
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Ιωαννίδου-Παπά, Ε.Δ.
Αρ. Υπόθεσης: 12811/19
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΑΝΤΙΟΝ
ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΥ
-----------------------------------
Ημερομηνία: 31 Ιανουαρίου 2025
Εμφανίσεις:
Για την Κατηγορούσα Αρχή: κα Χρ.Κυριακίδου
Για την Κατηγορούμενη: κα Θ.Λουκά για Ηλίας Στεφάνου Δ.Ε.Π.Ε
Κατηγορούμενη παρούσα
ΑΠΟΦΑΣΗ
Η κατηγορούμενη αντιμετωπίζει το αδίκημα της δόσης ψευδούς όρκου (πρώτη κατηγορία) κατά παράβαση των άρθρων 117 και 35 του Ποινικού Κώδικα Κεφάλαιο 154. Αυτή δεν παραδέκτηκε ενοχή και διεξήχθηκε ακροαματική διαδικασία.
Για σκοπούς κατανόησης αυτό που καταλογίζεται στην κατηγορούμενη είναι ότι στα πλαίσια απόδειξης της Γενικής αίτησης με αρ.90/15 που αφορούσε το Διεθνές εμπίστευμα «YIASEMI TRUST» («εμπίστευμα» στο εξής) δυνάμει Συμφωνίας Εμπιστεύματος ημερ.6.10.2011 μεταξύ του AN. POLOSMAK, τέως από τη Ρωσία και της εταιρείας FELLACO SERVICES LIMITED (FELLACO στο εξής) αυτή στις 6.6.16 προέβηκε σε ψευδή ένορκη δήλωση (Ε.Δ στο εξής), όταν η FELLACO ως Επίτροπος (επίτροπος στο εξής) δεν καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης. Παραθέτω αυτούσιο το απόσπασμα από την παράγραφο 15 της Ε/Δ της:
«Μεσουσών των ερευνών και των καταγγελιών είχαμε αποστείλει σειρά επιστολών προς τον Επίτροπο εκφράζοντας την ανησυχία μας για την κατάσταση και επισύροντας την προσοχή του στο ότι τυχόν αποξένωση της περιουσίας του εμπιστεύματος θα συνιστούσε ποινικό αδίκημα και παράβαση καθήκοντος και ότι καλούσαμε δεδομένης της σοβαρότητας του ζητήματος όπως παραιτηθεί σύμφωνα με την εκπεφρασμένη επιθυμία των δικαιούχων και την απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Ουδέποτε λάβαμε οποιαδήποτε απάντηση. Αντίγραφο των εν λόγω επιστολών ημερ. 5/2/2015, 13/2/2015, 22/7/2015, 23/7/2015 επισυνάπτονται στην παρούσα, ως «Τεκμήριο 16Α, 16Β, 16Γ και 16Δ».
Είναι η θέση της Κατηγορούσας αρχής (ΚΑ στο εξής) ότι οι πιο πάνω επιστολές στην πραγματικότητα είχαν απαντηθεί και ψευδώς αναφέρεται η κατηγορούμενη ως πιο πάνω.
Στην Ε/Δ της η κατηγορούμενη αναφέρει ότι ζητείται διάταγμα του δικαστηρίου που να παύει την εταιρεία Fellaco από Επίτροπο του εμπιστεύματος, που να διορίζει ως νέο επίτροπο του εμπιστεύματός την εταιρεία Pro Nom Services Ltd (Pro Nom στο εξής), διάταγμα που να διατάσσει την επίτροπο Fellaco όπως παραδώσει τα έγγραφα και του φακέλους και την περιουσία του εμπιστεύματος στη νέα επίτροπο Pro Nom.
Προς απόδειξη της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής κατέθεσαν δύο μάρτυρες κατηγορίας ήτοι ο Φάνος Φανή (ΜΚ1) και η Άννα Καϊρίνου (ΜΚ2).
Μετά το πέρας της υπόθεσης της Κατηγορούσας Αρχής η συνήγορος υπεράσπισης εισηγήθηκε δυνάμει του άρθρου 74 (1) (β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155 ως έχει μέχρι σήμερα τροποποιηθεί ότι δεν αποδείκτηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση γιατί δεν έχουν αποδειχθεί τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος που αυτή αντιμετωπίζει.
Στη συνέχεια κρίθηκε με ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ότι με βάση την προσκομισθείσα μαρτυρία έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της κατηγορούμενης και κλήθηκε σε απολογία στην κατηγορία που αντιμετωπίζει.
Αυτή αφού της επεξηγήθηκαν τα δικαιώματά της, δυνάμει του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, επέλεξε να καταθέσει ενόρκως. Αυτή δεν παρουσίασε ενώπιον του Δικαστηρίου οποιοδήποτε μάρτυρα υπερασπίσεως.
Ενώπιον του δικαστηρίου κατατέθηκαν 10 τεκμήρια και 3 καταθέσεις ήτοι του ΜΚ1 (έγγραφα Α και Α1) και η κατάθεση της κατηγορούμενης (έγγραφο Β).
Επίσης δηλώθηκαν ως παραδεκτά γεγονότα και τα εξής:
- η κατάθεση του Αστ.2052 Στ.Κωνσταντίνου για την αλήθεια του περιεχομένου του. Αυτός έλαβε την ανακριτική κατάθεση και τη γραπτή κατηγορία της κατηγορούμενης, οι οποίες κατατέθηκαν ως (τεκμ.1, 2, 3). Στη γραπτή της κατηγορία η κατηγορούμενη απάντησε: «δεν παραδέχομαι».
- η κυρίως αίτηση 90/15 ημερομηνίας 29.9.15 (τεκμ.8) για την αλήθεια του περιεχομένου της.
Αυτά εγκρίθηκαν από το δικαστήριο και καθίστανται ευρήματα του.
Ως προς την σημασία των παραδεκτών γεγονότων παραπέμπω στην υπόθεση Ανδρέου v Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 498, όπου τονίστηκε ότι όταν ένα γεγονός καταστεί παραδεκτό καθίσταται όχι μόνο μέρος της μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου αλλά και αδιαμφισβήτητο γεγονός αναγόμενο ουσιαστικά σε δεδομένο, το οποίο έχει τέτοια σημασία που ακόμα και σε περίπτωση μαρτυρίας η οποία αντίκειται προς αυτό η μαρτυρία εκείνη να κρίνεται ανάλογα.
Δεν απαιτείται εδώ - και δεν συνιστάται για πρακτικούς κυρίως λόγους - η επανάληψη του συνόλου της μαρτυρίας των μαρτύρων και της ΜΥ1, όπως και η αναφορά σε κάθε επιμέρους πτυχή της (βλ.κατ΄ αναλογίαν, G & K Exclusive Fashions Ltd v Παπαδόπουλου και Άλλων (2001) 1(Α) ΑΑΔ 88, 92, Paphos Stone C Estates v Ζαβρού και Άλλου (1998) 1(Γ) ΑΑΔ 1854, 1859). Το πλήρες περιεχόμενο της μαρτυρίας είναι καταγεγραμμένο στα πρακτικά της υπόθεσης, έχει μελετηθεί και έχει ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο στο σύνολο του.
Είχα την ευκαιρία μέσα από την ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης να παρακολουθήσω με ιδιαίτερη προσοχή τους ΜΚ 1- 2 και την κατηγορούμενη ΜΥ1 που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου και είμαι σε θέση να αξιολογήσω όλη την εν γένει συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Αξιολογώ τη μαρτυρία τους με δείκτη μεταξύ άλλων την ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος στην υπόθεση, της ευκαιρίας που είχαν να παρακολουθήσουν τα διαδραματισθέντα, την ακεραιότητα και ειλικρίνεια τους, τη μνήμη και τους λόγους που είχαν για να θυμούνται ή να πιστεύουν αυτά για τα οποία κατέθεταν, τη φυσικότητα, ευθύτητα και την αμεσότητα των απαντήσεων τους (βλ. Ζαβρού ν. Χαραλάμπους Ποιν. Έφ. 9163, ημερ. 24.9.97, Αθανασίου ν. Κουνούνη Ποιν. Έφ. 9041 ημερ. 29.5.97 και Καρεκλά ν. Κλεάνθους Ποιν. Έφ. 9161, ημερ. 24.5.97). Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρας (1992), 1 Α.Α.Δ. 1056, Mustafa v. Κακουρή κ.ά. (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 165. Επίσης, η κρίση του Δικαστηρίου επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων δεν περιορίστηκε στην εξωτερική εμφάνιση που προκαλεί ο μάρτυρας, αλλά τέθηκε στην βάσανο της αξιολόγησης του περιεχομένου της. (βλ. Γεώργιος και Σπύρος Τσιαππής v. Πολυβίου (2009), 1 Α.Α.Δ. 339. Όπως επισημάνθηκε στην Αθηνής v. Δημοκρατίας (2008), 2 Α.Α.Δ. 256:
«Όταν αναφερόμαστε στη βάσανο της αξιολόγησης του περιεχομένου της μαρτυρίας, εννοούμε κατά κύριο λόγο τον έλεγχο με την βάσανο της λογικής και την ανθρώπινη εμπειρία ως προς την αναμενόμενη φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων της ζωής.
Η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται κατά κύριο λόγο στην βάση τη μαρτυρίας που σχετίζεται με τα επίδικα θέματα (Hasan v Ανδρέου, πολιτική έφεση 2/11, ημερ.2.12.15). Το Δικαστήριο μπορεί να αποδεχθεί μέρος της μαρτυρίας του μάρτυρα και να απορρίψει άλλο, (Βασιλειάδης v Σπύρου Λτδ, πολιτική έφεση 123/09, ημερ.14.10.15).
Θα ξεκινήσω πρωτίστως από την ΜΚ2 καθότι η μαρτυρία του ΜΚ1 θα εξεταστεί και θα αξιολογηθεί πιο κάτω σε συνάρτηση με τα ενώπιον μου κατατεθειμένα τεκμήρια και τη μαρτυρία της κατηγορούμενης.
ΜΚ2 ήταν η Άννα Α.Καϊρίνου η οποία εργάζεται στο Αστικό τμήμα (Τμήμα Δακτυλογράφων) του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Είναι εξουσιοδοτημένη από το Ανώτατο Δικαστήριο να επάγει όρκους (τεκμήριο 7). Αυτή αναγνώρισε την ένορκη δήλωση ημερομηνίας 6.6.16 τεκμήριο 4 (σελ.8) και είπε ότι αυτή την υπέγραψε. Ανέφερε την διαδικασία υπογραφής μίας ένορκης δηλωσης λέγοντας ότι ζητούν την ταυτότητα του προσώπου που ορκίζεται και τον ρωτούν αν γνωρίζει το περιεχόμενο το οποίο πρόκειται να υπογράψει και μετά την υπογράφει ο ενόρκως δηλών και υπογράφουν με τη σειρά τους. Η μαρτυρία της παρέμεινε αναντίλεκτη συνεπώς την αποδέχομαι πλήρως και προβαίνω στα ανάλογα ευρήματα.
Ο ΜΚ1 κατέθεσε και υϊοθέτησε τις καταθέσεις του στην αστυνομία έγγραφα Α΄ και Α΄1 και το τεκμ.4 (1-36) δηλαδή την δέσμη εγγράφων που παρέδωσε στο Τμήμα Μικροπαραβάσεων Λάρνακας στις 30.4.18. Ο μάρτυρας ειδικότερα αναφέρθηκε στην Ε/Δ της κατηγορούμενης ημερομηνίας 6.6.16 η οποία κατατέθηκε από αυτή στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης με αρ.90/15 για απόδειξη της, στην απουσία των καθ΄ων η αίτηση Fellaco. Αυτός παρέπεμψε στην παράγραφο 15 (σελίδα 6) της Ε/Δ της κατηγορούμενης όπου αναφέρεται συγκεκριμένα σε 4 συγκεκριμένες επιστολές που απέστειλε το γραφείο της και στη θέση της ότι δεν έλαβε οποιαδήποτε απάντηση γι΄αυτές. Είναι η θέση του μάρτυρα ότι όλες οι επιστολές τους πλην μίας έχουν απαντηθεί. Αναφέρθηκε στο διάταγμα ημερομηνίας 7.6.16 (τεκμ.5) που εκδόθηκε μετά τη διαδικασία απόδειξης της εν λόγω αίτησης και στο πρακτικό του δικαστηρίου (τεκμ.5Α) σε σχέση με την παύση του Επιτρόπου του εμπιστεύματος, δηλαδή της FELLACO και το διορισμό της εταιρείας της κατηγορούμενης. Αυτό το διάταγμα παραμερίστηκε, δυνάμει απόφασης ημερομηνίας 31.1.17 (τεκμ.6) στην αίτηση για παραμερισμό του διατάγματος ημερ.7.6.16.
Αντεξεταζόμενος εάν συμφωνεί ότι η κυρίως αίτηση 90/15 καταχωρίστηκε στις αρχές του 2015 απάντησε ότι δεν θυμάται ακριβώς. Στην υποβολή ότι αυτή καταχωρίστηκε το 2015 και ένα χρόνο και πλέον μετά δεν είχε καταχωριστεί σημείωμα εμφάνισης από την πλευρά τους απάντησε θετικά. Επίσης παρέπεμψε στο πρακτικό τεκμήριο 5Α. Επανέλαβε ότι δεν είχε καταχωριστεί εμφάνιση και το δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη την συμπεριφορά της καθ΄ης η αίτηση (Επιτρόπου) εξέδωσε το διάταγμα το οποίο τελικά παραμερίστηκε.
Η μαρτυρία του δεν ικανοποίησε, ούτε και έπεισε το δικαστήριο γιατί ήταν ελλιπής και ανεπαρκής και ως τέτοια δεν γίνεται αποδεκτή. Διαφάνηκε κατά την ακρόαση ότι δεν κατατέθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου και άλλα έγγραφα που συμπεριλαμβάνονταν εντός του τεκμηρίου 4, αναντίλεκτη θέση που υποστήριξε η κατηγορούμενη. Οι θέσεις του θα σχολιαστούν και αξιολογηθούν πιο κάτω σε συνάρτηση με τα ενώπιον μου κατατεθειμένα τεκμήρια και τα όσα κατέθεσε η κατηγορούμενη στο δικαστήριο.
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΗ
Στις 6.9.18 λήφθηκε από την κατηγορούμενη η ανακριτική κατάθεση (τεκμ.3). Σε αυτήν αναφέρει ότι είναι από την Ελλάδα και ήρθε στην Κύπρο το 2009. Εργάζεται ως δικηγόρος στην δικηγορική εταιρεία Keane Vgenopoulou Associates LLC με έδρα την Λεμεσό. Στις 6.6.16 έκανε Ε/Δ στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού η οποία συνόδευε αίτηση εκ μέρους των πελατών τους για έκδοση απόφασης εναντίον της εταιρείας Fellaco Services Ltd, λόγω έλλειψης καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης. Στα πλαίσια της εν λόγω Ε/Δ και συγκεκριμένα στην παράγραφο 15 αναφέρθηκε σε σειρά επιστολών τις οποίες είχαν αποστείλει στους εναγόμενους εκφράζοντας την ανησυχία τους για την κατάσταση σχετικά με την έλλειψη άδειας παροχής διοικητικών υπηρεσιών εκ μέρους τους και επισύροντας τους την προσοχή στο ότι τυχόν αποξένωση του εμπιστεύματος θα συνιστούσε ποινικό αδίκημα και παράβαση καθήκοντος και τους ζητούσαν όπως παραιτηθούν σύμφωνα με την επιθυμία των δικαιούχων. Ουδέποτε έλαβαν οποιαδήποτε ουσιαστική απάντηση σε σχέση με τα ερωτήματα που ήγειραν. Σε καμία περίπτωση δεν προέβηκε σε παροχή ψευδούς όρκου.
Όσον αφορά τη γραπτή κατάθεση κατηγορουμένου προσώπου, υπάρχει σωρεία αποφάσεων σχετικά με τη βαρύτητα την οποία το Δικαστήριο μπορεί να αποδώσει σ’ αυτή. Στο γενικό αυτό κανόνα υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις όπου τα γεγονότα όπως τα απέδειξε με την μαρτυρία της η Κατηγορούσα Αρχή είναι τέτοια που χρήζει να δοθεί κάποια εξήγηση από τον κατηγορούμενο, ιδιαίτερα εκεί που μια τέτοια εξήγηση εμπίπτει στη δική του αποκλειστική γνώση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο διατηρεί διακριτική ευχέρεια να αποδεχθεί μέρος της κατάθεσης του κατηγορουμένου και να απορρίψει άλλο ασχέτως αν αυτό αποτελεί άμεσα ή έμμεσα παραδοχή του αδικήματος. Είναι φυσικό να αποδίδεται μεγαλύτερη βαρύτητα στο μέρος εκείνο το οποίο συνθέτει παραδοχή στο αδίκημα ή περιέχει δηλώσεις ενάντια προς τα συμφέροντα του κατηγορουμένου. Είναι όμως, ελεύθερο το Δικαστήριο να αποδώσει μικρότερη σημασία ή ακόμη να απορρίψει άλλα μέρη της κατάθεσης για τα οποία παρέχεται εξήγηση ή δικαιολογία για εκ πρώτης όψεως εγκληματικές πράξεις. (Βλ. Vrakas α.ο. v. Republic (1973) 2 C.L.R. 139, Anastasiades v. Republic (1977) 2 C.L.R. 97, Ιωάννου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 195), Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 109 και Findlay Duncan 73 Crim. App. R. 359).
Το περιεχόμενο της γραπτής κατάθεσης της κατηγορούμενης τεκμ.3 επιβεβαιώνεται από την ένορκη της μαρτυρία αλλά και με τα ενώπιον μου κατατεθειμένα τεκμήρια.
Στην ένορκη της μαρτυρία
η κατηγορούμενη (ΜΥ1) Δικηγόρος από το 2010 κατέθεσε και υϊοθέτησε στο δικαστήριο τη γραπτή δήλωση της έγγραφο Β΄.
Η κατηγορούμενη στην κυρίως εξέταση της αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες παραγράφους της Ε/Δ της (σελ.4 παρ. 9-11) λέγοντας ότι από το 2013 είχε ρωτήσει τον επίτροπο για το αν είχε άδεια παροχής διοικητικών υπηρεσιών και πήρε θετική απάντηση. Ξεκίνησε έρευνα όπου και διαπίστωσε ότι δεν είχε την εν λόγω άδεια.
Ερωτήθηκε και για την αίτηση με αριθμό 153/13 και είπε ότι ο κύριος λόγος που ζητούσαν την παύση του επιτρόπου ήταν η συμπεριφορά του. Αυτή της η θέση φαίνεται να υποστηριζόταν στην εν λόγω αίτηση του 2013 και από τον ενάγοντα αρ.1 γιο του αποβιώσαντα ο οποίος στην ένορκη του δήλωση επισυνημμένη στην αίτηση (τεκμ.10) παράγραφο 6 αλλά και επόμενες αναφέρει μεταξύ άλλων ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του και παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες αυτού και των δικηγόρων του (δηλαδή του γραφείου της κατηγορούμενης) για να λάβουν πληροφορίες από τον επίτροπο σχετικά με την περιουσία του εμπιστεύματος και της διαχείρισης της περιουσίας δυστυχώς «αυτός παραλείπει εσκεμμένα και/ή αρνείται να τους παρέχει οποιεσδήποτε πληροφορίες και να συνεργαστεί μαζί του ή τους δικηγόρους του και να συμμορφωθεί με τις νόμιμες υποχρεώσεις του».
Αυτή ήταν η δικηγόρος όλων των δικαιούχων, η νομική σύμβουλος του εμπιστεύματος και επισύναψε και το διοριστήριο. Η εταιρεία της θα λάμβανε την αμοιβή εάν η Pro Nom διοριζόταν επίτροπος του trust. Αυτή και ο κ.Χ.Χαραλαμπίδης ήταν οι δικηγόροι και από το 2013 ανέλαβαν το δικαστηριακό μέρος.
Η κατηγορούμενη καταθέτοντας μου έκανε πολύ καλή εντύπωση. Ήταν γνώστης των γεγονότων και οι απαντήσεις της ήταν άμεσες και σαφείς.
Αντεξεταζόμενη επανέλαβε ότι το κυρίως θέμα ήταν ότι οι δικαιούχοι του εμπιστεύματος ήθελαν να αντικαταστήσουν τον υφιστάμενο επίτροπο την FELLACO ο οποίος δεν προασπιζόταν τα συμφέροντα τους και αν αντικαθίστατο θα έπρεπε να αντικατασταθεί από νέο επίτροπο. Η Fellaco δεν είχε άδεια σε αντίθεση με την Pro Nom.
Συγκεκριμένα ερωτώμενη κατά την μαρτυρία της αναφέρθηκε με σαφήνεια στην καταχώριση των διαφόρων αιτήσεων εναντίον της FELLACO ως επιτρόπου και στον λόγο που καταχώρισαν εν τέλει την Γενική Αίτηση 90/2015 στην οποία καταχώρησε την επίδικη Ε/Δ.
Το θέμα της αντικατάστασης του επιτρόπου προκύπτει και από την αίτηση με αρ.153/13 ημερ.23.12.13 (τεκμήριο 10) που προηγήθηκε της 90/15.
Σκοπός της Αίτησης με αρ.90/15 απ΄ότι διαφάνηκε τόσο από την επίδικη Ε/Δ της κατηγορούμενης για απόδειξη της, όσο και της Ε/Δ του VAL.POLOSMAK (επισυνημμένης στο τεκμ.4) ήταν η επιθυμία των δικαιούχων του εμπιστεύματος, από το 2013, για αντικατάσταση του επιτρόπου, αφού όπως επεξηγείται στο Τεκμήριο 4, η Fellaco δεν κατείχε άδεια παροχής διοικητικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί της Ρύθμισης των Επιχειρήσεων Παροχής Διοικητικών Υπηρεσιών και Συναφών Θεμάτων Νόμου του 2012, Ν.196(Ι)/12. Αυτή καταχωρίστηκε στις 29.9.15 και επιδόθηκε στην FELLACO - καθ΄ης η αίτηση στις 5.11.15 (δες απόφαση τεκμ.6). Όμως ο επίτροπος και ο V.Butirskiy δεν καταχώρησαν σημείωμα εμφάνισης και στις 7.6.16 εκδόθηκε ερήμην απόφαση εναντίον του επιτρόπου (τεκμ.5 και 5 Α ).
Η θέση της ότι στο τεκμήριο 4 που κατέθεσε ο ΜΚ1 συμπεριλαμβάνονταν και άλλα τεκμήρια εκτός από αυτά που κατατέθηκαν στο δικαστήριο παρέμεινε αναντίλεκτη.
Ο ΜΚ1 στη δήλωση του έγγραφο Α’ αναφέρει ότι η κατηγορούμενη στην παρ.15 της Ε/Δ της αναφέρει τις επιστολές που αυτή έστειλε ήτοι ημερ.5.2.2015, 13.2.2015, 22.7.2015 και 23.7.2015 και το ότι «ουδέποτε λάβαμε οποιαδήποτε απάντηση». Η θέση του ΜΚ1 είναι ότι είχαν λάβει τις επιστολές που διατείνεται η κατηγορούμενη, αφού αυτές απαντήθηκαν.
α) Επιστολή ημερ. 26.3.2015 «ως απάντηση της επιστολής 13.2.2015,
β) Στις 21.8.2015 e - mail από τον δικηγόρο Ν.Δαμιανού προς την κατηγορούμενη με κοινοποίηση στον δικηγόρο Χ.Χαραλαμπίδη που ενεργούσε επίσης ως δικηγόρος των Αιτητών, τον συνέταιρο της, και τον Ν.Σπανούδη,
γ) Επιστολή του Δικηγόρου Ν.Δαμιανού ημερομηνίας 24.8.2015 στον δικηγόρο Χ.Χαραλαμπίδη με την απόδειξη αποστολής μέσω τηλεομοιοτύπου.
Θα ξεκινήσω από την επιστολή της κατηγορούμενης ημερ. 5.2.2015, Τεκμήριο 4 (σελ. 9-10), από τον Thomas Keane προς την Fellaco και κατά πόσο αυτή απαντήθηκε από την τελευταία. Σε αυτή την επιστολή αναφέρονται ρητά οι ανησυχίες των δικαιούχων και των δικηγόρων τους ότι παρά την ζητηθείσα σε αρκετές περιπτώσεις αποκάλυψη εγγράφων και πληροφοριών σε σχέση με το εμπίστευμα και των περιουσιακών του στοιχείων, αυτές δεν δόθηκαν, ειδικότερα σε σχέση με την Rominway και τα περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονταν στην Ρωσία (“requested disclosure of documents and information relating to the trust and its assets”).
Διαπιστώνω ότι η θέση του ΜΚ1 δεν ευσταθεί καθότι καμία απάντηση δεν δόθηκε στην επιστολή 5.2.2015 με 5 εγειρόμενα θέματα, κάτι που επιβεβαιώνεται από την πρώτη απαντητική επιστολή του Ν.Δαμιανού ημερ.26.3.2015 ενάμιση μήνα μετά, στην οποία αναφέρεται «ως απάντηση της επιστολής 13.2.2015». Ως εκ τούτου κρίνω ότι η κατηγορούμενη ουδέποτε έλαβε οποιαδήποτε απάντηση σε αυτήν.
Ενόψει της αδιαφορίας και της απροθυμίας του επιτρόπου για να απαντήσει στην επιστολή ημερ.5.2.15, αποδέχομαι ότι η κατηγορούμενη αποστέλλει την επιστολή ημερομ.13.2.2015 υπογραμμένη από την ίδια εκ μέρους του γραφείου της, (στο τεκμ.4 σελ.13,14) στην οποία ζητάει συγκεκριμένες απαντήσεις για έξι θέματα και μεταξύ άλλων και το θέμα της άδειας παροχής διοικητικών υπηρεσιών. Ακόμη αποδέχομαι τις αναφορές που φαίνεται να στάληκαν με την εν λόγω επιστολή για τις ανησυχίες της κατηγορούμενης και των δικαιούχων, σχετιζόμενες με τις νέες πρόνοιες σε σχέση με κατοχή Ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, ανησυχία για αποξένωση περιουσιακών στοιχείων όπως και μη καταβολή εταιρικών στοιχείων στις αρμόδιες αρχές.
Αυτή απαντήθηκε ενάμιση μήνα μετά με την επιστολή ημερ.26.3.15 από τον δικηγόρο Ν.Δαμιανού, χωρίς να της έχουν δοθεί αντίγραφο της άδειας παροχής διοικητικών υπηρεσιών, αντίγραφο λογαριασμού για τα ενοίκια, καμία απάντηση στο τι μέτρα έχουν ληφθεί αναφορικά με την εφαρμογή των προνοιών της νομοθεσίας για την φορολόγηση των δικαιούχων και για τις επιβαρύνσεις αφού είχαν καταχωριστεί συμφωνίες στο Κτηματολόγιο. Ακόμη ενώ αναφέρεται στην εν λόγω απαντητική επιστολή ότι στο θέμα του πληρεξουσίου θα επανέλθουν, αφού λάβουν περισσότερες διευκρινήσεις τελικά δεν επανήλθαν. Ακόμη δεν τους έχουν δοθεί στοιχεία για καταχωρήσεις σε λογαριασμούς που κρατούνται για τα έτη 2013 και 2014 ((στ) της εν λόγω επιστολής).
Η θέση της ΚΑ είναι ότι η επιστολή αυτή απαντήθηκε με επιστολή στις 26.3.15. Όντως αυτό επιβεβαιώνεται στην εισαγωγή της επιστολής από τον κ.Νίκο Δαμιανού η οποία όμως κατ΄ουσίαν δεν απάντησε στα τεθέντα ερωτήματα και συνάμα ευρίσκεται σε αντίθεση με το τεκμήριο 9 που υποδηλοί ότι ο επίτροπος δεν είχε άδεια παροχής διοικητικών υπηρεσιών, θέση που επανέλαβε πολλάκις η κατηγορούμενη και δεν αμφισβήτησε η κατηγορούσα αρχή. Ως επίσης δεν αμφισβήτησε ούτε και οιανδήποτε από τις ενέργειες που έκανε η κατηγορούμενη στις αρμόδιες αρχές ώστε να καταδείξει ότι όντως ο Επίτροπος δεν είχε άδεια.
Ως εκ τούτου αποδέχομαι τη θέση της ότι η επιστολή 26.3.2015 δεν περιλάμβανε ουσιαστικές απαντήσεις στα ερωτήματα που αυτή τους έθεσε στις 13.2.2015.
Αποδέχομαι τη θέση της ότι τόσον η επιστολή του κ.Thomas Keane ημερ.22.7.2015 όσο και η δική της ημερ.23.7.15 αφορούν το θέμα των ερευνών από τις αρμόδιες αρχές σε σχέση με την άδεια της Fellaco, την ανησυχία των δικαιούχων και της ίδιας για τα περιουσιακά στοιχεία του εμπιστεύματος, την πιθανότητα αποξένωσης και την παράκληση των δικαιούχων για αλλαγή Επιτρόπου με την Pro Nom και ζητείται γραπτή επιβεβαίωση ότι τα περιουσιακά στοιχεία του εμπιστεύματος παραμένουν ασφαλή (τεκμήριο 4, σελ.16,18). Η θέση της ΚΑ ήταν ότι οι επιστολές αυτές απαντήθηκαν στο ηλεκτρονικό μήνυμα 21.8.2015 (Τεκμήριο 4, σελ. 24) θέση την οποία δεν αποδέχομαι. Αυτό που διαπιστώνεται και επιβεβαιώνει τη θέση της κατηγορούμενης είναι ότι το περιεχόμενο αυτής της ηλεκτρονικής επικοινωνίας δεν απαντά στις πιο πάνω επιστολές. Αντίθετα, ο κ.Δαμιανού αναφέρει στην κατηγορούμενη να σταματήσει να αποστέλλει επικοινωνία στον ίδιο, ή τον πελάτη του, επικαλούμενος σύγκρουση συμφερόντων. Στην συνέχεια, αναφέρεται στο διορισμό του κ.Ν.Σπανούδη ως Επιτρόπου. Επίσης, καμία αναφορά δεν γίνεται για το θέμα της άδειας της Fellaco, ούτε και στην ανησυχία αποξένωσης περιουσίας των δικαιούχων, δύο βασικοί πυρήνες των επιστολών της κατηγορούμενης.
Περαιτέρω διαπιστώνεται ότι ενώ ο κ.Ν.Δαμιανού απευθύνεται στο γραφείο Keane Vgenopoulou όχι μόνο στις 26.3.15 αλλά και προγενέστερα, αυτός αποστέλλει ηλεκτρονικό μήνυμα στις 21.8.15 απευθυνόμενος στην κατηγορούμενη λέγοντάς της να μην αποστέλλει άλλα μηνύματα ή γράμματα. Θα συμφωνήσω με τη θέση της ότι επιδεικνύετο αντιφατική συμπεριφορά εφόσον για μεγάλο χρονικό διάστημα πριν από αυτό το ηλεκτρονικό μήνυμα επικοινωνούσε μαζί της.
Επίσης θα συμφωνήσω με τη θέση της ότι η επιστολή 24.8.2015 του κ.Ν.Δαμιανού (Τεκμήριο 4, σελ. 26) φαίνεται να αποστέλλεται στον κ.Χ.Χαραλαμπίδη και όχι στην ίδια. Η Κατηγορούσα αρχή δεν έχει παρουσιάσει οποιαδήποτε μαρτυρία που να καταδεικνύει ότι η κατηγορούμενη είχε γνώση αυτής της επιστολής, ούτε φαίνεται να της απευθύνεται ή να κοινοποιείται σε αυτήν κάτι που υποστήριξε ενόρκως. Ο κ.Ν.Δαμιανού που συνέταξε την επιστολή δεν παρουσιάστηκε ως μάρτυρας για να διαφωτίσει περαιτέρω.
Η θέση της ήταν ότι ο επίτροπος δεν έδωσε ουσιαστικά τεκμηριωμένη απάντηση σε αυτά που τον ρωτούσαν. Δεν αποδέχτηκε την θέση ότι η δήλωση της στην παράγραφο 15 στην Ε/Δ της ότι «ουδέποτε έλαβαν οποιαδήποτε απάντηση» ήταν καθοριστική για να εκδοθεί η απόφαση ημερομηνίας 7.6.16.
Επίσης αναφέρθηκε στο τι έλαβε υπόψη του το δικαστήριο για την έκδοση της απόφασης ημερ.31.1.17 (τεκμ.6) στην αίτηση για παραμερισμό της απόφασης ημερ.7.6.16 δηλαδή ότι δεν ήταν καθοριστική η πιο πάνω δήλωση της «για έλλειψη απάντησης στις επιστολές τους». Επίσης αναφέρθηκε στη σελ.3 του τεκμηρίου 6, όπου το δικαστήριο προβαίνει σε μία σύνοψη της Ε/Δ της λέγοντας ότι «δεν αναφέρεται πουθενά η έλλειψη παροχής πληροφόρησης.
Το θέμα της αντικατάστασης του επιτρόπου φαίνεται να προέκυπτε σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η κατηγορούμενη από τα τέλη του 2013 (έγγραφο Β). Η κατηγορούμενη προέβηκε σε μία εκτενή αναφορά για το πως και γιατί προωθήθηκαν οι αιτήσεις στο δικαστήριο που αφορούσαν την αντικατάσταση του επιτρόπου (153/13, 79/14 και εν τέλει στην 90/15).
Οι θέσεις της κατηγορούμενης για τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες των δικαιούχων εμφαίνονται και καταγράφονται σε όλο το περιεχόμενο της Ε/Δ της από το 2013 και εντεύθεν. Το γεγονός ότι ανησυχούσαν για την ασφάλεια της ακίνητης ιδιοκτησίας γιατί κατόπιν έρευνας στο Κτηματολόγιο της Ρωσίας είχαν καταχωριστεί επιπρόσθετες συμφωνίες καταγράφεται στην Ε/Δ της και μάλιστα σε προγενέστερο χρόνο, ήτοι το 2014 (παράγραφος 9).
Επίσης ότι ο επίτροπος δεν είχε την εν λόγω άδεια παροχής διοικητικών υπηρεσιών παρά την αναφορά σε αυτήν ότι υπήρχε άδεια, υποστηρίχθηκε από το τεκμήριο 9 το οποίο περιλαμβάνει επιστολή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου ΣΕΛΚ προς το δικηγορικό της γραφείο από το 2014.
Η κατηγορούμενη με την Ε/Δ της αλλά και ενόρκως τόνιζε την αναγκαιότητα αντικατάστασης του Επιτρόπου λόγω της έλλειψης άδειας παροχής διοικητικών υπηρεσιών, γεγονός για το οποίο υπήρχαν γραπτές βεβαιώσεις από τις αρμόδιες εποπτικές Αρχές ως πιο πάνω ανέφερα (και σελ.2 Έγγραφο Β, παρ.16-19 της ΕΔ της).
Η κατηγορούμενη ερωτώμενη έθεσε με σαφήνεια πως ουσιαστικά δεν έλαβε απαντήσεις στα καίρια ερωτήματα που έθετε στον επίτροπο και οι δικαιούχοι ανησυχούσαν για την ασφάλεια του εμπιστεύματος.
Ερχόμενη τώρα στις αποφάσεις που εκδόθηκαν από το δικαστήριο μετά την καταχώρηση της Ε/Δ της κατηγορούμενης διαπιστώνω τα εξής:
Σύμφωνα με τα πρακτικά του δικαστηρίου ημερ.7.6.16 τεκμ.5(Α) στην Γεν.Εναρκτήρια Αίτηση 90/15 η διαδικασία για τον καθ΄ου η αίτηση 2 απορρίφθηκε κατόπιν απόσυρσης της άνευ βλάβης και οι αιτητές προχώρησαν σε διαδικασία απόδειξης λόγω μη καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης της FELLACO ως επιτρόπου του εμπιστεύματος. Προς τούτο παρουσιάστηκε η επίδικη Ε/Δ της κατηγορούμενης, του V.Polosmak και της μεταφράστριας. Το δικαστήριο αφού διεξήλθε του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον του και όλα όσα αναφέρθηκαν αναφορικά με την συμπεριφορά του επιτρόπου θεώρησε πρόσφορο να την παύσει από επίτροπο και να διορίσει την PRO - NOM ως νέα επίτροπο. Επίσης η FELLACO διατάχθηκε όπως παραχωρήσει την περιουσία του εμπιστεύματος και να παραδώσει όλα τα έγγραφα και τους φακέλους του εμπιστεύματος στην νέα επίτροπο (τεκμ.5 διάταγμα).
Ήταν η θέση της ότι οι επιστολές δεν είχαν καμία αξία για την κυρίως αίτηση με αριθμό 90/15 για απόφαση λόγω μη καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης η οποία αφορούσε την έλλειψη παροχής διοικητικών υπηρεσιών. Ανέφερε ότι ο επίτροπος διόρισε επιπρόσθετο προστάτη του εμπιστεύματος τον κ.Σπανούδη συνέταιρο σε Ελεγκτικό Οίκο που δεν γνώριζε το διορισμό του.
Αποδέχομαι την αναντίλεκτη θέση της και ότι προκύπτει από την απόφαση ημερ.31.1.17 (τεκμ.6) ότι το εμπίστευμα «YIASEMI TRUST» δημιουργήθηκε δυνάμει συμφωνίας εμπιστεύματος ημερ.6.10.2011.
Επίσης από το τεκμήριο 6 προκύπτει ότι η διαδικασία είχε αρχίσει με την Εναρκτήρια Αίτηση με αρ.90/15 η οποία είχε καταχωριστεί την 29.9.2015 (τεκμήριο 8 έγινε παραδεκτό γεγονός). Στις 5.11.2015 επιδόθηκε στην Fellaco επίτροπο του εμπιστεύματος. Η Fellaco παρέλειψε να καταχωρήσει σημείωμα εμφάνισης οπόταν την 8.4.2016 οι Αιτητές καταχώρησαν αίτηση για οδηγίες. Η Εναρκτήρια Αίτηση ορίστηκε για ακρόαση την 12.5.2016 με οδηγίες ότι η μαρτυρία θα μπορούσε να παρουσιαστεί με ένορκες δηλώσεις.
Την 7.6.2016, ερήμην της Fellaco, εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο αυτή αντικαταστάθηκε και διορίστηκε νέα επίτροπος του εμπιστεύματος η εταιρεία PRO-NOM Services Ltd. Η Fellaco διατάχθηκε όπως παραδώσει όλα τα έγγραφα και τους φακέλους του εμπιστεύματος στη νέα επίτροπο. Περαιτέρω, διατάχθηκε η παραχώρηση (vesting) της περιουσίας του εμπιστεύματος στη νέα επίτροπο. Είχε, την ίδια ημέρα, προηγηθεί η απόσυρση και απόρριψη, άνευ βλάβης, της Εναρκτήριας Αίτησης εναντίον του Καθ΄ ου η Αίτηση 2 Viacheslav Butirskiy προστάτη του εμπιστεύματος.
Την 6.9.16 καταχωρίστηκε αίτηση για παραμερισμό του διατάγματος ημερ.7.6.16 οπόταν και εκδόθηκε η Απόφαση ημερ.31.1.17 από τον Έντιμο τότε Πρόεδρο Χ.Μαλακτό (τεκμ.6). Σε αυτήν αναφέρονται τα εξής:
« η Απόφαση εκδόθηκε στη βάση δύο Ενόρκων Δηλώσεων ημερ. 6.6.2016, της Χριστίνας Βγενοπούλου, δικηγόρου στη δεύτερη δικηγορική εταιρεία που εκπροσωπεί τους Αιτητές, και του Αιτητή 1. Αναφερόταν στις Ενορκες Δηλώσεις που επί της ουσίας είναι σχεδόν ίδιες, ότι οι δικαιούχοι του εμπιστεύματος είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους προς την Fellaco. Καταλογιζόταν σε αυτήν πως χωρίς οδηγίες εκ μέρους του εμπιστευματοπάροχου, που είχε στο μεταξύ αποβιώσει, πρόσθεσε ως δικαιούχους του εμπιστεύματος τα ανήλικα τέκνα και τη σύζυγο του Αιτητή 1 (Αιτητές 3 - 6) και ότι διόρισε επιπρόσθετο προστάτη του εμπιστεύματος που δεν συγκατατίθετο και δεν γνώριζε για το διορισμό του. Σε σχέση με την ακίνητη περιουσία του εμπιστεύματος, στη Ρωσία, καταλογιζόταν στη Fellaco ότι καταχώρησε επιπρόσθετες συμφωνίες των οποίων το περιεχόμενο οι δικαιούχοι αγνοούσαν. Είχε επίσης αναφερθεί ότι η Fellaco δεν είχε την απαραίτητη άδεια όπως προβλέπεται στον περί Ρύθμισης των Επιχειρήσεων Παροχής Διοικητικών Υπηρεσιών Νόμο του 2012 (αρ.196(Ι) του 2012) για να παρέχει διοικητικές υπηρεσίες και πως τον Αύγουστο του 2015 της επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο από το Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Περαιτέρω, αναφέρθηκε ότι η Fellaco είχε αποδεχτεί την αντικατάσταση της νοουμένου ότι η διαδικασία θα γινόταν μέσω του Δικαστηρίου. Με την υπό κρίση Αίτηση η Fellaco εξαιτείται την ακύρωση και τον παραμερισμό της Απόφασης ημερ. 7.6.2016, τόσο δικαιωματικά (ex debito justitiae) όσο και στα πλαίσια άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Περαιτέρω εξαιτείται διάταγμα που να τροποποιεί το διάταγμα (προφανώς εννοούνται τα διατάγματα που εμπεριέχονται στην Απόφαση) ώστε να διοριστεί ως επίτροπος του εμπιστεύματος ανεξάρτητο πρόσωπο το οποίο να μην ελέγχεται ή να εξουσιάζεται ή να λαμβάνει εντολές από τους Αιτητές 1 - 3. Προτείνονται δύο λογιστικοί οίκοι».
Το δικαστήριο παραμέρισε το διάταγμα γιατί ο επίτροπος το ικανοποίησε ότι ο λόγος που δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία οφειλόταν σε καλόπιστη παραδρομή, ως επίσης ήταν ελλιπής η νομική βάση της αίτησης για οδηγίες ημερ.8.4.16 και συνεπώς η εκδοθείσα απόφαση ημερ.7.6.16 ήταν παράτυπη και μη κανονικά εκδοθείσα απόφαση.
Ο ΜΚ1 κατέθεσε στο δικαστήριο τη δέσμη εγγράφων τεκμήριο 4 στην οποία περιλαμβάνεται και η ένορκη δήλωση του Valeriy Polosmak η οποία καταχωρίστηκε στα πλαίσια της αίτησης 90/15. Αυτός είναι ο ενάγων υπ.αρ.1 γιος του αποβιώσαντος Anatoliy Polosmak ο οποίος αναφέρεται στην συμφωνία εμπιστεύματος και ότι αυτός είναι ένας εκ των δικαιούχων του διεθνούς εμπιστεύματός Yiasemi Trust. Και αυτός επαναλαμβάνει τις θέσεις της κατηγορούμενης ότι παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες αυτού και των δικηγόρων τους, δηλαδή του γραφείου της κατηγορούμενης για να λάβουν πληροφορίες από τον επίτροπο σχετικά με την περιουσία του εμπιστεύματος και την διαχείριση του αυτός αρνείτο να τους τις παράσχει και να συμμορφωθεί με τις νόμιμες υποχρεώσεις του. Τα γεγονότα που αναφέρει εκτυλίσσονται από την συμφωνία του εμπιστεύματος, δηλαδή από το 2011 και μετά. Αυτή η ένορκη δήλωση η οποία κατατέθηκε στο δικαστήριο από τον ΜΚ1 δεν σχολιάστηκε από αυτόν, όμως παραμένει ενώπιον του δικαστηρίου προς αξιολόγηση και ενισχύει τις θέσεις της κατηγορούμενης.
Αποδέχομαι ότι το 2014 το γραφείο της κατηγορούμενης απευθύνθηκε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου η οποία επιβεβαίωσε ότι η εταιρεία Fellaco δεν υπήρχε στα σχετικά αρχεία της ως αδειοδοτημένη εταιρεία παροχής διοικητικών υπηρεσιών, ούτε και βρίσκεται στη λίστα αναμονής για εξέταση της αίτησης της. Το ίδιο απαντά η διευθύντρια του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου με την επιστολή της ημερομηνίας 21.11.14 και ο Σύνδεσμος Λογιστών Κύπρου (τεκμήριο 9).
Η κατηγορούμενη καταθέτοντας ενώπιον μου έδωσε απαντήσεις στα καίρια θέματα παρά την επίμονη αντεξέταση της, ήταν σαφής, επαναλαμβανόμενη και σταθερή σε αντίθεση με τον ΜΚ1 ο οποίος δεν ρωτήθηκε συγκεκριμένα για να εξηγήσει τις επιστολές.
Καταληκτικά αποδέχομαι τη μαρτυρία της ότι δεν έλαβε καμία απάντηση στην επιστολή 5.2.2015 και ούτε ουσιαστικές απαντήσεις και αιτιολογημένες θέσεις για τις ανησυχίες της αποξένωσης της περιουσίας του εμπιστεύματος, στην απουσία άδειας της Fellaco, της ανησυχίας των δικαιούχων και της επιθυμία τους για παραίτηση του Επιτρόπου.
Ουσιαστικά στην ανακριτική κατάθεση της η κατηγορούμενη κάνει αναφορά στις επιστολές που αποστάλθηκαν στους καθ´ ων η αίτηση και ότι στις ερωτήσεις που τους είχαν σταλεί δεν έλαβαν οποιαδήποτε ουσιαστική απάντηση. Τα ίδια θέματα αναφέρει και στο έγγραφο Β, έχοντας η ίδια μία σταθερή γραμμή.
Συνακόλουθα αποδέχομαι την μαρτυρία της στο σύνολο της ως αξιόπιστη.
Όταν ολοκληρώθηκε η ακροαματική διαδικασία τόσο η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής όσο και της υπεράσπισης ανέφεραν στο Δικαστήριο τις τελικές τους εισηγήσεις και θέσεις. Αυτές έχουν δεόντως μελετηθεί και ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο και ως εκ τούτου δεν θεωρείται απαραίτητο να παρατεθούν εδώ αυτούσιες, μόνο εκεί όπου είναι αναγκαίο.
Λαμβανομένης υπόψη μου της πιο πάνω αξιολόγησης της μαρτυρίας προβαίνω στα πιο κάτω ευρήματα:
ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Η κατηγορούμενη εργάζεται ως δικηγόρος και συνέταιρος στη δικηγορική εταιρεία Keane Vgenopoulou Associates LLC με έδρα τη Λεμεσό και είχε διοριστεί νομικός σύμβουλος των δικαιούχων του Κυπριακού Εμπιστεύματος YIASEMI TRUST στην Γενική Αίτηση με αρ.90/15 η οποία αφορούσε την αντικατάσταση της FELLACO SERVICES από τη θέση του επιτρόπου και την αντικατάσταση του από την εταιρεία παροχής διοικητικών υπηρεσιών PRO – NOM SERVICES LTD.
Το εμπίστευμα «YIASEMI TRUST» δημιουργήθηκε δυνάμει συμφωνίας εμπιστεύματος ημερ.6.10.2011.
Το θέμα της αντικατάστασης του επιτρόπου προέκυπτε από τα τέλη του 2013 (έγγραφο Β και τεκμήριο 10). Προς τούτο προωθήθηκαν οι αιτήσεις στο δικαστήριο με αρ.153/13, 79/14 και εν τέλει η Γεν. Αίτηση 90/15.
Το γραφείο της κατηγορούμενης το 2014 απευθύνθηκε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου η οποία επιβεβαίωσε ότι η εταιρεία Fellaco δεν υπήρχε στα σχετικά αρχεία της ως αδειοδοτημένη εταιρεία παροχής διοικητικών υπηρεσιών, ούτε και βρίσκεται στη λίστα αναμονής για εξέταση της αίτησης της. Το ίδιο απαντά η διευθύντρια του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου με την επιστολή της ημερομηνίας 21.11.14 και ο Σύνδεσμος Λογιστών Κύπρου (τεκμήριο 9).
Η Εναρκτήρια Αίτηση με αρ.90/15 είχε καταχωριστεί την 29.9.2015. Στις 5.11.2015 επιδόθηκε στην Fellaco επίτροπο του εμπιστεύματος. Η Fellaco παρέλειψε να καταχωρήσει σημείωμα εμφάνισης οπόταν την 8.4.2016 οι Αιτητές καταχώρησαν αίτηση για οδηγίες. Η Εναρκτήρια Αίτηση ορίστηκε για ακρόαση την 12.5.2016 με οδηγίες ότι η μαρτυρία θα μπορούσε να παρουσιαστεί με ένορκες δηλώσεις.
Την 7.6.2016, ερήμην της Fellaco, εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο αυτή αντικαταστάθηκε και διορίστηκε νέα επίτροπος του εμπιστεύματος η εταιρεία PRO-NOM Services Ltd. Προς τούτο παρουσιάστηκε η επίδικη Ε/Δ της κατηγορούμενης ημερ.6.6.16, του V.Polosmak και της μεταφράστριας. Η κατηγορούμενη με την πιο πάνω ιδιότητα της ορκίστηκε ενόρκως την προηγούμενη ημέρα υπογράφοντας την ένορκη δήλωση της ημερ.6.6.16 ενώπιον της Άννας Καϊρίνου υπαλλήλου στο Αστικό Τμήμα Δακτυλογράφων του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού και εξουσιοδοτημένης από το Ανώτατο Δικαστήριο για να επάγει όρκους (τεκμήριο 7).
Το δικαστήριο αφού διεξήλθε του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον του και όλα όσα αναφέρθηκαν αναφορικά με την συμπεριφορά του επιτρόπου θεώρησε πρόσφορο να την παύσει από επίτροπο και να διορίσει την PRO - NOM ως νέα επίτροπο. Επίσης η FELLACO διατάχθηκε όπως παραχωρήσει την περιουσία του εμπιστεύματος και να παραδώσει όλα τα έγγραφα και τους φακέλους του εμπιστεύματος στην νέα επίτροπο Περαιτέρω, διατάχθηκε η παραχώρηση (vesting) της περιουσίας του εμπιστεύματος στη νέα επίτροπο. Την ίδια ημέρα, είχε προηγηθεί η απόσυρση και απόρριψη, άνευ βλάβης, της Εναρκτήριας Αίτησης εναντίον του Καθ΄ ου η Αίτηση 2 Viacheslav Butirskiy προστάτη του εμπιστεύματος (τεκμ.5 διάταγμα και τεκμ.5Α πρακτικά).
Την 6.9.16 καταχωρίστηκε αίτηση για παραμερισμό του διατάγματος ημερ.7.6.16 οπόταν και εκδόθηκε η Απόφαση ημερ.31.1.17 (τεκμ.6).
Το δικαστήριο παραμέρισε το διάταγμα γιατί η επίτροπος το ικανοποίησε ότι ο λόγος που δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία οφειλόταν σε καλόπιστη παραδρομή, ως επίσης ήταν ελλιπής η νομική βάση της αίτησης για οδηγίες ημερ.8.4.16 και συνεπώς η εκδοθείσα απόφαση ημερ.7.6.16 ήταν παράτυπη και μη κανονικά εκδοθείσα απόφαση.
Η κατηγορούμενη στην επίδικη Ε/Δ της αναφέρει τα γεγονότα που αφορούσαν το εμπίστευμα και την πρόθεση για αντικατάσταση του επιτρόπου δηλαδή της FELLACO από το 2013 και εντεύθεν. Στην παράγραφο 15 της Ε/Δ της ανέφερε ότα εξής: «Μεσουσών των ερευνών και των καταγγελιών είχαμε αποστείλει σειρά επιστολών προς τον Επίτροπο εκφράζοντας την ανησυχία μας για την κατάσταση και επισύροντας την προσοχή του στο ότι τυχόν αποξένωση της περιουσίας του εμπιστεύματος θα συνιστούσε ποινικό αδίκημα και παράβαση καθήκοντος και ότι καλούσαμε δεδομένης της σοβαρότητας του ζητήματος όπως παραιτηθεί σύμφωνα με την εκπεφρασμένη επιθυμία των δικαιούχων και την απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Ουδέποτε λάβαμε οποιαδήποτε απάντηση. Αντίγραφο των εν λόγω επιστολών ημερ. 5/2/2015, 13/2/2015, 22/7/2015, 23/7/2015 επισυνάπτονται στην παρούσα, ως «Τεκμήριο 16Α, 16Β, 16Γ και 16Δ».
Η επιστολή της ημερ.5.2.15 προς την επίτροπο δεν απαντήθηκε και στις 13.2.15 αποστέλλει και πάλιν επιστολή με 6 ερωτήματα. Ο κ.Ν.Δαμιανού της αποστέλλει την επιστολή ημερ.26.3.15 (τεκμ.4 σελ.22) στην οποία όμως δεν απάντησε στα ερωτήματα που τους είχαν σταλεί στις προηγούμενες 2 επιστολές της ημερ.5.2.15 και 13.2.15 δηλαδή μεταξύ άλλων χωρίς να τους έχουν δοθεί αντίγραφο της άδειας παροχής διοικητικών υπηρεσιών, αντίγραφο λογαριασμού για τα ενοίκια, καμία απάντηση στο τι μέτρα έχουν ληφθεί αναφορικά με την εφαρμογή των προνοιών της νομοθεσίας για την φορολόγηση των δικαιούχων και για τις επιβαρύνσεις αφού είχαν καταχωριστεί συμφωνίες στο Κτηματολόγιο, ούτε και δόθηκαν περισσότερες διευκρινίσεις για το θέμα του πληρεξουσίου.
Επανειλημμένα οι δικαιούχοι του εμπιστεύματος ζητούσαν πληροφορίες από τον επίτροπο και δεν λάμβαναν συγκεκριμένες και ουσιαστικές απαντήσεις και αυτό τους δημιουργούσε ανησυχία για την ασφάλεια των περιουσιακών στοιχείων του εμπιστεύματος εξ΄ου και η πρόθεση τους για αντικατάσταση του από το 2013.
Η κατηγορούμενη δεν είχε λάβει ουσιαστικές απαντήσεις στις επιστολές ημερ.22.7.15 και 23.7.15 και η επιστολή ημερ.21.8.15 δεν ήταν απαντητική στα τεθέντα από αυτήν θέματα και ερωτήματα. Η επιστολή ημερ.24.8.15 απευθυνόταν στον κ.Χ.Χαραλαμπίδη και όχι στην κατηγορούμενη.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο η κατηγορούμενη αντιμετωπίζει στην 1η κατηγορία το αδίκημα της δόσης ψευδούς όρκου (πρώτη κατηγορία) κατά παράβαση των άρθρων 117 και 35 του Ποινικού Κώδικα Κεφάλαιο 154, όπως τροποποιήθηκε, το οποίο προνοεί τα ακόλουθα:
«Όποιος ορκίζεται με ψευδή όρκο ή προβαίνει σε ψευδή βεβαίωση ή δήλωση ενώπιον προσώπου εξουσιοδοτημένου να επαγάγει όρκο ή να δεχτεί δήλωση υπό τέτοιες περιστάσεις, ώστε αν ο ψευδής όρκος δινόταν ή η ψευδής δήλωση γινόταν σε δικαστική διαδικασία θα ισοδυναμούσε με ψευδορκία, είναι ένοχος πλημμελήματος».
Το πιο πάνω άρθρο παραπέμπει στο αδίκημα της ψευδορκίας το οποίο σύμφωνα με το άρθρο 110 του Κεφ. 154 προκειμένου να στοιχειοθετηθεί απαιτούνται τα ακόλουθα:
«110.-(1) Όποιος γνωρίζει ότι προβαίνει σε ψευδή κατάθεση σε δικαστική διαδικασία ή για το σκοπό έναρξης δικαστικής διαδικασίας, που αφορά σε ο,τιδήποτε ουσιώδες για ζήτημα, το οποίο είτε εκκρεμεί είτε σκοπεύεται να εγερθεί στην πιο πάνω διαδικασία, είναι ένοχος πλημμελήματος, το οποίο καλείται ψευδορκία.
Είναι αδιάφορο κατά πόσο-
- η κατάθεση δόθηκε με όρκο ή με οποιαδήποτε άλλη νόμιμη διαβεβαίωση, ή
- οι τύποι και η διαδικασία που χρησιμοποιήθηκαν κατά την επαγωγή του όρκου ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο δέσμευση αυτού που καταθέτει να πει την αλήθεια, αν συναίνεσε στη χρήση τους, ή
- η ψευδή κατάθεση δόθηκε προφορικά ή γραπτά, ή
- το Δικαστήριο ήταν συγκροτημένο κανονικά ή συνήλθε στον αρμόζοντα τόπο, αν αυτό ενεργεί πράγματι ως Δικαστήριο στη διαδικασία κατά την οποία δόθηκε τέτοια κατάθεση, ή
- αυτός που καταθέτει ήταν ικανός μάρτυρας ή όχι, ή κατά πόσο η κατάθεση ήταν αποδεκτή σε αυτή τη διαδικασία.
(2) Όποιος προκαλεί άλλο να διαπράξει ψευδορκία, την οποία αυτός που έχει προκληθεί πράγματι τη διαπράττει, κατά συνέπεια τέτοιας πρόκλησης, είναι ένοχος πλημμελήματος, το οποίο καλείται πρόκληση σε ψευδορκία.»
Ήδη αναφέρω ότι τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος του άρθρου 117 καθορίζονται ως αυτά της ψευδορκίας και επομένως η ποινική αντιμετώπισή του είναι ταυτόσημη με αυτή της ψευδορκίας.
Στοσύγγραμμα Archbold Criminal Pleading Evidence and Practice, έκδοση 2018 παράγραφος 28-141 και στην Φελλά v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 8/2021, 3/6/2021 αναφέρονται τα στοιχεία που συνθέτουν το αδίκημα αυτό. Ό,τι ενδιαφέρει για σκοπούς στοιχειοθέτησης του αδικήματος αυτού το οποίο δεν αναφέρεται σε ψευδορκία ενώπιον του Δικαστηρίου είναι ο κατηγορούμενος να προβαίνει σε δήλωση ενώπιον προσώπου εξουσιοδοτημένου να δεχτεί τη δήλωση, ότι η δήλωση έγινε με πρόθεση (wilfully), ότι αυτή ήταν ψευδής, ότι το άτομο που την έκανε γνώριζε ότι ήταν ψευδής ή δεν πίστευε ότι ήταν αληθής, η δήλωση ήταν ουσιώδης για το σκοπό που έγινε («the statement was, viewed objectively, material in the judicial proceeding;»).
ΒΑΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ
Σε όλες τις ποινικές υποθέσεις, όπως είναι και η παρούσα, το βάρος της απόδειξης σωρευτικής συνύπαρξης όλων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος το έχει η Κατηγορούσα Αρχή, με υψηλότατο επίπεδο απόδειξης, δηλ. πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, όπως έχει αποφασισθεί στην υπόθεση Χαρίτωνος και άλλων V Δημοκρατίας (1971) 2 C.L.R. σελ. 40, με την οποία υϊοθετήθηκε η απόφαση Woolmighton V D.P.P. (1935) AC 462, καθώς και σε μεταγενέστερες αποφάσεις.
Η Κατηγορούσα Αρχή θα πρέπει να αποδείξει, με αποδεκτή μαρτυρία την ύπαρξη κάθε συστατικού στοιχείου της κατηγορίας και δεν επιτρέπονται υποθέσεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων, όσο εύλογες και αν είναι, όπως επισημαίνεται στην Γενικός Εισαγγελέας εναντίον Σπύρος Σπύρου (2002) 2, Α.Α.Δ. 71, στην οποία επαναλαμβάνεται η ανωτέρω αρχή, όπως αυτή διατυπώθηκε στην υπόθεση Λοίζου εναντίον Αστυνομίας 1989 (2) Α.Α.ΑΔ 363 και επαναδιατυπώθηκε στην Σωτηριάδης εναντίον Αστυνομίας 1991 (2) Α.Α.Δ. 482.
Εναπόκειται στην Κατηγορούσα Αρχή να παρουσιάσει μαρτυρία που να είναι αξιόπιστη και σαφής. (Φλουρής εναντίον Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 401).
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Έχοντας κατά νου τη μαρτυρία η οποία κρίθηκε αξιόπιστη και τα ευρήματα μου θα προχωρήσω να εξετάσω εάν στοιχειοθετούνται πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος που αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη.
Το δικαστήριο εξετάζοντας όλα τα ενώπιον του δεδομένα θεωρεί ότι η κατηγορούμενη για σκοπούς απόδειξης της Γενικής Αίτησης με αρ.90/15 στην ένορκη της δήλωση ημερ.6.6.16 την οποία υπέγραψε ενώπιον της ΜΚ2 εξουσιοδοτημένης υπαλλήλου από το Ανώτατο Δικαστήριο να επάγει όρκους, θεωρούσε ότι δεν έλαβε οποιαδήποτε ουσιαστική απάντηση στα ερωτήματα που κατ’ επανάληψη έθετε στον επίτροπο και στους συνήγορους του, σε διάφορες επιστολές της ακόμη και προγενέστερα της σύνταξης της ενόρκου δηλώσεως της. Αυτό διαφαίνεται και από την αίτηση με αρ.153/13 η οποία καταχωρίστηκε στις 23.12.13. Το θέμα της αντικατάστασης του επιτρόπου λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης και ανησυχιών για την ασφάλεια του εμπιστεύματος είχε προκύψει πολύ πιο πριν την σύνταξη και υπογραφή της Ε/Δ της κατηγορούμενης.
Η συμπεριφορά του Επιτρόπου καταγράφεται και ως ο λόγος που το Δικαστήριο στις 7.6.2016, αποφάσισε υπέρ της αντικατάστασης του.
Στη συνέχεια στην ενδιάμεση απόφαση ημερ.31.1.17 στην αίτηση ημερ.6.9.2016 (τεκμήριο 6), καταγράφονται οι συμπεριφορές του επιτρόπου, τις οποίες έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο στην έκδοση του Διατάγματος ημερ.7.6.2016, και πράγματι σε καμία από αυτές δεν είναι η δήλωση της κατηγορούμενης ότι οι επιστολές τους δεν απαντήθηκαν. Επίσης διαφαίνεται ότι το δικαστήριο έκανε αναφορά στο σημαντικό θέμα της αδειοδότησης της Fellaco (σελ. 7 τεκμήριο 6) λέγοντας ότι θα απασχολήσει το Δικαστήριο κατά την ακρόαση της Εναρκτήριας Αίτησης, με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών ώστε να διακριβωθούν τα ακριβή γεγονότα και η πραγματική διάσταση του ζητήματος.
Σε κανένα σημείο δεν φαίνεται να είναι καθοριστικό για την έκδοση της απόφασης ημερ.7.6.16 η αναφορά της κατηγορούμενης ότι δεν έλαβε απαντήσεις στις επιστολές τους, αλλά το ουσιώδες ήταν η συμπεριφορά του επιτρόπου που ενδεχόμενα να έθετε σε κίνδυνο το εμπίστευμα.
Η κατηγορούμενη θεωρώ ότι αναφέροντας στην Ε/Δ της ότι «δεν έλαβαν οποιαδήποτε απάντηση» στις 4 επιστολές τους ήθελε να καταδείξει ότι κατ΄ουσίαν δεν έλαβαν απαντήσεις, αιτιολογημένες και εμπεριστατωμένες θέσεις στα ερωτήματα που κατ΄επανάληψη έθεταν στον επίτροπο σχετιζόμενα με τις ανησυχίες ως προς την αποξένωση της περιουσίας του εμπιστεύματος, την απουσία άδειας άσκησης διοικητικών υπηρεσιών και γενικότερα θέματα για την προστασία του εμπιστεύματος.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα του Δικαστηρίου σε συνδυασμό με τις πιο πάνω νομικές αρχές κρίνω ότι η ΚΑ δεν έχει αποσείσει το βάρος να αποδείξει ότι η δήλωση στην παρ.15 της ΕΔ της κατηγορούμενης ημερ.6.6.16 ήταν ψευδής και που να αφορούσε ουσιώδες ζήτημα.
Ως εκ των άνω κρίνω ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε την κατηγορία την οποία αντιμετωπίζει η κατηγορούμενη και αυτή αθωώνεται και απαλλάσσεται σε αυτήν.
[Υπ.] ...........................................
Γ. Ιωαννίδου – Παπά, Ε.Δ.
ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο