ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ: Χρ. Παρπόττα, Π.Ε.Δ.
Χρ. Ρασπόπουλος, Α.Ε.Δ.
Π. Σαββίδης, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 13969/2023
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ν.
1. Εμμανουήλ Άγγελο
2. Μ. Τ.
3. Π. Κ.
Κατηγορούμενοι
3 Απριλίου, 2025.
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Ε. Νικολάου
Για τον Κατηγορούμενο 1: κ. Αλ. Κληρίδης
Κατηγορούμενος 1 παρών
_________________________________
Π Ο Ι Ν Η
Στην παρούσα υπόθεση, ο Κατηγορούμενος 1 (στο εξής «ο Κατηγορούμενος») κρίθηκε ένοχος, κατόπιν δικής του παραδοχής, σε είκοσι τρείς (23) κατηγορίες, οι οποίες αφορούν τα ακόλουθα αδικήματα:
Ø Διάρρηξη κατοικίας με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση των άρθρων 4, 20, 291 και 292 (α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορίες 3, 11 και 14).
Ø Κλοπή, κατά παράβαση των άρθρων 4, 20, 255 και 266(β) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορίες 4, 12, 15, 18 και 21).
Ø Κατοχή πυροβόλου όπλου χωρίς άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας, κατά παράβαση των άρθρων 2, 4(1) και 51(1) του περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου του 2014 (Ν.1113(Ι)/2004), όπως τροποποιήθηκε και του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορίες 5 και 22).
Ø Μεταφορά πυροβόλου όπλου χωρίς άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας, κατά παράβαση των άρθρων 2, 4(1) και 51 (1) του περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου του 2014 (Ν.1113(Ι)/2004), όπως τροποποιήθηκε και του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορίες 6 και 23).
Ø Κακόβουλη ζημιά, κατά παράβαση των άρθρων 4, 20 και 324(1) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορίες 7, 13, 19 και 26).
Ø Παράνομη κατοχή περιουσίας, κατά παράβαση των άρθρων 4 και 309 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορία 8).
Ø Διάρρηξη κατοικίας κατά τη διάρκεια της νύχτας, με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση των άρθρων 4, 291 και 292(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορίες 17 και 20).
Ø Κατοχή Εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια από τον Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών, κατά παράβαση των άρθρων 2 και 4(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορία 24).
Ø Μεταφορά εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια από τον Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών, κατά παράβαση των άρθρων 2 και 4(4)(δ) του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ.154, όπως τροποποιήθηκε (κατηγορία 25).
Ø Νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 4(1)(iii), 4(2), 5, 7 και 8 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου του 2007 (Ν.188(Ι)/2007) όπως τροποποιήθηκε (κατηγορίες 29 και 30).
Παρενθετικά, σημειώνουμε ότι για τον Κατηγορούμενο 2, εκκρεμεί για ακρόαση η υπόθεση, αφού αρνήθηκε ενοχή στις κατηγορίες που αυτός αντιμετωπίζει. Ενώ εναντίον του Κατηγορουμένου 3, όλες οι κατηγορίες τις οποίες αντιμετώπιζε, αναστάληκαν και αυτός απαλλάγηκε από τις εν λόγω κατηγορίες στις 25.7.2024, μετά από απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα.
Τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα υπόθεση, όπως αυτά έχουν εκτεθεί από πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής και δεν έχουν αμφισβητηθεί (βλ. Έγγραφο 1 και πρακτικό ημερ.26.3.2025) έχουν ως ακολούθως:
Γεγονότα Κατηγοριών 14, 15 και 29
Μεταξύ 1.7.2023 και 2.7.2023, ο Κατηγορούμενος διέρρηξε την κατοικία του Πέτρου Πέτρου, σε χωριό της Επαρχίας Λευκωσίας. Ο Πέτρου με την οικογένεια του είχαν αποχωρήσει από την κατοικία τους την 1.7.2023, περί ώρα 11:00π.μ. και επέστρεψαν στις 2.7.2023, περί ώρα 16:30, οπόταν διαπίστωσαν ότι αυτή είχε διαρρηχθεί. Ο Κατηγορούμενος πέτυχε είσοδο στην κατοικία, αφού παραβίασε τα φυλλαράκια του δίφυλλου αλουμινένιου παραθύρου του υπνοδωματίου και έξοδο από τη γυάλινη, συρόμενη μπαλκονόπορτα του σαλονιού.
O Κατηγορούμενος έκλεψε από την κατοικία πέντε κουμπαράδες, οι οποίοι περιείχαν συνολικό ποσό, ύψους €7.000, όπως και τιμαλφή αξίας €4.050, ήτοι ένα σταυρό με διαμάντια, αξίας €2.000, δύο σταυρούς βαφτιστικούς, λευκού χρυσού με τις καδένες τους, αξίας €700, μια καδένα λευκού χρυσού, με την επιγραφή ‘ΧΑΡΑ’, αξίας €200, δύο καδένες λευκού χρυσού, μια μικρή φιγούρα λευκού χρυσού, αξίας €350, ένα ρολόι μάρκας ΜΙΝΝ, αξίας €300, όπως και μια χρυσή ανδρική βέρα, ένα ζεύγος χρυσά σκουλαρίκια και ένα χρυσό δακτυλίδι, συνολικής αξίας €500. Επίσης, έκλεψε δακτυλίδια και σκουλαρίκια άγνωστης αξίας.
Στις 2.7.2023, περί ώρα 08:00, ο Κατηγορούμενος επισκέφθηκε φίλο του, έχοντας στην κατοχή του ένα σακούλι το οποίο περιείχε διάφορα από τα εν λόγω τιμαλφή. Εκεί βρισκόταν και κάποιος Βασίλης Μελιγαλιώτης στον οποίο ο Κατηγορούμενος έδωσε τα εν λόγω τιμαλφή, με τη συνεννόηση όπως τα μεταφέρει σε χρυσοχόο για να ελέγξει την αξία τους. O Μελιγαλιώτης απευθύνθηκε την ίδια ημέρα στον φίλο του Άγγελο Χατζηχριστοδούλου, ζητώντας του να του συστήσει, εάν γνώριζε, κάποιον χρυσοχόο. Κατά σύμπτωση, ο Χατζηχριστοδούλου ήταν φίλος και του Πέτρου. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, σε τηλεφωνική επικοινωνία του Πέτρου με τον Χατζηχριστοδούλου, ο τελευταίος πληροφόρησε τον Πέτρου για τη συνομιλία που είχε με τον Μελιγαλιώτη και αμέσως διευθετήθηκε συνάντηση μεταξύ των τριών. Κατά τη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε λίγη ώρα μετά το τηλεφώνημα, ο Πέτρου αναγνώρισε τα τιμαλφή, τα οποία ο Μελιγαλιώτης είχε στην κατοχή του, ως μερικά από εκείνα τα οποία είχαν κλαπεί από την κατοικία του. Στη συνέχεια, το ίδιο απόγευμα, ο Μελιγαλιώτης οδήγησε τον Πέτρου και τον Χατζηχριστοδούλου στην οικία όπου το ίδιο πρωί είχε συναντήσει τον Κατηγορούμενο. Όταν αφίχθησαν εκεί, έφτασε τυχαία και ο Κατηγορούμενος, o οποίος, έχοντας αναγνωριστεί από τον Μελιγαλιώτη, τράπηκε σε φυγή.
Τα τιμαλφή, τα οποία ο Πέτρου εντόπισε στην κατοχή του Μελιγαλιώτη, και τα οποία του επιστράφηκαν ήταν πέντε δακτυλίδια, η βέρα του, δύο καδένες με τους βαφτιστικούς σταυρούς, τρείς λευκές χρυσές καδένες και τρία σκουλαρίκια, συνολικής αξίας €2.600.
Στις 3.7.2023 εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης εναντίον του Κατηγορούμενου, πλην όμως, παρά τις προσπάθειες της Αστυνομίας, ο εντοπισμός του σε εκείνο το στάδιο, δεν κατέστη εφικτός.
Γεγονότα Κατηγοριών 17, 18, 19 και 29
Στις 5.8.2023, περί ώρα 21:30, ο γιος της Ρένας Γεωργίου, ειδοποιήθηκε τηλεφωνικώς από γείτονα της κατοικίας της μητέρας του, η οποία βρίσκεται στην Έγκωμη, ότι είδε ένα ύποπτο πρόσωπο να πηδάει από καγκελόπορτα και να εισέρχεται σε ακατοίκητη οικία η οποία συνόρευε με την οικία της μητέρας του. Περί ώρα 21:40, ο γιος της Γεωργίου μετέβηκε στην εν λόγω κατοικία, οπόταν άκουσε θόρυβο που προερχόταν από τη βεράντα της κουζίνας. Ακολούθως, εισήλθε στην κατοικία οπόταν και διαπίστωσε ότι είχε γίνει διάρρηξη και αμέσως ειδοποίησε την αστυνομία και τη μητέρα του.
O Κατηγορούμενος είχε πετύχει είσοδο στην εν λόγω κατοικία, σπάζοντας το γυάλινο παράθυρο της ξύλινης πόρτας της κουζίνας, προκαλώντας ζημιά ύψους €100.
Από αυτή την κατοικία ο Κατηγορούμενος έκλεψε μια αλυσίδα λευκού χρυσού με διαμάντι, δυο δακτυλίδια λευκού χρυσού με διαμάντι, τρείς χρυσές βέρες και τέσσερεις χρυσούς σταυρούς, όλα συνολικής αξίας €2.250, όπως και χρηματικό ποσό ύψους €3.000.
Κατά την εξέταση της κατοικίας από την Αστυνομία συλλέχθηκε, μεταξύ άλλων, αίμα, το οποίο εντοπίστηκε στο πάτωμα της βεράντας της κουζίνας. Από τις επιστημονικές εξετάσεις γενετικού υλικού που διενεργήθηκαν στο ανευρεθέν αίμα, διαπιστώθηκε πλήρης ταύτιση του γενετικού υλικού, με το γενετικό υλικό του Κατηγορουμένου.
Ο γείτονας της Γεωργίου, σε κατάθεση του, περιέγραψε το πρόσωπο το οποίο είδε να εισέρχεται στην οικία που συνορεύει με εκείνη της Γεωργίου και η περιγραφή φωτογράφιζε τον Κατηγορούμενο. Επίσης, μέλος της Αστυνομίας, το οποίο προέβη σε έλεγχο κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης της περιοχής, εντόπισε στα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης τον Κατηγορούμενο τον οποίον αναγνώρισε αφού του ήταν ήδη γνωστός από το χειρισμό άλλων, προηγούμενων υποθέσεων.
Σε σχέση με τα δύο πιο πάνω περιστατικά, εκδόθηκε στις 16.8.2023 νέο ένταλμα σύλληψης εναντίον του Κατηγορουμένου.
Γεγονότα Κατηγοριών 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26 και 29
Στις 14.8.2023, μεταξύ των ωρών 19:30 με 22:25, ο Γιώργος Πίτσιλος με την οικογένεια του, απουσίαζαν από την κατοικία τους, στο Παλιομέτοχο, της Επαρχίας Λευκωσίας. Όταν επέστρεψαν, αντιλήφθηκε ότι είχε γίνει διάρρηξη. Υπήρχε ακαταστασία στο υπνοδωμάτιο και το γυαλί της γκαρνταρόμπας του κυρίως υπνοδωματίου, ήταν σπασμένο. Ο Κατηγορούμενος πέτυχε είσοδο στην κατοικία σπάζοντας με κάποιο εργαλείο το γυαλί μονόφυλλου αλουμινένιου παραθύρου του κυρίως υπνοδωματίου και έξοδο από το ίδιο παράθυρο.
Από την εν λόγω κατοικία, o Κατηγορούμενος έκλεψε ένα στρατιωτικό τυφέκιο τύπου G3A3, μια σφραγιστή τελαμώνα, πέντε γεμιστήρες και 200 σφαίρες, οι οποίες περιείχαν εκρηκτική ύλη, όλα περιουσία της Εθνικής Φρουράς.
Κατά την έρευνα στην κατοικία, την οποία διεξήγαγε η Αστυνομία, συλλέχθηκε, μεταξύ άλλων, επίχρισμα από το εξωτερικό μάρμαρο του παραθύρου, από το οποίο ο Κατηγορούμενος εισήλθε στην κατοικία. Από τις επιστημονικές εξετάσεις γενετικού υλικού, διαπιστώθηκε ότι Κατηγορούμενος ήταν δότης του μικτού γενετικού υλικού, το οποίο απομονώθηκε από το εν λόγω επίχρισμα.
Γεγονότα Κατηγοριών 11, 12, 13 και 30
Στις 19.8.2023, μεταξύ ώρας 15:14 και 15:59, o Κατηγορούμενος διέρρηξε την κατοικία του Στυλιανού Κλεάνθους, στο Στρόβολο, της Επαρχίας Λευκωσίας. Από την εν λόγω κατοικία έκλεψε τιμαλφή αξίας €900, μια οθόνη ηλεκτρονικού υπολογιστή αξίας €1000, περιουσία του Κλεάνθους. Επίσης, έκλεψε μια τσάντα αξίας €82, ένα άρωμα αξίας €70, ένα σετ ακουστικών αξίας ΑUD300, ήτοι €174 με βάση την ισοτιμία που ίσχυε κατά την 19.8.2023, χρηματικό ποσό €100 και χρηματικό ποσό AUD60, ήτοι €34.80 με βάση την ισοτιμία που ίσχυε κατά την 19.8.2023, περιουσία της Evridiki Maskill, από την Αυστραλία.
Ο Κατηγορούμενος αρχικά προσπάθησε να εισέλθει από την κύρια είσοδο, ήτοι τη δίφυλλη αλουμινένια πόρτα, χωρίς όμως επιτυχία. Ως αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας, η πόρτα υπέστη ζημιά, η οποία προκλήθηκε από αιχμηρό αντικείμενο. Χρησιμοποιώντας γάντια, πέτυχε εν τέλει είσοδο και έξοδο στην κατοικία, σπάζοντας με πέτρα το γυαλί του πλαϊνού δίφυλλου, συρόμενου, αλουμινένιου παραθύρου του καθιστικού. Το ύψος της ζημιάς στο παράθυρο ανέρχεται σε €80.
Από έλεγχο της Αστυνομίας σε κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης της περιοχής, μέλος αυτής εντόπισε και αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο ως τον δράστη.
Γεγονότα Κατηγοριών 3, 4, 5, 6 και 7
Κατά την ίδια ημερομηνία, στην ίδια περιοχή, μεταξύ των ωρών 16:24 και 16:59, ο Κατηγορούμενος διέρρηξε την κατοικία του Ανδρέα Μιχαήλ, στο Στρόβολο, της Επαρχίας Λευκωσίας. Από την εν λόγω κατοικία έκλεψε χρηματικό ποσό, ύψους €12.000 και τιμαλφή αξίας €12.200, ήτοι δύο βραχιόλια χρυσά, ένα χρυσό σταυρό, μια βέρα λευκού χρυσού και διαμάντια, μια χρυσή βέρα, τρείς χρυσούς σταυρούς, ένας εκ των οποίων με διαμάντι μαζί και τις καδένες τους, δύο χρυσές καδένες, διάφορα μικρά, παιδικά χρυσαφικά με τις καδένες τους όπως και διάφορα σκουλαρίκια επιχρυσωμένα. Επίσης, έκλεψε ένα στρατιωτικό τυφέκιο τύπου G3, με κλείστρο, περιουσία της Εθνικής Φρουράς.
Ο Κατηγορούμενος, αρχικά, παραβίασε τα εξωτερικά ξύλινα φυλλαράκια του παραθύρου το οποίο βρίσκεται στο υπόγειο. Ωστόσο, δεν υπήρχε πρόσβαση από το υπόγειο στην κυρίως κατοικία. H είσοδος του στην κατοικία, επετεύχθη σπάζοντας το γυαλί δίφυλλης αλουμινένιας μπαλκονόπορτας, η οποία βρισκόταν στην πρόσοψη της οικίας, αφού πρώτα, ασκώντας φυσική βία, παραβίασε τις αλουμινένιες περσιάνες, που ήταν μπροστά από το γυαλί. O Κατηγορούμενος εξήλθε της κατοικίας από το ίδιο σημείο. Κατά τη διάρρηξη και την κλοπή από την κατοικία, ο Κατηγορούμενος χρησιμοποίησε γάντια.
Από έλεγχο του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης της περιοχής, μέλος της Αστυνομίας εντόπισε και αναγνώρισε τον Κατηγορούμενο ως τον δράστη. Σε ένα από τα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης ο Κατηγορούμενος απεικονίζεται να έχει στον ώμο του κρεμασμένο το στρατιωτικό τυφέκιο και να περπατά στο δρόμο.
Το ύψος της ζημιάς, την οποία ο Κατηγορούμενος προκάλεσε στο γυαλί της μπαλκονόπορτας και στο παράθυρο του υπογείου της κατοικίας, ανέρχεται σε €450.
Γεγονότα Κατηγορίας 8
Στις 26.8.2023, περί ώρα 23:05, δόθηκε στην αστυνομία πληροφορία η οποία εμφάνιζε τον Κατηγορούμενο να βρίσκεται σε συγκεκριμένη κατοικία φιλικού του προσώπου. Διενεργήθηκε τότε συντονισμένη προσπάθεια για εντοπισμό του. Κατά τη στάθμευση του αστυνομικού οχήματος έξω από την κατοικία, ο Κατηγορούμενος αντιλήφθηκε την παρουσία της Αστυνομίας και προσπάθησε να διαφύγει. Βγήκε από το πίσω μέρος και άρχισε να τρέχει. Αγνόησε αστυνομική εντολή να σταματήσει και επιχείρησε να περάσει πάνω από περίφραξη, η οποία χώριζε την κατοικία με άλλη, γειτονική, πλην όμως δεν το πέτυχε, έχασε την ισορροπία του και έπεσε στο έδαφος, παρέχοντας έτσι τη δυνατότητα στην αστυνομία να εκτελέσει το ένταλμα σύλληψης, ημερ. 16.8.2023. Κατά την εκτέλεση του εντάλματος, ο Κατηγορούμενος, αφού ενημερώθηκε αναφορικά με τα αδικήματα για τα οποία αναζητείτο, απάντησε: «Εντάξει».
Ακολούθως, η Αστυνομία προέβη, επί τόπου, σε σωματική έρευνα του Κατηγορουμένου, οπότε εντοπίστηκε στην κατοχή του ένα τσαντάκι μέσης, εντός του οποίου υπήρχαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: ένα καφέ πορτοφόλι στο οποίο υπήρχαν τέσσερα χαρτονομίσματα Αυστραλίας (τρία των 20 δολαρίων και ένα του ενός), έξι χαρτονομίσματα Συρίας (πέντε των 50 λιρών και ένα των 100 λιρών), ένα χαρτονόμισμα των 10 δολαρίων HONG KONG, ένα χαρτονόμισμα των 100 δραχμών Ελλάδας, ένα χαρτονόμισμα του 1 δολαρίου Σιγκαπούρης, ένα χαρτονόμισμα των 50 SCHILLING Αυστρίας και ένα χαρτονόμισμα των 100 γαλλικών φράγκων. Ανακρινόμενος από την Αστυνομία σε σχέση με τα ανωτέρω, ο Κατηγορούμενος δεν έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις.
Αναφορικά με όλα τα προαναφερθέντα αδικήματα, στις 27.8.2023, εκδόθηκε νέο ένταλμα σύλληψης εναντίον του Κατηγορουμένου, το οποίο εκτελέστηκε αυθημερόν, περί ώρα 10:15, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Κατά τη σύλληψη του ο Κατηγορούμενος πληροφορήθηκε αναφορικά με τα αδικήματα για τα οποία εκδόθηκε το ένταλμα και απάντησε: «Όχι».
Παρά τις τεράστιες προσπάθειες τις οποίες η Αστυνομία κατέβαλε προς εντοπισμό των κλοπιμαίων από τις προαναφερθείσες κατοικίες και ειδικότερα των δύο στρατιωτικών τυφεκίων G3, της τελαμώνας, των γεμιστήρων και των σφαιρών, δεν κατέστη δυνατόν να εντοπισθούν και ο Κατηγορούμενος δεν αποκάλυψε οτιδήποτε σε σχέση με αυτά.
Προηγούμενες Καταδίκες
Εν σχέσει με το ποινικό μητρώο του Κατηγορούμενου, η ευπαίδευτη συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής, ανέφερε ότι ο Κατηγορούμενος βαρύνεται με τις εξής προηγούμενες καταδίκες:
(1) Υπόθεση υπ' αρ. 19460/2016, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Στην εν λόγω υπόθεση, καταδικάστηκε στις 21.10.2016, για το αδίκημα της διάρρηξης κατοικίας, για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 15 μηνών και για το αδίκημα της κλοπής από κατοικία, για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 9 μηνών. Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, οι ποινές θα εκτελούντο διαδοχικά. Στην εν λόγω υπόθεση λήφθηκαν υπόψη οι ακόλουθες υποθέσεις:
(α) Υπόθεση υπ' αρ. 19416/2016, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην οποία αντιμετώπιζε κατηγορίες για τα αδικήματα διάρρηξης κτιρίου και κλοπής κτιρίου.
(β) Υπόθεση υπ αρ. 9368/2016, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην οποία αντιμετώπιζε κατηγορίες για τα αδικήματα διάρρηξης κατά τη διάρκεια της νύχτας και κλοπής από κατοικία.
(γ) Υπόθεση υπ' αρ. 978/2017, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στην οποία αντιμετώπιζε κατηγορίες για τα αδικήματα διάρρηξης κατά τη διάρκεια της νύχτας και κλοπής από κατοικία.
Στον Κατηγορούμενο δόθηκε προεδρική χάρη με αποτέλεσμα η ποινή φυλάκισης στην εν λόγω υπόθεση να ανασταλεί.
(2) Υπόθεση υπ' αρ. 613/2019, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Στην εν λόγω υπόθεση, καταδικάστηκε στις 29.5.2019 σε τρείς διαφορετικές κατηγορίες για το αδίκημα διάρρηξης κατά τη διάρκεια της νύχτας, στις οποίες του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 20 μηνών σε κάθε μία, σε δύο κατηγορίες για το αδίκημα κλοπής από κατοικία, στις οποίες του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 10 μηνών, σε κάθε μια από αυτές, σε μία κατηγορία για το αδίκημα της κακόβουλης ζημιάς, για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 4 μηνών και μία κατηγορία για το αδίκημα κατοχής διαρρηκτικού οργάνου κατά τη διάρκεια της νύκτας, για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 10 μηνών. Το Δικαστήριο διέταξε την ενεργοποίηση της ποινής φυλάκισης στην Υπόθεση υπ' αριθμό 19460/2016 και όπως οι ποινές φυλάκισης των δύο υποθέσεων συντρέχουν.
(3) Υπόθεση υπ' αρ. 6987/2021, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Στην εν λόγω υπόθεση, καταδικάστηκε στις 3.9.2021, σε δύο κατηγορίες για το αδίκημα της διάρρηξης κτιρίου και διάπραξης κακουργήματος, για τα οποία του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 χρόνια στη μια κατηγορία και 3 χρόνια στην άλλη. Κατόπιν προεδρικής χάρης, η ποινή φυλάκισης μειώθηκε κατά ¼ και ο Κατηγορούμενος αποφυλακίστηκε στις 2.5.2023, αντί στις 10.1.2024. Το ένταλμα με το οποίο δόθηκε η προεδρική χάρη προέβλεπε ότι σε περίπτωση που ο Κατηγορούμενος καταδικαζόταν για τη διάπραξη νέου ποινικού αδικήματος εντός προθεσμίας 3 ετών από την ημερομηνία αποφυλάκισης του, θα ενεργοποιείτο η εναπομένουσα ποινή φυλάκισης, ήτοι 253 ημερών [Έγγραφο 1 (Α)].
(4) Υπόθεση υπ' αρ. 13981/2023, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Στην εν λόγω υπόθεση, καταδικάστηκε στις 18.4.2024, στο αδίκημα κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α', για το οποίο του επιβλήθηκε χρηματική ποινή ύψους €1.700.
(5) Υπόθεση υπ' αρ. 64/2023, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Στην εν λόγω υπόθεση, καταδικάστηκε στις 18.4.2024, στα αδικήματα κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως B', για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 μηνών με αναστολή και κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α', για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 1 μηνός με αναστολή.
Ο Κατηγορούμενος τελεί δε υπό κράτηση, για σκοπούς της παρούσας υπόθεσης, από τις 27.8.2023, ημερομηνία εκτέλεσης εντάλματος σύλληψης.
Αγόρευση προς Μετριασμό της Ποινής
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Κατηγορουμένου, κατά την αγόρευση του για μετριασμό της ποινής, αναφέρθηκε εκτενώς στις προσωπικές συνθήκες του Κατηγορούμενου, υιοθετώντας προς υποστήριξη των θέσεων του την Έκθεση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας. Σύμφωνα με την Έκθεση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, ο Κατηγορούμενος, είναι 29 ετών και γεννήθηκε στο Σουδάν. Είναι ο μικρότερος σε ηλικία από τα 8 παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του κατάγεται από το Σουδάν και η μητέρα του από την Κύπρο. Σε ηλικία 7 ετών περίπου, ήρθε στην Κύπρο μαζί με τη μητέρα του. Σε ηλικία 12 ετών περίπου, μαζί με τα αδέλφια του τέθηκαν υπό τη Νομική φροντίδα των Κοινωνικών Υπηρεσιών που είχε ως αποτέλεσμα να μεγαλώσει στην Παιδική Στέγη, αν και συχνά μετέβαινε στη μητέρα του γιατί αρνείτο να παραμένει εκεί. Φοίτησε στο Σύστημα Μαθητείας, αλλά δεν ολοκλήρωσε λόγω του ότι εκδιώχθηκε όταν έμεινε στάσιμος. Δεν υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία γιατί δεν ειδοποιήθηκε να καταταγεί στην Εθνική Φρουρά. Πηγαινοερχόταν στην Αγγλία όπου βρίσκεται ο αδελφός του για σκοπούς εργασίας. Απασχολείτο ως ελαιοχρωματιστής καθώς επίσης και σε κατάστημα ηλεκτρικών ειδών το οποίο διατηρούσε ο θείος του. Από δεσμό που διατηρούσε απέκτησε ένα παιδί, ηλικίας 9 ετών σήμερα. Μετά την τελευταία αποφυλάκιση του το 2022, χώρισε με τη μητέρα του παιδιού του και έκτοτε φιλοξενείται από τον ξάδελφο του, ο οποίος τον συντηρεί οικονομικά. Από την εφηβική του ηλικία έκανε χρήση ουσιών, ενώ επιθυμεί να ενταχθεί στο κλειστό πρόγραμμα Αγίας Σκέπης.
Πέραν όσων αναφέρονται στην Έκθεση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ο συνήγορος Υπεράσπισης, σε σχέση με τις προσωπικές περιστάσεις του, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στα δύσκολα παιδικά χρόνια του Κατηγορούμενου. Επισήμανε ότι ο Κατηγορούμενος μεγάλωσε σε ένα ακατάλληλο για κάθε παιδί οικογενειακό περιβάλλον, έντονο από στοιχεία βίας και κακοποίησης. Ο πατέρας του ήταν εθισμένος στο αλκοόλ και πολλές φορές ασκούσε βία κατά της μητέρας του Κατηγορούμενου, μπροστά του και μερικές φορές κτυπούσε τόσον τον ίδιο όσο και τα αδέλφια του. Μετά από προτροπή του θείου του, η οικογένεια του, πλην του πατέρα του, ήρθε στην Κύπρο το 2001. Μετά από 2 χρόνια, ήρθε στην Κύπρο και ο πατέρας του, όπου συνεχίστηκε το κακοποιητικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε ο Κατηγορούμενος. Μετά από ένα περιστατικό βίας του πατέρα του κατά της μητέρας του, ο πατέρας του οδηγήθηκε στο Δικαστήριο όπου καταδικάστηκε για το διαπραχθέν αδίκημα. Ο Κατηγορούμενος και τα αδέλφια του, τότε ανήλικα, διέμεναν σε Κέντρα Φιλοξενίας στα οποία παραπέμφθηκαν μέσω του Γραφείου Ευημερίας. Ο πατέρας του, αφού εξέτισε την ποινή του, επέστρεψε στην Αφρική και έκτοτε δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ ξανά για τα παιδιά του. Σε ηλικία 14 ετών, ο Κατηγορούμενος, ενώ φοιτούσε στο σχολείο, παράλληλα εργαζόταν σε διάφορες εργασίες για να συνεισφέρει στα έξοδα που είχε η οικογένεια του. Σε ηλικία 17 ετών σταμάτησε το σχολείο και εξαναγκάστηκε σε εργασία. Από την ηλικία των 13 ετών μέχρι και τα 17 του χρόνια παρακολουθείτο από ψυχολόγο και ψυχίατρο. Αφού σταμάτησε τις θεραπείες, ξεκίνησε η εγκληματική του συμπεριφορά και άρχισε να κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών. Τώρα έχει ξεκινήσει ξανά τις θεραπείες. Με το παιδί του διατηρεί άριστες σχέσεις και έχει σχεδόν καθημερινή τηλεφωνική επικοινωνία μαζί του. Κατά τον χρόνο τέλεσης των υπό κρίση αδικημάτων, ο Κατηγορούμενος είχε μόλις χωρίσει με τη μητέρα του παιδιού του, ήταν άστεγος και σε οικονομικά άθλια κατάσταση.
Απ’ εκεί και πέρα ο ευπαίδευτος συνήγορος, επισημαίνει ότι ο Κατηγορούμενος αναγνώρισε ότι η φυλακή τον βοήθησε να αποτοξινωθεί από τις ναρκωτικές ουσίες και να βάλει τέλος στον λάθος δρόμο που ακολούθησε, δηλώνοντας τη μεταμέλεια και απολογία του για τα αδικήματα που διέπραξε. Περαιτέρω, τονίζει τη θετική επίδραση που έχει στον Κατηγορούμενο η απόφαση του να αξιοποιήσει τα προγράμματα απεξάρτησης των Κεντρικών Φυλακών, για να αλλάξει οριστικά τη ζωή του, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να παραμένει «καθαρός» από οποιανδήποτε ναρκωτική ουσία για όσο χρόνο βρίσκεται υπόδικος. Σε συνάφεια με αυτό, επισημαίνει επίσης ότι ο Κατηγορούμενος εξετάστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στα πλαίσια του περί Θεραπείας Κατηγορουμένων Χρηστών ή Ουσιοεξαρτημένων Νόμο, η οποία αποφάσισε τη μεταφορά και ένταξη του στο κλειστό πρόγραμμα της Αγίας Σκέπης για σκοπούς απόλυτης απεξάρτησης και θεραπείας. Έχει επίσης επιβεβαιωθεί από την Αγία Σκέπη, μετά από επανειλημμένες συνεντεύξεις, ότι ο Κατηγορούμενος είναι άτομο καλού χαρακτήρα και άτομο που πραγματικά επιθυμεί να αλλάξει και στη βάση αυτών των ευρημάτων αποδέχτηκε το αίτημα του να ενταχθεί στο κλειστό πρόγραμμα. Ωστόσο, λόγω της παρούσας υπόθεσης, αυτό δεν κατέστη δυνατό να γίνει μέχρι σήμερα, με τον Κατηγορούμενο να ευελπιστεί ότι σε κάποια χρονική στιγμή στο μέλλον θα καταφέρει να μεταβεί στο κλειστό πρόγραμμα της Αγίας Σκέπης για ολοκλήρωση της θεραπείας του, για να μπορέσει να επανενταχθεί στην κοινωνία ως ένα λειτουργικό και παραγωγικό μέλος αυτής.
Περαιτέρω, ο συνήγορος Υπεράσπισης κάλεσε το Δικαστήριο να λάβει υπόψη την παραδοχή του, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να αποφευχθεί η κλήτευση των μαρτύρων κατηγορίας για σκοπούς απόδειξης των κατηγοριών και την εξοικονόμηση πολύτιμου δικαστικού χρόνου. Η παραδοχή του, πρόσθεσε ότι δείχνει το σεβασμό του στη διαδικασία αλλά και στο ίδιο το Δικαστήριο και θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και ως ένδειξη της απόλυτης αναγνώρισης του λάθους και της μεταμέλειας του.
Μετριαστικά κλήθηκε το Δικαστήριο να λάβει υπόψη και τη συμπεριφορά του Κατηγορούμενου στις Κεντρικές Φυλακές, τονίζοντας ότι δεν έχει υποπέσει σε οποιοδήποτε πειθαρχικό, ή ποινικό παράπτωμα, ή αδίκημα. Συνεργάζεται πλήρως με το πρόγραμμα των Κεντρικών Φυλακών και προσπαθεί να ενταχθεί στο καθημερινό πρόγραμμα. Δεν έχει οποιαδήποτε οικονομική βοήθεια ούτε οικονομικούς πόρους και βασίζεται μόνο στα όσα του παρέχουν οι Κεντρικές Φυλακές για τη συντήρηση του, τα οποία είναι εξαιρετικά λίγα και περιορισμένα στα απολύτως βασικά για τη διαβίωση.
Σε σχέση με τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων, επεσήμανε ότι οι πλείστες διαρρήξεις έγιναν κατά τη διάρκεια μέρας και όχι νύχτας. Η δε κατοχή και μεταφορά πυροβόλων όπλων καθώς και των εκρηκτικών υλών (ήτοι σφαιρών) προέκυψαν από κλοπές που έκανε μετά από τις διαρρήξεις οικιών. Δεν φαίνεται να υπήρχε σκοπός να χρησιμοποιηθούν αυτά με οποιοδήποτε τρόπο, ούτε φαίνεται να έχουν χρησιμοποιηθεί. Δεν επρόκειτο για παράνομο οπλισμό, ο οποίος δημιουργεί εντύπωση περαιτέρω εμπλοκής σε εγκληματική οργάνωση. Οι δε κατηγορίες για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων, εδράζονται στην αξία της περιουσίας που έκλεψε ο Κατηγορούμενος και παρουσιάζεται ως το όφελος που έχει αποκομίσει αυτόματα από αυτή την περιουσία, χωρίς να υπάρχει στα γεγονότα κάτι που να δείχνει περαιτέρω και άλλη επεξεργασία ή ενέργεια του Κατηγορούμενου σε σχέση με την κλοπιμαία περιουσία.
Όσον αναφορά τις ποινές που θα επιβληθούν στον Κατηγορούμενο, ήταν η θέση του ότι θα πρέπει οι ποινές να είναι συντρέχουσες για όλες τις κατηγορίες και να ληφθεί υπόψη το χρονικό διάστημα το οποίο τελεί υπό κράτηση εκκρεμούσης της δίκης.
Ο κ. Κληρίδης διατύπωσε την άποψη ότι, ο Κατηγορούμενος φαίνεται να ενήργησε με εξαιρετικά επιπόλαιο τρόπο και χωρίς κανένα επαγγελματισμό αφού ουσιαστικά, ο τρόπος που εντοπίστηκε ήταν μέσα από κλειστά κυκλώματα κοντά στα υποστατικά που διέρρηξε, όπου εντοπίζεται να κυκλοφορεί μέρα, χωρίς απόκρυψη προσώπου ή άλλη μεταμφίεση και με τα όπλα σε εμφανή σημεία κρεμασμένα στο σώμα του. Ο επιπόλαιος τρόπος ενέργειας του, υποστήριξε ότι προκύπτει και από το γεγονός ότι σε κάποιες περιπτώσεις εντοπίστηκε DNA του ιδίου στις κατοικίες που είχε διαρρήξει και κλέψει. Περαιτέρω, υπέδειξε ότι δεν υπάρχει μαρτυρία ότι έκανε στοχευμένες διαρρήξεις με σκοπό να κλέψει συγκεκριμένα αντικείμενα, γεγονός που κατά τον συνήγορο Υπεράσπισης δείχνει τον επιπόλαιο και αυθόρμητο τρόπο που ενεργούσε και όχι με εσκεμμένη και καλά συντονισμένη εγκληματική δραστηριότητα. Απέδωσε δε τη διάπραξη των αδικημάτων στην εξάρτηση του στα ναρκωτικά, η οποία, κατά τον κ. Κληρίδη, ανάγκαζε τον Κατηγορούμενο να προβαίνει στα εν λόγω παραπτώματα σε μία προσπάθεια να εντοπίσει τους οικονομικούς πόρους για να μπορέσει να εξασφαλίσει ουσίες για να ικανοποιήσει την εξάρτηση του. Κάτι που πλέον δεν ισχύει αφού έχει απεξαρτηθεί και ευελπιστεί στη συνέχιση της θεραπείας του ακόμα και στο κλειστό πρόγραμμα της Αγίας Σκέπης.
Καταληκτικά, ο κ. Κληρίδης, μεταφέρει την απολογία του Κατηγορούμενου για όσα διέπραξε και για την οποιαδήποτε ταλαιπωρία έχει ίσως προκαλέσει. Σημειώνει, επίσης ότι ο Κατηγορούμενος δηλώνει ότι αν ήταν σε θέση να αποζημιώσει τους παραπονούμενους θα το έκανε και υπόσχεται ότι ως ένα αλλαγμένο και απεξαρτημένο πλέον άτομο από τα ναρκωτικά, θα αφοσιωθεί στο να ολοκληρώσει τα προγράμματα απεξάρτησης και όταν απολυθεί από τη φυλακή θα αφοσιωθεί στο να βοηθά άλλα άτομα που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα. Επιπλέον, αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα των αδικημάτων που έχει διαπράξει, σημειώνει την προσδοκία του Κατηγορούμενου για επιεική μεταχείριση από το Δικαστήριο, η οποία θα μπορεί να γίνει αντιληπτή από τον ίδιο ως μία ευκαιρία πλέον να ενταχθεί στο σύντομο μέλλον πίσω στην κοινωνία ως ένα άτομο πολύ καλύτερο από αυτό που είχε φυλακιστεί.
Νομική Πτυχή
Τα αδικήματα τα οποία παραδέχθηκε ο Κατηγορούμενος είναι αναντίλεκτα σοβαρά. Αυτό διαφαίνεται, πρωτίστως, από τη σοβαρότητα που προσδίδεται σε αυτά από τον Νομοθέτη, μέσα από το ανώτατο όριο ποινής που προνοείται για κάθε αδίκημα και αυτό είναι ένα στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής, συνεκτιμώντας το με τα γεγονότα της υπόθεσης (βλ. Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248 και Δημοκρατία ν. Λαζαρή, Ποιν. Έφ. 25/2021, ημερ. 8.3.2022), ECLI:CY:AD:2022:D89. Στα πλαίσια αυτά σημειώνουμε ότι από πλευράς προβλεπόμενων ποινών, τα πιο σοβαρά αδικήματα είναι, τα αδικήματα κατοχής και μεταφοράς πυροβόλου όπλου χωρίς άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας (κατηγορίες 5, 22 και 6, 23 αντίστοιχα), για τα οποία προνοείται ποινή φυλάκισης μέχρι και 15 έτη ή χρηματική ποινή μέχρι €42.715 ή και οι δύο αυτές ποινές και οποιαδήποτε όπλα κατάσχονται προς δήμευση (ή καταστροφή με τη σύμφωνη γνώμη του κατηγορουμένου) και τα αδικήματα κατοχής και μεταφορά εκρηκτικών υλών (φυσιγγίων) χωρίς άδεια από τον Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών (κατηγορίες 24 και 25 αντίστοιχα), για τα οποία προνοείται ποινή φυλάκισης μέχρι 15 έτη ή χρηματική ποινή μέχρι €2.562 (Λ.Κ1.500) ή και οι δύο αυτές ποινές. Ακολουθούν από πλευράς σοβαρότητας ποινών, το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (κατηγορίες 29 και 30) για το οποίο προνοείται ποινή φυλάκισης 14 ετών ή χρηματική ποινή μέχρι €500.000 ή και οι δύο αυτές ποινές, το αδίκημα της διάρρηξης κατοικίας κατά τη διάρκεια της νύκτας με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος (κατηγορίες 17 και 20), για το οποίο προνοείται ποινή φυλάκισης 10 χρόνων, το αδίκημα της διάρρηξης κατοικίας με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος (κατηγορίες 3, 11 και 14), για το οποίο προνοείται ποινή φυλάκισης 7 χρόνων, το αδίκημα της κλοπής (κατηγορίες 4, 12, 15, 18 και 21), για το οποίο προνοείται ποινή φυλάκισης 5 ετών, το αδίκημα της κακόβουλης ζημιάς (κατηγορίες 7, 13, 19 και 26), για το οποίο προνοείται ποινή φυλάκισης 2 χρόνων ή χρηματική ποινή μέχρι €2.562 (Λ.Κ1.500) ή και οι δύο αυτές ποινές και τέλος το αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας (κατηγορία 8), για το οποίο προνοείται ποινή φυλάκισης 6 μηνών.
Υποδεικνύουμε ότι με βάση τη σχετική νομολογία, οι προβλεπόμενες στον Νόμο ποινές συνιστούν τη βάση από την οποία ξεκινά το Δικαστήριο την επιμέτρηση της ποινής που θα επιβάλει, με στόχο την εξεύρεση των κατάλληλων ποινών σε κάθε περίπτωση (βλ. Λεβέντης v. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 632).
Η σοβαρότητα όμως των αδικημάτων που διέπραξε ο Κατηγορούμενος διαφαίνεται αναμφίβολα και από την ίδια τη φύση τους.
Αρχίζοντας από τα αδικήματα της κατοχής και μεταφοράς πυροβόλου όπλου και εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια, η σοβαρότητα των εν λόγω αδικημάτων εστιάζεται ακριβώς στους κινδύνους που εμπεριέχει η παράνομη κτήση και μεταφοράς τέτοιων όπλων, όχι μόνο σε δημόσιους χώρους αλλά γενικότερα σε οποιονδήποτε χώρο. Αυτό που προκύπτει διαχρονικά από τη σχετική νομολογία είναι ότι η παράνομη κατοχή και χρήση πυροβόλων όπλων υπονομεύουν την έννομη τάξη, ανοίγουν το δρόμο για την αναρχία, θέτουν σε κίνδυνο ανυποψίαστους κυρίως πολίτες και εκθέτουν ολόκληρη την κοινωνία στο αίσθημα ανασφάλειας (βλ. Θεοδούλου ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 206, Νικολλετή ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ.279, Γενικός Εισαγγελέας ν. Chronyy (2006) 2 Α.Α.Δ. 117, Μάμας Προκοπίου Κίτας ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 433 και Κυριάκος Παναγή ν. Δημοκρατίας (2015) 2Β Α.Α.Δ. 875). Στην Νικολεττή (ανωτέρω) τονίστηκε πως «Η μεταφορά όπλου είναι, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες σοβαρό έγκλημα· καθίσταται δε σοβαρότερο όταν συνοδεύεται με την κατοχή πυρομαχικών που καθιστούν δυνατή τη χρήση του. ….. Η έξαρση εγκλημάτων οπλοφορίας, γενικά, …... καθιστά το καθήκον αποτροπής τους μέσω της τιμωρίας των παραβατών πλέον επιβεβλημένο.».
Από πολύ παλιά έχει τονιστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο η ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιου είδους αδικήματα. Ειδικότερα στην υπόθεση Κίτας (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο χαρακτήρισε ως ορθό και παρέθεσε αυτούσιο το ακόλουθο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση:
«Η διάπραξη των αδικημάτων που σχετίζονται με την κατοχή και μεταφορά πυροβόλων όπλων είναι από τα πιο σοβαρά της ποινικής μας νομοθεσίας και αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό τόσο από τις προβλεπόμενες ποινές όσο και από τις ποινές οι οποίες επιβάλλονται. Πρόκειται για αδικήματα τα οποία ως εκ της φύσης τους εμπεριέχουν τον κίνδυνο κατά της σωματικής ακεραιότητας συνανθρώπων μας, της ζωής τους ή εκφοβισμού τους και ως εκ τούτου οι ποινές οι οποίες θα πρέπει να επιβάλλονται θα πρέπει να εμπεριέχουν τον αποτρεπτικό τους χαρακτήρα ενόψει των κινδύνων που ενέχει η παράνομη κατοχή και μεταφορά τους αλλά και τις δοκιμασίες στις οποίες έχει εκτεθεί η κυπριακή κοινωνία από την παράνομη κατοχή και μεταφορά πυροβόλων όπλων. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Θεοδούλου ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. σελ. 206: «Η παράνομη κατοχή όπλων υπονομεύει την έννομη τάξη, οδηγεί στην αναρχία και δημιουργεί αίσθημα ανασφάλειας στους νομιμόφρονες πολίτες, στοιχείο που δεν έχει θέση σε μια Δημοκρατική κοινωνία».».
Δυστυχώς παρά τη διαχρονική αυστηρή αντιμετώπιση από τα Δικαστήρια, τέτοιων αδικημάτων, εντούτοις εκείνο που αναμφίβολα προκύπτει από τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαχρονικά, καθώς και από τις υποθέσεις που άγονται ενώπιον μας, είναι ότι μέχρι σήμερα υπάρχει έξαρση στη διάπραξη τους, γεγονός που επιβάλλει, ανεξάρτητα από την αυταπόδεικτη σοβαρότητα τους, την ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών. Η ανησυχητική συχνότητα με την οποία διαπράττονται αδικήματα που σχετίζονται με την κατοχή και μεταφορά πυροβόλων όπλων, καθιστά το καθήκον αποτροπής τους μέσω της τιμωρίας των παραβατών πλέον επιβεβλημένο (βλ. Vero κ.α. v. Δημοκρατίας (2015) 2Α Α.Α.Δ. 315).
Όσον αφορά τις επιβαλλόμενες ποινές, η μελέτη της νομολογίας καταδεικνύει ότι, ως επί το πλείστον, στις περιπτώσεις προσώπων λευκού ποινικού μητρώου σε συνδυασμό με παραδοχή, οι ποινές για παράνομη κατοχή και μεταφορά (πιστολιού, περιστρόφου, τυφεκίου ή παρόμοιου πυροβόλου όπλου) κυμαίνονται περί τα 4 έτη φυλάκισης [βλ. Alarsan v. Δημοκρατίας (1996) 2 Α.Α.Δ.1, Νικολεττή ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Titos v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ.409, Γενικός Εισαγγελέας ν. Chronyy (ανωτέρω) και Κίτας (ανωτέρω)]. Διευκρινίζεται πως η προαναφερθείσα ποινική μεταχείριση αφορά την απλή κατοχή και μεταφορά, χωρίς δηλαδή ταυτόχρονη χρήση του πυροβόλου όπλου.
Σε σχέση τώρα με το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, σημειώνουμε ότι πρόκειται για εξίσου σοβαρό αδίκημα. Όπως δε τονίστηκε στην υπόθεση Θεοφάνους ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 298/2018, ημερ. 27.6.2019: «Το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως το ίδιο αυτοπροσδιορίζεται, συνίσταται στη χρήση/απόλαυση από τον αδικοπραγήσαντα των καρπών της παρανομίας του. Ό,τι έχει σημασία, για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής, είναι το είδος και το ύψος των καρπών της παρανομίας που απόλαυσε ο αδικοπραγήσας ως αποτέλεσμα της παράνομης δραστηριότητας του. Είναι αυτή την απόλαυση που έχει στο επίκεντρο του το υπό αναφορά αυτοτελές αδίκημα.» (βλ. επίσης Μαληκκίδη ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 40/2015, ημερ. 25.11.2016, Βασιλείου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 12/2015, ημερ. 4.7.2017, ECLI:CY:AD:2017:B241 και Λεμονάρη ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 212/2017, ημερ. 17.4.2019, ECLI:CY:AD:2019:B150). Δέον όπως λεχθεί ότι τα τελευταία χρόνια, το συγκεκριμένο αδίκημα απασχολεί όλο και περισσότερο τα Δικαστήρια, γεγονός για το οποίο έχουμε γνώση όχι μόνο μέσω της σχετικής νομολογίας αλλά και από τον μεγάλο αριθμό υποθέσεων που άγονται ενώπιον μας και αφορούν τέτοια αδικήματα. Συναφώς, επιβάλλεται η αντιμετώπιση του με αυστηρές ποινές, προκειμένου να σταλούν τα σωστά μηνύματα προς πάσα κατεύθυνση και ιδίως στους εγκληματίες.
Ως προς το ύψος των ποινών σε ότι αφορά το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, στην υπόθεση Στεφάνου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 18/20, ημερ. 1.7.2021, ECLI:CY:AD:2021:B295, με αναφορά στη Μαληκκίδη (ανωτέρω), λέχθηκε ότι «…δεν υπάρχει καθιερωμένη νομική αρχή ότι είναι αντινομικό ή παράλογο να επιβάλλεται μεγαλύτερη ποινή στο αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από ότι στο γενεσιουργό αδίκημα και ότι μπορεί στην κατάλληλη περίπτωση ο καταδικασθείς για αδίκημα συγκάλυψης να λάβει και να ενδείκνυται να λάβει βαρύτερη ποινή από εκείνη για την οποία καταδικάστηκε για το γενεσιουργό αδίκημα, σημειώνοντας ότι το άρθρο 4 του Ν.188(1)/2007, καλύπτει ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων όπως εμφαίνεται στις σχετικές παραγράφους του.». Οι δε επιβληθείσες στην Εφεσείουσα ποινές φυλάκισης 2 ετών για το αδίκημα το αδίκημα της εξασφάλισης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις και 3 ½ ετών για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων επικυρώθηκαν από το Εφετείο, το οποίο τόνισε μεταξύ άλλων πως το εύρος της μεγαλύτερης ποινής που της επιβλήθηκε, στην κατηγορία της νομιμοποίησης, αντανακλούσε κατά τρόπο δίκαιο τις επιμέρους περιστάσεις της υπόθεσης και το ύψος του χρηματικού οφέλους που η Εφεσείουσα απόλαυσε σε βάρος των θυμάτων της, που ουσιαστικά παρέμειναν χωρίς αποζημίωση και χωρίς προοπτική ανάκτησης των χρημάτων που απώλεσαν. Επισημαίνεται ότι η Εφεσείουσα με ψευδείς παραστάσεις απέσπασε από οκτώ πρόσωπα ποσά που συμποσούνταν σε €101.631. Καταδικάστηκε, κατόπιν παραδοχής, βαρύνετο με μία προηγούμενη καταδίκη, για αδικήματα απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις και νομιμοποίησης των εσόδων τους (στην οποία της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 3 ετών) και στην υπόθεση λήφθηκαν υπόψη ακόμη τρεις υποθέσεις που αφορούσαν επίσης στη διάπραξη αδικημάτων απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις. Ήταν μητέρα ενός ανηλίκου παιδιού το οποίο διέμενε με τον πατέρα του και επέστρεψε στα θύματα μικρό μέρος του ποσού που απέσπασε.
Σοβαρά είναι βεβαίως και τα αδικήματα των διαρρήξεων και κλοπών που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος. Η σοβαρότητα των εν λόγω αδικημάτων, πέραν της προβλεπόμενης ποινής, υπογραμμίσθηκε σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στις οποίες τονίζεται ότι οι κλοπές, οι διαρρήξεις και άλλα ομοειδή αδικήματα είναι στην πρώτη γραμμή της εγκληματικότητας χωρίς να δείχνουν σημεία κάμψης. Αντίθετα, σημειώνεται έξαρση, γι’ αυτό και τα Δικαστήρια τα αντιμετωπίζουν με αυστηρότητα γιατί προκαλούν ρήγματα στην έννομη τάξη και διαβίωση και διαβρώνουν συνάμα το αίσθημα ασφάλειας του πολίτη (βλ. Παναγίδη ν. Δημοκρατία (1997) 2 Α.Α.Δ.104 Παναγιώτου (Αντάρτη) ν. Δημοκρατίας, (1997) 2 Α.Α.Δ.138 και Θεοδώρου Θεοδώρου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 163/2016, ημερ. 1.11.2017), ECLI:CY:AD:2017:B383.
Δυστυχώς η κατάσταση αυτή δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα και παρόμοιες διαπιστώσεις εξακολουθούν και σε άλλες μεταγενέστερες υποθέσεις όπως η Τζιαμά v. Δημοκρατία, Ποιν. Εφ. 17/17, ημερ. 18.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:B468, όπου λέχθηκαν τα εξής:
«Η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι, προκειμένου περί αδικημάτων τα οποία ευρίσκονται σε έξαρση, όπως είναι τα αδικήματα στα οποία παραδέχθηκε ενοχή ο εφεσείων, θα πρέπει να επιβάλλονται αποτρεπτικές ποινές, είναι ορθή. Όπως τονίστηκε πρόσφατα στην υπόθεση Saadi v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 308/2014, ημερομηνίας 24.6.2016, «η νομολογία είναι αυστηρή στην αντιμετώπιση αυτού του είδους τις υποθέσεις. Η ανάγκη για αποτροπή είναι προεξάρχουσα, η προστασία της ζωής και της ασφάλειας των φιλήσυχων πολιτών αποτελεί προτεραιότητα και η έστω κατά κατασταλτικό τρόπο αντιμετώπιση της ανάκτησης της εμπιστοσύνης του κοινού στην εμπέδωση του δικαίου, αδήρητη αναγκαιότητα, (Φραντζίδης ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 77, Bezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785 και Georghe κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 824).»
Η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιου είδους αδικήματα επαναλήφθηκε και σε πιο πρόσφατη νομολογία όπως η Barek v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 178/2018, ημερ. 20.1.2020, ECLI:CY:AD:2020:B22, xxx Hussein v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 252/2018, ημερ. 31.5.2019, ECLI:CY:AD:2019:B206 και Balampanidis v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 210/2018, ημερ. 10.5.2019, ECLI:CY:AD:2019:B178.
Ενδεικτικές της προσέγγισης της νομολογίας σε σχέση με τη σοβαρότητα των αδικημάτων των διαρρήξεων και κλοπών και την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών είναι και οι ποινές που, κατά καιρούς, έχουν επιβληθεί. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τις ακόλουθες υποθέσεις:
Στην υπόθεση Pilev v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ.587, όπου για δύο διαρρήξεις κατοικιών και κλοπές αντικειμένων και χρημάτων ύψους περίπου Λ.Κ.7.000 (€12.000) από τα οποία ανευρέθηκαν αντικείμενα αξίας Λ.Κ.900 περίπου (€1.500 περίπου), επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ποινή φυλάκισης 2 χρόνων σε πρόσωπο με λευκό μητρώο που είχε παραδεχθεί.
Στην υπόθεση Ανδρέας Αρέστη ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 195/2016, ημερ. 6.3.2017, ECLI:CY:AD:2017:B71, η οποία αφορούσε τη διάρρηξη ενός εστιατορίου, από όπου ο Εφεσείων έκλεψε το χρηματικό ποσό των €300 καθώς και τη διάρρηξη μίας καφετέριας από όπου δεν έκλεψε οτιδήποτε, βαρύνετο με προηγούμενες καταδίκες που αφορούσαν αδικήματα κατά της περιουσίας, αλλά και σοβαρότερα αδικήματα, παραδέχθηκε στην Αστυνομία και στο Δικαστήριο, και είχε πολύ τραυματικές εμπειρίες κατά την παιδική του ηλικία, προσφάτως είχαν αλλάξει οι προσωπικές του περιστάσεις, εφόσον διατηρούσε σοβαρό δεσμό, ήταν ηλικίας 31 ετών, το πρωτόδικο Δικαστήριο, επέβαλε συντρέχουσες ποινές άμεσης φυλάκισης 9 και 6 μηνών και με τον τρόπο αυτό ενεργοποίησε αυτόματα και ανασταλείσα ποινή φυλάκισης 11 μηνών από τη συνολική ποινή φυλάκισης των δύο ετών που του είχε επιβληθεί στα πλαίσια προηγούμενης υπόθεσης, για την οποία είχε αποφυλακιστεί με προεδρική χάρη, με αναστολή για τρία χρόνια. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη κρίση, χαρακτηρίζοντας μάλιστα αρμόζουσα την ποινή, χωρίς να παρέχεται περιθώριο για αναστολή της ποινής.
Επίσης, στην υπόθεση Θεοδώρου (ανωτέρω), όπου ο Εφεσείων παραδέχθηκε το αδίκημα της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος και το αδίκημα της διάρρηξης και κλοπής ενός καταστήματος πώλησης ηλεκτρονικών εργαλείων, από όπου έκλεψε διάφορα εργαλεία συνολικής αξίας €14.115,39, ο οποίος βαρύνετο με δύο προηγούμενες καταδίκες οι οποίες αφορούσαν σε παρόμοιας φύσης αδικήματα, είχε υπέρ του την άμεση παραδοχή, τη συνεργασία του με την Αστυνομία και λήφθηκαν υπόψη οι προσωπικές του συνθήκες, οι οποίες περιελάμβαναν το πρόβλημα υγείας του, ότι ήταν οικογενειάρχης με τρία παιδιά, οι συντρέχουσες ποινές φυλάκισης των δύο ετών που επιβλήθηκαν σε έκαστη κατηγορία χωρίς την ενεργοποίηση της ποινής φυλάκισης με αναστολή που βάρυνε τον Εφεσείοντα, χαρακτηρίστηκαν ως επιεικείς, δεδομένης της μη ενεργοποίησης της ποινής φυλάκισης των τεσσάρων μηνών με αναστολή που βάρυνε τον Εφεσείοντα, διαδοχικά προς την εκτέλεση της ποινής των δύο ετών.
Στην υπόθεση Barek (ανωτέρω), ο Εφεσείων κρίθηκε ένοχος από το Κακουργιοδικείο κατόπιν δικής του παραδοχής σε δύο κατηγορίες για διάρρηξη κατοικίας και κλοπής, τρεις για κλοπή, μία κατηγορία για πρόκληση κακόβουλης ζημιάς σε περιουσία, μία κατηγορία για παράνομη κατοχή περιουσίας, μία κατηγορία για κατοχή διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός, μία κατηγορία για μεταφορά μαχαιριού που απολήγει σε μυτερή άκρη, μία κατηγορία για οπλοφορία προς διέγερση τρόμου, μία κατηγορία για αντίσταση κατά της νομίμου συλλήψεως, μία κατηγορία για επίθεση κατά οργάνου τηρήσεως της τάξεως, μία κατηγορία για επίθεση που προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη, δύο κατηγορίες για παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, μία κατηγορία για παράνομη χρήση ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και μία κατηγορία για κατοχή σκευών για τη λήψη ναρκωτικών. Τα αδικήματα διαπράχθηκαν σε περίοδο 5 μηνών. Για σκοπούς επιβολής ποινής λήφθηκε υπόψη ακόμα μία υπόθεση με παρόμοιες κατηγορίες. Επρόκειτο για πρόσωπο λευκού ποινικού μητρώου, πατέρα ενός ανήλικου παιδιού, ο οποίος συνεργάστηκε με την Αστυνομία και διέπραξε τα αδικήματα για να εξασφαλίσει οικονομικούς πόρους για αγορά ναρκωτικών. Η κλοπιμαία περιουσία που αφορούσαν οι κατηγορίες της κύριας υπόθεσης και εκείνης που λήφθηκε υπόψη ανερχόταν σε €82.895, ενώ ανευρέθηκε μόνο περιουσία αξίας €46.740. Το Κακουργιοδικείο επέβαλε στον Εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με μέγιστη ποινή εκείνη των 3 ½ χρόνων σε μία εκ των δύο κατηγοριών της διάρρηξης κατοικίας και κλοπής. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την ποινή, σημειώνοντας μάλιστα ότι η ποινή «όχι μόνο δεν είναι έκδηλα υπερβολική αλλά είναι μπορούμε να πούμε και επιεικής ενόψει της σοβαρότητας του αδικήματος και των συνθηκών διάπραξης του».
Σοβαρό είναι και το αδίκημα της κακόβουλης ζημιάς. H σοβαρότητα του αδικήματος αυτού, πέραν από την προβλεπόμενη από τον νόμο ποινή, έγκειται στο γεγονός ότι στρέφεται εναντίον περιουσίας άλλων προσώπων. Με τη διάπραξη αυτού του αδικήματος πλήττεται ευθέως το δικαίωμα του κάθε ατόμου ως προς την απόλαυση και τον σεβασμό της περιουσίας του (βλ. Charitou ν. The Republic (1987) 2 C.L.R. 170).
Θεώρηση της νομολογίας για το αδίκημα της κακόβουλης ζημιάς, καταδεικνύει ότι, συνήθως η ποινή που επιβάλλεται είναι αυτή της φυλάκισης. Σχετικές είναι οι υποθέσεις Charitou (ανωτέρω), Francis Kenneth Smith and another v. The Police (1969) 2 Α.Α.Δ. 189, Nicolaou and another v. The Republic (1982) 2 Α.Α.Δ. 156 και Τσιλικίδη ν. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 272.
Κρίνουμε σκόπιμο στο σημείο αυτό να διευκρινίσουμε ότι η παραπομπή μας σε προηγούμενες αποφάσεις και στις ποινές που εκεί επιβλήθησαν όπως έχει νομολογηθεί, δεν αποτελούν σταθερό δείκτη καθορισμού της ποινής, καθότι η ποινή, σε κάθε υπόθεση, εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης και τα δεδομένα του παραβάτη (βλ. Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 1). Εκείνο στο οποίο οι προηγούμενες αποφάσεις βοηθούν είναι η παροχή κατευθυντήριων γραμμών ως προς τα όσα ένα Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη υπέρ ή εναντίον ενός κατηγορούμενου και προσφέρει χρήσιμη καθοδήγηση σε σχέση με τον τρόπο που τα Δικαστήρια αντιμετώπισαν αδικήματα, όμοια με αυτά που διέπραξε ο Κατηγορούμενος (βλ. Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 123 και Αναστασιάδης ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 242/18, ημερ. 31.5.2019), ECLI:CY:AD:2019:B205.
Με τα πιο πάνω κατά νου, επιστρέφουμε στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και ειδικά στους παράγοντες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στη διαμόρφωση της ποινής που θα επιβληθεί στον Κατηγορούμενο.
Για προσδιορισμό, λοιπόν, της ποινής, πρώτα και πάνω απ’ όλα λαμβάνουμε υπόψη αφενός τη σοβαρότητα όλων των αδικημάτων, ως προκύπτει από τις προβλεπόμενες στον Νόμο ποινές και την αναφερθείσα νομολογία και αφετέρου την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών, ενόψει της έξαρσης που παρατηρείται στη διάπραξη τους. Δυστυχώς, όλα τα αδικήματα που διέπραξε ο Κατηγορούμενος παρουσιάζουν έξαρση, κάτι το οποίο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε εντός των πλαισίων της δικαστικής μας γνώσης από τις υποθέσεις που επιλαμβανόμαστε. Αδικήματα του είδους που ο Κατηγορούμενος διέπραξε αποτελούν συχνό φαινόμενο. Εξ ου και τα Δικαστήρια οφείλουν να αντιμετωπίζουν τέτοιες απαράδεκτες συμπεριφορές με αυστηρότητα, σε μία προσπάθεια αφενός να προστατεύσουν την κοινωνία και αφετέρου να στείλουν το μήνυμα ότι τέτοιες συμπεριφορές δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.
Εξετάζοντας τώρα την εγκληματική δραστηριότητα του Κατηγορούμενου, έχοντας κατά νου το σύνολο των γεγονότων που συνθέτουν την παρούσα υπόθεση, επισημαίνουμε ευθύς εξαρχής ότι παρατηρείται από μέρους του Κατηγορούμενου μια επαναλαμβανόμενη σοβαρή εγκληματική δραστηριότητα, η οποία αν και διήρκησε για μικρή περίοδο, ήτοι από 1.7.2023 μέχρι 26.8.2023 οπόταν και συνελήφθηκε, ήταν αρκετή για να προκαλέσει σημαντική οικονομική ζημιά σε τρίτα πρόσωπα. Σημειώνεται ότι ο Κατηγορούμενος διέρρηξε πέντε κατοικίες, δύο εκ των οποίων κατά τη διάρκεια νύχτας. Μάλιστα, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος σε μία ημέρα, με διαφορά 30 λεπτών διέρρηξε δύο κατοικίες, γεγονός που καταδεικνύει την εμμονή από μέρους του να κλέψει. Η δράση του δε αυτή, οδήγησε στην κλοπή από τρίτα πρόσωπα μη ευκαταφρόνητου χρηματικού ποσού, ήτοι του συνολικού ποσού των €22.134,80 το οποίο δεν εντοπίστηκε. Επίσης έκλεψε τιμαλφή και άλλα προσωπικά αντικείμενα τρίτων προσώπων, εξίσου σημαντικής χρηματικής αξίας, ήτοι συνολικής αξίας €20.726, εκ των οποίων εντοπίστηκαν μόνο μερικά τιμαλφή που κλάπηκαν από μία κατοικία, συνολικής αξίας €2.600. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι κλάπηκαν και άλλα προσωπικά αντικείμενα τρίτων προσώπων η αξία των οποίων όμως δεν προσδιορίστηκε. Περαιτέρω, σημειώνεται ότι προκλήθηκε ζημιά σε περιουσία τρίτων προσώπων που δεν έχει αποκατασταθεί η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των €1.130. Ενώ έχουν κλαπεί δύο στρατιωτικά τυφέκια, μια σφραγιστή τελαμώνα, πέντε γεμιστήρες και 200 σφαίρες όλα περιουσία της Εθνικής Φρουράς, τα οποία επίσης δεν έχουν εντοπιστεί. Σαφώς, το μεγάλο οικονομικό όφελος του Κατηγορούμενου από την παράνομη δραστηριότητα του, όπως αντανακλάται από την αξία των κλαπέντων, η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρεί μικρή, αποτελεί σύμφωνα με τη νομολογία, επιβαρυντικό παράγοντα στην παρούσα. Επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα συνιστά και το γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος δεν αποκάλυψε οτιδήποτε προς εντοπισμό των στρατιωτικών τυφεκίων, της σφραγιστής τελαμώνας, των πέντε γεμιστήρων και των 200 σφαιρών. Η θέση δε που προβλήθηκε από τον συνήγορο Υπεράσπισης ότι ο προαναφερόμενος οπλισμός δεν είναι παράνομος καθώς πρόκειται για όπλα και σφαίρες που υπάρχουν σε πάρα πολλά σπίτια της Κύπρου λόγω της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας και εφεδρείας που επιβάλλει η Κυπριακή Δημοκρατία στους πολίτες της να έχουν, γεγονός που δεν δημιουργεί εντύπωση περαιτέρω εμπλοκής σε εγκληματική οργάνωση, δεν υποβαθμίζει τη σοβαρότητα της πράξης του, πολύ δε περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση ενόψει του μη εντοπισμού των εν λόγω αντικειμένων, γεγονός που δεν μπορεί να αποκλείσει τη χρήση τους. Χωρίς να παραγνωρίζουμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τα δύο στρατιωτικά τυφέκια, οι σφαίρες και ο υπόλοιπος οπλικός εξοπλισμός βρέθηκαν στην κατοχή του Κατηγορούμενου και ότι από τα γεγονότα δεν προέκυψε ότι τα χρησιμοποίησε, καθώς και ως αναφέρθηκε από τον συνήγορο του, δεν φαίνεται να είχε πρόθεση χρήσης των στρατιωτικών τυφεκίων, εντούτοις η κατοχή και μεταφορά των πυροβόλων όπλων και στην μία μάλιστα περίπτωση έχοντας 200 σφαίρες ταυτόχρονα στην κατοχή του, καθιστώντας ανά πάσα στιγμή δυνατή τη χρήση του για οποιοιδήποτε παράνομο σκοπό, δεν μπορεί παρά ληφθεί υπόψη επιβαρυντικά για τον Κατηγορούμενο. Η μέγιστη λοιπόν απαξία των αδικημάτων της κατοχής και μεταφοράς πυροβόλου όπλου και εκρηκτικών υλών, έγκειται στον δυνητικό κίνδυνο τραυματισμού ή εκφοβισμού άλλων, ο οποίος και δικαιολογεί αντιστοίχως τον αποτρεπτικό χαρακτήρα στην ποινή για όποιον συμβάλλει στην ύπαρξη τέτοιου κινδύνου. Με άλλα λόγια, τίποτε δεν αποκλείει τη δημιουργία πρόθεσης χρήσης των όπλων από την στιγμή που κάποιος έχει άμεση πρόσβαση σε αυτά.
Ως προς το κίνητρο του Κατηγορούμενου για τη διάπραξη των αδικημάτων των διαρρήξεων και κλοπών, ο συνήγορος του ανέφερε ότι ήταν οικονομικό και πιο συγκεκριμένα απέδωσε τις πράξεις του στην προσπάθεια του να εξασφαλίσει οικονομικούς πόρους για να μπορέσει να εξασφαλίσει ουσίες για να ικανοποιήσει την εξάρτηση του. Ως προς αυτή τη θέση, θα πρέπει να τονίσουμε πως η επίκληση ενός τέτοιου στοιχείου δεν αποτελεί δικαιολογία για τη διάπραξη τέτοιων σοβαρών αδικημάτων. Ως ειδικότερα έχει λεχθεί στην Piliev v. Αστυνομίας (ανωτέρω), στην οποία ουσιαστικά υιοθετήθηκε το ακόλουθο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση: «Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος εγκλημάτησε εναντίον της περιουσίας των παραπονούμενων με σκοπό να εξασφαλίσει λεφτά για να ικανοποιήσει τον εθισμό του σε σκληρά ναρκωτικά δεν αποτελεί ελαφρυντικό (βλ. McInerney [2003] 1 Cr. App. R.627, Lawrence [1988] 10 Cr. App. R.(S.) 463). Το ότι ο κατηγορούμενος ενδεχομένως να ενήργησε - αν σε αυτό στόχευσε να παραπέμψει η υπεράσπιση με την αναφορά στην εξάρτηση του - κάτω από τη φόρτιση των συναισθημάτων για εξασφάλιση ναρκωτικών, αν και τού πιστώνεται ως ελαφρυντικό δεν μπορεί να υποβιβάσει τη σοβαρότητα των εγκλημάτων και την αναγκαιότητα για αυστηρή μεταχείριση του.». Λαμβάνουμε, συνεπώς υπόψη το γεγονός ότι ενδεχομένως ο Κατηγορούμενος να ενεργούσε κάτω από τη φόρτιση των συναισθημάτων του για εξασφάλιση ναρκωτικών, δεδομένου ότι δεν αμφισβητείται, ότι ο Κατηγορούμενος κατά τον χρόνο διάπραξης των αδικημάτων ήταν χρόνια εξαρτημένος στα ναρκωτικά, χωρίς, ωστόσο, να υποβαθμίζεται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο η έκδηλη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων και η αναγκαιότητα για επιβολή αυστηρής ποινής.
Παρά τη διαπιστωθείσα σοβαρότητα και την ανάγκη για αποτρεπτική ποινή, υπάρχει πάντοτε και το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της, ούτως ώστε αυτή να προσιδιάζει στις περιστάσεις της υπόθεσης και του κατηγορούμενου, το οποίο δεν ατονεί, νοουμένου ότι η εξατομίκευση δεν οδηγεί στην εξουδετέρωση του στοιχείου της αποτροπής που επιβάλουν η φύση και τα περιστατικά της υπόθεσης (βλ. Φιλίππου ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 245). Στα πλαίσια του καθήκοντος μας αυτού λαμβάνουμε υπόψη προς όφελος του Κατηγορούμενου τα ακόλουθα:
Καταρχήν, δίνουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στην παραδοχή του ενώπιον του Δικαστηρίου, η οποία παρ’ ότι δεν ήταν άμεση, εντούτοις έλαβε χώρα πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας. Χωρίς την παραδοχή του, τα περιθώρια επιείκειας θα ήταν στενά. Άλλωστε δεν διαφεύγει της προσοχής μας ότι, υπό τις περιστάσεις που συνδέθηκε ο Κατηγορούμενος με τα αδικήματα της παρούσας, ήτοι σε δύο περιπτώσεις συνδέθηκε με τη διάπραξη των αδικημάτων με επιστημονική μαρτυρία, σε άλλες αναγνωρίστηκε μέσω κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης που βρίσκονταν στις περιοχές των κατοικιών όπου διαρρήχθηκαν, σε άλλη περίπτωση αναγνωρίστηκε από πρόσωπο, στο οποίο ο ίδιος απευθύνθηκε για να τον βοηθήσει ουσιαστικά, να μάθει την αξία κλαπείσας περιουσίας, σίγουρα ήταν μειωμένες και οι επιλογές του. Ωστόσο, ως έχει επανειλημμένα τονιστεί η παραδοχή είναι πάντα καλοδεχούμενη και πρέπει να αμείβεται με σχετική έκπτωση στην ποινή. Αυτό ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή με αποτέλεσμα να μη σπαταλείται πολύτιμος χρόνος στην εκδίκαση υποθέσεων (βλ. Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28). Έχοντας δε υπόψη τον μεγάλο αριθμό των κατηγοριών αλλά και των παραπονουμένων καθώς και τον μεγάλο αριθμό μαρτύρων κατηγορίας, δεν μπορεί στην προκειμένη να μη ληφθεί υπόψη ότι η απόδειξη των αδικημάτων, σε περίπτωση μη παραδοχής θα ήταν ιδιαίτερα χρονοβόρα. Επομένως, η παραδοχή του, λαμβάνεται υπόψη προς όφελος του, ως ένας σημαντικός μετριαστικός παράγοντας.
Επίσης λαμβάνουμε υπόψη τη μεταμέλεια του ως προκύπτει από την παραδοχή και την απολογία του μέσω του συνηγόρου του.
Ως προς το γεγονός δε ότι εντοπίστηκε μέρος των κλοπιμαίων αντικειμένων και συγκεκριμένα περιουσίας αξίας €2.600, τα οποία επιστράφηκαν στον νόμιμο ιδιοκτήτη του, σημειώνουμε πως είναι ένα στοιχείο που συνυπολογίζουμε. Βεβαίως θα πρέπει να επισημανθεί πως ο εντοπισμός και η επιστροφή της εν λόγω κλοπιμαίας περιουσίας, δεν οφειλόταν στο γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος μετανιωμένος για τις πράξεις τους, την επέστρεψε αυτόβουλα, οπότε θα μπορούσε και τούτο να ληφθεί υπόψη μαζί με τα πιο πάνω στοιχεία ως ένα στοιχείο έμπρακτης μεταμέλειας. Αντίθετα ό,τι προκύπτει από τα γεγονότα, είναι πως η εν λόγω περιουσία παραδόθηκε από τον Κατηγορούμενο στον Μελιγαλιώτη με σκοπό αυτός να τα μεταφέρει σε χρυσοχόο για να ελέγξει την αξία τους, πλην όμως τελικά ο Μελιγαλιώτης απευθύνθηκε στον Χατζηχριστοδούλου για να του συστήσει εάν γνώριζε κάποιον χρυσοχόο, ο οποίος όλως τυχαία ήταν φίλος του παραπονούμενου, με αποτέλεσμα, κατόπιν συνεννόησης των τριών, ο παραπονούμενος να δει και να αναγνωρίσει μέρος της κλαπείσας περιουσίας του που είχε στην κατοχή του ο Μελιγαλιώτης και έτσι αυτή του επιστράφηκε. Ως εκ των ανωτέρω, διευκρινίζουμε ότι λαμβάνουμε υπόψη μας το στοιχείο αυτό, υπό την έννοια ότι έχει περιοριστεί η ζημιά του παραπονούμενου ανάλογα.
Υπόψη λαμβάνουμε και τα όσα αφορούν στις προσωπικές, οικογενειακές, οικονομικές και άλλες περιστάσεις του Κατηγορουμένου, όπως αναφέρονται στην αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του και την Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. Ειδικότερα λαμβάνουμε υπόψη το σχετικά νεαρό της ηλικίας του και ότι βίωσε δύσκολα παιδικά χρόνια ένεκα ειδικότερα της κακοποιητικής συμπεριφοράς του πατέρα του και των οικονομικών δυσκολιών που βίωσε από νεαρή ηλικία γεγονός που τον ανάγκασε να εργαστεί από νεαρή ηλικία για να συμβάλει οικονομικά στις ανάγκες της οικογένειας, αφού ο πατέρας του, τους εγκατέλειψε, χωρίς να τους προσφέρει οποιαδήποτε οικονομική στήριξη. Όσον αφορά την κατάσταση της ψυχικής υγείας του Κατηγορούμενου, λαμβάνουμε υπόψη την αναντίλεκτη θέση του συνηγόρου Υπεράσπισης ότι άρχισε θεραπεία με Ψυχολόγο και Ψυχίατρο εντός των Κεντρικών Φυλακών τις οποίες είχε σταματήσει από την ηλικία των 17 ετών, οπόταν και ξεκίνησε η εγκληματική του συμπεριφορά. Σημειώνουμε ωστόσο ότι ενόψει της σοβαρότητας τέτοιας φύσης αδικημάτων και της επιτακτικής ανάγκης για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών, είναι νομολογιακά αναγνωρισμένο ότι οι προσωπικές περιστάσεις κατηγορούμενου και τα προβλήματα υγείας λαμβάνονται μεν υπόψη, αλλά στο βαθμό και την έκταση που δεν εξουδετερώνουν το χαρακτήρα αυτό (βλ. Balampanidis (ανωτέρω), Χρυσοστόμου ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 18 και Ψύλλας ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 430).
Επίσης, λαμβάνουμε υπόψη και τη θετική στάση του Κατηγορούμενου στις Κεντρικές Φυλακές, όπως υπόψη λαμβάνουμε και την καλή διαγωγή και συμπεριφορά του καθ’ ον χρόνο τελεί υπό κράτηση.
Λαμβάνουμε επίσης υπόψη την αδιάλειπτη συμμετοχή του σε πρόγραμμα απεξάρτησης στις Κεντρικές Φυλακές, με ευεργετικά καθ’ όσον φαίνεται αποτελέσματα μέχρι σήμερα. Τούτο, σε συνδυασμό με την ψυχολογική και ψυχιατρική στήριξη και φροντίδα που λαμβάνει και την επιτυχή έκβαση που είχε η διαδικασία αξιολόγησης του για ένταξη του στο κλειστό πρόγραμμα απεξάρτησης της Αγίας Σκέπης, λαμβάνονται υπόψη προς όφελος του, με την ελπίδα τα αποτελέσματα να είναι μόνιμα και ευεργετικά για τον Κατηγορούμενο.
Σε ότι αφορά τις προηγούμενες καταδίκες με τις οποίες βαρύνεται ο Κατηγορούμενος, επισημαίνουμε ότι δεν δικαιολογούν την επιβολή τέτοιας ποινής που θα έδινε την εντύπωση ότι ο Κατηγορούμενος τιμωρείται για δεύτερη φορά (βλ. Παναγιώτου (Αντάρτης) ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138 και Τσιάκκα κ.α. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 282). Ουσιαστικά, με κάθε μεταγενέστερη καταδίκη ο Κατηγορούμενος προοδευτικά χάνει τη μείωση την οποία θα είχε ως κατηγορούμενος με λευκό ποινικό μητρώο. Ως προκύπτει από τη Νομολογία, οι προηγούμενες καταδίκες αποτελούν ένδειξη της στάσης και του σεβασμού ενός κατηγορουμένου στους Νόμους της πολιτείας (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Ματθαίου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1 και Γεωργίου, άλλως Καμμούγιαρος ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 565). Είναι λοιπόν μέσα σε αυτά τα πλαίσια που θα ληφθούν υπόψη οι προηγούμενες καταδίκες του Κατηγορούμενου, δηλαδή του περιορισμού του βαθμού επιείκειας που θα μπορούσε να επιδειχθεί στην περίπτωση κατηγορούμενου με λευκό ποινικό μητρώο.
Επί του προκειμένου, τούτο που προκύπτει από το ποινικό του μητρώο, είναι ότι ο Κατηγορούμενος, μόλις 2 μήνες μετά την αποφυλάκιση του, κατόπιν προεδρικής χάρης, προέβη στη διάπραξη των αδικημάτων της παρούσας υπόθεσης. Αυτό ουσιαστικά που διαφαίνεται από το ποινικό μητρώο του είναι πως, ο Κατηγορούμενος ενεπλάκη πέραν της μίας φοράς στη διάπραξη αδικημάτων σχετιζόμενων με διαρρήξεις και κλοπές καθώς επίσης και αδικήματα σχετιζόμενα με ναρκωτικές ουσίες και τούτο λαμβάνεται υπόψη, ως ήδη τονίστηκε ανωτέρω (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Ματθαίου (ανωτέρω), ενώ με την υπό κρίση αξιόποινη συμπεριφορά του εμπλάκηκε στη διάπραξη και σοβαρότερων αδικημάτων πέραν αυτών των διαρρήξεων και κλοπών. Διαφαίνεται, δυστυχώς, η ροπή του Κατηγορούμενου προς συγκεκριμένη εγκληματική συμπεριφορά καθώς επίσης ότι η στάση του απέναντι στην τήρηση των Νόμων είναι περιφρονητική και ότι η ποινή φυλάκισης που του είχε επιβληθεί στις τρεις εκ των πέντε προηγούμενων καταδικών, οι οποίες αφορούσαν αδικήματα διαρρήξεων και κλοπών, δεν έχει πετύχει τον σκοπό της αναμόρφωσης του, αφού παρά τον χρόνο που είχε ο Κατηγορούμενος στις Φυλακές για να αναλογιστεί τις πράξεις του και να αναμορφώσει τη συμπεριφορά του, σύντομα, μετά την αποφυλάκιση του και εντός της περιόδου αναστολής δυνάμει της προεδρικής χάρης, διέπραξε σοβαρότερα αδικήματα, αυτά της παρούσας. Συνεπώς, στη βάση των ανωτέρω οι προηγούμενες καταδίκες, αναπόφευκτα, μειώνουν την επιείκεια που μπορεί να επιδειχθεί σε αυτόν.
Με δεδομένο ότι σε περίπτωση επιβολής φυλάκισης, οποιουδήποτε ύψους, τότε αυτομάτως θα ενεργοποιηθεί και η ανασταλείσα υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας ποινή των 253 ημερών (βλ. Αριστείδου ν. Αστυνομία, Ποιν. Έφ.207/2020, ημερ. 20.7.2020), ECLI:CY:AD:2020:D416 οφείλουμε να σημειώσουμε πως καθηκόντως έχουμε υπόψη μας και τις εφαρμοστέες σε τέτοιες περιπτώσεις αρχές της συνολικότητας και της αναλογικότητας. Για ό,τι ενδιαφέρει στην παρούσα, οι αρχές αυτές ορίζουν ότι όταν επιβάλλεται ποινή και ταυτόχρονα ενεργοποιείται άλλη ανασταλείσα ποινή, διαδοχικά προς την πρώτη, το Δικαστήριο έχει καθήκον αφενός να βεβαιωθεί ότι το σύνολο των διαδοχικών ποινών δεν είναι υπερβολικό και αφετέρου ότι αυτό το σύνολο ποινών είναι ανάλογο προς το διαπραχθέν αδίκημα, ούτως ώστε η συνολική ποινή να είναι δίκαιη για τον κατηγορούμενο. Πρόκειται για αρχές οι οποίες έχουν αναλυθεί σε πάρα πολλές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τις οποίες και έχουμε υπόψη. Ενδεικτικά παραπέμπουμε στις Παπαχρίστου ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ.62, Ηρακλέους ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 327, Σωτηριάδου ν. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ.356, Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ.628 και Γλυκερίου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.171/20, ημερ. 08.07.2022, ECLI:CY:AD:2022:B287.
Λαμβάνουμε λοιπόν υπόψη ότι σε περίπτωση επιβολής φυλάκισης στην παρούσα, τότε αυτομάτως θα ενεργοποιηθεί και η ανασταλείσα ποινή φυλάκισης την οποία ο Κατηγορούμενος υποχρεωτικά θα εκτίσει διαδοχικά με την επιβληθείσα για τα νέα αδικήματα ποινή, ήτοι τις 253 ημέρες φυλάκισης που είχαν απομείνει κατά την αναστολή της. Επομένως λαμβάνουμε υπόψη, ως έχουμε καθήκον, τις σωρευτικές επιπτώσεις που θα προκύψουν από το συνδυασμό των δύο ποινών και συγκεκριμένα ότι σε οποιαδήποτε τυχόν ποινή φυλάκισης επιλέξουμε, θα προστεθεί διαδοχικά φυλάκιση 253 ημερών, συνεπεία της ενεργοποίησης.
Με βάση όλα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω καταλήγουμε ότι η σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε ο Κατηγορούμενος και το στοιχείο της αποτροπής που προέχει σε τέτοιες υποθέσεις καθιστούν την ποινή φυλάκισης αναπόφευκτη. Οι πιο πάνω ελαφρυντικοί παράγοντες, οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής δεν είναι τέτοιας έκτασης που να υπερφαλαγγίζουν την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου. Οι μετριαστικοί παράγοντες που έχουν αναφερθεί, είναι δυνατό να επηρεάσουν μόνο την έκταση και όχι το είδος της ποινής που θα επιβληθεί. Τονίζεται ότι η εξατομίκευση δεν θα πρέπει να οδηγεί σε εξουδετέρωση ούτε της σοβαρότητας ούτε του στοιχείου της αποτροπής που επιβάλλουν η φύση και τα περιστατικά των αδικημάτων τόσο για τον ίδιο τον Κατηγορούμενο όσο και για το κοινό γενικότερα (βλ. Ιωάννου κ.ά ν. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 171).
Στη βάση λοιπόν όλων των πιο πάνω κρίνουμε ως αρμόζουσες και επιβάλλουμε στον Κατηγορούμενο τις ακόλουθες ποινές:
Σε κάθε μία εκ των κατηγοριών 3, 11 και 14, για το αδίκημα της διάρρηξης κατοικίας με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος, ποινή φυλάκισης 3 ετών.
Σε κάθε μία εκ των κατηγοριών 4, 12, 15, 18 και 21, για το αδίκημα της κλοπής, ποινή φυλάκισης 2 ετών.
Στις κατηγορίες 5 και 22 για το αδίκημα της κατοχής πυροβόλου όπλου χωρίς άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας, καμία ποινή ενόψει του ότι τα γεγονότα της καλύπτονται από αυτά των Κατηγοριών 6 και 23 αντίστοιχα.
Σε κάθε μία εκ των κατηγοριών 6 και 23, για το αδίκημα της μεταφοράς πυροβόλου όπλου χωρίς άδεια από τον Αρχηγό Αστυνομίας, ποινή φυλάκισης 4,5 ετών.
Σε κάθε μία εκ των κατηγοριών 7, 13, 19 και 26 για το αδίκημα της Κακόβουλης ζημιάς, ποινή φυλάκισης 7 μηνών.
Στην κατηγορία 8 για το αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας, ποινή φυλάκισης 2 μηνών.
Σε κάθε μία εκ των κατηγοριών 17 και 20 για το αδίκημα της διάρρηξης κατοικίας κατά τη διάρκεια της νύχτας, ποινή φυλάκισης 4 ετών.
Στην κατηγορία 24 για το αδίκημα της κατοχής εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια από τον Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών, καμία ποινή ενόψει του ότι τα γεγονότα της καλύπτονται από αυτά της Κατηγορίας 25.
Στην κατηγορία 25 για το αδίκημα της μεταφορά εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια από τον Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών, ποινή φυλάκισης 4,5 ετών.
Σε κάθε μία εκ των κατηγοριών 29 και 30 για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ποινή φυλάκισης 2,5 ετών.
Μας έχει απασχολήσει το κατά πόσον οι επιβληθείσες ποινές ή κάποιες εξ αυτών, θα πρέπει να είναι συντρέχουσες ή διαδοχικές, πλην όμως έχοντας υπόψη τη σχετική νομολογία (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Θωμά, Ποιν. Εφ. 136/2017 και 132/2017, ημερ. 26.6.2019) και την αρχή ότι κατά γενικό κανόνα δεν πρέπει να επιβάλλονται διαδοχικές ποινές σε αδικήματα που είναι όμοια ή σχετίζονται μεταξύ τους ως μέρος μιας ενιαίας ενέργειας καταλήγουμε, με κάποιο δισταγμό, στο ότι στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι η συμπεριφορά του Κατηγορούμενου παρά την έκταση των δύο μηνών που καταλαμβάνει, εντούτοις δεν είναι τέτοια που να μην μπορεί να ενταχθεί στην έννοια της ενιαίας συμπεριφοράς. Περαιτέρω λαμβάνοντας υπόψη το ύψος των ποινών που έχουν επιβληθεί, κρίνουμε ότι η συνολική ποινή που θα κληθεί να εκτίσει είναι ικανοποιητική κατά τρόπο που δεν δικαιολογείται η επιβολή διαδοχικών ποινών. Ως εκ τούτου όλες οι ποινές φυλάκισης να συντρέχουν και να ξεκινούν από σήμερα, αλλά μειώνονται για όση περίοδο ο Κατηγορούμενος τελούσε υπό κράτηση για την παρούσα υπόθεση, ήτοι από τις 7.9.2023 (βλ. άρθρο 117 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155).
(Υπ.) ………..………………………
Χρ. Παρπόττα, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) …….…………………………
Χρ. Ρασπόπουλος, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) ….……………………………
Π. Σαββίδης, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο