ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. D. E. F., Υπόθεση αρ. 16699 / 2020, 2/12/2025
print
Τίτλος:
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ ν. D. E. F., Υπόθεση αρ. 16699 / 2020, 2/12/2025

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

Υπόθεση αρ. 16699 / 2020

 

 

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

 

 

 

v.

 

 

D. E. F.

 

__________________________

 

Ημερομηνία: 2 Δεκεμβρίου 2025

Εμφανίσεις:

Π. Αβρααμίδης, για την Κατηγορούσα Αρχή

Ν. Θρασιβούλου, για την Κατηγορούμενη

Κατηγορούμενη: παρούσα

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(ex tempore)

 

Η Κατηγορούμενη κατηγορείται, σε μία κατηγορία, για τη διάπραξη επίθεσης προκαλούσας πραγματική σωματική βλάβη, την 22α Δεκεμβρίου του 2018, στη Λεμεσό, με αναφορά στην Χ.Α., παραπονούμενη. Δεν παραδέχθηκε τη διάπραξη του αδικήματος.

 

Μετά την ολοκλήρωση της παρουσίασης της μαρτυρίας από πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής, η οποία περιλαμβάνει τη μαρτυρία της Αστ.1190 Αθηνάς Αντωνίου (ΜΚ1), τη μαρτυρία της παραπονούμενης Χ.Α. (ΜΚ2) και τη σημερινή μαρτυρία του Δρ. Μ. Αχιλλέως (ΜΚ3) υποβλήθηκε εισήγηση, σύμφωνα με το άρθρο 74(β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.155, ότι δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της, ώστε η Κατηγορούμενη να υποχρεούται να προβάλει την υπεράσπισή της. Αμφότερες οι πλευρές αγόρευσαν και έχω υπόψη μου ό,τι αναφέρθηκε, στην πλήρη του μορφή.

 

Η απαλλαγή ενός κατηγορούμενου στο στάδιο αυτό δικαιολογείται μόνο σε δύο περιπτώσεις: όταν (α) δεν στοιχειοθετείται εξ αντικειμένου η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής λόγω της απουσίας ενός ή περισσοτέρων των συστατικών στοιχείων του αδικήματος ή όταν (β) οποτεδήποτε η μαρτυρία είναι τόσο αντινομική ή στερείται πειστικότητας σε βαθμό που κανένα λογικό Δικαστήριο θα μπορούσε να βασίσει σε αυτήν την καταδίκη του κατηγορουμένου [βλAzinas v. The Police (1981) 2 C.L.R. 9, Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου (1990) 2 ΑΑΔ 133Knell v. Αστυνομίας (1994) 2 ΑΑΔ 51Κουννίδης ν. Γενικός Εισαγγελέας (1993) 2 ΑΑΔ 82 και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Νίκου Κλεάνθους (1999) 2 ΑΑΔ 320].

 

Στο στάδιο αυτό, το Δικαστήριο προβαίνει μόνο σε προκαταρκτική θεώρηση της υπόθεσης· όχι σε εις βάθος εξέταση με ζητούμενο την απόδειξη της κατηγορίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Δεν προβαίνει σε αξιολόγηση της μαρτυρίας, αλλά ενεργεί στα περιορισμένα πλαίσια της πρακτικής οδηγίας του 1962 που υιοθετήθηκε στην υπόθεση Azinas v. The Police (ανωτέρω).

 

Όπως υποδείχθηκε και στη  Γεωργίου ν. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 515, το Δικαστήριο περιορίζεται σε γενική θεώρηση της μαρτυρίας, με σκοπό να διαπιστώσει αν υπάρχουν σε αυτήν θεμελιακές αντιφάσεις ή η μαρτυρία είναι καταφανώς αναξιόπιστη ώστε να μην μπορεί να στηριχθεί σε αυτήν  [βλ. Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 191 και Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 104].

 

Η ύπαρξη απλής ή μεμονωμένης αντίφασης σε σημεία της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής, από μόνη της, δεν συνεπάγεται αυτόματα εξουδετέρωση ή αποδυνάμωση όλης της υπόλοιπης μαρτυρίας, στην περίπτωση που αυτή ικανοποιεί το κριτήριο της εκ πρώτης όψεως υπόθεση [βλ. Μακρυγιάννης ν. Αστυνομίας (1996) 2 ΑΑΔ 41].

 

Στην Αστυνομία ν. Κουντούρη, ΠΕ 169/2020, 09.06.2021, ECLI:CY:AD:2021:B235, που αφορούσε όμοιας φύσης αδικήματα (επίθεση προκαλούσα πραγματική σωματική βλάβη και δημόσια εξύβριση), όπου το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε απαλλάξει τον κατηγορούμενο από το εκ πρώτης όψεως, βασιζόμενο στις πολλαπλές εκδοχές ή και αδυναμίες της μαρτυρίας της παραπονούμενης, το Εφετείο έκρινε ως λανθασμένη την προσέγγιση, επαναλαμβάνοντας πως, στην αντικειμενική θεώρησή της, η μαρτυρία, δεν επιτρέπει ουσιαστική αξιολόγησή της, παρά μόνον βασικά έλεγχο του εάν υφίσταται μαρτυρία που καλύπτει, στην επιφάνειά της, στα συστατικά στοιχεία των αδικημάτων. Στη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Λίλλητου, ΠΕ 194/2020, 17.05.2021, με παρόμοιας φύσης αδικήματα, ήταν ίδια η προσέγγιση του Εφετείου, ακυρωτική της κρίσης του Δικαστηρίου πως δεν υπήρχε εκ πρώτης όψεως υπόθεση.

 

Έχοντας υπόψη μου το νομικό πλαίσιο, από την ενώπιον μoυ τεθείσα μαρτυρία, έχω ικανοποιηθεί ότι έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον της Κατηγορουμένης, στην κατηγορία που αντιμετωπίζει. Ειδικότερα, υπάρχει μαρτυρία που επικαλύπτει όλα τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης, η οποία χρήζει αξιολόγησης. Αυτή η αξιολόγηση θα περιλαμβάνει και τυχόν αδυναμίες που υποδείχθηκαν από την πλευρά της Υπεράσπισης. Υποδείχθηκε, μεταξύ άλλων, πως η παραπονούμενη, ΜΚ2, αναφέρθηκε «επίμονα» σε διαφορετικό χρόνο. Όπως εξηγήθηκε, δεν θα ήταν εφικτό να υπεισέλθω στην αξιοπιστία της μαρτυρίας της ΜΚ2. Υπάρχει πάντως μαρτυρία σχετικά με την συγκεκριμένη ημερομηνία, που αναγράφεται στις λεπτομέρειες αδικήματος, ως ο χρόνος διάπραξης του αδικήματος. Η μαρτυρία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αντινομική ή μη πειστική σε σημείο που κανένα λογικό Δικαστήριο θα μπορούσε, βασιζόμενο σε αυτήν, και χωρίς οποιαδήποτε υπεράσπιση από μέρους της Κατηγορουμένης, να καταλήξει και σε καταδίκη. Χωρίς η διατύπωση αυτή, νοείται, να σημαίνει οτιδήποτε άλλο πέραν του ότι το Δικαστήριο χρειάζεται να ακούσει και την πλευρά της Κατηγορούμενης, να περατωθεί η δίκη, και μετά να λάβει την απόφασή του.

 

[επεξηγούνται τα δικαιώματα]

 

(Υπ.) .................................

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο