ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Υπόθεση αρ. 5097 / 2025
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ν.
K. A. Y.
____________
Ημερομηνία: 27 Νοεμβρίου 2025
Εμφανίσεις:
Κ. Χατζηκωνσταντίνου (κα), για την Κατηγορούσα Αρχή
Ι. Α. Ιωάννου (κα) για Κ. Σοφοκλέους & Ι. Ιωάννου ΔΕΠΕ, για τον Κατηγορούμενο
Κατηγορούμενος: παρών
[Η παρούσα απόφαση εκδίδεται κατόπιν διαδικασίας διεξαχθείσας κεκλεισμένων των θυρών. Η δημοσίευση της απόφασης, καθώς και η κυκλοφορία ή αναπαραγωγή της, επιτρέπονται μόνο υπό τον όρο ότι δεν οδηγούν άμεσα ή έμμεσα στην ταυτοποίηση του ανηλίκου ή οποιουδήποτε προσώπου συνδεδεμένου με αυτόν.]
ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΙΝΗΣ
O Κατηγορούμενος παραδέχθηκε τη διάπραξη των αδικημάτων που εκτίθενται στις ακόλουθες κατηγορίες:
1η Κατηγορία: ότι την 14.4.2025, στη Λεμεσό, καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής που είχε πάνω σε παιδί, συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με τον ανήλικο που κατονομάζεται, από τη [αφαίρεση προσωπικού δεδομένου], γεννηθέντα την [αφαίρεση προσωπικού δεδομένου], δηλαδή τον φίλησε στο στόμα.
2η Κατηγορία: ότι την 17.4.2025, στη Λεμεσό, καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής που είχε πάνω σε παιδί, συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με τον ανήλικο που κατονομάζεται, από τη [αφαίρεση προσωπικού δεδομένου], γεννηθέντα την [αφαίρεση προσωπικού δεδομένου], δηλαδή τον φίλησε στο στόμα.
3η Κατηγορία: ότι την 17.4.2025, στη Λεμεσό, καταχρώμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής που είχε πάνω σε παιδί, συμμετείχε σε σεξουαλική πράξη με τον ανήλικο που κατονομάζεται, από τη [αφαίρεση προσωπικού δεδομένου], γεννηθέντα την [αφαίρεση προσωπικού δεδομένου], δηλαδή τον έβαλε τον ανήλικο να καθίσει γυμνός επάνω στο γεννητικό του όργανο.
Οι τρεις προαναφερόμενες κατηγορίες, ως προκύπτει και από τις νομικές βάσεις, συνιστούν το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, κατά τα άρθρα 2 και 6(4)(α)(7) του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Απεικόνισης Υλικού Σεξουαλικής Κακοποίησης Παιδιών Νόμου 91(Ι)/2014. Η προβλεπόμενη στον νόμο ποινή είναι η δια βίου φυλάκιση.
Η επιμέτρηση αρχίζει από την ανώτατη προβλεπόμενη στον νόμο ποινή, η οποία αποτελεί το θεσμικό σημείο αναφοράς για τον καθορισμό του είδους και της έκτασης της ποινής[1]. Η ποινή, κατά την επιβολή της, πρέπει να εξατομικεύεται. Για τον σκοπό αυτό λαμβάνονται υπόψη, ως πρώτη αφετηρία, οι περιστάσεις που περιβάλλουν τη διάπραξη του συγκεκριμένου αδικήματος και η έκταση της βλάβης που προκλήθηκε σε πραγματικό χρόνο, ως πιο αντικειμενικοί παράγοντες, από τους οποίους προσδιορίζεται η κλίμακα έντασης ή σοβαρότητας του αδικήματος[2]. Ακολούθως λαμβάνονται υπόψη και πιο υποκειμενικοί ή μεταβλητοί παράγοντες, που άπτονται του προσώπου του κατηγορουμένου και δυνατόν να λειτουργήσουν είτε ως ελαφρυντικοί είτε ως επιβαρυντικοί. Η επιμέτρηση δεν ακολουθεί μαθηματικό τύπο ούτε δεσμευτική μεθοδολογία∙ η διάκριση μεταξύ αντικειμενικών και υποκειμενικών παραγόντων είναι εγγενής στην αρχή της εξατομίκευσης και υπηρετεί την αναλογικότητα της ποινής. Ως αποτέλεσμα, η ανώτατη προβλεπόμενη στον νόμο ποινή επιφυλάσσεται για τα χειρότερα αδικήματα του είδους τους[3], ενώ η ποινή που τελικώς επιβάλλεται πρέπει να είναι ανάλογη με τη σοβαρότητα του κάθε αδικήματος. Όπου είναι εφικτό, γίνεται στάθμιση με τυχόν καθοδηγητικά πλαίσια που δίδει η νομολογία για περιπτώσεις που ομοιάζουν, αποκλειστικά για σκοπούς αναλογικότητας. Η εξατομίκευση της ποινής, που είναι καθήκον του Δικαστηρίου, δεν μπορεί να εξουδετερώνει οποιονδήποτε από τους σκοπούς της ποινής[4], όπως η αποτροπή, η προστασία της κοινωνίας και η αναμόρφωση, αλλά και η ποινή, κατά την επιβολή της, δεν θα πρέπει να αποσυνδέεται από την πραγματική διάσταση της εγκληματικότητας στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Το Δικαστήριο συνηθέστερα καταλήγει να κινείται στα ανώτατα όρια της ποινής όταν η φύση του εγκλήματος είναι τέτοια ώστε να επιβάλλονται εξαιρετικά μέτρα αποτροπής, χάριν της προστασίας του κοινωνικού συνόλου και παράλληλα το ποινικό μητρώο του κατηγορουμένου είναι βεβαρημένο[5]. Γίνεται πάντοτε προσπάθεια αποφυγής της ποινής φυλάκισης όπου δεν είναι απολύτως αναγκαία∙ όπου είναι απολύτως αναγκαία η έκτασή της, περιορίζεται όσο το δυνατόν, ώστε να εξυπηρετηθούν οι σκοποί για τους οποίους επιβάλλεται.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν τη διάπραξη των αδικημάτων, όπως εκτέθηκαν από την Κατηγορούσα Αρχή, είναι τα εξής, στη σύνοψή τους: Την 18.4.2025 μετέβη στο ΤΑΕ Λεμεσού ο πατέρας του ανηλίκου και ανέφερε ότι το προηγούμενο βράδυ μετέβη με τον ανήλικο υιό του, ηλικίας 8 ετών, στο τζαμί «Αρναούτ» για προσευχή. Άφησε τον ανήλικο υιό του εκεί, πήγε πίσω στο σπίτι και λίγη ώρα μετά επέστρεψε και προσευχήθηκε. Με το τέλος της προσευχής του, βρήκε τον υιό του στο προαύλιο αναστατωμένο και συγχυσμένο. Τον ρώτησε τι συμβαίνει και ο ανήλικος του ανέφερε ότι του είπαν να μην πει τίποτε. Μετά από επιμονή, εξήγησε τι συνέβη και υπέδειξε νεαρό πρόσωπο που ήταν στον χώρο, κοντά τους, εξηγώντας ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο του είπε να πάνε κάπου μαζί γιατί ήθελε να του πει κάτι. Αφού ο ανήλικος τον ακολούθησε, πήγαν στην τουαλέτα έξω από το τζαμί και αφού ο άγνωστος έκλεισε την πόρτα, κατέβασε το παντελόνι του ανηλίκου και το δικό του. Στη συνέχεια, κάθισε στο κάθισμα της τουαλέτας και τον έβαλε να κάτσει πάνω του. Του έκλεισε με το χέρι το στόμα για να μην φωνάξει. Ο πατέρας του ανηλίκου αμέσως άρπαξε τον νεαρό που του υπέδειξε ο ανήλικος και τον ρώτησε έντονα τι έκανε στον υιό του. Αρχικά το αρνήθηκε, αλλά στη συνέχεια παραδέχθηκε πως «πείραξε» τον ανήλικο, τρέχοντας να φύγει από το σημείο. Ο πατέρας του ανηλίκου ρώτησε τους παρευρισκόμενους για την ταυτότητα του νεαρού και συνέλεξε πληροφορίες. Αργά το βράδυ, έλαβε μήνυμα στο κινητό του μέσω της εφαρμογής What’s app, από τον αριθμό που αναφέρει, που έλεγε «εάν θέλεις να με δέρεις, δέρε με, αλλά μην με καταγγείλεις στην Αστυνομία διότι θα μου καταστρέψεις τη ζωή». Ο πατέρας του ανηλίκου δεν απάντησε στο μήνυμα και το διέγραψε. Ο ανήλικος, το ίδιο βράδυ, παραπονέθηκε ότι πονούσε πίσω στον πρωκτό και αργότερα διαπίστωσε ότι στο εσώρουχό του είχε ίχνη που ομοιάζουν με αίμα. Την 18.4.2025 ο πατέρας του ανηλίκου παρέδωσε στην Αστυνομία τα ρούχα, έγινε ιατροδικαστική εξέταση του ανηλίκου όπου διαπιστώθηκαν κακώσεις στην πρωκτική και περιπρωκτική περιοχή. Σε οπτικογραφημένη κατάθεσή του, ο ανήλικος ανέφερε πως την 14.4.2025, ενώ ήταν στο τζαμί για διάβασμα του Κορανίου, ο Κατηγορούμενος, χωρίς να τον δει οποιοσδήποτε άλλος, τον φίλησε στο στόμα, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του, κάτι που προκάλεσε στον ανήλικο αηδία. Την 17.4.2025, ενώ ήταν και πάλι στο τζαμί για τον ίδιο σκοπό, ο Κατηγορούμενος τον προσέγγισε και ακολούθησε το προαναφερόμενο περιστατικό. Έγινε η ταυτοποίηση του Κατηγορουμένου μέσω των στοιχείων που δόθηκαν στην Αστυνομία, συνελήφθη και κατά την ανακριτική του κατάθεση ανέφερε πως ο ίδιος, τους τελευταίους πέντε μήνες, κάνει μάθημα θρησκείας σε μικρούς σε τζαμί, όπου ήταν και ο ανήλικος. Ενώ του έκανε μάθημα την 17.4.2025 και ήταν μόνοι τους τον φίλησε στο στόμα δύο με τρεις φορές χωρίς ο ανήλικος να ανταποκριθεί. Μετά είπε στον ανήλικο, όταν θα αρχίσει η προσευχή, να πάνε στην τουαλέτα, όπως και έγινε και ακολούθησε το περιστατικό. Παραδέχθηκε πως είχε και την 14.4.2025 φιλήσει τον ανήλικο στο στόμα δύο με τρεις φορές χωρίς ο ανήλικος να αντιδράσει. Ο Κατηγορούμενος συνεργάστηκε με την Αστυνομία, υπέδειξε τις σκηνές. Λήφθηκαν καταθέσεις από διάφορα πρόσωπα, που αναφέρονται. Σε μία εξ αυτών αναφέρεται πως ο Κατηγορούμενος είχε προθυμοποιηθεί από μόνος του να κάνει μαθήματα στα παιδιά, τα οποία κανονικά κάνει ο Χότζας.
Το στοιχείο της θέσης εμπιστοσύνης που ο Κατηγορούμενος είχε με τον ανήλικο έχει ληφθεί υπόψη από τον νομοθέτη, στη σύσταση του συγκεκριμένου αδικήματος, καθορίζοντας ως μέγιστη την ποινή της δια βίου φυλάκισης. Πέρα από το στοιχείο εμπιστοσύνης, που λήφθηκε υπόψη, έχοντας υπόψη τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων και την έκταση της βλάβης, επισημαίνεται πως οι παράγοντες που λειτουργούν επιβαρυντικά στην προσπάθεια προσδιορισμού της σοβαρότητας των αδικημάτων είναι οι εξής: οι πράξεις έγιναν σε χώρο θρησκευτικής λατρείας και προσευχής. Ένας χώρος λατρείας αποτελεί υποσυνείδητα αλλά και κοινωνικά έναν χώρο ασφάλειας, ηθικής καθοδήγησης και απόλυτης εμπιστοσύνης. Η βεβήλωσή του με την τέλεση αδικήματος σεξουαλικής φύσης ενισχύει την απαξία όχι μόνο επειδή το έγκλημα γίνεται σε ακατάλληλο χώρο, αλλά επειδή καταπατάται μια προσδοκία προστασίας που κοινωνικά θεωρείται αυτονόητη, ιδίως για παιδιά. Υπήρξε συστηματική στοχοποίηση του ίδιου παιδιού, σε δύο διαφορετικές ημερομηνίες. Υπήρξε απόπειρα αποτροπής της καταγγελίας με το μήνυμα WhatsApp. Αναφέρθηκε σωματική βλάβη, ιατροδικαστικά τεκμηριωμένη. Υπήρχαν στοιχεία που θα μπορούσαν να παραπέμπουν σε σταδιακή προσέγγιση, προσφορά θρησκευτικού μαθήματος ως μέσο πρόσβασης. Η στοχευμένη επιλογή του παιδιού ήταν και χωρίς προστατευτικό δίχτυ, καθότι πρόκειται για ανήλικο, ξένης καταγωγής. Υπήρξε έλλειψη αυθορμητισμού, καθώς οι πράξεις δύο ημερομηνιών δείχνουν επιμονή και σκοπιμότητα, όχι στιγμιαία παρόρμηση. Έπειτα, επισημαίνεται η στέρηση της δυνατότητας διαφυγής του θύματος, με την απομόνωση στην τουαλέτα, το κλείδωμα πόρτας, την κάλυψη του στόματος. Ο ανήλικος ήταν μόλις 8 ετών, σε μεγάλη ηλιακή διαφορά από τον δράστη, ασχέτως και της δικής του νεαρής ηλικίας[6], αλλά απείχε και από το να προσεγγίσει την ηλικία των 13 ετών. Δεν προσκομίστηκαν στοιχεία σχετικά με τις μετέπειτα επιπτώσεις στην προσωπικότητα του ανηλίκου, ενώ λαμβάνεται υπόψη η φύση και η χρονική διάρκεια των πράξεων. Δεν έχουν σημασία οι περιστάσεις υπό τις οποίες και ο Κατηγορούμενος κατέληξε να πηγαίνει στο τζαμί, αν και λαμβάνεται υπόψη πως ο ρόλος του δεν είχε αυξημένο κύρος. Ωστόσο, η θρησκευτική διάσταση λειτουργεί συχνά ως πηγή εξουσίας και ιεραρχίας, ακόμη κι αν τυπικά ο Κατηγορούμενος δεν κατείχε επίσημη θέση κύρους. Το γεγονός ότι η πρόσβαση στο παιδί επιτεύχθηκε μέσα από προσχηματική θρησκευτική διδασκαλία συνδέει τον χώρο, τη σχέση και την πράξη σε μια ενιαία αλυσίδα κατάχρησης εμπιστοσύνης. Δεν υπήρξε ιδιαίτερος προσχεδιασμός με την έννοια της εγκληματικής οργάνωσης. Παρά τα ιδιαίτερα σοβαρά επιβαρυντικά στοιχεία, τα υπό εξέταση αδικήματα δεν κατατάσσονται στο ανώτατο επίπεδο απαξίας, συγκρινόμενα με περιπτώσεις πολυετούς κακοποίησης, πολλαπλών θυμάτων ή οργανωμένης εκμετάλλευσης, που έχουν απασχολήσει τα Δικαστήρια με βάση την ίδια νομική βάση.
Σε κάθε περίπτωση όμως, τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας παιδιών κάτω των 13 ετών είναι ιδιαίτερης απαξίας. Έχει κατ’ επανάληψη τονιστεί η ανάγκη επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών. Ενδεικτικά, όπως αναφέρθηκε στη Λευκαρίτης ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 135/14 (σχετικά με την 138/14), 22.11.2016, και επαναλήφθηκε και στην Α.Ν.Κ. ν. Δμοκρατίας, ΠΕ 136/2022 και άλλες, 1.8.2025, με παραπομπές σε περαιτέρω νομολογία, τα σεξουαλικής φύσης αδικήματα τιμωρούνται από τα δικαστήρια με αποτρεπτικές ποινές, σε μία προσπάθεια καταστολής τους, τόσο επειδή στρέφονται και προσβάλλουν τα ήθη γενικά, όσο και επειδή προσβάλλουν και συνθλίβουν την προσωπικότητα των θυμάτων. Ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, η ποινή μπορεί να είναι ιδιαίτερα αυστηρή. Όταν τα αδικήματα αυτά στρέφονται κατά νεαρών προσώπων, τα οποία δεν έχουν ακόμα ολοκληρωμένη και ορθή αντίληψη για τη σεξουαλική πτυχή της ζωής ούτε σταθερές δυνάμεις αντίστασης, τα αδικήματα καθίστανται ιδιαίτερα σοβαρά. Στην Αστυνομία ν Πατούρη, ΠΕ 51/2020, 3.12.2020, εξηγήθηκε και η εφαρμογή του συγκεκριμένου νόμου, στον οποίο βασίζονται και υπό εξέταση κατηγορίες.
Έχει επίσης αναφερθεί, στην προαναφερόμενη νομολογία, όπως μεταξύ άλλων στις Γ.Α. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 178/2017, 24.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:B457 και Clarson v. Αστυνομίας, ΠΕ 38/2022, 27.10.2022, ECLI:CY:AD:2022:B411, πως τα αδικήματα του είδους αυτού βρίσκονται σε έξαρση και μαστίζουν την κοινωνία, δημιουργώντας υποχρέωση για επιβολή ιδιαίτερα αυστηρών ποινών, ώστε οι προσωπικές περιστάσεις να καθίστανται δευτερεύουσας σημασίας.
Λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές περιστάσεις του Κατηγορουμένου, ως αναφέρθηκαν κατά τον μετριασμό, στον περιορισμένο βαθμό που μπορούν να ληφθούν υπόψη, ιδίως το πολύ νεαρό της ηλικίας του Κατηγορούμενου. Ο Κατηγορούμενος είναι ηλικίας 20 ετών, από τη Συρία. Έχει άλλα 10 αδέλφια, διαφόρων ηλικιών, τα οποία είναι όλα σε έγγαμες σχέσεις, πλην του μικρότερου του αδελφού. Ο πατέρας του είναι ηλεκτρολόγος, εργασία που ακολούθησαν και τα αδέλφια του, ενώ η μητέρα του είναι οικοκυρά, όπως και οι αδελφές του. Φοίτησε για 6 χρόνια σε σχολείο στη Συρία, ωστόσο δεν ολοκλήρωσε τη φοίτησή του καθότι αναγκάστηκε να αναζητήσει εργασία. Εν τέλει αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του, λόγω προβλημάτων που αντιμετώπιζε για τη σεξουαλικότητά του, σε συνάρτηση με την αυστηρότητα της θρησκείας και κατ’ επέκταση τη βία που δέχονταν για να γίνει «άνδρας» και να νυμφευτεί σύντομα. Την 11.1.2024 ήλθε στην Κύπρο με τον μικρό του αδελφό, αιτούντες άσυλο. Δεν έχει επαρκές υποστηρικτικό δίκτυο στην Κύπρο. Ήταν και ο ίδιος θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, όταν ήταν περίπου 10 ετών, από δάσκαλο, πρότυπο που φαίνεται να έχει αναπαράγει. Φέρει ψυχικά τραύματα που, ωστόσο, δεν αναιρούν την απαξία των πράξεων. Οι δυσκολίες που πέρασε ως παιδί είναι μέσα στο πλαίσιο των προσωπικών του συνθηκών και δεν λαμβάνουν διακριτή εκτίμηση.
Ειδικότερα, όσον αφορά το νεαρό της ηλικίας του Κατηγορουμένου, όπου δόθηκε και έμφαση κατά τον μετριασμό, λέγοντας πως και ο Κατηγορούμενος είναι «παιδί», είναι αποδεκτό πως η ελπίδα για αναμόρφωση δεν διαγράφεται[7], υφίσταται, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, λόγω και της φύσης των αδικημάτων που αντιμετωπίζει. Το στοιχείο του παραδειγματισμού, όταν πρέπει να χαρακτηρίζει την ποινή, εξισορροπείται με το ισχυρό συμφέρον της κοινωνίας για την αναμόρφωση του Κατηγορουμένου. Σε παραβάτες νεαρής ηλικίας, το στοιχείο του αποτρεπτικού χαρακτήρα είναι αποφασιστικής σημασίας, μόνον όπου το ποινικό αδίκημα κυριαρχεί μεταξύ των νέων ή αποτελεί το έσχατο μέτρο[8], αλλά και εκεί όπου το ποινικό αδίκημα είναι τέτοιας σοβαρότητας, που η εξατομίκευση της ποινής δεν μπορεί να εξουδετερώσει ή να αποδυναμώσει τη μέριμνα για την προστασία της κοινωνίας και την αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου[9].
Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί «χαμηλού πνευματικού / μορφωτικού επιπέδου», ο οποίος τέθηκε από την Υπεράσπιση, σημειώνεται ότι, παρόλο που ο Κατηγορούμενος είχε εγκαταλείψει νωρίς το σχολείο του, δίδασκε το Κοράνι σε παιδιά, γεγονός που καταδεικνύει ικανότητα κατανόησης, οργάνωσης και ανάληψης ευθύνης. Περαιτέρω, οι αναστολές στη διάπραξη αδικημάτων της φύσης που απασχολεί την παρούσα υπόθεση δεν συναρτώνται με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αλλά με στοιχειώδη αντίληψη του δικαίου και του άδικου και με σεβασμό της σωματικής ακεραιότητας των παιδιών. Ως εκ τούτου, η παράμετρος αυτή δεν μπορεί να λειτουργήσει ως ουσιαστικός παράγοντας μετριασμού.
Λαμβάνεται επίσης υπόψη πως ο Κατηγορούμενος δεν έχει βεβαρημένο ποινικό μητρώο ούτε γενικότερα εγκληματικές δραστηριότητες[10].
Λαμβάνεται επίσης υπόψη, σε πολύ περιορισμένο βαθμό, η εξωδικαστηριακή συνέπεια που έχει και θα έχει ο Κατηγορούμενος, υπό τη μορφή κοινωνικής απαξίωσης και διασυρμού[11] ένεκα της διάπραξης των συγκεκριμένων αδικημάτων, ιδίως εντός της κοινότητάς του. Ωστόσο, πρόκειται για εγγενή συνέπεια αδικημάτων τέτοιας φύσης, η οποία, αν και δεν αγνοείται, δεν δύναται να λειτουργήσει ως ουσιώδης παράγοντας μετριασμού της ποινής.
Τέλος, λαμβάνεται υπόψη η άμεση παραδοχή του, τόσο στην Αστυνομία, με την οποία συνεργάστηκε, όσο και στο Δικαστήριο[12], υπό τις περιστάσεις που έλαβε χώρα η συνεργασία και αντίστοιχα η παραδοχή. Είναι ενδεικτική μεταμέλειας[13], αλλά κυρίως συνειδητοποίησης, από μέρους του Κατηγορουμένου, της αδυναμίας του να αντιμετωπίσει το πρόβλημα που και ο ίδιος έδειξε να αντιμετωπίζει, με τον έλεγχο των σεξουαλικών του παρορμήσεων. Πέραν του ότι εξοικονομείται πολύτιμος δικαστικός χρόνος, σε τέτοιου είδους υποθέσεις, αποκτά αυξημένη σημασία ενόψει του ότι το θύμα δεν υποχρεούται να επαναλάβει, κατά τη δίκη, την εμπειρία της κακοποίησης που αυτό έχει υποστεί[14].
Έγινε, από την ευπαίδευτη συνήγορο του Κατηγορουμένου, παραπομπή κυρίως σε πρωτόδικες αποφάσεις, για να τεθεί το πλαίσιο των ποινών. Ωστόσο, το πλαίσιο που μπορεί να προκύψει από τη – μη δεσμευτική αλλά καθοδηγητική– νομολογία, γι’ αυτής της έκτασης κακοποίηση, κυμαίνεται από τα 2,5 έτη φυλάκισης μέχρι και τα 5 έτη φυλάκισης[15].
Συναφώς, υπάρχει σαφής διαφοροποίηση της παρούσας υπόθεσης από τη Δημοκρατία ν. Ο.Ο., ΠΕ 351/2018, 20.1.2020, ECLI:CY:AD:2020:B23 όπου αυξήθηκε κατ’ έφεση η ποινή των 4 ετών φυλάκισης ή τη Κ.Χ. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 272/2017, 26.9.2019, ECLI:CY:AD:2019:B397, τη Σ.Γ. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 109/2020, 30.3.2021, ECLI:CY:AD:2021:D83, τη Η.Ε. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 50/2018, ECLI:CY:AD:2020:B120, 8.4.2020 ή την Α.Ν.Κ. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω).
Η υπό εξέταση υπόθεση είναι εγγύτερα στην κατηγορία της Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 59/2016, 23.3.2017, όπου επικυρώθηκε ποινή στην έκταση των 2,5 ετών, παρόλο που χαρακτηρίστηκε ως «επιεικής». Δεν υπήρχε συναισθηματικό υπόβαθρο η κακοποίηση. Ο εφεσιβάλλων είχε γνωρίσει το θύμα, μόλις 13 ετών, μέσω μηνυμάτων στο διαδίκτυο, σε μία γνωριμία εντελώς επιφανειακού χαρακτήρα, μόλις μια εβδομάδα πριν την επίδικη ημερομηνία. Διευθετήθηκε συνάντηση μαζί της με επακόλουθη την κακοποίησή της, που έφτασε σε ολοκλήρωση της σεξουαλικής πράξης. Λήφθηκαν υπόψη ως ελαφρυντικά η παραδοχή και η μεταμέλεια, το λευκό ποινικό μητρώο και η ηλικία του εφεσιβάλλοντος, ο οποίος ήταν 25 ετών. Επίσης, ήταν ανίκανος για εργασία λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας, είχε παιδιά 5 και 3 ετών από διαφορετικές συντρόφους, με τις οποίες συμβίωνε κατά το χρόνο γέννησης των παιδιών. Από νεαρή ηλικία παρακολουθείτο από ψυχίατρο και οικονομικά στηριζόταν από τους γονείς του. Κατά τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος, διατηρούσε δεσμό με συγκεκριμένη γυναίκα ηλικίας 35 ετών, εξακολουθούσε δε να παρουσιάζει ψυχολογικά προβλήματα, ειδικά κρίσεις πανικού και χρόνιο πρόβλημα αγοραφοβίας.
Στην Κυριάκου v. Δημοκρατίας (2003) 2 ΑΑΔ 141, ακόμα, ο εφεσιβάλλων κρίθηκε ένοχος κατόπιν παραδοχής και επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2,5 ετών στη σχετική κατηγορία, που δεν κρίθηκε έκδηλα ανεπαρκής. Ήταν ηλικίας 23 χρόνων, πήρε την ανήλικη ηλικίας 9 ½ ετών από την πισίνα Κέντρου όπου δούλευε η μητέρα της και την μετέφερε στην οικία του όπου την οδήγησε στο υπνοδωμάτιο του. Κλείδωσε την πόρτα και της ζήτησε να ξαπλώσει στο κρεβάτι, κάτι που εκείνη αρνήθηκε να πράξει. Στη συνέχεια άρχισε να τη φιλά στα χείλη, την ξάπλωσε στο κρεβάτι, και αφού ξάπλωσε και αυτός δίπλα της, άρχισε να τη φιλά στο στόμα και να χαϊδεύει τα μαλλιά και την πλάτη της. Ακολούθως, της αφαίρεσε το μαγιό, τη φιλούσε στο λαιμό και στο στήθος, ενώ με το χέρι χάιδευε το αιδοίο της. Μετά κατέβασε το παντελόνι του, έβαλε το χέρι της στα γεννητικά του όργανα, την ανάγκασε να τον φιλά στο λαιμό και σε κάποια φάση χάιδεψε με το πέος του το αιδοίο της. Διάφορα πρόσωπα άρχισαν να τους αναζητούν, όταν τους εντόπισαν ο εφεσιβάλλων ντύθηκε και κάλεσε και την ανήλικη να πράξει το ίδιο, έπειτα ζήτησε από την ανήλικη να κρυφτεί και τη μετέφερε πίσω στο Κέντρο, προσπαθώντας να αποκρύψει το τι έγινε. Πρόδωσαν τα κλάματα της καταγγέλλουσας. Ο εφεσιβάλλων αντιμετώπιζε ψυχικά προβλήματα και είχε μειωμένη αντιληπτική ικανότητα, ανωριμότητα και έντονη συναισθηματική διαταραχή. Δεν υπήρχε βία και σωματική και ψυχική βλάβη στην ανήλικη και ο εφεσιβάλλων ήταν λευκού ποινικού μητρώου.
Αρμόζουσα ποινή κατ’ είδος, λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων, είναι η ποινή φυλάκισης. Όλα τα προαναφερόμενα επιδρούν στην έκταση της ποινής.
Στην έκταση της ποινής επιδρά και η δυνατότητα του Δικαστηρίου να εκδώσει επιπλέον διατάγματα με βάση το άρθρο 14 ν.91(Ι)/2014. Συναφώς, σε τέτοια περίπτωση, η έκταση της ποινής φυλάκισης προσαρμόζεται ώστε το σύνολο της ποινικής επιβάρυνσης (φυλάκιση και διατάγματα μετά την αποφυλάκιση) να μένει σε πλαίσιο αναλογικότητας.
Όσον αφορά την έκταση της ποινής, τόσο η επιμέτρηση στην οποία προέβη το Δικαστήριο όσο και το νομολογιακό πλαίσιο καθιστούν ανάλογη την ποινή φυλάκισης των 30 μηνών, συνδυαστικά με ορισμένα διατάγματα. Ο συνδυασμός της ποινής φυλάκισης με διατάγματα μετά την αποφυλάκιση επιτρέπει στο Δικαστήριο τον περιορισμό της ποινής φυλάκισης, στο μέτρο του εφικτού, μέσα στο υφιστάμενο νομολογιακό φάσμα. Το ύψος της ποινής αντανακλά τη σοβαρότητα των αδικημάτων, τοποθετώντας την στο μέσο του νομολογιακού φάσματος που έχει διαμορφωθεί για παραβάσεις παρόμοιας έκτασης και βαρύτητας, χωρίς να προσεγγίζει τις περιπτώσεις ακραίας απαξίας που δικαιολογούν βαρύτερες ποινές. Σε αντιδιαστολή με τις ανωτέρω υποθέσεις, στην παρούσα περίπτωση συνυπάρχουν η πολύ μικρή ηλικία του θύματος, η σχέση εμπιστοσύνης μέσω της διδασκαλίας θρησκευτικού μαθήματος που διαμορφώνει και τη θρησκευτική πίστη (και όχι στο πλαίσιο υφιστάμενης συγγενικής ή συναισθηματικής σχέσης), η τέλεση των πράξεων σε χώρο λατρείας, η επαναληπτικότητα έναντι του ίδιου ανηλίκου σε σύντομο χρονικό διάστημα και η διαπιστωμένη σωματική βλάβη. Τα στοιχεία αυτά αναβαθμίζουν αισθητά την αντικειμενική σοβαρότητα της υπόθεσης και δικαιολογούν την προαναφερόμενη ποινή, δηλαδή την ποινή φυλάκισης της έκτασης των 30 μηνών, συνδυαστικά με τα περιοριστικά διατάγματα με ισχύ μετά την αποφυλάκιση.
Θεωρώντας τις πράξεις σε ενιαίο πλαίσιο, οι ποινές θα αφεθούν να συντρέξουν.
Η επιβαλλόμενη ποινή έχει ως στόχο την προστασία της κοινωνίας και των ανηλίκων, χωρίς όμως να αποκόπτει την προοπτική αναμόρφωσης του Κατηγορουμένου, λαμβάνοντας υπόψη τη νεαρή ηλικία του και τα τραύματα που ο ίδιος φέρει.
Επιβάλλονται:
1η Κατηγορία: Ποινή φυλάκισης 30 μηνών.
2η Κατηγορία: Ποινή φυλάκισης 30 μηνών, συντρέχουσα.
3η Κατηγορία: Ποινή φυλάκισης 30 μηνών, συντρέχουσα.
Ο χρόνος που ο Κατηγορούμενος βρίσκεται υπό κράτηση, από την 25.4.2025, να συνυπολογιστεί στον χρόνο φυλάκισης.
Επιπλέον, με βάση το άρθρο 14 ν. 91(Ι)/2014, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο απαγορεύεται στον Κατηγορούμενο, για χρονικό διάστημα περαιτέρω 24 μηνών μετά την αποφυλάκιση του:
(1) Να προσφέρει οποιεσδήποτε υπηρεσίες σε παιδιά
(2) Να εργοδοτηθεί ή απασχοληθεί σε χώρους όπου βρίσκονται ή γειτνιάζουν παιδιά.
(3) Να διαμένει σε χώρο ο οποίος γειτνιάζει με οργανωμένους χώρους όπου βρίσκονται ή συχνάζουν παιδιά.
Περαιτέρω, εκδίδεται διάταγμα με το οποίο ο Κατηγορούμενος παραπέμπεται στην Αρχή Εποπτείας, που εγκαθιδρύθηκε δυνάμει του άρθρου 47 ν. 91(Ι)/2014, καθ' όλη την διάρκεια της κράτησης του στις Κεντρικές Φυλακές και για χρονικό διάστημα 24 μηνών από την αποφυλάκιση του.
Έγινε εισήγηση από την πλευρά της Υπεράσπισης για αναστολή εκτέλεσης της εναπομείνασας ποινής φυλάκισης. Η εξουσία του Δικαστηρίου να αναστείλει την εκτέλεση της ποινής φυλάκισης ρυθμίζεται από τον περί της Υφ' όρον Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμος 95/1972. Η εν λόγω εξουσία αφορά οποιαδήποτε ποινή φυλάκισης η οποία δεν υπερβαίνει τα τρία έτη. Με τον τροποποιητικό ν.186(1)/2013, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για αναστολή της ποινής φυλάκισης είχε διευρυνθεί, ώστε να μπορεί να αποφασίζεται στη βάση του συνόλου των περιστάσεων της υπόθεσης και των προσωπικών περιστάσεων του Κατηγορουμένου. Πρακτικά, το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον, ισοζυγίζοντας το σύνολο των περιστάσεων, θα μπορούσαν ή έπρεπε, αυτοί οι παράγοντες, να επενεργήσουν φυσιολογικά στο να δοθεί δικαιολογημένα στον Κατηγορούμενο μια «δεύτερη ευκαιρία»[16]. Δεν υπάρχει γενικός κανόνας. Η κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των δικών της περιστατικών. Θεωρούνται εκ νέου οι συνθήκες διάπραξης του αδικήματος και οι προσωπικές περιστάσεις του Κατηγορούμενου και αποδίδεται κατά κάποιον τρόπο «διπλή βαρύτητα» σ’ αυτούς[17]. Είναι απαραίτητο να εξετάζεται κατά πόσο η ποινή, φέρουσα αναστολή, θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος, εξυπηρετώντας τους πολλαπλούς σκοπούς της ποινής[18].
Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων και τις προσωπικές συνθήκες του Κατηγορουμένου, όπως προηγουμένως έχουν εκτεθεί, δεν προκύπτει ως αναγκαία η αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί. Έγινε αναφορά στις δυσκολίες που βιώνει ο Κατηγορούμενος στις Κεντρικές Φυλακές, ωστόσο δεν συνιστούν λόγο αναστολής της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης που επιβάλλει το Δικαστήριο. Η αντικειμενική σοβαρότητα των αδικημάτων δεν συνάδει με μια τέτοια προοπτική, αναστολής, υπό όλα τα δεδομένα της υπόθεσης. Θα εξέπεμπε εσφαλμένο μήνυμα ως προς την ανοχή της κοινωνίας έναντι τέτοιων συμπεριφορών. Ειδικότερα σε αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης δικαιολογείται μόνο σε περιπτώσεις, εξαιρετικά χαμηλής σοβαρότητας, κάτι που προδήλως δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση. Η εκτέλεση να είναι άμεση.
Συνοπτικά, επιβλήθηκαν στον Κατηγορούμενο 30 μήνες φυλάκισης και επιπλέον 24 μήνες εποπτεία και περιορισμοί μετά την αποφυλάκισή του. Απαντά στο γεγονός ότι ο Κατηγορούμενος, 20 ετών, από τη Συρία, σε δύο διαφορετικές κοντινές ημερομηνίες, σε χώρο λατρείας και ώρες προσευχής (τζαμί), όπου ο Κατηγορούμενος δίδασκε το Κοράνι, κακοποίησε σεξουαλικά ανήλικο αλλοδαπό αγόρι ηλικίας 8 ετών, που είχε αφεθεί από τον πατέρα του για προσευχή, με φιλιά στο στόμα, κατέβασμα του παντελονιού και τοποθέτηση του ανηλίκου πάνω στο γεννητικό του όργανο, πίσω από την κλειδωμένη πόρτα της τουαλέτας έξω από το τζαμί, έχοντας του κλείσει το στόμα και προτρέποντάς τον να μην πει οτιδήποτε. Προκλήθηκαν κακώσεις στην πρωκτική και περιπρωκτική περιοχή του ανηλίκου. Παραδέχθηκε άμεσα, συνεργάστηκε με την Αστυνομία, είναι λευκού ποινικού μητρώου, χωρίς υποστηρικτικό περιβάλλον στην Κύπρο, όπου βρίσκεται από τον Ιανουάριο του 2024, με τραυματικό παρελθόν, που περιλαμβάνει και δική του κακοποίηση. Το σύνολο των υποχρεώσεων που συναρτώνται με την παρούσα ποινική μεταχείριση εκτείνεται μέχρι 54 μήνες (φυλάκιση + εποπτεία/περιορισμοί), με διαφορετικό νομικό και λειτουργικό χαρακτήρα σε κάθε στάδιο, διασφαλίζοντας τόσο την προστασία του κοινωνικού συνόλου όσο και την προοπτική εποπτευόμενης επανένταξης.
Οδηγίες διαχείρισης τεκμηρίων
· Τα τεκμήρια που αφορούν ψηφιακούς δίσκους και παρειακά επιχρίσματα, να κατασχεθούν και να καταστραφούν.
· Το τηλέφωνο Samsung galaxy και τα ρούχα που είχαν κατακρατηθεί να επιστραφούν στους νόμιμους δικαιούχους.
(Υπ.) …………………………..
Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ
[1] Λεβέντης ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 632, Δημοκρατία ν. Κυριάκου (1990) 2 ΑΑΔ 264, 270, Souilmi v. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 248, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Πέτρου (1993) 2 ΑΑΔ 9, Λαζάρου ν. Δημοκρατίας (1992) 2 ΑΑΔ 129.
[2] Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας, ΠΕ 161/2020, 11.5.2022, ECLI:CY:AD:2022:B182, Γιαννακού ν. Δημοκρατία, ΠΕ 235/2023, 19.7.2024, Μιχαηλίδης v. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 391, Δημοκρατία v. Κυριάκου (1990) 2 ΑΑΔ 264.
[3] Γενικός Εισαγγελέας v. Κυριάκου (2008) 2 ΑΑΔ 562, Ιακώβου ν. Αστυνομίας, ΠΕ 159/2024, 8.11.2024.
[4] Θεοχάρους ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 575.
[5] John v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1998) 2 ΑΑΔ 417, Antoniou v. Police (1983) 2 CLR 319.
[6] Κ. Α. Μ. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 127/2021, 4.11.2022.
[7] Azzeh v. Rebublic (1989) 2 ΑΑΔ 14.
[8] Ioannou v. Police (1986) 2 ΑΑΔ 149.
[9] Παύλου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 44/2016, 4.4.2019, Φαναράς ν. Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ 50, Velcu v. Αστυνομίας, ΠΕ 100/2019, 20.1.2020, S. J. L. V. Δημοκρατίας, κ. α., ΠΕ 129/2021, 27.10.2022.
[10] Ψωμά ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 40, Γενικός Εισαγγελέας ν. Πάγκαλου (2001) 2 ΑΑΔ 304, Abe v. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 211.
[11] Α.Ν.Κ. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Αστυνομίας ν. Α.Α., ΠΕ 4/21 κ.ά., 1.7.2021.
[12] Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 616.
[13] Ανδρέου ν. Δημοκρατίας (2016) 2 ΑΑΔ 719, Okmelashvili ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 146/2020, 22.12.2021, M. C. T. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 222/2020, 14.10.2022, ECLI:CY:AD:2022:B386.
[14] Γ. Α. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 178/2017, 24.10.2018. βλ. και Αστυνομία ν. Πατούρη, ΠΕ 51/2020, 3.12.2020, Γενικός Εισαγγελέας ν. Σ. Σ., ΠΕ 202/2021, 17/3/2022, ECLI:CY:AD:2022:D116, A. D. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 177/2021, 16.3.2022, ECLI:CY:AD:2022:B96, Filip ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 112/2019, 3.12.2020, ECLI:CY:AD:2020:D412, Κ. Α. Μ. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 127/2021, 4.11.2022, ECLI:CY:AD:2022:B419, M. C. T. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 222/2020, 14.10.2022, ECLI:CY:AD:2022:B386, Ν. Σ. ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 184/2015, 13.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:B72, Νικολάου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 2/2022, 19.12.2022.
[15] Χριστοφόρου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 59/2016, 23.3.2017, Κυριάκου v. Δημοκρατίας (2003) 2 ΑΑΔ 141, Γενικός Εισαγγελέας ν. Ν. Ν., ΠΕ 69/2017, 5.12.2017, Ν.Σ. v. Δημοκρατίας, ΠΕ 184/2015, 13.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:B72, Αστυνομία ν. Πατούρη (ανωτέρω), Dhess v. Δημοκρατίας, ΠΕ 177/2021, 16.3.2022, ECLI:CY:AD:2022:B96.
[16] Ξενοφώντος ν. Αστυνομία, ΠΕ 9/2024, 19.07.2024, Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2010) 2 ΑΑΔ 22.
[17] Ξενοφώντος ν. Αστυνομία, ΠΕ 9/2024, 19.07.2024, Γενικός Εισαγγελέας ν. Καραολή, ΠΕ 230/19, 27.04.2021, ECLI:CY:AD:2021:B177, Γενικός Εισαγγελέας ν. Μυλωνά, ΠΕ 65/2017, 14.12.2018, ECLI:CY:AD:2018:B537, Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας, ΠΕ 121/17, 21.09.2017, ECLI:CY:AD:2017:D311, Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 930, Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2010) 2 ΑΑΔ 22.
[18] Γενικός Εισαγγελέας ν. Περατικού (1997) 2 ΑΑΔ 373, Σώζου ν. Αστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 260.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο