ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΣΥΝΘΕΣΗ: Χρ. Παρπόττα, Π.Ε.Δ.
Χρ. Ρασπόπουλος, Α.Ε.Δ.
Π. Σαββίδης, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 10745/2024
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ν.
1. Lancine Cisse
2. Nnamani Ugochukwu Kingsley
Κατηγορούμενοι
07 Φεβρουαρίου, 2025
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Μ. Φωτιάδου
Για τον Κατηγορούμενο 1: κα Μ. Μικελλίδου
Για τον Κατηγορούμενο 2: κ. Δ. Παυλίδης
Κατηγορούμενοι 1 και 2 παρόντες
---------------------------------------
Π Ο Ι Ν Η
Οι Κατηγορούμενοι 1 και 2, κατόπιν αναστολής κάποιων κατηγοριών, κρίθηκαν ένοχοι, κατόπιν δικής τους παραδοχής, στις ακόλουθες κατηγορίες.
Ο Κατηγορούμενος 1, στην Κατηγορία 3, η οποία αφορά το αδίκημα της επίθεσης εναντίον άλλου, με σκοπό αντίστασης στη νόμιμη σύλληψη του εαυτού του για ποινικό αδίκημα και στην Κατηγορία 5, η οποία αφορά το αδίκημα της παραμονής στη Δημοκρατία χωρίς άδεια από το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.
Ο Κατηγορούμενος 2, στην Κατηγορία 1, η οποία αφορά το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι 1 κιλό και 209,9 γραμμάρια κάνναβη χωρίς άδεια του Υπουργού Υγείας και στην Κατηγορία 2, η οποία αφορά το αδίκημα της κατοχής της προαναφερόμενης ποσότητας ελεγχόμενου φαρμάκου, με σκοπό την προμήθεια της σε άλλο πρόσωπο.
Γεγονότα
Σύμφωνα με τα εκτεθέντα, από την Κατηγορούσα Αρχή, γεγονότα (Έγγραφο 1), στις 27.05.2024, περί το απόγευμα, ο Κατηγορούμενος 1, ο οποίος είναι οδηγός ταξί, μετά από σχετική κλήση, μετέφερε με ενοικιαζόμενο όχημα που χρησιμοποιούσε για την εργασία του, τον Κατηγορούμενο 2 και τρίτο πρόσωπο στην έξοδο του χωριού Αθηαίνου. Εκεί, ο Κατηγορούμενος 2 συναντήθηκε με έναν άγνωστο άντρα στον οποίο έδωσε μία πράσινη τσάντα την οποία είχε στην κατοχή του. Μετά από πάροδο 15 λεπτών ο άγνωστος άντρας επέστρεψε στον Κατηγορούμενο 2 την πράσινη τσάντα, την οποία ο τελευταίος τοποθέτησε στο πίσω κάθισμα του οχήματος, όπου κάθισε και ο ίδιος. Ακολούθως, κατευθύνθηκαν προς το χωριό Λύμπια. Μετά από σχετική πληροφορία, μέλη της Υ.ΚΑ.Ν., μετέβησαν στο χωριό Λύμπια για παρακολούθηση και εντοπισμό του προαναφερθέντος οχήματος. Περί ώρα 18:50, εντοπίστηκε το εν λόγω όχημα να εισέρχεται στον κυκλικό κόμβο Λυμπιών με κατεύθυνση το κέντρο του χωριού και να επιβαίνουν εντός αυτού τρεις άνδρες αφρικανικής καταγωγής. Αμέσως, το εν λόγω όχημα τέθηκε υπό παρακολούθηση. Όταν το όχημα σταμάτησε, δόθηκαν οδηγίες για την ανακοπή του. Τα μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. έθεσαν τους αστυνομικούς φάρους στα υπηρεσιακά τους οχήματα και περί ώρα 18:52 προσέγγισαν το προαναφερόμενο όχημα. Εκείνη τη στιγμή, οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 καθώς επίσης και το τρίτο πρόσωπο που επέβαινε του οχήματος, το οποίο μέχρι σήμερα καταζητείται, εξήλθαν αυτού και τράπηκαν σε φυγή. Αμέσως, μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. καταδίωξαν τον Κατηγορούμενο 1 και ο Αστ. 993 κατάφερε να τον ακινητοποιήσει. Κατά τη στιγμή της ακινητοποίησης, ο Κατηγορούμενος 1 έσπρωχνε τον Αστ. 993 κουνώντας τα χέρια του δεξιά και αριστερά με σκοπό την αντίσταση στη νόμιμη σύλληψη του για το αδίκημα της παραμονής στη Δημοκρατία χωρίς άδεια. Η ώρα 18:53 ο Αστ. 993 πληροφόρησε τον Κατηγορούμενο 1 ότι είναι υπό σύλληψη για το αυτόφωρο αδίκημα της επίθεσης και αντίστασης κατά τη νόμιμη σύλληψη. Ακολούθως ο Αστ. 3484 ανέκοψε τον Κατηγορούμενο 2 και τον συνέλαβε για το αυτόφωρο αδίκημα της αντίστασης κατά τη νόμιμη σύλληψη. Μεταξύ των ωρών 18:55 – 19:15 τα μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. προχώρησαν σε έρευνα του προαναφερόμενου οχήματος, στο οποίο, εντοπίστηκε στο πάτωμα της θέσης πίσω από τον συνοδηγό, η προαναφερθείσα πράσινη τσάντα, εντός της οποίας υπήρχε μία νάιλον διάφανη συσκευασία η οποία περιείχε πράσινη ξηρή φυτική ύλη που ομοίαζε με κάνναβη, καθώς επίσης και μία νάιλον τσάντα εντός της οποίας υπήρχαν άλλες δύο νάιλον τσάντες οι οποίες περιείχαν πράσινη ξηρή φυτική ύλη που ομοίαζε με κάνναβη. Οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 αφού τους υποδείχθηκαν τα πιο πάνω και τους επιστήθηκε η προσοχή τους στο Νόμο, δεν έδωσαν οποιαδήποτε απάντηση. Από επιστημονικές εξετάσεις που διενεργήθηκαν από το Γενικό Χημείο του Κράτους στα προαναφερόμενα τεκμήρια, διαπιστώθηκε ότι η πράσινη ξηρή φυτική ύλη είναι κάνναβη, βάρους 1209, 9 γραμμαρίων. Ο Κατηγορούμενος 2 είχε στην κατοχή του την εν λόγω ποσότητα κάνναβης με σκοπό να την προμηθεύσει σε άλλο πρόσωπο. Στις 27.05.2024 και ώρα 18:58 οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 συνελήφθηκαν για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, τους επιστήθηκε η προσοχή τους στο Νόμο και αυτοί δεν έδωσαν οποιαδήποτε απάντηση. Στις 29.05.2024, λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο 1, στην οποία αρνήθηκε εμπλοκή στην κατοχή των ναρκωτικών, αφού είναι οδηγός ταξί και μετέφερε τον Κατηγορούμενο 2 και το καταζητούμενο πρόσωπο στο εν λόγω σημείο, χωρίς να γνωρίζει το περιεχόμενο της τσάντας εντός της οποίας υπήρχαν τα ναρκωτικά. Στις 02.06.2024, λήφθηκε ανακριτική κατάθεση από τον Κατηγορούμενο 2 στην οποία αρνήθηκε εμπλοκή στην παρούσα υπόθεση. Μετά από επιστημονικές εξετάσεις που διενεργήθηκαν, ο Κατηγορούμενος 2 ταυτοποιήθηκε ως δότης μέρους του μικτού γενετικού υλικού που απομονώθηκε από τα χερούλια της πράσινης τσάντας εντός της οποίας υπήρχαν τα επίδικα ναρκωτικά. Από έρευνα που έγινε στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, διαπιστώθηκε ότι ο Κατηγορούμενος 1 κατάγεται από την Ακτή Ελεφαντοστού και του παραχωρήθηκε άδεια για προσωρινή παραμονή στη Δημοκρατία υπό το καθεστώς του αιτητή πολιτικού ασύλου. Μετά την απόρριψη της διοικητικής προσφυγής του στις 10.01.2024 παρέμεινε στη Δημοκρατία χωρίς να εξασφαλίσει άδεια από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.
Συμπληρωματικά, η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι αμφότεροι οι Κατηγορούμενοι είναι πρόσωπα λευκού ποινικού μητρώου.
Αγόρευση προς Μετριασμό
Η ευπαίδευτη συνήγορος του Κατηγορούμενου 1, αγορεύοντας για μετριασμό της ποινής του, αναφέρθηκε στα γεγονότα, στις προσωπικές του περιστάσεις, υιοθετώντας προς τούτο την έκθεση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και εισηγήθηκε ως μετριαστικούς παράγοντες το λευκό του ποινικό μητρώο, τη συνεργασία του με την Αστυνομία, την παραδοχή του στην Αστυνομία και ενώπιον του Δικαστηρίου μετά την αναστολή των σοβαρότερων κατηγοριών, τις προσωπικές του περιστάσεις, τονίζοντας ειδικότερα ότι αναγκάστηκε να γίνει οδηγός ταξί μετά την απόρριψη της αίτησης του για πολιτικό άσυλο για βιοποριστικούς λόγους. Ως προς τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων και ειδικότερα αυτό της αντίστασης στη νόμιμη σύλληψη, ήταν στην ουσία η θέση της συνηγόρου ότι ο Κατηγορούμενος 1 διέπραξε το αδίκημα λόγω του ότι φοβήθηκε ένεκα του ότι βρισκόταν παράνομα στη Δημοκρατία από τις 10.01.2024, οπότε απορρίφθηκε η διοικητική του προσφυγή, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση ότι η αντίσταση του Κατηγορούμενου 1 συνίστατο στο κούνημα των χεριών του δεξιά και αριστερά και όχι σε κτύπημα του αστυφύλακα, τονίζοντας ότι δεν προκλήθηκε στον τελευταίο καμία σωματική βλάβη. Επίσης, κάλεσε το Δικαστήριο να λάβει υπόψη ότι για τα αδικήματα που διέπραξε ο Κατηγορούμενος 1 θα μπορούσε να δικαστεί συνοπτικά, καθώς και το γεγονός ότι τελεί υπό κράτηση για 8 μήνες. Εν κατακλείδι, η ευπαίδευτη συνήγορος του Κατηγορούμενου 1 μετέφερε την απολογία του και ζήτησε τη μέγιστη δυνατή επιείκεια.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Κατηγορούμενου 2, αγορεύοντας για μετριασμό της ποινής του, αναφέρθηκε επίσης στα γεγονότα, τονίζοντας ότι ο Κατηγορούμενος 2 ήταν ένα «βαποράκι» των ναρκωτικών ουσιών και δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί ως έμπορας αυτών. Ήταν η θέση του συνηγόρου ότι ο Κατηγορούμενος 2 παρασύρθηκε στη διάπραξη των αδικημάτων από το άτομο που διέφυγε της σύλληψης και τον άγνωστο άντρα τον οποίο χαρακτήρισε ως τον ιθύνων νου. Ζήτησε να ληφθεί υπόψη προς όφελος του ότι το τρίτο άτομο διέφυγε της σύλληψης καθώς επίσης ότι οι ναρκωτικές ουσίες είναι τάξεως Β. Περαιτέρω, κάλεσε το Δικαστήριο να προσμετρήσει προς όφελος του, το λευκό του ποινικό μητρώο, τις προσωπικές του περιστάσεις, υιοθετώντας προς τούτο την έκθεση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, τονίζοντας ότι πρόκειται για νεαρό πρόσωπο, ηλικίας 27 ετών, την παραδοχή του, η οποία έλαβε χώρα αφού έλαβε νομική συμβουλή και αντιλήφθηκε τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε, τη μη διάπραξη άλλων αδικημάτων στον χρόνο που παρήλθε από τη διάπραξη των επίδικων αδικημάτων, γεγονός που, κατά τον συνήγορο, δεικνύει ότι δεν είναι επιρρεπής στη διάπραξη αδικημάτων και ότι πρόκειται για μια μεμονωμένη αξιόποινη συμπεριφορά, το άγχος που βιώνει ένεκα της επικείμενης καταδίκης, καθώς και τα έξοδα που επωμίζεται για την υπεράσπιση του. Τέλος, ο ευπαίδευτος συνήγορος του Κατηγορούμενου 2 εξέφρασε την απολογία και μεταμέλεια του τελευταίου και μετέφερε την υπόσχεση του ότι δεν θα επαναληφθεί, ζητώντας όπως κριθεί με τη μέγιστη δυνατή επιείκεια.
Νομική Πτυχή
Η σοβαρότητα των αδικημάτων που αντιμετωπίζουν οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 διαφαίνεται μέσα από τις προβλεπόμενες ποινές, οι οποίες αποτελούν την αφετηρία για σκοπούς προσδιορισμού της αρμόζουσας ποινής.
Για τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος 1, ήτοι της επίθεσης εναντίον άλλου με σκοπό αντίστασης στη νόμιμη σύλληψη του εαυτού του για ποινικό αδίκημα (Κατηγορία 3), προβλέπεται ποινή φυλάκισης δύο (2) χρόνων και για το αδίκημα της παραμονής στη Δημοκρατία χωρίς άδεια, (Κατηγορία 5), προβλέπεται ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες, ή πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα €1.708, ή και οι δύο αυτές ποινές.
Για τα αδικήματα που αντιμετωπίζει ο Κατηγορούμενος 2, ήτοι της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β (Κατηγορία 1) προβλέπεται ποινή φυλάκισης οκτώ (8) ετών, ή πρόστιμο, ή και οι δύο αυτές ποινές, ενώ για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια (Κατηγορία 2) προβλέπεται ποινή διά βίου φυλάκισης, ή πρόστιμο, ή και οι δύο αυτές ποινές.
Όσον αφορά τα αδικήματα που διέπραξε ο Κατηγορούμενος 1 επισημαίνουμε ότι το αδίκημα της επίθεσης κατά οργάνου τήρησης της τάξης με σκοπό αντίστασης κατά της νόμιμης σύλληψης είναι αρκετά σοβαρό και αυτό φαίνεται όχι μόνο λόγω της αυστηρής ποινής που προβλέπει ο Νόμος, αλλά και από την ίδια τη φύση του αδικήματος αφού τείνει να υπονομεύσει την έννοια του νόμιμου κράτους. Επίθεση εναντίον αστυνομικού κατά την εκτέλεση του καθήκοντος του καταδεικνύει πλήρη ασέβεια προς το Νόμο τον οποίο, την συγκεκριμένη στιγμή, εκπροσωπεί το όργανο της τάξης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο υπογραμμίζει τη σοβαρότητα των αδικημάτων αυτών στην υπόθεση Φιλίππου άλλως Φαλκονέτι ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 245, ως ακολούθως:
«Οι Αστυνομικές Αρχές στην εκτέλεση του καθήκοντός τους είναι φορείς της εξουσίας του δικαίου. Αντιστράτευση και υπονόμευση του έργου τους κάτω από τις συνθήκες που είχε διαπραχθεί το αδίκημα δε μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως πράξη εξαιρετικής σοβαρότητας.»
Τέτοιου είδους αδικήματα, εκτός από το στοιχείο της βίας που έντονα προβάλλουν, βλάπτουν και την ίδια την πολιτεία και πλήττουν ευθέως το κράτος καθώς και το κοινωνικό σύνολο, γι’ αυτό και πρέπει να αποδοκιμάζονται έντονα, αφού η οποιουδήποτε είδους ανοχή σε αυτά θα οδηγούσε σε εκτροπή και αναρχία. Για το αδίκημα της επίθεσης εναντίον αστυνομικού κατά την εκτέλεση του καθήκοντος του, παραπέμπουμε στις υποθέσεις Rock v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 251 και Zak & others v. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 6 και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Ανδρέα Αεροπόρου (1997) 2 Α.Α.Δ. 17, στις οποίες επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης.
Ιδιαίτερα σοβαρό είναι και το αδίκημα της παραμονής στη Δημοκρατία χωρίς άδεια. Σε σχέση με την εγγενή σοβαρότητα αυτού του αδικήματος και της ανάγκης για αυστηρή αντιμετώπιση του, ενδεικτικά, παραπέμπουμε στην υπόθεση Tabrizi v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 421, στην οποία το Εφετείο υιοθέτησε την πιο κάτω προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου:
«Αδικήματα που αφορούν την παράνομη είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στην Κύπρο ή που σχετίζονται με τέτοια αδικήματα αντιμετωπίζονται ως σοβαρά. Έχει επισημανθεί στην σχετική νομολογία ότι τόσο η παράνομη είσοδος στο έδαφος της Δημοκρατίας όσο και η παράνομη παραμονή προσώπων που εισήλθαν αρχικά νόμιμα έχει φθάσει σε τέτοια επίπεδα που δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα κοινωνικής και οικονομικής φύσεως αλλά και προβλήματα αστυνόμευσης. Ακόμα ότι η Κύπρος είναι φιλόξενη χώρα αλλά ο καθένας που επιθυμεί να ζήσει εδώ οφείλει να συμμορφώνεται με τους Νόμους και τους Κανονισμούς της χώρας αυτής.
Όπου ένα αδίκημα είναι από τη φύση του σοβαρό ή όπου διαπράττεται με μεγάλη συχνότητα δικαιολογείται η αντιμετώπιση του με ποινές αποτρεπτικού χαρακτήρα έτσι που πέραν από την τιμωρία του κατηγορουμένου να εξυπηρετείται και ο στόχος της αποτροπής διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων στο μέλλον είτε από τον ίδιο τον κατηγορούμενο είτε από άλλα πρόσωπα.»
Περαιτέρω, σημειώνουμε πως λαμβάνουμε δικαστική γνώση για τη διαρκώς αυξανόμενη συχνότητα με την οποία τέτοιου είδους υποθέσεις παρουσιάζονται ενώπιον των Δικαστηρίων, στοιχείο το οποίο επιβάλλει την αυστηρή αντιμετώπιση τους και την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών.
Ανασκόπηση της νομολογίας για τέτοιας φύσης αδίκημα καταδεικνύει ότι αυτό αντιμετωπίζεται με ποινή φυλάκισης. Ενδεικτικά παραπέμπουμε στις υποθέσεις Mohamet v. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 295, Nazari v. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 231, Soulimi v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 248 και Al Jibouri κ.ά. v. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 143, οι οποίες αφορούσαν το αδίκημα της παραμονής στην Δημοκρατία μετά τη λήξη της άδειας προσωρινής διαμονής αλλοδαπού, στις οποίες επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης 5, 3, 4 και 1 μηνός αντίστοιχα.
Στρεφόμενοι στα αδικήματα που διέπραξε ο Κατηγορούμενος 2, σημειώνουμε ότι η σοβαρότητα των αδικημάτων της κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, πέραν του ότι διαφαίνεται, πρωτίστως, από τη προβλεπόμενη ποινή, το Ανώτατο Δικαστήριο έχει επανειλημμένα υποδείξει την αδήριτη ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών στα πλαίσια των προσπαθειών πάταξης της μάστιγας των ναρκωτικών, λόγω της έξαρσης που παρουσιάζουν και των ολέθριων συνεπειών που επιφέρει η εγκληματική αυτή συμπεριφορά, ευρύτερα στην κοινωνία (βλ. Κλεομένης v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 350 Ανδρέας Γεωργιάδης ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 1/2023, ημερ. 06.07.2023 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Μάριου Παπανικόλα, Ποιν. Έφ.214/2021, ημερ. 19.01.2024). Το ακόλουθο απόσπασμα από την Παντελή Λαζάρου κ.ά ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 633 το οποίο υιοθετήθηκε στην Αριστείδου ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 32 αντικατοπτρίζει με ακρίβεια την ανησυχητική εξάπλωση των ναρκωτικών και την επιτακτική ανάγκη για αυστηρή μεταχείριση των παραβατών:
«Πιστεύουμε ότι κοινοτυπούμε και επαναλαμβάνουμε εαυτούς και τα τετριμμένα, επισημαίνοντας πως τα ναρκωτικά έχουν εξελιχθεί σε μάστιγα και καρκίνωμα της κοινωνίας μας, πληγές οι οποίες δυστυχώς, όπως διαπιστώνουμε από τη συχνότητα των υποθέσεων που έρχονται ενώπιον των δικαστηρίων, όχι μόνο δεν φαίνεται να υποχωρούν, αλλά επιδεινώνονται ραγδαία. Και στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι παραβάτες είναι πρόσωπα νεαρής ηλικίας. Είναι πραγματικό λυπηρό, οδυνηρό και τραγικό να διαπιστώνουμε πως η απώλεια ζωών, νέων κυρίως ανθρώπων, έχει γίνει μέρος της καθημερινής μας πραγματικότητας και πως η λίστα των νέων που έχουν εθιστεί στα ναρκωτικά μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Η σκληρή αυτή πραγματικότητα επιτάσσει την επιβολή αποτρεπτικών ποινών και καθιστά τη αυστηρή μεταχείριση των παραβατών επιτακτική. Όπως έχει κατ’ επανάληψη λεχθεί οι έμποροι των ναρκωτικών θα πρέπει να κατανοήσουν ότι δεν μπορούν να αποφύγουν τις συνέπειες των απεχθών πράξεων τους. Θα πρέπει να υπολογίζουν τις επιπτώσεις της σύλληψης και καταδίκης τους».
Η θλιβερή διαπίστωση είναι πως η κατάσταση αυτή, δυστυχώς, δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα και παρόμοιες διαπιστώσεις έγιναν και σε μεταγενέστερες υποθέσεις όπως η Ismen Bora v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 79/2017, ημερ. 13.03.2018, ECLI:CY:AD:2018:B110, Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 110/20, ημερ. 2909.2020, Παττίχης ν. Δημοκρατίας, Ποιν.Εφ.193/19, ημερ. 02.06.2021, ECLI:CY:AD:2021:B221, Γλυκερίου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.171/20, ημερ. 08.07.2022, ECLI:CY:AD:2022:B287, Ανδρέας Νικολάου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.2/2022, ημερ. 19.12.2022 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Πέτρου, Ποιν. Έφ. Αρ. 71/22, ημερ. 01.12.2022.
Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Πέτρου, (ανωτέρω), το Ανώτατο Δικαστήριο, μετά από την επισήμανση ότι η κατάρα των ναρκωτικών έχει για τα καλά ριζώσει στη χώρα μας και όλο και περισσότερα πρόσωπα, δυστυχώς νεαρά, εμπλέκονται στην κατοχή, χρήση και διακίνηση τους, με ολέθριες συνέπειες, όχι μόνο για τους παραβάτες αλλά και για την ίδια την κοινωνία, επανέλαβε, ακόμα μια φορά, ότι επιβάλλεται η επιβολή αυστηρών ποινών, ιδίως εκεί όπου η κατοχή των ναρκωτικών συνοδεύεται με πρόθεση εμπορίας ή με πρόθεση προμήθειας σε τρίτα πρόσωπα.
Θεώρηση της νομολογίας καταδεικνύει την αυστηρή αντιμετώπιση τέτοιας φύσης αδικημάτων με την επιβολή πολύχρονων ποινών φυλάκισης, το ύψος των οποίων εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων, το είδος, η ποσότητα και ο σκοπός κατοχής των ναρκωτικών (βλ. Μάρκος Brayan Berne v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 437 και Mallouk ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 711).
Στην υπόθεση Κωνσταντίνου v. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 466, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 6 ετών για κατοχή περίπου 1.500 γρ. κάνναβης με σκοπό την προμήθεια. Ο Εφεσείων ήταν 25 ετών, λευκού ποινικού μητρώου, είχε παραδεχθεί και εκφράσει τη μεταμέλεια του. Αξίζει να σημειωθεί ότι το Ανώτατο επισήμανε ότι με δυσκολία συγκρατήθηκε να μην διατάξει την έναρξη της από την ημέρα της απόφασης του και τούτο λόγω του νεαρού της ηλικίας.
Στην υπόθεση Soleimani ν. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 476, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 8 ετών που επιβλήθηκε σε νεαρό ηλικίας 26 ετών, ο οποίος είχε παραδεχθεί αδικήματα που αφορούσαν σε κατοχή με σκοπό την προμήθεια 977 γρ. ρητίνης κάνναβης.
Στην υπόθεση Ahmed κ.α. ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 801 επικυρώθηκαν οι ποινές φυλάκισης με ανώτατη ποινή αυτήν των 6 ετών, σε τρεις κατηγορίες αναφορικά με συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος, ήτοι της προμήθειας σε άλλα πρόσωπα ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, δηλαδή 974 γρ. κάνναβης, της κατοχής και της κατοχής της με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, παρά το λευκό ποινικό μητρώο των Εφεσειόντων, το νεαρό της ηλικίας τους, τις οικογενειακές και προσωπικές τους περιστάσεις, την παραδοχή τους, έστω και καθυστερημένα ενόψει του ότι η παραδοχή έγινε μετά τη δίκη εντός δίκης, και παρά το ότι ο ιθύνων νους ήταν άλλο πρόσωπο.
Στην υπόθεση Κατσάπαου ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 318, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 8 ετών για κατοχή 1.481 γρ. κάνναβης με σκοπό την προμήθεια, το δε γεγονός ότι ο εφεσείων εκτελούσε τη μεταφορά έναντι χρηματικού ανταλλάγματος είχε συμπεριληφθεί στα σοβαρά επιβαρυντικά στοιχεία, για τα οποία λέχθηκε ότι ορθώς είχαν ληφθεί σοβαρά υπόψιν κατά την επιμέτρηση.
Στην υπόθεση Κυριάκου ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 746, η πρωτόδικη ποινή των 6 ετών μειώθηκε σε 5 έτη για 688 γρ. ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης σε σκοπό την προμήθεια, διότι δεν είχε πρωτοδίκως προσδοθεί σημασία στη συνεργασία.
Στην υπόθεση Πόλεος ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.141/16, ημερ. 02.06.2017, ECLI:CY:AD:2017:B210, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 4 ετών για κατηγορία κατοχής με σκοπό την προμήθεια 1908 γρ. κάνναβης.
Στην υπόθεση Προεστού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.17/16, ημερ. 22.05.2017, ECLI:CY:AD:2017:D183, επικυρώθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, με μέγιστη την ποινή των 4 ετών που είχε επιβληθεί για την κατοχή με σκοπό την προμήθεια 2.007 γρ. φυτού κάνναβης.
Τέλος στην υπόθεση Ανδρέας Γεωργιάδης (ανωτέρω), επικυρώθηκε η ποινή φυλάκισης 5 ετών που επιβλήθηκε πρωτόδικα, κατόπιν παραδοχής, για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β΄, δηλαδή 1.219,8 γρ. κάνναβης, με σκοπό την προμήθεια του σε άλλα πρόσωπα, με το Εφετείο να σημειώνει ότι η ποινή «ούτε καν αυστηρή θα μπορούσε να κριθεί».
Η νομολογία μπορεί να προσφέρει χρήσιμη καθοδήγηση σε σχέση με τον τρόπο που τα Δικαστήρια αντιμετώπισαν αδικήματα, όμοια με αυτά που διέπραξαν οι Κατηγορούμενοι 1 και 2. Σημειώνεται όμως ότι προηγούμενες αποφάσεις σε σχέση με ποινές είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας, αλλά δεν αποτελούν σταθερό δείκτη καθορισμού της ποινής, καθότι η ποινή, σε κάθε υπόθεση, εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης και τα δεδομένα του παραβάτη (βλ. Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ.1). Σπάνια υπάρχει ταυτοσημία γεγονότων (βλ. Αναστασιάδης ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 242/18, ημερ. 31.05.2019), ECLI:CY:AD:2019:B205.
Με τα προαναφερόμενα κατά νου, επιστρέφουμε στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και ειδικά στους παράγοντες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στη διαμόρφωση της ποινής που θα επιβληθεί στους Κατηγορούμενους 1 και 2.
Για προσδιορισμό, λοιπόν, της ποινής, πρώτα και πάνω απ’ όλα λαμβάνουμε υπόψη τη σοβαρότητα των αδικημάτων που έκαστος εκ των Κατηγορουμένων έχει διαπράξει, ως προκύπτει από τις προβλεπόμενες ποινές και την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών, ενόψει της έξαρσης που παρατηρείται στη διάπραξη τους.
Παράλληλα, έχοντας εξετάσει με προσοχή τα γεγονότα που περιστοιχίζουν τα επίδικα αδικήματα, λαμβάνουμε υπόψη, σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 1, ότι οι συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων που αυτός αντιμετωπίζει ήταν ιδιαίτερα επιβαρυντικές. Είναι προφανές ότι ο Κατηγορούμενος 1, ενώ επέλεξε να έρθει στη Δημοκρατία για σκοπούς εξασφάλισης πολιτικού ασύλου, δεν σεβάστηκε τους Νόμους της, επιλέγοντας να παραμείνει παράνομα στη Δημοκρατία μετά την απόρριψη της διοικητικής προσφυγής του για περίοδο τεσσάρων μηνών, κάτι που προφανώς θα συνεχιζόταν εάν δεν επιτυγχανόταν η σύλληψη του, γεγονός που επιβαρύνει τη θέση του. Μετά λοιπόν την απόρριψη της αίτησης του από τις αρμόδιες αρχές, ενώ όφειλε να εγκαταλείψει την Δημοκρατία, ή να εξασφαλίσει το νόμιμο της παραμονής του, προτίμησε να παραμείνει παράνομα στην Κύπρο και να διαπράξει το σοβαρό αδίκημα της επίθεσης σε βάρος μέλους της αστυνομίας. Η συμπεριφορά που επέδειξε κατά τη σύλληψη του από τον Αστ. 993 καταμαρτυρεί την πλήρη περιφρόνηση προς την πολιτεία και τους νόμους της και δεν πρέπει να γίνει ανεκτή, αλλά θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με τη δέουσα αυστηρότητα. Από την άλλη όμως, δεν παραβλέπουμε ότι ελλείπει παντελώς οποιοσδήποτε προσχεδιασμός στις ενέργειες του Κατηγορούμενου 1 που αποτέλεσαν την αξιόποινη συμπεριφορά του κατά του Αστ. 993, ότι δεν προκλήθηκαν σωματικές βλάβες σε αυτόν καθώς επίσης ότι η αντίδραση του Κατηγορούμενου 1, σύμφωνα με την αδιαμφισβήτητη θέση της συνηγόρου Υπεράσπισης, οφείλετο στον φόβο που αισθάνθηκε ένεκα του ότι γνώριζε ότι βρισκόταν παράνομα στη Δημοκρατία. Αυτό το γεγονός το λαμβάνουμε υπόψη χωρίς ωστόσο να υποβαθμίζεται, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, η σοβαρότητα του εν λόγω αδικήματος και της αναγκαιότητας για επιβολή αυστηρής ποινής στα πλαίσια της προαναφερόμενης νομολογίας.
Καθ’ όσον αφορά τα αδικήματα που διέπραξε ο Κατηγορούμενος 2 λαμβάνουμε υπόψη μας την ποσότητα των ναρκωτικών, η οποία, μπορεί να μην θεωρείται τεράστια, αλλά, σίγουρα, δεν είναι αμελητέα. Ποσότητα 1 κιλού και 209,9 γραμμαρίων κάνναβης είναι μεγάλη και η διοχέτευση της σε τρίτα πρόσωπα θα προκαλούσε βλάβη σε πλειάδα χρηστών, αλλά και στην κοινωνία γενικότερα. Παράλληλα και συναφώς, λαμβάνουμε υπόψη ότι στην προκειμένη περίπτωση, προσθέτει στη σοβαρότητα της αξιόποινης συμπεριφοράς του Κατηγορουμένου 2 ο σκοπός για τον οποίο κατέχονταν τα επίδικα ναρκωτικά, ήτοι η προμήθεια τους σε τρίτα πρόσωπα, αποφέροντας σημαντικά χρηματικά οφέλη στους εμπόρους και προμηθευτές, συντηρώντας κατ’ αυτό τον τρόπο την εμπορία.
Στην παρούσα περίπτωση, από τον συνδυασμό των εκτεθέντων γεγονότων και της αγόρευσης έχει προκύψει ότι ο Κατηγορούμενος 2 δεν δύναται να καταταχθεί στους οργανωμένους εμπόρους ναρκωτικών, στους οποίους, σύμφωνα με την υπόθεση Κωνσταντίνου (ανωτέρω), πρέπει να επιβάλλεται αυστηρότερη ποινή από ό,τι σε περιστασιακούς προμηθευτές. Δεν διαφεύγει βεβαίως της προσοχής μας ότι δεν προέκυψε από τα εκτεθέντα γεγονότα και την αγόρευση προς μετριασμό της ποινής ο λόγος που ώθησε τον Κατηγορούμενο 2 να εμπλακεί σε αυτού του είδους εγκληματικές ενέργειες. Ανεξαρτήτως όμως αυτού, εκείνο που έχει σημασία σύμφωνα με την Κωνσταντίνου (ανωτέρω) είναι πως, είτε τα ναρκωτικά προωθούνται με σκοπό το κέρδος, είτε για οποιοδήποτε άμεσο, ή έμμεσο όφελος, η κατάληξη παραμένει η ίδια, δηλαδή η διάδοση των ναρκωτικών σε άλλα πρόσωπα. Ο Κατηγορούμενος 2 ενεργούσε υπό την ιδιότητα του μεταφορέα (βαποράκι) των ναρκωτικών, τα οποία του είχε εμπιστευτεί ο ιθύνων έμπορος. Κατά συνέπεια, ναι μεν ο ρόλος του ήταν μειωμένος, αλλά ταυτόχρονα ήταν και αναγκαίος κρίκος στην αλυσίδα διακίνησης των ναρκωτικών και στην όλη εγκληματική δραστηριότητα και δεν είναι δυνατόν να παραγνωριστεί. Στην πολύ πρόσφατη υπόθεση Γενικός Εισαγγέλεας ν. Μάριου Παπανικόλα, (ανωτέρω), λέχθηκαν συναφώς τα εξής: «Δεν χρειάζεται, πιστεύουμε, να ενδιατρίψουμε στο ότι η απαξία της πράξης έγκειται ακριβώς στη συμμετοχή σε αυτή την αλυσίδα διακίνησης και διάδοσης των ναρκωτικών, η οποία συμμετοχή είναι άκρως απαραίτητη στους μεγαλεμπόρους αφού χωρίς αυτή δεν θα ήταν δυνατή η διάθεση του παράνομου προϊόντος τους, ήτοι της μάστιγας των ναρκωτικών.».
Λαμβάνοντας υπόψη το είδος και την ποσότητα των ναρκωτικών, καθώς επίσης ότι ο προορισμός τους ήταν να διατεθούν στο κοινό, και ότι ο Κατηγορούμενος 2, εν γνώσει του συνέδραμε, με τον τρόπο που εξηγήθηκε ανωτέρω, η ανάγκη για αυστηρή και αποτρεπτική ποινή στην παρούσα είναι, αυταπόδεικτη. Τα Δικαστήρια οφείλουν, μέσω των επιβαλλόμενων ποινών, να σταθούν αρωγοί της κοινωνίας, ώστε να παταχθεί αυτό το φαινόμενο, αφού παρά την επιβολή αυστηρών ποινών, εξακολουθεί να παρατηρείται σοβαρή έξαρση και επιμονή στη διάπραξη παρόμοιας φύσης αδικημάτων η οποία δικαιολογεί την επιβολή ακόμα αυστηρότερων ποινών [βλ. Βαρδάκη v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 186/21, ημερ. 14.07.2022, ECLI:CY:AD:2022:B302 και Γενικός Εισαγγέλεας ν. Μάριου Παπανικόλα, (ανωτέρω)]. Ειδικά, σε ό,τι αφορά συνεργούς στην εμπορία αρκούμαστε στην παράθεση, από την υπόθεση Salaryand v. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 541, του ακόλουθου αποσπάσματος:
«Έχει λεχθεί - και μπορεί να το επαναλάβουμε - ότι αυστηρή τιμωρία ατόμων που ενέχονται στη χρήση ναρκωτικών, όλως ιδιαίτερα των εμπόρων ναρκωτικών και των συνεργών τους, αποτελεί στοιχειώδη άμυνα της κοινωνίας και πράξη συμβάλλουσα στην παγκόσμια εκστρατεία καταπολέμησης και, ει δυνατόν, εκρίζωσης του κακού, που έχει, επανειλημμένα, χαρακτηριστεί ως η «μάστιγα των ναρκωτικών».
Παρά τη διαπιστωθείσα σοβαρότητα των αδικημάτων και την ανάγκη για αποτρεπτική ποινή, το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής, ούτως ώστε αυτή να προσιδιάζει στις περιστάσεις της υπόθεσης και του συγκεκριμένου κατηγορούμενου, δεν ατονεί.
Στα πλαίσια του καθήκοντος αυτού λαμβάνουμε υπόψη το λευκό ποινικό μητρώο και των δύο Κατηγορούμενων, ένδειξη ότι η εγκληματική τους συμπεριφορά ήταν μεμονωμένη. Την παραδοχή των Κατηγορουμένων 1 και 2 ενώπιον του Δικαστηρίου. Η παραδοχή τους δεικνύει έμπρακτη μεταμέλεια η οποία διέσωσε πολύτιμο δικαστικό χρόνο και έξοδα και ασφαλώς δικαιούνται εξαιτίας της παραδοχής τους σημαντικής έκπτωσης στην ποινή (βλ. Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28 και M.C.T. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ.222/20, ημερ. 10.10.22), ECLI:CY:AD:2022:B386. Παράλληλα και συναφώς, λαμβάνουμε υπόψη μας την εκφρασθείσα απολογία των Κατηγορουμένων 1 και 2. Επίσης αναφορικά με τον Κατηγορούμενο 1 λαμβάνουμε υπόψη τη συνεργασία αυτού με τις αστυνομικές αρχές και την παραδοχή του αναφορικά με τα αδικήματα που αντιμετωπίζει σήμερα. Συνεκτιμούμε επίσης, προς όφελος των Κατηγορουμένων 1 και 2, τις προσωπικές τους περιστάσεις ως περιέχονται στις εκθέσεις των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και όπως περαιτέρω αναλύθηκαν ενώπιον μας από τους συνηγόρους τους. Συγκεκριμένα λαμβάνουμε υπόψη ως προς τον Κατηγορούμενο 1, ότι είναι 47 ετών και κατάγεται από την Ακτή Ελεφαντοστού. Προέρχεται από πολύτεκνη οικογένεια και είναι πατέρας δύο ανήλικων παιδιών με τα οποία δεν έχει οποιαδήποτε επικοινωνία στην παρούσα φάση. Βρίσκεται στην Κύπρο από το 2017. Εργάστηκε για 3 χρόνια σε πλυντήριο αυτοκινήτων. Ως προς τις προσωπικές περιστάσεις του Κατηγορούμενου 2, λαμβάνουμε υπόψη ότι είναι 27 ετών, και κατάγεται από την Νιγηρία. Προέρχεται από πολύτεκνη οικογένεια και από μικρή ηλικία απασχολείτο στις οικοδομές. Βρίσκεται στην Κύπρο από το 2019. Εργάστηκε για 2 χρόνια σε πολυκατάστημα και μετά την απόλυση του ασχολείτο περιστασιακά στις οικοδομές. Παρουσιάζει τύφλωση στο δεξί του μάτι. Θα πρέπει δε να επισημάνουμε ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, οι προσωπικές περιστάσεις, λαμβάνονται μεν υπόψη, αλλά, για αδικήματα που βρίσκονται σε έξαρση, ως τα επίδικα, υπερτερεί σαφώς η ανάγκη για επιβολή αυστηρής και αποτρεπτικής ποινής (βλ. Zahra Ali Gholi v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 30, Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577 και Χρυσάνθου v. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 221).
Πέραν των ανωτέρω, σε σχέση με τον Κατηγορούμενο 2 και τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων, λαμβάνουμε υπόψη ότι εκτός του ότι στη διάπραξη των αδικημάτων, σύμφωνα με την αναντίλεκτη θέση του συνηγόρου Υπεράσπισης, εμπλέκονται πέραν του ενός ατόμου, στην πραγματικότητα δεν συντρέχει οποιοσδήποτε από τους υπόλοιπους επιβαρυντικούς παράγοντες του άρθρου 30(4)(α)(ii)-(vii) του Ν.29/77. Από τους παράγοντες του άρθρου 30(4)(β) του ίδιου Νόμου, οι οποίοι καθιστούν το αδίκημα λιγότερο σοβαρό, συνυπολογίζουμε ότι η υπόθεση αφορά κάνναβη, η οποία κατατάσσεται σε ελεγχόμενο φάρμακο τάξης Β’ μη παραγνωρίζοντας την ποσότητα, την οποία θεωρούμε μεγάλη καθώς και το σχετικά νεαρό της ηλικίας του.
Σε σχέση τέλος με την εισήγηση του συνηγόρου του Κατηγορούμενου 2 ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το τρίτο πρόσωπο που επέβαινε του οχήματος διαφεύγει της σύλληψης του, προβάλλοντας ουσιαστικά ότι έχει παραβιαστεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης αδικοπραγούντων ένεκα της μη δίωξης προσώπου που εμπλέκεται στη διάπραξη των αδικημάτων για τα οποία ο Κατηγορούμενος 2 κρίθηκε ένοχος και θα τιμωρηθεί, σημειώνουμε τα εξής.
Θέση της Κατηγορούσας Αρχής ήταν πως το τρίτο πρόσωπο που επέβαινε του οχήματος και το οποίο διέφυγε, μέχρι και σήμερα καταζητείται. Με δεδομένο ότι στην προκειμένη περίπτωση, ως προκύπτει από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, η μη δίωξη του τρίτου προσώπου οφείλεται στον μη εντοπισμό του και όχι σε προσπάθεια ευνοϊκότερης μεταχείρισης του, αρκούμαστε να πούμε πως η εισήγηση της υπεράσπισης δεν υποστηρίζεται από την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σχετικά παραπέμπουμε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας v. Σατανά (1996) 2 A.A.Δ. 257 η οποία από παλαιά ξεκαθάρισε το ζήτημα με αναφορά και σε προϋπάρχουσα νομολογία, όπου επισημαίνονται τα ακόλουθα:
«Η μη τιμωρία τρίτου προσώπου αναμεμειγμένου σε εγκληματική δράση δεν συνιστά αφ’ εαυτής παράγοντα μετριαστικό της ποινής. Μόνον όπου αυτή οφείλεται σε ευνοϊκή μεταχείριση του παραβάτη από την κατηγορούσα αρχή μπορεί να προσμετρήσει ως μετριαστικό στοιχείο στο πλαίσιο της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης των παραβατών. (Βλέπε Georghiou and Others v. The Republic (1986) 2 C.L.R. 109, Παναγή ν. Δημοκρατίας (1991) 2 A.A.Δ. 115. Κάττου & Άλλος ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 498, στις οποίες αναφέρθηκε ο δικηγόρος της Δημοκρατίας.)».
Επίσης στην υπόθεση Γεωργίου κ.α. v. Δημοκρατίας, Ποιν Εφ. 38/19 κ.α., ημερ. 20.01.22, λέχθηκαν τα εξής με αναφορά στη Σατανά (ανωτέρω):
«Σε ό,τι αφορά το έτερο ζήτημα που ηγέρθη, είναι γεγονός ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο έλαβε υπόψη του της όφελος του Εφεσίβλητου ότι ο ιθύνων νους δεν κατονομάστηκε και δεν διώχθηκε. Και τούτο παρά το ότι τα στοιχεία αυτού του πρόσωπου ήταν άγνωστα στην Κατηγορούσα Αρχή, λησμονώντας με αυτό τον τρόπο την πάγια νομολογία ότι η μη τιμωρία συνεργού δεν συνιστά αφ’ εαυτής παράγοντα μετριαστικό της ποινής, παρά μόνο εκεί όπου αυτή οφείλεται σε ευνοϊκή μεταχείριση του παραβάτη από την Κατηγορούσα Αρχή που, προφανώς, δεν ήταν εν προκειμένω η περίπτωση».
Με τα πιο πάνω κατά νου η σχετική εισήγηση κρίνεται ανεδαφική και απορριπτέα.
Τέλος, λαμβάνουμε υπόψη τον χρόνο κατά τον οποίο οι Κατηγορούμενοι τελούν υπό κράτηση και εν γένει τον διαρρεύσαντα από την ημερομηνία διάπραξης χρόνο, τονίζοντας βεβαίως πως δεν έχει υπάρξει εισήγηση περί καθυστέρησης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, είτε από πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής, είτε του Δικαστηρίου, ούτε και αναφέρθηκαν οποιαδήποτε ουσιώδη γεγονότα που μεσολάβησαν στο μεταξύ, που μπορούν να θεωρηθούν ως ουσιαστική μεταβολή στις περιστάσεις τους.
Συνεκτιμώντας, λοιπόν, αφενός, τη σοβαρότητα των αδικημάτων που έκαστος εκ των Κατηγορουμένων διέπραξε, σε συνάρτηση με τις προβλεπόμενες ποινές, τις συνθήκες διάπραξης αυτών και αφετέρου όλες τις προσωπικές και άλλες περιστάσεις των Κατηγορουμένων 1 και 2 σε συνδυασμό με όλους τους παράγοντες που έχουμε αναπτύξει πιο πάνω, μη παραγνωρίζοντας την ανάγκη για αποτροπή, κρίνουμε ότι η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της φυλάκισης. Όλοι οι ελαφρυντικοί παράγοντες θα αντανακλούνται στην έκταση της ποινής που θα επιβληθεί.
Κατ’ ακολουθία όλων των πιο πάνω, επιβάλλονται στους Κατηγορούμενους 1 και 2 οι ακόλουθες ποινές:
Στον Κατηγορούμενο 1:
- στην Κατηγορία 3, ποινή φυλάκισης 8 μηνών.
- στην Κατηγορία 5 ποινή φυλάκισης 4 μηνών.
Στον Κατηγορούμενο 2:
- στην Κατηγορία 1 δεν επιβάλλουμε ποινή καθότι τα γεγονότα που την στοιχειοθετούν εμπεριέχονται στη σοβαρότερη Κατηγορία 2.
- στην Κατηγορία 2, ποινή φυλάκισης 6 ετών.
Οι προαναφερθείσες ποινές φυλάκισης είναι συντρέχουσες και αρχίζουν από σήμερα. Στη βάση δε του άρθρου 117(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155, η έκτιση των ποινών να μειωθεί κατά το χρονικό διάστημα που οι Κατηγορούμενοι 1 και 2 τελούν σε προφυλάκιση, ήτοι από 05.06.2024.
(Υπ.) …………………………………………
Χρ. Παρπόττα, Π.Ε.Δ.
(Υπ.) …………………………………………
Χρ. Ρασπόπουλος, Α.Ε.Δ.
(Υπ.) …………………………………………
Π. Σαββίδης, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο