποινή που θα επιβληθεί στον Κατηγορούμενο 2 δεν θα πρέπει να έχει ουσιαστική απόκλιση από την ποινή που επιβλήθηκε στον Κατηγορούμενο 1, σημειώνουμε ότι το άρθρο 28 §1 του Συντάγματος διασφαλίζει τους κατηγορούμενους μόνο απέναντι σε αυθαίρετες και όχι σε εύλογες διακρίσεις, οι οποίες, προφανώς, αναδύονται είτε από τα γεγονότα τέλεσης των αδικημάτων (όπως π.χ. ο βαθμός συμμετοχής εκάστου κατηγορούμενου), είτε από τις προσωπικές τους περιστάσεις. Η αρχή αυτή δεν έχει σκοπό την αριθμητική εξίσωση της ποινής που επιβάλλεται [βλ. Ανδρέου και άλλος ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 34/17, ημερ. 18/09/2019, ECLI:CY:AD:2019:B377 και Κούκος ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 64], αλλά την ίση αντιμετώπιση κατηγορουμένων με όμοια γεγονότα και συνθήκες και τη διαφορετική, αλλά δίκαιη, μεταχείριση ανόμοιων περιστάσεων. Στην προκειμένη, χωρίς να παραγνωρίζουμε τις προσωπικές περιστάσεις των δύο Κατηγορουμένων, θεωρούμε ότι τα δεδομένα μεταξύ τους, όντως, διαφέρουν. Συγκεκριμένα, επισημαίνουμε τον περιορισμένο ρόλο του Κατηγορούμενου 1 στα γεγονότα της υπόθεσης (αποθηκάριος) σε αντίθεση με το ρόλο του Κατηγορούμενου 2, ο οποίος, αν και δεν θεωρείται ιθύνων νους, είχε ουσιαστικότερο ρόλο στη διακίνηση των επίδικων ναρκωτικών. Επισημαίνουμε επίσης το ποινικό μητρώο τους, με τον Κατηγορούμενο 2 να έχει καταδικαστεί σε δύο υποθέσεις για πολύ σοβαρά αδικήματα, ίδιας φύσης με της παρούσας, σε αντίθεση με τον Κατηγορούμενο 1 που καταδικάστηκε για κατοχή μικρής ποσότητας ναρκωτικών τάξης Β’. Σημειώνουμε επίσης και το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος 1 είχε την πρόθεση να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας βοηθώντας με αυτό τον τρόπο στη διαλεύκανση της υπόθεσης. Δεν παραγνωρίζουμε βεβαίως το γεγονός ότι η μαρτυρία εναντίον του Κατηγορουμένου 1 ήταν καταλυτική, αφού τα επίδικα ναρκωτικά και όπλα βρέθηκαν στην κατοχή ή υπό τον άμεσο έλεγχο του. Παρόλον τούτο, έχοντας κατά νου την εμπλοκή του καθενός στα επίδικα αδικήματα, το μητρώο τους και τον βαθμό συνεργασίας εκάστου, κρίνουμε ότι η ποινική μεταχείριση τους δεν μπορεί να είναι όμοια, αλλά δικαιολογείται κάποιου βαθμού απόκλιση η οποία θα αντικατοπτρίζεται στην ποινή που θα επιβληθεί.
Τέλος, συνεκτιμώντας, αφενός, τη σοβαρότητα των αδικημάτων σε συνάρτηση με τις προβλεπόμενες ποινές, τις συνθήκες διάπραξης αυτών και αφετέρου όλες τις προσωπικές και άλλες περιστάσεις του Κατηγορούμενου 2, σε συνδυασμό με όλους τους παράγοντες που έχουμε αναπτύξει πιο πάνω, μη παραγνωρίζοντας την ανάγκη για αποτροπή, κρίνουμε ότι η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της φυλάκισης.
Στη βάση όλων των ανωτέρω, επιβάλλονται στον Κατηγορούμενο 2 οι ακόλουθες ποινές:
Στην 2η κατηγορία, (κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α με σκοπό την προμήθεια του σε άλλο πρόσωπο), ποινή φυλάκισης 7 ετών.
Στην 3η κατηγορία, (κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α) δεν επιβάλλουμε ποινή εν όψει του ότι τα γεγονότα αυτής καλύπτονται από αυτά της 2ης κατηγορίας.
Στην 7η κατηγορία, (κατοχή πυροβόλου όπλου) ποινή φυλάκισης 4 1/2 ετών.
Στην 8η κατηγορία (κατοχή εκρηκτικών υλών) ποινή φυλάκισης 3 ετών.
Οι επιβληθείσες ποινές θα συντρέχουν και αρχίζουν από σήμερα, αλλά η διάρκεια τους μειώνεται κατά το χρονικό διάστημα που ο Κατηγορούμενος 2 τελεί υπό προφυλάκιση, στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης, δηλαδή από τις 02/06/2023.
(Υπ.) …………………………………………
Χρ. Παρπόττα, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) …………………………………………
Χρ. Ρασπόπουλος, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) …………………………………………
Π. Σαββίδης, Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο